Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

Ἡ καλύτερη λύση

Κάποτε έθεσαν το εξής ερώτημα στον π. Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο:
  - Γέροντα , βλέπει κανείς, ότι κατεξοχήν στην εποχή μας κυριαρχεί το οικονομικό πρόβλημα. Όλοι προσπαθούμε να αυξήσουμε τα έσοδά μας. Κι όταν το πετύχουμε, διαπιστώνουμε πάλι ότι δεν μας φθάνουν. Τελικά τα οικονομικό μας πρόβλημα θα μείνει πάντα άλυτο;
Και ο π. Επιφάνιος απήντησε:
- Έχουμε οικονομικό πρόβλημα, διότι είμεθα άπληστοι. Αν ήμεθα ολιγαρκείς, δεν θα υπήρχε τέτοιο πρόβλημα. Η πλεονεξία δημιουργεί το οικονομικό αδιέξοδο. Δεν μας αρκούν αυτά που έχουμε. Θέλουμε όλο και περισσότερα. Ποια άλλη καλυτέρα λύσις του οικονομικού προβλήματος υπάρχει από την ολιγάρκεια;
Ένας αετός, λέγει η διήγησις, είδε κάποτε κοντά στους καταρράκτες του Νιαγάρα να επιπλέει το σώμα ενός ζώου. Πέταξε πάνω του και άρχισε να τρώει με βουλιμία. Τρώγοντας πλησίαζε συνεχώς στους καταρράκτες. Κάποια στιγμή αντελήφθη τον κίνδυνο. Προσπάθησε να πετάξει… Το νερό, όμως, ήταν παγωμένο. Τα νύχια του πάγωσαν και αυτά και έγιναν ένα με το ψοφίμι. Ο καταρράκτης τον παρέσυρε και τον έπνιξε. Από απληστία, για να φάει κάτι περισσότερο έχασε την ζωή του!
Κυνηγάμε το περισσότερο. Αλλ’ ο Κύριος μας προειδοποίησε: «οὐκ ἐν τῷ περισσεύειν τινὶ ἡ ζωὴ αὐτοῦ ἐστιν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ» (Λουκ. 12,15) Η ζωή του ανθρώπου δεν εξαρτάται από τα πολλά υπάρχοντα. Να μάθουμε να είμαστε ολιγαρκείς, κατά τον Αποστολικό λόγο: «ἔχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. 6,8)
Δύο μέτρα χώμα είναι η κατάληξις όλων μας. Και αν είναι κάποιος πλούσιος και δυνάστης και μεγάλος και τρανός, τι θα κερδίσει παραπάνω από δύο μέτρα χώμα; Το πολύ-πολύ, να του κάνουν έναν ωραίο τάφο. Αυτό είναι το κέρδος του!
Ο Χριστιανισμός όχι μόνο δεν κάνει ζημιά στην οικονομία, αλλά απ’ εναντίας προσφέρει την καλύτερη λύση. Αν όλοι οι άνθρωποι υπήκουαν σ’ αυτό που λέει ο Απ. Παύλος και ηρκούντο στα απολύτως απαραίτητα, και δεν ήθελαν ένα σωρό περιττά, δεν θα υπήρχε οικονομικό πρόβλημα. Την καλυτέρα λύση την προσφέρει ο λόγος της Γραφής. Να αρκούμεθα στα απολύτως απαραίτητα.
Θέλουμε σήμερα, αν είναι δυνατόν, να έχουμε και σπίτια με πισίνα μέσα στην αυλή. Δεκάδες φαγητών σερβίρονται πολλές φορές, όταν κάνουν τραπέζια. Τι τα θέλουμε αυτά; Αυτές οι περιττές δαπάνες χρήματος όταν οι άλλοι άνθρωποι πεινούν, είναι μεγάλη αμαρτία. Αλλά και άσκοπη δαπάνη χρόνου. Ενώ μπορούμε αυτό τον χρόνο να τον διαθέσουμε σε κάτι καλύτερο, είτε σε μία πνευματική μελέτη, είτε στην επίσκεψη κάποιου αρρώστου, είτε σε άλλο θεάρεστο έργο. Υπάρχουν τόσα έργα να κάνουμε. Και τα χρήματα, φυσικά, που εξοικονομούμε από την αποφυγή ανοήτων δαπανών, θα τα δίδουμε σε ανθρώπους, οι οποίοι θα καλύψουν στοιχειωδέστατες ανάγκες της ζωής τους.
Από το βιβλίο «Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα»

