Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Ὁ κόσμος θέλει νὰ ἁμαρτάνει καὶ θέλει τὸν Θεὸ καλό…”(Ὅσιος Παϊσιος)

Οἱ ἀπομακρυσμένοι ἄνθρωποι ἀπὸ τὸν Θεὸ πάντα ἀπαρηγόρητοι βρίσκονται καὶ διπλὰ βασανίζονται. Ὅποιος δὲν πιστεύει στὸν Θεὸ καὶ στὴν μέλλουσα ζωή, ἐκτὸς ποὺ μένει ἀπαρηγόρητος, καταδικάζει καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ αἰώνια.

 Σε ὅποιο ἀφεντικὸ δουλεύεις, ἀπὸ αὐτὸ θὰ πληρωθῆς. Ἂν δουλεύης στὸ μαῦρο ἀφεντικό, σοῦ κάνει τὴ ζωὴ μαύρη ἀπὸ ἐδῶ. Ἂν δουλεύης στὴν ἁμαρτία, θὰ πληρωθῆς ἀπὸ τὸν διάβολο. Ἂν ἐργάζεσαι τὴν ἀρετή, θὰ πληρωθῆς ἀπὸ τὸν Χριστό. Καὶ ὅσο ἐργάζεσαι στὸν Χριστό, τόσο θὰ λαμπικάρεσαι, θὰ ἀγάλλεσαι. Ἀλλὰ ἐμεῖς λέμε: “Χαμένο τόχουμε νὰ ἐργασθοῦμε στὸν Χριστό;”
Μὰ εἶναι φοβερό! Νὰ μὴν ἀναγνωρίζουμε τὴν θυσία τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο! Σταυρώθηκε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ μᾶς λυτρώση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, γιὰ νὰ ἐξαγνισθῆ ὅλο το ἀνθρώπινο γένος. Τί ἔκανε ὁ Χριστὸς γιὰ μᾶς; Τί κάνουμε ἐμεῖς γιὰ τὸν Χριστό;

 Ο κόσμος θέλη νὰ ἁμαρτάνη καὶ θέλει τὸν Θεὸ καλό.Αὐτὸς νὰ μᾶς συγχωράη καὶ ἐμεῖς νὰ ἁμαρτάνουμε. Ἐμεῖς δηλαδὴ νὰ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε καὶ Ἐκεῖνος νὰ μᾶς συγχωράη. Νὰ μᾶς συγχωράη συνέχεια καὶ ἐμεῖς τὸ βιολί μας. Οἱ ἄνθρωποι δὲν πιστεύουν, γι’ αὐτὸ ὁρμοῦν στὴν ἁμαρτία. Ὅλο το κακὸ ἀπὸ ΄κεῖ ξεκινάει, ἀπὸ τὴν ἀπιστία.
 Δεν πιστεύουν στὴν ἄλλη ζωή, ὁπότε δὲν ὑπολογίζουν τίποτε. Ἀδικοῦν, ἐγκαταλείπουν τὰ παιδιά τους… Γίνονται πράγματα… σοβαρὲς ἁμαρτίες. Οὔτε οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἔχουν προβλέψει τέτοιες ἁμαρτίες στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες – ὅπως γιὰ τὰ Σόδομα καὶ Γόμορρα εἶχε πεῖ ὁ Θεός: “Δὲν πιστεύω νὰ γίνονται τέτοιες ἁμαρτίες, νὰ πάω νὰ δῶ!”.
 Αν δὲν μετανοήσουν οἱ ἄνθρωποι, ἂν δὲν ἐπιστρέψουν στὸν Θεό, χάνουν τὴν αἰώνια ζωή. Πρέπει νὰ βοηθηθῆ ὁ ἄνθρωπος, νὰ νιώση τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, νὰ συνέλθη, γιὰ νὰ νιώση τὴν θεία παρηγοριά. Σκοπὸς εἶναι νὰ ἀνεβῆ πνευματικὰ ὁ ἄνθρωπος, ὄχι ἁπλῶς νὰ μὴν ἁμαρτάνη.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Α’- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Όσιος Παΐσιος: Η υπερηφάνεια γελοιοποιεί τον άνθρωπο

Γέροντα, τί είναι αυτό που μας κάνει να θέλουμε να γίνη γνωστό στους άλλους ό,τι καλό κάνουμε, ενώ έχει τόση γλυκύτητα, τόση απαλάδα, το να ζη και να εργάζεται κανείς στην αφάνεια;

Το πιο σπουδαίο είναι ότι, όταν ο άνθρωπος έχη εσωτερικότητα και προσπαθή να μη γίνεται γνωστό το καλό που κάνει, είναι αισθητό στους άλλους∙ όλοι τον ευλαβούνται και τον αγαπούν, χωρίς ο ίδιος να το καταλαβαίνη.

Πόσο συμπαθής είναι ο ταπεινός άνθρωπος και πόσο αποκρουστικός ο υπερήφανος! Τον υπερήφανο κανείς δεν τον αγαπάει, ακόμη και ο Θεός τον αποστρέφεται. Βλέπεις, και τα μικρά παιδιά, αν δουν κανένα παιδί λίγο υπερήφανο, το κοροϊδεύουν , ενώ ένα παιδί σιωπηλό , συνετό, πόσο το εκτιμούν! Ή, αν δουν κανέναν να περπατάη καμαρωτός-καμαρωτός, τον παίρνουν μυρωδιά και τον κοροϊδεύουν.

Θυμάμαι κάποιον στην Κόνιτσα που, ενώ πέθαινε από την πείνα, φορούσε κάθε μέρα κοστούμι, γραβάτα και ρεπούμπλικο και έβγαινε στην πλατεία καμαρωτός. Τα παιδάκια, μόλις τον έβλεπαν, πήγαιναν από πίσω του και παρίσταναν πώς περπατούσε.

Μικρούτσικα παιδάκια τώρα! Πόσο μάλλον οι μεγάλοι καταλαβαίνουν τον υπερήφανο άνθρωπο! Μη βλέπης που δεν μιλούν, για να μην τον εκθέσουν ∙ από μέσα τους όμως αηδιάζουν.

Όποιος θέλει να προβάλλη τον εαυτό του, τελικά γελοιοποιείται. Θυμάμαι, όταν ήμουν στο Σινά, είχε έρθει ένας παπάς που τον έλεγαν Σάββα. Ήταν λίγο κενόδοξος, είχε και μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Μια μέρα οι Βεδουίνοι ανέβαζαν στο μοναστήρι ένα βαρύ πράγμα με το βίντσι και, καθώς το σήκωναν, φώναζαν, για να συγχρονισθούν, «σάουα-σάουα», δηλαδή «όλοι μαζί». Τους άκουσε ο παπα-Σάββας κι έτρεξε αμέσως έξω.

«Βρε, ακόμη δεν ήρθα, λέει, και “Σάββα” φωνάζουν! Και εδώ όλοι με έμαθαν!». Νόμιζε ότι οι Βεδουίνοι φώναζαν «Σάββα, Σάββα»! Μόλις το άκουσα ,με έπιασαν τα γέλια! Είναι να μη γελάσης; Όπως δουλεύει το μυαλό του ανθρώπου, έτσι τα ερμηνεύει όλα… Άμα ο άνθρωπος είναι λίγο φαντασμένος, όλα φαντασμένα τα ερμηνεύει.

- Γέροντα, από υπερηφάνεια το κάνει;

Είναι αιχμάλωτος στην κενοδοξία ,τον κλέβει και η φαντασία και φθάνει μετά… Μου έλεγε ένας μοναχός πως, όταν ήταν λαϊκός, είχε δώσει σε κάποιον ένα επίσημο επανωφόρι. Μια μέρα που βρέθηκαν μαζί σε μια συντροφιά, εκείνος το φορούσε, οπότε κάποια στιγμή λέει: «Αυτό το παλτό ξέρετε από πού το έχω; Από το Παρίσι! Αν ξέρατε και πόσο το αγόρασα!». Και να είναι εκεί μπροστά και ο άλλος που του έδωσε το επανωφόρι ευλογία!

Καλά, Γέροντα, ανόητος ήταν;

Μα πιο ανόητος από τον υπερήφανο υπάρχει; Τελικά η υπερηφάνεια γελοιοποιεί τον άνθρωπο.

Όσιος Βλάσιος ο εξ Αμορίου

Ο Όσιος Βλάσιος καταγόταν από το Αμόριο της Μικράς Ασίας, από το χωριό Απλατιανή, και το κοσμικό του όνομα ήταν Βασίλειος. Στις αρχές του 9ου αιώνα μ.Χ. εγκαταλείπει την πατρίδα του και πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, όπου χειροτονήθηκε διάκονος της Αγίας Σοφίας από τον άγιο πατριάρχη Ιγνάτιο . Στον ίδιο ναό είχε τον αδελφό του ιερέα.

Μετά από μια περιπετειώδη φυγή στη Βουλγαρία και τη θαυματουργή σωτηρία του, ταξιδεύει για τη Ρώμη. Εκεί έμεινε περίπου μια δωδεκαετία, χειροτονήθηκε ιερεύς, έζησε υπερθαύμαστη ζωή σε κοινόβιο του αγίου Καισαρίου επιτελώντας θαύματα και δυο φορές τον επισκέφθηκε σε όραμα η Θεοτόκος. Επιστρέφει και μονάζει στην περιβόητη μονή του Στουδίου επί τετραετία, όπου συνδέεται με ισχυρούς άρχοντες, τον αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ τον Σοφό και τον άγιο πατριάρχη Αντώνιο .

Περί το 896 μ.Χ., «την καταμόνας μαρτυρικήν παλαίστραν διεξελθείν εφιέμενος», έρχεται στον Άθωνα με μερικούς μαθητές του και ιδρύει μονύδριο. Αφού το αγλάισε και άφησε διάδοχό του έναν από τους μαθητές του, αποσύρθηκε στα πιο ερημικά μέρη του Όρους και δόθηκε στην άσκηση και την προσευχή. Έμενε μόνος στην έρημο και δινόταν όλος στην προσευχή, δίχως να νοιάζεται για τροφή και να φοβάται τα άγρια θηρία. Τρεφόταν με τα θεία λόγια και τα χόρτα του βουνού. Τα θηρία του δάσους έγιναν φίλοι του και τον πλησίαζαν με σεβασμό. Συχνά σε υπαίθριες λειτουργίες του συλλειτουργούσε με αγγέλους και οι ποιμένες έμεναν έκθαμβοι από τις ουράνιες μελωδίες και διηγούνταν «μεγάλη τη φωνή πάση τη περιχώρω τα του Θεού τεράστια».

Για όλο τον Άθωνα ήταν «ως αστήρ διαυγής πάντας καταφωτίζων τοις αυτού προτερήμασιν. όθεν αυτό τε το όρος και οι τούτου οικήτορες τη αυτού παρακελεύσει διεξαγόμενοι βαθείαν ήγον ειρήνην ταις αύραις του πνεύματος επαναπαυόμενοι».

Μετά από μια δωδεκαετία αγώνων, επέστρεψε στη μονή Στουδίου, γιατί είχαν αρχίσει οι άνθρωποι να τον συγχίζουν. Ύστερα από έναν υψηλό πυρετό και αφού προείδε το τέλος του και λειτούργησε για τελευταία φορά, παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Πλάστη του, το έτος 909 ή 912 μ.Χ.. Ετάφη ένδοξα στο παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου της μονής Στουδίου.

Ο ωραίος βίος του γράφηκε περί το 940 μ.Χ. από Στουδίτη μοναχό, που ήταν μαθητής του μαθητή του Λουκά, ο μεταξύ των «πατέρων άριστος» και «μαθητής του προσφιλέστατος».

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Υπάτιος επίσκοπος Γαγγρών

Ο Άγιος Υπάτιος ήταν μορφή από εκείνες που δόξασαν την Εκκλησία στους πρώτους αιώνες της και αγωνίσθηκαν για το θρίαμβο του χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας. Ήταν επίσκοπος Γαγγρών στα χρόνια του Μεγάλου. Κωνσταντίνου και συμμετείχε στην Α' Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια (325 μ.Χ.), κατά της πλάνης του Αρείου. Στο ποιμαντικό του έργο, εξακολούθησε να διδάσκει και να καθοδηγεί το ποίμνιο του, αλλά κυρίως αντιμαχόταν τις αιρέσεις, και ιδιαίτερα την αίρεση των Ναυτιανών. Η επιτυχία με την οποία καταπολεμούσε τους Ναυτιανούς, ξεσήκωσε τα άγρια πάθη τους και ζητούσαν την εξόντωση του. Έτσι, το έτος 326 μ.Χ. πλήρωσαν κάποιους ειδωλολάτρες, οι οποίοι σε κρημνώδη περιοχή επιτέθηκαν κατά του Αγίου με ξύλα και πέτρες και τον άφησαν μισοπεθαμένο. Πριν ξεψυχήσει, μία εκ των φανατικών αιρετικών γυναικών τον θανάτωσε διά λίθου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίως ἱέρευσας, τῷ ἐπὶ πάντων Θεῶ, καὶ πρόεδρος ἔνθεος, τῆς Ἐκκλησίας Γαγγρῶν, ἐδείχθης Ὑπάτιε, Ὅθεν θαυματουργίαις, διαλάμπων ποικίλαις, σύνθρονον τῷ Τεκόντι, τὸν Υἷον ὠμολώγεις, δι' ὃν καὶ χαίρων ἤθλησας, Ἱερομάρτυς ἔνδοξε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Ὑπάτιε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Τὴν ζωοποιόν, τελέσας ἱερουργίαν, καὶ τῶν δωρεῶν, τὸ τάλαντον ἐπαύξησας, ὡς θυσία προσήχθης, καὶ κάρπωμα ἔνθεον, δι’ ἀθλήσεως Ὑπάτιε, τῷ δοξάσαντι τὸν βίον σου, τοῖς ἀρρήτοις Πάτερ θαύμασιν. Αὐτὸν δυσώπει ἀεί, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῆς πίστεως δόγματα, κρατύνων Ὅσιε, Πατρὶ συναΐδιον, καὶ ὁμοούσιον, τὸν Λόγον ἐκήρυξας· ὅθεν ὀρθοδόξως, τὴν σὴν ποίμνην ποιμάνας, ᾔσχυνας τοῦ Ἀρείου, τήν κακόφρονα γνώμην· διὸ νῦν μεταβὰς πρὸς τὸν Χριστόν, πρέσβευε ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον
Ὁμοουσιότητος τοῦ Πατρός, καὶ Υἱοῦ παμμάκαρ, χρηματίζων κῆρυξ λαμπρός, ἀθλήσει σφραγίζεις, τὸν θαυμαστόν σου βίον, Ὑπάτιε θεόφρον, Γαγγρῶν ὁ πρόεδρος.

Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

Σαν έρθει η στιγμή της Θείας Κοινωνίας

Και σαν έρθει η στιγμή της θείας Κοινωνίας και πρόκειται να πλησιάσεις την αγία Τράπεζα, πίστευε ακλόνητα πως εκεί είναι παρών ο Χριστός, ο Βασιλιάς των όλων.

Όταν δεις τον Ιερέα να σου προσφέρει το σώμα και το αίμα του Κυρίου, μη νομίσεις ότι ο ιερέας το κάνει αυτό, αλλά πίστευε ότι το χέρι που απλώνεται είναι του Χριστού.

Αυτός που λάμπρυνε με την παρουσία Του την τράπεζα του Μυστικού Δείπνου, Αυτός και τώρα διακοσμεί την Τράπεζα της θείας Λειτουργίας. Παραβρίσκεται πραγματικά και εξετάζει του καθενός την προαίρεση και παρατηρεί ποιος πλησιάζει με ευλάβεια ταιριαστή στο άγιο Μυστήριο, ποιος με πονηρή συνείδηση, με σκέψεις βρωμερές και ακάθαρτες, με πράξεις μολυσμένες.

Αναλογίσου, λοιπόν, κι εσύ ποιο ελάττωμά σου διόρθωσες, ποιαν αρετή κατόρθωσες, ποιαν αμαρτία έσβησες με την εξομολόγηση, σε τι έγινες καλύτερος. Αν η συνείδησή σου σε πληροφορεί ότι φρόντισες αρκετά για την επούλωση των ψυχικών σου τραυμάτων, αν έκανες κάτι περισσότερο από τη νηστεία, κοινώνησε με φόβο Θεού. Αλλιώς, μείνε μακριά από τα άχραντα Μυστήρια. Και όταν καθαριστείς απ' όλες τις αμαρτίες σου, τότε να πλησιάσεις.

Να προσέρχεστε, λοιπόν, στη θεία Κοινωνία με φόβο και τρόμο, με συνείδηση καθαρή, με νηστεία και προσευχή. Χωρίς να θορυβείτε, χωρίς να ποδοπατάτε και να σπρώχνετε τους διπλανούς σας. Γιατί αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη τρέλα και τη χειρότερη περιφρόνηση των θείων Μυστηρίων.

Πες μου, άνθρωπε, γιατί κάνεις θόρυβο; Γιατί βιάζεσαι; Σε πιέζει τάχα η ανάγκη να κάνεις τις δουλειές σου; Και σου περνάει άραγε, την ώρα που πας να κοινωνήσεις, η σκέψη ότι έχεις δουλειές; Έχεις μήπως την αίσθηση ότι είσαι πάνω στη γη; Νομίζεις ότι βρίσκεσαι μαζί με ανθρώπους και όχι με τους χορούς των αγγέλων; Μα κάτι τέτοιο είναι δείγμα πέτρινης καρδιάς...

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Ποιος είναι ο αγωνιστής ιερέας;

Aρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Σήμερα δεν χρειάζεται "Παπαφλέσσας" αλλά Άγιος Κοσμάς Αιτωλός. Δυστυχώς όμως οι χριστιανοί ποθούν μια επίγεια αυτοδικαίωση και γι' αυτό αναζητούν ιερείς που θα μιλούν και θα "μάχονται" με κοσμικό πνεύμα, με επίγεια όπλα, με "μαχαίρια και τουφέκια". Δεν θέλουν ιερείς που θα μιλούν περί μετανοίας και προσευχής, που θα μιλούν για τον Χριστό (αυτοί είναι βαρετοί). Προτιμούν αυτούς που μιλούν για τον Αντίχριστο, για συνωμοσίες, για κοσμικές μεθόδους αντιμετώπισης των προφητειών, για εθνικοφυλετικά θέματα.



Χριστιανέ σύνελθε! Σκοπός της ζωής σου δεν είναι να γίνεις πολέμαρχος στο όνομα του Χριστού αλλά αδελφός του πλησίον σου (οποίος κι αν είναι αυτός) στο όνομα του Χριστού. Λέμε ότι είμαστε χριστιανοί κρατώντας μαχαίρι στο χέρι μας, έτοιμοι να αναθεματίσουμε, να κτυπήσουμε και να πολεμήσουμε όποιον μας πάει κόντρα. Θέλουμε ο ιερέας να μας μιλήσει για τις προφητείες όχι για να μετανοήσουμε αλλά για να προλάβουμε να γεμίσουμε τις αποθήκες μας με τρόφιμα. Φανατιζόμαστε, έτοιμοι να σταυρώσουμε οποιονδήποτε "βλάσφημο", ενώ θα έπρεπε να είμαστε έτοιμοι να σταυρωθούμε και να μαρτυρήσουμε.



