Κυριακή 31 Ιουλίου 2016

ΟΛΑ ΤΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ Ο ΘΕΟΣ

 Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς παρουσιάζει τὴ θαυματουργικὴ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ, τὸν ὁποῖο κατέβασαν ἀπὸ τὴ στέγη μπροστὰ στὸν Κύριο οἱ τέσσερις ἄν­­­­θρωποι ποὺ τὸν μετέφεραν.

   Εἶναι πράγματι θαυμαστὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἕνας παράλυτος σηκώθηκε ὄρθιος καὶ ἄρχισε νὰ βαδίζει ­μεταφέροντας καὶ τὸ κρεβάτι του! Ὡστόσο στὸ ἴδιο θαῦμα βλέπουμε κάτι ἐπίσης ἐν­τυπωσιακό: τὸ ὅτι ὁ Κύριος γνωρίζει τὰ πάντα! Ἀκόμη καὶ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας!
   Ἀξίζει λοιπὸν νὰ ὑπογραμμίσουμε τὴ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια, ὅτι ὁ Κύριος γνωρίζει τὸ ἐσωτερικό μας.



1. ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΜΑΣ

   Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος διέκρινε τὴ θερμὴ πίστη τοῦ παραλυτικοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων ποὺ τὸν μετέφεραν, πρὶν αὐτὴ φανερωθεῖ στὰ μάτια ὅλων τῶν παρευρισκομένων: «Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν», σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής. Εἶδε ὁ Κύριος Ἰησοῦς τὴν πίστη τους καὶ χωρὶς νὰ περιμένει νὰ Τὸν παρακαλέσουν, ἀπευθύνθηκε στὸν ἄρ­ρωστο καὶ τοῦ χάρισε αὐτὸ ποὺ ­ἤθελε καὶ πολὺ περισσότερα ἀκόμη. Διότι μὲ τὴ θεϊκή του δύναμη τὸν θεράπευσε ὄχι μόνο στὸ σῶμα ἀλλὰ καὶ στὴν ψυχή. Πρῶτα τοῦ εἶπε «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» κι ἔπειτα «ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου». Ἔτσι ὁ παραλυτικὸς ἔζησε διπλὸ τὸ θαῦμα. Καὶ πράγματι τὸ ἄξιζε! Διότι ἀσφαλῶς οὔτε αὐτὸς οὔτε οἱ συνοδοί του θὰ ὑποβάλλονταν σὲ τόσο μεγάλο κόπο, ἂν δὲν εἶχαν μέσα τους ἀκλόνητη τὴν πεποίθηση ὅτι ὁ Κύριος εἶχε τὴ δύναμη νὰ θεραπεύσει τὸν ἀσθενή. Αὐτὴ τὴν ἰσχυρὴ πίστη ἐπιβράβευσε ὁ Κύριος μὲ τὸ θαῦμα καὶ τοῦ χάρισε τὴν θεραπεία πρὶν αὐτὸς νὰ τοῦ τὴν ζητήσει!
   Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καὶ στὴ δική μας ζωή. Ὁ παντεπόπτης Κύριος μὲ τὸ στοργικό του βλέμμα παρακολουθεῖ τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς ξεχωριστά. Βλέπει τὰ προβλήματα καὶ τὶς ­δυσκολίες μας... Γνωρίζει τοὺς πόθους καὶ τὶς ­ἐ­­­­πι­­θυμίες μας... Μετρᾶ κάθε βῆμα μας... Συμ­μετέ­χει στὸν ἀγώνα μας καὶ περιμένει νὰ ­βραβεύσει τοὺς νικητές! Ἂς ­καλ­λιεργοῦμε λοιπὸν τὴν πίστη, τὴν ὑπο­μονή, τὴν ἀ­­­­γά­­πη καὶ κάθε ἀρετὴ κι ἂς εἴμαστε βέ­­­βαιοι ὅτι τίποτε δὲν πάει χα­μένο.
   Καὶ ἀκόμη: Ὅταν αἰσθανόμαστε τὸ δίκιο νὰ μᾶς πνίγει ἢ ὅταν τὸ βάρος ἀπὸ κάποια ἀδικία ἢ συκοφαντία συντρίβει τὴν ψυχή μας, ἂς διατηροῦμε τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεὸς γνωρίζει τὴν ἀλήθεια καὶ Ἐκεῖνος θὰ ἀποδώσει τὸ δίκαιο.

2. ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΕΜΠΑΘΕΙΣ ΛΟΓΙΣΜΟΥΣ

   Τὴν ἴδια ὅμως ὥρα ποὺ ὁ παντογνώστης Κύριος φανέρωνε τὴν ­πίστη ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων, κάποιοι ἄλλοι παρουσιάστηκαν μὲ μολυσμένες τὶς καρ­διές τους ἀπὸ τὸν φθόνο καὶ τὴν κακία. Ἦταν οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖ­οι, οἱ ὁποῖοι μόλις ἄκουσαν ὅτι ὁ Κύρι­ος ἔδωσε ἄφεση ἁμαρτιῶν στὸν παραλυτικό, ἄρχισαν νὰ σκέπτονται μέσα τους: «Οὗτος βλασφημεῖ»... «Κανεὶς δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες παρὰ μόνον ὁ Θεός». Τότε ἦταν ποὺ φανερώθηκε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ τὸ μεγαλεῖο τοῦ παντογνώστου Κυρίου: «Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν‧ ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» Γνωρίζοντας ὁ Κύριος τὶς πονηρὲς σκέψεις τους στράφηκε καὶ τοὺς ρώτησε: Γιατί ἀφήνετε πονηρὲς σκέψεις νὰ κυκλοφοροῦν μέσα σας;... Καὶ ἀμέσως προχώρησε στὸ ἐντυπωσιακὸ θαῦμα, πού φανέρωσε τὴ θεία του δύναμη.

   Ἀξίζει νὰ προσέξουμε ἰδιαιτέρως τὴν παραπάνω σκηνή. Ἂν οἱ σκληρόκαρδοι Ἰουδαῖοι ἄρχοντες ἔμειναν ἀσυγκίνητοι καθὼς ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἀποκάλυψε τοὺς βλάσφημους λογισμούς τους, ἐμεῖς τουλάχιστον ἂς φοβηθοῦμε κι ἂς πολεμοῦμε τὴν ἁμαρτία ἀκόμη καὶ ὅταν ἔρχεται ὡς σκέψη! Ἁμαρτία δὲν εἶναι μόνο τὸ νὰ κλέψει κανείς, ἀλλὰ καὶ τὸ νὰ ἐπιθυμήσει ξένα πράγματα. Κάθε κακὴ ἐπιθυμία ἢ σκέψη μολύνει τὴν καρδιά· κι ἂν δὲν φροντίσουμε νὰ τὴν ἀπομακρύνουμε, εὔκολα θὰ γίνει καὶ πράξη. Ἂς ἀγωνιζόμαστε λοιπὸν νὰ διώχνουμε κάθε πονηρὸ λογισμὸ μέσα ἀπὸ τὴν ψυχή μας.
   Ὅλα τὰ γνωρίζει ὁ Θεός, ἀκόμη καὶ τὸν ἐσωτερικό μας κόσμο. Ἂς μὴν προσ­παθοῦμε νὰ κρυφτοῦμε. Ἀκόμη κι ἂν κατορθώσουμε νὰ ἀποκρύψουμε τὶς προθέσεις μας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους... Ἀκόμη κι ἂν ἀποφύγουμε ἐπιμελῶς νὰ ἐκτεθοῦμε στὰ μάτια τοῦ κόσμου... Ἀκόμη κι ἂν κανεὶς ἄλλος δὲν γνωρίζει τὰ κίνητρα τῶν ἐνεργειῶν μας... Ἂς μὴν ξεχνοῦμε ὅτι βρισκόμαστε κάτω ἀπὸ τὸ βλέμ­­­μα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος γνωρίζει τὰ πάν­­­­τα. Γι’ αὐτὸ ἂς Τὸν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς χα­­ρίζει ἁγνὴ καὶ καθαρὴ καρδιά, ὅπου Ἐ­­­­­­­­­­­κεῖνος εὐαρεστεῖται νὰ κατοικεῖ.

ΠΟΛΛΑ ΜΕΛΗ, ΕΝΑ ΣΩΜΑ!

1. Ὅλοι ἔχουμε χαρίσματα

   Ὁ ἀπόστολος Παῦλος θέλοντας νὰ περιγράψει τὴν Ἐκκλησία καὶ τὶς σχέσεις τῶν μελῶν της, χρησιμοποιεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ σώματος. Ὅπως τὸ σῶμα ἀπαρτίζεται ἀπὸ διάφορα μέλη ποὺ τὸ καθένα συμβάλλει στὴν εὔρυθμη λειτουργία του, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα Σῶμα «ἐν Χριστῷ», καὶ οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ εἶναι τὰ μέλη τοῦ Σώματος αὐτοῦ, ἀναπόσπαστα συνδεδεμένα καὶ μὲ διαφορετικὲς λειτουργίες τὸ καθένα. Μὲ τὰ διαφορετικὰ δηλαδὴ χαρίσματα ποὺ ἔχει κάθε ἄνθρωπος, γιὰ τὰ ὁποῖα ὁμιλεῖ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα:
   «Ἔχοντες χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα», ἔχοντας διάφορα χαρίσματα, ἀνά­λο­γα μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ μᾶς δόθηκε, ἂς ἀρκούμαστε σ’ αὐτὰ κι ἂς προσπαθοῦμε νὰ τὰ ἀξιοποιοῦμε σωστά. Ἂν δηλαδὴ ἔχουμε τὸ χάρισμα τῆς προφητείας, ἂς προφητεύουμε ἀνάλογα μὲ τὸν βαθμὸ τοῦ χαρίσματος ποὺ δόθηκε κατὰ τὴν πίστη ποὺ ἐκδηλώνει ὁ καθένας.
   Ἂν ἔχουμε χάρισμα ἐκκλησιαστικῆς διακονίας, ἂς μέ­­νουμε στὴ διακονία. Ἂν κανεὶς εἶναι διδάσκαλος τῶν θείων ἀληθειῶν, ἂς μένει στὴ δι­δα­­­­σκαλία κι ἂς ἀρκεῖται νὰ ἐξηγεῖ τὶς ἀλήθειες ποὺ ἔχει ἀποκαλύψει ὁ ἅγιος Θεός.
   Ἂν πάλι κάποιος ἔχει τὸ χάρισμα νὰ παρακινεῖ στὴν ἀρε­τὴ καὶ στὴν ἐφαρμογὴ τῶν θείων ἀληθειῶν, ἂς μένει στὸ ἔργο τῆς προτροπῆς. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κλίση νὰ μοιράζει ἀπὸ τὰ ἀγαθά του στοὺς φτω­χούς, ἂς τὸ κάνει αὐτὸ μὲ ἁπλότητα, χωρὶς ἐπίδειξη ἢ ἄλλα ἰδιοτελὴ ἐλατήρια. Ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο ἀνα­τέ­θηκε ἡ ἐπιστασία καὶ ἡ ἐπιμέλεια ὁποι­ου­δήποτε καλοῦ ἔργου, ἂς ἐπιστατεῖ μὲ προθυμία καὶ δρα­στηριότητα. Κι ἐκεῖνος ποὺ κάνει ἐλεημοσύνη, ἂς ἐλεεῖ μὲ χαρὰ καὶ καλοσύνη.
   Τελικὰ ὅλοι ἔχουν κάτι νὰ προσφέρουν. Διότι ὅλοι ἔχουν χαρίσματα. Κανεὶς δὲν εἶναι ἄχρηστος. Ἀλλὰ καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ λειτουργήσει σωστά, ὅταν αὐτονομεῖται. Τὸ μέλος ποὺ ἀποκόπτεται ἀπὸ τὸ Σῶμα νεκρώνεται, ἐνῶ, ὅταν βρίσκεται σὲ συνάφεια μὲ τὰ ἄλλα μέλη, ἐνταγμένο στὸ Σῶμα, ζωογονεῖται καὶ προσφέρει ζω­­τικὲς ὑπηρεσίες.
   Ἂς προσέχουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς τὰ δύο ἄκρα: Οὔτε νὰ νομίζουμε ὅτι δὲν ἀξίζουμε καθόλου καὶ νὰ μένουμε στὴν ἀδράνεια, οὔτε νὰ θεωροῦμε ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε ὅλα τὰ χαρίσματα καὶ οἱ ἄλλοι δὲν προσ­φέρουν τίποτε. Μᾶς τὸ ὑπέδειξε σαφῶς ὁ ἅγιος Ἀπόστολος: Μπορεῖ κάποιος νὰ εἶναι τέ­λειος θεολόγος καὶ ἑρμηνευτὴς τῶν Γρα­φῶν ἔχοντας τὸ χάρισμα τῆς διδασκαλίας, ἀλλὰ νὰ ὑστερεῖ στὸ νὰ παρακινεῖ σὲ πρακτικὴ ἐφαρμογή, νὰ μὴν ἔχει δηλαδὴ τὸ χάρισμα τῆς παρακλήσεως. Ἄλλος νὰ ἔχει διοικητικὲς ἱκανότητες καὶ νὰ προΐσταται καλῶν ἔργων κι ἄλλος νὰ μὴν μπορεῖ νὰ διοικεῖ, νὰ σκορπίζει ὅμως ἁ­πλόχερα καλοσύνη μὲ γλυκύτητα καὶ ἀγάπη.
   Τὸ ζήτημα εἶναι ὁ καθένας μας νὰ ἀνακαλύψει τὰ χαρίσματά του καὶ νὰ τὰ καλλιεργεῖ συστηματικὰ γιὰ τὸ καλὸ ὅλων, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ δική του ὠφέλεια. Σ’ αὐτὸ μᾶς καλεῖ ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος δίνοντας τὶς ἑξῆς πρακτικὲς συμβουλές:

2. Μὲ ἐπιμέλεια καὶ σπουδὴ

   Ἡ ἀγάπη ἂς εἶναι εἰλικρινὴς καὶ ἐλεύθερη ἀπὸ ὑπο­κρι­σία. Νὰ ἀποστρέφεστε μὲ ὅλη σας τὴ δύναμη τὸ πονηρὸ καὶ νὰ εἶστε προσκολλημένοι στὸ καλό.
   Μὲ τὴ φιλαδελφία νὰ γίνεστε φιλόστοργοι μεταξύ σας. Νὰ προλαβαίνει ὁ καθένας νὰ ἀποδίδει πρῶτος τὴν τιμὴ στοὺς ἄλλους.
   «Τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί, τῷ πνεύματι ζέοντες, τῷ Κυρίῳ δουλεύοντες»· στὴν προθυμία καὶ τὸν ζῆλο ποὺ ἀπαιτεῖται γιὰ κάθε θεάρεστο ἔργο, νὰ μὴν εἶστε δυσκίνητοι καὶ ὀκνηροί. Ἡ καρδιά σας νὰ εἶναι πυρακτωμένη ἀπὸ τὴ θερμὴ πίστη καὶ τὴ φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ μ’ ὅλα αὐτὰ νὰ ὑπηρετεῖτε τὸν Κύριο ὡς ἀφοσιωμένοι δοῦλοι Του.
   Ἡ ἀκλόνητη ἐλπίδα σας στὰ μελλοντικὰ ἀγαθὰ νὰ σᾶς γεμίζει χαρὰ καὶ νὰ σᾶς ἐνισχύει γιὰ νὰ δείχνετε ὑπομονὴ στὴ θλίψη. Καὶ νὰ ἐπιμένετε στὴν προσευχή, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ παίρνετε μεγάλη βοήθεια γιὰ ὅλες αὐ­τὲς τὶς ἀρετές, καθὼς καὶ γιὰ τὶς δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς.
   Νὰ συμμετέχετε καὶ νὰ βοηθᾶτε στὶς ἀνάγκες τῶν Χριστιανῶν, καὶ νὰ ἐπιδιώκετε τὴ φιλοξενία χωρὶς νὰ πε­ριμένετε οἱ ξενιτεμένοι ἀδελφοὶ νὰ σᾶς τὴ ζητήσουν.
   Νὰ εὔχεστε γιὰ ἐκείνους ποὺ σᾶς καταδιώκουν· γιὰ ὅλους νὰ εὔχεστε καὶ νὰ λέτε καλὰ λόγια ζητώντας τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ γι’ αὐτούς, καὶ ποτὲ νὰ μὴν τοὺς κα­ταριέστε.
   Αὐτὰ συνιστᾶ ὁ θεόπνευστος Ἀπόστο­λος. Κι αὐτὰ σημαίνουν ὅτι, ὅπως ὅταν ἔχουμε κάποιο σημαντικὸ ἔργο νὰ ἐπιτελέσουμε, ἀφιερώνουμε χρόνο καὶ δυνάμεις καὶ γενικὰ δίνουμε ὅλη μας τὴν καρδιά, ἔτσι πολὺ περισσότερο, ἂν ἔχουμε τὴ συν­αίσθηση ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία ὑπηρετοῦμε τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας ψυχῶν καὶ ἐργαζόμαστε γιὰ τὸν Κύριο, «τῷ Κυρίω δουλεύοντες», τότε ὁπωσδήποτε θὰ δείχνουμε ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια καὶ σπουδή. Ὁ καθένας ἐκεῖ ποὺ ἔχει ταχθεῖ. Κι ὅ,τι προσ­φέρουμε, νὰ τὸ προσ­φέρουμε μὲ ἀγάπη, μὲ τὴ συνείδηση ὅτι ἡ προσ­φορὰ αὐτὴ ἀναφέρεται στὸν ἴδιο τὸν Κύριο.

Ανάμνηση Εγκαινίων του Ναού της Θεοτόκου στις Βλαχερναίς και Προεόρτια Προόδου Τιμίου Σταυρού

Ο Σ. Ευστρατιάδης για το γεγονός αυτό γράφει τα έξης: «Κατὰ τὴν ἡμέραν ταύτην ἐξήγετο ἐκ τοῦ σκευοφυλακίου τῆς μεγάλης ἐκκλησίας ὁ τίμιος σταυρός, περιήγετο ἀνὰ τὴν πόλιν καὶ ἐξετίθετο εἰς διαφόρους ναοὺς πρὸς προσκύνησιν καὶ ἁγιασμὸν τῶν πιστῶν καὶ πάλιν ἀπετίθετο εἰς τὸ σκευοφυλάκιον.

Εἰς τοὺς κώδικας τὰ τοῦ τιμίου σταυροῦ προεόρτια ἀναγράφονται καὶ ἄρχονται ἀπὸ τῆς πρώτης Αὐγούστου, ἡ δὲ κατὰ τὴν προεόρτιον ταύτην ἀνάμνησιν ὑμνογραφία εἶναι πλούσια καὶ κεῖται ἀνέκδοτος εἰς πολλοὺς Κώδικας καὶ ἶνα μόνον εἰς τοὺς κατ' αὐτὴν συντεθέντας Κανόνας περιορισθῶ, σημειῶ Κανόνα τοῦ Θεοφάνους (ἐν τοὶς Κώδ. 368 φ. 3636,1568 φ. 3α Παρισίων καὶ Ω 147 Λαύρας), τοῦ Γεωργίου Νικομήδειας (ἐν τοὶς Κωδ. 1567 φ. 240 6,13φ 351 α’ Παρισίων καὶ Θ 32 φ. 344α, Δ 12 φ. 273α, 1135 φ. 333α καὶ Ω 147 φ. 368α Λαύρας), ἕτερον τοῦ αὐτοῦ Γεωργίου Νικομήδειας φέροντα ἀκροστιχίδα "Σταυρῶ γεγηθῶς ἐξάδω θεῖον μέλος Γεώργιος" (ἐν τῷ Παρισινῷ Κωδ. 13 φ. 352 6 καὶ τῷ τῆς Λαύρας Θ 33 φ. 5). Εἰς τοὺς αὐτοὺς δὲ Κώδικας καὶ ἄλλους Στιχηρὰ πολλά, Ἰδιόμελα, Καθίσματα κλπ.».


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Τὸν Τίμιον Σταυρόν, τὸ σωτήριον ὅπλον, δεξώμεθα πιστοί, καθαρὰ διανοί, προέρχεσθαι μέλλει γάρ, θείαν χάριν δωρούμενος, καὶ ἰώμενος, ψυχῶν ὁμοῦ καὶ σωμάτων, τὰ νοσήματα, διὰ ἐνεργείας ἀρρήτου, Χριστοῦ τοῦ θεοῦ ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεύσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.

Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας

Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ήταν μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου της Ιερουσαλήμ (βουλευτής), φίλος και κρυφός μαθητής του Ιησού Χριστού ο οποίος καταγόταν από την Αριμαθαία, μια μικρή πόλη ΒΔ΄ της Ιερουσαλήμ.

Ο Ιωσήφ πήγε στον Πιλάτο και του ζήτησε να κηδέψει το σώμα του Ιησού Χριστού. Αφού έλαβε την άδεια του, μαζί με τον Νικόδημο το κατέβασαν από το σταυρό το σώμα του Κυρίου, το περιέβαλαν σε σινδόνια μαζί με εκλεκτά αρώματα, το τοποθέτησαν σε λαξευτό μνημείο κι' έβαλαν μεγάλη πέτρα πάνω στη θύρα του μνημείου (Ματθ. κζ' 57 - 60, Μαρ. ιε' 42 - 46, Λουκ. κγ' 50 - 53 και Ιω. ιθ' 38 - 42).

Ο Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας απεβίωσε ειρηνικά (κατά πάσα πιθανότητα στην Αγγλία).

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Ευδόκιμος ο Δίκαιος

Ο Όσιος Ευδόκιμος γεννήθηκε στη Καππαδοκία και έδρασε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Θεόφιλου (829 - 842 μ.Χ.). Οι γονείς του Βασίλειος και Ευδοκία ήταν άνθρωποι πλούσιοι και ευσεβείς. Η ορθόδοξη οικογένειά του τον ανέθρεψε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου και γρήγορα ο Ευδόκιμος διακρίθηκε για το ήθος και τις αρετές του.

Ο ηθικός βίος του και η φιλάνθρωπη δράση του εκτιμήθηκαν από τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, ο οποίος τον διόρισε στρατοπεδάρχη της Καππαδοκίας αρχικά και αργότερα όλης της αυτοκρατορίας. Κατά την τέλεση των καθηκόντων του ο Ευδόκιμος ήταν πάντα δίκαιος και ταπεινόφρων, ενώ δεν σταμάτησε στιγμή να επιδίδεται στο φιλάνθρωπο έργο του.

Ενώ βρισκόταν στο 33ο έτος της ηλικίας του ο Ευδόκιμος προσβλήθηκε από βαριά σωματική ασθένεια. Όταν παρέδωσε το πνεύμα του στο Κύριο, η χριστιανική κοινότητα βυθίστηκε σε θλίψη και ενταφίασε το τίμιο σώμα του ευλαβώς.

Κατά την Ανακομιδή το Ιερό Λείψανο του Οσίου Ευδοκίμου βρέθηκε «φαιδρόν καί ἀνθηρόν, χαριέστατον μέ ὅλους τούς χαρακτῆρας, μέ τά ἐνδύματα ἀνέπαφα» και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, την 6η Ιουλίου 831 μ.Χ. Δεν είναι γνωστό πότε και κάτω από ποιες συνθήκες το Λείψανο διαλύθηκε.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ γῆς ὁ καλέσας σε, πρὸς αἰωνίους μονάς, τηρεῖ καὶ μετὰ θάνατον ἀδιαλώβητον, τὸ σῶμά σου, Ἅγιε, σὺ γὰρ ἐν σωφροσύνῃ, καὶ σεμνῇ πολιτείᾳ, μάκαρ ἐπολιτεύσω, μὴ μολύνας τὴν σάρκα· διὸ ἐν παῤῥησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ σεπτή σου σήμερον, ἡμᾶς συνήθροισε μνήμη, ἐν τῇ θείᾳ λάρνακι, τῶν ἱερῶν σου λειψάνων· πάντες οὖν, οἱ προσιόντες καὶ προσκυνοῦντες, ἅπασαν, δαιμόνων βλάβην ἀποσοβοῦνται, καὶ ποικίλων νοσημάτων, λυτροῦνται τάχος μάκαρ Εὐδόκιμε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Εὐδοκιμήσας ἀγαθαῖς ἐργασίαις, ἐδοκιμάσθης ὡς χρυσὸς ἐν καμίνῳ, τοῖς πειρασμοῖς Εὐδόκιμε ἀοίδιμε· ὅθεν μετὰ θάνατον, ἀναβλύζεις πλουσίως, θαύματα ὡς νάματα, καὶ νοσήματα παύεις, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ ἐκδυσωπῶν, ὅπως πταισμάτων συγχώρησιν λάβωμεν.

Μεγαλυνάριον
Εὐδόκιμος πέφηνας τῷ Θεῷ, ἐν δικαιοσύνῃ, τὸν σὸν βίον διαδραμών· ὃ λαθὼν γὰρ ἔσχες, ἐγνώσθη μετὰ τέλος, Εὐδόκιμε θεόφρον, πρὸς θείαν αἴνεσιν.

Σάββατο 30 Ιουλίου 2016

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΣΤ΄ Ματθαίου: Ματθ. θ΄ 1-8

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐμβὰς ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδί­αν πόλιν. Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπε τῷ παραλυτικῷ· θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας — τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΣΤ΄ Ματθαίου: Ρωμ. ιβ΄ 6-14

Ἀδελφοί, ἔχοντες χαρί­σματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως, εἴτε διακονίαν, ἐν τῇ διακονίᾳ, εἴτε ὁ διδάσκων, ἐν τῇ διδασκαλίᾳ, εἴτε ὁ παρακαλῶν, ἐν τῇ παρακλήσει, ὁ μεταδιδούς, ἐν ἁπλότητι, ὁ προϊστάμενος, ἐν σπουδῇ, ὁ ἐλεῶν, ἐν ἱλαρότητι. ῾Η ἀγάπη ἀνυπόκριτος. ἀποστυγοῦντες τὸ πονηρόν, κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ, τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι, τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι, τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί, τῷ πνεύματι ζέον­τες, τῷ Κυρίῳ δουλεύοντες, τῇ ἐλπίδι χαίρον­τες, τῇ θλίψει ὑπομένον­τες, τῇ προσευ­χῇ προσκαρτεροῦντες, ταῖς χρείαις τῶν ἁγίων κοινωνοῦντες, τὴν φιλοξενί­αν διώκοντες. εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε.

Αγία Ιουλίττη από την Καισαρεία

Η Αγία Ιουλίττη έζησε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας στα χρόνια του Μεγάλου Βασιλείου, ο όποιος έτρεφε μεγάλη υπόληψη προς αυτή, λόγω της ευσέβειας και των πολλών αρετών της.

Η Ιουλίττη είχε μεγάλη περιουσία και πολεμήθηκε από κάποιο πλεονέκτη και άρπαγα ισχυρό, που την έμπλεξε σε δίκες και κίνησε εναντίον της ψευδομάρτυρες. Η Ιουλίττη, παρακάλεσε τον Μέγα Βασίλειο να την προστατέψει. Αυτός, γνωρίζοντας το δίκιο της, δέχτηκε και έγραψε στον Παλλάδιο, άνδρα χρηστό και θεοφοβούμενο, να συνηγορήσει υπέρ της Ιουλίττης στον έπαρχο. Στην ίδια δε γράφει, για να την ενδυναμώσει, ότι «δυνατὸς δὲ ὁ ἅγιος (θεός) διαγαγεὶν σὲ πάσης θλίψεως, μόνον ἐὰν ἀληθινὴ καὶ γνησία καρδία ἐλπίσωμεν ἐπ’ αὐτόν».

Τελικά ο αντίδικος της Ιουλίττης, την κατάγγειλε ότι έβριζε τα - υπέρ της ειδωλολατρίας - διατάγματα του Ιουλιανού. Όταν ρωτήθηκε γι' αυτό η Ιουλίττη, απάντησε ότι καταδικάζει την ειδωλολατρία και καθήκον της είναι να ενισχύει τους χριστιανούς στην αληθινή πίστη. Για την ομολογία της αυτή, καταδικάστηκε και ρίχτηκε στη φωτιά. Το σώμα της ωστόσο, έμεινε ακέραιο και έβρισκαν σε αυτό παρηγοριά και ίαση οι πιστοί Χριστιανοί.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος οι Απόστολοι

Οι Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος, ήταν πέντε από τούς εβδομήκοντα μαθητές του Κυρίου. Όλοι υπηρέτησαν το Ευαγγέλιο του Χριστού «ἐν κόπῳ καὶ μόχθω, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι» (Β' προς Κορινθίους, ια - 27). Δηλαδή, υπηρέτησαν τον Κύριο με κόπο και μόχθο, με αγρυπνίες πολλές φορές, με πείνα και δίψα στις μακρινές οδοιπορίες, με νηστείες, με ψύχος και γυμνότητα.

Ο Σίλας φυλακίστηκε μαζί με τον Παύλο στους Φιλίππους της Μακεδονίας (Πραξ. ιστ 25-39). Μετά από πολλούς μόχθους και αφού ακολούθησε τον Παύλο σε πολλές περιοδείες του, έγινε επίσκοπος Κορίνθου.

Ο Σιλουανός, από το αξίωμα του επισκόπου Θεσσαλονίκης, αγωνίσθηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στον Κύριο.

Ο Επαινετός, από το αξίωμα του επισκόπου Καρθαγένης, αγωνίσθηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στον Κύριο.

Ο Ανδρόνικος αγωνίστηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στο Ευαγγέλιο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Ο Κρήσκης, τέλος, έγινε επίσκοπος Καρχιδονίας και από την θέση αυτή μόχθησε και υπηρέτησε το Θείο Ευαγγέλιο.

Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Άγιος Ανδρόνικος, εορτάζεται μαζί με την Αγία Ιουνία και στις 17 Mαΐου, ενώ η εύρεση των τιμίων λειψάνων του εορτάζεται στις 22 Φεβρουαρίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι, ὡς οὐρανοὶ λογικοί, τὴν δόξαν ἀστράψαντες, τοῦ κενωθέντος ἐν γῇ, συμφώνως ὑμνείσθωσαν, Κρήσκης Σιλουναὸς τέ, καὶ ὁ ἔνθεος Σίλας, ἅμα σὺν Ἀνδρονίκω, Ἐπαινετὸς ὁ θεόφρων Χριστὸν γὰρ ἰκετεύουσι, σώζεσθαι ἅπαντας.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Συνοδίτης τοῦ Παύλου γεγονὼς καὶ συνέκδημος, τὴν Νεάπολιν μάκαρ καὶ Φιλίππους ἐφώτισας, τῆς θείας ἐπιγνώσεως φωτί, Ἀπόστολε Σίλα ἱερέ. Ἀλλὰ φύλαττε καὶ σκέπε πάντας ἡμᾶς, ἐν πίστει ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐκπληροῦντι διὰ σοῦ, ἡμῶν τὰ αἰτήματα.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Εἰς τὰ τοῦ κόσμου δραμόντες πληρώματα, θεογνωσίας τὸν λόγον ἐσπείρατε· καὶ στάχυν πολύχουν δρεψάμενοι, τῷ Βασιλεῖ τῶν ἁπάντων προσήξατε, Ἀπόστολοι Χριστοῦ παναοίδιμοι.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐορτάζει σήμερον ἐν εὐφροσύνῃ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐκβοᾷ σοι Ἀπόστολε· χαῖρε ὦ Σίλα τοῦ Παύλου συνόμιλε.

Κάθισμα
Ἦχος δ'. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστέρες μέγιστοι τὴν οἰκουμένην, εὐσεβείας λάμψεσι, φωταγωγοῦντες εὐσεβῶς, εἰς τὸν αἰῶνα δοξάζεσθε, θαυματοφόροι Κυρίου Ἀπόστολοι.

Μεγαλυνάριον
Χαίρετε Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, Ἀνδρόνικε Σίλα, καὶ θεόφρον Σιλουανέ, σὺν Ἐπαινετῷ τε, καὶ Κρήσκεντι τῷ θείῳ, τῆς ἀληθοῦς σοφίας ἐνδιαιτήματα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις εὐσεβείας θεῖος πυρσός, Ἀπόστολε Σίλα, καὶ τῆς χάριτος θησαυρός· χαίροις ὁ τῷ Παύλῳ, πιστῶς διακονήσας, αἰτούμενος δὲ πᾶσιν, ἡμῖν τὰ κρείττονα.

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

«Ἐὰν ἀνομίας παρατηρήσης Κύριε, Κύριε, τὶς ὑποστήσεται;»

 «Ἂν Κύριε, ἐξετάσης τὶς ἀνομίες μας, ποιὸς θὰ μπορέση νὰ σταθῆ μπροστά σου;». Γιὰ νὰ μὴ λέγη λοιπὸν κάποιος ὅτι, ἐπειδὴ εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ γεμάτος ἀπὸ ἀμέτρητα κακά, δὲν μπορῶ νὰ προσέλθω καὶ νὰ προσευχηθῶ καὶ νὰ παρακαλῶ τὸν Θεό, ἀφαιρώντας τὴν δικαιολογία αὐτὴ λέγει: «Ἂν ἐξετάσης τὶς ἀνομίες μᾶς Κύριε, Κύριε, ποιὸς θὰ μπορέση νὰ σταθῆ μπροστά σου;»; Τὸ «ποιός», ἐδῶ σημαίνει κανένας. Διότι δὲν εἶναι δυνατό, δὲν μπορεῖ κανένας ποτὲ νὰ ἐπιτύχη τὴν εὐσπλαχνία καὶ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἂν ἐξετασθοῦν μὲ λεπτομέρεια οἱ εὐθύνες τῶν πράξεών του.
        Καὶ αὐτὰ τὰ λέγω ὄχι γιὰ νὰ ὁδηγήσω τὶς ψυχές σας σὲ ἀδιαφορία, ἀλλὰ γιὰ νὰ παρηγορήσω ἐκείνους ποὺ πέφτουν σὲ ἀπόγνωσι. Διότι ποιὸς θὰ μπορέση νὰ καυχηθῆ ὅτι ἔχει ἁγνὴ καρδιά; ἢ ποιὸς θὰ ἔχη τὸ θάρρος νὰ πῆ ὅτι εἶναι καθαρὸς ἀπὸ ἁμαρτίες;Καὶ γιατί ἀναφέρω τοὺς ἄλλους; Διότι καὶ ἂν ἀκόμη παρουσιάσω στὴ μέση τὸν Παῦλο καὶ θελήσω νὰ κάνω ἀκριβῆ ἐξέτασι τῶν πράξεών του, δὲν θὰ μπορέση νὰ σταθῆ ἀπέναντί Του. Πράγματι, τί θὰ μποροῦσε νὰ πῆ; Μελέτησε προφῆτες μὲ πολὺ ζῆλο ὑπῆρξε ζηλωτὴς τῶν πατρώων παραδόσεων, εἶδε νὰ γίνωνται θαύματα, καὶ ὅμως ἐξακολουθοῦσε νὰ καταδιώκη τὴν Ἐκκλησία καὶ δὲν μεταστράφηκε παρὰ μόνον ὅταν εἶδε ἐκεῖνο τὸ παράξενο ὅραμα καὶ ἄκουσε ἐκείνη τὴ φρικτὴ φωνή, πρὶν ἀπὸ αὐτὸ ὅμως ὅλα τα ἀνακάτωνε καὶ τὰ συνέχεε. Ἀλλ’ ὅμως παραβλέποντας ὁ Θεὸς ὅλα ἐκεῖνα, καὶ τὸν προσκάλεσε καὶ τὸν ἔκανε ἄξιο μεγάλης χάριτος.
        Τί συνέβη πάλι μὲ τὸν κορυφαῖο ἐκεῖνον, τὸν Πέτρο; δὲν τὸν ἔλεγξε, ὅταν μετὰ ἀπὸ ἀμέτρητα σημεῖα καὶ θαύματα καὶ τόσο μεγάλη παραίνεσι καὶ συμβουλή, ἔπεσε στὸ φοβερὸ ἐκεῖνο παράπτωμα; Ἀλλ’ ὅμως καὶ ἐκεῖνο τὸ παρέβλεψε καὶ τὸν κατέστησε πρῶτο ἀνάμεσα στοὺς ἀποστόλους. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔλεγε: « Σίμων, Σίμων, ὁ σατανᾶς θέλησε νὰ σᾶς κοσκινήση σὰν τὸ σιτάρι, ἐγὼ ὅμως προσευχήθηκα γιὰ σένα, ὥστε νὰ μὴ σὲ ἐγκαταλείψη ἡ πίστις σου» ( Λουκ. 22, 31-33 ). Καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτά, ἂν δὲν ἔλθη νὰ κρίνη τοὺς ἀνθρώπους μὲ εὐσπλαχνία καὶ φιλανθρωπία, ἀλλὰ κρίνη μὲ ἀκρίβεια καὶ λεπτομέρεια , ὁπωσδήποτε ὅλους θὰ μᾶς βρῆ ὑπεύθυνους. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος ἔλεγε: «Δὲν αἰσθάνομαι καμμία ἐνοχὴ ἐναντίον τοῦ ἐαυτοῦ μου, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν μὲ κάνει νὰ θεωρῶ τὸν ἐαυτοῦ μου δικαιωμένο» ( Ἃ΄ Κορ. 4,4 ) (Εἰς τὸν ΡΚΘ΄ Ψαλμὸν , ΕΠΕ 7, 68-76. PG 55, 373-376 )

Χρυσοστομικὸς Ἄμβων Ε΄ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
 " Τὰ νεῦρα τῆς ψυχῆς "
Ἔκδοσις Συνοδια Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου Νεα Σκήτη Ἄγ. Ὅρους

Ὑπάρχει τὸ κακό;

Εἶναι λάθος, τὸ νὰ θεωρεῖται πὼς ἡ βιβλικὴ περὶ τοῦ κόσμου ἔκφραση τοῦ Θεοῦ, ὡς «καλοῦ λίαν», ἀναφέρεται στὴν «ἀρχὴ» τοῦ κόσμου! Πρόκειται γιὰ ἔκφραση ἐσχατολογική, ἀναφερόμενη στὴν ἐσχατολογικὴ τελείωση τοῦ κόσμου, κατὰ τὴν πατερικὴ τουλάχιστον παράδοση, ὅπως προσπάθησα νὰ δείξω ἀλλοῦ (βλ. ἡ Εὐχαριστιακὴ Ὀντολογία, Δόμος, Ἀθήνα 1992). Ἡ ἔκφραση αὐτὴ σημαίνει ὁπωσδήποτε καὶ τὴν τελικὴ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος σαφῶς φυσικὰ προϋπῆρχε τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου - διαφορετικὰ ὁ κόσμος καὶ ὁ ἄνθρωπος θὰ ἦταν, κατὰ φύση καὶ ἀναγκαστικά, ἀπ' τὴν ἀρχὴ τοὺς θεοί. Ὁ θάνατος προϋπῆρχε, ὡς συνέπεια ἀκριβῶς, ὅπως εἴπαμε, τῆς ἐκ τοῦ μηδενὸς δημιουργίας, χωρὶς φυσικὰ ν' ἀκυρώνεται ἡ προοπτικὴ ὑπέρβασης τοῦ κατὰ χάριν καὶ ὄχι κατὰ φύσιν - διαφορετικὰ (ἂν ὁ Ἀδὰμ δηλαδὴ δὲν γνώριζε τίποτε περὶ θανάτου) δὲν θὰ εἶχε νόημα ἡ προειδοποίηση τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτὸν πὼς «θανάτω ἀποθανεῖσθε», μετὰ τὴν τυχὸν βρώση τοῦ ἀπαγορευμένου καρποῦ.
  Στὸν Ἀδὰμ γίνεται ἡ ὀντολογικὴ πρόταση γιὰ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου ἀπὸ μέρους τοῦ θεοῦ (καὶ ὄχι μιὰ πρόταση γιὰ ἠθικὴ ἐπιλογή)· εἶναι ὁ Ἀδὰμ τὸ ὃν τὸ ὁποῖο ὁρίζεται θὰ λέγαμε ὑπαρξιακὰ ἀπ' τὴν πρόταση ἀκριβῶς αὐτὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτὸ νὰ γίνει, ἐν ἐλευθερία, δὶ' αὐτοῦ ἡ εἴσοδος αὐτὴ τοῦ ἀκτίστου στὸ κτιστό. Στὰ ὅρια τοῦ νεώτερου ὑποκειμενισμοῦ ἡ ὀντολογικὴ αὐτὴ ὑφὴ τοῦ διαλόγου ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ κινδυνεύει, καθὼς τὸ κακό, εἴτε ἠθικολογικὰ εἴτε ὀρθολογικά, τοποθετεῖται εἴτε ἐντός του ἀνθρώπου, ὡς μέρος τῆς φύσης του, εἴτε ἐκτός του, ὡς «ἀντικειμενικὸ» ἐξωτερικὸ γεγονός. Ἕκτος του ὅτι καταλήγουν ὑποχρεωτικὰ σὲ διάφορες μορφὲς θεοδικίας, τὰ παραπάνω ἀποκρύπτουν τὸ γεγονὸς πὼς τὸ κακὸ δὲν ὑφίσταται ὡς αὐγουστίνεια φυσικὴ διαστροφὴ ( pervertio ) λόγω τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ ὡς διακοπῆ, μερικὴ ἢ πλήρης, τοῦ διαλόγου αὐτοῦ μεταξὺ ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐλεύθερα συνάπτει τὸν θάνατο μὲ τὴ ζωή, τὸ κτιστὸ μὲ τὸ ἄκτιστο. Καὶ μάλιστα, ἂν τὰ παραπάνω εἶναι σωστά, εἶναι αὐτὸς ἀκριβῶς ὁ διάλογος ποὺ ἀποτελεῖ ἀκριβῶς τὴν διαδικασία μέσω τῆς ὁποίας ἡ ἐσχατολογικὴ ἐξάλειψη τοῦ κακοῦ γίνεται πιθανή, ὡς ἐνσωμάτωση δηλαδὴ τοῦ κτιστοῦ Εἶναι στὸ Ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἐν προαιρέσει, ὡς «κοινωνία γνώμης», κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ Ἄγ. Νικολάου Καβάσιλα καὶ ὄχι ἁπλῶς ὡς ὑποχρεωτικὴ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.
   Μὲ τὸν διάλογο, λοιπόν, αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ἐξαλείφει ἀπ' τὴν κτίση κάποια κομμάτια τοῦ προκτισιακοῦ μηδενός, κατὰ τὴν προαίρεσή του, μεταβάλλοντας τὴν σὲ κατὰ χάριν ἄκτιστο Σῶμα Χριστοῦ. Μιὰ τέτοια στάση ἐπιτρέπει στὸν θεὸ νὰ ἐπεμβαίνει περισσότερο στὸν κόσμο, περιορίζοντας τὸ κακὸ ἀκόμη καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐπαρκεῖ πρὸς τοῦτο - οὐδέποτε ὅμως, οὔτε στὰ ἔσχατα, τὸ κακό, ὡς ἄρνηση τοῦ διαλόγου μετὰ τοῦ Θεοῦ, θ' ἀφανιστεῖ ἐντελῶς, παρὰ τὴν ὑποχρεωτικὴ ἀφθαρσία τῶν ὄντων. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο τότε θὰ φανεῖ, ὅμως, εἶναι το ὅτι τὸ κακὸ δὲν ἀποτελεῖ μέρος τῆς Δημιουργίας, τοῦ Εἶναι, τῆς Ζωῆς, ἀλλὰ προαιρετική τους ἄρνηση.
   Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν Αὐγουστίνο, ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἐπιπλέον, θεωρεῖ μόνον τὴν «πτώση τῆς προαίρεσης» διαβλητή, ἐνῶ αὐτὴν τῆς φύσεως ἀδιάβλητη. Δὲν ὑπάρχει «κακὴ φύση» λοιπὸν στὴν πατερικὴ παράδοση · τὸ ἴδιο το γεγονὸς ποὺ περιγράφεται στὴ διήγηση τῆς Γενέσεως ὡς πτώση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μιὰ προαιρετικὴ κίνηση ἀναχώρησης ἀπ' τὴν βιωματικὰ ἀφθαρτοποιὸ ἄκτιστη Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει ὡς ἱστορικὸ γεγονός…
  Εἶναι φανερὸ πὼς μιὰ σειρὰ ὀντολογικῶν καὶ κυρίως θεολογικῶν ἐρωτημάτων ἐγείρονται πλέον ἀκόμη. Ἡ Δύση βεβαίως παραπαίει ἀνάμεσα στὴν σύγχρονη πλήρη ἀποδοχὴ καὶ τὴν ἀρχαία της αὐγουστίνεια καὶ καλβινικὴ πλήρη ἀπόρριψη τῆς φύσης, ἀλλὰ τὸ ἐρώτημα στὸ ὁποῖο ἡ θεολογία δὲν ἀπαντᾶ ἀκόμη εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀναφέρεται στὴν δυνατότητα μιᾶς πραγματικῆς σχέσης τῆς φύσης αὐτῆς μὲ τὸν ἄκτιστο Θεό. Ἂν ὁ Θεὸς διαθέτει ἄκτιστες ἐνέργειες δρῶν ὡς πρόσωπο καὶ ἂν ὁ ἄνθρωπος ἐπίσης ὡς πρόσωπο μπορεῖ μὲ τὶς δικές του ἐνέργειες νὰ δεξιωθεῖ τὸν Θεό, τότε ἡ φύση μεταμορφώνεται, χωρὶς νὰ χάνεται, ἐξαφανιζόμενης κάθε ἀναγκαστικῆς φυσικῆς νομοτέλειας.

  Τί εἶναι ὅμως τὸ πρόσωπο; Καὶ τί εἶναι ἡ ἐλευθερία; Ὑπάρχει μιὰ βιοχημεία τῆς ἐλευθερίας; (Ἂν ὑπάρχει, δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία...). Ποῦ ἑδράζεται τὸ πρόσωπο ἢ ἡ ἐλευθερία μέσα στὸν ἄνθρωπο; Στὴν ψυχή του; Καὶ τί εἶναι ἡ ψυχή, ὅταν μάλιστα ἡ ἑλληνικὴ πατερικὴ παράδοση ἔχει ἀπορρίψει κάθε μεταφυσικὴ ἔννοια τῆς ψυχῆς, θεωρώντας τὴν κατ' οὐσίαν ὑλική;


  Ἔχουμε ἀκόμη πάρα πολλὰ πράγματι νὰ μάθουμε ἀκόμη γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἀκριβῶς διότι κατὰ τὴν πατερικὴ θεολογία ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἕνα δεδομένο ὃν ἀλλὰ ἕνα ὃν ἐν τῷ γίγνεσθαι, ποὺ δημιουργεῖται συνέχεια, καὶ μόνον στὰ ἔσχατα θὰ μάθουμε τί τέλος πάντων εἶναι. Ἡ μεγάλη συμβολὴ τῆς Ὀρθόδοξης θεολογίας στὴν ἀνθρωπολογικὴ αὐτὴ ἀπορία εἶναι ὡστόσο πὼς μᾶς ἔμαθε πὼς εἶναι ἀδύνατο νὰ χωρίσουμε τὸ περὶ ἀνθρώπου ἐρώτημα ἀπ' τὸ ἐρώτημα περὶ Θεοῦ καὶ πὼς μόνον ἡ ἀπάντηση σ' αὐτὸ τὸ τελευταῖο προοιωνίζεται καὶ τὴν ἀπάντηση στὸ πρῶτο. 

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Θεοδότη και τα τρία παιδιά της

Η Αγία Θεοδότη καταγόταν από τη Νίκαια της Βιθυνίας. Από μικρή τηρούσε στην ζωή της με μεγάλη συνέπεια τις εντολές του Θεού κάτι το οποίο προσπαθούσε να περάσει και στα παιδιά της. Λόγω της χριστιανικής της πίστης συνελήφθη από τον άρχοντα Λευκάδιο, (ο οποίος την είχε ζητήσει σε γάμο, αλλά εκείνη του το είχε αρνηθεί) και αυτός την παρέδωσε στον άρχοντα της Βιθυνίας, Νικήτιο. Εκείνος, σκληρός και κακεντρεχής όπως ήταν, έριξε την Θεοδότη και τα τρία παιδιά της μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο, όπου παρέδωσαν την ψυχή τους στον Θεό, για να λάβουν το στέφανο της αιωνίου ζωής.




Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὡς δῶρον ἐκλεκτόν, Θεοδότη θεόφρον, προσήγαγες Θεῶ, τοὺς ἐνθέους βλαστούς σου, σὺν τούτοις γὰρ ἠγώνισαι, ἱερῶς ἐναθλήσασα, μεθ' ὧν πρέσβευε, ὑπὲρ ἠμῶν τῷ Κυρίῳ, δοῦναι ἄφεσιν, ἁμαρτιῶν ἠμὶν πάσι, καὶ βίου διόρθωσιν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Καλλίνικος

Ο Άγιος Καλλίνικος κατάγονταν από την Κιλικία. Ήταν ευσεβής και ενάρετος και είχε σαν έργο ζωής την κατήχηση των εθνικών με σκοπό τη σωτηρία τους. Όταν έφθασε στην Αίγυπτο, φανατικοί ειδωλολάτρες εξεγέρθηκαν εναντίον του, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον ηγεμόνα Σακέρδωνα. Αυτός, υποκρινόμενος, έδειξε ότι λυπάται, και για να κάμψει το φρόνημα του Καλλινίκου, ανέφερε δήθεν περιστατικά πρώην γενναίων χριστιανών, που όταν αντίκρισαν τα σκληρά βάσανα, αρνήθηκαν την πίστη τους. Ο Καλλίνικος, αντιλαμβανόμενος την υποκρισία του ηγεμόνα, μειδίασε και του είπε: «Μην αναβάλλεις, έπαρχε, να λάβεις πείρα της δύναμης με την οποία ο Χριστός οπλίζει τους γνήσιους πιστούς Του. Γρήγορα ετοίμασε όλα σου τα κολαστήρια όργανα, φωτιά, ξίφη, τροχούς, μαχαίρια, μαστίγια και ό,τι άλλο σκληρό μαρτύριο έχεις. Όλα αυτά και άλλα περισσότερα και σκληρότερα βασανιστήρια ποθώ για την αγάπη του Χριστού». Πράγματι, ο έπαρχος τον μαστίγωσε σκληρά. Του φόρεσε παπούτσια, τα οποία είχαν καρφιά και τον ανάγκασε να τρέχει μέχρι την πόλη της Γάγγρας σε απόσταση ογδόντα στάδια. Έσκισε τις σάρκες του με σιδερένια νύχια και όπως ήταν μισοπεθαμένος, τον έδεσε πίσω από ένα άγριο άλογο, που τον έσυρε για πολλά χιλιόμετρα. Τόση ήταν η λύσσα του έπαρχου, που πρίν ο Καλλίνικος αφήσει την τελευταία του πνοή, τον έριξε μέσα στη φωτιά. Έτσι ένδοξα πήρε το στεφάνι του μαρτυρίου. Η δε σύναξη του γινόταν κοντά στην γέφυρα του Iουστινιανού, και κοντά σε κάποιο μέρος που λεγόταν Πετρίον.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Κλῆσιν σύνδρομον, ἔχων τῷ βίῳ, νίκος καλλίστον, ἤρας ἐν ἄθλοις, καταλλήλως γεγονῶς ὁ προκέκλησαι, σὺ γὰρ καλῶς τὸν ἀγῶνα τελέσας σου, ὡς νικητὴς ἐδοξάσθης Καλλίνικε. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὰ ἄνω τερπνά, ἀξίως νῦν κεκλήρωσαι· Χριστοῦ γὰρ σφοδρῶς, τῷ πόθῳ πυρακτούμενος, τοῦ πυρὸς Καλλίνικε, δι᾽ αὐτοῦ ἀνδρείως κατετόλμησας· ᾧ καὶ νῦν παριστάμενος, μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πάντων ἡμῶν.



Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Η αγωγή των παιδιών κατά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο

Στή διδασκαλία τοῦ Χρυσορρήμονος γιά παιδαγωγικά θέματα, πρωτεύοντα καί κεντρικότατο ἂξονα συνιστᾶ ἀσφαλῶς ἡ χριστιανική ἀγωγή, τῆς ὁποίας τήν ἀναγκαιότητα, τούς σκοπούς, τό περιεχόμενο καί τούς καρπούς φωτίζουν ἀποσπάσματα λόγων, πού παρουσιάζονται παρακάτω.
«Θέλεις νά εἶναι πειθαρχικός ὁ γιός σου; Ἀπό τήν ἀρχή νά τόν ἀνατρέφεις μέ παιδαγωγία καί συμβουλή σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Κυρίου».
«Τέτοια λοιπόν ἂς προετοιμάζουμε τά παιδιά μας, ὣστε νά μποροῦν νά ἀντέχουν σ’ ὃλες τίς δοκιμασίες τοῦ βίου καί νά μήν ἐκπλήσσονται γιά τά δυσάρεστα πού ἒρχονται».
«Γιατί αὐτή ἡ πείνα ἡ πνευματική εἶναι φοβερότερη ἀπό τήν σωματική πείνα, ἀφοῦ καί καταλήγει σέ χειρότερο θάνατο καί γι’ αὐτό πρέπει στό σημεῖο αὐτό νά δείχνουμε περισσότερο ζῆλο. Αὐτή εἶναι ἡ ἂριστη φροντίδα τῶν πατέρων, αὐτή εἶναι ἡ γνήσια κηδεμονία τῶν γονέων».
«Μήν προσπαθεῖς νά τό κάμεις (τό παιδί) ρήτορα, ἀλλά παιδαγώγησέ το νά φιλοσοφεῖ. Μήν ἀκονίζεις τή γλώσσα του, ἀλλά καθάρισε τήν ψυχή του. Δέν τά λέγω αὐτά γιά νά σέ ἐμποδίσω νά μορφώσεις τό παιδί σου, ἀλλά γιά νά σέ ἐμποδίσω νά προσέχεις μόνο τά κοσμικά χαρίσματα».
«Γι’ αὐτό εἶναι καλύτερα νά τό ἐφοδιάζουμε μέ ἠθικά καί πνευματικά ὃπλα ἀπό τήν πρώτη παιδική ἡλικία, πού εἶναι ἀκόμη κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἐκεῖνος πού ἂρχισε τόν ἀγώνα ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, δέν ξοδεύει τόν καιρό του προσπαθώντας νά ξεπλύνει ἁμαρτήματα τοῦ παρελθόντος, οὒτε ἀσχολεῖται μέ τή θεραπεία τραυμάτων, ἀλλά παίρνει ἀπό νωρίς τά βραβεῖα…καί μένει παντοτινά σταθερός καί ἀμετακίνητος στίς ἀρχές του».
«[…]οὒτε τά ἀπομακρύνω (τά παιδιά) ἀπό τή μελέτη μή χριστιανῶν φιλοσόφων.[…] Ἐπειδή ἡ ἡλικία τους εἶναι τρυφερή, βρίσκουν ἀμέσως ἀπήχηση τά θεῖα λόγια. Ἂν λοιπόν ἀπό τήν ἀρχή καί ἀπό τά πρῶτα τους βήματα τά ἀπομακρύνουμε ἀπό τήν πονηρία καί τά χειραγωγήσουμε πρός τήν ἂριστη ὁδό, ἡ εὐσέβεια θά τούς γίνει ἓνα εἶδος συνήθειας καί φύσεως. Ἒτσι δέν θά μεταστρέφονται εὒκολα μέ τή θέλησή τους πρός τό κακό, γιατί ἡ συνήθεια αὐτή θά τά βοηθεῖ νά πράττουν τά καλά ἒργα».[1]
Παρατηρεῖ κανείς, κατά τόν Χρυσόστομο, ἐξόχως σημαντικές ἀνάγκες νά ἐξυπηρετεῖ ἡ χριστιανική ἀγωγή, οἱ ὁποῖες σαφῶςς στιγματίζουν τήν ὀργάνωση καί νοηματοδοτοῦν τή λειτουργία τῶν περισσότερων ἐκπαιδευτικῶν συστημάτων. Ἡ πειθαρχία, οἱ ἀνοιχτές στή μάθηση φύσεις, ἡ σφυρηλάτηση ὁλοκληρωμένων καί δυναμικῶν προσωπικοτήτων, πού θά εἶναι ἱκανές νά ἀντιμετωπίσουν τή ζωή, ἡ εἰς βάθος καλλιέργεια τοῦ κριτικοῦ καί φιλομαθοῦς παιδικοῦ πνεύματος ἦταν καί εἶναι διαρκῶς ζητούμενα, καθώς κινητοποιοῦν τούς παιδαγωγούς, ὣστε νά δράσουν ἀνάλογα.
Ἀκόμη, ἡ ἀνάγκη γιά πνευματική καθοδήγηση πρός τήν ἀρετή καί ἡ ἐνστάλαξη στέρεων ἀρχῶν καί ἀξιῶν στά παιδιά, ἀκόμη ἀπό τήν πρώτη παιδική ἡλικία, ἀποτελεῖ σέ κάθε περίπτωση ὓψιστη ἐπιδίωξη γονέων καί ἐκπαιδευτικῶν, ἰδιαίτερα σήμερα, κατά τήν ἐποχή τῆς πλήρους ἀστάθειας, ἀπερίσκεπτης καί ἀνεξέλεγκτης κατάρρευσης κάθε εἲδους παλαιοῦ ἰδεώδους, μέ ὃ,τι αὐτό- συνήθως θλιβερό- συνεπάγεται. Ὁ Ἰ. Κογκούλης ἀναφέρει εὒστοχα: «Μέ τή χριστιανική ἀγωγή θά βοηθηθεῖ ὁ ἂνθρωπος νά συνδέσει τήν πρώτη του γέννηση μέ τήν ἀναγέννηση καί τή βιολογική νεότητα μέ τήν πνευματική νεότητα, μέ τήν ἀνακαίνιση.[…] Αὐτή ἡ καινή μορφή ἀγωγῆς τελικά ἒρχεται νά καταδικάσει τή μονομερή καί ἀπαράδεκτη στάση ὁρισμένων, πού τήν ταυτίζουν ἀποκλειστικά καί μόνο μέ τήν προετοιμασία τῶν πολιτῶν γιά τή μετά θάνατον ζωή».[2]
Τό νά μάθει κανείς τά παιδιά νά φιλοσοφοῦν τό καθετί, νά σκέπτονται καί νά ἀποφασίζουν κριτικά καί ὂχι μέ γνώμονα τόν τρόπο δράσης τῆς μάζας εἶναι ἐξαιρετικά σημαντικό καί ἐπίπονο καί ἡ μελέτη πολλῶν φιλοσόφων φαίνεται νά δίνει μιά διέξοδο στό θέμα αὐτό. Ἲσως πολλά ἀνεπιθύμητα στοιχεῖα στή συμπεριφορά τῶν σύγχρονων παιδιῶν στό σχολεῖο καί στήν οἰκογένεια, ὃπως ἡ παθητικότητα, οἱ ἐκδηλώσεις βίας καί ἐπιθετικότητας, ἡ θρασύτητα κ.ἂ. ἐξηγοῦνται καί ἀπό τό γεγονός, ὃτι τά παιδιά δέν ἒχουν διδαχθεῖ τήν ἀξία τῆς μελέτης ἐν γένει, δηλαδή ἀπό τό ὃτι ἡ συντριπτική πλειοψηφία δέν διαβάζει τίποτε ἂλλο πέραν τῶν σχολικῶν μαθημάτων, μέ «ξηρό» καί ἀναγκαστικό τρόπο. Ἡ κλίση τοῦ Χρυσοστόμου πρός τόν Πλατωνισμό, τό ἓνα ἀπό τά δύο κυρίαρχα παιδαγωγικά ρεύματα τῆς ἀρχαιότητας, εἶναι ἐμφανής στό σημεῖο, ὃπου περιγράφει ὡς ἀνώτερη τή φιλοσοφία ἀπό τή ρητορική δεινότητα. Τέλος, ἡ χριστιανική ἀγωγή εἶναι ἀναγκαία γιά τή διάπλαση ἀκέραιων χαρακτήρων, χρηστῶν, ἀδιάφθορων καί εὐαίσθητων πολιτῶν.
«Σκοπός τῆς διδασκαλίας μου δέν εἶναι νά δοξασθῶ ἐγώ, οὒτε νά φανῶ λαμπρός, ἀλλά νά γίνουν δεκτές ἀπό τό Θεό οἱ ψυχές τῶν μαθητῶν μου. Γιατί δέν χρειάζεται μόνον πίστη, ἀλλά καί ζωή πνευματική».
«Ἐπειδή δηλαδή πρόκειται νά τούς ὁδηγήσει (ἡ χριστιανική ἀγωγή) στό νά γνωρίσουν τό Θεό, ἀπαλλάσσει τήν ψυχή ἀπό τά νοσήματα».[3]
Κύριος σκοπός τῆς ἀγωγῆς, ὃπως τήν ἀντιλαμβάνεται ὁ ἱερός Πατήρ, εἶναι ἡ θεογνωσία καί ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τά ὃποια πάθη μέσα στό πλαίσιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα. Τά παιδιά μαθαίνουν τήν αὐτοκυριαρχία καί παίρνουν ἀληθινά μεγάλες ἀπαντήσεις στίς μεγάλες ἀπορίες τους. Γιά τήν ἀνάγκη πρόταξης τοῦ ὑψίστου σκοποῦ τῆς χριστιανικῆς ἀγωγῆς, πού εἶναι τό «καθ’ ὁμοίωσιν», μιλάει ὁ Κ. Φράγκος: «Ὁ ὑπέρτατος αὐτός σκοπός τῆς ἀγωγῆς, ὁ ὁποῖος ὃπως ἒχει λεχθεῖ, ἀφορᾶ στήν ἀληθινή χριστιανοποίηση τῶν ἀτόμων, ὂχι μόνον δέν παραβλάπτει τήν ἐπίτευξη ἂλλων σκοπῶν, ἀλλά καί ἐντελῶς ἀντίθετα εὐνοεῖ κάθε ἂλλο γήινο ἢ κοσμικό (σκοπό), μή ἀντιτιθέμενο, βεβαίως, πρός αὐτόν».[4]
«[..] Καί σκεπτόμενοι τούς βίους τῶν θαυμαστῶν ἐκείνων καί μεγάλων ἀνδρῶν (τῶν ἁγίων), νά ὁδηγούμαστε σέ ζῆλο καί νά μήν παραμελοῦμε τήν ἀρετή, ἀλλά νά ἀποφεύγουμε τήν κακία»
«Ὃσοι ἀγάπησαν μέ θερμότητα τή φιλοσοφία τῆς Καινῆς Διαθήκης ἒγιναν, ὃποιοι ἒγιναν ὂχι μέ τό φόβο καί τά βασανιστήρια, οὒτε μέ τίς ἀπειλές καί τίς τιμωρίες, ἀλλά μέ τή θεία ἀγάπη καί τό φλογερό ἒρωτα πρός τό Θεό».
«Ὁ Θεός δέν συνηθίζει νά κάνει τούς ἀνθρώπους καλούς μέ τόν ἐξαναγκασμό καί τή βία».
«Ἂς διαλεγόμαστε μέ τά παιδιά μας καί ἂς τά πείθουμε ὃτι ὁ «φόβος» τοῦ Θεοῦ (ἐννοεῖ τό δέος) εἶναι μεγάλος πλοῦτος καί κληρονομιά ἀσάλευτη καί θησαυρός ἀπρόσβλητος».
«Ὃσον καιρό ἀκόμη εἶναι ἁπαλή ἡ διάνοια τοῦ παιδιοῦ, δέν πρέπει νά τή φορτώνεις μέ δύσκολες διδασκαλίες καί διηγήσεις, γιά νά μήν καταπιέσεις τό πνεῦμα του».[5]
Ἰδανικό μέσο ἀγωγῆς καί παροχῆς ὑγιῶν προτύπων στά παιδιά εἶναι ἡ ἐνασχόληση μέ τούς βίους τῶν ἁγίων. Τρέφουν καί ἱκανοποιοῦν τή ζωηρή τους φαντασία. Βασική ἀρχή στή χριστιανική ἀγωγή εἶναι ἡ σταδιακή καί ἀπόλυτα ἐλεύθερη ἐπιλογή ἑνός πειθαρχημένου ἀσκητικοῦ τρόπου ζωῆς καί σκέψης, ὁ ὁποῖος ὃμως ἀρχικά, σέ μικρές ἡλικίες, εἶναι χρήσιμο νά διδαχθεῖ στά παιδιά μέ «ζωντανό» παράδειγμα, χωρίς βεβαίως καταπίεση ἢ ἐξαναγκασμό.
«Πρόσεξε, πόσα θά μάθει (ἀπό τήν ἱστορία τοῦ Ἰακώβ): Θά ἀσκηθεῖ νά ἐλπίζει στό Θεό, ὃταν ἒχει εὐγενή καταγωγή νά μήν περιφρονεῖ κανένα, νά μή θεωρεῖ τή φτώχεια ντροπή, νά ὑποφέρει τίς συμφορές μέ γενναιότητα».
«Ἐάν ἐκπαιδεύαμε τά παιδιά, πρίν ἀπ’ ὃλα τά ἂλλα νά ἀγαποῦν τό Θεό, καί τά διδάσκαμε τά πνευματικά μαθήματα ἀντί γιά τά ἂλλα καί πρίν ἀπό ὃλα τά ἂλλα, πού τά διδάσκουμε τώρα, θά ἐξαφανίζονταν ὃλα τά δυσάρεστα καί ἡ παρούσα ζωή θά ἀπαλλασσόταν ἀπό ἂπειρα κακά».
«Ἡ διαπαιδαγώγηση μέ βάση τίς οὐράνιες ἀλήθειες τοῦ Χριστιανισμοῦ κάνει τήν ψυχή μεγάλη καί πνευματικά ἀνώτερη».
«Ὃταν ἐνεργεῖ τό χέρι τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀδύνατον νά ἀποτύχει ὁποιαδήποτε προσπάθεια, γιά τή χριστιανική διαπαιδαγώγηση τοῦ παιδιοῦ, ἢ μᾶλλον εἶναι ἀδύνατον νά μήν φθάσει τό παιδί σέ ὓψη λαμπρότητας καί δόξας, ἀρκεῖ νά πράττουμε καί ἐμεῖς τό καθῆκον μας».[6]
Ὁ ἐνστερνισμός τῆς ἀνώτερης ἠθικῆς πού πρεσβεύει ὁ χριστιανισμός ἀποτελεῖ ἀσφαλή ἐγγύηση γιά τήν πορεία κάποιου προσώπου καί γιά τή βελτίωση πολλῶν ἀρνητικῶν καταστάσεων στήν κοινωνία. Διαπιστώνει κανείς, ἐν τέλει, ὃτι ἐντοπίζονται πολλές ἐναλλακτικές προτάσεις χειρισμῶν γιά σύγχρονα ζητήματα στήν ἐκπαίδευση μέ βάση τέτοιες τόσο ἀνθρωπιστικές καί βαθεῖς σέ νοήματα ἀρχές. Καί αὐτή ἡ ἐκπαίδευση, ἡ χριστιανική, «χωρίς νά ἀποτελεῖ μιά μορφή νέας παιδαγωγικῆς, ἀλλά ἀντίθετα θέλοντας νά διαποτίσει τήν ἢδη ὑπάρχουσα ἀγωγή»[7] προσπάθησε ἀνά τούς αἰῶνες καί ἐξακολουθεῖ νά προσπαθεῖ γιά τό πραγματικά ὠφέλιμο γιά τόν ἂνθρωπο στήν πιό εὐαίσθητη καί εὒπλαστη περίοδο τῆς ζωῆς, τήν παιδική.

Ὁ μοναχὸς ἀπὸ τὸ Σινὰ καὶ τὸ θαῦμα στὴν Θεία Λειτουργία...

 Ἀφηγήθηκαν κάποτε οἱ πατέρες γιὰ ἕναν ἀδελφὸ ὅτι «Ὅταν μιὰ Κυριακὴ γινόταν ἀκολουθία ξεκίνησε νὰ ἔλθει στὴν ἐκκλησία σύμφωνα μὲ τὴ συνήθεια ἀλλὰ τὸν κορόιδεψε ὃ διάβολος λέγοντας τοῦ- « Πηγαίνεις στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ μεταλάβεις ἄρτο καὶ οἶνο καὶ γιὰ νὰ σοῦ ποῦν ὅτι αὐτὰ εἶναι σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ; Μὴν κοροϊδεύεσαι».
   Ὃ ἀδελφὸς ὑπάκουσε στὸν λογισμό του καὶ δὲν πῆγε σύμφωνα μὲ τὴν συνήθεια στὴν ἐκκλησία, ἐνῶ οἱ ἀδελφοί του τὸν περίμεναν γιατί ἔτσι εἶναι ἢ συνήθεια σὲ κείνη τὴν ἔρημο, νὰ μὴν τελοῦν τὴν ἀκολουθία μέχρις ὅτου ἔλθουν ὅλοι. Ἀφοῦ τὸν περίμεναν ἀρκετὰ καὶ κεῖνος δὲν ἐρχόταν, μερικοὶ ἀπ’ αὐτοὺς πῆγαν στὸ κελὶ τοῦ σκεπτόμενοι- « Μήπως εἶναι ἄρρωστος ἢ πέθανε ὃ ἀδελφός;».
   Ὅταν ἦλθαν στὸ κελὶ τὸν ρωτοῦσαν « Γιατί ἀδελφὲ δὲν ἦλθες στὴν ἐκκλησία;»  Αὐτὸς ντρεπόταν νὰ τοὺς ἀπαντήσει. Ὅταν ὅμως ἀντιλήφτηκαν τὸ φαῦλο τέχνασμα τοῦ διαβόλου, οἱ ἀδελφοὶ τὸν ὑποχρέωσαν νὰ τοὺς ὁμολογήσει τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ διαβόλου. Αὐτὸς τοὺς ἀπάντησε•
   - Συγχωρῆστε μέ, ἀδελφοί, γιατί ἐνῶ ξεκινοῦσα ὅπως πάντα νὰ ἔλθω στὴν ἐκκλησία, ὃ λογισμός μου, μοῦ λέγει ὅτι δὲν εἶναι τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ αὐτὸ ποῦ πᾶς νὰ μεταλάβεις, ἂλλ’ εἶναι ἁπλῶς ἄρτος καὶ οἶνος.
Ἂν λοιπὸν θέλετε νὰ ἔλθω μαζί σας, διορθῶστε μου τὸν λογισμὸ γιὰ τὴ θεία λειτουργία «. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν «Σήκω, ἔλα μαζί μας καὶ θὰ παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ νὰ σοῦ δείξει ζωντανὰ τὴν θεϊκὴ δύναμη». Αὐτὸς πῆγε στὴν ἐκκλησία καὶ ἐκεῖ ἀφοῦ ἱκέτευσαν πάρα πολὺ τὸν Θεὸ γιὰ τὸν ἀδελφό, δηλαδὴ νὰ τοῦ ἀποκαλυφθεῖ ἢ δύναμη τῶν μυστηρίων, ἄρχισαν ἀμέσως τὴ θεία λειτουργία, ἀφοῦ τοποθέτησαν τὸν ἀδελφὸ στὴ μέση της ἐκκλησίας, ἐνῶ αὐτὸς ὡς τὴν ἀπόλυση δὲν σταμάτησε νὰ βρέχει μὲ τὰ δάκρυα τοῦ τὸ πρόσωπό του.
   Μετὰ τὸ τέλος τῆς λειτουργίας παρακάλεσαν οἱ πατέρες τὸν ἀδελφὸ νὰ τοὺς ἀπαντήσει- «Πὲς μᾶς ἄν σου ἔδειξε κάτι ὃ Θεὸς γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε καὶ μεῖς». Αὐτὸς κλαίγοντας ἄρχισε νὰ λέγει- «Ὅταν τέλειωσε ὃ κανόνας τῆς ψαλμωδίας καὶ ἀναγνώστηκε ἢ διδαχὴ τῶν ἀποστόλων καὶ ἑτοιμάστηκε ὃ διάκονος νὰ ἀναγνώσει τὸ εὐαγγέλιο, τότε εἶδα νὰ ἀνοίγει ἢ στέγη τῆς ἐκκλησίας καὶ νὰ φαίνεται ὃ οὐρανὸς καὶ κάθε λόγος τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου νὰ γίνεται φωτιὰ μέχρι τὸν οὐρανό. Ὅταν τελείωσε ἢ ἀνάγνωση τοῦ εὐαγγελίου, ἦλθαν οἱ κληρικοὶ ἀπὸ τὸ διακονικὸ κρατώντας τὴν μετάληψη τῶν ἁγίων μυστηρίων.
   Τότε εἶδα νὰ ἀνοίγουν οἱ οὐρανοὶ καὶ νὰ κατεβαίνει φωτιὰ καὶ μαζί της ἕνα πλῆθος ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων καὶ πάνω ἀπ’ αὐτοὺς δύο πρόσωπα ἐνάρετά των ὁποίων τὴν ὀμορφιὰ δὲν μπορῶ νὰ περιγράψω — γιατί ἢ φεγγοβολῆ τοὺς ἦταν σὰν ἀστραπὴ — καὶ ἀνάμεσά τους ὑπῆρχε ἕνα μικρὸ παιδί. Τότε οἱ ἄγγελοι παρατάχτηκαν γύρω ἀπὸ τὴν ἁγία Τράπεζα καὶ τὸ παιδὶ βρισκόταν ἀνάμεσά τους. Ὅταν τελείωσαν οἱ θεϊκὲς εὐχὲς καὶ ἄρχισαν οἱ κληρικοὶ νὰ τεμαχίζουν τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, εἶδα τὰ δύο πρόσωπα πάνω στὴν ἁγία Τράπεζα νὰ κρατοῦν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια τοῦ παιδιοῦ, ποῦ ἦταν πάνω στὴν ἅγια Τράπεζα, καὶ μὲ τὸ μαχαίρι ποῦ κρατοῦσαν ἔσφαξαν τὸ παιδὶ καὶ ἄδειασαν τὸ αἷμα του στὸ Ποτήριο ποῦ βρίσκονταν πάνω στὴν ἅγια Τράπεζα. Ἀφοῦ ἔκοψαν σὲ μικρὰ τεμάχια τὸ σῶμα τοῦ παιδιοῦ τὰ τοποθέτησαν πάνω ἀπὸ τοὺς ἄρτους καὶ ἔγιναν καὶ οἱ ἄρτοι σῶμα. Τότε ἦρθε στὸ μυαλό μου ὃ Ἀπόστολος ποῦ λέει- Γιατί ἢ δική μας γιορτὴ τοῦ Πάσχα συνίσταται στὸ γεγονὸς ὅτι ὃ Χριστὸς θυσιάστηκε γιὰ χάρη μας. Ὅταν ὅμως πλησίασαν οἱ ἀδελφοὶ νὰ μεταλάβουν τὴν ἁγία προσφορά, τοὺς προσφέρονταν ζωντανὸ σῶμα.
   Μόλις ὅμως χρησιμοποιοῦσαν τὴν ἐπίκληση ἀμὴν γινότανε ἄρτος στὰ χέρια τους. Ὅταν ὅμως πῆγα καὶ ἐγὼ νὰ μεταλάβω μου δόθηκε σῶμα καὶ δὲν μποροῦσα νὰ μεταλάβω. Τότε ἄκουσα μιὰ φωνὴ στὰ αὐτιά μου νὰ μοῦ λέει- Ἄνθρωπε γιατί δὲν μεταλαβαίνεις, αὐτὸ δὲν εἶναι αὐτὸ ποῦ ζήτησες; Τότε εἶπα- Λυπήσου μέ, Κύριε, δὲν μπορῶ νὰ μεταλάβω σῶμα. Πάλι μου εἶπε Ἂν μποροῦσε ὃ ἄνθρωπος νὰ μεταλάβει σῶμα, σῶμα θὰ ὑπῆρχε ὅπως τὸ βρῆκες. Κανεὶς ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ φάγει σῶμα, γι’ αὐτὸ ὅρισε ὃ Κύριος τους ἄρτους τῆς προθέσεως.
   Γιατί ὅπως ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὃ Ἀδὰμ μὲ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ ἔγινε σάρκα καὶ μετὰ τῆς ἔδωσε πνεῦμα ζωῆς ὃ Θεός, κατόπιν ἢ σάρκα χωρίστηκε στὴ γῆ, τὸ πνεῦμα ὅμως παρέμεινε, ἔτσι καὶ τώρα ὃ Χριστὸς προσφέρει τὴ σάρκα τοῦ μαζὶ μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ ἢ σάρκα δὲν εἶναι τέλεια στὸν ἄνθρωπο, τὸ πνεῦμα ὅμως ἐγκαθίσταται στὴν καρδιά. Ἂν λοιπὸν πίστεψες, μετάλαβε αὐτὸ ποῦ ἔχεις στὸ χέρι σου. Καὶ μόλις εἶπα- Πιστεύω Κύριε, ἔγινε τὸ σῶμα ποῦ εἶχα στὸ χέρι μου ἄρτος. Ἀφοῦ εὐχαρίστησα λοιπὸν τὸν Θεὸ μετέλαβα τὴν ἁγία προσφορά. Ὅταν προχώρησε ἢ λειτουργία καὶ ξαναγύρισαν οἱ κληρικοὶ εἶδα πάλι τὸ μικρὸ παιδὶ ἀνάμεσα στὰ δύο πρόσωπα καὶ ἐνῶ οἱ κληρικοὶ συμμάζευαν τὰ δῶρα, εἶδα πάλι τὴ στέγη νὰ ἀνοίγει καὶ οἱ θεῖες δυνάμεις νὰ ἀνυψώνονται στὸν οὐρανό»».
Αὐτὰ ἀφοῦ ἄκουσαν οἱ ἀδελφοὶ καὶ ἀφοῦ ἔνιωσαν βαθιὰ κατάνυξη, ἀναχώρησαν στὰ κελιά τους.

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΙΝΑ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ι .Μ. ΤΟΥ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ.

Όσιος Παύλος ο Ξηροποταμινός

Ο Όσιος Παύλος έζησε τον 10ο αιώνα μ.Χ. και ήταν υιός ευσεβών βυζαντινών αρχόντων, κατά τον βίο του «ύπατος των φιλοσόφων», που από νωρίς ασπάσθηκε την αρετή.

Ως επαίτης αναχωρεί από την Κωνσταντινούπολη κι έρχεται αγνώριστος στο αγιώνυμο Όρος. Κοντά στη σημερινή μονή του Ξηροποτάμου, της οποίας υπήρξε κτήτορας, έστησε την ασκητική του καλύβη, έχοντας για στρώμα τη γη και για προσκέφαλο μια πέτρα. Η αρετή του τον έκανε θαυμαστό και οι άνθρωποι έρχονταν από παντού να τον γνωρίσουν. Στην πατρίδα του, όπου για λίγο επιστρέφει, γίνεται πηγή ωφέλειας μεγάλης.

Ο πόθος μεγαλύτερης ησυχίας τον απομακρύνει από τη μονή του Ξηροποτάμου και τον φέρνει στους πρόποδες του Άθω, όπου και αναγκάζεται από τους πολλούς μαθητές του να κτίσει νέα μονή, προς τιμή του Αγίου Γεωργίου, γνωστή σήμερα ως του Αγίου Παύλου. Προγνώρισε το τέλος του πριν από αρκετό καιρό και ετοιμάσθηκε για την αναχώρηση διδάσκοντας τους μαθητές του: «έχετε, τέκνα και αδελφοί, την αγάπην, την ευχήν, την ταπείνωσιν και την υπακοήν διότι όποιος μοναχός δεν έχη αυτάς τας αρετάς, δεν πρέπει να λέγεται μοναχός, αλλά κοσμικός».

Κείμενα του Οσίου Παύλου, σώζονται στη Μονή Ξηροποτάμου, εκ των οποίων έξι Κανόνες στους Αγίους 40 μάρτυρες, κανόνας ιαμβικός στον τίμιο σταυρό και λόγος στα Εισόδια της Θεοτόκου.

Νεώτερη ακολουθία συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.

Σημείωση
Σύμφωνα με τον Σ. Ευστρατιάδη η βιογραφία του οσίου Παύλου, που βρίσκεται στο Νέον Εκλόγιον, είναι τελείως φανταστική. Σ' αυτό φέρεται σαν γιος του Βασιλιά Μιχαήλ Α' του Ραγκαβέ (811 - 813 μ.Χ.) και της θυγατέρας του Αυτοκράτορα Νικηφόρου του Γενικού. Ευνουχίστηκε σε παιδική ηλικία και έφτασε σε μεγάλα ύψη φιλοσοφίας. Απαρνήθηκε τον κόσμο και πήγε στο Άγιον Όρος, όπου έκτισε τη Μονή Ξηροποτάμου, της οποίας και έγινε ηγούμενος. Η αγιορείτικη παράδοση όμως, τον θέλει σύγχρονο του αγίου Αθανασίου, ιδρυτή της Λαύρας.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Βασιλείου ἀξία ἀνταλλαξάμενος, τὸν θεούφαντον τρίβωνα τῆς ὅσιας ζωῆς, ὡς ἀστὴρ ἑωθινὸς ἐν Ἄθῳ ἔλαμψας, καὶ ὁδηγεῖς φωτιστικῶς, Μοναζόντων τοὺς χορούς, πρὸς κτῆσιν τὴν τῶν κρειττόνων, Παῦλε Πατέρων ἄκρατης, καὶ πρεσβευτὰ ἠμῶν πρὸς Κύριον.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀνάκτων βλάστημα, Παῦλε θεόφρον, κληρονόμος ἄξιος, καὶ υἱὸς ὤφθης εὐκλεής, τοῦ οὐρανίου Παντάνακτος, δι’ ἰσαγγέλου ζωῆς Πάτερ Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον
Ὤφθης βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ὡς ἀνάκτων γόνος, κληρονόμος δι’ ἀρετῶν· σὺ γὰρ Πάτερ Παῦλε, ἀγγελικῶς βιώσας, τῆς ὑπὲρ νοῦν εὐκλείας, λαμπρῶς ἠξίωσαι.