των εκδόσεων του Ι. Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος

Περί τοῦ ὅτι εἶναι δύσκολη ἡ γνῶσις τοῦ Θείου θελήματος καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἐννοήσει τό Θεῖο θέλημα ἥ νά προοδεύσει, ἄν δέν ἀρνηθεῖ ὅλα τά θελήματά του καί δέν ὑπακούσει στούς πνευματικούς πατέρες του

Ἀββᾶς Ἀμμωνᾶς

«ἐξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε,
ὅτι πρός σέ κατέφυγον.
δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τό θέλημά σου,
ὅτι σύ εἶ ὁ Θεός μου·
τό πνεῦμα σου τό ἀγαθόν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ.»
Ψαλμ. 142 : 10

Καθώς γνωρίζετε, ἀδελφοί μου, ὅταν ὁ ἄνρωπος ἀλλάξη τρόπο ζωῆς καί ἀκολουθήση ἄλλο περισσότερο πνευματικό καί θεάρεστο, τότε ἀλλάζει καί τό ὄνομά του. Ἔτσι ὅταν οἱ ἅγιο Πατέρες μας προώδευσαν πνευματικά, τότε ἄλλαξαν καί τά ὀνόματά τους. Ἔλαβαν νέα ὀνόματα γραμμένα στίς πλάκες τοῦ οὐρανοῦ. Ὅταν προώδευσε ἡ Σάρα, ἀκουσε τήν φωνή: «Δέν θά ὀνομάζεσαι πλέον Σάρα, ἀλλά Σάρρα» (πρβλ. Γεν. Ιζ΄: 15). Ὁ Ἄβραμ ὠνομάσθηκε Ἀβραάμ, ὁ Ἰσάκ Ἰσαάκ, ὁ Ἰακώβ Ἰσραήλ, ὁ Σαούλ Παῦλος, ὁ Σίμων Κηφᾶς, διότι ἄλλαξε ἡ ζωή τους καί προώδευσαν ἀπό τήν κατάστασι πού ἦσαν. Γι᾿ αὐτό καί σεῖς, ἐπειδή αὐξηθήκατε στήν πνευματική ἡλικία, εἶναι ἀνάγκη νά ἀλλάξετε τό ὄνομά σας μέ νέο, σύμφωνα μέ τήν πνευματική σας πρόοδο.

Λοιπόν, ἀγαπητοί μου, πού θεωρῶντας σας τέκνα μου πνευματικά, σᾶς ἀγαπῶ ὁλόψυχα καί ζητῶ τό συμφέρον σας σάν δικό μου, πληροφοροῦμαι ὅτι σᾶς ἐνοχλεῖ ἕνας πειρασμός καί φοβοῦμαι μήπως συμβαίνη αὐτό ἐξ αἰτίας σας. Ἄκουσα μάλιστα ὅτι θέλετε νά ἐγκαταλείψετε τόν τόπο σας καί λυπήθηκα, ἄν καί εἶχα πολύ καιρό νά λυπηθῶ.

