Πέμπτη 29 Φεβρουαρίου 2024

Οι βασικές ψυχασθένειες που ταλαιπωρούν τον άνθρωπο οφείλονται στη σύγκρουση της συνειδήσης με τη νοητική υπερηφάνεια

 Οι βασικές ψυχασθένειες που ταλαιπωρούν τον άνθρωπο οφείλονται στη σύγκρουση της συνειδήσης με τη νοητική υπερηφάνεια.Εκεί γίνεται η κακή χρήση του νου. Επειδή λοιπόν η ψυχή είναι θεόπνευστος και δεν μπορεί να τραυματιστεί, το ανθρώπινο κομμάτι της καρδιάς του ανθρώπου είναι το θύμα του εγωισμού.

Όλες οι ψυχοπάθειες έχουν σαν ρίζα την μητέρα των κακών. Τον εγωισμό.


Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ...

 Η Νηστεία, έλεγεν ο Αββάς Υπερέχιος, είναι χαλινάρι που συγκρατεί τις κατώτερες ορμές. Όποιος την περιφρονεί, μοιάζει με αχαλίνωτο άλογο.

Ο Αββάς Ιωάννης ο Κολοβός, συμβουλεύοντας τούς νεωτέρους αδελφούς ν’ αγαπήσουν την νηστεία, τούς έλεγε συχνά:


Ο καλός στρατηγός, που επιχειρεί να καταλάβη μια πόλη εχθρική, γερά οχυρωμένη, κάνει αποκλεισμό στις τροφές και στο νερό. Μ’ αυτόν τον τρόπο ατονεί η αντίστασις του εχθρού και τέλος παραδίδεται. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει με τις σαρκικές ορμές, που ανελέητα πολεμούν τον άνθρωπο στην νεότητά του. Η ευλογημένη νηστεία καταβάλλει τα πάθη και τούς δαίμονας και τελικά τ’ απομακρύνει από τον αγωνιστή.


Και το πανίσχυρο λιοντάρι, τούς έλεγε άλλη φορά, συχνά από τη λαιμαργία του πέφτει στην παγίδα κι’ όλη του η δύναμη κι’ η μεγαλοπρέπεια εξαφανίζονται.


Ανέβασαν κάποτε στην σκήτη των Πατέρων ένα δαιμονισμένο νέο, για να τον θεραπεύσουν με την προσευχή τους. Εκείνοι όμως, από ταπείνωση, απόφευγαν. Πολύ καιρό βασανιζόταν έτσι ο δυστυχισμένος άνθρωπος, ώσπου κάποιος Γέρων τον ελυπήθη, τον σταύρωσε με τον ξύλινο σταυρό, που είχε στην ζώνη του, κι’ έδιωξε το πονηρό πνεύμα.


- Αφού με βγάζεις από την κατοικία μου, του είπε εκείνο, θα μπω μέσα σου.


- Έλα, του αποκρίθηκε θαρραλέα ο Γέροντας.


Έτσι μπήκε μέσα του το δαιμόνιο και τον βασάνιζε δώδεκα ολόκληρα χρόνια. Ο Όσιος υπόμενε με καρτερία τον πόλεμο, αλλά αντιπολεμούσε κι’ εκείνος τον εχθρό, με υπεράνθρωπη νηστεία και ακατάπαυστη προσευχή. Όλα αυτά τα χρόνια δεν έβαλε ούτε μια φορά στο στόμα του τροφή, μασούσε μόνο λίγα κουκούτσια από φοίνικες κάθε βράδυ και κατάπινε τον χυμό τους.


Νικημένο τέλος το δαιμόνιο, από τον ακατάπαυστο αγώνα του Γέροντος, τον ελευθέρωσε.


- Γιατί φεύγεις; τον ρώτησε εκείνος, κανένας δε σε διώχνει.


- Με αφάνισε η νηστεία σου, αποκρίθηκε εκείνο κι’ έγινε άφαντο.


Μια ζεστή μέρα του καλοκαιριού πήγε στο κελλί του Αββά Ησαΐου ο Αββάς Αχιλλάς και τον βρήκε να τρώγη. Είχε βάλει νερό κι’ αλάτι στο πιάτο και βουτούσε το ψωμί του. Μόλις είδε τον συνασκητή του, έκρυψε με τρόπο το πιάτο κάτω από το ψαθί που έπλεκε, για να μη τον σκανδαλίση. Τέτοια πολυτέλεια ήταν άγνωστη στη σκήτη.


- Τι τρως, αδελφέ; τον ρώτησε ο Αββάς Αχιλλάς, που τον έβλεπε ακόμη να μασά, χωρίς να έχη τίποτε μπροστά του.


- Συγχώρησέ με, Πατερ, είπε κοκκινίζοντας από ντροπή ο Αββάς Ησαΐας. Έκοβα φοινικόφυλλα στον ήλιο και ξεράθηκε ο λάρυγγάς μου, γι’ αυτό έβαλα νερό στο αλάτι μου, για να μπορώ να καταπιώ.


Σαν τ’ άκουσε ο άλλος ασκητής, έβαλε τις φωνές:


- Ελάτε να ιδείτε τον Ησαΐα να τρώγει ζωμό στη σκήτη. Αν ήθελες τέτοια καλοφαγία, αδελφέ, καλά θα έκανες να γύριζες στην Αίγυπτο.


Μερικοί νέοι ευσεβείς ανέβηκαν στη σκήτη για να επισκεφθούν κάποιο γνωστό τους Γέροντα. Επειδή θα έμεναν κοντά του όλη μέρα, του ζήτησαν λίγο λάδι να μαγειρέψουν τα όσπρια, που είχαν πάρει μαζί τους για να φάνε.


- Να εκεί κρέμεται το φλασκί, που μου είχατε φέρει δώρο πριν τρία χρόνια, τούς έδειξε ο Γέροντας. Πάρετε όσο θέλετε.


- Όταν το ξεκρέμασαν, είδαν πως το φλασκί ήταν ακόμη σφραγισμένο και θαύμασαν τη νηστεία του Οσίου.


Τόσο πολύ είχε εξασκηθεί στην νηστεία ο Όσιος Μάρκος ο Αναχωρητής, έλεγαν οι Γέροντες, ώστε κατόρθωνε να μένει άσιτος επί ολόκληρες εβδομάδες συνεχώς, χωρίς να ατονή το σώμα του. Εξήντα τρία χρόνια που έμεινε στην έρημο, ημέρα και νύκτα εργοχειρούσε, για να ελεεί τούς πτωχούς Ερημίτας. Δώρο δε δέχτηκε ποτέ του από κανένα. Αν κάποιος, περαστικός από την καλύβα του, του έδινε κάτι, ο Αββάς τον ευχαριστούσε για την καλή του πρόθεση, μα δεν έπαιρνε το δώρο.


- Δεν μου χρειάζεται, αδελφέ, του έλεγε. Ας έχει δόξα ο Κύριος μου που μου δίνει ακόμη δύναμη να εργάζομαι, για να τρέφω τον εαυτό μου κι’ εκείνους που μ’ επισκέπτονται.


Ένας αρχάριος μοναχός συμβουλεύτηκε κάποιο διακριτικό Γέροντα, ποιο μέτρο ν’ ακολουθήσει στη νηστεία.


- Απόφευγε τις υπερβολές, τέκνον μου, τον συμβούλεψε εκείνος. Πολλοί δοκίμασαν να νηστέψουν πάνω από τις δυνάμεις τους και δεν άντεξαν για πολύ καιρό.


Ρώτησαν οι Γέροντες τον Όσιο Μακάριο πως συνέβαινε να είναι το σώμα του πάντοτε λιπόσαρκο κι’ όταν νήστευε κι’ όταν έτρωγε.


- Το ξύλο που ανακατεύει τ’ αναμμένα φρύγανα, τούς έλεγε εκείνος, κατατρώγεται από τη φωτιά κι’ είναι κατάξερο. Κι’ όταν η φλόγα του θείου φόβου κατακαίει την καρδιά του ανθρώπου, ξηραίνεται το σώμα του.

Άγιος Αρσένιος Μητροπολίτης Ροστώβ

Ο Όσιος Αρσένιος (Ματσίεβιτς) γεννήθηκε στη Ρωσία, εξελέγη Μητροπολίτης της πόλεως Ροστώβ και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1772 μ.Χ.


Όσιος Γερμανός εκ Ρουμανίας

 Ο Όσιος Γερμανός της Ντομπρουζία γεννήθηκε περί το έτος 358 μ.Χ. Έγινε μοναχός και ασκήτεψε θεοφιλώς στη Ρουμανία. Κοιμήθηκε με ειρήνη μεταξύ των ετών 405-415 μ.Χ.

Άγιος Γεώργιος ο Ομολογητής Επίσκοπος Δεφέλτου

 Ο Άγιος Γεώργιος είναι άγνωστος στους Συναξαριστές. Αναφέρεται στο Λαυριωτικό Κώδικα Ε 152 φ. 367α. Αγωνίσθηκε ως Επίσκοπος της Εκκλησίας του Χριστού κατά των αιρετικών Μονοθελητών, τον 7ο αιώνα μ.Χ. και υπέμεινε πολλές δοκιμασίες από τους Σκύθες, για την προσήλωσή του στην ορθόδοξη πίστη και ευσέβεια.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Κασσιανός ο Ρωμαίος

 Ο Όσιος Κασσιανός γεννήθηκε στην Ρώμη από γονείς ευσεβείς και επιφανείς, οι οποίοι φρόντισαν να τον αναθρέψουν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Η γνωριμία και η συναναστροφή του, από την παιδική του ηλικία, με Αγίους ανθρώπους επέδρασε ευεργετικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του όλου τρόπου ζωής του. Σπούδασε την επιστήμη της φιλοσοφίας και της αστρονομίας και μελέτησε ιδιαίτερα τα συγγράμματα των Πατέρων και την Αγία Γραφή.


Ο Όσιος ακολούθησε το μοναχικό βίο, γενόμενος μοναχός σε μία σκήτη και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της Αιγύπτου και της Θηβαΐδας, της Νιτρίας, της Ασίας και της Καππαδοκίας. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει χαρακτηριστικά: «ὁ Ἅγιος μετέβη εἰς διαφόρους τόπους καὶ συνήντησε ἁγίους καὶ γνωστικωτάτους Ὁσίους καὶ τᾶς ἀρετᾶς ὅλων συναθροίζει εἰς τὸν ἐαυτόν του, ὡς ἄλλη φιλόπονος μέλισσα, ὥστε καὶ αὐτὸς ἔγινε εἰς τοὺς ἄλλους τύπος καὶ παράδειγμα παντὸς εἴδους ἀρετῆς. Ὅθεν ἀνώτερος τῶν παθῶν γενόμενος καὶ τὸν νοῦν καθαρίσας, ἐγνώρισε τὴν τελείαν κατὰ τῶν παθῶν νίκην».


Στον πρώτο τόμο της Φιλοκαλίας, περιλαμβάνονται δύο λόγοι του Οσίου Κασσιανού, «Πρὸς Κάστορα Ἐπίσκοπον, περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμῶν, γαστριμαργίας, πορνείας, φιλαργυρίας, ὀργῆς, λύπης, ἀκηδίας, κενοδοξίας καὶ ὑπερηφανείας» και «Πρὸς Λεόντιον ἡγούμενον, περὶ τῶν κατὰ τὴν Σκήτην ἁγίων Πατέρων καὶ λόγος περὶ διακρίσεως», που δείχνουν την καθαρότητα της ζωής του και το ορθόδοξο φρόνημά του και προξενούν μεγάλη ωφέλεια. Ο δε Όσιος Ιωάννης της Κλίμακος πλεέκι δίκαιο εγκώμιο στον Όσιο Κασσιανό στον περί υπακοής Λόγο του.


Ο Όσιος Κασσιανός κοιμήθηκε με ειρήνη.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τῆς σοφίας τὸν λόγοιν Πάτερ τοὶς ἔργοις σου, ἀσκητικῶς γεωργήσας ὡς οἰκονόμος πιστός, ἀρετῶν μυσταγωγεῖς τὰ κατορθώματα, σὺ γὰρ πράξας εὐσεβῶς, ἐκδιδάσκεις ἀκριβῶς, Κασσιανὲ θεοφόρε, καὶ τῷ Σωτήρι πρεσβεύεις, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.



Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2024

"Μία φορά ήμουν σε ώρα χάριτος και σκάλιζα τα σφραγίδια και είχα χαριτωμένη προσευχή."

 Μας έλεγε ο Άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης: "Μία φορά ήμουν σε ώρα χάριτος και σκάλιζα τα σφραγίδια και είχα χαριτωμένη προσευχή."

(Δηλαδή αυτό το έλεγε ο Γέροντας όταν ήταν σε κατάσταση Ακτίστου φωτός, μεγάλη κατάσταση)

"Και έκανα τα σφραγίδια μου εκεί που ήμουν στο κελλάκι μου."

 Και του λέει ο Γέρο-Προκόπιος, ο παραδελφός του: 

"παπά, φτιάξε λίγο τη φωτιά γιατί κάηκαν τα ξύλα."

"Και εγώ είπα μέσα μου: άφησέ με βρε

πάτερ Προκόπιε, τώρα! Έχω τέτοια κατάσταση, τα ξύλα θα κοιτάζω;

Μετά βάζω ξύλα.. Και αμέσως με εγκατέλειψε η Χάρις! Ενώ αν έκανα υπακοή και το έβαζα το ξύλο και σηκωνόμουν και πήγαινα και έφερνα ένα κούτσουρο να το βάλω στη φωτιά, η Χάρις θα αυξανόταν!"

π.Αθανάσιος Μητρ. Λεμεσού

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: «ΑΝ ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΔΕ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ, ΘΑ ΜΟΙΡΑΣΤΟΥΝ ΜΕ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ»

 Μία φορά σκανδαλισμένος με έναν πνευματικό που ήθελε να επιβάλει τις πολιτικές του πεποιθήσεις σ’ ένα πνευματικοπαίδι του, πήγα να ρωτήσω σχετικά το γέροντα. 

Για μένα χέρι που δεν κάνει το σταυρό, είτε «δεξιό» είτε  «αριστερό»… το ΙΔΙΟ είναι. Δεν έχουν καμία διαφορά.

Να κοιτάτε να μαθαίνετε ποιοί είναι τίμιοι άνθρωποι, δίκαιοι και αυτούς να ψηφίζετε. Σήμερα έχουμε ανάγκη όχι από έξυπνους αλλά από τίμιους ανθρώπους.

Εγώ, αν οι κομμουνιστές δεν ήταν άθεοι, και δεν κυνηγούσαν τον Χριστό, θα συμφωνούσα μαζί τους.Καλό είναι τα χωράφια, τα εργοστάσια να ανήκουν σε όλους…

Όχι κάποιος να πεινάει και κάποιος να πετάει.

Αν τα υλικά πράγματα δε μοιράζονται με το Ευαγγέλιο, στο τέλος θα μοιραστούν με το μαχαίρι.



Απόσπασμα από το βιβλίο:  «Ο πατήρ Παϊσιός μου είπε» του Αθ. Ρακοβαλή, Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», σελ.  84 – 89

Άγιος Νικόλαος του Πσκωφ

 Ο Άγιος Νικόλαος καταγόταν από τη Ρωσία και ήταν διά Χριστόν σαλός. Έζησε στην πόλη Πσκωφ κατά τους χρόνους της βασιλείας του τσάρου Ιβάν του Τρομερού και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1576 μ.Χ.

Άγιοι Νυμφάς και Εύβουλος οι Απόστολοι

 Οι Άγιοι Απόστολοι Νυμφάς και Εύβουλος ήταν μαθητές του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος μνημονεύει τον μεν Απόστολο Νυμφά, που διέμενε στις Κολοσσές ή στη Λαοδικεία, στην προς Κολοσσαείς επιστολή (Kολ. δ΄, 15), τον δε Απόστολο Εύβουλο, που ήταν μετά του Παύλου, στην προς Τιμόθεον Β' Επιστολή (β΄ Tιμ. δ΄, 21).


Και οι δύο απεβίωσαν ειρηνικά.

Άγιος Ιωνάς ο Λέριος

 Από το «ΒΡΑΒΕΙΟΝ» της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο, διαπιστώνουμε ότι πολλοί Λεροί τους πέντε προηγούμενους αιώνες άφησαν τη Λέρο και πήγαν σττη Μονή της Πάτμου, δια να μονάσουν. Ενας από αυτούς ήταν και ο μοναχός Ιωνάς δια τον οποίον στο «ΒΡΑΒΕΙΟ» αναφέρονται:


«αφξα (1561) Φεβρουαρίου κη (28)

εφονεύθη εις την Λειψόν ο δούλος

του Θεού Ιωνάς μοναχός ο Λέριος».


Ατομικά για τον Οσιομάρτυρα αυτόν της Εκκλησίας δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Οσα ακολουθούν προέρχονται από το βιβλίο του Αρχιμ. Νικηφόρου Κουμουνδούρου, εφημερίου των Λειψών «Μακαριστοί γέροντες και πέντε οσιομάρτυρες στη νήσο Λειψώ της Δωδεκανήσου». Οι Αγιες αυτές ψυχές ανεκυρήχθησαν οσιομάρτυρες από το Οικουμενικό Πατριαρχείο , εορτάζοντες και οι πέντε μαζί την Α’ Κυριακή μετά τη 10η Ιουλίου.


Ο Οσιομάρτυς Ιωνάς μαζί με άλλους ασκητές - αναχωρητές έφυγαν από το μοναστήρι της Πάτμου και έφθασαν στη νήσο Λειψώ το 1550 μ.Χ. Ζητούσαν να βρούν ένα τόπο που δεν θα τους ενοχλούσε ο κόσμος, που μόνοι θα υμνούσαν και θα συνομιλούσαν με το Θεό. Ετσι διάλεξαν ένα χώρο έρημο και αφιλόξενο για να εγκατασταθούν. Πρώτο τους μέλημα να χτισθεί ο ναός του Ησυχαστηρίου, ψηλά από τη θάλασσα σε δύσβατο σημείο, για το φόβο των πειρατών. Εκεί πάλεψαν με τους βράχους, για να φτιάξουν μονοπάτια, πάλεψαν με τη έλλειψη του νερού και της τροφής. Μα τι κι αν δεν είχαν τίποτα από αυτά; Είχαν και τους αρκούσε, η Χάρις του Θεού. Εφτιαξαν την Εκκλησία επ’ονόματι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και μικρά κελιά για τους ίδιους.


Πότισαν τον άγονο χώρο του ασκηταριού περισσότερο με τον ιδρώτα τους και λιγότερο με το νερό. Σεβάστηκαν τη φύση, λάτρευσαν, εδόξασαν και υμνολόγησαν το Θεό, που επέτρεψε στο διάβολο να πειράζει τους ανθρώπους, αλλά έδωσε και στους ανθρώπους την δύναμη να τον νικούν. Εγιναν «άγγελοι τω βίω» ενώ ήταν «άνθρωποι τη φύσε » .Πολλοί από αυτούς θυσιάστηκαν για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδας την ελευθερία.


Οσο ψηλά όμως και αν ήταν το ασκηταριό, το επισκέπτονταν με τις άγριες διαθέσεις τους οι πειρατές. Σε μια επιδρομή εφόνευσαν το μοναχό Ιωνά από τη Λέρο. Ηταν 28 Φεβρουαρίου του 1561 μ.Χ. Ετσι ο Μοναχός Ιωνάς έγινε νεομάρτυρας της Εκκλησίας μας.


Δεν ήταν ο μόνος. Πρίν από αυτόν το 1558 μ.Χ. είχαν φονεύσει το μοναχό Νεόφυτο τον Αμοργινό. Το 1609 μ.Χ. ο μοναχός Νεόφυτος ο Φαζός εφονεύθη από τους αγαρινούς με σκεπάρνι. Το 1635 μ.Χ. ο Πεκήρ Πασάς από δαρμό εφόνευσε το μοναχό Ιωνά τον Νισύριο και το 1696 μ.Χ. ο αναχωρητής μοναχός Παρθένιος εφονεύθη με καμάκι που του τρύπησε το λαιμό. Και οι πέντε αδικοσκοτωμένοι μακαριστοί γέροντες κηδεύτηκαν με δάκρυα από τους συνασκητές τους και τους θρήνησαν οι ευσεβείς Λειψώτες και οι συμπατριώτες τους. Και όλοι μας τους διατηρούμε στη μνήμη μας με ευγνωμοσύνη και σεβασμό θεωρώντας τους καταξιωμένους οσιομάρτυρες.

