Τρίτη 31 Ιουλίου 2018

Λόγοι Γέροντος Ιερωνύμου της Αιγίνης...

Να μη θυμώνετε. Να γλυκαίνετε με την ζάχαρη σας, δηλ. με τον καλόν σας λόγο τον άλλο.
Μη υποδεικνύεις, διότι, διδασκαλία δίχως θέλησιν του άλλου, έχθρα είναι και γίνεται αμαρτία και σε κείνον που ακούει και δεν κάνει και εσύ στεναχωρείσαι και ταράζεσαι.
Αγάπησε την κατάνυξιν, φέρνε στο νου σου τις αιτίες που θα σου φέρνουν δάκρυα.
Στον άλλο να λέγης τόσα, όσα νομίζεις ότι θα σηκώσει, όχι περισσότερα.
Όταν δίδης ελεημοσύνη, να μη εξετάζεις τι είναι το πρόσωπο που του δίδεις, αν είναι καλό ή κακό. Η ελεημοσύνη είναι σπουδαίο πράγμα, εξαλείφει πλήθος αμαρτιών.
Αποδειξις αγάπης προς τον Σωτήρα μας, είναι τα δάκρυα κατά την ώραν της προσευχής.
Εάν έχεις φόβο Κυρίου, έμαθες Θεολογίαν, Εάν δεν έχεις φόβον Κυρίου τέχνην έμαθες δια να ζήσης.
Το χτίσιμο με ξηρούς λίθους δεν είναι καλό. Χρειάζεται η λάσπη, χρειάζεται και ο ασβέστης. Έτσι και η προσευχή· χωρίς δάκρυα δεν είναι προσευχή. Χρειάζονται δάκρυα, αλλιώς ωφέλεια δεν μένει από την προσευχή.
Θα κάμης ό,τι ημπορείς διά τα παιδιά σου, διότι εις την αλλήν ζωήν ο Χριστός μας θα σου ζητήσει ή τα παιδιά σου σεσωσμένα ή τις πληγές στα γόνατά σου, από την πολλήν σου προσευχήν. Δεν γνωρίζουν δυστυχώς, οι γονείς την ευθύνην την οποίαν έχουν διά τα τέκνα των.
Κάθε άνθρωπος έχει κάποιο χάρισμα. Βρες το χάρισμά του και επαίνεσέ τον. Χρειάζεται και ο έπαινος (προς τόνωσιν) και η καλωσύνη και η αγάπη. Τότε ο άλλος και πολύ καλός να μη είναι, δια την τιμήν, τον έπαινον, την αγάπην που του εκδηλώνουν ελέγχεται και γίνεται καλύτερος.
Εις κληρικόν: Όσο μπορείς απέφευγε τα έξω. Κλείσου εις το δωμάτιόν σου. Σφίξε τον νου σου ν'ανοίξη να δης πνευματικόν φως. Να λέγης πότε να φθάσεις στο δωμάτιόν σου και να κλεισθής. Μελέτησε, προσευχήσου. Αν δεν είσαι ενισχυμένος πώς θα ενισχύσεις άλλους; Και ο κόσμος τρέχει, ζητά την δίψα της ψυχής να ικανοποιήσει από την Εκκλησίαν, από τα όργανά της, από το ράσον! Τι θα δώσεις αν δεν έχης και πώς θα έχεις αν δεν ζητήσης από τον Θεόν; Να κοπιάζης εις την προσευχήν και την μελέτην και θα ενισχύεσαι.
Ταπείνωσιν να έχεις. Όταν βρέχη το νερό δεν σταματά εις τις κορφές ή στα βουνά, αλλά κάτω εις την πεδιάδα. Οι ταπεινοί άνθρωποι έχουν χάριν, καρποφορίαν και ευλογίαν.
Είσαι ιερεύς; Να προσέχεις, δεν ανήκεις εις τον εαυτόν σου. Είσαι σαν μια βελόνα στα χέρια του Θεού. Να 'σαι καλός, να μη είσαι σα τη σκουριασμένη βελόνα που δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά της. Δια τον εαυτό σου δηλ. αδυναμίες, πάθη κλπ. να μην υπάρχης. Το ράσον, η συνθήκη σου είναι με τον Θεόν, να σε συγκλονίζει και να λες, τι θέλει τούτο; Τι μου λέγει τούτο; Ναι ν’αγαπώ τον Θεόν και να εργάζωμαι εις ό,τι με έταξε.
Να προσέχης. Ο διάβολος παντοίους τρόπους μεταχειρίζεται για να βλάψη τον κληρικόν, διότι από έναν μόνον άγιο κληρικόν, χιλιάδες ημπορούν να ωφεληθούν και να σωθούν, όπως και από έναν που δεν αγωνίζεται, χιλιάδες ημπορούν να αφανισθούν.
Ο κληρικός πρέπει σαν τα πολυόμματα να είναι, δηλ. παντού μάτια να έχη, να είναι ακέραιος, δυνατός εις τον νουν, σοφός, άγιος.
Μετά τα λόγια της Ακολουθίας, Απόδειπνον κλπ. να παρακαλάς τον Θεόν και με απλά λόγια, με λόγια δικά σου για τα προβλήματά σου για τον πόνο σου, ως να είναι μπροστά σου και τον βλέπεις. Αυτά τα πονεμένα και κατανυκτικά λόγια, είναι σαν τα προσανάμματα δια να πιάσει η φωτιά, δηλ. ο πόθος δια τον Θεόν. Και τότε έρχονται και τα δάκρυα.

Ο τρόπος ζωής της Εκκλησίας δεν αφανίζει τις δοκιμασίες αλλά μας κάνει να τις αντιμετωπίζουμε διαφορετικά.

Καθόμαστε και αναλύουμε τις δοκιμασίες που μας βρήκαν, το άδικο που ήρθε στην ζωή μας. Προσπαθούμε να βρούμε λύσεις. Ρωτάμε ίσως και κάποιους ανθρώπους που εμπιστευόμαστε, για να βρούμε απαντήσεις στα "γιατί" που μας στοιχειώνουν.
-------------------------------
Πολλές τέτοιες περιπτώσεις ανθρώπων που τους "πνίγει το άδικο", που τους συντρίβουν οι δοκιμασίες έρχονται και στον πνευματικό και ζητούν απαντήσεις, λύσεις, ακόμα και ευχές ώστε να σταματήσει αυτό το "άδικο κακό" που τους ταλαιπωρεί.
-------------------------------
Σίγουρα κανείς μας δεν θέλει να υποφέρει, κανείς δεν θέλει στην ζωή του ταλαιπωρίες, αδικίες, συκοφαντίες, δοκιμασίες, πόνο, προδοσίες, απάτες, απιστίες κ.α. Όμως μέσα στη ζωή κάποια απ' αυτά έρχονται. Είναι δεδομένο πως σε κάποια χρονική περίοδο της ζωής μας θα τα γευτούμε. Αυτήν όμως την πραγματικότητα δεν θέλουμε να την δεχθούμε. Θεωρούμε ότι δεν πρέπει τίποτα το "κακό" να μας βρει. Γι'αυτό φτάνουμε και στο σημείο -εάν κάποια δοκιμασία κτυπήσει την πόρτα του σπιτιού μας- να βλασφημούμε και κατά του Θεού, αποκαλώντας τον άδικο και άσπλαχνο.

-------------------------------
Έχω διαπιστώσει -μέσα από τις εξομολογήσεις- ότι όλες οι δοκιμασίες που έρχονται στη ζωή μας είτε προκαλούνται από εμάς τους ίδιους με τις επιλογές της ζωής μας είτε για να κρατιόμαστε σε πνευματική εγρήγορση. Το δυστύχημα όμως είναι ότι στην πρώτη περίπτωση οι άνθρωποι αρνούνται να δούνε το φταίξιμό τους, αρνούνται να αναλάβουν την ευθύνη των επιλογών τους και το μόνο που κάνουν είναι να κατηγορούν τους άλλους, τον Θεό, την ζωή, το κράτος, αρνούνται δηλαδή να αποδεχτούν ότι το "κακό" που τους βρήκε το δημιούργησαν οι ίδιοι. Αλλά και στην δεύτερη περίπτωση οι άνθρωποι θεωρούν ότι δεν έχουν πέσει σε πνευματικό λήθαργο ώστε να χρειάζεται ένα πνευματικό ξυπνητήρι (δοκιμασία) για να ξυπνήσουν, να συνέλθουν, να ταπεινωθούν, να πάψουν πλέον να ζούνε επαναπαυμένοι μέσα σε έναν τυπικό-επιφανειακό χριστιανισμό.
-------------------------------
Μια τέτοια κοπέλα ήρθε τις προάλλες για εξομολόγηση. Ήθελε να φύγει το άδικο, οι δοκιμασίες, οι στεναχώριες...
Της είπα να βάλει στην ζωή της την προσευχή μιας και όπως η ίδια μου ομολόγησε δεν προσευχόταν ποτέ και σπανίως πήγαινε και για εκκλησιασμό, απλά πίστευε με έναν δικό της τρόπο...
-------------------------------
Βάλαμε λοιπόν έναν πολύ μικρό κανόνα προσευχής για να τον κάνει κάθε ημέρα. Αφού τελείωσα αυτά που ήθελα να της πω με ρώτησε, "δηλαδή, εάν κάνω αυτήν την προσευχή κάθε ημέρα θα σταματήσουν οι αδικίες, οι δοκιμασίες αυτές"; Δεν είχε καταλάβει τίποτα από όλα αυτά που της είχα αναφέρει πιο πριν. Έτσι λοιπόν της απάντησα ορθά κοφτά, "Όχι"!
"Όχι, δεν θα σταματήσουν. Εμείς θέλουμε να προσευχηθούμε ώστε να διορθωθούν τα πράγματα όμως η προσευχή κυρίως είναι να να διορθωθεί ο λογισμός μας ως προς τα πράγματα". (από το Μέγα Γεροντικό).
-------------------------------
Με κοίταξε περίεργα. Σχεδόν απογοητευμένη, όμως δεν μπορούσα να της υποσχεθώ κάτι διαφορετικό από τον αψευδή λόγο του Άγιου Ιωάννου του Χρυσοστόμου "Θέλεις άνθρωπε να ζήσεις την πνευματική ζωή, ετοιμάσου για πειρασμό".
-------------------------------
Δυστυχώς αδελφοί μου σχεδόν όλοι μας δεν θέλουμε να αποδεχτούμε αυτήν την μεγάλη αλήθεια ότι η Εκκλησία με τον τρόπο ζωής που μας προτείνει δεν αφανίζει τις δοκιμασίες, τα προβλήματα, τις αδικίες από την ζωή μας αλλά μας κάνει να τα βλέπουμε όλ' αυτά διαφορετικά. Ο τρόπος ζωής της Εκκλησίας κάνει τον άνθρωπο να βλέπει την κάθε δοκιμασία ως ευκαιρία για πνευματική προκοπή, εάν εμείς βλέπουμε την κάθε δοκιμασία ως κατάρα (και αυτό λόγο του εγωισμού μας) είναι φυσικό επόμενο να αντιδρούμε με μικροψυχία και να μας καταβάλει η λύπη.
-------------------------------
Από την μία θαυμάζουμε τους Αγίους μας και από την άλλη ξεχνούμε τις δοκιμασίες, τις αδικίες που υπέστησαν μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής τους. Προσευχόμαστε στους Αγίους όχι για να βλέπουμε τα πράγματα όπως τα βλέπανε κι εκείνοι αλλά να πάψει κάθε πειρασμός, κάθε "κακό" που θεωρούμε ότι άδικα ήρθε στη ζωή μας.
-------------------------------
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να καταλάβουμε επιτέλους ότι δεν είναι σκοπός του τρόπου ζωής της Εκκλησίας μας να αποτρέπει -δια μαγείας- κάθε "κακό" αλλά να μεταμορφώσει εμάς τους ίδιους σε ανθρώπους που δεν μένουν στο "τώρα" αλλά βλέπουν το "μετά".
-------------------------------
Μιλούμε για άδικο εμείς; Πως τολμούμε να παραπονιόμαστε όταν ο ίδιος ο Κύριός μας καρφωμένος πάνω στο Σταυρό Του συγχωρούσε τους σταυρωτές Του; Μιλούμε για άδικο εμείς όταν ο μόνος Αθώος της Ιστορίας κρεμάστηκε πάνω στο Σταυρό; Σε ποιον Χριστό πιστεύουμε τελικά; Σε έναν Χριστό που σταύρωνε τους άλλους, αυτούς που Τον αδίκησαν, που Τον συκοφάντησαν, που Τον έβλαψαν ή στον Αληθινό Χριστό που σταυρώθηκε από τους ανθρώπους όμως ποτέ Του δεν έπαψε να αγαπά τους πάντες;
-------------------------------
Εάν επιμένουμε στο σκεπτικό της αυτοδικαίωσης, της μίζερης προσέγγισης κάθε δοκιμασίας, της αμνήστευσης κάθε αμαρτίας μας (που συνήθως έχει ως αποτέλεσμα την οδύνη), είναι απόδειξη της πώρωσης της καρδιάς μας, της κοσμικότητάς μας, της αμετανοησίας μας, του εγωισμού και της φιλαυτίας μας τα οποία μας τυφλώνουν και δεν βλέπουμε ότι η μεγαλύτερη τελικά αδικία συντελείται σε εμάς από εμάς.

Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Άγιος Ανώνυμος Κρητικός Νεομάρτυρας

Ο Νεομάρτυρας αυτός ήταν από την Κρήτη και γεννήθηκε από γονείς ευσεβείς. Είκοσι χρονών βρέθηκε στη δούλεψη ενός Τούρκου στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

Κάποια νύκτα, ο Τούρκος αυτός, θέλησε να εκμεταλλευτεί τον νεαρό. Τότε ο ευσεβής νέος αρνήθηκε και πάνω στην απελπισία του μαχαίρωσε τον Τούρκο με αποτέλεσμα αυτός να πεθάνει.

Την επομένη μέρα οι φίλοι του σκοτωμένου Τούρκου, μόλις άκουσαν το γεγονός, συνέλαβαν τον νεαρό χριστιανό και τον πήγαν στον δικαστή. Αλλά επειδή δεν υπήρχε μαρτυρία σε βάρος του τον άφησαν ελεύθερο.

Μετά δύο μέρες όμως, τον συνέλαβαν πάλι και αφού τον βασάνισαν σκληρά, ομολόγησε όλη την αλήθεια. Τότε ο δικαστής του πρότεινε, για να σώσει τη ζωή του, ν' αρνηθεί τον Χριστό και να γίνει μουσουλμάνος. Ο Νεομάρτυρας απέρριψε την πρόταση του δικαστή και με θάρρος ομολόγησε πως γεννήθηκε, είναι και θέλει να πεθάνει χριστιανός. Τότε μια από τις μέρες του Ιουλίου το 1811 μ.Χ., τον θανάτωσαν με απαγχονισμό. Δύο μέρες έμεινε το τίμιο λείψανο του στην κρεμάλα, κατόπιν το κατέβασαν και το έχωσαν στην άμμο.

Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Φιλίππου του Αποστόλου

Για τον Απόστολο Φίλιππο βλέπε βιογραφικό του σημείωμα στις 14 Νοεμβρίου.

Το Άγιο λείψανό του μετακομίστηκε από την Ιεράπολη στην Πάφο της Κύπρου, και συγκεκριμένα σ' ένα χωριό κοντά σ' αυτή, Αρσινόη ή Άρσος λεγόμενο. Εκεί οικοδομήθηκε Ναός στο όνομα του Αποστόλου Φιλίππου, που σώζεται μέχρι σήμερα. Στο Ναό αυτό κατέθεσαν το άγιο λείψανο του Αγίου, που μέχρι και σήμερα επιτελεί θαύματα, σ' όσους προσέρχονται με πίστη.


Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας

Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ήταν μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου της Ιερουσαλήμ (βουλευτής), φίλος και κρυφός μαθητής του Ιησού Χριστού ο οποίος καταγόταν από την Αριμαθαία, μια μικρή πόλη ΒΔ΄ της Ιερουσαλήμ.

Ο Ιωσήφ πήγε στον Πιλάτο και του ζήτησε να κηδέψει το σώμα του Ιησού Χριστού. Αφού έλαβε την άδεια του, μαζί με τον Νικόδημο το κατέβασαν από το σταυρό το σώμα του Κυρίου, το περιέβαλαν σε σινδόνια μαζί με εκλεκτά αρώματα, το τοποθέτησαν σε λαξευτό μνημείο κι' έβαλαν μεγάλη πέτρα πάνω στη θύρα του μνημείου (Ματθ. κζ' 57 - 60, Μαρ. ιε' 42 - 46, Λουκ. κγ' 50 - 53 και Ιω. ιθ' 38 - 42).

Ο Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας απεβίωσε ειρηνικά (κατά πάσα πιθανότητα στην Αγγλία).

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Ευδόκιμος ο Δίκαιος

Ο Όσιος Ευδόκιμος γεννήθηκε στη Καππαδοκία και έδρασε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Θεόφιλου (829 - 842 μ.Χ.). Οι γονείς του Βασίλειος και Ευδοκία ήταν άνθρωποι πλούσιοι και ευσεβείς. Η ορθόδοξη οικογένειά του τον ανέθρεψε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου και γρήγορα ο Ευδόκιμος διακρίθηκε για το ήθος και τις αρετές του.

Ο ηθικός βίος του και η φιλάνθρωπη δράση του εκτιμήθηκαν από τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, ο οποίος τον διόρισε στρατοπεδάρχη της Καππαδοκίας αρχικά και αργότερα όλης της αυτοκρατορίας. Κατά την τέλεση των καθηκόντων του ο Ευδόκιμος ήταν πάντα δίκαιος και ταπεινόφρων, ενώ δεν σταμάτησε στιγμή να επιδίδεται στο φιλάνθρωπο έργο του.

Ενώ βρισκόταν στο 33ο έτος της ηλικίας του ο Ευδόκιμος προσβλήθηκε από βαριά σωματική ασθένεια. Όταν παρέδωσε το πνεύμα του στο Κύριο, η χριστιανική κοινότητα βυθίστηκε σε θλίψη και ενταφίασε το τίμιο σώμα του ευλαβώς.