Άγιοι Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένας οι Απόστολοι και Διάκονοι

«Ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ἠμὶν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος» (Ευαγγέλιο Ματθαίου, κ' 26). Όποιος, δηλαδή, θέλει να γίνει μέγας μεταξύ σας, είπε ο Κύριος, ας είναι υπηρέτης σας και ας μαθαίνει να γίνεται εξυπηρετικός στους άλλους. Σ' αυτή την κατηγορία ανθρώπων άνηκαν και οι απόστολοι - από τους 70 μαθητές του Κυρίου - Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένος. Αυτοί ήταν μεταξύ των επτά εκλεγμένων διακόνων της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας των Ιεροσολύμων (Πράξ. στ' 5). Το έργο τους ήταν να υπηρετούν και να επιστατούν στη διατροφή των απόρων μελών της Εκκλησίας, ιδιαίτερα των ορφανών και των χηρών. Αλλά υπηρετούσαν και στη διάδοση του θείου λόγου.

Έτσι αργότερα, ο μεν Πρόχορος ακολούθησε τον ευαγγελιστή Ιωάννη στη Μικρά Ασία, όπου έγινε επίσκοπος Νικομήδειας και αναδείχθηκε τέλειος διάκονος του επισκοπικού καθήκοντος. Ο δε Τίμων υπέστη μαρτυρικό θάνατο στη Βόστρα της Αραβίας, όπου είχε σταλεί να υπηρετήσει το Ευαγγέλιο. Οι άλλοι δύο, ο Νικάνωρ και ο Παρμένος, πέθαναν στην Ιερουσαλήμ, εκτελώντας το διακονικό τους έργο. Κηδεύθηκαν από τους ίδιους τους Αποστόλους, κάτω από το πένθος όλης της Εκκλησίας, την οποία υπηρέτησαν με τόσο ζήλο και επιτυχία. Έτσι, ο καθένας χωριστά, αναδείχθηκε «πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ» (Επιστολή προς Έφεσίους, στ' 21). Δηλαδή πιστός διάκονος στο έργο του Κυρίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖοι συνέκδημοι, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, θεόθεν ἐκρίθητε διακονεὶν εὐσεβῶς, τῷ θείῳ πληρώματι, Πρόχορε θεηγόρε, σὺν Νικάνορι ἅμα, Τίμων ὁ θεοκήρυξ. Παρμένος τὲ ὁ θεῖος, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Διάκονοι σεπτοί, καὶ αὐτόπται τοῦ Λόγου, καὶ σκεύη ἐκλογῆς, ἀνεδείχθητε πίστει, Νικάνορ καὶ Πρόχορε, Παρμενᾶ, Τίμων ἔνδοξε· ὅθεν σήμερον, τὴν ἱερὰν ἡμῶν μνήμην, ἑορτάζομεν, ἐν εὐφροσύνῃ καρδίας, ὑμᾶς μακαρίζοντες.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Οσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου

Η Οσία Ειρήνη έζησε στα χρόνια της βασίλισσας Θεοδώρας, που αναστήλωσε τις άγιες εικόνες.

Η Ειρήνη καταγόταν από την Καππαδοκία και διακρινόταν όχι μόνο για την ευσέβεια της, αλλά και για την σωματική ωραιότητα της και για την ευγενή ανατροφή της. Είχε ζητηθεί λοιπόν σε γάμο, από διακεκριμένο άνδρα του παλατιού και ξεκίνησε για το Βυζάντιο. Στη διαδρομή όμως, πέρασε από τη Μονή του Χρυσοβαλάντου και τόσο ελκύστηκε από τη συναναστροφή των καλογριών, ώστε πήρε τη μεγάλη απόφαση να παραμείνει μαζί τους. Έτσι απέρριψε τις κοσμικές δόξες, γύρισε στην πατρίδα της, πούλησε τα υπάρχοντα της, βοηθώντας πολλούς φτωχούς και τα υπόλοιπα χρήματα τα εναπόθεσε στη Μονή. Έγινε μοναχή και η ζωή της μέσα στο μοναστήρι υπήρξε πολύ ασκητική και αγία.

Όταν πέθανε η ηγουμένη, η Ειρήνη, παρά την άρνηση της, ορίστηκε διάδοχος της. Από τη νέα της θέση, επετέλεσε τα καθήκοντα της άριστα. Ο Θεός μάλιστα, την προίκισε με το προφητικό και θαυματουργικό χάρισμα. Έτσι δια της προσευχής της, απάλλαξε πολλούς από τα δαιμόνια. Προαισθάνθηκε τον θάνατο της και απεβίωσε ειρηνικά, γεμάτη χαρά για το ευχάριστο ουράνιο ταξίδι της.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Βασιλείας γήινους πάλαι οὐκ ἔτυχες, ἀλλ' ἄφθαρτων στεφάνων νῦν σὲ ἠξίωσεν, ὁ Νυμφίος σου Χριστὸς ὁ ὡραιότατος ὢ καθιέρωσας σαύτην, ὅλη καρδία καὶ ψυχή, Εἰρήνη Ὁσία Μῆτερ, Χρυσοβαλάντου ἡ δόξα, ἠμῶν δὲ προσφυγὴ καὶ βοήθεια.

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016

Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση για τις διάφορες ανάγκες μας.

Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε.
Και κοιτάξτε το μυστικό.
Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δώσ’ μου τούτο, εκείνο …». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού ελέησόν με». Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση για τις διάφορες ανάγκες μας.
Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του.


Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού∙ αυτό είναι το πιο συμφέρον το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε.
Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός δεν γίνεται τίποτα.
Από το βιβλίο “Ανθολόγιο Συμβουλών Γέροντος Πορφυρίου”

Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς : Ἐμφάνιση τῶν ἄγ. Ἰωάννου καὶ Παντελεήμονος

Κατὰ τὸ ἔτος 1923 ἕνα πνευματικοπαίδι τοῦ ἑξαιρετικῶς ἀγαπημένο ἀπὸ τὸν γέροντα, ἄνθρωπος γεμάτος ἀπὸ ὑγεία καὶ δράση, ἔπαθε διάρρηξη σκωληκοειδίτιδος καὶ ἔζησε ὀκτὼ ἡμέρες. Μέσα σ’ αὐτὲς τὶς λίγες ἡμέρες ὁ ἄγ. Νικόλαος «κατέβασε» τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ, ἀπὸ τὴν ἀδιάκοπη καὶ ἐγκάρδια προσευχὴ γιὰ νὰ ζήσει τὸ ἀγαπημένο τοῦ παιδί. Τὸ βράδυ, ὅταν πῆγε στὸ σπίτι του, λέει καταλυπημένος στοὺς δικούς του: «Ὁ Ἠλίας θὰ πεθάνει, μοῦ τὸ εἶπαν ὁ ἄγ. Ἰωάννης καὶ ὁ ἄγ. Παντελεήμων».
Πέρασαν τρεῖς μῆνες, ὥσπου νὰ μπορέσει ἡ ἀδελφή του θανόντος -λόγω τοῦ πένθους- νὰ τὸν ρωτήσει πῶς ἀκριβῶς εἶδε τὴν ὀπτασία. Τῆς λέγει, λοιπόν, ὅτι «τὴν ὥρα ποῦ λειτουργοῦσα, εἶδα ἀπέναντι, ὄπισθέν της ἄγ. Τραπέζης, τὸν ἄγ. Ἰωάννη καὶ τὸν ἄγ. Παντελεήμονα καὶ μοῦ εἴπανε: “Διαβιβάσαμε τὴν αἴτησή σου στὸν Δεσπότη Χριστό, ὁ Ὁποῖος μᾶς εἶπε ὅτι θὰ πεθάνει”. Ἀνωτέρα διαταγή, μοῦ εἴπανε».


Μὲ τὴν μεγάλη ἁπλότητα ποὺ τὸν διέκρινε, διηγόταν: “Μιὰ βραδυὰ χειμωνιάτικη, ποὺ καθόμασταν στὸ τζάκι εἶπα στὸν πατέρα μου: “Πατέρα, αὐτὴ τὴν στιγμὴ ἐβυθίσθη τὸ καΐκι μᾶς τὸ “Εὐαγγελίστρια” ἔξω ἀπὸ τὴν Πόλη”. Ἔντρομος ὁ πατέρας μας, λέγει στὴν μητέρα μου: “Γυναίκα, τί λέγει τὸ παιδί”; Καὶ ὄντως, αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἐπνίγη τὸ καΐκι μας…”. Καὶ γιὰ νὰ ἀποφύγη τὸν θαυμασμὸ τῶν ἄλλων, ἀλλὰ καὶ τὸν πειρασμὸ τῆς ὑπερηφανείας ἔλεγε, ὅτι “ὅλα τα παιδιὰ εἶναι προορατικά”.

Οσία Ανθούσα η ομολογήτρια

Η Οσία Ανθούσα η ομολογήτρια έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου (741 μ. Χ.). Οι γονείς της, Στρατήγιος και Φεβρωνία, διακρίνονταν για την ευσέβεια τους και με όμοιο τρόπο ανέθρεψαν και τη θυγατέρα τους.

Η Ανθούσα παρ' όλες τις προτάσεις για γάμο που είχε, έμεινε παρθένος. Και όταν πέθαναν οι γονείς της, δεν μετέβαλλε την απόφαση της και αφιέρωσε την πατρική περιουσία της σε φιλανθρωπικούς και ιερούς σκοπούς. Στην Ανθούσα, οφείλεται η ανέγερση δύο μονών. Αυτή του Μαντινέου με ναό αφιερωμένο στην Αγία Άννα, και αυτή των αγίων Αποστόλων, που χρησιμοποιήθηκε σα γυναικεία Μονή.

Όταν από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Κοπρώνυμο διατάχθηκε σκληρός διωγμός κατά των αγίων εικόνων και των υποστηρικτών τους, το μοναστήρι της Όσιας Ανθούσας, υπήρξε από τα πιο ένθερμα κέντρα της Ορθοδοξίας. Γι' αυτό και η Οσία στην αρχή βασανίστηκε. Αλλά όταν προέβλεψε ότι η άρρωστη βασίλισσα θα διέφευγε το θάνατο και θα γεννούσε δίδυμα, τότε αγαπήθηκε πολύ απ' αυτή και υποστήριξε ποικιλοτρόπως το μοναστήρι της Οσίας Ανθούσας, η οποία αδιατάρακτη πλέον έπειτα, πέθανε ειρηνικά

Άγιος Χριστόδουλος ο εκ Kασσάνδρας που μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη

Ο νεομάρτυρας Χριστόδουλος γεννήθηκε σ' ένα χωριό της Κασσάνδρας, που ονομαζόταν Βαλτά. Σε νεαρή ηλικία ήλθε στη Θεσσαλονίκη, όπου έκανε το επάγγελμα του ράφτη.

Όταν πληροφορήθηκε ότι κάποιος χριστιανός Βούλγαρος, ετοιμαζόταν ν' αρνηθεί τον Χριστό προμηθεύτηκε έναν μικρό σταυρό και πήγε στο καφενείο, όπου θα γινόταν η περιτομή του αρνησίχριστου. Διέσχισε το πλήθος των γενιτσάρων, και ενώ χτυπούσαν τα τύμπανα, πλησίασε τον αρνησίχριστο, παρουσίασε τον σταυρό και του είπε: «Αδελφέ τι έπαθες, να η πίστη μας, να ο Χριστός, που σταυρώθηκε για την αγάπη μας, συ γιατί αφήνεις τον Χριστό τον σωτήρα σου και γίνεσαι Τούρκος;». Εξαγριωμένοι οι Τούρκοι, όρμησαν και συνέλαβαν τον Χριστόδουλο και με χτυπήματα τον οδήγησαν στον κριτή, όπου απαίτησαν τον θάνατο του. Στην προτροπή του κριτή ν' αρνηθεί τον Χριστό, ο Μάρτυρας με θάρρος απάντησε: «... και συ άφησε τον μωαμεθανισμό και γίνε Χριστιανός». Αποδεικνύοντας έτσι την ακλόνητη πίστη του, παραδόθηκε στους δήμιους, οι οποίοι τον κρέμασαν κοντά στον ναό του Αγίου Μηνά στη Θεσσαλονίκη. Το λείψανο του αγίου με καρφωμένο τον σταυρό στην πλάτη του, παρέμεινε γυμνό κρεμασμένο για δύο μέρες. Κατόπιν οι Χριστιανοί, αγόρασαν το λείψανο του αντί 600 γροσιών και το έθαψαν με τιμές.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Παντελεήμων ο Μεγαλομάρτυς και Ιαματικός

Ο Άγιος Παντελεήμων (Παντελέων το πρότερον όνομα) καταγόταν από τη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και έζησε στα χρόνια του Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο Ευστόργιος, ο οποίος ήταν εθνικός και μετά τις νουθεσίες του γιου του έγινε χριστιανός. Μητέρα του ήταν η Ευβούλη, η οποία προερχόταν από χριστιανική οικογένεια . Εκπαιδεύτηκε στην ιατρική από τον Ευφρόσυνο και κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη και βαπτίσθηκε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο  που ήταν ιερέας της Εκκλησίας της Νικομήδειας.

Κάποια στιγμή όταν οχιά δάγκωσε έναν νεαρό και ουσιαστικά τον θανάτωσε ο Άγιος Παντελεήμονας επικαλούμενος τον Χριστό τον ανάστησε.

Αφορμή του μαρτυρίου του στάθηκε ένα ακόμα θαύμα του Αγίου. Κάποτε είχε θεραπεύσει έναν τυφλό, ο οποίος και ανέφερε το γεγονός της θεραπείας του στον βασιλιά, λέγοντάς του ότι τον θεράπευσε ο Παντελέων στο όνομα του Χριστού, στον οποίο και ο ίδιος πλέον πίστευε. Ο βασιλιάς αφού τον άκουσε, αμέσως διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Ο ίδιος ο Παντελέων προσήχθη στον βασιλιά, ο οποίος διέταξε τον βασανισμό του με σκοπό την άρνηση της πίστεώς του.

Ο Άγιος βασανίσθηκε σκληρά με διάφορους τρόπους, όμως δεν υπέκυψε στις πιέσεις αφού ο Κύριος εμφανίσθηκε μπροστά του με τη μορφή του πνευματικού του Ερμόλαου και του έδωσε θάρρος. Τέλος διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του και τότε ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που τον καλούσε όχι ως Παντελέοντα αλλά ως Παντελεήμονα. Μόλις όμως ο δήμιος άπλωσε το χέρι του για να κόψει με το σπαθί του το κεφάλι του Αγίου, το σπαθί λύγισε και το σίδερο έλιωσε σαν κερί. Μπροστά σε τέτοιο θαύμα και οι παραβρισκόμενοι στρατιώτες έγιναν χριστιανοί. Τότε ο Άγιος εκουσίως παραδόθηκε στο μαρτύριο. Λέγεται ότι από τη πληγή του δεν έτρεξε αίμα αλλά γάλα και το δέντρο της ελιάς, στο οποίο τον είχαν δέσει καρποφόρησε ξαφνικά.


Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’.
Ἀθλοφόρε Ἅγιε, καὶ ἰαματικὲ Παντελεῆμον, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. α’.
Μιμητὴς ὑπάρχων τοῦ ἐλεήμονος, καὶ ἰαμάτων τὴν χάριν παρ᾽αὐτοῦ κομισάμενος, ἀθλοφόρε καὶ Μάρτυς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, ταῖς εὐχαῖς σου τὰς ψυχικὰς ἡμῶν νόσους θεράπευσον, ἀπελαύνων τοῦ ἀεί, πολεμίου τὰ σκάνδαλα, ἐκ τῶν βοώντων ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Μαρτυρήσας γενναίως ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ τὴν πίστιν κηρύξας τῷ σῷ πατρί, ἀνείλκυσας πανεύφημε, τοῦ βυθοῦ τῆς ἀγνοίας, καὶ τυράννων μὴ πτήξας, τὸ ἄθεον φρόνημα, τῶν δαιμόνων κατῄσχυνας, τὸ ἀνίσχυρον θράσος· ὅθεν καὶ τὴν χάριν, ἐκ Θεοῦ ἐκομίσω, ἰᾶσθαι νοσήματα, τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, Παντελεῆμον πανεύφημε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Τοῦ Ἀναργύρου τὴν μνήμην, τοῦ γενναίου τὴν ἄθλησιν, τοῦ πιστοῦ τὰς ἰατρείας, εὐσεβῶς ὑμνήσωμεν φιλόχριστοι, ἵνα λάβωμεν ἔλεος, μάλιστα οἱ βορβορώσαντες, ὡς κἀγώ, τοὺς ἑαυτῶν ναούς· ψυχῶν γὰρ καὶ σωμάτων ὁμοῦ τὴν θεραπείαν περέχει. Σπουδάσωμεν οὖν, ἀδελφοί, ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἔχειν τοῦτον ἀσφαλῶς, τόν ῥυόμενον ἐκ πλάνης τοὺς βοῶντας ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.

Μεγαλυνάριον
Ῥεῖθρα ἰαμάτων ὡς ἐκ πηγῆς, χάριτι θαυμάτων, βρύει χρῄζουσι δωρεάν, ὁ Παντελεήμων, ὁ πάνσοφος ἀκέστωρ· οἱ ῥώσεως διψῶντες δεῦτε ἀρύσασθε σε.

Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

Γέροντας Σωφρόνιος: "Περὶ τῆς σχέσεως Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου"

Ἐρώτηση πρὸς τὸν π. Σωφρόνιο: Εἴπατε ὅτι ἀρχίσατε νὰ γράφετε, ἐπειδὴ πολλοὶ θέλησαν νὰ γνωρίσουν μὲ εὔκολο τρόπο τὴ σοφία τῆς ζωῆς. Μὰ ὅσο κι ἂν διαβάσουν, δὲν μποροῦν νὰ τὴ γνωρίσουν, διότι γιὰ νὰ τὴν μάθουν, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ φοιτήσουν στὸ σχολεῖο τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸ ὁποῖο Ἐσεῖς περάσατε.


π. Σωφρόνιος. Ἐν μέρει δὲν τὸ ἀρνοῦμαι αὐτό. Ἀλλὰ γιατί νὰ μὴν ἀποδεχθῶ ὅτι δὲν δημιούργησα ἐγὼ ὅλες αὐτὲς τὶς σκέψεις ποὺ φέρω, ἄλλα ὅτι τὶς δέχθηκα ἀπὸ ἄλλους, ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀπό τοὺς δασκάλους μου; Καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἤδη ἔχουν ἐγκαταλείψει ἐντελῶς τὴ μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου, ἂν ἀκούσουν αὐτὸ τὸν λόγο, ἴσως ποῦν: «Ναί, θὰ προσπαθήσω κι ἐγώ. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δοκίμασε, ἀποφάσισε καὶ νὰ τί τοῦ δόθηκε». Εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔκανε καὶ ὁ Γέροντας Σιλουανός. Τὸ παράδειγμά του ἐνέπνευσε χιλιάδες ἀνθρώπους. Εἶναι πολὺ πιθανὸ ὅτι ἔθεσε τὴ βάση γιὰ μία νέα ἄνθηση τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Στὸν Γέροντα Σιλουανό, ἄνθρωπο ἁπλὸ καὶ φυσικό, δόθηκε νὰ γνωρίσει καὶ νὰ βιώσει ἐκείνη τὴ μορφὴ τῆς ἀγάπης — «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν»—, μὲ τὴν ὁποία ὁ Κύριος ἀγάπησε τὸν ἄνθρωπο... Τὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ἀγάπης αὐτῆς συνίσταται στὸ ὅτι, ὅταν δίνεται αὐτὸ τὸ αἴσθημα -καὶ αὐτὸ δίνεται μέσῳ τῆς καρδιᾶς—, τότε χωρὶς καμία λογικὴ ἀπόδειξη εἶναι φανερὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὅτι δὲν πεθαίνει, ὅτι εἶναι αἰώνιος. Καμιὰ ἐπιστημονικὴ γνώση δὲν ὁδηγεῖ σὲ αὐτό.


