Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2021

Μιά ἀσυνήθιστη συνάντηση

. Ἐκζήτηση τοῦ Προσώπου του


Ζακχαῖος. Τὸ ὄνομά του γνωστὸ σὲ ὅλη τὴν Ἱεριχὼ γιὰ τὴν ἐξέχουσα θέση ποὺ εἶχε στὴν πόλη. Ἦταν ἀρχιτελώνης. Δηλαδή, ἐντεταλμένος τῆς Ρωμαϊκῆς διοικήσεως γιὰ νὰ συλλέγει τοὺς φόρους. Ἦταν γνωστὸς ὅμως καὶ γιὰ τὶς ἀδικίες του. Ἐκμεταλλευόταν τὸ ἀξίωμά του γιὰ νὰ πλουτίζει ἀπὸ τὶς περιουσίες τῶν ἀνθρώπων. Στὸ βάθος τῆς ψυχῆς του ὡστόσο σιγόκαιγε ἕνας ἅγιος πόθος: νὰ δεῖ τὸν Χριστό. «Ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι», μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς. Θὰ εἶχε ἀκούσει ἀσφαλῶς πολλὰ γιὰ τὸν μεγάλο αὐτὸν Προφήτη, ὅπως Τὸν θεωροῦσαν, ὁ ὁποῖος ἐπιτελοῦσε τόσα θαύματα καὶ ἔδειχνε τόση ἀγάπη ἀκόμη καὶ στοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους.


Τὴν ἡμέρα λοιπὸν ποὺ ὁ Κύριος διέσχιζε τὴν πόλη γιὰ νὰ μεταβεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος του, ὁ Ζακχαῖος βρῆκε τὴ μεγάλη εὐκαιρία καὶ μπῆκε ἀνάμεσα στὸ πλῆθος ποὺ συνόδευε τὸν Ἰησοῦ. Ἦταν ὅμως κοντὸς στὸ ἀνάστημα καὶ ἐμποδιζόταν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ἔτρεξε λοιπὸν μπροστὰ ἀπὸ τὸ πλῆθος καί, σὰν νὰ ἦταν μικρὸ παιδί, σκαρφάλωσε σὲ μιὰ συκομουριά, κάτω ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ περνοῦσε ὁ Χριστός. Ἀσφαλῶς τὸ παράξενο αὐτὸ θέαμα θὰ προκάλεσε τὰ σχόλια καὶ τὰ γέλια τῶν ἀνθρώπων. Δὲν τὸν ἔνοιαζε ὅμως. Αὐτὸς ἤθελε μόνο νὰ δεῖ τὸν Ἰησοῦ.


Τί ἱερὸ πόθο ἔκρυβε ἕνας ἁμαρτωλὸς ἀρχιτελώνης! Ἂς τὸν συγκρίνουμε μὲ τοὺς δικούς μας πόθους. Ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε νὰ δοῦμε τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου; Νὰ Τὸν γνωρίσουμε; Νὰ ἀποκτήσουμε προσωπικὴ σχέση μαζί Του; Ἢ μήπως ἡ καρδιά μας στρέφεται καὶ προσκολλᾶται σὲ ἄλλα πρόσωπα καὶ ἐπιδιώξεις, ποὺ δὲν μᾶς ἀφήνουν νὰ κοιτάξουμε τίποτε ἄλλο καὶ μᾶς κρατοῦν δεμένους στὴ γῆ;


Καὶ ὅμως, εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ συναντήσουμε τὸν Χριστό. Εἶναι τόσο κοντά μας! Δὲν χρειάζεται νὰ ἀνεβοῦμε σὲ δέντρα καὶ νὰ χωθοῦμε στὸ πλῆθος. Ἀρκεῖ νὰ ζήσουμε τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Νὰ μετέχουμε δηλαδὴ στὴ θεία Λατρεία, στὰ ἱερὰ Μυστήρια, νὰ μελετοῦμε τὸν θεῖο λόγο του, νὰ ἐπικοινωνοῦμε μαζί Του μὲ τὴν προσευχὴ καὶ νὰ ἐφαρμόζουμε τὶς ἐντολές του. Τότε μᾶς ἀποκαλύπτεται ὁ Κύριος. Τὸν βλέπουμε, Τοῦ μιλοῦμε, αἰσθανόμαστε τὴν παρουσία του, ἑνωνόμαστε μαζί Του, μετέχουμε στὸ Ἄχραντο Σῶμα του καὶ στὸ Τίμιο Αἷμα του. Ἀρκεῖ νὰ τὸ ἐπιθυμοῦμε.


2. Ἀλλαγὴ ζωῆς


Ὁ Χριστὸς διέκρινε τὴ γνήσια ἐπιθυμία τοῦ Ζακχαίου καὶ διερχόμενος κάτω ἀπὸ τὴ συκομουριὰ στάθηκε καὶ τοῦ μίλησε. Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, τοῦ εἶπε, διότι σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου. Τί ἐκπληκτικὴ τιμὴ ἦταν αὐτὴ γιὰ τὸν Ζακχαῖο! Δὲν τὸ χωροῦσε τὸ μυαλό του: Νὰ δεχθεῖ στὸ σπίτι του τὸν Ἰησοῦ! Κατέβηκε γρήγορα ἀπὸ τὸ δένδρο καὶ Τὸν ὑποδέχθηκε μὲ πολλὴ χαρά.


Οἱ παρευρισκόμενοι, βλέποντας ὅτι ὁ Χριστὸς φιλοξενεῖται στὸ σπίτι ἑνὸς διαβόητου ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου, ἄρχισαν νὰ μουρμουρίζουν ἀγανακτισμένοι ἐναν­τίον Του καὶ νὰ Τὸν σχολιάζουν περιφρονητικά. Ὁ Ζακχαῖος ἀντίθετα, συναισθανόμενος τὴν ἀγάπη καὶ τὴ μακροθυμία τοῦ Χριστοῦ, συγκλονίζεται, μετανοεῖ καὶ κάνει καινούργια ἀρχή. Ὁ ἄλλοτε ἐκμεταλλευτὴς καὶ ἄδικος προσφέρει τώρα τὴν περιουσία του. Ὁ πρώην κλέφτης γίνεται ἐλεήμων. Ὁμολογεῖ τὰ λάθη του, διορθώνει τὸ παρελθόν του. Γίνεται ἄλλος ἄνθρωπος. Κύριε, τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου τὰ δίνω ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς, καὶ ἂν τυχὸν σὰν τελώνης ἀδίκησα κάποιον σὲ κάτι, τοῦ τὸ γυρίζω πίσω τετραπλάσιο.


Ὁ Χριστὸς τώρα ἐπιβραβεύει τὴν εἰλικρινὴ μετάνοια τοῦ Ζακχαίου: «Σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο». Σήμερα μὲ τὴν ἐπίσκεψή μου στὸ σπίτι αὐτὸ ἦλθε ἡ σωτηρία τόσο στὸν οἰκοδεσπότη, ποὺ εἶναι κι αὐτὸς ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, ὅσο καὶ στοὺς δικούς του. «Ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός», συνέχισε ὁ Κύριος. Γι᾿ αὐτὸ ἄλλωστε ἔγινα ἄνθρωπος καὶ ἦλθα στὴ γῆ, γιὰ νὰ ἀναζητήσω καὶ νὰ σώσω τὸ χαμένο πρόβατο, τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο.


Ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος ὁμολόγησε τὰ ἁμαρτήματά του στὸν Χριστὸ καὶ ἄλλαξε ζωή. Ἀντικατέστησε τὶς ἀδικίες μὲ ἔργα φιλανθρωπίας καὶ ἀγάπης. Ἔτσι μᾶς διδάσκει μὲ τὸ παράδειγμά του ὅτι τότε μόνο θὰ εἶναι καὶ ἡ δική μας μετάνοια εἰλικρινής, ὅταν μὲ εὐθύτητα ἐξομολογούμαστε τὰ ἁμαρτήματά μας ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ καὶ τὴν ὁμολογία μας αὐτὴ τὴν ἀκολουθεῖ ἡ ἔμπρακτη ἀλλαγὴ τῆς ζωῆς μας. Ὅταν ὄχι μόνο μὲ τὰ λόγια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς πράξεις μας ἀποκηρύσσουμε τὸ ἁμαρτωλὸ παρελθόν μας. Τότε ἡ Χάρις καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου δὲν θὰ ἔρχεται μόνο σ᾿ ἐμᾶς, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν οἰκογένειά μας.

Πνευματική παρακαταθήκη

1. Ἡ μόνη μας ἐλπίδα


Ἦταν νεαρὸς στὴν ἡλικία ὁ Τιμόθεος καὶ εἶχε ἀναλάβει ἔργο ὑπεύθυνο καὶ ἱερό. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ εἶχε ἀναθέσει τὴ διαποίμανση τῶν χριστιανῶν τῆς Ἐφέσου. Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, προκειμένου νὰ τὸν ἐνισχύσει καὶ νὰ τὸν καθοδηγήσει στὸ ἔργο αὐτό, τοῦ στέλνει ἐπιστολή, ὅπου ἀνάμεσα στὰ ἄλλα, γράφει καὶ αὐτὰ ποὺ διαβάζουμε στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή:


Παιδί μου, Τιμόθεε, ὅσα σοῦ γράφω εἶναι λόγοι ἀξιόπιστοι καὶ ἄξιοι νὰ τοὺς παραδεχθεῖς μὲ τὴν καρδιά σου, τοῦ λέει.


Κι ἐμεῖς ὁλόψυχα πιστέψαμε στὸ λόγο τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτὸ ἀκρι­βῶς καὶ ὑπομένουμε κόπους καὶ δεχόμαστε ὀνει­δισμούς, ἐπειδὴ ἔχουμε στη­ρίξει τὶς ἐλπίδες μας στὸ ζωντανὸ Θεό: «ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σω­τὴρ πάν­των ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν».


Ὁ Θεὸς στὸν Ὁποῖο πιστεύουμε καὶ ἐλπίζουμε εἶναι ὁ Σωτήρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ ὅλους τοὺς ἀγκαλιάζει μὲ τὴν ἀγάπη Του καὶ τοὺς συντηρεῖ μὲ τὴν πρόνοιά Του. Προπαντὸς ὅμως εἶναι Σωτήρας ὅσων πιστεύουν σ’ Αὐτόν, διότι τοὺς σώζει ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο.


Ἀπορεῖ κανεὶς πῶς οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔδειχναν τόσο μεγάλη ὑπομονὴ καὶ καρτερία στὸν κόπο καὶ στὶς δυσκολίες, στὴν κακοπάθεια καὶ τὶς στερήσεις, στοὺς διωγμούς, τὶς φυλακίσεις, τὰ μαρτύρια… Ἀπάντηση στὴν ἀπορία αὐτὴ μᾶς δίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτὸς μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ μυστικό τους: «ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι»! Στηρίξαμε τὴν ἐλπίδα μας ὄχι σὲ ψεύτικους θεοὺς ἢ σχήματα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ Σωτήρα μας!


Κι ἐμεῖς, οἱ πιστοὶ Χριστιανοί, δὲν ἀπογο­η­τευόμαστε καὶ δὲν χάνουμε τὴν ἐλπίδα μας. Διότι τὴν ἐλπίδα μας δὲν τὴ στηρίζουμε σὲ ψεύτικα καὶ ἀνίσχυρα στηρίγματα, οὔ­τε σὲ μιὰ ἀόριστη δύναμη, ἀλλὰ στὸν προσωπικό, παν­τοδύναμο καὶ φιλάνθρωπο Θεό. Σ’ Αὐτὸν ποὺ δημιούργησε τὸ σύμ­παν μὲ τὸν πανσθενουργὸ λόγο Του, σ’ Αὐτὸν ποὺ ἐξουσιάζει ὅλη τὴν κτίση, στὸν φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ Πατέρα μας, ὁ Ὁποῖος στοργικὰ μᾶς πα­ρακολουθεῖ μὲ τὸ ἄγρυπνο βλέμμα Του, στὸ Νικητὴ τοῦ θανάτου, στὸ Σωτήρα καὶ Λυτρωτή μας!


Αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη λύση γιὰ νὰ ἀντέχουμε στὶς δυσκολίες καὶ νὰ μὴν ἀπογοητευόμαστε. Νὰ στηρίξουμε τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα μας στὸν παντοδύναμο Κύριο. Ἀλλὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ καλλιεργοῦμε αὐτὴ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα, γιὰ νὰ μὴν ἐξασθενεῖ. Αὐτὸ ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στὴ συνέχεια.


2. Ἀναλογιζόμενοι τὴ μεγάλη κλήση


Γράφει στὸν Τιμόθεο: Μέχρι νὰ ἔλθω, «πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ». Νὰ ἐπιδίδεσαι μὲ ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἀνάγνωση τῶν Ἁγίων Γραφῶν, στὴν παρηγοριὰ καὶ νουθεσία τῶν ἀνθρώπων ποὺ θλίβονται καὶ κλονίζον­ται, στὴ διδασκαλία ὅλων τῶν πιστῶν.


Μὴν παραμελεῖς τὸ θεῖο χάρισμα ποὺ ἔχεις μέσα σου καὶ σοῦ δόθηκε μὲ τὴ χειροτονία, μετὰ τὴν ἐκλογή σου ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας.


«Ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν». Σοῦ συν­ιστῶ νὰ μελετᾶς αὐτὰ ποὺ σοῦ γράφω. Ὁλόκληρη ἡ σκέψη σου καὶ ἡ ὕπαρξή σου νὰ εἶναι μέσα σ’ αὐτά, γιὰ νὰ γίνεται φανερὴ σὲ ὅλους ἡ πρόοδός σου καὶ νὰ δίνεις σ’ ὅλους τὸ καλὸ παράδειγμα.


Τί ἀκριβῶς ζητᾶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπὸ τὸν μαθητή του μὲ τὴν τελευταία αὐτὴ προτροπή· «ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι…»; Τοῦ ζητᾶ νὰ συλλογίζεται τὴ μεγάλη παρακαταθήκη ποὺ ἔχει λάβει. Τὶς μοναδικὲς ἀλήθειες ποὺ κηρύττει. Τὴν ἁγία ζωὴ στὴν ὁποία ὀφείλει νὰ καθοδηγεῖ τὸ ποίμνιό του. Νὰ συναισθάνεται τὴν τιμὴ ἀλλὰ καὶ τὴν εὐθύνη τῆς ἱερῆς διακονίας ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία. Κι ὅλη του ἡ ζωὴ καὶ ἡ ὕπαρξη νὰ νοηματοδοτεῖται ἀπὸ τὴν ὑψηλὴ αὐτὴ κλήση καὶ ἀποστολή.


Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κάποτε χανόμαστε ἴσως μέσα στὴν τύρβη τῆς καθημερινότητας ἢ στενοχωρούμαστε ἀπὸ τὰ μικρὰ καὶ τὰ ἀνθρώπινα ποὺ συμβαίνουν γύρω μας, καὶ ἀφήνουμε τὴ ζωή μας νὰ κυλᾶ μέσα στὴ μιζέρια καὶ τὴν γκρίνια. Ὡστόσο ὁ ἅγιος Ἀπόστολος μᾶς καλεῖ νὰ στρέψουμε τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας στὴ μεγάλη τιμὴ ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ ἅγιος Θεὸς νὰ μᾶς ἀποκαλύψει τὴν ἀλήθεια, τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, καὶ νὰ μᾶς χαρίσει τὴ δυνατότητα σὲ νέα ζωὴ ποὺ ἐκτείνεται στὴν αἰωνιότητα. Γιὰ τὸν πιστὸ χριστιανὸ ἡ ζωὴ εἶναι ὡραία, ὄχι ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ πρόσκαιρες χαρὲς καὶ ἀπολαύσεις, ἀλλὰ ὅταν βιώνεται ὡς κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ. Αὐτὴ τὴν κοινωνία ζοῦμε ἀπὸ τώρα μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἐνῶ παράλληλα προσδοκοῦμε τὴν τελειότερη ἕνωση μὲ τὸν Κύριο στὴ Βασιλεία Του.


Ἂς ἐμβαθύνουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς στὴν κλήση ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ φιλάνθρωπος Κύριος, γιὰ νὰ γίνουμε χριστιανοί, ἀγαπημένα παιδιά Του καὶ κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του. Ἂς μελετοῦμε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς λόγους τῶν ἁγίων Πατέρων ὄχι ἀποσπασματικὰ καὶ ἐπιφανειακά, ἀλλὰ μὲ τὴ διάθεση ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξή μας νὰ φωτίζεται καὶ νὰ κατευθύνεται ἀπὸ τὰ θεῖα λόγια. Ἂς παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς δίνει τὴ χάρη Του γιὰ νὰ διατηροῦμε στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας τὰ θεῖα λόγια ποὺ μελετοῦμε, καὶ τότε ὅλη ἡ ὕπαρξή μας θὰ ἁγιάζεται, καὶ ἡ ζωή μας θὰ ἀσκεῖ εὐεργετικὴ ἐπίδραση στὸ περιβάλλον μας.

Άγιος Ιούλιος ο Πρεσβύτερος εξ Αιγίνης

Όπως αναφέρεται στο Συναξάρι του, ο Άγιος Ιούλιος γεννήθηκε το 330 μ.Χ. στην Αίγινα από εύπορους και ευσεβείς γονείς που τον ανέθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Έμαθε τα εγκύκλια γράμματα στην Αίγινα και στην συνέχεια σπούδασε στην Αθήνα, μαζί με τους Αγίους Βασίλειο  και Γρηγόριο . Αφού επανέκαμψε στην Αίγινα, αποφάσισε μαζί με τον διάκονο Ιουλιανό, να μιμηθεί τον Απόστολο των εθνών Παύλο και να κηρύξει τον Χριστό. Έτσι οι δύο Άγιοι πήραν αποστολικές ράβδους και παρέδωσαν τον εαυτό τους στον Κύριο. Ο Επίσκοπος των Αθηνών χειροτόνησε τον Ιούλιο Πρεσβύτερο. Κοσμημένος με την χάρη της ιεροσύνης εξήλθε μαζί με τον διάκονο Ιουλιανό, για να κηρύξει το Ευαγγέλιο και να βαπτίσει πολλούς Εθνικούς.


Στα τέλη του βίου του αναχώρησε στο Κούσιον της λίμνης Όρτα, όπου μετά από άσκηση και προσευχή κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 401 μ.Χ., σε ηλικία 71 ετών.


Άγιος Aed από το Ferns

Ο Άγιος Aed γεννήθηκε στο Inisbrefny (ένα νησί στη λίμνη Templeport) περί το 550 μ.Χ. Ο πατέρας του ονομαζόταν Setna και η μητέρα του Eithne.


Ο Άγιος Aed ήταν ένας από τους πρώτους επίσκοπους της πόλης Ferns στην Ιρλανδία και ίδρυσε μοναστήρια στο Drumlane, κοντά στο Milltown, στο Ferns, στο Disert-Nairbre και στο Rossinver.


Κοιμήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 632 μ.Χ.


Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου Δακρυρροούσης

Η εικόνα της Παναγίας της Δακρυροούσας ή Κορωνιώτισσας φυλάσσεται στην ομώνυμη μονή του Ληξουρίου της νήσου Κεφαλληνίας. Η Παναγία κατά την ημέρα αυτή διέσωσε τη μονή από τον ισχυρό σεισμό του έτους 1867 μ.Χ.


Άγιος Ηλίας ο Νέος Οσιομάρτυρας ο Αρδούνης

Ο Άγιος Ηλίας γεννήθηκε στην Καλαμάτα από γονείς ευσεβείς. Έκανε το επάγγελμα του κουρέα και είχε μεγάλη υπόληψη από τους προεστούς της Καλαμάτας.


Μιλώντας κάποτε σ' αυτούς, τους προέτρεψε να ενεργήσουν για να ελαφρυνθούν οι φόροι που επιβάλλουν οι Τούρκοι στους χριστιανούς, διότι αλλιώς κινδυνεύουν να αρνηθούν την πίστη των πατέρων τους. Οι προεστοί διαφωνούσαν μαζί του λέγοντας ότι οι Χριστιανοί δεν κινδυνεύουν ν’ αρνηθούν την πίστη τους. Τότε εκείνος τους λέει, εμένα αν κάποιος μου δώσει ένα φέσι γυρίζω το φύλλο. Τότε ένας προεστός, για αστείο, έστειλε και του αγόρασε ένα φέσι. Εκείνος πήγε αμέσως στον δικαστή και έγινε μουσουλμάνος, γεγονός που λύπησε όλους τους Χριστιανούς.


Μετά από λίγο καιρό συναισθάνθηκε το σφάλμα του, έφυγε από την πατρίδα του και πήγε στο Άγιο Όρος. Εκεί εξωμολογήθηκε με μεγάλη συντριβή το λάθος του, έκανε τον κανόνα του και μυρώθηκε με το Άγιο Μύρο. Έγινε μάλιστα και μοναχός στο Άγιο Όρος, όπου παρέμεινε οκτώ χρόνια, ασκούμενος στην αρετή, την προσευχή και την προετοιμασία για το μαρτύριο.


Επανήλθε λοιπόν στην Καλαμάτα, παρουσιάστηκε στον κριτή και ομολόγησε μπροστά του τη χριστιανική πίστη. Παρά τις κολακείες και τα φρικτά βασανιστήρια, ο Ηλίας έμεινε ακλόνητος στην πίστη του. Ο δικαστής τότε διέταξε να τον κάψουν με χλωρά ξύλα. Τον άρπαξαν οι δήμιοι και τον οδηγούσαν στον τόπο της καταδίκης.


Στο δρόμο κάποιος του κατέβασε κυριολεκτικά την πλάτη με μια σπαθιά. Ο άγιος χωρίς να δειλιάσει, χαρούμενος, με περισσότερο θάρρος, προχωρούσε ψάλλοντας τους ψαλμούς του Δαυίδ. Όταν έφθασαν στον τόπο της καταδίκης, τον έριξαν στη φωτιά. Το θαυμαστό είναι ότι, ενώ παρέδωσε την αγία του ψυχή μέσα στην πυρά, όταν έσβησε η φωτιά το άγιο λείψανό του είχε μείνει άθικτο. Δεν είχαν καεί ούτε τα ράσα του ούτε τα γένια ούτε τα μαλλιά του. Τη νύχτα, οι φρουροί έβλεπαν το ουράνιο φως που κατέβαινε και περικύκλωνε το τίμιο λείψανο του μάρτυρος και έλεγαν επειδή δεν τον έκαψε η φωτιά, έστειλε ο Θεός φωτιά από τον ουρανό για να τον κάψει.


Οι Χριστιανοί πήραν το άγιο λείψανο του μάρτυρος και το έθαψαν δίνοντας πολλά χρήματα. Όταν, αργότερα, έκαναν την ανακομιδή μια καταπληκτική ευωδία γέμιζε τον τόπο.


Η τίμια κάρα του νεομάρτυρα αυτού, είναι θησαυρισμένη στην Ιερά Μονή Βουλκάνου της Μεσσηνίας.


Να σημειώσουμε τέλος ότι το έτος μαρτυρίου του Αγίου μάλλον δεν είναι το 1686 μ.Χ., όπως πρώτος αναφέρει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και επαναλαμβάνουν λανθασμένα όλοι οι Συναξαριστές. Η Καλαμάτα ελευθερώθηκε από τους Τούρκους στις 14 Σεπτεμβρίου 1685 μ.Χ. με την βοήθεια των Βενετών, οι οποίοι παρέμειναν στην πόλη μέχρι το 1715 μ.Χ. Συνεπώς, ο Άγιος Ηλίας μαρτύρησε πριν από τις 14 Σεπτεμβρίου 1685 μ.Χ. όταν ήταν οι Τούρκοι στην Καλαμάτα. Δηλαδή, το πιθανότερο, στις 31 Ιανουαρίου 1685 μ.Χ.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Καλαμῶν θεῖος γόνος καὶ ἐγκαλλώπισμα, Ὁσιομάρτυς Ἠλία ἀξιοθαύμαστε, ἀνεδείχθης ἀληθῶς δόξῃ τῇ κρείττονι, ὡς ἀσκήσας ἱερῶς, καὶ ἀθλήσας ἀνδρικῶς, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος· ὃν ἐκδυσώπει ἀπαύστως, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐν ἀσκήσει πρότερον, θεοφιλεῖ διαπρέψας, ἐν ἀθλήσει ὕστερον, ὑπὲρ Χριστοῦ ἠγωνίσω· πᾶσαν γὰρ, ἐχθροῦ τὴν πλάνην καταπαλαίσας, ἤνεγκας, πυρὸς τὴν καῦσιν ἀνδρειοφρόνως, καὶ θεόθεν ἐδοξάσθης, Ὁσιομάρτυς Ἠλία ἔνδοξε.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις Ἐκκλησίας νέος ἀστήρ, Ἠλία θεόφρον, Καλαμαίων ἡ καλλονή· χαίροις ὁ πηγάζων, ἐκ τῆς σεπτῆς σου κάρας, θαυμάτων θεῖα ῥεῖθρα, τοῖς σὲ γεραίρουσι.


Αγία Τρυφαίνη

Η Αγία Τρυφαίνη καταγόταν από την Κύζικο και από ευσεβείς γονείς, τον συγκλητικό Αναστάσιο και την ενάρετη Σωκρατία που ήταν χριστιανή.


Η χριστιανική της ανατροφή και η γενναιότητά της φάνηκαν σ’ έναν διωγμό όπου για να ενδυναμώσει τους ασθενέστερους και λιπόψυχους ομολόγησε με παρρησία τη πίστη της στο Χριστό και το βέβαιο θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Μόλις άκουσε αυτά ο ηγεμόνας Καισάριος, εξοργίσθηκε και διέταξε να συλλάβουν την Αγία. Η διαταγή εκτελέσθηκε και άρχισαν τα βασανιστήρια. Πρώτα την έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι, η Αγία όμως διασώθηκε κατά θαυμαστό τρόπο και στην συνέχεια την κρέμασαν ψηλά και την άφησαν να πέσει πάνω σε σιδερένια καρφιά. Κατόπιν την έριξαν σε πεινασμένα θηρία. Ένας άγριος ταύρος όρμησε και διαμέλισε το σώμα αυτής. Έτσι η Αγία έλαβε το ένδοξο στέφανο του μαρτυρίου.


Λένε ότι στον τόπο που χύθηκε το αίμα της, ανέβλυσε μία πηγή με καθαρό νερό. Από το νερό αυτό έπαιρναν και έπιναν οι γυναίκες που μετά τον τοκετό τους δεν είχαν γάλα. Έτσι, αμέσως, ο οργανισμός τους δημιουργούσε το γάλα που χρειάζονταν, για να θρέψουν τα νεογέννητα παιδιά τους.

Άγιοι Ουικτωρίνος, Ουίκτωρ, Νικηφόρος, Κλαύδιος, Διόδωρος, Σαραπίνος και Παπίας

Οι Άγιοι Μάρτυρες κατάγονταν από την Κόρινθο και συνελήφθησαν κατά την περίοδο της βασιλείας του Δεκίου (249 - 251 μ.Χ.), γιατί ομολόγησαν με παρρησία την πίστη τους στον Χριστό. Οδηγήθηκαν ενώπιον του ανθύπατου Τερτίου, ο οποίος ήταν διοικητής της Ελλάδος. Ο ηγεμόνας υπέβαλλε σε φρικώδη βασανιστήρια τους αθλητές αυτούς της πίστεως και όλοι τους έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου.


Ο Άγιος Ουικτωρίνος, ο Άγιος Ουίκτωρ και ο Άγιος Νικηφόρος ρίφθηκαν κάτω από μεγάλη κυλινδρική πέτρα που τους συνέτριψε. Οι δήμιοι απέκοψαν τα χέρια και τα πόδια του Αγίου Κλαυδίου, την κεφαλή του Αγίου Σαραπίνου και έριξαν τον Άγιο Διόδωρο σε πυρακτωμένο καμίνι. Τον Άγιο Παπία τον έπνιξαν στη θάλασσα.


Πιθανώς να είναι οι ίδιοι με αυτούς της 5ης Απριλίου.

Όσιος Αρσένιος ο Νέος εν Πάρω

Ο Όσιος Αρσένιος γεννήθηκε στα Ιωάννινα στις 31 Ιανουαρίου του έτους 1800 μ.Χ. και ονομαζόταν Αθανάσιος. Από μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και σε ηλικία εννέα ετών μετέβη στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας, όπου σπούδασε στην ονομαστική σχολή της πόλεως έχοντας ως σχολάρχη τον περίφημο διδάσκαλο ιερομόναχο Γρηγόριο Σαράφη. Κατά τα τελευταία έτη της φοιτήσεώς του συνδέθηκε με τον πνευματικό Γέροντα Δανιήλ από τη Ζαγορά του Πηλίου, έναν από τους ονομαστούς πνευματικούς της εποχής εκείνης και έγινε υποτακτικός του.


Το έτος 1815 μ.Χ. ο Άγιος αναχώρησε για το Άγιον Όρος με τον Γέροντα Δανιήλ και εκεί εκάρη μοναχός. Αργότερα χειροτονήθηκε Διάκονος παρά τις αντιδράσεις του, καθώς δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο και μετά από εξαετή παραμονή στο Άγιον Όρος ήλθε και πάλι με τον Γέροντά του, στη μονή Πεντέλης στην Αθήνα. Στη συνέχεια μετέβησαν στις Κυκλάδες, όπου ο Όσιος χειροτονήθηκε το 1817 μ.Χ. Πρεσβύτερος.


Ο Όσιος Αρσένιος έδρασε κυρίως στην Πάρο και τη Φολέγανδρο, όπου δίδαξε από το 1829 μ.Χ. μέχρι το 1840 μ.Χ.


Μετά την κοίμηση του Γέροντά του Δανιήλ, ο Όσιος ασκήτεψε στη μονή Λογγοβάρδας της Πάρου. Κοιμόταν και έτρωγε ελάχιστα και συνεχώς αγρυπνούσε, προσευχόμενος για τα πνευματικά του τέκνα και τη σωτηρία του κόσμου. Βασική του τροφή ήταν η ανάγνωση των θείων Γραφών και των συγγραμμάτων των Αγίων Πατέρων. Γι’ αυτό και ο Όσιος θεωρούσε τη μικρή του βιβλιοθήκη ως κήπο τερπνότατο και ωραιότατο με αγλαόκαρπα δένδρα, πλήρη από εύχυμους καρπούς.


Ο Όσιος αγαπούσε τους πάντες χωρίς διακρίσεις. Περισσότερο όμως αγαπούσε τους ασθενείς, τους οποίους διακονούσε με μεγάλη προθυμία.


Όταν το 1861 μ.Χ., κοιμήθηκε ο ηγούμενος της μονής, ευσεβής ιερομόναχος Ηλίας, οι πατέρες εξέλεξαν ηγούμενο και προϊστάμενό τους τον Όσιο Αρσένιο, ο οποίος τους ποίμανε με θεοφιλή και θεάρεστο τρόπο. Λίγα χρόνια αργότερα παραιτήθηκε, για να ασχοληθεί απερίσπαστα με το έργο της ιεράς εξομολογήσεως.


Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη στις 31 Ιανουαρίου του έτους 1877 μ.Χ. Η ανακομιδή των λειψάνων του έγινε το έτος 1938 μ.Χ. και εορτάζεται στις 18 Αυγούστου. Τα ιερά λείψανά του φυλάσσονται με ευλάβεια στη Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Πάρου.


Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιοι Κύρος και Ιωάννης οι Ανάργυροι και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία

Οι Άγιοι Μάρτυρες Κύρος και Ιωάννης άθλησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 - 305 μ.Χ.). Ο Άγιος Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ενώ ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας.


Όταν ξέσπασε ο διωγμός του Διοκλητιανού, ο Άγιος Κύρος πήγε σε ένα παραθαλάσσιο τόπο της Αραβίας και, αφού περιεβλήθηκε το μοναχικό σχήμα, κατοίκησε στον τόπο αυτό.


Ο Άγιος Ιωάννης πήγε στα Ιεροσόλυμα και εκεί άκουσε για τα θαύματα που επιτελούσε ο Άγιος Κύρος. Στην συνέχεια μετέβη στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί, αφού από διάφορες φήμες έμαθε που διέμενε ο Άγιος Κύρος, πήγε και τον βρήκε και έμεινε μαζί του. Τα θαύματα των Αγίων Αναργύρων συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), διότι οι Άγιοι θεράπευσαν τα μάτια του.


Κατά την περίοδο του διωγμού συνελήφθη και η Αγία Αθανασία, που ήταν χήρα, καθώς επίσης και οι τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Η είδηση τάραξε τον Κύρο και τον Ιωάννη. Έτσι οι Άγιοι, επειδή φοβήθηκαν μήπως αυτές δειλιάσουν από την σκληρότητα των βασανιστηρίων, εξαιτίας της αδυναμίας της φύσεως της γυναίκας, έσπευσαν κοντά τους και έδιναν σε αυτές θάρρος, ενώ παράλληλα προετοιμάζονταν και οι ίδιοι για το μαρτύριο. Και πράγματι, συνελήφθησαν και αυτοί και οδηγήθηκαν στον ηγεμόνα. Εκεί διακήρυξαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους στον Θεό. Μάταια ο ηγεμόνας ζητούσε να κάμψει την ανδρεία της μητέρας, δείχνοντας σε αυτή τις θυγατέρες της και επιρρίπτοντάς της την ενοχή. Εκείνη, αφού στράφηκε προς τις θυγατέρες της, τις ενίσχυε λέγουσα ότι η σωματική ωραιότητα είναι πρόσκαιρη, ενώ στην αιωνιότητα διατηρείται η ομορφιά της ψυχής του ανθρώπου αθάνατη. Αυτές δε έλεγαν προς την μητέρα τους ότι αισθάνονταν μεγάλη χαρά, επειδή έμελλε να φύγουν από τον μάταιο αυτό κόσμο μαζί της για την αγάπη του Χριστού και να μην χωρισθούν ποτέ από κοντά της. Ο ηγεμόνας εξαγριώθηκε και διέταξε να τους υποβάλουν σε πολλά και σκληρά βασανιστήρια. Μετά από τα βασανιστήρια αποκεφάλισαν διά ξίφους τον Άγιο Κύρο και τον Άγιο Ιωάννη, το έτος 292 μ.Χ.. Έτσι μαρτύρησαν και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της. Τον βίο και το μαρτύριο αυτών έγραψε ο Σωφρόνιος ο Σοφιστής.


Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο Μαρτύριο που είχε ανεγερθεί προς τιμήν τους και βρίσκεται στην περιοχή Φωρακίου.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α’.

Τά θαύματα τῶν Ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστέ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλάς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς Βασιλείας τά σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Ὡς Ἀθλοφόροι εὐκλεεῖς τοῦ Σωτῆρος, καὶ ἰατῆρες τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Ἀνάργυροι ἐκλάμπετε ἐν πάσῃ τὴ γῆ, νόσων μὲν ἰώμενοι, ἀνωδύνως τὰ βάρη, χάριν δὲ πορίζαντες, τοὶς βοώαιν ἀπαύστως χαίρετε κρήναι θείων δωρεῶν, Κῦρε θεόφρον, καὶ Ἰωάννη ἔνδοξε.


Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τήν δωρεάν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἀπαύστως, ἅπαντα ἡμῶν τά πάθη, τῇ χειρουργίᾳ, τέμνοντες, τῇ ἀοράτῳ, Κῦρε θεόφρον, σύν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ· ὑμεῖς γάρ θείοι ἱατροί ὑπάρχετε.


Κάθισμα

Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τὰς χαμαιζήλους ἡδονὰς συμπατοῦντες, πρὸς μαρτυρίου Ἀθληταὶ θεῖον ὕψος, περιφανῶς ἐπήρθητε ἐν χάριτι, Κῦρε Ἰωάννη τε, οἰκουμένης φωστῆρες· ὅθεν ἱκετεύομεν, σκοτασμοῦ ἁμαρτίας, καὶ νοσημάτων ῥύσασθαι ἡμᾶς, τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν ἱκετεύοντες.


Ὁ Οἶκος

Ἑαυτοὺς τῷ Θεῷ ἀναθέμενοι Ἅγιοι, πᾶσαν πεῖραν δεινῶν δι᾿ αὐτὸν ὑπεμείνατε, θανόντες προθύμως Μάρτυρες γενναῖοι, καὶ μετὰ τέλος, πᾶσι πηγάζετε τὰ θεῖα χαρίσματα, τοῖς ἐν ποικίλαις νόσοις ὑπάρχουσι, καὶ ὑπὸ πολλῶν ἐταζομένοις κακῶν, ὧν εἷς καὶ πρῶτος εἰμὶ ἐγὼ ὁ τάλας· τὸ σῶμα γὰρ καὶ τὴν ψυχὴν ὑπὸ τραυμάτων χαλεπῶν ὀδυνῶμαι, καὶ πίστει ὑμῖν βοῶ, ἰάσασθέ με· ὑμεῖς γὰρ θεῖοι ἰατροὶ ὑπάρχετε.


Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2021

Εὐαγγέλιον Κυριακής

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΘ´ 1 - 10

1 Καὶ εἰσελθὼν διήρχετο τὴν Ἰεριχώ· 2 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, 3 καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. 4 καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι δι’ ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. 5 καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν αὐτόν καὶ εἶπεν πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. 6 καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. 7 καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. 8 σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· Ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. 9 εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν· 10 ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.


