Σὲ τρεῖς λόγους ἀποδίδει σήμερα ὁ Χριστὸς τὴν ἀδυναμία τῶν μαθητῶν νὰ θεραπεύσουν τὸ δαιμονιζόμενο νέο, νὰ τὸν ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὴν καταδυναστεία τοῦ διαβόλου. Πρῶτα, στὴν ἐλλιπῆ τους πίστη: «Διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν», τοὺς λέει. Δεύτερον, στὴν ἐλαττωματική τους προσευχή. Καὶ τρίτον, στὴν ἀνυπαρξία νηστείας: «Τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ», προσθέτει.
Πολὺ σύντομα θὰ ἀναφερθοῦμε στὶς τρεῖς αὐτὲς χριστιανικὲς ἀρετές.
Μὲ τὸν ὅρο «πίστις» ἐννοοῦμε τὴν ἀποδοχὴ πραγμάτων ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ Θεὸς καὶ πού, χωρὶς νὰ εἶναι παράλογα, εἶναι ὑπέρλογα καὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγηθοῦν μὲ τὴ λογική μας. Γίνονται ἀποδεκτὰ γιατί ἐμπιστευόμαστε ἐκεῖνον ποὺ μᾶς διαβεβαιώνει γιὰ τὴν ὕπαρξή τους. Δείχνουμε πίστη π.χ. ὅταν ἀποδεχόμαστε τὴν ὕπαρξη ἀγγέλων, τὴν ὕπαρξη τοῦ παραδείσου, τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Δείχνουμε πίστη ὅταν δὲν ἔχουμε καμιὰ ἀμφιβολία ὅτι θὰ γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καὶ ὅτι θὰ ὑπάρξει κρίση καὶ ἀνταπόδοση. Αὐτὸ τὸ κάνουμε γιατί ξέρουμε ὅτι εἶναι «πιστὸς ὁ ἐπαγγειλάμενος». Μὲ τὶς προηγούμενες ἐνέργειές του, ὁ Θεός, ἀπέδειξε ὅτι εἶναι ἀληθὴς καὶ μπορεῖ νὰ ἐκπληρώσει ὅ,τι ὑπόσχεται.
Θὰ ’πρεπε οἱ ἀπόστολοι, ποὺ ἤξεραν ὅτι ὁ Θεὸς συντήρησε τοὺς προπάτορές τους στὴν ἔρημο γιὰ σαράντα χρόνια μὲ τὸ μάννα, ποὺ τοὺς πέρασε μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα, νὰ μὴν εἶχαν καμιὰν ἀμφιβολία ὅτι μποροῦσε νὰ ἐκδιώξει καὶ ἕνα δαιμόνιο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Αὐτὸ λέμε πίστη. Τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ κι ὄχι στὸν ἄνθρωπο. Ἡ πίστη εἶναι μία ἕκτη αἴσθηση ποὺ μᾶς διευρύνει τὸν ὁρίζοντα.
Ὅσες φορὲς οἱ ἄνθρωποι ἐπέδειξαν πίστη, πέτυχαν τὸ θαῦμα. Ὅσες φορές, ὅμως, ταλαντεύτηκαν, ἀπέτυχαν. Ἀπόδειξη καὶ τώρα οἱ ἐννέα μαθητές: «Οὐκ ἠδυνήθησαν ἐκβαλεῖν αὐτό, διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν». Κι ἂν ἐλέγχονται δριμύτατα, ἂν χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὸ Χριστὸ «γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη» εἶναι γιατί εἶχαν ὅλες τὶς προϋποθέσεις γιὰ νὰ πιστέψουν. Εἶδαν νεκροὺς νὰ ἐγείρονται, λεπροὺς νὰ καθαρίζονται, παραλύτους νὰ συσφίγγονται. Πῆραν πολλὲς ἀποδείξεις γιὰ τὴ δύναμη τῆς πίστης. Κι ὅμως γίνονται περίγελοι τοῦ σατανᾶ.