Κατά την Ανακομιδή το Ιερό Λείψανο του Οσίου Ευδοκίμου βρέθηκε «φαιδρόν καί ἀνθηρόν, χαριέστατον μέ ὅλους τούς χαρακτῆρας, μέ τά ἐνδύματα ἀνέπαφα» και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, την 6η Ιουλίου 831 μ.Χ. Δεν είναι γνωστό πότε και κάτω από ποιες συνθήκες το Λείψανο διαλύθηκε.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ γῆς ὁ καλέσας σε, πρὸς αἰωνίους μονάς, τηρεῖ καὶ μετὰ θάνατον ἀδιαλώβητον, τὸ σῶμά σου, Ἅγιε, σὺ γὰρ ἐν σωφροσύνῃ, καὶ σεμνῇ πολιτείᾳ, μάκαρ ἐπολιτεύσω, μὴ μολύνας τὴν σάρκα· διὸ ἐν παῤῥησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ σεπτή σου σήμερον, ἡμᾶς συνήθροισε μνήμη, ἐν τῇ θείᾳ λάρνακι, τῶν ἱερῶν σου λειψάνων· πάντες οὖν, οἱ προσιόντες καὶ προσκυνοῦντες, ἅπασαν, δαιμόνων βλάβην ἀποσοβοῦνται, καὶ ποικίλων νοσημάτων, λυτροῦνται τάχος μάκαρ Εὐδόκιμε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Εὐδοκιμήσας ἀγαθαῖς ἐργασίαις, ἐδοκιμάσθης ὡς χρυσὸς ἐν καμίνῳ, τοῖς πειρασμοῖς Εὐδόκιμε ἀοίδιμε· ὅθεν μετὰ θάνατον, ἀναβλύζεις πλουσίως, θαύματα ὡς νάματα, καὶ νοσήματα παύεις, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ ἐκδυσωπῶν, ὅπως πταισμάτων συγχώρησιν λάβωμεν.

Μεγαλυνάριον
Εὐδόκιμος πέφηνας τῷ Θεῷ, ἐν δικαιοσύνῃ, τὸν σὸν βίον διαδραμών· ὃ λαθὼν γὰρ ἔσχες, ἐγνώσθη μετὰ τέλος, Εὐδόκιμε θεόφρον, πρὸς θείαν αἴνεσιν.

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα.......

Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους είναι η προσεκτική ζωή μας, ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, εκτός από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας. Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό.

 Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο παππούς μας, ο προπάππος μας, όλες οι γενεές. «Δες τι απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται. Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται, γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήση. Αυτό δηλαδή που θα δώση χαρά στους κεκοιμημένους είναι να αγωνισθούμε να ευαρεστήσουμε στον Θεό με την ζωή μας, ώστε να τους συναντήσουμε στον Παράδεισο και να ζήσουμε όλοι μαζί στην αιώνια ζωή.

Επομένως, αξίζει τον κόπο να χτυπήσουμε τον παλαιό μας άνθρωπο, για να γίνη καινός και να μη βλάπτη πια ούτε τον εαυτό του ούτε τους άλλους ανθρώπους, αλλά να βοηθάη και τον εαυτό του και τους άλλους, είτε ζώντες είναι είτε κεκοιμημένοι.

Αγιος Παϊσιος

Ο Πνευματικός Αγώνας: Ταπείνωση, προσοχή, αντίρρηση και προσευχή.

Πρέπει, όποιος κάνει τον εσωτερικό αγών, αν έχει κάθε στιγμή τα παρακάτω τέσσερα πράματα μέσα του: ταπείνωση, απόλυτη προσοχή, αντίρρηση και προσευχή.

Ταπείνωση, για να έχει, επειδή πρέπει να παλέψη με αντιπάλους τους περήφανους δαίμονες, πρόχειρη τη βοήθεια του Χριστού. Ο Κύριος μισεί τους περήφανους (Παροιμ. Γ’ 34).
Προσοχή, για να έχει την καρδιά του ελεύθερη από κάθε λογισμό κι αν ακόμα φαίνεται τάχα αγαθός.
Αντίρρηση, για να προβάλλη μόλις ίδη να έρχεται ο πονηρός αμέσως αντιρρήσεις με οργή. «Και αποκριθήσομαι, λέει ο Ψαλμωδός, τοις ονειδίζουσί μου κακά, ουχί τω Θεώ υποταγήσεται η ψυχή μου;» (θα αποκριθώ σ’ αυτούς που με κατηγορούν και μου αποδίδουν κακά, δεν πρέπει να υποταχθή στον Θεό η ψυχή μου; - Ψαλμ. Ξα’ 2).
Προσευχή, για να κράξη η ψυχή στον Χριστό με αλάλητους στεναγμούς αμέσως μετά την αντίρρηση. Και τότε ο ίδιος ο αγωνιστής θα ιδή να διαλύεται ο εχθρός ή να διώχνεται μαζί με όλες τις φαντασίες του με τη δύναμη του προσκυνητού ονόματος όπως χάνεται το λεπτό χώμα ή ο καπνός στο φύσημα του ανέμου.


Ησυχίου πρεσβυτέρου
από το βιβλίο: Μικρή Φιλοκαλία
εκδ. Αποστολική Διακονία

Αγία Ιουλίττη από την Καισαρεία

Η Αγία Ιουλίττη έζησε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας στα χρόνια του Μεγάλου Βασιλείου , ο όποιος έτρεφε μεγάλη υπόληψη προς αυτή, λόγω της ευσέβειας και των πολλών αρετών της.

Η Ιουλίττη είχε μεγάλη περιουσία και πολεμήθηκε από κάποιο πλεονέκτη και άρπαγα ισχυρό, που την έμπλεξε σε δίκες και κίνησε εναντίον της ψευδομάρτυρες. Η Ιουλίττη, παρακάλεσε τον Μέγα Βασίλειο να την προστατέψει. Αυτός, γνωρίζοντας το δίκιο της, δέχτηκε και έγραψε στον Παλλάδιο, άνδρα χρηστό και θεοφοβούμενο, να συνηγορήσει υπέρ της Ιουλίττης στον έπαρχο. Στην ίδια δε γράφει, για να την ενδυναμώσει, ότι «δυνατὸς δὲ ὁ ἅγιος (θεός) διαγαγεὶν σὲ πάσης θλίψεως, μόνον ἐὰν ἀληθινὴ καὶ γνησία καρδία ἐλπίσωμεν ἐπ’ αὐτόν».

Τελικά ο αντίδικος της Ιουλίττης, την κατάγγειλε ότι έβριζε τα - υπέρ της ειδωλολατρίας - διατάγματα του Ιουλιανού. Όταν ρωτήθηκε γι' αυτό η Ιουλίττη, απάντησε ότι καταδικάζει την ειδωλολατρία και καθήκον της είναι να ενισχύει τους χριστιανούς στην αληθινή πίστη. Για την ομολογία της αυτή, καταδικάστηκε και ρίχτηκε στη φωτιά. Το σώμα της ωστόσο, έμεινε ακέραιο και έβρισκαν σε αυτό παρηγοριά και ίαση οι πιστοί Χριστιανοί.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος οι Απόστολοι

Οι Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος, ήταν πέντε από τούς εβδομήκοντα μαθητές του Κυρίου. Όλοι υπηρέτησαν το Ευαγγέλιο του Χριστού «ἐν κόπῳ καὶ μόχθω, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι» (Β' προς Κορινθίους, ια - 27). Δηλαδή, υπηρέτησαν τον Κύριο με κόπο και μόχθο, με αγρυπνίες πολλές φορές, με πείνα και δίψα στις μακρινές οδοιπορίες, με νηστείες, με ψύχος και γυμνότητα.

Ο Σίλας φυλακίστηκε μαζί με τον Παύλο στους Φιλίππους της Μακεδονίας (Πραξ. ιστ 25-39). Μετά από πολλούς μόχθους και αφού ακολούθησε τον Παύλο σε πολλές περιοδείες του, έγινε επίσκοπος Κορίνθου.

Ο Σιλουανός, από το αξίωμα του επισκόπου Θεσσαλονίκης, αγωνίσθηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στον Κύριο.

Ο Επαινετός, από το αξίωμα του επισκόπου Καρθαγένης, αγωνίσθηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στον Κύριο.

Ο Ανδρόνικος αγωνίστηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στο Ευαγγέλιο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Ο Κρήσκης, τέλος, έγινε επίσκοπος Καρχιδονίας και από την θέση αυτή μόχθησε και υπηρέτησε το Θείο Ευαγγέλιο.

Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Άγιος Ανδρόνικος, εορτάζεται μαζί με την Αγία Ιουνία και στις 17 Mαΐου, ενώ η εύρεση των τιμίων λειψάνων του εορτάζεται στις 22 Φεβρουαρίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι, ὡς οὐρανοὶ λογικοί, τὴν δόξαν ἀστράψαντες, τοῦ κενωθέντος ἐν γῇ, συμφώνως ὑμνείσθωσαν, Κρήσκης Σιλουναὸς τέ, καὶ ὁ ἔνθεος Σίλας, ἅμα σὺν Ἀνδρονίκω, Ἐπαινετὸς ὁ θεόφρων Χριστὸν γὰρ ἰκετεύουσι, σώζεσθαι ἅπαντας.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Συνοδίτης τοῦ Παύλου γεγονὼς καὶ συνέκδημος, τὴν Νεάπολιν μάκαρ καὶ Φιλίππους ἐφώτισας, τῆς θείας ἐπιγνώσεως φωτί, Ἀπόστολε Σίλα ἱερέ. Ἀλλὰ φύλαττε καὶ σκέπε πάντας ἡμᾶς, ἐν πίστει ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐκπληροῦντι διὰ σοῦ, ἡμῶν τὰ αἰτήματα.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Εἰς τὰ τοῦ κόσμου δραμόντες πληρώματα, θεογνωσίας τὸν λόγον ἐσπείρατε· καὶ στάχυν πολύχουν δρεψάμενοι, τῷ Βασιλεῖ τῶν ἁπάντων προσήξατε, Ἀπόστολοι Χριστοῦ παναοίδιμοι.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐορτάζει σήμερον ἐν εὐφροσύνῃ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐκβοᾷ σοι Ἀπόστολε· χαῖρε ὦ Σίλα τοῦ Παύλου συνόμιλε.

Κάθισμα
Ἦχος δ'. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστέρες μέγιστοι τὴν οἰκουμένην, εὐσεβείας λάμψεσι, φωταγωγοῦντες εὐσεβῶς, εἰς τὸν αἰῶνα δοξάζεσθε, θαυματοφόροι Κυρίου Ἀπόστολοι.

Μεγαλυνάριον
Χαίρετε Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, Ἀνδρόνικε Σίλα, καὶ θεόφρον Σιλουανέ, σὺν Ἐπαινετῷ τε, καὶ Κρήσκεντι τῷ θείῳ, τῆς ἀληθοῦς σοφίας ἐνδιαιτήματα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις εὐσεβείας θεῖος πυρσός, Ἀπόστολε Σίλα, καὶ τῆς χάριτος θησαυρός· χαίροις ὁ τῷ Παύλῳ, πιστῶς διακονήσας, αἰτούμενος δὲ πᾶσιν, ἡμῖν τὰ κρείττονα.


Κυριακή 29 Ιουλίου 2018

Ἡ κατάπαυση τρικυμίας

1. ΓΙΑΤΙ ΑΡΓΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ;

Μετὰ τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καὶ δὺο ἰχθύων στὴν ἔρημο, ὁ Κύριος ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς μαθητὰς του νὰ περάσουν μὲ τὸ πλοῖο στὸ ἀπέναντι μὲρος τῆς λίμνης· καὶ ὁ ἴδιος ἀνέβηκε στὸ βουνὸ γιὰ νὰ προσευχηθῇ μόνος του. Μόλις ὅμως ἔπεσε ἡ νύκτα βαθειὰ, τὸ πλοῖο τῶν μαθητῶν εἶχε προχωρήσει καταμεσὶς στὴ λίμνη καὶ κλυδωνιζόταν ἀπὸ τὰ ἄγρια κύματα. Λίγο πρὶν ξημερώσῃ, οἱ μαθηταὶ ταλαιπωρημὲνοι ἀπὸ τὴν φοβερή τρικυμὶα, εἶδαν μέσα στὸ σκοτάδι τρομοκρατημένοι μιὰ ἀνθρώπινη μορφὴ νὰ πλησιάζῃ πρὸς αὐτοὺς, περπατῶντας πάνω στὰ κύματα, σὰν φάντασμα. Καὶ ἀπὸ τὸ φόβο τους ἔβγαλαν κραυγὲς ἀγωνίας. Ἀμὲσως ὅμως ἄκουσαν τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου νὰ τοὺς λέγῃ: «Θαρσεῖτε» Ἔχετε θᾶρρος. «Ἐγώ εἰμι». «Μὴ φοβεῖσθε».

Γιατὶ ὅμως ὁ Κύριος, τοὺς ἄφησε ὅλη τὴ νύκτα νὰ βασανίζωνται μὲ τὰ πελώρια κύματα καὶ δὲν ἔσπευσε ἀμὲσως νὰ τοὺς βοηθήσῃ; Γιατὶ δὲν ἦλθε κοντὰ τους ἀμὲσως μόλις κινδύνεψε ἡ ζωή τους; Καὶ μάλιστα ἐμφανίστηκε μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ ἐπέτεινε ἀκόμη περισσότερο τὸ φόβο καὶ τὴν ἀγωνὶα τους; Οἱ ἱεροί ἑρμηνευταί ἐξηγοῦν ὅτι ὁ Χριστὸς ἄφησε τοὺς μαθητὰς νὰ συγκλονίζωνται ὅλη τὴν νύκτα γιὰ νὰ τοὺς ἀνὰψῃ μεγαλύτερη τὴν ἐπιθυμία τῆς σωτηρίας τους. Γιὰ νὰ κατανοήσουν τὴν μικρότητα καὶ τὴν ἀδυναμία τους καὶ τὴν ἐξάρτησί τους ἀπὸ Αὐτὸν καὶ νὰ λαχταρήσουν τὴν παρουσία του. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἀπεκάλυψε ἀμὲσως τὸν ἑαυτὸ του, καθὼς περπατοῦσε πάνω στὰ κύματα, ἀλλὰ τοὺς ἄφησε, καθώς πλησίαζε περισσότερο κοντὰ τους, νὰ ζοῦν σὲ ἀκόμη μεγαλύτερη ἀγωνία.

Αὐτὴ ἡ εἰκόνα τῆς τρικυμισμὲνης λίμνης εἶναι μιὰ μικρογραφία καὶ τῆς δικῆς μας πολυκύμαντης ζωῆς μας. Κάτι παρόμοιο κάνει ὁ Κύριος καὶ στὴ δική μας ζωή. Δὲν ἐμφανίζεται καὶ δὲν ἀποκαλύπτεται ἀμὲσως μόλις ἀρχίζουμε νὰ συγκλονιζώμαστε στὰ μύρια ἄστατα κύματα τῶν πειρασμῶν καὶ δοκιμασιῶν τῆς ζωῆς μας, τὰ ὁποῖα ἀπειλοῦν νὰ μᾶς καταποντὴσουν· ἀλλὰ ἔρχεται στὴν ὕστατη στιγμὴ τῆς ἀγωνίας μας, στὸ «ἀμὴν» τῆς ὑπομονῆς μας. Καὶ μάλιστα λίγο πρὶν ἔλθῃ νὰ λύσῃ τὸ πρόβλημά μας, προσθέτει κι ἄλλους φόβους πάνω στοὺς ἀρχικοὺς, ἐπιτρέπει κι ἄλλες δοκιμασίες, κάποτε χειρότερες καὶ φοβερώτερες. Κι ἐμεῖς ἀπογοητευμὲνοι, κραυγάζουμε, Κύριε, χανόμαστε, Ἔλα. Δὲν ἀντέχουμε ἄλλο στὸ δράμα μας!

Μὴπως ὁ Κύριος δὲν ξέρει τοὺς φόβους μας καὶ τοὺς πειρασμούς μας; Ἀσφαλῶς τὰ ξέρει ὅλα. Ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μᾶς παιδαγωγεῖ καὶ μᾶς διδάσκει νὰ μὴ περιμὲνουμε ἀμὲσως τὴν λύσι ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς συνέχουν· ἀλλὰ νὰ ὑπομὲνουμε ὅσα ἔρχονται στὴ ζωή μας μὲ γενναιότητα. Διότι γνωρίζει καλά ὁ πάνσοφος δημιουργὸς μας ὅτι ἡ περίοδος αὐτὴ ποὺ τὸν περιμὲνουμε μὲ ἱερή προσδοκία νὰ ἔλθῃ στὸ πλοιάριο τῆς ψυχῆς μας, εἶναι ἡ πιὸ γόνιμη περίοδος τῆς ζωῆς μας· περιόδος κατὰ τὴν ὁποία καλλιεργούμαστε πνευματικῶς σὲ βάθος, μὲ τὴν ἀναμονὴ καὶ τὴν ὑπομονὴ, μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὴν προσευχὴ, μὲ τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὴν πίστι. Ὥσπου κάποια ὥρα ἀκοῦμε κι ἐμεῖς τὴν φωνὴ τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωὴ μας: «Θαρσεῖτε ἐγώ εἰμί». Κι ἀμὲσως γεμίζουμε εἰρήνη καὶ χαρά καθώς γαληνεύῃ ἡ τρικυμισμὲνη ζωή μας. Παίρνουμε θᾶρρος καὶ δύναμι γιὰ νὰ διαπεράσουμε τὴν θάλασσα τῶν δοκιμασιῶν, νὰ συνεχίσουμε τὸ ταξίδι αὐτῆς τῆς ζωῆς πρὸς τὴν ἀντίπερα ὄχθη, στὴν οὐράνια γαλήνη καὶ ἀσφάλεια.

2. ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΕΜΟΣ

Μὲσα στὸν τρόμο τῆς τρικυμίας ὁ Πέτρος φώναξε: Κύριε, ἐάν εἶσαι σύ, δός μου τὴν ἐντολή νὰ ἔλθω κοντὰ σου. Καὶ μόλις ὁ Κύριος τὸν ἐκάλεσε, κατέβηκε ἀπὸ τὸ πλοῖο ὁ Πέτρος κι ἄρχισε νὰ περπατᾶ πάνω στὰ νερά. Ὅταν ὅμως κάποια στιγμὴ κοίταξε τὸν ἄνεμο ποὺ ἦταν πολὺ δυνατὸς, φοβήθηκε, ἄρχισε νὰ βουλιάζῃ κι ἐκραύγασε δυνατὰ: Κύριε, σῶσε με, θά πνιγῶ! Γιατὶ ὅμως συνέβη αὐτὸ; Ὁ Πέτρος ποὺ δὲν φοβήθηκε τὸν μεγαλύτερο κίνδυνο, νὰ περπατὴσῃ πάνω στὴ θάλασσα, τώρα φοβᾶται τὸν μικρότερο, τὸν ἄνεμο, μὴν τὸν ρίξῃ κάτω; Καὶ ἐνῷ ἦταν ψαρᾶς καὶ καλός κολυμβητὴς;

Ὁ Πέτρος φοβήθηκε, διότι ἦταν πιὸ ἰσχυρή μὲσα του ἡ ὀλιγοπιστία καὶ ὁ δισταγμός. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος δὲν ἐπιτιμᾷ τὸν ἄνεμο, ἀλλὰ τὸν Πέτρο ποὺ ὀλιγοπίστησε. Γιὰ νὰ τοῦ δείξῃ ὅτι δὲν τὸν κατενίκησε ἡ μανιασμὲνη ὁρμὴ τοῦ ἀνέμου, ἀλλὰ ἡ τρεμάμενη πίστι του. Ἐάν δὲν ἀσθενοῦσε ἡ πίστι του θά μποροῦσε πολύ εὔκολα νὰ στέκεται ὁλόρθος ἀντιμὲτωπος μὲ τὸν ἄνεμο. Διότι ὁ Κύριος ποὺ τὸν ἐνίσχυσε νὰ περπατᾷ πάνω στὰ κύματα, θά τὸν ἐνίσχυε νὰ μένῃ ἀσάλευτος καὶ στὴν βία τοῦ ἀνέμου.

Ἔτσι συμβαίνει συχνὰ καὶ στὴ δική μας ζωή. Ἐνῷ μὲ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ ὑπερπηδοῦμε μεγάλα ἐμπόδια καὶ ξεπερνοῦμε φοβερές δυσκολίες, τὰ χάνουμε στὰ μικρότερα καὶ εὐκολότερα! Διότι εἴμαστε ὀλιγόπιστοι. Καὶ ἔρχεται ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἐλέγξῃ καὶ νὰ μᾶς πῇ πώς δὲν φταῖνε οἱ τρικυμίες καὶ οἱ ἄνεμοι τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ ἡ δική μας ὀλιγοπιστία. Στὰ μικρά λοιπόν ἀλλὰ καὶ τὰ μεγάλα κύματα καὶ προβλήματα τῆς ζωῆς μας, ἀναγνωρίζοντας τὴν ὀλιγοπιστία μας ἄς κραυγάζουμε μὲ θέρμη στὸν Κύριο: «Κύριε, σῶσον με». Καὶ ὁ Κύριος θά μᾶς πιάνῃ ἀπὸ τὸ χέρι καὶ θά μᾶς ἐνισχύῃ στὴν πορεία μας καὶ θά μᾶς κρατᾶ ὁλόρθους πάνω ἀπ’ τὰ κύματα.

Ἡ ποιότητα τῆς προσφορᾶς μας

«Ἕκαστος βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ»

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, ἀπευθύνεται στοὺς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, δηλαδὴ σὲ ὅσους ἐργάζονται ἱεραποστολικὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Παρομοιάζει τὴν ἱεραποστολικὴ ἐργασία μὲ τὸ κτίσιμο μιᾶς οἰκοδομῆς καὶ τοὺς ἐφιστᾶ τὴν προσοχή. Γράφει: Ὁ καθένας ἂς βλέπει πῶς χτίζει.

Ὅμως αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ ἀφορᾶ καὶ σὲ ὅλους μας: Ὁ κάθε πιστὸς «κτίζει» μὲ τὴν ποικίλη προσφορά του στὸν συνάνθρωπο.

Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια ἂς δοῦμε ποιὸ εἶναι τὸ «κτίσιμο» ποὺ κάνουμε οἱ πιστοί, πῶς πρέπει νὰ γίνεται καὶ γιατί χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχὴ σ᾿ αὐτὴ τὴν ἐργασία.

1. Οἰκογένεια, ἐπάγγελμα, ἄλλη προσφορὰ

Οἱ πιστοὶ «κτίζουν» πρῶτα-πρῶτα ὡς σύζυγοι καὶ οἰκογενειάρχες μὲ τὴν συμπεριφορά τους μεταξύ τους καὶ κυρίως μὲ τὴν ἀγωγὴ ποὺ δίνουν στὰ παιδιά τους.

Ἐπίσης προσφέρουν στὸν συνάνθρωπο μὲ τὸ ἐ­πάγ­γελμα ποὺ ἀσκοῦν. Ὁ ἐκπαιδευτικὸς κατ᾿ ἐξοχήν, ὁποιασδήποτε βαθμίδας στὴν ἐκπαίδευση, «κτίζει» στὶς ψυχὲς καὶ στὴν προσωπικότητα τῶν μαθητῶν του, διαμορφώνει τὶς εὔπλαστες ψυχές τους. Ἐπίσης οἱ γιατροί, οἱ νοσοκόμοι, οἱ κοινωνικοὶ λειτουργοί… Ἀλλὰ καὶ οἱ ὁποιοιδήποτε ἐργαζόμενοι προσφέρουν στὸ κοινωνικὸ σύνολο: οἱ δικαστὲς καὶ οἱ δικηγόροι, οἱ ἀξιωματικοί, οἱ δημόσιοι ὑπάλληλοι, οἱ τεχνίτες, οἱ οἰκοδόμοι, οἱ ἐργάτες βιομηχανικῆς μονάδος…

Σ᾿ ὅλους τοὺς χώρους «κτίζει» κανεὶς μὲ τὶς ποικίλες ἀγαθοεργίες, ἐξυπηρετήσεις καὶ ἐλεημοσύνες ποὺ φιλοτιμεῖται νὰ κάνει. Πῶς ὅμως πρέπει νὰ γίνεται αὐτὸ τὸ κτίσιμο;

2. Ὅπως θέλει ὁ Θεὸς

Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος χρησιμοποιεῖ δύο ἐκφραστικὲς εἰκόνες: Ἄλλος χτίζει μὲ πολύτιμα ὑλικά: χρυσάφι, ἀσήμι, πολύτιμους λίθους. Αὐτὸς χτίζει καλά. Ἄλλος χρησιμοποιεῖ εὐτελὴ οἰκοδομικὰ ὑλικά: ξύλα, χόρτα, καλάμια. Αὐτὸς δὲν χτίζει καλά.Τί σημαίνουν αὐτά; Ὅποιος χτίζει μὲ πολύτιμα ὑλικά, χτίζει σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ· δηλαδὴ προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του στὸν συνάνθρωπο ταπεινὰ καὶ μὲ ἀγάπη πρὸς ἐκεῖνον, μὲ φόβο Θεοῦ, μὲ εὐσυνειδησία καὶ τιμιότητα, μὲ εἰλικρινὲς ἐνδιαφέρον γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τοὺς ὁ­ποίους διακονεῖ ἢ ἐλεεῖ.

Ἀντίθετα, ὅποιος χτίζει μὲ εὐτελὴ ὑλικά, χτίζει ὄχι ὅπως θέλει ὁ Θεός, ἀλλὰ μὲ ἰδιο­τέλεια· ἴσως μὲ σκοπὸ νὰ βγάλει χρήματα, ἀκόμη καὶ μὲ ἀθέμιτο τρόπο, χωρὶς νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ πρόβλημα τοῦ συνανθρώπου του, ἢ «πρὸς τὸ θεαθῆναι», ὅπως ἐλεοῦσαν οἱ Φαρισαῖοι, γιὰ νὰ ἐπαινεθοῦν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ὅτι εἶναι ἐλεήμονες (βλ. Ματθ. ς´ 1)· ἢ χτίζει πρόχειρα, ἀσυνείδητα ἢ μὲ γογγυσμό…

3. Ὁ Κύριος θὰ δοκιμάσει τὸ οἰκοδόμημά μας

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθύνει ἔντονη ἔκκληση στὸν πνευματικὸ οἰκοδόμο· τοῦ ἐφιστᾶ τὴν προσοχή: «Ἕκαστος βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ». Γιατί; Διότι τὸ οἰκοδόμημά του θὰ δοκιμασθεῖ μὲ αὐστηρότητα καὶ ἀκρίβεια, μὲ αἰώνιες συνέπειες γιὰ τὸν ἴδιο: ἢ τὴν αἰώνια σωτηρία ἢ τὴν αἰώνια ἀπώλειά του.«Ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει», γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος· «ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει». Ἡ ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου θὰ φανερώσει τὴν ποιότητα τῆς ἐργασίας τοῦ κάθε πιστοῦ. Διότι τότε ἡ ἐνέργεια τῆς θείας δικαιοσύνης σὰν ἄλλη φωτιὰ θὰ διαπεράσει τὸ οἰκοδόμημα. Ἂν εἶναι ἀπὸ εὐτελὴ καὶ εὔφλεκτα ὑλικά, θὰ καεῖ, θὰ καταστραφεῖ, ὁ δὲ οἰκοδόμος θὰ κατακριθεῖ. Ἂν εἶναι ἀπὸ πολύτιμα ὑλικά, ποὺ ἀντέχουν στὴ φωτιά, τὸ οἰκοδόμημα δὲν θὰ καταστραφεῖ καὶ ὁ πιστὸς θὰ λάβει μισθὸ ἀπὸ τὸν Θεό.Ἀλλὰ καὶ γιὰ ἕναν ἄλλον λόγο χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχὴ στὸ κτίσιμο: διότι τώρα δὲν φαίνεται καθαρὰ ἡ ποιότητά του. «Ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει». Ἐκείνη ἡ ἡμέρα θὰ τὴ φανερώσει. Τότε ὁ Κύριος θὰ φανερώσει «τὰς βουλὰς τῶν καρδιῶν», τὶς ἐσωτερικὲς σκέψεις καὶ τὰ ἐλατήρια τῶν καρδιῶν (Α´ Κορ. δ´ 5). Εἶναι ἐνδεχόμενο νὰ νομίζει καν­εὶς ὅτι ἐργάζεται ὅπως θέλει ὁ Θεός, ἀλλὰ ἡ πραγματικότητα νὰ εἶναι διαφορετική· κι ἐκείνη τὴν ἡμέρα νὰ ἐκπλαγεῖ ἀπὸ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχή, αὐτοκριτική, παρακολούθηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ταπεινὴ ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους.

***

Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ὀφείλει νὰ εἶναι ἄνθρωπος ἀγάπης, διότι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη ὅμως δὲν ἔγκειται στὶς ἐξωτερικὲς πράξεις τῆς προσφορᾶς, ἂν καὶ ἐκδηλώνεται ὁπωσδήποτε μὲ αὐτές. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σὲ ὅσους ἀγάπησαν εἰλικρινὰ τὸν Κύριο καὶ ταπεινώθηκαν ἀπέναντί Του. Ὅσο καλλιεργοῦμε πνευματικὰ τὸν ἑαυτό μας, ὅσο ἀγωνιζόμαστε νὰ καθαριστοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη, τόσο τὸ Ἅγιον Πνεῦμα θὰ μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴ φιλαυτία καὶ τὴν ἰδιοτέλειά μας καὶ θὰ κραταιώνει μέσα μας τὴν πνευματικὴ ἀγάπη, τὴν κορυφαία ἀρετὴ ποὺ μᾶς ἐξομοιώνει μὲ τὸν Θεὸ καὶ μᾶς εἰσάγει στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Τότε ὅ,τι κάνουμε θὰ εἶναι ἅγιο. Θὰ χτίζουμε μὲ χρυσάφι καὶ ἀσήμι. Διότι ἡ ἀγάπη εἶναι ἀληθινὸ χρυσάφι καὶ ἀσήμι. Αὐτὴ τὴν ἀγάπη εἴθε νὰ δώσει ὁ Θεὸς σὲ ὅλους μας.

Άγιος Κωνσταντίνος, Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης

Πρόκειται για τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο τον Α', που διαδέχτηκε τον Ιωάννη τον Ε' το έτος 674. Είχε κάνει προηγούμενα διάκονος και σκευοφύλακας. Πατριάρχευσε δύο χρόνια και τρεις μήνες. Δεν έχουμε πολλά βιογραφικά του στοιχεία. Βέβαιο είναι όμως, ότι διακρινόταν για το αυστηρά Ορθόδοξο φρόνημα του, τον ζήλο για την υπεράσπιση της Εκκλησίας κατά των κακοδόξων, των μονοθελητών, επίσης για τον άφιλοχρήματο και φιλόπτωχο χαρακτήρα του.

Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως, έχει άλλη άποψη περί του Αγίου αυτού και εικάζει ότι πρόκειται περί του Αγίου Κωνσταντίνου Γ' του Λειχούδη, γράφοντας περί αυτού τα έξης: «Ο Νικόδημος και κατ' αυτόν και ο Γεδεών αποδέχονται ότι ούτος είναι ο Κωνσταντίνος Α' ο πατριαρχεύσας από του 674-676 ο από διακόνου και σκευοφύλακος της μεγάλης εκκλησίας εις τον πατριαρχικόν θρόνον αναβάς εις διαδοχήν Ιωάννου του Ε'. Αλλά εν τω Συναξαριστή Delehaye "μνήμη Κωνσταντίνου του νέου πατριάρχου Κωνσταντιπόλεως"· γίνεται λοιπόν διάκρισις μεταξύ παλαιοτέρου ομωνύμου πατριάρχου και νεωτέρου και ως τοιούτον θα δεχθώμεν Κωνσταντίνον τον Γ' (ο Β' ην εικονομάχος) τον Λειχούδην, Ιερατεύσαντα από του 1059-1063, τον άλλοτε πρωτοβεστιάριον και πρόεδρον της συγκλήτου, και είτα εύνούχον και μοναχόν, τον διαδεχθέντα Μιχαήλ τον Κηρουλλάριον. Υπήρξεν ενάρετος και Ιδρυτής μονής της Θεοτόκου εν Κωνσταντινοπόλει, ως μαρτυρεί ο Ψελλός εν τω προς τον πατριάρχην επιταφίω αυτού λόγω (ιδ. Σάθα, Μεσαίων. Βιβλ. Δ', σ. 445} και επομένως δικαιολογείται η μετά των οσίων κατάταξις αυτού».

Άγιος Θεοδόσιος ο Νέος (ή Μικρός) ο Ευσεβής Βασιλιάς

Ο Βασιλιάς Θεοδόσιος Β' βασίλευσε το έτος 408 σε ηλικία μόλις επτά χρονών, διάδοχος του πατέρα του Αρκαδίου. Ονομάστηκε Μικρός για να διακρίνεται από τον παππού του τον Μεγάλο. Του μετέδωσε τη χριστιανική ευσέβεια η αδελφή του Πουλχερία και έτσι έτρεφε μεγάλη ευλάβεια και αφοσίωση στην ορθόδοξη πίστη. Όταν ο Θεοδόσιος ο Μικρός ανέλαβε το βασιλικό σκήπτρο, με τη βοήθεια της αδελφής του Πουλχερίας, υποστήριξε θερμά την αλήθεια της Ορθόδοξης Πίστης και την ασφάλεια του συμβόλου της. Έτσι, με βασιλικό θέσπισμα της 19ής Νοεμβρίου του 430, συνήλθε την 22α Ιουνίου του 431 στην Έφεσο η Γ' Οικουμενική Σύνοδος, που καταδίκασε τις αιρετικές δοξασίες του Νεστορίου. Η Εκκλησία, για τη θερμή ευσέβεια και την σπουδαία αυτή υπηρεσία του Θεοδοσίου Β' προς την Ορθοδοξία, τον κατάταξε στον χορό των Αγίων της.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Θεοδότη και τα τρία παιδιά της

Η Αγία Θεοδότη καταγόταν από τη Νίκαια της Βιθυνίας. Από μικρή τηρούσε στην ζωή της με μεγάλη συνέπεια τις εντολές του Θεού κάτι το οποίο προσπαθούσε να περάσει και στα παιδιά της. Λόγω της χριστιανικής της πίστης συνελήφθη από τον άρχοντα Λευκάδιο, (ο οποίος την είχε ζητήσει σε γάμο, αλλά εκείνη του το είχε αρνηθεί) και αυτός την παρέδωσε στον άρχοντα της Βιθυνίας, Νικήτιο. Εκείνος, σκληρός και κακεντρεχής όπως ήταν, έριξε την Θεοδότη και τα τρία παιδιά της μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο, όπου παρέδωσαν την ψυχή τους στον Θεό, για να λάβουν το στέφανο της αιωνίου ζωής.

Η μνήμη της Αγίας Θεοδότης και των τριών παιδιών της επαναλαμβάνεται και την 22α Δεκεμβρίου με παρόμοια βιογραφικά στοιχεία.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὡς δῶρον ἐκλεκτόν, Θεοδότη θεόφρον, προσήγαγες Θεῷ, τοὺς ἐνθέους βλαστούς σου, σὺν τούτοις γὰρ ἠγώνισαι, ἱερῶς ἐναθλήσασα, μεθ’ ὧν πρέσβευε, ὑπὲρ ἡμῶν τῷ Κυρίῳ, δοῦναι ἄφεσιν, ἁμαρτιῶν ἡμῖν πᾶσι, καὶ βίου διόρθωσιν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός



Άγιος Καλλίνικος

Ο Άγιος Καλλίνικος κατάγονταν από την Κιλικία. Ήταν ευσεβής και ενάρετος και είχε σαν έργο ζωής την κατήχηση των εθνικών με σκοπό τη σωτηρία τους. Όταν έφθασε στην Αίγυπτο, φανατικοί ειδωλολάτρες εξεγέρθηκαν εναντίον του, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον ηγεμόνα Σακέρδωνα. Αυτός, υποκρινόμενος, έδειξε ότι λυπάται, και για να κάμψει το φρόνημα του Καλλινίκου, ανέφερε δήθεν περιστατικά πρώην γενναίων χριστιανών, που όταν αντίκρισαν τα σκληρά βάσανα, αρνήθηκαν την πίστη τους. Ο Καλλίνικος, αντιλαμβανόμενος την υποκρισία του ηγεμόνα, μειδίασε και του είπε: «Μην αναβάλλεις, έπαρχε, να λάβεις πείρα της δύναμης με την οποία ο Χριστός οπλίζει τους γνήσιους πιστούς Του. Γρήγορα ετοίμασε όλα σου τα κολαστήρια όργανα, φωτιά, ξίφη, τροχούς, μαχαίρια, μαστίγια και ό,τι άλλο σκληρό μαρτύριο έχεις. Όλα αυτά και άλλα περισσότερα και σκληρότερα βασανιστήρια ποθώ για την αγάπη του Χριστού». Πράγματι, ο έπαρχος τον μαστίγωσε σκληρά. Του φόρεσε παπούτσια, τα οποία είχαν καρφιά και τον ανάγκασε να τρέχει μέχρι την πόλη της Γάγγρας σε απόσταση ογδόντα στάδια. Έσκισε τις σάρκες του με σιδερένια νύχια και όπως ήταν μισοπεθαμένος, τον έδεσε πίσω από ένα άγριο άλογο, που τον έσυρε για πολλά χιλιόμετρα. Τόση ήταν η λύσσα του έπαρχου, που πρίν ο Καλλίνικος αφήσει την τελευταία του πνοή, τον έριξε μέσα στη φωτιά. Έτσι ένδοξα πήρε το στεφάνι του μαρτυρίου. Η δε σύναξη του γινόταν κοντά στην γέφυρα του Iουστινιανού, και κοντά σε κάποιο μέρος που λεγόταν Πετρίον.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Κλῆσιν σύνδρομον, ἔχων τῷ βίῳ, νίκος καλλίστον, ἤρας ἐν ἄθλοις, καταλλήλως γεγονῶς ὁ προκέκλησαι, σὺ γὰρ καλῶς τὸν ἀγῶνα τελέσας σου, ὡς νικητὴς ἐδοξάσθης Καλλίνικε. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὰ ἄνω τερπνά, ἀξίως νῦν κεκλήρωσαι· Χριστοῦ γὰρ σφοδρῶς, τῷ πόθῳ πυρακτούμενος, τοῦ πυρὸς Καλλίνικε, δι᾽ αὐτοῦ ἀνδρείως κατετόλμησας· ᾧ καὶ νῦν παριστάμενος, μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πάντων ἡμῶν.


Σάββατο 28 Ιουλίου 2018

Εὐαγγέλιον Κυριακὴς

Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. 23 καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. 24 τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. 25 τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. 26 καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ δὲ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. 27 εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. 28 ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρὸς σὲ ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα· 29 ὁ δὲ εἶπεν, Ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. 30 βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. 31 εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; 32 καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος. 33 οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ. 34 Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.

Ερμηνευτική απόδοση

Και αμέσως ο Ιησούς ηνάγκασε τους μαθητάς να εισέλθουν στο πλοίον και να πάνε προ αυτού στο απέναντι μέρος, μέχρις ότου αυτός απολύση τα πλήθη του λαού. (Τούτο δε το έκαμε δια να μη παρασυρθούν και οι μαθηταί από τον άκριτον ενθουσιασμόν των ανθρώπων αυτών, που ήθελαν να τον ανακηρύξουν βασιλέα). 23 Αφού δε διέλυσε τα πλήθη, ανέβη στο όρος, δια να προσευχηθή μόνος και απερίσπαστος. Οταν δε άρχισε να νυκτώνη, ήτο μόνος. 24 Το δε πλοίον ευρίσκετο στο μέσον της θαλάσσης και εταλαιπωρείτο πολύ από τα κύματα, διότι ήτο αντίθετος ο άνεμος. 25 Κατά δε τα χαράματα, το τέταρτον τρίωρον της νυκτός, κατά τον χρόνον που η τετάρτη βάρδια των φρουρών ανελάμβανε υπηρεσίαν, ήλθεν ο Ιησούς προς τους μαθητάς περιπατών επάνω εις την θάλασσαν. 26 Οταν δε τον είδαν οι μαθηταί να περιπατή επάνω εις την θάλασσαν, εταράχθησαν και έλεγαν ότι είναι φάντασμα και από τον φόβον έκραξαν. 27 Αμέσως όμως ωμίλησεν ο Ιησούς προς αυτούς και τους είπε· “θάρρος, εγώ είμαι· μη φοβείσθε”. 28 Απεκρίθη δε εις αυτόν ο Πετρος και είπε· “Κυριε, εάν είσαι συ, διάταξέ με να έλθω προς σε περιπατών επάνω εις τα νερά”. 29 Ο δε Κυριος του είπε· “έλα”. Κατέβηκε ο Πετρος από το πλοίον και επεριπάτησε επάνω εις τα νερά, δια να έλθη στον Ιησούν. 30 Οταν όμως είδε τον άνεμον ισχυρόν, εφοβήθη, εκλονίσθη η πίστις του, ήρχισε να βυθίζεται και εφώναξε δυνατά λέγων· “Κυριε σώσε με”. 31 Αμεσως δε ο Ιησούς άπλωσε το χέρι του, τον έπιασε και του είπε· ολιγόπιστε διατί εκλονίσθης εις την πίστιν και εδειλίασες;” 32 Οταν δε ανέβησαν στο πλοίον, έπαυσε ο άνεμος. 33 Οι μαθηταί, που ήσαν στο πλοίον, ήλθαν, εγονάτισαν με σεβασμόν προς αυτόν και είπαν· “αληθινά συ είσαι Υιός του Θεού”. 34 Και αφού διέσχισαν την θάλασσαν, ήλθαν εις την χώραν της Γεννησαρέτ. 

Ἀπόστολος Κυριακής

Ἀδελφοί, Θεοῦ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε. Κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν μοι ὡς σοφὸς ἀρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα, ἄλλος δὲ ἐποικοδομεῖ· ἕκαστος δὲ βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ· θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν ᾿Ιησοῦς Χριστός. εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται· εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός. Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γὰρ ναὸς τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς.

Ερμηνευτική απόδοση


Ο Απολλώς, λοιπόν, και εγώ είμεθα μεταξύ μας ένα, συνεργάται του Θεού δια την ιδικήν σας σωτηρίαν. Σεις δε είσθε αγρός και ιδιοκτησία του Θεού, που καλιεργείται από αυτόν τον ίδιον. Είσθε οικοδόμημα του Θεού, που εις την πραγματικότητα κτίζεται από τον ίδιον τον Θεόν με όργανά του ημάς. 10 Συμφωνα δε με την χάριν και την αποστολήν που μου έδωσεν ο Θεός μεταξύ των εθνών, εγώ, σαν σοφός αρχιτέκτων φωτισμένος από τον Θεόν, έχω θέσει ακλόνητον θεμέλιον εις την Κορινθον και άλλος κτίζει επάνω στο θεμέλιον αυτό. Ο καθένας όμως ας βλέπη και ας προσέχη πως κτίζει επάνω στο θεμέλιον. 11 Δεν πρέπει δε να ασχολήται με νέαν θεμελίωσιν, διότι κανένας δεν ημπορεί να βάλη άλλο θεμέλιο αγκωνάρι εκτός από εκείνο που έχει ήδη τεθή και κείται εις την βάσιν της οικοδομής· και αυτός είναι ο Ιησούς Χριστός. 12 Εάν δε κανείς κτίζη επάνω στο θεμέλιον αυτό πολύτιμα υλικά, όπως είναι ο χρυσός, ο άργυρος, οι πολύτιμοι λίθοι, η κτίζη ξύλα, χορτάρι και καλάμια, 13 ας έχη υπ' όψιν του, ότι του καθενός οικοδόμου θα γίνη φανερόν το έργον και η αξία του. Διότι η μεγάλη εκείνη ημέρα της κρίσεως θα το φανερώση ολοκάθαρα. Επειδή θα συνοδεύεται αυτή με την θείαν δικαιοσύνην, η οποία σαν φως θα αποκαλύπτη και σαν πυρ θα κατακαίη κάθε τι το ευτελές και σάπιο. Και του καθενός το έργον τι είναι και τι αξίζει, θα το φανερώση η δικαία κρίσις του Θεού που ομοιάζει με την φωτιά. 14 Εάν, λοιπόν, το έργον που ένας ωκοδόμησε επάνω στο θεμέλιον, στον Χριστόν, μένη άθικτον από την φωτιά, καθ' ο στερεόν και ανθεκτικόν, αυτός θα λάβη μισθόν. 15 Εάν όμως κάποιου άλλου το έργον κατακαή και γίνη στάκτη, αυτός θα ζημιωθή, διότι οι κόποι του θα πάνε χαμένοι. Ο ίδιος όμως ίσως σωθή με πολύ μεγάλην δυσκολίαν, σαν εκείνον που διέρχεται ανάμεσα από τας φλόγας. (Θα σωθή εάν η δικαιοσύνη του Θεού τον κρίνη, τουλάχιστον δια την καλήν του διάθεσιν, άξιον συγνώμης και σωτηρίας). 16 Σεις οι Κορίνθιοι είσθε αυτό το πνευματικόν οικοδόμημα, δια το οποίον ομιλώ. Σας ερωτώ, λοιπόν· δεν γνωρίζετε, ότι είσθε πράγματι πνευματικός ναός του Θεού και ότι το πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας και μεταξύ σας; 17 Εάν, λοιπόν, κανείς με τας φιλονεικίας και τας διαιρέσεις καταστρέφη τον ναόν του Θεού, ας γνωρίζη αυτός, ότι θα τον καταστρέψη ο Θεός. Διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, ιερόν αφιέρωμα στον Θεόν. Τετοιος δε άγιος ναός του Θεού είσθε σεις. 

Όσιος Παύλος ο Ξηροποταμινός

Ο Όσιος Παύλος έζησε τον 10ο αιώνα μ.Χ. και ήταν υιός ευσεβών βυζαντινών αρχόντων, κατά τον βίο του «ύπατος των φιλοσόφων», που από νωρίς ασπάσθηκε την αρετή.

Ως επαίτης αναχωρεί από την Κωνσταντινούπολη κι έρχεται αγνώριστος στο αγιώνυμο Όρος. Κοντά στη σημερινή μονή του Ξηροποτάμου, της οποίας υπήρξε κτήτορας, έστησε την ασκητική του καλύβη, έχοντας για στρώμα τη γη και για προσκέφαλο μια πέτρα. Η αρετή του τον έκανε θαυμαστό και οι άνθρωποι έρχονταν από παντού να τον γνωρίσουν. Στην πατρίδα του, όπου για λίγο επιστρέφει, γίνεται πηγή ωφέλειας μεγάλης.

Ο πόθος μεγαλύτερης ησυχίας τον απομακρύνει από τη μονή του Ξηροποτάμου και τον φέρνει στους πρόποδες του Άθω, όπου και αναγκάζεται από τους πολλούς μαθητές του να κτίσει νέα μονή, προς τιμή του Αγίου Γεωργίου, γνωστή σήμερα ως του Αγίου Παύλου. Προγνώρισε το τέλος του πριν από αρκετό καιρό και ετοιμάσθηκε για την αναχώρηση διδάσκοντας τους μαθητές του: «έχετε, τέκνα και αδελφοί, την αγάπην, την ευχήν, την ταπείνωσιν και την υπακοήν διότι όποιος μοναχός δεν έχη αυτάς τας αρετάς, δεν πρέπει να λέγεται μοναχός, αλλά κοσμικός».

Κείμενα του Οσίου Παύλου, σώζονται στη Μονή Ξηροποτάμου, εκ των οποίων έξι Κανόνες στους Αγίους 40 μάρτυρες, κανόνας ιαμβικός στον τίμιο σταυρό και λόγος στα Εισόδια της Θεοτόκου.

Νεώτερη ακολουθία συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.




Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Βασιλείου ἀξία ἀνταλλαξάμενος, τὸν θεούφαντον τρίβωνα τῆς ὅσιας ζωῆς, ὡς ἀστὴρ ἑωθινὸς ἐν Ἄθῳ ἔλαμψας, καὶ ὁδηγεῖς φωτιστικῶς, Μοναζόντων τοὺς χορούς, πρὸς κτῆσιν τὴν τῶν κρειττόνων, Παῦλε Πατέρων ἄκρατης, καὶ πρεσβευτὰ ἠμῶν πρὸς Κύριον.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀνάκτων βλάστημα, Παῦλε θεόφρον, κληρονόμος ἄξιος, καὶ υἱὸς ὤφθης εὐκλεής, τοῦ οὐρανίου Παντάνακτος, δι’ ἰσαγγέλου ζωῆς Πάτερ Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον
Ὤφθης βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ὡς ἀνάκτων γόνος, κληρονόμος δι’ ἀρετῶν· σὺ γὰρ Πάτερ Παῦλε, ἀγγελικῶς βιώσας, τῆς ὑπὲρ νοῦν εὐκλείας, λαμπρῶς ἠξίωσαι.


Άγιος Ακάκιος

Ο Άγιος Ακάκιος, καταγόταν από την Απολλωνία και μαρτύρησε στα χρόνια του βασιλιά Λικίνιου. Ήταν ένθερμος υποστηρικτής του Ευαγγελίου και δεινός κήρυκάς του. Λόγω του έργου του καταγγέλθηκε και βασανίστηκε. όμως με τη θεία επέμβαση, βγήκε αλάβωτος από τα βασανιστήρια. Έτσι δεν έπαθε τίποτα όταν τον έριξαν μέσα σε καζάνι με βραστό νερό και διασώθηκε από την αγριότητα πεινασμένου λιονταριού. Βλέποντας αυτά τα θαύματα ο έπαρχος Τερέντιος, τον άφησε ελεύθερο.

Στη συνέχεια ο Άγιος μετέβη στην Μίλητο, όπου και συνέχισε το κήρυγμα του Ευαγγελίου και της μιας αληθινής πίστης του Κυρίου. Εκεί ο Άγιος συνελήφθη και οδηγήθηκε στον ναό των ειδώλων και με την απειλή των βασανιστηρίων, θέλησαν οι ειδωλολάτρες να τον κάνουν να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Άγιος Ακάκιος όμως με την δύναμη της προσευχής του και μόνο, μπόρεσε να συντρίψει τα αγάλματα των ειδώλων. Για αυτή του την πράξη αποκεφαλίστηκε.

Το άγιο λείψανό του, το παρέλαβε ο Πρεσβύτερος Λεόντιος και αφού το άλειψε με μύρα, το εναπόθεσε στην πόλη των Συνάδων.

Άγιος Ευστάθιος που μαρτύρησε στην Άγκυρα

Ο Άγιος Ευστάθιος γεννήθηκε στην πόλη Άγκυρα και είναι από τα λαμπρά στολίσματα της Εκκλησίας.

Θαρραλέος κήρυκας του Ευαγγελίου και ακούραστος εργάτης των εντολών του, καταγγέλθηκε στον έπαρχο Κορνήλιο. Στην ανάκριση που του έκαναν, επέμεινε στην ομολογία του Χριστού και καταδικάστηκε στην πιο βάρβαρη ποινή. Του τρύπησαν δηλαδή τους αστραγάλους, έπειτα, αφού τον έδεσαν από τις τρύπες των πληγών του με σχοινί, τον έσυραν στον ποταμό Σάγαρι, στα νερά του οποίου τον έριξαν. Διασώθηκε όμως από τη θεία χάρη και βγήκε έξω.

Μετά από λίγες μέρες, όταν το έμαθε αυτό ο έπαρχος, ντροπιασμένος σκότωσε τον Ευστάθιο με το δικό του μαχαίρι. Έτσι ο Ευστάθιος, παρέδωσε την αγία του ψυχή, στεφανωμένος με το στεφάνι του μαρτυρίου


Άγιοι Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένας οι Απόστολοι και Διάκονοι

«Ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος» (Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, κ΄ 26). Όποιος, δηλαδή, θέλει να γίνει μέγας μεταξύ σας, είπε ο Κύριος, ας είναι υπηρέτης σας και ας μαθαίνει να γίνεται εξυπηρετικός στους άλλους. Σ’ αυτήν την κατηγορία ανθρώπων ανήκαν και οι απόστολοι (από τους 70 μαθητές του Κυρίου) Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένος. Αυτοί ήταν μεταξύ των επτά εκλεγμένων διακόνων της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας των Ιεροσολύμων (Πράξ. στ' 5). Το έργο τους ήταν να υπηρετούν και να επιστατούν στη διατροφή των απόρων μελών της Εκκλησίας, ιδιαίτερα των ορφανών και των χηρών. Αλλά υπηρετούσαν και στη διάδοση του θείου λόγου.

Έτσι αργότερα, ο μεν Πρόχορος ακολούθησε τον ευαγγελιστή Ιωάννη στη Μικρά Ασία, όπου έγινε επίσκοπος Νικομήδειας και αναδείχθηκε τέλειος διάκονος του επισκοπικού καθήκοντος, ο δε Τίμων υπέστη μαρτυρικό θάνατο στη Βόστρα της Αραβίας, όπου είχε σταλεί να υπηρετήσει το Ευαγγέλιο. Οι άλλοι δύο, ο Νικάνωρ και ο Παρμενάς, πέθαναν στην Ιερουσαλήμ, εκτελώντας το διακονικό τους έργο. Κηδεύθηκαν από τους ίδιους τους Αποστόλους, κάτω από το πένθος όλης της Εκκλησίας, την οποία υπηρέτησαν με τόσο ζήλο και επιτυχία. Έτσι, ο καθένας χωριστά, αναδείχθηκε «πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ» (Επιστολή προς Έφεσίους, στ' 21). Δηλαδή πιστός διάκονος στο έργο του Κυρίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖοι συνέκδημοι, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, θεόθεν ἐκρίθητε διακονεῖν εὐσεβῶς, τῷ θείῳ πληρώματι, Πρόχορε θεηγόρε, σὺν Νικάνορι ἅμα, Τίμων ὁ θεοκήρυξ. Παρμενᾶς τε ὁ θεῖος, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Διάκονοι σεπτοί, καὶ αὐτόπται τοῦ Λόγου, καὶ σκεύη ἐκλογῆς, ἀνεδείχθητε πίστει, Νικάνορ καὶ Πρόχορε, Παρμενᾶ, Τίμων ἔνδοξε· ὅθεν σήμερον, τὴν ἱερὰν ὑμῶν μνήμην, ἑορτάζομεν, ἐν εὐφροσύνῃ καρδίας, ὑμᾶς μακαρίζοντες.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Οσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου

Η Οσία Ειρήνη έζησε στα χρόνια της βασίλισσας Θεοδώρας, που αναστήλωσε τις άγιες εικόνες.

Η Ειρήνη καταγόταν από την Καππαδοκία και διακρινόταν όχι μόνο για την ευσέβειά της, αλλά και για την σωματική ωραιότητά της και για την ευγενή ανατροφή της. Είχε ζητηθεί λοιπόν σε γάμο, από διακεκριμένο άνδρα του παλατιού και ξεκίνησε για το Βυζάντιο. Στη διαδρομή όμως, πέρασε από τη Μονή του Χρυσοβαλάντου και τόσο ελκύστηκε από τη συναναστροφή των καλογριών, ώστε πήρε τη μεγάλη απόφαση να παραμείνει μαζί τους. Έτσι απέρριψε τις κοσμικές δόξες, γύρισε στην πατρίδα της, πούλησε τα υπάρχοντά της, βοηθώντας πολλούς φτωχούς και τα υπόλοιπα χρήματα τα εναπόθεσε στη Μονή. Έγινε μοναχή και η ζωή της μέσα στο μοναστήρι υπήρξε πολύ ασκητική και αγία.