Ερμηνευτική απόδοση


Και αφού εισήλθε εις την Ιεριχώ, διέβαινε την πόλιν. 2 Και ιδού υπήρχεν εκεί ένας άνθρωπος, ονόματι Ζακχαίος, και αυτός ήτο αρχιτελώνης και πολύ πλούσιος. 3 Και εζητούσε να ιδή τον Ιησούν, ποίος είναι, και δεν ημπορούσε ένεκα του πολλού πλήθους, διότι αυτός ήτο μικρός κατά το ανάστημα. 4 Και αφού έτρεξε εμπρός, ανέβηκε εις μία συκομορέαν, χωρίς να λογαριάση την θέσιν και την ηλικίαν του, δια να ίδη τον Ιησούν, διότι από τον δρόμον εκείνον θα επερνούσε. 5 Και ο Κυριος αμέσως μόλις έφθασε στον τόπον της συκομορέας, ύψωσε τα μάτια του, τον είδε και είπε προς αυτόν· “Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, διότι σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου”. 6 Και ο Ζακχαίος κατέβηκε γρήγορα και τον υπεδέχθη με μεγάλην χαράν. 7 Και όταν είδαν το γεγονός αυτό, εγόγγυζαν όλοι μεταξύ των και με αγανάκτησιν έλεγαν, ότι εμπήκε να καταλύση στο σπίτι αμαρτωλού ανθρώπου. 8 Εστάθη δε ο Ζακχαίος εμπρός στον Κυριον και του είπε· “Κυριε, ιδού, τα μισά από τα υπάρχοντά μου τα δίδω στους πτωχούς. Και αν τυχόν, σαν τελώνης που είμαι, αδίκησα με ψευδείς μαρτυρίας κάποιον και εισέπραξα περισσότερα, του τα επιστρέφω τετραπλάσια”. 9 Ο Ιησούς ιδών την ειλικρινή μετάνοιαν του Ζακχαίου είπε προς αυτόν ότι “σήμερον στο σπίτι τούτο ήλθε σωτηρία εκ μέρους του Θεού, διότι και αυτός ο αρχιτελώνης είναι απόγονος του Αβραάμ, ο οποίος είχε λάβει από τον Θεόν υποσχέσεις δια την σωτηρίαν των απογόνων του. 10 Διότι ο υιός του ανθρώπου ήλθε να αναζητήση και σώση τον αμαρτωλόν άνθρωπον, που ομοιάζει με το χαμένο πρόβατο”.

Ἀπόστολος Κυριακής

ΠΡΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Α' Δ´ 9 - 15

9 πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος· 10 εἰς τοῦτο γὰρ καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν. 11 Παράγγελλε ταῦτα καὶ δίδασκε. 12 μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ. 13 ἕως ἔρχομαι πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ. 14 μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου. 15 ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν.


Ερμηνευτική απόδοση 


Αυτός δε ο λόγος, που σου γράφω, είναι αξιόπιστος και άξιος να γίνη δεκτός με όλην την καρδίαν. 10 Δι' αυτό ακριβώς και ημείς κοπιάζωμεν και γινόμεθα αντικείμενον εμπαιγμών και ειρωνειών, διότι έχομεν τας ελπίδας μας στον ζώντα Θεόν, ο οποίος είναι σωτήρ και τρφοδότης όλων των ανθρώπων, μάλιστα δε σωτήρ των πιστών, στους οποίους χαρίζει την αιωνίαν ζωήν. 11 Αυτά να παραγγέλλης συνεχώς, αυτά που σου γράφω να διδάσκης. 12 Κανείς ας μη προκαταλαμβάνεται και ας μη καταφρονή το νεαρόν της ηλικίας σου, αλλά συ, καίτοι είσαι νέος ακόμη, να γίνης τύπος και παράδειγμα των πιστών στον λόγον σου, εις την συναναστροφήν σου με τους άλλους ανθρώπους, εις την αγάπην που θα δεικνύης προς τους όλους, εις την πνευματικήν ζωήν, εις την φωτισμένην πίστιν, εις την αγνότητα και καθαρότητα της ζωής σου. 13 Εως ότου έλθω να επιδίδεσαι με επιμέλειαν και προσοχήν εις την ανάγνωσιν των Γραφών, εις την παρηγορίαν και νουθεσίαν των πιστών, εις την διδασκαλίαν όλων. 14 Μη αδιαφορής και μη παραμελής το χάρισμα, που υπάρχει εις σε, και το οποίον σου εδόθη με επίθεσιν των χειρών της τάξεως των πρεσβυτέρων, σύμφωνα με προφητικήν αποκάλυψιν εκ μέρους του Θεού. 15 Αυτά, που σου γράφω, να τα μελετάς πάντοτε· μέσα εις αυτά να μένης με την ψυχήν και την διάνοιαν, δια να γίνη έτσι φανερά η πρόοδός σου εις όλους, και να χρησιμεύση ως καλόν παράδειγμα.

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ,

Πάλιν ημιν η ετήσιος μνήμη

Των του κόσμου φωστήρων εξέλαμψε

Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου

Και Ιωάννου του Χρυσοστόμου,

Των πιστών τας καρδίας φωτίζουσα

Τοις υπέρ Χριστού διά Σταυρού αυτών αγωνίσμασι.


Με παρόμοια και ανάλογα λόγια,

Παναγιώτατε Δέσποτα και Σεπτή των Αρχιερέων Χορεία,

Εξοχώτατε κ. Υπουργέ,

Σεβαστοί πατέρες και Φιλέορτοι πάντες,

Αγαπητοί συνδιδάσκαλοι και Αγαπημένα μας παιδιά,


ονοματίζει σήμερα η Εκκλησία μας και τιμά τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών και Οικουμενικών Διδασκάλων. Στ' αλήθεια, γιατί τάχα οι τρεις αυτοί άγιοι να είναι τόσο σημαντικοί, ώστε να τους αποκαλούμε «Οικουμενικούς Διδασκάλους» και μάλιστα να διεκδικούν αυτοί την ιστορική αποκλειστικότητα ως προστάτες των Γραμμάτων και ολοκλήρου της Παιδείας; Η απάντηση θαρρώ πως είναι καθοριστική για την βαθύτερη και ουσιαστική κατανόηση του πολλαπλού μηνύματος της σημερινής εορτής. Και είναι ιδιαίτερα πολλαπλό το μήνυμα, γιατί φέρει μέσα του προοπτικές και ορίζοντες προσανατολισμού και βιοτής για μικρούς και μεγάλους, και ειδικότερα για όσους εμπλέκονται άμεσα στην επίπονη απόπειρα πραγματώσεως αυτής της Παιδείας, δηλ. τους εκπαιδευτικούς, τους ποιμένες, τους γονείς και τα παιδιά.


Πριν από όλα, το μυστικό της επιτυχίας του κολοσσιαίου έργου των Τριών Ιεραρχών ευρίσκεται στο γεγονός ότι επέτυχαν ένα τόλμημα που μέχρι τότε άλλοι δεν το αποτολμούσαν ή αποτύγχαναν. Και το τόλμημα συνίσταται στο ότι έφεραν σε αληθινή συνάντηση δύο κόσμους που μέχρι την εποχή τους ενυπήρχαν και συμπεριφέρονταν ως δύο κόσμοι διαμετρικά αντίθετοι: από τη μια μεριά του Ελληνισμού, που μεσουρανούσε από την αυγή ακόμα της αρχαιότητος, και από την άλλη του Χριστιανισμού, που μόλις τότε εξερχόταν από τους διωγμούς και τις γονικές κατακόμβες. Δεν εστάθηκαν όμως προκατειλημμένοι μπροστά στο γεγονός ότι οι θιασώτες και οι σαρκωτές των διωγμών κατά μυριάδων μαρτύρων ήταν φορείς του πνεύματος που ξεπηδούσε μέσα από τον Ελληνισμό της αρχαιότητος και της ειδωλολατρίας. Αντίθετα, ενέσκυψαν και θέλησαν να δουν βαθύτερα. Γιατί διαπίστωσαν με το οξύ πνεύμα που τους διέκρινε, πως μέσα και πίσω από την ανελέητη πολεμική των διωγμών κρύβονταν ασίγαστη η δίψα για την Αλήθεια και μια ακοίμητη λαχτάρα για την ζήση της. Γι' αυτό και τόλμησαν, προχώρησαν και νίκησαν. Εμελέτησαν σε βάθος και εμπεριστατωμένα την αρχαία φιλοσοφία και την αρχαιοελληνική κληρονομιά. Κάτοχοι οι ίδιοι της Ελληνικής παιδείας, εγνώριζαν από μέσα τις αδυναμίες του αρχέγονου Ελληνισμού, αλλά προ πάντων τις αναζητήσεις του. Και το εγχείρημα που επραγματοποίησαν ήταν να προσλάβουν και να βαπτίσουν τον Ελληνισμό στα νάματα του Χριστιανισμού. Και μέσα από εκείνη την κολυμβήθρα ξεπήδησε ένας καινούργιος κόσμος, του οποίου η ονομασία προδίδει τόσο την καταγωγή του όσο και τους δημιουργούς του, ή, ακριβέστερα, προέκυψε μια καινούρια σύνθεση – και επιτρέψτε μου τον όρο και τον νεολογισμό: η Εκκλησιακή Καθολικότητα και Ορθοδοξία, η Ορθοδοξία της Εκκλησίας. Αυτή είναι που στη συνέχεια μεγαλούργησε ως τρόπος υπάρξεως αλλά και ως τρόπος ζωής σε παγκόσμια κλίμακα και σε ολόκληρη την Οικουμένη. Οι Τρεις Ιεράρχες είναι εκείνοι που επέτυχαν οντολογικά η σύνθεση αυτή να είναι και Ορθοδοξία της ζωής και Ορθοδοξία της Εκκλησίας. Με άλλα λόγια, την Εκκλησιακή Ορθοδοξία την οφείλουμε στην Θεολογία τους και στην διδασκαλία τους. Εάν ερωτούσαμε όσους εμελέτησαν και όσους ενεβάθυναν στην διδακαλία τους, θα μας έλεγαν και ότι και οι τρεις έφθασαν στα απώτερα ύψη Θεολογίας και κανείς μεταγενέστερος δεν τους ξεπέρασε. Οι δύο πρώτοι, ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος, είναι οι δύο Καππαδόκες, που με τον άνωθεν φωτισμό διαφώτισαν και διασαφήνισαν σε κάθε της πτυχή την Τριαδικότητα του Θεού, και κανείς μετά από αυτούς δεν προσέθεσε κάτι καινούργιο. Το ίδιο ισχύει και με τον τρίτο άγιο των Τριών Ιεραρχών, τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Κανείς μετά από αυτόν δεν τροποποίησε κάτι από την Θεία Λειτουργία του, ούτε αποπειράθηκε να φτιάξει κάποια άλλη. Αυτή η Θεία Λειτουργία που εκρυστάλλωσε ο Χρυσόστομος, παραμένει αξεπέραστη σε Ανατολή και Δύση, και φθάνει μέχρι τις ημέρες μας και μέχρι τους αιώνες, και είναι αυτή που μας χαρίζει τον αρραβώνα της Βασιλείας και μας εντάσσει ήδη και σωματικά σε αυτήν. Αυτά θα αποτελούσαν δύο από τα πάμπολλα παραδείγματα που θα μπορούσαμε ενδεικτικά να παραθέσουμε, και που συνιστούν αυτό που αποκάλεσα πιο πάνω: Εκκλησιακή Ορθοδοξία των Τριών Ιεραρχών.


Σήμερα όμως αυτή η Εκκλησιακή Καθολικότητα, η πατερική αυτή σύνθεση μετατράπηκε στους χώρους μας και στην παράδοσή μας σε ιδεολογία εθνική, σε ιδεολογία κρατική και στην πράξη σε ιδεολογία ατομικιστική ενώ είχαμε πανανθρώπινο χρέος να διατηρήσουμε ατόφια αυτήν την σύνθεση και αυτόν τον τρόπο υπάρξεως και ζωής μπροστά στα μάτια τόσων μυριάδων ανθρώπων και προ πάντων μπροστά στα μάτια της κάθε νέας γενιάς. Αν η Εκκλησιακή Ορθοδοξία γίνει ιδεολογία, όσο και αν αυτή αποτελεί συνεκτικό κρίκο μιας ομάδος ανθρώπων, δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι για πολύ και δεν μπορεί ποτέ να αποτελέσει καθολικό τρόπο ζωής. Να γιατί σήμερα, ενώ υποτίθεται ότι όλοι μας εμφορούμαστε από την ίδια στάση ζωής απέναντι στην Εκκλησία και την Ορθοδοξία της, δεν μπορούν αυτά τα δύο να μας ενώσουν, να μας συνδέσουν, να μας κάνουν ένα σώμα, μια ψυχή, έναν λαό, και να συνεχίσουμε έτσι το εκκλησιαστικό γίγνεσθαι που οι Πατέρες μας εκληροδότησαν σε εμάς. Αλλά αναλωνόμαστε σε προσωπικές ή ομαδικές διαμάχες ιδεολογικής καθαρά υφής με αποτέλεσμα τόσο η Εκκλησία όσο και η Ορθοδοξία της να μετατρέπονται σε ουτοπία και σε ζωή απηρχαιωμένη. Να γιατί σήμερα επίσης, ενώ όλοι μας απευθυνόμαστε προς τα έξω και προς τρίτους αγωνιζόμενοι ειλικρινά να φανερώσουμε στον κόσμο τους δύο αυτούς ταυτόσωμους σηματοδότες της πανανθρώπινης ζωής, οι άνθρωποι εύκολα τα απορρίπτουν ως ανεδαφικά, ως ουτοπία, ως μη έχοντα κανένα, μα κανένα μήνυμα για την σύγχρονη ζωή.


Πρώτοι εμείς, λοιπόν, αλλοτριώσαμε το μεγαλείο της κληρονομιάς των Πατέρων μας, των Τριών Ιεραρχών, που εορτάζουμε σήμερα, γιατί αλλοιώσαμε το περιεχόμενο του τρόπου ζωής που αυτοί εσμίλεψαν πνευματικά και πολιτισμικά και έθρεψαν τόσες και τόσες γενιές, αλλά και τόσους «λαούς, φυλές κα γλώσσες, με τα μεγαλεία του Θεού» . Και αυτή η αλλοτρίωση είχε μια διπλή συνέπεια: ούτε οι άλλοι να ζουν στην πνοή ενός νέου – εν Χριστώ – οντολογικού τρόπου ζωής, ούτε και εμείς να μένουμε ικανοποιημένοι, με αποτέλεσμα να αναζητούμε τους άλλους τρόπους ζωής που δεν ταιριάζουν ούτε στην κληρονομιά μας, ούτε στις αναζητήσεις μας. Εάν για παράδειγμα λάβουμε υπ' όψιν μας τα τεκταινόμενα τελευταίως στο ελλαδικό γίγνεσθαι, στο αναλογικά πρόσφατο αυτό κρατικό σχήμα του υπερτρισχιλιετούς Ελληνισμού, θα δούμε ότι μας δέρνει και μας ταλαιπωρεί ένας ανίατος μιμητισμός σε όλο το φάσμα της ζωής, γιατί εγκαταλείψαμε την δημιουργική πολιτισμική κληρονομιά των Πατέρων μας και το πρωτοπόρο τους γίγνεσθαι και δημιουργείν, και προσδεθήκαμε στο άρμα αλλά και στη συνεχή αναζήτηση ξένων οντολογικών προτύπων. Οι Τρεις αυτοί Άγιοι μας ανέδειξαν πρωτοπόρους, και σήμερα εμείς εφθάσαμε να είμαστε αποπροσανατολισμένοι και ουραγοί. Γι' αυτό και το μήνυμα της εορτής των Τριών Ιεραρχών είναι επίκαιρο, αφυπνιστικό, προσανατολιστικό και αλάνθαστος ενδείκτης της πορείας μας.


Οι Τρεις Ιεράρχες υπήρξαν πρωτίστως οι στυλοβάτες της Εκκλησιακής Ορθοδοξίας, η οποία Εκκλησιακή Ορθοδοξία, ας το επαναλάβουμε ακόμα μία φορά, δεν έχει καμία σχέση με εθνικισμούς και κρατισμούς που υποδουλώνουν το πνεύμα σε ενδοκοσμικές σκοπιμότητες. Είναι κατηγορία πνευματική, οντολογική, πολιτισμική και εσχατολογική. Αγκαλιάζει όλον τον κόσμο. Δεν γνωρίζει φύλα, φυλές, χρώματα, θρησκευτικές ομολογίες («ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ» ). Γι' αυτό και έγκριτα η Ιστορία τους προσέφερε με παρρησία την εύστοχη ονομασία «Οικουμενικοί Διδάσκαλοι» και «Πόλου νοητού αστέρες σελασφόροι». Γιατί εχάρισαν στον κόσμο όχι μόνον το «ευ ζην», αλλά γιατί άνοιξαν κυρίως τον δρόμο του «εσχατολογικώς ευ ζην». Και αυτής της κληρονομιάς είμαστε κληρονόμοι. Μιας κληρονομιάς που δεν συγκρίνεται με τα πλούτη, με εξουσίες κα με όλα τα μεγαλεία του κόσμου. Να γιατί – και μόνον έτσι εξηγείται γιατί – όλοι οι μάρτυρες και όλοι οι άγιοι, που προβάλλει η Εκκλησία μας καθημερινά μέσα στο χρόνο ως πρότυπα και οδηγούς στη ζωή μας, έδιναν τα πάντα και στο τέλος την ζωή τους την ίδια, για να γίνουν μέτοχοι και κοινωνοί αυτού του μεγαλείου που ανθρώπινες λέξεις και ανθρώπινες γλώσσες αδυνατούν να περιγράψουν και να ορίσουν.


Αλλά οι Τρεις Ιεράρχες δεν εστάθηκαν σε θεωρητικά κατασκευάσματα, προχώρησαν κατ' αρχήν βαθύτερα. Πριν απ' όλα καθόρισαν την σχέση που μπορεί να διέπει τον δάσκαλο με τον μαθητή, μία πρακτική και μία διάσταση Παιδείας, που σήμερα δυστυχώς έχουν ατονίσει αρκετά. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θα πει χαρακτηριστικά: «Ουδέν ούτω προς διδασκαλίαν επαγωγόν, ως το φιλείν και το φιλείσθαι» . «Τίποτε καλύτερο δεν διέπει την διδασκαλία παρά μόνο η αγάπη, δηλ. να αγαπά ο δάσκαλος και να αγαπάται από τον μαθητή». Δεν βλέπει άλλο κίνητρο διδασκαλίας ο Χρυσόστομος παρά μόνον την αγάπη για το παιδί. Να που βρίσκεται η ιδιαιτερότητα του διδάσκοντα. Πρώτος ο διδάσκαλος αγαπά και αυτή η αγάπη του εστιάζεται στο να χειραγωγήσει το παιδί από την φυσική αμάθεια σε πλατείς ορίζοντες όχι μόνον γνώσεως αλλά και τρόπου ζωής. Και ο τρόπος ζωής στον οποίο θα εθίσει ο διδάσκων το παιδί δεν είναι άλλος παρά η αγάπη! Και όταν μάθουν τα παιδιά μας να αγαπούν, θα ξέρουν τότε και τις αποκτηθείσες γνώσεις να αξιοποιήσουν σωστά, και να ζήσουν ρεαλιστικά και αρμονικά στο οικογενειακό και κοινωνικό τους περιβάλλον. Συχνά πιστεύουμε πως ο διδάσκων μιλά από θέση υπεροχής και αυθεντίας. Οι Τρεις Ιεράρχες προτείνουν μίαν άλλη θέση, αυτήν της καρδιάς του παιδιού! Το παιδί αντιλαμβάνεται πολύ εύκολα την αγάπη του δασκάλου, όταν αυτός μπορεί να αγαπά, και τότε τον τοποθετεί μες στην καρδιά του, χωρίς να μπορεί να κρύψει την αγάπη του γι' αυτόν. Η αποδοχή του διδάσκοντα σημαίνει αυτόματα και αποδοχή αυτών που επαγγέλλεται. Γι' αυτό και η αγάπη προηγείται πάντοτε της παροχής των οποιωνδήποτε γνώσεων. Όσοι διδάσκοντες εξεκίνησαν αντίστροφα, ή δεν κατάφεραν να αγαπήσουν το παιδί ή απέτυχαν οικτρά στην εκπαιδευτική τους απόπειρα. Δεν υπάρχει ίσως ωραιότερη στιγμή για τον εκπαιδευτικό από αυτήν που θα νιώσει ότι η παιδαγωγική του σπορά είχε καρπούς γνώσεων αλλά και αγάπης. Όταν θα νοιώσει τους μαθητές του να τον αγαπούν. Και τα παιδιά ξέρουν να αγαπούν. Ίσως και τότε να είναι η στιγμή της συνειδητοποιήσεως για τον διδάσκοντα πως το παιδί, το κάθε παιδί, γίνεται μέρος του εαυτού του, νους εκ του νοός του και καρδία εκ της καρδίας του, μέρος της υπάρξεως του. Έτσι, λοιπόν, η σχέση που διέπει διδάσκοντες και μαθητές είναι σχέση αγαπητική, σχέση προσωπική και σχέση αμοιβαιότητος. «Ουδέν ούτω προς διδασκαλίαν επαγωγόν, ως το φιλείν και φιλείσθαι» .


