Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

Εὐαγγέλιον Κυριακὴς τῆς Τυρινῆς

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ϛ´ 14 - 21
14 Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· 15 ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. 16 Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί, ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσιν τὸν μισθὸν αὐτῶν. 17 σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, 18 ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. 19 Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσιν καὶ κλέπτουσιν· 20 θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· 21 ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.

Ερμηνευτική απόδοση

Πρέπει δε να έχετε υπ' όψιν σας ότι, αν και σεις συγχωρήτε με όλην σας την καρδιά τα αμαρτήματα που έκαμαν εις σας οι άλλοι, και ο Πατήρ σας ο ουράνιος θα συγχωρήση τα ιδικά σας αμαρτήματα. 15 Εάν όμως δεν δώσετε συγχώρησιν στους ανθρώπους δια τα αμαρτήματά των, τότε ούτε ο Πατήρ σας θα συγχωρήση τας ιδικά σας αμαρτίας. 16 Οταν δε νηστεύητε, μη γίνεσθε όπως οι υποκριταί, σκυθρωποί και κατηφείς, διότι αυτοί αλλοιώνουν και μαραίνουν το πρόσωπόν των, παίρνουν την εμφάνισιν αδυνατισμένου ανθρώπου, δια να φανούν στους άλλους ότι νηστεύουν· αληθινά σας λέγω ότι απολαμβάνουν ολόκληρον τον μισθόν των,δηλαδή τους επαίνους των ανθρώπων. 17 Συ όμως, όταν νηστεύης, περιποιήσου την κόμην σου και νίψε το πρόσωπόν σου, όπως συνηθίζεις. 18 Δια να μη φανής στους ανθρώπους ότι νηστεύεις, αλλά στον Πατέρα σου τον επουράνιον, ο οποίος ευρίσκεται αόρατος παντού και εις τα πλέον απόκρυφα μέρη. Και ο Πατήρ σου, που βλέπει και τα κρυπτά, θα σου αποδώση εις τα φανερά την αμοιβήν σου. 19 Μη συσσωρεύετε δια τον εαυτόν σας θησαυρούς έδω εις την γην, όπου ο σκόρος και η αποσύνθεσις καταστρέφουν και αφανίζουν, και όπου οι κλέπται διατρυπούν τοίχους και χρηματοκιβώτια και κλέπτουν. 20 Να θησαυρίζετε όμως δια τον εαυτόν σας και να αποταμιεύετε θησαυρούς στον ουρανόν, όπου ούτε ο σκόρος ούτε η σαπίλα αφανίζουν, και όπου οι κλέπται δεν τρυπούν τοίχους και δεν κλέπτουν. 21 Διότι, όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδία σας (Εις τον ουρανόν ο θησαυρός σας, στον ουρανόν και η καρδία σας). 

Ἀπόστολος Κυριακὴς τῆς Τυρινῆς

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΓ´ 11 - 14
11 Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. 12 ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. 13 ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, 14 ἀλλ’ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΔ´ 1 - 4
1 Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. 2 ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. 3 ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. 4 σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.

Ερμηνευτική απόδοση

Και αυτά θα τα πράττωμεν, έχοντες υπ' όψιν μας την προσωρινότητα και βραχύτητα της παρούσης ζωής· και ότι ακόμη είναι πλέον ώρα να εξυπνήσωμεν από τον ύπνον της πνευματικής ραθυμίας, που μας κάνει νωθρούς δια τα καλά έργα. Διότι τώρα είναι πιο κοντά η ημέρα της σωτηρίας και απολυτρώσεώς μας, παρ' όσον ήτο τότε που επιστεύσαμεν. 12 Η νύχτα, δηλαδή η παρούσα ζωη, που ομοιάζει με νύχτα, έχει πλέον προχωρήσει· η δε ημέρα της μελλούσης ζωής και της εκδημίας μας προς τον ουρανόν επλησίασε. Ας αποθέσωμεν, λοιπόν, και ας πετάξωμεν από την ψυχήν μας και την ζωήν μας τα έργα του σκότους και ας ενδυθώμεν, σαν φωτεινά όπλα, τα έργα της αρετής. 13 Ας ζώμεν και ας φερώμεθα με ευπρέπειαν και σεμνότητα, όπως εκείνος, που περιπατεί κατά το διάστημα της ημέρας και τον βλέπουν οι άνθρωποι. Οχι με αμαρτωλά φαγοπότια και μέθας, ούτε με πράξεις αισχράς και εξευτελιστικάς ούτε με φιλονεικίας και ζηλοφθονίας. 14 Αλλά, σαν πολυτιμότατον φέρεμα της ψυχής σας, ενδυθήτε τον Κυριον Ιησούν Χριστόν, ώστε να ζήτε εν τω Χριστώ και ο Χριστός να ζη εις σας· και μη φροντίζετε δια τας ικανοποιήσεις των ατάκτων και παρανόμων επιθυμιών της σαρκός.


1 Εκείνον τον αδελφόν, που είναι αδύνατος κατά την πίστιν (και προσέχει περισσότερον τους εξωτερικούς τύπους, όπως είναι π,χ. η διάκρισις των φαγητών σύμφωνα με τον μωσαϊκόν Νομον) πρέπει να τον δέχεσθε και να τον αγκαλιάζετε με στοργήν, χωρίς να συζητήτε και να επικρίνετε τας αντιλήψστου. 2 Αλλος μεν πιστεύει, ότι έχει το δικαίωμα να τρώγη όλα τα φαγητά· ο ασθενής όμως κατά την πίστιν τρώγει λάχανα, διότι φοβείται μήπως μολυνθή από τα άλλα φαγητά και χάση την ψυχήν του. 3 Εκείνος που έχει φωτισμένην πίστιν και τρώγει από όλα, ας μη καταφρονή και εξευτελίζη ως ολιγόπιστον και στενοκέφαλον τον άλλον. Και εκείνος πάλιν που δεν τρώγει από όλα, ας μη κατακρίνη τον άλλον· διότι και αυτόν ο Θεός τον έχει δεχθή και προσλάβει εις την Εκκλησίαν του. 4 Επειτα συ ποίος είσαι που κατακρίνεις ξένον δούλον; Εάν στέκεται η εάν πίπτη, είναι υπεύθυνος απέναντι του Κυρίου του. Συ τον κατακρίνεις, αυτός όμως (εάν καταφύγη στον Θεόν) θα σταθή. Διότι ο Θεός έχει την δύναμιν να στήση και να στερεώση αυτόν εις την πίστιν. 

Όσιος Γερμανός εκ Ρουμανίας

Ο Όσιος Γερμανός της Ντομπρουζία γεννήθηκε περί το έτος 358 μ.Χ. Έγινε μοναχός και ασκήτεψε θεοφιλώς στη Ρουμανία. Κοιμήθηκε με ειρήνη μεταξύ των ετών 405-415 μ.Χ.

Άγιος Γεώργιος ο Ομολογητής Επίσκοπος Δεφέλτου

Ο Άγιος Γεώργιος είναι άγνωστος στους Συναξαριστές. Αναφέρεται στο Λαυριωτικό Κώδικα Ε 152 φ. 367α. Αγωνίσθηκε ως Επίσκοπος της Εκκλησίας του Χριστού κατά των αιρετικών Μονοθελητών, τον 7ο αιώνα μ.Χ. και υπέμεινε πολλές δοκιμασίες από τους Σκύθες, για την προσήλωσή του στην ορθόδοξη πίστη και ευσέβεια.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Κασσιανός ο Ρωμαίος

Ο Όσιος Κασσιανός γεννήθηκε στην Ρώμη από γονείς ευσεβείς και επιφανείς, οι οποίοι φρόντισαν να τον αναθρέψουν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Η γνωριμία και η συναναστροφή του, από την παιδική του ηλικία, με Αγίους ανθρώπους επέδρασε ευεργετικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του όλου τρόπου ζωής του. Σπούδασε την επιστήμη της φιλοσοφίας και της αστρονομίας και μελέτησε ιδιαίτερα τα συγγράμματα των Πατέρων και την Αγία Γραφή.

Ο Όσιος ακολούθησε το μοναχικό βίο, γενόμενος μοναχός σε μία σκήτη και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της Αιγύπτου και της Θηβαΐδας, της Νιτρίας, της Ασίας και της Καππαδοκίας. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει χαρακτηριστικά: «ὁ Ἅγιος μετέβη εἰς διαφόρους τόπους καὶ συνήντησε ἁγίους καὶ γνωστικωτάτους Ὁσίους καὶ τᾶς ἀρετᾶς ὅλων συναθροίζει εἰς τὸν ἐαυτόν του, ὡς ἄλλη φιλόπονος μέλισσα, ὥστε καὶ αὐτὸς ἔγινε εἰς τοὺς ἄλλους τύπος καὶ παράδειγμα παντὸς εἴδους ἀρετῆς. Ὅθεν ἀνώτερος τῶν παθῶν γενόμενος καὶ τὸν νοῦν καθαρίσας, ἐγνώρισε τὴν τελείαν κατὰ τῶν παθῶν νίκην».

Στον πρώτο τόμο της Φιλοκαλίας, περιλαμβάνονται δύο λόγοι του Οσίου Κασσιανού, «Πρὸς Κάστορα Ἐπίσκοπον, περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμῶν, γαστριμαργίας, πορνείας, φιλαργυρίας, ὀργῆς, λύπης, ἀκηδίας, κενοδοξίας καὶ ὑπερηφανείας» και «Πρὸς Λεόντιον ἡγούμενον, περὶ τῶν κατὰ τὴν Σκήτην ἁγίων Πατέρων καὶ λόγος περὶ διακρίσεως», που δείχνουν την καθαρότητα της ζωής του και το ορθόδοξο φρόνημά του και προξενούν μεγάλη ωφέλεια. Ο δε Όσιος Ιωάννης της Κλίμακος πλεέκι δίκαιο εγκώμιο στον Όσιο Κασσιανό στον περί υπακοής Λόγο του.

Ο Όσιος Κασσιανός κοιμήθηκε με ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς σοφίας τὸν λόγοιν Πάτερ τοὶς ἔργοις σου, ἀσκητικῶς γεωργήσας ὡς οἰκονόμος πιστός, ἀρετῶν μυσταγωγεῖς τὰ κατορθώματα, σὺ γὰρ πράξας εὐσεβῶς, ἐκδιδάσκεις ἀκριβῶς, Κασσιανὲ θεοφόρε, καὶ τῷ Σωτήρι πρεσβεύεις, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020

Απαλλαγή κανένας Άγιος δεν εζήτησε από τον Θεό. Υπομονή να χαρίσει.

Όσιος Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης

Οι θλίψεις, καλά είναι τα βάσανα, καλά είναι οι στενοχώριες, ξέρει ο Θεός γιατί τις δίνει. Γιατί έτσι περισσότερο πλησιάζουμε στον Θεό, με τις θλίψεις, με τα βάσανα. «Κύριε, εν θλίψει εμνήσθημέν Σου», λέει (Ησ. 26,16). Με τις θλίψεις πλησιάζουμε. Ο Θεός μας αφαιρεί τις θλίψεις; «Ο φεύγων πειρασμόν επωφελή, φεύγει ζωήν αιώνιον», λέει. Έτσι είναι.

Γι’ αυτό ο άνθρωπος να μην απελπίζεται, να μην έρχεται σε απόγνωση για τη μια αποτυχία. Διότι δεν γνωρίζεις ποιο είναι το θέλημα του Θεού. Όταν το γνωρίσεις το θέλημα του Θεού, κάνεις υπομονή, αλλά το θέλημα του Θεού δεν είναι πάντοτε γλυκό, είναι και πικρό, είναι και πικρό!

«Το ποτήριον, ου μη πίω αυτό;» λέει. «Δεν θα το πιω το ποτήρι, Πέτρο;» λέει. «Θα το πιω το ποτήρι», και τον ονόμασε και σατανά, «ύπαγε οπίσω μου, σατανά, το ποτήριον ο δέδωκε ο Πατήρ, ου μη πίω αυτό;» (Ιω. 18,11). Έτσι είναι. Ναι, αλλά διά μέσου του Σταυρού ήρθε η Ανάστασις. «Ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω»· διά μέσου του Σταυρού.

Και ο άγιος Χρυσόστομος επαινεί τον Ιώβ όχι στον πρότερό του βίο, που ήταν ελεήμων, οικτίρμων, που ήταν φιλόξενος, που ήταν της προσευχής άνθρωπος, όχι. Την υπομονή που έκανε στη μεγάλη δοκιμασία που του παρεχώρησε ο Θεός, στον πειρασμό, στην ασθένειά του. Η ασθένεια αυτή έκζεμα ήταν, όλο το σώμα του τό ‘ξυνε κι έβγαζε ιχώρα, πύον έβγαζε. Εκεί επαινεί περισσότερο ο άγιος Χρυσόστομος τον Ιώβ. Αλλά «την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε» (Ιακ. 5,11).

Εγώ σας έχω πει ότι κάποτε με πλησίασε μια Γερόντισσα εκεί και λέει:

-Θέλω να εξομολογηθώ.

-Μα εγώ δεν εξομολογώ τους καλογήρους, θα εξομολογήσω καλογριές;

-Όχι, θέλω να πω τον λογισμό μου, λέει.

-Ε, πες τον λογισμό σου.

Αφού είπε κι εκείνη τα βάσανά της -γιατί πάντα βάσανα θα σου πει, δεν θα σου πει χαρές- λέει: «Είδα σαν ένα όραμα, ότι πάνω σ’ ένα βουναλάκι καθόντουσαν οι Πατριάρχαι Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ. Και λέω:-Οι Πατριάρχαι είσαστε;

-Ναι, λένε, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ.

-Νά ‘ρθω κι εγώ εκεί;

-Έλα.

-Από πού νά ‘ρθω;

-Να, από ΄κει, απ’ τον δρόμο.

-Δεν βλέπω κανέναν δρόμο.

-Εκεί είναι, ψάξε να τον βρεις.

-Μα, δεν βλέπω δρόμο.

-Ψαξε, βρε ευλογημένη, ψάξε και θα τον βρεις.

-Μα, αυτός ο δρόμος είναι δεκαπέντε πόντους, πώς θα περάσω; Όλο αγριοπούρναρα και αγκάθια. Θα σχίσω τα φορέματά μου, θα ματώσω τα ποδάρια μου.

-Α, κι εμείς από ‘κει περάσαμε και ήρθαμε εδώ πάνω».

Το πράγμα θέλει να πει ότι διά μέσου των θλίψεων, δια μέσου των στενοχωριών, διά μέσου του αίματος, ο άνθρωπος θ’ ανέβει στον ουρανό. Με αμεριμνία και με άνεση, με αυτοκίνητο δεν πάμε, πάτερ, στον Παράδεισο. Θα δώσεις αίμα, να πάρεις πνεύμα.

Έξω αυτή η Γερόντισσα, να πούμε, δεν αναφέρω τ’ όνομά της. Καρκίνο, εγχειρήσεις, τούτο, εκείνο, αυτό κι όμως προσευχομένη είδε την Παναγία στο θρόνο της. «Περάστε οι όσιοι», λέει. Όλοι οι όσιοι πέρασαν μπροστά σαν παρέλαση, στην Παναγία. «Περάστε οι μεγαλομάρτυρες».

Αυτή καθότανε εκεί, Γερόντισσα ήταν, Ηγουμένη. Και στο τέλος πήγε, έβαλε μετάνοια φίλησε το χέρι της Παναγίας, ήταν ένα βελούδο! Και η Παναγία της είπε: «Υπομονή, υπομονή, υπομονή», και ξύπνησε, να πούμε. Δηλαδή αν θέλεις να είσαι μαθήτρια και μαθητής του Χριστού, θ’ ανέβεις κι εσύ απάνω στο Σταυρό.

Απαλλαγή κανένας Άγιος δεν εζήτησε από τον Θεό. Υπομονή να χαρίσει. Αν κάνεις υπομονή θά ‘χεις και λιγάκι μισθό, αν θά ‘χεις απαλλαγή, δεν έχεις τίποτες, μισθό δεν έχεις.

Από που ξεκινάει η υπακοή (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Βολιδοσκοπήσατε από που ξεκινάει η υπακοή. Από την Τριαδική Θεότητα. Ο Χριστός λέει ότι «ήρθα να κάνω όχι το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντος με» (Λουκ. 22, 42). Από εκεί αρχίζει η υπακοή. Γι’ αυτό και οποίος κάνει υπακοή, γίνεται μιμητής του Χριστού!



Γέροντος Εφραίμ Κατουνακιώτη (Λόγοι Διδαχής περί υπακοής)

Άγιος Νικόλαος του Πσκωφ

Ο Άγιος Νικόλαος καταγόταν από τη Ρωσία και ήταν διά Χριστόν σαλός. Έζησε στην πόλη Πσκωφ κατά τους χρόνους της βασιλείας του τσάρου Ιβάν του Τρομερού και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1576 μ.Χ.

Άγιοι Νυμφάς και Εύβουλος οι Απόστολοι

Οι Άγιοι Απόστολοι Νυμφάς και Εύβουλος ήταν μαθητές του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος μνημονεύει τον μεν Απόστολο Νυμφά, που διέμενε στις Κολοσσές ή στη Λαοδικεία, στην προς Κολοσσαείς επιστολή (Kολ. δ΄, 15), τον δε Απόστολο Εύβουλο, που ήταν μετά του Παύλου, στην προς Τιμόθεον Β' Επιστολή (β΄ Tιμ. δ΄, 21).

Και οι δύο απεβίωσαν ειρηνικά.

Άγιος Ιωνάς ο Λέριος

Από το «ΒΡΑΒΕΙΟΝ» της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο, διαπιστώνουμε ότι πολλοί Λεροί τους πέντε προηγούμενους αιώνες άφησαν τη Λέρο και πήγαν σττη Μονή της Πάτμου, δια να μονάσουν. Ενας από αυτούς ήταν και ο μοναχός Ιωνάς δια τον οποίον στο «ΒΡΑΒΕΙΟ» αναφέρονται:

«αφξα (1561) Φεβρουαρίου κη (28)
εφονεύθη εις την Λειψόν ο δούλος
του Θεού Ιωνάς μοναχός ο Λέριος».

Ατομικά για τον Οσιομάρτυρα αυτόν της Εκκλησίας δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Οσα ακολουθούν προέρχονται από το βιβλίο του Αρχιμ. Νικηφόρου Κουμουνδούρου, εφημερίου των Λειψών «Μακαριστοί γέροντες και πέντε οσιομάρτυρες στη νήσο Λειψώ της Δωδεκανήσου». Οι Αγιες αυτές ψυχές ανεκυρήχθησαν οσιομάρτυρες από το Οικουμενικό Πατριαρχείο , εορτάζοντες και οι πέντε μαζί την Α’ Κυριακή μετά τη 10η Ιουλίου.

Ο Οσιομάρτυς Ιωνάς μαζί με άλλους ασκητές - αναχωρητές έφυγαν από το μοναστήρι της Πάτμου και έφθασαν στη νήσο Λειψώ το 1550 μ.Χ. Ζητούσαν να βρούν ένα τόπο που δεν θα τους ενοχλούσε ο κόσμος, που μόνοι θα υμνούσαν και θα συνομιλούσαν με το Θεό. Ετσι διάλεξαν ένα χώρο έρημο και αφιλόξενο για να εγκατασταθούν. Πρώτο τους μέλημα να χτισθεί ο ναός του Ησυχαστηρίου, ψηλά από τη θάλασσα σε δύσβατο σημείο, για το φόβο των πειρατών. Εκεί πάλεψαν με τους βράχους, για να φτιάξουν μονοπάτια, πάλεψαν με τη έλλειψη του νερού και της τροφής. Μα τι κι αν δεν είχαν τίποτα από αυτά; Είχαν και τους αρκούσε, η Χάρις του Θεού. Εφτιαξαν την Εκκλησία επ’ονόματι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και μικρά κελιά για τους ίδιους.

Πότισαν τον άγονο χώρο του ασκηταριού περισσότερο με τον ιδρώτα τους και λιγότερο με το νερό. Σεβάστηκαν τη φύση, λάτρευσαν, εδόξασαν και υμνολόγησαν το Θεό, που επέτρεψε στο διάβολο να πειράζει τους ανθρώπους, αλλά έδωσε και στους ανθρώπους την δύναμη να τον νικούν. Εγιναν «άγγελοι τω βίω» ενώ ήταν «άνθρωποι τη φύσε » .Πολλοί από αυτούς θυσιάστηκαν για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδας την ελευθερία.

Οσο ψηλά όμως και αν ήταν το ασκηταριό, το επισκέπτονταν με τις άγριες διαθέσεις τους οι πειρατές. Σε μια επιδρομή εφόνευσαν το μοναχό Ιωνά από τη Λέρο. Ηταν 28 Φεβρουαρίου του 1561 μ.Χ. Ετσι ο Μοναχός Ιωνάς έγινε νεομάρτυρας της Εκκλησίας μας.

Δεν ήταν ο μόνος. Πρίν από αυτόν το 1558 μ.Χ. είχαν φονεύσει το μοναχό Νεόφυτο τον Αμοργινό. Το 1609 μ.Χ. ο μοναχός Νεόφυτος ο Φαζός εφονεύθη από τους αγαρινούς με σκεπάρνι. Το 1635 μ.Χ. ο Πεκήρ Πασάς από δαρμό εφόνευσε το μοναχό Ιωνά τον Νισύριο και το 1696 μ.Χ. ο αναχωρητής μοναχός Παρθένιος εφονεύθη με καμάκι που του τρύπησε το λαιμό. Και οι πέντε αδικοσκοτωμένοι μακαριστοί γέροντες κηδεύτηκαν με δάκρυα από τους συνασκητές τους και τους θρήνησαν οι ευσεβείς Λειψώτες και οι συμπατριώτες τους. Και όλοι μας τους διατηρούμε στη μνήμη μας με ευγνωμοσύνη και σεβασμό θεωρώντας τους καταξιωμένους οσιομάρτυρες.

Οσίες Μαράνα και Κύρα

Τον βίο των Οσίων αυτών γυναικών, συνέγραψε ο Θεοδώρητος Κύρου στη Φιλόθεο Ιστορία του.

Οι Οσίες Κύρα και Μαράνα κατάγονταν από τη Βέρροια (τωρινό Χαλέπιο) της Συρίας και έζησαν στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ. Η καταγωγή τους ήταν επίσημη και ευγενική, ανάλογη δε και η μόρφωσή τους. Η αφοσίωσή τους ήταν στραμμένη στην πνευματική ζωή και τον ησυχαστικό βίο. Έτσι εγκατέλειψαν τον κόσμο και έκτισαν έξω από την πόλη περιτοίχισμα από πέτρες και επιδόθηκαν εκεί στον πνευματικό αγώνα. Τη θύρα του περιβόλου τους την έκλεισαν με πηλό, για να μην εισέρχεται κανένας σε αυτόν και άφησαν μόνο μια μικρή θυρίδα, για να επικοινωνούν με τους έξω και να λαμβάνουν την τροφή τους. Ασκήθηκαν στη σιωπή και έφεραν στα χέρια, τα πόδια, τον τράχηλο και τη μέση σίδερα, για να νεκρώσουν το σώμα και να νικήσουν τους πειρασμούς.

Ο ευσεβής πόθος τους τις έφερε στους Αγίους Τόπους και στο ναό της Αγίας Θέκλας στην Ισαυρία, απ' όπου επέστρεψαν πνευματικά ενισχυμένες στο ερημητήριό τους και συνέχισαν με ταπεινοφροσύνη και αγαθοεργίες τη ζωή τους.

Έτσι, αφού έζησαν, κοιμήθηκαν με ειρήνη και παρέδωσαν τις ψυχές τους στο Νυμφίο Χριστό.

Άγιος Νέστωρ ο Μάρτυρας

Ο Άγιος Νέστωρ καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας της Μικράς Ασίας και διέδιδε θερμά τη χριστιανική πίστη. Τόσο δε τολμηρός ήταν στο έργο του, που εξακολουθούσε άφοβα να το πράττει και μετά τα διατάγματα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού κατά των χριστιανών.

Ο Διοικητής της Πέργης Ειρήναρχος, τον συνέλαβε και τον έστειλε στον έπαρχο της Παμφυλίας Πόπλιο. Αυτός μάταια προσπάθησε να τον παρασύρει στην άρνηση του Χρίστου. Όταν δε έχασε κάθε ελπίδα, διέταξε τη σταύρωση του.

Ο Νέστωρ υπέστη το μαρτύριο του με πολλή καρτερία. Και από το σταυρό, ενώ οι πόνοι τον κατακεντούσαν, αυτός υμνούσε το Χριστό.

Τον Άγιο Νέστορα ο Πατμιακός Κώδικας 266 τον καλεί επίσκοπο.

Άγιος Προτέριος ο Ιερομάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας

Ο Άγιος Προτέριος έζησε στα χρόνια των βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας. Ήταν πρεσβύτερος στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας και έλαβε μέρος στην Δ' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε το έτος 451 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, κατά τους χρόνους των βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας.

Η Σύνοδος καταδίκασε τον μονοφυσίτη Πατριάρχη Αλεξανδρείας Διόσκουρο. Μετά την καθαίρεση του Διοσκούρου, εξελέγη Πατριάρχης ο Άγιος Προτέριος (452 - 457 μ.Χ.), ο οποίος διέπρεψε στη Σύνοδο και έφραξε τα στόματα των δυσσεβών αιρετικών.

Όταν ο Άγιος επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια οι οπαδοί του Ευτυχούς και του Διοσκούρου προκαλούσαν στάσεις και ρήξεις και εμπόδιζαν να κατέρχεται το σιτάρι στην Αλεξάνδρεια μέσω του Πηλουσίου, με σκοπό να πεινάσουν οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας και να στραφούν κατά του Αγίου. Όμως ο αυτοκράτορας Μαρκιανός, κατόπιν παρακλήσεως του Αγίου, διέταξε την διέλευση του σιταριού διά της Αλεξάνδρειας και έτσι σώθηκε η πόλη από την πείνα.

Μετά το θάνατο του Μαρκιανού οι αιρετικοί θρασύνθηκαν και κατέφυγαν σε σατανικές επινοήσεις, για να εκπληρώσουν τα ασεβή σχέδιά τους και αν εκθρονίσουν τον Άγιο. Επικεφαλής αυτών τέθηκε ο ιερεύς Τιμόθεος ο Αίλουρος, ο οποίος με μύρια τεχνάσματα κατόρθωσε να διεγείρει κατά του Αγίου Προτερίου τους απλοϊκούς μοναχούς της Αλεξάνδρειας, περιερχόμενος κατά τη διάρκεια της νύχτας τα κελιά των μοναχών, λέγοντας ότι είναι άγγελος και προτρέποντας αυτούς να μην έχουν κοινωνία με τον Άγιο.

Οι μοναχοί παρασύρθηκαν και προκάλεσαν μεγάλη ταραχή με τους αιρετικούς, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του στρατιωτικού διοικητού της πόλεως Διονυσίου. Ο Άγιος αναγκάστηκε να φύγει, αλλά επανήλθε στην Αλεξάνδρεια και κρύφθηκε μέσα στην κολυμβήθρα ενός ναού. Οι διώκτες του τον ανακάλυψαν και τον κατάσφαξαν με οξείς καλάμους, ενώ ανακηρύξαν Πατριάρχη τον Τιμόθεο. Το ιερό λείψανό του το έδεσαν με σχοινί και το έσυραν στους δρόμους της πόλεως. Τέλος, το παρέδωσαν στα ζώα και το επίλοιπο το κατέκαψαν. Και ο νέος Πατριάρχης τολμούσε όλα αυτά κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, χωρίς αυτό να τον εμποδίζει να τελεί τις Ακολουθίες των Παθών του Κυρίου.

Όταν πληροφορήθηκε τα γενόμενα ο διάδοχος του Μαρκιανού, αυτοκράτορας Λέων ο Μέγας ο Θραξ διέταξε να δικασθεί ο Τιμόθεος ο Αίλουρος κανονικά και να εξορισθεί στη Γάγγρα. Ομοίως τιμωρήθηκαν και όλοι εκείνοι που έλαβαν μέρος στο φόνο του Αγίου Προτερίου. Αντί δε του καθαιρεθέντος Τιμοθέου, Πατριάρχης εξελέγη ο Ορθόδοξος Τιμόθεος ο Σαλοφακίολος (460 - 482 μ.Χ.). Ο Λέων επέβαλε τις αποφάσεις της Δ' Οικουμενικής Συνόδου, εξεδίωξε τους μονοφυσίτες Επισκόπους Αλεξανδρείας και Αντιοχείας και διόρισε Ορθοδόξους στη θέση αυτών.

Έτσι έζησε και μαρτύρησε ο Άγιος Προτέριος και η μνήμη αυτού ανθεί στο βίο των Αγίων της Εκκλησίας.

Αγία Κυράννα η Νεομάρτυς

Η Αγία νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στο χωριό Αβυσσώκα ή Βυρσόκα, στη σημερινή Όσσα της Θεσσαλονίκης, από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους. Στο Μαρτύριό της αναφέρεται ότι ήταν εξαιρετικά όμορφη. Αυτή η εξωτερική ομορφιά της Κυράννας, που δεν ήταν τίποτε άλλο από το αντικατόπτρισμα της εσωτερικής της ωραιότητας, αποτέλεσε και την αφορμή να οδηγηθεί στο μαρτύριο, καθώς κάποιος γενίτσαρος, εισπράκτορας των φόρων στο χωριό της Κυράννας, που την ερωτεύθηκε, προσπάθησε επανειλημμένα με κολακείες και δώρα να την ελκύσει και να την πείσει να αλλαξοπιστήσει, για να τη νυμφευθεί. Επειδή όμως η Κυράννα δεν αποδεχόταν τις κολακείες, ούτε πολύ περισσότερο τα δώρα του Τούρκου, αυτός νομίζοντας πως θα την κάμψει με τον φόβο άρχισε να την απειλεί ότι θα την βασανίσει σκληρά και τέλος θα την θανατώσει, αν δεν υποχωρήσει και δεν αρνηθεί την πίστη της. Αλλά ούτε αυτά τα μέσα έφεραν το ποθητό αποτέλεσμα για το γενίτσαρο. Τότε την οδήγησε βίαια στον κριτή της Θεσσαλονίκης και ψευδομαρτύρησε εναντίον της, ότι του είχε δηλώσει ότι θα αλλαξοπιστήσει για να τη νυμφευθεί, αλλά τελικά δεν τήρησε την υπόσχεσή της. Η Αγία Κυράννα με πνευματική ανδρεία ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό. Έτσι οι Τούρκοι την οδήγησαν στη φυλακή.

Ο γενίτσαρος, που την οδήγησε στον κριτή, ζήτησε και έλαβε την άδεια του Αλή Εφέντη, μπέη του κάστρου της Θεσσαλονίκης, να επισκέπτεται την Αγία στη φυλακή, όπου με κολακείες αλλά και βασανιστήρια προσπαθούσε να την μεταπείσει. Όταν έφευγε αυτός, συνέχιζε τα βασανιστήρια ο δεσμοφύλακας, τον οποίο έλεγχαν για την σκληρότητά του τόσο οι υπόλοιποι φυλακισμένοι, όσο και κάποιος άλλος φύλακας Χριστιανός.

Κάποια φορά ο γενίτσαρος επισκέφθηκε και πάλι την Αγία στη φυλακή και την βασάνισε μέχρι θανάτου. Ο Χριστιανός φύλακας επέπληξε τότε δριμύτατα το δεσμοφύλακα και τον απείλησε ότι θα τον καταγγείλει στο πασά, επειδή επέτρεπε να εισέρχονται στη φυλακή παράνομα άνθρωποι ξένοι και να βασανίζουν τους φυλακισμένους. Έτσι, όταν μετά από λίγο ο γενίτσαρος ξαναήλθε στη φυλακή, φοβούμενος ο δεσμοφύλακας δεν του επέτρεψε την είσοδο. Αυτός τότε τον κατήγγειλε στον Αλή Εφέντη, ο οποίος τον κάλεσε και τον επέπληξε, γιατί παράκουσε τις διαταγές του. Ύστερα από αυτό το γεγονός, ο δεσμοφύλακας επέστρεψε οργισμένος στη φυλακή και ξέσπασε πάνω στην Κυράννα, την οποία κρέμασε και άρχισε να χτυπά αλύπητα. Μπροστά σε αυτό το θέμα όλοι οι φυλακισμένοι, ακόμη και οι Μωαμεθανοί, άρχισαν να διαμαρτύρονται και να καταφέρονται εναντίον του δεσμοφύλακος, ο οποίος άφησε την Αγία κρεμασμένη κι έφυγε. Ήταν 28 Φεβρουαρίου του 1751 μ.Χ.

Κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες ένα θείο φως κάλυψε ξαφνικά το σώμα της Αίας Κυράννας, η οποία άφηνε την τελευταία της πνοή, και ύστερα εξαπλώθηκε σε όλη την φυλακή. Μπροστά σε αυτό το θαύμα οι Χριστιανοί ευχαριστούσαν τον Κύριο, ενώ οι Μωαμεθανοί ενόμιζαν ότι ήταν φωτιά και τρομοκρατήθηκαν.

Ο Χριστιανός φύλακας, ο οποίος πήγε να κατεβάσει την κρεμασμένη Αγία, τη βρήκε νεκρή. Στο μεταξύ το φως είχε υποχωρήσει, αλλά παρέμενε σε όλο το χώρο μια άρρητη ευωδία. Ο φύλακας τότε, περιποιήθηκε το ιερό λείψανο της Μάρτυρος, το οποίο την επόμενη μέρα παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν έξω από τη Θεσσαλονίκη. Στο Συναξάρι της Νεομάρτυρος αναφέρεται ότι το σκήνωμα της Αγίας ενταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδή στο Κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής.

Ασματική ακολουθία της συνέγραψε ο Χριστόφορος Προδρομίτης.

Ως ημέρα της μνήμης της Νεομάρτυρος αναφέρεται σε Λαυρεωτικό Κώδικα η 1η Ιανουαρίου. Στην Όσσα όμως, η Αγία Κυράννα εορτάζεται στις 8 Ιανουαρίου. Αιτία αυτής της εορτολογικής μετατοπίσεως ίσως είναι το ότι ο εορτασμός της κατά τις 28 Φεβρουαρίου συχνά συνέπιπτε με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, περίοδο χαρμολύπης, ενώ στις 8 Ιανουαρίου επιπλέον οι κάτοικοι της Όσσας ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στο χωριό τους εξαιτίας των εορτών των Χριστουγέννων. Η μνήμη της Αγίας τιμάται πανηγυρικά και από τους Οσσαίους της Θεσσαλονίκης και στο ναό της Αχειροποιήτου κατά τη Κυριακή μετά τις 8 Ιανουαρίου.

Στο χωριό Όσσα, βρίσκεται ο Ιερός Ναός της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Κυράννας, που είναι και πολιούχος της κοινότητας, αφιερωμένος στη μνήμη της νεομάρτυρος Κυράννας. Ο ναός κτίστηκε το 1840 μ.Χ., όπως αναφέρει ο Αστέριος Θηλυκός ή το 1868 μ.Χ. σύμφωνα με επιγραφή κτίσεως. Σε αυτόν φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Αγίας Κυράννας, φιλοτεχνημένη γύρω στο 1870, από τον Χριστόδουλο Ιωάννου Ζωγράφο από την Σιάτιστα.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Χαίρε Όσσης ο γόνος και θείον βλάστημα, Παρθενομάρτυς Κυράννα Νύμφη Χριστού του Θεού, η αθλήσασα στερρώς υστέροις έτεσι, και καθελούσα τον εχθρόν, καρτερία σταθε­ρά. Και νυν απαύστως δυσώπει, υπέρ των πίστει τιμώντων, την μακαρίαν σου άθλησιν.

Κοντάκιον
Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων.
Παρθενομάρτυς Κυράννα, νύμφη Χριστοῦ ἀληθῶς καλλιπάρθενε, τοὺς τῇ θερμῇ σου πρεσβείᾳ προστρέχοντας, παντοίων νόσων καὶ θλίψεων λύτρωσαι, καὶ δίδου ἡμῖν χαρὰν ἄληκτον.

Κάθισμα
Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.
Πρεσβείᾳ τῇ σῇ, προστρέχουσα ἑκάστοτε, Κυράννα σεμνή, λαμβάνει τὰ αἰτήματα, Ὄσσα ἡ σὲ βλαστήσασα, καὶ βοᾷ σοι ἀεὶ μετὰ πίστεως· ἐκ συμφορῶν με ἐν βίῳ πικρῶν, ἀπήμαντον Μάρτυς διαφύλαττε.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής

Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής, έζησε και έδρασε επί αυτοκρατορίας Λέοντα Γ' του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) του εικονομάχου.

Από μικρή ηλικία ο Βασίλειος εγκατέλειψε τη κοσμική ζωή για να αφιερωθεί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την άσκηση. Αρχικά ζούσε σε κάποιο ερημητήριο τρέφοντας το πνεύμα του και την ψυχή του με τα δώρα της πίστεως και της αγάπης. Έγινε μαθητής και υποτακτικός του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου (τιμάται 27 Φεβρουαρίου). Όταν όμως οι περιστάσεις τον κάλεσαν, ανταποκρίθηκε με θαυμαστή προθυμία και υπερασπίσθηκε την Ορθοδοξία με θάρρος και παρρησία. Διώχθηκε σκληρά, για την άκαμπτη αντίστασή του και τη θαρραλέα συνηγορία υπέρ της ορθοδοξίας. Φυλακίστηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια.

Όταν πέθανε ο τύραννος Λέων, ο Όσιος Βασίλειος αφέθηκε ελεύθερος και επανήλθε στο ασκητήριό του για να συνεχίσει τους μοναχικούς τους αγώνες.

Μέγας αγωνιστής της Εκκλησίας, στρατευόταν συνεχώς για την ενίσχυση της ορθόδοξης πίστης, για τη διαφώτιση των αιρετικών, για τη στερέωση των πιστών και τη μετάνοια των αμαρτωλών. Έτσι οσιακά αγωνιζόμενος εκοιμήθη εν ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοὶς θείοις σου σκάμμασι, σὺ γὰρ ὁμολογία, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι' ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος, ἐντεῦθεν τῆς ἀσάλευτου βασιλείας ἠξίωσαι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Βασίλειε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τήν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καί μονάσας ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τήν ἐνέργειαν, καί τάς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε παμμάκαρ Ἱερώτατε.



Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

Ο Γέροντάς μου Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης

Ιωσήφ Ησυχαστής κοντά στο κελλί του
Αυτές οι ιστορίες δεν καταγράφηκαν σε καμία έκδοση του βίου του Αγίου Γέροντα Ιωσήφ, που συντάχθηκε από τον Γέροντα Εφραίμ Φιλοθείτη, εκτός από την αγγλική.
Η μητέρα του Φραγκίσκου (κοσμικό όνομα του Γέροντα Ιωσήφ) ήταν πολύ απλή γυναίκα. Όταν ο Φραγκίσκος ήταν ακόμα έφηβος, πήρε τη μητέρα του για πρώτη φορά στον κινηματογράφο. Όταν είδε στην οθόνη το δωμάτιο να καίγεται, σκεπτόμενη ότι αυτό συμβαίνει στην πραγματικότητα, φώναξε: «Φωτιά! Φωτιά!».
***
Μια φορά τη νύχτα, όταν ο πατήρ Ανατόλιος (δηλαδή ο πατήρ Αρσένιος) ήταν ακόμα στα Ιεροσόλυμα, είδε ένα όραμα στον ύπνο του, ότι ένας Άγγελος του έφερε ένα γράμμα. Το γράμμα αυτό φαινόταν να ήταν από τη μητέρα του, αλλά στην πραγματικότητα ήταν από την Παναγία. Το γράμμα έλεγε: «Παιδί Μου, εάν θέλεις να σωθείς, έλα στο Περιβόλι Μου, στο Άγιον Όρος».
***
Πέρασαν χρόνια πριν να έλθει η Θεία Χάρις στον πατέρα Αρσένιο. Αυτό πήρε πολύ καιρό, επειδή στην αρχή ο πατήρ Αρσένιος έπρεπε να εξοντώσει τα πάθη του, που βασίζονταν στις κακές συνήθειες του. Όμως, μια φορά, νύχτα, όταν πέρασαν οχτώ χρόνια, ο πατήρ Αρσένιος έπεσε στα πόδια του Γέροντα με δάκρυα: «Αχ, Γέροντα! Τι μου έδωσες σήμερα τη νύχτα με τις προσευχές σου; Ήμουν γεμάτος από φως, τόσο εσωτερικά όσο εξωτερικά. Ήρθε ο Χριστός και μου χαμογέλασε». Ακούγοντας αυτά, έκλαψε από χαρά και ο Γέροντας και είπε: «Αυτό είναι, Αρσένιε».
***
Μόνο μια φορά στη ζωή του ο Γέροντας Ιωσήφ δεν σηκώθηκε για την αγρυπνία. Μια φορά ο πατήρ Ανανίας του είπε:
– Γέροντα, υπάρχει σε όλο το Άγιον Όρος, ή κάπου αλλού, κάποιος που να προσηλώνεται με τόση προσοχή και σοβαρότητα στον ησυχασμό, τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη; Δεν νομίζω να υπάρχει. Είσαι μοναδικός.
Αμέσως σκανδαλίστηκε απ’ αυτό το κομπλιμέντο ο Γέροντας, και το πρόσωπό του πάγωσε από έκπληξη. Αλλά σ’ ένα λεπτό συνήλθε και αναφώνησε:
«Φύγε από μένα, Σατανά!» και χτυπώντας τον εαυτό του στον γοφό με όλη του τη δύναμη, ξαναείπε: «Ελέησόν με, Κύριέ μου!».
Ως επιτίμιο, την ερχόμενη νύχτα ο Κύριος του έστειλε τόσο μεγάλο νυσταγμό, που ο Γέροντας κοιμήθηκε όλη τη νύχτα μέχρι το πρωί κι έχασε την αγρυπνία του. Για ν’ αναπληρώσει τον μοναχικό κανόνα του, τον οποίο συνήθιζε να κάνει τη νύχτα, τον έκανε στη διάρκεια της ημέρα, αντί της δουλειάς.
Ο Γέροντας ήξερε πόσο επικίνδυνοι είναι οι λογισμοί κενοδοξίας και μας προειδοποιούσε: «Μην επαινείτε ο ένας τον άλλον, όταν είναι παρών ο άλλος, τον οποίο επαινείτε»
Ύστερα, όταν κατάλαβε στην πράξη πόσο εύκολο είναι ν’ αποδεχθεί κανείς τους λογισμούς κενοδοξίας και πόσο μεγάλη είναι η ζημιά, έγραψε σε κάποιον:
«Να προσέχεις […] Μην επαινείτε ο ένας τον άλλον, όταν είναι παρών ο άλλος, τον οποίο επαινείτε, γιατί εάν οι έπαινοι κάνουν ζημιά στους τέλειους, ακόμη πιο πολύ θα βλάψουν εσάς, τους αδύνατους».
***
Ο Γέροντας Ιωσήφ και ο πατήρ Αρσένιος, όταν έμεναν στη σκήτη του Αγίου Βασιλίου, έσκαψαν δύο τάφους για τους εαυτούς τους. Ήθελαν όρθιοι να προσεύχονται μέσα σ’ αυτούς τους τάφους. Ο Γέροντας Ιωσήφ, τότε, είπε στον πατέρα Ιωάννη:
– Εμείς με τον πατέρα Αρσένιο σκοπεύουμε να στεκόμαστε όρθιοι μέσα στους τάφους αυτούς και να προσευχόμαστε. Έχουμε αρκετά παξιμάδια, όμως θα χρειαστούμε και νερό. Θα μπορέσεις να μας φέρνεις λίγο νεράκι κάθε μέρα;
Και ο πατήρ Ιωάννης απάντησε:
– Για τι με έχετε; Γαϊδούρι είμαι;
– Αυτή είναι η ευγνωμοσύνη σου; – απάντησε ο πατήρ Ιωσήφ, απογοητευμένος.
***
Ο Γέροντας Ιωσήφ έμαθε στην εντέλεια την τέχνη να χαλιναγωγεί τον εαυτό του. Παρ’ όλο που κατά τη διάρκεια ακολουθιών στο εκκλησάκι είχε έντονες επισκέψεις της Θείας Χάριτος, μόνο δύο φορές στη ζωή του η Χάρις τον κατέκλυσε με τόση δύναμη, που δεν μπόρεσε να πει τον Χερουβικό Ύμνο.
***
Συνέβαινε μετά από μια ιδιαίτερα ευλογημένη αγρυπνία ο Γέροντας Ιωσήφ ν’ αναστενάζει και μετά με χαρούμενη φωνή να λέει ένα αυτοσχέδιο τραγουδάκι: «Τι με περιμένει σήμερα!».
– Τι εννοείτε, Γέροντα; – ρωτούσε ο πατήρ Εφραίμ Κατουνακιώτης.
– Στην πνευματική ζωή υπάρχει νόμος. Εάν ξαφνικά ζήσεις την άφθονη επίσκεψη της Θείας Χάριτος, ενώ βρίσκεσαι σε μια κανονική πνευματική κατάσταση, αυτό σημαίνει, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι πλησιάζει ο πειρασμός, ανάλογος με την ποσότητα της Χάριτος που δέχτηκες. Ο Θεός δεν δίνει τα γλυκίσματά Του δωρεάν. Πρέπει να τα πληρώσεις ακριβά. Αφού πριν δεν είχα αγώνα, αυτό το Θείο χάδι δεν ήταν ανταμοιβή για τους κόπους μου, αλλά ήταν προειδοποίηση για τον πειρασμό που πλησιάζει.
– Μα, Γέροντα, φτάσατε στη θέωση. Πώς μπορεί να συμβεί κάτι κακό σ’ εσάς;
– Θα δεις – έλεγε ο Γέροντας.
Ο Γέροντας έλεγε: «Αφού πριν δεν είχα αγώνα, αυτό το Θείο χάδι δεν ήταν ανταμοιβή για τους κόπους μου, αλλά ήταν προειδοποίηση για τον πειρασμό που πλησιάζει»
Σε δύο μέρες, όταν ο πατήρ Εφραίμ γύρισε για να λειτουργήσει, ο Γέροντας, μάλλον, βρισκόταν σε μια τέτοια εκστατική διάθεση, που έλεγε ακόμη και αστεία. Ενώ βαθιά μέσα του, στην πραγματικότητα, ζούσε μια φοβερή κόλαση. Όταν ήθελε, μπορούσε να λέει τέτοια αστεία, που εμείς σχεδόν σκάγαμε απ’ τα γέλια.
Βλέποντας τον Γέροντα τόσο ευτυχισμένο, ο πατήρ Εφραίμ του είπε:
– Τι σας περιμένει; Χαρά και ευλογίες!
Και ο Γέροντας του αποκρίθηκε:
– Έλα εδώ – και πήγε τον πατέρα Εφραίμ σε άλλη μεριά, για να μην τον ακούσει κανένας άλλος. – Τώρα καταλαβαίνω τι πόνο νιώθουν οι δαιμονισμένες ψυχές. Εκεί βλέπω τον εχθρό των ψυχών μας, ο οποίος παρατηρεί, αν τα δηλητηριασμένα κοντάρια του έφτασαν στον στόχο τους. Όμως εγώ δεν σκοπεύω να δίνω ευχαρίστηση σ’ αυτό το κερασφόρο τέρας, με το να με βλέπει σε σύγχυση και σε θλίψη.
***
Κάποιες φορές εγώ [Γέρων Εφραίμ] δεν καταλάβαινα τον Γέροντα και αυτό οδηγούσε σε κωμικές καταστάσεις. Όταν ήμουν ακόμα δόκιμος, για να με προστατέψει από την επικοινωνία με τους κοσμικούς επισκέπτες μού είπε:
– Εάν δεις έναν κοσμικό, εξαφανίσου, τρέξε μακριά.
Μετά από κάποιον καιρό, ο Γέροντας με είδε όλο ιδρωμένο και λαχανιασμένο.
– Τι συνέβη, παιδί μου; – με ανησυχία με ρώτησε ο Γέροντας.
– Γέροντα – απάντησα, λαχανιασμένος – είδα να πλησιάζει ένας κοσμικός κι έτρεξα για να μη συναντηθώ μαζί του! Παραλίγο να πάθω έμφραγμα, τρέχοντας σ’ αυτούς τους απότομους δρόμους!
– Έλα, παιδί μου! Δεν ήταν δαίμονας, αλλά ένας απλός κοσμικός!
***
Μετά από μια λογομαχία με τον πατέρα Βαρθολομαίο, πάνω στο θέμα του ημερολογίου, ο Γέροντας Ιωσήφ γύρισε στο κελλί του να ξεκουραστεί, όμως ακόμα ήταν ανήσυχος. Μόλις μπήκε στο κελλί του, άκουσε να γρατζουνίζει κάποιος κάτω από τα ξύλα, πάνω στα οποία κοιμόταν. Όταν σήκωσε τα ξύλα για να δει, είδε έναν δαίμονα με κέρατα και ουρά!
«Εσύ με κάλεσες – του απάντησε ο δαίμονας – όταν λογομαχούσες με θυμό»
Επειδή η ψυχή του Γέροντα ήταν γεμάτη από Χάρη, δεν φοβήθηκε ο Γέροντας. Όμως, με έκπληξη βέβαια, ρώτησε τον δαίμονα:
– Τι κάνεις εδώ;
– Εσύ με κάλεσες – του απάντησε ο δαίμονας – όταν έλεγες όλα εκείνα στον Βαρθολομαίο.
Ακούγοντάς το, σοκαρίστηκε και απογοητεύτηκε ο Γέροντας. Τότε είπε στον εαυτό του: «Λέγοντας εκείνα τα βαριά λόγια εναντίον των νεοημερολογητών, εγώ, μάλλον, βλασφήμησα την Εκκλησία του Θεού κι έτσι επέτρεψα στον δαίμονα να παρεισφρήσει. Μπορεί, άραγε, να είναι πιο κοντά στην αλήθεια από μας;».
Ο δαίμονας εξαφανίστηκε αμέσως μετά, όταν ο Γέροντας έκανε τον σταυρό του. Ύστερα, με πολλά δάκρυα άρχισε να προσεύχεται, για να του φανερωθεί η αλήθεια. Μετά από κάποιες ώρες προσευχής, κοιμήθηκε.
Ο Κύριος του έστειλε ένα όραμα στον ύπνο του, στο οποίο ο Γέροντας είδε τον εαυτό του πάνω σ’ ένα αποσπασμένο τμήμα του Αγίου Όρους, το οποίο έπλεε μέσα στη θάλασσα, κινδυνεύοντας από τα κύματα.
***
Εγώ [Γέρων Εφραίμ] είχα διακόνημα να μαγειρεύω τα κόλλυβα για μνημόσυνο, που κάναμε κάθε Σάββατο και τα πανηγύρια. Πριν πάω τα κόλλυβα στον ναό, τα δοκίμαζα, για να ελέγξω πόσο γλυκά ήταν. Ήμουν τόσο ηλίθιος, που δεν ήξερα ότι πρέπει να κοινωνώ νηστικός.
Για να μου φανερώσει το λάθος μου και να το διορθώσει, ο Γέροντας μια φορά μετά τη Λειτουργία μού είπε:
– Να δοκιμάσουμε τα κόλλυβα, που έφτιαξε ο βαβούλης.
– Ω, είναι πάρα πολύ νόστημα! –του είπα, μη καταλαβαίνοντας γιατί τα λέει όλα αυτά.
– Πού το ξέρεις ότι είναι νόστημα; – ρώτησε αυστηρά ο Γέροντας.
– Τα δοκίμασα.
– Τι λες;! Δοκίμασες τα κόλλυβα και μετά κοινώνησες; – και μου έδωσε χαστούκι – Ανόητε! Καλά που σ’ έπιασα. Δεν ήξερες ότι κοινωνούμε μόνο νηστικοί;
– Από πού να το μάθω; Δεν ξέρω τίποτα.
– Βέβαια, που να το ξέρει ένας ηλίθιος, όπως εσύ!
***
Όταν ο πατήρ Αθανάσιος είπε στους πατέρες στη Λαύρα ότι ο Γέροντας Ιωσήφ αποφάσισε να εγκαταλείψει τους ζηλωτές, δεν τον πίστεψαν και του είπαν:
– Πώς μπορεί ένας άνθρωπος με τόσο ζήλο και τόση αυστηρότητα να εγκαταλείψει τους ζηλωτές;
Ο πατήρ Αθανάσιος απάντησε:
– Τι μπορώ να κάνω για να σας αποδείξω ότι λέω την αλήθεια;
Και του απάντησαν:
– Θέλουμε να κοινωνήσεις μαζί μας.
Και αυτός διανυκτέρευσε εκεί και το επόμενο πρωί κοινώνησε μαζί τους. Τότε τον πίστεψαν.
***
Ο Γέροντας Ιωσήφ μάς (τους μαθητές του) έκανε τα εξής μαθήματα διορατικότητας:
– Όταν στη διάρκεια της προσευχής αισθάνεσαι κάτι ασυνήθιστο με μια από τις πέντε αισθήσεις σου και η ψυχή εκείνη την ώρα δεν αισθάνεται τίποτα, τότε μη δίνεις σημασία σε αυτό. Ο Θεός είναι πάνω από τις πέντε αισθήσεις. Όμως, εάν έρχονται η χαρά και η ελπίδα στην ψυχή σου, όταν νιώθεις την ευωδία, βλέπεις το όραμα, ακούς και αισθάνεσαι κάτι άλλο, μην το δέχεσαι, όμως και να μην το αρνείσαι, αλλά αμέσως να το πεις στον πνευματικό σου. Εάν στην αρχή της προσευχής έχεις πίστη, ελπίδα και αγάπη, ας πούμε, στους δέκα βαθμούς, και μετά την προσευχή ο βαθμός τους έχει ανέβει στους 100, τότε αυτή είναι η μεταμόρφωση από τον Θεό. Ο εχθρός δεν είναι ικανός να σε γεμίζει με πίστη, ελπίδα και αγάπη, γιατί ο ίδιος δεν τα έχει. Εάν μετά την προσευχή νιώθεις ότι η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη έχουν αυξηθεί μέσα σου, να ξέρεις ότι η προσευχή σου έγινε δεκτή. Εάν εκείνα έχουν μείνει στο ίδιο επίπεδο, να ξέρεις ότι προσεύχεσαι σαν κοσμικός. Εάν εκέινα έχουν μειωθεί, τότε προσευχόσουν σαν μεθυσμένος. Και αν μετά την προσευχή νιώθεις κάποια σαρκική επιθυμία, άρα προσευχόσουν λάθος.
***
Όταν στον Άγιον Όρος έφεραν το ραδιόφωνο, οι μεγάλοι μοναχοί, που ήταν αποκομμένοι από τον κόσμο επί δεκαετίες, έμειναν κατάπληκτοι. Όταν μερικοί από τους απλούς μοναχούς είδαν πως όλοι γοητεύτηκαν από αυτό, αναφώνησαν:
– Είναι κουτί του Διαβόλου!
Οι άλλοι προσπάθησαν να το εξηγήσουν:
– Όχι δεν είναι. Είναι απλώς μια σύγχρονη εφεύρεση.
– Όχι, δεν μπορεί να είναι έτσι! – έλεγαν οι απλοί μοναχοί – πώς μπορούν όλα τα μουσικά όργανα που ακούμε να χωρέσουν σ’ αυτό το μικρό κουτί; Δεν μπορούν. Άρα, είναι κάποιο πράγμα του διαβόλου.
Κάποιοι από τους πατέρες ήταν τόσο σίγουροι γι’ αυτό, που όρισαν κιόλας κανόνα ότι όποιος ακούει αυτό το «κουτί του Διαβόλου» και δεν κλείνει τ’ αυτιά του, δεν μπορεί να κοινωνήσει.
Ο Γέροντας ποτέ δεν είχε ακούσει για το ραδιόφωνο, αλλά ήταν οξυδερκής άνθρωπος και ήξερε ότι αυτό είναι απλώς μια εφεύρεση των ανθρώπων
Παρ’ όλο που ο Γέροντας Ιωσήφ ποτέ δεν είχε ακούσει για το ραδιόφωνο, ήταν οξυδερκής άνθρωπος και ήξερε ότι αυτό, μάλλον, είναι μια εφεύρεση των ανθρώπων. Σκεφτόταν ότι η απλοϊκότητα αυτών των ανθρώπων είναι αστεία! Όμως, για να κλείσει το θέμα, είπε στους άλλους:
– Κοιτάξτε. Εάν θέλουμε να μάθουμε αν είναι του Διαβόλου αυτό το κουτί, θα παρακαλέσουμε τον ιερέα να μας φέρει το Αρτοφόριο και να το βάλει πάνω στο κουτί. Αν το κουτί είναι του Διαβόλου, τότε αυτό θα εκραγεί, γιατί οι δαίμονες δεν μπορούν ν’ αντέξουν το πλησίασμα του Χριστού. Όμως, αν η μουσική συνεχίσει ν’ ακούγεται, θα καταλάβουμε ότι είναι μια απλή εφεύρεση.
Τελικά, ο ιερέας έφερε το Αρτοφόριο και το κουτί δεν εξεράγη. Τότε όλοι συμφώνησαν ότι το κουτί είναι μια απλή εφεύρεση και όλοι οι μοναχοί, που το άκουγαν, έλαβαν ξανά την άδεια να κοινωνήσουν.
***
Όταν μετακομίσαμε στη Νέα Σκήτη, διαμέναμε στο καλύβι των Αγίων Αναργύρων, στον πατέρα Θεοφύλακτο, όμως εκείνος ο χώρος δεν μας βόλευε εντελώς. Μάθαμε ότι ο πατήρ Ιωάννης είχε σκοπό να μετακομίσει από τη Νέα Σκήτη σε άλλο μέρος και πήγαμε να δούμε αν μας κάνει το καλύβι του. Όταν μπήκαμε μέσα, δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε αυτά, που είδαμε! Ο πατήρ Ιωάννης, με τα χρήματα που κέρδισε με την αγιογράφηση, επίπλωσε το καλύβι του με πολλή πολυτέλεια: Αγόρασε καναπέδες, τοποθέτησε διάφορα περίεργα κηροπήγια, ακόμη είχε και ψυγείο αερίου. Εκείνα τα χρόνια στο Άγιον Όρος ούτε είχε ακούσει κανείς για τέτοια πράγματα.
Όταν ο Γέροντας τα είδε όλα αυτά, στεναχωρημένος, είπε:
– Μπορεί, άραγε, ο μοναχός που διαμένει σ’ έναν τέτοιον χώρο, να λέει: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»; Επειδή έχει ήδη ελεηθεί. Δεν πιστεύω ότι κάποιος μπορεί να προσεύχεται εδώ.
***
Όταν ο Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ άκουσε για τον Γέροντα Ιωσήφ, αμέσως πήγε να τον βρει. Από τότε άρχισε να τον επισκέπτεται, επειδή ένιωθε μεγάλο σεβασμό προς τον Γέροντα. Αργότερα έλεγε ότι ο Γέροντας Ιωσήφ ήταν ένας απ’ τους μεγαλύτερους ασκητές του Αγίου Όρους, που είχε συναντήσει ποτέ. Σε μια επιστολή, ο Γέροντας Σωφρόνιος έγραψε για τη συνάντησή του με τον Γέροντα:
«Ήθελα ν’ ακούσω από αυτόν τον άνθρωπο, που είχε τη Χάρη του Θεού, κάποιον πνευματικό λόγο. Κατά το πλείστον μιλούσε για την ησυχαστική ζωή ενός αναχωρητή και είπε ότι μερικές φορές είχε δει το Άκτιστο Φως. Η συνομιλία με τον Γέροντα μου έκανε μεγάλη εντύπωση… Είχα την αίσθηση ότι μπροστά μου βρίσκεται ένας πνευματικός στρατηλάτης».
Όντως, ήταν «δάσκαλος», όπως θα τον αποκαλούσαν από βαθύ σεβασμό οι ευλαβείς ησυχαστές του Αγίου Όρους.
Ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ είχε περιγράψει τις συνθήκες διαμονής του Γέροντα Ιωσήφ:
«Το καλύβι τους ήταν απομονωμένο από τους άλλους ερημήτες, για περισσότερη ησυχία. Ήταν χτισμένο από μεγάλες πέτρες και αποτελούταν από μερικά μικρά δωματάκια. Εκείνην τη βραδιά ο Γέρων Ιωσήφ μού επέτρεψε να διανυκτερεύσω μέσα στον πέτρινο «σάκκο», δηλαδή στο κελλί του πατρός Αθανασίου. Το μέγεθός του ήταν ένα μέτρο επί ενάμιση. Εγώ, που δεν είχα μεγάλο ύψος, μόλις χώρεσα στο μικρό κρεβατάκι, λυγίζοντας τα πόδια μου και βάζοντας τα πέλματα πάνω στο κουτάκι, που βρισκόταν σε μια τρύπα μέσα στον τοίχο. Το πρωί ο πατήρ Ιωσήφ μού έδειξε τον βράχο με θέα στη θάλασσα, που βρισκόταν σε κάποια απόσταση από το βασικό καλύβι, και πάνω στο οποίο έχτισε ένα μικρό καλυβάκι, για ιδιαίτερη ησυχία. Το μηκός του μόλις του επέτρεπε να κοιμηθεί. Είχε μόνο ένα παράθυρο, το οποίο χρησιμοποιούσε ως πόρτα».
***
Στη Νέα Σκήτη ο Γέροντας Ιωσήφ έχασε εκείνην την ιδιαίτερη Χάρη, που έλαβε όταν ζούσε με περισσότερες στερήσεις. Έλεγε:
– Όταν έμενα στη Σκήτη του Αγίου Βασιλείου, το φρέσκο ψάρι ήταν σπάνια πολυτέλεια κι εδώ μπορώ να το τρώω όλη την ώρα. Όμως τώρα, όταν έχω υλικές παρηγοριές, ο Κύριος δεν μου δίνει πνευματικές με τόση δύναμη, όπως συνέβαινε στον Άγιο Βασίλειο. Τώρα πλησιάζω το παλάτι του Βασιλιά και χτυπάω την πύλη και αυτή δεν ανοίγει. Ενώ νωρίτερα όχι μόνο άνοιγα την πύλη, αλλά και έμπαινα μέσα και μιλούσα με τον Βασιλιά.
***
Λίγο πριν το θάνατο του Γέροντα Ιωσήφ, όταν ο πόνος από υδρωπικία δυνάμωσε πιο πολύ, ο Γέροντας αντί για αναστεναγμούς έβγαζε μια γλυκιά φωνή, σαν να τον χάιδευε κανείς.
Όταν ο πόνος δυνάμωσε πιο πολύ, ο Γέροντας αντί για αναστεναγμούς έβγαζε μια γλυκιά φωνή, σαν να τον χάϊδευε κανείς
Ο πατήρ Εφραίμ Κατουνακιώτης προβληματίστηκε, όταν το άκουσε και ρώτησε:
– Γέροντα, τι συμβαίνει; Τι αισθάνεστε, πόνο ή απόλαυση;
– Πεθαίνω από τον πόνο, παιδί μου – απάντησε ο Γέροντας. – Αλλά ταυτόχρονα αισθάνομαι και χαρά. Τι καλός που είναι ο Θεός! Μου έστειλε αυτούς τους πόνους, για να μ’ ανταμείψει με την άφθονη Χάρη Του στην αιώνια ζωή.
***
Εκείνην τη μέρα, όταν εκοιμήθη ο Γέροντας, ενημερώσαμε την αδελφή Ευπραξία στην Ουρανούπολη. Όταν η αδελφή κρατούσε το γράμμα και έκλαιγε πάνω του, ξαφνικά άνοιξε η πόρτα και μπήκε ο Γέροντας! Της εμφανίστηκε έτσι, όπως τον ήξερε, με μόνη διαφορά ότι ήταν διαφανής. Έμοιαζε με κρύσταλλο, γιατί η αδελφή μπορούσε να βλέπει μέσω αυτού. Ήταν ακτινοβόλος και χαρούμενος και το σώμα του δεν έριχνε σκιά. Με έκπληξη σκούπισε τα μάτια της και του είπε:
– Γέροντα, Γέροντα! Εδώ λένε ότι πεθάνατε.
– Αλήθεια, παιδί μου, πέθανα. Όμως, όπως με βλέπεις, είμαι ζωντανός.
Τότε η αδελφή Ευπραξία πλησίασε τον Γέροντα για να τον αγκαλιάσει, αλλά αυτός εξαφανίστηκε και η αδελφή αγκάλιασε τον αέρα. Τέτοιες εμφανίσεις και διάλογοι είναι σημάδια της αγιότητας του Γέροντα, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι είχαν περάσει πέντε ώρες από τον θάνατό του.
***
Ο Γέροντας μας μάθαινε ότι ο μοναχός που παλεύει με κάποιο πάθος, ανεξάρτητα με ποιο συγκεκριμένα, πρέπει να του αντισταθεί από την αρχή μέχρι την απόλυτη εξολόθρευσή του. Ακόμη και η πιο μικρή υποχώρηση μπορεί να τον οδηγήσει στην ήττα. Πραγματικά, υπάρχουν τέτοιες αληθινά ηρωικές ψυχές, που έχουν τόσο μεγάλη αγάπη και έλξη στον Θεό, που μόλις νιώσουν ότι μια ακάθαρτη απόλαυση προσπαθεί να υπονομεύσει την ελευθερία τους και να θολώσει το μυαλό τους, αμέσως βιάζονται να διώξουν την απόλαυση, προξενώντας φυσικό πόνο στους εαυτούς τους, για να μπορέσουν, τελικά, να διατηρήσουν την πνευματική καθαρότητα στα μάτια του Θεού. Είναι βαριά λόγια, αλλά η ψυχή, που νιώθει ανέκφραστη αγάπη προς τον Θεό, δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της ν’ αμαρτήσει.
Ακριβώς έτσι ήταν ο Γέροντάς μου. Όταν ήταν κοσμικός και νέος, ήταν τολμηρός και αποφασιστικός να παλέψει μέχρι το τέλος. Δεν ήταν επιεικής με τον εαυτό του, πάλευε με τον εαυτό του, πίεζε τον εαυτό του και πάντοτε είχε άφθονη υπομονή. Με τέτοιες καλές προθέσεις πώς μπορούσε η Χάρις του Θεού να μην τον βοηθήσει και να μην τον υψώσει εκεί, που βρέθηκε τελικά;
Ιερομόναχος Εφραίμ,
Σκήτη Οσίου Νείλου Σόρσκι, Αλάσκα
Μετάφραση από ρωσικά Κατερίνα Πολονέιτσικ