Λυπήθηκα, γιατί γνωρίζω καλά ὅτι ἐάν ἀπομακρυνθῆτε ἀπό τόν τόπο σας, δέν θά προκόψετε καθόλου, ἐφ ᾿ ὅσον δέν εἶναι θέλημα Θεοῦ νά φύγετε. Ἐάν μόνοι σας φύγετε, δέν θά σᾶς βοηθήση οὔτε θά σᾶς συνοδεύση ὁ Θεός. Καί φοβοῦμαι μήπως ἀντιμετωπίσουμε πολλά δεινά.
Ὅταν ἀκολουθοῦμε τό δικό μας θέλημα, ὁ Θεός δέν μᾶς στέλνει τήν ἐνίσχυσί Του, πού κατευοδώνει ὅλα τά ἔργα τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κάνη κάτι μέ τό θέλημά του, δέν ἔχει βοηθό τόν Θεό καί ἀπομένει ἡ καρδιά του ἀδύνατη καί πικραμένη στό κάθε τι πού ἐπιχειρεῖ.

«αἰσχυνθήτωσαν καί ἐντραπήτωσαν
οἱ ζητοῦντες τήν ψυχήν μου·
ἀποστραφήτωσαν εἰς τά ὀπίσω καί
καταισχυνθήτωσαν οἱ βουλόμενοί μοι κακά·
ἀποστραφήτωσαν παραυτίκα αἰσχυνόμενοι
οἱ λέγοντες μοι· εὖγε εὖγε.»
Ψαλμ. 69 : 4

Οἱ δαίμονες ἀπατοῦν καί ἐμπαίζουν τούς πιστούς μέ τήν πρόφασι τῆς προκοπῆς. Μέ τίποτε ἄλλο δέν ξεγελάσθηκε ἡ Εὔα παρά μέ τήν πρόφασι τοῦ ἀγαθοῦ καί τῆς προόδου. Ἀκούοντας τό «ἔσθε ὡς Θεοί» (Γεν. Γ΄: 5) καί μή διακρίνοντας ποιός τό εἶπε, παράκουσε τήν θεία ἐντολή καί ὄχι μόνο δέν προώδευσε, ἀλλά ξέπεσε στήν καταδίκη.

Γράφει ὁ Σολομών στίς Παροιμίες: «Εἰσίν ὁδοί δοκοῦσαι ἀγαθαί παρά ἀνθρώποις, τό μέντοι τελευταῖον αὐτῶν καταλήγει εἰς πυθμένα ᾅδου» (πρβλ. Παροιμ. Ιδ΄: 12).
Αὐτά γράφει γιά ὅσους δέν ἐννοοῦν ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀκολουθοῦν τό δικό τους. Ἐπειδή δέν καταλαβαίνουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, δέχονται στήν ἀρχή ἀπό τόν διάβολο μιά κατάστασι ἐνθουσιασμοῦ, πού μοιάζει μέ χαρά, χωρίς πραγματικά νά εἶναι. Ἀργότερα ὅμως δοκιμάζουν θλῖψι καί ντροπή.
Ἀντίθετα, ἐκεῖνος πού ἀκολουθεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὑπομένει στήν ἀρχή μεγάλους κόπους, ἀργότερα ὅμως βρίσκει ἀνάπαυσι καί ἀγαλλίασι. Μή κάνετε λοιπόν τίποτε, μέχρις ὅτου σᾶς συναντήσω.

«καί καλόν γευσαμένους Θεοῦ ῥῆμα
δυνάμεις τε μέλλοντος αἰῶνος»
Ἑβρ. στ΄: 5

Τρία εἶναι τά θελήματα πού ἀπασχολοῦν διαρκῶς τόν ἄνθρωπο. Δέν τά διακρίνουν ὅμως παρά μόνο οἱ τέλειοι μοναχοί, γιά τούς ὁποίους γράφει ὁ Ἀπόστολος: «Τελείων δέ ἐστιν ἡ στερεά τροφή, τῶν διά τήν ἕξιν τά αἰσθητήρια γεγυμνασμένα ἐχόντων πρός διάκρισιν καλοῦ τε καί κακοῦ»(Ἑβρ. Ε΄: 14). ποιά εἶναι τά τρία αὐτά θελήματα; Αὐτό πού ρίχνει στήν ψυχή ὁ ἐχθρός, αὐτό πού γεννᾶ μόνη της ἡ καρδιά καί αὐτό πού σπέρνει στόν ἄνθρωπο ὁ Θεός. Ἀπό τά τρία μόνο τό δικό του ἀποδέχεται ὁ Θεός.
Ἐξετάστε λοιπόν στόν ἑαυτό σας ποιό ἀπό τά τρία σᾶς σπρώχνει νά ἐγκαταλείψετε τόν τόπο σας καί μήν ἀπομακρύνεσθε, μέχρις ὅτου σᾶς συναντήσω, καθώς γράφει τό Εὐαγγέλιο: «Προσμείνατε ἐν Ἱερουσαλήμ, ἕως ἄν λάβητε δύναμιν ἐξ ὕψους» (πρβλ. Λουκ. κδ΄: 49).