Μεγάλη εἶναι, ὅμως, καὶ ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς, τῆς ἄμεσης ἐπικοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Στὴν προσευχὴ ὁ ἄνθρωπος στέκεται «ἐνώπιος ἐνωπίῳ» μὲ τὸν Θεό, σὲ μία σχέση παιδιοῦ πρὸς πατέρα. Εἶναι καὶ ἡ προσευχὴ ἐκδήλωση ἐμπιστοσύνης στὸν Θεό. Εἶναι, ταυτόχρονα, καὶ ἀναγνώριση τῶν ὁρίων μας, τῆς μεγάλης διαφορᾶς ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ Ἐκεῖνον. Μὲ τὴν προσευχὴ ἀναγνωρίζουμε τὴν εὐτέλεια καὶ τὴν ἀδυναμία μας καὶ ξανοιγόμαστε στὸ πέλαγος τῆς μεγαλοσύνης καὶ τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀβραάμ, προσευχόμενος στὸν Θεό, ἔπεσε κατὰ πρόσωπο στὴ γῆ καὶ φώναξε: «Οἴμοι, ὅτι ἐγὼ εἰμὶ γῆ καὶ σποδός». Ἀλοίμονο! Μιλῶ μὲ τὸν Θεό, μὰ εἶμαι χῶμα καὶ στάχτη. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Ἠσαΐας καὶ οἱ ἄλλοι προφῆτες καὶ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Ὁ τελώνης τῆς παραβολῆς, συναισθανόμενος τὴν ἀναξιότητά του καὶ τὴν ἀπόσταση ποὺ τὸν χώριζε ἀπὸ τὸ Θεό, δὲν τολμοῦσε οὔτε τὰ μάτια του νὰ ψηλώσει στὸν οὐρανό, ἀλλὰ κτυποῦσε μόνο τὸ στῆθος του, λέγοντας: «Ὁ Θεὸς ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ».
Ὁ Χριστός, πολλὲς φορές, διαβεβαίωσε τόσο τοὺς ἀποστόλους ὅσο καὶ ὅλους τους ἀκροατές του, λέγοντάς τους: «Πάντα ὅσα ἂν αἰτήσησθε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες λήψεσθε». Ὅσα ζητήσετε μὲ πίστη κατὰ τὴν προσευχή σας, θὰ σᾶς δοθοῦν.
Μὲ τὸ νὰ πεῖ σήμερα ὁ Χριστὸς ὅτι «τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ», ἤθελε νὰ καταστήσει σαφὲς ὅτι μὲ τὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις ἡ ἐκδίωξη τοῦ δαίμονος ἦταν ἀδύνατη. Μόνον ἡ ἐπίκληση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐπιτυγχάνεται μὲ θερμὴ προσευχή, ἦταν δυνατὸν νὰ ἀπαλλάξει τὸ νέο ἀπὸ τὸ δαιμόνιο.
Καὶ τῆς νηστείας εἶναι μεγάλη ἡ δύναμη, ὅπως μᾶς διαβεβαίωσε, σήμερα, ὁ Χριστός. Δηλώνει κι αὐτὴ τὴν ἀναγνώριση τῶν ὁρίων μας καὶ τὴν ὑποταγή μας στὸ θεῖο θέλημα. Κάποιος ποὺ δὲν ἔχει Κύριον, συμπεριφέρεται ὅπως θέλει. Ἕνας ποὺ ἔχει Κύριον, ὑπακούει στὸν Κύριό του. Κι ἐμεῖς μὲ τὸ νὰ μὴν τρῶμε ὅ,τι θέλουμε σὲ κάποιες περιόδους ἀλλὰ νὰ ὑπακοῦμε στοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, δηλώνουμε τὴν ὑποταγή μας στὸ Θεό. Κι εἶναι αὐτὴ ἡ ὑποταγή μας καὶ ἡ ἀναγνώριση τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐπιτελεῖ τὸ θαῦμα.
Ἡ πραγματικὴ νηστεία, βέβαια, δὲν εἶναι ἁπλὴ ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα εἴδη φαγητῶν. Εἶναι μία ἄσκηση τῆς θέλησής μας ποὺ συνοδεύεται καὶ ἀπὸ πολλὲς ἄλλες ἀρετές. «Ἀληθὴς νηστεία (εἶναι) ἡ τῶν παθῶν ἀλλοτρίωσις. Ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός…»
Πίστη, λοιπόν, καὶ προσευχὴ ποὺ ἐνισχύονται ἀπὸ τὴ νηστεία εἶναι οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιὰ νὰ ἐπιτελεσθεῖ τὸ θαῦμα. Ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐνδυναμώσουμε τὴν πίστη μας στὸν Θεό, ἂς ἐπικοινωνοῦμε συνεχῶς διὰ τῆς προσευχῆς μὲ αὐτὸν κι ἂς προετοιμαζόμαστε μὲ τὴ νηστεία ὥστε ὅταν χρειαστεῖ, στὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός του νὰ εἰσακουσθεῖ καὶ νὰ ἐκπληρωθεῖ ἡ αἴτησή μας.
