Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς ὁ Ρωμαῖος

Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς γεννήθηκε στὴν Ρώμη ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐπιφανεῖς, οἱ ὁποῖοι φρόντισαν νὰ τὸν ἀναθρέψουν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ἡ γνωριμία καὶ ἡ συναναστροφή του, ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, μὲ Ἁγίους ἀνθρώπους ἐπέδρασε εὐεργετικὰ στὴ διαμόρφωση τῆς προσωπικότητας καὶ τοῦ ὅλου τρόπου ζωῆς του. Σπούδασε τὴν ἐπιστήμη τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς ἀστρονομίας καὶ μελέτησε ἰδιαίτερα τὰ συγγράμματα τῶν Πατέρων καὶ τὴν Ἁγία Γραφή.
Ὁ Ὅσιος ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο, γενόμενος μοναχὸς σὲ μία σκήτη καὶ ἐπισκέφθηκε τὰ μοναστήρια τῆς Αἰγύπτου καὶ τῆς Θηβαΐδας, τῆς Νιτρίας, τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Καππαδοκίας. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει χαρακτηριστικά: «ὁ Ἅγιος μετέβη εἰς διαφόρους τόπους καὶ συνήντησε ἁγίους καὶ γνωστικωτάτους Ὁσίους καὶ τὰς ἀρετὰς ὅλων συναθροίζει εἰς τὸν ἑαυτόν του, ὡς ἄλλη φιλόπονος μέλισσα, ὥστε καὶ αὐτὸς ἔγινε εἰς τοὺς ἄλλους τύπος καὶ παράδειγμα παντὸς εἴδους ἀρετῆς. Ὅθεν ἀνώτερος τῶν παθῶν γενόμενος καὶ τὸν νοῦν καθαρίσας, ἐγνώρισε τὴν τελείαν κατὰ τῶν παθῶν νίκην».
Στὸν πρῶτο τόμο τῆς Φιλοκαλίας, περιλαμβάνονται δύο λόγοι τοῦ Ὁσίου Κασσιανοῦ, «Πρὸς Κάστορα Ἐπίσκοπον, περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμῶν, γαστριμαργίας, πορνείας, φιλαργυρίας, ὀργῆς, λύπης, ἀκηδίας, κενοδοξίας καὶ ὑπερηφανείας» καὶ «Πρὸς Λεόντιον ἡγούμενον, περὶ τῶν κατὰ τὴν Σκήτην ἁγίων Πατέρων καὶ λόγος περὶ διακρίσεως», ποὺ δείχνουν τὴν καθαρότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὸ ὀρθόδοξο φρόνημά του καὶ προξενοῦν μεγάλη ὠφέλεια. Ὁ δὲ Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος πλέκει δίκαιο ἐγκώμιο στὸν Ὅσιο Κασσιανὸ στὸν περὶ ὑπακοῆς Λόγο του.
Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς σοφίας τὸν λόγον Πάτερ τοῖς ἔργοις σου, ἀσκητικῶς γεωργήσας ὡς οἰκονόμος πιστός, ἀρετῶν μυσταγωγεῖς τὰ κατορθώματα· σὺ γὰρ πράξας εὐσεβῶς, ἐκδιδάσκεις ἀκριβῶς, Κασσιανὲ θεοφόρε, καὶ τῷ Σωτήρι πρεσβεύεις, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Γ. ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: ΔΕΝ ΓΙΝΕΣΘΕ ΑΓΙΟΙ ΚΥΝΗΓΩΝΤΑΣ ΤΟ ΚΑΚΟ

Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σας σώσει.

Αντί να στέκεσθε έξω από την πόρτα και να διώχνετε τον εχθρό, περιφρονήστε τον. Έρχεται από δω το κακό;

Δοθείτε μα τρόπο απαλό από εκεί. Δηλαδή έρχεται να σας προσβάλει το κακό, δώστε εσείς την εσωτερική σας δύναμη στο καλό, στον Χριστό.

Παρακαλέστε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ξέρει εκείνος πώς να σας ελεήσει, με τι τρόπο. Κι όταν γεμίζετε απ' το καλό, δεν στρέφεσθε πια προς το κακό.

Γίνεσθε μόνοι σας, με τη χάρη του Θεού, καλοί. Που να βρει τόπο τότε το κακό; Εξαφανίζεται!


Σας πιάνει φοβία κι απογοήτευση; Στραφείτε στον Χριστό.

Αγαπήστε τον απλά, ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σας απαλλάξει ο Ίδιος.

ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΛΥΤΡΩΤΙΚΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ. Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΚΑΛΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ

Στο Αγιονόρος δεν μπήκα ποτέ. Πολλές φορές το ευκαίρεσα αλλά όλο και κάτι τύχαινε. Ομολογώ  όμως  ότι το ονειρεύτηκα πολλά βράδια. Γλυκές μυσταγωγίες προσευχής και  άσκησης. Στις Μονές, τις Σκήτες μα καίρια στα φρικτά Καρούλια. Με τους ασκητάδες  που διακόνησαν τα σπήλια, τις τρύπες, τα βράχια του, 1200 χρόνια τώρα. Παλεύοντας με τη σάρκα τους, με νηστείες, πόνο, κρύο, ζέστη, δίψα. Αμέτρητοι οι πειρασμοί της σώματος. Μα εκείνοι ακόμα χειρότεροι αυτοί του πνεύματος. Εγωισμός, κατάκριση. Και οι δαίμονες που πολλές φορές πειράζουν τους ασκητές, όπως λέγει και ο ¨Γέροντας  Παΐσιος  , ούτε πεινούν, ούτε διψούν. Μια μετάνοια να κάνουν και να ζητήσουν το έλεος του Θεού σώζονται. Ναι και για αυτούς ακόμη προσεύχονταν ο Γέροντας. Το έλεος της  ταπεινοφροσύνης και της απόλυτης αγάπης. Έστω κι αν σωτηρία δεν έχουν. «Ελευθεριάδη, μιλάς για πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια στο blog”  μου λένε πολλοί που διαφωνούν. Αλήθεια τι βρίσκουν λοιπόν όλοι αυτοί οι καλόγεροι που  έκαψαν φρόνημα και σάρκα για δεκαετίες; Μα την ΑΛΗΘΕΙΑ. Τον Θείο Έρωτα. Την απόλυτη χαρά, μέσα από την
απόλυτη αποχή κάθε γήινης απόλαυσης. Έγραψε πρόσφατα ι ο Γέροντας Εφραίμ , μια ζώσα Οσιακή Μορφή, που βγήκε πριν από χρόνια από τον  Άθω και άνθισε την  έρημο της Αριζόνας,  μπολιάζοντας χρυσάνθεμα Ορθοδοξίας. «Οι λαϊκοί έγιναν δαίμονες και οι μοναχοί λαϊκοί». Πόσο δίκαιο έχει. Τον γνώρισα τον Γέροντα στο Μοναστήρι του Προδρόμου της Νάουσας, όπου πνευματικόρη  του είναι η Ηγουμένη Μεθοδία ( μια χαρισματική προσωπικότητα, γεμάτη αγιότητα , βγαλμένη κατευθείαν από παραδεισένια μπαξέδια, για αυτό  άλλωστε την φθονεί ο διάβολος). Εντάξει  απαντάω στους φίλους.Να πιστέψω σε τι; Στον πλούτο του κόσμου; Πρόσκαιρος είναι. Έρχεται ο θάνατος και τα παίρνει όλα.  Μάικλ Τζάκσον, Γουίτνευ Χιούστον. Λατρεύτηκαν ως είδωλα στην εφήμερη ζωή τους. Γνώρισαν δόξα, χρήμα, απολαύσεις. Και πέθαναν  δυστυχισμένοι.  Μια φορά πεθαίνει ο άνθρωπος. Μετά έρχεται η Κρίσις, λέγει ο Απόστολος Παύλος. Στο Αγιονόρος λοιπόν, στην Αριζόνα, στη Μόσχα, παντού όπου υπάρχουν ορθόδοξες καρδιές που πάλλονται με λατρεία προς τον δημιουργό και τον συνάνθρωπο τους, πεθαίνουν τον άνθρωπο, πριν από τον βιολογικό του θάνατο. Για αυτό μένουν αθάνατοι, μετά από  αυτόν. Πόσο δίκιο έχουν. Μια βόλτα καθημερινή μας στα κοιμητήρια και στα νοσοκομείο, θα μας έκανε να αντιληφθούμε το «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον, ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα,επελθών γάρ ο θάνατος, ταύτα πάντα εξηφάνισται» που ψάλλεται στην εξόδιο ορθόδοξη ακολουθία. Καλή Σαρακοστή και  όσους αδίκησα, στεναχώρησα, έβλαψα, τους ζητώ συγγνώμη. Ειδικά την κ. Άντζυ Αποστόλου που σχολίασα, γεμάτος εγωισμό, πρόσφατα τη διόρθωσή της. Ζητώντας συνάμα από το Θεό, την Υπεραγία Θεοτόκο και τους Αγίους να με κάνουν να βιώσω ειλικρινά την υπέροχη προσευχή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου, που θα ακούμε καθημερινά τούτες τις 40 μέρες χαρμολύπης και αναζήτησης της ταπείνωσης από τα πάθη μας, τα πάθη μου.
Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου,
Πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας
Και αργολογίας μη μοι δως.
Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης,
Υπομονής και αγάπης
Χάρισαί μοι τω σω δούλω.
Ναι, Κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι
Του οράν τα εμά πταίσματα, και
Μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου`
Ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Ὁμολογητής

Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Ὁμολογητὴς ἔζησε καὶ ἔδρασε ἐπὶ τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα Λέοντος Γ’ τοῦ Ἰσαύρου (717 – 741 μ.Χ.). Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁ Ὅσιος ἀφιερώθηκε στὸν ἀσκητικὸ βίο καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἔγινε μαθητὴς καὶ ὑποτακτικὸς τοῦ Ὁσίου Προκοπίου τοῦ Δεκαπολίτου ( 27 Φεβρουαρίου). Ἀρχικὰ ζοῦσε σὲ κάποιο ἐρημητήριο καὶ ἀφοῦ προηγουμένως καλλιέργησε μὲ ἐπιμέλεια τὴν ἀσκητικὴ ζωή, ἀργότερα, ὅταν ἀνέκυψε ἡ αἵρεση κατὰ τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἀντιστάθηκε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία στοὺς εἰκονομάχους. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη, τιμωρήθηκε καὶ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια. Ὅταν δέ, πέθανε ὁ αὐτοκράτορας, ἀπελευθερώθηκε καὶ ἀφοῦ βγῆκε ἀπὸ τὴ φυλακή, φρόντιζε γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ἀρχαίας ὑγείας τῆς εὐσέβειας, παρακινώντας πολλοὺς πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ ἐπαναφέροντάς τους πρὸς τὴν ὀρθόδοξη πίστη.
Ἔτσι ἀφοῦ ἀγωνίσθηκε ὁ Ὅσιος Βασίλειος, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοῖς θείοις σου σκάμμασι· σὺ γὰρ ὁμολογίᾳ, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι’ ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος· ἐντεῦθεν τῆς ἀσαλεύτου βασιλείας ἠξίωσαι.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τὴν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καὶ μονάσας Ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν ἐνέργειαν, καὶ τὰς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε Πάτερ ἱερώτατε.

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης Βασιλέως τῶν οὐρανῶν, θεράπων καὶ μύστης, διὰ βίου εἰλικρινοῦς· οὗ τὸν χαρακτῆρα, σεβόμενος αἰσχύνεις, Βασίλειε παμμάκαρ, ἄνακτα τύραννον.