«καί ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τήν ἐπαγγελίαν
τοῦ πατρός μου εφ᾿ ὑμᾶς·
ὑμεῖς δέ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ ἕως οὖ
ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους.»
Λουκ. κδ΄: 49

Γνωρίζω τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καλύτερα ἀπό σᾶς στήν περίπτωσι αὐτή. Εἶναι δύσκολο νά τό διακρίνη κανείς σέ κάθε περίπτωσι. Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀπαρνηθῆ ὅλα του τά θελήματα καί δέν ὑπακούση στούς πνευματικούς πατέρες, δέν θά κατορθώση νά διακρίνη τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὅμως τό διακρίνη, ζητᾶ ἀπό τόν Θεό δύναμι γιά νά μπορέση νά τό ἐφαρμόση.
Ὥστε καί ἡ κατανόησις τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι σπουδαία ὑπόθεσις καί ἡ ἐφαρμογή του εἶναι ἀκόμη σπουδαιότερη. Καί τά δύο τά πέτυχε ὁ Ἰακώβ ὑπακούοντας στούς γονεῖς του. Ὅταν τοῦ παρήγγειλαν νά πάη στόν θεῖο του Λάβαν, στήν Μεσοποταμία, ἀμέσως ὑπάκουσε, παρ᾿ ὅλο πού δέν ἤθελε νά τούς ἀποχωρισθῆ. Ἀλλά καί σέ μένα τόν πατέρα σας δέν θά φανέρωνε ὁ Θεός τό θέλημά Του, ἐάν προηγουμένως δέν ἔκανα ὑπακοή στούς πνευματικούς μου πατέρες. Τώρα λοιπόν καί σεῖς ἀκοῦστε τόν πατέρα σας σ᾿ αὐτή τήν περίπτωσι, γιά ν᾿ ἀναπαυθῆτε καί νά προκόψετε.
Πληροφορήθηκα ἀκόμη πώς εἴπατε ὅτι ἀγνοεῖ ὁ πατέρας σας τήν δυσκολία πού δοκιμάζετε. Γνωρίζουμε ὅτι ἔφυγε ὁ Ἰακώβ μακρυά ἀπό τόν Ἠσαῦ, ἀλλά δέν ἔφυγε μόνος του. Οἱ γονεῖς του τόν ἔστειλαν. Μιμηθῆτε λοιπόν τόν Ἰακώβ καί παραμείνετε στόν τόπο σας. Μείνετε ἐκεῖ, μέχρις ὅτου ὁ πατέρας σᾶς ἐπιτρέψη νά φύγετε, γιά νά σᾶς εὐλογήση, τότε, καθώς φεύγετε. Ἔτσι καί ὁ ἴδιος Θεός θά εὐλογήση τίς ὑποθέσεις σας.
Ὑγιαίνετε ἐν Κυρίῳ. Ἀμήν!

«ἰδού γάρ ὁ Θεός βοηθεῖ μοι, καί
ὁ Κύριος ἀντιλήπτωρ τῆς ψυχῆς μου.
Ἀποστρέψει τά κακά τοῖς ἐχθροῖς μου·
ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου ἐξολόθρευσον αὐτούς.»