Οσίες Μαράνα και Κύρα

 Τον βίο των Οσίων αυτών γυναικών, συνέγραψε ο Θεοδώρητος Κύρου στη Φιλόθεο Ιστορία του.


Οι Οσίες Κύρα και Μαράνα κατάγονταν από τη Βέρροια (τωρινό Χαλέπιο) της Συρίας και έζησαν στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ. Η καταγωγή τους ήταν επίσημη και ευγενική, ανάλογη δε και η μόρφωσή τους. Η αφοσίωσή τους ήταν στραμμένη στην πνευματική ζωή και τον ησυχαστικό βίο. Έτσι εγκατέλειψαν τον κόσμο και έκτισαν έξω από την πόλη περιτοίχισμα από πέτρες και επιδόθηκαν εκεί στον πνευματικό αγώνα. Τη θύρα του περιβόλου τους την έκλεισαν με πηλό, για να μην εισέρχεται κανένας σε αυτόν και άφησαν μόνο μια μικρή θυρίδα, για να επικοινωνούν με τους έξω και να λαμβάνουν την τροφή τους. Ασκήθηκαν στη σιωπή και έφεραν στα χέρια, τα πόδια, τον τράχηλο και τη μέση σίδερα, για να νεκρώσουν το σώμα και να νικήσουν τους πειρασμούς.


Ο ευσεβής πόθος τους τις έφερε στους Αγίους Τόπους και στο ναό της Αγίας Θέκλας στην Ισαυρία, απ' όπου επέστρεψαν πνευματικά ενισχυμένες στο ερημητήριό τους και συνέχισαν με ταπεινοφροσύνη και αγαθοεργίες τη ζωή τους.


Έτσι, αφού έζησαν, κοιμήθηκαν με ειρήνη και παρέδωσαν τις ψυχές τους στο Νυμφίο Χριστό.

Άγιος Νέστωρ ο Μάρτυρας

 Ο Άγιος Νέστωρ καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας της Μικράς Ασίας και διέδιδε θερμά τη χριστιανική πίστη. Τόσο δε τολμηρός ήταν στο έργο του, που εξακολουθούσε άφοβα να το πράττει και μετά τα διατάγματα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού κατά των χριστιανών.


Ο Διοικητής της Πέργης Ειρήναρχος, τον συνέλαβε και τον έστειλε στον έπαρχο της Παμφυλίας Πόπλιο. Αυτός μάταια προσπάθησε να τον παρασύρει στην άρνηση του Χρίστου. Όταν δε έχασε κάθε ελπίδα, διέταξε τη σταύρωση του.


Ο Νέστωρ υπέστη το μαρτύριο του με πολλή καρτερία. Και από το σταυρό, ενώ οι πόνοι τον κατακεντούσαν, αυτός υμνούσε το Χριστό.


Τον Άγιο Νέστορα ο Πατμιακός Κώδικας 266 τον καλεί επίσκοπο.


Άγιος Προτέριος ο Ιερομάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας

 Ο Άγιος Προτέριος έζησε στα χρόνια των βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας. Ήταν πρεσβύτερος στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας και έλαβε μέρος στην Δ' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε το έτος 451 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, κατά τους χρόνους των βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας.


Η Σύνοδος καταδίκασε τον μονοφυσίτη Πατριάρχη Αλεξανδρείας Διόσκουρο. Μετά την καθαίρεση του Διοσκούρου, εξελέγη Πατριάρχης ο Άγιος Προτέριος (452 - 457 μ.Χ.), ο οποίος διέπρεψε στη Σύνοδο και έφραξε τα στόματα των δυσσεβών αιρετικών.


Όταν ο Άγιος επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια οι οπαδοί του Ευτυχούς και του Διοσκούρου προκαλούσαν στάσεις και ρήξεις και εμπόδιζαν να κατέρχεται το σιτάρι στην Αλεξάνδρεια μέσω του Πηλουσίου, με σκοπό να πεινάσουν οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας και να στραφούν κατά του Αγίου. Όμως ο αυτοκράτορας Μαρκιανός, κατόπιν παρακλήσεως του Αγίου, διέταξε την διέλευση του σιταριού διά της Αλεξάνδρειας και έτσι σώθηκε η πόλη από την πείνα.


Μετά το θάνατο του Μαρκιανού οι αιρετικοί θρασύνθηκαν και κατέφυγαν σε σατανικές επινοήσεις, για να εκπληρώσουν τα ασεβή σχέδιά τους και αν εκθρονίσουν τον Άγιο. Επικεφαλής αυτών τέθηκε ο ιερεύς Τιμόθεος ο Αίλουρος, ο οποίος με μύρια τεχνάσματα κατόρθωσε να διεγείρει κατά του Αγίου Προτερίου τους απλοϊκούς μοναχούς της Αλεξάνδρειας, περιερχόμενος κατά τη διάρκεια της νύχτας τα κελιά των μοναχών, λέγοντας ότι είναι άγγελος και προτρέποντας αυτούς να μην έχουν κοινωνία με τον Άγιο.


Οι μοναχοί παρασύρθηκαν και προκάλεσαν μεγάλη ταραχή με τους αιρετικούς, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του στρατιωτικού διοικητού της πόλεως Διονυσίου. Ο Άγιος αναγκάστηκε να φύγει, αλλά επανήλθε στην Αλεξάνδρεια και κρύφθηκε μέσα στην κολυμβήθρα ενός ναού. Οι διώκτες του τον ανακάλυψαν και τον κατάσφαξαν με οξείς καλάμους, ενώ ανακηρύξαν Πατριάρχη τον Τιμόθεο. Το ιερό λείψανό του το έδεσαν με σχοινί και το έσυραν στους δρόμους της πόλεως. Τέλος, το παρέδωσαν στα ζώα και το επίλοιπο το κατέκαψαν. Και ο νέος Πατριάρχης τολμούσε όλα αυτά κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, χωρίς αυτό να τον εμποδίζει να τελεί τις Ακολουθίες των Παθών του Κυρίου.


Όταν πληροφορήθηκε τα γενόμενα ο διάδοχος του Μαρκιανού, αυτοκράτορας Λέων ο Μέγας ο Θραξ διέταξε να δικασθεί ο Τιμόθεος ο Αίλουρος κανονικά και να εξορισθεί στη Γάγγρα. Ομοίως τιμωρήθηκαν και όλοι εκείνοι που έλαβαν μέρος στο φόνο του Αγίου Προτερίου. Αντί δε του καθαιρεθέντος Τιμοθέου, Πατριάρχης εξελέγη ο Ορθόδοξος Τιμόθεος ο Σαλοφακίολος (460 - 482 μ.Χ.). Ο Λέων επέβαλε τις αποφάσεις της Δ' Οικουμενικής Συνόδου, εξεδίωξε τους μονοφυσίτες Επισκόπους Αλεξανδρείας και Αντιοχείας και διόρισε Ορθοδόξους στη θέση αυτών.


Έτσι έζησε και μαρτύρησε ο Άγιος Προτέριος και η μνήμη αυτού ανθεί στο βίο των Αγίων της Εκκλησίας.

Αγία Κυράννα η Νεομάρτυς

 Η Αγία νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στο χωριό Αβυσσώκα ή Βυρσόκα, στη σημερινή Όσσα της Θεσσαλονίκης, από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους. Στο Μαρτύριό της αναφέρεται ότι ήταν εξαιρετικά όμορφη. Αυτή η εξωτερική ομορφιά της Κυράννας, που δεν ήταν τίποτε άλλο από το αντικατόπτρισμα της εσωτερικής της ωραιότητας, αποτέλεσε και την αφορμή να οδηγηθεί στο μαρτύριο, καθώς κάποιος γενίτσαρος, εισπράκτορας των φόρων στο χωριό της Κυράννας, που την ερωτεύθηκε, προσπάθησε επανειλημμένα με κολακείες και δώρα να την ελκύσει και να την πείσει να αλλαξοπιστήσει, για να τη νυμφευθεί. Επειδή όμως η Κυράννα δεν αποδεχόταν τις κολακείες, ούτε πολύ περισσότερο τα δώρα του Τούρκου, αυτός νομίζοντας πως θα την κάμψει με τον φόβο άρχισε να την απειλεί ότι θα την βασανίσει σκληρά και τέλος θα την θανατώσει, αν δεν υποχωρήσει και δεν αρνηθεί την πίστη της. Αλλά ούτε αυτά τα μέσα έφεραν το ποθητό αποτέλεσμα για το γενίτσαρο. Τότε την οδήγησε βίαια στον κριτή της Θεσσαλονίκης και ψευδομαρτύρησε εναντίον της, ότι του είχε δηλώσει ότι θα αλλαξοπιστήσει για να τη νυμφευθεί, αλλά τελικά δεν τήρησε την υπόσχεσή της. Η Αγία Κυράννα με πνευματική ανδρεία ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό. Έτσι οι Τούρκοι την οδήγησαν στη φυλακή.


Ο γενίτσαρος, που την οδήγησε στον κριτή, ζήτησε και έλαβε την άδεια του Αλή Εφέντη, μπέη του κάστρου της Θεσσαλονίκης, να επισκέπτεται την Αγία στη φυλακή, όπου με κολακείες αλλά και βασανιστήρια προσπαθούσε να την μεταπείσει. Όταν έφευγε αυτός, συνέχιζε τα βασανιστήρια ο δεσμοφύλακας, τον οποίο έλεγχαν για την σκληρότητά του τόσο οι υπόλοιποι φυλακισμένοι, όσο και κάποιος άλλος φύλακας Χριστιανός.


Κάποια φορά ο γενίτσαρος επισκέφθηκε και πάλι την Αγία στη φυλακή και την βασάνισε μέχρι θανάτου. Ο Χριστιανός φύλακας επέπληξε τότε δριμύτατα το δεσμοφύλακα και τον απείλησε ότι θα τον καταγγείλει στο πασά, επειδή επέτρεπε να εισέρχονται στη φυλακή παράνομα άνθρωποι ξένοι και να βασανίζουν τους φυλακισμένους. Έτσι, όταν μετά από λίγο ο γενίτσαρος ξαναήλθε στη φυλακή, φοβούμενος ο δεσμοφύλακας δεν του επέτρεψε την είσοδο. Αυτός τότε τον κατήγγειλε στον Αλή Εφέντη, ο οποίος τον κάλεσε και τον επέπληξε, γιατί παράκουσε τις διαταγές του. Ύστερα από αυτό το γεγονός, ο δεσμοφύλακας επέστρεψε οργισμένος στη φυλακή και ξέσπασε πάνω στην Κυράννα, την οποία κρέμασε και άρχισε να χτυπά αλύπητα. Μπροστά σε αυτό το θέμα όλοι οι φυλακισμένοι, ακόμη και οι Μωαμεθανοί, άρχισαν να διαμαρτύρονται και να καταφέρονται εναντίον του δεσμοφύλακος, ο οποίος άφησε την Αγία κρεμασμένη κι έφυγε. Ήταν 28 Φεβρουαρίου του 1751 μ.Χ.


Κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες ένα θείο φως κάλυψε ξαφνικά το σώμα της Αίας Κυράννας, η οποία άφηνε την τελευταία της πνοή, και ύστερα εξαπλώθηκε σε όλη την φυλακή. Μπροστά σε αυτό το θαύμα οι Χριστιανοί ευχαριστούσαν τον Κύριο, ενώ οι Μωαμεθανοί ενόμιζαν ότι ήταν φωτιά και τρομοκρατήθηκαν.


Ο Χριστιανός φύλακας, ο οποίος πήγε να κατεβάσει την κρεμασμένη Αγία, τη βρήκε νεκρή. Στο μεταξύ το φως είχε υποχωρήσει, αλλά παρέμενε σε όλο το χώρο μια άρρητη ευωδία. Ο φύλακας τότε, περιποιήθηκε το ιερό λείψανο της Μάρτυρος, το οποίο την επόμενη μέρα παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν έξω από τη Θεσσαλονίκη. Στο Συναξάρι της Νεομάρτυρος αναφέρεται ότι το σκήνωμα της Αγίας ενταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδή στο Κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής.


Ασματική ακολουθία της συνέγραψε ο Χριστόφορος Προδρομίτης.


Ως ημέρα της μνήμης της Νεομάρτυρος αναφέρεται σε Λαυρεωτικό Κώδικα η 1η Ιανουαρίου. Στην Όσσα όμως, η Αγία Κυράννα εορτάζεται στις 8 Ιανουαρίου. Αιτία αυτής της εορτολογικής μετατοπίσεως ίσως είναι το ότι ο εορτασμός της κατά τις 28 Φεβρουαρίου συχνά συνέπιπτε με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, περίοδο χαρμολύπης, ενώ στις 8 Ιανουαρίου επιπλέον οι κάτοικοι της Όσσας ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στο χωριό τους εξαιτίας των εορτών των Χριστουγέννων. Η μνήμη της Αγίας τιμάται πανηγυρικά και από τους Οσσαίους της Θεσσαλονίκης και στο ναό της Αχειροποιήτου κατά τη Κυριακή μετά τις 8 Ιανουαρίου.


Στο χωριό Όσσα, βρίσκεται ο Ιερός Ναός της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Κυράννας, που είναι και πολιούχος της κοινότητας, αφιερωμένος στη μνήμη της νεομάρτυρος Κυράννας. Ο ναός κτίστηκε το 1840 μ.Χ., όπως αναφέρει ο Αστέριος Θηλυκός ή το 1868 μ.Χ. σύμφωνα με επιγραφή κτίσεως. Σε αυτόν φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Αγίας Κυράννας, φιλοτεχνημένη γύρω στο 1870, από τον Χριστόδουλο Ιωάννου Ζωγράφο από την Σιάτιστα.



Ἀπολυτίκιον

Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.

Χαίρε Όσσης ο γόνος και θείον βλάστημα, Παρθενομάρτυς Κυράννα Νύμφη Χριστού του Θεού, η αθλήσασα στερρώς υστέροις έτεσι, και καθελούσα τον εχθρόν, καρτερία σταθε­ρά. Και νυν απαύστως δυσώπει, υπέρ των πίστει τιμώντων, την μακαρίαν σου άθλησιν.


Κοντάκιον

Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων.

Παρθενομάρτυς Κυράννα, νύμφη Χριστοῦ ἀληθῶς καλλιπάρθενε, τοὺς τῇ θερμῇ σου πρεσβείᾳ προστρέχοντας, παντοίων νόσων καὶ θλίψεων λύτρωσαι, καὶ δίδου ἡμῖν χαρὰν ἄληκτον.


Κάθισμα

Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.

Πρεσβείᾳ τῇ σῇ, προστρέχουσα ἑκάστοτε, Κυράννα σεμνή, λαμβάνει τὰ αἰτήματα, Ὄσσα ἡ σὲ βλαστήσασα, καὶ βοᾷ σοι ἀεὶ μετὰ πίστεως· ἐκ συμφορῶν με ἐν βίῳ πικρῶν, ἀπήμαντον Μάρτυς διαφύλαττε.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής

 Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής, έζησε και έδρασε επί αυτοκρατορίας Λέοντα Γ' του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) του εικονομάχου.


Από μικρή ηλικία ο Βασίλειος εγκατέλειψε τη κοσμική ζωή για να αφιερωθεί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την άσκηση. Αρχικά ζούσε σε κάποιο ερημητήριο τρέφοντας το πνεύμα του και την ψυχή του με τα δώρα της πίστεως και της αγάπης. Έγινε μαθητής και υποτακτικός του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου (τιμάται 27 Φεβρουαρίου). Όταν όμως οι περιστάσεις τον κάλεσαν, ανταποκρίθηκε με θαυμαστή προθυμία και υπερασπίσθηκε την Ορθοδοξία με θάρρος και παρρησία. Διώχθηκε σκληρά, για την άκαμπτη αντίστασή του και τη θαρραλέα συνηγορία υπέρ της ορθοδοξίας. Φυλακίστηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια.


Όταν πέθανε ο τύραννος Λέων, ο Όσιος Βασίλειος αφέθηκε ελεύθερος και επανήλθε στο ασκητήριό του για να συνεχίσει τους μοναχικούς τους αγώνες.


Μέγας αγωνιστής της Εκκλησίας, στρατευόταν συνεχώς για την ενίσχυση της ορθόδοξης πίστης, για τη διαφώτιση των αιρετικών, για τη στερέωση των πιστών και τη μετάνοια των αμαρτωλών. Έτσι οσιακά αγωνιζόμενος εκοιμήθη εν ειρήνη.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοὶς θείοις σου σκάμμασι, σὺ γὰρ ὁμολογία, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι' ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος, ἐντεῦθεν τῆς ἀσάλευτου βασιλείας ἠξίωσαι.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.

Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Βασίλειε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἐξ ὕψους λαβών, τήν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καί μονάσας ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τήν ἐνέργειαν, καί τάς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε παμμάκαρ Ἱερώτατε.

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΟΣΙΟ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗ

Ο ακατάλληλος για Ίκαρος που έγινε Άγγελος!

 Ο «ακατάλληλος» και απορριφθείς λόγω «ταχυπαλμίας» Ίκαρος, έχασε και αυτός τον προορισμό, όπως και ο μυθικός ήρωας. Μόνο που η δικιά του ταπείνωση από αεροπόρο τον έκανε αγιοπόρο.

Γι’ αυτόν ο ουρανός έλαβε διαφορετικά χαρακτηριστικά και τον αντάλλαξε με ουρανούς!

Αντάλλαξε, βεβαίως, και την προσπάθεια της υπέρβασης της φυσικής βαρύτητας, και απελευθερωμένος από κάθε βάρος και εμπαθές ψυχικό βαρίδιο έκανε ελεύθερος ταξίδια χάριτος και ευλογίας!

Καθοριστική βεβαίως ήταν η συνδρομή και η σκληρή εκπαίδευση που έλαβε από τον αλείπτη, προγυμναστή, Γέροντά του, όσιο Ιωσήφ τον Ησυχαστή! Τον άρχοντα του Άθωνα που ως άλλος υψιπέτης Δαίδαλος, φτέρωσε πνευματικά τον ακατάλληλο Ίκαρο για τα νέα πνευματικά ταξίδια και πτήσεις που επιθυμούσε να πραγματοποιήσει!

Εδώ η ταχυπαλμία του νεαρού μοναχού ήταν προνόμιο!

Γιατί βιαζόταν να πετάξει!

Να βγάλει ο ίδιος φτερά!

Να γίνει ένας επίγειος άγγελος! Ένα όχημα!

Και μάλιστα όχι Ι.Χ., ιδιωτικής και εγωιστικής χρήσεως.

Έτσι κι αλλιώς ο νεκρός ακατάλληλος Ίκαρος, και πλέον αγαθός ζηλωτής, μοναχός Εφραίμ, θα τα κατάφερνε και μόνος του να αποκτήσει την Θεία Χάρη, όπως του είπε αργότερα ο όσιος Ιωσήφ, μόνο που όπως του επεσήμανε «δεν θα μπορούσες να την διατηρήσεις».


Ο νεαρός υψιπετής αγιορείτης μοναχός έκανε υπακοή στον Γέροντα του, όσιο Ιωσήφ, τον δικό του Δαίδαλο που τον κόσμησε με φτερά άκτιστα και όχι ευπαθή κτιστά, και έτσι δεν έλιωσαν από τον ήλιο ή από κάποιον άλλο ψεύτικο ήλιο.

Το όχημά του, δηλαδή ο ίδιος τράβηξε κατ’ ευθείαν για τον πραγματικό Ήλιο που τον χαρίτωσε και τον έκανε και αυτόν ένα τοπικό ήλιο, άγιο, στα Κατουνάκια, στο Άγιον Όρος, στην Ελλάδα και σ’ όλη την οικουμένη.

Και όταν ο ίδιος εξομολογήθηκε την πρώτη θαυμαστή επίσκεψη της Θείας χάριτος, την «ανέκφραστον εκείνην κατάστασιν», στον Γέροντά του, ο όσιος Ιωσήφ αφού σηκώθηκε και τον αγκάλιασε, του είπε: «Θυμάσαι που σου έλεγα ότι με τα δάκρυα τρόπον τινά σκάβεις, διά να περάσει το όχημα. Τώρα πέρασε το όχημα. Αυτή, παιδί μου είναι η Θείας Χάρις»!