Ὁ Ἀϊνστάιν ἔγραψε ἕνα βιβλίο γιὰ τὸν ἑαυτό του, «Πῶς βλέπω τὸν κόσμο». Βίωσε κάποτε μία κατάσταση κάποιου μυστικιστικοῦ δέους, ὁπότε ἡ σκέψη του προχώρησε ἀκόμη καὶ στὸ νὰ ἀνακαλύψει τὸν τύπο ἤ τὴν ἐξίσωση ὄχι μόνο γιὰ τὴν ὕλη ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν Θεό. Ἀλλὰ δὲν γνώρισε τὸν Θεὸ ὡς πρόσωπο. Ἡ ἀντίληψή του ἔφθασε ὡς ἐκεῖνο τὸ ἐπίπεδο ὅπου ὑπερτεροῦν οἱ φιλόσοφοι. Αὐτοί, ἐξετάζοντας τὴν ὕπαρξη, δὲν μποροῦν μὲ κανέναν τρόπο νὰ συμφωνήσουν στὸ ὅτι ἡ ἀρχή τοῦ παντὸς εἶναι τὸ ἄτομο τοῦ ὑδρογόνου καὶ ὅτι ὅλες οἱ μορφὲς τῆς δικῆς μας ὑπάρξεως δημιουργήθηκαν ὡς τυχαῖα ἐπακόλουθα κάποιων συνδυασμῶν αὐτῶν τῶν ἀτόμων. Αὐτὸ κάποτε ἀποτελεῖ στήριγμα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ὥστε μόνοι τους νὰ πορευθοῦν μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν δρόμο ἐκεῖνο ποὺ ἔδειξε ὁ Χριστός.

Ἐρώτηση: Εἴπατε ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐκτρέπεται πρὸς τὸ κακό, τότε χάνει τὸν σύνδεσμο μὲ τὸν Θεό, δηλαδὴ δημιουργεῖται ἕνα ρῆγμα. Ὅμως αὐτὸ εἶναι μᾶλλον μονόπλευρο ρῆγμα: εἶναι ρῆγμα τοῦ ἄνθρωπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο;

π. Σωφρόνιος: Ναί. Σὲ αὐτὸ ἐμπεριέχεται καὶ τὸ τραγικό τῆς πτώσεως, ὅτι ὁ Θεὸς ἦρθε καὶ ἔδειξε ὅτι Αὐτὸς δὲν θέλει νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει, ἀλλὰ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται. Δηλαδὴ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἐξαναγκάζει τὸν ἄνθρωπο.

Ὁρίστε, τώρα ζοῦμε τόσο φοβερὰ γεγονότα: πόλεμος στὸ Βιετνάμ, πόλεμος στὴ Νιγηρία, πόλεμος στὴ Μέση Ἀνατολή, πεῖνα στὴ γῆ ποὺ πλήττει μὲ θάνατο χιλιάδες καὶ χιλιάδες ἀνθρώπων. Λογικά μᾶς φαίνεται ὅτι, ἂν ἡ ἀνθρωπότητα ζοῦσε μὲ ἄλλες ἀρχές, τότε θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς θρέψει ὅλους- ὅτι οἱ πόροι ποὺ δαπανῶνται γιὰ τὸν πόλεμο, ἀκόμη καὶ ὅταν δὲν ὑπάρχει αὐτός, ὑπερβαίνουν τοὺς πόρους ποὺ θὰ ἱκανοποιοῦσαν τὶς ἀνάγκες ὅλων αὐ-τῶν ποὺ πεθαίνουν. Σὲ σχέση μὲ αὐτὰ ρώτησα στὴν Ἀγγλία ἕναν ἄνθρωπο:

— Ἂν εἴχατε ἀπόλυτη ἐξουσία, τί θὰ κάνατε μὲ ὅσους σᾶς φαίνονται ὑπαίτιοι αὐτοῦ τοῦ κακοῦ;

Ἡ ἀπάντηση ἦταν:

— Ἂν εἶχα τέτοια ἀπόλυτη ἐξουσία, τότε δὲν θὰ μποροῦσα νὰ κινηθῶ- αὐτὴ ἡ ἐξουσία θὰ μὲ παρέλυε.

Καὶ τόσο ἀνίσχυρο βλέπουμε μπροστὰ μας τὸν Χριστὸ Θεὸ ποὺ εἶπε: «Μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ», δηλαδὴ «δῶσε τὴ ζωή σου, ἀκόμη καὶ ὅταν σοῦ φαίνεται ὅτι σὲ κακοποιοῦν». Ἔτσι, ἂν ὁ Θεὸς δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ κακό, τότε τὸ κακὸ δὲν ἐμπερικλείει αὐτὸ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ Θεοῦ, καὶ ἔτσι Αὐτὸς φαίνεται σὰν νὰ μᾶς "ρίχνει σὲ κάποια φυλακή", σὰν νὰ μᾶς ἀπορρίπτει κλπ. Τὰ ἴδια τὰ λόγια «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν», μαρτυροῦν ὅτι στὸν Θεὸ δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀπόρριψη. Εἶναι ἐξωχρονικὸ φαινόμενο - σύμφωνα μὲ τὴ βιβλικὴ ἀποκάλυψη, πρὶν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἔπεσε ὁ Ἑωσφόρος. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ ἀνθρώπινη πτώση, ἡ ὁποία ὑποκινήθηκε ἀπὸ τὸν Ἑωσφόρο, φέρει ἑωσφορικὰ στοιχεῖα. Ἀλλὰ ὡς τώρα μπορεῖ νὰ συναντήσεις στὴ γῆ πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους ποὺ σκέπτονται γιὰ τὴν αὐτοθέωση τοϋ ἄνθρωπου: ὅτι δὲν ὑπάρχει κανεὶς καὶ τίποτε ὑψηλότερο, ὅτι στὸ εἶναι βασιλεύει ὁ ἄνθρωπος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος θὰ γίνει ὁ ἀπόλυτος κυρίαρχος τοῦ κόσμου.

Ὅταν ὅμως μιλοῦμε γιὰ τὴν ἁμαρτία, αὐτὴ ἡ ἔννοια δὲν εἶναι ἠθική, ἄλλα ὀντολογική, ποὺ ὑπερβαίνει τοὺς κανόνες τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Ὄχι ἐπειδὴ εἶναι ἐνάντια στοὺς κανόνες, ἀλλὰ ἐπειδὴ προχωρεῖ ἀπείρως μακρύτερα ἀπὸ αὐτούς. Οἱ ἠθικοὶ κανόνες μιλοῦν γιὰ τιμωρίες, ἐνῷ ὁ Θεὸς λέει: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν. Μὴ φοβεϊσθε ἀπὸ τῶν ἀποκτενόντων ὑμᾶς». Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο νὰ τὸ ἐξηγήσεις μὲ λέξεις καὶ νὰ τὸ ἀντιληφθεῖς ἀλλιῶς, παρὰ μέσῳ τῆς καρδιᾶς, γιατί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅσο ἔχουν τὴν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ θανάτου, εἶναι φυσικὸ νὰ προστατεύουν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ ὅλα τὰ πλάσματα ποὺ ἐπιβουλεύονται τὴ ζωή τους ἤ ἀκόμη καὶ τὶς ἀνέσεις τῆς ζωῆς αὐτῆς. Καὶ μέχρι τώρα ἀκριβῶς γι' αὐτὸ γίνεται ἡ πάλη στὸν κόσμο. Ὁ Χριστὸς εἶπε: «Εἷς ἐστὶν ὑμῶν ὁ Πατὴρ ὁ οὐράνιος, πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοὶ ἐστέ».

Ἔτσι, ὁποιονδήποτε πόλεμο καὶ νὰ διαλέξουμε, αὐτὸς θὰ ἔχει πάντα χαρακτῆρα ἀδελφοκτόνο. Ὁ Κάιν φόνευσε τὸν Ἄβελ καὶ αὐτὸς ὁ καϊνικὸς χαρακτῆρας διακρίνεται ὅλα τὰ χρόνια στὴν ἱστορία. Ὅταν τὸ κατανοήσουμε αὐτό, τότε μᾶς παρουσιάζεται ἡ ἀνάγκη νὰ νικήσουμε μέσα μας αὐτὴ τὴν τάση. Γιατί, ἂν ἔχουμε μέσα μας αὐτὴ τὴν ἑωσφορικὴ κίνηση, ἡ δυναμική τῆς πτώσεως συνεχίζει νὰ αὐξάνεται. Ἕνας ἄνθρωπος εἶπε: «Μπορεῖ γι' αὐτὸ νὰ ἀπαγορεύθηκε στὸν ἄνθρωπο νὰ γνωρίσει τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, γιατί μπροστὰ στὴν ἀτέλειά του καὶ τὴν ἐπιδίωξή του νὰ πολεμήσει τὸ κακό, θὰ καταστρέψει ὅλα ὅσα τοῦ φαίνονται φορεῖς τοῦ κακοῦ καὶ θὰ ἀρχίσει ἡ ἀλληλοκαταστροφή».

Φυσάει ὁ ἄνεμος τοῦ διαβόλου. Προσέξτε, «εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς…»

 Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Β΄ πρὸς Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολὴ παρουσιάζει κάτι τὸ ἰδιαίτερο. Ὁμιλεῖ περὶ ἀντιχρίστου. Σὲ κάθε ἐποχὴ ὑπάρχουν ἀντίχριστοι καὶ αὐτοὶ εἶναι πολλοί.
Ἀλλὰ θὰ ἔρθει καὶ ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἀντίχριστος. Θὰ παρουσιαστεῖ δηλαδὴ ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ θὰ εἶναι ἡ ἐνσάρκωση τοῦ σατανᾶ. Θὰ ἔχει τεραστία δύναμη καὶ θὰ δημιουργήσει ἕνα χάος στὸν κόσμο. Θὰ δημιουργήσει μιὰ πλήρη ἀναρχία. Ἀναρχία παντὸς εἴδους, θρησκευτική, κοινωνική, ἠθική, πολιτική. Καὶ οἱ χρόνοι αὐτοὶ θὰ εἶναι πολὺ σκληροί. Νὰ μὴ σαλευθειτε
Μέχρι νὰ ἔρθει ἡ ἡμέρα ἐκείνη, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, προσέξτε, «εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς…». Νὰ μὴ σαλευθεῖ κανείς. Τί σημαίνει αὐτό; Θυμάστε τὸν Πέτρο; Εἶπε ὁ Χριστός· Ἀπόψε θὰ μ’ ἐγκαταλείψετε, θὰ μ’ ἀφήσετε ὅλοι. Ὄχι, εἶπε ὁ Πέτρος, ἐγὼ δὲν σ’ ἐγκαταλείπω. Πέτρο, λέει ὁ Χριστός, θὰ μ’ ἐγκαταλείψεις. Ὁ σατανᾶς θὰ σὲ κοσκινίσει «ὡς τὸν σίτον», ἀλλὰ «ἐγὼ ἐδεήθην περί σου, ἴνα μὴ ἐκλείπει ἡ πίστις σου» (Λουκ. 22,32). Ἕνας Πέτρος κλονίστηκε καὶ ἔπεσε καὶ ἀρνήθηκε τὸ Χριστό. Προσέξτε, λέει ὁ ἀπόστολος, γιατί φυσάει ἄγριος ἄνεμος, φυσάει ὁ ἄνεμος τοῦ διαβόλου. Προσέξτε, γιατί ὑπάρχει κίνδυνος νὰ ξεριζωθεῖτε.
Εἴδατε μέσα στὸ δάσος, ὅταν φυσάει ἄνεμος, τί θόρυβος γίνεται; Πῶς κινοῦνται τὰ φύλλα πῶς ξεριζώνονται δέντρα ὁλόκληρα; Τέτοιος ἀκριβῶς σατανικὸς ἄνεμος πνέει στὴ σημερινή μας κοινωνία καὶ πάει νὰ τὰ ξεριζώσει ὅλα. Πάει νὰ ξεριζώσει καὶ θρησκεία καὶ οἰκογένεια καὶ πατρίδα καὶ γλώσσα καὶ τὰ πάντα. Πάει νὰ ξεριζώσει ὄχι μόνο καλάμια, ὄχι μόνο δεντράκια, ἀλλὰ καὶ πλατάνια, ποὺ εἶναι ριζωμένα βαθιὰ μέσα στὴ γῆ. «Εἰ δυνατὸν καὶ τοὺς ἐκλεκτοὺς» (Ματθ. 24,24). Προσέξτε, λέει, σὲ μιὰ τέτοια ἐποχὴ νὰ μὴ σαλευτεῖτε. Βάλτε τὶς ρίζες σας, ὅπως τὸ δέντρο, βαθιὰ στὴ γῆ, γιὰ νὰ μὴ μπορέσει κανεὶς σατανᾶς νὰ σᾶς κλονίσει.
Οἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ εἶναι χωρὶς βαθιὲς ρίζες. Γι’ αὐτὸ ἂν συμβεῖ κάτι, θὰ δεῖτε πράγματα καὶ θὰ φρίξετε. Θὰ δεῖτε ἀνθρώπους, ποὺ τοὺς θεωρούσατε Χριστιανοὺς μεγάλους, νὰ μὴν τὸ ἔχουν γιὰ τίποτε νὰ βγοῦν μεθαύριο ἔξω καὶ νὰ ὑψώσουν παντιέρες ξένες πρὸς τὸ χριστιανισμὸ καὶ νὰ φωνάζουν καὶ νὰ ὠρύονται. Λέει ὁ Παπαδιαμάντης: Σ’ ἕνα δάσος φύσηξε ἄνεμος καὶ ξερίζωσε ὅλα τα δέντρα, καὶ μείνανε μόνο τρία, αὐτὰ βάστηξαν… Παραβολικὸς ὁ λόγος. Θὰ φυσήξει τέτοιος δυνατὸς ἄνεμος, ποὺ θὰ μείνουν ἐλάχιστοι Χριστιανοί. Θὰ μείνουν μόνο ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν βαθιὰ πίστη στὸ Χριστό, καὶ κανεὶς σατανᾶς καὶ καμιὰ δύναμη δὲ θὰ μπορέσει νὰ τοὺς τὴν κλονίσει. Ὅλοι οἱ ἄλλοι θὰ πέσουν στὸ φύσημα. Προσέξτε καλά, γιὰ νὰ μὴ σαλευθεῖτε. Αὐτά, ποὺ εἶπε ὁ Παῦλος γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Θεσσαλονίκης, τὰ λέει καὶ σ’ ἐμᾶς.
Θὰ σᾶς φανεῖ ἀπίστευτο αὐτὸ ποὺ θὰ σᾶς πῶ. Ὅταν ἤμουν στὴν Αἰτωλοακαρνανία, φύσηξε δυνατὸς ἄνεμος καὶ ἐκεῖνοι ποὺ βρίσκονταν κοντὰ στὴν παραλία, τοὺς σήκωσε μὲ τὰ τραπέζια καὶ τοὺς πέταξε 200 καὶ 300 μέτρα μακριά. Ἄλλοι σκοτώθηκαν, ἄλλοι βρέθηκαν μὲ κρανία σπασμένα, καὶ ἄλλοι βρέθηκαν ἐπάνω στὰ δέντρα. Τρόμαξαν ὅλοι. Σὰν πούπουλα τοὺς σήκωσε ὁ ἄνεμος. Τέτοιος ἄνεμος πνέει καὶ σήμερα. Ὅποιος δὲν ἔχει ρίζα βαθιά, εἴτε παπὰς εἴτε δεσπότης εἴτε καλόγερος εἴτε ὁτιδήποτε θὰ τὸν ξεριζώσει καὶ θὰ γίνει ἄθεος, μασόνος, χιλιαστής, καὶ ὁτιδήποτε ἄλλο· μόνο Χριστιανὸς δὲ θὰ εἶναι. Λοιπόν, λέει ὁ ἀπόστολος, προσέξτε νὰ μὴ σαλευτεῖτε. Προσέξτε νὰ μὴν κουνηθεῖτε ἀπὸ τὸ φοβερὸ ἄνεμο ποὺ πνέει μέσα στὸν κόσμο.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», ἔκδοση Β΄, 2008, σὲλ 62-64

Αγία Ωραιοζήλη

Η Αγία Ωραιοζήλη έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. Είχε πατρίδα το Βυζάντιο και οι γονείς της ήταν Έλληνες ειδωλολάτρες. Στην αρχή ήταν και αυτή ειδωλολάτρισσα, κατόπιν όμως έγινε χριστιανή από το κήρυγμα του Αποστόλου Ανδρέα. Επειδή η Ωραιοζήλη ήταν μορφωμένη γυναίκα, μπόρεσε και έμαθε σωστά όλες τις αλήθειες του Ευαγγελίου, έτσι ώστε να τις διδάσκει και σ' άλλες γυναίκες και κατόρθωσε να ελκύσει πολλές απ' αυτές στον Χριστό.

Όταν επί αυτοκράτορα Δομιτιανού κινήθηκε διωγμός κατά των Χριστιανών, η Αγία Ωραιοζήλη συνελήφθη και επειδή έμεινε πιστή στην αγάπη του Χριστού, αποκεφαλίστηκε και κατατάχθηκε στο σεμνό χορό των Μαρτύρων. Το δε νεκρό της σώμα το έριξαν στη φωτιά.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Ερμόλαος, Έρμιππος και Ερμοκράτης

Άνηκαν και οι τρεις στον Ιερό κλήρο της εκκλησίας, στη Νικομήδεια.

Όταν ο Άγιος Παντελεήμων  ανακρινόταν, και ρωτήθηκε από ποιόν διδάχτηκε την χριστιανική πίστη, απάντησε, ότι την διδάχτηκε από τον Ιερέα Ερμόλαο. Αυτό ήταν αρκετό, για να σταλούν αμέσως στρατιώτες και να συλλάβουν τον Ερμόλαο. Με τη θέληση τους, ακολούθησαν αυτόν μπροστά στον κριτή της Νικομήδειας, οι φίλοι και συνεργάτες του Ιερείς Έρμιππος και Ερμοκράτης.

Ο δικαστής, αφού εξέτασε πρώτα τον Ερμόλαο, ρώτησε έπειτα τους άλλους δύο τι ζητούσαν και ήλθαν σ' αυτόν. Εκείνοι αποκρίθηκαν, ότι ήταν στρατιώτες του Ερμολάου κάτω από τη σημαία του Χριστού, και ότι τον παρακαλούσαν να έχουν όλοι κοινό θάνατο, όπως είχαν και κοινή αδελφική ζωή. Η απάντηση αυτή, αντί να κινήσει το θαυμασμό του δικαστή, άναψε περισσότερο το θυμό του. Καταδίκασε λοιπόν και τους τρεις σε θάνατο. Έτσι με τη θυσία των κεφαλών τους, κέρδισαν τα αθάνατα βραβεία των αθλητών της πίστης και της αγάπης του Χρίστου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Ἱερατεύσαντες, γνησίως Ἅγιοι, τῷ πρυτανεύσαντι, ἠμὶν τὰ κρείττονα, τοῦ μαρτυρίου τὴν ὁδόν, ἠνύσατε γηθοσύνως, Ἱερὲ Ἐρμόλαε, σὺν Ἐρμίππω Ἐρμόκρατες, τρίστυλον ἑδραίωμα, Ἐκκλησίας γενόμενοι, διὸ ἐκδυσωπεῖτε ἀπαύστως, σώζεσθαι πάντας πάσης βλάβης.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Οἱ Μάρτυρες σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτῶν, τὸ στέφος ἐκομίσαντο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· σχόντες γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλον· ἔθραυσαν καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτῶν ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Παρασκευή η Οσιομάρτυς

Η Αγία Παρασκευή γεννήθηκε στη Ρώμη στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίνου (138 - 160 μ.Χ.). Ήταν κόρη των ευσεβών Χριστιανών, Αγάθωνα και Πολιτείας, οι οποίοι φρόντισαν για την χριστιανική αγωγή της, όπως είχαν υποσχεθεί στο Θεό στην περίπτωση που θα τους έδινε ένα παιδί. Επειδή το παιδί γεννήθηκε ημέρα Παρασκευή έλαβε αυτό το όνομα.

Μετά το θάνατο των γονέων της, η Παρασκευή μοίρασε όλη την περιουσία της στους φτωχούς και ανέπτυξε ιεραποστολική δραστηριότητα στην Ρώμη και στα περίχωρα της πόλης, κηρύσσοντας το λόγο του Χριστού. Η δράση της προκάλεσε τον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Αντωνίνο, ο οποίος την συνέλαβε και της υποσχέθηκε υλικά αγαθά στην περίπτωση που θα θυσίαζε στα είδωλα. Βλέποντας όμως πως η Αγία παρέμενε σταθερή στην πίστη της, την υπέβαλε στο βασανιστήριο της πυρακτωμένης περικεφαλαίας, το οποίο υπέμεινε με καρτερικότητα. Τότε ο Αντωνίνος διέταξε και την έβαλαν σε ένα λέβητα με καυτό λάδι και πίσσα. Επειδή όμως είδε την Αγία άθικτη, πλησίασε το πρόσωπο του στον λέβητα - καθώς δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς η αγία είχε μείνει ανέπαφη - για να δοκιμάσει αν πράγματι είναι καυτό, και αμέσως τυφλώθηκε. Η Αγία με προσευχή έδωσε στον Αντωνίνο το φως του, με αποτέλεσμα να πιστέψει στο Χριστό ή κατ' άλλους να σταματήσει τους διωγμούς εναντίον τους. Ελευθέρωσε πάντως την Αγία Παρασκευή, η οποία συνέχισε να κηρύττει το Ευαγγέλιο σε άλλα μέρη, μέχρι που έφτασε στην Ελλάδα.