Μη παροργίζουμε την φιλανθρωπία του Θεού!

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Επίσκοπος Αχρίδος)


(Μηνύματα προς τον λαό από το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Νταχάου)



Αδελφοί μου, αμαρτήσαμε και στη συνέχεια εξαγνιστήκαμε. Προσβάλαμε τον Παντοδύναμο Θεό μας, και γι' αυτό τιμωρηθήκαμε. Σπιλώσαμε τις ψυχές μας και ξεπλύναμε την κάθε αμαρτία μας, με το αίμα και με τα δάκρυά μας.

Ποδοπατήσαμε κάθε τι, που ήταν ιερό για τους πατέρες μας, και γι' αυτό στη συνέχεια ποδοπατηθήκαμε εμείς οι ίδιοι.

Η καταστροφή μας ήταν αναμενόμενη αφού τα σχολεία μας ήταν χωρίς πίστη στο Θεό, οι πολιτικοί μας δεν ήταν έντιμοι, ο στρατός μας δεν είχε πατριωτισμό και οι κυβερνήτες μας δεν είχαν την ευλογία του Θεού. Έτσι καταστράφηκαν τα σχολεία, ο στρατός και όλο το κράτος μας.

Είκοσι χρόνια δεν σεβόμασταν τις παραδόσεις μας, και τώρα οι αλλοεθνείς μας στέρησαν το φως με το σκοτάδι τους.

Είκοσι χρόνια χλευάζαμε τους προγόνους μας, που με την ευσέβειά τους κατέκτησαν τη βασιλεία των Ουρανών. Με το μέτρο όμως που κρίναμε το Θεό και τους προγόνους μας, με το ίδιο μέτρο και εμείς κριθήκαμε.

Παρ' όλα αυτά, ο Θεός μας συγχώρεσε.

Οι υβριστικές σκέψεις μας, τα υβριστικά λόγια και οι πράξεις μας, οι ατελείωτες προσβολές στον Μεγαλοδύναμο Θεό, κατά την περίοδο των δύο παγκοσμίων πολέμων, καταδίκασαν το λαό μας αρχικά σε θάνατο. Η ποινή επιβλήθηκε και ένας στους οκτώ Σέρβους εκτελούνταν στα πρώτα δύο χρόνια της κατοχής της χώρας μας από τους Γερμανούς.

Στη συνέχεια οι εκτελέσεις σταμάτησαν και η ποινή μειώθηκε, σε ισόβια σκλαβιά. Καταδικαστήκαμε να είμαστε αιώνια υπόδουλοι των Γερμανών.

Μόνον όταν ο φτωχός λαός μας, με τα εξασθενημένα χέρια του, άρχισε να ανάβει κεριά, να προσεύχεται, τότε οι προσευχές του συγκίνησαν τους αγγέλους και τους αγίους ώστε να μεσιτεύσουν για το έλεος του Θεού. Τότε ο Παντελεήμων Θεός πάλι μείωσε την ποινή της ισόβιας σκλαβιάς σε δύο χρόνια. Ο σέρβικος λαός καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκισης ενώ είκοσι χρόνια ζούσε αμαρτωλή ζωή. Δεν είναι άραγε αυτό ελεημοσύνη; Υπάρχει άραγε κανείς επίγειος βασιλιάς ο οποίος θα ανεχόταν είκοσι χρόνια να τον βρίζουν, να τον χλευάζουν και να συγχωρεί το λαό του; Ποτέ και πουθενά. Τέτοια ελεημοσύνη έχει μόνο ο Θεός μας.

Αδελφοί μου, τι λοιπόν να πράξουμε τώρα; Ας πράξουμε οτιδήποτε άλλο, εκτός από αυτό που πράτταμε στη διάρκεια αυτών των είκοσι χρόνων.

Ας μην αμαρτάνουμε, για να μην υποφέρουμε πάλι.