† Ὁ Πάφου Γεώργιος – Μητρόπολη Πάφου
Πολὺ σύντομα θὰ ἀναφερθοῦμε στὶς τρεῖς αὐτὲς χριστιανικὲς ἀρετές.
Μὲ τὸν ὅρο «πίστις» ἐννοοῦμε τὴν ἀποδοχὴ πραγμάτων ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ Θεὸς καὶ πού, χωρὶς νὰ εἶναι παράλογα, εἶναι ὑπέρλογα καὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγηθοῦν μὲ τὴ λογική μας. Γίνονται ἀποδεκτὰ γιατί ἐμπιστευόμαστε ἐκεῖνον ποὺ μᾶς διαβεβαιώνει γιὰ τὴν ὕπαρξή τους. Δείχνουμε πίστη π.χ. ὅταν ἀποδεχόμαστε τὴν ὕπαρξη ἀγγέλων, τὴν ὕπαρξη τοῦ παραδείσου, τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Δείχνουμε πίστη ὅταν δὲν ἔχουμε καμιὰ ἀμφιβολία ὅτι θὰ γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καὶ ὅτι θὰ ὑπάρξει κρίση καὶ ἀνταπόδοση. Αὐτὸ τὸ κάνουμε γιατί ξέρουμε ὅτι εἶναι «πιστὸς ὁ ἐπαγγειλάμενος». Μὲ τὶς προηγούμενες ἐνέργειές του, ὁ Θεός, ἀπέδειξε ὅτι εἶναι ἀληθὴς καὶ μπορεῖ νὰ ἐκπληρώσει ὅ,τι ὑπόσχεται.
Θὰ ’πρεπε οἱ ἀπόστολοι, ποὺ ἤξεραν ὅτι ὁ Θεὸς συντήρησε τοὺς προπάτορές τους στὴν ἔρημο γιὰ σαράντα χρόνια μὲ τὸ μάννα, ποὺ τοὺς πέρασε μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα, νὰ μὴν εἶχαν καμιὰν ἀμφιβολία ὅτι μποροῦσε νὰ ἐκδιώξει καὶ ἕνα δαιμόνιο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Αὐτὸ λέμε πίστη. Τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ κι ὄχι στὸν ἄνθρωπο. Ἡ πίστη εἶναι μία ἕκτη αἴσθηση ποὺ μᾶς διευρύνει τὸν ὁρίζοντα.
Ὅσες φορὲς οἱ ἄνθρωποι ἐπέδειξαν πίστη, πέτυχαν τὸ θαῦμα. Ὅσες φορές, ὅμως, ταλαντεύτηκαν, ἀπέτυχαν. Ἀπόδειξη καὶ τώρα οἱ ἐννέα μαθητές: «Οὐκ ἠδυνήθησαν ἐκβαλεῖν αὐτό, διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν». Κι ἂν ἐλέγχονται δριμύτατα, ἂν χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὸ Χριστὸ «γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη» εἶναι γιατί εἶχαν ὅλες τὶς προϋποθέσεις γιὰ νὰ πιστέψουν. Εἶδαν νεκροὺς νὰ ἐγείρονται, λεπροὺς νὰ καθαρίζονται, παραλύτους νὰ συσφίγγονται. Πῆραν πολλὲς ἀποδείξεις γιὰ τὴ δύναμη τῆς πίστης. Κι ὅμως γίνονται περίγελοι τοῦ σατανᾶ.