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Μεθ ημών ο Θεός

Μη αποστρέψης το πρόσωπο σου από του παιδός σου

π. Αλέξανδρος Σμέμαν
Μη αποστρέψης το πρόσωπο σου από του παιδός σου, ότι θλίβομαι∙ ταχύ επάκουσόν μουʹ πρόσχες τη ψυχή μου, και λύτρωσαι αυτήν.
Ακούστε τη θαυμάσια μελωδία του στίχου τούτου, αυτή την κραυγή που ξαφνικά γεμίζει την εκκλησία «... ότι θλίβομαι!» - και θα καταλάβετε το σημείο από το οποίο ξεκινάει η Μεγάλη Σαρακοστή: το μυστηριώδες μίγμα της ελπίδας με την απογοήτευση, του φωτάς με το σκοτάδι. Η όλη προετοιμασία έφτασε πια στο τέλος. Στέκομαι μπροστά στο Θεό, μπροστά στη δόξα και στην Ομορφιά της Βασιλείας Του. Συνειδητοποιώ ότι ανήκω σʹ αυτή, ότι δεν έχω άλλη κατοικία, ούτε άλλη χαρά, ούτε άλλο σκοπό. Συναισθάνομαι ακόμα ότι είμαι εξόριστος από αυτή μέσα στο σκοτάδι και στη λύπη της αμαρτίας γιʹ αυτό «θλίβομαι»! Τελικά παραδέχομαι ότι μόνο ο Θεός μπορεί να με βοηθήσει σʹ αυτή τη θλίψη, ότι μόνον σʹ Αυτόν μπορώ να πω «πρόσχες τη ψυχή μου». Μετάνοια πάνω απ' όλα, είναι το απελπισμένο κάλεσμα για τη Θεία βοήθεια.
Πέντε φορές επαναλαμβάνουμε αυτό το Προκείμενο. Και τότε να! η Μεγάλη Σαρακοστή αρχίζει. Τα φωτεινά χρωματιστά άμφια και καλύμματα του ναού αλλάζουν τα φώτα σβήνουν. Ο ιερέας εκφωνεί τις αιτήσεις, ο χορός απαντάει με τα «Κύριε ελέησον» την κατʹ εξοχήν σαρακοστιανή απάντηση. Για πρώτη φορά διαβάζεται η προσευχή του Αγίου Εφραίμ που συνοδεύεται από μετάνοιες. Στο τέλος της ακολουθίας όλοι οι πιστοί πλησιάζουν τον ιερέα και ο ένας τον άλλο, ζητώντας την αμοιβαία συγχώρεση. Αλλά καθώς γίνεται αυτή η ιεροτελεστία της συμφιλίωσης, καθώς η Μεγάλη Σαρακοστήεγκαινιάζεται μʹ αυτή την κίνηση της αγάπης, της ενότητας και της αδελφοσύνης, ο χορός ψάλλει πασχαλινούς ύμνους. Πρόκειται τώρα πια να περιπλανηθούμε σαράντα ολόκληρες μέρες στηνέρημο της Μεγάλης Σαρακοστής. Όμως από τώρα βλέπουμε να λάμπει στο τέλος το φως της Ανάστασης, το φως της Βασιλείας του Θεού.

Η νηστεία της Σαρακοστής

π. Αλέξανδρος Σμέναν
Δεν μπορεί να υπάρξει Σαρακοστή χωρίς νηστεία. Όμως φαίνεται ότι πολλοί άνθρωποι σήμερα ή δεν παίρνουν τη νηστεία στα σοβαρά ή, αν την παίρνουν, παρεξηγούν το πραγματικό σκοπό της. 
Η νηστεία ή η αποχή από τις τροφές δεν είναι αποκλειστικά μια χριστιανική συνήθεια. Υπήρχε και υπάρχει ακόμα σε άλλες θρησκείες ή και πέρα από τις θρησκείες. Σήμερα οι άνθρωποι νηστεύουν για πάρα πολλές αιτίες. Είναι πολύ βασικό λοιπόν να ξεχωρίσουμε το μοναδικό περιεχόμενο στη χριστιανική νηστεία.
Στην ορθόδοξη διδασκαλία, αμαρτία δεν είναι μόνο η παράβαση κάποιας εντολής, είναι ένας ακρωτηριασμός της ζωής που μας δόθηκε από το Θεό. Για το λόγο αυτό η ιστορία της προπατορικής αμαρτίας μας παρουσιάζεται σαν μια πράξη τροφής.

Η τροφή είναι μέσο ζωής, μας κρατάει ζωντανούς. Τι σημαίνει να είναι κανείς ζωντανός και τί σημαίνει <<ζωή>>; Για μας αυτοί οι όροι έχουν πρωταρχικά μια βιολογική έννοια: ζωή είναι αυτό που εξαρτιέται από τη τροφή, από τον υλικό κόσμο. Αλλά για την Αγία Γραφή και για την ορθόδοξη παράδοση αυτή η ζωή <<...επ' άρτω μόνω>> ταυτίζεται με τον θάνατο γιατί ακριβώς είναι μια θνητή ζωή, γιατί ο θάνατος κυριαρχεί πάντοτε μέσα της. Ο Θεός το ξέρουμε αυτό, δεν δημιούργησε το θάνατο. Αυτός είναι ο Δοτήρας της ζωής.
Πως λοιπόν η ζωή έγινε θνητή; Γιατί ο θάνατος είναι η μόνη απόλυτη βεβαιότητα κάθε ύπαρξης; Η Εκκλησία απαντάει: διότι ο άνθρωπος αρνήθηκε τη ζωή όπως την έκανε ο Θεός και του την προσέφερε και προτίμησε μια ζωή που να εξαρτιέται όχι αποκλειστικά από το Θεό, αλλά <<επ' άρτω μόνω>>.

Η τροφή μόνη της, μέσα της, δεν έχει ζωή και δεν μπορεί να δώσει ζωή. Μόνο ο Θεός έχει Ζωή και είναι Ζωή. Η απύθμενη τραγωδία του Αδάμ είναι ότι έφαγε <<χωρισμένος>> από το Θεό για να μπορέσει να γίνει ανεξάρτητος απ' Αυτόν.
Τρώμε για να διατηρούμεθα ζωντανοί, αλλά όχι <<εν τω Θεώ>>. Ακριβώς αυτή είναι η αμαρτία όλων των αμαρτιών.
Ο Χριστός είναι ο Νέος Αδάμ. Έρχεται να επανορθώσει τη καταστροφή που επέβαλε ο Αδάμ στη ζωή, να αποκαταστήσει τον άνθρωπο στην αληθινή ζωή. Και ο Χριστός αρχίζει με νηστεία: <<νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα, ύστερον επείνασε>> (Ματθ.4,2). Η πείνα είναι η κατάσταση εκείνη κατά την οποία αναγνωρίζουμε την εξάρτησή μας από κάτι άλλο.
Νηστεία για μας τους ορθοδόξους είναι η είσοδός μας και η συμμετοχή μας σε κείνη την εμπειρία του Χριστού με τη οποία μας ελευθερώνει από την ολοκληρωτική εξάρτηση από την τροφή, την ύλη και τον κόσμο.
Ένα μέρος της τροφής μας έχει ήδη γίνει <<τροφή αθανασίας>> - το Σώμα και το Αίμα του ιδίου του Χριστού.
Η σωματική νηστεία είναι απαραίτητη μεν, αλλά χάνει κάθε νόημα και γίνεται αληθινά επικίνδυνη αν ξεκοπεί από την πνευματική προσπάθεια - από τη προσευχή και την αυτοσυγκέντρωση. Η δραστική μείωση της τροφής, μια συνεχής κατάσταση πείνας να μπορεί να βιωθεί σαν υπενθύμιση του Θεού και σαν διαρκής προσπάθεια συγκέντρωσης του νου μας στο Θεό. Μας ξελαφρώνει, μας ευκωλύνει στη αυτοσυγκέντρωση, μας κάνει νηφάλιους, χαρούμενους και καθαρούς.

Αυτός που νηστεύει έτσι, παίρνει την τροφή σαν αληθινό δώρο του Θεού. Δεν χρειάζεται να πούμε εδώ για την ακριβή ποσότητα της τροφής που πρέπει να τρώει κανείς, ούτε για το ρυθμό και τη ποιότητα της τροφής. Όλα αυτά εξαρτώνται από τις ατομικές μας δυνατότητες και τις εξωτερικές συνθήκες της ζωής μας. Αν ανακαλύψουμε ότι η χριστιανική ζωή είναι μάχη και προσπάθεια, τότε βρήκαμε το βασικό στοιχείο της νηστείας.


Νηστεύσωμεν νηστεία δεκτήν, ευάρεστον τω Κυρίω, αληθής νηστεία, η των κακών αλλοτρίωσις, εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, επιθυμιών χωρισμός, καταλαλιάς, ψεύδους και επιορκίας. Η τούτων ένδεια, νηστεία εστιν αληθής και ευπρόσδεκτος

Γιατὶ νηστεύουμε τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Γιὰ πιὸ λόγο νηστεύουμε τὶς σαράντα αὐτὲς ἡμέρες; Τὴν παλαιὰ ἐποχὴ πολλοὶ πιστοὶ προσέρχονταν στὰ μυστήρια χωρὶς καμιὰ προετοιμασία καὶ μάλιστα κατὰ τὴν εποχὴ ποὺ ὁ Χριστὸς τὰ συνέστησε. Ἀντιλαμβανόμενοι οἱ πατέρες τὴν παρακαλούμενη βλάβη ἀπὸ τὴν ἀπροετοίμαστη προσέλευσι, ἀφοῦ συγκεντρώθηκαν καθιέρωσαν σαράντα ἡμέρες νηστείας, προσευχῶν, ἀκροάσεως τοῦ θείου λόγου καὶ συνάξεων, ὥστε, ἀφοῦ καθαρισθοῦμε ὅλοι μας μὲ κάθε ἐπιμέλεια καὶ με προσευχὲς καὶ μὲ ἐλεημοσύνη καὶ μὲ νηστεία καὶ μὲ ὁλονύκτιες παρακλήσεις καὶ μὲ δάκρυα μετανοίας καὶ μὲ ἐξομολόγησι καὶ μὲ ὅλα τὰ ἄλλα, νὰ προσέλθουμε ἔτσι στὴν Θεία Κοινωνία μὲ καθαρὴ κατὰ τὸ δυντὸ συνείδησι.

Καὶ ὅτι μ᾿ αὐτὸ κατώρθωσαν μεγάλα πράγματα, συνηθίζοντας μας μὲ τὴν συγκατάβασι αὐτὴ στὴν νηστεία, γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὸ ἑξῆς: ῎Αν ἐμεῖς ὅλο τὸν χρόνο ἐπιμείμουμε νὰ φωνάζουμε καὶ νὰ κηρύσσουμε τὴν νηστεία, κανεὶς δὲν προσέχει στὰ λόγια μας· ἄν ὅμως ἔλθη ὁ καιρὸς τῆς νηστείας τῆς Τεσσαρακοστῆς, τότε, χωρὶς κανεὶς νὰ προτρέπη οὔτε καὶ νὰ συμβουλεύη καὶ ὁ πιὸ νωθρὸς ἀφυπνίζεται καὶ ἀκολουθεῖ τὴν προτροπὴ καὶ τὴν συμβουλή, ποὺ ἐπιβάλλει ὁ καιρός.
Ἄν λοιπὸν σὲ ρωτήση ὁ Ἰουδαῖος καὶ ὁ εἰδολάτρης, ῾γιὰ ποιὸν λόγο νηστεύεις᾿, μὴ πῆς, ὅτι νηστεύεις γιὰ τὸ Πάσχα ἢ γιὰ τὴν θυσία τοῦ Σταυροῦ, γιατὶ θὰ τοῦ δώσης μεγάλη ἀφορμὴ γιὰ ἀντεκλίσεις. Γιατὶ δὲν νηστεύουμε για τὸ Πάσχα οὔτε γιὰ τον Σταυρό, ἀλλὰ γιὰ τὰ δικά μας ἁμαρτήματα, ἐπειδὴ πρόκειται νὰ προσέλθουμε στὰ μυστήρια· γιατὶ τὸ Πάσχα δὲν εἶναι αἰτία νηστείας οὔτε πένθους, ἀλλ᾿ ὑπόθεσις εὐφροσύνης καὶ χαρᾶς. Γιατὶ ὁ Σταυρὸς συνέτριψε τὴν ἁμαρτία, ἔγινε καθάρσιο τῆς οἰκουμένης, ἔγινε αἰτία συμφιλιώσεως καὶ ἐξαλείψεως τῆς πολυχρόνιας ἔχθρας, ἄνοιξε τὶς πύλες του οὐρανοῦ, ἔκανε τοὺς ἐχθρούς φίλους, ἐπανέφερε στὸν οὐρανό, τοποθέτησε στὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ τὴν ἀνθρώπινη φύσι καὶ μᾶς πρόσφερε ἀμέτρητα ἄλλα πνευματικὰ ἀγαθά. Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ πενθοῦμε οὔτε νὰ θλιβώμαστε, ἀλλὰ νὰ ἀγαλλώμαστε καὶ νὰ χαιρώμαστε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος λέγει ̇ «Σὲ μένα ἂς μὴ συμβῆ νὰ καυχηθῶ γιὰ τίποτε ἄλλο, παρὰ μόνο γιὰ τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6,14). Καὶ πάλι ̇ «Ὁ Θεὸς δείχνει τὴν ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς μὲ τὸ ὅτι, ἂν καὶ ἤμασταν ἁμαρτολοί, ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ μᾶς» (Ρωμ. 5,8). Κάτι παρόμιο λέγει καὶ ὁ Ἰωάννης ̇ «Γιατὶ τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο» (Ἰω. 3,16). Πὲς ὅμως, πῶς; ᾿Αφοῦ ἄφησε κατὰ μέρος ὅλα τὰ ἄλλα, ἀνέφερε τὸν σταυρό. Γιατί, ἀφοῦ εἶπε, «τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο», πρόσθεσε, «ὥστε ἔδωσε τὸν Μονογενῆ Υἱο του νὰ σταυρωθῆ, ὥστε νὰ μὴ χαθῆ ὁ καθένας ποὺ πιστεύη σ᾿ αὐτὸν, ἀλλὰ νὰ ἔχη ζωὴ αἰώνια» (Ἰω. 3,16). Ἂν εἶναι λοιπὸν ὁ Σταυρὸς ἀφορμὴ ἀγάπης καὶ καύχημα, ἂς μὴ λέμε, ὅτι πενθοῦμε γι᾿ αυτόν. Γιατὶ δὲν πενθοῦμε γιὰ ἐκεῖνον – μὴ γένοιτο – ἀλλὰ γιὰ τὰ δικά μας ἁμαρτήμτα. Γι᾿ αυτὸ νηστεύουμε.
(Κατὰ Ἰουδαίων, Λόγος Γ΄, ΕΠΕ 34,176 – 180. PG 48,722)
Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ βιβλίο: ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Ἄμβων