Έγινε δηλαδή ο ίδιος όχημα και πλέον δεν χρειαζόταν πτητικό μέσο για να πετάξει.

Ούτε τα φτερά του μυθικού Ίκαρου, ούτε τα αεροπλάνα της πολεμικής μας αεροπορίας.

Το παιδί αυτό, ο Ευάγγελος Παπανικήτας, ήθελε πάντα να πετάξει!

Και πέταξε!

Άλλωστε το βαφτιστικό του όνομα του, Ευάγγελος, προμηνούσε για τις ωραίες πτήσεις τις οποίες προετοιμαζόταν!

Αλλά μήπως είχαν τελειωμό οι ευλαβείς φιλοδοξίες του και το ασυμβίβαστο του επίγειου άγγελου, Ιερομονάχου Εφραίμ με τα γαιώδη;

Να και μια έκτακτη και αυτοσχέδια προσευχή από την φλέγουσα καρδιά του:

«Άγγελοι, αρχάγγελοι παραμερίστε. Θέλω να δω τον Κύριο μου»!

Αυτός ήταν ο στόχος των πτήσεων του!

Γιορτής χαράν χαρείτε! Μεγάλη!Να έχουμε την ευχή του!

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: «ΜΕΧΡΙ ΠΟΤΕ ΘΑ ΕΙΜΕΘΑ ΑΠΡΟΣΕΚΤΟΙ;»

 Μέχρι πότε θα είμεθα απρόσεκτοι και θα δαπανώμεν το παν εις καθημερινάς διαμάχας και φιλονεικίας και λόγους ανωφελείς, τρέφοντες την γην, παχαίνοντας το σώμα, και αδιαφορούντες δια την ψυχήν, δια μεν τα αναγκαία μη κάμνοντες κανένα λόγον, δια δε τα περιττά και ανώφελα δεικνύοντες πολλήν φροντίδα; 

  Με όσον περισσότερα περιβάλλεσαι, τόσον περισσότερον δουλικώτερος γίνεσαι· διότι όσον περισσότερα χρειάζεσαι, τόσον περισσότερον μειώνεις την ελευθερίαν σου· καθ̉ όσον η μεν πλήρης ελευθερία συνίσταται εις το να μη έχωμεν καμμίαν ανάγκην, ενώ εκείνη που ακολουθεί αυτήν συνίσταται εις το να έχωμεν την ανάγκην ολίγων πραγμάτων, την οποίαν έχουν οι άγγελοι προ πάντων και οι μιμηταί αυτών, όμως το να το κατορθώσουν αυτό άνθρωποι που μένουν μέσα εις θνητόν σώμα σκέψου πόσον μεγάλον έπαινον έχει αυτό το πράγμα.


   Δια τούτο ονομάζονται χρήματα, δια να τα χρησιμοποιούμεν όπου χρειάζονται, όχι δια να τα φυλάσσωμεν και να τα κρύπτωμεν μέσα εις την γην· διότι αυτό δεν δείχνει ότι τα απεκτήσαμεν, αλλ̉ ότι αυτά απέκτησαν ημάς· καθ’ όσον εάν πρόκειται αυτό να σκεπτώμεθα, πως αυτά να τα κάνωμεν πολλά και όχι δια να τα απολαύσωμεν εις τα αναγκαία πράγματα, ανετράπη η τάξις, και εκείνα κατέκησαν ημάς και όχι ημείς εκείνα.

Όσιος Τίτος ο Πρεσβύτερος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου

 Ο Όσιος Τίτος γεννήθηκε στη Ρωσία και ασκήτευε στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Η ιερατική του βιοτή ήταν θεοφιλής και ισάγγελη, ενώ η αγάπη του προς όλους τους αδελφούς ανιδιοτελής και ανυπόκριτη.


Τότε ζούσε στη Λαύρα και ένας διάκονος, που ονομαζόταν Ευάγριος. Ο μισόκαλος διάβολος, που πάντοτε σπείρει ζιζάνια, έσπειρε έχθρα ανάμεσα στον Όσιο Τίτο και το διάκονο Ευάγριο. Και ενώ πρώτα έτρεφαν ο ένας για τον άλλο βαθιά αμοιβαία αγάπη, έφθασαν τώρα να μην θέλουν ούτε να ιδωθούν. Τόσο πολύ μάλιστα τους σκότισε η οργή και η μνησικακία, ώστε, όταν θυμίαζε ο ένας στο ναό, ο άλλος έφευγε. Και αν δεν έφευγε, ο πρώτος τον προσπερνούσε χωρίς να τον θυμιάσει.


Έχοντας βυθιστεί σε τέτοιο σκοτάδι εμπάθειας οι δύο αδελφοί, τολμούσαν να λειτουργούν και να προσφέρουν τα Τίμια Δώρα και να κοινωνούν, ξεχνώντας την εντολή του Κυρίου που λέγει: «Εάν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και εκεί ενθυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίων σου, άφησε εκεί το δώρο σου μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε, πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδελφό σου, και τότε αφού έλθεις πρόσφερε το δώρο σου».


Κάποτε ο Όσιος Τίτος αρρώστησε πολύ σοβαρά. Είχα μάλιστα φθάσει στα πρόθυρα του θανάτου, όταν άρχισε ξαφνικά να κλαίει και να θρηνεί για την αμαρτία του. Αμέσως παρακάλεσε τους μοναχούς να καλέσουν τον Ευάγριο, για να συγχωρεθούν. Εκείνος όμως, όχι μόνο δεν δέχθηκε να συγχωρέσει τον ετοιμοθάνατο αδελφό, αλλά άρχισε να τον καταριέται. Τότε τον άρπαξαν και τον έφεραν διά της βίας στον Όσιο, για να ειρηνεύσουν. Μόλις τον είδε ο Όσιος Τίτος ανασηκώθηκε με δυσκολία και τον ικέτευσε κλαίγοντας να τον ευλογήσει. Ο ανελέητος Ευάγριος αποστράφηκε άσπλαχνα τον Όσιο και δήλωσε μπροστά σε όλους, ότι ποτέ δεν πρόκειται να συμφιλιωθεί μαζί του ούτε στην παρούσα ζωή ούτε στην άλλη. Δεν πρόλαβε όμως να τελειώσει τον λόγο του και έπεσε κάτω! Οι πατέρες έτρεξαν να τον σηκώσουν, αλλά διαπίστωσαν πως ήταν νεκρός. Το σώμα του αμέσως πάγωσε σαν μάρμαρο. Την ίδια στιγμή ο Όσιος Τίτος σηκώθηκε όρθιος, εντελώς υγιής, σαν να μην είχε αρρωστήσει ποτέ. Με φρίκη και δέος αντίκρισαν όλοι τον άδοξο θάνατο του μνησίκακου Ευαγρίου και την θαυματουργική ίαση του Αγίου.


Ο Όσιος Τίτος, μετά την συγκλονιστική αυτή εμπειρία, απομάκρυνε για πάντα από τη ζωή του, όχι μόνο την εξωτερική οργή, αλλά και κάθε κακό λογισμό για οποιονδήποτε αδελφό, μέχρι την ημέρα που κοιμήθηκε ειρηνικά και παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό. Ήταν το έτος 1190 μ.Χ.

Όσιος Ραφαήλ Επίσκοπος Μπρούκλυν

 Ο Όσιος Ραφαήλ γεννήθηκε στη Συρία το έτος 1860 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς, τον Μιχαήλ Χαβαβίνυ και τη Μάριαμ, θυγατέρα του ιερέως της Δαμασκού. Την ημέρα της εορτής των Θεοφανείων του 1861 μ.Χ. βαπτίσθηκε και ονομάσθηκε Ραφαήλ.


Σπούδασε στη θεολογική σχολή της Χάλκης και χειροτονήθηκε διάκονος στις 8 Δεκεμβρίου του 1885 μ.Χ. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στη θεολογική ακαδημία του Κιέβου. Με την ευλογία του Πατριάρχη Αντιοχείας Σίλβεστρο, διευθυντή της ακαδημίας και ένα μήνα αργότερα έλαβε το οφίκιο του αρχιμανδρίτη από τον Μητροπολίτη Μόσχας Ιωαννίκιο. Ως πρεσβύτερος πλέον ανέλαβε καθήκοντα εξάρχου του Πατριαρχείου Αντιοχείας στη Ρωσία.


Ο ιεραποστολικός ζήλος οδήγησε τα βήματά του στην Αμερική. Έφθασε στη Νέα Υόρκη στις 2 Νοεμβρίου 1895 μ.Χ. και ανέλαβε ως βοηθός του Επισκόπου Νικολάου. Ανέλαβε σημαντικό ιεραποστολικό έργο και ασχολήθηκε με τη συγγραφή θεολογικών βιβλίων καθώς και με την ανέγερση νέων ναών.


Το έτος 1903 μ.Χ. η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας τον εξέλεξε Επίσκοπο Μπρούκλυν και του ανέθεσε το ιεραποστολικό έργο στη Βόρειο Αμερική.


Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1915 μ.Χ.


Όσιος Τίτος ο στρατιώτης

 Ο Όσιος Τίτος πριν γίνει μοναχός ήταν στρατιώτης. Κάποτε, εξαιτίας ενός σοβαρού τραυματισμού, ασθένησε βαριά και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον στρατό και να εγκαταβιώσει στα Σπήλαια της Λαύρας του Κιέβου. Εκεί, αφού πέρασε την υπόλοιπη ζωή με προσευχές και μετάνoιες κοιμήθηκε με ειρήνη περί τον 11ο αιώνα μ.Χ. Η μνήμη του Οσίου Τίτου επαναλαμβάνετε στις 27 Ιανουαρίου.

Άγιος Λέανδρος Επίσκοπος Σεβίλλης

 Ο Άγιος Λέανδρος, Επίσκοπος Σεβίλλης της Ισπανίας, διδάσκαλος της Εκκλησίας και φωτιστής των Ισπανών, έζησε τον 6ο μ.Χ. αιώνα και ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογενείας. Ο πατέρας του ήταν δούκας και καταγόταν από βυζαντινή γενιά, ενώ η μητέρα του ήταν πρωτότοκη κόρη του Βησιγότθου βασιλέως Λεβιγκίντ, που βασίλευε στην Σεβίλλη, την πρωτεύουσα του βασιλείου των Βησιγότθων.


Πολύ νωρίς ακολούθησε τον μοναχικό βίο και διακρίθηκε για την μόρφωση και τις αρετές του. Γι' αυτούς τους λόγους η Εκκλησία τον κατέστησε Επίσκοπο το έτος 579 μ.Χ. Ίδρυσε θεολογική σχολή με σκοπό τη διάδοση της Ορθοδοξίας, αλλά και την καλλιέργεια των επιστημών και των τεχνών γενικά, μέσα στο λαό του τότε βάρβαρου ακόμα βασιλείου. Οι δυο βασιλόπαιδες Χερμενεγκίλντ και Ρεκαρέντ, ανεψιοί του από την πλευρά της μητέρας του, ήταν μεταξύ των μαθητών του Αγίου Λεάνδρου. Ο Χερμενεγκίλντ ανατράφηκε με τα νάματα της Ορθοδοξίας. Η πίστη του στην Εκκλησία δυναμώθηκε πιο πολύ χάρη στην ευσεβή σύζυγό του Ίνγκαρντ, θυγατέρα του βασιλέως των Φράγκων Σιγεβέρτου.


Όταν ο πατέρας του, μεταφέροντας την πρωτεύουσά του στο Τολέδο, του όρισε για διαμονή του τη Σεβίλλη, ξέσπασε διωγμός κατά των Ορθοδόξων. Ο αιρετικός Λέβεγκίλντ ήλθε σε σύγκρουση με τον Ορθόδοξο γιο του Χερμενεγκίλντ. Ήταν τέτοια η ένταση του διωγμού και της μανίας των αιρετικών, που όπως γράφεται δεν έβλεπε κανείς πουθενά ελεύθερο άνθρωπο και η ίδια η γη έχασε την παλαιά της γονιμότητα. Ο αιρετικός βασιλέας πολιόρκησε την Σεβίλλη και έκλεισε σε σκοτεινή φυλακή τον υιό του, όπου και τον στραγγάλισε την ημέρα του Πάσχα του 586 μ.Χ.


Την εποχή αυτή, λίγο πριν εξορισθεί και αυτός μαζί με άλλους ομολογητές της Ορθοδοξίας, ο Άγιος Λέανδρος έφυγε στην Κωνσταντινούπολη, για να ζητήσει τη βοήθεια του αυτοκράτορα. Εκεί γνώρισε τον Άγιο Γρηγόριο τον Μέγα, τον Διάλογο, και συνδέθηκε μαζί του με δυνατή φιλία. Όταν ο διωγμός κατά των Ορθοδόξων έφθασε στα άκρα, ο βασιλιάς Λέβεγκιλντ προσβλήθηκε από θανατηφόρο ασθένεια, άλλαξε στάση, προσκάλεσε τον Άγιο Λέανδρο στην επιθανάτια κλίνη του και, αφού μετανόησε, τον παρακάλεσε να κατευθύνει το διάδοχό του Ρεκαρέντ προς την αληθινή Ορθόδοξη πίστη. Ο νέος βασιλέας, υπάκουος στον παλαιό διδάσκαλό του, μεταστράφηκε και ανέλαβε αμέσως να συγκαλέσει την Τρίτη εν Τολέδω Σύνοδο, όπου ανέγνωσε ενώπιον όλων την ομολογία πίστεως στις αποφάσεις της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας και ανακοίνωσε ότι οι λαοί των Γότθων και Σουέβων, ενωμένοι, επανέρχονται στην ενότητα της Εκκλησίας. Ο Άγιος Λέανδρος, ο οποίος υπήρξε πρόεδρος αυτής της Συνόδου, αφιέρωσε πλέον την υπόλοιπη ζωή του στη διδασκαλία του ποιμνίου του με το φωτισμένο του παράδειγμα κατ' αρχήν, αλλά και με τα εμπνευσμένα γραπτά του. Προετοίμασε ακόμη τον αδελφό του, Άγιο Ισίδωρο , να γίνει διάδοχός του στο θρόνο της Σεβίλλης και η δόξα της Εκκλησίας της Ισπανίας. Βοήθησε ακόμη την αδελφή του, Αγία Φλωρεντίνη, να γίνει ιδρύτρια και ηγουμένη σαράντα μονών με χιλιάδες μοναχές, γράφοντας γι' αυτήν μοναχικό τυπικό που από τότε καλείται «Κανὼν τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου». Οργάνωσε, επίσης, τη Θεία Λατρεία της Εκκλησίας της Ισπανίας, που λειτουργικά ονομάζεται «μοζαραβικῆ».


Ο Άγιος Επίσκοπος της Σεβίλλης, αφού υπέμεινε πολλές αντιξοότητες και δοκιμασίες, παρέδωσε την αγία ψυχή του στον Κύριο το 600 ή 601 μ.Χ. (πιθανώς στις 13 Μαρτίου).

Άγιοι Αβουδάντιος, Αλέξανδρος, Αντίγονος, Καλανός, Ιανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός και Φουρτουνάτος

 Οι Άγιοι Αβουδάντιος (ή Αβούνδιος ή Αβούδιμος), Αλέξανδρος, Αντίγονος, Καλανός, Ιανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός και Φουρτουνάτος (ή Φορτουνίων ή Φορτούνιος), μαρτύρησαν στην Θεσσαλονίκη, μαζί με άλλους Χριστιανούς, επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 - 305 μ.Χ.).


Η πληροφορία αυτή καταγράφεται σε αρχαία Μαρτυρολόγια. Ο αριθμός των Μαρτύρων και τα ονόματά τους ποικίλουν από χειρόγραφο σε χειρόγραφο. Δεν υπάρχει ωστόσο κανένα επιπλέον στοιχείο για το μαρτύριό τους.

Άγιος Ηλίας ο Νεομάρτυρας ὁ ἐκ Τραπεζοῦντος

 Ο Άγιος Νεομάρτυς Ηλίας καταγόταν από το Κρυονέρι Τραπεζούντας και ήταν υιός του ιερέως Κωνσταντίνου. Συνελήφθη και βασανίστηκε στο Μόλο της Τραπεζούντας (Μουμ Χανέ), το έτος 1749 μ.Χ. και τελικά απαγχονίστηκε. Το άγιο λείψανο αυτού το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν στη μονή Θεοσκεπάστου.


Όσιοι Ασκληπιός και Ιάκωβος

 Το βίο των Οσίων Ασκληπιού και Ιακώβου συνέγραψε ο Θεοδώρητος Κύρου στη Φιλόθεο Ιστορία του.


Ο Όσιος Ασκληπιός ήταν μαθητής του Αγίου Πολυχρονίου (τιμάται 23 Φεβρουαρίου), που διακόνησε τον Όσιο Ζεβινά και μιμήθηκε κατά πάντα τον Γέροντα αυτού στην άσκηση.


Ο Όσιος Ιάκωβος, μετά από πολλά χρόνια ασκήσεως και ερημιτικού βίου, σε πολύ μεγάλη ηλικία κλείσθηκε σε κελί κοντά στην πόλη Νιμουζάν, χωρίς να βλέπει κανέναν και τίποτα.


Έτσι αφού έζησαν, κοιμήθηκαν οσίως με ειρήνη.

Όσιος Θαλλελαίος

 Ο Όσιος Θαλλελαίος καταγόταν από την Κιλικία και ασκήτευε έξω από την πόλη Γάβαλα της Συρίας. Εκεί υπήρχε ειδωλολατρικός ναός, που συνέρρεαν πολλοί. Ο Θαλλέλαιος αυτό το εκμεταλλεύτηκε, εργαζόμενος για τη διαφώτιση και την προσέλκυση στη χριστιανική πίστη πολλών ειδωλολατρών.


Ήταν γεμάτος ταπεινοφροσύνη και ποτέ δεν υπερηφανεύτηκε για τα πνευματικά του κατορθώματα. Ήταν όμως και φοβερά πολυμήχανος, προκειμένου να φέρει ψυχές κοντά στο Χριστό. Κάποτε μάλιστα, είχε κατασκευάσει ένα ιδιόρρυθμο κρεμαστό κρεβάτι. Αυτό διαδόθηκε σ' όλη την περιοχή, με αποτέλεσμα να τον επισκέπτονται πολλοί ειδωλολάτρες. Από 'κει ψηλά λοιπόν ο Θαλλέλαιος, άρχιζε συζήτηση μαζί τους και έτσι έριχνε τα πνευματικά του δίχτυα, που έπιαναν πολλές ψυχές και τις έσωζε. Μ' αυτόν τον τρόπο κατόρθωσε να εκχριστιανίσει μια ολόκληρη πόλη, τα Γάβαλα, και να γίνει πνευματικός της πατέρας με τη χάρη του Ιησού Χριστού.


Όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης

 Ο Όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης γεννήθηκε το 1912 μ.Χ. στο Αμπελοχώρι Θηβών. Ο πατέρας του ονομάζονταν Ιωάννης Παπανικήτας και η μητέρα του Βικτορία. Ο Γέροντας είχε σαν κοσμικός το όνομα Ευάγγελος. Τελείωσε το Γυμνάσιο αλλά η Χάρις του Θεού έκλεινε στον Ευάγγελο τις κοσμικές θύρες της αποκατάστασης.


Στην Θήβα, όπου είχε μετακομίσει η οικογένεια του, ο Ευάγγελος γνώρισε τους γεροντάδες του τον Εφραίμ και τον Νικηφόρο.


Η ζωή του Ευάγγελου ήταν καλογερική. Αγωνίζονταν πνευματικά με την ευχή του Ιησού, τις μετάνοιες, την νηστεία και κυρίως με την υπακοή.


Η μητέρα του αξιώθηκε να λάβει πληροφορία από τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο  ότι το θέλημα του υιού της να γίνει μοναχός ήταν και θέλημα Θεού και πώς ο Ευάγγελος θα τιμήσει την μοναχική ζωή.


Την 14η Σεπτεμβρίου 1933 μ.Χ. ο Ευάγγελος άφησε τον κόσμο ήλθε στην έρημο του Αγίου Όρους στα Κατουνάκια, στο ησυχαστήριο του Οσίου Εφραίμ του Σύρου και έβαλε μετάνοια στην συνοδεία των Γεροντάδων Εφραίμ και Νικηφόρου. Μετά την δοκιμασία του εκάρη μικρόσχημος μοναχός με το όνομα Λογγίνος. Το 1935 μ.Χ. έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από τον Γέροντα του Νικηφόρο και έλαβε το όνομα Εφραίμ. Τον επόμενο χρόνο χειροτονήθηκε Ιερέας.