Μας καίει να πάρουμε την Πόλη και μένουμε αδιάφοροι στην λεηλατημένη από τα πάθη καρδιά μας. Δυστυχώς κάποιοι αδελφοί μας ενώ είναι μια ζωή μέσα στην Εκκλησία του Χριστού μας ζούνε εντελώς ανυποψίαστοι για το "εκκλησιαστικοποιημένο" κοσμικό πνεύμα που τους διακατέχει, με αποτέλεσμα να μιλάνε για Χριστό και αντί να ανεβαίνει η καρδιά τους στον ουρανό, να παραμένει εδώ στη γη - σ' αυτήν την ζωή. Ψάχνουν επίγειους Μεσσίες. Σωτήρες που θα τους προσφέρουν άρτο και θέαμα, "εθνική υπερηφάνεια", επίγεια δόξα και θρησκευτικές νίκες κατα αλλοθρήσκων. Πόση αλλοτρίωση του πνεύματος των Πατέρων και Αγίων μας; Τί κατάντια των χριστιανών;



Το θέμα δεν είναι να νικήσουμε τους άλλους αλλά να σταυρωθούμε για χάριν των άλλων... Κάποιοι δεν θέλουν να το καταλάβουν... κρίμα. Μην γελιόμαστε, ο μεγαλύτερος εχθρός βρίσκεται στην καρδιά μας, πουθενά αλλού. Ο Χριστός δεν θέλει πολέμαρχους αλλά ειρηνοποιούς. Αγωνιστής ιερέας λοιπόν είναι αυτός που σου δείχνει τον Χριστό και δια των Μυστηρίων της Εκκλησίας μας σε καθαρίζει και σου Τον προσφέρει. Και αγωνιστής χριστιανός είναι εκείνος που αγωνίζεται ταπεινά για την Βασιλεία του Θεού. Αγωνίζεται να βρει τον Χριστό και όχι χρυσό, να βρει την Χάρη Του και όχι να σώσει την πάρτη του. Ο αγώνας μας είναι κατά του εγώ μας, όχι κατά των άλλων.



Ο αγώνας μας είναι κατά των παθών μας, η αναζήτηση της Χάρης του Παρακλήτου, η καλλιέργεια της ταπείνωσης, της προσευχής, της σιωπής. Ο Χριστός αναγνωρίζεται ως Βασιλεύς της Δόξης πάνω στον Σταυρό Του, τότε που "ηττημένος" από τον κόσμο, νίκησε τον κόσμο.

Όσιος Ιωάννης ο εν τω φρέατι

Ο Όσιος Ιωάννης γεννήθηκε στα χρόνια των διωγμών της Εκκλησίας από τους ειδωλολάτρες. Η ευσεβής μητέρα του, τον πότισε με τα νάματα της χριστιανικής θρησκείας, και αργότερα ο Ιωάννης κατέφυγε στην έρημο όπου αφοσιώθηκε στη μελέτη και την πνευματική άσκηση. Επειδή όμως το μέρος που έμενε ήταν μια μικρή σπηλιά, αναγκάσθηκε ο ευσεβής ερημίτης να χρησιμοποιήσει σαν άσκητήριο, ένα ξεροπήγαδο. Γι' αυτό και έπωνομάστηκε: «Ιωάννης ο εν τω φρέατι». Μετά από καιρό, ήλθαν κι άλλοι στον τόπο εκείνο, όπου έκτισαν μικρά κελιά για τον εαυτό τους. Αλλά ο Ιωάννης, δεν ήθελε πλέον να φύγει από εκείνο το ξεροπήγαδο, που είχε συνδεθεί με τόσα χρόνια της ζωής του. Επικοινωνούσε όμως με τους νεοελθόντες και χρησίμευε ως πολύτιμος σύμβουλος και καθοδηγός τους. Έτσι ώστε η μικρή εκείνη αδελφότητα, καταρτιζόταν και προαγόταν κατά Χριστόν απ' αυτόν. Ο Ιωάννης πέθανε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Ιωάννης συγγραφέας της Κλίμακος

Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακας πιθανότατα το 523 μ.Χ. στη Συρία. Ήταν γιος πλούσιας και ευσεβούς οικογένειας. Σε νεαρή ηλικία, παρακολούθησε ανώτερο κύκλο μορφώσεως, ώστε να διακρίνεται ανάμεσα στους συνομήλικούς του. Εκείνος όμως, ενδιαφερόταν περισσότερο για την προσευχή, τις θεολογικές μελέτες, την συγγραφική εργασία και την άσκηση. Πήγε στο Όρος Σινά, κοντά στον φημισμένο αναχωρητή Μαρτύριο, ο οποίος καθοδήγησε πνευματικά τον νεαρό Ιωάννη. Μετά από τέσσερα χρόνια άσκησης, εκάρη μοναχός ενώ η φήμη των αρετών και της σοφίας του είχε ευρύτερα διαδοθεί. Γι' αυτό πολλοί μοναχοί και λαϊκοί, αλλά και αξιωματούχοι έρχονταν στη Μονή για να ζητήσουν τη συμβουλή του. Είχε και το χάρισμα της θαυματουργίας. Λόγω της διαβίωσής του στην Ιερά Μονή Σινά ονομάζεται και Σιναΐτης. Μετά το θάνατο του ηγούμενου της Μονής και κατόπιν απαιτήσεως των αδελφών δέχθηκε να γίνει Ηγούμενος της ιεράς Μονής Σινά για μερικά χρόνια. Η νοσταλγία, όμως, της ερημικής ζωής, έκανε τον Ιωάννη να αποσυρθεί πάλι στην έρημο και να αφοσιωθεί πάλι στις μελέτες του. Εκοιμήθη εν ειρήνη περί το 606 μ.Χ. και άφησε δύο σπουδαιότατα συγγράμματα, την «Κλίμακα» και τον «Λόγον προς τον Ποιμένα».
Η «Κλίμακα» περιλαμβάνει τριάντα λόγους περί αρετής, όπου ο καθένας λόγος περιλαμβάνει και μια αρετή, ξεκινώντας από τις πιο πρακτικές και ανεβαίνοντας σαν σκαλοπάτια κατέληξε στις θεωρητικά υψηλές. Στη πνευματική ζωή έχουμε βαθμίδες χαμηλές και υψηλές, καταστάσεις κατώτερες και ανώτερες. Γι' αυτό και το σύγγραμμα ονομάζεται Κλίμακα των αρετών. Στο έργο του αυτό ο συγγραφέας παρουσιάζει συστηματικά τις ιδέες του για την κοινοβιακή κυρίως, αλλά και για την ερημική ζωή, ταξινομώντας αυτές κατά τρόπο που δείχνει πορεία προς την ηθική τελείωση. Είναι γραμμένο σε κομψή ελληνική γλώσσα, καλοδουλεμένη με χάρη και μελωδικότητα. Έχει διαύγεια, γλαφυρότητα, παραστατικότητα και παρουσιάζει πλούτο εκφράσεως, καλαισθησία και ευγένεια. Στη διακόσμηση του λόγου με εικόνες και παρομοιώσεις ο ιερός συγγραφέας είναι απαράμιλλος. Πάσης φύσεως σχήματα λόγου αναδύονται καθώς και ωραίες και επιτυχημένες προσωποποιήσεις. Από την αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής το σύγγραμμά του διαβάζεται σε όλα τα ορθόδοξα μοναστήρια. Επειδή είναι παγκόσμιο κειμήλιο αναλύσεως όλων των παθών και των αρετών, η Εκκλησία τιμά ιδιαίτερα σε αυτή τη πνευματική περίοδο τον συγγραφέα άγιο Ιωάννη της Κλίμακας και το προτείνει για ανάγνωσμα. Η μνήμη του εορτάζεται στις 30 Μαρτίου και την Δ΄ Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Μερικοί λόγοι του, από την Κλίμακα:
1) Η ταπεινοφροσύνη είναι ουράνιος ανεμοστρόβιλος που μπορεί να ανεβάσει την ψυχή από την άβυσσο της αμαρτίας στα ύψη του ουρανού.
2) Μητέρα της πηγής είναι η άβυσσος των υδάτων πηγή δε της διακρίσεως η ταπείνωσις


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θεῖον κλίμακα, ὑποστηρίξας, τὴν τῶν λόγων σου, μέθοδον πάσι, Μοναστῶν ὑφηγητὴς ἀναδέδειξαι, ἐκ πρακτικῆς Ἰωάννη καθάρσεως, πρὸς θεωρίας ἀνάγων τὴν ἔλαμψιν. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. δ'.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Ἰωάννη, Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος α'. Χορὸς Ἀγγελικός
Καρπούς ἀειθαλεῖς, ἐκ τῆς βίβλου προσφέρων, διδάγματα σοφέ, καθηδύνεις καρδίας, τῶν τούτοις μετά νήψεως, προσεχόντων μακάριε· Κλίμαξ γάρ ἐστι, ψυχὰς ἀνάγουσα γῆθεν, πρὸς οὐράνιον, καί διαμένουσαν δόξαν, τῶν πίστει τιμῶντων σε.




Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Ὅσοι φεύγουν πρὶν τελειώσει ἡ Θεία Λειτουργία

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

 Ἦρθες, λοιπόν, στὴν ἐκκλησία καὶ ἀξιώθηκες νὰ συναντήσεις τὸ Χριστό; Μὴ φύγεις, ἂν δὲν τελειώσει ἡ ἀκολουθία. Ἂν φύγεις πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπόλυση, εἶσαι ἔνοχος ὅσο κι ἕνας δραπέτης. Πηγαίνεις στὸ θέατρο καί, ἂν δὲν τελειώσει ἡ παράσταση, δὲν φεύγεις. Μπαίνεις στὴν ἐκκλησία, στὸν οἶκο τοῦ Κυρίου, καὶ γυρίζεις τὴν πλάτη στὰ ἄχραντα Μυστήρια; Φοβήσου τουλάχιστον ἐκεῖνον ποὺ εἶπε: «Ὅποιος καταφρονεῖ τὸ Θεό, θὰ καταφρονηθεῖ ἀπ’ Αὐτὸν» (Παροιμ. 13:13).
  Τί κάνεις, ἄνθρωπε; Ἐνῶ ὁ Χριστὸς εἶναι παρών, οἱ ἄγγελοι Τοῦ παραστέκονται, οἱ ἀδελφοί σου κοινωνοῦν ἀκόμα, ἐσὺ τοὺς ἐγκαταλείπεις καὶ φεύγεις; Ὁ Χριστός σου προσφέρει τὴν ἁγία σάρκα Του, κι ἐσὺ δὲν περιμένεις λίγο, γιὰ νὰ Τὸν εὐχαριστήσεις ἔστω μὲ τὰ λόγια; Ὅταν παρακάθεσαι σὲ δεῖπνο, δὲν τολμᾶς νὰ φύγεις, ἔστω κι ἂν ἔχεις χορτάσει, τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ φίλοι σου κάθονται ἀκόμα στὸ τραπέζι. Καὶ τώρα ποὺ τελοῦνται τὰ φρικτὰ Μυστήρια τοῦ Χριστοῦ, τ’ ἀφήνεις ὅλα στὴ μέση καὶ φεύγεις;

  Θέλετε νὰ σᾶς πῶ τίνος τὸ ἔργο κάνουν ὅσοι φεύγουν πρὶν τελειώσει ἡ Θεία Λειτουργία καὶ δὲν συμμετέχουν ἔτσι στὶς τελευταῖες εὐχαριστήριες εὐχές; Ἴσως εἶναι βαρὺ αὐτὸ ποὺ πρόκειται νὰ πῶ, μὰ πρέπει νὰ τὸ πῶ. Ὅταν ὁ Ἰούδας πῆρε μέρος στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ὅλοι ἦταν καθισμένοι στὸ τραπέζι, αὐτὸς σηκώθηκε πρὶν ἀπὸ τοὺς ἄλλους κι ἔφυγε. Ἐκεῖνον, λοιπόν, τὸν Ἰούδα μιμοῦνται… Ἂν δὲν ἔφευγε τότε ἐκεῖνος, δὲν θὰ γινόταν προδότης, δὲν θὰ χανόταν. Ἂν δὲν ξεχώριζε τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ ποίμνιο, δὲν θὰ τὸν ἔβρισκε μόνο του ὁ λύκος, γιὰ νὰ τὸν φάει.

Τί λένε γιὰ Μένα οἱ ἄνθρωποι;

τῆς Γαλάτειας Γρηγοριάδου-Σουρέλη

  Κύριε, πρὶν 2000 χρόνια ρώτησες τοὺς μαθητές σου: Τί λένε γιὰ μένα οἱ ἄνθρωποι; Ὁ λόγος Σου διαχρονικὸς κι ἔρχεται σήμερα νὰ κουδουνίσει στ’ αὐτιά μου. Ζητᾶς κι ἀπὸ μένα μιὰ ἀπάντηση: τί λένε γιὰ μένα οἱ ἄνθρωποι; Ἐσὺ γνωρίζεις τὶς σκέψεις ποὺ κρύβω ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ ξέρεις –ἐνώπιος ἐνωπίω εἴμαστε- πὼς δὲν θέλω νὰ Σοῦ πῶ ψέματα. Ἄλλωστε Ἐσὺ γνωρίζεις τὰ ἐσώψυχά μου. Πῶς γίνεται τὸ λοιπὸν νὰ σὲ ξεγελάσω; Μόνο ποὺ ὅ,τι ποῦμε, παρακαλῶ Σε, ἃς μείνει μεταξύ μας.
Συγχώρα μὲ μονάχα γιατί θὰ Σὲ πικράνω…
Κι ἀρχίζω. Ναί, σήμερα ὅσο ποτέ, ὁμολογοῦν οἱ ἄνθρωποι πὼς εἶσαι ἀπαραίτητος. Εἶσαι λένε, ἀναντικατάστατος. Γιατί, ὅταν πιστεύουμε στὴν ὕπαρξή Σου, λιγότερα Lexotanil πίνουμε γιὰ νὰ κοιμηθοῦμε καὶ νὰ ἠρεμήσουμε! Λένε πὼς εἶσαι ὁ Δημιουργός. Ἀλλὰ τὸ βλέπεις, πὼς ἀπόχτησα κι ἐγώ, ὁ ἄνθρωπος, δύναμη καὶ δημιουργῶ. Μὲ τὴν Ἐπιστήμη μέχρι κλωνοποίηση κάνω!
 Λένε ἀκόμα οἱ ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ μου πὼς εἶναι βεβαιότητα ἡ Πρόνοιά Σου. Ἀλλὰ καλοῦ-κακοῦ πρέπει νὰ ἐμπιστευτῶ στὴ δικιά μου πρόνοια, γιὰ ν’ ἀποχτήσω τὸ κάτι τὶς -ὅπου θέλεις τὸ προχωρᾶς τὸ κάτι τὶς…
Τί λὲν γιὰ Σένα; Πῶς εἶσαι ὁ Κύριός μας, λένε. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστέ σου ἀφιερώνουμε τὴ μιὰ μέρα τῆς ἑβδομάδας, τὴν Κυριακή, καὶ τὶς ἄλλες μέρες, τὸ ξέρεις, τὶς ἀφιερώνουμε σὲ ἄλλους κυρίους.
Τί λένε γιὰ Σένα; Μὰ ὅτι εἶσαι ὀμπρέλα πού, ὅταν βρέχει, τρέχουμε ἀπὸ κάτω της νὰ φυλαχτοῦμε. Ἀλλὰ –μὴ πρὸς κακοφανισμὸ- μποροῦμε νὰ κυβερνᾶμε σήμερα τὰ σύννεφα, νὰ τὰ βομβαρδίζουμε, νὰ φεύγουν… νὰ ’ρχονται καὶ τέτοια.
Ἀκόμα λένε πὼς τὸ θέλημά Σου εἶναι σοφό. Κι ὅπως στὸν οὐρανὸ ἔτσι κι ἐδῶ στὴ γῆ νὰ γίνεται ‘κεῖνο ποὺ θές. Μονάχα, πρόσεξε, σύμφωνα μὲ τὸ δικό μας θέλημα νὰ ’ναι τὸ θέλημά Σου.
Ναί, Κύριε, γιὰ Σένα λέμε πὼς εἶσαι ὁ Πατέρας μας κι ὅπως μᾶς εἶπες, εἴμαστε παιδιά Σου ὅλοι. Γι’ αὐτὸ ὑπάκουοι στὴν ἐντολή Σου πήγαμε στὰ πέρατα τῆς γῆς καὶ διαδώσαμε τὸ λόγο Σου. Βέβαια σὰ μυαλωμένοι ποὺ εἴμαστε, τοὺς δώσαμε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τοὺς πήραμε τὴ γῆ τους. Εἶναι θέμα προνοητικότητας –δικῆς μας- ὅπως Σου ἐξήγησα.
Ἐξακολουθοῦμε πάντα, πιστοὶ στὴν ἐντολή Σου, νὰ διαδίδουμε τὸ Εὐαγγέλιό Σου. Καὶ βεβαίως ΟΛΑ τὰ παιδιά Σου πρέπει νὰ μάθουν τὴ μοναδικὴ Ἀλήθεια ποὺ εἶσαι Ἐσὺ καὶ ὁ λόγος Σου. Νὰ Σὲ προσκυνήσουν ὅλοι, ε, καὶ σὰ δάσκαλοι ἐμᾶς νὰ μᾶς χειροκροτοῦν, νὰ μᾶς εἰδωλοποιοῦν.
Λένε οἱ ἄνθρωποι πὼς εἶσαι ὁ Πλάστης μας καὶ ὅλοι πλάσματά Σου. Φιλάνθρωπος ὡς εἶσαι –τὸ λέμε καὶ τὸ πιστεύουμε αὐτὸ– ὅλους τους σκέπει ἡ ἀγάπη Σου. Ἀγάπη εἶσαι, ἔτσι Σὲ λένε οἱ ἄνθρωποι κι εἶπες πὼς πρέπει νὰ Σοῦ μοιάσουμε. Γι’ αὐτὸ ἀνοίξαμε τὶς ντουλάπες μας καὶ δίνουμε… καὶ δίνουμε ἁπλόχερα στοὺς ἄλλους ἀδελφούς μας. Γιατί, ἔλα καὶ πές μου Σὲ παρακαλῶ, τί νὰ τὴν κάνω τὴ ζακέτα ποῦ μου στένεψε; Ἂμ τὸ παλιομοδίσιο τὸ παλτὸ καὶ τὰ παπούτσια, ξέρεις δά, κεῖνα ποῦ μὲ στενεύουν; Δοξολογοῦν τὸ ὄνομά Σου οἱ ἄνθρωποι, ὅπως μᾶς ζήτησες, γιατί ἀλάφρωσαν κι οἱ βαρυφορτωμένες μᾶς ντουλάπες!
Ἀλλὰ γενικά μας ἐνδιαφέρει νὰ μάθουν ὅλοι το νόμο Σου. Γιατί τότε δὲ θὰ κλειδώνουμε τὰ σπίτια μας, δὲ θὰ κινδυνεύει ἡ ζωή μας καὶ τὰ ἀγαθά μας!
Ὁ κόσμος λέει, πὼς εἶσαι ὁ Σωτήρας καὶ ἡ Ὁδός. Κι ἐμένα μὲ συμφέρει πολὺ νὰ εἶσαι ἡ Ὁδός, γιατί ὁ ἄντρας μου ὅταν βαδίζει τὸ δρόμο Σου δὲν θὰ ξενοκοιτάζει, τὰ παιδιά μου δὲν θὰ ξημεροβραδιάζονται σὲ ντισκοτὲκ καὶ ὕποπτα μπάρ. Θὰ μπορῶ νὰ ἔχω ἔτσι ἥσυχό το κεφάλι μου! Εἶσαι ἡ Ὁδός, αὐτὸ λένε οἱ ἄνθρωποι, Κύριε, ὁδὸς ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ περάσουμε καλύτερα ἐτούτη τὴ ζωή!
Οἱ ἄνθρωποι παραδέχονται πὼς ἦρθες καὶ σταυρώθηκες γιὰ μᾶς καὶ προσκυνοῦν τ’ Ἅγια Πάθη Σου. Κι εἶπες καὶ τὸ ὁμολογοῦν αὐτὸ οἱ πιστοί Σου, πὼς ἂν θέλουμε νὰ Σὲ ἀκολουθήσουμε, νὰ σηκώσουμε τὸ σταυρό μας. Κι ἐμεῖς, οἱ πιστοί Σου, πήραμε τὸ σταυρό μας, καὶ ἐπειδὴ ἤτανε –καὶ μὴν τὸ ἀρνηθεῖς- βαρύς, τὸν κάναμε κόσμημα καὶ θαρρετὰ καὶ ὑπερήφανα τὸν κρεμάσαμε στὸ στῆθος μας. Ὁμολογοῦμε ἔτσι πὼς καὶ δικοί Σου εἴμαστε, μὰ κι ἐλαφρὺς εἶναι ὁ σταυρός. Ασε ποὺ ὀμορφαίνει τὸν κόρφο μας καὶ τὸ κομψό μας φουστάνι.
Καὶ μὲ ρωτᾶς: «Τί λένε οἱ ἄνθρωποι γιὰ μένα;»
Πῶς κι ἂν δὲν ὑπῆρχες ἔπρεπε νὰ Σὲ ἐφεύρουμε!
Ἀγαπημένε φίλε, ἀδελφέ, Κύριε καὶ Δημιουργέ, δικέ μου Πλάστη, Σὲ πίκρανα τὸ ξέρω.
Ὅ,τι εἴπαμε, παρακαλῶ, ἃς μείνει μεταξύ μας. Θὰ ἐξακολουθῶ ἴδια, ὁλόιδια ὁ Φαρισαῖος, νὰ λέω ἄλλα στοὺς ἄλλους κι ἄλλα νὰ κάνω. Πῶς εἶπες; Μ’ ἀγαπᾶς στὸ χάλι ποῦ ’χω; Τὸ ἄκουσα καλὰ αὐτὸ ποῦ εἶπες; Πῶς μ’ ἀγαπᾶς, ναί… ναί… τὸ εἶπες, κι Ἐσὺ ψέματα δὲ λὲς ποτέ.
Σ’ εὐχαριστῶ!!! Κι αὐτὸ τὸ εὐχαριστῶ εἶναι ἀληθινό… ἀλήθεια λέω, πίστεψε μέ.


Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ Βιβλίο: “2000 χρόνια μετὰ «Τίνα μὲ λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;»”

Άγιος Διάδοχος επίσκοπος Φωτικής

Τον Άγιο Διάδοχο, δεν τον αναφέρουν οι Συναξαριστές. Συναντάται στον Λαυριωτικό Κώδικα Δ 34 φ. 68α, μαζί με τον πρεσβύτερο Μάρκο τον μεγάλο ασκητή (+5 Μαρτίου), όπου υπάρχει και κοινός Κανόνας των δύο μη ολοκληρωμένος.
Ο Άγιος Διάδοχος, επίσκοπος Φωτικής της Παλαιάς Ηπείρου, έζησε τον 5ο αιώνα μ.Χ. και είχε το χάρισμα της ευγλωττίας, αλλά και της συναρπαστικής συγγραφής. «Τα Εκατό γνωστικά ασκητικά κεφάλαια» πού έγραψε, διαβάζονταν με απληστία από τους μοναχούς. Επίσης έγραψε και αλλά, όπως την «Όραση» και «Λόγος στην Ανάληψη του Κυρίου».

Στα «Εκατό γνωστικά κεφάλαια» ο Άγιος Διάδοχος στο προοίμιο του βιβλίου εκθέτει τους «δέκα όρους», που είναι κατά κάποιο τρόπο τα κύρια σημεία του βιβλίου και θα μπορούσαμε κατ' επέκταση να ισχυρισθούμε ότι είναι οι δέκα όροι της πνευματικής ζωής. Συγκεκριμένα γράφει:
Πρώτος όρος της πίστεως: Έννοια περί Θεού απαθής.
Δεύτερος όρος της ελπίδος: εκδημία του νου εν αγάπη προς τα ελπιζόμενα.
Τρίτος όρος της υπομονής: Τον αόρατον ως ορατόν ορώντα τοις της διανοίας οφθαλμοίς αδιαλείπτως καρτερείν.
Τέταρτος όρος της αφιλαργυρίας: Ούτω θέλειν το μη έχειν ως θέλειν τις το έχειν.
Πέμπτος όρος της επιγνώσεως: Αγνοείν εαυτόν εν τω εκστήναι τον Θεόν.
Έκτος όρος της ταπεινοφροσύνης: Λήθη των κατορθουμένων προσευχής.
Έβδομος όρος της αοργησίας: Επιθυμία πολλή του μη οργίζεσθαι.
Όγδοος όρος της αγνείας: Αίσθησις αεί κεκολλημένη Θεώ.
Ένατος όρος της αγάπης: Αύξησις φιλίας προς τους υβρίζοντας.
Δέκατος όρος της τελείας αλλοιώσεως: Εν τρυφή Θεού χαράν ηγείσθαι το στυγνόν του θανάτου.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Μάρκος επίσκοπος Αρεθουσίων, Κύριλλος διάκονος, και των εν Ασκάλωνι και Γάζη παρθένων γυναικών και ιερωμένων ανδρών

Ο Άγιος Μάρκος ήταν επίσκοπος Αρεθουσίων (Η Αρέθουσα είναι οικισμός στα ανατολικά του Νομού Θεσσαλονίκης) και ήκμασε στα χρόνια του Μέγα Κωνσταντίνου, του βασιλέως Κωνσταντίου (337-361 μ.Χ.) και του Ιουλιανού του Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.).

Το 341 μ.Χ. συμμετείχε στην Σύνοδο της Αντιόχειας. Στα Πρακτικά μάλιστα αυτής, διασώζεται «Ἔκθεσις Πίστεως Μάρκου Ἀρεθουσίων». Το επόμενο έτος συμμετείχε στην αντιπροσωπεία Επισκόπων, η οποία μετέβη στα Τρέβηρα για να συναντήσει τον αυτοκράτορα Κώνσταντα. Το 343 μ.Χ. έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Φιλιππουπόλεως και το 351 μ.Χ. στην Σύνοδο του Σιρμίου, η οποία καταδίκασε τον Φωτεινό, Επίσκοπο Σιρμίου, ως οπαδό του αιρετικού Επισκόπου Αγκύρας, Μαρκέλλου. Τον συναντάμε, επίσης, στην Σύνοδο της Σελευκείας της Ισαυρίας, το 358 μ.Χ.

Μια μέρα, κινούμενος από θείο ζήλο, γκρέμισε ένα ναό των ειδώλων και τον έκανε εκκλησία. Όταν όμως ανέλαβε αυτοκράτωρ ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, συνέλαβε το Μάρκο (363 μ.Χ.), διότι γκρέμισε τον ειδωλολατρικό ναό. Τότε οι στρατιώτες, αφού τον γύμνωσαν και τον μαστίγωσαν αλύπητα, τον έριξαν μέσα σε χαντάκια με βρώμικο νερό. Μετά τον έβγαλαν από 'κει, και τον παρέδωσαν σε μικρά παιδιά, να τον τρυπούν με βελόνες. Έπειτα, έβρεξαν το σώμα του με άλμη. Κατόπιν τον άλειψαν με μέλι και τον κρέμασαν ανάποδα στον ήλιο, για να είναι τροφή στις μέλισσες και στις σφήκες. Όλα αυτά τα βάσανα ο Μάρκος τα υπέστη με ανδρεία και πολλή υπομονή. Οπότε, βλέποντας οι ειδωλολάτρες αυτή την ανδρεία και μεγαλοψυχία του γέροντα Μάρκου, έγινε στις ψυχές τους μέγα θαύμα. Αφού τον κατέβασαν από 'κει που τον είχαν κρεμασμένον, μετενόησαν, έγινε διδάσκαλος τους και έμαθαν απ' αυτόν την αληθινή πίστη.

Ο Άγιος Μάρκος κοιμήθηκε με ειρήνη.

Επί Ιουλιανού του Παραβάτη (363 μ.Χ.) έλαμψε και ο Διάκονος Κύριλλος, καύχημα της Εκκλησίας της Φοινίκης. Επειδή στάθηκε αμετακίνητος στη χριστιανική ομολογία και κήρυττε κατά των ειδώλων, κίνησε τη μανία των ειδωλολατρών, οι όποιοι με ξίφη άνοιξαν την κοιλιά του και χύθηκαν τα σπλάχνα του.

Με τον ίδιο θάνατο τελείωσαν τη ζωή τους και αρκετές παρθένες γυναίκες στην Ασκάλωνα και τη Γάζα, καθώς και μερικοί ιερωμένοι, των οποίων η μνήμη συνεορτάζεται την ήμερα αυτή.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀρεθουσίων ὁ σοφὸς Ποιμενάρχης, ὑπὲρ Χριστοῦ Μᾶρκε στερρῶς ἠνωνίσω, ἐν τὴ Φοινίκη δὲ ὢ Κύριλλε Διάκονε, Μάρτυς ὤφθης ἔνθεος, καὶ ἐν Γάζῃ τὴ πόλει, ἅμα καὶ Ἀσκάλωνι, Ἱερεῖς θεοφόροι, μετὰ Γυναίων ἤθλησον σεμνῶν, οὖς ὡς ὀπλίτας, Χριστοῦ μακαρίσωμεν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν.
Δι' ἐγκρατείας τῶν παθῶν τᾶς πυριφλέκτους, ἀπονεκρώσαντες ὁρμᾷς καὶ τᾶς κινήσεις, τοῦ Χριστοῦ οἱ Μάρτυρες ἔλαβον τὴν χάριν, τᾶς νόσους ἀποδιώκειν τῶν ἀσθενῶν, καὶ ζῶντες καὶ μετὰ τέλος θαυματουργείν, ὄντως θαῦμα παράδοξον! ὅτι ὀστέα γυμνά, ἐκβλύζoυσιν ἰάματα, Δόξα τῷ μόνῳ Θεῶ ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ποιμὴν ἱερώτατος Ἀρεθουσίων ὀφθείς, ἐνθέως ἐποίμανας, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, καὶ χαίρων ἐνήθλησας, Μᾶρκε Ἱερομάρτυς, τοῦ Σωτῆρος θεράπων, ᾧπερ ἀκαταπαύστως, μὴ ἐλλίπῃς πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν ἐκτελούντων τὴν πάντιμον μνήμην σου.

Κοντάκιον
Ἦχος β΄. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῷ θείῳ φωτί, τὸν νοῦν σου λαμπρυνόμενος, φωστὴρ φαεινός, καὶ Ἱεράρχης Ὅσιος, ὦ Μᾶρκε ἐχρημάτισας, τῆς Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ ἤθλησας, ὑπὲρ αὐτῆς ἀνδρείᾳ ψυχῆς, ἡμῖν τὸν Σωτῆρα ἱλεούμενος.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὸν Χριστὸν δοξάσαντες, ἀθλητικαῖς ἀριστείαις, Μᾶρκε Πάτερ Ὅσιε, σὺν τῷ Λευΐτῃ Κυρίλλῳ, ἅμα δέ, ταῖς ἐν Ἀσκάλωνι καὶ τῇ Γάζῃ, χάριτι, ἀνδρισαμέναις κατὰ τῆς πλάνης, ἐδοξάσθητε ἀξίως, καὶ τῶν Ἀγγέλων χοροῖς συνήφθητε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν σοφίαν καὶ λόγον.
Τὴν ζωὴν κατευθύνων θεοπρεπῶς, Ἱεράρχης ἐδείχθης θεοειδής, καὶ πόνοις ἀθλήσεως, ἀνενδότως ὡμίλησας, καὶ ἔδειξας τοῖς πᾶσι, τὴν χάριν τῆς πίστεως, ἐκλάμπουσιν ἐν ἄθλοις, και πάντας ἐκπλήττουσαν, ὅθεν διπλοῦν στέφος, ἐκ χειρὸς τοῦ Κυρίου, ἐδέξω λαμπρότατα, ἐπαξίως τῶν πόνων, Πάτερ Μᾶρκε θεόσοφε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Ἀνατεθεὶς ὀλικῶς τῷ Κυρίῳ, τῶν ἐν κόσμῳ τερπνῶν κατεφρόνησας, καὶ καθάρας σαὐτὸν θείαις πράξεσιν, ἐπιπνοίας τῆς θείας κειμήλιον, καὶ ὄργανον χωρητικόν, τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, ἐγένου Μᾶρκε Ὅσιε, καὶ τὴν θείαν στολὴν κληρωσάμενος, ἀρχιερεὺς θεοφόρος ἐδείχθης, μεσιτεύων Πλάστῃ καὶ πλάσματι, ἐν τῷ προσφέρειν Αὐτῷ, τὰς μυστικὰς προσφοράς, πόνων δὲ μαρτυρικῶν ὑπελθὼν τὸν ἀγῶνα, τὴν τῶν εἰδώλων πλάνην κατήσχυνας, καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ ἤθλησας στεῤῥότατα, ἡμῖν τὸν Σωτῆρα ἱλεούμενος.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἱεράρχα Μᾶρκε σοφέ, τῶν Ἀρεθουσίων ποιμενάρχης ὁ ἱερός, χαίροις τῶν Μαρτύρων, ὁμότροπος ἐν ἄθλοις, καὶ πρέσβυς καὶ μεσίτης ἡμῶν πρὸς Κύριον.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τῶν Ἀρεθουσίων χαῖρε ποιμήν, Μᾶρκε θεηγόρε· χαῖρε Κύριλλε ἱερέ· χαῖρε τῶν Ἁγίων, Γυναίων ἡ χορεία, Μαρτύρων χαῖρε στῖφος, τὸ ἱερώτατον.

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

Η Αισιοδοξία είναι το οξυγόνο τ’ Ουρανού

Η Αισιοδοξία είναι καρπός της Πίστεως στην Αγάπη και στην Προστασία του Θεού.

Ένας φωτισμένος Μοναχός έλεγε:

-Προσέξτε μη σας φορέσει ο Σατανάς τα μαύρα γυαλιά της απαισιοδοξίας και μετά τα βλέπετε όλα μαύρα.
Προσέξτε μη γκρινιάζετε. Η γκρίνια κουράζει αυτούς που ζουν κοντά σας και δυσαρεστεί τον Θεό, γιατί είναι ολιγοπιστία και μαζί αχαριστία. Και πρόσθετε:
-Αρχίζετε την ημέρα σας με προσευχή και με χαμόγελο! Θυμηθείτε ότι αυτό έκαναν οι παλαιότεροι. Στους καθρέπτες και στα προσόψιά τους γράφανε το «Καλήμερα» και το «Δόξα Σοι ο Θεός»! Ξέρανε να ζήσουνε! Μήπως δεν είχανε και τότε βάσανα, αρρώστιες και φτώχεια; Κι όμως τα περνούσαν όλα με ψυχική λεβεντιά!
Ήταν φτωχοί, αλλά αξιοπρεπείς, άρχοντες, έλεγε άλλος μεγάλος σύγχρονος Γέροντας. Είχαν συνεχώς στο στόμα τους και στην καρδιά τους το «Έχει ο Θεός»…!

Γνώριζαν να προσεύχονται,
να καρτερούν
και να νικούν!

«Και να θέλω δεν μπορώ να στενοχωρηθώ. Όταν στενοχωριόμαστε είναι σαν να λέμε στον Θεό:
«Δεν συμφωνώ. Δεν τα κάνεις καλά».

…..Ύστερα είναι κι αχαριστία…….

Τα εμπόδια για την εξομολόγηση

Η άγνοια, ο εγωισμός και η αμαρτωλή ζωή είναι οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους πολλοί χριστιανοί δεν εξομολογούνται.

Άλλοι λόγοι είναι η ιεροκατηγορία, το αντιεκκλησιαστικό πνεύμα, η πολεμική κατά της πίστεως και η ολιγοπιστία.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έρχεται και ο αντίδικος ημών διάβολος. Και προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας εμποδίσει από την εξομολόγηση. Γιατί; Διότι γνωρίζει τα ευεργετικά και σωτήρια αποτελέσματα της εξομολογήσεως και διότι ενώ χαρά μεγάλη γίνεται στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί (Λουκ.ιε' 7), την ίδια ώρα ο διάβολος καίγεται από τον φθόνο και την κακία του. Αμφιβάλλετε; Ακούστε λοιπόν, ένα γεγονός, που συνέβη στην Μονή Γηροκομείου Πατρών.

Κάποια μέρα πήγε στη Μονή ένας νέος. Μόλις μπήκε στον ναό της Παναγίας, μια δαιμονισμένη την οποία ουδέποτε είχε συναντήσει του είπε: «Βρε, καλώς τον φίλο μου τον Κώστα! Τώρα που πήραμε και αυτοκίνητο, θα γυρίζουμε με γυναίκες!».Ο νέος συγκλονίστηκε έτρεξε και γονάτισε μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και άρχισε να προσεύχεται. Σε λίγο η δαιμονισμένη άρχισε να ουρλιάζει και να λέει: «Μην το κάνης αυτό. Δεν σου είπα αυτά για να κάνεις αυτό; Μην το κάνης αυτό». Αργότερα πλησίασε το νέο ένας αρχιμανδρίτης και τον παρακάλεσε να του πει τι έλεγε στην Παναγία την ώρα που φώναζε η δαιμονισμένη. Και ο νέος είπε: «Παρακαλούσα την Παναγία να με συγχωρήσει για την αμαρτωλή μου ζωή. Και υποσχόμουν ότι θ’ αλλάξω ζωή και θα πάω να εξομολογηθώ».

Βλέπετε, αδελφοί μου, ότι ο διάβολος καίγεται και μόνο με την απόφαση που παίρνει ένας άνθρωπος να εξομολογηθεί; Γι’ αυτό με διάφορες σκέψεις, με την ειρωνεία των άλλων και των συγγενών καμιά φορά και με άλλους τρόπους προσπαθεί να μας εμποδίσει να μην εξομολογηθούμε. Δύο όμως είναι τα κυριότερα εμπόδια του διαβόλου: α) η απόγνωση και β) η αμέλεια.

Α) Σε πολλούς ανθρώπους οι οποίοι συναισθάνονται την αμαρτωλότητά τους, ο διάβολος βάζει την εξής σκέψη: «Για σένα δεν υπάρχει πια σωτηρία». Έτσι προσπαθεί να τους ρίψη σε απόγνωση, σε απελπισία. Και δυστυχώς, πολλοί πιστεύουν αυτά τα λόγια και νομίζουν ότι είναι αδύνατο να σωθούν. Όμως ήδη από την Παλαιά Διαθήκη ο Προφήτης Ησαΐας φωνάζει: «Επιστράφητε προς Κύριον και ελεηθήσεσθε ότι επί πολύ αφήσει τας αμαρτίας υμών». Στην δε Καινή Διαθήκη, βλέπομε τον Θεό να συγχωρεί την πόρνη, τον τελώνη, τον άσωτο και τον ληστή. Ακόμα τον βλέπομε να παίρνει έναν τελώνη και να τον κάνη Απόστολο Ματθαίο, να παίρνει τη Σαμαρείτιδα και να την κάνει Αγία Φωτεινή, να παίρνει έναν διώκτη και να τον κάνη Απόστολο των Εθνών. Και από τότε μέχρι σήμερα ο Θεός κανέναν άνθρωπο που μετανόησε ειλικρινά δεν απεστράφει, όσες αμαρτίες και αν είχε κάνη, αλλά όλους τους μετανοημένους αμαρτωλούς τους εκαθάρισε από την αμαρτία, τους έκανε υιούς Του και τους ανέδειξε εργάτες της αρετής και Αγίους. Και έπραξε και πράττει έτσι ο Θεός, διότι θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και έναν πόθο έχει: Να ελεή. Να ελεή. Ναι, να ελεή.

Ποτέ λοιπόν, να μην απελπιζώμεθα, όσες αμαρτίες και αν έχουμε διότι έστω κι αν οι αμαρτίες μας είναι σαν μια πελώρια φωτιά, η φωτιά αυτή σβήνει μέσα στον ωκεανό, δηλαδή στο άπειρο έλεος του Θεού.

Β) Σε άλλους ανθρώπους, οι οποίοι αισθάνονται την ανάγκη να εξομολογηθούν, ο διάβολος βάζει την σκέψη: «Έχεις καιρό». Έτσι, πολλοί ακούοντας αυτή την φωνή, λένε: «Θα πάω να εξομολογηθώ αύριο». Το αύριο όμως γίνεται η άλλη εβδομάδα, ο άλλος μήνας, ο άλλος χρόνος … ποτέ. Και δυστυχώς, έτσι χάνονται πολλές ψυχές.

Αλλ’ όχι, αδελφοί μου, μην αμελούμε. Σήμερα ας μετανοήσουμε, σήμερα ας εξομολογηθούμε, διότι δεν ξέρουμε πόσο θα ζήσουμε και διότι με το πέρασμα του χρόνου σκληραίνει η ψυχή.

Νικολάου Βοϊνέσκου

Άγιος Ηρωδίων ο Απόστολος

O Άγιος Ηρωδίων, ανήκε στο κύκλο των εβδομήκοντα Αποστόλων του Κυρίου. Μετά την ανάληψη του Χριστού, ο Άγιος αφοσιώθηκε στη διάδοση του Ευαγγελίου και υπήρξε συνεργάτης των 12 Αποστόλων και ιδιαίτερα του Απόστολου Πέτρου. Μετά το μαρτυρικό θάνατο του απόστολου Ανδρέα του Πρωτόκλητου, στην εκκλησία της Πάτρας επίσκοπος έγινε ο Ηρωδίων. Από τη νέα του θέση έδειξε όλες τις αρετές πού τον κοσμούσαν. Για τη χριστιανική του όμως δράση, συνελήφθη από τούς Ιουδαίους και τούς ειδωλολάτρες. Αφού τον έδειραν άγρια και τον λιθοβόλησαν, στο τέλος τον έσφαξαν με τον πιο ωμό τρόπο. Έτσι με μαρτυρικό τρόπο επισφράγισε την πίστη του στο Σωτήρα και Λυτρωτή του Κύριο.




Ἀπολυτίκιον
Τῆς Ὑπάτης φωστῆρα καί ποιμένα θεόληπτον, τοῦ Παρακλήτου σέ χάρις, Ἠρῳδίων ἀνέδειξεν ἐν ταύτῃ γάρ Ἀπόστολε τό φῶς ἐκήρυξας τό θεῖον τοῦ Χριστοῦ, καί ὡδήγησας πρός πίστιν τήν ἀληθήν τούς εὐσεβῶς βοῶντάς σοι δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διά σοῦ, ἡμῖν τά κρείττονα.



Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Ιλαρίων ο Νέος

Ο Όσιος Ιλαρίων διετέλεσε ηγούμενος της μονής Πελεκητής στην Τριγλία και διακρίθηκε για το ασκητικό του ήθος, το φιλόθεο ζήλο του, το χάρισμα της ελεημοσύνης και τους πνευματικούς αγώνες. Γι' αυτό ο Άγιος Θεός τον προίκισε με το προορατικό χάρισμα. Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 754 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἰλαρότητι τρόπων καλλωπιζόμενος, ὡς καθαρώτατον σκεῦος τῆς ἐπιπνοίας Χριστοῦ, τῆς ἐνθέου βιοτῆς ἐδείχθης ἔσοπτρον ὅθεν ἀστράπτεις νοητῶς, ἀρετῶν μαρμαρυγᾶς, Πατὴρ ἠμῶν Ἰλαρίων, πρὸς ἀπλανῆ ὁδηγίαν, καὶ σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβών γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Ἱλαρίων τό πνεῦμά σου.

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Δοξαστικό Αίνων Κυριακής ΄Β Νηστειών

Σκέψεις στο αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής

Πρωτ. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

 Ένα σπίτι, για να οικοδομηθεί και είναι σταθερό και ασφαλές ανεξάρτητα με το πέρασμα του χρόνου, χρειάζεται γερά θεμέλια. Χρειάζεται βάσεις στέρεες. Το θεμέλιο είναι η αρχή. Και ο σχεδιαστής, ο αρχιτέκτονας που φροντίζει για να είναι το σπίτι άρτιο, βάζει τα καλύτερα υλικά στα θεμέλια. Αν είναι σεσαθρωμένα, τότε το σπίτι έχει ημερομηνία λήξης. Και η κατάρρευσή του θα συμπαρασύρει όσους κατοικούν σ’  αυτό. Τα ανθρώπινα σπίτια είναι χτισμένα κατ’  απομίμηση του μεγάλου σπιτιού, στο οποίο κατοικούμε όλοι μας. Κι αυτό είναι η γη και ο κόσμος. Μόνο που τα θεμέλια τους τα όρισε ο Τριαδικός Θεός. Αυτός δημιούργησε τον κόσμο και θεμελίωσε την σταθερότητά του στους φυσικούς νόμους, τους οποίους οι άνθρωποι με την επιστημονική πρόοδο αργά αλλά σταθερά ανακαλύπτουμε πώς λειτουργούν. Δεν είμαστε εμείς που τους ορίσαμε, αλλά ο Δημιουργός. Και είναι οι νόμοι τα θεμέλια του κόσμου. Το ίδιο και η σύσταση της γης και του σύμπαντος. Στοιχεία υγρά, στερεά και αέρια, τα οποία σε ενώσεις μεταξύ τους δε σχηματίζουν απλώς τον κόσμο. αλλά του δίνουν και την  ομορφιά, το κάλλος που το θαυμάζει ο καθένας, αλλά και τη δυνατότητα εντός του να υπάρχει ζωή, εκεί όπου όρισε ο Θεός. Νόμοι, κάλλος και ζωή τα θεμέλια λοιπόν του σύμπαντος. Και εντός του οι άνθρωποι, που καλούμαστε μέσω αυτών να θεμελιώσουμε και τη δική μας ζωή.



Μόνο που χωρίς το θεμέλιο της πίστης στον Τριαδικό Θεό, ο χρόνος θα μας νικήσει. Διότι  νόμοι, κάλλος και ζωή έχουν έναν υπέρτατο παράγοντα, ο οποίος τροποποιεί, αλλοιώνει, ομορφαίνει περαιτέρω, αλλά και υποτάσσει στην φθορά του τα πάντα. Είναι ο χρόνος. Μόνο ο Τριαδικός Θεός είναι υπεράνω του χρόνου. «Συ κατ’  αρχάς, Κύριε, την γην εθεμελίωσας και έργα των χειρών σου εισίν οι ουρανοί . αυτοί απολούνται, συ δε διαμένεις . και πάντες ως ιμάτιον παλαιωθήσονται, και ωσεί περιβόλαιον ελίξεις αυτούς, και αλλαγήσονται . συ δε ο αυτός ει και τα έτη σου ουκ εκλείψουσι» (Εβρ. 1, 10-12). «Εσύ, Κύριε, αρχικά στερέωσες τη γη και έργο δικό σου είναι οι ουρανοί. Αυτοί θα εξαφανιστούν, ενώ εσύ παραμένεις. Τα πάντα θα παλιώσουνε σαν ρούχο. Σαν μανδύα θα τους τυλίξεις,  και θ’  αλλάξουν. Εσύ όμως παραμένεις πάντα ο ίδιος, τα χρόνια σου ποτέ δε θα τελειώσουν».  Τα λόγια αυτά του Ψαλμωδού (Ψαλμός 101), τα οποία επαναλαμβάνει ο  απόστολος Παύλος στους Εβραίους επιβεβαιώνουν αυτή την μεγάλη και μοναδική αλήθεια. Ότι ο μόνος που είναι υπεράνω του χρόνου, είναι ο Δημιουργός Του. Κι όμως, με τη θέλησή Του, υπέστη τις συνέπειες του χρόνου και της φθοράς και ο Ίδιος, προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση και παραδίδοντας τον εαυτό του με την θέλησή Του στον θάνατο. Την έσχατη συνέπεια του χρόνου. Κι αυτό από Αγάπη. Επομένως, «ο Θεός που είναι Αγάπη» είναι υπεράνω του χρόνου. Και η αγάπη είναι ο δρόμος για να μπορέσει και το τελειότερο από τα δημιουργήματά Του, δηλαδή ο άνθρωπος, να ενεργοποιήσει το δώρο της ομοίωσης που ο Θεός του έδωσε όταν τον δημιούργησε και να νικήσει με την σειρά του τον χρόνο, δια της πίστεως στον Χριστό και στην Ανάσταση, η οποία καταργεί τον έσχατο εχθρό του ανθρώπου, τον θάνατο, δηλαδή τον χρόνο.

Για να φτάσουμε όμως στην νίκη εναντίον του χρόνου, χρειάζεται να ακολουθήσουμε στην πορεία μας εντός του, τα τρία στοιχεία που είναι τα θεμέλια. Τους νόμους, το κάλλος και τη ζωή. Νόμοι είναι το θέλημα του Θεού. Είναι το Ευαγγέλιο και η ζωή της Εκκλησίας με τις διδαχές της, που γίνονται κριτήριο για τη σχέση με τον Θεό, τον συνάνθρωπο, τον κόσμο, τον εαυτό μας. Και, όπως είπε ο Χριστός,  ο νόμος και οι προφήτες κρέμανται επάνω στις δύο μεγάλες εντολές, να αγαπάμε τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Κάλλος είναι η απόφασή μας να μην επιτρέπουμε στον εαυτό μας την ασχήμια της αμαρτίας. Να μπορούμε να βλέπουμε στον κάθε άνθρωπο όχι τα αρνητικά του, ό,τι μας κάνει να χωριζόμαστε και μας ενοχλεί, αλλά να λειτουργούμε με καλό λόγο, με καλή σκέψη έναντί του. Είναι η απόφαση να είμαστε ελεύθεροι από πάθη και εξαρτήσεις και την ίδια στιγμή από την κακία. Είναι η δοξολογία του Θεού για ό,τι μας δίδει, ευχάριστο και δυσάρεστο. Και ζωή είναι ο αγώνας και ο κόπος να προχωρούμε με το όνομα του Θεού στις καρδιές μας. Με την βεβαιότητα της παρουσίας του. Με ασκητικότητα και υπομονή. Αλλά και θάρρος. Όχι ηττοπάθεια. Με διάκριση, αλλά και αποφασιστικότητα. Για να δημιουργούμε, όχι μόνο υλικά, κοινωνικά, διανοητικά, αλλά κυρίως πνευματικά. Να μιλάμε και να ζούμε τον Θεό. Στη θεωρία και την πράξη.



Αυτός ο τρόπος υπέρβασης του χρόνου και κοινωνίας με τον τριαδικό Θεό στο πρόσωπο του Χριστού βιώνεται στην Εκκλησία. Σ’  αυτήν απαντούμε τα θεμέλια της δικής μας πορείας, διότι αυτήν ίδρυσε ο ίδιος ο Κύριος με το Αίμα Του. Τους νόμους του Θεού, την ομορφιά της πνευματικής ζωής, αλλά και την χαρά της μετοχής όλου του ανθρώπου στον τρόπο της προσευχής, την θέα του χώρου, την ανα-νοηματοδότηση του χρόνου μέσω της θείας λειτουργίας, όπως επίσης και την απόφαση για μία αλλιώτικη ζωή. Είναι ο δρόμος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Αυτός που μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε ότι τον Θεό μπορούμε να Τον κοινωνήσουμε στο πρόσωπο του Χριστού και δια της μετοχής στις ενέργειές Του. Σ’  αυτές δηλαδή που θεμελίωσαν τον κόσμο, αλλά και σ’  αυτές που Τον αναδημιούργησαν. Την Ενσάρκωση, την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη. Στην Εκκλησία και στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού εμπεριέχεται η κοινωνία της αιωνιότητας, δηλαδή της υπέρβασης του χρόνου, η οποία θα βιωθεί στην πληρότητά της κατά την αλλαγή του κόσμου στην Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Και στον δικό μας αγώνα δια των θεμελίων η επιθυμία για μετοχή σ’  αυτήν.



Ζούμε σ’  έναν κόσμο απομακρυσμένο από τον Θεό. Οι νόμοι του Θεού αντικαταστάθηκαν από τους ανθρώπινους νόμους της επιδίωξης της ευτυχίας δια του θριάμβου του εγώ και του περιορισμού της κοινωνίας στην εξυπηρέτηση των ατομικών συμφερόντων, επιδιώξεων, επιθυμιών. Το κάλλος του κόσμου αντικαταστάθηκε από το κάλλος και τη λαγνεία του σώματος και μάλιστα του αντικειμενοποιημένου. Η ζωή από την επιτυχία, τη δόξα, την κατανάλωση. Έτσι ο άνθρωπος πέφτει στην παγίδα να πιστέψει ότι δεν υπάρχει τέλος του χρόνου και φθορά. Διαγράφοντας τον Θεό από θεμέλιο της ζωής του, την στερέωσε στον εαυτό του και τα επιτεύγματά του. Η ήττα ήταν και είναι αναπόφευκτη. Ας επιστρέψουμε λοιπόν στην θεμελίωση της ζωής μας στον Τριαδικό Θεό και εντός της Εκκλησίας ας ξαναβρούμε τον δρόμο που θα μας επαναφέρει στην όντως ζωή.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, Ο ΑΙΩΝΙΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣ

Ὁ Χριστός, τὸ Α καὶ τὸ Ω
Κατὰ τὶς Κυριακὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἀναγινώσκονται ἀποστολικὲς περικοπὲς ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, ἡ ὁποία γράφτηκε γιὰ νὰ στηρίξει τοὺς Ἑβραίους Χριστιανοὺς ποὺ κλονίζονταν στὴν πίστη. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ θεόπνευστη αὐτὴ ἐπιστολὴ περιέχει συστηματικὴ ἀπόδειξη γιὰ τὴν ἀσύλληπτη ὑπεροχὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Πράγματι, ἡ χριστιανικὴ πίστη ὑπερέχει ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊσμὸ καὶ κάθε ἄλλη θρησκεία, διότι δὲν τὴ δίδαξαν Προφῆτες ἢ ἀκόμη καὶ ἄγγελοι, ἀλλὰ τὴν ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεός, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Καὶ γιὰ νὰ καταλάβουμε ποιὸς εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ πόσο ἀνώτερος εἶναι ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, ὁ ἅγιος Ἀπόστολος μᾶς ὑπενθυμίζει τὸν λόγο τοῦ Ψαλμωδοῦ, ποὺ ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Μεσσία Χριστὸ λέει: «Κατ’ ἀρχὰς σύ, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί»· Ἐσύ, Κύριε, στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας στήριξες τὴ γῆ καὶ τὴν ἐδραίωσες μέσα στὸ οὐράνιο στερέωμα, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν Σου εἶναι οἱ οὐρανοί. Αὐτοὶ κάποτε θὰ χάσουν τὸ σημερινό τους σχῆμα καὶ θὰ ἐξαφανισθοῦν. Ἐσὺ ὅμως παραμένεις ἀναλλοίωτος καὶ ἀμετάβλητος. Ὅλος ὁ κόσμος θὰ παλιώσει σὰν ἔνδυμα, κι Ἐσὺ θὰ τὸν γυρίσεις καὶ θὰ τὸν περιτυλίξεις σὰν πανωφόρι, καὶ τότε θ’ ἀλλάξει καὶ θὰ γίνει καινούργιος. «Σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι». Ἐσὺ ὅμως εἶσαι πάντοτε ὁ Ἴδιος, καὶ τὰ ἔτη Σου θὰ εἶναι ἀτελείωτα.
Τὴν ἴδια ἀλήθεια θέτει καὶ μὲ ἕνα ἐρώτημα ὁ ἅγιος Ἀπόστολος: Σὲ ποιὸν ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἔχει πεῖ ποτὲ ὁ ἐπουράνιος Πατέρας αὐτὸ ποὺ ἔχει πεῖ στὸν Υἱό Του, τὸν Χριστό: Κάθισε στὰ δεξιά μου, ὡσότου ὑποτάξω τοὺς ἐχθρούς Σου βάζοντάς τους κάτω ἀπὸ τὰ πόδια Σου ὡς ὑποπόδιο, πάνω στὸ ὁποῖο θὰ πατᾶς, γιὰ νὰ ἔχεις αἰωνίως ἀδιαφιλονίκητη τὴν ἐξουσία;
Βεβαίως, σὲ κανένα. Διότι τί εἶναι οἱ ἄγγελοι; Δὲν εἶναι ὅλοι ὑπηρετικὰ πνεύματα, ποὺ ἀποστέλλονται ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν ἐκείνους ποὺ πρόκειται νὰ κληρονομήσουν τὴν αἰώνια ζωή;...
Εἶναι προφανὲς ὅτι τίποτε στὸν κόσμο δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Διότι τὰ πάντα, ἀκόμη καὶ οἱ ἄγγελοι, εἶναι κτίσματα καὶ δημιουργήματα. Ἀλλὰ καὶ τὸ σύμπαν, ποὺ φαίνεται τόσο μεγαλειῶδες, ἔχει ἀρχὴ καὶ τέλος. Ἀρχὴ καὶ τέλος μόνο ὁ Κύριος δὲν ἔχει. Αὐτὸς δημιούργησε τὸ σύμπαν, Αὐτὸς καὶ θὰ τὸ ἀνακαινίσει καὶ θὰ δημιουργήσει ἔτσι τὸ νέο κόσμο, τὴν αἰώνια Βασιλεία. Αὐτὸς εἶναι τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ πηγὴ τῆς αἰωνίου ζωῆς καὶ τῆς μακαριότητος.
Εὐτυχισμένος λοιπὸν ὅποιος συνδέσει τὴ ζωή του μὲ τὸν Χριστό! Τί σημασία ἔχει ἂν εἶναι μικρὸς ἢ μεγάλος, πλούσιος ἢ φτωχός, μορφωμένος ἢ ἀγράμματος; Τί σημασία ἔχει ἂν εἶναι ὑγιὴς καὶ εὔρωστος ἢ ἀσθενής, ἴσως καὶ ἀνάπηρος;... Σημασία ἔχει νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, διότι ὁ Χριστὸς παραμένει ὁ Ἴδιος καὶ ἀναλλοίωτος. Κι ἐδῶ ἀκριβῶς πρέπει νὰ προσέξουμε καλά, μᾶς λέγει ὁ θεῖος Ἀπόστολος.
Δὲν παίζουμε μὲ τὸν θεῖο Νόμο
Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἀσυγκρίτως ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, «διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραρρυῶμεν», λέει ὁ Ἀπόστολος· πρέπει κι ἐμεῖς νὰ προσέχουμε πολὺ περισσότερο στοὺς λόγους Του, ποὺ ἀκούσαμε ἀπὸ τὸν Ἴδιο καὶ ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους Του, μήπως ἀπὸ ἀπροσεξία μᾶς συμβεῖ νὰ παρασυρθοῦμε καὶ νὰ χαθοῦμε. Ἀλίμονό μας, τότε!
Διότι, ἐὰν ὁ Νόμος ποὺ παρέδωσε ὁ Θεὸς στὸ Μωυσῆ διαμέσου ἀγγέλων, ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος, ἀποδείχθηκε ἔγκυρος καὶ ἰσχυρός, καὶ «πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν», δηλαδή, κάθε παράβασή του καὶ παρακοὴ τιμωρήθηκε δίκαια μὲ τὴν ἀνάλογη τιμωρία, πῶς ἐμεῖς θὰ ξεφύγουμε τὴν τιμωρία, ἐὰν ἀμελή­σουμε γιὰ τὴν τόσο μεγάλη καὶ σπουδαία σωτηρία ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Χριστός; Μιὰ σωτηρία ποὺ δὲν τὴν πληροφορηθήκαμε «δι’ ἀγγέλων», ὅπως ἔγινε μὲ τὸ Νόμο, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους Του. Ἐκεῖνος μᾶς ἀποκάλυψε τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας, κι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ὡς αὐτήκοοι μάρτυρες μᾶς τὴν παρέδωσαν, ὡς ἀληθινὴ καὶ ἀξιόπιστη.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι στὴν Παλαιὰ Διαθήκη περιγράφονται φοβερὲς τιμωρίες τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀθετοῦσαν τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο τὸ ἐρώτημα ποὺ θέτει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος εἶναι συγκλονιστικό: Ἂν οἱ παραβάσεις ἐκείνου τοῦ Νόμου εἶχαν τέτοιες συνέπειες, «πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;»... Μποροῦμε νὰ ἀναλογιστοῦμε ποιὲς θὰ εἶναι οἱ συνέπειες γιὰ ἐμᾶς, ἂν περιφρονοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀποκαλύφθηκε σ’ ἐμᾶς ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Υἱό Του;... Εἶναι λοιπὸν ἀνάγκη νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ἀλλάξουμε ὁπωσδήποτε πορεία!

Ὁμιλία εἰς τὴν Β΄ Κυριακὴ Νηστειῶν

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

 Ἡ (νηστεία εἶναι) ὁδός, μέ τήν ὁποία ἐσύ καί ἐγώ βαδίζουμε πρός τήν Ἀνάστασι. Τήν ἀνάστασι τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Ναί. Καί ἐσύ καί ἐγώ. Γι’ αὐτό ἡ νηστεία εἶναι θαυμαστή. Γιατί εἶναι ἕνας δρόμος. Γιά ποῦ; Γιά τήν Ἀνάστασι. Καί λοιπόν, αὐτό τί σημαίνει; Σημαίνει Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ θανάτου· Ἀνάστασι – νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας· Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Αὐτό εἶναι ἡ νηστεία!

Σέ ἕνα θαυμάσιο στιχηρό αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ψάλλαμε καί προσευχηθήκαμε: «Ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι, τῶν ψυχῶν ἡμῶν» (Πέμπτη Α΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, Ἀπόστιχα Ἑσπερινοῦ).


Νηστεία – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Νά ἡ καλή εἴδησι, πού ὁ Κύριος μᾶς ἔφερε. Θέλεις νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας; Θέλεις νίκη κατά τοῦ ἐφευρέτου τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ ἰδίου τοῦ διαβόλου; Ὁρίστε, ἡ νηστεία –λέγει ὁ Σωτήρ.


Ναί, μέ τήν νηστεία ἐσύ γίνεσαι ὁ μεγαλύτερος νικητής σέ αὐτόν τόν κόσμο. Ποιός νίκησε τόν διάβολο, ποιός, ἐκτός ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Κανένας ἄλλος. Γι’ αὐτό, Αὐτός εἶναι ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου, διότι μόνο Αὐτός εἶναι Θεός, πιό ἰσχυρός ἀπό τόν διάβολο. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πιό ἀνίσχυρα ἀπό αὐτόν. Καί ἐμεῖς, ἀκολουθώντας Τον, στήν πραγματικότητα ἀκολουθοῦμε τόν Νικητή πού μᾶς δίνει πάντοτε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου, κατά τοῦ κάθε διαβόλου πού μᾶς ἐπιτίθεται γιά νά μᾶς νικήσῃ καί νά μᾶς ρίξῃ στήν ἁμαρτία. Σέ τί, δηλαδή; Στόν θάνατο.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Ματρώνα η εν Θεσσαλονίκη

Η Οσία Ματρώνα έζησε στη Θεσσαλονίκη και συγκαταλέγεται μεταξύ των Μαρτύρων των πρώτων αιώνων της Εκκλησίας μας, κατά την περίοδο των διωγμών. Υπήρξε ακόλουθος μιας πλούσιας και ευγενούς Ιουδαίας, με το όνομα Παντίλλα ή Παυτίλλα, η οποία ήταν σύζυγος του στρατοπεδάρχη της Θεσσαλονίκης. Καθημερινά συνόδευε την κυρία της στη συναγωγή της πόλεως, όπου ωστόσο δεν πήγαινε η ίδια, διότι κρυφά κατέφευγε σε χριστιανικό ναό, για να προσευχηθεί.

Μοιραία, όμως, επειδή για πολύ καιρό η Ματρώνα ξεγελούσε την κυρία της, μια λάθος κίνηση στάθηκε αφορμή για να αποκαλυφθεί η ταυτότητά της. σε μία εορτή των Ιουδαίων, κατά την οποία συνήθιζαν να τρώνε πικρά χόρτα και άζυμα, η Ματρώνα άργησε να επιστρέψει από το ναό και όταν έφθασε στην συναγωγή γινόταν η τελετή των Επιτιμίων. Ένας από τους δούλους της Παντίλλας κατήγγειλε ότι η Ματρώνα ήταν Χριστιανή και ότι εξαπατά την κυρία της, φροντίζοντας κάθε φορά που αυτή προσερχόταν στην συναγωγή, εκείνη να πηγαίνει στην Εκκλησία. Αυτό προκάλεσε την οργή της Παντίλλας, που δεν δίστασε, ξεσπώντας σε κραυγές, να την κατηγορήσει ότι είναι εχθρική προς αυτήν. Διέταξε αμέσως την σύλληψή της και, αφού την συνέλαβαν και την έδεσαν, άρχισαν να την μαστιγώνουν. Η Ματρώνα, όμως, με παρρησία δήλωσε ότι είναι Χριστιανή και ότι, αν και η κυρία της εξουσίαζε το σώμα της και την ίδια της την ζωή, ωστόσο δεν μπορούσε να την μεταπείσει σε όσα πίστευε.

Η Παντίλλα, αφού την αλυσόδεσε, διέταξε να την φυλακίσουν και να σφραγίσουν την πόρτα του κελιού της. Έπειτα από τρεις ημέρες, νωρίς το πρωί, πήγε η ίδια να δει αν η Ματρώνα ζει. Έκπληκτη διαπίστωσε ότι είχε ελευθερωθεί από τα δεσμά της και στεκόταν φωτεινή ψάλλοντας, χωρίς να έχει το παραμικρό ίχνος τραύματος και βασανισμού. Εξοργισμένη η Παντίλλα διέταξε να δέσουν πάλι την Ματρώνα και να την μαστιγώσουν ανηλεώς. Εκείνη, έκπληκτη για την ιδιαίτερη σκληρότητα της κυρίας της, την ρώτησε γιατί την βασάνιζε, ομολογώντας ωστόσο την πίστη της στον Χριστό. Καταπονημένη από τα βασανιστήρια και μην μπορώντας να σταθεί στα πόδια της, η Ματρώνα κλείσθηκε και πάλι στην φυλακή.

Έπειτα από τρεις ημέρες, όταν η Παντίλλα επισκέφθηκε το κελί της φυλακής της Αγίας, αντίκρισε το ίδιο θέαμα. Την Μάρτυρα απελευθερωμένη από τα δεσμά της, με το ίδιο φωτεινό πρόσωπο, παρά τα βασανιστήρια και την πείνα που υπέστη επί δεκατέσσερις ημέρες. Τότε η κυρία της, γεμάτη οργή, διέταξε να δέσουν την Ματρώνα σε δρύινα ξύλα και να την βασανίσουν. Εξαντλημένη η Αγία από τις μαστιγώσει και με το σώμα της γεμάτο σημάδια, ψέλλισε με αδύναμη φωνή λίγες λέξεις προσευχής και παρέδωσε το πνεύμα της.

Η Παντίλλα διέταξε τότε κάποιον με το όνομα Στρατόνικος, να τυλίξει το λείψανο της Αγίας σε δέρμα και στην συνέχεια να το ρίξει έξω από τα τείχη της πόλεως. Το ιερό λείψανό της το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν με ευλάβεια κοντά στην Λεωφόρο, δηλαδή την Εγνατία οδό. Μετά το τέλος των διωγμών, ο Επίσκοπος Θεσσαλονίκης Αλέξανδρος πήρε το σκήνωμα της Μάρτυρος και το μετέφερε μέσα στην πόλη και, αφού έκτισε ναό, το απέθεσε εντός αυτού.

Την εποχή της Φραγκοκρατίας, όμως, το σκήνωμα της Αγίας μεταφέρθηκε στην Βαρκελώνη και εναποτέθηκε σε ναό, που καταστράφηκε κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Εκτός των τειχών της Θεσσαλονίκης υπήρχε και μονή αφιερωμένη στην Αγία Ματρώνα.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Γνώμην ἀήττητον, Ματρώνα φέρουσα, πίστιν τὴν ἔνθεον, ἄσυλον ἔσωσας, μὴ δουλωθεῖσα τὴν ψυχήν, Ἑβραίων τὴ ἀπηνεία ὅθεν ἀριστεύσασα, καὶ τὸν δόλιον κτείνασα, μυστικῶς νενύμφευσαι, τῷ Δεσπότῃ τῆς κτίσεως. Αὐτὸν οὒν ἐκτενῶς ἐκδυσώπει, πάσης ἠμᾶς ρυσθήναι βλάβης.


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Β΄ Κυριακή των Νηστειών - Γρηγορίου του Παλαμά

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ήταν δεινός θεολόγος και διαπρεπέστατος ρήτορας και φιλόσοφος. Δεν γνωρίζουμε το χρόνο και τον τόπο της γέννησής του. (Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως, στο αγιολόγιο του, αναφέρει ότι ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 1296 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, από τον Κωνσταντίνο τον Συγκλητικό και την ευσεβέστατη Καλλονή). Ξέρουμε όμως, ότι κατά το πρώτο μισό του 14ου αιώνα μ.Χ. ήταν στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης, απ' οπού και αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος χάρη ησυχότερης ζωής, και αφιερώθηκε στην ηθική του τελειοποίηση και σε διάφορες μελέτες.

Το 1335 μ.Χ. με τους δύο αποδεικτικούς λόγους του «Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος», ήλθε σε σύγκρουση με τον Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ο οποίος δίδασκε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει το Θεό, κι ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να ενωθεί μαζί Του. Κατά τα λεγόμενα του Βαρλαάμ, ο Θεός είναι «κλειστός στον εαυτό του» και δεν μπορεί να ενωθεί με τους ανθρώπους. Επομένως, οι «ησυχαστές», οι μοναχοί δηλαδή εκείνοι που έλεγαν ότι μπορεί ο άνθρωπος, αν έχει καθαρή καρδιά και αν συγκεντρωθεί στην «καρδιακή προσευχή» (το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με»), να ενωθεί με το Θεό και να φωτισθεί και να δει το Άκτιστο φως, ασχέτως της μόρφωσής του, δεν ήταν Ορθόδοξοι αλλά «μεσσαλιανιστές» και «ομφαλόψυχοι». Μετά από αυτές τις τοποθετήσεις του Βαρλαάμ, ο Παλαμάς εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη από όπου και άρχισε τον αγώνα «υπέρ των Ιερώς ησυχαζόντων», δηλ. αυτών που ασκούσαν τον ησυχασμό, συγγράφοντας μάλιστα και τους ομώνυμους λόγους του. Το ζητούμενο της πάλης αυτής ήταν κυρίως το μεθεκτικόν ή αμέθεκτον της θείας ουσίας. Ο Γρηγόριος, οπλισμένος με μεγάλη πολυμάθεια και ισχυρή κριτική για θέματα αγίων Γραφών, διέκρινε μεταξύ θείας ουσίας αμεθέκτου και θείας ενεργείας μεθεκτής. Και αυτό το στήριξε σύμφωνα με το πνεύμα των Πατέρων και η Εκκλησία επικύρωσε την ερμηνεία του με τέσσερις Συνόδους. Στην τελευταία, που έγινε στην Κωνσταντινούπολη το 1351 μ.Χ., ήταν και ο ίδιος ο Παλαμάς. Αλλά ο Γρηγόριος έγραψε πολλά και διάφορα θεολογικά έργα, περίπου 60.

Αργότερα ο Πατριάρχης Ισίδωρος, τον εξέλεξε αρχικά επίσκοπο Θεσσαλονίκης. Λόγω όμως των τότε ζητημάτων, αποχώρησε πρόσκαιρα στη Λήμνο. Αλλά κατόπιν ανέλαβε τα καθήκοντα του. Πέθανε το 1360 μ.Χ. και τιμήθηκε αμέσως σαν Άγιος. Ο Πατριάρχης Φιλόθεος, έγραψε το 1376 μ.Χ. εγκωμιαστικό λόγο στο Γρηγόριο Παλαμά, μαζί και ακολουθία και όρισε την εκκλησιαστική μνήμη του στη Β' Κυριακή της Μ. Τεσσαρακοστής.

Το τίμιο σώμα του, μετά από την εκταφή, υπήρξε άφθαρτο, δηλαδή δέν σάπισε, αλλά ευωδίαζε και θαυματουργούσε. Στούς λατίνους όμως, τους υποτελείς του Πάπα, ήταν χονδρό αγκάθι η ενθύμιση του Αγίου και μάλιστα ολόσωμου. Γι αυτό πολλες φορές τον συκοφαντούσαν λέγοντας, πως για τα αμαρτήματά του έμεινε «άλυωτος», δέν δέχθηκε από απέχθεια η γη να τον διαλύσει «στα εξ ων συνετέθη»! Τον 19ο αιώνα μ.Χ. ο ναός του Αγίου καταστράφηκε από φωτιά και το τίμιο σκήνωμά του κάηκε αφήνοντας μόνον τα οστά ανέπαφα!

Τόσο γινάτι κράτησαν οι καθολικοί που όταν τυπώνονταν οι εκκλησιαστικές μας ακολουθίες στην Βενετία - κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας - ο Δόγης έδινε την άδειά του για την έκδοση, μόνον εφόσον δέν υπήρχε σχετική αναφορά στον Αγιο. Έτσι για αρκετά χρόνια που κυκλοφορούσαν τα έντυπα από την Βενετία, η γιορτή του είχε σχεδόν ξεχαστεί. Περί τα μέσα και τέλη του 20ου αιώνα, επανήλθε η μνήμη των ενδόξων αγώνων του και έλαβε την πρέπουσα θέση στον χώρο των Ορθόδοξων ναών.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν Μοναστῶν ἡ καλλονή, τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος, Γρηγόριε θαυματουργέ, Θεσσαλονίκης τὸ καύχημα, κῆρυξ τῆς χάριτος, ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸ πολύφωνον στόμα τῆς θείας χάριτος, τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων τὴν ἀληθῆ θησαυρόν, ἀνυμνοῦμέν σε πιστῶς Πάτερ Γρηγόριε· τῆς Ἐκκλησίας γὰρ φωστήρ, ἀνεδείχθης φαεινός, καὶ κλέος Θεσσαλονίκης· ἥτις ἐν σοὶ καυχωμένη, λαμπρῶς γεραίρει τοὺς ἀγῶνάς σου.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸ τῆς σοφίας ἱερὸν καὶ θεῖον ὄργανον Θεολογίας τὴν λαμπρὰν συμφώνως σάλπιγγα Ἀνυμνοῦμέν σε Γρηγόριε θεορρῆμον. Ἀλλ’ ὡς νοῦς νοΐ τῷ πρώτῳ παριστάμενος, Πρὸς αὐτὸν τὸν νοῦν ἡμῶν Πάτερ ὁδήγησον, Ἵνα κράζωμεν, χαῖρε κῆρυξ τῆς χάριτος.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Θεσσαλονίκη ἡ περίβλεπτος πόλις, τὴν σὴν ἁγίαν ἑορτάζουσα μνήμην, πρὸς εὐφροσύνην συγκαλεῖται ἅπαντας· ταύτης ποιμενάρχης γάρ, θεοφόρος ἐδείχθης, καὶ σοφὸς διδάσκαλος, Ἐκκλησίας ἁπάσης· χαριστηρίους ὅθεν σοι ᾠδάς, ᾄδομεν πάντες, Γρηγόριε μέγιστε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐκκλησίας λαμπρὸς φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης θεοειδής· χαίροις τοῦ ἀκτίστου, φωτὸς ὄργανον θεῖον, καὶ θεολόγων στόμα, Πάτερ Γρηγόριε.


Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής - B´ Νηστειών

(Μαρκ. β´ 1-12)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς Καπερναοὺμ, καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. Καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. Καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν, παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων· Καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον, ἐφ᾿ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. ᾿Ιδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. ῏Ησαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· τί οὗτος οὕτω λαλεῖ βλασφημίας; Τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός;

Καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς· τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; Τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; ῞Ινα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας — λέγει τῷ παραλυτικῷ· σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. Καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Τόν καιρό ἐκεῖνο, μπῆκε πάλι ὁ ᾿Ιησοῦς στὴν Καπερναοὺμ καὶ διαδόθηκε ὅτι βρίσκεται σὲ κάποιο σπίτι. ᾿Αμέσως συγκεντρώθηκαν πολλοί, ὥστε δὲν ὑπῆρχε χῶρος οὔτε κι ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα· καὶ τοὺς κήρυττε τὸ μήνυμά του. ῎Ερχονται τότε μερικοὶ πρὸς αὐτόν, φέρνοντας ἕναν παράλυτο, ποὺ τὸν βάσταζαν τέσσερα ἄτομα. Κι ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν φέρουν κοντὰ στὸν ᾿Ιησοῦ ἐξαιτίας τοῦ πλήθους, ἔβγαλαν τὴ στέγη πάνω ἀπὸ κεῖ ποὺ ἦταν ὁ ᾿Ιησοῦς, ἔκαναν ἕνα ἄνοιγμα καὶ κατέβασαν τὸ κρεβάτι, πάνω στὸ ὁποῖο ἦταν ξαπλωμένος ὁ παράλυτος. ῞Οταν εἶδε ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστη τους, εἶπε στὸν παράλυτο· «Παιδί μου, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες». Κάθονταν ὅμως ἐκεῖ μερικοὶ γραμματεῖς καὶ συλλογίζονταν μέσα τους· «Μὰ πῶς μιλάει αὐτὸς ἔτσι, προσβάλλοντας τὸν Θεό; Ποιός μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες; Μόνον ἕνας, ὁ Θεός».

᾿Αμέσως κατάλαβε ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι αὐτὰ σκέφτονται καὶ τοὺς λέει· «Γιατί κάνετε αὐτὲς τὶς σκέψεις στὸ μυαλό σας; Τί εἶναι εὐκολότερο νὰ πῶ στὸν παράλυτο· “σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες” ἢ νὰ τοῦ πῶ, “σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ περπάτα”; Γιὰ νὰ μάθετε λοιπὸν ὅτι ὁ *Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ πάνω στὴ γῆ ἁμαρτίες» -λέει στὸν παράλυτο· «Σ’ ἐσένα τὸ λέω, σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου». ᾿Εκεῖνος σηκώθηκε ἀμέσως, πῆρε τὸ κρεβάτι του καὶ μπροστὰ σ’ ὅλους βγῆκε ἔξω, ἔτσι ποὺ ὅλοι θαύμαζαν καὶ δόξαζαν τὸν Θεό· «Τέτοια πράγματα», ἔλεγαν, «ποτὲ μέχρι τώρα δὲν ἔχουμε δεῖ!»