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Ὁ Ὅσιος Προκόπιος ὁ Ὁμολογητής ὁ Δεκαπολίτης

Ὁ Ὅσιος Προκόπιος ὁ Δεκαπολίτης ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (717 – 741 μ.Χ.) καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν πνευματικὴ γενναιότητά του ὡς ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἂν καὶ ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸ μοναχισμό, δὲν ἔμεινε στὴν ἀπομόνωση τοῦ κελιοῦ του, ἀλλὰ ἀγωνίσθηκε σθεναρὰ κατὰ τῶν εἰκονομάχων. Γι’ αὐτὸ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακὲς καὶ ἐξορίες. Διακρίθηκε, ἐπίσης, στὸν ἀγῶνα τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν.
Ὁ Ἅγιος Προκόπιος φαίνεται ὅτι λίγο μετὰ τὴν ἀποφυλάκισή του κοιμήθηκε, ἐνῷ κατ’ ἄλλους ὑπέμεινε μαρτυρικὸ θάνατο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φερωνύμως προκόπτων ἐν ἀσκήσει Προκόπιε, ἤρθης ἐκ δυνάμεως Πάτερ, πρὸς ἀθλήσεως ἔλλαμψιν· Χρίστου γὰρ τὴν Εἰκόνα προσκυνῶν, Μαρτύρων ἀνεδείχθης κοινωνός· μεθ’ ὧν πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, ὑπὲρ τῶν ἐκβοώντων σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνερνοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐωσφόρον σήμερον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη ἅπασαν, κακοδοξίας τὴν ἀχλύν, διασκεδάζει τιμῶσά σε, οὐρανομύστα, Προκόπιε ἔνδοξε.

Μεγαλυνάριον.
Θείας ὑπαλείπτην σε προκοπῆς, καὶ ὁμολογίας, θεηγόρου ὑφηγητήν, Πάτερ εὖ εἰδότες, τοὺς πόνους σου τιμῶμεν, δι’ ὧν καταπυρσεύεις, ἡμᾶς Προκόπιε.

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

Ιδιόμελο Κυριακής Τυρινής Εσπέρας

Να ζήσουμε μια άλλη Σαρακοστή ...όχι άλλη μια ...

Κυριακή της Τυρινής …Λαχτάρα στην ψυχή του …Το στάδιο των αρετών ορθώνεται πνευματικά θελκτικότατο εμπρός του ….Κάθε αμαρτωλός όπως ωραία γράφτηκε κρύβει αλυσοδεμένο μέσα του έναν άγιο …Φέτος θέλει να τα καταφέρει να σπάσει τα δεσμά του …Σκέψεις ,σχέδια για πνευματικά παλαίσματα για αμέτρητες πνευματικές σελίδες που φέτος θα αντικαταστήσουν την τηλεόραση , για πνευματικούς λόγους που θα πάρουν την θέση των ασμάτων και της μουσικής υπόκρουσης στις καθημερινές διαδρομές του με το αυτοκίνητο ….
Αρχίζουν και οι κατανυκτικοί εσπερινοί και οι Προϋγιασμένες και οι Χαιρετισμοί …δεν θα λείψει φέτος από καμία …θα ναι πάντα εκεί από την αρχή ….Και θα νηστέψει φέτος …Δόξα τω Θεώ δεν έχει προβλήματα υγείας και δεν είναι και ασθενικός για να του λείψει κάτι…και θα ναι λιγόλογος …όχι αργολογίες ανούσια ρήματα …κατακρίσεις για να περνά η ώρα και πάντα για το …καλό των άλλων…άλλωστε πόσες μέρες είναι μέσα στο χρόνο ….όπως πολύ εύστοχα κάποιος είπε :ένας πνευματικός δεκατισμός ….
Μα και όλες να τις μετρήσει μια-μια βγαίνουν σαράντα οκτώ μέχρι το βράδυ της Αναστάσεως …δεν θ αφήσει καμιά λοιπόν να περάσει χωρίς να βιώσει την ιερή χαρμολύπη την αγία κατάνυξη… φέτος θα διεκδικήσει με όλην του τη δύναμη τον αληθινό στέφανο από τον Παμβασιλέα Χριστό …. Και θα πολεμήσει αληθινά τον μισόκαλο εχθρό με θώρακα την προσευχή περικεφαλαία την ελεημοσύνη και μαχαίρι την νηστεία …

Και άρχισαν να κυλούν οι μέρες …και η τηλεόραση δεν έκλεισε …με το πρόσχημα της ενημέρωσης και της….χρεοκοπίας έμενε σταθερά ανοιχτή …Τα μόνα που έκλειναν ήταν τα μάτια όποτε το βράδυ πριν τον ύπνο διάβαζαν ελάχιστες γραμμές πριν τον ύπνο από την ουρανοδρόμο κλίμακα …Και η νηστεία έγινε …χημεία .
Νηστίσιμα πολλών λογιών …Θαλασσινά και περίτεχνες συνταγές χωρίς λάδι…Και το σαββατοΚύριακο το τραπέζι σαν γιορτινό …όσο για προσευχή όλα βιαστικά και όπως πάντα διεκπεραιωτικά …είναι και η νηστεία βλέπετε που εξουθενώνει …πρόλαβε βέβαια και άναψε το κεράκι του σε όλες τις ακολουθίες ώστε να μην τον ελέγχει ο αλυσοδεμένος άγιος που και εφέτος έμεινε δέσμιος εντός του …
Βράδυ Ανάστασης …και αυτός στέκεται μελαγχολικός περιμένοντας το άγιο φως …Πώς άφησε τόσες μέρες να περάσουν σαν μια ανάσα δίχως οξυγόνο ….Δεν τα κατάφερε και φέτος να την ζήσει όπως την είχε ονειρευτεί …
Τούτο το γεμάτο λύπη και αλήθεια όνειρο τον ξύπνησε χαράματα καθαροΔευτέρας …όνειρο που το χε ζήσει τόσες φορές ….Στέκεται εμπρός στο αναμμένο καντηλάκι της Παναγιάς …Είναι ώρα για υποσχέσεις ιερές ..αγιασμένες ..ώρα για δράση …Περιζωσάμενος την οσφύν….θα αναμετρηθεί με τον εαυτό του ,θ αγαπήσει με πράξεις …θα νεκρώσει ό,τι το παλαιό προσφέροντας άσκηση και αφοσίωση…Φέτος θα τα καταφέρει να ζήσει όχι άλλη μια Σαρακοστή …μα μια άλλη Σαρακοστή …..
Καλό Στάδιο σε όλους !!!

Κυριακή της συγχώρησης. Να συγχωρούμε, αλλά πώς; (Κυριακή της Τυρινής)

Το σημερινό Ευαγγέλιο, καθώς απόψε ξεκινά η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μας μιλάει με λόγια θείας ελπίδας αλλά και προειδοποιεί: Συγχωρείτε εκείνους που σφάλουν ενώπιόν σας, συγχωρείτε, διότι διαφορετικά δεν θα συγχωρηθείτε. Η Βασιλεία του Θεού είναι βασιλεία αμοιβαίας αναγνώρισης, αμοιβαίας αποδοχής και αγάπης, στοιχείων που συμπίπτουν με τη χαρά της κοινωνίας, αλλά και της ετοιμότητας να σηκώνουμε ο ένας τα βάρη τού άλλου.
Να συγχωρούμε, αλλά πώς; Από πού ξεκινά η συγνώμη; Θα ήταν τόσο εύκολο, πραγματικά θαυμάσιο, αν η συγνώμη μπορούσε να αρχίσει με μία τέτοια αλλαγή της καρδιάς, ώστε εκείνοι που μας είναι απεχθείς να γίνουν αγαπητοί, αυτά που μας πόνεσαν να ξεχαστούν και να μπορούμε να αρχίζουμε απ’ την αρχή σαν τίποτε να μην έχει συμβεί.
 Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να γίνει! Τον πόνο του παρελθόντος τον νιώθουμε, δεν ξεχνιέται, δεν μπορούμε απλώς να ξαναρχίσουμε σαν να μην υπήρξε τίποτε προηγουμένως. Αλλά το νόημα της συγνώμης δεν είναι αυτό. Συγνώμη δεν σημαίνει λήθη· η λήθη δεν οδηγεί πουθενά. Αν ξεχάσουμε πως, για ποιό λόγο, υπό ποιές συνθήκες, λόγω ποιάς αδυναμίας, σε ποιό σημείο ήταν ευάλωτος εκείνος που έσφαλε, τότε τον αφήνουμε απροστάτευτο. Εκείνος που έκανε το λάθος πρέπει να προστατευθεί από ενδεχόμενη νέα πτώση. Αυτό που έκανε, οι λόγοι και οι συνθήκες της πτώσης του δεν θα πρέπει να ξεχαστούν, διότι από δω και πέρα έχει ανάγκη από τη δική μας στοχαστική. άγαπητική μέριμνα, ώστε να μη γλιστρήσει, να μην αμαρτήσει και πάλι.
Εδώ ακριβώς αρχίζει η συγνώμη: τη στιγμή κατά την οποία, αναγνωρίζοντας το εύθραυστο των άλλων, όπως αναγνωρίζω και το δικό μου, την ανάγκη τους για προστασία και βοήθεια, για ευσπλαχνία, είμαι προετοιμασμένος να φέρω μαζί τους το φορτίο της αδυναμίας τους, το ευάλωτο της αμαρτωλότητάς τους. Η συγνώμη αρχίζει τη στιγμή που αποφασίζω να ανέχομαι τους αδελφούς μου, χωρίς να περιμένω να αλλάξουν, να τους ανέχομαι όπως είναι, να κάνω ελαφρότερο το φορτίο τους, ώστε κάποτε η αλλαγή τους να καταστεί εφικτή.
Η προϋπόθεση πάντως της συγνώμης βρίσκεται μέσα μου: είναι η προθυμία μου να αναλάβω αυτόν τον σταυρό, αυτό το φορτίο, ώστε οι άλλοι να θεραπευθούν ή τουλάχιστον να προστατευ­θούν έναντι του κακού. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να το κάνει ο καθένας, δεν χρειάζεται παρά μία στιγμή κατανόησης, αποφασιστικότητα και καλή θέληση. Όλοι μας έχουμε δίπλα μας ανθρώπους που δύσκολα ανεχόμαστε, που είναι, αιτία ταλαιπωρίας, δυστυχίας και θυμού· μπορούμε να ακυρώσουμε αυτόν τον θυμό και να ξεπεράσουμε τη δυστυχία αν κάνουμε το καθήκον μας, το καθήκον της ζωής μας, το έργο μας, που είναι να κουβαλάμε μαζί τους το φορτίο, να είμαστε αυτοί που, πληγωμένοι και προσβεβλημένοι και αποδιωγμένοι, θα στραφούμε στον Κύριο και θα πούμε:« Κύριε, συγχώρησε, γιατί δεν μνησικακώ, θέλω να γίνω και να παραμείνω στέρεος μ’ αυτόν τον άνθρωπο στην αδυναμία του και στην αμαρτωλότητά του. Δεν θα σταθώ κριτικά απέναντι του, κι αν εγώ δεν είμαι ακόμη ικανός να το κάνω. κάνε το Εσύ για μένα: μη μου καταλογίσεις την κρίση, μη μου καταλογίσεις την κατάκριση που με τραχύτητα πρόφερα, μην υποστηρίξεις τον θυμό μου. Στάσου δίπλα σ’ αυτόν που έσφαλε, επειδή αυτός ή αυτή έχει ανάγκη βοηθείας, συγχώρησεως και θεραπείας γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο».
Εκεί αρχίζει η συγνώμη, κι αν δεν αρχίσει εκεί δεν θα μπορέσει να εξελιχθεί σε τίποτα άλλο. Σηκώνουμε το φορτίο ο ένας του άλλου, αποδεχόμαστε την αλληλεγγύη με εκείνους που έσφαλαν και σφάλλουν, τους αγαπούμε εν καινότητι ζωής και μόνον τότε η συγχώρηση γίνεται, αυτό που πρέπει να είναι: μια πράξη μεσιτείας ενώπιον του Θεού, μια πράξη που γιατρεύει και μεταμορφώνει. Αυτή την αρχή της συγνώμης όλοι μπορούμε να την κάνουμε, είναι μέσα στις δυνάμεις μας να αναλάβουμε αυτό το έργο. Ας κάνουμε λοιπόν ό,τι μπορούμε, και ας αφήσουμε τον Θεό να πραγματοποιήσει μέσα μας, για μας, καταμεσής της ζωής μας, αυτό που ξεπερνά την καλή μας θέληση, ώστε να χτίσουμε σιγά-σιγά τη βασιλεία της αμοιβαίας αγάπης, μια βασιλεία που είναι αληθινά Βασιλεία του Θεού.