Ο Όσιος Εφραίμ αξιώθηκε και γνώρισε τον πρύτανη της ησυχαστικής ζωής τον διορατικό, προορατικό και άγιο Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή  και συνδέθηκε πνευματικά μαζί του με την ευλογία του Γέροντα του Νικηφόρου. Ο Γέροντας Ιωσήφ με την σειρά του είχε διδαχθεί την απλανή πνευματική ζωή από τους περίφημους ησυχαστές μοναχό Καλλίνικο και Ιερομόναχο Δανιήλ. Επομένως ο Όσιος Εφραίμ μας διδάσκει την επίμονη αναζήτηση για την πνευματική ζωή και την ανεύρεση απλανούς πνευματικού οδηγού, πού θα είναι «Εκδόσεις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως». Ο απλανής πνευματικός βλέπει τις δαιμονικές πλάτες και με τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα οδηγεί τα πνευματικά παιδιά του στον Παράδεισο.


Ο Όσιος Εφραίμ διαχώρισε την γνήσια υπακοή από την αρρωστημένη όταν συμβούλευσε κοινοβιάτη μοναχό να κάνει υπακοή στον Γέροντα του όχι σαν ζώο αλλά από αγάπη και ζήλο Θεού.


Ο άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής έδωσε ένα πρόγραμμα ησυχαστικής ζωής στον Όσιο Εφραίμ, για να καλλιεργεί την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, υιέ του Θεού, ελέησον με», να έχει φυλακή των αισθήσεων και τον οδήγησε στην κάθαρση της καρδίας και τον θείο φωτισμό.


Ο Όσιος Εφραίμ με την ευλογία του Οσίου Γέροντος Ιωσήφ εντρύφησε στην «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών» και ελάμβανε τις συμβουλές των Νηπτικών Πατέρων για τον αγώνα του. Δεν διάβαζε ούτε βιβλία ψυχιατρικής, ούτε «κουλτουριάρικα» αναγνώσματα δια πνευματικές επιδείξεις στα σαλόνια, ούτε είχε τον φόβο μήπως τον αποκαλέσουν οι κοσμικοί κύκλοι «φονταμενταλιστή».


Το 1973 μ.Χ. εκοιμήθη ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ο Γέροντας του Οσίου Εφραίμ.


Ο Όσιος Εφραίμ μετά το 1980 μ.Χ. είχε συγκροτήσει συνοδεία και τήρησε την εντολή του Οσίου Γέροντος Ιωσήφ να αποκτήσει συνοδεία μετά τον θάνατο του παπα-Νικηφόρου. Επομένως ο Όσιος Εφραίμ πρώτα έφθασε στην κάθαρση και κατόπιν έγινε ο ίδιος Γέροντας. Ο Όσιος Εφραίμ πολέμησε τον μεγάλο εχθρό της πνευματικής ζωής την κενοδοξία. Οι θυσίες του γίνονταν για τον Χριστό και όχι για προσδοκώμενο έπαινο από τους ανθρώπους.


Η θ. Λειτουργία για τον Όσιο Εφραίμ ήταν συγκλονιστικό και βιωματικό γεγονός. Είχε εκμυστιρευθεί σε Ιερομόναχο πνευματικό φίλο του ότι από την πρώτη θεία Λειτουργία πού τέλεσε, έβλεπε αισθητά την Χάρη του Θεού να μεταβάλλει τα θεία δώρα. Μάλιστα, μετά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων, έβλεπε τον ίδιο τον Χριστό μέσα στο δισκάριο και ήταν αδύνατον να συγκρατήσει τα δάκρυα του, όταν έφθανε στο τεμαχισμό του Σώματος του Χριστού. Έβρεχε με τα δάκρυα του το αντιμήνσιο κατά την θεία Λειτουργία και έβλεπε δεξιά και αριστερά τους αγγέλους να συλλειτουργούν.


Όμως ο Όσιος Εφραίμ δεν αναφέρθηκε ποτέ σε «λειτουργική αναγέννηση» και μάλιστα ζητούσε σε κοινοβιάτες, πού βρίσκονταν στα εξωτερικά διακονήματα να μη παραλείπουν το ψαλτήρι.


Ο Όσιος Εφραίμ ήταν κοσμημένος με το διορατικό χάρισμα και έβλεπε την πνευματική κατάσταση κάθε κληρικού ή μοναχού και έδιδε τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα για την πρόοδο στην πνευματική ζωή.


Η Χάρις του Θεού είχε κοσμήσει τον Όσιο Εφραίμ και με το προορατικό χάρισμα, γι 'αυτό και έβλεπε καταστάσεις πού έρχονταν (όπως ο σεισμός του 1977 μ.Χ. στην Θεσσαλονίκη), αλλά και πολλές φορές είχε προσφωνήσει λαϊκούς ακόμα και μικρά παιδιά με τα ονόματα πού έλαβαν μετά από χρόνια στην μοναχική τους κούρα. Μάλιστα, κάποιος φοιτητής έστειλε μία περιληπτική και χωρίς λεπτομέρειες επιστολή στον μακαριστό Γέροντα και έλαβε απάντηση από τον Όσιο Εφραίμ, πού του περιέγραφε με λεπτομέρειες την πνευματική του κατάσταση ακόμα και κατασταθείς στον χώρο πού διέμενε ο φοιτητής χωρίς αυτός να τις έχει προαναφέρει.


Κάποτε άγνωστοι μεταξύ τους κληρικοί συναντήθηκαν στον δρόμο για τα Κατουνάκια και όταν έφτασαν στον Όσιο Εφραίμ, ο μακαριστός άγιος Γέροντας άρχισε να επιπλήττει έναν από τους κληρικούς, πώς δεν είναι παπάς αλλά μασόνος, πού έβαλε ράσο, για να κατασκοπεύει το Άγιον Όρος. Ο μασόνος παραδέχτηκε την ραδιουργία του.


Ο Όσιος Εφραίμ έζησε εμπειρίες, πού μόνο οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί μπορούν να ζήσουν, μακριά από παπικές η προτεσταντικές πλάνες.


Κάποτε ένας ηγούμενος, δύο θεολόγοι και ένας φοιτητής ζήτησαν από τον Όσιο Εφραίμ να τους εξηγήσει την ευωδιά των αγίων λειψάνων. Ο Όσιος έσκυψε το κεφάλι του στο μέρος της καρδιάς και προσεύχονταν. Ο τόπος γέμισε ευωδιά και ο Όσιος Εφραίμ τους είπε πώς επειδή δεν μπορούσε ο ίδιος να το εξηγήσει παρακάλεσε τον Θεό να απαντήσει στους συνομιλητές. Ο Όσιος Εφραίμ αισθάνονταν τις αμαρτίες σαν δυσοσμία. Κάποιος επίσκοπος μέσω τρίτου ρώτησε τον μακαριστό άγιο Γέροντα για τον οικουμενισμό. Ο Γέροντας έκανε προσευχή, για να τον πληροφορήσει ο Θεός και τότε ξεχύθηκε μία δυσωδία με γεύση ξινή, αλμυρή και πικρή, πού τον γέμισε με αποτροπιασμό.


Η παρακαταθήκη του Οσίου Εφραίμ για την ενότητα των Ορθοδόξων ήταν σαφής «Το σχίσμα εύκολα γίνεται, η ένωση είναι δύσκολος». Άραγε, πόσο απήχηση έχουν σήμερα τα λόγια ενός θεοφόρου σύγχρονου Πατρός;


Ο Όσιος Εφραίμ αναδείχθηκε με την Χάρη του Θεού και πρακτικός οδηγός στην ποιμαντική του γάμου και της οικογενείας, γιατί βοήθησε πολλούς νέους να καταλήξουν στον γάμο χωρίς να τους πιέσει γι' αυτό αλλά και οι επιστολές του, πού σώζονται, αποτελούν πνευματική παρακαταθήκη και «σχολή γονέων» χωρίς ψυχολογικές και φιλοσοφικές θεωρίες για τις αγωνιζόμενες πνευματικά οικογένειες.


Το 1996 μ.Χ. ο Όσιος Εφραίμ έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο και έπεσε σε ακινησία. Δεν γόγγυσε καθόλου αλλά δοξολογούσε τον Θεό. Μας αφήνει το άγιο παράδειγμα του για την αντιμετώπιση των ασθενειών.


Στις 27 Φεβρουαρίου 1998 μ.Χ. ο Όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης του Αγίου Όρους παρέδωσε την αγιασμένη ψυχή του στα χέρια του Δημιουργού του, πού υπηρέτησε από την νεότητα του.


Λέγουν πώς κάποτε ρωτήσανε έναν υπερήλικα, πού ζούσε τον 19ο αιώνα μ.Χ., να πει το συγκλονιστικότερο γεγονός στην ζωή του. Ο υπερήλικας απάντησε ότι όταν ήταν μικρός είδε και άκουσε τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό. Και η δική μας γενιά αξιώθηκε να γνωρίσει τα εύοσμα άνθη του Αθωνικού Μοναχισμού, τον Όσιο Γέροντα Παίσιο και τον Όσιο Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, πού μας καλούν να ακολουθήσουμε την ζωή τους.


Τα τέλη του Γέροντα Εφραίμ Κατουνακιώτη


Το Νοέμβριο του 1996 μ.Χ. ένα ισχυρό επεισόδιο τον έριξε μόνιμα στο κρεβάτι με σχεδόν τέλεια ακινησία, αφωνία, αδυναμία καταπόσεως. Φαινόταν να μην έχει καμιά επαφή με το περιβάλλον. Δεν προσπαθούσε να πει τίποτε, έστω και με χειρονομίες. Ούτε φαινόταν να ακούει ό,τι τον ρωτούσαν. Ήταν ένα μυστήριο. Μόνο όταν πονούσε πολύ, βογκούσε.


Οι αδελφοί που τον αγαπούσαν, του έγραφαν: «Και όταν η καθημερινότης με παρασύρει πολλές φορές, βλέπω νοερώς εντός μου το δικό σας βλέμμα και ιλιγγιώ ο άθλιος μπροστά στη δική σας υπομονή και στις δικές σας δοκιμασίες»…


Παρ’ όλες τις δοκιμασίες όμως έβλεπε, έστω λίγο, και άκουγε μια χαρά. Και η απόδειξη ήταν ότι ανταποκρινόταν με χαμόγελα ή και γέλια ακόμη, όταν του διηγούνταν τις αγαπημένες του χαριτωμένες ιστοριούλες που συνήθιζε και ο ίδιος να χρησιμοποιεί παλαιότερα. Ήταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας μαζί του στην κατάσταση τετραπληγίας που βρισκόταν. Πάντοτε ευχαριστιόταν να χαριτολογεί λέγοντας διδακτικές ιστορίες από την ελληνική μυθολογία ή την λαϊκή παράδοση, άλλοτε να αυτοσαρκάζεται ή να πειράζει τους άλλους με ευφυΐα και αγαθότητα.


Όταν κάποιος δεν έτρωγε το φαγητό του από θεληματάρικη άσκηση, διηγείτο για το γαϊδουράκι του Χότζα που δεν το τάισε μια, δεν το τάισε δύο, και χαιρόταν που δούλευε χωρίς έξοδα. Κάποια στιγμή όμως η πόρτα του στάβλου δεν άνοιγε, γιατί το γαϊδουράκι ψόφησε και έπεσε κάτω φαρδύ-πλατύ.


Άλλοτε σχηματίζοντας σαν παιδική τη φωνή του προσποιούταν τη συνομιλία δύο μικρών παιδιών:- Που είναι τα σταφύλια; -Τί τα θέλεις; – Να τα δω!» για να στηλιτεύσει την παιδική πονηριά κάποιου.


Για άλλον που δεν έλεγε να μάθει στοιχειώδη τυπικά, θυμόταν τη φλάσκα του παπά. Ήταν αγράμματος και μέτρησε κουκιά μέσα σε ένα σακούλι. Τρώγοντας ένα κάθε μέρα θα ήξερε πότε να κάνει Πάσχα. Η παπαδιά το αντιλήφθηκε και πρόσθετε κουκιά, για να τον ευχαριστήσει. Και ο παπάς απαντούσε στους παραπονούμενους χωρικούς: «Όπως πάνε τα κουκιά και όπως δείχνει η φλάσκα, ούτε φέτος έχει Λαμπρή ούτε του χρόνου Πάσχα».


Αν κάποιος έκανε υπακοή για τα μάτια, κουνούσε χαμογελώντας το κεφάλι, και με βαριά προσποιητή φωνή έλεγε: «Αντώνη, Αντώνη.,.», θυμίζοντας την αποδοκιμαστική φράση και έκφραση ενός άγιου γέροντος που ο υποτακτικός του έκανε υπακοή, μόνο όταν ήταν παρόντες άλλοι.


Αυτά και άλλα παρόμοια, μικρότερα ή εκτενέστερα, ήταν που του κρατούσαν εύθυμη συντροφιά τους δεκατρείς μήνες της συνεχούς κατακλίσεώς του στο κρεβάτι του πόνου. Όταν ο πυρετός και η ασθένεια δυνάμωναν, το χαμόγελο μαραινόταν στα γεροντικά χείλη του.


Δεν αναπαυόταν στην κατάκλιση. Προτιμούσε να κάθεται στο κρεβάτι με τα πόδια χαμηλά στο πάτωμα και την πλάτη στηριγμένη σε μαξιλάρια. Όπως πάντοτε πολύ σκυφτός. Η αγαπημένη του στάση προσευχής. Σ’ αυτήν τη στάση τον πήρε ήσυχα ο Θεός στις 27 Φεβρουαρίου 1998 μ.Χ.


Επανειλημμένα είχε δώσει εντολές να γίνει η κηδεία του στον στενό κύκλο της γειτονιάς. Αλλά το μυστικό διέρρευσε και αρκετοί πατέρες πρόλαβαν τον τελευταίο ασπασμό του. Ένας απ’ αυτούς γράφει:


«Ο Γέροντας, άνθρωπος Όσιος, με αγία ζωή, έμπλεως της χάριτος του Θεού με πληροφορίας δι όσα ο ιδικός του κόσμος χωρούσε, και όμως ζούσε με την αίσθηση του αμαρτωλού και παρακαλούσε να ευχώμεθα δι΄ αυτόν.


“Παιδί μου, σε παρακαλώ, όταν φύγω, να μου κάνεις ένα σαρανταλείτουργο και πάντοτε να με μνημονεύεις”. Είχε δώσει εντολή στη θανή του να παρευρεθούν οι γείτονες, με τους οποίους πέρασε την παρούσα ζωή. Δι’ εμέ είχε δώσει ευλογία να με καλέσουν. Τον ευχαριστώ. Τη νύκτα της θανής του τον βλέπω στον ύπνο μου ντυμένο λευκή ιερατική στολή, αστράπτοντα, χαριέστατον και λέγοντα: “Παπαδάκο μου, υπάγω να λειτουργήσω”.


Παρευρέθην εις την κηδεία του. Έβλεπα κοιμώμενον έναν όσιον ανήκοντα πλέον εις την χορείαν των Αγιορειτών Πατέρων και ηυχαρίστησα τον Θεόν και τον Γέροντα που με αγάπησε και χαρακτήρισε την ζωήν μου με την ιδικήν του. Τέλος, το σώμα του εδέχθη η μητέρα γη, αγιαζομένη υπ’ αυτού, την δε αγίαν του ψυχήν υπεδέχθη χαίρουσα η χορεία πάντων των Οσίων των εν ασκήσει διαλαμψάντων, των οποίων η μνήμη την ήμερα εκείνη ήρχιζε με τον Εσπερινό, δια να εορτάσει ούτω ο Όσιος μετά των Οσίων.


»Εις ημάς άφησε μνήμην και υπόδειγμα ενάρετου ησυχαστικής ζωής, ζωής Αγιορείτου μονάχου και νοσταλγικήν ανάμνησιν του σεπτού του προσώπου.


»Εις τα τεσσαρακονθήμερα μνημόσυνα δεν ηδυνήθην να παρευρεθώ, διότι είχομεν εις το κελλίον μας κουράν, και εστενοχωρούμην που δεν ήμουν και εγώ εκεί. Εις την Λειτουργίαν μετά τον καθαγιασμόν, εις τήν μνημόνευσιν των κεκοιμημένων, λέγων “Μνήσθητι, Κύριε, του πατρός ημών Εφραίμ…” αισθάνομαι δύο χέρια να με αγκαλιάζουν στοργικά στους ώμους. Με έπιασε ρίγος. Σταμάτησα. Γύρισα πίσω. Δεν βλέπω τίποτε. Τον ηυχαρίστησα και συνέχισα την Λειτουργίαν. Η αγαπώσα καρδία του πιστεύω ότι μας παρακολουθεί. Εύχεται και το αισθανόμεθα».



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α ́. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Προσευχῆς ἀενάου λαμπτὴρ νεόφωτε, Κατουνακίων οἰκῆτορ, Ἁγίου Ὄρους πυρσέ, ὁ φωτίσας ἀρετῶν σου τοῖς πυρσεύμασι πάντας, θειότατε Ἐφραίμ, καὶ εἰς ὕψος ἐπαρθεὶς θεώσεως ἀπαθείᾳ καὶ νήψει, μὴ διαλείπῃς Χριστὸν ἡμῖν καθιλεούμενος.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α ́. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τὸ γλυκύφθογγον δεῦτε καὶ καλλικέλαδον Κατουνακίων στρουθίον, πνευματοφόρον Ἐφραίμ, ἀσκητῶν τῶν τῆς ἐρήμου ἰσοστάσιον, μέλψωμεν ὕμνοις μελιχροῖς νοερᾶς ὡς προσευχῆς διδάσκαλον καὶ πυξίον σκληραγωγίας σαρκίου, αὐτοῦ λιτὰς ἀπεκδεχόμενοι.


Κοντάκιον

Ἦχος πλ. δ ́. Τῇ Ὑπερμάχῳ.

Σκληραγωγούμενον, εὐχόμενον καὶ νήφοντα Κατουνακίων ἀσκητὴν ἐγκωμιάσωμεν, ἀρετῶν τὸν ἀναβάντα πασῶν βαθμίδας τὰς θυρίδας τοῦ νοὸς διὰ καθάρσεως ,ὡς ἰσάγγελον βροτὸν ψαλμοῖς καὶ ᾄσμασι θείοις κράζοντες· Χαίροις, Πάτερ θειότατε.


Έτερον Κοντάκιον

Ἦχος πλ. δ ́. Τῇ Ὑπερμάχῳ.

Κατουνακίων θεαυγέστατον οἰκήτορα, πνευματοφόρον, γρηγοροῦντα, χαριέστατον καὶ ποθοῦντα τὴν τελείωσιν εὐσχημόνως μελῳδήσωμεν Ἐφραὶμ ὡς ἐνασκήσεως ἰσαγγέλου κρίνον εὔοσμον κραυγάζοντες μετὰ πίστεως· Χαίροις, Πάτερ πανόσιε.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις, ὁ ἀσκήσας ὑπερφυῶς ἐν Κατουνακίοις καὶ ἐγγίσας τὸν οὐρανὸν στάσεσι παννύχοις, δεήσεσι καὶ νήψει, Ἐφραὶμ πνευματοφόρε, Ἄθωνος κλέϊσμα.


Ὁ Οἶκος

Ἄγγελοι καθορῶντες ἐν τοῖς Κατουνακίοις ἐξέστησαν, Ἐφραίμ, σοὺς καμάτους, καὶ σεμνῶνδῆμοι Ἀθωνιτῶν μονοτρόπων χάριν τὴν ἐνοικοῦσάν σοι θεώμενοι ἀνέκραζον ψυχῆς ἐν κατανύξει ταῦτα·


Χαῖρε, ἀσώματος σαρκοφόρος·

χαῖρε, οὐράνιος κληρονόμος.


Χαῖρε, ἀπαθείας καὶ νήψεως πρόβολος·

χαῖρε, ἀκτησίας καὶ χάριτος ἔνοικος.


Χαῖρε, βάθρον ἀδιάσειστον προσευχῆς καρδιακῆς·

χαῖρε, ῥεῖθρον διειδέστατον ἀκραιφνοῦς ὑπακοῆς.