Ο Απόστολος της Κυριακής

(῾Εβρ. α´ 10 - β´ 3)

Κατ᾿ ἀρχάς σύ, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί· αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις· καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι». Πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· «Κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου»; Οὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;

Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραρρυῶμεν. Εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Αρχικά ἐσύ, Κύριε, στερέωσες τὴ γῆ κι ἔργο δικό σου εἶναι οἱ οὐρανοί. Αὐτοὶ θὰ ἐξαφανιστοῦν, ἐνῶ ἐσὺ αἰώνια παραμένεις. Τὰ πάντα θὰ παλιώσουνε σὰν ροῦχο. Σὰν μανδύα θὰ τοὺς τυλίξεις, καὶ θ’ ἀλλάξουν. ᾿Εσὺ ὅμως παραμένεις πάντα ὁ ἴδιος, τὰ χρόνια σου ποτὲ δὲν θὰ τελειώσουν. Σὲ κανέναν ἀπ’ τοὺς ἀγγέλους δὲν εἶπε ποτὲ ὁ Θεός· «Κάθισε στὰ δεξιά μου, ὡσότου ὑποτάξω τοὺς ἐχθρούς σου κάτω ἀπὸ τὰ πόδια σου». Δὲν εἶναι, λοιπόν, ὅλοι οἱ ἄγγελοι πνεύματα ποὺ ὑπηρετοῦν τὸν Θεὸ κι ἀποστέλλονται ἀπ’ αὐτὸν γιὰ νὰ βοηθήσουν ὅσους μέλλουν νὰ σωθοῦν;

Γι’ αὐτὸ κι ἐμεῖς πρέπει νὰ μένουμε πιὸ σταθεροὶ στὶς ἀλήθειες ποὺ ἀκούσαμε, γιὰ νὰ μὴν ξεστρατίσουμε ποτέ. Γιατί, ἂν ὁ λόγος ποὺ δόθηκε ἄλλοτε μέσω ἀγγέλων, ἀποδείχτηκε ἀληθινός, κι ὅσοι τὸν παρέβηκαν ἢ δὲν ὑπάκουσαν σ’ αὐτὸν δέχτηκαν τὴν τιμωρία ποὺ τοὺς ἔπρεπε, πῶς εἶναι δυνατὸν ἐμεῖς νὰ ξεφύγουμε, ἂν δὲν δώσουμε τὴν προσοχὴ ποὺ ταιριάζει σὲ μιὰ τόσο σπουδαία σωτηρία; Τὴ σωτηρία αὐτή, ποὺ ἄρχισε νὰ διακηρύττει ὁ Κύριος, μᾶς τὴ βεβαίωσαν ὅσοι ἄκουσαν τὸν λόγο του.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Σύναξη του Αρχαγγέλου Γαβριήλ

Το όνομα Γαβριήλ σημαίνει «άνθρωπος του Θεού». Στην Αγία Γραφή, τον Αρχάγγελο Γαβριήλ τον συναντάμε μία φορά στην Παλαιά Διαθήκη και δύο φορές στην Καινή.

Στην Παλαιά Διαθήκη, μας τον παρουσιάζει ο Δανιήλ σε μια όραση του (Η' 16-17), όταν ζητάει απ' αυτόν την εξήγηση της. Εκεί παρουσιάζεται μπροστά του κάποιος άνθρωπος, που είναι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, και του εξηγεί ότι το κριάρι με τα δύο κέρατα σήμαινε τους βασιλείς της Μηδίας και της Περσίας, ο δε τριχωτός τράγος, το βασιλιά της Ελλάδας.

Στην Καινή Διαθήκη, ο αρχάγγελος Γαβριήλ στέλνεται στο Ζαχαρία (Λουκ. Α' 11 - 19) και του αναγγέλλει ότι η γυναίκα του Ελισάβετ θα συλλάβει και θα γεννήσει τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, επίσης, είναι αυτός που ευαγγελίζεται στην Παρθένο Μαρία την άσπορη σύλληψη και γέννηση του Σωτήρα Χριστού .


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Τῶν οὐρανίων στρατιῶν Ἀρχιστράτηγε, δυσωποῦμέν σε ἀεί ἡμεῖς οἱ ἀνάξιοι, ἵνα ταῖς σαῖς δεήσεσι τειχίσῃς ἡμᾶς, σκέπῃ τῶν πτερύγων τῆς ἀῢλου σου δόξης, φρουρῶν ἡμᾶς προσπίπτοντας ἐκτενῶς καί βοῶντας· Ἐκ τῶν κινδύνων λύτρωσαι ἡμᾶς, ὡς Ταξιάρχης τῶν ἄνω Δυνάμεων.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὃ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῳ.
Φερωνυμία καταλλήλω ἐμπρέπων, καθυπουργεῖς ἐν τὴ τοῦ Λόγου σαρκώσει, ὡς στρατηγοὶ τῶν Ἀσωμάτων τάξεων ὅθεν εὐηγγέλισαι, τὴ Παρθένω Μαρία, χαῖρε προσφωνῶν αὐτή, τὸν Θεὸν γὰρ συλλήψη, ὂν ἐκδυσώπει σώζεσθαι ἠμᾶς, τοὺς σὲ ὑμνοῦντας, Γαβριὴλ Ἀρχάγγελε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’.
Ἀρχιστράτηγε Θεοῦ λειτουργέ θείας δόξης, τῶν ἀνθρώπων ὁδηγέ καὶ ἀρχηγέ Ἀσωμάτων, τὸ συμφέρον ἡμῖν πρέσβευε, καὶ τὸ μέγα ἔλεος, ὡς τῶν Ἀσωμάτων Ἀρχιστράτηγος.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὁ μέγας Γαβριήλ, Ἀρχηγὸς τῶν Ἀγγέλων, δεικνύμενος ἀεί, σὺν αὐτοῖς ἀνακράζει, τὸ θεῖον μελῴδημα, τῇ Τριάδι γηθόμενος. Τοῦτον ἅπαντες, μεγαλοφώνως ἐν πίστει, ἀνυμνήσωμεν, καὶ καθαρᾷ διανοίᾳ, αἰσίως δοξάσωμεν.


Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

Δοξαστικόν των Αίνων - Ευαγγελισμός

Καταβασίες και Θ Ωδή Ευαγγελισμού

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΕΝΔΟΞΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΜΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΡΙΑΣ

ΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

1. Πάλι σήμερα έχουμε χαρμόσυνες ειδήσεις, πάλι έχουμε μηνύματα ελευθερίας, πάλι έχουμε μια ανάκληση από την πτώση και μια επάνοδο στη ζωή, μια υπόσχεση ευφροσύνης και μια απαλλαγή από τη δουλεία. Ένας άγγελος συνομιλεί με την Παρθένο, για να μην ξαναμιλήσει ο διάβολος με γυναίκα. Λέει η Γραφή· «Τον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της Ελισάβετ στάλθηκε από τον Θεό ο άγγελος Γαβριήλ σε μια παρθένο, που ήταν μνηστευμένη με έναν άνδρα». Στάλθηκε ο Γαβριήλ, για να αποκαλύψει την παγκόσμια σωτηρία των ανθρώπων.

Στάλθηκε ο Γαβριήλ, να φέρει στον Αδάμ τη βέβαιη αποκατάστασή του. Στάλθηκε ο Γαβριήλ, στην παρθένο, για να μεταβάλει την ατιμία του γυναικείου φίλου σε τιμή. Στάλθηκε ο Γαβριήλ, για να προετοιμάσει τον νυμφικό θάλαμο, ώστε να είναι αντάξιος για τον αμόλυντο Νυμφίο. Στάλθηκε ο Γαβριήλ, για να συντελέσει να νυμφευθεί το πλάσμα με τον πλάστη. Στάλθηκε ο Γαβριήλ, στο έμψυχο παλάτι του βασιλιά των αγγέλων. Στάλθηκε ο Γαβριήλ στην παρθένο που ήταν αρραβωνιασμένη με τον Ιωσήφ, αλλά που προοριζόταν για τον Ιησού, τον Υιό του Θεού. Στάλθηκε ο ασώματος δούλος σε αμόλυντη παρθένο. Στάλθηκε ο χωρίς αμαρτίες σ' αυτήν που δεν θα γνώριζε τη φθορά. Στάλθηκε ο λύχνος, για να αναγγείλει τον ήλιο της δικαιοσύνης. Στάλθηκε ο όρθρος, που έρχεται πριν από το φως της ημέρας. Στάλθηκε ο Γαβριήλ, για να διαλαλήσει αυτόν που βρίσκεται στους κόλπους του Πατέρα και στην αγκαλιά της μητέρας. Στάλθηκε ο Γαβριήλ, για να δείξει αυτόν που κάθεται σε θρόνο αλλά και σε σπηλιά. Στάλθηκε ένας στρατιώτης, για να διατυμπανίσει το μυστήριο του μεγάλου βασιλιά. Χαρακτηρίζω μυστήριο αυτό που γίνεται κατανοητό με την πίστη και δεν εξερευνάται με τη φιλομάθεια, πρόκειται για μυστήριο που είναι άξιο προσκυνήσεως και όχι σχολαστικής εξετάσεως, δηλαδή για μυστήριο που είναι αντικείμενο θεολογικής έρευνας και όχι για κάτι που υπόκειται σε ακριβή μέτρηση.

2. « Τον έκτο μήνα στάλθηκε ο Γαβριήλ στην παρθένο». Ποιόν έκτο μήνα; Ποιόν; Από τότε που η Ελισάβετ δέχθηκε το χαρμόσυνο μήνυμα, από τότε που συνέλαβε τον Ιωάννη. Από πού το συμπεραίνουμε αυτό; Το αποκαλύπτει ο ίδιος ο αρχάγγελος όταν λέει στην Παρθένο· « να, η Ελισάβετ η συγγενής σου και αυτή συνέλαβε γιο στα γεράματα της. Κι αυτός είναι ο έκτος μήνας της εγκυμοσύνης της, αυτής που θεωρούνταν στείρα». Ο έκτος μήνας λοιπόν είναι ο έκτος μήνας από τη σύλληψη του Ιωάννη. Έπρεπε λοιπόν ο στρατιώτης να φθάσει πρώτος, έπρεπε ο ακόλουθος να προηγηθεί, έπρεπε να προπορευθεί αυτός που θα αποκάλυπτε τη δεσποτική παρουσία.

«Τον έκτο μήνα στάλθηκε ο άγγελος Γαβριήλ στην Παρθένο, που ήταν αρραβωνιασμένη με έναν άνδρα», αρραβωνιασμένη όχι παντρεμένη· αρραβωνιασμένη, αλλά άθικτη. Γιατί ήταν αρραβωνιασμένη; Για να μη μάθει πολύ γρήγορα ο διάβολος το μυστήριο. Για το ότι επρόκειτο διά μέσου παρθένου να έλθει ο Βασιλιάς, αυτό το γνώριζε ο πονηρός, γιατί είχε ακούσει τις προφητείες του Ησαΐα που έλεγαν· « Να, θα συλλάβει η παρθένος και θα γεννήσει γιο». Κάθε φορά λοιπόν, όπως είναι φυσικό, εξέταζε ό,τι αναφερόταν στην παρθένο, ώστε όταν αντιληφθεί ότι ολοκληρώνεται αυτό το μυστήριο, να προετοιμάσει τις κατηγορίες του. Γι αυτό ο Δεσπότης ήλθε στη γη διά μέσου αρραβωνιασμένης, για να ξεγελάσει δηλαδή τον πονηρό, αφού αυτή όντας αρραβωνιασμένη εξασφάλιζε αυτό.

3. «Τον έκτο μήνα στάλθηκε ο άγγελος Γαβριήλ σε μια Παρθένο, που ήταν αρραβωνιασμένη με κάποιον που λεγόταν Ιωσήφ». Άκουσε, ακροατή, τι λέει ο προφήτης γι αυτόν τον άνθρωπο και γι αυτήν την παρθένο. « Θα δοθεί αυτό το κλειστό βιβλίο σε έναν άνθρωπο, που γνωρίζει γράμματα». Τι σημαίνει κλειστό βιβλίο, ή τι σημαίνει γενικά η αμόλυντη παρθένος; Από ποιους θα δοθεί; Είναι φανερό πως θα δοθεί από τους ιερείς. Σε ποιόν; Στον Ιωσήφ τον μαραγκό. Οι ιερείς λοιπόν αρραβώνιασαν τη Μαρία με τον Ιωσήφ, επειδή ήταν σώφρονας, και την έδωσαν σ' αυτόν περιμένοντας τον καιρό του γάμου και αυτός βέβαια επρόκειτο παίρνοντάς την να φυλάξει αμόλυντη την Παρθένο. Αυτό πρίν από πολλά χρόνια ο προφήτης το προφήτεψε· « Θα δοθεί αυτό το κλειστό βιβλίο σε έναν άνθρωπο, που γνωρίζει γράμματα» και ο οποίος θα πεί· «δεν μπορώ να το διαβάσω». Γιατί Ιωσήφ δεν μπορείς; Αυτός θα απαντήσει· « Δεν μπορώ να το διαβάσω, γιατί το βιβλίο είναι κλειστό». Για ποιον φυλάγεται;«Φυλάγεται για κατοικία του Δημιουργού του σύμπαντος».

4. Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας. «Τον έκτο μήνα στάλθηκε ο Γαβριήλ στη Παρθένο» και είχε πάρει περίπου τέτοιες εντολές από τον Θεό. « Έλα λοιπόν, αρχάγγελε, γίνε υπηρέτης του φοβερού και κρυμμένου μυστηρίου, εξυπηρέτησε το θαύμα. Βιάζομαι εξαιτίας της ευσπαχνίας μου να κατέβω από τον ουρανό και να αναζητήσω τον πλανεμένο Αδάμ. Η αμαρτία εξασθένησε τον άνθρωπο, που πλάσθηκε σύμφωνα με την εικόνα μου, σάπισε το δημιούργημα των χεριών μου και θάμπωσε την ομορφιά πού έπλασα. Ο λύκος κατατρώει το δημιούργημά μου, είναι έρημη η θέση του στον παράδεισο, το δένδρο της ζωής φυλάγεται από την πύρινη ρομφαία, έχει κλείσει πια ο τόπος της τρυφής. Επιθυμώ να ελεήσω τον κατατρεγμένο άνθρωπο και να συλλάβω τον εχθρό διάβολο. Επιθυμώ αυτό το μυστήριο να μην το μάθουν όλες οι ουράνιες δυνάμεις, σε σένα μονο τον εμπιστεύομαι. Πήγαινε λοιπόν στην παρθένο Μαρία. Πήγαινε στη ζωντανή πόλη, για την οποία ο προφήτης έλεγε· " Πόλη του Θεού, δοξασμένα και εξαίσια ειπώθηκαν για σένα". Πήγαινε στον λογικό μου παράδεισο, πήγαινε πρός την πύλη της ανατολής, πήγαινε στο άξιο κατοικητήριο του Λόγου μου, πήγαινε στον δεύτερο ουρανό που βρίσκεται πάνω στη γη, πήγαινε στο ελαφρό και ταχυκίνητο σύννεφο, πληροφόρησέ την για τη βροχή της παρουσίας μου, πήγαινε στο αγίασμα που ετοιμάστηκε για μένα, πήγαινε στον νυμφικό κοιτώνα της ενανθρωπήσεως, πήγαινε στον αμόλυντο νυμφικό κοιτώνα της κατά σάρκα γεννήσεώς μου. Μίλησε στα αυτιά της λογικής κιβωτού, προετοίμασέ τα να μ' ακούσουν χωρίς να τα τρομάξεις, ούτε να ταράξεις την ψυχή της Παρθένου. Κόσμια εμφανίσου στον έμψυχο ναό μου, πες σ' αυτήν πρώτα τη χαρούμενη είδηση. Εσύ πες στη Μαριάμ το " Χαίρε Κεχαριτωμένη", ώστε εγώ να ελεήσω την εξουθενωμένη Εύα».

5. Τ' άκουσε αυτά ο αρχάγγελος και όπως ήταν φυσικό μονολογούσε· « Παράξενη είναι αυτή η υπόθεση, ξεπερνάει κάθε σκέψη αυτό που ειπώθηκε. Ο φοβερός στα Χερουβίμ, ο αθέατος στα Σεραφίμ, ο ακατάληπτος σ' όλες τις ουράνιες αγγελικές δυνάμεις, υπόσχεται μια ξεχωριστή επικοινωνία στην κόρη, προμηνύει μια αυτοπρόσωπη παρουσία του, μάλλον υπόσχεται μια είσοδο διά μέσου της ακοής και βιάζεται αυτός που καταδίκασε την Εύα να δοξάσει τόσο πολύ τη θυγατέρα της; Λέει "ας ετοιμαστεί η είσοδός μου διά μέσου της ακοής". Όμως είναι δυνατόν ανθρώπινη κοιλιά να χωρέσει τον αχώρητο; Πραγματικά αυτό το μυστήριο είναι φοβερό».

Ενώ αυτά είχε στο νου του ο άγγελος, ο Δεσπότης του λέει· «Γιατί ταράζεσαι και παραξενεύεσαι Γαβριήλ; Δεν σ' έστειλα προηγουμένως στον ιερέα Ζαχαρία; Δεν του μετέφερες τη χαρμόσυνη είδηση της γεννήσεως του Ιωάννη; Δεν επέβαλες την τιμωρία της σιωπής στον ιερέα που δεν σε πίστεψε; Δεν καταδίκασες τον γέροντα σε αφωνία; Εσύ δεν το ανακοίνωσες κι εγώ το επικύρωσα; Δεν ακολούθησε τη χαρμόσυνη είδησή σου η πράξη; Δεν συνέλαβε η στείρα γυναίκα; Δεν υπάκουσε η μήτρα της; Δεν εξαφανίστηκε η αρρώστια της ατεκνίας; Δεν υποχώρησε η απραξία της φύσης; Τώρα δεν κυοφορεί αυτή που προηγουμένως ήταν στείρα; Μήπως για μένα τον Δημιουργό υπάρχει κάτι που είναι ακατόρθωτο; Πως λοιπόν σε κυρίεψε η αμφιβολία;».

6. Τι απάντησε ο άγγελος; « Δέσποτα, το να θεραπεύσεις τα σφάλματα της φύσης, το να ηρεμήσεις την τρικυμία των παθών των ανθρώπων, το να ανακαλέσεις στη ζωή νεκρωθέντα ανθρώπινα μέλη, το να διατάξεις τη φύση ώστε να γεννήσει μια στείρα γυναίκα, το να θεραπεύσεις τη στείρωση σε γερασμένα μέλη, το να μετασχηματίσεις ένα γερασμένο ξερό καλάμι σε χλοερό, το να κάνεις την άγονη γη ξαφνικά πηγή σπαρτών, είναι πράγματα που γίνονται πάντοτε με τη δική σου δύναμη. Μάρτυρες που αποδεικνύουν όλα τα παραπάνω είναι η Σάρρα, η Ρεβέκκα και η Άννα, οι οποίες, ενώ ήταν υποδουλωμένες στη φοβερή ασθένεια της στειρώσεως, απελευθερώθηκαν από σένα. Το να γεννήσει όμως παρθένος χωρίς τη συμμετοχή άνδρα, αυτό ξεπερνάει όλους τους νόμους της φύσης, αλλά και προαναγγέλει τη δική σου παρουσία στην κόρη. Εσένα δεν σε χωρούν τα πέρατα του ουρανού και της γης, πως θα σε χωρέσει μια παρθενική μήτρα;». Ο Δεσπότης απάντησε· « Πως με χώρεσε η σκηνή του Αβραάμ;». Ο άγγελος είπε· « Επειδή, Δέσποτα, υπήρχε ένα πέλαγος φιλοξενίας, εκεί εμφανίστηκες στον Αβραάμ, δηλαδή στη σκηνή του, που ήταν δίπλα στο δρόμο και τη ξεπέρασες, επειδή τα πάντα γεμίζει η παρουσία σου. Πώς θα φέρεις το πυρ της θεότητος στη Μαριάμ; Ο θρόνος σου φλέγεται ακτινοβολώντας από την αίγλη σου και θα μπορέσει η ευκολόκαυστη παρθένος να σε δεκτεί;».