Όταν πέθανε η ηγουμένη, η Ειρήνη, παρά την άρνηση της, ορίστηκε διάδοχος της. Από τη νέα της θέση, επετέλεσε τα καθήκοντα της άριστα. Ο Θεός μάλιστα, την προίκισε με το προφητικό και θαυματουργικό χάρισμα. Έτσι διά της προσευχής της, απάλλαξε πολλούς από τα δαιμόνια. Προαισθάνθηκε τον θάνατο της και απεβίωσε ειρηνικά, γεμάτη χαρά για το ευχάριστο ουράνιο ταξίδι της.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Βασιλείας γήινους πάλαι οὐκ ἔτυχες, ἀλλ' ἄφθάρτων στεφάνων νῦν σὲ ἠξίωσεν, ὁ Νυμφίος σου Χριστὸς ὁ ὡραιότατος, ᾧ καθιέρωσας σαυτήν, ὅλῃ καρδίᾳ καὶ ψυχῇ, Εἰρήνη Ὁσία Μῆτερ, Χρυσοβαλάντου ἡ δόξα, ἡμῶν δὲ προσφυγὴ καὶ βοήθεια.

Παρασκευή 27 Ιουλίου 2018

Ὁ μοναχὸς ἀπὸ τὸ Σινὰ καὶ τὸ θαῦμα στὴν Θεία Λειτουργία...

 Ἀφηγήθηκαν κάποτε οἱ πατέρες γιὰ ἕναν ἀδελφὸ ὅτι «Ὅταν μιὰ Κυριακὴ γινόταν ἀκολουθία ξεκίνησε νὰ ἔλθει στὴν ἐκκλησία σύμφωνα μὲ τὴ συνήθεια ἀλλὰ τὸν κορόιδεψε ὃ διάβολος λέγοντας τοῦ- « Πηγαίνεις στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ μεταλάβεις ἄρτο καὶ οἶνο καὶ γιὰ νὰ σοῦ ποῦν ὅτι αὐτὰ εἶναι σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ; Μὴν κοροϊδεύεσαι».
   Ὃ ἀδελφὸς ὑπάκουσε στὸν λογισμό του καὶ δὲν πῆγε σύμφωνα μὲ τὴν συνήθεια στὴν ἐκκλησία, ἐνῶ οἱ ἀδελφοί του τὸν περίμεναν γιατί ἔτσι εἶναι ἢ συνήθεια σὲ κείνη τὴν ἔρημο, νὰ μὴν τελοῦν τὴν ἀκολουθία μέχρις ὅτου ἔλθουν ὅλοι. Ἀφοῦ τὸν περίμεναν ἀρκετὰ καὶ κεῖνος δὲν ἐρχόταν, μερικοὶ ἀπ’ αὐτοὺς πῆγαν στὸ κελὶ τοῦ σκεπτόμενοι- « Μήπως εἶναι ἄρρωστος ἢ πέθανε ὃ ἀδελφός;».
   Ὅταν ἦλθαν στὸ κελὶ τὸν ρωτοῦσαν « Γιατί ἀδελφὲ δὲν ἦλθες στὴν ἐκκλησία;»  Αὐτὸς ντρεπόταν νὰ τοὺς ἀπαντήσει. Ὅταν ὅμως ἀντιλήφτηκαν τὸ φαῦλο τέχνασμα τοῦ διαβόλου, οἱ ἀδελφοὶ τὸν ὑποχρέωσαν νὰ τοὺς ὁμολογήσει τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ διαβόλου. Αὐτὸς τοὺς ἀπάντησε•
   - Συγχωρῆστε μέ, ἀδελφοί, γιατί ἐνῶ ξεκινοῦσα ὅπως πάντα νὰ ἔλθω στὴν ἐκκλησία, ὃ λογισμός μου, μοῦ λέγει ὅτι δὲν εἶναι τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ αὐτὸ ποῦ πᾶς νὰ μεταλάβεις, ἂλλ’ εἶναι ἁπλῶς ἄρτος καὶ οἶνος.
Ἂν λοιπὸν θέλετε νὰ ἔλθω μαζί σας, διορθῶστε μου τὸν λογισμὸ γιὰ τὴ θεία λειτουργία «. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν «Σήκω, ἔλα μαζί μας καὶ θὰ παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ νὰ σοῦ δείξει ζωντανὰ τὴν θεϊκὴ δύναμη». Αὐτὸς πῆγε στὴν ἐκκλησία καὶ ἐκεῖ ἀφοῦ ἱκέτευσαν πάρα πολὺ τὸν Θεὸ γιὰ τὸν ἀδελφό, δηλαδὴ νὰ τοῦ ἀποκαλυφθεῖ ἢ δύναμη τῶν μυστηρίων, ἄρχισαν ἀμέσως τὴ θεία λειτουργία, ἀφοῦ τοποθέτησαν τὸν ἀδελφὸ στὴ μέση της ἐκκλησίας, ἐνῶ αὐτὸς ὡς τὴν ἀπόλυση δὲν σταμάτησε νὰ βρέχει μὲ τὰ δάκρυα τοῦ τὸ πρόσωπό του.
   Μετὰ τὸ τέλος τῆς λειτουργίας παρακάλεσαν οἱ πατέρες τὸν ἀδελφὸ νὰ τοὺς ἀπαντήσει- «Πὲς μᾶς ἄν σου ἔδειξε κάτι ὃ Θεὸς γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε καὶ μεῖς». Αὐτὸς κλαίγοντας ἄρχισε νὰ λέγει- «Ὅταν τέλειωσε ὃ κανόνας τῆς ψαλμωδίας καὶ ἀναγνώστηκε ἢ διδαχὴ τῶν ἀποστόλων καὶ ἑτοιμάστηκε ὃ διάκονος νὰ ἀναγνώσει τὸ εὐαγγέλιο, τότε εἶδα νὰ ἀνοίγει ἢ στέγη τῆς ἐκκλησίας καὶ νὰ φαίνεται ὃ οὐρανὸς καὶ κάθε λόγος τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου νὰ γίνεται φωτιὰ μέχρι τὸν οὐρανό. Ὅταν τελείωσε ἢ ἀνάγνωση τοῦ εὐαγγελίου, ἦλθαν οἱ κληρικοὶ ἀπὸ τὸ διακονικὸ κρατώντας τὴν μετάληψη τῶν ἁγίων μυστηρίων.
   Τότε εἶδα νὰ ἀνοίγουν οἱ οὐρανοὶ καὶ νὰ κατεβαίνει φωτιὰ καὶ μαζί της ἕνα πλῆθος ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων καὶ πάνω ἀπ’ αὐτοὺς δύο πρόσωπα ἐνάρετά των ὁποίων τὴν ὀμορφιὰ δὲν μπορῶ νὰ περιγράψω — γιατί ἢ φεγγοβολῆ τοὺς ἦταν σὰν ἀστραπὴ — καὶ ἀνάμεσά τους ὑπῆρχε ἕνα μικρὸ παιδί. Τότε οἱ ἄγγελοι παρατάχτηκαν γύρω ἀπὸ τὴν ἁγία Τράπεζα καὶ τὸ παιδὶ βρισκόταν ἀνάμεσά τους. Ὅταν τελείωσαν οἱ θεϊκὲς εὐχὲς καὶ ἄρχισαν οἱ κληρικοὶ νὰ τεμαχίζουν τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, εἶδα τὰ δύο πρόσωπα πάνω στὴν ἁγία Τράπεζα νὰ κρατοῦν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια τοῦ παιδιοῦ, ποῦ ἦταν πάνω στὴν ἅγια Τράπεζα, καὶ μὲ τὸ μαχαίρι ποῦ κρατοῦσαν ἔσφαξαν τὸ παιδὶ καὶ ἄδειασαν τὸ αἷμα του στὸ Ποτήριο ποῦ βρίσκονταν πάνω στὴν ἅγια Τράπεζα. Ἀφοῦ ἔκοψαν σὲ μικρὰ τεμάχια τὸ σῶμα τοῦ παιδιοῦ τὰ τοποθέτησαν πάνω ἀπὸ τοὺς ἄρτους καὶ ἔγιναν καὶ οἱ ἄρτοι σῶμα. Τότε ἦρθε στὸ μυαλό μου ὃ Ἀπόστολος ποῦ λέει- Γιατί ἢ δική μας γιορτὴ τοῦ Πάσχα συνίσταται στὸ γεγονὸς ὅτι ὃ Χριστὸς θυσιάστηκε γιὰ χάρη μας. Ὅταν ὅμως πλησίασαν οἱ ἀδελφοὶ νὰ μεταλάβουν τὴν ἁγία προσφορά, τοὺς προσφέρονταν ζωντανὸ σῶμα.
   Μόλις ὅμως χρησιμοποιοῦσαν τὴν ἐπίκληση ἀμὴν γινότανε ἄρτος στὰ χέρια τους. Ὅταν ὅμως πῆγα καὶ ἐγὼ νὰ μεταλάβω μου δόθηκε σῶμα καὶ δὲν μποροῦσα νὰ μεταλάβω. Τότε ἄκουσα μιὰ φωνὴ στὰ αὐτιά μου νὰ μοῦ λέει- Ἄνθρωπε γιατί δὲν μεταλαβαίνεις, αὐτὸ δὲν εἶναι αὐτὸ ποῦ ζήτησες; Τότε εἶπα- Λυπήσου μέ, Κύριε, δὲν μπορῶ νὰ μεταλάβω σῶμα. Πάλι μου εἶπε Ἂν μποροῦσε ὃ ἄνθρωπος νὰ μεταλάβει σῶμα, σῶμα θὰ ὑπῆρχε ὅπως τὸ βρῆκες. Κανεὶς ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ φάγει σῶμα, γι’ αὐτὸ ὅρισε ὃ Κύριος τους ἄρτους τῆς προθέσεως.
   Γιατί ὅπως ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὃ Ἀδὰμ μὲ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ ἔγινε σάρκα καὶ μετὰ τῆς ἔδωσε πνεῦμα ζωῆς ὃ Θεός, κατόπιν ἢ σάρκα χωρίστηκε στὴ γῆ, τὸ πνεῦμα ὅμως παρέμεινε, ἔτσι καὶ τώρα ὃ Χριστὸς προσφέρει τὴ σάρκα τοῦ μαζὶ μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ ἢ σάρκα δὲν εἶναι τέλεια στὸν ἄνθρωπο, τὸ πνεῦμα ὅμως ἐγκαθίσταται στὴν καρδιά. Ἂν λοιπὸν πίστεψες, μετάλαβε αὐτὸ ποῦ ἔχεις στὸ χέρι σου. Καὶ μόλις εἶπα- Πιστεύω Κύριε, ἔγινε τὸ σῶμα ποῦ εἶχα στὸ χέρι μου ἄρτος. Ἀφοῦ εὐχαρίστησα λοιπὸν τὸν Θεὸ μετέλαβα τὴν ἁγία προσφορά. Ὅταν προχώρησε ἢ λειτουργία καὶ ξαναγύρισαν οἱ κληρικοὶ εἶδα πάλι τὸ μικρὸ παιδὶ ἀνάμεσα στὰ δύο πρόσωπα καὶ ἐνῶ οἱ κληρικοὶ συμμάζευαν τὰ δῶρα, εἶδα πάλι τὴ στέγη νὰ ἀνοίγει καὶ οἱ θεῖες δυνάμεις νὰ ἀνυψώνονται στὸν οὐρανό»».
Αὐτὰ ἀφοῦ ἄκουσαν οἱ ἀδελφοὶ καὶ ἀφοῦ ἔνιωσαν βαθιὰ κατάνυξη, ἀναχώρησαν στὰ κελιά τους.

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΙΝΑ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ι .Μ. ΤΟΥ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ.

Άγιος Νικόλαος Πλανάς : "Εμφάνιση των αγ. Ιωάννου και Παντελεήμονος"

Κατά το έτος 1923 ένα πνευματικοπαίδι του εξαιρετικώς αγαπημένο από τον γέροντα, άνθρωπος γεμάτος από υγεία και δράση, έπαθε διάρρηξη σκωληκοειδίτιδος και έζησε οκτώ ημέρες. Μέσα σ’ αυτές τις λίγες ημέρες ο αγ. Νικόλαος «κατέβασε» τον ουρανό στη γη, από την αδιάκοπη και εγκάρδια προσευχή για να ζήσει το αγαπημένο του παιδί. Το βράδυ, όταν πήγε στο σπίτι του, λέει καταλυπημένος στους δικούς του: «Ο Ηλίας θα πεθάνει, μου το είπαν ο αγ. Ιωάννης και ο αγ. Παντελεήμων».
Πέρασαν τρεις μήνες, ώσπου να μπορέσει η αδελφή του θανόντος -λόγω του πένθους- να τον ρωτήσει πως ακριβώς είδε την οπτασία. Της λέγει, λοιπόν, ότι «την ώρα που λειτουργούσα, είδα απέναντι, όπισθέν της αγ. Τραπέζης, τον αγ. Ιωάννη και τον αγ. Παντελεήμονα και μου είπανε: “Διαβιβάσαμε την αίτησή σου στον Δεσπότη Χριστό, ο Οποίος μας είπε ότι θα πεθάνει”. Ανωτέρα διαταγή, μου είπανε».


Με την μεγάλη απλότητα που τον διέκρινε, διηγόταν: “Μια βραδυά χειμωνιάτικη, που καθόμασταν στο τζάκι είπα στον πατέρα μου: “Πατέρα, αυτή την στιγμή εβυθίσθη το καΐκι μας το “Ευαγγελίστρια” έξω από την Πόλη”. Έντρομος ο πατέρας μας, λέγει στην μητέρα μου: “Γυναίκα, τι λέγει το παιδί”; Και όντως, αυτή τη στιγμή επνίγη το καΐκι μας…”. Και για να αποφύγη τον θαυμασμό των άλλων, αλλά και τον πειρασμό της υπερηφανείας έλεγε, ότι “όλα τα παιδιά είναι προορατικά”.

Άγιος Χριστόδουλος ο εκ Kασσάνδρας που μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη

Ο νεομάρτυρας Χριστόδουλος γεννήθηκε σ' ένα χωριό της Κασσάνδρας, που ονομαζόταν Βαλτά. Σε νεαρή ηλικία ήλθε στη Θεσσαλονίκη, όπου έκανε το επάγγελμα του ράφτη.

Όταν πληροφορήθηκε ότι κάποιος χριστιανός Βούλγαρος, ετοιμαζόταν ν' αρνηθεί τον Χριστό προμηθεύτηκε έναν μικρό σταυρό και πήγε στο καφενείο, όπου θα γινόταν η περιτομή του αρνησίχριστου. Διέσχισε το πλήθος των γενιτσάρων, και ενώ χτυπούσαν τα τύμπανα, πλησίασε τον αρνησίχριστο, παρουσίασε τον σταυρό και του είπε: «Αδελφέ τι έπαθες, να η πίστη μας, να ο Χριστός, που σταυρώθηκε για την αγάπη μας, συ γιατί αφήνεις τον Χριστό τον σωτήρα σου και γίνεσαι Τούρκος;». Εξαγριωμένοι οι Τούρκοι, όρμησαν και συνέλαβαν τον Χριστόδουλο και με χτυπήματα τον οδήγησαν στον κριτή, όπου απαίτησαν τον θάνατο του. Στην προτροπή του κριτή ν' αρνηθεί τον Χριστό, ο Μάρτυρας με θάρρος απάντησε: «... και συ άφησε τον μωαμεθανισμό και γίνε Χριστιανός». Αποδεικνύοντας έτσι την ακλόνητη πίστη του, παραδόθηκε στους δήμιους, οι οποίοι τον κρέμασαν κοντά στον ναό του Αγίου Μηνά στη Θεσσαλονίκη. Το λείψανο του αγίου με καρφωμένο τον σταυρό στην πλάτη του, παρέμεινε γυμνό κρεμασμένο για δύο μέρες. Κατόπιν οι Χριστιανοί, αγόρασαν το λείψανο του αντί 600 γροσιών και το έθαψαν με τιμές.

Οσία Ανθούσα η ομολογήτρια

Η Οσία Ανθούσα η ομολογήτρια έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου (741 μ. Χ.). Οι γονείς της, Στρατήγιος και Φεβρωνία, διακρίνονταν για την ευσέβεια τους και με όμοιο τρόπο ανέθρεψαν και τη θυγατέρα τους.

Η Ανθούσα παρ' όλες τις προτάσεις για γάμο που είχε, έμεινε παρθένος. Και όταν πέθαναν οι γονείς της, δεν μετέβαλλε την απόφαση της και αφιέρωσε την πατρική περιουσία της σε φιλανθρωπικούς και ιερούς σκοπούς. Στην Ανθούσα, οφείλεται η ανέγερση δύο μονών. Αυτή του Μαντινέου με ναό αφιερωμένο στην Αγία Άννα, και αυτή των αγίων Αποστόλων, που χρησιμοποιήθηκε σα γυναικεία Μονή.

Όταν από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Κοπρώνυμο διατάχθηκε σκληρός διωγμός κατά των αγίων εικόνων και των υποστηρικτών τους, το μοναστήρι της Όσιας Ανθούσας, υπήρξε από τα πιο ένθερμα κέντρα της Ορθοδοξίας. Γι' αυτό και η Οσία στην αρχή βασανίστηκε. Αλλά όταν προέβλεψε ότι η άρρωστη βασίλισσα θα διέφευγε το θάνατο και θα γεννούσε δίδυμα, τότε αγαπήθηκε πολύ απ' αυτή και υποστήριξε ποικιλοτρόπως το μοναστήρι της Οσίας Ανθούσας, η οποία αδιατάρακτη πλέον έπειτα, πέθανε ειρηνικά.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Παντελεήμων ο Μεγαλομάρτυς και Ιαματικός

Ο Άγιος Παντελεήμων (Παντελέων το πρότερον όνομα) καταγόταν από τη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και έζησε στα χρόνια του Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο Ευστόργιος, ο οποίος ήταν εθνικός και μετά τις νουθεσίες του γιου του έγινε χριστιανός. Μητέρα του ήταν η Ευβούλη, η οποία προερχόταν από χριστιανική οικογένεια (βλέπε 30 Μαρτίου). Εκπαιδεύτηκε στην ιατρική από τον Ευφρόσυνο και κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη και βαπτίσθηκε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο (βλέπε 26 Ιουλίου) που ήταν ιερέας της Εκκλησίας της Νικομήδειας.