Μεγάλη εἶναι, ὅμως, καὶ ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς, τῆς ἄμεσης ἐπικοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Στὴν προσευχὴ ὁ ἄνθρωπος στέκεται «ἐνώπιος ἐνωπίῳ» μὲ τὸν Θεό, σὲ μία σχέση παιδιοῦ πρὸς πατέρα. Εἶναι καὶ ἡ προσευχὴ ἐκδήλωση ἐμπιστοσύνης στὸν Θεό. Εἶναι, ταυτόχρονα, καὶ ἀναγνώριση τῶν ὁρίων μας, τῆς μεγάλης διαφορᾶς ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ Ἐκεῖνον. Μὲ τὴν προσευχὴ ἀναγνωρίζουμε τὴν εὐτέλεια καὶ τὴν ἀδυναμία μας καὶ ξανοιγόμαστε στὸ πέλαγος τῆς μεγαλοσύνης καὶ τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀβραάμ, προσευχόμενος στὸν Θεό, ἔπεσε κατὰ πρόσωπο στὴ γῆ καὶ φώναξε: «Οἴμοι, ὅτι ἐγὼ εἰμὶ γῆ καὶ σποδός». Ἀλοίμονο! Μιλῶ μὲ τὸν Θεό, μὰ εἶμαι χῶμα καὶ στάχτη. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Ἠσαΐας καὶ οἱ ἄλλοι προφῆτες καὶ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Ὁ τελώνης τῆς παραβολῆς, συναισθανόμενος τὴν ἀναξιότητά του καὶ τὴν ἀπόσταση ποὺ τὸν χώριζε ἀπὸ τὸ Θεό, δὲν τολμοῦσε οὔτε τὰ μάτια του νὰ ψηλώσει στὸν οὐρανό, ἀλλὰ κτυποῦσε μόνο τὸ στῆθος του, λέγοντας: «Ὁ Θεὸς ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ».
Ὁ Χριστός, πολλὲς φορές, διαβεβαίωσε τόσο τοὺς ἀποστόλους ὅσο καὶ ὅλους τους ἀκροατές του, λέγοντάς τους: «Πάντα ὅσα ἂν αἰτήσησθε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες λήψεσθε». Ὅσα ζητήσετε μὲ πίστη κατὰ τὴν προσευχή σας, θὰ σᾶς δοθοῦν.
Μὲ τὸ νὰ πεῖ σήμερα ὁ Χριστὸς ὅτι «τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ», ἤθελε νὰ καταστήσει σαφὲς ὅτι μὲ τὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις ἡ ἐκδίωξη τοῦ δαίμονος ἦταν ἀδύνατη. Μόνον ἡ ἐπίκληση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐπιτυγχάνεται μὲ θερμὴ προσευχή, ἦταν δυνατὸν νὰ ἀπαλλάξει τὸ νέο ἀπὸ τὸ δαιμόνιο.
Καὶ τῆς νηστείας εἶναι μεγάλη ἡ δύναμη, ὅπως μᾶς διαβεβαίωσε, σήμερα, ὁ Χριστός. Δηλώνει κι αὐτὴ τὴν ἀναγνώριση τῶν ὁρίων μας καὶ τὴν ὑποταγή μας στὸ θεῖο θέλημα. Κάποιος ποὺ δὲν ἔχει Κύριον, συμπεριφέρεται ὅπως θέλει. Ἕνας ποὺ ἔχει Κύριον, ὑπακούει στὸν Κύριό του. Κι ἐμεῖς μὲ τὸ νὰ μὴν τρῶμε ὅ,τι θέλουμε σὲ κάποιες περιόδους ἀλλὰ νὰ ὑπακοῦμε στοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, δηλώνουμε τὴν ὑποταγή μας στὸ Θεό. Κι εἶναι αὐτὴ ἡ ὑποταγή μας καὶ ἡ ἀναγνώριση τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐπιτελεῖ τὸ θαῦμα.
Ἡ πραγματικὴ νηστεία, βέβαια, δὲν εἶναι ἁπλὴ ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα εἴδη φαγητῶν. Εἶναι μία ἄσκηση τῆς θέλησής μας ποὺ συνοδεύεται καὶ ἀπὸ πολλὲς ἄλλες ἀρετές. «Ἀληθὴς νηστεία (εἶναι) ἡ τῶν παθῶν ἀλλοτρίωσις. Ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός…»
Πίστη, λοιπόν, καὶ προσευχὴ ποὺ ἐνισχύονται ἀπὸ τὴ νηστεία εἶναι οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιὰ νὰ ἐπιτελεσθεῖ τὸ θαῦμα. Ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐνδυναμώσουμε τὴν πίστη μας στὸν Θεό, ἂς ἐπικοινωνοῦμε συνεχῶς διὰ τῆς προσευχῆς μὲ αὐτὸν κι ἂς προετοιμαζόμαστε μὲ τὴ νηστεία ὥστε ὅταν χρειαστεῖ, στὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός του νὰ εἰσακουσθεῖ καὶ νὰ ἐκπληρωθεῖ ἡ αἴτησή μας.
† Ὁ Πάφου Γεώργιος – Μητρόπολη Πάφου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου