Παρασκευή 31 Μαΐου 2019

Άγιος Παΐσιος - Πώς λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι

-Γέροντα, ποιοι νόμοι λέγονται πνευματικοί;
-Θα σου εξηγήσω:
Όπως στην φύση υπάρχουν οι φυσικοί νόμοι, έτσι και στην πνευματική ζωή υπάρχουν οι πνευματικοί νόμοι.
Ας πούμε, όταν πετάη κανείς ένα βαρύ αντικείμενο ψηλά, με όσο περισσότερη ορμή και όσο πιο ψηλά το πετάξη, με τόσο μεγαλύτερη δύναμη θα πέση κάτω και θα συντριβή. Αυτός είναι φυσικός νόμος.
Στην πνευματική ζωή, όσο περισσότερο υψώνεται κανείς με την υπερηφάνειά του, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η πνευματική του πτώση και ανάλογα με το ύψος της υπερηφανείας του θα συντριβή. Γιατί ο υπερήφανος ανεβαίνει, φθάνει σε ένα σημείο και μετά πέφτει και σπάζει τα μούτρα του – «ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται».
Αυτός είναι πνευματικός νόμος.
Υπάρχει όμως μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στους φυσικούς και στους πνευματικούς νόμους:
Ενώ οι φυσικοί νόμοι δεν έχουν σπλάχνα και ο άνθρωπος δεν μπορεί να τους αλλάξη, οι πνευματικοί νόμοι έχουν σπλάχνα και ο άνθρωπος μπορεί να τους αλλάξη, γιατί έχει να κάνη με τον Δημιουργό και Πλάστη του, τον Πολυεύσπλαχνο Θεό. Αν δηλαδή καταλάβη αμέσως το ανέβασμα της υπερηφανείας του και πη: «Θεέ μου, εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου και υπερηφανεύομαι συγχώρεσέ με!», αμέσως τα σπλαχνικά χέρια του Θεού τον αρπάζουν και τον κατεβάζουν απαλά κάτω, χωρίς να γίνη αντιληπτή η πτώση του.
Έτσι δεν συντρίβεται, αφού προηγήθηκε η καρδιακή συντριβή με την μετάνοια που έδειξε. Το ίδιο ισχύει και για το «μάχαιραν έδωκας, μάχαιραν θα λάβης» (Ματθ. 26,52)*, που λέει το Ευαγγέλιο. Αν δηλαδή «έδωσα μάχαιρα», κανονικά πρέπει να ξοφλήσω με μάχαιρα.
Όταν όμως συναισθάνωμαι το σφάλμα μου, με μαχαιρώνει η συνείδησή μου και ζητάω συγχώρηση από τον Θεό, τότε πλέον παύουν να λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι και δέχομαι από τον Θεό την αγάπη Του σαν βάλσαμο. Μέσα δηλαδή στα κρίματα του Θεού, που είναι άβυσσος, βλέπουμε να αλλάζει ο Θεός, όταν αλλάζουν οι άνθρωποι.
Όταν το άτακτο παιδί συνέρχεται, μετανοεί και δέρνεται από την συνείδησή του, τότε ο Πατέρας του το χαϊδεύει με αγάπη και το παρηγορεί. Δεν είναι μικρό πράγμα να μπορεί ο άνθρωπος να αλλάξει την απόφαση του Θεού! Κάνεις κακό; Ο Θεός σου δίνει σκαμπιλάκι. Λές «ήμαρτον»; Σου δίνει ευλογίες.

Τα αρχοντόπουλα του Θεού
Μερικοί άνθρωποι, παρόλο που μετάνοιωσαν για κάποιο σφάλμα τους και ο Θεός τους συγχώρεσε, οπότε έπαψαν να λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι, αυτοί δεν ξεχνούν το σφάλμα τους. Ζητούν επίμονα από τον Θεό να τιμωρηθούν σ’ αυτήν την ζωή για το σφάλμα τους, για να εξοφλήσουν. Αφού λοιπόν επιμένουν, ο Καλός Θεός εκπληρώνει αυτό το φιλότιμο αίτημά τους, τους κρατάει όμως τοκισμένη την πληρωμή στο Ουράνιο Ταμιευτήριό Του, στον Παράδεισο. Αυτοί είναι τα αρχοντόπουλα του Θεού, είναι τα πιο φιλότιμα παιδιά του Θεού.
Στο Λειμωνάριο λ.χ. αναφέρεται το εξής για τον αββά Ποιμένα τον βοσκό: Μια φορά τον επισκέφθηκε κάποιος και ζήτησε να τον φιλοξενήσει στο κελλί του. Επειδή ο αββάς δεν είχε ιδιαίτερο χώρο για φιλοξενία, τακτοποίησε τον επισκέπτη στο κελλί του και αυτός πήγε να διανυκτερεύσει σε μια σπηλιά. Το πρωί που επέστρεψε, τον ρώτησε ο επισκέπτης: «Πως τα πέρασες, αββά; Μήπως κρύωσες;». «Όχι, πέρασα καλά. Μπήκα σε μια σπηλιά και βρήκα μέσα ένα λιοντάρι να κοιμάται. Ξάπλωσα κι εγώ και ακούμπησα την πλάτη μου στην χαίτη του. Από τα χνώτα του η σπηλιά ήταν σαν φούρνος και δεν κρύωσα». «Καλά, δεν φοβήθηκες μήπως σε φάει το λιοντάρι;», τον ρώτησε ο επισκέπτης. «Όχι, του λέει ο αββάς, αλλά, να ξέρης, εμένα θα με φάνε τα θηρία». «Πως το ξέρεις αυτό;». «Εγώ στον κόσμο ήμουν βοσκός, του λέει ο αββάς, και κάποτε που βοσκούσα το κοπάδι μου οι σκύλοι μου καταξέσχισαν κάποιον περαστικό και, ενώ μπορούσα να τον σώσω, αδιαφόρησα. Από τότε ζητάω από τον Θεό συνέχεια να με φάνε τα θηρία. Πιστεύω να μου κάνη ο Θεός αυτό το χατίρι». Και πράγματι αυτόν τον αββά τον έφαγαν τα θηρία.
Στην άλλη όμως ζωή αυτοί οι άνθρωποι θα είναι στον πιο εκλεκτό τόπο.
– Γέροντα, διάβασα σε σχόλια κάποιου πατερικού βιβλίου ότι ο άνθρωπος, όταν κάνει κάποια αμαρτία, πρέπει να τιμωρηθεί, για να πληρώσει για το κακό που έκανε.
- Όχι, δεν είναι έτσι. Ο άνθρωπος, αν μετανοιώση, δεν τιμωρείται· τον ελεεί ο Χριστός. Χρειάζεται πολλή προσοχή στα σχόλια, γιατί μπορεί ένας σχολιαστής να είναι αρκετά καλός, αλλά καμμιά φορά να κάνει λανθασμένες ερμηνείες. Αν κανείς δεν είναι σίγουρος ότι ο σχολιαστής είναι καλός, καλύτερα αν διαβάσει μόνον το κείμενο. Και σ’ εμένα είπε κάποιος ότι τον Προφήτη Ησαΐα τον πριόνισαν, γιατί έπρεπε να πριονισθεί για τις αμαρτίες του κόσμου. Ενώ ο ίδιος παρακάλεσε τον Θεό να πριονισθεί για τις αμαρτίες του κόσμου και ο Θεός υπέκυψε στην πολλή αγάπη που είχε για τον λαό. Αλλά για κάθε πριονιά ο Θεός θα του δώσει και ένα στεφάνι. Είναι απαραίτητο να ξέρη κανείς μερικά πράγματα, για να καταλάβει κάποια άλλα. Ο αββάς Ποιμήν, για τον οποίο ανέφερα προηγουμένως, μπορούσε να καταλάβει τον Προφήτη Ησαΐα – αν και η περίπτωση του ενός διέφερε από του άλλου, γιατί στην περίπτωση του Προφήτη Ησαΐα υπήρχε η θυσία για τον κόσμο.
– Έχουμε, Γέροντα, και στην εποχή μας τέτοια περιστατικά;
- Ναι, βέβαια. Θυμάμαι κάποιο γεγονός που συνέβη, όταν ήμουν στην Μονή Φιλοθέου. Κάποιος μοναχός, όταν ήταν στον κόσμο, είχε κάψει έναν Τούρκο στον φούρνο, επειδή είχε σφάξει τον πατέρα του. Μετά μετανόησε, ήρθε στο Άγιο Όρος, έγινε μοναχός και είχε βάλει μια καλή σειρά. Μέρα-νύχτα όμως παρακαλούσε τον Θεό να επιτρέψη να καή και ο ίδιος. Μια φορά έπιασε πυρκαγιά στο Μοναστήρι. Εγώ τότε ήμουν δοχειάρης. Ετοίμασα δοχεία με νερό και τρέξαμε όλοι και σβήσαμε τη φωτιά. Τελικά αυτόν τον μοναχό τον βρήκαμε καμένο. Θα μου μείνη αλησμόνητη η σκηνή… Τι είχε γίνει; Αυτός τότε ήταν ογδόντα πέντε χρονών και τον διακονούσε ένας μοναχός που ήταν εβδομήντα πέντε. Εκείνη την ημέρα, για να τον ανακουφίση λίγο από τους πόνους των ρευματισμών, του έτριψε τα πόδια του με πετρέλαιο και τον κουκούλωσε κοντά στο τζάκι. Πετάχθηκε όμως μια σκανδαλήθρα από τα ξύλα της καστανιάς, πήρε φωτιά, κάηκε εκείνος και έπιασε φωτιά και όλο το μοναστήρι. Εγώ στενοχωρήθηκα πολύ για το γεγονός· δεν μπορούσα να ησυχάσω! Ύστερα μου είπε ο Πνευματικός: «Μην στενοχωριέσαι· αυτός ζητούσε από τον Θεό να καή, για να εξιλεωθή· αυτό ήταν δώρο Θεού».

Οι πνευματικοί νόμοι και η αγάπη του Θεού
– Γέροντα, οι πνευματικοί νόμοι λειτουργούν πάντοτε αμέσως;
- Αναλόγως. Πολλές φορές απορεί κανείς! Ενώ λίγο υπερηφανεύθηκε, αμέσως έσπασε τα μούτρα του· λειτούργησαν οι πνευματικοί νόμοι αστραπιαίως. Π.χ. καθαρίζει μία αδελφή τα τζάμια και της έρχεται ένας υπερήφανος λογισμός ότι τα καθαρίζει καλύτερα από την άλλη, οπότε κάτι συμβαίνει και, τσακ, σπάζει το τζάμι. Άλλες φορές λειτουργούν αργότερα.
– Όταν, Γέροντα, οι πνευματικοί νόμοι λειτουργούν αμέσως, αυτό τι σημαίνει;
- Αυτό είναι καλό. Τότε πρέπει να καταλάβη ο άνθρωπος ότι η αγάπη του Θεού τον προστατεύει, γιατί ξοφλάει και δεν θα τα πληρώση όλα μαζεμένα. Όταν όμως δεν λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι σε έναν άνθρωπο, είναι επικίνδυνο, γιατί δείχνει ότι είναι απομακρυσμένο παιδί του Θεού· δεν είναι στο σπίτι Του. Υπάρχουν μερικοί που ενεργούν συνέχεια με υπερηφάνεια και δεν παθαίνουν τίποτε. Αυτό σημαίνει ότι η υπερηφάνειά τους ξεπέρασε την ανθρώπινη και έφθασε στον ανώτατο βαθμό της, στην δαιμονική υπερηφάνεια, στην έπαρση. Η πτώση τότε γίνεται από την άλλη μεριά της κορυφής, οπότε πέφτει κατ’ ευθείαν στην κόλαση. Είναι εωσφορική πτώση και δεν την βλέπουν όσοι βρίσκονται από την άλλη μεριά της κορυφής. Αυτούς δηλαδή δεν τους πιάνει ο πνευματικός νόμος σε τούτη την ζωή, αλλά ισχύει γι’ αυτούς το Αποστολικό: «Πονηροί άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι».
– Μπορεί, Γέροντα, να θαυμάση κανείς ένα έργο που έκανε και να γίνη κάποια ζημιά;
- Ναι, γιατί λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι. Παίρνει την Χάρη Του ο Θεός από κάποιον και κάνει την ζημιά, για να συνετισθή ο άλλος που υπερηφανεύτηκε για το έργο του.
- Δηλαδή, Γέροντα, όταν γίνεται ζημιά, σημαίνει ότι έχουν λειτουργήσει οι πνευματικοί νόμοι;
- Φυσικά.
- Αποκλείεται να είναι κανείς αδέξιος και να κάνη ζημιές;
- Σπάνιες είναι αυτές οι περιπτώσεις. Γι’ αυτό, όσο μπορείτε, να ζήτε ταπεινά. Να σκέφτεσθε ότι δεν έχουμε τίποτε δικό μας. Όλα ο Θεός μας τα έχει δώσει. Όλα όσα έχουμε είναι του Θεού. Μόνον οι αμαρτίες είναι δικές μας. Αν δεν ταπεινωνώμαστε, θα λειτουργούν σ’ εμάς συνεχώς οι πνευματικοί νόμοι, μέχρις ότου καμφθή ο εγωισμός μας. Ο Θεός να δώση να γίνη αυτό, πριν μας βρη ο θάνατος.
- Μπορεί, Γέροντα, ο άνθρωπος να μην καταλάβη ότι έχουν λειτουργήσει οι πνευματικοί νόμοι;
- Αν δεν παρακολουθή κανείς τον εαυτό του, τίποτε δεν καταλαβαίνει και από τίποτε δεν βοηθιέται, ούτε ωφελείται.
– Δηλαδή, Γέροντα, οι πνευματικοί νόμοι παύουν να λειτουργούν, μόνον όταν ταπεινωθή ο άνθρωπος;
- Ναι, κυρίως με την ταπείνωση ή, όταν έχη κανείς το ακαταλόγιστο. Να σου πω ένα παράδειγμα: Μια γυναίκα έδερνε συνέχεια τον άνδρα της και αυτός δεν μιλούσε, για να μη χάση την αξιοπρέπειά του, γιατί ήταν και δάσκαλος. Λειτουργούσαν όμως σ’ αυτόν οι πνευματικοί νόμοι. Είχε ορφανέψει μικρός από πατέρα και η χήρα μάνα του με μια σύνταξη προσπαθούσε να τον σπουδάση, να τον κάνη δάσκαλο, και αυτός την έδερνε! Τι είχε τραβήξει η φουκαριάρα η μάνα του! Οπότε επέτρεψε ο Θεός να τον δέρνη η γυναίκα του, για να εξοφλήση. Ύστερα τι γίνεται; Πεθαίνει αυτός, και ο γιος του έδερνε την μάνα του. Ξόφλησε έτσι και αυτή. Παντρεύεται ο γιος και παίρνει μια ελαφρούτσικη, που τον έδερνε και έψελνε το «Χριστός Ανέστη»! Πως οικονόμησε ο Θεός, για να εξοφλήση και αυτός! Εδώ όμως σταμάτησαν να λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι, γιατί αυτή είχε το ακαταλόγιστο.
– Όταν, Γέροντα, κάποιος έχη μια πτώση και λυπάται, έτσι ξεπληρώνει;
- Αισθάνεται ότι χρωστάει ή λυπάται εγωιστικά; Αν αισθάνεται ότι χρωστάει, δεν θα πληρώση. Όταν όμως δεν αισθάνεται το χρέος του, επιτρέπει ο Θεός να πληρώση. Ο Χριστιανός λ.χ. πρέπει να κάνη ελεημοσύνες. Αν κάποιος είναι σκληρός και δεν δίνη, αλλά μαζεύη τα χρήματα, θα πάνε οι κλέφτες, θα τον δείρουν, θα του πάρουν και τα χρήματα, και έτσι θα εξοφλήση. Όταν έχουμε χρέη και δεν ξοφλούμε σ’ αυτήν την ζωή, αυτό είναι πολύ κακό σημάδι, είναι εγκατάλειψη από τον Θεό. Όταν πάλι κάποιος δεν τρώη σκαμπίλια και δέχεται ευλογίες, τότε φαίνεται ότι έκανε κάτι καλό και ανταμείβεται εδώ γι’ αυτό από τον Χριστό διπλά και τριπλά. Δεν ξοφλάει όμως για τα σφάλματά του. Και αυτό πάλι είναι κακό. Ας πούμε ότι έκανα δέκα τοις εκατό καλωσύνες και ο Χριστός με ανταμείβει για είκοσι τοις εκατό και δεν έχω ούτε θλίψεις ούτε στενοχώρια· τότε όμως δεν ξοφλώ αμαρτίες.
Η ταλαιπωρία σ’ αυτήν την ζωή τρώει την κόλαση, λέει ο Αββάς Ισαάκ. Δηλαδή, όταν λειτουργούν σε κάποιον οι πνευματικοί νόμοι, αφαιρείται ένα μέρος από τα βάσανα της κολάσεως.

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Επίσκοπος Αχρίδος): Τα μάτια που είδαν τον θεό...

Κάποτε, μετά τον Β  Παγκόσμιο Πόλεμο, με κάλεσαν οι Αμερικανοί φίλοι μου να τους επισκεφτώ από την Αγγλία. Εγώ στο μεταξύ είχα πληροφορηθεί ότι ο επίσκοπος Αχρίδος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (1881-1956) ζει στο Σικάγο και αποφάσισα να τον επισκεφτώ, μολονότι αυτό δεν ήταν ούτε τόσο φθηνό μα ούτε και τόσο απλό.
Τηλεφώνησα στην σερβική Εκκλησία για να μάθω την διεύθυνσή του και μου είπαν ότι ο επίσκοπος έλειπε σε ταξίδι στη Ν. Υόρκη για ένα τριήμερο. Ήταν για μένα δώρο εξ ουρανού.
Συναντηθήκαμε. Εκείνος ήταν γερασμένος και καταβεβλημένος, αλλά το βλέμμα των μαύρων ματιών του διαπερνούσε τον συνομιλητή -όπως τότε στην Σερβία- μέχρι την καρδιά.
Αρχίσαμε να μιλάμε για την πορεία του κόσμου, για την Εκκλησία, τη Ρωσία…
 «Σεβασμιώτατε», τον ρώτησα, «άραγε οι κακουχίες και οι στερήσεις στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως στη ναζιστική Γερμανία κατά τον πόλεμο πνευματικά φονεύανε η ξαναγεννούσαν τον άνθρωπο; Διότι, εγώ για παράδειγμα, γνώρισα ανθρώπους, και μάλιστα πιστούς, οι οποίοι στο στρατόπεδο δεν είχαν τη δύναμη να προσευχηθούν, επειδή όλες τους οι δυνάμεις ήταν συγκεντρωμένες στο ξεροκόμματο, στο κρεμμύδι, στο φλιτζάνι με το ζεστό νερό…».
Μου απάντησε• στο στρατόπεδο γινόταν έτσι• κάθεσαι σε μία γωνιά και επαναλαμβάνεις μέσα σου• -Κύριε, εγώ είμαι γη και σποδός. Κύριε παράλαβε την ψυχή μου! Και πάλι σε ανεβάζει ο Κύριος… Στην πραγματικότητα, θα έδινα όλη τη ζωή που μου απέμεινε, εάν αυτό ήταν δυνατόν, για μία ώρα παραμονής στο Νταχάου.
Ο επίσκοπος σήκωσε τα μάτια του και με κοίταξε ίσια στα μάτια. Εγώ δεν μπόρεσα να αντέξω εκείνο το βλέμμα. Με κοίταζαν τα μάτια του ανθρώπου που συνάντησε το Θεό πρόσωπο προς πρόσωπο…
Μου έλεγε και το εξής
-Με πλησίαζαν οι δεσμοφύλακες και ειρωνικά με ρωτούσαν•
-Πιστεύεις εσύ ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Θεός;
-Όχι, τους απαντούσα.
Τότε άρχιζαν να γελούν και να με ξαναρωτούν•
-Δηλαδή εσύ δεν πιστεύεις πλέον;
-Δεν πιστεύω πλέον, αλλά γνωρίζω, φώναζα με όλη μου τη δύναμη και κείνοι εξαγριωμένοι έφευγαν αυτοστιγμεί.
Αργότερα ξανάρχιζαν την κουβέντα και ρωτούσαν•
-Εκείνος ο Ιησούς σου ήταν γιος μιας Εβραιοπούλας;
-Όχι, τους απαντούσα.
-Τότε τίνος γιος ήταν;
-Υιός του Θεού, τους απαντούσα και κείνοι δεν είχαν τι να μου πουν.
Ο επίσκοπος Νικόλαος ήταν στύλος της σερβικής Εκκλησίας. Τώρα, μετά την κοίμησή του, βλέπει συνεχώς το Θεό πρόσωπο προς πρόσωπο. 

Άγιος Ιερόθεος ο Νέος ο Ιερομάρτυρας

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ιερόθεος ο Νέος, Επίσκοπος Νικόλσκ, γεννήθηκε περί το 1891 μ.Χ. Έφθασε, ως Επίσκοπος, στο Νικόλσκ την Κυριακή των Βαΐων του 1923 μ.Χ. Εκεί διακόνησε την Εκκλησία με ένθεο ζήλο και αυταπάρνηση. Το 1927 μ.Χ. μετετέθη στην Επισκοπή Βελίκυ Ούστιουνγκ, κοντά στην περιοχή Βολογκντά. Αυτή την περίοδο αρνήθηκε να υπογράψει δήλωση του Μητροπολίτου Σεργίου περί υποταγής της Εκκλησίας στην κρατική εξουσία. Για τον λόγο αυτό οι άνδρες της μυστικής ασφαλείας, κατά την περίοδο του Σοβιετικού καθεστώτος, τον κάλεσαν για ανάκριση αρκετές φορές. Τελικά τον συνέλαβαν, ενώ είχε πάει να λειτουργήσει σε κωμόπολη της επαρχίας του. Οι άνθρωποι έκλαιγαν και φώναζαν, γιατί ένιωθαν ότι έχαναν τον πνευματικό τους πατέρα. Τό ατμόπλοιο έφθασε σύντομα στην πόλη Ούστγιουγκ. Επειδή ήταν ασθενής, τον οδήγησαν στο νοσοκομείο. Εκεί ο Άγιος Ιερόθεος κοιμήθηκε οσίως το 1928 μ.Χ. Αλλά η μνήμη του δεν εξαφανίσθηκε. Έγινε το αλάτι της ευσέβειας και ελπίδας του Ρωσικού λαού.

Άγιος Φιλόσοφος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτώ Βόρις και Νικόλαος οι Μάρτυρες

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος (Νικολάγιεβιτς Ορνάτσκιυ) έζησε το 19ο και 20ο αιώνα μ.Χ. Το 1885 μ.Χ. τελείωσε τη θεολογική ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως και νυμφεύθηκε την Ελένη Ζαοζέρκοϋ. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και εργάσθηκε ποιμαντικά αναπτύσσοντας ένα τεράστιο φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο. Συνδέθηκε πνευματικά με τον Πατριάρχη Τύχωνα και κατά την διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου στάθηκε στο πλευρό των τραυματισμένων στρατιωτών και των οικογενειών τους. Ο υιός του Νικόλαος υπηρετούσε με ανώτερο βαθμό στο 9ο τάγμα του Ρωσικού και ο υιός του Boris είχε διορισθεί ως αρχηγός της 23ης ταξιαρχίας πυροβολικού και πολέμησε ηρωικά στο αυστρο-ουγγρικό μέτωπο.

Μετά την επανάσταση του 1917 μ.Χ., ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος συνελήφθη, στις 9 Αυγούστου 1918 μ.Χ., μαζί με τους υιούς του από άνδρες της κρατικής ασφάλειας, που τους μετέφεραν στις φυλακές της Κροστάνδης. Εκτελέσθηκαν διά τουφεκισμού, δίδοντας έτσι τη μαρτυρία της πίστεώς τους στον Κύριο και Θεό μας.

Αγία Πετρονίλα

Η Αγία Μάρτυς Πετρονίλα έζησε τον 1ο ή 3ο αιώνα μ.Χ. Στο κοιμητήριο της Δομιτίλλης, στη Ρώμη, υπάρχει μία νωπογραφία, η οποία χρονολογείται από τον 4ο αιώνα μ.Χ., και στην οποία απεικονίζεται το μαρτύριο της Αγίας Πετρονίλης.

Η Αγία καταγόταν από ευγενή οικογένεια, ήταν Χριστιανή και αρνήθηκε να νυμφευθεί έναν ευγενή, ονομαζόμενο Φλάσσο, επειδή ήθελε να αφιερωθεί στο Νυμφίο της Χριστό. Για τον λόγο αυτό συνελήφθη και τελειώθηκε μαρτυρικά.

Η παράδοση θεωρεί, λόγω του ονόματός της, ότι ήταν θυγατέρα του Αποστόλου Πέτρου ή αφοσιωμένη μαθήτρια του Αποστόλου, που τον βοηθούσε στο έργο του. Όμως η παράδοση αυτή αναφέρεται σε διάφορα βιβλία των Γνωστικών του 6ου αιώνος μ.Χ. και οι περισσότεροι μελετητές - αγιολόγοι δεν αποδέχονται την άποψη αυτή.

Άγιος Ευστάθιος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης

Ο Άγιος Ευστάθιος είναι άγνωστος στους Συναξαριστές και τα Μηναία. Η μνήμη του αναφέρεται στο Κώδικα 426 του Αγιοταφικού Μετοχίου (βλέπε Γεδεών, Βυζαντινόν Εορτολόγιο, σελ. 109). Κατ' αυτό, ο Άγιος ήταν πρωτοπρεσβύτερος του παλατιού και ανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο το 1019 μ.Χ. και διαδέχθηκε τον θανόντα Πατριάρχη Σέργιο Β' (999 - 1019 μ.Χ.). Αφού ποίμανε την Εκκλησία θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη, το Νοέμβριο ή Δεκέμβριο του 1025 μ.Χ.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Άγιος Ερμείας

Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.

Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 - 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα. Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».

Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά τον αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ στρατευσάμενος, τῷ Βασιλεῖ τοῦ παντός, γενναίως διέκοψας, τὰς παρατάξεις ἐχθρῶν. Ἑρμεία πανένδοξε· σὺ γὰρ ἐγκαρτερήσας, πολυτρόποις αἰκίαις, ἤθλησας ἐν τῷ γήρᾳ, ὡς τοῦ Λόγου ὁπλίτης· ὧ πρέσβευε Ἀθλοφόρε, σώζεσθαι ἅπαντας.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα, ὁμολογήσας εὐτόνως, καὶ σφοδρῶν κολάσεων, ὑπενεγκὼν τὰς ὀδύνας, ᾔσχυνας, τῶν παρανόμων τὰς ἐπινοίας· ἔδειξας, τῆς εὐσεβείας πᾶσι τὸ κράτος· διὰ τοῦτό σε Ἑρμεία, ὁ Ἀθλοθέτης Λόγος ἐδόξασε.

Μεγαλυνάριον
Ὄπλοις ἀληθείας περιφραχθείς, κάθεῖλες τοῦ ψεύδους, Ἀθλοφόρε τὸν εὑρετήν, ἐν γήρᾳ νεάζον, ψυχῆς φρόνημα φέρων, καὶ ἤθλησας νομίμως, Ἑρμεία ἔνδοξε.



Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

Πνευματικές Συμβουλές του μακαριστού πάπα-Διονύσιου της Βατοπαιδινής Σκήτης της Κολιτσού

...«Αν σε πολεμούν λογισμοί εκδικήσεως για κάποιον αδελφό, να προσευχηθής γι’ αυτόν,να κάνεις μερικές μετάνοιες γι’ αυτόν και να εύχεσαι ο Θεός να του δίνη μακροζωΐα και υγεία».
   «Αν έχεις ανάγκη να φας εκτός τραπέζης, πάντοτε να λες σε κάποιον αδελφό: “Ευλογείτε”.Όταν αυτός απαντήσει “ο Κύριος”, τότε το φαγητό δεν βλάπτει. Αν δεν το κάνεις αυτό, τότε μπαίνει ο διάβολος εξ αιτίας της λαθροφαγίας. Από εκεί έρχονται και κακοί λογισμοί για τους αδελφούς».
     «Πάντοτε έχεις χρέος να προσεύχεσαι για τους πατέρες της Μονής. κάθε μέρα από ένα κομποσχοίνι».
     «Να μη φύγης από το Μοναστήρι σου. Μετά από χρόνια θα λες: “Καλά που δεν έφυγα και έμεινα στην μετάνοια μου”».
     «Όταν κατακρίνης, να ξέρης ότι θα σου έρθει διπλάσιος σαρκικός πόλεμος. Και έτσι μας πολεμά σαρκικά, αλλά μέσα από την κατάκριση έρχεται διπλάσιο. Δεν έχουμε καμία ωφέλεια από την κατάκριση».
     «Το ρακί δεν απαγορεύεται. Μετά από μεγάλη σωματική κούραση η μετά από πολύ δρόμο μπορεί να πάρεις λίγο και καλό κάνει στο σώμα».
     «Όταν κάθεσαι στην ακολουθία και βλέπεις ότι νυστάζεις, σήκω. Δεν είναι αμαρτία να κάθεσαι – γι’ αυτό οι Πατέρες έβαλαν στασίδια στην Εκκλησία-, αλλά είναι αμαρτία να κοιμάσαι. Γι’ αυτό να κάθεσαι, να σηκώνεσαι, αλλά να μένεις ξύπνιος και ν’ ακούς αυτά που διαβάζονται σαν να τα διαβάζεις ο ίδιος».
  «Αν ο νους σου είναι κουρασμένος, μπορείς να αντικαταστήσεις αυτά που διαβάζεις, στο κελλί σου με κομποσχοίνι. Η παράκληση της Παναγίας ένα τριακοσάρι, οι Χαιρετισμοί ένα τριακοσάρι,Το κάθισμα του Ψαλτηρίου ένα τριακοσάρι, ο κανόνας του φύλακα Αγγέλου ένα τριακοσάρι, ο κανόνας του Αγίου της Μονής ένα τριακοσάρι. Αν θέλης να κοινωνήσης και δεν έχης μαζί σου την ακολουθία της θείας Μεταλήψεως, να κάνεις δέκα κομποσχοίνια εκατοστάρια. Αλλά είναι καλύτερα να διαβάζεις τις ευχές».
    «Όταν σηκωθής από τον ύπνο, πρώτα απ’ όλα να κάνης τρεις μετάνοιες στον Κύριο. Μετά μπορείς να πλυθής κ.λπ.».
   «Πρόσεξε να πας στην ακολουθία πριν αρχίση, γιατί Άγγελος Κυρίου γράφει ποιός είναι εκεί από την αρχή. Όταν αργούμε, ζημιωνόμαστε».
     «Μέσα στην ακολουθία, πότε ν’ ακούς την ανάγνωση, πότε να λες την ευχή. Το πιο σπουδαίο είναι η ακολουθία. Αλλά όταν κουραστεί ο νους στο ν’ ακούει, τότε λέγε την ευχή. Όταν προσέχουμε τα τροπάρια, τότε δεν μας πιάνει ύπνος».
   «Μην αφήνεις τον αγώνα σου. Πρέπει κάτι να κάνεις, να αγωνίζεσαι. Όλοι ήρθαμε στο Άγιον Όρος κάτι να κάνουμε. Όσο περισσότερο κόπο κάνουμε, τόσο πιο πολύ μισθό θα έχουμε».
    «Αν μετά την εξομολόγηση και πριν από την θεία Κοινωνία σου συμβή κάτι και δεν είναι σοβαρό, κάνε τον σταυρό σου και πες: “Θεέ μου, συγχώρησον με”, και κοινώνησε».
   «Ποτέ να μην κατηγορείς το Μοναστήρι σου μπροστά σε ξένους και ιδιαίτερα μπροστά σε κοσμικούς».
   «Πριν κοινωνήσεις, την προηγούμενη ημέρα να μην τρως ελιές. Εμείς παλαιότερα τρώγαμε μόνο μία φορά το βράδυ λίγο ψωμί με τσάι. Αν έχεις πληγές και τρέχει αίμα, να μην κοινωνάς, η σκέπασε τις πληγές, ώστε να μην τρέχουν τουλάχιστον για ένα εικοσιτετράωρο».
   «Όταν κάνεις κομποσχοίνια περισσότερα απ’ τρας».
  «Όταν σε κάνουν μοναχό, για οχτώ μέρες να πηγαίνεις με τον μανδύα παντού· μην τον βγάλεις καθόλου. Και αν μπορείς, αυτές τις μέρες να μην κοιμάσαι στο κρεββάτι, αλλά σ’ ένα σκαμνάκι».
   «Όταν δεν θα μπορώ να πηγαίνω στην ακολουθία,να ξέρετε ότι πλησιάζει ο θάνατός μου». (Όπως και συνέβη).

 «Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση», Εκδόσεις «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωση Χαλκιδικής

ΤΟ «ΟΥΚ ΕΣΤΙ ΜΟΥ ΑΞΙΟΣ» ΚΑΙ Η ΑΓΙΟΤΗΤΑ

 Άγιος είναι αυτός που αξίζει να είναι μαθητής του Χριστού, λέει ο Κύριός μας απευθυνόμενος προς τους μαθητές του και προς κάθε χριστιανό, ο οποίος θέλει να Τον ακολουθήσει. Όποιος αγαπά τον κόσμο, τους φυσικούς συγγενείς του, όποιος δεν σηκώνει τον σταυρό του και δεν ακολουθεί τον Χριστό δεν αξίζει να θεωρείται και να είναι μαθητής Του. «Ο φιλών πατέρα η μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστί μου άξιος. και ο φιλών υιόν η θυγατέρα υπέρ εμέ ουκ έστί μου άξιος.  και ος ου λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, ουκ έστί μου άξιος» (Ματθ. 10, 37-39). Όποιος είναι δεμένος με το παρελθόν του, όπως αυτό εκφράζεται στα πρόσωπα των γονέων του, όποιος είναι προσκολλημένος στο μέλλον, όπως αυτό εκφράζεται στα πρόσωπα των παιδιών του, όποιος είναι προσκολλημένος στον εαυτό του, στο παρόν του, όπως αυτό εκφράζεται με την άρνηση να αναλάβει τον σταυρό του και να ακολουθήσει την πορεία της θυσίας, της αγάπης, της αφιέρωσης, της προσφοράς, της νίκης εναντίον των παθών, δεν αξίζει να είναι μαθητής του Χριστού, δεν αξίζει τη δωρεά της αγιότητας. Διότι ο άνθρωπος ο οποίος έχει ως κέντρο της ζωής του ο,τι έχει και όχι την αγάπη προς το Πρόσωπο Εκείνο που του δίνει ο,τι έχει, από τον χρόνο και τη ζωή, μέχρι τα πρόσωπα, τα βιώματα, τις δυνατότητες για αναζήτηση νοήματος, αυτός ο άνθρωπος τελικά δεν μπορεί να ακολουθήσει την οδό της αγιότητας, την οδό της μαθητείας στο Χριστό.
Οι πολλοί πιστεύουμε ότι άγιος είναι ο αναμάρτητος, ο απροσάρμοστος στα δεδομένα της ζωής, ο αφελής, ο αθώος, αυτός που πορεύεται με το σταυρό στο χέρι, ο μονίμως ηττημένος από τους ισχυρούς, από τον τρόπο ζωής του πολιτισμού, ο μονίμως περιθωριοποιημένος, ο αρνητής της ζωής και της χαράς που αυτή κρύβει. Οι πολλοί αφήνουμε τους αγίους στην άκρη. Στην καλύτερη περίπτωση τους θαυμάζουμε διότι υπερβαίνουν τα μέτρα της φύσης, τους χαρακτηρίζουμε ως καλούς και ξεχωριστούς ανθρώπους, οι οποίοι μπορούν να προσευχηθούν στον Θεό για να γίνουν τα θελήματά μας,. Στην συνηθέστερη περίπτωση προσπερνούμε την ύπαρξή τους. Δεν είναι ο τρόπος τους για μας. Αγαπούμε τον εαυτό μας, τα αγαθά μας, τα οικεία μας πρόσωπα, τον χρόνο της ζωής μας, ο,τι απαρτίζει το εγώ και το έχειν μας. Ακόμη και ο Θεός είναι ένα μικρό κομμάτι της ζωής μας, το οποίο δεν θέλουμε  να γεμίσει τον χρόνο και το έχειν μας. Εκείνος όμως γνωρίζει να περιμένει και το πιστεύουμε, διότι μας συμφέρει.
Άγιος όμως είναι αυτός που αφήνει την ύπαρξή του να γεμίσει από τον Θεό. Να γεμίσει από την αγάπη για την αιωνιότητα, για την Βασιλεία. Είναι ο διαθέσιμος για τον Θεό και τον πλησίον, αυτός που δεν προσκολλάται στο εδώ και τώρα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αδιαφορεί η δεν αισθάνεται οικείος. Η οικειότητα όμως τόσο με τα πρόσωπα όσο και με τον χρόνο της ζωής μας, παρελθόν, μέλλον, παρόν δεν έχει διάρκεια, δεν είναι παράδοση στην αιωνιότητα, αλλά δοκιμή της. Ο χρόνος μας δίδεται για να γνωρίσουμε ο,τι μπορεί να μας οδηγήσει στο αιώνιο. Μαθαίνοντας να αγαπούμε, καλούμαστε να μην ταυτιστούμε με ο,τι αγαπούμε, αλλά να μάθουμε να δίνουμε, να σηκώνουμε τον σταυρό και τον κόπο που η αγάπη φέρει και την ίδια στιγμή να δοξάζουμε τον Θεό που μας έδωσε αυτή την ευκαιρία. Πρωτίστως, καλούμαστε από τα πρόσωπα να περάσουμε στο Μοναδικό Εκείνο Πρόσωπο που δια της δικής Του αγάπης μας σώζει, τον Χριστό.
Οι γονείς μας εκφράζουν ο,τι ανήκει στο παρελθόν μας. Τον ερχομό στη ζωή, τα βιώματα, τις αξίες, τα θετικά και τα αρνητικά τα οποία εσωτερικεύσαμε και από τα οποία ξεκινήσαμε. Οι γονείς άλλοτε απαιτούν υπακοή, άλλοτε μας δίνουν ελευθερία, αλλά συχνά περιμένουν από εμάς την ανταπόδοση και την ευγνωμοσύνη, θέλουν να διαμορφώνουν τις ιδέες μας, την στάση ζωή μας, να μονοπωλούν δια της συγγένειας τον χρόνο, τα ενδιαφέροντα, τους λογισμούς μας. Είναι δύσκολο να απεξαρτηθούμε από αυτούς, διότι πάντοτε μέσα μας κυριαρχεί η μομφή της αχαριστίας. Όποιος μένει σ’ αυτούς καθιστά το παρελθόν του τρόπο και προτεραιότητα ζωής και καθιστά την  ελευθερία από αυτό ενοχή. Προτάσσει την ανάγκη να αποδεικνύει στους γονείς του ότι τους αγαπά και τους ευχαριστεί, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να προχωρήσει σε μια άλλη θέαση ζωής. Ακόμη και στην πνευματική του πορεία ο άνθρωπος κρατά τα βιώματα των γονέων του ως δύναμη συνήθειας και δεν τολμά να κάνει το δικό του βήμα ανακάλυψης του τι αληθινά είναι ο Θεός γι’ αυτόν, ενώ αν επιχειρήσει να ανοίξει νέο δρόμο, διαπιστώνει ότι «εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού» (Ματθ. 10,36).
Τα παιδιά μας εκφράζουν ο,τι ανήκει στο μέλλον, στην προέκταση της ζωής μας στην αθανασία, στην αιωνιότητα. Θα ζούμε μέσω των παιδιών μας, ακόμη κι αν ο θάνατος μας καταπιεί. Έτσι αγαπούμε τα παιδιά μας όχι μόνο γιατί πιστεύουμε ότι μας ανήκουν, αλλά και γιατί είναι η ελπίδα μας ότι θα εκπληρώσουν τα όνειρά μας, ότι θα μας δώσουν χαρά, ότι θα μας καταξιώσουν.  Αυτή η αγάπη δεν μας επιτρέπει να δούμε το προσωπικό μας μέλλον, το υπαρξιακό. Και αυτό έχει να κάνει πάλι με τη σχέση μας με τον Χριστό. Διότι αυτή η σχέση μας δίνει τη δυνατότητα να ζήσουμε εσχατολογικά από το τώρα. Χωρίς να πάψουμε να αγαπούμε, να μεριμνούμε, να προσευχόμαστε, να στηρίζουμε «υιούς η θυγατέρας», η αγάπη αυτή δεν μπορεί να μείνει η αποκλειστική αγάπη της ζωής μας. Η αποκλειστικότητα μας κρατά κλεισμένους, ενώ η αγάπη είναι άνοιγμα προς όλους τους ανθρώπους και πρωτίστως προς τον Θεό. Καλούμαστε λοιπόν να βλέπουμε τους άλλους με τον τρόπο που βλέπουμε τα παιδιά μας. Να είναι όλοι, ακόμη και οι εχθροί μας οι εικόνες του Θεού προς τις οποίες μπορούμε να προσφέρουμε αυτό που ο Χριστός μας προσφέρει: την αγάπη και την αλήθεια. Χωρίς διακρίσεις και ιδιοτέλειες. Και αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με το υλικό επίπεδο, όσο με τη διάθεση της καρδιάς.
Τέλος, το προσωπικό μας παρόν διακρίνεται από μία αυθόρμητη τάση να αποφύγουμε την άρση του σταυρού η των σταυρών μας και τη διάθεση να επιλέξουμε την ευκολία και την άνεση.  Αν μάλιστα αναλογιστούμε τό  δόγμα του πολιτισμού μας, τό  «φάγωμεν, πίωμεν, απολαύωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκωμεν»,  διαπιστώνουμε ότι ο τρόπος του Χριστού δεν είναι ελκυστικός. Δεν είναι μόνο ότι ο Χριστός χρειάζεται χρόνο εντός μας, χρειάζεται να γίνει το κέντρο και του χρόνου και του τρόπου μας. Είναι και ότι ζητά από εμάς να μην αρνηθούμε τους σταυρούς μας. Να σηκώσουμε τα φορτία των παθών μας και να του τα προσφέρουμε. Να σηκώσουμε τα φορτία των άλλων. Να σηκώσουμε τα φορτία τελικά του εαυτού μας και να ζητήσουμε και να αγωνιστούμε με μετάνοια, ταπείνωση και υπομονή, πρωτίστως όμως με αποφασιστικότητα, από Εκείνον να τα μεταποιήσει στον τρόπο Του, να γίνει κοινωνός μας και να γίνουμε «θείας φύσεως κοινωνοί» κοντά Του. Αυτός ο τρόπος έχει το τίμημά του μη συμβιβασμού με το εκκοσμικευμένο πνεύμα. Έχει όμως και την ευλογία της χάριτος, την οποία ο Χριστός προσφέρει εν Αγίω Πνεύματι πλουσίως, ενισχύοντάς μας και κάνοντας το δυσβάσταχτο φορτίο να φαίνεται ελαφρόν (Ματθ. 11, 30).

Άγιος δεν είναι ο τέλειος, ο αναμάρτητος, ούτε κατ’ ανάγκην ο περιθωριοποιημένος από τους ανθρώπους. Άγιος γίνεται αυτός που αγωνίζεται. Αυτός που αντλεί δύναμη και παραδείγματα από όσους προηγήθηκαν στην οδό αυτή. Αυτός που ζει την χαρά της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στη ζωή του και γίνεται καρπός του Ευαγγελίου. Αυτός που αγωνίζεται να γίνει  άγιος μπορεί να περιθωριοποιείται από τους πολλούς. Παραμένει όμως  σημείο αναφοράς τόσο γα το περιβάλλον του όσο και για εκείνους οι οποίοι τον απορρίπτουν. Διότι το λυχνάρι δεν κρύβεται στο σκοτάδι, αλλά το διαλύει. Έστω και για λίγο. Όποιος είναι δίπλα του, τουλάχιστον βλέπει που πορεύεται. Έχουμε λοιπόν ανάγκη όχι μόνο από αγίους, αλλά και για να θέσουμε την αγιότητα ως στόχο της ζωής μας. Όχι για να υπεραιρόμεθα, αλλά για να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι ο Χριστός μας καλεί να γίνουμε μαθητές Του. Μας θέλει αξίους Του. Βεβαίως κάτι τέτοιο με τα δικά μας μέτρα είναι ανέφικτο. Το Άγιο Πνεύμα όμως αναπληρώνει τα ελλείποντα και θεραπεύει τα ασθενή. Ας δούμε λοιπόν τόσο τον τρόπο που ζούμε εν χρόνω όσο και τους στόχους της ζωής μας μέσα από αυτή την προοπτική. Είναι δρόμος ευλογίας και όντως ζωής. 

Αγία Εμμελεία

Η Οσία Εμμελεία καταγόταν από ευσεβή οικογένεια της Καισαρείας της Καππαδοκίας. Ο πατέρας αυτής αναδείχθηκε σε Μάρτυρα κατά τους τελευταίους διωγμούς. Ο βίος της Αγίας είναι η αγαθή ρίζα από την οποία βλάστησαν γλυκύτατοι καρποί, τα παιδιά της, τα οποία ανεδείχθησαν εξέχοντα μέλη της κοινωνίας και τα περισσότερα Άγιοι της Εκκλησίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Πέτρος Σεβαστείας, η μοναχή Μακρίνα και ο μοναχός Ναυκράτιος. Από αγία ρίζα προήλθαν αγιασμένοι βλαστοί, δηλαδή από αγίους γονείς προήλθαν ευλογημένα και άγια τέκνα.

Η Οσία Εμμελεία δοκίμασε στη ζωή της, όπως συμβαίνει συνήθως με τους εκλεκτούς, πολλές θλίψεις. Ο θάνατος των γονέων της, πριν ακόμα νυμφευθεί, ο θάνατος του συζύγου της, μόλις γεννήθηκε ο υιός τους Πέτρος και ο πρόωρος θάνατος του υιού της Ναυκρατίου, αλλά και το να αναθρέψει μόνη της με παιδεία και νουθεσία Κυρίου, από ένα σημείο και μετά, τα τέκνα της, ήταν μερικές από αυτές. τις αντιμετώπισε όμως με υποδειγματική πίστη, ανδρεία και υπομονή. Δίδασκε τα παιδιά της κυρίως με το παράδειγμά της. Τους έδωσε, μαζί με το δικό της γάλα, το ανόθευτο γάλα της πίστεως και τους δίδαξε το μυστήριο της Εκκλησίας.

Τελείωσε τη ζωή της ως μοναχή με ηγουμένη τη θυγατέρα της Οσία Μακρίνα.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Σωφρόνως τὸν βίον σου κατ' ἐναντίον Θεοῦ, ἐτέλεσας πρότερον σὺν Βασιλείω σεμνῶ, Ἐμμέλεια πάνσεμνε, εἴτα δὲ ἐν ἐρήμῳ, ἀναβάσεις διέθου ἅμα τοὶς σοὶς ἐκγόνοις, ὡς τὰ ἄνω ποθοῦσα, διὸ σὲ ὁ Χριστὸς πανοικοί, ὑπερεδόξασε.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Ισαάκιος ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων

Ο Όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Συρία και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουάλη (364 μ. Χ.), που ήταν υποστηρικτής των Αρειανών. Κάποτε οι Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ουάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους. Ο Ισαάκιος, που ήταν ηγούμενος στη Μονή Δαλμάτων, βγήκε και συνάντησε τον πολέμιο των ορθοδόξων Ουάλη, και αφού έπιασε από τα χαλινάρια το άλογο του, του είπε: «Άπόδος ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας και λήψη την νίκην άπονητί ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τη πείρα ότι σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν ούτε γαρ έπανήξεις και προσαπολέσεις την στρατιάν» (Πράξεις των Αποστόλων, κστ' 14). Δηλαδή, δώσε στά ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Αν, όμως, δεν αποδεχθείς αυτά που σου λέω και δε συμφωνήσεις μαζί τους, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Διότι ούτε εσύ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο, και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα. Ο Ουάλης όχι μόνο δεν πείσθηκε από τα λόγια του ηγουμένου, αλλά αφού τον ειρωνεύθηκε, τον έριξε μέσα σε ένα κρημνώδες φαράγγι. Ο Ισαάκιος από θαύμα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. Ο δε Ουάλης έπαθε αυτά που προφήτευσε ο Άγιος ηγούμενος.

Στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω από την Αδριανούπολη σφοδρή μάχη, κατά την οποία ο αυτοκρατορικός στρατός κατατροπώθηκε, αφού φονεύθηκαν πολλοί από τους άριστους στρατηγούς του. Ο Ουάλης, καταφεύγοντας εντός αχυρώνος, για να σωθεί, κάηκε ζωντανός, μαζί με τον αρχιστράτηγό του.

Ως ηγούμενος παρευρέθηκε στη Β' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ., συντελώντας τα μέγιστα στην επιτυχία αυτής.

Προαισθανόμενος το τέλος του, αφού διόρισε διάδοχό του τον Όσιο Δαλμάτιο (τιμάται 3 Αυγούστου), κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 396 μ.Χ.

Η μνήμη του Οσίου Ισαάκιου επαναλαμβάνεται και στις 3 Αυγούστου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Τύπος πέφηνας, τῆς ἐγκρατείας, καὶ ἑδραίωμα, τῆς Ἐκκλησίας, Ἰσαάκιε Πατέρων ἀγλάϊσμα· ἐν ἀρεταῖς γὰρ φαιδρύνας τὸν βίον σου, Ὀρθοδοξίας τὸν λόγον ἐτράνωσας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαο ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῶν Ὁσίων ἀκριβέστατον ὑπόδειγμα· καὶ εὐσεβείας πρακτικώτατον ἐκφάντορα· ἀνυμνοῦμέν σε οἱ δούλοι σου θεοφόρε. Ἀλλ’ ὡς χάριτος τῆς θείας καταγώγιον, ναοὺς ἔργασθαι ἡμᾶς φωτὸς τοῦ Πνεύματος, τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Ἰσαάκιε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Μοναζόντων ὑπογραμμός, καὶ Μονῆς Δαλμάτων, κυβερνήτης ὁ ἀπλανής· χαίροις χαρισμάτων, ταμεῖον θεοβρύτων, Ἰσαάκιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.

Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

"Και πάλι κίνησα να 'ρθώ, Χριστέ μου"

"Και πάλι κίνησα να 'ρθώ, Χριστέ μου, στην αυλή σου,

να σκύψω στα κατώφλια σου τα τρισαγαπημένα,

όπου με πόθο αχόρταγο το λαχταρεί η ψυχή μου.

Η σάρκα μου αναγάλλιασε σιμά σου κ' η καρδιά μου.

Το χελιδόνι ηύρε φωλιά και το τρυγόνι σκέπη,

να βάλουν τα πουλάκια τους, τα δόλια, να πλαγιάσουν,

τον ιερό σου το βωμό αθάνατε Χριστέ μου.

Κάλλιο μιά μέρα στη δική σου αυλή,
παρά χιλιάδες στον ίσκιο ας είμαι του ναού σαν παραπεταμένος καλύτερα,
παρά να ζω σ' αμαρτωλών λημέρια"

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Στο φοβερό Διήγημα
"Η Γλυκοφιλούσα"

Θαυμαστή εμφάνιση και μεγάλο θαύμα του γερόντα Πορφυρίου...

Μεσημέρι, δύο η ώρα, βρίσκομαι στην Πλατεία Αγίων Αναργύρων Αθηνών. Είμαι σταματημένη στο φανάρι προς Αθήνα. Με πλησιάζει ένας κύριος.
-Μενίδι, σας παρακαλώ, πάμε;
-Όχι! Του απάντησα, δεν προλαβαίνω.
Όντως δεν προλάβαινα, γιατί τρεις  η ώρα έπρεπε να παραδώσω το ταξί στον Πειραιά.
Ο κύριος στεκόταν μπροστά μου περιμένοντας να περάσει άλλο ταξί. Κάτι μέσα μου μου έλεγε να τον εξυπηρετήσω. Του έκανα νόημα να έρθει. Μόλις μπήκε στο ταξί αναφώνησε: «Δεν είναι δυνατόν!» Και παίρνει τη φωτογραφία του Γέροντα Πορφυρίου στα χέρια του και τη φιλάει. Την στιγμή εκείνη έχει  ανάψει το φανάρι και έστριβα το τιμόνι προς Μενίδι. Ήθελα να του πάρω από τα χέρια τη φωτογραφία, μα όταν τον είδα με τι λαχτάρα τον κοιτούσε, ντράπηκα για τη σκέψη μου.
-Τον γνωρίσατε, με ρώτησε.
-Όχι, από τα βιβλία του τον γνώρισα και τον αγαπώ πάρα πολύ.
-Θέλεις, κοπέλα μου, να σου πω πως τον γνώρισα εγώ;
-Και βέβαια θέλω, του είπα με χαρά.
-Άκου η γυναίκα μου ήταν άρρωστη βαριά, είχε καρκίνο. Οι γιατροί μας έδωσαν τρεις μήνες το πολύ ζωή. Εκείνη τη χρονιά ο γιος μου ο μεγάλος τελείωνε το Λύκειο. Και μας ανακοίνωσε πως έχει κανονίσει με άλλα δέκα παιδιά, συμμαθητές του, να πάνε στο Άγιον Όρος για μια εβδομάδα. Είπαμε εντάξει. Τα παιδιά έφυγαν.
Στο μεταξύ η γυναίκα μου χειροτέρεψε. Ο γιατρός που την παρακολουθούσε μας είπε πως το τέλος ήταν κοντά. Τον ρωτήσαμε με αγωνία: «Γιατρέ, τι μπορούμε να κάνουμε, να της δώσουμε λίγη ζωή ακόμη;». «Θα κάνουμε ένα χειρουργείο ακόμη και ο Θεός βοηθός!» μας απάντησε. Εγώ συμφώνησα, η γυναίκα μου αντέδρασε, γιατί ήθελε να περιμένουμε να γυρίσει το παιδί.
Ο γιος μου γύρισε τόσο ευτυχισμένος, τόσο χαρούμενος, που έτσι δεν τον είχαμε δει ποτέ. Μας διηγιόταν πόσο όμορφα ήταν εκεί, πόσο εγκάρδια τους υποδέχθηκαν οι μοναχοί, πόση γαλήνη ένιωσαν μεσ’ στην ψυχή τους. Τόσο πολύ ένιωσε την παρουσία του Θεού, που είχε ξεχάσει πως η μητέρα του ήταν άρρωστη. Τη θυμήθηκε, όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους ο Γέρων Πορφύριος. Μας είπε για τον Γέροντα Πορφύριο θαυμαστά πράγματα, που μας φαίνονταν απίστευτα.
-Συγνώμη, αυτά που λέτε πότε γίνανε; τον διέκοψα.
-Αυτό συνέβη το 1996.
Όλα τα παιδιά καθόντουσαν κάτω από ένα δένδρο, μιλούσανε και γελούσανε, όταν ξαφνικά είδανε έναν καλόγερο να τα πλησιάζει. Σηκώθηκαν, του φίλησαν το χέρι και ο Γέροντας άρχισε να τους μιλάει προσφωνώντας κάθε παιδί με το όνομά του. Όπως καταλαβαίνεις, τα παιδιά απόρησαν, που ήξερε τα ονόματά τους και τα οικογενειακά τους. Στο γιο μου είπε: «Πες της μαμάς σου να μην κάνει χειρουργείο, είναι καλά!». «Την ξέρετε;». «Την ξέρω, όλους σας ξέρω!». «Ποιός είστε;» τον ρώτησε. «Είμαι ο Γέροντας Πορφύριος», είπε και έφυγε.
Στο γυρισμό από το Άγιο Όρος, σταμάτησαν στην Ουρανούπολη, σε ένα φαρμακείο να πάρουν ασπιρίνες, γιατί τους πείραξε η θάλασσα και ζαλίστηκαν. Μπαίνοντας στο φαρμακείο είδαν την φωτογραφία  του Γέροντα Πορφυρίου και είπαν: «Να ο Γέροντας Πορφύριος που είδαμε στο Άγιο Όρος!». Μόλις το άκουσε  η φαρμακοποιός, σάστισε.
«Συγνώμη, παιδιά, είδατε αυτόν τον Γέροντα στο Άγιο Όρος;». «Ναι, τώρα από εκεί ερχόμαστε». «Είστε σίγουροι;». «Βέβαια, είμαστε σίγουροι, αφού μιλήσαμε μαζί του. Και μάλιστα απορήσαμε που ήξερε τα ονόματά μας και τα  οικογενειακά μας. Όταν τον ρωτήσαμε ποιός είναι, μας είπε πως ήταν ο Γέροντας Πορφύριος». «Παιδιά, είμαι σίγουρη ότι τον είδατε, όμως… Μην τρομάξετε μ’αυτό που θα σας πω… Ο Γέροντας πέθανε πριν από  πέντε χρόνια!» Τα παιδιά έπαθαν σοκ! «Αδύνατον!» της είπαν, «αφού μιλήσαμε!».
Και εγώ και η γυναίκα μου πιστέψαμε πως κάποιον άλλον είδαν, που τον έλεγαν κι αυτόν Πορφύριο και του έμοιαζε. Άλλωστε όλοι οι καλόγεροι μοιάζουν μεταξύ τους. «Δεν με πιστεύετε, ε; Τέλος πάντων, εμένα μου είπε να μη πας για χειρουργείο, είσαι καλά», είπε το παιδί στην μητέρα του.
Σε δύο μέρες μπήκαμε στο νοσοκομείο. Την επομένη το πρωί θα γινόταν το χειρουργείο. Η ώρα του χειρουργείου έφτασε και, ενώ εγώ περίμενα απ’ έξω με αγωνία, ξαφνικά, βλέπω τη γυναίκα μου να βγαίνει. Έτρεξα κοντά της: «Τι έγινε;». «Δεν κάνω χειρουργείο, είμαι καλά!». Από πίσω της βγήκε και γιατρός. «Τι έγινε, γιατρέ;». «Δεν ξέρω, δεν θέλει να χειρουργηθεί!». «Σας είπα, είμαι καλά!». «Κορίτσι μου, τρελάθηκες;». Την πήρα αγκαλιά και προσπαθούσα να την πείσω, πως πρέπει να γίνει η εγχείρηση. «Σου είπα νιώθω καλά, κάντε μου εξετάσεις και θα δείτε ότι είμαι καλά, το νιώθω!». «Ωραία!» είπε ο γιατρός, «ας μην την πιέσουμε, αφού νοιώθει καλά». «Δεν με πιστεύετε; Ωραία! Κάντε μου εξετάσεις για να πειστείτε».
Πράγματι έγιναν οι εξετάσεις. Την επόμενη μέρα μας ήρθαν και οι απαντήσεις.
Εδώ ο κύριος πήρε μια βαθιά ανάσα.
-Τι έδειξαν οι απαντήσεις;
-Πως ποτέ δεν την άγγιξε η αρρώστια! Οι γιατροί να βλέπουν τις παλιές εξετάσεις και τις καινούργιες και να έχουν τρελαθεί! Δεν μπορεί, θα πρέπει να μπερδεύτηκαν με άλλες, θα ξανακάνουμε αύριο, έλεγαν απορημένοι.
Ωστόσο ήρθε ο γιος μου,  που βλέποντας τους γιατρούς μπερδεμένους με τις εξετάσεις, μου λέει.
-Γιατί δεν πιστεύεις αυτά που μου είπε ο Γέροντας Πορφύριος στο Άγιο Όρος;
Τότε πετιέται ένας γιατρός:
-Τι είπες; Ο Γέροντας Πορφύριος τι σου είπε;
-Πως η μαμά μου είναι καλά και να μην κάνει χειρουργείο!
Ο γιατρός έβγαλε από την τσέπη του τη φωτογραφία του Γέροντα Πορφυρίου.
-Αυτόν είδες, αγόρι μου, στο Άγιο Όρος;
-Ναι, Αυτόν!
-Οι εξετάσεις είναι σωστές! Η γυναίκα σας είναι καλά, μπορείτε να φύγετε και τώρα μάλιστα! Ετοιμαστείτε!
Στη γυναίκα μου οι γιατροί είχαν δώσει τρεις μήνες το πολύ ζωή. Έχουν περάσει δύο χρόνια και είναι μια χαρά, πιο καλά από ο,τι ήταν πριν την αρρώστια. Γι’αυτό αγαπούμε πάρα πολύ τον Γέροντα Πορφύριο. Έχουμε πάει και στο Μοναστήρι του πολλές φορές. Και όποτε έχουμε δυσκολίες, εκείνος μας στηρίζει.

Η αφήγηση του κυρίου για ένα ακόμη θαύμα του Γεροντάκου μου, μου έδωσε μεγάλη χαρά. Το μόνο που ψέλλισα, καθώς κατέβαινε ο κύριος, ήταν «ευχαριστώ».

Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου «η Εγγύηση των Αμαρτωλών»

Η ιερά εικόνα της Παναγίας «Η των Αμαρτωλών Εγγύησις» βρισκόταν παλαιότερα στη μονή του Ορντίσκ της επαρχίας Ορλώφ, όπου και έγινε ονομαστή για τα θαύματα που επιτελούσε.

Ένα αντίγραφό αυτής της ιεράς εικόνος φυλασσόταν στο ναό του Αγίου Νικολάου Χαμώνβικ της Μόσχας. Η εικόνα κάθε βράδυ ακτινοβολούσε από θεϊκό φως. Είναι χαρακτηριστική η επιγραφή που είχε χαραχθεί στην εικόνα: «Εγώ είμαι η εγγύηση των αμαρτωλών προς τον Υιό».

Η Εικόνα της Παναγίας εορτάζει, επίσης, στις 7 Μαρτίου.

Άγιος Μαξιμίνος Επίσκοπος Τρεβήρων

Ο Άγιος Μαξιμίνος γεννήθηκε στο χωριό Σίλλυ κοντά στην πόλη Πουατιέ της Γαλλίας και καταγόταν από αρχοντική οικογένεια. Το 332 μ.Χ. έγινε Επίσκοπος Τρεβήρων και αναδείχθηκε πολέμιος του Αρειανισμού. Ο Άγιος υποδέχθηκε και περιέθαλψε τον Μέγα Αθανάσιο και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παύλο. Έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Σαρδικής το 343 μ.Χ., μαζί με τον Πάπα Ιούλιο Α' και τον Κορδούης Όσιο και υποστήριξε με ζήλο την Ορθοδοξία.

Ο Άγιος πρέπει να παραιτήθηκε από τον επισκοπικό θρόνο, αφού το 347 μ.Χ. τον είχε διαδεχθεί ο Παυλίνος.

Ο Άγιος Μαξιμίνος κοιμήθηκε με ειρήνη το 352 μ.Χ. και ο Άγιος Ιερώνυμος τον περιγράφει ως έναν από τους θαρραλέους Επισκόπους του καιρού του.

Άγιος Ethelbert ο βασιλεύς

Ο Άγιος Ethelbert (Εθελμπέρτος) έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ., ήταν ευσεβέστατος βασιλέας και ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Πολύ νέος διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο και βασίλευσε επί σαράντα τέσσερα έτη. Διακήρυττε ότι, όσο υψηλότερα βρίσκεται κάποιος, τόσο ταπεινότερος πρέπει να είναι, και την πεποίθηση αυτή εφάρμοζε ως κανόνα και τρόπο βίου. Επιθυμώντας να εξασφαλίσει διαδοχή, ζήτησε να νυμφευθεί την Αλφρέδα, θυγατέρα του βασιλέα της Μερσία, Όφφα. Φιλοξενήθηκε λίγες ημέρες στην αυλή του μέλλοντος πεθερού του, δολοφονήθηκε όμως το 794 μ.Χ., πριν το γάμο, από ανθρώπους της βασίλισσας, η οποία φιλοδοξούσε να προσαρτήσει το βασίλειό του στο δικό τους.

Ο Άγιος Εθελμπέρτος ενταφιάσθηκε σε άγνωστο τόπο, ο τάφος του όμως αποκαλύφθηκε διά ουρανίου φωτός.

Άγιος Ιωάννης ο διά Χριστόν σαλός

Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε τον 15ο αιώνα μ.Χ. στο χωριό Πούκχοβο στη περιοχή του Ούστγιουγκ από ευσεβείς και φιλόθεους γονείς, τον Σάββα και τη Μαρία. Από την παιδική του ηλικία διακρίθηκε για την ασκητικότητα του βίου του και την αυστηρή τήρηση της νηστείας. Την Τετάρτη και την Παρασκευή δεν έτρωγε τίποτα, παρά μόνο λίγο ψωμί και έπινε λίγο νερό.

Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του Αγίου Ιωάννου εγκαταβίωσε στη μονή της Αγίας Τριάδος του Ορλέτσκ και έγινε μοναχή. Ο νεαρός Ιωάννης άρχισε την άσκηση με τη σιωπή και τη σαλότητα και διήλθε το υπόλοιπο του βίου του με αδιάλειπτη προσευχή ζώντας σε μία καλύβα του Ούστγιουγκ.

Κοιμήθηκε με ειρήνη το 1494 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε κοντά στον καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Άγιος Ευθύμιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Ζήλων

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ευθύμιος, κατά κόσμον Ευστράτιος Αγρίτης ή Αγριτέλλης, γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου 1876 μ.Χ. στα Παράκουλα της Λέσβου. Σε ηλικία μόλις εννέα ετών, ο Ευστράτιος εισέρχεται στην ιερά μονή Λειμώνος, όπου ο ηγούμενος, αρχιμανδρίτης Άνθιμος Γεωργιέλλης, του έδωσε το όνομα Ευθύμιος.

Το 1889 μ.Χ. γράφεται στη Λειμωνιάδα Σχολή και για ένδεκα χρόνια παρακολουθεί τα μαθήματα και τη χριστομάθεια του υποδειγματικού αυτού αρρεναγωγείου. Το 1892 μ.Χ. αποφοιτά από τη Σχολή παίρνοντας το απολυτήριο με άριστα, πράγμα που του έδωσε την ευκαιρία να εγγραφεί το 1900 μ.Χ. στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης ως υπότροφος της μονής Λειμώνος. Το 1906 μ.Χ. χειροτονείται διάκονος στη μονή Χάλκου από τον Μητροπολίτη Γρεβενών Αγαθάγγελο και την επόμενη χρονιά υποβάλλει στη Σχολή για την απόκτηση του πτυχίου του διδακτορική διατριβή με θέμα: «Σκοπός του Μοναχικού βίου στην Ανατολή μέχρι τον 9ο αιώνα μ.Χ.».

Αφού παίρνει το πτυχίο του με άριστα, επιστρέφει στη μονή Λειμώνος στη Λέσβο και διορίζεται ιεροκήρυκας από τον Μητροπολίτη Μηθύμνης Στέφανο (Σουλίδη). Από την θέση αυτή διακρίνεται για τη ρητορική του δεινότητα, το πλούσιο περιεχόμενο του λόγου του και επισκέπτεται τα χωριά και τις κωμοπόλεις της επαρχίας, ευαγγελίζοντας τον Χριστό και κηρύττοντας την αγάπη για την Πατρίδα. τον ίδιο χρόνο διορίζεται Σχολάρχης στη Σκόπελο, όπου και παραμένει ένα έτος.

Το 1910 μ.Χ. χειροτονείται πρεσβύτερος και αργότερα αναλαμβάνει πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Μηθύμνης. Το 1911 μ.Χ. χειροτονείται στην Κωνσταντινούπολη Επίσκοπος και αναλαμβάνει να διαποιμάνει τη Επισκοπή Ζήλων. Από την Αμισό (Σαμψούντα), όπου εγκαθίσταται, επιδίδεται σε έναν ευγενή και σπάνιο αγώνα για την μόρφωση των Ελλήνων της περιοχής, έχοντας στην ευθύνη του 340 περίπου ενορίες και 150.000 Έλληνες. Το 1913 μ.Χ. ο Επίσκοπος Ευθύμιος τοποθετείται στην επαρχία Πάφρας. σε διάρκεια δέκα ετών, σημειώνει λαμπρή πνευματική τροχιά και ηγετική πορεία, κτίζοντας στην Πάφρα και σε πολλά χωριά, σχολεία, αρρεναγωγεία και παρθεναγωγεία και εκκλησίες, φροντίζοντας για την τοποθέτηση δασκάλων και ιερέων, απαραίτητων για την εθνική και πνευματική ανάπτυξη της περιοχής.

Το 1914 μ.Χ. πολλοί Παφρηνοί, με την προτροπή του Ευθυμίου, αρνήθηκαν να καταταγούν στον Τουρκικό στρατό και βγήκαν στα βουνά ως φυγόστρατοι, όπου αρχίζουν να δημιουργούνται τα πρώτα αντάρτικα τμήματα. Φοβερή γενοκτονία ξεσπά, ιδιαίτερα στην περιοχή της Πάφρας και Σαμψούντας, μεταβάλλοντας την δράση του Επισκόπου Ευθυμίου από προσπάθεια αναπτύξεως σε προσπάθεια περισσυλογής. Το 1917 μ.Χ. αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο σε ένοπλες ομάδες ανταρτών κατευθύνοντάς τις κατά του Τουρκικού στρατού και των άλλων ενόπλων, που δρούσαν ως έμμισθοι των Τούρκων κατά των Ελλήνων.

Την περίοδο 1914 - 1916 μ.Χ. και 1918 - 1919 μ.Χ., με την υπογραφή της ανακωχής, παρότρυνε όλα τα σχολεία και τον λαό του Πόντου να παραστούν σύσσωμοι στην ετήσια τελετή της αναπαραστάσεως της αυτοκτονίας των τριάντα και πλέον νεαρών κοριτσιών του Ασάρ της Πάφρας. Η τελετή αυτή πραγματοποιείτο κατά την επέτειο της 25ης Μαρτίου, ως ανάμνηση της αυτοθυσίας των νεαρών κοριτσιών, που έπεσαν το 1860 μ.Χ. από το κάστρο του Άλυ και αυτοκτόνησαν, για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων.

Τον Απρίλιο του 1917 μ.Χ., μεγάλη δύναμη του Τουρκικού στρατού περικυκλώνει στο βουνό Νελτές τη μονή της Παναγίας, της Μάαρα, κλείνοντας 650 γυναικόπαιδα και 60 ένοπλους αντάρτες. Μετά από εξαήμερη αντίσταση, οι περισσότεροι έγκλειστοι σκοτώνονται ή αυτοκτονούν. Το 1919 μ.Χ., σε ανταπόδοση των προηγουμένων, ανήμερα της Παναγίας, ο Ευθύμιος συγκεντρώνει 12.000 αντάρτες έξω από την κωμόπολη Τσασούρ με γενικό αρχηγό τον Κυριάκο Παπαδόπουλο με αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή της πόλεως και τον αφανισμό των Τούρκων ενόπλων. Από εκείνη την ημέρα οι Τούρκοι καταζητούν τον Ευθύμιο, θεωρώντας τον επίσημο αρχηγό των ανταρτών του Δυτικού Πόντου.

Το 1921 μ.Χ., με απόφαση της Κεμαλικής κυβερνήσεως, όλοι οι Μητροπολίτες, οι Επίσκοποι και οι αρχιμανδρίτες του Πόντου όφειλαν να εγκαταλείψουν τον Πόντο και να φύγουν από τις έδρες τους. Οι μόνοι που δεν υπάκουσαν στην εντολή αυτή ήσαν ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, ο Επίσκοπος Ευθύμιος και ο Αρχιμανδρίτης Αμασείας πρωτοσύγκελλος Πλάτων Αϊβαζίδης. Στις 21 Ιανουαρίου του ίδιου έτους, οι Κεμαλικοί συλλαμβάνουν τον Ευθύμιο, τον Αρχιμανδρίτη Αϊβαζίδη μαζί με προύχοντες της πόλης. Ο Άγιος Ευθύμιος οδηγείται στην Αμάσεια, όπου καταδικάζεται σε θάνατο και κλείνει στις φυλακές Σούγια της Αμασείας, που έχουν μετατραπεί σε τόπο κολάσεως από τις οδύνες και τον πόνο των βασανιστηρίων, ο Άγιος Ιερομάρτυς Ευθύμιος υποκύπτει από το βάρος των πληγών του το 1921 μ.Χ. και λαμβάνει τον αμαράντινο στέφανο του μαρτυρίου.