(Anthony Bloom, «Στο φως της Κρίσης του Θεού), εκδ. Εν πλω, σ. 79-83)

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Ὁ Ἅγιος Πορφυριος Ἐπίσκοπος Γάζης

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀφοῦ ἐγκατέλειψε καὶ γονεῖς καὶ πλούτη, στὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ἀρκαδίου καὶ Ὀνωρίου, ἀναχώρησε γιὰ τὴν Αἴγυπτο ποὺ ἦταν τότε μεγάλο μοναστικὸ κέντρο καὶ ἔγινε μοναχὸς σὲ σκήτη. Μετὰ πενταετὴ διαμονὴ ἦλθε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ κήρυσσε στοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς Ἕλληνες τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ ἀσθένησε σοβαρὰ ἀπὸ κίρρωση τοῦ ἥπατος, ἀλλὰ παρὰ τὴν ἀσθένειά του δὲν παρέλειπε καθημερινὰ νὰ ἐπισκέπτεται τὸ Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ τὰ ἄλλα ἱερὰ προσκυνήματα, προκαλώντας τὸν θαυμασμὸ τῶν ἄλλων προσκυνητῶν. Μεταξὺ αὐτῶν ἦταν καὶ ὁ Μᾶρκος, ὁ μετέπειτα βιογράφος τοῦ Πορφυρίου, ὁ ὁποῖος εἶχε μεταβεῖ, ἐπίσης, γιὰ προσκύνημα ἀπὸ τὴν Ἀσία στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἀπὸ τότε συνδέθηκαν διὰ βίου. Ὁ Μᾶρκος ἀποδείχθηκε πιστὸς καὶ χρήσιμος συνεργάτης του, ἀνέλαβε μάλιστα νὰ τακτοποιήσει μία σοβαρὴ ἐκκρεμότητα ποὺ εἶχε ἀφήσει στὴ Θεσσαλονίκη ὁ Πορφύριος, τὸν καταμερισμὸ δηλαδὴ τῆς οἰκογενειακῆς περιουσίας του μὲ τὰ ἐνήλικα πλέον ἀδέλφια του. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀπουσίας τοῦ Μάρκου στὴ Θεσσαλονίκη, ἡ ὑγεία τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου ἀποκαταστάθηκε θαυματουργικά, κατόπιν ὁράματος τῆς σταυρώσεως τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ εὐγνώμονος λῃστοῦ. Ὁ Μᾶρκος διεκπεραίωσε τὴν ὑπόθεση μὲ τὸν καλύτερο τρόπο καὶ ἐπέστρεψε μὲ τὸ μερίδιο τῆς περιουσίας, ὕψους 4.400 νομισμάτων καὶ μὲ πλῆθος ἀργυρῶν σκευῶν καὶ πολύτιμων ἐνδυμάτων, τὰ ὁποία σύντομα ἐκποίησε καὶ μοίρασε στοὺς πτωχοὺς καὶ στὰ μοναστήρια τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τῆς Αἰγύπτου, τὰ ὁποία ἦταν πολὺ πτωχά.
Ἐκεῖ χειροτονήθηκε, τὸ ἔτος 392 μ.Χ., Πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη Β’ (386 – 417 μ.Χ.). Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἐπισκόπου Γάζης Αἰνείου, τὸ 395 μ.Χ., ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Γάζης καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Καισαρείας Ἰωάννη. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα, ὁδήγησε καὶ πολλοὺς εδωλολάτρες καὶ αἱρετικοὺς στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία.
Γιὰ νὰ προστατεύσει ὁ Ἅγιος τὸ ποίμνιό του ἀπὸ τὶς ἀδικίες τῶν Ἐθνικῶν καὶ τῶν ἀρχόντων, δὲν δίστασε νὰ μεταβεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ νὰ ζητήσει τὴν συνδρομὴ τῶν αὐτοκρατόρων Ἀρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.) καὶ Εὐδοξίας. Ἐκεῖ συνάντησε καὶ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος τὸν συνέστησε στὸν Ἀμάντιο τὸν κουβικουλάριο καὶ στοὺς βασιλεῖς καὶ στήριξε μὲ θέρμη τὸ αἴτημά του νὰ καταστήσει γνωστὴ στοὺς βασιλεῖς τὴν τυραννία τῶν πολιτικῶν ἀρχόντων ποὺ καταπίεζαν τὸν λαό. Παρὰ τὶς ἀρχικές του ἀντιδράσεις ὁ βασιλέας ἐπείσθη καὶ χορήγησε στὸν Ἅγιο Πορφύριο βασιλικὸ διάταγμα μὲ τὸ ὁποῖο περιόριζε τὴν δράση τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ τῶν λοιπῶν αἱρετικῶν καὶ μὲ βασιλικὴ χορηγία ἀνήγειρε ἐκκλησίες ἐκεῖ ὅπου προηγουμένως βρίσκονταν εἰδωλολατρικοὶ ναοί. Κατάφερε δὲ ὁ Ἅγιος τὰ κατεδαφιστεῖ τὸ Μαρνεῖον, ὁ περίφημος ναὸς τῶν Ἐθνικῶν Γαζαίων, ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἀδριανὸ τὸ ἔτος 129 μ.Χ. Στὴν θέση του ἀνοικοδομήθηκε περικαλλὴς ναὸς μὲ χορηγία τῆς αὐτοκράτειρας Εὐδοξίας, ἡ ὁποία ἀπέστειλε γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ στὴν Γάζα τὸν Ἀντιοχέα ἀρχιτέκτονα Ρουφίνο. Ὁ ναὸς αὐτός, ποὺ ὀνομάστηκε Εὐδοξιανός, εἶχε 32 μεγάλους κίονες ἀπὸ καρυστινὸ μάρμαρο καὶ τὰ ἐγκαίνιά του ἔγιναν τὸ Πάσχα τοῦ 407 μ.Χ.
 Κατὰ τὰ μετέπειτα ἔτη ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἐργάστηκε γιὰ τὴν συγκρότηση τῆς Ἐπισκοπῆς του. Μὲ ζωηρὰ χρώματα διασώζει ὁ βιογράφος του Μᾶρκος, τὴν φιλανθρωπικὴ καὶ ἱεραποστολική του δράση. Τὸ ἔτος 415 μ.Χ. ἔλαβε μέρος στὴ Σύνοδο τῆς Διοσπόλεως, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Ἰωάννου Β’. Ἡ Σύνοδος αὐτὴ ἀσχολήθηκε μὲ τὸν θεολόγο Πελάγιο, ὁ ὁποῖος εἶχε καταφύγει στὰ Ἱεροσόλυμα κοντὰ στὸν Ἰωάννη, μετὰ τὴν σύγκρουση ποὺ εἶχε στὴν Ἀφρικὴ μὲ τὸν ἱερὸ Αὐγουστίνο, Ἐπίσκοπο Ἱππῶνος ( 15 Ἰουνίου) γιὰ τὰ θέματα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος καὶ τῆς θείας χάριτος. Στὴ Σύνοδο αὐτὴ ὁ Πελάγιος ἀθωώθηκε, ἀφοῦ ἀποδέχθηκε τὴ βασικὴ διδασκαλία, ὅτι ἡ θεία Χάρη εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Ἅγιος ἀναπαύθηκε τὸ ἔτος 420 μ.Χ. μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀσθένεια, σὲ ἡλικία 72 ἐτῶν, «τὸν καλὸν ἀγῶνα τετελεκῶς πρὸς τοὺς εἰδωλομανεῖς ἕως τῆς ἡμέρας τῆς κοιμήσεως αὐτοῦ».

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Πορφυραυγέσιν ἀρετῶν λαμπηδόσι, καταλαμπρύνας σεαυτὸν Ἱεράρχα, καθάπερ φῶς ἐξέλαμψας Πορφύριε σοφέ· λόγοις γὰρ καὶ θαύμασιν, ἀληθῶς διαπρέψας πᾶσιν ἐβεβαίωσας, εὐσέβειας τὴν χάριν· καὶ νῦν Χριστῷ ἀΰλως λειτουργῶν, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, μὴ παύσῃ δεόμενος.