Οι Τρεις Ιεράρχες πληθωρικά απευθύνουν μηνύματα και παραινέσεις και προς τους γονείς. Γονείς, λένε, μην ξεχνάτε πως τα παιδιά σας είναι πρόσωπα, ως εικόνες του Τριαδικού Θεού, τρυφερές υπάρξεις και ολοκληρωμένες προσωπικότητες. Κάθε ενέργειά σας έχει βαθύ αντίκτυπο στην ευαίσθητη ύπαρξη τους. Πάνω από όλα όμως τα παιδιά προσβλέπουν προς τους μεγάλους, γονείς αλλά και διδάσκοντες, και η συμπεριφορά των μεγάλων είναι αυτή που καθορίζει το ήθος και την ψυχική διάπλαση, την διαμόρφωση οντολογικού φρονήματος αλλά και την μετέπειτα συμπεριφορά τους. Για να νοιώσουμε καλύτερα την βαρύτητα αυτών των λόγων, θα ήθελα να παραθέσω την χαρακτηριστική φράση του Γρηγορίου, όντας αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, για τον αδελφικό του φίλο τον Βασίλειο, σχολιάζοντας την μεγάλη αποδοχή που είχαν τα λόγια του, από τον λαό της Καππαδοκίας, αλλά και ολοκλήρου της Οικουμένης: «Βροντή σείο λόγος, αστεροπή δε βίος» . «είναι ο λόγος σου βροντή, γιατί η ζωή σου είναι αστραπή».


Έτσι, λοιπόν, και εμείς, αγαπητοί γονείς και αγαπητοί διδάσκαλοι, για να είναι ο λόγος μας βροντή και να ακούγεται από τα παιδιά μας, χρειάζεται η ζωή μας να είναι αστραπή, κρυστάλλινη, δυναμική και διάφανη. Απατώνται όσοι πιστεύουν ίσως ότι τα παιδιά μας ακούν μόνο τα λόγια μας και αγνοούν ή αδιαφορούν για το ήθος μας. Ο ιερός άμβων θέλει στο σημείο αυτό να καταθέσει ενώπιον Σας την εμπειρία του ως εκπαιδευτικού. Η βιοτή μας είναι αυτή που γίνεται κομιστής των λόγων μας μπροστά στα γεμάτα αναζήτηση μάτια των παιδιών και τον ανέγγιχτο ψυχικό τους κόσμο. Αυτή βεβαιώνει την αληθινότητά τους. Χωρίς βιοτή παιδαγωγική ενδεδειγμένη, το εκπαιδευτικό μας έργο δεν έχει κύρος μπροστά στα μάτια των παιδιών. Οι Τρεις Ιεράρχες εδώ δανείζονται έναν πολύ μικρό λόγο του Χριστού, όταν Εκείνος απέστειλε τους μαθητές Του να διδάξουν (σ)τον κόσμο, ο οποίος λέει λακωνικά: «του ποιήσαι και διδάξαι» . Να το θεμέλιο της διδαχής και της διδασκαλίας. Πρώτα θα ποιήσει ο διδάσκων και μετά θα διδάξει. Πρώτα θα ποιήσει ο γονιός και ύστερα το παιδί θα ακολουθήσει το παράδειγμά του. Πώς θα περίμενε κανείς να ενεργήσει θετικά το παιδί, όταν το παράδειγμα των μεγάλων που το χειραγωγούν, γονιών ή εκπαιδευτικών, είναι αρνητικό; Πώς το παιδί θα διάγει εν ειρήνη, όταν οι μεγάλοι με την αρνητική τους συμπεριφορά του διαταράσσουν τον αρμονικό του κόσμο; Πώς το παιδί θα αποδώσει δικαιοσύνη, όταν βλέπει τους μεγάλους τριγύρω του να αδικούν κατάφωρα, ασύστολα, σε βάρος των άλλων; Πώς τα παιδιά μας θα ασχοληθούν με τα μεγάλα και υψηλά, όταν βλέπουν τους μεγάλους να αναλώνονται σε μικρότητες και ανούσιος διαξιφισμούς; Πώς, τέλος, το παιδί θα καλλιεργήσει ενότητα και συνεργασία, όταν βλέπει τους μεγάλους να φατριάζουν, να διχάζονται, να υποβλέπει και να υποσκάπτει ο ένας τον άλλον, χωρίς να ομονοούν; «Βροντή σείο λόγος, αστεροπή δε βίος» .


Θεωρώντας ότι αναμεταδίδω τον απόηχο της διδασκαλίας των Τριών Ιεραρχών με ένα σχήμα, θα μπορούσα να πω πως την κάθε χώρα στον κόσμο, δυο παράγοντες, δυο φορείς την κυβερνούν: οι πολιτικοί άρχοντες και οι διδάσκοντες εκπαιδευτικοί, αλλά με μία ...μικρή διαφορά: οι πολιτικοί άρχοντες κυβερνούν την κάθε χώρα του σήμερα, μα οι διδάσκοντες εκπαιδευτικοί την κάθε χώρα του αύριο. Όντας, λοιπόν, «κυβερνήτες» της νέας γενιάς που ανατέλλει στο νέο παγκοσμιοποιημένο κοινωνικό ορίζοντα, καλούμαστε όλοι μας, να χαράξουμε πορεία, μέσα από την οποία θα περάσει το ιστορικό γίγνεσθαι του αύριο. Η δική μας στάση και οι δικές μας επιλογές θα είναι αυτά που θα εγκαλέσουν την μνήμη ή την λήθη της Ιστορίας. Οι Τρεις Ιεράρχες μας κληροδότησαν παράδειγμα: υπήρξαν Οικουμενικοί Διδάσκαλοι!...


Τέλος, σε εσάς, αγαπημένα μας Παιδιά, θα ήθελα να απευθύνω τον τελευταίο λόγο. Αν με ερωτούσατε τι τάχα θα είχα να σας προτείνω ως σηματοδότη στην προσωπική σας πορεία, θα σας απαντούσα ανεπιφύλακτα: τους τρεις Ιεράρχες!... Σας βεβαιώνω πως έχουν όλα τα χαρακτηριστικά που επίμονα αναζητά ένα παιδί, ένας έφηβος, ένας νέος, και θα εκπληρώσουν απόλυτα τις αυγινές σας προσδοκίες. Σας καλώ να κάμετε κάτι που θέλω να πιστεύω ότι θα είναι σταθμός στην ζωή σας.


Βρισκόμαστε στο χώρο της Μητέρας μας Εκκλησίας, του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου. Είναι αυτό που επί αιώνες ολόκληρους κράτησε άσβεστη τη δάδα της Παιδείας των Τριών Ιεραρχών. Είναι επίσης ο χώρος που συστήθηκε ιστορικά το Πανδιδακτήριο, το πρώτο Πανεπιστήμιο συνόλου του κόσμου, εκείνο της Μαγναύρας, ως απότοκο του Πνεύματος και της Παιδείας των Τριών Ιεραρχών. Το Πατριαρχείο μας αποδείχτηκε πρότυπο της καλλιέργειας των Γραμμάτων και της διαχρονικής Παιδείας, αναδεικνύοντας μεγάλους διδασκάλους, που υπηρέτησαν την Εκκλησία και το Γένος. Το ίδιο και σήμερα, στην ίδια προοπτική, διακρίνεται αυτό σε ολάκερη την Οικουμένη. Η Μητέρα αυτή Εκκλησία ιστορικά, και ελεύθερη αλλά και Σταυρωμένη, καλλιέργησε με συνέπεια τα Γράμματα και την Παιδεία. Και εσείς έχετε το ιστορικό προνόμιο να ζείτε, να σπουδάζετε και να κινείσθε στους κόλπους της. Να επιδοθείτε στις σπουδές σας συνολικά. Να μελετήσετε τους Πατέρες, να τους καταστήσετε σηματοδότες στην πορεία σας. Με οδηγό, αρωγό κα συνοδοιπόρο τον άρχοντα των Πατέρων του Πατριαρχείου μας, τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη, να πορευθείτε στη ζωή σας. Η Μητέρα Εκκλησία έχει φροντίσει, ώστε η Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή να είναι ένα πρότυπο. Μαζί με τη Φυσική, τα Μαθηματικά, τη Φιλοσοφία, τα οποία ήταν τα θεμελιώδη μελετήματα των Αρχαίων Ελλήνων, η Σχολή αυτή και τα άλλα Ιστορικά Σχολεία της Πόλεως, το Ζάππειο και το Ζωγράφειο, τα οποία απέδωσαν και συνεχίζουν αταλάντευτα να αποδίδουν καρπούς, καλλιεργούν και τις νέες επιστήμες που προέκυψαν στην ιστορική διαδρομή της ανθρωπότητος, όπως ακριβώς θα το ήθελαν οι Τρεις Ιεράρχες. Έτσι, θα αποδειχτείτε αληθινοί Ρωμιοί, διάδοχοι και συνεχιστές των Αγίων που τιμούμε σήμερα, εσείς, η ελπίδα και το καμάρι της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, της Μεγάλης Μάνας μας, η απαντοχή του Γένους και της πονεμένης Ρωμιοσύνης.


Εσείς, παιδιά μας αγαπημένα, που αποτελείται την παρηγοριά του σήμερα και την ελπίδα του αύριο, δώστε εσείς την βεβαιότητα της νιότης, του «άμες δε γ' εσόμεθα πολλώ κάρονες» του αρχαίου χορού των Σπαρτιατών, που στην απλή γλώσσα μεταφράζεται «εμείς θα γίνουμε πολύ καλύτεροί σας», στηριγμένοι στο αρχέτυπο Παιδείας και στην οικουμενικότητα των Τριών Ιεραρχών. Πάρτε πυξίδα και προχωρείτε θαρρετά. Οι Τρεις Ιεράρχες είναι η πυξίδα σας, αυτοί είναι τα «πυξία του Πνεύματος» . Και να είστε σίγουροι πως θα γίνετε σηματοδότες, σηματοδότες ζωής, σηματοδότες πολιτισμού, σηματοδότες του νέου Ευρωπαϊκού και παγκοσμιοποιημένου οικουμενικού πολιτισμού, και πάνω απ' όλα, σηματοδότες της αενάου Εκκλησιακής Ορθοδοξίας.


ΛΟΓΟΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΕΠΙ ΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

"...Oι ιερές μορφές των Τριών Ιεραρχών αποτελούν για τους νέους μας, όχι μόνο φωτεινά πρότυπα ζωής, αλλά και άσειστους πυλώνες αντίστασης ενάντια στον ολοκληρωτισμό που επαγγέλλονται οι θιασώτες της Παγκοσμιοποίησης και της Νέας Τάξης Πραγμάτων..."


"... ένας από τους βασικούς μας στόχους πρέπει, να είναι η διατήρηση και η προβολή της πολιτιστικής μας ετερότητας, και αυτήν ακριβώς την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και διασώζει και η σημερινή εορτή των Τριών Ιεραρχών..."


«Πάντες οι των λόγων αυτών ερασταί, συνελθόντες ύμνοις τιμήσωμεν.


Αυτοί γαρ τη Τριάδι, υπέρ ημών αεί πρεσβεύουσιν»


Λαμπρή και ευφρόσυνη είναι η σημερινή ημέρα, κατά την οποία η Αγία μας Εκκλησία –μέσα στα πλαίσια του ετήσιου λειτουργικού της κύκλου– τιμά τους τρεις Μεγάλους Πατέρες και Διδασκάλους του γένους μας. Αναφερόμαστε, φυσικά, στους Τρεις Ιεράρχες, το Μεγάλο Βασίλειο, Αρχιεπίσκοπο Καισαρείας της Καππαδοκίας, τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, και τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, Αρχιεπίσκοπο, επίσης, Κωνσταντινουπόλεως. Λαμπρή, λοιπόν, και ευφρόσυνη η σημερινή ημέρα, και ανάλογα αισθήματα χαράς θα έπρεπε, να γεννά στις ψυχές, αυτών που τιμούν τα ιερά πρόσωπα των τριών εκφραστών της Ορθόδοξης Θεολογίας, και του ελληνικού πολιτικού, ποιητικού, και φιλοσοφικού, γενικότερα, λόγου. Δυστυχώς, όμως, την πνευματική λαμπρότητα και ευφροσύνη του φετινού μας εορτασμού σκιάζει –όχι για πρώτη φορά– το κράτος του φόβου και της αγωνίας, το οποίο συνέχει ασφυκτικά τις καρδιές όσων αναζητούν με «απαθές πάθος» μέσα στην παράδοσης του λαού μας –δηλαδή, μέσα στην πολιτιστική ταυτότητα της Ρωμιοσύνης– την απάντηση για τα ουσιώδη και αιώνια ερωτήματα της ζωής και του θανάτου, της ελευθερίας και της ισότητας, της αγάπης και της δικαιοσύνης, του πρώτου και του έσχατου, σε τελική ανάλυση, νοήματος του ανθρώπινου βίου.


Αιτία του «φθοροποιού» –και όχι «χαροποιού», όπως θα άρμοζε στην περίσταση– πένθους μας είναι το επίκαιρο αίτημα του χωρισμού της Εκκλησίας από το Νεοελληνικό Κράτος, που συχνά επανέρχεται στο προσκήνιο της πολιτικής και δημοσιογραφικής επικαιρότητας. Δεν είμαστε, φυσικά, αρμόδιοι για την επίλυση του συγκεκριμένου ζητήματος, ούτε τολμάμε, να αντιπαραβάλλουμε την προσωπική μας κρίση στα επιχειρήματα των ειδικών (επιστημόνων, δημοσιογράφων, και πολιτικών). Δεν μπορούμε, όμως, παρά να θέσουμε στους εαυτούς μας, απλά και αυθόρμητα, με ειλικρίνεια και ρεαλισμό, το ερώτημα: Θα έχει, άραγε, θέση στο εκπαιδευτικό σύστημα της πατρίδας μας η εορτή των Τριών Ιεραρχών μετά από έναν ενδεχόμενο χωρισμό της Εκκλησίας από το Νεοελληνικό Κράτος; Μήπως, τελικά, η κατάργηση του εορτασμού της μνήμης των Τριών Ιεραρχών είναι μία, ακόμη, αναπόφευκτη συνέπεια της ευρωπαϊκής πορείας της πατρίδας μας, μια θυσία του Ελληνισμού στο βωμό του νέου πολιτιστικού μορφώματος της εποχής μας, που από πολλούς χαρακτηρίζεται ως Παγκοσμιοποίηση και Νέα Τάξη Πραγμάτων; Θα συνεχίσουν, άραγε, να τιμούν τη σημερινή εορτή τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, ή –για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια ενός σύγχρονου θεολόγου– «...έχουμε το τραγικό προνόμιο, να ζούμε το ιστορικό τέλος ενός πολιτισμού που έζησε για περισσότερο από τρεις χιλιάδες χρόνια...»; Μια ενδεχόμενη καταφατική απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι η αιτία του σημερινού μας φόβου, του πένθους και της αγωνίας μας.


Είναι πιθανό, μετά τα όσα αναφέραμε, να κατηγορηθούμε ακόμη και από τους καλοπροαίρετους συνανθρώπους μας, ότι υπερβάλλουμε ή κινδυνολογούμε. Το ενδεχόμενο αυτό μας αναγκάζει, να γίνουμε σαφέστεροι, εξηγώντας συνοπτικά τους λόγους, για τους οποίους θεωρούμε σημαντική και ουσιώδη την παρουσία της εορτής των Τριών Ιεραρχών μέσα στα πλαίσια των επίσημων εορτών του εκπαιδευτικού μας συστήματος, και αφήνοντας την αποτίμηση της σκέψης μας στην προσωπική κρίση και εκτίμηση των ακροατών μας.


Α. Κατά πρώτο, λοιπόν, λόγο εκτιμάμε, ότι ένας από τους βασικούς στόχους της πατρίδας μας –κατά τη δύσκολη, από κάθε άποψη, πορεία της μέσα στο σύγχρονο κόσμο– πρέπει να είναι η διατήρηση και η προβολή της πολιτιστικής μας ετερότητας. Σε αντίθετη περίπτωση καραδοκεί ο ενδεχόμενος κίνδυνος της πολιτιστικής και, κατά συνέπεια, εθνικής μας αφομοίωσης από λαούς, που είτε υπερτερούν πληθυσμιακά και τεχνολογικά, είτε υπερέχουν με βάση την πολιτική και οικονομική τους δύναμη. Ο Ελληνισμός, ως πολιτιστικό και εθνικό μέγεθος, επέζησε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας για περισσότερους από τέσσερις αιώνες χωρίς «σύνορα», γιατί οι υπόδουλοι Έλληνες ήξεραν πολύ καλά, ότι τα σύνορα του Ελληνισμού διασώζονταν μέσα στην ετερότητα της πολιτιστικής τους παράδοσης. Τα «σύνορα» του Ελληνισμού βρίσκονταν στη χρήση της ελληνικής γλώσσας, στη λατρευτική πράξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στην αργία της Κυριακής, στον καθορισμό της ημερομηνίας του εορτασμού του Πάσχα. Αυτά ήταν τα πραγματικά «όρια», που διέκριναν με ασφάλεια το Ρωμιό από τον αλλόπιστο Τούρκο και τον αλλόδοξο Φράγκο. Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο, το ότι στη συνείδηση του λαού μας η απώλεια της Ορθόδοξης Πίστης σήμαινε, ταυτόχρονα, την απώλεια και της εθνικής συνείδησης, όσων υπέκυψαν, τελικά, στον πειρασμό του εξισλαμισμού (ο τάδε Τούρκεψε, δηλαδή εξισλαμίστηκε, λεγόταν χαρακτηριστικά). Αυτή, ακριβώς, η πολιτιστική ετερότητα είναι, κατά την ταπεινή μας κρίση, η ασφαλιστική δικλείδα, πάνω στην οποία θα έπρεπε, να στηριχθεί η προάσπιση του Ελληνισμού στο σύγχρονο κόσμο, και αυτήν ακριβώς την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και διασώζει η «ασύγχυτη και άτρεπτη», αλλά, ταυτόχρονα, «αδιαίρετη και αχώριστη», ένωση του Ελληνισμού με την Ορθοδοξία μέσα στα στενά –σε σχέση με το πραγματικό μεγαλείο του πολιτισμού της Ρωμιοσύνης– ιστορικά πλαίσια του Νεοελληνικού κράτους. Αυτήν, ακριβώς, την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και η σημερινή εορτή των Τριών Ιεραρχών.