Ο Δεσπότης λέει· « Πράγματι, αν η φωτιά στην έρημο έβλαψε τη βάτο, κατά τον ίδιο τρόπο και η παρουσία μου θα βλέψει τη Μαρία. Αν εκείνη η φωτιά, η οποία σκιαγραφούσε την παρουσία από τον ουρανό της θεϊκής φωτιάς πότιζε τη βάτο και δεν την έκαιγε, τι θα έλεγες για την αλήθεια που κατεβαίνει από τον ουρανό όχι σαν πύρινη φλόγα, αλλά σαν βροχή;».

Τότε πλέον ο άγγελος εκτέλεσε τη διαταγή που πήρε και αφού παρουσιάστηκε στην Παρθένο της είπε πανηγυρικά· «"Χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος είναι μαζί σου". Ποτέ πια ο διάβολος δεν θα είναι εναντίον σου, γιατί το σημείο που πλήγωσε ο εχθρός σου προηγουμένως, σ' αυτό πρώτα – πρώτα τώρα ο ιατρός της σωτηρίας επιθέτει το έμπλαστρο. Από εκεί όπου εμφανίστηκε ο θάνατος, από εκεί μπήκε η ζωή. Από τη γυναίκα προέρχονται όλες οι συμφορές, αλλά και από τη γυναίκα πηγάζουν όλα τα καλά. Χαίρε Κεχαριτωμένη, μη ντρέπεσαι σαν να είσαι αιτία καταδίκης. Θα γίνεις μητέρα αυτού που καταδίκασε και λύτρωσε τον άνθρωπο. Χαίρε, αμίαντη μητέρα του Νυμφίου Χριστού στην ορφανή ανθρωπότητα. Χαίρε, εσύ που καταπόντησες στη μήτρα σου τον θάνατο της μητέρας της ανθρωπότητας Εύας. Χαίρε, ο ζωντανός ναός του Θεού. Χαίρε, συ που είσαι εξίσου κατοικία ουρανού και γης. Χαίρε, ευρύχωρε τόπε της απόρρητης φύσης». Αφού όλα αυτά έτσι έχουν, εξαιτίας της ήλθε ο γιατρός για τους αρρώστους, «ο ήλιος της δικαιοσύνης, για να φωτίσει αυτούς που ζουν στο σκοτάδι», η άγκυρα για όλους τους ταλαιπωρημένους και το ασφαλισμένο λιμάνι. Γεννήθηκε ο Δεσπότης των δούλων που μισούνται αδιάλλαχτα, ο σύνδεσμος της ειρήνης, εμφανίσθηκε ο λυτρωτής των αιχμαλώτων δούλων, η ειρήνη αυτών που βρίσκονται σε πόλεμο. « Αυτός βέβαια είναι η ειρήνη μας», την οποία ειρήνη μακάρι να απολαύσουμε όλοι μας με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα, τιμή και δύναμη τώρα και πάντοτε και σ' όλους τους αιώνες. Αμήν.
( Δημητρίου Γ. Τσάμη, ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟΝ, τ. β΄, Εκδ. ΛΥΔΙΑ, Θεσ/κη 2000, σ. 178- 191).

Του Ευαγγελισμού, του Αρχιμ. Νικοδήμου Παυλόπουλου

«Σήμερον χαράς ευαγγέλια παρθενική πανήγυρις, τα κάτω τοις άνω συνάπτεται,

ο Αδάμ καινουργείται, η Εύα της πρώτης λύπης ελευθερούται».

Σήμερα, ευσεβείς χριστιανοί, πανηγυρίζει ο ουρανός και η γη με την ανάμνησι του Ευαγγελισμού της αγίας Θεοτόκου Παρθένου.

Σήμερα κατά τον όσιο Νικόδημο πανηγυρίζαμε την «αρχή και κεφαλή όλων των δεσποτικών εορτών».

Σήμερα κατά σύμπτωσι ευλογημένη εορτάζαμε το θαύμα της Συλλήψεως μέσα στα πλαίσια της ημερομηνίας και της ημέρας κατά τις οποίες πραγματοποιήθηκε, κατά τον αυτόν όσιο. «Ευηγγελίσθη δε η Θεοτόκος εν ήμερα δευτέρα ή κατ' άλλους εν Κυριακή».

Άλλα ας παρακολουθήσωμε το μυστήριο.

«Ο φιλάνθρωπος και ελεήμων θεός», σύμφωνα με την πρώτη ευχάριστη αγγελία πού είχε κάμει στους πρωτοπλάστους μετά την παράδοσί τους, κατά την οποία θα συνέτριβε ο γόνος της γυναικός, της Παρθένου Θεοτόκου Μητρός, την κεφαλή του όφεως, το κράτος και την εξουσία του διαβόλου, απέστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ προς την Μαρία την Παρθένο και Αγνή για να αναγγείλη την προάναρχη βούλη της Συλλήψεως και να σημανή τη χαρά στην ανθρωπότητα για τη σωτηρία από την αμαρτία και την αθλιότητα.

«Ως πατήρ φιλόστοργος — ο Θεός — θεωρών των χειρών αυτού το πλαστούργημα καταδουλούμενον, και τυραννούμενον υπό του διαβόλου, και προς τα πάθη της ατιμίας υπαγόμενον, και τη ειδωλολατρεία υποκείμενον», εσπλαγχνίστηκε το γένος των ανθρώπων και ενήργησε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.

Και ο Θεός Λόγος, ο Υιός του Θεού, με άφατη αγάπη και άκρα συγκατάβασι «συν τη ασωμάτω φωνή», του Γαβριήλ— «χαίρε κεχαριτωμένη....Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι» — εσωματώθη και μάλιστα κατά τον ιερό Δαμασκηνό, «ου ταις κατά μικρόν προσθήκαις απαρτιζόμενου του σχήματος, αλλ' ύφ' εν τελειωθέντος». Μορφοποιήθηκε ευθύς μετά την αρχαγγελική φωνή μέσα στην αγία και αγνή γαστέρα της Παρθένου, αυτόματα και ολοκληρωτικά και όχι παίρνοντας το σχήμα του νηπίου σιγά - σιγά. Αυξανόταν μόνο κατά το βάρος και τον όγκο.

Ω μυστήριον! «ο τρόπος της κενώσεως άγνωστος, ο τρόπος της Συλλήψεως άφραστος».

Κατά τον ιερόν υμνογράφο ο Θεός Λόγος δεν απεκάλυψε τον τρόπο της Συλλήψεως ούτε σ' αυτές τις αγγελικές δυνάμεις, αλλά «δυνάμεις λαθών όσας υπερκοσμίους όσας εν γη» συνελήφθη στη γαστέρα της Παρθένου και Αγνής.

Ο Μάξιμος μάλιστα ο θεοφόρος και ομολογητής, δίδει απάντησι στην απορία, πώς ξέφυγε ο Θεός Λόγος την προσοχή των αγίων αγγέλων και αρχαγγέλων και κατέβηκε στη γη, και λέγει «επειδή τίνες απορούσιν ότι πώς λαθείν λέγεται τας ουράνιους δυνάμεις η του Κυρίου ενανθρώπησις, οπόταν ευρίσκωμεν ότι και αι προφητείαι αι προ του Κυρίου, δι' αγγέλλων γεγόνασι, και την σύλληψιν της Παρθένου ο Γαβριήλ ευαγγελίζεται, και τους ποιμένας άγγελοι μυσταγωγούσι; απόκρισις: ότι μεν ήδεισαν οι Άγγελοι την μέλλουσαν έσεσθαι επί σωτηρία των ανθρώπων του Κυρίου ενανθρώπισιν, ου δει αμφιβάλλειν, εκείνο δε έλαθεν αυτούς η ανεκλάλητος του Κυρίου σύλληψις, και ο τρόπος. Πώς όλος εν τω πατρί ων; Και όλος ων εν πάσι, και πάντα πληρών, όλος ην εν τη γαστρί της Παρθένου;». Δηλαδή πώς ξέφυγε την προσοχή των Αγγέλων η Σύλληψι του Θεού Λόγου την στιγμή πού αυτοί εγνώριζαν στους προφήτες το θέλημα του Θεού, ο δε Αρχάγγελος Γαβριήλ έφερε το μήνυμα της Συλλήψεως στην Παρθένο; Απάντησι. Ναι εγνώριζαν οι άγγελοι τη σύλληψι και τη σάρκωσι του Λόγου για τη σωτηρία του κόσμου, άλλα δεν εγνώριζαν τον τρόπο της Συλλήψεως και πώς ο αχώρητος θεός «εν μήτρα χωρείται γυναικός.

Άλλα «Ο Θεός όπου βούλεται νικάται φύσεως τάξις».

Γι΄ αυτό και η σοφία και αγάπη του Θεού επενόησε τον πιο μυστήριο τρόπο για να σώση τον κόσμο, να ένωση δηλαδή ολόκληρο το Λόγο Του, τον Υιό του, με ολόκληρη την ανθρώπινη φύσι για να χαρίση σε ολόκληρη την ανθρωπότητα τη σωτηρία. «Όλος γαρ όλον ανέλαβε με και όλος όλω ηνώθη ίνα τω όλω την σωτηρίαν χαρίσηται», διδάσκει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.

Και ο Ιερός Υμνογράφος δογματικά προσθέτει, «και ο Υιός του Θεού υιός ανθρώπου γίνεται, ίνα του χείρονος μεταλαβών, μεταδώ μοι του βελτίονος. Εψεύσθη πάλαι Αδάμ, και Θεός επιθυμήυας ου γέγονε άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα Θεόν τον Αδάμ απεργάσηται». Ναι αδελφοί μοι, ενώ ο πρώτος Αδάμ διαψεύστηκε και — παρά το ότι ήλπιζε με την παράβασι να γίνη θεός — δεν έγινε, ο δεύτερος Αδάμ ο Χριστός ενώ ήταν Θεός έγινεν άνθρωπος για να αποκαταστήση την αστοχία και ζημία του Αδάμ και «Θεόν αυτόν απεργάσηται».

Ακούσατε μυστήρια θαυμαστά και εξαίσια πού κρύβει η μεγάλη δεσποτική συνάμα δε και θεομητορική εορτή του Ευαγγελισμού;

Όλη η υπόθεσι τής σωτηρίας μας από τον Ευαγγελισμό της Παρθένου Μαρίας άρχισε, και η μόνη; Ικανή και «εν γυναιξίν ευλογημένη», πού «εύρε χάριν παρά Κυρίου» και τον Υιό του Θεού εβάστασεν, αναδείχθηκε η αγνή κόρη της Ναζαρέτ, η υπερευλογημένη και Δέσποινα Θεοτόκος.

Πόση χάρι γι΄ αυτό της το μοναδικό ρόλο της χρωστούμε; Κάθε χάρι και ευγνωμοσύνη. Και οι χαιρετισμοί πού πέντε Παρασκευές γύρω από τον Ευαγγελισμό της απευθύναμε και όλοι οι θεομητορικοί ύμνοι πού καθημερινά της αναπέμπαμε δεν είναι παρά ελάχιστα δείγματα της αφοσιώσεως και της τιμής πού της οφείλομε.

«Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην»

ου Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου Β΄

Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, δηλαδὴ ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, εἶναι τὸ μεγαλύτερο καὶ ἀνεπανάληπτο θαῦμα, ποὺ ἐπετέλεσε ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.

Αὐτὸ τὸ μέγιστο θαῦμα εἶναι ἡ αἰτία καὶ ἡ ἀφορμὴ τῆς μεγαλύτερης χαρᾶς, ποὺ γεύθηκε ποτέ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι τὸ «Εὐαγγέλιον», ἡ καλή ἀγγελία, τὸ πανευφρόσυνο μήνυμα, ποὺ διὰ τῆς Θεοτόκου ἔλαβε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα, ὅτι «σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ Κεφάλαιον... ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται» . Γι' αὐτό καὶ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ψάλλει: «Εὐαγγελίζου γῆ χαρὰν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοὶ Θεοῦ τὴν δόξαν».

Μέσα ἀπ' αὐτό τὸ πανθαύμαστο καὶ κοσμοχαρμόσυνο γεγονὸς τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, γίνεται φανερὴ ὄχι μόνο ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ πανσοφία Του, ἡ παντοδυναμία Του καὶ ἡ «ἄκρα συγκατάβασις Αὐτοῦ» πρὸς τὸν ἄνθρωπο.

Εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή ὅτι ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (βλ. Γέν. α΄, 26). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶχε προικισθεῖ μὲ ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς (σὲ ἀνάλογο βαθμὸ φυσικὰ) καὶ μὲ ἐλευθερία. Ὁ Δημιουργὸς ἐπιθυμοῦσε τὸ πλάσμα Του, ἐλεύθερα καὶ μὲ τὴ Θεία Χάρη, νὰ ἀξιοποιήσει τὰ χαρίσματα τοῦ «κατ' εἰκόνα», ὥστε νὰ φθάσει στὸ «καθ' ὁμοίωσιν». Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, κάνοντας κακὴ χρήση τῆς ἐλευθερίας του καὶ «ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. μθ΄, 13), ἀφοῦ προτίμησε τὸν δρόμο τῆς ἀνυπακοῆς καὶ τῆς χωρὶς τὸν Θεὸ θεώσεως. Ἔτσι, βρέθηκε δοῦλος τῆς ἁμαρτίας, τῶν παθῶν, τοῦ διαβόλου, τῆς φθορᾶς καὶ τέλος τοῦ θανάτου.

Ὁ Πανάγαθος Θεὸς, ὅμως, δὲν τὸν ἐγκατέλειψε. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς πτώσεως προλέγει ὅτι ἕνας ἀπόγονος τῆς γυναίκας, ποὺ θὰ γεννηθεῖ χωρὶς ἄνδρα, θὰ συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ ὄφεως-διαβόλου καί θά σώσει τὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο (βλ. Γέν. γ΄, 15). Μὲ τὸ «Πρωτευαγγέλιον» αὐτό, σκιαγραφεῖται, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἤδη τῆς ἀνθρώπινης Ἱστορίας, τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας καὶ ὁ ρόλος της στὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία.

Θέλοντας ὁ Θεὸς-Πατέρας νὰ ὁδηγήσει τὸ πλάσμα Του πάλι κοντά Του, χωρὶς νὰ παραβιάσει τὴν ἐλευθερία του, προνοεῖ, ὥστε, μετὰ τὴν ἄρνηση τοῦ πρώτου ἀνθρώπου νὰ ὑπακούσει στὸ θέλημά Του, ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος νὰ ἀνταποκριθεῖ ἐλεύθερα στὸ κάλεσμά Του καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ νὰ φέρει στὸν κόσμο τὸν Σωτῆρα.

Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, τὸν καθοριστικὸ ρόλο τῆς ὁποίας προανήγγειλαν καί προτύπωσαν χιλιάδες χρόνια πρὶν οἱ Προφῆτες μὲ πολλὲς συμβολικὲς εἰκόνες. Ὁ γνωστὸς ὕμνος, ποὺ ψάλλεται, ὅταν ἐνδύεται τὰ ἱερὰ ἄμφιά του ὁ ἀρχιερέας, στὸ μέσον τοῦ ἱεροῦ ναοῦ, συνοψίζει μὲ γλαφυρότητα τοὺς συμβολισμοὺς αὐτούς: «Ἄνωθεν (δηλαδὴ ἀπὸ παλιὰ) οἱ Προφῆται σὲ προκατήγγειλαν· στάμνον, ράβδον, πλάκα, κιβωτόν, λυχνίαν, ὄρος ἀλατόμητον, χρυσοῦν θυμιατήριον καὶ σκηνήν, πύλην ἀδιόδευτον, παλάτιον καὶ κλίμακα, καὶ θρόνον τοῦ Βασιλέως».

Ὅταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ εὐηγγελίσθη στὴ Θεομήτορα τὴ σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκείνη, λέγοντας πρὸς αὐτὸν «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμα σου» (Λουκ. α΄, 38), ἀπεδέχθη ἐκ μέρους ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ ἀπολύτως ἐλεύθερα νὰ συνεργήσει στὴ σωτηρία τοῦ κόσμου.

Χωρὶς αὐτὴ τὴν ἐλεύθερη συγκατάθεση τῆς Παναγίας μας νὰ συνεργήσει στὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθεῖ!

Ἔτσι, λοιπόν, χάρις στὴν ὑπακοὴ τῆς Θεοτόκου, «ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ» (Γαλ. δ΄, 4), ὁ Ὁποῖος «ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων... ἑαυτόν ἐκένωσε μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος» (Φιλιπ. β΄, 6 - 7).

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀπετέλεσε, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ, «τὸ πάντων καινῶν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον» . Αὐτὸ τὸ γεγονός ἀνυμνεῖ καὶ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ψάλλοντας: «Ὤ θαύματος καινοῦ, πάντων τῶν πάλαι θαυμάτων!».

Στὸ μέγιστο αὐτὸ θαῦμα ἐμπεριέχονται καί πολλὰ ἄλλα. Ἔτσι, βλέπουμε ὅτι:

Ὁ Ἄπειρος Θεὸς χωρεῖ στὴ μήτρα τῆς Θεοτόκου καὶ τὴν καθιστᾶ «Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν»!
Ὁ Δημιουργὸς ἑνώνεται μὲ τὸ δημιούργημά Του!
Ὁ Πλάστης πλάττεται!
Ὁ Ἄναρχος ἄρχεται!
Ὁ Αἰώνιος καί Ἀΐδιος εἰσέρχεται στόν χρόνο!
Ὁ Ἀθάνατος ἑνώνεται μέ τόν θνητό!

Ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, «ὁ ἐκ τοῦ Πατρός γεννηθείς πρό πάντων τῶν αἰώνων» χωρίς μητέρα, συλλαμβάνεται στήν κοιλία τῆς Παναγίας χωρίς πατέρα!

Ὁ Ἀσώματος, Ἄσαρκος καί Ἄϋλος Λόγος, λαμβάνει σῶμα, σάρκα καί ὕλη!
Ὅλος ὁ Θεός παραμένει στόν Οὐρανό (δηλαδή πανταχοῦ παρών) καί ταυτοχρόνως ὅλος σκηνώνει στή μήτρα τῆς Θεοτόκου!

Ὁ Τέλειος Θεός ἑνώνεται «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως καί ἀδιαιρέτως» μέ τόν τέλειο ἄνθρωπο καί, ἔτσι, συλλαμβάνεται «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» ὁ Θεάνθρωπος!

«Εὐαγγελίζου -λοιπόν- γῆ χαράν μεγάλην», διότι μέ τό μεγάλο θαῦμα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στήθηκε ἡ «κλῖμαξ ἡ ἐπουράνιος, δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός» καί ἡ «γέφυρα ἡ μετάγουσα τούς ἐκ γῆς πρός οὐρανόν».
Μέ τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου «χαρᾶς τά πάντα πεπλήρωται», ἀφοῦ «τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ» (Ἐφεσ. β΄, 14) μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων ἀρχίζει νά γκρεμίζεται!

Τά Χερουβείμ μέ τή «φλογίνην ρομφαίαν τήν στρεφομένην» (Γέν. γ΄, 24) ἀποχωροῦν ἀπό τήν πύλη τοῦ Παραδείσου καί ἀνοίγει ὁ δρόμος πρός τό «ξύλον τῆς ζωῆς»!