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012

Λόγος παραινετικός στην είσοδο της Αγίας Τεσσαρακοστής

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Ευλόγησον   Πάτερ.
 ΧΑΙΡΩ και ευφραίνομαι, βλέποντας σήμερον στολισμένην την Εκκλησίαν τού Θεού με το πλήθος των παιδιών της, και όλους σας, όπου με πολλήν χαράν εσυντρέξατε. Διότι όταν αποβλέπω εις τα χαρού μενα σας πρόσωπα, έχω σημείον μεγαλώτατον της ψυχικής σας ηδονής, καθώς έ λεγε και κάποιος σοφός˙ «Καρδίας ευφραινομένης θάλλει πρόσωπον». Δια τούτο λοιπόν και εγώ εσηκώθηκα σήμερον με περισσοτέραν προθυμίαν, δια να σας μεταδώσω εις τον αυτόν καιρόν αυτήν την πνευματικήν χαράν, και να σας γένω μη νυτής τού ερχομού της αγίας Τεσσαρακοστής, τού ιατρικού λέγω των ψυχών μας. Διότι ο κοινός απάντων ημών Δεσπότης, θέλων ως φιλόστοργος Πατήρ να ξεπλύνωμεν τας αμαρτίας, όπου εκάμαμεν εις όλον τον καιρόν, επενόησεν εις ημάς την θεραπείαν, και δια μέσου της αγίας Τεσ σαρακοστής. Ας μη γίνεται λοιπόν τις κατηφής˙ ας μη γίνεται τις σκυθρωπός, άλλ' ας χορεύη, και ας χαίρεται και ας δοξάζη τον κηδεμόνα, και επιμελητήν των ψυχών μας, όπου μας άνοιξεν αυτήν την εξαίρετον στράταν, και ας δεχθή με πολλήν χαράν τον ερχομόν της.
 Ας εντραπώσιν οι Έλληνες, ας κα ταισχύνονται οι Εβραίοι βλέποντες την αγάπην μας, όπου αποδεχόμεθα και ασπαζόμεθα τον ερχομόν της με ιλαράν προθυμίαν, και ας μανθάνωσι δια μέσου της δοκιμής των πραγμάτων, πόση διαφορά είναι αναμέσον ημών και αυτών. Και ας ονομάζωσιν εκεί νοι εορτάς και πανηγύρεις την μέθην και όλας τας άλλας ακολασίας, και ασχημοσύνας, όπου από εδώ είναι πρέπον να σύρουν εις τού λόγου τους. Αλλά η Εκκλησία τού Θεού ας ονομάζη εορτήν τα εναντία εκείνων, την Νηστείαν, δηλαδή, τηνκαταφρόνησιν της κοιλίας, και κάθε άλλην αρετήν, όπου ακολουθεί εις αυτήν διότι αυτή είναι αληθινή εορτή. Εκεί ό που είναι σωτηρία ψυχών εκεί όπου είναι ειρήνη και ομόνοια˙ εκεί όπου είναι απο διωγμένη κάθε κοσμική φαντασία· εκεί όπου είναι μακρά η κραυγή και η σύγχυσις και τα τρεξίματα των μαγείρων, και τα σφαξίματα των άλογων ζώων και άντί δι’ αυτά πολιτεύεται κάθε ησυχία, και γα λήνη, και αγάπη, και χαρά, και ειρήνη, και πραότης λόγου και άλλα αμέτρητα α γαθά.
Ελάτε λοιπόν σας παρακαλώ να διαλεχθώμεν ολίγα τινά δι' αυτήν προς την αγάπην σας, παρακαλώντας σας πρώτον τούτο να δεχθήτε με πολλήν ησυχίαν τους λόγους μου, δια να καρποφορηθήτε κανέ να άξιον, και να αναχωρήσετε ύστερον εις τα οσπήτια σας. Διότι δεν είμεθα εδώ συν αθροισμένοι απλώς και ματαίως, δια να ομιλήση ο ένας, και ο άλλος να κροτήση απλώς τα λεγόμενα, και ούτω να αναχωρήσωμεν άπ' εδώ, αλλά δια να λαλήσωμεν ημείς κανένα ωφέλιμον, και άπ' εκείνα όπου συγκροτούσι την σωτηρίαν μας, και εσείς, άφ' ου κερδήσετε από τα λεγόμενα, και λάβετε πολλήν ωφέλειαν, ούτω να ευγήτε άπ' εδώ˙ επειδή η Εκκλησία είναι ιατρείον πνευματικόν και πρέπει εκείνοι όπου έρχονται εδώ να λαμβάνουσι τα αρ μόδια ιατρικά, και να τα βάνουσιν επάνω εις τα τραύματά τους, και ούτω να στρέφωνται εις τους οίκους των.
 Και ότι μοναχή η ακρόασις δεν ωφελεί τίποτε, αν δεν την βάλη τις εις πράξιν και με τα έργα· άκουε τον Παύλον, όπου λέ γει. «Ου γαρ οι ακροαταί τού νόμου δίκαιοι παρά τω Θεώ, άλλ' οι ποιηταί τού νόμου δικαιωθήσονται». Και ο Χριστός δημηγορών έλεγεν. «Ου πας ο λέγων μοι Κύριε, Κύριε, εισελεύσεται εις την Βασιλείαν των ουρανών, άλλ' ο ποιών το θέλημα τού Πατρός μου τού εν ουρανοίς».
Ηξεύροντες λοιπόν, αγαπητοί, πως από την ακρόασιν δεν θέλομεν έχει καμμίαν ωφέλειαν, αν δεν ήθελεν ακολουθήσει και το τέλος δια μέσου των έργων, ας μη γενώμεθα μοναχά ακροαταί, αλλά και κατορ θωταί όπως ακολουθούντα τα έργα εις τους λόγους, ήθελαν γείνει αφορμή εις η μάς πολλής παρρησίας.
 Απλώσαντες λοιπόν τους κόλπους της διανοίας σας, δεχθήτε εις αυτόν τον τρό πον τους περί νηστείας λόγους. Και κα θώς εκείνοι όπου θέλουσι να λάβουν δια γυναίκα καμμίαν σώφρονα, και κοσμίαν, και ευγενή, στολίσαντες εις κάθε μέρος τας νυμφικάς παστάδας με παραπετάσμα τα και καθαρίσαντες όλον τον οίκον, μη δίδοντες άδειαν να πατηθή από όλαις ταίς ανεπιμέληταις, και ρερυπωμέναις δουλεύτραις, τοιουτοτρόπως εισάγουσι την νύμφην εις τας παστάδας, με τον ίδιον τρόπον θέλω και εγώ να καθαρίσε τε τον λογισμόν σας, και ποραιτήσαντες την τρυφήν, και λοιπήν πολυφαγίαν, ού τω να δεχθήτε με ανοικτούς τους κόλ πους την μητέρα όλων των καλών, και την διοασκάλισσαν της σωφροσύνης, και κάθε άλλης αρετής, λέγω την νηστείαν, δια να απολαύσετε και σεις περισσοτέραν ηδονήν, και να δώση αυτή εις σας την αρμοδίαν θεραπείαν της.
  Διότι αν οι ιατροί, όταν μέλλωσι να δώσουν ιατρι κά εις εκείνους, όπου θέλουσι να καθαρί σουν τον σεσαπημένον και διεφθαρμένον χυμόν, τους προστάζουσι να απέχουν άπ' αυτήν την σωματικήν τροφήν, δια να μη εμπόδιση την δύναμιν τού ιατρικού, αλλά να ενεργήση και να δείξη το έργον του, πολύ περισσότερον ημείς όπου μέλλομεν να υποδεχθώμεν τούτο το πνευμα τικόν φάρμακον, την ωφέλειαν λέγω, όπου προέρχεται από την νηστείαν, πρέ πει να καθαρίσωμεν τον λογισμόν μας με την δίαιταν, και να κάμωμεν ελαφρότε ραν την διάνοιάν μας, δια να μη καταποντισθή από την μέθην, και κάμη άχρηστον, και ανωφελή την ωφέλειαν, όπου προξενείται από την νηστείαν.
 Και ηξεύρω ότι εις πολλούς φαίνονται παράξενα αυτά, όπου λέγομεν σή μερον, αλλά παρακαλώ ας μη δουλεύωμεν απλώς εις την συνήθειαν, αλλά με στοχασμόν ας κυβερνώ μεν τα πράγματα μας. Διότι μήπως θέλει είσθαι εις ημάς κανένα κέρδος από την καθημερινήν πολυφαγίαν, και από την μέθην την πολλήν; και τι λέγω κέρδος; μάλι στα πολλή ζημία, και βλάβη ανυπόφο ρος˙ επειδή όταν καταπνιγή ο λογισμός από την πολυποσίαν τού οίνου, ευθύς άπ' αυτήν την αρχήν, και άπ' αυτά τα προοίμια θέλομεν απορρίψει το κέρδος όπου προέρχεται από την νηστείαν. Διότι είπε μου, τι άλλο πράγμα είναι ανοστότερον, και τι άλλο ασχημότερον, όταν ρουφώντες εως το μεσονύκτιον τον άκρατον οίνον οι άνθρωποι την αυγήν όταν προβάλλη η ηλιακή ακτίνα, αποπνέουσιν ωσάν να ήσαν γεμισμένοι από έγκαιρον οίνον, και φαίνονται αηδείς εις εκείνους, όπου τους συναπαντώσι, και εις τους δουλευτάδες των ευκολοκαταφρόνητοι, και καταγελώνται από όλους εκείνους, όπου γνωρίζουσιν οπωσδήποτε το πρέπον, εξαιρέτως δε σύρουσιν εις τον εαυτόν τους και την αγανάκτησιν τού Θεού, δι' αυτήν την ακρασίαν, και την άκαιρον αμετρίαν και ανωφέλευτον;
 Διότι λέγει˙ «Οι μέ θυσοι Βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι». Τι άλλο πλέον άθλιον άπ' αυ τούς ήθελε γένει, όπου δι ολίγην, και βλαβεράν ηδονήν, αποδιώκονται από τα πρόθυρα της Βασιλείας; Αλλά μη γέ νοιτο να νικηθή τις από τους εδώ συνα θροισμένους άπ' αυτό το πάθος. Άλλ' εντρυφήσαντες και κατά την παρούσαν ημέραν με όλην την φιλοσοφίαν και σω φροσύνην, και ελευθερωθέντες από την ζάλην και ταραχήν, όπου συνειθίζει να κάμη η μέθη, να καταντήσω μεν εις τον λιμένα των ψυχών μας, εις την νηστείαν λέγω, δια να ημπορέσωμεν να απολαύσωμεν με πλουσιοπαροχίαν τα καλά, όπου προέρχονται άπ' αυτήν. Διότι καθώς η πολυφαγία γίνεται αιτία και πρόξενος μυρίων κακών εις το γένος των ανθρώ πων, ούτω και η νηστεία και καταφρόνησις λέγω της κοιλίας, έγεινε πάντοτε αφορμή εις ημάς άρρητων αγαθών. Διότι ο Θεός πλάσσας εις την αρχήν τον άνθρωπον και ηξεύρων ότι αυτό το ιατρικόν τού χρειάζεται μάλιστα δια την σωτηρίαν της ψυχής του, ευθύς και κατ' αρχάς εδωκεν αυτήν την παραγγελίαν εις τον πρωτόπλαστον Αδάμ, λέγοντας˙ «Από παντός ξύλου τού εν τω Παραδείσω βρώσει φαγή, από δε τού ξύλου τού γινώσκειν καλόν και πονηρόν ου φάγεσθε άπ' αυτού». Το δε να ειπή τούτο τρώγε, και τούτο μη τρώγης, ήτο μία εικών και τύπος της νηστείας· αλλά όντως πρέπει να φυλάξη την παραγγε λίαν, δεν το έκαμε και δια την ακρα σίαν της κοιλίας του νικηθείς, και κα νών την παρακοήν, κατεδικάσθη εις θά νατον. Διότι είδεν ο πονηρός εκείνος διάβολος, και εχθρός της φύσεώς μας, την διαγωγήν τού πρωτοπλάστου Αδάμ εις τον Παράδεισον, και την ζωήν εκείνην την ακοπίαστον, και ότι ωσάν άγγε λος ούτως ων συμπεπλεγμένος με το σώμα επολιτεύετο επάνω εις την γην θέλων να τον κρημνίση με την ελπίδα των μεγαλυτέρων ταξιμάτων, τον έβγαλε και άπ' εκείνα, όπου είχεν εις τα χέρια του. Τοιούτον είναι το να μη στέκη τις εις τα όρια του, και να επιθυμή τα μεγα λύτερα. Και τούτο το ίδιον θέλων να φανέρωση κάποιος σοφός έλεγε˙ «Φθόνω δε διαβόλου θάνατος εισήλθε εις τον κόσμον».
 Είδες αγαπητέ πως εξ αρχής έλαβε το έμβασμα ο θάνατος από την λαιμαργίαν; Στοχάσου πάλιν και ύστερα την Θείαν Γραφήν όπου κατηγορεί συχνάκις την τροφήν και όπου λέγει τώρα μεν «Εκάθησεν ο λαός φαγείν και πιείν, και ανέστησαν παίζειν» ˙ άλλην φοράν δε «Έφαγε και έπιε και ελιπάνθη και επαχύνθη, και απελάκησεν ο ηγαπημένος». Ακόμη εκείνοι όπου εκατοίκουν εις τα Σόδομα, μαζύ με τα άλλα κακά από τούτο έσυ ραν εις τον εαυτόν τους εκείνην την απαραίτητον οργήν διότι άκουσε τον Προφήτην όπου λέγει. «Τούτο το ανόμημα Σοδόμων, ότι εν πλησμονή άρτων εσπατάλων» επειδή είναι ωσάν μία βρύσις και ρίζα όλων των κακών.
Είδες την βλάβην όπου προξενεί η πο λυφαγία; κάμε μου τώρα την χάριν και ιδές πάλιν τα κατορθώματα της νηστείας. Ο Μωϋσής ενήστευσε τεσσαράκοντα ημέ ρας και ημπόρεσε να λάβη τας πλάκας της νομοθεσίας· και επειδή καταβαίνων είδε τού λαού την παρανομίαν, έρριψε κατά γης και εσύντριψεν εκείνας τας πλάκας, όπου με τόσην προσκαρτερίαν και υπομονή ν ίσχυσε να λάβη, στοχαζόμενος πως είναι, άτοπον ένας λαός μεθυστής και παράνομος να δεχθή τού Δεσπότου την νομοθεσίαν. Δια τούτο ήτον ανάγκη να νηστεύση άλλαςτεσσαράκοντας ημέρας εκείνος ο θαυμαστός Προ φήτης, δια να δυνηθή να λάβη πάλιν από τον Θεόν τας πλάκας εκείνας, και να ταίς κατεβάση, όπου δια την παρανο μίαν τους εσύντριψε.
 Και ο μέγας Ηλίας έκαμε νηστείαν τόσων ημερών και απέφυγε την τυραννίαν τού θανάτου, και αναβάς ως εις τον ουρανόν με πύρινον άρμα, ακόμη δεν εδοκίμασεν έως της σήμερον τον θάνα τον. Και Δανιήλ ο άνδρας των επιθυ μιών ενήστευσεν ημέρας πολλάς και ού τως ηξιώθη να ιδή εκείνην την θαυμα στήν οπτασίαν, ο οποίος εχαλίνωσε και τον θυμόν των λεονταρίων και τον μετέβαλεν εις ημερότητα προβάτων, μη μετα βάλλων την φύσιν, αλλά αλλάσσων την προαίρεσίν τους, ενώ έμενεν η θηριωδία.
 Αυτήν την νηστείαν εμεταχειρίσθησαν και οι Νινευίται, και εμετάβαλαν την απόφασιν τού Δεσπότου, κάνοντες και δείχνοντες αυτήν την νηστείαν ομού με τους ανθρώπους και το γένος των άλογων ζώων, και ούτως αποφυγόντες καθ’ ένας από τα πονηρά επιτηδεύματα, έσυ ραν εις φιλανθρωπίαν τον Δεσπότην των όλων. Και τι καταγίνομαι ακόμη εις τους δούλους; διότι έχομεν να απαριθμήσωμεν και άλλους πολλούς και εις την πάλαιαν και νέαν Γραφήν, όπου δια μέ σου της νηστείας επρόκοψαν. Είναι ανάγ κη να έλθωμεν εις τον κοινόν ημών απάντων Δεσπότην διότι ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός δείχνων και αυτός νη στείαν τεσσαράκοντα ημερών, ούτως άρ χισε να παλεύση με τον διάβολον δίδων εις ημάς όλους παράδειγμα, δια να αρματωνώμεθα δια μέσου αυτής, και λαμ βάνοντες την δύναμιν, όπου προξενείται άπ' αυτήν, ούτω να αντιστεκώμεθα εις την προς τον διάβολον μάχην.
 Άλλ' εδώ ίσως ήθελεν είπει τις άπ' εκείνους όπου βλέπουσιν οξέως, και έχουσιν έξυπνον την διάνοιαν διατί φαίνεται να ενήστευσεν ο Δεσπότης ταις ίδιαις ημέραις όπου ενήστευσαν και οι δούλοι, και δεν υπερέβη τον αριθμόν; Δεν έγει νεν απλώς και ματαίως τούτο, αλλά και τούτο έγεινε με σοφίαν και κατά την άφατον και ανερμήνευτον φιλανθρωπίαν του, διότι δια να μη νομίσωσιν οι άν θρωποι ότι ήλθε κατά φαντασίαν και δεν έλαβε σάρκα, ή ότι ήτον έξω από την φύσιν των ανθρώπων, δια τούτο νη στεύει τον ίδιον αριθμόν των ημερών και δεν προσθέτει εν ταις ημέραις, δια να αποστομώση την φιλονεικίαν εκείνων όπου θέλουσι να ομιλούσιν αδιάντροπα. Διότι αν ήναι μερικοί ακόμη και τώρα όπου αποτολμούσι να λέγουν αυτά, μ' όλον όπου έγεινεν αυτό, αν δεν απέκοπτε με την πρόγνωσίν του αυτήν την αφορμήν τους, τι δεν ήθελαν επιχειρήσει να ειπούν; Δια τούτο δεν υποφέρει να νηστεύση περισσοτέρας ημέρας, αλλά ενή στευσεν όσας ενήστευσαν και οι δούλοι, δια να μας διδάξη και δια μέσου αυτών των πραγμάτων, ότι ήτον και αυτός ενδεδυμένος την ιδίαν σάρκα, και δεν ήτον εξω από την φύσιν μας.
Άλλ' ότι είναι μεγάλη η δύναμις της νηστείας, και πολύ το κέρδος όπου έρχε ται εις την ψυχήν άπ' αυτήν και από τους δούλους και από τον Δεσπότην έγεινε φανερόν εις ημάς.Παρακαλώ λοι πόν την αγάπην σας, ηξεύρων το κέρδος όπου προξενεί, να μη αποδιώξετε δια οκνηρίαν την ωφέλειαν οπού προέρχεται άπ' αυτήν, μηδέ να δυσχεραίνετε εις τον ερχομόν της, αλλά να χαίρεσθε και να αγαλλιάσθε, καθώς λέγει ο μακάριος Παύλος· «Όσω γαρ ο έξωθεν ημών άνθρωπος διαφθείρεται τοσούτω ο έσω ανακαινούται». Διότι η νηστεία είναι τροφή της ψυχής· και καθώς αυτή η σω ματική τροφή παχύνει το σώμα, ούτω και η νηστεία κάνει την ψυχήν πλέον έν τονον και δυνατήν της κατασκευάζει ελαφρόν το πτερόν, την υψώνει, την κά μει να φαντάζεται τα άνω, και την κά νει ανωτέραν από ταις ηδοναίς και ταις γλυκύτητες της παρούσης ζωής.
 Και κα θώς τα ελαφρά πλοία διαπερώσι με περισσοτέραν γρηγοράδα τα πελάγη, αλλά εκείνα, όπου βαρύνονται με πολύ φόρ τωμα βυθίζονται, ούτω και η νηστεία κατασκευάζουσα ελαφρότερον τον λογισμόν, τον κάνει να διαπερά με ευκολίαν το πέλαγος της παρούσης ζωής, και να ήναι όλος προσηλωμένος εις τον ουρανόν και εις εκείνα όπου είναι εις τους ου ρανούς, και να μη ψηφά τα παρόντα, αλλά να τα παρατρέχη ωσάν μηδαμινότερα από την σκιάν και τα ονείρατα˙ αλλά η μέθη και η πολυφαγία, βαρύνοντας τον λογισμόν και παχύνοντας την σάρκα, αιχμαλωτίζει την ψυχήν, αποκλείοντάς την από κάθε μέρος, και μη αφίνοντας να έχη υγιεινόν του λογισμού το κριτήριον, την κάνει να τρέχη εις τους κρημ­νούς και να εργάζεται όλα εναντίον της σωτηρίας της.
 Ας μη κυβερνούμεν λοιπόν αγαπητοί με οκνηρίαν εκείνα όπου συμβάλλουσιν εις την σωτηρίαν μας˙ αλλά ηξεύροντες όσα κακά γεννώνται απ αυτήν, ας φύγωμεν την βλάβην όπου προξενεί. Διότι ου μόνον εις την Νέαν Διαθήκην, εις την οποίαν είναι περισσότερα η αύξησις της φιλοσοφίας και μεγαλήτερα τα παλαίσματα, και μεγάλοι οι ίδρωτες και πολλά τα βραβεία, και άρρητα τα στέφανα, εμπο δίζεται η τρυφή και η διασκέδασις, αλλά και εις την Πάλαιαν, όταν εκάθοντο ακό μα σιμά εις την σκιάν και ήσαν προση λωμένοι εις το λυχνάρι, και όπως τα παι δία όπου τρέφονται με το γάλα, ούτως άπ' ολίγον κατ' ολίγον ωδηγούντο, ουδέ τότε επεθύμουν να διασκεδάσουν και δια να μη νομίσετε ότι απλώς και ως έτυχε λέγομεν αυτά, κατηγορούντες την τρυφήν, ακούσατε τον Προφήτην όπου λέ γει˙ «Ω οι ερχόμενοι εις ημέραν καλήν, οι καθεύδοντες επί κλινών ελεφαντίνων και κατασπαταλώντες επί ταις στρωμναίς αυτών! οι ερίφους εκ ποιμνίων και μο σχάρια εκ μέσου βουκολίων γαλαθηνά! οι πίνοντες τον διυλισμένον οίνον και τα πρώτα μύρα χριόμενοι, ως εστώτα ελογίσαντο, και ούχι ως φεύγοντα»!
 Ίδετε πόσην κατηγορίαν έκαμε της τρυφής ο Προφήτης και μάλιστα όταν εδιαλέγετο με τους Εβραίους, τους αναί σθητους, τους αχάριστους, όπου καθ' ημέραν εγαστριμαργούσαν; διότι στοχασθήτε την ακρίβειαν των λόγων, άφ' ου εκατηγόρησε την πολλήν αδηφαγίαν και την πολλήν μέθην από το κρασί, τότε είπεν «ως εστώτα ελογίσαντο, και ούχι ωςφεύγοντα»· δείχνων σχεδόν ότι έως τον φάρυγγα και εις τα χείλη είναι η απόλαυσις και παρέκει δεν περνά˙ άλλ' η ηδονή είναι ολίγη και προσωρινή, ο δε πόνος είναι παντοτεινός και δεν εχει τέ λος˙ και αυτά, λέγει, μαθόντες δια μέσον της δοκιμής, τα ενόμισαν όλα πραγμα τικά, τα οποία στέκονται και μένουσι, και ουχί ως πράγματα όπου φεύγουσι, δηλαδή όπου πετούσι και δεν στέκονται ουδέ στιγμήν.
 Διότι τοιαύτα είναι όλα τα ανθρώπινα και τα σαρκικά, ακόμη δεν έφθασαν και επέταξαν τοιαύτη είναι η τρυφή, τοιαύ τη είναι η ανθρωπινή δόξα και η δυνα στεία, τοιούτος είναι οπλούτος, τοιαύτη κάθε ευτυχία της παρούσης ζωής˙ δεν έχει κανένα βέβαιον, ουδέ στάσιμον, ου δέ στερεόν, αλλά παρατρέχει και διαβαί νει γρηγορώτερα από τα ρεύματα των ποταμών, και αφίνει έρημους και γυ μνούς εκείνους, όπου είναι όλως διόλου εις αυτά δεδομένοι και εκστατικοί. Αλλά δεν είναι τοιαύτα τα πνευματικά, αλλά ενάντια αυτών, βέβαια, ακίνητα, δεν δέχονται μεταβολήν και εξαπλώνονται εις όλον τον αιώνα. Πόση λοιπόν ανοη σία δεν ήθελεν είσθαι να αλλάξω μεν τα ακίνητα δια τα κινούμενατα αιώνια δια τα πρόσκαιρα; εκείνα όπου στέκονται πάντοτε, δι' εκείνα όπου πετούσι και φεύγουσιν; εκείνα όπου προξενούσι πολ λήν απόλαυσιν εις τον μέλλοντα αιώναδι' εκείνα όπου μας ετοιμάζουσιν εκεί πολλήν τιμωρίαν;
Αυτά λοιπόν όλα στοχαζόμενοι, αγα πητοί, και φροντίζοντες κατά πολλά δια την σωτηρίαν μας, ας καταφρονήσωμεν την τρυφήν την ανωφέλευτον και βλαβεράν ας αγαπήσωμεν την νηστείαν και όλην την άλλην φιλοσοφίαν, και ας δεί ξωμεν πολλήν την μεταβολήν της ζωής μας˙ και καθ' ημέραν ας βιαζώμεθα εις την πράξιν των αγαθών έργων, όπως πραγματευσάμενοι εις όλον τον καιρόν της Τεσσαρακοστής την πνευματικήν πραγματείαν και συναθροίσαντες πολλήν πλούτον της αρετής, ηθέλαμεν καταξιωθή να φθάσω μεν και εις την Κυρίαν ημέραν τού Πάσχα, και με θάρρος να πλησιάσωμεν εις την φρικτήν και πνευ ματικήν Τράπεζαν και να μεταλάβωμεν εκείνα τα απόρρητα και αθάνατα αγαθά, με καθαράν συνείδησιν, και να γεμισθούμεν από την εκείθεν χάριν με ταις ευχαίς και πρεσβείαις των Αγίων όπου ευηρέστησαν εις αυτόν τον Χριστόν τον φιλάνθρωπον Θεόν μας˙ μεθ' ου τω Πατρί, άμα τω αγίω Πνεύματι, δόξα, κρά τος, τιμή, νυν και αεί, και εις τους αιώ νας των αιώνων.