Χαῖρε, ὁ μαθητεύσας Ἰωσὴφ παρὰ πόδας·

χαῖρε,ὁ πᾶσι δείξας ἀρετὴν σῆς καρδίας.


Χαῖρε, Θηβῶν βλαστὸς ἐνθεώτατος·

χαῖρε, κανὼν καὶ γνώμων χρηστότητος.


Χαῖρε, οἰκῆτορ τῶν Κατουνακίων·

χαῖρε, ἀκέστορ τῶν σοὶ προσιόντων.


Χαίροις, Πάτερ πανόσιε.


Κάθισμα

Ἦχος α ́. Τὸν τάφον Σου,Σωτήρ.

Μετὰ τὴν α ́ Στιχολογίαν

Θεόπνουν ἀσκητήν, ὁσιότητος κέρας, φανὸν ὑπακοῆς, προσευχῆς ἀσιγήτου σεπτὸν ἐργαστήριον ὁλοθύμως τιμήσωμεν, ὡς ἀσκήσεως, Ἐφραίμ, συντόνου πυξίον καὶ οἰκήτορα Κατουνακίων ἐν Ἄθω λαμπρὸν σεμνολόγημα.


Έτερον Κάθισμα

Ἦχος δ ́. Ταχὺ προκατάλαβε.

Μετὰ τὴν β ́ Στιχολογίαν

Ἀξίως ὑμνοῦμέν σε ὡς ἀσκητῶν καλλονήν,τ οῦ Ἄθωνος σέμνωμα καὶ θησαυρὸν τιμαλφῆ, Ἐφραίμ, θείας πίστεως, γέρας Κατουνακίων, μονοτρόπων ἀλεῖπτα, ἄριστε κατευθῦντορ πρὸς ὁδοὺς σωτηρίας ψυχῶν καὶ πρεσβευτὰ πρὸς Θεὸν πάντων θερμότατε.


Έτερον Κάθισμα

Ἦχος γ ́. Τὴν ὡραιότητα.

Μετὰ τὸν Πολυέλεον

Τὸν γεωργήσαντα δακρύων χεύμασιν ἐρήμου ἄγονον, Ἐφραίμ, τιμήσωμεν Κατουνακίων καὶ καρπὸν πολύφορον ἐνεγκόντα ἀρετῆς τῷ Κτίσαντι ἀσκητῶν ὡς ὡράϊσμα, ἄρτι ὄρος Ἄθωνος ἁγιάσαντα κράζοντες ἐν ἄκρᾳ εὐλαβείᾳ· Ὁσίων, χαῖρε, νεοφανῶν λαμπρότης.


Έτερον Κάθισμα

Ἦχος γ ́. Θείας πίστεως.

Ἴον εὔοσμον Κατουνακίων, ὄρους ἔνοικε ἁγιωνύμου καὶ ὁσίων νεαυγῶν ἐγκαλλώπισμα, πνευματοφόρε Ἐφραίμ, ὡς ἀσώματος ἐπολιτεύσω καὶ μέροψ ἰσάγγελος· ὅθεν πόνους σου συντόνους στεῤῥᾶς ἀσκήσεως ὑμνοῦντες εὐθαρσῶς σε μακαρίζομεν.


Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς

Ἦχος α ́.

Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ ὁ Ἁγιώνυμος Ἄθως καὶ ἀγαλλιᾶσθε, οἱ ἐν Κατουνακίοις θεοφιλῶς ἀσκούμενοι, ἐπὶ τῇ σεβασμίᾳ μνήμῃ τοῦ νεολαμποῦς φωστῆρος τῆς Ἐκκλησίας, Ἐφραὶμ τοῦοὐρανόφρονος· οὗτος γὰρ ἀναλαβὼν τὴν πανοπλίαν τῆς πίστεως, θώρακα δικαιοσύνης, καὶ ἀσπίδα νηστείας, ἐθριάμβευσεν ἐν ταῖς μάχαις κατὰ τοῦ Βελίαρ· ὡς νικητὴς οὖν παρεστὼς τῷ Κυρίῳ οὐ παύει Αὐτὸν ἡμῖν ἱλεούμενος, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ αὐτοῦ μνήμην τὴν πανσεβάσμιον.


Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς

Ἦχος β ́.

Ὁ ἀγαπήσας ἐκ μυχίων καρδίας Χριστοῦ τὴνπτωχείαν καὶ κατακοσμήσας τὸ μέλαν καὶ εὐτελέστατον τῆς ἀσκήσεως τριβώνιον μαργάροις δακρύων, ἀξίως θεόθεν, Ἐφραίμ, δεδόξασαι· ὅθεν ἐξεστηκότες πάντες οἱ φιλόσιοι ταῖς σαῖς ἀριστείαις ἐν κατανύξει τιμῶμέν σε ὡς ἰσάγγελον ἄνθρωπον καὶ τὰς θεοπειθεῖς εὐχάς σου ἀπεκδεχόμεθα πρὸς ἀρετῆς ὁλοκλήρωσιν καὶ ζωὴν τὴν αἰώνιον.


Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς

Ἦχος γ ́.

Στερούμενος, θλιβόμενος καὶ κακουχούμενος, ἀγρυπνῶν, εὐχόμενος, ἀσιτῶν καὶ νήφων διέπλευσας τὸ πολυκύμαντον πέλαγος τῆς ἀσκήσεως ἐν Ἁγιωνύμῳ Ὄρει, Ἐφραὶμ τρισμακάριστε· ἀνελθὼν οὖν ἀρετῶν τὴν κλίμακα καὶ οὐρανοπολίτης γενόμενος χάριν εὗρες πρεσβεύειν Κυρίῳ ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.


Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς

Ἦχος δ ́.

Πνευματικὴν παλαίστραν Κατουνάκια ἀναδείξας, συντόνοις καμάτοις ἐν αὐτοῖς ἐπύκτευσας πτερνιστὴν τὸν ἀρχαῖον, Ἐφραὶμ πανόσιε· νικηφόρους οὖν ἐπιτελέσας ἀγῶνας καὶ Νικηφόρῳ, σῷ σκληρῷ ἐν παιδαγωγίᾳ Γέροντι, σὺν Χριστῷ εὐαρεστήσας καμάτοις σου ἀπῆλθες Αὐτῷ ὑπαντῆσαι ἐν πόλῳ, τῷ παρέχοντι πᾶσι τὸ μέγα ἔλεος.


Άγιος Γελάσιος ο μίμος

 Ο Άγιος Γελάσιος ήταν μίμος (ηθοποιός) στο επάγγελμα. Όταν διατάχθηκε να εμπαίξει το βάπτισμα των Χριστιανών, ως ο από μίμων Πορφύριος (τιμάται 4 Νοεμβρίου), βαπτίσθηκε και τελειώθηκε διά ξίφους.


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης ο Ομολογητής

 Ο Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης έζησε στα χρόνια του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) και διακρίθηκε για την πνευματική γενναιότητά του ως υπέρμαχος της Ορθοδοξίας. Αν και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το μοναχισμό, δεν έμεινε στην απομόνωση του κελιού του, αλλά αγωνίσθηκε σθεναρά κατά των εικονομάχων. Γι' αυτό υπέστη πολλά βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακές και εξορίες. Διακρίθηκε, επίσης, στον αγώνα της Εκκλησίας κατά των αιρετικών Μονοφυσιτών.


Ο Άγιος Προκόπιος φαίνεται ότι λίγο μετά την αποφυλάκισή του κοιμήθηκε, ενώ κατ' άλλους υπέμεινε μαρτυρικό θάνατο.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Φερωνύμως προκύπτων ἐν ἀσκήσει Προκόπιε, ἤρθης ἐκ δυνάμεως Πάτερ, πρὸς ἀθλήσεως ἔλλαμψιν Χρίστου γὰρ τὴν Εἰκόνα προσκυνῶν, Μαρτύρων ἀνεδείχθης κοινωνός, μεθ' ὧν πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, ὑπὲρ τῶν ἐκβοώντων σοι, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνερνούντι διὰ σοῦ, πασιν ἰάματα.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. δ’.

Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Προκόπιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἑωσφόρον σήμερον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη ἅπασαν, κακοδοξίας τήν ἀχλύν, διασκεδάζει τιμῶσά σε, οὐρανομύστα Προκόπιε ἔνδοξε.


Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024

Ε! Μου έστειλε έναν "φτερωτό

 Όταν ήταν λαϊκός ο Μητροπολίτης Μόρφου, εξομολογούνταν στον Άγιο Ευμενιο εξ Εθιας. Κάποτε επισκέφτηκε ο Μητροπολίτης (το κοσμικό του όνομα ήταν Όμηρος) τον Άγιο Παΐσιο στην Παναγούδα και έγινε ο εξής διάλογος:

- Γέροντα επειδή είναι μακρυά ο πνευματικός μου, εξομολογούμαι σε έναν πνευματικό στην Αθήνα. Όταν τελειώνει την εξομολόγηση, μου διαβάζει την ευχή και δεν μου λέει τίποτε! Καμμία συμβουλή δεν μου δίνει.

- Είναι μήπως βωβός;

- Όχι Γέροντα! Ίσα ίσα. Να δείς μια λειτουργία που κάνει...

- Ποιός είναι αν επιτρέπεται;

- Είναι εφημέριος στο Λοιμωδών...

- Α! Ο γέρο Ευμενιος; Έτυχες τον πρώτο λαχνό. Μείνε εκεί που είσαι! Θα του στείλω εγώ ένα μήνυμα και θα σου ανοιχτεί. Θα αρχίσει να συζητάει μαζί σού.


Όταν επέστρεψε ο Όμηρος από το Άγιον Όρος στην Αθήνα, πήγε να εξομολογηθεί στον Άγιο Ευμενιο. Όταν τελείωσε η εξομολόγηση, του λέει: Ομηρε, πάμε τώρα να πιούμε έναν καφέ. Εκεί ο Άγιος του ανοίχτηκε. Μίλησε για την οικογένεια του, για την Κρήτη, για την λέπρα, για τον Άγιο Νικηφόρο τον Λεπρο... χείμαρρος.

Στο τέλος του λέει:

- Δεν ήταν ανάγκη να πηγαίνεις στο Όρος και να μας κατηγορας.

Του απαντάει ο Όμηρος:

- Σας έστειλε κάποιο μήνυμα ο Γέροντας Παισιος;

- Ε! Μου έστειλε έναν "φτερωτό" , απάντησε ο Άγιος Ευμένιος και γελούσε.



ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΟΦΙΑ ΠΕΡΙ ΑΜΑΡΤΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

 ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΟΦΙΑ


  Οι διάφοροι πειρασμοί μας παραχωρούνται για να ταπεινωθούμε, και αφού συγχωρεθούν οι αμαρτίες μας με την εξομολόγηση να αποκτήσουμε χαριτωμένη όψη.  (Ισαάκ ο Σύρος)

Μετάνοια είναι να μην ξαναπέφτουμε στα ίδια λάθη.  (Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Είδα άνθρωπο που φανερά αμάρτησε, αλλά μυστικά μετανόησε. Και αυτόν που εγώ τον κατέκρινα ως ανήθικο, ο Θεός τον θεωρούσε αγνό, διότι με την μετάνοιά του Τον είχε εξευμενήσει πλήρως.  (Ιωάννης της Κλίμακος)

Κανένας δεν πρέπει να απογοητεύεται για την σωτηρία του… Αμάρτησες; Μετανόησε. Χιλιάδες φορές αμάρτησες; Χιλιάδες φορές μετανόησε. (Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Η μετάνοια είναι το πλοίο. Ο θείος φόβος οι κωπηλάτες. Και η αγάπη είναι το θεϊκό λιμάνι. (Ισαάκ ο Σύρος)

Προτιμώ άνθρωπο που αμάρτησε, αλλά γνωρίζει ότι αμάρτησε και μετανοεί, περισσότερο από άνθρωπο που δεν αμάρτησε και θεωρεί τον εαυτό του ως δίκαιο. (Αββάς Σαρματάς)

Αν βλέπεις τον αδελφό σου στον δρόμο της αμαρτίας, ρίξε στους ώμους του τον μανδύα της αγάπης σου. (Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Το να πέσει κανείς στην αμαρτία είναι ανθρώπινο. Το να επιμένει όμως να παραμένει κάτω από την εξουσία της αμαρτίας, δεν είναι ανθρώπινο αλλά σατανικό. (Ιωάννης της Κλίμακος)

Αρχιμανδρίτου Ελπιδίου Βαγιαννάκη

Ιστορίες Μετανοίας Εκδόσεις “ΦΩΣ ΧΡΙΣΤΟΥ”


Άγιος Θεόκλητος ο φαρμακός

 Η μνήμη του Αγίου Μάρτυρα Θεοκλήτου αναφέρεται μόνο στον Παρισινό Κώδικα 1578. Δεν έχουμε βιογραφικά του στοιχεία, αλλά ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιο του υποθέτει, ότι ίσως είναι ο μάγος που έδωσε στην Αγία Φωτεινή το δηλητήριο και πίστεψε στο Χριστό και στη συνέχεια αποκεφαλίστηκε.

Άγιος Ιωάννης ο Κάλφας ο Νεομάρτυρας

 Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε και ανατράφηκε στον Γαλατά. Εργαζόταν σαν λεπτουργός κάλφας στο παλάτι του Σουλτάνου και συγχρόνως πρόσφερε τις υπηρεσίες του και σ' άλλους επίσημους Τούρκους.


Κάποτε προσέλαβε στην υπηρεσία του κάποιο τουρκόπουλο, ανεψιό ενός Αγά από την Ανατολή, για να του μάθει την τέχνη. Σε κάποια συζήτηση που είχε μαζί του, ο Ιωάννης εκφράστηκε όχι καλά για την μουσουλμανική θρησκεία και συγχρόνως εξήρε τη χριστιανική θρησκεία. Το τουρκόπουλο πρόδωσε το αφεντικό του, ότι του έκανε προσηλυτισμό. Όποτε ο Ιωάννης συνελήφθη και οδηγήθηκε δερόμενος στον κριτή, κατηγορούμενος για εξύβριση της μουσουλμανικής θρησκείας. Τότε ανελέητα μαστιγώθηκε και ρίχτηκε στη φυλακή. Παρά τις επίμονες προσπάθειες των Τούρκων ο Ιωάννης ομολογούσε σταθερά τον Χριστό.


Με διαταγή του Βεζίρη παραδόθηκε μετά από πολλά βασανιστήρια στον έπαρχο, ο όποιος και τον οδήγησε στον τόπο της εκτέλεσης κοντά στο Δημοπρατήριο, όπου και τον αποκεφάλισε στις 26 Φεβρουαρίου 1575 μ.Χ., ήμερα Κυριακή.

Άγιος Σεβαστιανός ο δούκας

 Ο Άγιος Σεβαστιανός ήταν ηγεμόνας της πόλεως της Καρθαγένης. Ασπάσθηκε τη χριστιανική πίστη από τον ευαγγελικό λόγο του υιού της Αγίας Φωτεινής Φωτεινού  και μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Νέρωνος (54 - 68 μ.Χ.).


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Αγία Φωτεινή η Μεγαλομάρτυς η Σαμαρείτιδα

 Η Αγία Μεγαλομάρτυς Φωτεινή καταγόταν από την Σαμαρειτική πόλη Σιχάρ . Τις πρώτες πληροφορίες για την Αγία τις βρίσκουμε στο Δ΄ κεφάλαιο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου (Δ' 1 - 38).


Κάθε μεσημέρι πήγαινε έξω από την πόλη, στο πηγάδι το λεγόμενο του Ιακώβ, και εγέμιζε την στάμνα της. Εκεί, μια ημέρα, συνάντησε τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος εφανέρωσε σ' αυτήν όλη τη ζωή της. Ο Κύριος είπε στην Αγία, ότι Αυτός είναι « τό ὕδωρ τό ζῶν», δηλαδή η αστείρευτη πηγή του Αγίου Πνεύματος. Αυτό το «πνευματικό ὕδωρ» έδωσε ο Κύριος στη Σαμαρείτιδα, η οποία εβαπτίσθηκε Χριστιανή μεταξύ των πρώτων γυναικών της Σαμάρειας και ονομάσθηκε Φωτεινή.


Από τότε αφιέρωσε τον εαυτό της στη διάδοση του Ευαγγελίου στην Αφρική και στη Ρώμη. Εκεί έλαβε και μαρτυρικό θάνατο από τον αυτοκράτορα Νέρωνα (54 - 68), όταν αυτός έμαθε ότι η Αγία Φωτεινή έκανε Χριστιανές τη θυγατέρα του Δομνίνα και μερικές δούλες της.


Μαζί με την Αγία Φωτεινή εμαρτύρησαν οι υιοί της και οι πέντε αδελφές της.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τὴν πηγὴν δεξαμενὴ τῆς σοφίας καὶ χάριτος, ἐκ χειλέων Κυρίου Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε, νομίμως ἠγωνίσω πανοικεῖ, καὶ νέμεις φωτισμὸν παρὰ Θεοῦ, τοὶς προστρέχουσι τὴ σκέπη σου τὴ σεπτή, καὶ εὐλαβῶς βοώσί σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διὰ σοῦ, χάριν ἠμὶν καὶ ἔλεος.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Φωτεινὴν καὶ Φωτίδα καὶ Φωτῶ ἀνυμνήσωμεν, σὺν Ἀνατολὴ Φωτεινὸν τὲ Ἰωσὴν θείοις ἄσμασιν, ὁμοὺ Κυριακὴν Παρασκευήν, τοὺς Μάρτυρας Χριστοῦ περιφανεῖς· θείαν χάριν γὰρ αἰτοῦνται καὶ φωτισμόν, τοὶς πίστει ἀνακράζουσι· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι' ὑμῶν πάσιν ἰάματα.


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Πορφύριος επίσκοπος Γάζης

 Ο Όσιος Πορφύριος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη από πλούσιους και ευσεβείς γονείς. Αφού εγκατέλειψε και γονείς και πλούτη, στα χρόνια της βασιλείας του Αρκαδίου και Ονωρίου, αναχώρησε για την Αίγυπτο που ήταν τότε μεγάλο μοναστικό κέντρο και έγινε μοναχός σε σκήτη. Μετά πενταετή διαμονή ήλθε στα Ιεροσόλυμα και κήρυσσε στους Ιουδαίους και τους Έλληνες το Ευαγγέλιο του Χριστού. Εκεί ασθένησε σοβαρά από κίρρωση του ήπατος, αλλά παρά την ασθένειά του δεν παρέλειπε καθημερινά να επισκέπτεται το Ναό της Αναστάσεως και τα άλλα ιερά προσκυνήματα, προκαλώντας τον θαυμασμό των άλλων προσκυνητών. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Μάρκος, ο μετέπειτα βιογράφος του Πορφυρίου, ο οποίος είχε μεταβεί, επίσης, για προσκύνημα από την Ασία στα Ιεροσόλυμα και από τότε συνδέθηκαν διά βίου. Ο Μάρκος αποδείχθηκε πιστός και χρήσιμος συνεργάτης του, ανέλαβε μάλιστα να τακτοποιήσει μια σοβαρή εκκρεμότητα που είχε αφήσει στη Θεσσαλονίκη ο Πορφύριος, τον καταμερισμό δηλαδή της οικογενειακής περιουσίας του με τα ενήλικα πλέον αδέλφια του. Κατά την διάρκεια της απουσίας του Μάρκου στη Θεσσαλονίκη, η υγεία του Αγίου Πορφυρίου αποκαταστάθηκε θαυματουργικά, κατόπιν οράματος της σταυρώσεως του Κυρίου και του ευγνώμονος ληστού. Ο Μάρκος διεκπεραίωσε την υπόθεση με τον καλύτερο τρόπο και επέστρεψε με το μερίδιο της περιουσίας, ύψους 4.400 νομισμάτων και με πλήθος αργυρών σκευών και πολύτιμων ενδυμάτων, τα οποία σύντομα εκποίησε και μοίρασε στους πτωχούς και στα μοναστήρια των Ιεροσολύμων και της Αιγύπτου, τα οποία ήταν πολύ πτωχά.