Το 1992 μ.Χ. ο Ευθύμιος κατατάσσεται στη χορεία των Αγίων από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το 1998 μ.Χ. ανοικοδομείται παρεκκλήσιο προς τιμήν του Αγίου στη μονή Λειμώνος, στην Ιερά Μητρόπολη Μηθύμνης.

Η μνήμη του εορτάζεται, επίσης, την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

Άγιος Ιωάννης ο Νάννος από τη Θεσσαλονίκη

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης ή Νάννος συνεπαρμένος από την μελέτη των Βίων των Αγίων και Μαρτύρων και κυριευμένος από ενθουσιασμό, που ενισχυόταν από το νεαρό της ηλικίας του, θέλησε να εισέλθει και αυτός στο χορό των Μαρτύρων. Ο μόνος τρόπος για την πραγματοποίηση της επιθυμίας του ήταν να αρνηθεί την πίστη του και κατόπιν να αποπλύνει την άρνησή του με τί αίμα του, καθιστώντας με αυτό τον ιδιότυπο τρόπο τον εαυτό του εξ αρνησιχρίστων Νεομάρτυρα.

Ο πατέρας του, που ονομαζόταν και αυτός Ιωάννης, καταγόταν από το Γυναικόκαστρο, χωριό που βρίσκεται στην κοιλάδα του Αξιού, ενώ η μητέρα του Θωμαΐδα από το χωριό Κολόβι, που βρίσκεται κοντά στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής. Kαι οι δύο όμως ζούσαν στη Θεσσαλονίκη, όπου νυμφεύθηκαν και έφεραν στον κόσμο τα δυο τους παιδιά, τον Θεόδωρο και τον Ιωάννη, που έλαβε αυτό το όνομα, διότι γεννήθηκε την παραμονή της εορτής του Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου· για να διακρίνεται όμως από τον πατέρα του, τον φώναζαν Νάννο.

Ο πατέρας του Νάννου λοιπόν ήταν υποδηματοποιός. Προς εξοικονόμηση των αναγκαίων πραγμάτων έφυγε από την Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη. Όταν αργότερα οι δύο υιοί του μεγάλωσαν, τους πήρε κοντά του και τους έμαθε την τέχνη του.

Στη Σμύρνη ο νεαρός και ευσεβής Ιωάννης περνούσε τις ημέρες του εργαζόμενος, ενώ τον ελεύθερο χρόνο του τον αφιέρωνε, με την βοήθεια του αδελφού του, γιατί ο ίδιος ήταν αγράμματος, στην μελέτη της αγίας Γραφής και βίων Αγίων και Μαρτύρων, με αποτέλεσμα να ανάψει μέσα στην καρδιά του ο πόθος του μαρτυρίου. Παρακινούμενος από αυτή του την επιθυμία προσποιήθηκε ότι θέλει να προσέλθει στο Μωαμεθανισμό, έχοντας ως απώτερο σκοπό το μαρτύριο. Έτσι, εντελώς ξαφνικά, στις 3 Μαΐου του 1802 μ.Χ., χωρίς να φανερώσει τίποτε σε κανέναν και ενώ είχε σταλεί από τον πατέρα του σε κάποια δουλειά, πήγε και παρουσιάσθηκε ενώπιον των Τούρκων και δήλωσε ότι θέλει να προσχωρήσει στη θρησκεία τους. Ο πατέρας του, ανησυχώντας για την αργοπορία του υιού του και φοβούμενος μήπως του συνέβη κάποιο κακό, άρχισε να τον αναζητά μαζί με μερικούς συγγενείς του, οπότε και πληροφορήθηκαν την εξωμοσία του. Έσπευσαν τότε όλοι μαζί να τον εύρουν, για να πληροφορηθούν τον λόγο που τον οδήγησε σ' αυτήν την πράξη και να προσπαθήσουν να τον μεταπείσουν.

Δυστυχώς όμως μάταια κόπιασαν, διότι ούτε καν μπόρεσαν να τον πλησιάσουν, αφού οι Τούρκοι που τον περιτριγύριζαν, μόλις τους είδαν, τους απομάκρυναν βίαια από κοντά του. Ο Ιωάννης, του οποίου η σκέψη από την αρχή ήταν προσηλωμένη στο μαρτύριο, θεωρώντας την άρνηση ως το μόνο μέσο για την επίτευξη του σκοπού του, προσπάθησε επανειλημμένα να γνωστοποιήσει την πρόθεσή του στους συγγενείς του, χωρίς όμως να το καταφέρει, αφού αυτοί τον απέφευγαν πλέον ως αρνησίθρησκο. Όταν τέλος, μετά από πολλές προσπάθειες, ο πατέρας του πληροφορήθηκε κάποιες δηλώσεις του και κατάλαβε ότι σκόπευε να μαρτυρήσει, του έστειλε μήνυμα πως η δύναμη του Σταυρού αρκεί για να τον ενδυναμώσει στο έργο του.

Ύστερα από αυτό το περιστατικό, στις 25 Μαΐου και ημέρα Κυριακή, ενδύθηκε με χριστιανικά ενδύματα, φόρεσε στο κεφάλι του το τούρκικο κάλυμμα και παρουσιάσθηκε και πάλι στο κριτήριο των Τούρκων, για να ομολογήσει πλέον αυτή τη φορά τη Χριστιανική του ιδιότητα και ότι το όνομά του είναι Ιωάννης και όχι Μεχμέτ. Οι Τούρκοι έμειναν έκπληκτοι από τις δηλώσεις του και προσπάθησαν να τον μεταπείσουν. του παρουσίασαν μάλιστα για να τον δελεάσουν μία πολύτιμη στολή και πολλά χρήματα, που θα γίνονταν δικά του, εάν ομολογούσε τον Μωάμεθ ως Θεό. Έφθασαν δε στο σημείο να του προτείνουν να δηλώσει ενώπιόν τους πως παραμένει Τούρκος και κατόπιν ήταν ελεύθερος να φύγει και να πάει όπου θέλει πιστεύοντας οτιδήποτε ήθελε. Γι' αυτούς αρκούσε μόνο να εξέλθει από το δικαστήριο ως Μεχμέτης και όχι ως Ιωάννης. Παρ' όλες όμως τις ελκυστικές προτάσεις που του έκαναν, δεν κατάφεραν να κλονίσουν το γενναίο του φρόνημα και να τον παρασύρουν στη γνώμη τους.

Κάποιος Τούρκος αγάς, βλέποντας την υπομονή του Ιωάννου, πρότεινε κάποια λύση, σύμφωνα με την οποία ο Ιωάννης θα παρέμενε Τούρκος είτε το ήθελε, είτε όχι· πρότεινε λοιπόν να τον στείλουν στο Αλγέρι μ' ένα πλοίο, το πλήρωμα του οποίου αποτελείτο μόνο από Τούρκους. Ο Ιωάννης, ακούγοντας αυτήν την εκδοχή και φοβούμενος μήπως ματαιωθεί κατ' αυτό τον τρόπο το μαρτύριο που τόσο επιθυμούσε, προφασίσθηκε ότι επιθυμεί να του δοθούν δύο ημέρες διορία, για να σκεφθεί τις προτάσεις τους. Οι Τούρκοι, πιστεύοντας πως τελικά θα υποχωρούσε ο Ιωάννης, του παραχώρησαν την διορία που τους ζήτησε για να αποφασίσει, χωρίς όμως να σκεφθούν ότι έτσι θα έχαναν και την ευκαιρία να τον στείλουν με το πλοίο στο Αλγέρι.

Μετά το τέλος της δεύτερης ημέρας τον κάλεσαν να παρουσιασθεί στη συνέλευσή τους, για να δώσει την τελική απάντηση. Ο Ιωάννης, ο οποίος είχε βεβαιωθεί νωρίτερα για την αναχώρηση του πλοίου, δήλωσε πως όχι μόνο δεν είχε μετανιώσει, αλλά επιθυμούσε τώρα ακόμα περισσότερο το μαρτύριο. μη έχοντας πλέον άλλη εκλογή οι Τούρκοι, αποφάσισαν να τον θανατώσουν. Πριν όμως από αυτό θέλησαν να επιχειρήσουν άλλη μία φορά να τον μεταπείσουν. Γι' αυτό κάλεσαν τον πατέρα του, ο οποίος, επειδή φοβόταν, αρνήθηκε να παρουσιασθεί, λέγοντας πως δεν είχε πλέον καμία σχέση μαζί του.

Έτσι, στις 29 Μαΐου του 1802 μ.Χ. και ημέρα Πέμπτη, ο Ιωάννης οδηγήθηκε στο Σοάν Παζάρι, τόπο των θανατικών εκτελέσεων. Πλήθος λαού είχε συγκεντρωθεί, για να παρακολουθήσει το μαρτύριό του, όχι μόνο Χριστιανοί αλλά και πολλοί Τούρκοι, Φράγκοι και Αρμένιοι, που έμειναν έκπληκτοι από τη γενναιότητα και το θάρρος του Μάρτυρος.

Μετά τον αποκεφαλισμό του πολλοί Χριστιανοί προσπάθησαν να εξαγοράσουν κάτι δικό του, για να το έχουν ως φυλακτό. Κατ' αυτό τον τρόπο οι Τούρκοι συγκέντρωσαν πάνω από 3.000 γρόσια· έφθασαν μάλιστα στο σημείο να θέλουν να ακρωτηριάσουν τον Μάρτυρα, για να κερδίσουν περισσότερα. Τότε κάποιος ευλαβής Χριστιανός από την Μόσχα, ονομαζόμενος Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, για να αποφευχθεί η κατατεμάχιση του τιμίου λειψάνου του Νεομάρτυρος, επιχείρησε να το εξαγοράσει, πράγμα που κατόρθωσε δωροδοκώντας τον κριτή, που ήταν φίλος του, και τον έπαρχο, και έτσι του επέτρεψαν να παραλάβει το ιερό λείψανο και να το ενταφιάσει.

Μαρτύριο του Αγίου αυτού, συνέγραψε ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ο Χίος.

Άγιος Ολβιανός επίσκοπος Ανέων και οι αυτού μαθητές

Ο Άγιος Ολβιανός ήταν από τους επισκόπους, που ποίμαναν το ποίμνιο τους με πολλή στοργή και επιμέλεια. Συγχρόνως υπεράσπιζε την πίστη του Ευαγγελίου κατά των προσβολών των Ιουδαίων και των ειδωλολατρών. Στο διωγμό, κατά της Εκκλησίας, που έκανε ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, ο επίσκοπος Ανέων Ολβιανός συνελήφθη και μετά από ανάκριση, υποβλήθηκε σε σειρά σκληρών βασανιστηρίων. Αλλά όλα αυτά δεν κατάφεραν να νικήσουν τη θερμότητα του ζήλου του. Τελευταία τον έριξαν μαζί με τους μαθητές του μέσα στη φωτιά, όπου βρήκαν το θάνατο, και αξιώθηκαν του μαρτυρικού στεφάνου.

Οσία Υπομονή

Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β' Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες - κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν όπως ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας που μόνασε με το όνομα Συμεών και ήταν κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους . Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βόρειο - ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος.

Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά τον θάνατο το Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από τον βυζαντινό πολιτισμό. Ένοιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Συναισθηματικά και ουσιαστικά έρεπε μάλλον προς το Βυζάντιο, του οποίου επέπρωτο να γίνει Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα, περά προς την γενέθλιο σερβική πατρίδα.

Κοντά σ' αυτά και πάνω απ' αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη ορθόδοξη πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα την φωτίζει, και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της.

Υπολογίζεται να ήταν 19 περίπου χρονών όταν παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β' Παλαιολόγο (τέλη του 1390 μ.Χ.), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας.

Η καινούργια ζωή της Ελένης - αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ' όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας.

Η Ελένη - αγία Υπομονή απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές, και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα.

Αγαπούσε το λαό. Ήταν η μεγάλη μάνα που ο καθένας μπορούσε να προστρέξει. Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα μέσα στην λακωνικότητά της τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός - Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής. Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον. Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»

Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονή τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης».

Στο ευλογημένο ζευγάρι ο Θεός χάρισε οκτώ παιδιά. Έξι αγόρια από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Ιωάννης Η' (1425 - 1448 μ.Χ.) και ο Κωνσταντίνος ΙΑ', ο τελευταίος θρυλικός αυτοκράτορας (1448 - 29 Μαΐου 1453 μ.Χ.- μαύρη ήμερα αλώσεως της Βασιλεύουσας). Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά, και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Και δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία. Η πολύτεκνη και φιλότεκνη μητέρα γαλούχησε τα παιδιά της με τα νάματα της πίστεως και τη γλυκύτατη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τα οδηγούσε σε ιερά προσκυνήματα και σεβάσμια Μοναστήρια της Βασιλεύουσας, και επιζητούσε υπέρ αυτών τις ευχές των αγίων ασκητών και Γερόντων. Τα ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», και ποτέ δεν «έπαυσε μετά δακρύων προσευχής και αγάπης να νουθετή ένα έκαστον».Με υπομονή και επιμονή, με προσοχή και προσευχή σμίλεψε τους χαρακτήρες τους, τους έδωσε μαζί με το «ζην»και το «εύ ζην». Έτσι, κατάφερε, μεταξύ άλλων, να θέσει τέρμα στις επί 90 περίπου χρόνια συγκρούσεις μεταξύ των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας για την εξουσία που είχαν εξαντλήσει την αυτοκρατορία. Οι όποιες διαφορές απόψεων η διενέξεις παρουσιάζονταν (μετά το θάνατο του Μανουήλ), ξεπερνιόνταν ήσυχα με το κύρος της μητρικής της παρέμβασης και της προσευχής της.

Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα Μοναστήρια. Εκεί αναπαυόταν, ξεκουραζόταν η ψυχή της, αντλούσε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια. Αυτό, το ενέπνευσε σε όλη την οικογένειά της. Ο σύζυγός της αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425 μ.Χ.), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος. Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της έγινε μοναχή (1425 μ.Χ.) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή. Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος, και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο. Επίσης, η πενθερά της και η κουνιάδα της ετελείωσαν την ζωή τους ως Μοναχές. Το ίδιο και η εγγονή της, κόρη του γιου της Θωμά, Ελένη, που έγινε Μοναχή με το όνομα Υπομονή στη Λευκάδα.

Ακόμα, εν όσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στο Πογάνοβο της πόλης Δημήτροβγκραντ της Ν.Α. Σερβίας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την Ι. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του θαυματουργού , στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο, όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού πριν από το 450 μ.Χ. Με την συμβολή της αγίας ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο με την επωνυμία «Η ελπίς των απηλπισμένων». Η ευλάβειά της προς τον όσιο Πατάπιο φαίνεται από το γεγονός ότι ο αγιογράφος του σπηλαίου του οσίου Παταπίου στα Γεράνεια όρη της Κορινθίας θεώρησε απαραίτητο να ιστορήσει την αγία Υπομονή δίπλα από το σκήνωμα του οσίου.

Άνθρωπος φωτεινός και φωτισμένος η αγία Υπομονή, προικισμένη με πολλά τάλαντα, που τα «εμπορεύθηκε» με σύνεση και σωφροσύνη και τα πολλαπλασίασε, κατάφερε με την αρετή, την άσκηση και την καρτερία της να φθάσει σε δυσανάβατα μέτρα αρετής. Μια σημαντική φυσιογνωμία εκείνης της εποχής ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την άλωση, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνο ΙΑ', «Επί τη κοιμήσει της μητρός Αυτού αγίας Υπομονής», αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:

«Την μακαρίαν εκείνην Βασίλισσαν όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγεν κατάπληκτος από την ιδικήν της σοφίαν. Όταν την συναντούσε κάποιος ασκητής, αποχωρούσε, μετά την συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του αρετής, συγκρινομένης προς την αρετήν εκείνης. Όταν την συναντούσε κάποιος συνετός, προσέθετεν εις την ιδικήν του περισσοτέραν σύνεσιν. Όταν την συναντούσε κάποιος νομοθέτης, εγινόταν προσεκτικώτερος. Όταν συνομιλούσε μαζί της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ότι έχει ενώπιόν του έμπρακτον Κανόνα Δικαίου. Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένοιωθε νικημένος, αισθανόμενος έκπληξιν από την υπομονήν, την σύνεσιν και την ισχυρότητα του χαρακτήρος της. Όταν την επλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονώτερο το αίσθημα της φιλανθρωπίας. Όταν την συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε σύνεσιν, και, γνωρίζοντας την ταπείνωσιν εις το πρόσωπόν της, μετανοούσε. Όταν την εγνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσεβείας, αποκτούσε μεγαλύτερον ζήλον. Κάθε πονεμένος με τη συνάντηση μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας αυτοτιμωρούσε την υπερβολικήν του φιλαυτίαν. Και γενικά κανένας δεν υπήρξε, που να ήλθεν εις επικοινωνίαν μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».

Ο Θεός ευδόκησε να μην ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450 μ.Χ., έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή. Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του Ευγενικού Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κωνσταντίνον Παλαιολόγον επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής συνοψίζει:

«Ως προς δε την αοίδιμον, εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν».

Η «Αγία Δέσποινα»,όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής».

Σύγχρονο θαύμα της Αγίας

Είναι αρκετές οι εμφανίσεις της αγίας Υπομονής τα τελευταία χρόνια σε ευσεβείς και μη χριστιανούς. Επιλεκτικά καταχωρούμε ένα συμβάν που περιγράφει την θαυμαστή εμφάνισί της και θεραπεία κάποιου ασθενή.

«Η αγία Υπομονή εμφανίσθηκε ως μοναχή σε κάτοικο των Αθηνών που εργαζόταν σε ταξί. Το σταμάτησε και ζήτησε να κατευθυνθεί προς το Λουτράκι. Ο ταξιτζής είχε καρκίνο του δέρματος στα χέρια του και βρισκόταν σε μεγάλη απελπισία.