Τί κακά κάνουν οἱ χριστιανοί στίς Ἀπόκριες

Ἄγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου
Ποιός μπορεῖ νά διηγηθεῖ τίς ἀταξίες, πού κάνουν οἱ Χριστιανοί κατά τήν περίοδο τῶν Ἀποκρέων, καί μάλιστα στά νησιά; Στ' ἀλήθεια, θά μποροῦσε νά πεῖ κανείς, ὅτι τότε οἱ Χριστιανοί δαιμονίζονται ὅλοι, διότι χορεύουν, παίζουν, τραγουδοῦν ἀσυνείδητα, μέχρι καί αὐτοί οἱ πλέον γέροντες. Καί, ὅποιος δέν χορέψει ἤ δέν τραγουδήσει, θεωρεῖται τρελλός, διότι οἱ ἄνδρες φοροῦν γυναικεία φορέματα καί οἱ γυναῖκες ἀνδρικά· διότι ντύνεται ὁ καθένας μέ διαφορετικά ροῦχα καί μάσκες, τίς κοινῶς ἀποκαλούμενες μουτσοῦνες· τότε δέν ἔχει διαφορά ἡ ἡμέρα ἀπό τήν νύκτα· διότι ἐπίσης μέ τήν ἡμέρα καί ὅλη ἡ νύκτα ξοδεύεται σέ χορούς καί μασκαριλίκια· τότε δέν διαφέρουν οἱ λαϊκοί ἀπό τούς κληρικούς καί τούς ἱερωμένους· διότι ὅλοι ἐξ ἴσου ἀτακτοῦν· τότε, γιά νά πῶ ἔτσι, πανηγυρίζει ἡ ἀσέλγεια· γιορτάζει ἡ ἀκολασία· εὐφραίνεται ἡ μέθη· ἀγάλλεται ἡ τρυφή καί ἡ ἀσωτεία· χορεύει ὁ διάβολος μέ δέκα μανδύλια καί μαζί μέ αὐτόν χορεύει ὅλο τό πλῆθος τῶν δαιμόνων· διότι τό κέρδος, πού κάνουν μόνο στίς ἀποκριές, δέν μποροῦν νά τό ἀποκτήσουν σέ ὁλόκληρο τόν χρόνο. Λυπᾶται δέ ἡ ἀρετή· στενοχωριέται ἡ σωφροσύνη· ὀδύρεται ἡ χριστιανική σεμνότητα καί ἡ εὐταξία· διώχνεται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ὁ φόβος τῆς κολάσεως καί τῆς κρίσεως· πενθεῖ ὁ Χριστός καί θρηνοῦν ὅλοι οἱ ἄγγελοι καί οἱ δίκαιοι. 