Εκεί χειροτονήθηκε, το έτος 392 μ.Χ., Πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιωάννη Β' (386 - 417 μ.Χ.). Μετά την κοίμηση του Επισκόπου Γάζης Αινείου, το 395 μ.Χ., εξελέγη Επίσκοπος της Γάζης και χειροτονήθηκε από τον Επίσκοπο Καισαρείας Ιωάννη. Εκεί, αφού επιτέλεσε πολλά θαύματα, οδήγησε και πολλούς εοδωλολάτρες και αιρετικούς στην αληθινή θεογνωσία.


Για να προστατεύσει ο Άγιος το ποίμνιό του από τις αδικίες των Εθνικών και των αρχόντων, δεν δίστασε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και να ζητήσει την συνδρομή των αυτοκρατόρων Αρκαδίου (395-408 μ.Χ.) και Ευδοξίας. Εκεί συνάντησε και τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο , ο οποίος τον συνέστησε στον Αμάντιο τον κουβικουλάριο και στους βασιλείς και στήριξε με θέρμη το αίτημά του να καταστήσει γνωστή στους βασιλείς την τυραννία των πολιτικών αρχόντων που καταπίεζαν τον λαό. Παρά τις αρχικές του αντιδράσεις ο βασιλέας επείσθη και χορήγησε στον Άγιο Πορφύριο βασιλικό διάταγμα με το οποίο περιόριζε την δράση των ειδωλολατρών και των λοιπών αιρετικών και με βασιλική χορηγία ανήγειρε εκκλησίες εκεί όπου προηγουμένως βρίσκονταν ειδωλολατρικοί ναοί. Κατάφερε δε ο Άγιος τα κατεδαφιστεί το Μαρνείον, ο περίφημος ναός των Εθνικών Γαζαίων, που είχε ιδρυθεί από τον αυτοκράτορα Αδριανό το έτος 129 μ.Χ. Στην θέση του ανοικοδομήθηκε περικαλλής ναός με χορηγία της αυτοκράτειρας Ευδοξίας, η οποία απέστειλε για τον σκοπό αυτό στην Γάζα τον Αντιοχέα αρχιτέκτονα Ρουφίνο. Ο ναός αυτός, που ονομάστηκε Ευδοξιανός, είχε 32 μεγάλους κίονες από καρυστινό μάρμαρο και τα εγκαίνιά του έγιναν το Πάσχα του 407 μ.Χ.


Κατά τα μετέπειτα έτη ο Άγιος Πορφύριος εργάστηκε για την συγκρότηση της Επισκοπής του. Με ζωηρά χρώματα διασώζει ο βιογράφος του Μάρκος, την φιλανθρωπική και ιεραποστολική του δράση. Το έτος 415 μ.Χ. έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Διοσπόλεως, υπό την προεδρία του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Ιωάννου Β'. Η Σύνοδος αυτή ασχολήθηκε με τον θεολόγο Πελάγιο, ο οποίος είχε καταφύγει στα Ιεροσόλυμα κοντά στον Ιωάννη, μετά την σύγκρουση που είχε στην Αφρική με τον ιερό Αυγουστίνο, Επίσκοπο Ιππώνος (τιμάται 15 Ιουνίου) για τα θέματα του προπατορικού αμαρτήματος και της θείας χάριτος. Στη Σύνοδο αυτή ο Πελάγιος αθωώθηκε, αφού αποδέχθηκε τη βασική διδασκαλία, ότι η θεία Χάρη είναι απαραίτητη για τη σωτηρία του ανθρώπου.


Ο Άγιος αναπαύθηκε το έτος 420 μ.Χ. μετά από σύντομη ασθένεια, σε ηλικία 72 ετών, «τὸν καλὸν ἀγῶνα τετελεκῶς πρὸς τοὺς εἰδωλομανεῖς ἕως τῆς ἡμέρας τῆς κοιμήσεως αὐτοῦ».



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῳ.

Πορφυραυγέσιν ἀρετῶν λαμπηδόσι, καταλαμπρύνας σεαυτὸν Ἱεράρχα, καθάπερ φῶς ἐξέλαμψας Πορφύριε σοφέ, λόγοις γὰρ καὶ θαύμασιν, ἀληθῶς διαπρέψας, πάσιν ἐβεβαίωσας, εὐσέβειας τὴν χάριν καὶ νῦν Χριστῷ ἀΰλως λειτουργῶν, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, μὴ παύση δεόμενος.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.

Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Πορφύριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.

Ἱερωτάτοις σου τρόποις κοσμούμενος, ἱερωσύνης στολῇ κατηγλάϊσαι, παμμάκαρ θεόφρον Πορφύριε, καί ἰαμάτων ἐμπρέπεις δυνάμεσι, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.


Ὁ Οἶκος

Ὑπεραστράπτει πλέον ἡλίου, Πορφυρίου ἡ μνήμη τοῦ σοφοῦ, ἀστραπαῖς θαυμάτων πᾶσαν τὴν κτίσιν φωταγωγοῦσα, καὶ διώκουσα πλάνην τὴν τῶν εἰδώλων, καὶ τοὺς πιστούς σελαγίζουσα, πάντας εὐφραίνει· Θεῷ γὰρ εὐαρεστήσας ἐπὶ γῆς, τῶν σημείων ἀπείληφε τὴν χάριν, πάντας ἰᾶσθαι, παρεστὼς τῇ Τριάδι ὁλόφωτος, καὶ πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.


Κάθισμα

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐν πέτρᾳ τῆς πίστεως, ἐρηρεισμένος σοφέ, τὴν πέτραν ἐπόθησας, ἣν εἶδε πρὶν Δανιήλ, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν· ὕψωσας τὴν φωνήν σου, καὶ τὸν νοῦν πρὸς τὸν Κτίστην, ἔβαλες τοὺς ὀχλοῦντας, τῇ σαρκὶ πολεμίους, τῇ σῇ σφενδόνῃ Γάζης ὁ σεπτός, πρόβολος Πάτερ Πορφύριε.


Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024

Δοξαστικό Αίνων Κυριακής Τελώνου και Φαρισαίου

Ἀλλοίμονο σ’ αὐτοὺς που λένε τό κακό καλό καί τό καλό κακό.(Τελώνου και Φαρισαίου)

 Ὁ τελώνης καὶ ὁ φαρισαῖος εἶναι οἱ δυὸ ἐμβληματικότερες ἴσως μορφὲς στὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Ἀποτυπώνουν δυὸ ὁριακές, διαμετρικὰ ἀντιμέτωπες μεταξύ τους, καταστάσεις τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Τοῦ ὕψους καὶ τοῦ βάθους. Δυὸ καταστάσεις ποὺ ἡ ἔννοιά τους κινεῖται μὲ ἀνεστραμμένο τρόπο. Αὐτὸ ποὺ ὑψώνεται καὶ φαίνεται σπουδαῖο καὶ τρανὸ στὰ ἀνθρώπινα μάτια, εἶναι κατ’ οὐσίαν μηδαμινὸ γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἀπορριπτέο. Καὶ ἀντιστρόφως. Τὸ χαμηλὸ καὶ ἀσήμαντο γιὰ τὸν κόσμο μπορεῖ νὰ πάρει ἀπροσμέτρητες διαστάσεις στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ.


Τί εἴμαστε οἱ σημερινοὶ Χριστιανοί; Φαρισαῖοι ἢ τελῶνες; Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, θὰ λέγαμε καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο, ἢ μᾶλλον οὔτε τὸ ἕνα οὔτε τὸ ἄλλο. Γιατὶ ἔχουμε πάρει κάτι ἀπὸ τὸν καθένα καὶ μάλιστα τὸ κακὸ καὶ ὄχι τὸ καλό. Πήραμε τὴν καύχηση τοῦ φαρισαίου χωρὶς τὶς ἀρετές του καὶ τὶς ἁμαρτίες τοῦ τελώνη χωρὶς τὴ μετάνοιά του. Καὶ τὴν καύχηση μὲν τοῦ φαρισαίου εὔκολα μπορεῖ νὰ τὴν ἀποκτήσει ὁ καθένας, ἀλλὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ τελώνη; Εἴμαστε τόσο ἁμαρτωλοί;


Ἂς μὴν ἀνατρέξουμε αὐτὴ τὴ φορὰ στὶς προσωπικές μας ἁμαρτίες. Ἂς σταθοῦμε στὴ συλλογικὴ ἁμαρτία μας. Στὸν τόπο μας συντελέστηκε τὶς μέρες αὐτὲς ἕνα φριχτὸ ἀνοσιούργημα. Ψηφίστηκε νομοσχέδιο ποὺ δίνει τὴ δυνατότητα γάμου σὲ ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια. Ἂν καὶ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τοποθετεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία «εἰς πάθη ἀτιμίας», στὶς αἰσχρότερες ἁμαρτίες (Ρωμ. 1, 26), ὁ ἄνθρωπος ὕψωσε θρασεῖα τὴ φωνή του ὑποστηρίζοντας τὸ ἀντίθετο. Ἀπὸ ἐπίσημα καὶ μὴ στόματα διαφημίστηκε τὸ σκοτάδι γιὰ φῶς. Μὲ ἀναισχυντία εἰπώθηκε ὅτι ἡ σχέση αὐτὴ δὲν εἶναι ἁμαρτία. Ὅτι δὲν ἔχει δίκιο, ὅτι λέει ψέματα ὁ Θεός. Βλασφημήθηκε ἔτσι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀλήθεια, παρουσιάστηκε σὰν σκοτάδι, μεσαίωνας!


Ἀλλοίμονο ὅμως σ’ αὐτοὺς ποὺ λένε τὸ κακὸ καλὸ καὶ τὸ καλὸ κακό. «Οὐαὶ οἱ λέγοντες τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν, οἱ τιθέντες τὸ σκότος φῶς καὶ τὸ φῶς σκότος, …τὸ γλυκὺ πικρὸν καὶ τὸ πικρὸν γλυκύ» (Ἡσ. 5, 20). Μὰ θὰ πεῖ κανείς, οἱ ἄρχοντες τὸ ψήφισαν, ὄχι ὁ λαός. Ναί, μὰ οἱ ἄρχοντες ποὺ ἔστειλε ἐκεῖ μὲ τὴν παντοδύναμη ψῆφο του ὁ λαός. Οἱ ἄρχοντες τὸ ψήφισαν μὲ τὴν ἀνοχὴ τοῦ λαοῦ. Οἱ ἄρχοντες, μὲ τὴν παθητικὴ στάση, τὴν ἀδιαφορία τοῦ λαοῦ. Οἱ ἄρχοντες, μὲ τὴ συμφωνία τελικὰ τοῦ λαοῦ, ποὺ δὲν τοὺς «ἔκραξε» καὶ δὲν τοὺς ἀνακάλεσε στὶς εὐθύνες τους. Μὲ τὸ χέρι τῶν ἀρχόντων του συνυπέγραψε καὶ ὁ λαός. Ἁμάρτησε ὅλος ὁ λαός.


Οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἐλεύθεροι νὰ ἁμαρτάνουν, μὰ πρέπει νὰ σκέφτονται πολὺ σοβαρὰ ὅταν νομοθετοῦν ἐνάντια στὸν Θεὸ καὶ μετακινοῦν τὰ «ὅρια αἰώνια, ἃ ἔθεντο οἱ πατέρες» τους (Παρ. 22, 28). Λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος: «Ὅταν παραβαίνει ἕνας ἄνθρωπος μιὰ ἐντολὴ τοῦ Εὐαγγελίου, εὐθύνεται μόνο αὐτός. Ὅταν ὅμως κάτι ποὺ ἀντίκειται στὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου γίνεται ἀπὸ τὸ κράτος νόμος, τότε ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ σὲ ὅλο τὸ ἔθνος, γιὰ νὰ παιδαγωγηθεῖ».


Οἱ Χριστιανοὶ εἴμαστε συνυπεύθυνοι, συνεργοί, συνυπαίτιοι μὲ τὸν ὑπόλοιπο λαὸ καὶ τοὺς ἄρχοντες, στὸν βαθμὸ ποὺ τηρήσαμε τὴν ἴδια στάση μ’ αὐτοὺς καὶ δὲν διαχωρίσαμε τὴ θέση μας. Οἱ εὐθύνες μας εἶναι βαρύτατες σὲ ὅλο τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὶς κεφαλές, ἐπισκόπους, ἱερεῖς μας, μέχρι τὸν τελευταῖο πιστό. Γιὰ τὴ σύμπλευση ἐν πολλοῖς μαζί τους. Γιὰ τὰ μασημένα λόγια, γιὰ τὸν διστακτικό, φοβισμένο, ὑστερόβουλο, εὐθυνόφοβο, μπερδεμένο καὶ ὄχι ξεκάθαρο τελικὰ τρόπο μας.


Μετανοοῦμε καθόλου γι’ αὐτό; Ἢ δὲν νιώθουμε κἂν τέτοια ἀνάγκη;


Ἡ τελωνικὴ ταπείνωση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἔστω καὶ τώρα, δὲν εἶναι ἄσκοπη.

Ἁρματηλάτης ἐν ἀρεταῖς, ᾤετο δραμεῖν Φαρισαῖος...

 Αρχή Τριωδίου.

-Ενώ πάνω στο άρμα των αρετών του φαντασιωνόταν να προελαύνει ο Φαρισαίος,με διαλυμένο όχημα και πεζός τον προσπερνά στ'αλήθεια ο Τελώνης,έχοντας ως κινητήρια ισχύ τη σύνδεση τής για το κατάντημά του θλίψης με την έναντι του Θεού ταπείνωση ειλικρινή .

-Και στο πρωτότυπο:

Ἁρματηλάτης ἐν ἀρεταῖς, ᾤετο δραμεῖν Φαρισαῖος, ἀλλὰ πεζὸς παρακλύδιον, ἅρμα διαθέων, καλῶς προέλαβε, συζεύξας ὁ Τελώνης οἴκτῳ ταπείνωσιν.


Γιατί Τριώδιο σημαίνει λύτρωση από το βάρος της αυτοδικαίωσης και από την καταπίεση της εικόνας και των αναγκών των ρόλων μας επί του πραγματικού εαυτού μας.Καλό Τριώδιο!


Πέτρος Θωμαΐδης

Τι είναι αυτό που ενόχλησε τον Χριστό στην παραβολή του Φαρισαίου;

 Ο ηθικός άνθρωπος αισθάνεται συνήθως ικανοποίηση για τις επιλογές της ζωής του, ιδίως όταν ακούει τις γνώμες των άλλων, ιδίως όταν έρχεται η ώρα να σταθεί ενώπιος ενωπίω με τον Θεό. Μάλλον το είδος αυτό τείνει να περιοριστεί, ιδίως στη νεώτερη γενιά, η οποία απομακρύνεται αρκετά και από το ήθος και από την προσευχή και από την ενδοσκόπηση.

 Ωστόσο, όπως ο Φαρισαίος στην παραβολή που ακούμε από τον Χριστό την πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, της περιόδου εκείνης που μας προετοιμάζει αρχικά για την Μεγάλη Τεσσαρακοστή και στη συνέχεια μας ζητά να ξαναδούμε τις συνισταμένες της ζωής μας, θέτοντάς τες στην προοπτική της σχέσης με τον Θεό και στην αλλαγή όσον αφορά στον τρόπο θέασης του πλησίον όχι ως αντικειμένου ή αφορμής δικού μας αυτοδοξασμού, αλλά ως συν-εικόνας του Θεού, τραυματισμένης τουλάχιστον εξίσου με μας, εντούτοις εμείς εύκολα επιλέγουμε την άλλη οδό. Ικανοποιημένοι διότι διαλέγουμε τον υγιή δρόμο, χαιρόμαστε γι΄ αυτόν και μπαίνουμε και στη λογική της σύγκρισης με τον πλησίον. Δεν είναι όμως ο πλησίον μας σημείο αναφοράς για να συν-άρουμε τους σταυρούς μας, αλλά αφορμή επανάπαυσης ότι εμείς δεν είμαστε σαν εκείνον, καθώς υπακούμε στον Θεό και η συνείδησή μας δεν μας ενοχλεί.


Τι είναι αυτό που ενόχλησε τον Χριστό και λέει αυτή την παραβολή; Τον ενόχλησε η ηθική του Φαρισαίου; Το ότι τηρούσε τις εντολές; Τον ενόχλησε ότι δεν ήταν άρπαγας, άδικος και μοιχός; Αυτό, προφανώς, δεν παίζει. Αυτό που ενοχλεί τον Κύριο είναι το αίσθημα της αυτάρκειας που ο Φαρισαίος έχει. Αποδίδει τα κατορθώματά του στον εαυτό του και στην ατομική του ικανότητα, στον ατομικό του αγώνα, χωρίς να επικαλείται τη βοήθεια του Θεού. Κι έτσι, μέσα στην αυτάρκειά του, συγκρίνει και προχωρά στην κατάκριση. Αντί να συμπονέσει τον τελώνη, όχι από αίσθημα ανωτερότητας, αλλά διότι οι εντολές του Θεού, όπως και η ηθική έχουν ως σκοπό να μας βοηθήσουν να αγαπούμε τους πεπτωκότας, όπως επίσης και να βλέπουμε τις δικές μας υστερήσεις, τις δικές μας αμαρτίες, ο Φαρισαίος αυτοδοξάζεται και απορρίπτει. Δείχνει ότι γι’ αυτόν η κοινότητα δεν έχει χώρο για τους αμαρτωλούς, αλλά μόνο για τους «δικαίους». Ο Χριστός όμως έχει πει ότι δεν ήρθε να καλέσει τους δίκαιους σε μετάνοια, αλλά τους αμαρτωλούς. Δεν αγαπά τους δίκαιους; Προφανώς και τους αγαπά. Δεν τους θέλει στη Βασιλεία Του; Τους θέλει, αρκεί όμως κι εκείνοι να νιώθουν ότι η καρδιά τους καλείται να είναι ανοιχτή, να χωρέσει κι όλους τους άλλους, όταν μάλιστα εκείνοι νιώθουν την ανάγκη να επικαλεστούν και να ζήσουν το έλεος του Θεού.

Στην αρχή του Τριωδίου κι εμείς ας αποβάλλουμε την επιθετικότητα εις βάρος όσων η αμαρτία μοιάζει εμφανής στη ζωή τους. Ας αποβάλλουμε τη σύγκριση και την κατάκριση. Ας δούμε τις δικές μας πτώσεις. Ακόμη κι αν αυτές δεν είναι τέτοιες που να μοιάζουν βαριές, ας θυμηθούμε ότι μεγαλύτερες πτώσεις είναι η υπερηφάνεια, ο εγωκεντρισμός, η αυτάρκεια. Ότι χωρίς τον Χριστό δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Ότι τελικά κληθήκαμε να παλεύουμε για το ήθος της αγάπης, για να είμαστε μέλη της Εκκλησίας, για να συναντιόμαστε με τους άλλους ως συν-εικόνες του Θεού και μαζί τους να συγκροτούμε το Σώμα του Χριστού.

Καλό Τριώδιο!

π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

 Ἀρχιμ. Ἀντωνίου Ρωμαίου


Ἐνῶ ζοῦσε στόν Παράδεισο ὁ ἄνθρωπος, μέ διαβολική συμβουλή μετεστράφη, διεστράφη. Καί ἐνῶ ἦταν ἕνας ἄνθρωπος πού θαύμαζε καί δοξολογοῦσε τόν Θεό καί ὑπήκουε στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί χαιρότανε τήν ὑποταγή του στόν Θεό, ἔγινε ἕνας ἄνθρωπος ἐγωκεντρικός, ἐγωϊστής. Ἤθελε τά πράγματα νά γίνουν κατά τό δικό του θέλημα, κατά τό συμφέρον του, ὅπως ἐκεῖνος βέβαια τό ἐννοοῦσε, ὄχι πλέον ὅπως τό ἐννοοῦσε ὁ Θεός καί γι᾿ αὐτό ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε. .Ἄκουσε τή συμβουλή τοῦ διαβόλου καί ἐπαναστάτησε κατά τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή θεώρησε ὅτι εἶναι πλέον συμφερότερο σέ αὐτόν νά ἀκούσει τήν ὁδηγία τοῦ διαβόλου παρά τήν ἐντολἠ τοῦ Θεοῦ.