Καθ' οδόν η μοναχή που φορούσε ένα κουκούλι με κόκκινο σταυρό τον ρώτησε: «Γιατί είσαι μελαγχολικός;» και εκείνος δεν δίστασε να ομολογήσει όλη την αλήθεια. Μετά τον ρώτησε αν θέλει να τον σταυρώσει για να γίνει καλά και εκείνος δέχθηκε. Σε λίγο όμως τον έπιασε υπνηλία και παρεκάλεσε την μοναχή να σταθούνε λίγο για να μην σκοτωθούνε. Είχαν φθάσει κοντά στα διόδια και εύκολα θα έβρισκαν άλλο ταξί αν εκείνη βιαζόταν. Κάθισε στην άκρη του δρόμου και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε διαπίστωσε ότι τα χέρια του είχαν γίνει καλά, αλλά η μοναχή είχε εξαφανιστεί. Ρώτησε τους ανθρώπους των διοδίων μήπως είδανε καμιά μοναχή εκεί κοντά, αλλά κανείς δεν την είχε δει. Τότε συγκλονισμένος γύρισε στο ταξί του και κατάλαβε ότι κάποια αγία ήταν κι' έγινε άφαντη. Κατευθύνθηκε μετά στον γιατρό του και του διηγήθηκε το περιστατικό. Την στιγμή εκείνη έπεσε το μάτι του σε μια εικόνα που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του ιατρείου. Πετάχτηκε απ' το κάθισμά του και φώναξε: «Αυτή ήταν».

Σημειωτέον ότι η εικόνα ήταν της αγίας Υπομονής. Έτσι έμαθε ποια ήταν εκείνη που τον θεράπευσε και τον γλύτωσε και απ' την απελπισία. Το κουκούλι με τον κόκκινο σταυρό έδειχνε την καταγωγή πριν γίνει αυτοκρατόρισσα του Βυζαντίου και με αυτό το μοναχικό σχήμα τελείωσε και την επίγεια ζωή της. Εκ των υστέρων γίνηκε γνωστό ότι η ημέρα που γίνηκε το θαύμα ήταν 13 Μαρτίου, ημέρα που η αγία γιορτάζει».

Εικόνα της ευρίσκεται στην Ιερά Μονή οσίου Παταπίου στο Λουτράκι Κορινθίας και η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Οσίας Υπομονής, επίσης, στις 13 Μαρτίου.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Την κλεινήν βασιλίδα έγκωμιάοωμεν, Υπομονήν την οσίαν, περιστεράν ευλαβή εκ του κόσμου πετασθείσαν της συγχύσεως προς τας σκηνάς του ουρανού εν αγάπη ακλινεί, ασκήσει και ταπεινώσει βοώντες' Μήτερ, λιταίς σου θραϋσον ημών της αμαρτίας δεσμούς.

Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ'. Τη Υπερμάχω.
Υπομονής θεοστηρίκτου την ομώνυμον και βασιλίδων θεοσόφων την υπέρτιμον, την εκλάμψασαν ως άστρον εν Βυζαντίω και χορούς μοναζουσών καταπυρσεύσασαν, ταπεινώσεως βολαίς ανευφημήσωμεν, πόθω κράζοντες. Χαίροις, Μήτερ πανεύφημε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις εκμαγείον υπομονής, στήλη σωφροσύνης, αδιάσειστον αρετών, τείχος και ταμείον, Υπομονή, αγάπης, ενθέων βασιλίδων κέρας περίδοξον.

Άγιος Αλέξανδρος Πατριάρχης Αλεξανδρείας

Είναι άγνωστος ο τόπος καταγωγής του Αγίου Αλεξάνδρου. Έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου (306 - 337 μ.Χ.). Διαδέχθηκε τον Αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Αχιλλά και υπήρξε πνευματικός πατέρας του Μεγάλου Αθανασίου, του και διαδόχου αυτού στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Αλεξανδρινής Εκκλησίας. Στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ανήλθε το 313 μ.Χ. και διακρινόταν για τη βαθιά θεολογική μόρφωση, την πραότητα του χαρακτήρος και τις λοιπές αρετές του. Όταν το 319 μ.Χ. ο Άρειος δίδαξε για πρώτη φορά την αίρεσή του, ο Άγιος Αλέξανδρος προσπάθησε πατρικά να τον πείσει να μην διαδίδει τις πλανεμένες του δοξασίες, πλην όμως ο Άρειος, συνεπικουρούμενος και από άλλους ομόφρονές του, εξακολουθούσε να υποστηρίζει αυτές με τα δαιμονικά σοφίσματά του. Κατόπιν τούτου, αφού κλήθηκε δύο φορές σε απολογία ενώπιον του κλήρου της Αλεξανδρείας και δεν συμμορφώθηκε, αποκόπηκε από το σώμα της Εκκλησίας και αποκηρύχθηκε ως ασεβής και βλάσφημος.

Παρακάθισε ο Άγιος Αλέξανδρος, παρά το γήρας του, στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ., κατακεραύνωσε τον Άρειο διά των λόγων του, υπέγραψε με τους άλλους Πατέρες την καταδίκη αυτού.

Αφού επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, εξακολούθησε να αγωνίζεται για τη στερέωση της Ορθοδόξου πίστεως μέχρι της κοιμήσεώς του το 326 μ.Χ., κατόπιν γονίμου και θεοφιλούς ποιμαντορίας δεκατριών ετών και αφού επέβαλε ως διάδοχό του τον μαθητή και συμμαχητή του, Μέγα Αθανάσιο (τιμάται 18 Ιανουαρίου).

Αγία Θεοδοσία η Οσιομάρτυς η Κωνσταντινουπολίτισσα

Η Αγία Οσιομάρτυς Θεοδοσία καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και γεννήθηκε από γονείς πλουσίους και ευσεβείς στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Αδραμυττηνού. Σε ηλικία επτά ετών, αφού έμεινε ορφανή από πατέρα, εισήλθε σε μοναστήρι, όπου μετά από λίγο εκάρη μοναχή. Μετά το θάνατο και της μητέρας της, αφού πούλησε και διαμοίρασε στους φτωχούς τα υπάρχοντά της και απαλλάχτηκε έτσι από τις γήινες φροντίδες, επιδόθηκε με μεγαλύτερο ζήλο στην απόκτηση της τελειότητας και των μοναχικών αρετών, ασκούμενη στη μονή που βρισκόταν κοντά στο «Σκοτεινόν φρέαρ» και ονομαζόταν «Άσπαρον στέρνην».

Όταν ανήλθε στο θρόνο ο Λέων ο Ίσαυρος (717 - 741 μ.Χ.), εξαπολύθηκε άγριος διωγμός εναντίον των εικονόφιλων και των ιερών εικόνων, ο δε πατριάρχης Γερμανός, στερεός προμαχώνας της Ορθοδοξίας, εκδιώχθηκε και αντικαταστάθηκε από τον εικονομάχο Αναστάσιο. Κατά την έναρξη του διωγμού διατάχθηκε η καθαίρεση και καταστροφή της εικόνας του Χριστού, η οποία βρισκόταν επί τής Χαλκής Πύλης.

Τότε η Θεοδοσία, επικεφαλής καλογραιών και άλλων γυναικών, όρμησαν και κατέρριψαν από την κινητή σκάλα το σπαθάριο που ανέβηκε, για να καταστρέψει την εικόνα, και με πέτρες και ξύλα επιτέθηκαν κατά τού Πατριαρχείου. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση ο Πατριάρχης Αναστάσιος αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το Πατριαρχείο. Η στρατιωτική δύναμη που επενέβη, άλλες μεν από τις γυναίκες φόνευσε, άλλες δε, μεταξύ των οποίων και την Θεοδοσία, συνέλαβε. Και από τις συλληφθείσες άλλες ελευθέρωσαν, άλλες έκλεισαν στις φυλακές ή εξαπέστειλαν στην εξορία. Την δε Θεοδοσία, αφού την κακοποίησαν, την οδήγησαν στην τοποθεσία του Βοός και την κατέσφαξαν, αφού διαπέρασαν το λαιμό της με κέρατο κριού (730 μ.Χ.). Το τίμιο λείψανό της περισυνελλέγει και ενταφιάσθηκε στη μονή Δεξιοκράτους, πολλά δε θαύματα επιτελούσε στους πιστούς, που προσέρχονταν με πίστη και ευλάβεια.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Θεοδοσία η Παρθένος

Η Αγία Θεοδοσία καταγόταν από την Τύρο της Φοινίκης και δεν είχε μόνο παρθενικό σώμα, αλλά και παρθενική ψυχή. Από ηλικία 18 χρονών, έλαμπε για το ζήλο και τη θερμή της πίστη, ανάμεσα στις νεαρές ειδωλολάτρισσες γυναίκες. Αυτό καταγγέλθηκε στον άρχοντα Ουρβανό, που με κάθε δελεαστικό τρόπο προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί το Χριστό. Όμως η παρθένος Θεοδοσία έμεινε αμετακίνητη στο Ιερό της πιστεύω. Ο Ουρβανός, βλέποντας την αδάμαστη επιμονή της, εξοργίστηκε και με θηριώδη τρόπο έσπασε τα κόκκαλά της και πριόνισε τις σάρκες της. Έπειτα, την πλησίασε και της πρότεινε να αλλαξοπιστήσει, έστω και την τελευταία στιγμή, και αυτός θα θεράπευε αμέσως τις πληγές της. Η Θεοδοσία μισοπεθαμένη απάντησε: «Είμαι χριστιανή». Τότε ο τύραννος διέταξε και την έριξαν στη θάλασσα, οπού και παρέδωσε το πνεύμα της.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δόσιν θεόσδοτον, τὴν παρθενίαν τὴν σήν, ἀγῶσιν ἀθλήσεως, Θεοδοσία σεμνή, τῷ Λόγῳ προσήγαγες· ὅθεν πρὸς ἀθανάτους, μεταστᾶσα νυμφῶνας, πρέσβευε Ἀθληφόρε, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων, ῥυσθῆναι ἐκ πολυτρόπων, ἡμᾶς συμπτώσεων.

Κοντάκιον
Ἦχος ὁ αὐτὸς. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς παρθένος ἄμωμος καὶ ἀθληφόρος, νοερῶς νενύμφευσαι, τῷ Βασιλεῖ τῶν οὐρανῶν, Θεοδοσία πανεύφημε· ὃν ἐκδυσώπει, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον
Δόσει λαμπρυνθεῖσα παρθενικῇ, δόσιν εὐσεβείας, διαυγάζεις ἀθλητικῶς, ὦ Θεοδοσία, Χριστοῦ Παρθενομάρτυς· διὸ κἀμοὶ μετάδος, ἐκ τῶν σῶν δόσεων.

Τρίτη 28 Μαΐου 2019

Γέροντας Eφραίμ Κατουνακιώτης : Τι είναι τα δάκρυα;

Τα δάκρυα είναι η τροφή της ψυχής.

Όπως όταν το σώμα τρέφεται με καλή τροφή ζωογονείται, έτσι και η ψυχή τρέφεται με τα δάκρυα και ζωογονείται.

Η πορεία κάθε προσώπου προς τον Θεό είναι πολύ περίπλοκη!

Η πορεία κάθε προσώπου προς τον Θεό είναι πολύ περίπλοκη: κάποιος χρειάζεται να καθίσει στη φυλακή κάποιος θα χωρίσει τρεις φορές, κάποιος θα  πάρει ένα πρόσωπο, από το οποίο θα καταστραφεί.

Ο Θεός οδηγεί κάθε άνθρωπο με τον δικό του τρόπο.

Φυσικά, ένα άτομο θέλει να είναι πλούσιος και υγιής, αλλά για τον Θεό δεν έχει σημασία πόσο καιρό έζησες – εκατό χρόνια σαν τον Ροκφέλερ ή μόνο  25.

Η ψυχή είναι  αθάνατη. Για τον Θεό, είναι σημαντικό να σώσουμε την ψυχή του κάθε ανθρώπου για τη Βασιλεία του Θεού, έτσι ώστε η Βασιλεία του Θεού  να βασιλεύει στην καρδιά, επειδή η ανθρώπινη ψυχή βρίσκεται στην καρδιά.



Πατήρ Δημήτριος Smirnov

Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Γκαλίτς της Ρωσίας

Η ιερή εικόνα της Θεομήτορος εμφανίσθηκε το 1350 μ.Χ., στον Όσιο Αβράμιο του Γκαλίτς.

Όταν ο Όσιος στεκόταν προσευχόμενος στις ακτές της λίμνης Γκαλίτς, κοντά στο βουνό, είδε ξαφνικά μέσα στο πυκνό δάσος ένα υπέρλαμπρο φώς και άκουσε την φωνή του Κυρίου, ο Οποίος τον καλούσε να ανέλθει στο όρος και να βρει την εικόνα της Παναγίας Μητέρας Του. Πράγματι ο Όσιος ανήλθε στο όρος, όπου βρήκε την εικόνα της Παναγίας με τον Χριστό στην τρυφερή αγκάλη της. με συγκίνηση και ευλάβεια ο Όσιος παρέλαβε την εικόνα και φρόντισε να ανεγερθεί στον ιερό εκείνο τόπο της ευρέσεως ένας μικρός ναός.

Όπως αναφέρεται στα Χρονικά, ο πρίγκιπας Δημήτριος Θεοδώροβιτς ζήτησε να δει τον Όσιο και την εικόνα της Παναγίας. Ο Όσιος με θαυματουργικό τρόπο διέσχισε την λίμνη του Γκαλίτς και μετέφερε την εικόνα στην πόλη. Εκείνη την ημέρα τελέσθηκαν πολλά θαύματα και ο πρίγκιπας βοήθησε τον Όσιο στην ανέγερση μονής προς τιμήν της Θεοτόκου.

Η Εκκλησία τιμά, επίσης, την εικόνα της Παναγίας του Γκαλίτς στις 15 Αυγούστου.

Οσία Έλενα του Ντιβέεβο

Η Έλενα Βασίλιεβνα Μαντούροβα, με την ευλογία του Αγίου Σεραφείμ  συνέχισε την παράδοση της Μοναχής Αλεξάνδρας .

Όταν ήταν μικρή «είχε εύθυμο χαρακτήρα, αγάπη για τα εγκόσμια και την έλκυαν οι διασκεδάσεις». Ενώ ήταν έτοιμη να παντρευτεί απέρριψε χωρίς κάποιον συγκεκριμένο λόγο τον γαμπρό. Μετά απ' αυτό είδε ένα όραμα όπου ένα τεράστιο φίδι προσπαθούσε να την καταπιεί, αλλά την έσωσε η Παναγία. Τότε η Έλενα Βασίλιεβνα υποσχέθηκε να πάει στο μοναστήρι. Απαρνήθηκε εντελώς τα εγκόσμια, άρχισε να διαβάζει τα έργα των Αγίων Πατέρων, να προσεύχεται και να εργάζεται. Τρία χρόνια την προετοίμαζε ο Άγιος Σεραφείμ για να γίνει μέλος της μοναστικής αδελφότητας. Αυτό συνέβη το 1825 μ.Χ. Ο άγιος προφήτεψε τον δρόμο που θα ακολουθήσει και την προέτρεψε να μιμηθεί τη ζωή της Αγίας Αλεξάνδρας. Ζούσε εν προσευχή και σιωπή.

Η επίγεια ζωή της έλαβε τέλος κατά θαυμαστό τρόπο. Κάνοντας υπακοή στον Άγιο Σεραφείμ πέθανε στη θέση του αδελφού της Μιχάι Βασίλιεβιτς Μαντούροβ. Πριν την κοίμηση της αξιώθηκε να δει σε όραμα τον Κύριο σαν να ήταν φωτιά μαζί με την Παναγία, η οποία της έδειξε την τότε την προηγούμενη και την μέλλουσα αδελφότητα του Ντιβέεβο. Εκοιμήθη εν Κυρίω στις 28 Μαΐου 1832 μ.Χ. Ο Άγιος Σεραφείμ «έλαβε» την «πληροφορία» ότι η μοναχή Έλενα βρίσκονταν κοντά στο θρόνο της Αγίας Τριάδος και ότι βρίσκονταν στον ουράνιο χορό των παρθένων της Βασιλείας των Ουρανών. Το λείψανό της παρέμεινε άφθορο.

Άγιος Αλέξανδρος Επίσκοπος Θεσσαλονίκης

Ο Άγιος Αλέξανδρος, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, έζησε τον 3ο και 4ο αιώνα μ.Χ. και συμμετείχε στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, η οποία συνήλθε το 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας, για να καταδικάσει τις αιρετικές δοξασίες του Αρείου και διεδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο «ἀπολαύων ἰδιαιτέρας τιμῆς καὶ κύρους ὡς ἡγέ­της, ἐκπρόσωπος τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ ᾿Ανατολικοῦ ᾿Ιλλυρικοῦ».

Σύμφωνα με τον Γελάσιο Κυζίκου, ο Άγιος Αλέξανδρος υπογράφει στη Σύνοδο της Νικαίας ως «Ἀλέξανδρος Θεσσαλονίκης διὰ τῶν ὑπ’ αὐτῶν τελούντων, ταῖς κατὰ Μακεδονίαν πρώτην καὶ δευτέραν σὺν τῇ Ἑλλάδι, τὴν τε Εὐρώπην πᾶσαν, Σκυθίαν ἑκατέραν, καὶ ταῖς κατὰ τὸ Ἰλλυρικὸν ἅπασαις, Θεσσαλίαν τε καὶ Ἀχαΐαν»(PG 85, 1312A).