"Ω, καί ποιός νά μή κλάψει; καί ποιός νά μή χύσει καρδιοστάλακτα δάκρυα, βλέποντας τήν ἀπώλεια καί τήν ἀνοησία αὐτῶν τῶν Χριστιανῶν; Αὐτοί εἶναι τόσο ἀνόητοι, πού ἀντί νά κερδίσουν ἀπό τήν νηστεία τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, περισσότερο ζημιώνονται ἀπό τίς ἀπόκριες, καί, γιά νά κερδίσουν ἕνα, χάνουν ἑκατό· καί κάνουν οἱ ἄθλιοι σάν τούς ἀνόητους ἐμπόρους, τρέχοντας σέ ζημία καί ὄχι σέ κέρδος· διότι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη εἶναι ἡ βλάβη πού δέχονται κατά τίς ἀπόκριες, παρά ἡ ὠφέλεια πού λαμβάνουν ἀπό τήν Τεσσαρακοστή πού ἔρχεται· ἴλεως, ἴλεως, ἴλεως νά γίνη ὁ Θεός. Καί μακάρι αὐτός νά φωτίση τούς ἅγιους Ἀρχιερεῖς καί τούς πνευματικούς καί τούς διδασκάλους, νά ἐμποδίσουν αὐτά τά κακά μέ ἀφορισμούς καί μέ ἐπιτίμια, ὅπως ὁρίζει καί ὁ ξβ' Κανόνας τῆς ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς ς’ Συνόδου:«Τάς οὕτω λεγομένας Καλάνδας, καί τά λεγόμενα Βοτά, καί τά καλούμενα Βουμάλια...κατά τί ἔθος παλαιόν καί ἀλλότριόν τοῦ τῶν Χριστιανῶν βίου, ἀποπεμπόμεθα, ὁρίζοντες μηδένα ἄνδρα γυναικείαν στολήν ἐνδιδύσκεσθαι ἤ γυναίκα τήν ἀνδράσιν ἁρμόδιον ἀλλά μήτε προσωπεῖα κωμικά ἤ σατυρικά ἤ τραγικά ὑποδύεσθαι· μήτε τό τοῦ βδελυκτοῦ Διονύσου ὄνομα τήν σταφυλήν ἐκθλίβοντος ἐν τοῖς ληνοῖς ἐπιβοᾶν.... Τούς οὔν ἀπό τοῦ νῦν τί τῶν προειρημένων ἐπιτελεῖν ἐγχειροῦντας, ἐν γνώσει τούτων καθισταμένους, τούτους, εἰ μέν κληρικοί εἶεν, καθαιρεῖσθαι προστάσσομεν, εἰ δέ λαϊκοί, ἀφορίζεσθαι».

(Πηγή: «Χρηστοήθεια τῶν Χριστιανῶν», Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Λόγος Β’, Μεταφραστής: Βενέδικτος Ἱερομόναχος Ἁγιορείτης, Ἐκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου Νέα Σκήτη Ἁγίου Ὅρους, Ἔτος ἔκδοσης: 2010

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 26 Φεβρουαρίου 2012 - Κυριακή της Τυρινής

Ματθ. στ´ 14-21) 
Εἶπεν ὁ Κύριος· ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑ-μῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν.
῞Οταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀ-φανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ.
Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.

Ἀπόδοση στη νεοελληνική
Εἶπε ὁ Κύριος· ἂν συγχωρήσετε τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὰ παραπτώματά τους, θὰ σᾶς συγχωρήσει κι ἐσᾶς ὁ οὐράνιος Πατέρας σας. ῍Αν ὅμως δὲν συγχωρήσετε στοὺς ἀνθρώπους τὰ παραπτώματά τους, οὔτε κι ὁ Πατέρας σας θὰ συγχωρήσει τὰ δικά σας παραπτώματα.

῞Οταν νηστεύετε, νὰ μὴ γίνεστε σκυθρωποί, ὅπως οἱ ὑποκριτές, ποὺ παραμορφώνουν τὴν ὄψη τους γιὰ νὰ δείξουν στοὺς ἀνθρώπους πὼς νηστεύουν. Σᾶς βεβαιώνω πὼς ἔτσι ἔχουν κιόλας λάβει τὴν ἀνταμοιβή τους. ᾿Εσύ, ἀντίθετα, ὅταν νηστεύεις, περιποιήσου τὰ μαλλιά σου καὶ νίψε τὸ πρόσωπό σου, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ στοὺς ἀνθρώπους ἡ νηστεία σου, ἀλλὰ στὸν Πατέρα σου, ποὺ βλέπει τὶς κρυφὲς πράξεις· καὶ ὁ Πατέρας σου, ποὺ βλέπει τὶς κρυφὲς πράξεις, θὰ σοῦ τὸ ἀνταποδώσει φανερά.

Μὴ μαζεύετε θησαυροὺς πάνω στὴ γῆ, ὅπου τοὺς ἀφανίζει ὁ σκόρος καὶ ἡ σκουριά, κι ὅπου οἱ κλέφτες κάνουν διαρρήξεις καὶ τοὺς κλέβουν. ᾿Αντίθετα, νὰ μαζεύετε θησαυροὺς στὸν οὐρανό, ὅπου δὲν τοὺς ἀφανίζουν οὔτε ὁ σκόρος οὔτε ἡ σκουριά, κι ὅπου οἱ κλέφτες δὲν κάνουν διαρρήξεις καὶ δὲν τοὺς κλέβουν. Γιατὶ ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σας ἐκεῖ θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδιά σας.

Ο Απόστολος της Κυριακής 26 Φεβρουαρίου 2012

Ρωμ. ιγ´ 11-ιδ´ 4)
Ἀδελφοί, νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. ῾Η νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ᾿Αποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ῾Ως ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.
Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. ῞Ος μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. ῾Ο ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; Τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
Ἀπόδοση στη νεοελληνική
Ἀδελφοί, τώρα ἡ τελικὴ σωτηρία βρίσκεται πιὸ κοντὰ μας παρὰ τότε ποὺ πιστέψαμε. ῾Η νύχτα ὅπου νά ᾿ναι φεύγει, καὶ ἡ μέρα κοντεύει νὰ ᾿ρθεῖ. Γι’ αὐτὸ ἂς πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας τὰ ἔργα τοῦ σκότους, κι ἂς φορέσουμε τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ῾Η διαγωγή μας ἂς εἶναι κόσμια, τέτοια ποὺ ταιριάζει στὸ φῶς. ῍Ας πάψουν τὰ φαγοπότια καὶ τὰ μεθύσια, ἡ ἀσύδοτη κι ἀκόλαστη ζωή, οἱ φιλονικίες κι οἱ φθόνοι. Ντυθεῖτε τὸν Κύριό μας ᾿Ιησοῦ Χριστὸ καὶ μὴν ἀφήνετε τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό σας νὰ σᾶς παρασύρει στὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν σας.
Νὰ δέχεστε ὅποιον ἔχει ἀσθενικὴ πίστη, χωρὶς νὰ ἐπικρίνετε τὶς ἀπόψεις του. Γιὰ παράδειγμα, ἕνας πιστεύει πὼς μπορεῖ νὰ φάει ἀπ’ ὅλα, ἐνῶ κάποιος ἄλλος, ποὺ ἔχει ἀσθενικὴ πίστη, τρώει μόνο χόρτα. Αὐτὸς ποὺ τρώει ἀπ’ ὅλα, ἂς μὴν περιφρονεῖ ἐκεῖνον ποὺ δὲν τρώει· κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν τρώει, ἂς μὴν κατακρίνει ἐκεῖνον ποὺ τρώει, γιατὶ ὁ Θεὸς τὸν ἔχει δεχτεῖ στὴν ἐκκλησία του. Ποιὸς εἶσαι ἐσὺ ποὺ θὰ κρίνεις ἕναν ξένο ὑπηρέτη; Μόνο ὁ Κύριός του μπορεῖ νὰ κρίνει ἂν στέκεται ἢ ὄχι στὴν πίστη του, γιατὶ ὁ Θεὸς ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὸν στηρίξει.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Ὁ Ἅγιος Ταράσιος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Ταράσιος γεννήθηκε, ἀνατράφηκε καὶ ἐκπαιδεύθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ εὐγενεῖς, τὸν Γεώργιο, κριτὴ καὶ πατρίκιο καὶ τὴν Εὐκρατία. Λόγω τῆς μεγάλης του μορφώσεως ἀνυψώθηκε στὸ ἀξίωμα τοῦ πρωτασηκρίτου.
Οἱ ἐκκλησιαστικὲς περιστάσεις τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν ἀρκετὰ σοβαρές. Ὑπῆρχε ἀκόμα ὁ πόλεμος τῶν εἰκονομάχων, ἡ δὲ θέση τῶν Ὀρθοδόξων ἔγινε ἀκόμη πιὸ δύσκολη διὰ τοῦ θανάτου τοῦ Πατριάρχου Παύλου Δ’ τοῦ Κυπρίου (780 – 781 μ.Χ.). Ἡ βασίλισσα Εἰρήνη ἡ Ἀθηναία, ἡ ὁποία ἐπιτρόπευε τὸν ἀνήλικο υἱό της Κωνσταντῖνο ΣΤ’ (780 – 798 μ.Χ.), κατανόησε, ὅτι χρειαζόταν ἐκκλησιαστικὸς ἡγέτης μὲ εὐσέβεια, θεολογικὴ κατάρτιση καὶ διοικητικὴ ἱκανότητα, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς περιστάσεις καὶ τὰ προβλήματα. Ἔτσι ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς λαϊκοὺς ὁ Ἅγιος Ταράσιος παρὰ τὶς ἐπίμονες ἀρνήσεις του, ἀφοῦ ἔλαβε ὑπόσχεση ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς, ὅτι θὰ συγκληθεῖ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ποὺ θὰ ἀντιμετωπίσει τὰ διάφορα θεολογικὰ ζητήματα καὶ τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέματα. Ἡ χειροτονία τοῦ νέου Πατριάρχου ἔγινε στὶς 25 Δεκεμβρίου 784 μ.Χ.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πατριαρχίας του ὁ Ἅγιος μερίμνησε γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν σχέσεων μὲ τὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία ἐπὶ Πάπα Ἀδριανοῦ Α’ (771 – 795 μ.Χ.) καὶ τὴν σύγκλιση τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὸ ἔτος 787 μ.Χ., στὴ Νίκαια, ἡ ὁποία καταδίκασε τοὺς εἰκονομάχους καὶ ἀκύρωσε τὴν εἰκονομαχικὴ Σύνοδο τοῦ ἔτους 754 μ.Χ. θέτοντας ὡς βάση τοῦ δογματικοῦ καθορισμοῦ τὰ σχετικὰ συγγράμματα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ ( 4 Δεκμβρίου). Ἡ ὄγδοη συνεδρία τῆς Συνόδου ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη, στὰ ἀνάκτορα, ὅπου οἱ βασιλεῖς Εἰρήνη καὶ Κωνσταντῖνος ὑπέγραψαν τοὺς Ὅρους τῆς Συνόδου.
Στὴν εὐσέβεια καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἦθος τοῦ Ἁγίου ὀφείλεται καὶ ἡ μέριμνα ποὺ ἔλαβε ἡ Ἐκκλησία κατὰ τῆς σιμωνίας, τοῦ χρηματισμοῦ δηλαδὴ γιὰ τὴν ἀπόκτηση ἐκκλησιαστικῶν ἀξιωμάτων καὶ ἰδιαίτερα τῶν ἐπισκοπικῶν θέσεων. Παράλληλα ὁ Ἅγιος ἀνέπτυξε πλούσια φιλανθρωπικὴ καὶ κοινωνικὴ δράση καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη του πρὸς τοὺς πτωχούς.
Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν μοναχισμὸ ἐκφράστηκε καὶ μὲ τὴν ἵδρυση Μονῆς στὸ στενὸ τοῦ Βοσπόρου, στὴν ὁποία καὶ ἐνταφιάσθηκε μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή του τὴν Τετάρτη τῆς Α’ ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν, τὸ ἔτος 806 μ.Χ. Ὁ αὐτοκράτορας Μιχαὴλ Α’ ὁ Ραγκαβὲς (811 – 813 μ.Χ.) τὸν Μάρτιο τοῦ ἔτους 813 μ.Χ. ἐνέδυσε τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου μὲ ἄργυρο, ἐπιδεικνύοντας ἔτσι καὶ αὐτὸς καὶ ἡ βασίλισσα Προκοπία τὸν σεβασμό τους πρὸς τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Ταρασίου ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Βίου ὀρθότητι, καλλωπιζόμενος, φωστὴρ ὑπέρλαμπρος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ τὴν Εἰκόνα τοῦ Χρίστου, Συνόδῳ ἐν τῇ Ἑβδόμῃ, προσκυνεῖν ἐκήρυξας, ὀρθοδόξως μακάριε, στῦλος καὶ ἑδραίωμα, Ἐκκλησίας γενόμενος· διὸ τοὺς σοὺς ἀγῶνας γεραίρει, Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Η προσέλευσή μας στο ναό (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου)

Σας παρακαλώ λοιπόν και σας ικετεύω, ας προτιμάμε από οποιαδήποτε άλλη ασχολία και φροντίδα τον εκκλησιασμό. Ας τρέχουμε πρόθυμα, όπου κι αν βρισκόμαστε, στην εκκλησία.
Προσέξτε όμως, κανείς να μην μπει στον ιερό αυτό χώρο, έχοντας βιοτικές φροντίδες ή περισπασμούς ή φόβους.Αφού τ’ αφήσουμε όλα τούτα έξω, στις πύλες του ναού, τότε ας περάσουμε μέσα. Γιατί ερχόμαστε στα ανάκτορα των ουρανών, πατάμε σε τόπους που αστράφτουν.
Ας διώξουμε από την ψυχή μας πρώτα- πρώτα τη μνησικακία, για να μην κατακριθούμε, όταν παρουσιαστούμε μπροστά στο Θεό και προσευχηθούμε λέγοντας: «Πάτερ ημών..., άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Διαφορετικά, πως θέλεις να φανεί ο Δεσπότης Χριστός γλυκός και πράος απέναντί σου, αφού εσύ γίνεσαι στο συνάνθρωπό σου σκληρός και δεν τον συγχωρείς; Πώς θα μπορέσεις να υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό; Πώς θα κινήσεις τη γλώσσα σου σε λόγια προσευχής; Πώς θα ζητήσεις συγγνώμη; Ακόμα κι αν θέλει ο Θεός να συγχωρήσει τις αμαρτίες σου, δεν Τον αφήνεις εσύ, επειδή δεν συγχωρείς τον πλησίον σου.
 