Ας μην προσβάλουμε πάλι τον Παντοκράτορα Θεό, και υποστούμε μεγαλύτερη τιμωρία.

Ας μη σπιλώνουμε τις ψυχές μας με αμαρτίες, για να μη χρειασθεί πάλι να τις εξαγνίζουμε με το αίμα και τα δάκρυά μας.

Ας μην ποδοπατάμε τα όσια των προγόνων μας, για να μην ποδοπατηθούμε οι ίδιοι.

Ας χτίσουμε σχολεία με πίστη, ας αποκτήσουμε κυβερνήτες τίμιους, ας αποκτήσουμε στρατό με πατριωτισμό, και κράτος που να έχει την ευλογία του Θεού.

Ας επιστρέψουμε ο καθένας μας στο Θεό και στον εαυτό του. Ας μη μείνει κανένας μακριά από το Θεό, για να μη χάσει το φως του από την επέλαση του τρομακτικού σκοταδιού των αλλοεθνών με τα «ωραία» ονόματα και τα «φανταχτερά» ρούχα.

Ας προσπαθήσει ο καθένας μας να κατακτήσει τη βασιλεία των Ουρανών. Έτσι μόνο θα επιβιώσει το κράτος μας πάνω στη γη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αν είμαστε δίκαιοι ο ουρανός θα προσέχει το κράτος μας. Στην ουράνια Βασιλεία βασιλεύουν η δικαιοσύνη, η πίστη, η αγάπη, η αλήθεια, η ελεημοσύνη, η σοφία, η καθαρότητα....

Ας σκεφτείτε αν έχετε αυτές τις αρετές, και αν όχι καλύτερα να αγωνιστείτε να τις αποκτήσετε όλες. Έτσι θα γίνετε τέλειοι, όπως τέλειος είναι και ο μεγάλος Πατέρας σας, ο ουράνιος.

Έτσι θα αντέξετε τις σκοτεινές δυνάμεις του Άδη, που κτύπησαν το κράτος μας και σαν εφιάλτης μας ταλάνισαν και θα μας ταλανίζουν για πολλά χρόνια.

Οπλισμένοι με τις αρετές θα δικαιώσετε την αγάπη σας για την πατρίδα σας, και θα δικαιώσετε το όνομα του Ορθόδοξου χριστιανού. Ας σας βοηθάει ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ο Πατέρας και το Άγιο Πνεύμα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Όσιος Τίτος ο Πρεσβύτερος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου

Ο Όσιος Τίτος γεννήθηκε στη Ρωσία και ασκήτευε στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Η ιερατική του βιοτή ήταν θεοφιλής και ισάγγελη, ενώ η αγάπη του προς όλους τους αδελφούς ανιδιοτελής και ανυπόκριτη.

Τότε ζούσε στη Λαύρα και ένας διάκονος, που ονομαζόταν Ευάγριος. Ο μισόκαλος διάβολος, που πάντοτε σπείρει ζιζάνια, έσπειρε έχθρα ανάμεσα στον Όσιο Τίτο και το διάκονο Ευάγριο. Και ενώ πρώτα έτρεφαν ο ένας για τον άλλο βαθιά αμοιβαία αγάπη, έφθασαν τώρα να μην θέλουν ούτε να ιδωθούν. Τόσο πολύ μάλιστα τους σκότισε η οργή και η μνησικακία, ώστε, όταν θυμίαζε ο ένας στο ναό, ο άλλος έφευγε. Και αν δεν έφευγε, ο πρώτος τον προσπερνούσε χωρίς να τον θυμιάσει.

Έχοντας βυθιστεί σε τέτοιο σκοτάδι εμπάθειας οι δύο αδελφοί, τολμούσαν να λειτουργούν και να προσφέρουν τα Τίμια Δώρα και να κοινωνούν, ξεχνώντας την εντολή του Κυρίου που λέγει: «Εάν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και εκεί ενθυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίων σου, άφησε εκεί το δώρο σου μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε, πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδελφό σου, και τότε αφού έλθεις πρόσφερε το δώρο σου».

Κάποτε ο Όσιος Τίτος αρρώστησε πολύ σοβαρά. Είχα μάλιστα φθάσει στα πρόθυρα του θανάτου, όταν άρχισε ξαφνικά να κλαίει και να θρηνεί για την αμαρτία του. Αμέσως παρακάλεσε τους μοναχούς να καλέσουν τον Ευάγριο, για να συγχωρεθούν. Εκείνος όμως, όχι μόνο δεν δέχθηκε να συγχωρέσει τον ετοιμοθάνατο αδελφό, αλλά άρχισε να τον καταριέται. Τότε τον άρπαξαν και τον έφεραν διά της βίας στον Όσιο, για να ειρηνεύσουν. Μόλις τον είδε ο Όσιος Τίτος ανασηκώθηκε με δυσκολία και τον ικέτευσε κλαίγοντας να τον ευλογήσει. Ο ανελέητος Ευάγριος αποστράφηκε άσπλαχνα τον Όσιο και δήλωσε μπροστά σε όλους, ότι ποτέ δεν πρόκειται να συμφιλιωθεί μαζί του ούτε στην παρούσα ζωή ούτε στην άλλη. Δεν πρόλαβε όμως να τελειώσει τον λόγο του και έπεσε κάτω! Οι πατέρες έτρεξαν να τον σηκώσουν, αλλά διαπίστωσαν πως ήταν νεκρός. Το σώμα του αμέσως πάγωσε σαν μάρμαρο. Την ίδια στιγμή ο Όσιος Τίτος σηκώθηκε όρθιος, εντελώς υγιής, σαν να μην είχε αρρωστήσει ποτέ. Με φρίκη και δέος αντίκρισαν όλοι τον άδοξο θάνατο του μνησίκακου Ευαγρίου και την θαυματουργική ίαση του Αγίου.

Ο Όσιος Τίτος, μετά την συγκλονιστική αυτή εμπειρία, απομάκρυνε για πάντα από τη ζωή του, όχι μόνο την εξωτερική οργή, αλλά και κάθε κακό λογισμό για οποιονδήποτε αδελφό, μέχρι την ημέρα που κοιμήθηκε ειρηνικά και παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό. Ήταν το έτος 1190 μ.Χ.

Όσιος Ραφαήλ Επίσκοπος Μπρούκλυν

Ο Όσιος Ραφαήλ γεννήθηκε στη Συρία το έτος 1860 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς, τον Μιχαήλ Χαβαβίνυ και τη Μάριαμ, θυγατέρα του ιερέως της Δαμασκού. Την ημέρα της εορτής των Θεοφανείων του 1861 μ.Χ. βαπτίσθηκε και ονομάσθηκε Ραφαήλ.

Σπούδασε στη θεολογική σχολή της Χάλκης και χειροτονήθηκε διάκονος στις 8 Δεκεμβρίου του 1885 μ.Χ. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στη θεολογική ακαδημία του Κιέβου. Με την ευλογία του Πατριάρχη Αντιοχείας Σίλβεστρο, διευθυντή της ακαδημίας και ένα μήνα αργότερα έλαβε το οφίκιο του αρχιμανδρίτη από τον Μητροπολίτη Μόσχας Ιωαννίκιο. Ως πρεσβύτερος πλέον ανέλαβε καθήκοντα εξάρχου του Πατριαρχείου Αντιοχείας στη Ρωσία.

Ο ιεραποστολικός ζήλος οδήγησε τα βήματά του στην Αμερική. Έφθασε στη Νέα Υόρκη στις 2 Νοεμβρίου 1895 μ.Χ. και ανέλαβε ως βοηθός του Επισκόπου Νικολάου. Ανέλαβε σημαντικό ιεραποστολικό έργο και ασχολήθηκε με τη συγγραφή θεολογικών βιβλίων καθώς και με την ανέγερση νέων ναών.

Το έτος 1903 μ.Χ. η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας τον εξέλεξε Επίσκοπο Μπρούκλυν και του ανέθεσε το ιεραποστολικό έργο στη Βόρειο Αμερική.

Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1915 μ.Χ.

Όσιος Τίτος ο στρατιώτης

Ο Όσιος Τίτος πριν γίνει μοναχός ήταν στρατιώτης. Κάποτε, εξαιτίας ενός σοβαρού τραυματισμού, ασθένησε βαριά και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον στρατό και να εγκαταβιώσει στα Σπήλαια της Λαύρας του Κιέβου. Εκεί, αφού πέρασε την υπόλοιπη ζωή με προσευχές και μετάνoιες κοιμήθηκε με ειρήνη περί τον 11ο αιώνα μ.Χ. Η μνήμη του Οσίου Τίτου επαναλαμβάνετε στις 27 Ιανουαρίου.

Άγιος Λέανδρος Επίσκοπος Σεβίλλης

Ο Άγιος Λέανδρος, Επίσκοπος Σεβίλλης της Ισπανίας, διδάσκαλος της Εκκλησίας και φωτιστής των Ισπανών, έζησε τον 6ο μ.Χ. αιώνα και ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογενείας. Ο πατέρας του ήταν δούκας και καταγόταν από βυζαντινή γενιά, ενώ η μητέρα του ήταν πρωτότοκη κόρη του Βησιγότθου βασιλέως Λεβιγκίντ, που βασίλευε στην Σεβίλλη, την πρωτεύουσα του βασιλείου των Βησιγότθων.

Πολύ νωρίς ακολούθησε τον μοναχικό βίο και διακρίθηκε για την μόρφωση και τις αρετές του. Γι' αυτούς τους λόγους η Εκκλησία τον κατέστησε Επίσκοπο το έτος 579 μ.Χ. Ίδρυσε θεολογική σχολή με σκοπό τη διάδοση της Ορθοδοξίας, αλλά και την καλλιέργεια των επιστημών και των τεχνών γενικά, μέσα στο λαό του τότε βάρβαρου ακόμα βασιλείου. Οι δυο βασιλόπαιδες Χερμενεγκίλντ και Ρεκαρέντ, ανεψιοί του από την πλευρά της μητέρας του, ήταν μεταξύ των μαθητών του Αγίου Λεάνδρου. Ο Χερμενεγκίλντ ανατράφηκε με τα νάματα της Ορθοδοξίας. Η πίστη του στην Εκκλησία δυναμώθηκε πιο πολύ χάρη στην ευσεβή σύζυγό του Ίνγκαρντ, θυγατέρα του βασιλέως των Φράγκων Σιγεβέρτου.

Όταν ο πατέρας του, μεταφέροντας την πρωτεύουσά του στο Τολέδο, του όρισε για διαμονή του τη Σεβίλλη, ξέσπασε διωγμός κατά των Ορθοδόξων. Ο αιρετικός Λέβεγκίλντ ήλθε σε σύγκρουση με τον Ορθόδοξο γιο του Χερμενεγκίλντ. Ήταν τέτοια η ένταση του διωγμού και της μανίας των αιρετικών, που όπως γράφεται δεν έβλεπε κανείς πουθενά ελεύθερο άνθρωπο και η ίδια η γη έχασε την παλαιά της γονιμότητα. Ο αιρετικός βασιλέας πολιόρκησε την Σεβίλλη και έκλεισε σε σκοτεινή φυλακή τον υιό του, όπου και τον στραγγάλισε την ημέρα του Πάσχα του 586 μ.Χ.

Την εποχή αυτή, λίγο πριν εξορισθεί και αυτός μαζί με άλλους ομολογητές της Ορθοδοξίας, ο Άγιος Λέανδρος έφυγε στην Κωνσταντινούπολη, για να ζητήσει τη βοήθεια του αυτοκράτορα. Εκεί γνώρισε τον Άγιο Γρηγόριο τον Μέγα, τον Διάλογο, και συνδέθηκε μαζί του με δυνατή φιλία. Όταν ο διωγμός κατά των Ορθοδόξων έφθασε στα άκρα, ο βασιλιάς Λέβεγκιλντ προσβλήθηκε από θανατηφόρο ασθένεια, άλλαξε στάση, προσκάλεσε τον Άγιο Λέανδρο στην επιθανάτια κλίνη του και, αφού μετανόησε, τον παρακάλεσε να κατευθύνει το διάδοχό του Ρεκαρέντ προς την αληθινή Ορθόδοξη πίστη. Ο νέος βασιλέας, υπάκουος στον παλαιό διδάσκαλό του, μεταστράφηκε και ανέλαβε αμέσως να συγκαλέσει την Τρίτη εν Τολέδω Σύνοδο, όπου ανέγνωσε ενώπιον όλων την ομολογία πίστεως στις αποφάσεις της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας και ανακοίνωσε ότι οι λαοί των Γότθων και Σουέβων, ενωμένοι, επανέρχονται στην ενότητα της Εκκλησίας. Ο Άγιος Λέανδρος, ο οποίος υπήρξε πρόεδρος αυτής της Συνόδου, αφιέρωσε πλέον την υπόλοιπη ζωή του στη διδασκαλία του ποιμνίου του με το φωτισμένο του παράδειγμα κατ' αρχήν, αλλά και με τα εμπνευσμένα γραπτά του. Προετοίμασε ακόμη τον αδελφό του, Άγιο Ισίδωρο , να γίνει διάδοχός του στο θρόνο της Σεβίλλης και η δόξα της Εκκλησίας της Ισπανίας. Βοήθησε ακόμη την αδελφή του, Αγία Φλωρεντίνη, να γίνει ιδρύτρια και ηγουμένη σαράντα μονών με χιλιάδες μοναχές, γράφοντας γι' αυτήν μοναχικό τυπικό που από τότε καλείται «Κανὼν τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου». Οργάνωσε, επίσης, τη Θεία Λατρεία της Εκκλησίας της Ισπανίας, που λειτουργικά ονομάζεται «μοζαραβικῆ».

Ο Άγιος Επίσκοπος της Σεβίλλης, αφού υπέμεινε πολλές αντιξοότητες και δοκιμασίες, παρέδωσε την αγία ψυχή του στον Κύριο το 600 ή 601 μ.Χ. (πιθανώς στις 13 Μαρτίου).

Άγιοι Αβουδάντιος, Αλέξανδρος, Αντίγονος, Καλανός, Ιανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός και Φουρτουνάτος

Οι Άγιοι Αβουδάντιος (ή Αβούνδιος ή Αβούδιμος), Αλέξανδρος, Αντίγονος, Καλανός, Ιανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός και Φουρτουνάτος (ή Φορτουνίων ή Φορτούνιος), μαρτύρησαν στην Θεσσαλονίκη, μαζί με άλλους Χριστιανούς, επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 - 305 μ.Χ.).

Η πληροφορία αυτή καταγράφεται σε αρχαία Μαρτυρολόγια. Ο αριθμός των Μαρτύρων και τα ονόματά τους ποικίλουν από χειρόγραφο σε χειρόγραφο. Δεν υπάρχει ωστόσο κανένα επιπλέον στοιχείο για το μαρτύριό τους.

Άγιος Ηλίας ο Νεομάρτυρας ὁ ἐκ Τραπεζοῦντος

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ηλίας καταγόταν από το Κρυονέρι Τραπεζούντας και ήταν υιός του ιερέως Κωνσταντίνου. Συνελήφθη και βασανίστηκε στο Μόλο της Τραπεζούντας (Μουμ Χανέ), το έτος 1749 μ.Χ. και τελικά απαγχονίστηκε. Το άγιο λείψανο αυτού το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν στη μονή Θεοσκεπάστου.

Όσιοι Ασκληπιός και Ιάκωβος

Το βίο των Οσίων Ασκληπιού και Ιακώβου συνέγραψε ο Θεοδώρητος Κύρου στη Φιλόθεο Ιστορία του.

Ο Όσιος Ασκληπιός ήταν μαθητής του Αγίου Πολυχρονίου (τιμάται 23 Φεβρουαρίου), που διακόνησε τον Όσιο Ζεβινά και μιμήθηκε κατά πάντα τον Γέροντα αυτού στην άσκηση.

Ο Όσιος Ιάκωβος, μετά από πολλά χρόνια ασκήσεως και ερημιτικού βίου, σε πολύ μεγάλη ηλικία κλείσθηκε σε κελί κοντά στην πόλη Νιμουζάν, χωρίς να βλέπει κανέναν και τίποτα.

Έτσι αφού έζησαν, κοιμήθηκαν οσίως με ειρήνη.

Όσιος Θαλλελαίος

Ο Όσιος Θαλλελαίος καταγόταν από την Κιλικία και ασκήτευε έξω από την πόλη Γάβαλα της Συρίας. Εκεί υπήρχε ειδωλολατρικός ναός, που συνέρρεαν πολλοί. Ο Θαλλέλαιος αυτό το εκμεταλλεύτηκε, εργαζόμενος για τη διαφώτιση και την προσέλκυση στη χριστιανική πίστη πολλών ειδωλολατρών.

Ήταν γεμάτος ταπεινοφροσύνη και ποτέ δεν υπερηφανεύτηκε για τα πνευματικά του κατορθώματα. Ήταν όμως και φοβερά πολυμήχανος, προκειμένου να φέρει ψυχές κοντά στο Χριστό. Κάποτε μάλιστα, είχε κατασκευάσει ένα ιδιόρρυθμο κρεμαστό κρεβάτι. Αυτό διαδόθηκε σ' όλη την περιοχή, με αποτέλεσμα να τον επισκέπτονται πολλοί ειδωλολάτρες. Από 'κει ψηλά λοιπόν ο Θαλλέλαιος, άρχιζε συζήτηση μαζί τους και έτσι έριχνε τα πνευματικά του δίχτυα, που έπιαναν πολλές ψυχές και τις έσωζε. Μ' αυτόν τον τρόπο κατόρθωσε να εκχριστιανίσει μια ολόκληρη πόλη, τα Γάβαλα, και να γίνει πνευματικός της πατέρας με τη χάρη του Ιησού Χριστού.

Άγιος Γελάσιος ο μίμος

Ο Άγιος Γελάσιος ήταν μίμος (ηθοποιός) στο επάγγελμα. Όταν διατάχθηκε να εμπαίξει το βάπτισμα των Χριστιανών, ως ο από μίμων Πορφύριος (τιμάται 4 Νοεμβρίου), βαπτίσθηκε και τελειώθηκε διά ξίφους.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης ο Ομολογητής

Ο Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης έζησε στα χρόνια του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) και διακρίθηκε για την πνευματική γενναιότητά του ως υπέρμαχος της Ορθοδοξίας. Αν και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το μοναχισμό, δεν έμεινε στην απομόνωση του κελιού του, αλλά αγωνίσθηκε σθεναρά κατά των εικονομάχων. Γι' αυτό υπέστη πολλά βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακές και εξορίες. Διακρίθηκε, επίσης, στον αγώνα της Εκκλησίας κατά των αιρετικών Μονοφυσιτών.

Ο Άγιος Προκόπιος φαίνεται ότι λίγο μετά την αποφυλάκισή του κοιμήθηκε, ενώ κατ' άλλους υπέμεινε μαρτυρικό θάνατο.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φερωνύμως προκύπτων ἐν ἀσκήσει Προκόπιε, ἤρθης ἐκ δυνάμεως Πάτερ, πρὸς ἀθλήσεως ἔλλαμψιν Χρίστου γὰρ τὴν Εἰκόνα προσκυνῶν, Μαρτύρων ἀνεδείχθης κοινωνός, μεθ' ὧν πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, ὑπὲρ τῶν ἐκβοώντων σοι, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνερνούντι διὰ σοῦ, πασιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Προκόπιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἑωσφόρον σήμερον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη ἅπασαν, κακοδοξίας τήν ἀχλύν, διασκεδάζει τιμῶσά σε, οὐρανομύστα Προκόπιε ἔνδοξε.

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020

Για τον Αββά Παύλο που πλανήθηκε ...

Ζούσε κάποτε στη Θηβαΐδα κάποιος που τον έλεγαν Παύλο και ήταν ευλαβής και φιλακόλουθος. Μέρα και νύκτα παρακολουθούσε την εκκλησία κι έκανε με προθυμία και τις υπόλοιπες διατεταγμένες ακολουθίες. Βλέποντας τον έτσι οι γνωστοί του ευλαβείς και φιλακόλουθοι του λένε: «Κυρ-Παύλε, αφού ούτε γονείς έχεις ούτε γυναίκα θέλεις να πάρεις, γιατί δεν γίνεσαι μοναχός;» Κι αυτός τους απάντησε: «Καλά λέτε. Θα πάω να γίνω μοναχός». Έφυγε λοιπόν και ησύχασε σε κελλί μόνος του και δόθηκε στην άσκηση και τους λοιπούς κόπους και ήταν στο φρόνημα ακμαιότερος.
Βλέποντας τον ο πονηρός δαίμονας έτσι αγωνιστή, άρχισε να του παρουσιάζεται κατά φαντασίαν ως άγγελος, να του προλέγει κάποια πράγματα και να τον εμπαίζει. Κι όταν ο δαίμονας κατάλαβε ότι τον έχει υποχείριο, του λέει: «Ο Χριστός αγάπησε υπερβολικά την αγία βιοτή σου και αύριο θα σε επισκεφθεί για να σου δώσει ένα χάρισμα ασκητικής διαγωγής. Εσύ λοιπόν βγες από το κελλί σου και προσκύνησε τον και, αφού λάβης το χάρισμα, μπαίνεις πάλι στο κελλί σου.
Την επομένη λοιπόν βγαίνει από το κελλί του και βλέπει μία…
παράταξη, τάχα, από αγγέλους λαμπαδηφόρους και ένα πύρινο τροχό και στο μέσον του τροχού να φαίνεται το σχήμα κάποιου, τον οποίο υπέθεσε ότι είναι ο Χριστός. Και μόλις επρόκειτο να κλίνη τον αυχένα για να τον προσκύνησει, τότε ένα χέρι, που φάνηκε μέχρι τον καρπό, τούδωσε ένα ράπισμα και τον έσπρωξε προς τα πίσω, για να μη προσκύνησει. Και πέφτοντας στη γη κοιτάζει προσεκτικά και δεν βλέπει ούτε τους λαμπαδηφόρους αγγέλους ούτε τον πύρινο τροχό. Κατάλαβε τότε τον εμπαιγμό του δαίμονος και έμεινε σ’ εκείνη την θέσι κλαίγοντας επί δύο μερόνυχτα και λέγοντας ενώπιόν του Θεού: «Αλλοίμονο σε μένα τον αμαρτωλό, αμάρτησα και έχασα όλους τους κόπους της ζωής μου και τι να κάμω δεν ξέρω».
Είχε ακούσει λοιπόν ότι στην ανώτερη (νοτιώτερη) Θηβαΐδα ζούσε από πολλά χρόνια μόνος σ’ ένα αγρό ένας γέροντας αναχωρητής. Σκέφθηκε λοιπόν να πάει σ’ αυτόν και να του εμπιστευθεί αυτά που του συνέβησαν. Όταν λοιπόν έφτασε κοντά στον τόπο του αγίου έπεσε με το πρόσωπο στη γη και έκλαιγε λέγοντας: «Αμάρτησα, συγχώρεσε με και προσευχήσου για μένα». Ο γέροντας όμως του φώναζε: «Δεν μπορείς να έλθης εδώ, χλεύη των δαιμόνων. Μη πλησίασης προς τα ‘δω». Και τον επέπληττε. Αυτός όμως παρέμενε πεσμένος στο έδαφος κλαίγοντας. Τον συμπάθησε λοιπόν ο άγιος και του λέει: «Αν είχες ξεκινήσει να μάθεις μία οποιαδήποτε τέχνη, δεν θα έπρεπε πρώτα να βρεις ένα τεχνίτη και να μάθεις από αυτόν τα μυστικά της; Εσύ όμως έφυγες και κατοίκησες μόνος σου χωρίς να εμπιστευθής τους λογισμούς σου σε κανέναν. Κι αν δεν σε βοηθούσε ο Θεός και η δεξιά του αγίου αγγέλου, θα προσκυνούσες τον δαίμονα και θάχανες τα λογικά σου και θα τριγύριζες στις πόλεις σαν τους δαιμονισμένους. Αλλά από ‘δω και στο εξής ευχαρίστησε τον Θεό που σε βοήθησε και έλα να μπεις μέσα στο κοινόβιο».
Και τον πήρε ο γέροντας σ’ ένα απ’ τα κοινόβια της Θηβαΐδος και τον παρέδωσε στον Ηγούμενο λέγοντας: «Δος του το μαγειρείο για επτά χρόνια, για να δουλεύσει στην εντολή του Χριστού και να υπηρετήση τους αδελφούς». Στον δε Παύλο είπε: «Μετά από επτά χρόνια έρχομαι και σου λέω τι να κάνεις». Κι όταν συμπλήρωσε τα επτά χρόνια, έρχεται ο γέροντας και λέγει στον αββά: «Δος του ένα κελλί έξω από το κοινόβιο». (Γιατί τα μοναστήρια της Θηβαΐδος έχουν μικρά αναχωρητικά κελλιά, ώστε όταν γεράσουν κάποιοι στην άσκηση, να περνούν σ’ αυτά τις πέντε μέρες της εβδομάδος· το Σαββατοκύριακο όμως έρχονται μέσα στο κοινόβιο με τους αδελφούς). Και του λέει ο γέροντας: «Κάθισε επτά χρόνια στο αναχωρητικό κελλί και μετά έρχομαι και σου λέω τι να κάνεις». Κι όταν εξεπλήρωσε κι αυτή την εντολή, ήλθε ο γέροντας και του λέει ο αββάς Παύλος: «Τι ορίζεις να κάμω»; Τότε του λέει ο γέροντας: «Δεν με χρειάζεσαι πια· το άγιο Πνεύμα που κατοικεί μέσα σου θα σου τα διδάξει όλα».
Επειδή λοιπόν τον τίμησαν πολύ εξ αιτίας αυτού του λόγου, έφυγε στη Σκήτη. Και ήλθαν εκεί οι πατέρες του κοινοβίου και τον παρεκάλεσαν και τον πήραν πίσω. Και αφού επέστρεψε και είδε ότι αυξάνεται πολύ η τιμή που του γίνεται από την αδελφότητα, έφυγε πάλι στη Σκήτη. Αφού λοιπόν έμεινε στην έρημό της Σκήτεως, συνέβη να τον επισκεφθούμε εγώ κι άλλοι τρεις πατέρες, μεταξύ των οποίων ήταν κι ο Γέροντάς μου που ήταν σε προχωρημένη ηλικία. Δεν είχε ούτε ψωμί ούτε χύτρα ούτε τίποτε άλλο για τις ανάγκες του σώματος, αλλά καθώς μας επληροφόρησε ο γείτονας του ασκητής (γιατί σ’ εκείνον διανυκτερεύσαμε λόγω του κόπου της οδοιπορίας), ο αββάς Παύλος, όπου πήγαινε, δεν είχε τίποτε από αυτόν εδώ τον κόσμο, ούτε εργόχειρο ούτε βιβλίο ούτε γευόταν τίποτε τις πέντε μέρες της εβδομάδος —και ήταν και μεγαλόσωμος. Είπαμε λοιπόν στον αδελφό: «Κάνε εσύ αγάπη και πάρε από το κελλί σου ο,τι χρειαζόμαστε για να έχουμε κάτι να βάλουμε στο στόμα μας, όταν φθάσουμε στο κελλί του καλόγηρου». Πήρε λοιπόν τα αναγκαία και ήλθε μαζί μας προς αυτόν. Μας έλεγε δε ότι ούτε νερό δεν είχε ποτέ στο κελλί του. Κι όταν κάποτε τον επισκέφθηκαν σε καιρό καύσωνος κάποιοι που είχαν διασχίσει την πανέρημο και διψούσαν πολύ, μη έχοντας νερό τους σπλαχνίσθηκε και σηκώθηκε και προσευχήθηκε- και, ω του θαύματος, ο Θεός έδωσε νερό εκεί όπου προσευχόταν και ήπιαν και ξεδίψασαν.
Πήγαμε λοιπόν και τον χαιρετήσαμε και χαρήκαμε με τις συμβουλές του και τα κατορθώματά του, κι αφού πήραμε την ευχή του, επιστρέψαμε ευχαριστώντας τον Θεό, που δοξάζει όσους Τον λατρεύουν με καθαρότητα. Αυτός ας αξιώση και μας να κερδίσουμε την αιώνια ζωή ακολουθώντας στα ίχνη εκείνων που τον ευηρέστησαν.

Από τις εμπειρίες των αρχαίων Πατέρων της ερήμου
Κείμενον βλ. F. Nau – L. Glugnet, Vies et Recits d’Anachoretes, Revue de 1′ Orient Chretien, τομ. 10 (1905), σ. 47-49.
ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΡΙΜΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ

Άγιος Πορφύριος: "Πρέπει να φοβόμαστε τον Χριστό;"

«Η τέλεια αγάπη βγάζει έξω τον φόβο• επειδή, ο φόβος έχει κόλαση• και εκείνος που φοβάται δεν έχει τελειωθεί στην αγάπη» (Α  Ἰωάννου 4, 18)


Όταν αγαπάς τον Χριστό, παρόλες τις αδυναμίες και τη συναίσθηση που έχεις γι’ αυτές έχεις τη βεβαιότητα ότι ξεπέρασες τον θάνατο, γιατί βρίσκεσαι στην κοινωνία της αγάπης του Χριστού.



Τον Χριστό να τον αισθανόμαστε σαν φίλο μας. Είναι φίλος μας. Το βεβαιώνει ο ίδιος, όταν λέει: «Εσείς είστε φίλοι μου…» (Ιω. 15,14). Σαν φίλο να τον ατενίζομε και να τον πλησιάζομε. Πέφτομε; Αμαρτάνομε; Με οικειότητα, με αγάπη κι εμπιστοσύνη να τρέχομε κοντά του· όχι με φόβο ότι θα μας τιμωρήσει αλλά με θάρρος, που θα μας το δίδει η αίσθηση του φίλου. Να του πούμε: «Κύριε, το έκανα, έπεσα, συγχώρεσέ με». Αλλά συγχρόνως να αισθανόμαστε ότι μας αγαπάει, ότι μας δέχεται τρυφερά, με αγάπη και μας συγχωρεί. Να μη μας χωρίζει απ’ τον Χριστό η αμαρτία. Όταν πιστεύουμε ότι μας αγαπάει και τον αγαπάμε, δεν θα αισθανόμαστε ξένοι και χωρισμένοι απ’ Αυτόν, ούτε όταν αμαρτάνουμε. Έχουμε εξασφαλίσει την αγάπη Του κι όπως και να φερθούμε, ξέρομε ότι μας αγαπάει.



Το Ευαγγέλιο, βέβαια, λέει με συμβολικές λέξεις για τον άδικο ότι θα βρεθεί εκεί, όπου υπάρχει «ο τριγμός και ο βρυγμός των οδόντων», διότι μακράν του Θεού έτσι είναι. Και από τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας πολλοί ομιλούν για φόβο θανάτου και κολάσεως. Λένε: «Έχε μνήμη θανάτου πάντοτε». Αυτές οι λέξεις, αν τις εξετάσομε βαθιά, δημιουργούν τον φόβο της κολάσεως. Ο άνθρωπος προσπαθώντας ν’ αποφύγει την αμαρτία, κάνει αυτές τις σκέψεις, για να κυριευθεί η ψυχή του απ’ το φόβο του θανάτου, της κολάσεως και του διαβόλου.


Όλα έχουν τη σημασία τους, το χρόνο και την περίστασή τους. Η έννοια του φόβου είναι καλή για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχάριους, γι’ αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ’ το κακό με το φόβο. Και ο φόβος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί και χαμερπείς. Αλλ’ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας χαμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσομε τον Παράδεισο η να γλιτώσομε την κόλαση. Αυτό, αν το καλοεξετάσομε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δε μου αρέσει αυτός ο τρόπος. Όταν ο άνθρωπος προχωρήσει και μπει στην αγάπη του Θεού, τι του χρειάζεται ο φόβος; Ο,τι κάνει, το κάνει από αγάπη κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία αυτό. Το να γίνει καλός κάποιος από φόβο στον Θεό κι όχι από αγάπη δεν έχει τόση αξία.

Όποιος θέλει να γίνει χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αν στραπατσαρισθεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού, διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις, διότι ο Χριστός «χοντρές» ψυχές δεν θέλει κοντά Του.

Κανείς να μη σας βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ’ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σας έχω πει για τ’ αηδονάκι; Μες στο δάσος κελαϊδάει. Στη σιγή. Να πει πως κάποιος τ’ ακούει, πως κάποιος το επαινεί; Πόσο ωραίο κελάηδημα στην ερημιά! Έχετε δει πως φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ’ αυτόν που ερωτεύεται τον Χριστό. Άμα αγαπάει, «φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα». Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, «στεναγμοίς αλαλήτοις». Περιφρονήστε τα πάθη, μην ασχολείσθε με τον διάβολο. Στραφείτε στον Χριστό.

Η θεία χάρις μας διδάσκει το δικό μας χρέος. Για να την προσελκύσουμε, θέλει αγάπη, λαχτάρα. Η χάρις του Θεού θέλει θείο έρωτα. Η αγάπη αρκεί, για να μας φέρει σε κατάλληλη «φόρμα» για προσευχή. Μόνος Του θα έλθει ο Χριστός και θα εγκύψει στην ψυχή μας, αρκεί να βρει ορισμένα πραγματάκια που να Τον ευχαριστούν· αγαθή προαίρεση, ταπείνωση και αγάπη. Χωρίς αυτά δεν μπορούμε να πούμε «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» Ο παραμικρός γογγυσμός κατά του πλησίον επηρεάζει την ψυχή σας και δεν μπορείτε να προσευχηθείτε. Το Πνεύμα το Άγιον, όταν βρίσκει έτσι την ψυχή, δεν τολμάει να πλησιάσει.

Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού. αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα. Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του. Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.

Να μην γίνεται η ευχή αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μία αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία. αλλά δεν είναι υγιές.

Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.

Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μία ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.

Άγιος Θεόκλητος ο φαρμακός

Η μνήμη του Αγίου Μάρτυρα Θεοκλήτου αναφέρεται μόνο στον Παρισινό Κώδικα 1578. Δεν έχουμε βιογραφικά του στοιχεία, αλλά ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιο του υποθέτει, ότι ίσως είναι ο μάγος που έδωσε στην Αγία Φωτεινή το δηλητήριο και πίστεψε στο Χριστό και στη συνέχεια αποκεφαλίστηκε.

Άγιος Ιωάννης ο Κάλφας ο Νεομάρτυρας

Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε και ανατράφηκε στον Γαλατά. Εργαζόταν σαν λεπτουργός κάλφας στο παλάτι του Σουλτάνου και συγχρόνως πρόσφερε τις υπηρεσίες του και σ' άλλους επίσημους Τούρκους.

Κάποτε προσέλαβε στην υπηρεσία του κάποιο τουρκόπουλο, ανεψιό ενός Αγά από την Ανατολή, για να του μάθει την τέχνη. Σε κάποια συζήτηση που είχε μαζί του, ο Ιωάννης εκφράστηκε όχι καλά για την μουσουλμανική θρησκεία και συγχρόνως εξήρε τη χριστιανική θρησκεία. Το τουρκόπουλο πρόδωσε το αφεντικό του, ότι του έκανε προσηλυτισμό. Όποτε ο Ιωάννης συνελήφθη και οδηγήθηκε δερόμενος στον κριτή, κατηγορούμενος για εξύβριση της μουσουλμανικής θρησκείας. Τότε ανελέητα μαστιγώθηκε και ρίχτηκε στη φυλακή. Παρά τις επίμονες προσπάθειες των Τούρκων ο Ιωάννης ομολογούσε σταθερά τον Χριστό.