Στο έργο του Μεγάλου Αθανασίου, «Απολογητικός κατά Αρειανών», συμπεριλαμβάνονται δύο επιστολές που ανήκουν στον Επίσκοπο Αλέξανδρο, όπως πιστοποιεί ο ίδιος ο Μέγας Αθανάσιος («ἵνα μὴ ταῖς παρὰ τῶν πολλῶν γραφείσαις ἐπιστολαῖς χρήσομαι, ἀρκεῖ μόνον τὴν ᾿Αλεξάνδρου τοῦ ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης παραθέσθαι»). Πρόκειται α) για μία επιστολή που απέστειλε στον Μέγα Αθανάσιο το 322 μ.Χ. («Κυρίῳ ἀγαπητῷ υἱῷ καὶ ὁμοψύχῳ συλλειτουργῷ Ἀθανασίῳ Ἀλεξανδρείας»), στην οποία εκφράζει τη χαρά του, διότι οι κατηγορίες ότι ο Μέγας Αθανάσιος υπήρξε ο ηθικός αυτουργός για τη δολοφονία του μελιτιανού Επισκόπου Αρσενίου αποδείχθηκαν ψευδείς, και β) για μια επιστολή προς τον αυτοκρατορικό επίτροπο κόμητα Διονύσιο («Ταῦτα δεξάμενος Ἀλέξανδρος ὁ ἐπίσκοπος τῆς Θεσσαλονίκης, ἔγραψε Διονυσίῳ τῷ κόμητι ταῦτα»), στην οποία καταγγέλλει τις σκευωρίες των αιρετικών Επισκόπων που συμμετείχαν στη Σύνοδο της Τύρου (335 μ.Χ.) κατά του Μεγάλου Αθανασίου. Στο ίδιο έργο του ο Μέγας Αθανάσιος ψέγει τους Αρειανούς, οι οποίοι προσπαθούσαν να εμφανίσουν τον Αλέξανδρο ως συναυτουργό σε εγκληματικές ενέργειες που είχαν διαπράξει ομόφρονές τους: «Ταῦτα καὶ ᾿Αλέξανδρος ἐν νῷ λαβὼν ὁ τῆς Θεσσαλονίκης ἐπίσκοπος, γράφει πρὸς τοὺς ἐκεῖ μείναντας τὴν σκευωρίαν ἐλέγχων, καὶ τὴν ἐπιβουλὴν μαρτυρόμενος ὃν κἂν συναριθμῶσιν ἑαυτοῖς, καὶ τῆς ἐπιβουλῆς μετρῶσιν ἕνα, οὐδὲν ἄλλο ἢ κατ᾿ ἐκεῖνον τὴν βίαν δεικνύουσι».

Τη συμμετοχή του Αλεξάνδρου Θεσσαλονίκης στη σύνοδο της Τύρου, αλλά και στα εγκαίνια του ναού της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα στις 17 Σεπτεμβρίου 335 μ.Χ., επιβεβαιώνει έμμεσα και ο Ευσέβιος Καισαρείας στο Βίο του Μ. Κωνσταντίνου (4, 23): «Μακεδόνες τὸν παρ᾿ αὐτοῖς μητροπόλεως παρέπεμπον».

Σχετικά με την οικουμενικών διαστάσεων δραστηριότητα του επισκόπου Αλεξάνδρου, πρέπει να σημειωθεί και η άποψη ορισμένων ερευνητών ότι η επιστολή του Αλεξάνδρου Αλεξανδρείας, την οποία συμπεριέλαβε ο Θεοδώρητος Κύρου στην Εκκλησιαστική Ιστορία του, και στην οποία στιγματίζεται η αίρεση του Αρειανισμού, απευθύνεται στο Αλέξανδρο Θεσσαλονίκης και όχι στον Αλέξανδρο Κωνσταντινουπόλεως.

Τέλος, δύο ιδιαίτερα σημαντικές από αγιολογικής πλευράς πληροφορίες σχετίζονται με την επισκοπική δράση του Αλεξάνδρου στη Θεσσαλονίκη: στη Διήγηση του ηγουμένου της μονής Ακαπνίου, Ιγνατίου, για το περίφημο ψηφιδωτό του Σωτήρος Χριστού στη μονή Λατόμου, εξιστορείται διεξοδικώς η κατήχηση και η βάπτιση της Θεοδώρας, κόρης του Μαξιμιανού από τον επίσκοπο της πόλεως Αλέξανδρο («Ετελεῖτο δὲ τότε ἄρα τῷ ἀρχιερεῖ τῶν πιστῶν ᾿Αλέξανδρος δὲ οὗτος ἦν ὁ ἱερός- θυσία ἡ ἀναίμακτος»).

Η δεύτερη μαρτυρία προέρχεται από το συναξάριο της αγίας μάρτυρος Ματρώνης της εν Θεσσαλονίκη (τιμάται 27 Μαρτίου), που περιλαμβάνεται στο Κωνσταντινουπολιτικό Συναξάριο, αλλά και σε άλλα βυζαντινά συναξάρια. Μετά το τέλος των διωγμών, ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης Αλέξανδρος, πρώτος επίσκοπος της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης μετά το διάταγμα των Μεδιολάνων (313 μ.Χ.), μετέφερε το μαρτυρικό της λείψανο μέσα στην πόλη και «ἐκκλησίαν κτίσας ἐκεῖσε ἀπέ­θετο τὴν μακαρίαν καὶ ἀοίδιμον ὁσίως καὶ εὐσεβῶς».

Ο Άγιος Αλέξανδρος, αφού έζησε κατά Θεόν και αγωνίσθηκε σθεναρά για την Ορθόδοξη πίστη, κοιμήθηκε με ειρήνη.

Οσία Φιλοθέα η Παρθενομάρτυρας

Η Οσιοπαρθενομάρτυς Φιλοθέα, γεννήθηκε στο Μολύβοτο της Παμφυλίας στη Μικρά Ασία. Οι γονείς της, πατρίκιος Ιωάννης και Ειρήνη, της έδωσαν Χριστιανική ανατροφή. στη σπουδή των ιερών γραμμάτων σημείωσε μεγάλη πρόοδο και είχε αποστηθίσει την Αγία Γραφή. Από την παιδική της ηλικία επιδόθηκε στον ασκητικό βίο και την άσκηση. Όταν έγινε δέκα τεσσάρων ετών υποχρεώθηκε, χωρίς την θέλησή της, να νυμφευθεί κάποιον δεκαεπταετή που ονομαζόταν Κωνσταντίνος. Κατόρθωσε όμως να πείσει το σύζυγό της να διατηρήσουν την αγνότητά τους και μέσα στο γάμο, μιμούμενοι το παράδειγμα του Οσίου Αμμούν (τιμάται 4 Οκτωβρίου) και της συζύγου του.

Η Φιλοθέα έχασε νωρίς τους γονείς της, τη μητέρα της σε ηλικία τριών ετών και τον πατέρα της λίγο καιρό μετά τον γάμο της. Ο σύζυγός της χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, αλλά και αυτός πέθανε μετά από έξι έτη έγγαμου βίου. Η Φιλοθέα, αφού απελευθέρωσε τους δούλους της οικογένειας και διαμοίρασε τα πλούτη σε φτωχούς, εκκλησίες και μοναστήρια, μαζί με μία δούλη της αποσύρθηκε σε ένα νησί της λίμνης, που βρισκόταν κοντά στο Μολύβοτο.

Καθημερινές της ενασχολήσεις ήταν η νηστεία, η αγρυπνία και η προσευχή. Η φήμη των αρετών και της θεοφιλούς βιοτής της διαδόθηκε στις γύρω περιοχές. Η Οσία ανέλαβε ακόμη και το έργο της στηρίξεως των Χριστιανών και της κατατροπώσεως των ειδωλολατρών, όταν επανήλθαν στο προσκήνιο η ειδωλολατρία και οι διωγμοί. Ο Θεός της δώρισε το θαυματουργικό χάρισμα.

Η Οσία, τέσσερις ημέρες πρό της κοιμήσεώς της, κάλεσε τους ιερείς της περιοχής και τους έδωσε τις τελευταίες υποθήκες της. Κοιμήθηκε με ειρήνη και το ιερό λείψανο αυτής ενταφιάσθηκε στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου, που ήταν γνωστός και ως Αγία Σοφία. Τα ιερά λείψανα της Οσίας μετακομίσθηκαν από την Ανατολική Θράκη στο Τύρνοβο, την πρωτεύουσα του Β' Βουλγαρικού Κράτους, με πρωτοβουλία του βασιλέως Ιωαννικίου ή Καλοϊωάννου (1197 - 1207 μ.Χ.), ο οποίος εκμεταλλεύθηκε τη δεινή θέση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά την Δ' Σταυροφορία και κατέλαβε αρκετά εδάφη της. Τα ιερά λείψανα τα συνόδευσε τιμητικό στρατιωτικό άγημα και τα υποδέχθηκε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Τυρνόβου. Στην πορεία έγιναν πολλές θαυματουργικές θεραπείες ασθενών. Θεραπεύθηκε και ο επικεφαλής του αγήματος αξιωματικός Θεόδωρος. τα ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου, της καλουμένης Τέμνισκας, μέσα στο Τύρνοβο.

Μετά την άλωση του Τυρνόβου (1393 μ.Χ.) από τους Οθωμανούς Τούρκους, οι Βούλγαροι του Βιδυνίου ενδιαφέρθηκαν να μεταφέρουν τα ιερά λείψανα της Οσίας Φιλοθέας από το Τύρνοβο στην πρωτεύουσα του κρατιδίου τους, αφού στη βασιλεύουσα πόλη, το Τύρνοβο, δεν υπήρχε ούτε πολιτική ούτε πνευματική ηγεσία των Βουλγάρων. Ο τελευταίος Πατριάρχης της Εκκλησίας της Βουλγαρίας Ευθύμιος, είχε υποχρεωθεί να πάρει τον δρόμο της εξορίας. το γεγονός της μετακομιδής έλαβε χώρα δύο έτη μετά την άλωση του Τυρνόβου, δηλαδή το 1395 μ.Χ. Η μετακομιδή των λειψάνων έγινε με πανηγυρικό τρόπο και η Οσία Φιλοθέα από την στιγμή εκείνη κατέστη προστάτιδα και μεσίτρια των Βουλγάρων πιστών του βασιλείου του Βιδυνίου.

Το 1396 μ.Χ. υπήρξε μοιραίο και για το Βιδύνιο. Οι Οθωμανοί Τούρκοι κατόρθωσαν να καταλύσουν και το τελευταίο αυτό βασίλειο των Βουλγάρων και να κυριαρχήσουν σε όλη την έκταση της Βουλγαρίας. Μέσα στη δίνη και το χαλασμό της αλώσεως χάθηκαν και τα ίχνη των ιερών λειψάνων της Οσίας Φιλοθέας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα ανακαλύπτουμε με βεβαιότητα στο δεύτερο ήμισυ του 16ου αιώνος μ.Χ. στην πόλη Άρτζες της Ουγγροβλαχίας.

Άγιος Σωφρόνιος εκ Βουλγαρίας

Ο Άγιος Σωφρόνιος, κατά κόσμον Στέφανος, καταγόταν από την Βουλγαρία και έζησε τον 15ο και 16ο αιώνα μ.Χ. Ήταν πρεσβύτερος της εκκλησιαστικής κοινότητος Πενκιόβσι, κοντά στην Σόφια, και λόγω των επιδρομών των Τούρκων κατέφυγε στη Βαλαχία, κοντά στο βοεβόδα Ραντούλ. Στη συνέχεια ασκήτεψε θεοφιλώς σε μονή της περιοχής Ρουσκούκ, ίσως σε αυτή που ίδρυσε ο Πατριάρχης Τυρνόβου Άγιος Ιωακείμ (τιμάται 18 Ιανουαρίου), και διακρίθηκε για τη φιλανθρωπία και την ελεημοσύνη του.

Ο Άγιος Σωφρόνιος κοιμήθηκε με ειρήνη.

Άγιος Ιγνάτιος Επίσκοπος Ροστώβ

Ο Άγιος Ιγνάτιος έζησε τον 13ο αιώνα μ.Χ. και εξελέγη Επίσκοπος της πόλεως Ροστώβ. Ποίμανε θεοφιλώς το ποίμνιό του για είκοσι έξι χρόνια και κοιμήθηκε με ειρήνη το 1288 μ.Χ. Κατά την ημέρα της εξοδίου Ακολουθίας του κάποιοι πιστοί είδαν το τίμιο λείψανό του να σηκώνεται και να τους ευλογεί. Ο Άγιος Θεός τον ευλόγησε με το χάρισμα της θαυματουργίας και πολλά θαύματα επιτελούνται στον τάφο του.

Άγιος Αρσένιος Επίσκοπος Βεροίας

Ο Άγιος ιερομάρτυρας Αρσένιος Βεροίας έζησε τον 14ο προς 15ο αιώνα μ.Χ. Στην πολιορκία της πόλης της Βέροιας συνελήφθει να λειτουργεί στην Παλαιά Μητρόπολη, που σώζεται ακόμη και σήμερα, και σφαγιάσθηκε ή απαγχονίστηκε.

Η μνήμη του στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας έπεσε σε λήθη, έως ότου ο ιστορικός της Βέροιας Χιονίδης Γεώργιος βρήκε στα Μετέωρα μια φυλλάδα με ακολουθία προς αυτόν. Πιο μπροστά τιμώνταν μεν ο Άγιος με άγνωστο όνομα ή κατά συγκατάβαση με το όνομα Καλλίνικος, από επιθυμία του Μητροπολίτου Βεροίας κ. Καλλινίκου Χαραλαμπάκη. Το σπουδαίο που αναφέρεται στην ακολουθία του Αγίου Αρσενίου είναι ότι τάφηκε στο ναό του Μεγαλομάρτυρος και εικάζεται πως το άγιο λείψανό του βρίσκεται στο ναό του Μεγαλομάρτυρος Αγίου Δημητρίου της περιοχής του νέου Μητροπολιτικού ναού.

Η μνήμη του τιμάται στο Μητροπολιτικό ναό Βεροίας στις 28 Μαΐου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Θεῖος πρόεδρος, Βεῤροίας ὤφθης, καὶ ἑδραίωμα, τοῦ σοῦ ποιμνίου, Ἱερομάρτυς θεόφρον Ἀρσένιε, ὡς ὑπὲρ ταύτης οὖν χαίρων ἠγώνισαι, πάσης αὐτῆς διαφύλαττε θλίψεως, Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν αἰτούμενος, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθείς.
Ὁ τῆς Βεῤῥοίας εὐκλεὴς ποιμενάρχης, ὡς τοῦ Σωτῆρος μιμητὴς καὶ θεράπων, ὑπὲρ τῆς ποίμνης τὴν ζωὴν προτέθεικεν, ὁ σοφὸς Ἀρσένιος, ἐναθλήσας νομίμως· ὅθεν καὶ δεδόξασται, δόξῃ τῇ οὐρανίῳ, καὶ ἱκετεύει πάντοτε Χριστόν, ἡμῖν διδόναι, πταισμάτων συγχώρησιν.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ Βεῤῥοίας θεῖος ποιμήν, ὁ ὑπὲρ τῆς ποίμνης, ἐναθλήσας καρτερικῶς· χαίροις Ἰεράρχα, καὶ Μάρτυς τοῦ Σωτῆρος, Μακεδονίας κλέος, Πάτερ Ἀρσένιε.

Άγιος Μήτρος

Ο Άγιος Μήτρος (ή Δημήτριος), καταγόταν από ευσεβή και ενάρετη οικογένεια της Πελοποννήσου. Εξισλαμίσθηκε όμως σε νεαρή ηλικία μαζί με άλλους νέους της περιοχής του, πιθανώς μετά την κατάπνιξη της επανάστασης της Πελοποννήσου, το 1769 μ.Χ. Το χριστιανικό του όνομα ήταν Δημήτριος, όταν δε έγινε Μωαμεθανός ονομάστηκε Μουσταφάς.

Προικισμένος με ευφυΐα και σοφία, αλλά και άλλα χαρίσματα, δραστήριος και δημιουργικός αναδείχθηκε γρήγορα μεταξύ των επιφανών Τούρκων της Πελοποννήσου και κατέλαβε το αξίωμα του Έπαρχου (ιμπροχώραγα), απέκτησε δε πολλά χρήματα και δούλους. Τίποτε όμως απ' όλα αυτά δεν ικανοποιούσε την ευγενή ψυχή του. Ο Μουσταφά κατατρωγόταν από τον πόθο να επιστρέψει στην πίστη των πατέρων του γι' αυτό και η δόξα και ο πλούτος δεν άγγιξαν ούτε αλλοίωσαν το χαρακτήρα του. Έλαβε λοιπόν την απόφαση να επιστρέψει στο Χριστιανισμό και προσήλθε σε κάποιο πνευματικό στην Τρίπολη, όπου με δάκρυα εξομολογήθηκε, έλαβε τη συμβουλή του και την ευλογία του, και ζούσε κρυφά χριστιανικά.

Η χριστιανική του όμως ζωή, δεν άργησε να γίνει αντιληπτή από τούς Τούρκους, οι οποίοι τον κατήγγειλαν στον πασά της Τρίπολης. Ο Δημήτριος τότε συνελήφθη στο Μιστρά και οδηγήθηκε δέσμιος στο πασά της Τρίπολης, όπου με θάρρος ομολόγησε την πίστη του και την διακαή επιθυμία του να μαρτυρήσει για την πίστη του. Παρά τις συμβουλές και τις υποσχέσεις του πασά, την υπόμνηση, τι χρωστά στους Τούρκους για τα αξιώματα πού του χάρισαν, ο μάρτυρας παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του. Αμέσως τον φυλάκισαν και υστερα από λίγες ημέρες τον αποκεφάλισαν στις 28 Μαΐου 1794 μ.Χ., Κυριακή της Πεντηκοστής, στην Τρίπολη, προσθέτοντας στο «περικείμενον νέφος των μαρτύρων», ένα ακόμη περίσεμνο μάρτυρα. Το λείψανο του Αγίου παρέλαβαν οι χριστιανοί και το έθαψαν στον ναό του Αγίου μεγαλομάρτυρα Δημητρίου στην Τρίπολη. Μαρτύριο του Αγίου συνέγραψε ο Κορινθίας Μακάριος.

Άγιοι Κρήσκης, Παύλος και Διοσκορίδης

Είναι άγνωστο από που κατάγονταν οι Άγιοι Μάρτυρες Κρήσκης, Παύλος και Διοσκορίδης, οι οποίοι άθλησαν το 244 μ.Χ., επί αυτοκράτορα Γορδιανού Γ' (238 - 244 μ.Χ.). Βρισκόμενοι στη Ρώμη και κηρύσσοντας το λόγο του Θεού, μετέστρεφαν και βάπτιζαν πολλούς από τους ειδωλολάτρες. Εξ αιτίας αυτού, αφού συνελήφθησαν, ρίχθηκαν στη φυλακή. Αλλά και εκεί εξακολουθούσαν μεταξύ των συγκρατουμένων τους το θεοφιλές έργο τους, πολλούς των οποίων έφεραν προς την Χριστιανική πίστη. Η ηγεμόνας πληροφορήθηκε αυτό και διέταξε, αφού μαστιγωθούν σκληρά, να ριχθούν μέσα σε αναμμένο καμίνι, όπου έλαβαν τον αμαράντινο στέφανο του μαρτυρίου και της δόξας.