Κάποια στιγμή όταν οχιά δάγκωσε έναν νεαρό και ουσιαστικά τον θανάτωσε ο Άγιος Παντελεήμονας επικαλούμενος τον Χριστό τον ανάστησε.

Αφορμή του μαρτυρίου του στάθηκε ένα ακόμα θαύμα του Αγίου. Κάποτε είχε θεραπεύσει έναν τυφλό, ο οποίος και ανέφερε το γεγονός της θεραπείας του στον βασιλιά, λέγοντάς του ότι τον θεράπευσε ο Παντελέων στο όνομα του Χριστού, στον οποίο και ο ίδιος πλέον πίστευε. Ο βασιλιάς αφού τον άκουσε, αμέσως διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Ο ίδιος ο Παντελέων προσήχθη στον βασιλιά, ο οποίος διέταξε τον βασανισμό του με σκοπό την άρνηση της πίστεώς του.

Ο Άγιος βασανίσθηκε σκληρά με διάφορους τρόπους, όμως δεν υπέκυψε στις πιέσεις αφού ο Κύριος εμφανίσθηκε μπροστά του με τη μορφή του πνευματικού του Ερμόλαου και του έδωσε θάρρος. Τέλος διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του και τότε ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που τον καλούσε όχι ως Παντελέοντα αλλά ως Παντελεήμονα. Μόλις όμως ο δήμιος άπλωσε το χέρι του για να κόψει με το σπαθί του το κεφάλι του Αγίου, το σπαθί λύγισε και το σίδερο έλιωσε σαν κερί. Μπροστά σε τέτοιο θαύμα και οι παραβρισκόμενοι στρατιώτες έγιναν χριστιανοί. Τότε ο Άγιος εκουσίως παραδόθηκε στο μαρτύριο. Λέγεται ότι από τη πληγή του δεν έτρεξε αίμα αλλά γάλα και το δέντρο της ελιάς, στο οποίο τον είχαν δέσει καρποφόρησε ξαφνικά.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀθλοφόρε Ἅγιε, καὶ ἰαματικὲ Παντελεῆμον, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. α’.
Μιμητὴς ὑπάρχων τοῦ ἐλεήμονος, καὶ ἰαμάτων τὴν χάριν παρ᾽αὐτοῦ κομισάμενος, ἀθλοφόρε καὶ Μάρτυς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, ταῖς εὐχαῖς σου τὰς ψυχικὰς ἡμῶν νόσους θεράπευσον, ἀπελαύνων τοῦ ἀεί, πολεμίου τὰ σκάνδαλα, ἐκ τῶν βοώντων ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Μαρτυρήσας γενναίως ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ τὴν πίστιν κηρύξας τῷ σῷ πατρί, ἀνείλκυσας πανεύφημε, τοῦ βυθοῦ τῆς ἀγνοίας, καὶ τυράννων μὴ πτήξας, τὸ ἄθεον φρόνημα, τῶν δαιμόνων κατῄσχυνας, τὸ ἀνίσχυρον θράσος· ὅθεν καὶ τὴν χάριν, ἐκ Θεοῦ ἐκομίσω, ἰᾶσθαι νοσήματα, τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, Παντελεῆμον πανεύφημε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Τοῦ Ἀναργύρου τὴν μνήμην, τοῦ γενναίου τὴν ἄθλησιν, τοῦ πιστοῦ τὰς ἰατρείας, εὐσεβῶς ὑμνήσωμεν φιλόχριστοι, ἵνα λάβωμεν ἔλεος, μάλιστα οἱ βορβορώσαντες, ὡς κἀγώ, τοὺς ἑαυτῶν ναούς· ψυχῶν γὰρ καὶ σωμάτων ὁμοῦ τὴν θεραπείαν περέχει. Σπουδάσωμεν οὖν, ἀδελφοί, ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἔχειν τοῦτον ἀσφαλῶς, τόν ῥυόμενον ἐκ πλάνης τοὺς βοῶντας ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.

Μεγαλυνάριον
Ῥεῖθρα ἰαμάτων ὡς ἐκ πηγῆς, χάριτι θαυμάτων, βρύει χρῄζουσι δωρεάν, ὁ Παντελεήμων, ὁ πάνσοφος ἀκέστωρ· οἱ ῥώσεως διψῶντες δεῦτε ἀρύσασθε σε.


Πέμπτη 26 Ιουλίου 2018

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Λειτουργίας-Όσιος Πορφύριος

 Προσπαθούσα, πάντοτε κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας να βρίσκομαι μέσα στο Ιερό Βήμα. Και τούτο διότι ήθελα από πολύ κοντά να παρακολουθώ τον π. Πορφύριο, πως τελούσε την αναίμακτη αυτή θυσία. Και δεν μετάνιωσα για την προσπάθεια μου αυτή. Αντίθετα, και σήμερα δηλώνω απερίφραστα, πως εάν ζούσε ο αείμνηστος γέροντας θα έκανα πάλι το ίδιο. Γιατί εκεί μέσα γνώρισα όλο το μεγαλείο της πίστεως! Εκεί μέσα έζησα στιγμές συγκινητικές και απερίγραπτες! Εκεί μέσα άκουσα να συνομιλούν τα κάτω με τα άνω! Εκεί μέσα είδα έναν παππούλη να υψώνει τα άγια χεράκια του προς τον Ύψιστο, όπως ακριβώς τα μικρά και αγνά παιδάκια κατά την ώρα της παιδικής τους προσευχής! Εκεί μέσα παρακολούθησα με πόση ευλάβεια και φόβο Θεού έκανε όλη την προετοιμασία του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας κατά την ώρα της Προσκομιδής! Ιδίως αυτό το τελευταίο με είχε κυριολεκτικά συγκλονίσει! Γιατί, ο π. Πορφύριος, όλο αυτό το θείο μυστήριο το ζούσε στην πραγματικότητα! Και αυτό το έδειχνε με τον τρόπο που χρησιμοποιούσε το πρόσφορο. Δεν το θεωρούσε σαν μια προσφορά. Αλλά νόμιζε ότι εκείνη την ώρα κρατούσε το ίδιο το σώμα του Χριστού. Γι’ αυτό και κάθε φορά που το έκοβε, πονούσε η ψυχούλα του, γιατί ήταν περισσότερο από βέβαιος, ότι την ώρα εκείνη κόβει το ίδιο το σώμα του Ιησού! Στις Δε ευχές που έλεγε κατά τον χρόνο της Προσκομιδής των Θείων δώρων, έδιδε τέτοια έμφαση και τέτοιο τόνο και χρώμα που συγκλόνιζαν ακόμα και τον πιο άπιστο και βάρβαρο στην ψυχή! Μου είναι αδύνατον να λησμονήσω τον τρόπο, που εδέετο υπέρ των ζώντων και των τεθνεώτων! Αυτό το: μνήσθητι Κύριε του δούλου σου τάδε, το έλεγε και το ζητούσε από τον Θεό με τόση γλυκύτητα και με τέτοιο παρακλητικό τόνο, που του ήταν αδύνατο να του αρνηθεί, όχι ο Θεός που είναι πολυέλεος, πολυεύσπλαχνος, μακρόθυμος και γεμάτος αγάπη, αλλά και ο μεγαλύτερος εγκληματίας ολοκλήρου της οικουμένης!

Ακόμη είχα παρατηρήσει, ότι ο Παππούλης καθόλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, έδινε την εντύπωση, πως ούτε ακούει, ούτε βλέπει, ούτε έχει καμμιά επαφή με τον έξω κόσμο. Εκείνος ζούσε στον δικό του κόσμο. Παρά ταύτα εγώ ούτε εκεί δεν τον άφηνα ήσυχο. Κάθε τόσο τον πλησίαζα όλο και περισσότερο, για να του δείξω την αγάπη μου. Και εκείνος ανταποκρινόμενος πλήρως, με σταύρωνε στο μέτωπο μου, πότε με την Ιερά Λαβίδα, πότε με τον Σταυρό του και άλλοτε με ότι Θείο κρατούσε στα άγια χεράκια του την ώρα εκείνη.

Και όταν ο Παππούλης σταύρωνε, δεν έκανε απλώς, το σημείο του Σταυρού, όπως συνήθως, γίνεται από τους ιερείς, αλλά πίεζε με τόση πίστη και δύναμη το μέτωπο, την κεφαλή ή άλλο σημείο του σώματος, που έπασχε, ώστε εκείνος που εσταυρώνετο το ένοιωθε, για τα καλά…μάλιστα!

Προσωπικά είχα υποστεί…πολλές φορές αυτή…την δοκιμασία, όταν ευρισκόμουν στο ιερό κατά την ώρα της θείας λειτουργίας και πάντα έμενα με την εντύπωση, ότι η υπερβολική πίεση που ασκούσε πάνω μου, έκανε το μέτωπο μου να αιμορραγεί, χωρίς στην πραγματικότητα, να συμβαίνει κάτι τέτοιο ποτέ.

Όμως , μια φορά, που βρισκόμουν πλησίον της αγίας Τραπέζης και παρακολουθούσα τον Παππούλη πως εκάλυπτε το δισκάριο με τον Σταυρό, (Σχήμα Σταυρού – μου διαφεύγει η ονομασία), με σταύρωσε με αυτόν, τόσο δυνατά, που όχι μόνο πόνεσα φοβερά, αλλά νόμισα, πως άνοιξε το μέτωπο μου στα τέσσερα (!) και προσπάθησα να …σκουπίσω τα αίματα με το δεξί μου χέρι, χωρίς βέβαια να υπάρχουν και χωρίς να μου δημιουργήσει την παραμικρή αμυχή, στο σημείο που ε σταύρωσε! Ωστόσο, τα μάτια μου βούρκωσαν από τον ισχυρό πόνο και μόνον από ντροπή δεν έκλαψα! Μετά από αυτό το περιστατικό, δεν ξανατόλμησα να τον πλησιάσω.

Επίσης, εκείνο που με είχε εντυπωσιάσει σε βαθμό υπερθετικό, ήταν ο τρόπος με τον οποίο περισυνέλεγε τα Θεία Μαργαριτάρια! Η επιμέλεια του, η ευλάβεια του, η προσοχή του και ο φόβος μήπως παραπέσει κανένα από αυτά, δεν είχαν προηγούμενο! Ίδρωνε, στην κυριολεξία από την αγωνία του!

Τέλος θα το θεωρούσα, τουλάχιστον, μεγάλη παράλειψη, αν δεν ανέφερα, έστω και δυο λέξεις, για τον τρόπο που έψελλε ο π. Πορφύριος.

Η ψαλμωδία του Παππούλη δεν είχε καμμιά σχέση με τις συνηθισμένες ψαλμωδίες, που ακούμε σήμερα στους περισσοτέρους Ιερούς Ναούς. Αλλά είχε κάτι το εντελώς ξεχωριστό. Ήταν πολύ λιτή, απέριττη, σιγανή και απαλλαγμένη από κορώνες και «γαργαριτά», που θυμίζουν ανατολίτικα τραγούδια και «αμανέδες» και απέφευγε συστηματικά να κάνει επίδειξη των φωνητικών του ικανοτήτων χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τις εστερείτο.

Εκείνο που τον ενδιέφερε, ήταν να προφέρει σωστά και καθαρά ότι έψαλλε και να γίνεται αυτό κατανοητό από το εκκλησίασμα αφ’ ενός και να έχει άμεση και συνεχή επαφή με το θείο, αφετέρου. Και τα επετύγχανε και τα δυο! Γιατί είχε μεγάλη πίστη στον Θεό και τον αγαπούσε, όσο τίποτε άλλο στον κόσμο! Γι’ αυτό και ο Θεός τον εδόξασε «έτι ζωντα». Ας τον τιμήσουμε και εμείς τώρα που κοιμήθηκε…

Aπό το Γεροντικό.....

Ο αββάς Αντώνιος προφήτευσε στον αββά Αμωνά και είπε: «Θα προκόψεις στον φόβο του Θεού». Τον έβγαλε έξω από το κελί, του έδειξε μια πέτρα και του είπε: «Βρίσε την πέτρα και κτύπησέ την».Και το ’κανε. Τον ρωτάει ο αββάς Αντώνιος: «Μήπως μίλησε η πέτρα;» «Όχι» απάντησε εκείνος . «Και συ―του είπε ο αββάς Αντώνιος―πρόκειται να φθάσεις σ’αυτό το μέτρο» όπως και έγινε .Πρόκοψε ο αββάς Αμμωνάς τόσο πολύ ,ώστε από πολύ αγαθότητα να μη διακρίνει την κακία. Παράδειγμα χαρακτηριστικό είναι το εξής: Όταν έγινε ο ίδιος επίσκοπος, του έφεραν μια κοπέλα έγκυο και του λένε: «Τιμώρησέ την».Κι εκείνος σταύρωσε την κοιλιά της και παρήγγειλε να της δώσουν δύο σεντόνια λέγοντας: «Μη τυχόν πάνω στη γέννα πεθάνει αυτή ή το βρέφος και δεν βρει τα απαραίτητα για την κηδεία». Του λένε τότε οι κατήγοροί της: «Γιατί το ’κανες αυτό; Βαλ’της κανόνα». Κι εκείνος είπε : «Αδελφοί, βλέπετε ότι κινδυνεύει να πεθάνει, τι μπορώ εγώ να κάνω;» Και την άφησε να φύγει. Ποτέ δεν τόλμησε ο Γέροντας να καταδικάσει άνθρωπο.

Όσιος Γερόντιος ο Αγιορείτης

Ο Όσιος Γερόντιος ήταν ηγούμενος της παλιάς Μονής των Βουλευτηρίων του Αγίου Όρους. Αλλά επειδή η Μονή αυτή ήταν παραλιακή και δεχόταν πολλές επιδρομές βαρβάρων, εγκαταλείφθηκε από τους μοναχούς, που πήγαν σ' άλλα δυσπρόσιτα μέρη του Αγίου Όρους. Έτσι και ο όσιος Γερόντιος, μαζί με έναν υποτακτικό του, εγκαταστάθηκε στο πάνω μέρος της Σκήτης της Αγίας Άννας, όπου έκτισε ησυχαστήριο με εκκλησία στο όνομα του Αγίου Παντελεήμονα. Έτσι ο Όσιος Γερόντιος είναι ο πρώτος, που δημιούργησε τη Σκήτη της Αγίας Άννας. Εκεί κοντά μάλιστα, ο Όσιος δια αποκαλύψεως της Παναγίας, βρήκε νερό (ενώ ο τόπος εκεί ήταν εντελώς άνυδρος), που και σήμερα αναβλύζει και οι μοναχοί το χρησιμοποιούν σαν άγιασμα.

Ο Όσιος Γερόντιος έζησε μια υπερθαύμαστη ζωή και κοιμήθηκε σε μεγάλη ηλικία. Συνδέονταν με πνευματική φιλία με τον Όσιο Μάξιμο τον Καυσοκαλύβη , καθώς φαίνεται στον βίο του. Η σκήτη που ίδρυσε ανέδειξε περί τους δεκαπέντε γνωστούς αγίους και πολλούς μεγάλης αρετής πατέρες. Ασματική ακολουθία συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γέρας πέφηνας τῆς ἐγκράτειας, γέρας εἴληφας, τῆς ἀφθαρσίας, φερωνύμως θεοφόρε Γερόντιε, ἀσκητικαὶς ἀρεταὶς γὰρ κοσμούμενος, Βουλευτηρίων Μονῆς ὤφθης πρότυπον. Πάτερ Ὅσιε Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Μοναστῶν ὑπόδειγμα ὤφθης ἐν Ἄθῳ, ὡς θεράπων ἔνθεος, τοῦ σὲ δοξάσαντος Χριστοῦ, ᾧ καὶ προσάγοις ἑκάστοτε, τοὺς σὲ τιμῶντας, Γερόντιε Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον
Ὤφθης ἀρχηγέτης καὶ καλλονή, τῆς ἐν Ἄθῳ Σκήτης, τῆς Προμήτορος τοῦ Χριστοῦ, ὡς Βουλευτηρίων, Μονῆς κανὼν καὶ τύπος, Γερόντιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.

Αγία Ωραιοζήλη

Η Αγία Ωραιοζήλη έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. Είχε πατρίδα το Βυζάντιο και οι γονείς της ήταν Έλληνες ειδωλολάτρες. Στην αρχή ήταν και αυτή ειδωλολάτρισσα, κατόπιν όμως έγινε χριστιανή από το κήρυγμα του Αποστόλου Ανδρέα. Επειδή η Ωραιοζήλη ήταν μορφωμένη γυναίκα, μπόρεσε και έμαθε σωστά όλες τις αλήθειες του Ευαγγελίου, έτσι ώστε να τις διδάσκει και σ' άλλες γυναίκες και κατόρθωσε να ελκύσει πολλές απ' αυτές στον Χριστό.

Όταν επί αυτοκράτορα Δομιτιανού κινήθηκε διωγμός κατά των Χριστιανών, η Αγία Ωραιοζήλη συνελήφθη και επειδή έμεινε πιστή στην αγάπη του Χριστού, αποκεφαλίστηκε και κατατάχθηκε στο σεμνό χορό των Μαρτύρων. Το δε νεκρό της σώμα το έριξαν στη φωτιά.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Ερμόλαος, Έρμιππος και Ερμοκράτης

Άνηκαν και οι τρεις στον Ιερό κλήρο της εκκλησίας, στη Νικομήδεια.

Όταν ο Άγιος Παντελεήμων  ανακρινόταν, και ρωτήθηκε από ποιόν διδάχτηκε την χριστιανική πίστη, απάντησε, ότι την διδάχτηκε από τον Ιερέα Ερμόλαο. Αυτό ήταν αρκετό, για να σταλούν αμέσως στρατιώτες και να συλλάβουν τον Ερμόλαο. Με τη θέληση τους, ακολούθησαν αυτόν μπροστά στον κριτή της Νικομήδειας, οι φίλοι και συνεργάτες του Ιερείς Έρμιππος και Ερμοκράτης.