Ἀπό τότε καί ἐμεῖς ὅλοι οἱ πεσμένοι ἄνθρωποι κληρονομήσαμε ἕναν ἐγωκεντρισμό ἀδυσώπητο καί ἄκαμπτο, θά λέγαμε. Κι αὐτός ὁ ἐγωκεντρισμός ξεκινάει ἀπό τή γέννησή μας καί πολλές φορές, δυστυχῶς, μᾶς συνοδεύει μέχρι τόν τάφο. Συγκεντρωμένοι ἀπό τότε πού γεννιόμαστε στά ὑλικά ἀγαθά πού μπορεῖ νά μᾶς προσφέρει ἡ Μάννα μας, ὅταν μᾶς ἔχει ἀκόμα στήν ἀγκαλιά της, βρέφη ὀλίγων ἡμερῶν, ἄν μᾶς δώσει γάλα ὅλα πᾶνε καλά, ἄν δέν μᾶς δώσει ἀρχίζουμε τά κλάματα· ἄν τήν ἔχουμε κοντά μας ὅλα πᾶνε καλά, ἄν φύγει ἀπό κοντά μας, αἰσθανόμαστε ἀνασφάλεια. Ἔτσι μπαίνουμε μέσα στή ζωή μ᾿ αὐτόν τόν ἐγωκεντρισμό, ὁ ὁποῖος εἶναι συνυφασμένος μέ τό ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντηρήσεως, ὅπως λένε οἱ ἐπιστήμονες, καί πολλές φορές τά μπερδεύουμε καί ὅ,τι θέλουμε νομίζουμε ὅτι εἶναι καί ἀπαραίτητο γιά τήν ὑπόστασή μας, γιά τή διατήρησή μας καί ἀλίμονο σέ ἐκεῖνον πού δέν θά θελήσει νά κάνει αὐτό πού ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι μᾶς εἶναι ἀπαραίτητο. Καί ἀνάλογα μέ τήν κοσμοθεωρία τῆς οἰκογενείας μας, ἀνάλογα μέ τίς θρησκευτικές μας πεποιθήσεις, ἀνάλογα μέ τήν ἀγωγή πού ἔχουμε ὁ καθένας ἀπό τό σπιτικό μας, τήν οἰκογένειά μας, αὐτόν τόν ἐγωκεντρισμό τόν διατηροῦμε καί τόν διαμορφώνουμε ὅσο μποροῦμε πιό ὁλοκληρωμένο, πιό ἄτεγκτο, πιό σκληρό.


Δύο κατηγορίες θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ὑπάρχουν: Ἐκεῖνοι πού στηρίζουν ὅλα τους τά βιώματα, ὅλα τους τά αἰσθήματα γιά ὀντότητα καί γιά ὑπεροχή στό τί ἔχουν, τί ἀπολαμβάνουν, τί κάνουν, καί οἱ ἄλλοι πού συγκεντρώνουν τήν προσοχή τους στό τί εἶναι, πῶς τούς θεωρεῖ ὁ κόσμος, πόσο μεγάλοι, πόσο μικροί, πόσο μηδαμινοί καί πόσο ὑπέροχοι εἶναι.


Ἕνας ἀπό αὐτούς τούς ἀνθρώπους, φαίνεται, ἦταν καί ὁ Φαρισαῖος, ὁ ὁποῖος  παρουσιάσθηκε στό Θεό μπροστά, ἔχοντας φωτογραφίσει, κατά τή γνώμη του, πολύ καλά τόν ἑαυτό του καί ἔλεγε ὅλα ἐκεῖνα τά ἐγκωμιαστικά, στηρίζοντας ἕνα αἴσθημα εὐεξίας, ἕνα βίωμα ὀντότητος καί ὑπεροχῆς ἔναντι ὅλων τῶν ἄλλων καί ἰδιαίτερα ἔναντι τοῦ Τελώνου.


Εἶχε κάνει βέβαια δύο λάθη μεγάλα. Τό ἕνα ἦταν ὅτι θέλησε νά κάνει σύγκριση τοῦ ἑαυτοῦ του μέ ἄλλους ἀνθρώπους καί τό δεύτερο ἦταν ὅτι ἤθελε νά συγκρίνει τά δῶρα πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός στόν ἴδιο, μέ ἐκεῖνα πού δέν εἶχε πάρει ὁ Τελώνης. Διότι ὅ,τι καλό εἶχε ὡς ἄνθρωπος ἦταν δῶρο τοῦ Θεοῦ καί δέν μποροῦσε νά τό θεωρεῖ δικό του κατόρθωμα. Καί ἔτσι ἔφθασε σ᾿ αὐτή τή φαρισαϊκή ἔπαρση, ὅπως τή λέμε, τό αἴσθημα τῆς ὑπεροχῆς καί τῆς ὀντότητος, πού παρουσιάστηκε τόσο πολύ φοβερό καί, ὅπως τό τονίζει καί ὁ Κύριος, μᾶς κάνει καί μᾶς, πολλές φορές, ὅταν τό ἀκοῦμε, τουλάχιστον νά τρέμουμε.


Ἀλλά δυστυχῶς, εἴτε συνειδητά εἴτε ἀσυνείδητα, εἴμαστε ὅλοι Φαρισαῖοι! Εἴμαστε! Καί ὅλοι μας συγκεντρώνουμε τήν προσοχή μας, εἴτε κρυφά εἴτε φανερά, εἴτε θρησκευτικά εἴτε μή θρησκευτικά, συγκεντρώνουμε τήν προσοχή μας νά δοῦμε τί πήραμε ἀπό τή ζωή, τί κερδίσαμε, τί κατακτήσαμε, πόσο οἱ ἄνθρωποι μᾶς ὑπολήπτονται, πόσο οἱ ἄνθρωποι μᾶς ὑπ0λογίζουν, ἄν ὑπάρχουν κατώτεροι ἤ ἀνώτεροι ἀπό μᾶς, ἄν οἱ ἄνθρωποι ντύνονται καλύτερα ἀπό μᾶς, ἄν τά παιδιά τους πᾶνε στό σχολεῖο τό ἰδιωτικό μέ τό αὐτοκίνητο καί τά δικά μας πᾶνε μέ τά πόδια, ἄν τά παπούτσια μας εἶναι πιό καινούργια ἤ πιό παλιά. Ἄν καί ποιά ἀπό τά παιδιά μιλᾶνε πιό εὐγενικά ἤ ὄχι, ἄν πᾶνε ἤ δέν πᾶνε στήν Ἐκκλησία καί χίλια δυό ἄλλα. Χίλιες δυό συγκρίσεις κάνουμε σύμφωνα μέ τό μυαλό μας, τήν κοσμοθεωρία μας, γιά νά δοῦμε τέλος πάντων τί ἔχουμε κατακτήσει, τί ἀπολαμβάνουμε τί μᾶς λείπει, πόσο μᾶς ὑπολογίζουν καί πόσο δέν μᾶς ὑπολογίζουν.


Καί πολλές φορές αὐτά τά βιώματα τῆς ὀντότητος, τῆς ὑπεροχῆς πού ἀποκτοῦμε τά κάνουμε καί προσευχές ἀνάλογες μέ τοῦ Φαρισαίου καί νομίζουμε ὅτι ὅλα τά πράγματα πᾶνε καλά.


Βεβαίως ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη πλευρά. Ὅταν ὅλη αὐτή ἡ ἔρευνα πού κάνουμε γιά νά δοῦμε ποιοί εἴμαστε καί τί ἔχουμε καί πόσο ἀξίζουμε μᾶς πληροφορεῖ ἀρνητικά, μᾶς λέει ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἐκεῖνοι πού ὑπολειπόμεθα, ὑστερούμεθα, πού μειονεκτοῦμε· τότε ἀντί νά ἔχουμε αἴσθημα ὀντότητος ἔχουμε αἴσθημα ἐξουδενώσεως καί τάσεις αὐτοκαταστροφῆς! Ἀφοῦ δέν εἶμαι τίποτε, ἀφοῦ δέν ἀξίζω τίποτε, ἀφοῦ ὁ κόσμος δέν μέ ὑπολήπτεται, ἀφοῦ δέν μπορῶ νά κατακτήσω τούς στόχους πού θέλω, τί τή θέλω τή ζωή; Ἄς ἐξαφανισθῶ ἀπό προσώπου τῆς γῆς. Ὅλοι αὐτοί πού αὐτοεξαφανίζονται δέν κάνουν τίποτε ἄλλο παρά φανερώνουν αὐτή τήν ἀδυναμία. Ἤθελαν νά ἱκανοποιήσουν αὐτό τό φαρισαϊσμό, δέν μπόρεσαν καί πῆγαν ἀπό τήν ἀνάποδη νά διατηρήσουν τόν ἐγωϊσμό τους καί αὐτοεξαφανίζονται ἀπό τή ζωή γεμάτοι αἰσθήματα πόνου καί πικρίας.


Στήν Ἐκκλησία ἀπό τότε πού ὁ Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος καί σαρκώθηκε καί προσέλαβε ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος καί ἦρθε καί ἔζησε γιά μᾶς καί θά ἔλεγα μέ μιά ἁπλή λέξη ἔγινε «ἀποτυχημένος» γιά μᾶς -πάνω στό Σταυρό πέθανε σάν ἀποτυχημένος, ὁ πιό ἀποτυχημένος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, ὁ πιό ἀποτυχημένος ἐπαναστάτης πραξικοπιματίας, ἔτσι τόν θεωρήσανε, ἔτσι τόν σταυρώσανε. Ὁ Χριστός ἀπό τότε πού ἔγινε ἄνθρωπος, συγκέντρωσε ὅλη τήν ἀποτυχία ὅλου τοῦ ἀνθρώπινου γένους στή δική του «ἀποτυχία», ἀλλά ὄχι γιά νά μείνει ἀποτυχία καί ὄχι γιά νά ὁδηγήσει στήν αὐτοκτονία, ἀλλά γιά νά ὁδηγήσει στό θρίαμβο, στήν Ἀνάσταση. Ἔγινε ἀποτυχημένος γιά μᾶς, ἀλλά ἔγινε συγχρόνως καί νικητής γιά μᾶς. Ἔγινε ἡ σωτηρία μας, ἡ ἐπιθυμία μας, ἡ αἰώνια λύτρωσή μας, ἡ αἰώνια μακαριότης μας.


Ἀπό τότε λοιπόν ἐμεῖς οἱ πιστοί δέν πρέπει νά προσέχουμε τί εἴμαστε, πόσο ἀξίζουμε, πόσα ἀγαθά κατακτήσαμε ἤ τέχνες ἤ ὑπόληψη κοινωνική ἤ ἐπιστημονική καί χίλια δυό ἄλλα πράγματα. Ἐκεῖνο πού πρέπει νά κάνουμε εἶναι πρῶτα-πρῶτα σάν τόν Τελώνη νά ζητᾶμε μέ κατάνυξη μέ δάκρυα, μέ συντριβή τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, νά καθαρίσει τήν ψυχή μας, νά ἀνοίξει τά μάτια μας νά βλέπουμε πραγματικά, νά χαιρόμαστε τά ὅσα ἔκανε γιά μᾶς. Τά αἰσθήματα τῆς ὀντότητός μας νά ἑδραιώνονται καί νά πηγάζουν ἀπό τό τί ἔκανε ὁ Θεός γιά μᾶς, ὄχι ἄν ἔχουμε ἐμεῖς ἤ ἄλλοι κάνει τίποτε. Καί δεύτερο, ὅταν διαπιστώνουμε τί ἔκανε ὁ Θεός γενικά γιά τό ἀνθρώπινο γένος, γιά τήν Ἐκκλησία Του, γιά μᾶς ὅλους, νά μποροῦμε νά προχωροῦμε πιό πέρα καί νά ἀναγνωρίζουμε τίς μεγάλες εὐεργεσίες πού ἔκανε καί στόν ἴδιο μας τόν ἑαυτό.


Πολλές φορές ἀναγνωρίζουμε τόν Θεό ὅτι εἶναι Πατέρας ὅλου τοῦ κόσμου, ἀλλά δέν ἀναγνωρίζουμε ὅτι εἶναι Πατέρας δικός μας καί μάλιστα ὁ πιό πανίσχυρος καί ὁ πιό παντοδύναμος ὅλων Πατέρας, πού δέν θά μποροῦσε νά τόν ἔχει κανείς ἄλλος. Δέν τό νιώθουμε ὅμως αὐτό, γι’ αὐτό καί ἀπελπιζόμαστε, γι’ αὐτό καί ἀδημονοῦμε, ἀγχόμεθα. Αἰσθανόμαστε ἕνα τίποτε, μηδαμινοί, κουρελιάρηδες… Γιατί, γιατί νά μειονεκτοῦμε;


Ἐκτός τοῦ ὅτι λοιπόν ὁ Θεός ἔκανε τόσα γιά μᾶς, μᾶς ἔδωσε τή δυνατότητα ἀνά πᾶσαν στιγμήν νά ζοῦμε μέσα στή ζωή τοῦ Χριστοῦ ὅπως καί ἡ ἐπιτυχία μας ἤ ἡ ἀποτυχία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τό πόσο εἶναι ἐπιτυχία ἤ ἀποτυχία κατά Χριστόν. Ὄχι πῶς τήν κρίνουν οἱ ἄνθρωποι, ὄχι πῶς τή λέει τό μυαλό μας, ὄχι πῶς θά μιλήσει ἡ γειτόνισσα γιά μᾶς ἤ ὁ δάσκαλος στό σχολεῖο ἤ -ξέρω ᾿γώ- ὁποιοσδήποτε ἄλλος ἤ πολύ περισσότερο οἱ ἐφημερίδες καί τά περιοδικά. Αὐτά δέν μᾶς συγκινοῦν. Τά ἀκοῦμε, τά διαβάζουμε, τά κρίνουμε, ἀλλά δέν στηρίζουμε πάνω σ’ αὐτά τά στοιχεῖα τά βιώματα τῆς πνευματικῆς εὐεξίας μας, δέν στηρίζουμε τήν ὀντότητά μας, δέν στηρίζουμε τήν ἐπιτυχία μας καί πολύ περισσότερο τό θάρρος καί τήν ἐλπίδα μας γιά τή ζωή.


Γιατί ἄν στηριζόμαστε πάνω σ’ αὐτά τά στοιχεῖα τά γήινα, γινόμαστε εἰδωλολάτρες. Ἄν στηριζόμαστε πάνω στό Χριστό καί στό τί ἔκανε ὁ Χριστός γιά μᾶς, εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας ζωντανά καί ἡ ἐλπίδα μας δέν φεύγει ποτέ καί ἡ σωτηρία εἶναι βεβαία καί ἡ ἀνάσταση μέ τόν Χριστό εἶναι βεβαία.


Χωρίς πάλι νά ἔχουμε τό δικαίωμα νά ὑπερηφανευθοῦμε καί νά ποῦμε ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε χριστιανοί καί καλύτεροι ἀπό τούς ἄλλους πού δέν εἶναι χριστιανοί. Γιατί ὁ Χριστός μᾶς εἶπε δυό φοβερά πράγματα. Πρῶτα -πρῶτα μᾶς εἶπε ὅτι, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε μαζί Του, πρέπει νά ἀπαρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας καί δεύτερο νά σηκώσουμε τόν σταυρό καί νά τόν ἀκολουθήσουμε. Καί μετά μᾶς εἶπε, ἄν ὅλα ὅσα μᾶς ἔχει διατάξει, μᾶς ἔχει δώσει ἐντολές τά κάνουμε, νά αἰσθανόμαστε καί νά ζοῦμε ὅτι εἴμαστε ἀχρεῖοι δοῦλοι γιατί κάναμε ὅτι ἔπρεπε νά κάνουμε καί τίποτε παραπάνω. Καί αὐτό τό κάναμε μέ τή δύναμη καί τή Χάρη τή δική Του. Δέν μᾶς ἀφήνει περιθώρια γιά καυχήσεις τέτοιου εἴδους, γιά ὑπερηφάνειες, γιά ὑπεροχές καί γιά μειονεξίες. Μᾶς φτάνει μόνο νά μείνει ἡ ψυχή μας ἐκστατική, νά βλέπουμε τά ὅσα Ἐκεῖνος ἔκανε, νά Τόν θαυμάζουμε, νά αἰσθανόμαστε, ὅπως λένε οἱ Πατέρες, ἕνα μηδενικό, τό οὐδέν καί νά σκεπτόμαστε γιατί ὁ Θεός τόσο πολύ θέλησε νά μᾶς ἀγαπήσει καί τόσο πολύ θέλησε νά μᾶς εὐεργετήσει ἐνῶ δέν τό ἀξίζουμε.


Ἔτσι μπαίνουμε στό τελωνικό βίωμα, δηλαδή στά βιώματα ἐκεῖνα πού , κατανύσσουν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τραβοῦν τή Χάρη, τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί τόν κάνουν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ζοῦσαν κι οἱ Πατέρες. Ὁ μεγαλύτερος Ἅγιος ποτέ δέν αἰσθανόταν ὅτι εἶναι ἅγιος, ἀλλά ὅτι εἶναι ὁ ἔσχατος τῶν ἁμαρτωλῶν, ὁ πιό φθηνός καί βδελυρός ἄνθρωπος. Πολλοί ἔφθασαν μέχρι τό σημεῖο νά ποῦν ὅτι «οὔτε τό σῶμα μου νά μήν κηδέψετε»! «Νά τό ἀφήσετε νά τό φᾶνε τά θηρία», γιατί πίστευαν ἀπό τό ταπεινό φρόνημα πού εἶχαν γιά τόν ἑαυτό τους, ὅτι δέν ἄξιζε οὔτε τήν τιμή τῆς κηδείας! Τέτοια ἰδέα εἶχαν οἱ Ἅγιοι γιά τόν ἑαυτό τους. Καί ὁ Ἵδιος ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός κατεδέχθη ἀκριβῶς ἕνα τέτοιο ἀτιμωτικό θάνατο, γιά νά ξερριζώσει αὐτά τά βιώματα τά ἐγωκεντρικά ἀπό τή ζωή μας καί νά μᾶς ξαναφέρει στή ζωή τῆς Χάριτος, τή θεϊκή, νά μᾶς κάνει θεούς κατά χάριν, ὅπως ὁ Ἴδιος μᾶς ἔχει πεῖ.


Ἀνοίγει τό Τριώδιο ἄλλη μία φορά ἡ Ἐκκλησία καί μᾶς καλεῖ στήν κατάνυξη, τήν συντριβή καί τή μετάνοια. Ἄν κρατήσουμε αὐτό τό βίωμα, πού θά ᾿λεγε κανείς ὅτι εἶναι ἐπικεφαλῆς τῆς μεγάλης αὐτῆς περιόδου τῆς Τεσσαρακοστῆς, καί τῆς προπαρασκευῆς γιά τήν Τεσσαρακοστή, ἄν κρατήσουμε αὐτό τό βίωμα νά διατηρηθοῦμε μέσα στό Θεό μέ ταπείνωση, μέ ἐλπίδα, θά ἔχουμε καί χαρά καί εἰρήνη καί θά ζοῦμε, ὄχι φαρισαϊκά, ἀλλά τελωνικά τή βεβαιότητα τῆς σωτηρίας μας.

῾Ο τελώνης κι ὁ Φαρισαῖος

 Μητροπολίτου Σουρόζ Αντωνίου Bloom


Σήμερα … ἀκούσαμε τήν ἱστορία τοῦ Φαρισαίου καί τοῦ Τελώνη (Λουκ. 18, 10-14). ῾Ο Τελώνης εἶχε ἐπίγνωση ὅτι ἦταν ἀνάξιος νά παρουσιάζεται ἐνώπιον τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί νά γίνεται δεκτός στή συντροφιά ἀξιοσέβαστων ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ὁ Θεός θά ἐπιδοκίμαζε. ῏Ηρθε μέχρι τή θύρα τοῦ Ναοῦ ἀλλά δέν μποροῦσε νά διαβεῖ τό κατώφλι, διότι γνώριζε ὅτι σ’ αὐτόν τόν κόσμο, τόν λερωμένο, τόν μολυσμένο καί βεβηλωμένο ἀπό τήν ἀνθρώπινη ἁμαρτία, ἀπό τό αἷμα καί τό κακό σέ ὅλες του τίς μορφές, ὁ Ναός ἦταν χῶρος ἀφιερωμένος μόνο στόν Θεό. ῞Ολος ὁ ὑπόλοιπος κόσμος, γιά νά χρησιμοποιήσουμε τά λόγια τοῦ Σατανᾶ κατά τούς πειρασμούς τοῦ Χριστοῦ, «ἐμοί παραδέδοται». ᾿Αλλά ὁ Ναός εἶναι ἕνας χῶρος τόν ὁποῖο ἄνθρωποι μέ πίστη -ἀδύναμοι ἀσφαλῶς, ἀλλά μέ πίστη στόν Θεό- ἀπέκοψαν ἀπό τό βασίλειο αὐτό τοῦ τρόμου γιά νά ἀποτελεῖ μία θέα τῆς θείας ὡραιότητας, κατοικητήριο τοῦ ῾Ενός πού δέν ἔχει «ποῦ τήν κεφαλήν κλίνῃ», σ’ ἕνα κόσμο πού ἐκλάπη ἀπό Αὐτόν καί ἔχει παραδοθεῖ στά χέρια τοῦ ᾿Αντιδίκου.