Άγιος Νικήτας Αρχιεπίσκοπος Χαλκηδόνας

Ο Άγιος Νικήτας, ο Ομολογητής, είναι άγνωστος στους Συναξαριστές και τα Μηναία. Το όνομά του αναφέρεται στους τέσσερις Λαυριωτικούς Κώδικες Δ 39, Θ 87, Δ 36 και Ω 147, με Ακολουθία αυτού.

Από την Ακολουθία του μαθαίνουμε ότι ο Άγιος Νικήτας ήταν Επίσκοπος Χαλκηδόνος, μεταξύ των ετών 726 και 775 μ.Χ. και έζησε κατά τους χρόνους της εικονομαχίας. Αναδείχθηκε Ομολογητής για τους υπέρ των ιερών εικόνων αγώνες του, μαζί με άλλους δύο άγνωστους ομολογητές, και μάλιστα συγγενείς του, τον Νικήτα και τον Ιγνάτιο. Ενδέχεται μάλιστα να παραιτήθηκε από τον επισκοπικό θρόνο της Χαλκηδόνος και να αποσύρθηκε σε κάποια μονή της Παλαιστίνης, για να επιδοθεί αποκλειστικά σε ασκητικούς αγώνες.

Ο Άγιος Νικήτας κοιμήθηκε με ειρήνη.

Στα βορειοδυτικά του νησιού της Λευκάδας υπάρχει ένα πασίγνωστο θέρετρο, ο Αη-Νικήτας που οφείλει το όνομα του στον Άγιο Νικήτα, Αρχιεπίσκοπο Χαλκηδόνος. Σύμφωνα με την παράδοση, στο σημείο που βρίσκεται σήμερα ο ναός του Αγίου, παλιότερα υπήρχαν βράχια. Εκεί βρέθηκε κατά τρόπο θαυμαστό μια εικόνα που παριστούσε κάποιον Άγιο, επίσκοπο όπως έδειχνε η αμφίεσή του, και έφερε την επιγραφή «Άγιος Νικήτας». Όταν πήγαν την εικόνα στον Μητροπολίτη του νησιού, εκείνος δεν ήξερε για ποιόν Άγιο επρόκειτο. Ο μόνος Άγιος Νικήτας που γνώριζε από τα αγιολόγια ήταν μάρτυρας και όχι επίσκοπος. Ήρθε λοιπόν σε επικοινωνία με μονές του Αγίου Όρους, όπου βρίσκονται λεπτομερέστεροι κατάλογοι με τα ονόματα των Αγίων, και από εκεί έμαθε ότι επρόκειτο για τον Άγιο Νικήτα, Αρχιεπίσκοπο Χαλκηδόνος.

Μεγαλυνάριον
Τό Λευκάδος νήσου κλέος λαμπρόν, καί τῆς Ἐκκλησίας, τήν κρηπίδα καί ὀφθαλμόν, καί τῆς ἐπωνύμου αὐτοῦ κώμης σωτῆρα, Νικήταν Ἱεράρχην πάντες ὑμνήσωμεν.

Άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός

Ο βίος του Αγίου Ανδρέου συντάχθηκε από τον πρεσβύτερο Νικηφόρο της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, περί τα μέσα του 10ου αιώνος μ.Χ. (956 - 959 μ.Χ.), επί βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου.

Ο Άγιος Ανδρέας, ο διά Χριστόν σαλός, καταγόταν από την Σκυθία και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ' του Σοφού (886 - 912 μ.Χ.). Από παιδική ηλικία είχε πουληθεί ως δούλος σε κάποιον πρωτοσπαθάριο και στρατηλάτη της Ανατολής, ονομαζόμενο Θεόγνωστο, άνδρα ενάρετο και ευσεβή, ο οποίος τόσο αγάπησε τον μικρό Ανδρέα, ώστε τον μεταχειρίστηκε ως υιό του, φροντίζοντας για την επιμελή και θεοσεβή μόρφωση αυτού.

Τον Ανδρέα είλκυαν περισσότερο από κάθε άλλο τα ιερά γράμματα και ιδιαίτερα οι Βίοι και τα Μαρτύρια των αγωνιστών της Χριστιανικής πίστεως. Τέτοιος δε υπήρξε ο ζήλος του προς αυτά, ώστε αποκλήθηκε «σαλός» (μωρός), διότι ο ζήλος του αυτός τον ωθούσε πολλές φορές στο να υπομένει εμπαιγμούς, ταπεινώσεις και βαριές ύβρεις και να προβαίνει σε διαβήματα που κρίνονται ως ανισόρροπα και εκκεντρικά. Αλλά εκείνος υπέμενε τους εξευτελισμούς, παρηγορούμενος από το ότι πολλές φορές πετύχαινε να επαναφέρει στην ευθεία οδό παραστρατημένες υπάρξεις.

Αλλά ο Άγιος Ανδρέας διακρινόταν και για την φιλανθρωπία και την αγαθοποιία του. Όχι μόνο μοιραζόταν τα υπάρχοντά του με τους φτωχούς, αλλά προσέφερε ότι είχε και ο ίδιος έμενε νηστικός και γυμνός. σε εκείνους που τον παρατηρούσαν για τις υπερβολικές αγαθοεργίες του, υπενθύμιζε τους λόγους του Κυρίου «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε», και τους έλεγε ότι στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου, και μάλιστα του πάσχοντος αδελφού, έβλεπε τον Χριστό.

Ο Άγιος, σε μία ολονύκτια Ακολουθία στο ναό των Βλαχερνών είδε τη Θεοτόκο στον ουρανό προσευχόμενη και σκέπουσα το λαό με το τίμιο ωμοφόριό της (1 και 28 Οκτωβρίου).

Κάποια ημέρα συνέβη κάτι παράδοξο στο θεράποντα του Κυρίου. Κατά την συνήθειά του, για να μην γνωρίζει κανείς την εργασία του στους προθάλαμους των εκκλησιών, όπου προσευχόταν, πορευόταν κρυφά προς το ναό της Πανυμνήτου Θεοτόκου, στην αριστερά στοά της αγοράς του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Έτυχε, τότε, κάποιο παιδί να διέρχεται τη λεωφόρο, εκτελώντας διαταγή του κυρίου του. Ο Όσιος πήγαινε προς το ναό για να προσευχηθεί· το παιδί τάχυνε το βήμα του και τον πρόφθασε, χωρίς ο Όσιος να το αντιληφθεί. Όταν έφθασε προ των πυλών του ναού ο Ανδρέας, Θεού θέλοντος, εξέτεινε τη δεξιά του χείρα και αφού σφράγισε με το σημείο του τιμίου Σταυρού τις πύλες, αυτές ευθύς υποχώρησαν. Εισήλθε στο ναό και άρχισε τις προσευχές, μη γνωρίζοντας ότι κάποιος τον παρακολουθούσε. Το παιδί, το οποίο ακολουθούσε τον Όσιο, γνώριζε ότι ο άνθρωπος ήταν σαλός. Όταν τον είδε να ανοίγει αυτομάτως τις πύλες του ναού, έφριξε και κυριεύθηκε από τρόμο· έλεγε, λοιπόν, στον εαυτό του: «Ποιόν δούλο του Θεού οι κατά αλήθειαν μωροί σαλό ονομάζουν! Πόσο μεγάλος άγιος είναι, και εμείς οι ανόητοι αγνοούμε! Πόσους κρυφούς δούλους έχει ο Θεός και ουδείς γνωρίζει τα περί αυτών!».

Αυτά λογιζόταν το παιδί και πλησίασε, για να μάθει τί κάνει ο Άγιος εντός του ναού· βλέπει, λοιπόν, αυτόν προ του άμβωνος να κρέμεται στον αέρα και να προσεύχεται. Κατεπλάγη από το παράδοξο τούτο θέαμα και αναχώρησε, για να εκτελέσει την διαταγή του κυρίου του. Ο Όσιος τελείωσε την προσευχή του και έφυγε. Εξερχόμενος από το ναό, ασφάλισε πάλι τις θύρες με το σημείο του Σταυρού. Τότε αντιλήφθηκε την παρουσία του παιδιού και λυπήθηκε, επειδή κάποιος οικέτης έγινε θεατής των συμβάντων· ανέμενε την επιστροφή του παιδιού, για να του παραγγείλει να μην αποκαλύψει τα περί του Οσίου. Συνάντησε το παιδί και είπε: «Φύλαξε, τέκνον, όλα όσα είδες στον τόπο τούτο και θα έχεις το έλεος του Κυρίου του Θεού».

Μία ημέρα, προς το τέλος της αγίας Τεσσαρακοστής, ο λαός της βασιλευούσης των πόλεων, της Κωνσταντινουπόλεως, επευφημούσε τον Δεσπότη Χριστό μετά βαΐων και ύμνων. Βλέπει, τότε, ο μακάριος Ανδρέας, κάποιον γέροντα, ωραίο κατά την εξωτερική εμφάνιση, να εισέρχεται στο ναό της του Θεού Σοφίας. Πλήθος λαού τον ακολουθούσε, με βάια και σταυρούς, οι οποίοι έλαμπαν ως αστραπή· μελωδούσαν μέλος τερπνό, ηδύ και σωτήριο. Ο ένας στον άλλο παραχωρούσε το προβάδισμα και όλοι κατευθύνονταν προς τον άμβωνα. Ο γέροντας εκείνος κατείχε κινύρα και έκρουε τις χορδές συνοδεύοντας τους ψάλτες. Ο μακάριος ετέρπετο από το θέαμα και την ψαλμωδία· σκίρτησε και είπε: «Μνήσθητι Κύριε τοῦ Δαβὶδ καὶ πάσης τῆς πραότητος αὐτοῦ. Ἰδού, ἀκούσαμε τὴν Κυρία τὴν Κυριοπρεσβεύτρια καὶ τὴν εὑρήκαμε ὅμοια πρὸς τὴ Σοφίαν τὴν τερπνή».

Αυτά έλεγε ο Άγιος. Κάποιοι από τους παρευρισκόμενους σοφούς έλεγαν: «Πώς, σαλέ; Αναφέρεται στο στίχο αυτό του ψαλμού η Παναγία; Τί είναι αυτά τα οποία λέγεις;». και εξ αιτίας της άγνοιάς τους γέλασαν και αναχώρησαν. Ο μακάριος τα έλεγε αυτά επειδή είδε τον Δαβίδ με άλλους Προφήτες να έχουν έλθει εκεί.

Έτσι θεοφιλώς έζησε ο διά Χριστόν σαλός Άγιος Ανδρέας και κοιμήθηκε με ειρήνη σε ηλικία εξήντα έξι ετών. Ευθύς ευωδίασαν μύρα και θυμιάματα στον τόπο εκείνο, όπου άφησε το πνεύμα του ο Άγιος. Μία γυναίκα φτωχή, η οποία διέμενε πλησίον οσφράνθηκε την ηδύπνοο και ασύγκριτη ευωδία. την ακολούθησε, λοιπόν, αυτή και έφθασε στον τόπο εκείνο όπου έκειτο ο Άγιος. Βρήκε τον μακάριο νεκρό· ήδη δε ανέβλυζε μύρο από το τίμιο λείψανό του. Έτραξε, λοιπόν, και ανήγγειλε το θαύμα, επικαλούμενη με όρκο ως μάρτυρα τον Θεό. Πολλοί συγκεντρώθηκαν τότε, αλλά δεν βρήκαν το τίμιο λείψανο του Αγίου. Τους προκαλούσε κατάπληξη, όμως, η ευοσμία του μύρου και των θυμιαμάτων. Ο Κύριος, ο Οποίος γνωρίζει τα κρίματα εκάστου και τα απόκρυφα κατορθώματα του Αγίου, μετέθεσε το λείψανο του Αγίου.

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι ο Άγιος Ανδρέας έγραψε πολλές προφητείες οι οποίες δεν εκδόθηκαν ποτέ και βρίσκονται στην Μονή Iβήρων.


Προσευχή του Αγίου Ανδρέου προ της μακαρίας κοιμήσεώς του

«Ὁ Πατέρας, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, Τριὰς ἡ ζωοποιὸς καὶ ὁμοούσιος, σύνθρονος καὶ ἀμέριστος, παρακαλοῦμέν Σε οἱ πένητες, οἱ ξένοι, οἱ πτωχοὶ καὶ γυμνοί· οἱ μὴ ἔχοντες ποῦ τὴν κεφαλὴν κλῖναι· ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός Σου κλίνομεν τὸ γόνυ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, τῆς καρδίας καὶ τοῦ πνεύματος καὶ δεόμεθά Σου καὶ ἱκετεύομέν Σε, τὸν Θεόν, τὸ φοβερὸν ὄνομα Σαβαώθ· ἀγαθὲ καὶ ἅγιε Δέσποτα, πλαστουργέ, ποιητά, παντοκράτωρ κλῖνον τὸ οὖς σου καὶ πρόσδεξε εὐμενῶς τὴν ἱκετήριον δέησιν ἡμῶν τῶν ταπεινῶν καὶ ἀξίωσόν μας νὰ ἁγιασθῶμεν, ἐν τῇ δυνάμει καὶ τῷ ὀνόματί Σου, Κύριε, οἰκτίρμον, ἐλεῆμον, μακρόθυμε καὶ πολυέλεε. Ἐλθέ, Πατέρα, Υἱὲ καὶ Πνεῦμα Ἅγιο· ἐλθέ, τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μετὰ συμπαθείας διὰ τὰ παραπτώματά μας, τὰ ἐν λόγῳ ἢ ἔργῳ ἢ ἐν ἐνθυμήσει ἢ διανοίᾳ. Πάριδε καὶ ἄφες ταῦτα ἀγαθέ, εὔσπλαχνε, ἐλεῆμον, πολυέλεε. Καὶ μὴ μᾶς καταισχύνῃς· μὴ μᾶς ἀπορρίψῃς ἀπὸ τοῦ προσώπου Σου· Σύ, ὁ Ὁποῖος ἀπὸ ἀγάπην ὑπερβολικὴν καὶ γλυκυτάτην φιλανθρωπίαν, κάμπτεσαι ἀπὸ τὰς προσευχὰς τῶν φίλων Σου».


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μωρίαν ἑκούσιον διὰ Χριστὸν τὸν Θεόν, ἐπόθησας Ὅσιε, τὸν σοφιστὴν ἀληθῶς, μωράνας καὶ ἤνυσας, μέσον πολλῶν θορύβων, τὸν ἀγῶνα Ἀνδρέα· ὅθεν σε ὁ Δεσπότης, Παραδείσου πρὸς πλάτος, ἐσκήνωσε πρεσβεύειν ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ´. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸν ἑκουσίως κακουχούμενον, πενόμενον, ἐμπαροινούμενον ἑκάστοτε, τυπτόμενον, λιθαζόμενον καὶ θέατρον ἐποφθέντα κόσμῳ μέλψωμεν Ἀνδρέαν ὁσιώτατον, ὥσπερ σαλὸν διὰ Χριστὸν πολιτευσάμενον, πόθῳ κράζοντες· Χαίροις, Πάτερ θεόληπτε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος α´. Χορὸς ἀγγελικός.
Τὸν βίον εὐσεβῶς, ἐκτελέσας θεόφρον, δοχεῖον καθαρόν, τῆς Τριάδος ἐδείχθης, Ἀνδρέα μακάριε, καὶ Ἀγγέλων ὁμόσκηνος· ὅθεν αἴτησαι τὸν ἱλασμὸν καὶ εἰρήνην, τοῖς τιμῶσί σε, καὶ ἐκτελοῦσι σὴν μνήμην, δοθῆναι πρεσβείαις σου.

Κάθισμα
Ἦχος γ´. Τὴν ὡραιότητα.
Σταυρὸν ἐπ᾿ ὤμων σου, ἀναλαβόμενος, προθύμως ὅσιε κατηκολούθησας, τῷ σταυρωθέντι δι᾿ ἡμᾶς, ἀδίκως μαστιζόμενος, λίθοις τε βαλλόμενος, δαιμόνων προσποιούμενος, ζήσας ὑπὲρ ἄνθρωπον, μάκαρ βίον ἰσάγγελον διὸ καὶ σὺν ἀγγέλοις χορεύων, μέμνησο μάκαρ τῶν τιμώντων σε.

Ὁ Οἶκος
Ἄγγελοι προσποιήσεις τὰς μωράς σου, Ἀνδρέα, ἐθαύμασαν, πανόσιε πάτερ, ὅτι πέλων σοφὸς ἀληθῶς ὡς σαλὸς ἐβίως, δαιμόνων, ἔξηχος καὶ ἀνο μος· διόπερ νῦν βοῶμέν σοι ἀξιόχρεως·Χαῖρε, ἀπαύγασμα ἐγκρατείας·χαῖρε, θησαύρισμα ἀπαθείας.Χαῖρε, τοῦ Χριστοῦ ἐν σαρκὶ φέρων στίγματα·χαῖρε, τοῦ ἐχθροῦ ὁ συντρίψας φρυάγματα.Χαῖρε, πάτερ, ἐνδιαίτημα προσποιήσεων μωρῶν·χαῖρε, ἄνερ, καλλιέργημα προσφερθεὶς διὰ Χριστόν.Χαῖρε, ὅτι κατεῖδες Παραδείσου τὸ κάλλος·χαῖρε, ὅτι ἀνεῖλες ἀρχεκάκου τὸ μένος.Χαῖρε, αὐτόπτης τῆς Σκέπης Παρθένου·χαῖρε, ὁ λάτρης τοῦ Λόγου Ὑψίστου.Χαῖρε, σοφῶς σὺν κυσὶν ὁ βιώσας·χαῖρε, σαφῶς ὡς σαλὸς διαπρέψας.Χαίροις, Πάτερ θεόληπτε.

Μεγαλυνάριον
Σοῦ ἡ ὑπὲρ ἄνθρωπον βιοτή, ἐξέπληξε νόας, καὶ δαιμόνων τοὺς ζοφερούς, πῶς γυμνὸς Ἀνδρέα, καὶ ἔξηχον τὸν τρόπον, λαθὼν ἐπολιτεύσω· διὸ τιμῶμέν σε.