Ο δικαστής, αφού εξέτασε πρώτα τον Ερμόλαο, ρώτησε έπειτα τους άλλους δύο τι ζητούσαν και ήλθαν σ' αυτόν. Εκείνοι αποκρίθηκαν, ότι ήταν στρατιώτες του Ερμολάου κάτω από τη σημαία του Χριστού, και ότι τον παρακαλούσαν να έχουν όλοι κοινό θάνατο, όπως είχαν και κοινή αδελφική ζωή. Η απάντηση αυτή, αντί να κινήσει το θαυμασμό του δικαστή, άναψε περισσότερο το θυμό του. Καταδίκασε λοιπόν και τους τρεις σε θάνατο. Έτσι με τη θυσία των κεφαλών τους, κέρδισαν τα αθάνατα βραβεία των αθλητών της πίστης και της αγάπης του Χρίστου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Ἱερατεύσαντες, γνησίως Ἅγιοι, τῷ πρυτανεύσαντι, ἠμὶν τὰ κρείττονα, τοῦ μαρτυρίου τὴν ὁδόν, ἠνύσατε γηθοσύνως, Ἱερὲ Ἐρμόλαε, σὺν Ἐρμίππω Ἐρμόκρατες, τρίστυλον ἑδραίωμα, Ἐκκλησίας γενόμενοι, διὸ ἐκδυσωπεῖτε ἀπαύστως, σώζεσθαι πάντας πάσης βλάβης.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Οἱ Μάρτυρες σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτῶν, τὸ στέφος ἐκομίσαντο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· σχόντες γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλον· ἔθραυσαν καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτῶν ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Παρασκευή η Οσιομάρτυς

Η Αγία Παρασκευή γεννήθηκε στη Ρώμη στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίνου (138 - 160 μ.Χ.). Ήταν κόρη των ευσεβών Χριστιανών, Αγάθωνα και Πολιτείας, οι οποίοι φρόντισαν για την χριστιανική αγωγή της, όπως είχαν υποσχεθεί στο Θεό στην περίπτωση που θα τους έδινε ένα παιδί. Επειδή το παιδί γεννήθηκε ημέρα Παρασκευή έλαβε αυτό το όνομα.

Μετά το θάνατο των γονέων της, η Παρασκευή μοίρασε όλη την περιουσία της στους φτωχούς και ανέπτυξε ιεραποστολική δραστηριότητα στην Ρώμη και στα περίχωρα της πόλης, κηρύσσοντας το λόγο του Χριστού. Η δράση της προκάλεσε τον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Αντωνίνο, ο οποίος την συνέλαβε και της υποσχέθηκε υλικά αγαθά στην περίπτωση που θα θυσίαζε στα είδωλα. Βλέποντας όμως πως η Αγία παρέμενε σταθερή στην πίστη της, την υπέβαλε στο βασανιστήριο της πυρακτωμένης περικεφαλαίας, το οποίο υπέμεινε με καρτερικότητα. Τότε ο Αντωνίνος διέταξε και την έβαλαν σε ένα λέβητα με καυτό λάδι και πίσσα. Επειδή όμως είδε την Αγία άθικτη, πλησίασε το πρόσωπο του στον λέβητα - καθώς δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς η αγία είχε μείνει ανέπαφη - για να δοκιμάσει αν πράγματι είναι καυτό, και αμέσως τυφλώθηκε. Η Αγία με προσευχή έδωσε στον Αντωνίνο το φως του, με αποτέλεσμα να πιστέψει στο Χριστό ή κατ' άλλους να σταματήσει τους διωγμούς εναντίον τους. Ελευθέρωσε πάντως την Αγία Παρασκευή, η οποία συνέχισε να κηρύττει το Ευαγγέλιο σε άλλα μέρη, μέχρι που έφτασε στην Ελλάδα.

Στα Τέμπη ένας ειδωλολάτρης άρχοντας την υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια, τα οποία υπέμεινε καρτερικά, για να τελειωθεί με δια αποκεφαλισμού θάνατο.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον, ἐργασαμένη φερώνυμε, τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευὴ ἀθλοφόρε· ὅθεν προχέεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν ναόν σου πάνσεμνε, ὡς ἱατρεῖον ψυχικὸν εὑράμενοι, ἐν τούτῳ πάντες οἱ πιστοί, μεγαλοφώνως τιμῶμέν σε, Ὁσιομάρτυς Παρασκευὴ ἀοίδιμε.

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2018

Ορθόδοξα Λόγια Σύγχρονων Αγιορειτών Πατέρων...

«Στα Σταυρώσιμα τροπάρια στο Άγιον Όρος προτάσσουνε το :
Δόξα τη Αγία Σταυρώση Σου Κύριε.
Δεν ακούγεται όμως λίγο οξύμωρο;
Φαντάζεστε να πανηγυρίζουν οι οπαδοί μίας ομάδας την ήττας της ομάδας τους;
Σαν να λέμε δόξα στην ήττα σου Κύριε. Γίνεται αυτό;
Ναι! γιατί στην φαινομενική ήττα και αποτυχία του Χριστού έλαβε χώρα  η μεγάλη Του   νίκη   στον διάβολο και στον θάνατο.
Η παντοδυναμία του Θεού φάνηκε στη ταπείνωσή του και στην σταύρωσή του.»
«Κάποιος άνθρωπος πηγαίνει σε ένα ξενοδοχείο. Όταν έρχεται η ώρα να πληρώσει τον ρωτά ο ξενοδόχος: θέλετε κύριε απόδειξη.
-Όχι ,παρακαλώ υπάρχει εμπιστοσύνη, μας βλέπει άλλωστε και ο Θεός.
-Ποιος Θεός; Δεν πιστεύω εγώ στον Θεό.
-Ε τότε δώσε μου  απόδειξη. Δεν εμπιστεύομαι και δεν πιστεύω σε  άνθρωπο που δεν πιστεύει στο Θεό.»
«-Έχασα τα πάντα εκτός από αυτά που έδωσα».
«-Θέλεις να έχεις αφθονία; Τότε σκόρπιζε.»
«-Θελεις να γίνες ζητιάνος; , τότε αποθήκευε.»
«Λέγοντας συνέχεια το «ΧΑΙΡΕ ΝΥΜΦΗ ΑΝΥΜΦΕΥΤΕ»  είναι σαν να καίς εκείνη την στιγμή ακοίμητο καντήλι στην Παναγία μας.»
«Όπου ο Θεός εκεί ΤΑΞΗ
Όπου λείπει ο Θεός εκεί η ΑΤΑΞΙΑ
Ακόμη και τα άγρια και δυσάγωγα θηρία και ζώα στην κιβωτό του Νώε είχαν τάξη και συνεργασία γιατί είχαν τον Θεό αναμεταξύ τους.»
«-Χωρίς την εξομολόγηση είμαστε διηρημένοι από τον Θεό.»
«Ερωταπόκριση Μοναχού Παϊσιου (πρωην κοσμικά Γρηγόρη) προς τον εαυτό του:
-Σου στέρησα τίποτα Γρηγόρη όσο ήσουν μέσα στην αμαρτία και στον κόσμο; Όχι!
Ε  τότε μην μου πειράζεις τον Παϊσιο.»
«Τι κόμμα να ψηφίζουμε;
Το κόμμα της Αγίας μετάνοιας.!»
«Δείξε μου Θεε μου τους φίλους μου .Τους εχθρούς μου τους γνωρίζω .»
«-Ακολουθάει το πρόβατο ξένο τζομπάνη;
’Ετσι και αυτός που αγαπά και ξέρει τον Χριστό δεν ακολουθάει τους ψευτοποιμένες και τους προβατόσχημους  λύκους.»
«-Ο μεγαλύτερος εχθρός είναι ο εαυτός μας.»
«-Ποιος άλλος σταυρώθηκε ποτέ για μας; Μονάχα ο Χριστός, αυτόν λοιπόν ας εμπιστευόμαστε  και ακολουθάμε.»
«-Τα πάντα αγαπούν τον άνθρωπο που αγαπάει Τον Θεό.»
«-Τα πάντα υπακούουν στον άνθρωπο που υπακούει στον Θεό.»
«-Εάν ο Θεός δεν είναι μαζί μας τότε όλα και όλοι είναι εναντίον μας.»
«Ένα ωραίο δίστιχο,

ΕΡΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ

ΑΝΩ ΣΧΩΜΕΝ ΤΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ.»
-Το πρόβλημα δεν βρίσκεται οριζοντίως μεταξύ μας, αλλά καθέτως με τον Θεό.   Όταν διορθωθεί το κάθετο τότε θα διορθωθεί και το οριζόντιο.»
«Σε κάθε ημέρα που ανατέλλει ξανοίγεται και λίγο από το ειλητάριο του Θεού. Ή έχει πίκρες ή έχει χαρές ,ας τις δεχόμαστε με αφοσίωση και εμπιστοσύνη στον Θεό.»
«-Στις εντολές του Χριστού βρίσκεται και η φυσιογνωμία του Θεού.
π.χ. Από τους Μακαρισμούς  :
«Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι.» άρα ο Θεος έιναι ταπεινός. «Μακαριοι οι καθαροί τη καρδία.» άρα και ο θεός είναι καθαρότητα και αγνότητα κ.α..»
«Εχθροί της προσευχής είναι η πολυλογία και η εξωστρέφεια».
«-Πετάνε στα λουλούδια κοπριές και αυτά τις μεταποιούν σε ανθό και άρωμα.
Και όταν παρομοίως μας πετάνε σκουπίδια και συκοφαντίες αυτά με την χάρη του Θεύ  μεταποιούνται σε αιώνιες ευλογίες για εμάς.»
«-Τα παιδια είναι όπως τα φυτά, θέλουνε την περιποίηση τους , το πότισμα το κλάδεμα, την στήριξη και την φροντίδα.»
«-Οι Οθονες : Ηλεκτρ.Υπολογιστές , Τηλεόραση , κινητά αιχμαλωτίζουν τον νούν και ειδικά τα παιδιά τα μαραζώνουν και τους δημιουργούν παθητικότητα και έτσι αχρηστεύονται.»
«Υπάρχει το υπόγειο βασίλειο του Διαβόλου που μαγνητίζει και τραβά τον άνθρωπο προς τα κάτω και το βασίλειο  του Θεού που τραβά και εμπνέει τον άνθρωπο προς  τα υψηλά του ουρανού.»
«-Γίνεται μια μητέρα να μην ξεχωρίσει το παιδί της ανάμεσα στα άλλα;
 Έτσι και αυτοί που έχουν την χάρη του Χριστού θα ξεχωρίσουν στα έσχατα το αληθινό από το ψεύτικο και πλάνο .Τους ποιμένες από τους ψευτοπομένες.Τον Χριστό από τον  Αντίχριστο.»
«-Μην βλέπετε ειδήσεις. Σας γεμίζουνε ανασφάλεια και άγχος. Ούτως ή άλλως δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτα μαθαίνοντας για τα γεγονότα αλλά  μονάχα κάνοντας προσευχή».

ΚΑΙ ΜΕ ΦΩΣ ΚΑΙ ΜΕ ΘΑΝΑΤΟ ΑΚΑΤΑΠΑΥΣΤΩΣ…

Ίσως η πιο δύσκολη κατάσταση στη ζωή μιας οικογένειας, όπως και κάθε ανθρώπου, είναι ο θάνατος, είτε με την μορφή της εξόδου από τον κόσμο είτε με την μορφή της οριστικής απώλειας μιας σχέσης που έχει περάσει κρίση. Στην πρώτη περίπτωση χάνεται κάθε ελπίδα. Στην δεύτερη μπορεί να διατηρείται στο πίσω μέρος του μυαλού ένα αίσθημα ότι κάπου, κάπως, κάποτε η σχέση θα επανέλθει, ωστόσο η διαχείριση έχει να κάνει με το “τώρα”. Ποιο νόημα ζωής μπορεί να μας δώσει δύναμη, ώστε να ξεπεράσουμε την λύπη που ο θάνατος φέρνει; Επιτρέπεται, αν θέλουμε να λεγόμαστε χριστιανοί, να είμαστε λυπημένοι; Είναι σώφρον να προσπαθούμε να διαχειριστούμε μόνοι μας το γεγονός ή καλό είναι να το μοιραζόμαστε;
Ας λάβουμε υπόψιν μας ότι είναι δύσκολο για κάποιον που δεν έχει περάσει αντίστοιχη δοκιμασία, να βοηθήσει, όχι γιατί δεν έχει τις θεωρητικές προϋποθέσεις, αλλά γιατί η στάση του έρχεται εκ του ασφαλούς. Πόσο πιστευτός μπορεί να γίνει ένας ιερέας ο οποίος, ασφαλώς από πίστη και ευλάβεια, διακηρύσσει ότι ο Θεός ορίζει την ζωή και τον θάνατο του ανθρώπου και επομένως είναι συναίτιος που ένα αγαπημένο πρόσωπο φεύγει και ότι είναι αρκετό να εμπιστευθούμε Κάποιον που μας κάνει να πονάμε τόσο πολύ; Πόσο πιστευτός μπορεί να γίνει ένας ψυχολόγος όταν διακηρύσσει ότι η απώλεια είναι μέρος της ζωής, ότι πρέπει εξορθολογισμένα να την αντιμετωπίσουμε, ότι η ζωή συνεχίζεται και ότι πρέπει να συμφιλιωθούμε με το γεγονός και να το αποδεχθούμε και αυτός που πονά νιώθει ότι οι λόγοι προέρχονται από κάποιον που δεν ζει τον πόνο του;
Ακόμα και στην απώλεια του έρωτα ή της φιλίας για διαφόρους λόγους, πόσο ενθαρρυντικό μπορεί να είναι το γεγονός ότι στο μέλλον θα ξαναερωτευθούμε, θα κάνουμε άλλες παρέες και μπορεί και να αφήσουμε τον χρόνο να γίνει ο καλύτερος γιατρός, όταν πονάμε και πενθούμε για την αγάπη που φαίνεται ότι έχει χαθεί;
Είναι γιατρικά λοιπόν η πίστη, ο εξορθολογισμός, η συμφιλίωση με την απώλεια, ο χρόνος;
Βοηθούν, αλλά δεν αρκούν. Ο κάθε άνθρωπος μαθαίνει, με σκληρότητα είναι αλήθεια, ότι είναι τρωτός. Ότι η απώλεια είναι νόμος της ζωής και μπροστά της είμαστε ανίσχυροι, όσες ασπίδες κι αν χρησιμοποιήσουμε. Η ιατρική μας, η τεχνολογία μας, η δύναμη του μυαλού μας, η υπομονή δεν αναιρούν ένα αίσθημα αδικίας που γεννιέται μπροστά στον θάνατο, στην κακία των άλλων, στην άρνηση της αγάπης μας, στο πλήγωμα της ψυχής μας. Παρηγορούν, αλλά δεν λυτρώνουν. Μπορούμε να συμβιβαστούμε, να σκληρύνουμε τον χαρακτήρα μας, να καταθλιβούμε, να κλειστούμε στον εαυτό μας ή να αποφασίσουμε ότι “μια ζωή την έχουμε” και να το ρίξουμε έξω, όμως τη νύχτα η απώλεια θα είναι μπροστά μας. Μπορεί να μιλήσουμε για την λύπη μας, να την μοιραστούμε με ειδικούς και μη, αλλά δεν μπορούμε να την διαγράψουμε.
Δεν είναι λύση να αντιτάξουμε μία άτρωτη πίστη. Η απάντηση σε κάθε απώλεια είναι το Πρόσωπο του Χριστού, όχι η πίστη σ᾽ Αυτόν, αλλά η εκζήτησή Του, η κοινωνία, η σχέση μαζί Του. Η προσευχή που Τον επικαλείται, η αγάπη που Τον βλέπει στο πρόσωπο του κάθε πλησίον, η επίγνωση ότι ακολουθούμε τον δρόμο του θανάτου και της απώλειας που Εκείνος δοκίμασε. Ας Τον αναζητήσουμε.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην « Ορθόδοξη Αλήθεια»
Στο φύλλο της Τετάρτης 4 Ιουλίου 2018

Όσιος Γρηγόριος Καλλίδης

Ο Όσιος Γρηγόριος (ο Καλλίδης) γεννήθηκε στις 24 Ιανουαρίου του 1844 μ.Χ. από ευλαβείς γονείς, τον Ιωάννη και την Ευφροσύνη, στο Κούμβαο της επαρχίας Ηρακλείας, της Ανατολικής Θράκης. Από μικρός έδειξε κλίση προς την ιερωσύνη και έτσι προσλήφθηκε στην υπηρεσία του Μητροπολίτου Σηλυβρίας και μετά Σερρών Μελετίου Θεοφιλίδη του Θεσσαλονικέως, από το οποίο έλαβε τον πρώτο βαθμό της ιερωσύνης στις 26 Φεβρουαρίου του 1862 μ.Χ. Μαθήτευσε με επιμέλεια στα λαμπρά εκπαιδευτήρια των Σερρών, με Διευθυντή τον Ι. Πανταζίδη, τον μετέπειτα καθηγητή Πανεπιστημίου και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Ριζάρειο Σχολή και στη Θεολογική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Στην Αθήνα ο Μητροπολίτης Θεόφιλος Βλαχοπαπαδόπουλος (1862 - 1873 μ.Χ.) τον προεχείρισε σε Αρχιδιάκονό του, εκτιμώντας την προσωπικότητα και τα σπάνια προσόντα του. Έτσι έλαβε μέρος στη δοξολογία για την άφιξη της νύμφης τότε βασίλισσας Όλγας και αργότερα στη βάπτιση του διαδόχου Κωνσταντίνου.

Κατά το έτος 1873 μ.Χ. βρίσκουμε τον Γρηγόριο Σχολάρχη στη Ραιδεστό, το 1874 μ.Χ. πρωτοσύγκελλο του Μητροπολίτου Ηρακλείας Παναρέτου και ιεροκήρυκα, μέχρι να λάβει τον τρίτο βαθμό της ιερωσύνης, ονομαζόμενος επίσκοπος Ναζιανζού στις 24 Μαρτίου του έτους 1875 μ.Χ. Ως βοηθός επίσκοπος του Μητροπολίτου Ηρακλείας, με πολλή σύνεση, μαζί με τους προκρίτους, διαφύλαξε την πόλη της Ραιδεστού από την επιδρομή 45 χιλιάδων Κιρκασίων κατά τον Ρωσσοτουρκικό πόλεμο, μέχρι να υποδεχθεί τους Ρώσσους.

Στους χρόνους της βουλγαρικής εξαρχείας, απεστάλη από το Πατριαρχείο στην Ανδριανούπολη ως έξαρχος, μετά τις εκεί βιαιότητες κατά του Μητροπολίτου Διονυσίου του Ε', του μετέπειτα Οικουμενικού Πατριάρχου (1887 - 1891 μ.Χ.) για να τον αντιπροσωπεύσει μια και αυτός θα απουσίαζε νοσηλευόμενος στην Κωνσταντινούπολη.

Μετά από τρίμηνη παραμονή στην Ανδριανούπολη, εξελέγη στις 12 Μαίου του 1879 μ.Χ. Μητροπολίτης Τραπεζούντος από τον Πατριάρχη Ιωακείμ το Γ' τον μεγαλοπρεπή κατά την πρώτη πατριαρχεία του.