Β. Ένας ακόμη λόγος, που καθιστά σημαντική την παρουσία της εορτής των Τριών Ιεραρχών μέσα στα πλαίσια των επίσημων εορτών του εκπαιδευτικού μας συστήματος, είναι και η ανάγκη προβολής, κυρίως προς τους νέους ανθρώπους (όπως οι μαθητές και οι μαθήτριες των σχολειών μας), υψηλών προτύπων ζωής και δημιουργίας. Ζούμε, δυστυχώς, σε μια εποχή πνευματικού κατήφορου, που τα ποικιλώνυμα σκουπίδια του έντυπου, τηλεοπτικού, και ηλεκτρονικού λόγου απειλούν, κυριολεκτικά, να μας πνίξουν. Ζούμε σε μια εποχή, που προβάλλει, δοξάζει, και ιεροποιεί τις τυχάρπαστες και παρακμιακές φυσιογνωμίες των πρωταγωνιστών των διάφορων Reality shows. Ζούμε σε μια εποχή, που φιλοδοξεί να στερήσει από το σύγχρονο άνθρωπο –στο όνομα μιας κακώς εννοούμενης ανταγωνιστικότητας και εξειδίκευσης– το δικαίωμα της ελεύθερης και κριτικής σκέψης, το δικαίωμα, σε τελική ανάλυση, του αυτοπροσδιορισμού της προσωπικότητας και της ιστορικής του μοίρας. Σε μια τέτοια, λοιπόν, εποχή οι ιερές μορφές των Τριών Ιεραρχών, ως ανθρώπων που αγάπησαν και υπηρέτησαν με πάθος την παιδεία και τα γράμματα, ως ανθρώπων που συνδύασαν με άριστο τρόπο την επιστημονική γνώση και την αγιότητα (νοούμενη ως Θέωση, κατά την Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας), ως ανθρώπων που ένωσαν τη Θεολογία της Εκκλησίας με το μέγιστο πνευματικό δημιούργημα της παγκόσμιας ιστορίας, δηλαδή την πολιτιστική παράδοση του Ελληνισμού, ως ανθρώπων, τέλος, που αγωνίστηκαν σθεναρά για την επικράτηση της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης στις ανθρώπινες κοινωνίες, αποτελούν για τους νέους μας, όχι μόνο φωτεινά πρότυπα ζωής, αλλά και άσειστους πυλώνες αντίστασης ενάντια στον ολοκληρωτισμό της νέας εποχής, που επαγγέλλονται οι θιασώτες της Παγκοσμιοποίησης και της Νέας Τάξης Πραγμάτων.


Ας παρακαλέσουμε, λοιπόν, όλοι μαζί τους Τρεις Μεγάλους Πατέρες και Οικουμενικούς Διδασκάλους του γένους μας, που σήμερα εορτάζουν, να σκεπάζουν με τις Θεόδεκτες προσευχές και πρεσβείες τους τις μαθήτριες και τους μαθητές των σχολείων της πατρίδας μας, αλλά και ολόκληρο το γένος των Ορθόδοξων Χριστιανών, και να μας αξιώνουν, να τους τιμάμε με καθαρή καρδιά –όχι μόνο εμείς, αλλά και τα παιδιά μας, και τα παιδιά των παιδιών μας– κάθε χρόνο τέτοια ημέρα «εις αιώνας αιώνων».


Μπερκουτάκης Μιχαήλ Θεολόγος - Εκπαιδευτικός

Τρία χελιδόνια φέρνουν την Άνοιξη! Οι Τρεις Ιεράρχες

του θεολόγου π.Παντελεήμωνος Κρούσκου


Οδεύουμε προς την εορτή των Τριών Ιεραρχών! Η διδασκαλία τους για ορθόδοξη ασκητική, μυστηριακή ζωή, ελληνική παιδεία, αλληλεγγύη, κοινοκτημοσύνη και βαθιά αγάπη έμπρακτη στον Θεό και τον Άνθρωπο είναι περισσότερο επίκαιρη σήμερα παρά ποτέ!


Εορτάζει η ΕΚΚΛΗΣΙΑ! Όχι μόνον η Παιδεία η ελληνική και οι δάσκαλοι.

Εορτάζουν οι θεολόγοι, οι μοναχοί, οι αρχιερείς, οι κληρικοί, οι καθηγητές,οι δάσκαλοι, οι σπουδαστές, οι ποιητές, οι φιλόσοφοι, οι ιατροί, οι ηγεμόνες,οι παιδαγωγοί, οι ρήτορες,οι φιλόλογοι, οι βιολόγοι, οι φυσικοί,οι πολιτικοί επιστήμονες, οι κοινωνικοί και δημόσιοι λειτουργοί, οι συγγραφείς,οι αγωνιστές, οι καθηγητές του εργατικού δικαίου, οι δικαστικοί, οι νομικοί, οι εργαζόμενοι, οι ακτιβιστές, οι εθελοντές παντός είδους, αστρονόμοι, μαθηματικοί, αρχαιοδίφες, ερευνητές,οι νοσοκόμοι, οι ψυχολόγοι και ψυχίατροι, οι πατέρες, οι αναλυτές, οι καλλιτέχνες, οι ευεργέτες, οι πλούσιοι και οι πένητες, οι εν τω κόσμω και οι ασκητές, οι φίλοι και οι συγγενείς...οι.. οι... οι...

Τρείς Ιεράρχες, οικουμενικής και πανανθρώπινης εμβέλειας!


 


Μέγας Βασίλειος. Ο Πατέρας των Πατέρων. Ασκητική αρχοντιά, πρότυπο παιδαγωγού, ελεήμων και φιλάνθρωπος μέχρι θυσίας εσχάτης, κατήγορος του πλούτου, κρουνός θεολογίας, χάρακας της ορθόδοξης πατερικής παράδοσης, λειτουργός ισάγγελος και προφήτης θεηγόρος των οραμάτων του Θεού, ζωντανή εικόνα του ευαγγελίου του Χριστού.


Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ο ευαίσθητος και ατσαλένιος ταυτόχρονα. Ποιητής και ησυχαστικός και μαζί δραστήριος πρόμαχος της ορθοδοξίας και πατέρας της δοκιμαζόμενης εκκλησίας. Αετός υψιπετής της θεολογίας. Ζωντανό και πλήρες δοχείο του αγίου πνεύματος. Εικόνα ζωντανή της Ειρήνης του Θεού. Ο κανόνας της Εκκλησίας και δεύτερος Ιωάννης.


Ιερός Χρυσόστομος. Ο ασυμβίβαστος γίγαντας. Ο φιλάσθενος και αδαμάντινος στύλος της εκκλησίας. Ο έλεγχος και ο διδάσκαλος. Ο δεύτερος Πρόδρομος και υπερασπιστής των αδικημένων. Ο πατέρας των απλών και καταπονημένων. Ο κανόνας της εγκρατείας και πηγή της αστείρευτης φιλανθρωπίας. Ο χρυσός ποταμός της ευαγγελικής ερμηνείας,ο άλλος Παύλος, ο δέκατος τρίτος Απόστολος!



Λίγες ταπεινές σκέψεις για τους Τρείς Μεγάλους...


Οι Τρεις Ιεράρχες είναι ίσως τα πιό εμβληματικά πρόσωπα της ελληνορθοδοξίας. Και όταν λέμε ελληνισμό, δεν εννοούμε το βαυαρικό μόρφωμα και κρατίδιο, αλλά την μακραίωνη παράδοση από το φως της αρχαιότητας ως την αναγέννηση του έθνους, αυτή πού βρίσκεται στην ομηρική, κλασσική και ρωμαίϊκια γλώσσα, στο ερώτημα, την επιστήμη, την γνώση, την θεοσέβεια, το μαρτύριο, την χαρμολυπική ψυχή, τον πανηγυρικό καημό της ρωμηοσύνης.


Και όταν λέμε ορθοδοξία εννοούμε την βιωματική, πατερική, νηπτική πίστη των πατέρων, των ασκητών, των μαρτύρων και των διδασκάλων και όχι τον στείρο γερμανικό ευσεβισμό των νεοελλήνων και την κατασκευασμένη κρατική θρησκεία. Γι αυτό είναι προστάτες των Ιερών Γραμμάτων και όχι των γραμμάτων, της ανθρωπινής επιστήμης και όχι της επιστήμης, της βιωματικής πίστης και όχι της παραμορφωμένης θρησκείας.Καιρός να τους δούμε σαν παππούδες, πατέρες και αδελφούς μας, πού μας φέρνουν την Σοφία από το παρελθόν, την Ασφάλεια στο παρόν και την Ελπίδα στο μέλλον.


Είναι οι άνθρωποι του πόνου. Έζησαν με τους λεπρούς, τους ασθενείς και τους κατατρεγμένους, τους διακόνησαν, τους υπεράσπισαν και βίωσαν οι ίδιοι τον διωγμό και τον κατατρεγμό. Είναι οι πολύ δικοί μας άνθρωποι, πού πόνεσαν όπως και σύ, ασθένησαν όπως και σύ, αγάπησαν και τα πάντα ίσχυσαν με την δύναμη του Χριστού πού ενδυνάμωνε. Είναι οι εμβληματικοί άνθρωποι του πόνου. Ιατροί επιστήμονες των νοσημάτων της ψυχής και του σώματος, ιατροί για τους άλλους, βασανιστές για τον εαυτό τους στο καμίνι της προσφοράς.


Είναι οι ορθοί θεολόγοι, οι ακατάβλητοι, πού ότι στερέωσαν στο χαρτί το πλήρωσαν με αίμα, βάσανο και πόνο.Αυτοί πού έγιναν όργανα και κιθάρες του Πνεύματος. Πού είπαν στο εγώ και την σοφία τους, σοφία σπάνια ανάμεσα στους φιλοσόφους των αιώνων: «κάμε παραπέρα, να μιλήσει το Πνεύμα». Οι ισχυροί πού φάνηκαν εξουθενωμένοι, οι διανοητές πού μωράνθηκαν από μόνοι τους και έκαμαν χώρο στην Σοφία την άνωθεν, για να μην κενωθεί του Σταυρού το κήρυγμα. Των τεχνολόγων την επίδειξη αυτοί την έδειξαν πολυλογία ματαιόδοξη. Και χρυσολόγοι όντες φάνηκαν βάσεις της Θεολογίας της αληθινής.


Οι τρείς ιεράρχες, τέλος είναι ο ζωντανός λόγος του Χριστού, ο εσαρκωμένος Χριστός ο ίδιος, οι ενχριστωμένοι, οι ένθεοι, οι αυθεντικές εικόνες της θεότητος, πού δείχνουν πού μπορεί να φτάσει και τί οφείλει ο χριστιανός. Είναι η ευσεβής αποθέωση του ανθρώπου, αυτή η μέσα στα πλαίσια της ορθοδόξου θεολογίας, απάντηση στον υπάνθρωπο και τον υπεράνθρωπο, της μίζερης και δυναμικής φιλοσοφίας του κόσμου. Οι δυνατοί αδύναμοι!


Αποκαθηλώστε τους τρείς ιεράρχες από τα ασφυκτικά δασκαλίστικα κάδρα, από τα ξενικά απρόσιτα βάθρα για να έρθουν να βαδίσουν δίπλα μας, ουρανοβάμονες, επίγειοι άγγελοι οδηγοί προς τα άνω, πορτιέρηδες του παραδείσου. Αυτούς τους τόσο διαφορετικούς και τόσους κοντινούς μας. Είναι η μόνη οφειλόμενη επαναστατική πράξη σε έναν κόσμο χωρίς οδοδείκτες. Τότε θα ζωντανέψει ο λόγος του Κυρίου: «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωὴ· ἐγώ εἰμι ἡ θύρα.» Τότε θα εισέλθουμε και θα εξέλθουμε και νομήν ευρήσουμε.



Ο μέγας Βασίλειος για την Ελληνική Παιδεία: Ο Μωϋσής πρώτα παιδεύτηκε στην σοφία των Αιγυπτίων και μετά στην γνώση του Θεού. Ο Δανιήλ πρώτα παιδεύτηκε στην γνώση των Χαλδαίων και μετά στην θεϊκή σοφία. Και ο Έλληνας χριστιανός είναι χρήσιμο να αντλεί τα ωφέλιμα πρώτον από την θύραθεν φιλοσοφία για να προχωρήσει ανετότερα στην μελέτη των ιερών γραμμάτων!


Το 1100 οι Έλληνες τσακώνοταν για το ποιός από τους τρείς ιεράρχες ήταν σπουδαιότερος! Όχι μόνο με αγιολογικά και ιστορικά επιχειρήματα, αλλά και με λόγια και θεολογικά. Και όταν λέμε τσακώνοταν το εννοούμε. Πιάνονταν στα χέρια! Αυτοί ήταν οι τσακωμοί τους! Το «βάρβαρο» 1100! Επί Κομνηνών. Το γράφω επειδή κάποιοι μιλάνε για «βυζαντινό μεσαίωνα». Όχι τίποτα άλλο; Σήμερα γιατί τσακώνονται οι Έλληνες; Για ποιά ομάδα βάζει την μπάλα στο τέρμα συχνότερα και ποιός έχει πιό τζαμάτο αυτοκίνητο και ποιός υπερέχει του άλλου στο βόλεμα και την ανηθικότητα και την αμορφωσιά... Βγάλτε συμπέρασμα. Μήπως εμείς ζούμε έναν βάρβαρο μεσαίωνα;


Ιερέας της Ανατολικής Εκκλησίας - π.Παντελεήμων Κρούσκος

Άγιος Πέτρος Βασιλέας των Βουλγάρων

Ο Άγιος Πέτρος ήταν τσάρος της Βουλγαρίας (927 - 967 μ.Χ.) και υιός του βασιλέως Συμεών. Είχε νυμφευθεί την εγγονή του βασιλέως Ρωμανού Λεκαπηνού (920 - 944 μ.Χ.), Μαρία, η οποία μετονομάσθηκε σε Ειρήνη, λόγω της ειρήνης που επικράτησε μεταξύ Βυζαντινών και Βουλγάρων.


Ο Άγιος αγωνίσθηκε εναντίον της αιρέσεως των Βογομίλων ακολουθώντας τη διδασκαλία του Αγίου Ιωάννου της Ρίλας . Μετά από έναν ανεπιτυχή πόλεμο με την Ουγγαρία και τη Ρωσία, κοιμήθηκε το έτος 967 μ.Χ.


Οσία Πελαγία του Ντιβέεβο

Η Πελαγία Ιβάνοβνα Σερεμπρενίκοβα γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1809 μ.Χ. στο Αρζαμά της Ρωσίας. Οι γονείς της, Ιβάν Ιβάνοβιτς Σουρίν, έμπορος στο επάγγελμα και η μητέρα της Παρασκευή Ιβάνοβνα Μπεμπέσεβα, απόκτησαν αλλά δυο παιδιά, τον Ανδρέα και τον Ιωάννη. Ο Ιβάν έφυγε γρήγορα από το μάταιο τούτο κόσμο, αφήνοντας την Παρασκευή σε νεαρή σχετικά ηλικία μόνη με τα τρία της παιδιά. Η τελευταία ξαναπαντρεύτηκε με τον Αλεξέι Νικήτιτς Κορόλεφ, άνθρωπο αυστηρό και ανάλγητο - μια συμπεριφορά που ακολουθήθηκε και από τα παιδιά της πρώτης του γυναίκας, κάνοντας τη διαβίωση μέσα στο σπίτι για την Πελαγία και τ' αδέλφια της σωστό μαρτύριο. Μικρή ακόμα η όσια αρρώστησε βαριά, για να μείνει στο κρεβάτι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν επιτέλους σηκώθηκε ήταν ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος. Ενώ προηγουμένως ήταν εξαιρετικά έξυπνη με πλήρη διαύγεια πνεύματος, τώρα άρχισε να κάνει διάφορες ανοησίες. Έβγαινε χειμωνιάτικα στον κήπο, σήκωνε τη φούστα της, στεκόταν στο ένα πόδι και στροβιλιζόταν γύρω-γύρω σαν μπαλαρίνα, βγάζοντας ταυτόχρονα ακατανόητες κραυγές. Τη μάλωναν και την έδερναν χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Όπως η ίδια ή μητέρα της αφηγήθηκε χρόνια μετά, είχε υποπτευθεί ότι από τότε ή Πελαγία πήρε την κλίση για τη σαλότητά της, παρόλο που τότε αυτό ήταν ότι χειρότερο για την ήδη ταλαιπωρημένη οικογένεια.


Μεγαλώνοντας η Πελαγία έγινε μια πολύ ωραία κοπέλα με ξεχωριστή κορμοστασιά. Ήταν ψηλή, στητή, με φυσικά όμορφα χαρακτηριστικά στο πρόσωπο. Πολλοί γαμπροί αψηφούσαν την παράξενη συμπεριφορά της και τη ζητούσαν σε γάμο. Από τη μεριά της μητέρας της αυτό ήταν καλοδεχούμενο για μια φτωχή ορφανή και σαλή συνάμα. Η Πελαγία όμως άκουγε μέσα της μυστική φωνή, που την καλούσε στον ερημικό δρόμο των πραγματικών εραστών του θείου πόθου. Η εποχή όμως δεν προσφερόταν για ανταρσία. Έτσι στα 19 της χρόνια παντρεύτηκε το Σεργκέι Βασίλιεβιτς Σερεμπρένικωφ. Ο γάμος έγινε στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στον Αρζαμά, στις 23 Μαΐου 1828 μ.Χ. Ο νεαρός σύζυγος της θέλοντας να την βοηθήσει με την αλλόκοτη συμπεριφορά της, την πήρε μαζί με τη μητέρα της στον Άγιο Σεραφείμ (βλέπε 2 Ιανουαρίου) στο ερημητήριό του στο Σαρώφ. Ο Άγιος, αφού τους καλωσόρισε, τους έστειλε στο αρχονταρίκι κρατώντας την Πελαγία κοντά του για συνομιλία. Αργότερα όταν ο Σεργκέι με την πεθερά του πήγαν ξανά στο κελί να δουν γιατί αργοπορεί η Πελαγία, βρήκαν τον Άγιο Σεραφείμ να κάνει μια εδαφιαία μετάνοια στην Οσία και να της δίνει ένα κομποσχοίνι, αποκαλώντας την Ματιούσκα. Ο Ιβάν Ταμπάρτσεφ, συγκελιώτης του Αγίου Σεραφείμ, που ήταν παρών, ανέφερε ότι όταν η Πελαγία έφυγε, τον πλησίασε ο Άγιος και του είπε ότι η γυναίκα αυτή θα γινόταν ένα αστέρι που θα φώτιζε όλη τη Ρωσία.