Με διαταγή του Βεζίρη παραδόθηκε μετά από πολλά βασανιστήρια στον έπαρχο, ο όποιος και τον οδήγησε στον τόπο της εκτέλεσης κοντά στο Δημοπρατήριο, όπου και τον αποκεφάλισε στις 26 Φεβρουαρίου 1575 μ.Χ., ήμερα Κυριακή.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Φωτεινή η Μεγαλομάρτυς η Σαμαρείτιδα

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Φωτεινή καταγόταν από την Σαμαρειτική πόλη Σιχάρ . Τις πρώτες πληροφορίες για την Αγία τις βρίσκουμε στο Δ΄ κεφάλαιο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου (Δ' 1 - 38).

Κάθε μεσημέρι πήγαινε έξω από την πόλη, στο πηγάδι το λεγόμενο του Ιακώβ, και εγέμιζε την στάμνα της. Εκεί, μια ημέρα, συνάντησε τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος εφανέρωσε σ' αυτήν όλη τη ζωή της. Ο Κύριος είπε στην Αγία, ότι Αυτός είναι « τό ὕδωρ τό ζῶν», δηλαδή η αστείρευτη πηγή του Αγίου Πνεύματος. Αυτό το «πνευματικό ὕδωρ» έδωσε ο Κύριος στη Σαμαρείτιδα, η οποία εβαπτίσθηκε Χριστιανή μεταξύ των πρώτων γυναικών της Σαμάρειας και ονομάσθηκε Φωτεινή.

Από τότε αφιέρωσε τον εαυτό της στη διάδοση του Ευαγγελίου στην Αφρική και στη Ρώμη. Εκεί έλαβε και μαρτυρικό θάνατο από τον αυτοκράτορα Νέρωνα (54 - 68), όταν αυτός έμαθε ότι η Αγία Φωτεινή έκανε Χριστιανές τη θυγατέρα του Δομνίνα και μερικές δούλες της.

Μαζί με την Αγία Φωτεινή εμαρτύρησαν οι υιοί της και οι πέντε αδελφές της.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὴν πηγὴν δεξαμενὴ τῆς σοφίας καὶ χάριτος, ἐκ χειλέων Κυρίου Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε, νομίμως ἠγωνίσω πανοικεῖ, καὶ νέμεις φωτισμὸν παρὰ Θεοῦ, τοὶς προστρέχουσι τὴ σκέπη σου τὴ σεπτή, καὶ εὐλαβῶς βοώσί σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διὰ σοῦ, χάριν ἠμὶν καὶ ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φωτεινὴν καὶ Φωτίδα καὶ Φωτῶ ἀνυμνήσωμεν, σὺν Ἀνατολὴ Φωτεινὸν τὲ Ἰωσὴν θείοις ἄσμασιν, ὁμοὺ Κυριακὴν Παρασκευήν, τοὺς Μάρτυρας Χριστοῦ περιφανεῖς· θείαν χάριν γὰρ αἰτοῦνται καὶ φωτισμόν, τοὶς πίστει ἀνακράζουσι· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι' ὑμῶν πάσιν ἰάματα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Πορφύριος επίσκοπος Γάζης

Ο Όσιος Πορφύριος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη από πλούσιους και ευσεβείς γονείς. Αφού εγκατέλειψε και γονείς και πλούτη, στα χρόνια της βασιλείας του Αρκαδίου και Ονωρίου, αναχώρησε για την Αίγυπτο που ήταν τότε μεγάλο μοναστικό κέντρο και έγινε μοναχός σε σκήτη. Μετά πενταετή διαμονή ήλθε στα Ιεροσόλυμα και κήρυσσε στους Ιουδαίους και τους Έλληνες το Ευαγγέλιο του Χριστού. Εκεί ασθένησε σοβαρά από κίρρωση του ήπατος, αλλά παρά την ασθένειά του δεν παρέλειπε καθημερινά να επισκέπτεται το Ναό της Αναστάσεως και τα άλλα ιερά προσκυνήματα, προκαλώντας τον θαυμασμό των άλλων προσκυνητών. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Μάρκος, ο μετέπειτα βιογράφος του Πορφυρίου, ο οποίος είχε μεταβεί, επίσης, για προσκύνημα από την Ασία στα Ιεροσόλυμα και από τότε συνδέθηκαν διά βίου. Ο Μάρκος αποδείχθηκε πιστός και χρήσιμος συνεργάτης του, ανέλαβε μάλιστα να τακτοποιήσει μια σοβαρή εκκρεμότητα που είχε αφήσει στη Θεσσαλονίκη ο Πορφύριος, τον καταμερισμό δηλαδή της οικογενειακής περιουσίας του με τα ενήλικα πλέον αδέλφια του. Κατά την διάρκεια της απουσίας του Μάρκου στη Θεσσαλονίκη, η υγεία του Αγίου Πορφυρίου αποκαταστάθηκε θαυματουργικά, κατόπιν οράματος της σταυρώσεως του Κυρίου και του ευγνώμονος ληστού. Ο Μάρκος διεκπεραίωσε την υπόθεση με τον καλύτερο τρόπο και επέστρεψε με το μερίδιο της περιουσίας, ύψους 4.400 νομισμάτων και με πλήθος αργυρών σκευών και πολύτιμων ενδυμάτων, τα οποία σύντομα εκποίησε και μοίρασε στους πτωχούς και στα μοναστήρια των Ιεροσολύμων και της Αιγύπτου, τα οποία ήταν πολύ πτωχά.

Εκεί χειροτονήθηκε, το έτος 392 μ.Χ., Πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιωάννη Β' (386 - 417 μ.Χ.). Μετά την κοίμηση του Επισκόπου Γάζης Αινείου, το 395 μ.Χ., εξελέγη Επίσκοπος της Γάζης και χειροτονήθηκε από τον Επίσκοπο Καισαρείας Ιωάννη. Εκεί, αφού επιτέλεσε πολλά θαύματα, οδήγησε και πολλούς εοδωλολάτρες και αιρετικούς στην αληθινή θεογνωσία.

Για να προστατεύσει ο Άγιος το ποίμνιό του από τις αδικίες των Εθνικών και των αρχόντων, δεν δίστασε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και να ζητήσει την συνδρομή των αυτοκρατόρων Αρκαδίου (395-408 μ.Χ.) και Ευδοξίας. Εκεί συνάντησε και τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο , ο οποίος τον συνέστησε στον Αμάντιο τον κουβικουλάριο και στους βασιλείς και στήριξε με θέρμη το αίτημά του να καταστήσει γνωστή στους βασιλείς την τυραννία των πολιτικών αρχόντων που καταπίεζαν τον λαό. Παρά τις αρχικές του αντιδράσεις ο βασιλέας επείσθη και χορήγησε στον Άγιο Πορφύριο βασιλικό διάταγμα με το οποίο περιόριζε την δράση των ειδωλολατρών και των λοιπών αιρετικών και με βασιλική χορηγία ανήγειρε εκκλησίες εκεί όπου προηγουμένως βρίσκονταν ειδωλολατρικοί ναοί. Κατάφερε δε ο Άγιος τα κατεδαφιστεί το Μαρνείον, ο περίφημος ναός των Εθνικών Γαζαίων, που είχε ιδρυθεί από τον αυτοκράτορα Αδριανό το έτος 129 μ.Χ. Στην θέση του ανοικοδομήθηκε περικαλλής ναός με χορηγία της αυτοκράτειρας Ευδοξίας, η οποία απέστειλε για τον σκοπό αυτό στην Γάζα τον Αντιοχέα αρχιτέκτονα Ρουφίνο. Ο ναός αυτός, που ονομάστηκε Ευδοξιανός, είχε 32 μεγάλους κίονες από καρυστινό μάρμαρο και τα εγκαίνιά του έγιναν το Πάσχα του 407 μ.Χ.

Κατά τα μετέπειτα έτη ο Άγιος Πορφύριος εργάστηκε για την συγκρότηση της Επισκοπής του. Με ζωηρά χρώματα διασώζει ο βιογράφος του Μάρκος, την φιλανθρωπική και ιεραποστολική του δράση. Το έτος 415 μ.Χ. έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Διοσπόλεως, υπό την προεδρία του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Ιωάννου Β'. Η Σύνοδος αυτή ασχολήθηκε με τον θεολόγο Πελάγιο, ο οποίος είχε καταφύγει στα Ιεροσόλυμα κοντά στον Ιωάννη, μετά την σύγκρουση που είχε στην Αφρική με τον ιερό Αυγουστίνο, Επίσκοπο Ιππώνος (τιμάται 15 Ιουνίου) για τα θέματα του προπατορικού αμαρτήματος και της θείας χάριτος. Στη Σύνοδο αυτή ο Πελάγιος αθωώθηκε, αφού αποδέχθηκε τη βασική διδασκαλία, ότι η θεία Χάρη είναι απαραίτητη για τη σωτηρία του ανθρώπου.

Ο Άγιος αναπαύθηκε το έτος 420 μ.Χ. μετά από σύντομη ασθένεια, σε ηλικία 72 ετών, «τὸν καλὸν ἀγῶνα τετελεκῶς πρὸς τοὺς εἰδωλομανεῖς ἕως τῆς ἡμέρας τῆς κοιμήσεως αὐτοῦ».


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῳ.
Πορφυραυγέσιν ἀρετῶν λαμπηδόσι, καταλαμπρύνας σεαυτὸν Ἱεράρχα, καθάπερ φῶς ἐξέλαμψας Πορφύριε σοφέ, λόγοις γὰρ καὶ θαύμασιν, ἀληθῶς διαπρέψας, πάσιν ἐβεβαίωσας, εὐσέβειας τὴν χάριν καὶ νῦν Χριστῷ ἀΰλως λειτουργῶν, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, μὴ παύση δεόμενος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Πορφύριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ἱερωτάτοις σου τρόποις κοσμούμενος, ἱερωσύνης στολῇ κατηγλάϊσαι, παμμάκαρ θεόφρον Πορφύριε, καί ἰαμάτων ἐμπρέπεις δυνάμεσι, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐν πέτρᾳ τῆς πίστεως, ἐρηρεισμένος σοφέ, τὴν πέτραν ἐπόθησας, ἣν εἶδε πρὶν Δανιήλ, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν· ὕψωσας τὴν φωνήν σου, καὶ τὸν νοῦν πρὸς τὸν Κτίστην, ἔβαλες τοὺς ὀχλοῦντας, τῇ σαρκὶ πολεμίους, τῇ σῇ σφενδόνῃ Γάζης ὁ σεπτός, πρόβολος Πάτερ Πορφύριε.

Ὁ Οἶκος
Ὑπεραστράπτει πλέον ἡλίου, Πορφυρίου ἡ μνήμη τοῦ σοφοῦ, ἀστραπαῖς θαυμάτων πᾶσαν τὴν κτίσιν φωταγωγοῦσα, καὶ διώκουσα πλάνην τὴν τῶν εἰδώλων, καὶ τοὺς πιστούς σελαγίζουσα, πάντας εὐφραίνει· Θεῷ γὰρ εὐαρεστήσας ἐπὶ γῆς, τῶν σημείων ἀπείληφε τὴν χάριν, πάντας ἰᾶσθαι, παρεστὼς τῇ Τριάδι ὁλόφωτος, καὶ πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.


Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020

Δια Χριστόν κλέφτης!

Στην Πνευματική ζωή, είναι ανάποδα τα πράγματα. Άμα κρατάς εσύ το άσχημο , τότε νιώθεις όμορφα. Άμα το δίνεις στον άλλον, τότε νιώθεις άσχημα. Όταν δέχεσαι την αδικία και δικαιολογείς τον πλησίον σου, δέχεσαι τον πολυαδικημένο Χριστό, στην καρδιά σου. Τότε ο Χριστός μένει με το ενοικιοστάσιο [1], μέσα σου και σε γεμίζει με ειρήνη και αγαλλίαση. Για δοκιμάστε, βρε παιδιά, να ζήσετε αυτήν την χαρά! Να μάθετε να χαίρεσθε με αυτήν την πνευματική χαρά, όχι με την κοσμική. Πάσχα θα έχετε τότε κάθε μέρα.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από την χαρά που νοιώθεις, όταν δέχεσαι την αδικία. Μακάρι να με αδικούσαν όλοι οι άνθρωποι! Ειλικρινά, σας λέω, την γλυκύτερη πνευματική χαρά την ένοιωσα μέσα στην αδικία. Ξέρετε πόσο χαίρομαι , όταν κάποιος με πει πλανεμένο; «Δόξα σοι ο Θεός, λέω, από αυτό έχω μισθό, ενώ αν με πουν άγιο, χρωστάω». Γλυκύτερο πράγμα από την αδικία δεν υπάρχει!
Ένα πρωί στο καλύβι χτύπησε κάποιος το σιδεράκι στην πόρτα. Κοίταξα από το παράθυρο να δω ποιος είναι, γιατί δεν ήταν ακόμα η ώρα να ανοίξω. Είδα έναν νέο με φωτεινό πρόσωπο και κατάλαβα ότι είχε βιώμαα πνευματικά, αφού τον πρόδιδε η Χάρις του Θεού. Γι’ αυτό, αν και ήμουν απασχολημένος, διέκοψα αυτό που έκανα, άνοιξα την πόρτα, τον πήρα μέσα, του πρόσφερα νερό και με τρόπο άρχισα να τον ρωτάω για την ζωή του, γιατί έβλεπα ότι είχε πνευματικό περιεχόμενο.
«Τι δουλειά κάνεις, παλληκάρι;» τον ρώτησα. «Τι δουλειά, πάτερ; μου λέει. Εγώ στην φυλακή μεγάλωσα. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου εκεί τα πέρασα. Τώρα είμαι είκοσι έξι χρονών». «Καλά βρε παλληκάρι, τι έκανες και σε έκλειναν φυλακή;», τον ρώτησα. Κι εκείνος μου άνοιξε την καρδιά του: «Από μικρός, μου είπε, πονούσα πολύ, όταν έβλεπα δυστυχισμένους ανθρώπους. Ήξερα όλους τους πονεμένους, όχι μόνον από την ενορία μου αλλά και από άλλες ενορίες. Επειδή ο παπάς της ενορίας μας με τους επιτρόπους μάζευαν συνέχεια χρήματα και έφτιαχναν κτήρια, αίθουσες κτλ, ή έκαναν διάφορους εξωραϊσμούς, είχαν παραμεληθεί τελείως οι φτωχές οικογένειες. Εγώ δεν κρίνω εάν ήταν απαραίτητα αυτά που έφτιαχναν, αλλά έβλεπα να υπάρχουν πολλοί δυστυχισμένοι άνθρωποι.
Πήγαινα λοιπόν κρυφά και έκλεβα από τα χρήματα που μάζευαν από τους εράνους. Έπαιρνα αρκετά, δεν τα έπαιρνα όλα. Ύστερα αγόραζα τρόφιμα, διάφορα πράγματα, τα άφηνα κρυφά έξω από τα σπίτια των φτωχών και αμέσως, για να μην πιάσουν άλλον άδικα, πήγαινα στην αστυνομία και έλεγα: «Εγώ έκλεψα τα χρήματα από την εκκλησία και τα ξόδεψα», χωρίς να πω τίποτε άλλο. Με άρχιζαν στο ξύλο και στο βρισίδι, «αλήτη, κλέφτη», εγώ σιωπούσα. Με έκλειναν μετά στην φυλακή. Αυτή η δουλειά γινόταν για χρόνια. Όλη η πόλη όπου έμενα – τριάντα χιλιάδες κάτοικοι – και άλλες πόλεις με είχαν μάθει, και «αλήτη» με ανέβαζαν, «κλέφτη» με κατέβαζαν. Εγώ σιωπούσα και ένοιωθα χαρά. Κάποτε μάλιστα με είχαν κλείσει στην φυλακή τρία ολόκληρα χρόνια. Μερικές φορές με έκλειναν άδικα στην φυλακή και, όταν έπιαναν τον ένοχο, με άφηναν. Αν δεν τον έπιαναν καθόμουν μέσα, όσο έπρεπε να καθίσει εκείνος. Γι’ αυτό σου είπα, πάτερ μου, ότι τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου τα πέρασα στις φυλακές».

Αφού τον άκουσα με προσοχή, του είπα: «Βρε παλληκάρι, όσο καλά και αν φαίνεται αυτό, δεν είναι καλό και να μην το ξανακάνης. Άκου τι θα σου πω. Θα με ακούσης;». «Θα σε ακούσω πάτερ» μου λέει. «Να απομακρυνθείς από αυτή την πόλη, του λέω, να πας σε άγνωστο περιβάλλον, στην τάδε πόλη, και εγώ θα φροντίσω να συνδεθής με καλούς ανθρώπους. Να εργάζεσαι και να βοηθάς, όσο μπορείς, τους πονεμένους από το υστέρημα σου, επειδή αυτό έχει μεγαλύτερη αξία.
Αλλά, και όταν κανείς δεν έχει τίποτα να δώσει σε έναν φτωχό και πονάει η καρδιά του, τότε κάνει ανώτερη ελεημοσύνη, διότι κάνει ελεημοσύνη με το αίμα της καρδιάς του. Γιατί εάν είχε κάτι και το έδινε, θα αισθανόταν και χαρά, ενώ, όταν δεν έχει να δώσει, αισθάνεται πόνο στην καρδιά».
Μου υποσχέθηκε ότι θα ακούσει την συμβουλή μου και έφυγε χαρούμενος. Έπειτα από επτά μήνες παίρνω ένα γράμμα από τις φυλακές Κορυδαλλού, στο οποίο έγραφε τα εξής; «Ασφαλώς, πάτερ μου, θα απορήσεις που σου γράφω πάλι από την φυλακή μετά από τόσες συμβουλές που μου έδωσες και μετά τις υποσχέσεις που σου έδωσα. Μάθε ότι αυτή την φορά υπηρετώ μία φυλάκιση την οποία είχα υπηρετήσει, κάποιο λάθος έγινε. Ευτυχώς που δεν υπάρχει ανθρώπινη δικαιοσύνη, γιατί θα αδικούνταν οι πνευματικοί άνθρωποι επειδή θα έχαναν τον ουράνιο μισθό».
Όταν διάβασα αυτά τα τελευταία λόγια, θαύμασα αυτόν τον νέο, που είχε πάρει τόσο ζεστά την πνευματική ζωή και είχε συλλάβει τόσο βαθιά το βαθύτερο νόημα της ζωής! Δια Χριστόν κλέφτης! Μέσα του είχε Χριστό. Δεν μπορούσε να φρενάρει τον εαυτό του από την χαρά που ένοιωθε. Θεία παλαβομάρα, πανηγύρι είχε!