Στα Τέμπη ένας ειδωλολάτρης άρχοντας την υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια, τα οποία υπέμεινε καρτερικά, για να τελειωθεί με δια αποκεφαλισμού θάνατο.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον, ἐργασαμένη φερώνυμε, τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευὴ ἀθλοφόρε· ὅθεν προχέεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν ναόν σου πάνσεμνε, ὡς ἱατρεῖον ψυχικὸν εὑράμενοι, ἐν τούτῳ πάντες οἱ πιστοί, μεγαλοφώνως τιμῶμέν σε, Ὁσιομάρτυς Παρασκευὴ ἀοίδιμε.



Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Ακόμα και ο Χριστός έκανε υπακοή στη Μητέρα Του

Ας σκεφτούμε, αδελφοί, ότι ο Δεσπότης του σύμπαντος, που Τον υπακούουν όλα τα όντα, έκανε αυστηρή υπακοή στην «κατά φύσιν» μητέρα Του, την Παναγία, που Τον βάσταξε στη μήτρα της εννιά μήνες και Τον έθρεψε με το γάλα της.

Και σ” εκείνη μεν είχε χρέος να υπακούει, σα γνήσιος γιος της και σα νομοθέτης της πέμπτης εντολής του Δεκαλόγου, που λέει: «Να σέβεσαι …τη μητέρα σου για να ζήσεις χρόνια ευτυχισμένος πάνω στη γη» (Εξ. 20:12).

Στον δίκαιο Ιωσήφ όμως δεν ήταν υποχρεωμένος να υπακούει, γιατί δεν ήταν ο πραγματικός «κατά φύσιν» πατέρας του. Μολαταύτα, ο Κύριος έκανε αδιάκριτη υπακοή και στους δύο. Γι” αυτό και ο ευαγγελιστής Λουκάς είπε: «Και ζούσε υποταγμένος σ” αυτούς» (2:51).

Ο Κύριος με την υπερβολική Του υπακοή, ξεπέρασε όλους τους ανθρώπινους κανόνες και τους φυσικούς νόμους. Σύμφωνα μ” αυτούς, τα παιδιά πρέπει να υποτάσσονται στους γονείς τους μέχρι ν” αποκτήσουν φρόνηση και διάκριση καλού και κακού· δηλαδή μέχρι να γίνουν δεκαπέντε ή το πολύ είκοσι χρόνων, όπως είναι γραμμένο και στο βιβλίο των Αριθμών:

«Όσοι είναι από είκοσι χρονών και πάνω γνωρίζουν ποιο είναι το καλό και ποιο είναι το κακό» (32:11). Μετά την ηλικία αυτή τα παιδιά είναι ελεύθερα και αυτεξούσια. Ο Χριστός όμως δεν αρκέστηκε στον παραπάνω κανόνα.

Διπλασίασε τα χρόνια της υπακοής προς τους γονείς και ήταν υποταγμένος σ” αυτούς τριάντα ολόκληρα χρόνια. Γι” αυτό και ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, εξηγώντας τα λόγια που είπε ο Κύριος στην Παναγία, στο γάμο της Κανά –»Τι επεμβαίνεις εσύ στο δικό Μου έργο, Γυναίκα; Δεν ήρθε ακόμα η ώρα Μου» (Ιωάν. 2:4)– λέει, πως ο Κύριος φάνηκε σα να παραπονέθηκε στη μητέρα Του. Δηλαδή σα να της έλεγε: «Δεν έφτασαν τόσα χρόνια που έκανα υπακοή; Ζητάς ακόμα να κάνω ό,τι μου λες;

Δεν ήρθε η ώρα να γίνω κι εγώ ελεύθερος και αυτεξούσιος;». Παρ” όλ” αυτά, πάλι υπάκουσε σ” αυτήν και έκανε εκείνο που Του ζήτησε, δηλαδή το νερό κρασί.

Ο Χριστός μας, υποτασσόταν και υπάκουε στους γονείς Του μ” όλη Του την προθυμία, μ” όλη Του τη χαρά, μ” όλη Του την αγάπη, με απόλυτη ταπείνωση, χωρίς κανένα γογγυσμό και χωρίς καμιά εσωτερική ή εξωτερική αντιλογία. Και αμέσως εκτελούσε όχι μόνο τις ελαφριές υπηρεσίες, αλλά και τις πιο βαριές και κοπιαστικές· όχι μόνο τις ευπρεπείς και σπουδαίες εργασίες, μα και τις πιο ευτελείς και ταπεινές.

Ω, τι ανέκφραστη συγκατάβαση! Εκείνον, που καλεί με τη φωνή Του τα σύννεφα, και στη στιγμή έντρομα υπακούουν και φέρνουν ραγδαία βροχή –όπως αναφέρει το βιβλίο του Ιώβ: «Καλείς με τη φωνή Σου το νέφος και με τρόμο Σε υπακούει το λάβρο νερό» (38:34)– Τον πρόσταζε ο Ιωσήφ να του φέρει νερό, κι αμέσως το έκανε.

Εκείνον, που στέλνει τους κεραυνούς, και παρευθύς πηγαίνουν όπου θέλει –»Αποστέλλεις τους κεραυνούς και αυτοί πηγαίνουν» (Ιώβ 38:35)– Τον έστελνε η μητέρα Του να φέρει ξύλα για τη φωτιά, κι αμέσως πήγαινε. Εκείνος, που με τον ένα λόγο Του δημιούργησε όλα τα κτίσματα –»Αυτός είπε και όλα δημιουργήθηκαν» (Ψαλμ. 148 5)– και που τα προστάγματά Του δεν πρόκειται ποτέ να καταργηθούν –»Έθεσε πρόσταγμα που δεν πρόκειται να σαλευτεί» (Ψαλμ. 148:6)– υπάκουε σ” όλες τις εντολές του «πατέρα» Του και της μητέρας Του: σκούπιζε το σπίτι, ετοίμαζε το τραπέζι, άναβε τη φωτιά, έπλενε τα πιάτα…

Τώρα, τι λες εσύ που τα διαβάζεις αυτά; Αν ο Βασιλιάς των αγγέλων έκανε τέτοια υπακοή στους γονείς Του –δηλαδή στη λάσπη και στον πηλό, που ο ίδιος έπλασε με τα χέρια Του– τι υπακοή πρέπει να κάνεις εσύ στους γονείς σου; Πόση τιμή πρέπει να τους απονέμεις; Πόση αγάπη να τους δείχνεις; Και πόση ευγνωμοσύνη να τους χρωστάς;

Σκέψου τώρα, αγαπητέ, ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, αφότου απέκτησε σαν άνθρωπος τις απαιτούμενες σωματικές δυνάμεις, δεν πέρασε τη ζωή Του με αργία και αμέλεια. Δούλευε χειρωνακτικά. Ήταν μαραγκός και καταγινόταν να πελεκάει ξύλα και να κατασκευάζει διάφορα έπιπλα ως τα τριάντα του χρόνια. Όσο ζούσε ο δίκαιος Ιωσήφ, δούλευε μαζί του και τον βοηθούσε σ” αυτή την τέχνη. Εφαρμόστηκε έτσι στον Κύριο εκείνο το γραμμένο για κάθε στοργικό γιο, ότι, «σαν κυρίους θα υπηρετήσει αυτούς που Τον γέννησαν» (Σοφ. Σειρ. 3:7). Γιατί οι γονείς Του ήταν φτωχοί και με πολύ κόπο έβγαζαν το καθημερινό τους ψωμί. Έπρεπε λοιπόν και ο Κύριος να τους συμπαραστέκεται.

Μετά το θάνατο του δικαίου Ιωσήφ, ο Κύριος, δεκαπέντε περίπου ετών τότε, συνέχισε να ασκεί μόνος Του την ξυλουργική, που δεν ήταν μια τέχνη ή επιστήμη από τις θεωρούμενες ανώτερες και σπουδαίες, όπως η φυσική, η γεωμετρία, η αριθμητική ή μουσική, αλλά τέχνη ευτελής, κοπιαστική και φτωχική.

Κι αυτό το έκανε τόσο για να ζήσει ο ίδιος, σαν άνθρωπος, όσο και για να θρέψει τη μητέρα Του και ξένους φτωχούς. Πιο πολύ όμως το έκανε για δυο άλλους λόγους: Πρώτα, για να δώσει σε όλους παράδειγμα φιλεργίας και φιλοπονίας. Και ύστερα, για να διδάξει έμπρακτα τους ανθρώπους, ότι ακόμα κι οι πιο ταπεινές εργασίες δεν είναι κακές ούτε μπορούν να εμποδίσουν τον άνθρωπο από τη σωτηρία του και την ευαρέστηση του Θεού.

Εκείνο μόνο που πρέπει να προσέχει ο άνθρωπος, όταν δουλεύει την οποιαδήποτε τέχνη του, είναι οι αμαρτίες της ψευτιάς, της απάτης και τις κλεψιάς. Ω, τι θαύμα! Ο Δεσπότης των όλων, που έχει «όλα τα σύμπαντα δούλους» (Ψαλμ. 118:91), καταδέχτηκε να δουλεύει στους ανθρώπους και να κοπιάζει καθημερινά. Ο πάνσοφος Θεός, που με θαυμαστή τέχνη κατασκεύασε τον ουρανό και τη γη και που φώτισε τις διάνοιες των ανθρώπων να επινοήσουν όλες τις τέχνες, Αυτός καταδέχτηκε να δουλεύει τέχνη χειρωνακτική και τόσο κοπιαστική.

Αληθινά, είναι παράδοξο θαύμα να βλέπει κανείς Εκείνον, που κρατάει μέσα στην παλάμη Του όλο τον κόσμο, να σηκώνεται πρωί–πρωί και να πιάνει δουλειά στο ξυλουργικό Του εργαστήρι, ή να παίρνει στον ώμο το ζεμπίλι με τα εργαλεία, και να πηγαίνει πότε στον ένα και πότε στον άλλο, ιδροκοπώντας μέσα στο λιοπύρι του καλοκαιριού και ξεπαγιάζοντας μέσα στο κρύο του χειμώνα.

Αυτός, που τρέφει όλο τον έμβιο κόσμο, «χορταίνοντας την επιθυμία κάθε ζωντανού» (Ψαλμ. 144:16), μοχθούσε από το πρωί ως το βράδυ για το μεροκάματο! Δεν το χωράει το ανθρώπινο μυαλό! Δεν μπορεί να το εκφράσει η ανθρώπινη γλώσσα! Όταν το αναλογίζεται κανείς, παγώνει από την έκπληξη και το θαυμασμό. Είχε λοιπόν δίκιο ο Ιησούς Χριστός, όταν με το στόμα του Δαβίδ έλεγε:

«Φτωχός είμαι Εγώ και ήδη από τα χρόνια της νιότης Μου μέσα σε κόπους» (Ψαλμ. 87:16). Είχε, επίσης, δίκιο όταν ο Ίδιος ρητά μάς διαβεβαίωνε: «Δεν ήρθε ο Υιός του ανθρώπου σ” αυτόν τον κόσμο για να υπηρετηθεί από άλλους, αλλά για να υπηρετήσει» από αγάπη (Ματθ. 20:28).

Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου: «Μαθητεία στον Άγιο Νικόδημο» κεφ.3, εκδ.Ι.Μ.Παρακλήτου.

Ο Θεός είναι άδικος;

Όταν ο Θεός μας δίνει ένα σοβαρό χτύπημα, δια του οποίου μας ταπεινώνει για να μας υψώσει αργότερα,εμείς γογγύζουμε κατά του Θεού.

Καταλαβαίνετε, όμως, πόσο βαριά αμαρτία είναι ο γογγυσμός κατά του Θεού; Όταν γογγύζουμε κατά του Θεού, αυτόσημαίνει ότι Τον θεωρούμε άδικο, θεωρούμε ότι Αυτός δεν μάς φέρεται σωστά και θα έπρεπε να μάς φερθεί κατά έναν διαφορετικό τρόπο.


Όμως δεν είναι βαριά αμαρτία να κατηγορούμε το Θεό για αδικία και να Τον συκοφαντούμε; Βλέπετε, λοιπόν, πόσο βαριά αμαρτία είναι ο γογγυσμός κατά του Θεού.

Γι' αυτό «εν φόβω τον της παροικίας υμών χρόνον αναστράφητε» (Α' Πέτρ. 1, 17). Πρέπει να προσέχουμε πολύ τα λάθη και τα εμπόδια στην πορεία μας προς τη Βασιλεία των Ουρανών.

Αλλά περισσότερο απ' όλα τα άλλα πρέπει να φοβόμαστε να μην παραβαίνουμε τη μεγάλη εντολή του Χριστού: «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε» (Μτ. 7, 1). Και γογγυσμός κατά του Θεού δεν είναι μόνο κρίση του Θεού αλλά και κατάκρισή Του.

Άγιος Ηλίας Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης

Ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ηλίας διεδραμάτισε ενεργό ρόλο στα εκκλησιαστικά δρώμενα που προηγήθηκαν της Ε' Οικουμενικής Συνόδου.

Στις 6 Ιανουαρίου του 553 μ.Χ. συνυπογράφει με τους Απολινάριο Αλεξανδρείας και Δομνίνο Αντιοχείας την επιστολή που απέστειλε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ευτύχιος, ο οποίος κινήθηκε δραστήρια και ανέλαβε την πρωτοβουλία για τη σύγκληση της Συνόδου, προς τον πάπα Βιγίλιο. Στην επιστολή αυτή εκφραζόταν η επιτακτική ανάγκη για διατήρηση της εκκλησιαστικής ενότητος και παρετίθετο ομολογία πίστεως στις τέσσερις Οικουμενικές Συνόδους που είχαν προηγηθεί και στις παπικές επιστολές.

Για άγνωστους λόγους ο Ηλίας απουσίαζε από τις εργασίες της Ε' Οικουμενικής Συνόδου που συνήλθε το ίδιο έτος (5 Μαΐου - 2 Ιουνίου 553 μ.Χ.)· γι αυτό το λόγο εκπροσωπήθηκε από τον τιτουλάριό του επίσκοπο Ηρακλείας της Μακεδονίας Βενίγνο, ο οποίος υπογράφει στα σωζόμενα σε λατινική μετάφραση πρακτικά της Συνόδου ως «Benignus misericordia Dei episcopus Heracleotanae civitatis, quae est primae Macedoniae, agens vicem Elia sanctissimi archiepiscopi Thessalonicensium civitatis, tam pro illo etiam pro me». Αξιοσημείωτο είναι πως στους επισκοπικούς καταλόγους ο τοποτηρητής του απουσιάζοντος αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Ηλία, κατέχει την 7η θέση, αμέσως μετά τους πατριάρχες.

Τέλος, το όνομα του αρχιεπισκόπου Ηλία, ως συμμετασχόντος στην Ε' Οικουμενική Σύνοδο, αναγράφεται στο έργο του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α', Περί των αγίων συνόδων: «καὶ σύνοδος ἐνταῦθα συνεκροτεῖτο τῶν ρξε' ἁγίων πατέρων, ὄντος ἐν αὐτῇ Εὐτυχίου τοῦ τῆς πόλεως ἡμῶν προέδρου, ᾿Απολλιναρίου τοῦ ᾿Αλεξανδρείας,... ᾿Ηλία τε τοῦ Θεσσαλονίκης καὶ ἑτέρων πλείστων». Εαν δεν πρόκειται για ιστορική παρερμηνεία, αποσκοπεί στον τονισμό του πρωτεύοντος ρόλου του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Ηλία στις προπαρασκευαστικές ενέργειες για τη σύγκληση της Συνόδου.

Οσία Ολυμπιάδα η Διακόνισσα

Η Ολυμπιάδα έζησε στα χρόνια των Πατριαρχών Νεκταρίου και Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (395 μ.Χ.). Ο πατέρας της Ακούνδος είχε το αξίωμα του κόμητος. Κατ' άλλους όμως ονομαζόταν Σέλευκος.

Η Ολυμπιάδα είχε μεγάλη σωματική ωραιότητα, ευφυΐα, παιδεία, και πολλά πλούτη. Παντρεύτηκε τον έπαρχο Κωνσταντινούπολης Νευρίδιο, αλλά αυτός μετά από λίγο χρόνο πέθανε και έτσι η Ολυμπιάδα έμεινε χήρα σε πολύ μικρή ηλικία. Ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος προσπάθησε να την πείσει να πάρει δεύτερο άνδρα, κάποιο αξιωματούχο Ελπίδιο. Αυτή όμως, τιμώντας τη μνήμη του άντρα της και φλεγόμενη από τον πόθο να υπηρετήσει την Εκκλησία με τα πλούτη της, απέρριψε το δεύτερο γάμο. Αφοσιώθηκε λοιπόν στο μέγα αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινούπολης Ιωάννη το Χρυσόστομο και γεμάτη ενθουσιασμό έδωσε στην αρχιεπισκοπή του χιλιάδες χρυσά νομίσματα και κτήματα.

Μέσα στην Εκκλησία είχε τον τίτλο της Διακόνισσας. Ίδρυσε μάλιστα και μοναστήρι, κοντά στο ναό της αγίας Ειρήνης. Αργότερα, όταν ο Χρυσόστομος εξορίστηκε, η Ολυμπιάδα έπεσε σε βαθύ πένθος. Για να την παρηγορήσει ο μέγας ιεράρχης, της έστειλε αρκετές επιστολές (σώζονται 17).

Πέθανε εξορισμένη στη Νικομήδεια, μόλις 50 ετών, λίγο μετά από το θάνατο του ιερού Χρυσοστόμου.

Άγιοι Εκατόν εξήντα πέντε Πατέρες της Ε' Οικουμενικής Συνόδου

Στα χρόνια του Βασιλιά Ιουστινιανού Α' το έτος 535 μ.Χ., Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης ήταν ο Άνθιμος ο Τραπεζούντιος, που υποστήριζε τις αιρετικές θεωρίες του Ευτυχούς (μονοφυσίτης). Έτσι απομακρύνθηκε από τον Πατριαρχικό θρόνο και αντ' αυτού χειροτονήθηκε Πατριάρχης, από τον τότε Πάπα Ρώμης Αγαπητό, ο Πρεσβύτερος της Εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη Μηνάς .

Με την αφορμή λοιπόν αυτή, επαναστάτησαν οι Σεβήρος και Πέτρος ο Απαμείας, που ήταν άνθρωποι αιρετικοί και συνιστούσαν τα βλάσφημα δόγματα του Ωριγένη. Οπότε επικράτησε μεγάλη ταραχή στην Εκκλησία.

Έτσι ο βασιλιάς Ιουστινιανός συγκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη το 553 μ.Χ. Σύνοδο από 165 Αγίους Πατέρες, με την προεδρία του Πατριάρχη Μηνά και αναθεμάτισαν τους προαναφερθέντες αιρετικούς, καθώς και τους οπαδούς τους.

Το νομοθετικό έργο (την έκδοση ιερών Κανόνων) της Ε', καθώς και της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου συμπλήρωσε η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (Κωνσταντινούπολη, 691 μ.Χ.).


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τῇ ἐπιπνοίᾳ, θεῖος ὅμιλος, σεπτῶν Πατέρων, ἐν τῇ Πέμπτῃ Συνόδῳ καθείλετε, αἱρετικῶν τὰ ὀθνεῖα διδάγματα, καὶ Ὀρθοδόξοις τὸ κράτος δεδώκατε· ἀλλ’ αἰτήσασθε, Τριάδα τὴν Ὑπερούσιον, δωρήσασθε ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοὺς ἐν τῇ πόλει τῇ λαμπρᾷ Κωνσταντίνου, τὴν Πέμπτην Σύνοδον ἐν Πνεύματι θείῳ, θεοειδεῖς Πατέρας συγκροτήσαντας, ὕμνοις εὐφημήσωμεν, Ὀρθοδόξων οἱ δῆμοι, πρὸς αὐτοὺς κραυγάζοντες· ἀπὸ πάσης ἀνάγκης, τὴν Ἐκκλησίαν ῥύσασθε Χριστοῦ, ὑμῶν πρεσβείαις, Πατέρες θεόληπτοι.