Την επαρχία της Τραπεζούντος ο Γρηγόριος Καλλίδης εποίμανε για πέντε χρόνια και αναδείχθηκε άξιος διάδοχος των αειμνήστων προκατόχων του, που λάμπρυναν τον μητροπολιτικό αυτό θρόνο των Κομνηνών και της Τραπεζούντος. Από την ημέρα της ενθρονίσεως του επιμελήθηκε του έργου της περιφρουρήσεως του ποιμνίου του από τις επιθέσεις των περιοίκων μεταναστών Τούρκων.

Ομοίως μερίμνησε και περί της ελαττώσεως της βαριάς φορολογία των χριστιανών. Αποκατέστησε την ειρήνη και την ομόνοια μεταξύ του ποιμνίου του και ανασυνέταξε τους κοινοτικούς κανονισμούς της ορθόδοξης κοινότητας των Ρωμηών. Με την βοήθεια των μεγάλων ευεργετών Θεοφυλάκτου και Φωκίωνος Κιούση, δημιούργησε προσοδοφόρα κτήματα από τα έσοδα των οποίων να καλύπτεται ο προϋπολογισμός των σχολείων. Γι' αυτή μάλιστα την ενέργειά του τον συνεχάρη το Πατριαρχείο με προσωπική επιστολή στις 13 Ιουνίου 1880 μ.Χ.

Επί της αρχιερατείας του στην Τραπεζούντα το 1879 μ.Χ., η Μεγάλη Εκκλησία, αφού απέσπασε τις εξαρχίες των τριών Σταυροπηγιακών Μονών Σουμελά, Βαζελώνος και Περιστερεώτα, τις υπήγαγε στην άμεση διοίκηση της μητροπόλεως Τραπεζούντος, με την ελπίδα της καλύτερης συγκροτήσεως και προκοπής των Χριστιανών.

Εις τον Τραπεζούντος Γρηγόριον Καλλίδην ανετέθη από τη Μεγάλη Εκκλησία με συνοδικό γράμμα στις 22 Οκτωβρίου 1879 μ.Χ. από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ' και το καθήκον της εποπτείας των τριών αυτών Σταυροπηγιακών Μονών, οπότε και ανέλαβε την υποχρέωση να τις επισκέπτεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Από τον Απρίλιον όμως του 1886 μ.Χ., η εποπτεία των χριστιανών της περιοχής περιήλθε και πάλι στην Ιερά Μονή Σουμελά.

Τον Τραπεζούντος Γρηγόριο Καλλίδη, ο οποίος εξελέγη στο θρόνο της αγιωτάτης Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, διαδέχθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 1884 μ.Χ. ο από Φιλιππουπόλεως μετατεθείς Γρηγόριος ο Γ' ο Λέσβιος.

Η ενθρόνιση του Μητροπολίτου Γρηγορίου στη Θεσσαλονίκη έγινε στις 20 Μαρτίου του 1885 μ.Χ. μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού.

Κατά την περίοδο της αρχιερατείας του Γρηγορίου Καλλίδη, βρισκόταν σε κορύφωση το κοινοτικό ζήτημα της Θεσσαλονίκης, με έντονες διενέξεις που είχαν να κάνουν με την εκλογή των τοπικών αρχόντων της πόλης. Εκείνη την εποχή άρχισαν να αποδυναμώνονται οι εύποροι συντεχνίτες που διεκδικούσαν μια αδιαφιλονίκητη εκλογή στη δημογεροντία και την αντιπροσωπεία της κοινότητας. Τα ισχυρά μέλη των κοινοτικών οργάνων της περιοχής, ήταν έμποροι, κτηματίες, δικηγόροι και γιατροί. Οι ηγέτες του συντεχνιακού κόσμου ζητούσαν επίμονα να αλλάξουν τους όρους του εκλογικού παιχνιδιού, που πια δεν τους ευνοούσε. Ξέσπασαν έτσι οι γνωστές διαμάχες της δεκαετίας του 1880 μ.Χ. που κατέληξαν στη μετάθεση του Μητροπολίτου Γρηγορίου Καλλίδου. Ωστόσο οι κοινοτικές διενέξεις που είχαν ξεκινήσει πολύ πριν την περίοδο της αρχιερατείας του Γρηγορίου, αλλά διήρκησαν και αρκετά μετά, έγιναν αιτία να μετατεθούν ακόμη δύο Μητροπολίτες, ο Καλλίνικος Φωτιάδης (1878 - 1883 μ.Χ.) και ο Αθανάσιος Μεγακλής (1893 - 1900 μ.Χ.).

Οι Στ. Ιωαννίδης, Δ. Βλάτσης και Κ. Σφήκας ήταν οι εκπρόσωποι των συντεχνιών, των ασθενεστέρων πλέον τάξεων της πόλης, που υποστήριξε ο Μητροπολίτης Γρηγόριος, με αποτέλεσμα να συκοφαντηθεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και να κυκλοφορήσει το 1888 μ.Χ. από τις αντίπαλες μερίδες, ρυπαρογραφικός ανώνυμος λίβελος ανόσιας κατηγορίας κατά του Μητρ. Γρηγορίου, λίγο πριν την δίκη που θα γινόταν στην Κωνσταντινούπολη για να διαλευκάνει την υπόθεση.

Στις 29 Απριλίου του 1889 μ.Χ. το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αθώωσε πανηγυρικά τον ανεξίκακο Μητροπολίτη Γρηγόριο. Οι κατήγοροί του δεν προσήλθαν καθόλου στη δίκη. Οι εκπρόσωποι κατήγοροι του ήταν οι Θ. Γεωργιάδης, Γ. Γράβαρης, Τ. Παπαγεωργίου. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι, ο Αλφρέδος Άμποττ, γόνος παλιάς και πλούσιας οικογένειας, όπως και ο Σταύρος Χατζηλαζάρου, είχαν ταχθεί μαζί με τον Μητροπολίτη τους υπέρ της φτωχής μερίδας των συντεχνιών.

Μετά την αθώωσή του, ο Μητροπολίτης Γρηγόριος δικαιωμένος παραμένει στην Κωνσταντινούπολη, μη θέλοντας να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη και παραιτούμενος θέτει τον εαυτό του στη διάθεση της Μεγάλης Εκκλησίας, οπότε και εκλέγεται Μητροπολίτης Ιωαννίνων στις 28 Σεπτεμβρίου του 1889 μ.Χ.

Ως Μητροπολίτης Ιωαννίνων κλήθηκε αριστίνδην συνοδικό μέλος και έρχεται πάλι στην Κωνσταντινούπολη το 1892 μ.Χ. Στη θέση του αφήνει τον πρωτοσύγκελλό του Πανάρετο, που στη συνέχεια εκλέγεται διαδοχικά, επίσκοπος Ναζιανζού και χωρεπίσκοπος Ταταούλων.

Στη Βασιλεύουσα Πόλη, ο Γρηγόριος διετέλεσε πρόεδρος της διευθύνουσας επιτροπής του πατριαρχικού τυπογραφείου, πρόεδρος της επιτροπής διαχείρισης των μοναστηριακών κτημάτων και μέλος της Εφορίας της Ιεράς Θεολογικής Σχολής. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη υπήρξε η δράση του ως προέδρου του εκκλησιαστικού δικαστηρίου των Πατριαρχείων. Στα Ιωάννινα επέστρεψε και πάλι τον Μάιο του 1894 μ.Χ.

Κατά τον πόλεμο του 1897 μ.Χ. μαζί με τους γενικούς προξένους προφύλαξε την πόλη των Ιωαννίνων από τους Τούρκους, οπότε και τιμήθηκε παρά του Αντιβασιλεύοντος Διαδόχου Κωνσταντίνου με το παράσημο των Ανωτέρων Ταξιαρχών του Σωτήρος Χριστού, λαμβάνοντας συγχρόνως από τον Αυτοκράτορα της Ρωσσίας τον μεγαλόσταυρο της Αγίας Άννης και από τον ηγεμόνα του Μαυροβουνίου τον μεγαλόσταυρο Δανιήλου. Ας σημειωθεί εδώ και η αναγνώριση της αξίας του Ιεράρχου και από την Τουρκική πλευρά ενωρίτερα, όταν τιμήθηκε από τον Σουλτάνο το Νοέμβριο του 1885 μ.Χ., με το επίσημο παράσημο Οσμανιέ Β' τάξεως. Διετέλεσε συνοδικός επί των Πατριαρχών Νεοφύτου του Η', Κωνσταντίνου Ε' και Ιωακείμ του Γ' και έγινε πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου, οπότε και έλαβε τον σερβικό μεγαλόσταυρο του Αγίου Σάββα.

Στις 22 Μαίου του έτους 1902 μ.Χ. ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ', προεβίβασε τον Γρηγόριο στη γεροντική Μητρόπολη Ηρακλείας και Ραιδεστού, στη θέση του Ιερωνύμου για να εκλεγεί στα Ιωάννινα ο Νικαίας Σωφρόνιος. Οι άλλοι συνυποψήφιοι για την Μητρόπολη Ηρακλείας ήταν ο Αμασείας Άνθιμος και ο Βερροίας Κωνσταντίνος. Ο πρώην Ηρακλείας Ιερώνυμος κατεστάθη και πάλιν Μητροπολίτης Νικαίας.

Στη διοίκηση της επαρχίας του, εκτός των περιοχών Ραιδεστού και Χαριουπόλεως διώρισε επισκόπους, τον επίσκοπο Ναζιανζού Γερμανό στα τμήματα Ηρακλείας και Τυρολόης και τον επίσκοπο Χαριουπόλεως Φιλόθεο στα τμήματα Κεσσάνης, Μαλγάρων και Μακράς Γέφυρας.

Η Εκκλησία της Ηρακλείας που ιδρύθηκε από τον πρωτόκλητο Απόστολο Ανδρέα, υπήρξε η πρωτεύουσα Μητρόπολη στη Θράκη και σ' αυτήν υπαγόταν και η επισκοπή Βυζαντίου, η μετέπειτα Κωνσταντινούπολη. Στην Δ' Οἰκουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας το 451 μ.Χ., η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης ανυψώθηκε σε Νέα Ρώμη. Ο Μητροπολίτης Ηρακλείας όμως διατηρούσε το δικαίωμα, να εγχειρίζει στον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη την πατριαρχική ράβδο.

Στα πρώτα χρόνια της αρχιερατείας του στην Μητρόπολη Ηρακλείας ανεκόμισε και παρέδωσε σε Ουγγρική αντιπροσωπεία, τα οστά του πρίγκιπα της Τρανσυλβανίας Φραγκίσκου του Β', του Ρακότση και άλλων Ούγγρων εξορίστων, κατά τις αρχές του ΙΗ αιώνος μ.Χ. μετά την ειρήνη του Κάρλοβιτς, που ήταν θαμμένα στον περίβολο του ναού της Παναγίας της Ρευματοκράτειρας. Τότε τιμήθηκε από την Αυστριακή Κυβέρνηση με τον μεγαλόσταυρο του Φραγκίσκου Ιωσήφ.

Στην πενταετία 1902 - 1907 μ.Χ., ο Μητροπολίτης Ηρακλείας Γρηγόριος με την βοήθεια Ελλήνων διπλωματών, κατάφερε να προφυλάξει την επαρχία του από τον κίνδυνο της Ουνίας, η οποία από τα μέσα του 19ου αιώνα μ.Χ. είχε κάνει την εμφάνισή της στην περιοχή, όπως κι απο την δράση των Βουλγάρων εξαρχικών.

Στη Ραιδεστό κατέθεσε τον θεμέλιο λίθο του κτιρίου του Θρακικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου το 1873 μ.Χ., του κεντρικού παρθεναγωγείου «τα Θεοδωρίδεια», του κεντρικού Αρρεναγωγείου «Γεωργιάδειον», του Νηπιαγωγείου Κουρνάλειος «Γεωργιάδειον» και της μεγάλης αποθήκης στην αποβάθρα της πόλης.

Αγόρασε και επισκεύασε την οικία Γιάγκου και τη δώρησε ως Μητροπολιτικό μέγαρο στην κοινότητα Ραιδεστού, υπό τον όρο να δίνει ο εκάστοτε Μητροπολίτης στο σχολικό ταμείο 35 χρυσές λίρες κάθε χρόνο. Γι' αυτό η ελληνική κοινότητα της Ραιδεστού είχε αναγράψει το όνομά του στον επίσημο κώδικά της και τον ανακήρυξε Μεγάλο Ευεργέτη της.

Επίσης ο Μητροπολίτης Γρηγόριος κατέθεσε χρήματα στην Εθνική Τράπεζα, προς συντήρηση του δασκάλου της πατρίδας του Κουμβάου, η οποία ονόμασε τη δημοτική σχολή της «Καλλίδειον». Στη Ραιδεστό μετά από πολυώδυνο και μαρτυρικό βίο, είδε απελαυνομένους τους περισσότερους χριστιανούς της Θράκης.

Συνεργάστηκε με τους ομογενείς Αρμένιους, Τούρκους και Ιουδαίους για να μη δεινοπαθήσει η Ραιδεστός και αξιώθηκε να υποδεχθεί στις 7 Ιουλίου του 1920 μ.Χ. τον Ελευθερωτή Ελληνικό Στρατό της μεραρχίας της Σμύρνης και τήν επόμενη μέρα τον νεαρό βασιλιά Αλέξανδρο. Διετέλεσε πρώτο μέλος της θρακικής επιτροπής Ορθοδόξων, Μουσουλμάνων, Αρμενίων και Ιουδαίων, η οποία υπέβαλε την ευγνωμοσύνη της στον βασιλιά Αλέξανδρο και στην Κυβέρνηση Βενιζέλου και έλαβε μέρος στον εορτασμό των Εθνικών Επινικείων.

Μετέβη για δεύτερη φορά στην Αθήνα μετά τον θάνατο του βασιλιά Αλέξανδρου με τους πνευματικούς Αρχηγούς και Αντιπροσώπους των κοινοτήτων της Θράκης, για την υποδοχή του βασιλιά Κωνσταντίνου. Περιήλθε τη Θεσσαλία και την Μακεδονία παροτρύνοντας και ενθαρρύνοντας την επάνοδο των εκεί προσφύγων Θρακών στις πατρίδες τους, σε συνεννόηση με τον υπουργό περιθάλψεως. Πήρε μέρος στη Σύνοδο Ιεραρχών Παλαιών και Νέων Χωρών το 1921 μ.Χ. στην οποία προήδρευσε έχοντας τα πρεσβεία, έναντι όλων των Συνέδρων.

Τέλος, παρά την προχωρημένη ηλικία του, συνέχισε εργαζόμενος ακούραστα στη θρακική έπαλξη για την πνευματική κατάρτιση του ποιμνίου του συναπολαμβάνοντας με αυτό τη δωρηθείσα ελευθερία της Θράκης.

Τις δόξες όμως αυτές και τις τιμές, ήλθε να αφανίσει η μαύρη συμφορά, ο χαλασμός του 1922 μ.Χ. που ξερίζωσε τον προαιώνιον ελληνισμόν της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης απο τις πατρογονικές εστίες. Έτσι ο Μητροπολίτης Γρηγόριος με την προσφυγική ράβδο σαν άλλος Μωϋσής, μεγαλόψυχος παρήγορος του εκτοπιζομένου ποιμνίου του, τους οδήγησε με ασφάλεια στην Ελλάδα.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στη Θεσσαλονίκη σχολάζων χωρίς να θελήσει να αναλάβει νέα Μητρόπολη.

Στις 12 Απριλίου (Κυριακή των Βαίων) του 1925 μ.Χ. ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος Αλεξιάδης και η κοινότητα της Θεσσαλονίκης τίμησαν τον Μητροπολίτην Γρηγόριο με αφορμή την συμπλήρωση πενήντα ετών θεοφιλούς και εθνωφελούς αρχιερατείας. Μετά από πανηγυρική Θεία Λειτουργία ακολούθησε αυτή η σεμνή τελετή στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντίνου, Μητροπολιτών του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος, εκπροσώπων του Αγίου Όρους και του ελληνικού κράτους, στρατιωτικών και τοπικών αρχόντων.

Το περιοδικό «Γρηγόριος ο Παλαμάς» αφιέρωσε τον θ' τόμο του (1925 μ.Χ.) στον Μητροπολίτη Γρηγόριο Καλλίδη με αφορμή τη συμπλήρωση του Ιωβηλαίου της αρχιερατείας του.

Ο Μητροπολίτης Γρηγόριος Αρχιεπίσκοπος Ηρακλείας και Ραιδεστού, μετά από σύντομη ασθένεια, άφησε την τελευταία του πνοή τα μεσάνυχτα της Πέμπτης 23 Ιουλίου του 1925 μ.Χ. Η εξόδιος ακολουθία του έγινε με περισσή μεγαλοπρέπεια από τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γεννάδιο, τον Καμπανίας Διόδωρο, τον Απολλωνιάδος Ιωακείμ και τον Κασσανδρείας Ειρηναίο στον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης. Παρέστησαν επίσης οι Μητροπολίτες Σερρών Κωνσταντίνος και Σιδηροκάστρου Νεόφυτος, ο Αρμένιος επίσκοπος, εκπρόσωπος της Αρχιρραβινείας, πλήθος επισήμων και ο πιστός του Θεού λαός. Η σορός του με πομπή, κατέληξε στο νεκροταφείο της Ευαγγελιστρίας όπου κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.

Στις 20 Οκτωβρίου 1979 μ.Χ. ο Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κυρός Παντελεήμων ο Β', έκανε την ανακομιδή των ιερών λειψάνων του τα οποία βρέθηκαν να ευωδιάζουν και να επιτελούν από τότε πλήθος θαυμάτων.

Μετά από ενέργειες του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κυρού Παντελεήμονος του Β', στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο έγινε με πατριαρχική και συνοδική πράξη στις 22 Μαίου 2003 μ.Χ., η επίσημη κατάταξη του Αγίου Γρηγορίου στο αγιολόγιο της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας και ορίστηκε ημέρα μνήμης του η 25η Ιουλίου (ημέρα κοιμήσεώς του) και η 20η Οκτωβρίου (επέτειος της ανακομιδής του) ως δεύτερη εορτή του.

Την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη, εκόμισε ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος ο Α' με πατριαρχική συνοδεία, ο οποίος προέστη και στην ακολουθία – δοξολογία της κατατάξεως του Αγίου Γρηγορίου στο αγιολόγιο της Εκκλησίας μας, στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου στις 29 Μαίου 2003 μ.Χ.