Η αλλόκοτη συμπεριφορά της εξόργιζε τον άντρα της. Έκανε ολονύχτιες αγρυπνίες, κοιμόνταν σε φέρετρα, ζητιάνευε, μοίραζε τα χρήματα που της έδινε ο σύζυγός της στους φτωχούς, γυρνούσε ημίγυμνη στους δρόμους. Τελικά ο άνδρας της την έδιωξε από το σπίτι. Έτσι επέστρεψε στο σπίτι της μητέρας της όπου την περίμεναν νέες θλίψεις. Τα παιδιά του πατριού της τη μισούσαν και ο ίδιος ο Αλεξέι Νικήτιτς Κορόλεφ την έδερνε. Η μικρότερη του κόρη τη φθονούσε ιδιαίτερα και έβαλε κάποιο καλό σκοπευτή να τη σκοτώσει την ώρα που η όσια γυρνώντας στην πόλη έκανε τις «παλαβομάρες» της. Αστοχώντας όμως άκουσε την Πελαγία να του λέει ότι αντί αυτήν πυροβόλησε τον εαυτό του. Η προφητεία αύτη επαληθεύτηκε μετά από λίγο καιρό. Ο σκοπευτής αυτοκτόνησε με πυροβολισμό.


Μετά από όλα αυτά η μητέρα της αποφάσισε να ξαναεπισκεφτεί τον όσιο Σεραφείμ στο Σαρώφ. Εκεί του ανάφερε τα γεγονότα από την τελευταία τους επίσκεψη μέχρι τη μέρα εκείνη και ζήτησε τη συμβουλή του. Ο γέροντας αφού άκουσε προσεχτικά όσα η πονεμένη μάνα του είπε, τη συμβούλεψε να μην δένουν την Πελαγία, αλλά να την αφήσουν ελεύθερη ν' ακολουθήσει το θεάρεστο δρόμο της. Από τη μέρα εκείνη δεν την εμπόδιζαν να κάνει ό,τι αύτη ήθελε. Όλες σχεδόν τις νύχτες τις περνούσε στο προαύλιο του ναού, οπού στο ύπαιθρο προσευχόταν ολονυκτίς με κατανυκτικότατα δάκρυα. Τις μέρες ντυμένη με κουρέλια γυρνούσε στους δρόμους όπου ουρλιάζοντας καλούσε τους πάντες στην αγάπη του Θεού. Πέρασαν έτσι τέσσερα χρόνια. Το 1837 μ.Χ., όταν κοιμήθηκε ο όσιος Σεραφείμ, τη συνάντησε στο δρόμο η γερόντισσα Ιουλιανή Γρηγορίεβα, μοναχή στο μοναστήρι του Ντιβέγεβο, που διακρινόταν για το προορατικό της χάρισμα και ζήτησε από τη μητέρα της Πελαγίας να της δώσει άδεια να την πάρει μαζί της. Έτσι και έγινε. Πριν φύγουν από το σπίτι η Πελαγία έκανε εδαφιαία μετάνοια στους συγγενείς της και τους είπε: «Συγχωρήστε με, για την αγάπη του Χρίστου. Δεν θα ξαναγυρίσω κοντά σας ώσπου να πεθάνω».


Στο Ντιβέεβο συνέχισε την αλλόκοτη συμπεριφορά της. Άλλες αδελφές τη σεβόνταν και την εκτιμούσαν, άλλες τη φοβούνταν, άλλες την κορόιδευαν, μερικές μάλιστα την χτυπούσαν.


Απ' όταν ακόμα ήταν στη ζωή έκανε πολλά θαύματα. Έτσι θεράπευσε τον καλλιτέχνη Μ. Π. Πετρώφ του οποίου το χέρι είχε παραλύσει. Έσβησε από μακριά μια φωτιά, ενώ πολλοί την έβλεπαν στον ύπνο τους και κατόπιν τους θεράπευε. Τέσσερα χρόνια πριν από την κοίμησή της προφήτεψε ότι ο ιακωβινισμός και η τρομοκρατία θα εξαπλωθούν στη Ρωσία και ότι θα σκοτώσουν τον τσάρο Αλέξανδρο τον Β’ για τον οποίον έκλαιγε και προσεύχονταν ασταμάτητα. Μετά από 20 χρόνια σκληρής ζωής εμφανίστηκε στον ύπνο της ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ και την προέτρεψε να αποτραβηχθεί στο κελί της, αποφεύγοντας τους ανθρώπους. Εκεί ζούσε κλαίγοντας και προσευχόμενη. Τρέφονταν κυρίως με μαύρο ψωμί από το οποίο έφτιαχνε μικρές μπαλίτσες τις οποίες χρησιμοποιούσε ως κομποσχοίνι λέγοντας την ευχή του Ιησού.


Νιώθοντας το θάνατο της λίγες μέρες πριν κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων, έβαλε μετάνοια σ' όλες τις αδελφές της μονής. Αυτό έγινε το Σάββατο 28 Ιανουαρίου 1884 μ.Χ. Στις 1.45 το πρωί της Δευτέρας 30 Ιανουαρίου, η Πελαγία Ιβάνοβνα, άφησε την τελευταία της πνοή και η πολύταλαιπωρημένη της ψυχή πέταξε στον ουρανό, στα χέρια του Νυμφίου της Χρίστου. Την έντυσαν με τα ρούχα που η ίδια αρεσκόταν να φορά. Μια άσπρη μπλούζα, ένα σαραφάν, ένα μάλλινο σάλι και το κεφάλι της το τύλιξαν μ' ένα άσπρο μεταξωτό μαντήλι. Την έβαλαν σ' ένα φέρετρο κυπαρισσένιο και έμεινε έτσι στο κελί της για εννιά μέρες, διάστημα κατά το όποιο έκαναν τριάντα έως σαράντα τρισάγια ημερησίως και έψαλλαν συνεχώς από το ψαλτήρι.


Την έθαψαν πίσω από το ιερό του ναού της Αγ. Τριάδος όπως είχε η ίδια προφητέψει επτά χρόνια πριν.


Ανάμνηση θαύματος Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου στη Ζάκυνθο

Ο Μεγαλομάρτυς του Χριστού Γεώργιος τιμάται ιδιαίτερα την ημέρα αυτή στη Ζάκυνθο, διότι συνδέθηκε με τη σωτηρία του νησιού από την πανούκλα του έτους 1688 μ.Χ.


Το έτος 1669 μ.Χ. πρόσφυγες Κρήτες που ήλθαν στο νησί της Ζακύνθου, έφεραν μαζί τους αρχαία εικόνα του Αγίου Γεωργίου, την οποία κατέθεσαν στο ναό του Αγίου Δημητρίου του Κόλα. Ιερόσυλοι όμως, απογύμνωσαν αυτή από την αργυρή επένδυσή της. Μετά οκτώ ημέρες όλη η εκεί συνοικία προσβλήθηκε από λοιμό, που θεωρήθηκε ως θεία τιμωρία για την γενόμενη ιεροσυλία. Για τον εξιλασμό του ο λαός κατέφυγε σε νηστεία και προσευχή και αποφάσισε την ανέγερση ναού επ’ ονόματι του Αγίου Γεωργίου. Ο αναθηματικός αυτός ναός του Αγίου Γεωργίου των Κομούτων ή Καμαριώτης φέρει το εξής επίγραμμα: «Γεώργιον τε οία ναόν σοι πόλις, ανατίθησι της ξένης σωτηρίας».


Ανάμνησις ευρέσεως εν Τήνω της ιεράς εικόνος της Ευαγγελιστρίας

Κατά το έτος 1821 μ.Χ., η Θεοτόκος είχε χαρίσει την πρώτη φανέρωση της θέλησής Της με την εμφάνισή της στο όνειρο ενός απλού γέροντα κηπουρού, του μπάρμπα Μιχάλη Πολυζώη καθοδηγώντας τον να πάει στο χωράφι του Αντωνίου Δοξαρά, να σκάψει και να βρει το εικόνισμά της. Η προσπάθεια όμως έμεινε άκαρπη και γρήγορα ήρθε η απογοήτευση και εγκαταλείφθηκε.


Δύο χρόνια αργότερα η Μοναχή Πελαγία  για τρεις συνεχόμενες εβδομάδες (Κυριακή 9, 16 και 23 Ιουλίου 1822 μ.Χ.), έβλεπε στον ύπνο της την Παναγία να της ζητά να οργανώσει ανασκαφές για να ξεθάψουν και να ανακαινίσουν τον Ναό Της που είναι θαμμένος στον αγρό του Αντωνίου Δοξαρά, στη Χώρα. Η Μοναχή συνοδεία της Ηγουμένης της Μονής ειδοποιεί τον Μητροπολίτη της Τήνου Γαβριήλ, ο οποίος προσκαλεί τους τοπικούς παράγοντες και το λαό της Τήνου στον Μητροπολιτικό Ναό των Ταξιαρχών, παρακαλώντας τους να συνδράμουν, για το σκοπό αυτό, όπως ο καθένας μπορούσε.


Ο λαός πρόθυμα άρχισε τις ανασκαφές στις αρχές Σεπτεμβρίου 1822 μ.Χ. από τις οποίες αποκαλύφθηκαν τα ερείπια παλαιού ναού του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Ωστόσο δεν βρέθηκε κανένα ίχνος εικόνας γεγονός που επισκίασε το θετικό κλίμα και οδήγησε τον κόσμο σιγά, σιγά στην εγκατάλειψη του εγχειρήματος.


Οι εργασίες επαναλαμβάνονται με περισσότερη οργάνωση και πείσμα και στις 30 Ιανουαρίου 1823 μ.Χ. η αξίνα του Δημ. Βλάσση, εθελοντή εργάτη από το χωριό Φαλατάδος, προσκρούει στο θαυματουργό εικόνισμα του Ευαγγελισμού χωρίζοντας το στα δύο μεταξύ της εικονιζόμενης Θεοτόκου και του Αρχαγγέλου.


Το Έθιμο «Φαναράκια»


Αστραπιαία η είδηση έφθασε σε κάθε σημείο του νησιού και αμέσως όλοι οι Τήνιοι παράτησαν κάθε ασχολία και κατευθύνθηκαν στην Χώρα να δουν και να προσκυνήσουν την εικόνα. Επειδή δε θα τους προλάβαινε η νύχτα στο δρόμο, όλοι πήραν μαζί τους και από ένα λαδοφάναρο.


Έτσι εκείνη τη νύχτα όλες οι στράτες και τα μονοπάτια του νησιού γέμισαν φώτα καθώς στη σειρά μέσα στο σκοτάδι – σε τριάντα χιλιάδες υπολογίζονται οι κάτοικοι της Τήνου μαζί με τους πρόσφυγες από τα ελληνικά νησιά εκείνα τα χρόνια - κατέβαιναν οι Τήνιοι από τα χωριά και τις εξοχές στη Χώρα, η οποία σημειωτέον είχε εγκαταλειφθεί λόγω επιδημίας.


Το γεγονός της πάμφωτης νύχτας αποτυπώθηκε βαθειά στη μνήμη των Τηνίων και έκτοτε, μαζί με τον εορτασμό της ευρέσεως της εικόνας και τις λαμπρές εκδηλώσεις της εκκλησίας καθιερώθηκε να εορτάζεται και με λαμπαδηφορία όπου συμμετέχουν όλοι οι Τήνιοι.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ἐκ τῶν λαγόνων τῆς γῆς, ἡμῖν ἐφανέρωσας, δι’ ἐμφανείας τῆς σῆς, Παρθένε Πανύμνητε· ὅθεν ἡ νῆσος Τῆνος, ἐν τῇ ταύτης εὑρέσει, χαίρει χαρὰν μεγάλην, καὶ πιστῶς σοι κραυγάζει· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.

Πληθὺς ἡ τῶν Τηνίων ἐν ᾠδαῖς, εὐφημήσωμεν, ἡμῶν τὴν πολιοῦχον καὶ τοῦ κόσμου Προστάτιδα· πηγὴ γὰρ ἰαμάτων ἐν ἡμῖν, ἡ πάνσεπτος ἀνεύρηται Εἰκὼν τῆς Ἀχράντου Θεοτόκου, δι όπερ ἃπαντες ταύτη ἀναβοήσωμεν, χαῖρε τῶν σὲ τιμώντων ἡ ἐλπίς. χαῖρε ἡμῶν τὸ καύχημα, χαῖρε ἡ ρυσαμένη τῆς κατάρας τὸ ἀνθρώπινον.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τὴν θαυμαστήν σου καὶ ἁγίαν Εἰκόνα, τὴν κεκρυμμένην ὑπὸ γῆν πολλοῖς χρόνοις, δι’ ἐμφανείας θείας σου Πανύμνητε, ἡμῖν ἐφανέρωσας, ὡς θησαύρισμα θεῖον· ἧς τὴν θείαν εὕρεσιν, ἑορτάζοντες πόθῳ, ἀναβοῶμεν πάντες εὐλαβῶς· χαῖρε Παρθένε, ἡμῶν ἡ βοήθεια.


Ἕτερον Κοντάκιον

Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῆς παναγίας σου Εἰκόνος τὴν ἀνεύρεσιν Εὐαγγελίστρια φαιδρῶς πανηγυρίζοντες Τὰς ἀπείρους σου ὑμνοῦμεν εὐεργεσίας. Ἐξ αὐτῆς γὰρ ἀναβλύζεις χάριν ἄφθονον Καὶ παρέχεις καθ’ ἑκάστην τὰ ἰάματα Τοῖς βοῶσί σοι, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.


Μεγαλυνάριον

Ἔχουσα ὡς πλοῦτον πνευματικόν, ἡ Τῆνος Παρθένε, τὴν Εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, ταύτης ἑορτάζει, τὴν εὕρεσιν ἐν ὕμνοις, κηρύττουσα εὐσήμως, τὴν προστασίαν σου.


Άγιος Θεόφιλος ο Νέος

Ο Άγιος Θεόφιλος έζησε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου και Ειρήνης (780 - 795 μ.Χ.). Γεννήθηκε και ανατράφηκε στην Κωνσταντινούπολη. Έγινε στρατηγός και τοποθετήθηκε στο «θέμα» των Κιβυραιωτών με έδρα την Κιβύρα της Μικράς Ασίας.


Σε μια ναυμαχία με τους Σαρακηνούς κοντά στην Κύπρο περί το 800 μ.Χ., οι δύο άλλοι στρατηγοί που τον συνόδευαν, επειδή τον φθονούσαν, τον εγκατέλειψαν με αποτέλεσμα να συλληφθεί από τους εχθρούς αιχμάλωτος. Τον μετέφεραν στα μέρη τους και τον έκλεισαν στη φυλακή. Κατόπιν τον έβγαλαν και με κολακείες και απειλές τον παρακινούσαν ν' αρνηθεί τον Χριστό. Επειδή όμως ο Θεόφιλος αρνήθηκε σταθερά να εγκαταλείψει την πίστη του, τον αποκεφάλισαν και έτσι έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Τὴν φιλότητα πρὸς τὸν Δεσπότην, καθυπέγραψας, τῷ αἵματί σου, καὶ τὴν πλάνην ἐναπέπνιξας, ἅγιε, ἡμισελήνου γενναίω φρονήματι, ἀνακηρύξας Χριστοῦ τὴν θεότητα, ὅθεν εἴληφας, Θεόφιλε παμμακάριστε, τὸ στέφος τῶν μαρτύρων ἐκ Κυρίου σου.


Κοντάκιον

Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.

Θαλάσσης νοητῆς, διαπλεύσας τὸ κύτος, λιμένα οὐρανοῦ, εἰς κατάπαυσιν εὖρες, Θεόφιλε ἔνδοξε, ὡς πὲρ ναῦς χριστοσφράγιστος, πλάνην Ἄγαρ δέ, ἐκμυκτηρίσας ἐμφρόνως, ὠμολόγησας, τὴν τοῦ Δεσπότου σου πίστιν, μαρτύρων ἀγλάισμα.


Άγιος Σαβαΐνος

Ο Άγιος Μάρτυς Σαβαΐνος ήταν υπηρέτης της Μάρτυρος Χρυσής . Αφού οι ειδωλολάτρες τον κτύπησαν με βαριές σφαίρες στον αυχένα, τον κρέμασαν σε ξύλο και του κατέκαψαν τα σπλάγχνα. Έτσι παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο.


Άγιος Κενσουρίνος

Ο Άγιος Κενσουρίνος μαρτύρησε επί αυτοκράτορος Κλαυδίου του Β' (268 - 9 μ.Χ.).


Κατείχε το αξίωμα του μαγίστρου και του πρώτου της συγκλήτου. Μετά από διαβολές, συνελήφθη και κλείσθηκε στη φυλακή. Παρά τα βασανιστήρια εκείνος ομολογούσε με επιμονή την πίστη του στον Χριστό. Από τα θαύματα που επιτέλεσε ο Άγιος Κενσουρίνος στη φυλακή, είκοσι στρατιώτες πίστεψαν στον Χριστό και αποκεφαλίσθηκαν μαζί με τον Άγιο.

Άγιος Ιππολύτος Πάπας Ρώμης

Πάπας Ρώμης με το όνομα Ιππόλυτος ουδέποτε υπήρξε. Ισως ο Ιππόλυτος αυτός να ήταν τοποτηρητής του θρόνου προ της άναρρήσεως, στον θρόνο, του Φήλικος. Μαρτύρησε πάντως επί αυτοκράτορος Κλαυδίου του Β' (268 - 9 μ.Χ.) αφού τον έριξαν στη θάλασσα.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.

Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροποι, καὶ τῆς οἰκουμένης Διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.


Αγία Χρυσή

Η Αγία Μάρτυς Χρυσή καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια, και μαρτύρησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Κλαυδίου (περί το 269 μ.Χ.).


Όταν συνελήφθη απ' τους ειδωλολάτρες, στην αρχή άνοιξαν τις πλευρές της και έκαψαν τις πληγές της με αναμμένες λαμπάδες. Έπειτα έσπασαν με πέτρες τα σαγόνια της, και με μολύβδινα σφαιρίδια τη ράχη της. Αλλά αυτή, αν και κατατραυματισμένη και ενώ πέθαινε, ομολογούσε την πίστη της. Η δε θηριωδία των φονέων της ήταν τέτοια, που αφού έθεσαν στο λαιμό της μεγάλη πέτρα, την έριξαν στον βυθό της θάλασσας. Αλλά τί κι αν το σώμα της εξαφανίστηκε απ' τα νερά, η μνήμη της παρέμεινε αιώνια και αθάνατη, περισσότερο χρυσή από το λαμπρότατο όνομα της.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιος Θεόδωρος ο Χατζής ο Μυτιληναίος

Ο Άγιος Θεόδωρος ο Χατζής, γεννήθηκε στους Πύργους Θερμής της Λέσβου. Έζησε τον 18ο αιώνα μ.Χ., κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας.