Ὁ «ἀπ' ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνος» (Ἰωάν. η΄, 44) διάβολος νιώθει ἤδη τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό νά τοῦ συντρίβει τή γεμάτη κακία κεφαλή του (βλ. Γέν. γ΄, 14)!

Τό «καθ' ἡμῶν χειρόγραφον» (Κολ. β΄, 14) τῶν ἁμαρτιῶν μας ἀρχίζει νά σχίζεται, ἐνῷ πλησιάζει πλέον «τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις καί τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις»!

«Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην», διότι τά θεμέλια τοῦ Ἅδη ἀρχίζουν νά τρέμουν καί οἱ πύλες του νά τρίζουν!

Ὁ θάνατος χάνει τήν παντοδυναμία του καί τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως ἀρχίζει ν' ἀνατέλλει!

Οἱ γυναῖκες δέν νιώθουν πλέον νά τίς βαραίνει τό ὄνειδος τῆς Εὔας, ἀφοῦ μιά γυναίκα, ἡ Θεοτόκος, συνέλαβε τόν δεύτερο Ἀδάμ, τόν Σωτῆρα τοῦ κόσμου!

«Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοί Θεοῦ τήν δόξαν», διότι «ἰδού ἡ ἀνάκλησις νῦν ἐπέφανεν ἡμῖν· ὑπέρ λόγον ὁ Θεός, τοῖς ἀνθρώποις ἑνοῦται· ἀρχαγγέλου τῇ φωνῇ, ἡ πλάνη ἐκμειοῦται· ἡ Παρθένος γάρ δέχεται τήν χαράν· τά ἐπίγεια γέγονεν οὐρανός· ὁ κόσμος λέλυται τῆς ἀρχαίας ἀρᾶς. Ἀγαλλιάσθω ἡ κτίσις, καί φωναῖς ἀνυμνείτω. Ὁ ποιητής καί λυτρωτής ἡμῶν, Κύριε δόξα σοι».

Καλή ὑπόλοιπη Τεσσαρακοστή! Καλό Πάσχα!

Β' Χαιρετισμοί

Ακάθιστος Ύμνος - Β' Στάσις

Ἤκουσαν oἱ ποιμένες,
τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων,
τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν·
καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα,
θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον,
ἐν γαστρὶ τῆς Μαρίας βοσκηθέντα,
ἥν ὑμνοῦντες εἶπον·
Χαῖρε, Ἀμνοῦ καὶ Ποιμένος Μῆτερ,
χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.
Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον,
χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.
Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ,
χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα,
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, στερρὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα,
χαῖρε, λαμπρὸν τῆς Χάριτος γνώρισμα.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης,
χαῖρε, δι' ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Θεοδρόμον ἀστέρα,
θεωρήσαντες Μάγοι,
τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ·
καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν,
δι' αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα,
καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον,
ἐχάρησαν αὐτῷ βοῶντες·
Ἀλληλούια.

Ἴδον παῖδες Χαλδαίων,
ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου,
τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους·
καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν,
εἰ καὶ δούλου μορφὴν ἔλαβεν,
ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι,
καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ·
Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ,
χαῖρε, αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα,
χαῖρε, τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα.
Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς,
χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.
Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας,
χαῖρε, ἢ τοῦ βορβόρου ρυομένη τῶν ἔργων.
Χαῖρε πυρὸς προσκύνησιν παύσασα,
χαῖρε, φλογὸς παθῶν ἀπαλλάττουσα.
Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγὲ σωφροσύνης,
χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κήρυκες θεοφόροι,
γεγονότες οἱ Μάγοι,
ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα,
ἐκτελέσαντές σου τὸν χρησμόν,
καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν,
ἀφέντες τὸν Ἡρώδην ὡς ληρώδη,
μὴ εἰδότα ψάλλειν·
Ἀλληλούια.

Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ,
φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας,
τοῦ ψεύδους τὸ σκότος·
τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ,
μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχὺν πέπτωκεν,
οἱ τούτων δὲ ρυσθέντες,
ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων,
χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.
Χαῖρε, τὴν ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα,
χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὴν δόξαν ἐλεγξασα.
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν,
χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωὴν.
Χαῖρε, πύρινε στῦλε ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει,
χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου πλατυτέρα νεφέλης.
Χαῖρε, τροφὴ τοῦ μάνα διάδοχε,
χαῖρε, τρυφῆς ἁγίας διάκονε.
Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας,
χαῖρε, ἐξ ἧς ρέει μέλι καὶ γάλα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μέλλοντος Συμεῶνος,
τοῦ παρόντος αἰῶνος,
μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος,
ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ,
ἀλλ' ἐγνώσθης τούτω καὶ Θεὸς τέλειος·
διόπερ ἐξεπλάγη σου τὴν ἄρρητον σοφίαν,
κράζων·
Ἀλληλούια.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

Στιχηρά Εσπερινού - Ευαγγελισμός

Η Παναγία μητέρα μας

του Γέροντος Ιωσήφ του Βατοπαιδινού

Όλα τα κτίσματα έχουν προσφέρει, το κάθε ένα με τη σειρά του, τον τρόπο της εξυπηρετήσεως τους στο -θέμα της σαρκώσεως του Θεού Λόγου. Εκείνο δε πού προσφέραμε εμείς, η ανθρώπινη φύση, ως αντιπροσφορά για το μέγιστο δώρο της θείας κενώσεως του Ιησού μας, το κατ' εξοχήν τελειότατον των δώρων, είναι η Παναγία μητέρα Του και μητέρα όλων μας.

Έτσι εδώ έγινε κάτι το απερίγραπτο. Πώς ευρέθη η ικανότητα σε αυτήν την Κόρη, ούτως ώστε να μπορέσει να εξυπηρέτηση έναν τέτοιο σκοπό, όπου όλα τα υπόλοιπα κτίσματα δεν ήσαν πλέον ικανά να προσφέρουν αυτό πού έλειπε; Εάν ο άνθρωπος δεν είχε την δυνατότητα να προσφέρη την Παναγία ως δώρο, τότε θα μπορούσε να πή κανείς ότι εματαιώνετο το θέμα της θείας οικονομίας, έτσι η σωτηρία του ανθρώπου, η επιστροφή και επαναφορά των κτισμάτων στην θέση τους και η αποκατάσταση στην ισορροπία της διεφθαρμένης κτίσεως, δεν θα εγίνετο.

Αυτό το επίτευγμα πού η ανθρώπινη φύση κατόρθωσε, είναι το μεγαλύτερο πού έγινε και δεν πρόκειται ποτέ να επαναληφθή. Διεθέσαμε αυτό το μεγάλο δώρο στο να κολακεύσωμε, τρόπον τινά, την θείαν αγάπη για να μας πλησίαση.

Άπαξ δοθείσα η χαριτωμένη αυτή Κόρη, η οποία τώρα είναι Θεοτόκος, μένει πλέον στο διηνεκές να έχη ιδιαιτέραν θέση έναντι στον Θεό και σε μας. Μέσω της δικής της μεσολαβήσεως ο Υιός του Θεού απέκτησε την ανθρωπινή φύση και έγινε ταυτοχρόνως Θεάνθρωπος. Ότι είχε, αυτή του το έδωσε όλο, αφού του πρόσφερε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση της. Έτσι και Αυτός με την σειρά Του της μετέδωσε την θέωση, όσο μπορεί βέβαια να χωρέση η ανθρώπινη φύση. Διότι να την μεταβολή σε κατά φύσιν Θεόν ήταν αδύνατο. Κατά Χάριν όμως την εθέωσε στο σημείο εκείνο πού, κατά τους θεολόγους της Εκκλησίας, να μην της λείπη τίποτα.

Με την προσφορά μας αυτή κατορθώσαμε και ανεβήκαμε και εμείς και πλησιάσαμε τον Θεό. Διότι έχομε από την δική μας φύση πλέον, τέτοιας μορφής συγγένεια, μέσω αυτής της Κόρης, πού απεκτήσαμε τον θεανθρωπισμό σε τέτοιο αναφαίρετο και πλούσιο σημείο, ώστε να είμεθα όντως «κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Υιού Αυτού».

Γι΄ αυτό και η Εκκλησία μας μετά τα Χριστούγεννα, πού εορτάζει την εξ αυτής άσπορο Γέννηση του Θεού Λόγου, εορτάζει την Σύναξή της. Την παρουσιάζει στην θέση της μητρότητας πλέον και τιμά την προσφορά της, πού συνήργησε σαν κανένας άλλος στο υπέρτατον αυτό μυστήριο.

Και κοιτάξετε με ποια σοφία η Θεία Πρόνοια αναμόρφωσε την «παλαιωθείσαν» εικόνα! Ο διάβολος κατόρθωσε να πλανέση το ένα εκ των δύο όντων πού εδημιούργησε ο Θεός. Επλάνεσε την γυναίκα και την έκανε όργανο απάτης και αφορμή καταστροφής. Η Θεία Πρόνοια οικονόμησε να συγκεντρωθή σ' αυτή την αγνή Κόρη ολόκληρη η αρετή της ανθρώπινης τελειότητας, ούτως ώστε το όργανο της απώλειας και της απάτης να γίνη τώρα όργανο σωτηρίας και επιστροφής. Και όχι μόνο να γίνη, αλλά να παραμείνη στον αιώνα.

Στην θέση πού ευρίσκεται τώρα η Δέσποινα μας Θεοτόκος, θεωθείσα πλέον, απέκτησε και ολόκληρη την μητρότητα, διότι είναι η πηγή της πραγματικής και αδιάφθορου μητρότητος. Η πρώτη Εύα, σαν πρώτη μητέρα, απώλεσε την αξία της μητρότητος, εφ' όσον μαζί με μας γέννησε και τον θάνατο και μαζί του την έχθρα, το μίσος, την φθορά, την καταστροφή. Δεν είχε πλέον προσωπικότητα μητρότητος. Η Δέσποινα μας Θεοτόκος με το αδιάφθορον της αγνότητας της, ολοκλήρωσε την μητρότητα στην εντέλεια. Όπως στον Θεό Πατέρα ευρίσκεται ολόκληρος η πατρική στοργή, ώστε «ουδέ του ιδίου Υιού να φεισθή», αλλά «υπέρ πάντων ημών» να παραδώση Αυτόν, έτσι και τώρα στα σπλάχνα της Δέσποινας μας Θεοτόκου, της Θεωθείσης αυτής Κόρης, ευρίσκεται ολόκληρος η προσωπικότης, ολόκληρος η θέση της τελείας μητρότητος.

Και τώρα μετά παρρησίας προσερχόμεθα σ' αυτόν τον θρόνον της Χάριτος της μητρότητος και σαν υιοί προς την μανούλα μας την ικετεύαμε και είναι αδύνατο να μην μας ακούση. Είναι αδύνατον διότι πώς γίνεται στην τελειότητα της μητρότητος να κλείσουν τα σπλάχνα, όταν φωνάζουν και ζητούν τα παιδιά;

Δεν είναι δύσκολο να δανεισθούμε από την οικογενειακή μας πείρα, ζωντανά παραδείγματα της μητρικής ιδιότητος. Αντικρίσαμε κάποτε να μεταβάλλεται η στοργή και η αγάπη της μητέρας εξ αιτίας της αταξίας και σκληρότητας του παιδιού, ώστε να πάρη την θέση της αγάπης η απειλή. Όταν όμως το παιδί πόνεσε, ταπεινώθηκε και έκλαψε, μεταβλήθη αμέσως η οργή της μητέρας σε συμπάθεια και φίλτρο και όλο το δυσάρεστο το αντικατέστησε η μητρική αγκάλη. Εάν αυτά υπάρχουν μέσα στην ευτελή, την ατελή, την διαβεβλημένη, την ασθενή ανθρώπινη φύση, σε πόση έκταση ευρίσκονται αυτά μέσα στην τελειότητα της πνευματικής, της θεοπρεπούς μητρότητος;

Έχοντες αυτήν την μητέρα σαν εχέγγυο και ισταμένην μεταξύ ημών και του Θεού, έχομε την τελεία ελπίδα ότι καμμιά προσδοκία μας, καμμιά επιθυμία μας εν Θεώ, κανένα αίτημα μας, αλλά και καμμιά ανάγκη τωρινή και μέλλουσα είναι δυνατόν να μην ικανοποιηθούν. Διότι, όταν τρέχωμε στην μητρικήν της αγάπη, δεν μπορεί να αρνηθή, δεν θέλει να το κάνη. Αρκεί φυσικά από μέρους μας να γίνεται ή ελαχίστη προσπάθεια, να στεκώμεθα σαν λογικά όντα πάνω στην βάση του προορισμού μας. Και έτσι, έχοντας την Δέσποινα μας Θεοτόκο σαν εγγύηση, καθ' ότι έγινε αφορμή της σωτηρίας μας, λύνομε κάθε πρόβλημα μας και στο παρόν και στο μέλλον.

Άρα λοιπόν τί απόκειται σε μας; Να ερευνήσωμε βαθύτερα την υίική μας πλέον κατάσταση απέναντι της, να την αγαπήσωμε ειλικρινέστερα, πιστότερα, υπολογίζοντες την πραγματική της θέση και να είμεθα βέβαιοι ότι το θέμα όλων μας των προβλημάτων είναι ήδη λελυμένο διότι, είναι μεσίτης μεταξύ ημών και του Υιού της, διότι, πλέον γι΄ αυτήν ο Θεός, ο Σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός, δεν είναι Κύριος και Θεός μόνον, αλλά είναι και ο κατά φύσιν Υιός της. Και δεν είναι δυνατόν, όπως έχομε πείρα, να πλησίαση η ιδανική μητέρα τον ιδανικόν υιόν ζητώντας του κάποια χάρη και αυτός να της αρνηθή. Αυτό δεν γίνεται.

Εκείνο το όποιο απομένει σε μας είναι να ερεθίσωμε μέσα μας ο,τιδήποτε υπάρχει έναντι της μητρικής της αγάπης και ο,τιδήποτε άφορα αυτό, στην υμνολογία της, στην ευχαριστία της, στην δοξολογία της, στην παράκληση της, στην επίκληση της, ακόμα και σε κάθε άλλο το όποιον ευρίσκεται και αρμόζει στον θεοπρεπή χαρακτήρα της.

Αυτή είναι κατάφορτη με όλες τις αρετές. Ιδιαίτερα όμως περισσεύει η ταπεινοφροσύνη και η αγνότης, γι' αυτό λέγεται Αειπάρθενος. Δεν είναι μόνο Αειπάρθενος στο ότι πράγματι ήταν Παρθένος και δεν εγνώρισε ούτε καν την έννοια του ανδρός, αλλά και μέσα στην αγνότατη της ύπαρξη δεν συνελήφθη η αμαρτία ούτε κατά διάνοιαν. Ούτε στον αγνό ψυχικό της κόσμο εισήλθε η φθορά και η αμαρτία. Και έτσι ακριβώς είναι και μένει Παναγία και Αειπάρθενος.

Στους νέους, στους αγάμους, στους μοναχούς, πού το κέντρο της ιδιότητος τους είναι η παρθενία απευθύνομαι. Όποιος θέλει να την τίμηση, ας κάνη περισσότερη προσφορά κρατώντας την αγνότητα του. Να πώς δοξάζεται αυτή.

Το δεύτερο στοιχείο πού την χαρακτηρίζει - αν και είναι πλήρης από αρετές - είναι ειδικά η ταπεινοφροσύνη. Όταν ήλθε ο Αρχάγγελος και της είπε καθαρά: «Χαίρε, Μαρία, ευρήκες χάριν από τον Θεό και συ θα γίνης μητέρα του Θεού», δεν υπερηφανεύθη και να σκεφθή, «ώστε λοιπόν, εγώ θα είμαι πλέον μητέρα του Θεού;» Άλλα απάντησε ταπεινά. «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου». Αρπάζει την πρακτική ταπείνωση, ονομάζοντας τον εαυτό της «δούλην Κυρίου» και προσφέρει την απόλυτη υποταγή, «γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου». «Αμέσως τώρα, τί προστάζεις, Κύριε μου; Έτοιμη είμαι».

Βλέπετε με ποιο χειρισμό; Με δυο άπλες λέξεις, με δυο άπλες κινήσεις αυτό το τρυφερό κοριτσάκι, όπως ήτο τότε, προσέφερε όλη την δύναμη της τελειότητας της αρετής. Ταπείνωση και υποταγή. Αυτές οι αρετές είναι και για μας οι βάσεις. Διότι αυτές συγκροτούν το κεφάλαιο της ιδιότητος μας της πρακτικής - για μας τουλάχιστον τους μοναχούς - μέσω του οποίου και προσωπικά θα κρατήσωμε την μοναχική μας ιδιότητα, αλλά και στους συνανθρώπους μας και στην Εκκλησία θα φανούμε ποίοι είμεθα και θα δώσωμε το παράδειγμα και την γραμμή πλεύσεως στο υπόλοιπο χριστεπώνυμο πλήρωμα.

Όποιος λοιπόν θέλει να τίμηση την Πανάχραντο μας Δέσποινα και να την προκαλέση να σκορπίση πάνω του την μητρική της στοργή, θα καλλιεργήση αυτές τις αρετές, την ταπείνωση και την υποταγή. Όσο για την αγνότητα, δεν θα μιλήσω, διότι αλοίμονο αν δεν υπάρχη στον μοναχό αγνότης! Τότε χάθηκαν όλα τα κεφάλαια!

Και σεις λοιπόν, εκεί πού ευρίσκεσθε, μπορείτε να πήτε έναν δικό της ύμνο. Ψάλλετε ένα τροπάριο δικό της. Φέρτε στα χείλη σας την ευωδιά του ονόματος της.

Είδατε τί είπε μόνη της; Μόλις επλήσθη Πνεύματος Αγίου, άρχισε να προφητεύη για τον εαυτό της, ότι: «Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί».

Αυτό της το φανέρωσε η Χάρις του Αγίου Πνεύματος πού κατοίκησε μέσα της μόνιμα. Την ανάγκασε να το πη. Εδανείσθη τα χείλη της η ενοικούσα σε αυτήν Χάρις του Αγίου Πνεύματος, σαν ένας μουσουργός πού κινεί τις χορδές για να παραγάγη μέλος. Και άρχισε να λέη μέσα της ταπεινά: «Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί, ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός».

Βέβαια μεγαλεία! Εφ' όσον κατοίκησε μέσα της ολόκληρο το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς, τί άλλο μπορούσε να γίνη; Μία ακτίνα Χάριτος, μία μόνον ακτίνα εάν επιλάμψη σε ολόκληρη την κτίση, είναι ικανή αυτή και μόνη να την μεταφέρη σε θέση θεότητος, κατά Χάριν. Εδώ όμως, σ' αυτήν δεν πήγε απλώς ακτίνα Χάριτος. Κατοίκησε μέσα της ολόκληρο το πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς.

Αυτά ήθελα να ενθυμίσω σήμερα στην αγάπη σας και να σας κάνω θερμούς και φλογερούς απέναντι της δικής της αγάπης. Διότι έχομε και ένα ζωντανό παράδειγμα, του αειμνήστου μας Γέροντα, πού τόσο πολύ τον αγαπούσε, γιατί και αυτός την αγάπησε. Ήταν αδύνατον, αν ήταν εδώ ο αείμνηστος και άκουγε αυτά, να μην χύση άφθονα δάκρυα. Μόνο πού άκουγε το όνομα της, σκιρτούσε σαν μωρό! Άλλα του έδειξε τόσες φορές την αγάπη της αισθητά και τον αξίωσε να φυγή την ήμερα πού και αυτή έφυγε οπό τον κόσμον αυτόν.

Η Χάρις της και οι πρεσβείες της και πάντων των αγίων να ενισχύουν και μας. Αμήν.