– Γέροντα, από το ρεζίλι ερχόταν η χαρά;
– Από την αδικία ερχόταν η χαρά. Κοσμικός άνθρωπος ήταν, ούτε συναξάρια, ούτε Πατερικά είχε διαβάσει και, ενώ έτρωγε άδικα ξύλο, τον έκλειναν στην φυλακή, τον είχαν μέσα στην πόλη για αλήτη, για παλιόπαιδο, για κλέφτη, γινόταν ρεζίλι, αυτός δεν μιλούσε και τα αντιμετώπιζε όλα τόσο πνευματικά! Νέος άνθρωπος, και δεν φρόντιζε να αποκατασταθή, αλλά πώς να βοηθήσει τους άλλους! Τους μεγάλους κλέφτες πολλές φορές δεν τους κλείνουν ούτε μία φορά στη φυλακή, ενώ αυτόν τον δόλιο τον φυλάκισαν για την ίδια κλοπή δύο φορές και για άλλες κλοπές τον φυλάκισαν άδικα, μέχρι να βρουν τον πραγματικό κλέφτη!
Την χαρά όμως που είχε αυτός δεν την είχαν όλοι οι κάτοικοι της πόλης. Τριάντα χιλιάδες χαρές δεν συμπλήρωναν την δική του χαρά.

Γι’ αυτό λέω ότι ένας πνευματικός άνθρωπος δεν έχει θλίψεις. Όταν η αγάπη αυξηθεί και καεί η καρδιά από τον θείο έρωτα, δεν μπορεί να σταθεί πλέον η θλίψη. Η μεγάλη αγάπη προς τον Χριστό υπερνικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες που του προξενούν οι άνθρωποι.

Από τη σοφία του Γεροντικού

Αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα:

– «Εάν δώσω στον αδελφό μου λίγο ψωμί ή κάτι άλλο, οι δαίμονες μολύνουν την πράξη αυτή σαν να γίνεται από ανθρωπαρέσκεια».

Απαντά ο Γέροντας:

– «Κι αν ακόμη γίνεται από ανθρωπαρέσκεια, εμείς θα δώσουμε στον αδελφό ό,τι χρειάζεται».
Και του είπε την εξής παραβολή:
– «Δυο άνθρωποι ήσαν γεωργοί και κατοικούσαν στην ίδια πόλη. Ο ένας απ΄αυτούς έσπειρε και είχε λίγη σοδειά και ακάθαρτη.
Ο άλλος αμέλησε και δεν έσπειρε, γι΄αυτό δεν είχε καθόλου σοδειά. Αν έπεφτε πείνα, ποιος από τους δυο θα είχε να ζήσει;»
– «Αυτός που έβγαλε τη λίγη και ακάθαρτη σοδειά» αποκρίθηκε ο αδελφός.
– «Έτσι λοιπόν κι εμείς -λέει ο Γέροντας- ας σπέρνουμε λίγα, έστω και ακάθαρτα, για να μην πεθάνουμε από την πείνα».

Άγιος Μάρκελλος Επίσκοπος Σολέας της Κύπρου

Μνεία του Αγίου Μάρκελλου γίνεται από τον χρονογράφο Κυπριανό: «Μάρκελλος ἕτερος ἐπίσκοπος τῆς Σολέας, γέννημα καὶ θρέμμα τῆς Κύπρου καὶ Μάρτυς. Ἑορτάζεται Φεβρουαρίου κε´». Στο Συναξάριο της Κωνσταντινουπόλεως στις 25 Φεβρουαρίου μνημονεύεται άνευ υπομνήματος: «ἄθλησις τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Μαρκέλλου ἐπισκόπου Ἀπαμείας τῆς Κύπρου». Στην Κύπρο όμως δεν υπάρχει πόλη με το όνομα Απάμεια και μάλλον πρόκειται για τον Μάρκελλο επίσκοπο Σολέας, που στους αρχαίους χρόνους λεγόταν Αιπεία. Ίσως όμως να συγχέεται και με τον Άγιο Μάρκελλο της Απαμείας της Συρίας

Άγιος Αλέξανδρος ο Μάρτυρας ο εν Δριζιπάρω της Θράκης

Ο Άγιος Αλέξανδρος έζησε στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από την Καρθαγένη. Κατά τον διωγμό που κίνησε ο Διοκλητιανός, συνελήφθη και βασανίστηκε στη Μαρκιανούπολη (αρχαία πόλη της Θράκης) και κατόπιν αποκεφαλίστηκε στη Δριζιπάρω, επίσης πόλη της Θράκης.

ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΗΓΙΝΟΥ

Άγιος Ρηγίνος ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος Σκοπέλου

Ο Άγιος Ρηγίνος γεννήθηκε στην Λεβαδιά της Βοιωτίας στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, οι οποίοι τον βοήθησαν να λάβει την θύραθεν παιδεία αλλά και την ορθόδοξη αγωγή. Η αγάπη του για τον Κύριο και η πνευματική του πρόοδος τον μεταμόρφωσαν σε σκεύος εκλογής και σε ναό της Αγίας Τριάδας.

Ο Άγιος έζησε την εποχή που βασίλευσαν οι δύο υιοί του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο μεν Κωνστάντιος στην Κωνσταντινούπολη (Ανατολή), ο δε Κώνστας στη Ρώμη (Δύση). Και οι δύο διάδοχοι του Μεγάλου Κωνσταντίνου είχαν ανατραφεί με τις αρχές της χριστιανικής πίστεως, αλλά ο μεν Κωνστάντιος συνειδητά είχε αποδεχθεί τις αρχές του Αρειανισμού, ο δε Κώνστας παρέμεινε πιστός στις δογματικές αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Και οι δύο είχαν ως κοινά χαρακτηριστικά της θρησκευτικής τους πολιτικής, αφ' ενός με την καταπολέμηση της εθνικής θρησκείας, αφ' ετέρου δε την υπεράσπιση της ενότητας της Εκκλησίας.

Η εκκλησιαστική τους πολιτική είχε ως συνέπεια όχι μόνο την συντήρηση, αλλά και την διεύρυνση της εκκλησιαστικής διασπάσεως μεταξύ των οπαδών και των αντιπάλων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Οι συνεχείς παρεμβάσεις, αυθαίρετες ή μη, στα εκκλησιαστικά πράγματα υπήρξαν πηγή εντάσεως στις αρειανικές έριδες του 4ου αιώνος μ.Χ.

Έτσι ο Άγιος απεστάλη στη νήσο Σκόπελο από τον θείο του Αχίλλειο (15 Μαΐου, πολιούχο της πόλεως της Λαρίσης), για να ενισχύσει τους εξορίστους που βρίσκονταν εκεί και να τους στερεώσει στην ορθόδοξη πίστη.

Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες του Συναξαριστή του Αγίου Αχιλλείου, ο Άγιος Ρηγίνος παρακολούθησε τις εργασίες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου το 325 μ.Χ. μαζί με τον Αγιο Αχίλλειο. Όμως, μολονότι καταδικάστηκε ομόφωνα από τους Αγίους Πατέρες η αίρεση του Αρειανισμού, οι οπαδοί του Αρείου δεν εξέλιπαν και συνέχιζαν να διαδίδουν τις αιρετικές κακοδοξίες τους. Επικράτησε εκ νέου μεγάλη αναταραχή στους κόλπους της Εκκλησίας, κρίση και κατά συνέπεια χωρισμός σε δύο παρατάξεις, κάτι που ανησύχησε ιδιαίτερα τους δύο αυτοκράτορες Κωνστάντιο και Κώνστα. Τελικά οι δύο αυτοκράτορες συμφώνησαν να συγκληθεί μια νέα Σύνοδος στη Σαρδική (Σόφια). Πράγματι η Σύνοδος συγκλήθηκε το 343 μ.Χ. Έλαβε μέρος και ο Άγιος Ρηγίνος, ο οποίος ανασκεύασε όλες τις αιρέσεις με τον λόγο και την τόλμη της γνώμης του.

Μετά την λήξη της Συνόδου ο Άγιος Ρηγίνος επέστρεψε στη Σκόπελο. Αλλά και πάλι η Εκκλησία του Χριστού εκλυδωνίσθηκε και ταράχθηκε από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως Ιουλιανό τον Παραβάτη (361 - 363 μ.Χ.), ο οποίος θέλησε να επαναφέρει την θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων.

Στη διάρκεια των διωγμών που διέταξε ο βασιλέας, έφθασε στην Σκόπελο ο Έπαρχος της Ελλάδος και των Σποράδων. Αμέσως κάλεσε τον ποιμενάρχη της Σκοπέλου και του υπέδειξε να αλλάξει πίστη και να ασπασθεί την ειδωλολατρία. Όμως ο Αγιος περιφρόνησε την υπόδειξή του και ενέμεινε με πνευματική ανδρεία και σταθερότητα στην πατρώα ευσέβεια. Στις 25 Φεβρουαρίου του 362 μ.Χ. οδηγήθηκε για τελευταία φορά ενώπιον του Επάρχου. Στις προτροπές του να αρνηθεί τον Χριστό, ο Άγιος δεν έδωσε καμία απάντηση. Έτσι οδηγήθηκε στο στάδιο της νήσου, όπου υπέστη και άλλα φρικτά βασανιστήρια, και ακολούθως στη θέση «Παλαιό γεφύρι», όπου αποκόπηκε από τον δήμιο η τίμια κεφαλή του. Τη νύχτα οι Χριστιανοί παρέλαβαν το τίμιο σκήνωμα του Αγίου και το ενταφίασαν μέσα στο δάσος του υπερκείμενου λόφου, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα ο τάφος του.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Δεῦτε, πάντες, Ρηγῖνον άνευφημήσωμεν ἱερομάρτυρα θεῖον, τῆς Λεβαδείας βλαστόν καί Σκοπέλου ἐνθεώτατον ἐπίσκοπον, ὅτι ὀρθῶν προασπισθείς τῶν δογμάτων καί ὁδόν ἀνύσας τοῦ μαρτυρίου ἡμῶν θερμότατος πρέσβυς πρός τόν Θεόν τῶν πάντων γέγονε.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Ταράσιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης

Ο Άγιος Ταράσιος γεννήθηκε, ανατράφηκε και εκπαιδεύθηκε στην Κωνσταντινούπολη από γονείς ευσεβείς και ευγενείς, τον Γεώργιο, κριτή και πατρίκιο και την Ευκρατία και ήταν θείος του Αγίου Φωτίου . Λόγω της μεγάλης του μορφώσεως ανυψώθηκε στο αξίωμα του πρωτασηκρίτου.

Οι εκκλησιαστικές περιστάσεις την εποχή εκείνη ήταν αρκετά σοβαρές. Υπήρχε ακόμα ο πόλεμος των εικονομάχων, η δε θέση των Ορθοδόξων έγινε ακόμη πιο δύσκολη διά του θανάτου του Πατριάρχου Παύλου Δ' του Κυπρίου (30 Αυγούστου). H βασίλισσα Ειρήνη η Αθηναία, η οποία επιτρόπευε τον ανήλικο υιό της Κωνσταντίνο ΣΤ' (780 - 798 μ.Χ.), κατανόησε, ότι χρειαζόταν εκκλησιαστικός ηγέτης με ευσέβεια, θεολογική κατάρτιση και διοικητική ικανότητα, για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις περιστάσεις και τα προβλήματα. Έτσι εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από τους λαϊκούς ο Άγιος Ταράσιος παρά τις επίμονες αρνήσεις του, αφού έλαβε υπόσχεση από τους βασιλείς, ότι θα συγκληθεί Οικουμενική Σύνοδος που θα αντιμετωπίσει τα διάφορα θεολογικά ζητήματα και τα εκκλησιαστικά θέματα. Η χειροτονία του νέου Πατριάρχου έγινε στις 25 Δεκεμβρίου 784 μ.Χ.

Κατά την διάρκεια της πατριαρχίας του ο Άγιος μερίμνησε για την αποκατάσταση των σχέσεων με την Δυτική Εκκλησία επί Πάπα Αδριανού Α' (771 - 795 μ.Χ.) και την σύγκλιση της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, το έτος 787 μ.Χ., στη Νίκαια, η οποία καταδίκασε τους εικονομάχους και ακύρωσε την εικονομαχική Σύνοδο του έτους 754 μ.Χ. θέτοντας ως βάση του δογματικού καθορισμού τα σχετικά συγγράμματα του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού (τιμάται 4 Δεκεμβρίου). Η όγδοη συνεδρία της Συνόδου έγινε στην Κωνσταντινούπολη, στα ανάκτορα, όποι οι βασιλείς Ειρήνη και Κωνσταντίνος υπέγραψαν τους Όρους της Συνόδου.

Στην ευσέβεια και το εκκλησιαστικό ήθος του Αγίου οφείλεται και η μέριμνα που έλαβε η Εκκλησία κατά της σιμωνίας, του χρηματισμού δηλαδή για την απόκτηση εκκλησιαστικών αξιωμάτων και ιδιαίτερα των επισκοπικών θέσεων. Παράλληλα ο Άγιος ανέπτυξε πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση και διακρίθηκε για την ελεημοσύνη του προς τους πτωχούς.

Η αγάπη του προς τον μοναχισμό εκφράστηκε και με την ίδρυση Μονής στο στενό του Βοσπόρου, στην οποία και ενταφιάσθηκε μετά την οσιακή κοίμησή του την Τετάρτη της Α' εβδομάδας των Νηστειών, το έτος 806 μ.Χ. Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Α' ο Ραγκαβές (811 - 813 μ.Χ.) τον Μάρτιο του έτους 813 μ.Χ. ενέδυσε τον τάφο του Αγίου με άργυρο, επιδεικνύοντας έτσι και αυτός και η βασίλισσα Προκοπία τον σεβασμό τους προς την μνήμη του Αγίου.

Η Σύναξη του Αγίου Ταρασίου ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Βίου ὀρθότητι, καλλωπιζόμενος, φωστὴρ ὑπέρλαμπρος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ τὴν Εἰκόνα τοῦ Χρίστου, Συνόδω ἐν τὴ Ἕβδομη, προσκυνεὶν ἐκήρυξας, ὀρθοδόξως μακάριε, στῦλος καὶ ἑδραίωμα, Ἐκκλησίας γενόμενος, διὸ τοὺς σοὺς ἀγῶνας γεραίρει, Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὥσπερ μέγας ἥλιος, ταῖς τῶν δογμάτων, καὶ θαυμάτων λάμψεσι, φωταγωγεῖς διαπαντός, τῆς οἰκουμένης τὸ πλήρωμα, οὐρανομύστα, παμμάκαρ Ταράσιε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὀρθοδόξοις δόγμασι, τήν Ἐκκλησίαν φαιδρύνας, καί Χριστοῦ μακάριε, τήν σεβασμίαν Εἰκόνα, σέβεσθαι, καί προσκυνεῖσθαι πᾶσι διδάξας, ἤλεγξας, Εἰκονομάχων ἄθεον δόγμα· διά τοῦτο σοι βοῶμεν, Ὦ Πάτερ χαίροις, σοφέ Ταράσιε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’.Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Κατὰ παθῶν βασιλεύσας τῶν τῆς σαρκός, Ἱεράρχης ἐχρίσθης θεοπρεπῶς, καὶ τὴν βασιλεύουσαν, ὀρθοδόξως ἐποίμανας, ἀπελάσας θῆρας, αἱρέσεων θεόπνευστε, τὴν τῶν σεπτῶν εἰκόνων, τρανώσας προσκύνησιν· ὅθεν μετὰ τέλος, ἀτελεύτητον χάριν, ἀξίως κεκλήρωσαι, Ἱεράρχα Ταράσιε. Διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Τὴν σκοτισθεῖσάν μου ψυχὴν τῷ σκότει τῶν πταισμάτων, φωτὶ τοῦ σοῦ ἐλέους καταύγασον Σωτήρ μου, καὶ λογισμὸν ἐπ' ἀγαθοῖς δώρησαί μοι Χριστέ μου, ἐκκαθάρας τὴν ἀχλὺν τῶν φαύλων ἐνθυμήσεων, ἵν' ὅπως κατ' ἀξίαν ἰσχύσω τὸν σὸν Ἱεράρχην ἀνυμνῆσαι, καὶ φθάσαι τὸν βίον, καὶ τὰς πράξεις τὰς λαμπράς, καὶ τὴν ἔνθεον πίστιν, καὶ τὸν ζῆλον, ὃν ὑπὲρ τῆς σῆς ἐκτήσατο, Ἐκκλησίας, ἥτις κατὰ χρέος αὐτὸν εὐφημοῦσα κραυγάζει· Οὐρανομύστα, παμμάκαρ Ταράσιε.