Καθώς ὁ Τελώνης στεκόταν στό κατώφλι ἤξερε ὅτι ἀνῆκε στό βασίλειο τοῦ κακοῦ, καί δέν εἶχε πρόσβαση στόν χῶρο τοῦ Θεοῦ. ῾Ωστόσο, ἔνιωθε τή διαφορά, ἔνιωθε τρόμο γιά τόν ἑαυτό του καί μία λατρευτική στάση γεννιόταν μέσα του ἀπέναντι στόν θεϊκό αὐτό χῶρο. ῎Ετυπτε τό στῆθος του καί ζητοῦσε ἔλεος, ἐπειδή γιά τίποτε ἄλλο δέν μποροῦσε νά ἐλπίζει οὔτε σέ τίποτε ἄλλο νά ὑπολογίζει.


Καί ὁ Φαρισαῖος στεκόταν ἀκριβῶς στό μέσον τοῦ Ναοῦ· εἶχε μπεῖ καί εἶχε λάβει θέση ἐκεῖ ὡς κάποιος πού εἶχε κάθε δικαίωμα νά στέκεται στόν τόπο αὐτό. Γιατί; ῎Οχι ἐπειδή εἶχε καθαρή καρδιά, ἀλλά ἐπειδή εἶχε τηρήσει κάθε ἕναν ἀπό τούς τύπους πού εἶχε καθιερώσει ἡ Συναγωγή, ὅπως πολλοί ἀπό μᾶς τηροῦν τούς ἐξωτερικούς κανόνες τῆς ζωῆς, χωρίς αὐτοί νά διεισδύουν οὔτε κἄν μέσα ἀπό τό δέρμα μας, χωρίς νά φθάνουν στήν καρδιά μας, χωρίς νά ἀναμορφώνουν οὔτε νά νοηματοδοτοῦν τίς σκέψεις μας.


῎Εχουμε λοιπόν καί πάλι μπροστά μας δύο ἄνδρες καί ὁ Χριστός μᾶς ρωτᾶ· ᾿Εσύ ποιός εἶσαι; ῎Εχεις βαθιά ἐπίγνωση τῆς ἁγιότητας τοῦ Θεοῦ, ἀναγνωρίζεις ὅτι δέν ὑπάρχει πρόσβαση σ’ Αὐτόν παρά μόνον ἄν ᾿Εκεῖνος θελήσει νά σκύψει πρός ἐμᾶς, γιά νά μᾶς χαρίσει τήν ἴαση καί τή σωτηρία; ῎Η μήπως εἴμαστε σάν τόν Φαρισαῖο πού θά πεῖ στόν Θεό, ἤ μᾶλλον θά Τοῦ πετάξει κατάμουτρα, «῞Οσα ζήτησες, τά ἔχω πράξει. Τί ἄλλο μπορεῖ νά θέλεις ἀπό μένα;». Δέν εἴμαστε τόσο ἀλαζόνες γιατί δέν ἔχουμε κἄν τό κουράγιο νά εἴμαστε ἀλαζόνες ὅπως ὁ Φαρισαῖος, οὔτε ἔχουμε τή θαρραλέα σταθερότητα νά εἴμαστε τόσο ἀκριβεῖς τηρητές τοῦ Νόμου ὅπως ἐκεῖνος.


῎Ας ρωτήσουμε λοιπόν τόν ἑαυτό μας· Μιμούμαστε τόν Φαρισαῖο στίς πράξεις, τηρώντας ὅλα τά διατεταγμένα τῆς χριστιανικῆς μας πίστης; Καί πέραν αὐτοῦ, ἐπιτρέπουμε στήν πίστη μας νά μεταμορφώνει τίς καρδιές μας, νά ρυθμίζει τή θέλησή μας, νά φωτίζει τή διάνοιά μας;


Τό εὐαγγέλιο σήμερα μᾶς ἀναθέτει αὐτό τό καθῆκον. ῎Ας τό σκεφθοῦμε. Θά ἀποτελέσει ἕνα ἀκόμη βῆμα στήν κριτική τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὥστε νά μήν καταδικαστοῦμε.


ΙΙ.


Πόσο σύντομη καί γνωστή ἡ σημερινή παραβολή, καί ὅμως, τό μήνυμά της ἠχηρό, γεμάτο πρόκληση…


Κι ἀποδεικνύεται ἠχηρό σέ κάθε του λέξη· δύο ἄντρες μπαίνουν μέσα στόν Ναό σ’ ἕνα κόσμο χαμένο γιά τόν Θεό, ὁ ἱερός χῶρος τοῦ Ναοῦ, ἀνήκει ἀποκλειστικά σ’ Αὐτόν, εἶναι τό δικό Του ἱερό Βασίλειο. ῾Ο ἕνας ἀπ’ τούς ἄντρες προχωρεῖ τολμηρός στό ἐσωτερικό, καί παίρνει θέση μπροστά στόν Θεό· ὁ ἄλλος ἔρχεται, ἀλλά δέν τολμᾶ κἄν νά διαβεῖ τό κατώφλι• εἶναι ἁμαρτωλός, καί ὁ τόπος εἶναι ἅγιος, ὅπως ἐκεῖνος γύρω ἀπό τήν Καιομένη Βάτο, στήν ἔρημο, ὅπου ὁ Μωυσῆς δέν μποροῦσε νά εἰσέλθει χωρίς νά βγάλει τά ὑποδήματά του, δηλαδή χωρίς νά διακατέχεται ἀπό λατρεία καί φόβο Θεοῦ.


Καί πόση διαφορά στά λόγια τους! ῾Ο Φαρισαῖος ἐμφανῶς δοξάζει τόν Θεό, Τόν ὑμνεῖ, ἀλλά γιά ποιό πράγμα; Μά, διότι ἔφτιαξε ἕναν ἄνθρωπο σάν κι αὐτόν, τόσο ἅγιο, τόσο ἄξιό Του· ἕναν ἄνθρωπο πού ὄχι μόνο τηρεῖ ὅλες τίς διατάξεις τοῦ Νόμου, ἀλλά προχωρεῖ καί πέραν αὐτῶν, πέραν ὅσων ὁ Θεός ἐντέλλεται καί ἀναμένει ἀπό τόν ἄνθρωπο. Πράγματι, στέκεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, δοξάζοντάς Τον, ἐπειδή αὐτός, ὁ Φαρισαῖος, εἶναι τόσο θαυμάσιος, ὥστε ἀποτελεῖ τή δόξα καί τή λαμπρότητα καί τήν ἀποκάλυψη τῆς ἁγιότητας τοῦ Θεοῦ.


῾Ο Τελώνης δέν τολμᾶ νά μπεῖ στόν ἱερό χῶρο τοῦ Θεοῦ.


Καί ἡ παραβολή εἶναι σαφής· ἐκεῖνος πού ἦρθε καί στάθηκε συντετριμμένος, γεμάτος ντροπή γιά τόν ἑαυτό του, γνωρίζοντας ὅτι εἶναι ἀνάξιος νά μπεῖ στόν ἱερό αὐτό χῶρο, ἐπιστρέφει στόν οἶκο του συγχωρημένος, ἀγαπώμενος, συνοδευόμενος οὐσιαστικά ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, πού ἦρθε στόν κόσμο γιά νά σώσει τούς ἁμαρτωλούς καί ὁ ὁποῖος στέκεται δίπλα σέ κάθε ἕναν πού Τόν ἔχει ἀνάγκη, καί πού ἀναγνωρίζει πόσο χρειάζεται τή σωτηρία.


῾Ο Φαρισαῖος πηγαίνει καί αὐτός στό σπίτι του, εἶναι ὅμως λιγότερο συγχωρημένος· ἡ δική του σχέση μέ τόν Θεό δέν εἶναι ἡ ἴδια· στό κέντρο της εἶναι αὐτός, ὁ Θεός κινεῖται στήν περιφέρειά της. ῾Ο Φαρισαῖος εἶναι στόν πυρήνα τῶν πραγμάτων, ὁ Θεός εἶναι ὑποχείριός του. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὅλα ὅσα ἔχει κάνει δέν ἔχουν ἀξία· ἁπλῶς σημαίνει πώς σέ ὅ,τι τόν ἀφορᾶ, οἱ καλές του πράξεις δέν ἔχουν ἀποφέρει καρπούς ἁγιότητας μέσα του. Οἱ πράξεις ἦταν καλές, ἀλλά λεκιασμένες, δηλητηριασμένες ἀπό τήν ὑπερηφάνεια καί τήν αὐτό-δικαίωση· ἡ ὀμορφιά τους ἀμαυρώθηκε, διότι δέν ἀπευθύνονταν οὔτε πρός τόν Θεό οὔτε πρός τόν συνάνθρωπό του, ἦταν στραμμένες πρός τόν ἑαυτό του. Καί ὁ Κύριος μᾶς λέει ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια ἀπογύμνωσε αὐτόν τόν ἄνθρωπο, τοῦ ἀφαίρεσε τούς καρπούς τῶν καλῶν του ἔργων, τούς καρπούς τῆς ἐξωστρεφοῦς πιστότητάς του στόν νόμο τοῦ Θεοῦ, καί ὅτι μόνο ἡ ταπείνωση θά μποροῦσε νά εἶχε νοηματοδοτήσει καί αὐτόν καί τά ἔργα του, μόνο αὐτή θά μποροῦσε νά μετασχηματίσει τίς πράξεις του σέ ζωή, σέ ὕδωρ ζωῆς αἰωνίου.


Μά τότε τίθεται ἐνώπιόν μας τό ἐρώτημα· πῶς μποροῦμε νά μάθουμε ἔστω κάτι γιά τήν ταπεινοφροσύνη, ἄν αὐτή εἶναι ὁ ἀπόλυτος ὅρος προκειμένου νά μή ἔχουμε τήν τύχη τῆς ξηρανθείσης συκῆς, ἀλλά νά εἴμαστε καρποφόροι, νά εἴμαστε ἡ πλούσια σοδειά ἀπό τήν ὁποία θά τρέφονται οἱ ἄνθρωποι;


Δέν ξέρω πῶς θά μπορούσαμε νά κινηθοῦμε μέ μιᾶς ἀπό τήν ὑπερηφάνεια καί τή ματαιδοξία πρός τήν ταπείνωση· ἴσως μόνο ἄν συμβεῖ κάτι τόσο τραγικό στή ζωή μας καί στερηθοῦμε ἐντελῶς ὅλα ἐκεῖνα πού στήριζαν τήν ἁμαρτωλή, καταστροφική, ἄκαρπη κατάστασή μας. ῞Ενα πράγμα μποροῦμε νά κάνουμε· ὅσα χαρίσματα κι ἄν νομίζουμε ὅτι κατέχουμε, ψυχικά, διανοητικά καί σωματικά, ὅσο γόνιμες κι ἄν βρίσκουμε τίς πράξεις μας, νά θυμόμαστε τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου· ῎Ω, ἄνθρωπε, τί ἔχεις ὅ οὐκ ἔλαβες;… Καί πραγματικά, ἀπηχοῦν τά λόγια τοῦ Κυρίου, στόν πρῶτο Μακαρισμό, ἐκεῖνον πού ἀνοίγει τή θύρα σέ ὅλους τούς ἄλλους Μακαρισμούς καί πού εἶναι ἡ ἀρχή τῆς κατανόησης· «Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι», μακάριοι ὅσοι κατανοοῦν, ὄχι μόνο μέ τή διάνοιά τους (πάντως σίγουρα τουλάχιστον μ’ αὐτή) ὅτι δέν εἶναι τίποτε καί δέν κατέχουν τίποτε πού νά μήν εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ.


Κληθήκαμε στή ζωή ἐκ τοῦ μηδενός, χωρίς νά χρειαστεῖ ἡ συμμετοχή μας· ἡ ἴδια μας ἡ ὕπαρξη εἶναι ἕνα δῶρο! Μᾶς δόθηκε ἡ ζωή, τήν ὁποία ἐμεῖς δέν μπορούσαμε νά δημιουργήσουμε, δέν μπορούσαμε νά δωρήσουμε στόν ἑαυτό μας! Μᾶς δόθηκε ἡ γνώση τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ, καθώς καί μία ὄντως βαθύτερη, ἐκ τοῦ σύνεγγυς, γνώση τοῦ Θεοῦ, ὅλα δωρεάν! Καί στή συνέχεια, ὅ,τι εἴμαστε εἶναι δικό Του δῶρο· τό σῶμα μας, ἡ καρδιά, ἡ διάνοια, ἡ ψυχή, τί ἐξουσία ἔχουμε ἐπάνω τους, ἐάν ὁ Θεός πάψει νά τά συντηρεῖ; ῞Ενα ἐγκεφαλικό ἐπεισόδιο ἀρκεῖ, καί τή μεγαλύτερη εὐφυΐα τήν καταπίνει τό σκοτάδι. ῾Υπάρχουν στιγμές πού πρέπει νά δώσουμε λίγη ἀγάπη καί συμπάθεια καί ἀνακαλύπτουμε ὅτι οἱ καρδιές μας εἶναι ἀπό πέτρα ἤ ἀπό πάγο… Θέλουμε νά κάνουμε τό καλό καί δέν μποροῦμε· τό γνώριζε αὐτό ὁ ᾿Απόστολος ὅταν ἔλεγε «Οὐ γάρ ὅ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ’ ὅ οὐ θέλω κακόν, τοῦτο πράσσω» (Ρωμ. 7, 19). Καί τό σῶμα μας ἀπό πόσα πράγματα ἐξαρτᾶται!


Καί τί νά ποῦμε γιά τίς σχέσεις μας, γιά τή φιλία πού μᾶς προσφέρεται, τήν ἀγάπη πού μᾶς κρατᾶ ζωντανούς, τήν ἀδελφοσύνη, ὅ,τι εἴμαστε κι ὅ,τι ἔχουμε μᾶς ἔχει δοθεῖ. Ποιά εἶναι ἡ ἑπόμενη κίνηση; Δέν εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη; ᾿Αντί νά στραφοῦμε πρός τόν Θεό ὡς φαρισαῖοι, ἐπαινώντας τόν ἑαυτό μας γι’ αὐτό πού εἴμαστε καί ξεχνώντας ὅτι ὅλα εἶναι δικά Του, ἄς στραφοῦμε πρός Αὐτόν λέγοντας· ῎Ω, Κύριε, ὅλα αὐτά εἶναι δῶρα πού προέρχονται ἀπό Σένα· ὅλη αὐτή ἡ ὀμορφιά, ἡ εὐφυΐα, ἡ εὐαίσθητη καρδιά, ὅλες οἱ συγκυρίες τῆς ζωῆς εἶναι δῶρο. Δῶρο εἶναι ἀκόμη καί ἐκεῖνες πού μᾶς τρομάζουν, διότι ὁ Θεός μᾶς λέει· «Σέ ἐμπιστεύομαι ἀρκετά, τόσο ὥστε νά σέ στείλω στό σκοτάδι γιά νά φέρεις τό φῶς! Σέ στέλνω μέσα στή διαφθορά γιά νά γίνεις τό ἅλας πού ἀνακόπτει τή φθορά! Σέ στέλνω ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει ἐλπίδα, γιά νά κομίσεις ἐλπίδα, ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει χαρά γιά νά γίνεις πρόξενος χαρᾶς, ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει ἀγάπη, γιά νά γίνεις φορέας ἀγάπης… Καί θά μπορούσαμε νά συνεχίσουμε ἐπ’ ἄπειρον, βλέποντας ὅτι ὅταν μᾶς στέλνει στό σκοτάδι, τό κάνει γιά νά μαρτυρήσουμε τήν παρουσία καί τή ζωή τοῦ Θεοῦ, τό κάνει γιατί μᾶς ἔχει ἐμπιστοσύνη, πιστεύει σ’ ἐμᾶς, ἐλπίζει γιά μᾶς τό καλύτερο· δέν ἀρκεῖ αὐτό γιά νά Τοῦ εἴμαστε εὐγνώμονες;


Εὐγνωμοσύνη ὅμως δέν εἶναι ἕνα κρύο εὐχαριστῶ· εὐγνωμοσύνη σημαίνει ὅτι ἐπιθυμοῦμε νά Τόν κάνουμε νά δεῖ πώς ὅσα μᾶς ἔδωσε δέν πῆγαν χαμένα, ὅτι δέν ἐνανθρώπησε, δέν ἔζησε καί πέθανε ἄδικα· εὐγνωμοσύνη σημαίνει μιά ζωή πού θά μποροῦσε νά δώσει χαρά στόν Θεό· νά ἡ πρόκληση τῆς συγκεκριμένης αὐτῆς παραβολῆς…


Ναί, τό ἰδεῶδες γιά μᾶς θά ἦταν νά εἴμαστε ταπεινοί, ἀλλά τί εἶναι ἡ ταπείνωση; Ποιός ἀπό μᾶς ξέρει, καί ἄν ξέρει, ποιός μπορεῖ νά τό μεταφέρει σ’ ἐκεῖνον πού δέν ξέρει; Τήν εὐγνωμοσύνη ὅμως ὅλοι τή γνωρίζουμε· γνωρίζουμε μικρούς τρόπους, καί μικρές πτυχές της! ῎Ας στοχαστοῦμε πάνω σ’ αὐτή καί, μέσα σέ μία πράξη εὐγνωμοσύνης, ἄς ἀναγνωρίσουμε ὅτι δέν ἔχουμε δικαίωμα νά βρισκόμαστε στόν χῶρο τοῦ Θεοῦ, κι ὅμως ᾿Εκεῖνος μᾶς ἐπιτρέπει νά εἰσέλθουμε! Δέν ἔχουμε δικαίωμα νά ἐπικοινωνοῦμε μαζί Του, οὔτε μέ τήν προσευχή οὔτε μέ τό Μυστήριο, κι ὅμως ᾿Εκεῖνος μᾶς καλεῖ σέ κοινωνία! Δέν ἔχουμε δικαίωμα νά εἴμαστε παιδιά Του, νά εἴμαστε ἀδελφοί καί ἀδελφές τοῦ Χριστοῦ, νά εἴμαστε κατοικητήριο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, κι ὅμως ᾿Εκεῖνος, μέ μιά κίνηση ἀγάπης, μᾶς τά παραχωρεῖ ὅλα!


῎Ας ἀναλογιστεῖ ὁ καθένας μας κι ἄς ἀναρωτηθεῖ· μέ ποιόν τρόπο μπορῶ νά Τοῦ εἶμαι εὐγνώμων, ἔτσι ὥστε ὁ Θεός νά εὐφραίνεται ὅτι δέν μᾶς γέμισε μέ τά δῶρα Του μάταια, δέν ἐνανθρώπησε καί πέθανε γιά μᾶς ἄδικα, ὅτι τό μήνυμα τό ἔχουμε λάβει. Κι ὅταν ἡ εὐγνωμοσύνη μας βαθύνει, ἐκεῖ στό βάθος της, θά συντριβοῦμε, θά λατρεύσουμε τόν Κύριο καί θά μάθουμε τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ ταπείνωση, δέν εἶναι ὑποβάθμιση ἀλλά λατρεία, ἐπίγνωση ὅτι Αὐτός εἶναι ὅλα ὅσα ἔχουμε καί ὅ,τι εἴμαστε καί ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἀνοιχτοί ἀπέναντί Του, ὅπως ἡ εὔφορη γῆ εἶναι ἕτοιμη νά δεχτεῖ τό ἀλέτρι, τή σπορά, τό ἡλιοφῶς, τή βροχή, τό καθετί πού θά φέρει καρποφορία.


Ἀπό το βιβλίο:


ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΚΡίΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, πορεία ἀπό τό τριώδιο στήν ἀνάσταση


Ἐκδ. «Ἐν πλῷ»