Στον οικισμό των «Κάτω Πύργων», δίπλα στον επαρχιακό δρόμο, πίσω από μία πολύχρονη πέτρινη βρύση, υπάρχουν σήμερα γκρεμισμένα τα τείχη ενός πυργόσπιτου, που οι πέτρες του μεταφέρθηκαν επί γερμανικής κατοχής στον Καρά-τεπέ της Μυτιλήνης για να χτιστούν σπίτια. Σ’ αυτό το παλαιό πυργόσπιτο γεννήθηκε ο Άγιος Θεόδωρος. Εκ προγόνων Χριστιανός, όταν ανδρώθηκε, παντρεύτηκε ευσεβή γυναίκα, αποκτώντας δύο παιδιά.


Ο μεγάλος ποιητής Οδυσσέας Ελύτης κατέθεσε στον βιογράφο του Ιταλό Μάριο Βίττι την πληροφορία ότι η οικογένειά του κατάγεται απ’ τον Άγιο Θεόδωρο τον οποίο μάλιστα τοποθετεί και ως αρχή του γενεαλογικού του δέντρου.


Σύμφωνα με τοπική παράδοση των Παμφίλων (γειτονικού χωριού των Πύργων Θερμής) ο Άγιος Θεόδωρος διέμενε κάποιο διάστημα σε πυργόσπιτο στην περιοχή «Βουναράκι», στη θέση του οποίου υπάρχει σήμερα η κατοικία του Θεοδώρου Πετρέλλη. Ενδέχεται αυτό να ήταν το σπίτι που κρυβόταν ο Άγιος πριν συλληφθεί απ’ τους Τούρκους, δηλαδή το σπίτι του εκ Παμφίλων Μητροπολίτη Δράμας, γι’ αυτό και σήμερα υπάρχει μεγάλο εξωκλήσι του Αγίου Θεοδώρου στην Δράμα. Ο μεγάλος αριθμός των ανδρών με το όνομα Θεόδωρος στην γύρω περιοχή των Παμφίλων οφείλετε σύμφωνα με την παράδοση στον Νεομάρτυρα Θεόδωρο.


Ο Άγιος εργαζόταν ως υποδηματοποιός διατηρώντας εργαστήρι επί της κεντρικής αγοράς της Μυτιλήνης, στο Μπας-φανάρι (σήμερα το πρώην μαγαζί του Αγίου Θεοδώρου είναι στη γωνία των οδών Αιγαίου και Ερμού 110). Κάποτε βρέθηκε σε κατάσταση οργής και έγινε Μωαμεθανός. Συνήλθε όμως, συναισθάνθηκε το αμάρτημα του και πήγε στο Άγιον Όρος. Εκεί έζησε για αρκετό χρονικό διάστημα, κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων και προετοιμάστηκε για το μαρτύριο.


Επανήλθε λοιπόν στη Μυτιλήνη, παρουσιάστηκε στον κριτή, με τόλμη ομολόγησε τον Χριστό και δήλωσε ότι η μουσουλμανική θρησκεία είναι ψεύτικη. Ο κριτής αμέσως εξέδωσε απόφαση, να θανατωθεί ο μάρτυρας με αγχόνη και κατόπιν τον παρέδωσε σ' άλλον άρχοντα, τον Ναζίρ Ομέρ αγά, που προσπάθησε με κολακείες και υποσχέσεις να τον μεταπείσει. Ο Άγιος όμως πρόβαλλε ακατάβλητο φρόνημα και μετά από φρικτά βασανιστήρια, οδηγήθηκε στον τόπο της εκτέλεσης, όπου αφού πρώτα φίλησε το σχοινί της αγχόνης, προσευχήθηκε στον Θεό και έτσι δέχτηκε το στεφάνι της νίκης στις 30 Ιανουαρίου 1785 μ.Χ.


Το τίμιο λείψανο του ρίχτηκε στη θάλασσα, αλλά κατ' οικονομία Θεού εκβράσθηκε στα νότια της πόλης της Μυτιλήνης. Οι Χριστιανοί, περισυνέλλεξαν το σκήνωμα του Αγίου και το ενταφίασαν χωρίς να αφήσουν ίχνη τάφου, επί σκοπό διαφυλάξεώς του, κάτω από το δάπεδο του παρακείμενου εξωκλησιού του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην τοποθεσία Μόθωνας, αποκρύπτοντας το ιερό λείψανο από τα βέβηλα μάτια των τούρκων.


Εκεί έμεινε ενταφιασμένος 183 έτη, μέχρι την ευλογημένη ημέρα της 4ης Σεπτεμβρίου 1967 μ.Χ., που βρέθηκαν τα Άγια λείψανά του, βάσει μαρτυριών του διαπρεπούς Εκκλησιαστικού συγγραφέως Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη (βλέπε 14 Ιουλίου) και άλλων συγγραφέων. Τα λείψανά του φυλάσσονται στον Ι.Ν. Ζωοδόχου Πηγής Βαρειάς.


Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 μ.Χ., ο εφημέριος Πύργων Θερμής π. Μιχαήλ Βουλγαρέλλης παραλαμβάνει τμήμα των αγίων λειψάνων του Αγίου Θεοδώρου και τελείται η μετακομιδή του στην γενέτειρα του Αγίου. Δωρείται έτσι, η ευλογία για να τιμάται από τούς Χριστιανούς στο εξωκκλήσι του Αγίου πού είχε χτιστεί το 1980 μ.Χ. στους Πύργους Θερμής, μερίμνει του Ιερομονάχου π. Παχωμίου Σούγιουλτζη και συνδρομές πιστών.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐκ Πύργων ἐβλάστησας και ἐν Μυτιλήνη σαφῶς ἀθλήσας Θεόδωρε, ὑπέρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἀξίως δεδόξασαι. Ὄθεν τά λείψανά σου, Νεομάρτυς εὐρόντες χάριν ἐκ τούτων θείαν κομιζόμεθα πίστει, δοξάζοντες τόν Κύριον, τόν Σέ στεφανώσαντα.


Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιοι Τρεις Ιεράρχες

Η αιτία για την εισαγωγή της εορτής των Τριών Ιεραρχών στην Εκκλησία είναι το εξής γεγονός:


Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού (1081 - 1118 μ.Χ.), ο οποίος διαδέχθηκε στη βασιλική εξουσία τον Νικηφόρο Γ’ τον Βοτενειάτη (1078 - 1081 μ.Χ.), έγινε στην Κωνσταντινούπολη φιλονικία ανάμεσα σε λόγιους και ενάρετους άνδρες. Άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο , χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα και υπέροχη φυσιογνωμία. Άλλοι τοποθετούσαν ψηλά τον ιερό Χρυσόστομο  και τον θεωρούσαν ανώτερο από τον Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο και, τέλος, άλλοι, προσκείμενοι στον Γρηγόριο τον Θεολόγο , θεωρούσαν αυτόν ανώτερο από τους δύο άλλους, δηλαδή από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο. Η φιλονικία αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να διαιρεθούν τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι ονομάζονταν «Ιωαννίτες», άλλοι «Βασιλείτες» και άλλοι «Γρηγορίτες».


Στην έριδα αυτή έθεσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων, Ιωάννης ο Μαυρόπους. Αυτός, κατά την διήγηση του Συναξαριστή, είδε σε οπτασία τους μέγιστους αυτούς Ιεράρχες, πρώτα καθένα χωριστά και στη συνέχεια και τους τρεις μαζί. Αυτοί του είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε ένα κοντά στον Θεό και τίποτε δεν υπάρχει που να μας χωρίζει ή να μας κάνει να αντιδικούμε. Όμως, κάτω από τις ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες και περιστάσεις που βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι και καθοδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γράψαμε σε συγγράμματα και με τον τρόπο του ο καθένας, διδασκαλίες που βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τον δρόμο της σωτηρίας. Επίσης, τις βαθύτερες θείες αλήθειες, στις οποίες μπορέσαμε να διεισδύσουμε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις συμπεριλάβαμε σε συγγράμματα που εκδώσαμε. Και ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, αλλά, αν πεις τον ένα, συμπορεύονται δίπλα του και οι δύο άλλοι. Σήκω, λοιπόν, και δώσε εντολή στους φιλονικούντες να σταματήσουν τις έριδες και να πάψουν να χωρίζονται για εμάς. Γιατί εμείς, και στην επίγεια ζωή που είμασταν και στην ουράνια που μεταβήκαμε, φροντίζαμε και φροντίζουμε να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε σε ομόνοια τον κόσμο. Και όρισε μία ημέρα να εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας και καθώς είναι χρέος σου, να ενεργήσεις να εισαχθεί η εορτή στην Εκκλησία και να συνταχθεί η ιερή ακολουθία. Ακόμη ένα χρέος σου, να παραδόσεις στις μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα για τον Θεό. Βεβαίως και εμείς θα συμπράξουμε για τη σωτηρία εκείνων που θα εορτάζουν τη μνήμη μας, γιατί έχουμε και εμείς παρρησία ενώπιον του Θεού».


Έτσι ο Επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης ανέλαβε τη συμφιλίωση των διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε την εορτή της 30ης Ιανουαρίου και συνέγραψε και κοινή Ακολουθία, αντάξια των τριών Μεγάλων Πατέρων.


Η εορτή αυτής της Συνάξεως του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελεί το ορατό σύμβολο της ισότητας και της ενότητας των Μεγάλων Διδασκάλων, οι οποίοι δίδαξαν με τον άγιο βίο τους το Ευαγγέλιο του Χριστού. Είναι εκείνοι, οι οποίοι εξ’ αιτίας της ταπεινώσεώς τους μπροστά στην αλήθεια, έχουν λάβει το χάρισμα να εκφράζουν την καθολική συνείδηση της Εκκλησίας και ότι διδάσκουν δεν είναι απλώς δική τους σκέψη ή προσωπική τους πεποίθηση, αλλά είναι επιπλέον η ίδια η μαρτυρία της Εκκλησίας, γιατί μιλούν από το βάθος της καθολικής της πληρότητας.


Περί τις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ. ανεγέρθη ναός των Τριών Ιεραρχών κοντά στην Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης, δίπλα σχεδόν στη μονή της Παναχράντου.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος α’.

Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τούς ἀσφαλεῖς.

Τούς Ἱερούς καί θεοφθόγγους Κήρυκας, τήν κορυφήν τῶν Διδασκάλων Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν τῶν ἀγαθῶν σου καί ἀνάπαυσιν· τούς πόνους γάρ ἐκείνων καί τόν κάματον, ἐδέξω ὑπέρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.


Κάθισμα

Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.

Τοὺς μεγάλους φωστῆρας τοὺς φεραυγεῖς, Ἐκκλησίας τοὺς πύργους τοὺς ἀρραγεῖς, συμφώνως αἰνέσωμεν, οἱ τῶν καλῶν ἀπολαύοντες, καὶ τῶν λόγων τούτων, ὁμοῦ καὶ τῆς χάριτος· τὸν σοφὸν Χρυσορρήμονα, καὶ τὸν μέγαν Βασίλειον, σὺν τῷ Γρηγορίῳ, τῷ λαμπρῷ θεολόγῳ· πρὸς οὓς καὶ βοήσωμεν, ἐκ καρδίας κραυγάζοντες· Ἱεράρχαι τρισμέγιστοι, πρεσβεύσατε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην ὑμῶν.


Ὁ Οἶκος

Τὶς ἱκανὸς τὰ χείλη διᾶραι, καὶ κινῆσαι τὴν γλῶσσαν πρὸς τοὺς πνέοντας πῦρ, δυνάμει Λόγου καὶ Πνεύματος; ὅμως τοσοῦτον εἰπεῖν θαρρήσω, ὅτι πᾶσαν παρῆλθον τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν οἱ τρεῖς, τοῖς πολλοῖς καὶ μεγάλοις χαρίσμασι, καὶ ἐν πράξει καὶ θεωρίᾳ, τοὺς κατ᾿ ἄμφω λαμπροὺς ὑπεράραντες· διὸ μεγίστων δωρεῶν τούτους ἠξίωσας, ὡς πιστούς σου θεράποντας, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.


Μεγαλυνάριον

Ρήτορες σοφίας θεοειδεῖς, στῦλοι Ἐκκλησίας, οὐρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε πάτερ, Γρηγόριε θεόφρον, καὶ θεῖε Ἰωάννη, κόσμῳ ἐδείχθητε.


Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2021

Προσευχόμενος συνεχώς για τους άλλους,προσεύχεσαι για τον εαυτό σου

Όποιος προσεύχεται για τους άλλους έχει κέρδος ο ίδιος,αφού κάνει μία πράξη αγάπης και αυξάνει,φτάνοντας σε μία ανώτερη πνευματική κατάσταση. Έπειτα προσεύχεται για τον εαυτό του. Μέσα από το γεγονός ότι προσεύχεται,έρχεται σε επαφή με τον Θεό εκ του Οποίου πηγάζουν η αγαθότητα και η δύναμη.Προσευχόμενος συνεχώς για τους άλλους,προσεύχεσαι για τον εαυτό σου. Και πόσοι μπορούν να το κάνει αυτό. Έπειτα ποιός μπορεί να έχει συνεχώς στο νου του τους άλλους; Μόνο όποιος φτάσει στην πνευματική τελειότητα μπορεί να τους έχει δυνητικά όλους στο νου του. Σε κάθε περίπτωση, η προσευχή κάποιου για τον πλησίον του τον ενώνει μαζί του στη διάνοιά του. Τοιουτρόπως, η προσευχή είναι ένας τρόπος ενώσεως των ανθρώπων.

π.Δημήτριος Στανιλοάε

ΛΌΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΆΝΟΙΑ (ΆΓΙΟΣ ΕΦΡΑΊΜ Ο ΣΎΡΟΣ)

Ας μην κυριευόμαστε λοιπόν από εκείνο το φόβο που έχει σχέση με τα πράγματα και τις καταστάσεις του μάταιου αυτού κόσμου. Να μην φοβόμαστε δηλαδή εκεί που δεν υπάρχει φόβος (Α’ Ιωάν. 4, 18). Γιατί ποιός ανθρώπινος φόβος μπορεί να συγκριθεί με το θείο φόβο; Και ποια φθαρτη ανθρώπινη δόξα μπορεί να συγκριθεί με την μεγαλωσύνη, την ανέκφραστη δύναμη και την άφθαρτη δόξα του Θεού;

πειδή όμως μας παρασύρουν τα γήινα πράγματα, δεν μπορούμε, με τη δύναμη της πίστης και το φωτισμό της γνώσης, να προσηλώσουμε το νου μας στα αόρατα. Αν λοιπόν, έστω και μόνο από τη θέα των ορατών πραγμάτων οδηγούμαστε στην κατανόηση της ανέκφραστης δύναμης του αφθάρτου Θεού, ας σταθούμε ενώπιόν Του με δέος και άπειρο σεβασμό.


Αν κάποιος θελήσει να μετακινήσει ένα βράχο, έστω κι αν ο ίδιος είναι βασιλιάς, δεν θα μπορέσει να το κάνει με άλλον τρόπο, παρά μονάχα αν χρησιμοποιήσει διάφορους μοχλούς και σχοινιά. Ο Θεός όμως μπορεί να κάνει τη γη να τρέμει και μόνο με το βλέμμα Του (πρβλ.Ψαλμ. 103, 32). Δεν απορεί ο νους σου; Το βλέμμα του Θεού και μόνο να κάνει τα βουνά να τρέμουν κι άλλα βαριά πράγματα να σαλεύουν! ‘Εκείνος θέλει και ευδοκεί και στηρίζει τα σύμπαντα με το λόγο Του! Δεν σε εντυπωσιάζει πάνω απ’ όλα η λάμψη της αστραπής και ο ήχος της βροντής; Αυτά είναι τόσο εκπληκτικά ώστε όχι μόνον οι άνθρωποι ζαρώνουν από το φόβο τους, αλλά και τα θηρία και τα κτήνη και τα όρνεα και τα υδρόβια πουλιά. Όσα όμως κι αν πούμε, δεν θα καταφέρουμε να παρουσιάσουμε το μέγεθος αυτού του θέματος.


Ας γονατίσουμε λοιπόν ενώπιόν Του κι ας κλάψουμε (πρβλ.Ψαλ. 94,6) μπροστά στην αγαθότητά Του, μιλώντας απ’ την καρδιά μας και λέγοντας:»Εσύ Κυριε, είσαι ο Θεός μας και κανένας άλλος. ‘Ενώπιόν Σου αμαρτήσαμε κι ενώπιόν Σου τώρα προσπίπτουμε. Αν Συ θελήσεις, να μας σώσεις Κυριε, κανένας δεν μπορεί ν’ αναχαιτίσει τούτη την απόφασή Σου και να Σε δυσκολέψει».


Ο Κυριος είναι εύσπλαχνος και αγαθός. Κι αν ακόμα εμείς παρασυρθήκαμε και αμαρτήσαμε από απερισκεψία, ας φροντίσουμε να θεραπευθούμε με τη μετάνοια. Αν πάλι, ως άνθρωποι παρασυρθήκαμε από κάποιο πάθος, ας μην απελπιστούμε εντελώς, αλλά γνωρίζοντας ποιός Θεός μας έχει προσκαλέσει και έχοντας συναίσθηση της κλήσης μας, ας ακούσουμε εκείνον που λέει: «Μετανοείτε, γιατί έφτασε η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 4, 17).


Δεν όρισε τη μετάνοια σαν φάρμακο για κάποια μονάχα αμαρτήματα, αποκλείοντας κάποια άλλα. Για κάθε είδους τραύμα της αμαρτίας, για κάθε αμάρτημα πνευματικό, ο Μεγάλος Γιατρός των ψυχών μας, μας την έχει, σαν φάρμακο χαρίσει.


Ας ξεριζώσουμε λοιπόν τις κακές συνήθειες της ψυχής μας. Αντι για τούς καυστήρες ας μεταχειριστούμε το φόβο του Θεού, με τον οποίο θα μπορέσουμε να αντικρούσουμε όλες τις άστοχες επιθυμίες που φέρουν μέσα τους τα αγκάθια της αμαρτίας. Ας αντιταχθούμε με το συνετό λογισμό, σε αυτά που μας υπαγορεύουν οι φιλήδονοι λογισμοί, γιατί είναι γραμμένο: »Να γίνεσθε άγιοι, γιατί εγώ είμαι άγιος» (Α’ Πετρ. α’ 16).


Έτσι, με τη Χαρη του Σωτήρα μας Θεού, θα επιτύχουμε την άφθαρτη ζωη.


Ο Κυριος για την επιστροφή και την ειλικρινή μετάνοιά μας θα συγχωρέσει και θα παραγράψει τις αμαρτίες μας, γιατί είναι ελεήμων και εύσπλαχνος.