Προσοχή και προσευχή
Αλλά και η διαγωγή μας, όσο βρισκόμαστε μέσα στο ναό, ας είναι η πρέπουσα, όπως αρμόζει σε άνθρωπο που βρίσκεσαι μπροστά στο Θεό. Να μην ασχολούμαστε με άσκοπες συζητήσεις, μα να στεκόμαστε με φόβο και τρόμο, με προσοχή και προθυμία, με το βλέμμα στραμμένο στη γη και την ψυχή υψωμένη στον ουρανό.
Γιατί έρχονται πολλοί στην εκκλησία, επαναλαμβάνουν μηχανικά ψαλμούς και ευχές, και φεύγουν, δίχως να ξέρουν τι είπαν. Τα χείλη κινούνται, αλλά τ’ αυτιά δεν ακούνε. Εσύ δεν ακούς την προσευχή σου, και θέλεις να την εισακούσει ο Θεός; Γονάτισα, λες, αλλά ο νους σου πετούσε μακριά. Το σώμα σου ήταν μέσα στην εκκλησία και η ψυχή σου έξω. Το στόμα έλεγε την προσευχή και ο νους μετρούσε τόκους, συμβόλαια, συναλλαγές, χωράφια, κτήματα, συναναστροφές με φίλους. Κι όλα αυτά συμβαίνουν, γιατί ο διάβολος είναι πονηρός, ξέρει πως την ώρα της προσευχής κερδίζουμε πολλά, γι’ αυτό τότε επιτίθεται με μεγαλύτερη σφοδρότητα. Άλλες φορές είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, και τίποτα δεν σκεφτόμαστε, ήρθαμε όμως στην εκκλησία να προσευχηθούμε και ο διάβολος μας έβαλε ένα σωρό λογισμούς, ώστε καθόλου να μην ωφεληθούμε.
Αν, αλήθεια, ο Θεός σου ζητήσει λόγο για την αδιαφορία ή και την ασέβεια που δείχνεις στις λατρευτικές συνάξεις, τι θα κάνεις; Να, την ώρα που Αυτός σου μιλάει, εσύ, αντί να προσεύχεσαι, έχεις πιάσει κουβέντα με τον διπλανό σου για πράγματα ανώφελα. Και όλα τ’ άλλα αμαρτήματά μας αν παραβλέψει ο Θεός, τούτο φτάνει για να στερηθούμε τη σωτηρία. Μην το θεωρείς μικρό παράπτωμα. Για να καταλάβεις τη βαρύτητά του, σκέψου τι γίνεται στην ανάλογη περίπτωση των ανθρώπων. Ας υποθέσουμε ότι συζητάς μ’ ένα επίσημο πρόσωπο ή μ’ έναν εγκάρδιο φίλο σου. Και ενώ εκείνος σου μιλάει, εσύ γυρίζεις αδιάφορα το κεφάλι σου και αρχίζεις να κουβεντιάζεις με κάποιον άλλο. Δεν θα προσβληθεί ο συνομιλητής σου απ’ αυτή την απρέπειά σου; Δεν θα θυμώσει; Δεν θα σου ζητήσει το λόγο;
Αλίμονο! Βρίσκεσαι στη θεία Λειτουργία, κι ενώ το βασιλικό τραπέζι είναι ετοιμασμένο, ενώ ο Αμνός του Θεού θυσιάζεται για χάρη σου, ενώ ο ιερέας αγωνίζεται για τη σωτηρία σου, εσύ αδιαφορείς. Την ώρα που τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ σκεπάζουν τα πρόσωπά τους από δέος και όλες οι ουράνιες δυνάμεις μαζί με τον ιερέα παρακαλούν το Θεό για σένα, τη στιγμή που κατεβαίνει από τον ουρανό η φωτιά του Αγίου Πνεύματος και το αίμα του Χριστού χύνεται από την άχραντη πλευρά Του μέσα στο άγιο Ποτήριο, τη στιγμή αυτή η συνείδησή σου, άραγε, δεν σε ελέγχει για την απροσεξία σου; Σκέψου, άνθρωπέ μου, μπροστά σε Ποιον στέκεσαι την ώρα της φρικτής μυσταγωγίας και μαζί με ποιους- με τα Χερουβείμ, με τα Σεραφείμ, με όλες τις ουράνιες δυνάμεις. Αναλογίσου μαζί με ποιους ψάλλεις και προσεύχεσαι. Είναι αρκετό για να συνέλθεις, όταν θυμηθείς ότι, ενώ έχεις υλικό σώμα αξιώνεσαι να υμνείς τον Κύριο της κτίσεως μαζί με τους ασώματους αγγέλους. Μη συμμετέχεις λοιπόν στην ιερή εκείνη υμνωδία με αδιαφορία. Μην έχεις στο νου σου βιοτικές σκέψεις. Διώξε κάθε γήινο λογισμό και ανέβα νοερά στον ουρανό, κοντά στο θρόνο του Θεού. Πέταξε εκεί μαζί με τα Σεραφείμ, φτερούγισε μαζί τους, ψάλε τον τρισάγιο ύμνο στην Παναγία Τριάδα.

Η ιστορία για μια θαυμαστή ίαση απ’ τη Θεία Μετάληψη


Μία γυναίκα ονόματι Βέλικα Π., καλή νοικοκυρά απ’ το χωριό Μπρούσνικ διηγείται πως πριν από δύο χρόνια κείτονταν άρρωστη στο νοσοκομείο του Μπίτολιε. Το χέρι της είχε πρηστεί πολύ. Οι γιατροί τρύπησαν το πρήξιμο και μεγάλη ποσότητα πύον έβγαινε απ’ το χέρι της. Τότε την πλησίασε μία μέρα ο πατέρας Ιωάννης Μαξίμοβιτς, τότε καθηγητής του Θεολογικού Λυκείου, και σημερινός επίσκοπος Σαγκάης. Εκείνη δεν τον γνώριζε. Ο πατέρας Ιωάννης της πρόσφερε να λάβει τη Θεία Μετάληψη κι εκείνη κοινώνησε. Γι’ αυτό το λόγο υπέφερε λιγότερο. Μετά από δύο τρεις μέρες πάλι την επισκέφθηκε ο πατέρας Ιωάννης και πάλι της πρότεινε να κοινωνήσει. Εκείνη δέχθηκε, αλλά είπε, ότι πρώτα θα νηστέψει τουλάχιστον τρεις ημέρες και τότε θα λάβει τη Θεία Κοινωνία. Επειδή, λέει, την προηγούμενη φορά κοινώνησε χωρίς νηστεία κι έχει τύψεις συνειδήσεως. Ο πατέρας Ιωάννης την άφησε να κάνει όπως επιθυμούσε κι έφυγε. Η γυναίκα άρχισε να νηστεύει, και απ’ όλο το φαγητό που της πρόσφεραν στο νοσοκομείο έπαιρνε μόνο ψωμί. Μετά από τρεις μέρες έφερε ο πατέρας Ιωάννης τη Θεία Κοινωνία και τη μετέλαβε. Αυτό έγινε τη Μεγάλη Τετάρτη το πρωί. Πριν βραδιάσει το χέρι της άρρωστης ήταν εντελώς υγιές. Ήρθε ο γιατρός, ο οποίος της είχε πει ότι θα πρέπει να μείνει στο νοσοκομείο τουλάχιστον τρεις μήνες. Και τα έχασε όταν είδε, ότι μέσα στο χέρι όλο το πύον στέγνωσε και ότι η άρρωστη κατά την πίεση του χεριού δεν πονούσε καθόλου. Έκανε το σταυρό του και είπε στη γυναίκα, ότι είναι υγιής και ότι μπορεί αμέσως να πάει στο σπίτι της.

(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Εμμανουήλ», εκδ. Χρόες.)

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Εὕρεσις Τιμίας κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Προφήτου, προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννη

Ὅταν ἀποκεφαλίσθηκε ἀπὸ τὸν Ἡρώδη, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ἡ τίμια κεφαλὴ αὐτοῦ τοποθετήθηκε μέσα σὲ ἀγγεῖο ἀπὸ ὄστρακο καὶ κρύφθηκε στὴν οἰκία τοῦ Ἡρώδη. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης φανερώθηκε στὸ ὄνειρο δύο μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀναχωρήσει γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα μὲ σκοπὸ νὰ προσκυνήσουν τὸν τάφο τοῦ Κυρίου, ἀγγέλλοντας σὲ αὐτούς, ποῦ βρίσκεται ἡ τίμια κεφαλή του. Καὶ ἐκεῖνοι, ἀφοῦ τὴν βρῆκαν, τὴν εἶχαν μὲ τιμές. Ἀπὸ αὐτοὺς τὴν παρέλαβε κάποιος κεραμεὺς καὶ τὴν μετέφερε στὴν πόλη τῶν Ἐμεσηνῶν. Ὅταν ὅμως πέθανε, τὴν κληροδότησε στὴν ἀδελφή του. Καὶ ἀπὸ τότε διαδοχικὰ περιῆλθε σὲ πολλούς, γιὰ νὰ καταλήξει στὰ χέρια κάποιου ἱερομονάχου ἀρειανοῦ ποὺ ὀνομαζόταν Εὐστάθιος καὶ φύλαξε τὴν τίμια κάρα σὲ σπήλαιο. Ἀπὸ ἐκεῖ μεταφέρθηκε, ἐπὶ Οὐάλεντος (364 – 378 μ.Χ.), στὸ Παντείχιον τῆς Βιθυνίας μέχρι ποὺ ὁ Θεοδόσιος ὁ Μέγας (379 – 395 μ.Χ.) ἀνεκόμισε αὐτὴ στὸ Ἕβδομο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου ἀνήγειρε μέγα καὶ περικαλλέστατο ναό.
Βέβαια περὶ τῆς εὑρέσεως τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου ὑπάρχουν καὶ ἄλλες ἀντιφατικὲς παραδόσεις. Κατ’ ἄλλη ἐκδοχὴ ἡ τίμια κάρα εὑρέθηκε στὴν Ἔμεσα τὸ ἔτος 458 μ.Χ., ἐπὶ βασιλέως Λέοντος Α’ (457 – 474 μ.Χ.), ἐνῷ ἄλλοι δέχονται ὅτι αὐτὴ εὑρέθηκε τὸ ἔτος 760 μ.Χ. καὶ μεταφέρθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου στὴν Ἔμεσα. Ἀπὸ ἐκεῖ μετακομίσθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐπὶ βασιλείας Μιχαὴλ Γ’ (842 – 867 μ.Χ.) καὶ πατριαρχίας Ἰγνατίου.
Περὶ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Τιμίου Προδρόμου βρίσκουμε εἰδήσεις καὶ σὲ διάφορους χρονογράφους. Ὁ Ζωναρᾶς ἀναφέρει ὅτι τὸ ἔτος 968 μ.Χ. ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς βρῆκε στὴν Ἔδεσσα τῆς Μεσοποταμίας «βόστρυχον τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου αἵματι περφυμένον», ποὺ μετακόμισε στὴν Κωνσταντινούπολη. Πέντε δὲ χρόνια νωρίτερα, κόμισε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὴ Βέροια τῆς Συρίας, περὶ τὸν Ἀπρίλιο τοῦ ἔτους 963 μ.Χ., μέρος τοῦ ἱματίου τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Σύμφωνα μὲ ἄλλη μαρτυρία ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς βρῆκε στὴν Κρήτη «τὸ ἔνδυμα τοῦ Προφήτου ἐκ τριχῶν καμήλου τυγχάνον καὶ περὶ τὸν τράχηλον ἠμαγμένον».
Ἡ Σύναξη τῆς εὑρέσεως τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ἐτελεῖτο στὸ Προφητεῖο του, ποὺ βρισκόταν στὴν τοποθεσία τὴν ὀνομαζόμενη Φωρακίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ γῆς ἀνατείλασα, ἡ τοῦ Προδρόμου Κεφαλή, ἀκτῖνας ἀφίησι, τῆς ἀφθαρσίας πιστοῖς τῶν ἰάσεων· ἄνωθεν συναθροίζει, τὴν πληθὺν τῶν Ἀγγέλων, κάτωθεν συγκαλεῖται, τῶν ἀνθρώπων τὰ γένη, ὁμόφωνον ἀναπέμψαι, δόξαν Χριστῷ τῷ Θεῷ.