Μεγαλυνάριον
Χαίρετε Πατέρες θεοειδεῖς, τῆς Πέμπτης Συνόδου, οἱ φωστῆρες καὶ συνεργοί· χαίρετε προστάται, Χριστοῦ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ τῶν αἱρετιζόντων, ἧττα καὶ ὄλεθρος.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Κοίμηση της Αγίας Άννας Μητέρας της Υπεραγίας Θεοτόκου

Η Αγία Άννα, η μητέρα της Υπεραγίας Θεοτόκου, καταγόταν από τη φυλή του Λευί. Ο πατέρας της, που ήταν ιερέας, ονομαζόταν Ματθάν και ιεράτευε την εποχή της βασιλείας της Κλεοπάτρας. Τη δε μητέρα της, την έλεγαν Μαρία.

Η Άννα είχε και δύο αδελφές, την ομώνυμη με τη μητέρα της Μαρία και τη Σοβήν. Και η μεν Μαρία, που παντρεύτηκε στην Bηθλεέμ, είχε κόρη τη Σαλώμη την μαία, η δε Σοβή, που παντρεύτηκε και αυτή στην Bηθλεέμ, την Ελισάβετ.Τέλος, η Αγία Άννα που παντρεύτηκε στην Γαλιλαία τον Ιωακείμ, γέννησε την Παρθένο Μαρία.

Η Αγία Άννα αξιώθηκε να έχει τη μεγάλη τιμή και ευτυχία να αποκτήσει μοναδική κόρη, τη μητέρα του Σωτήρα του κόσμου. Αφού η Αγία Άννα απογαλάκτισε τη Θεοτόκο και την αφιέρωσε στο Θεό, αυτή πέρασε την υπόλοιπη ζωή της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες προς τους φτωχούς. Τέλος, ειρηνικά παρέδωσε στο Θεό τη δίκαια ψυχή της, κληρονομώντας τα αιώνια αγαθά. Διότι ο ίδιος ο Κύριος διαβεβαίωσε ότι «οἱ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιο ἀπελεύσονται» (Ματθαίου, κε' 46). Οι δίκαιοι, δηλαδή, θα μεταβούν για να απολαύσουν ζωή αιώνια.

Περικαλλή ναό προς τιμήν της αγίας Άννας έκτισε στην Κωνσταντινούπολη περί το 550 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός. Λείψανο της Αγίας υπάρχει στην αγιορείτικη σκήτη της Αγίας Άννας.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ζωὴν τὴν κυήσασαν, ἐκυοφόρησας, ἁγνὴν Θεομήτορα, θεόφρον Ἄννα, διὸ πρὸς λῆξιν οὐράνιον, ἔνθα εὐφραινομένων, κατοικία ἐν δόξῃ, χαίρουσα νῦν μετέστης, τοῖς τιμῶσί σε πόθῳ, πταισμάτων αἰτουμένη, ἱλασμὸν ἀειμακάριστε.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.
Προγόνων Χριστοῦ, τὴν μνήμην ἑορτάζομεν, τὴν τούτων πιστῶς, αἰτούμενοι βοήθειαν, τοῦ ῥυσθῆναι ἅπαντας, ἀπὸ πάσης θλίψεως, τοὺς κραυγάζοντας, ὁ Θεὸς γενοῦ μεθ᾽ ἡμῶν, ὁ τούτους δοξάσας ὡς ηὐδόκησας.


Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ

Ὅταν ἡ θρησκεία κρύβει ἐγωισμὸ

Ἦταν φανατικὸς Ἰουδαῖος ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ ἀκριβὴς τηρητὴς τῶν φαρισαϊκῶν παραδόσεων. Ὡστόσο, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ δέχθηκε τὴν κλήση καὶ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, κατάλαβε ὅτι ἡ δικαίωση δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν τήρηση τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, οὔτε περιορίζεται μόνο στοὺς Ἰσραηλίτες. Τὸ Εὐαγγέλιο ἀπευθύνεται πλέον σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Κάθε ἄνθρωπος καλεῖται στὴ σωτηρία. Τὶς ἀλήθειες αὐτὲς ἀναπτύσσει ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν στὴν ἐπιστολή του πρὸς Ρωμαίους, δηλαδὴ πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ρώμης, οἱ ὁποῖοι στὴν πλειοψηφία τους προέρχονταν «ἐξ ἐθνῶν» κι ὄχι «ἐξ Ἰουδαίων».
Οἱ ἀλήθειες αὐτὲς ἔρχονταν σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς ἰουδαϊκὲς ἀντιλήψεις. Παρὰ ταῦτα ὁ ἀπόστολος Παῦλος βεβαιώνει ὅτι δὲν ἔπαυσε ποτὲ νὰ ἀγαπᾶ τοὺς συμπατριῶτες του. Γράφει: «Ἀδελφοί, εἶναι σφοδρὸς ὁ πόθος μέσα στὴν καρδιά μου καὶ θερμὴ ἡ προσευχὴ πρὸς τὸν Θεὸ νὰ βροῦν οἱ Ἰσραηλίτες τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἄλλωστε μπορῶ ἐξ ἰδίας πείρας νὰ σᾶς βεβαιώσω ὅτι «ζῆλον Θεοῦ ἔχουσιν, ἀλλ᾿ οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν»• ἔχουν ζῆλο γιὰ τὸν Θεὸ ἀλλὰ ὄχι ὀρθὴ ἐπίγνωση τοῦ θελήματός Του.
Ἀγνόησαν, δηλαδή, τὴ δικαίωση ποὺ χαρίζει ὁ Θεὸς καὶ ζήτησαν νὰ στήσουν τὴ δική τους ἀντίληψη σχετικὰ μὲ τὴ δικαίωση. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ὑπέταξαν τὸν ἑαυτό τους στὴ δικαίωση τοῦ Θεοῦ.
Διότι ὁ Χριστὸς ἔδωσε τέλος στὴν ἀποστολὴ καὶ τὴν ἰσχὺ τοῦ Νόμου, κι ἔτσι τώρα ἐπιτυγχάνει τὴ δικαίωση καὶ τὴ σωτηρία του καθένας ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, κι ὄχι ὅποιος ἐξαρτᾶ τὴ δικαίωσή του ἀπὸ τὸ Νόμο, ὅπως οἱ Ἰσραηλίτες, ποὺ δὲν πίστευσαν στὸ Χριστό.
Πράγματι, εἶναι τραγικὸ νὰ πιστεύεις ὅτι ἔχεις τὴν ἀλήθεια, στὴν πραγματικότητα ὅμως νὰ εἶσαι στὴν πλάνη. Νὰ θεωρεῖς ὅτι ὑπερασπίζεσαι τὸν Θεὸ καὶ στὴν πραγματικότητα νὰ Τὸν πολεμᾶς! Νὰ νομίζεις ὅτι ἀκολουθεῖς τὸ θέλημά Του καί, στὴν οὐσία, νὰ στήνεις τὸ δικό σου ἐγωιστικὸ θέλημα. Νὰ καλύπτεις πίσω ἀπὸ τὶς θρησκευτικές σου πεποιθήσεις τὴν προσωπική σου ἐπιθυμία νὰ ἀναδειχθεῖς, νὰ ξεχωρίσεις, νὰ ἐπιβληθεῖς, νὰ ἱκανοποιήσεις τὴ φιλαρχία σου. Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶχαν πάθει οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι «τὴν ἰδίαν δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν».
Αὐτὸ δυστυχῶς συμβαίνει καὶ σὲ ὅσους δὲν θέλουν νὰ ἀκολουθήσουν τὴν πίστη καὶ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἐπινοοῦν δικές τους δοξασίες καὶ αἱρετικὲς διδασκαλίες. Κι ἔχουν μεγάλη εὐθύνη γιὰ τὴ ζημιὰ ποὺ προκαλοῦν ὄχι μόνο στὸν ἑαυτό τους ἀλλὰ καὶ στοὺς ἄλλους, διότι ἡ πλάνη τους προῆλθε «ἀπὸ φιλονεικίας καὶ φιλαρχίας μᾶλλον ἢ ἐξ ἀγνοίας» (ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, PG 60, 565).
Ἂς προσέχουμε λοιπὸν πολὺ τὸ ἐγωιστικὸ πνεῦμα, διότι ὁδηγεῖ στὴν πλάνη. Ἡ ἀληθινὴ πίστη ἔχει ὡς βάση τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ταπείνωση.

Μὲ ἁπλότητα καὶ ἐμπιστοσύνη

Ὡστόσο ὁ ἀπόστολος Παῦλος συνεχίζει: «Ὁ Μωυσῆς γράφει γιὰ τὴ δικαίωση ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ τηρήσει ὅλα ἀνεξαιρέτως ὅσα ὁ Νόμος διατάζει, θὰ ζήσει χάρη σ’ αὐτά, καὶ συνεπῶς αὐτὸς καὶ μόνο θὰ σωθεῖ. Ποιὸς ὅμως μπορεῖ νὰ τηρήσει μὲ ἀκρίβεια κάθε ἐντολὴ τοῦ Νόμου;
Ἀντιθέτως, σχετικὰ μὲ τὴ δικαίωση ἀπὸ τὴν πίστη θὰ λέγαμε αὐτὸ ποὺ ἀναφέρει κι ὁ Μωυσῆς στὸ Δευτερονόμιο: Μὴν εἰσχωρήσει στὴν καρδιά σου ὁ λογισμός: Ποιὸς θὰ ἀνεβεῖ στὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ κατεβάσει ἀπὸ ἐκεῖ τὸν Χριστό; Ἢ, ποιὸς θὰ κατεβεῖ στὰ σκοτεινὰ καὶ βαθιὰ μέρη τοῦ Ἅδη; Γιὰ νὰ ἀναστήσει δηλαδὴ τὸν Χριστὸ ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ποὺ θὰ μᾶς δώσει τὴ σωτηρία καὶ τὴ ζωή.
Ἀλλὰ τί λέει ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴ σωτηρία ἀπὸ τὴν πίστη; «Ἐγγύς σου τὸ ρῆμά ἐστιν, ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου»· δηλαδή, εἶναι κοντά σου ὁ λόγος ποὺ πρέπει νὰ πιστέψεις, καὶ τὸν ὁποῖο ἐμεῖς οἱ Ἀπόστολοι κηρύττουμε.
Καὶ εἶναι κοντὰ στὸ στόμα σου καὶ στὴν καρδιά σου ὁ λόγος αὐτός, διότι, ἐὰν ὁμολογήσεις μὲ τὸ στόμα σου τὸν Ἰησοῦ ὡς Κύριο καὶ πιστέψεις μὲ τὴν καρδιά σου ὅτι ὁ Θεὸς Τὸν ἀνέστησε ἀπὸ τοὺς νεκρούς, θὰ σωθεῖς. Καὶ θὰ σωθεῖς, ἐπειδὴ μὲ τὴν καρδιά του πιστεύει κανεὶς καὶ μὲ ὅλη τὴν ψυχή του, καὶ ὡς καρπὸ τῆς πίστεως αὐτῆς ἔχει τὴ δικαίωσή του• καὶ μὲ τὸ στόμα του ὁμολογεῖ τὴν πίστη, καὶ ὡς καρπὸ ἔχει τὴ σωτηρία του.
Αὐτὸ ποὺ τονίζει ἐδῶ ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος εἶναι ὅτι πλέον ὁ δρόμος γιὰ τὴ σωτηρία μας εἶναι ἀνοικτός. Καὶ εἶναι τόσο ἁπλὸ γιὰ κάθε ἄνθρωπο νὰ τὸν ἀκολουθήσει! Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Χριστὸς προσέφερε τὸ ἀπολυτρωτικό Του ἔργο, τὸ δυσκολότερο ἔχει συντελεσθεῖ. Ἐκεῖνο ποὺ ἀπομένει εἶναι ὁ καθένας μας νὰ ἐνεργοποιήσει τὴ δυνατότητα ποὺ τοῦ δίνεται γιὰ τὴ σωτηρία μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδὴ νὰ πιστεύσει στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ Τὸν ἀγαπήσει μὲ ὅλη του τὴν καρδιά. Νὰ Τὸν ὁμολογεῖ ὡς τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, ὡς τὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτή του καὶ νὰ ἀγωνίζεται νὰ ζεῖ σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του μὲ τὴ Χάρη τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος δρόμος σωτηρίας.

Άγιος Αθηναγόρας ο Αθηναίος ο Απολογητής

Ο Άγιος Αθηναγόρας ήταν Χριστιανός φιλόσοφος και απολογητής του 2ου μ.Χ. αιώνα. Καταγόταν πιθανότατα από την Αθήνα, όπου σπούδασε τον μέσο Πλατωνισμό και τη Στωική φιλοσοφία. Άκμασε στα χρόνια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων Μάρκου Αυρηλίου (161 - 180 μ.Χ.) και Κομμόδου (180 - 192 μ.Χ.).

Βασικά στοιχεία για το πρόσωπο, τη μόρφωση και το έργο του αντλούμε από τα δύο έργα του, που διασώθηκαν σε κώδικα του 914 μ.Χ., ο όποιος εκπονήθηκε στο βιβλιογραφικό εργαστήριο του Αρέθα: «Πρεσβεία περί Χριστιανών» και «Περί αναστάσεως νεκρών».

Ο Αθηναγόρας ξεχωρίζει από τους σύγχρονους του απολογητές για τη φιλολογική αρτιότητα και το προσεγμένο ύφος, ενώ στον χώρο της θεολογίας προβάλλει την ορθόδοξη τριαδολογική διδασκαλία, τη θεοπνευστία των Αγίων Γραφών και την αυστηρή ασκητική στάση στον ηθικό βίο των χριστιανών, γι' αυτό και το συγγραφικό του έργο κατέχει αξιόλογη θέση στην εκκλησιαστική γραμματεία των πρώτων αιώνων.

Άγιος Θεόφιλος ο Νεομάρτυρας από τη Ζάκυνθο

Ο Άγιος Θεόφιλος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1617 μ.Χ. και ήταν ωραίος και ρωμαλέος στο σώμα.

Εργαζόμενος σαν ναυτικός δεν θέλησε να υπηρετήσει σε τούρκικο πλοίο. Εναντιούμενος στη θέληση του Τούρκου πλοιάρχου, συκοφαντήθηκε απ' αυτόν, ότι δήθεν είχε φορέσει τούρκικο κάλυμμα στο κεφάλι του. Οδηγήθηκε βίαια στον κριτή, όπου με κολακείες και φοβερισμούς προσπαθούσαν να τον εξισλαμίσουν. Ομολογώντας με θάρρος τον Χριστό ο Θεόφιλος, περιτμήθηκε με τη βία από τους Τούρκους, που θέλησαν να τον στείλουν δώρο στο παλάτι του Σουλτάνου.

Ο Θεόφιλος όμως, όταν ακόμα ήταν στη Χίο, απόδρασε και πήγε στη Σάμο, όπου παρέμεινε για αρκετό χρονικό διάστημα. Όταν επανήλθε στη Χίο, οι Τούρκοι τον αναγνώρισαν και αφού τον συνέλαβαν τον οδήγησαν στον κριτή. Ο κριτής, βλέποντας τον Θεόφιλο να εμμένει στην πίστη του τον καταδίκασε σε θάνατο δια πυρός. Απτόητος ο γενναίος αυτός μάρτυρας της πίστης μας, έκανε το σημείο του σταυρού και είπε «στα χέρια σου Χριστέ μου παραδίδω την ψυχή μου». Και μπήκε μόνος του στη φωτιά, όπου παρέδωσε στον αγωνοθέτη Θεό την αγία ψυχή του στις 24 Ιουλίου 1635 μ.Χ.

Τα εναπομείναντα από τη φωτιά λείψανα του, αγοράστηκαν από χριστιανούς και εναποτέθηκαν με τιμές στον ναό του Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου στη Χίο.

Μαρτύριο του Αγίου αυτού, συνέγραψε πρώτα ο Γεώργιος Κορέσιος ο Χίος.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος α’. Του λίθου σφραγισθέντος.
Θεὸν τὸν σαρκωθέντα εὐθαρσῶς ὡμολόγησας, τὰ Ἀγαρηνῶν καταπτύσας, ἀπιστίας διδάγματα. Πυρὶ δὲ ὑπ' αὐτῶν κατακαείς, ἀρώμασιν ἐπλήρωσας τὴν γῆν, ὦ Θεόφιλε τρισμάκαρ, τοῦ Θεοῦ φίλε γνήσιε. Χαίροις οὖν Νεομάρτυς τοῦ Χριστοῦ, χαίροις Ἐκκλησίας τὸ καύχημα, τῆς Ζακύνθου χαίροις ὁ γόνος, καὶ τῆς Χίου ἐγκαλλώπισμα.

Κοντάκιον
Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον.
Χριστοῦ δῆμος ᾄσμασιν, ἀνευφημεῖ ἐπαξίως, τοὺς λαμπροὺς ἀγῶνάς σου, Μάρτυς Θεόφιλε θεῖε, ἤνεγκας, καὶ γὰρ γενναίως εἱρκτὴν ζοφώδη, ἔφερας, πικρὰς αἰκίας καὶ ἀνυποίστους, καὶ τὸν θάνατον ἐδέξω, πυρὸς ἐν μέσῳ, ὡς φίλος ὄντως Θεοῦ.

Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον Σου Σωτήρ.
Μετὰ τὴν α’ Στιχολογίαν
Ἐφλέχθης τῷ πυρί, ὁ πυρίπνους Μαρτύρων, σωζόμενος πυρί, ὑπερφώτου Τριάδος· διὸ καὶ ἀμαρύγμασι, τούτου πάντας ἐφώτισας, μηδὲν τίθεσθαι, τὴν τοῦ πυρὸς μικρὰν φλόγα, κατοπτρίζοντας, τῆς φεγγοβόλου Τριάδος, τὸ φῶς τὸ ἀνέσπερον.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Μετὰ τὴν β’ Στιχολογίαν
Τὸν γενναῖον ὁπλίτην καὶ Ἀθλητήν, ἐντελῶς ὁπλισθέντα ὅπλοις Χριστοῦ, φέροντα τὴν ἄμαχον, πανοπλίαν καὶ μάχαιραν τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἀσπίδα καὶ κόρυθα, οἷς καθεῖλεν ἀνδρείως, ἐχθροῦ μηχανήματα· δεῦτε ἐτησίως, εὐφημήσωμεν πάντες, ἐστέφθη γὰρ τὸν στέφανον, στρατιώτης ὡς ἔννομος, καὶ πρεσβεύει τῷ στέψαντι, δοῦναι πᾶσι λύσιν τῶν δεινῶν, καὶ τελείαν πταισμάτων συγχώρησιν· τοῖς ἐκ καρδίας καὶ πόθου, τελοῦσι τὴν μνήμην αὐτοῦ.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Ἐλαμπρύνθη σήμερον, ἡ νῆσος Χίος, ταῖς αὐγαῖς τῶν ἄθλων σου, Μάρτυς Θεόφιλε σοφέ, τὸν φωτοδότην γεραίρουσα, τὸν σὲ ἀστέρα φαιδρὸν ἀναδείξαντα.

Ὁ Οἶκος
Τῷ ἀΰλῳ πυρὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀγάπης πυρποληθεὶς τὴν ψυχήν, Θεόφιλε μακάριε, τοῦ ὑλικοῦ πυρὸς τὴν παφλάζουσαν φλόγα οὐκ ἔδεισας, ἀλλ’ εἰσεπήδησας ἐν αὐτῇ χαίρων καὶ ἀγαλλόμενος, καὶ τὸν θάνατον ἐν αὐτῇ δεξάμενος μετὰ πικροὺς καὶ ἀνυποίστους αἰκισμούς, τὸ στέφος τῆς ἀφθαρσίας, καὶ τὴν αἰωνίζουσαν εὔκλειαν εἴληφας, ὡς φίλος ὄντως Θεοῦ.

Μεγαλυνάριον
Ἄνθος ἐκ Ζακύνθου φυὲν τερπνόν, ἄθλοις Μαρτυρίου, εὐωδίασε νοητῶς, τοὺς πιστοὺς ἐν Χίῳ, Θεόφιλος ὁ θεῖος, πυρὶ τακεὶς τὰς σάρκας, Χριστοῦ τῷ ἔρωτι.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τοὺς ἀσπαζομένους σου Ἀθλητά, τὴν σεπτὴν εἰκόνα, καὶ τὰ λείψανα εὐλαβῶς, καὶ τὴν θείαν μνήμην, τελοῦντες ἐτησίως, περίσωζε Θεόφιλε, ταῖς πρεσβείαις σου.