Κι αν κάποιος από εκείνους, που έχουν την εντύπωση πως έχουν κοπιάσει περισσότερο στην άσκηση και την αρετή, γογγύσει, για τη μεγάλη ευσπλαχνία του Δεσπότη Χριστού, – επειδή τάχα ενώ μπήκαμε στη δουλειά πολύ αργα, μας πληρώνει το ίδιο με τούς πρώτους- θα δώσει για μας απολογία ο ίδιος ο Κυριος και Δημιουργός και θα πει: «Φιλε, δεν σε αδικώ. Δεν έχεις μαζί μου συμφωνήσει να εργαστείς για ένα δηνάριο; Παρε ο,τι έχουμε συμφωνήσει και πήγαινε στο καλό. Εγώ θέλω να δώσω σε τούτον που ήρθε τελευταίος στη δουλειά, ο,τι ακριβώς έδωσα και σε σένα τον πρώτο» (Ματθ. 20, 1314).


Ο Θεός είναι ‘Εκείνος που κρίνει και δικαιώνει. Ποιός μπορεί να βγει μπροστά Του και να μας καταδικάσει; (Ρωμ. 8, 34)


Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα στούς αιώνες. Αμήν.

Άγιοι Γεράσιμος, Ιωνάς και Πιτιρίμ εκ Ρωσίας

Οι Άγιοι Γεράσιμος (κοιμήθηκε το 1441 μ.Χ.), Πιτιρίμ (κοιμήθηκε το 1455 μ.Χ.) και Ιωνάς (κοιμήθηκε το 1471 μ.Χ.) κατάγονταν από τη Ρωσία και έζησαν τον 15ο αιώνα μ.Χ. Και οι τρεις διετέλεσαν Επίσκοποι της Μεγάλης Περμ και κοιμήθηκαν οσίως με ειρήνη.


Όσιος Λαυρέντιος εκ Κιέβου

Ο Όσιος Λαυρέντιος γεννήθηκε στη Ρωσία και εκάρη μοναχός στη μονή του Αγίου Δημητρίου. Αργότερα μόνασε στη Λαύρα του Κιέβου. Στον ασκητικό του βίο ακολούθησε και τον οσιακό τρόπο βίου των ασκητών Ισαάκ και Νικήτα. Το 1182 μ.Χ. ο Θεός τον αξίωσε να γίνει Επίσκοπος της πόλεως του Τουρώφ της περιοχής Μινσκ. Έτσι ασκητικά ζούσε και ως ποιμένας στην επαρχία του.


Ό Όσιος Λαυρέντιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1194 μ.Χ.


Άγιος Gildas ο σοφός

Ο Άγιος Gildas (Γκίλντας) γεννήθηκε περί το 500 μ.Χ. στην Ουαλία και μαθήτευσε κοντά στον Άγιο Iltud .


Ακολούθησε κατ’ αρχήν τον έγγαμο βίο και όταν πέθανε η σύζυγός του έγινε μοναχός. Ήταν από τους πολύ μορφωμένους άνδρες της εποχής του, γι’ αυτό και αποκαλείται «σοφός».


Θεωρείται ότι συνέγραψε έργο στο οποίο κατηγορεί τους άρχοντες της εποχής του, τον κλήρο και τον λαό, για την ασέβεια και την παρανομία τους. Κατά τα τελευταία έτη της ζωής του έζησε στη Βρετάνη.


Κοιμήθηκε οσίως περί το 570 μ.Χ.

Όσιος Αφραάτης

Ο Όσιος Αφραάτης καταγόταν από την Περσία και ήταν ειδωλολάτρης. Έγινε Χριστιανός στην Έδεσσα, από την οποία έφυγε, για να μονάσει σε ένα από τα ερημητήρια που ήταν έξω από την Αντιόχεια.


Όταν, επί του Αρειανού αυτοκράτορα Ουάλη (364 - 378 μ.Χ.), εξορίσθηκε ο ορθόδοξος κλήρος της Αντιόχειας και με πολλές πιέσεις ανάγκαζαν τους Χριστιανούς να ασπάζονται τον Αρειανισμό, ο Όσιος άφησε το ερημητήριό του και ήλθε στην πόλη, όπου άφοβα και με ζήλο ενθάρρυνε και παρηγορούσε τα πλήθη και στήριζε αυτά στην Ορθόδοξη πίστη. Κατάπληξε μάλιστα τον ίδιο τον Ουάλη, τον οποίο συνάντησε στην αγορά της πόλεως, με τις εύστοχες απαντήσεις του σε θεολογικά ζητήματα.


Αφιέρωσε την ζωή του στη διακονία του Ευαγγελίου και αφού επιτέλεσε πολλά θαύματα, κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.


Άγιος Βαρσιμαίος Επίσκοπος Εδέσσης ο Oμολογητής

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Βαρσιμαίος ήταν εκείνος που κατήχησε και βάπτισε τον Άγιο Σάρβηλο και την αδελφή του Αγία Βεβαία . Για τον λόγο αυτό καταγγέλθηκε στον ηγεμόνα Λυσία. Ενώπιον του ηγεμόνα ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον Χριστό. Για την ομολογία του αυτή ο ηγεμόνας έδωσε εντολή στους στρατιώτες να χτυπήσουν ανηλεώς τον Άγιο και να τον φυλακίσουν. Λίγο αργότερα, με την προσωρινή κατάπαυση των διωγμών, ο Άγιος απελευθερώθηκε και επανήλθε στην Εκκλησία του δοξολογώντας το Όνομα του Αγίου Θεού.


Ο Άγιος Βαρσιμαίος, αφού έζησε θεοφιλώς το υπόλοιπο του βίου του, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 114 μ.Χ.


Άγιοι Σάρβηλος και Βεβαία οι εν Εδέσση Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Σάρβηλος και Βεβαία (ή Βαρβαία) έζησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Τραϊανού (98 - 117 μ.Χ.). Ο Άγιος Σάρβηλος ήταν προηγουμένως ιερέας των ειδώλων και προσήλθε στην πίστη του Χριστού κατηχηθείς και βαπτισθείς από τον Επίσκοπο της Εδέσσης Βαρσιμαίο (βλέπε ίδια ημέρα). Μαζί δε με εκείνον ασπάσθηκε την αληθινή πίστη και η αδελφή του, η οποία ονομαζόταν Βεβαία.


Μόλις ο τοπικός άρχοντας Λυσίας πληροφορήθηκε την μεταστροφή των Αγίων στην πίστη του Χριστού, τους συνέλαβε και τους υπέβαλε σε φοβερά βασανιστήρια. Τους ράβδισαν ανηλεώς, έπειτα τους κτύπησαν με σπαθιά, τους ξέσκισαν το πρόσωπο με αιχμηρά όργανα. Τέλος, οι δήμιοι του έκοψαν τις τίμιες κεφαλές των Αγίων το έτος 110 μ.Χ. Έτσι οι Άγιοι εισήλθαν στη βασιλεία του Θεού και τη χαρά του Κυρίου τους.


Άγιοι Σιλουανός ο Επίσκοπος, Λουκάς ο Διάκονος και Μώκιος ο Αναγνώστης

Και οι τρεις Άγιοι κατάγονταν από την πόλη των Εμεσηνών της Κοίλης Συρίας, στα χρόνια του αυτοκράτορα Νουμεριανοϋ (284 μ.Χ.).΄Οταν λοιπόν τους είπαν να αρνηθούν τον Χριστό, αυτοί μεγαλόφωνα επανέλαβαν την ομολογία τους, με αποτέλεσμα να τους μαστιγώσουν σκληρά και να τους φυλακίσουν.


Όταν μετά από μέρες, εξαντλημένους, τους έβγαλαν από τη φυλακή και τους εξέτασαν για να δουν αν έχει καμφθεί το φρόνημα τους, αποδείχθηκε ότι οι τρεις Αγιοι παρέμειναν ακλόνητοι και αλύγιστοι. Τότε τα ίδια μαρτύρια επαναλήφθηκαν, αλλά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα.


Τότε τους έφεραν στο αμφιθέατρο, όπου γίνονταν θηριομαχίες, για να βρουν εκεί τρομερό θάνατο από τα πεινασμένα θηρία. Τα λείψανα τους τα παρέλαβαν οι χριστιανοί και τα έθαψαν με πολλή ευλάβεια και αγάπη.


Αγίοι Επτά Μάρτυρες οι εν Σαμοσάτοις τελειωθέντες

Οι Άγιοι επτά Μάρτυρες Φιλόθεος, Υπερέχιος, Άβιβος, Ιουλιανός, Ρωμανός, Ιάκωβος και Παρηγόριος μόλις έγιναν στρατιώτες του Χριστού, με παρρησία και θάρρος στηλίτευσαν την πλάνη της ειδωλολατρείας. Για τον λόγο αυτό συνελήφθησαν από τους ειδωλολάτρες και υποβλήθηκαν σε φρικώδη βασανιστήρια. Τέλος, τους κρέμασαν και διατρύπησαν τις τίμιες κεφαλές αυτών με σιδερένια καρφιά, ενώ οι Άγιοι σε κάθε νέο κτύπημα ομολογούσαν «είμαι Χριστιανός». Έτσι οι Άγιοι επτά Μάρτυρες παρέδωσαν τις ψυχές τους στον Θεό και έλαβαν το στέφανο του μαρτυρίου.


Άγιος Δημήτριος ο Χιοπολίτης

Ο Άγιος Δημήτριος γεννήθηκε το 1780 μ.Χ. στο χωριό Παλιόκαστρο της Χίου από ενάρετους γονείς, τον Αποστόλη και την Μαρουλού. Σε νεαρή ηλικία έφθασε στην Κωνσταντινούπολη και εργαζόταν κοντά στον αδελφό του Ζαννή, ο οποίος ήταν έμπορος.


Όταν χωρίς την άδεια του αδελφού του αρραβωνιάστηκε κάποια νέα, ο Ζαννής τον έδιωξε από το κατάστημά του. Ευρισκόμενος σε μεγάλη φτώχεια θυμήθηκε ότι ο Σείχ - ουλ - Ιμαλήλ όφειλε στον αδελφό του κάποιο ποσό από αγορές υφασμάτων και πήγε στο σπίτι του για να το εισπράξει και να το χρησιμοποιήσει ο ίδιος. Εκεί γνώρισε μία νεαρή μουσουλμάνα η οποία τον αγάπησε και του δήλωσε ότι για να τον παντρευτεί έπρεπε να αλλαξοπιστήσει. Ο Δημήτριος δέχθηκε την πρόταση και παρέμεινε στο σπίτι των Τούρκων για δύο μήνες.


Γρήγορα όμως συνήλθε, δραπέτευσε και κρύφθηκε προσωρινά σε μία χριστιανική οικογένεια στην περιοχή του Σταυροδρομίου. Εκεί τον συνάντησε ο αδελφός του Ζαννής. Ο Δημήτριος εξομολογήθηκε στον πνευματικό του αδελφού του και συγχρόνως έστειλε επιστολή στον πατέρα του εξιστορώντας τα έως τότε γεγονότα της ζωής του αλλά και τον πόθο του να μαρτυρήσει για το Χριστό. Αφού κοινώνησε τα άχραντα μυστήρια παρουσιάσθηκε στον Τούρκο διοικητή και με παρρησία ομολόγησε την πίστη του. Παρά το γεγονός ότι οι Χιώτες της Κωνσταντινούπολης συγκέντρωσαν χρήματα για την απελευθέρωσή του, ο Δημήτριος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του.


Έτσι, μετά από φρικτά βασανιστήρια τα οποία υπέμεινε αγόγγυστα, αποκεφαλίστηκε στις 29 Ιανουαρίου 1802 μ.Χ. Το τίμιο λείψανό του το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και ενταφίασαν αυτό σε κάποιο μοναστήρι στο νησί Πρώτη.



Ἀπολυτίκιον

Ήχος γ'. Θείας πίστεως.

Χαίρε βλάστημα, τερπνόν της Χίου` χαίρε καύχημα, των ορθοδόξων, καρτερόψυχε, νέε Δημήτριε` την γαρ αντίχριστον πλάνην εφαύλισας, ένθα του κράτους υπάρχει το φρύαγμα, ως ανέκραζες, Θεόν τον Χριστόν επίσταμαι, δωρούμενον ημίν το μέγα έλεος.


Κοντάκιον

Ήχος γ'. Η Παρθένος σήμερον.

Η λαμπρά του Βύζαντος, και μεγαλώνυμος Πόλις, μελωδείτω σήμερον, μεγαλοφώνως βοώσα, σκάμματα τα υπέρ φύσιν του Δημητρίου, νέου μεν, μετά τον πάλαι τον Μυρορροάν, διά σε Χριστόν σφαγέντος, όνπερ ανύμνει σε, ως φύσει Θεού Υιόν.


Κάθισμα

Ήχος α'. Τον τάφον Σου Σωτήρ.

Ευφράνθησαν εν σοι, Ορθοδόξων τα πλήθη, φαυλίσαντι λαμπρώς, των ανόμων την πλάνην` ανήλθες επί βήματος, υπερτάτου της Βύζαντος, και ανέκραζες, ω ασεβείας προστάται, τον θεάνθρωπον, εγώ κηρύττω Σωτήρα, του κόσμου και Κύριον.


Ὁ Οἶκος

Δημητρίου του Χιοπολίτου την άθλησιν, τα παλαίσματα και τον ένδοξον υπέρ Χριστού θάνατον, δεύτε φιλέορτοι συνελθόντες, ύμνοις, εγκωμίων, και ωδαίς πνευματικαίς ευφημήσωμεν` ότι τη δυνάμει του Χριστού καθοπλισθείς, την κακέμφατον των της Άγαρ κατέπτυσε πλάνην, εν αυτώ τω του κράτους υπρτάτω βήματι, καταπλήξας αυτούς, τη του φρονήματος παρρησία, και την τούτων μιαιφόνον ερεθίσας μανίαν, εις το παρ` αυτών σφαγήναι, ότι τρανώς Θεόν αληθινόν τον Χριστόν ωμολόγει, ως φύσει Θεού Υιόν.


Μεγαλυνάριον

Τους ανευφημούντας σου ευλαβώς, τους λαμπρούς αγώνας, και τους άθλους Μάρτυς Χριστού, και την θείαν μνήμην τελούντας ετησίως, περίσωζε Δημήτριε ταις πρεσβείαις σου.

Όσιος Ιγνάτιος ο Σιναΐτης εκ Ρεθύμνης

Ο Όσιος και Θεοφόρος Ιγνάτιος καταγόταν από την πόλη του Ρεθύμνου της Κρήτης και ασκήτεψε στο όρος Σινά. Τηρώντας τους όρους της μοναστικής πολιτείας, παρθενία, υπακοή και ακτημοσύνη, έφθασε σε ύψη πνευματικής τελειότητας και καθοδήγησε πνευματικά πολλούς ασκητές.


Ο Όσιος Ιγνάτιος αξιώθηκε να βρει το άφθαρτο και μυροβλύζον λείψανο του υποτακτικού του Νικάνδρου, το οποίο αφού εναγκαλίσθηκε και ασπάσθηκε, ευχαρίστησε τον Θεό που τον πληροφόρησε για την δικαίωση του αγώνος του πνευματικού του τέκνου.


Ο Όσιος Ιγνάτιος κοιμήθηκε με ειρήνη.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Ἐκ Ῥεθύμνης ὡς ἄστρον τὸν ἀνατείλαντα, πνευματοφόρον πατέρα, τῆς ἀρετῆς ἐραστήν, ἀκτησίας καὶ εὐχῆς φωστῆρα μέλψωμεν, ὅτι ἐφώτισεν αὐγαῖς, ἀπαθείας Ἀσκητάς, Σιναίου βοῶντες· ζόφον, τῆς ἁμαρτιας εὐχαῖς σου, ἡμῶν ἐκδίωξον Ἰγνάτιε.


Κοντάκιον

Ἦχος δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.

Τὸν ἐγκρατῆ πνευματοφόρον καὶ ἀκτήμονα, Σιναίου ὄρους ἀσκητὴν ἐγκωμιάσωμεν, ἐκ Ῥεθύμνης τὸν βλαστήσαντα νησου Κρήτης, ὡς ἀζύγων ποδηγέτην ἀπλανέστατον, πρὸς χαρὰν τὴν ἐν τῷ πόλῳ ἀτελεύτητον, ἀνακράζοντες· Χαίροις μάκαρ Ἰγνάτιε.


Κάθισμα

Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.

Ὥσπερ Ἄγγελος, ἐν τῷ Σιναίῳ, Κρήτης βλάστημα, σεπτὸν βιώσας, τὰ σκιρτήματα σαρκὸς κατεπράϋνας, καὶ τῶν δαιμόνων δεινὰ μηχανήματα, τῇ τῶν ἀγώνων καθεῖλες ἐνστάσει σου, ὅθεν στέφει σε, ἀφθάρτῳ Χριστὸς κατέστεψε, σεπτὲ Ἱερομόναχε Ἰγνάτιε.


Ὁ Οἶκος

Ἄστρον ἀκτημοσύνης, προσευχῆς καὶ νηστείας, Ἰγνάτιε τῷ κόσμῳ ἐπώφθης, καὶ κατηύγασας τῶν ἀρετῶν, ταῖς βολαῖς τὸ ὄρος τοῦ Σινᾶ Ὅσιε, καὶ πάντας εὐσεβόφρονας, τοὺς πίστει σοι βοῶντας ταῦτα·


Χαῖρε, τῆς Κρήτης εὐῶδες ἴον·

χαῖρε, τῆς δόξης τὸ ἐκμαγεῖον.


Χαῖρε, τῶν ἀζύγων Σιναίου ὡράϊσμα·

χαῖρε, τῶν Ὁσίων ἀπάντων ἀγλάϊσμα.


Χαῖρε, ὄρθρος φαεινότατος, ἀσιγήτου προσευχῆς·

χαῖρε, στῦλος ἀκλινέστατος, ἐναρέτου βιοτῆς.


Χαῖρε, ὅτι ἐδείχθης, ἀσκητὴς θεοφόρος·

χαῖρε, ὅτι ὡράθης, ταπεινώσεως φάρος.


Χαῖρε, Χριστοῦ ἀγάπης τὸ ἔσοπτρον·

χαῖρε, ἐχθροῦ ἀπάτης τὸ θέριστον.


Χαῖρε, Σιναίου Πατέρων λαμπρότης·

χαῖρε, ὡραίου ἀγῶνος ἀκρότης.


Χαίροις, μάκαρ Ἰγνάτιε.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις τῆς Ῥεθύμνης τερπνὸς βλαστός· χαίροις τοῦ τοῦ Σιναίου, τῶν ἀζύγων ὁ φρυκτωρός· χαίροις ἀκτησίας, καὶ νήψεως λυχνία, Ἰγνάτιε φωσφόρε, πίστεως ἔρεισμα.


Ἕτερον Μεγαλυνάριον

Χαίροις ὦ Ἰγνάτιε θαυμαστέ, τῶν ἐν τῷ Σιναίῳ, μοναζόντων κλέος λαμπρόν· χαίροις τῆς Ῥεθύμνης, ὁ θεοφόρος γόνος, καὶ ἀληθὴς προστάτης, τῶν προστρεχόντων σοι.