Ψαλμ. 53 : 6-7

Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΒΒΑΣ ΑΜΜΩΝΑΣ”

ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ – ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ – ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΩΣ ΑΤΤΙΚΗ

Αγία Κυράννα η Νεομάρτυς

Η Αγία νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στο χωριό Αβυσσώκα ή Βυρσόκα, στη σημερινή Όσσα της Θεσσαλονίκης, από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους. Στο Μαρτύριό της αναφέρεται ότι ήταν εξαιρετικά όμορφη. Αυτή η εξωτερική ομορφιά της Κυράννας, που δεν ήταν τίποτε άλλο από το αντικατόπτρισμα της εσωτερικής της ωραιότητας, αποτέλεσε και την αφορμή να οδηγηθεί στο μαρτύριο, καθώς κάποιος γενίτσαρος, εισπράκτορας των φόρων στο χωριό της Κυράννας, που την ερωτεύθηκε, προσπάθησε επανειλημμένα με κολακείες και δώρα να την ελκύσει και να την πείσει να αλλαξοπιστήσει, για να τη νυμφευθεί. Επειδή όμως η Κυράννα δεν αποδεχόταν τις κολακείες, ούτε πολύ περισσότερο τα δώρα του Τούρκου, αυτός νομίζοντας πως θα την κάμψει με τον φόβο άρχισε να την απειλεί ότι θα την βασανίσει σκληρά και τέλος θα την θανατώσει, αν δεν υποχωρήσει και δεν αρνηθεί την πίστη της. Αλλά ούτε αυτά τα μέσα έφεραν το ποθητό αποτέλεσμα για το γενίτσαρο. Τότε την οδήγησε βίαια στον κριτή της Θεσσαλονίκης και ψευδομαρτύρησε εναντίον της, ότι του είχε δηλώσει ότι θα αλλαξοπιστήσει για να τη νυμφευθεί, αλλά τελικά δεν τήρησε την υπόσχεσή της. Η Αγία Κυράννα με πνευματική ανδρεία ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό. Έτσι οι Τούρκοι την οδήγησαν στη φυλακή.

Ο γενίτσαρος, που την οδήγησε στον κριτή, ζήτησε και έλαβε την άδεια του Αλή Εφέντη, μπέη του κάστρου της Θεσσαλονίκης, να επισκέπτεται την Αγία στη φυλακή, όπου με κολακείες αλλά και βασανιστήρια προσπαθούσε να την μεταπείσει. Όταν έφευγε αυτός, συνέχιζε τα βασανιστήρια ο δεσμοφύλακας, τον οποίο έλεγχαν για την σκληρότητά του τόσο οι υπόλοιποι φυλακισμένοι, όσο και κάποιος άλλος φύλακας Χριστιανός.

Κάποια φορά ο γενίτσαρος επισκέφθηκε και πάλι την Αγία στη φυλακή και την βασάνισε μέχρι θανάτου. Ο Χριστιανός φύλακας επέπληξε τότε δριμύτατα το δεσμοφύλακα και τον απείλησε ότι θα τον καταγγείλει στο πασά, επειδή επέτρεπε να εισέρχονται στη φυλακή παράνομα άνθρωποι ξένοι και να βασανίζουν τους φυλακισμένους. Έτσι, όταν μετά από λίγο ο γενίτσαρος ξαναήλθε στη φυλακή, φοβούμενος ο δεσμοφύλακας δεν του επέτρεψε την είσοδο. Αυτός τότε τον κατήγγειλε στον Αλή Εφέντη, ο οποίος τον κάλεσε και τον επέπληξε, γιατί παράκουσε τις διαταγές του. Ύστερα από αυτό το γεγονός, ο δεσμοφύλακας επέστρεψε οργισμένος στη φυλακή και ξέσπασε πάνω στην Κυράννα, την οποία κρέμασε και άρχισε να χτυπά αλύπητα. Μπροστά σε αυτό το θέμα όλοι οι φυλακισμένοι, ακόμη και οι Μωαμεθανοί, άρχισαν να διαμαρτύρονται και να καταφέρονται εναντίον του δεσμοφύλακος, ο οποίος άφησε την Αγία κρεμασμένη κι έφυγε. Ήταν 28 Φεβρουαρίου του 1751 μ.Χ.

Κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες ένα θείο φως κάλυψε ξαφνικά το σώμα της Αίας Κυράννας, η οποία άφηνε την τελευταία της πνοή, και ύστερα εξαπλώθηκε σε όλη την φυλακή. Μπροστά σε αυτό το θαύμα οι Χριστιανοί ευχαριστούσαν τον Κύριο, ενώ οι Μωαμεθανοί ενόμιζαν ότι ήταν φωτιά και τρομοκρατήθηκαν.

Ο Χριστιανός φύλακας, ο οποίος πήγε να κατεβάσει την κρεμασμένη Αγία, τη βρήκε νεκρή. Στο μεταξύ το φως είχε υποχωρήσει, αλλά παρέμενε σε όλο το χώρο μια άρρητη ευωδία. Ο φύλακας τότε, περιποιήθηκε το ιερό λείψανο της Μάρτυρος, το οποίο την επόμενη μέρα παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν έξω από τη Θεσσαλονίκη. Στο Συναξάρι της Νεομάρτυρος αναφέρεται ότι το σκήνωμα της Αγίας ενταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδή στο Κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής.

Ασματική ακολουθία της συνέγραψε ο Χριστόφορος Προδρομίτης.

Ως ημέρα της μνήμης της Νεομάρτυρος αναφέρεται σε Λαυρεωτικό Κώδικα η 1η Ιανουαρίου. Στην Όσσα όμως, η Αγία Κυράννα εορτάζεται στις 8 Ιανουαρίου. Αιτία αυτής της εορτολογικής μετατοπίσεως ίσως είναι το ότι ο εορτασμός της κατά τις 28 Φεβρουαρίου συχνά συνέπιπτε με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, περίοδο χαρμολύπης, ενώ στις 8 Ιανουαρίου επιπλέον οι κάτοικοι της Όσσας ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στο χωριό τους εξαιτίας των εορτών των Χριστουγέννων. Η μνήμη της Αγίας τιμάται πανηγυρικά και από τους Οσσαίους της Θεσσαλονίκης και στο ναό της Αχειροποιήτου κατά τη Κυριακή μετά τις 8 Ιανουαρίου.

Στο χωριό Όσσα, βρίσκεται ο Ιερός Ναός της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Κυράννας, που είναι και πολιούχος της κοινότητας, αφιερωμένος στη μνήμη της νεομάρτυρος Κυράννας. Ο ναός κτίστηκε το 1840 μ.Χ., όπως αναφέρει ο Αστέριος Θηλυκός ή το 1868 μ.Χ. σύμφωνα με επιγραφή κτίσεως. Σε αυτόν φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Αγίας Κυράννας, φιλοτεχνημένη γύρω στο 1870, από τον Χριστόδουλο Ιωάννου Ζωγράφο από την Σιάτιστα.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Χαίρε Όσσης ο γόνος και θείον βλάστημα, Παρθενομάρτυς Κυράννα Νύμφη Χριστού του Θεού, η αθλήσασα στερρώς υστέροις έτεσι, και καθελούσα τον εχθρόν, καρτερία σταθε­ρά. Και νυν απαύστως δυσώπει, υπέρ των πίστει τιμώντων, την μακαρίαν σου άθλησιν.

Κοντάκιον
Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων.
Παρθενομάρτυς Κυράννα πανάθλιε, νύμφη Χριστοῦ ἀληθῶς καλλιπάρθενε, τοὺς τῇ θερμῇ σου πρεσβείᾳ προστρέχοντας, παντοίων νόσων καὶ θλίψεων λύτρωσαι, καὶ δίδου ἡμῖν χαρὰν ἄληκτον.

Κάθισμα
Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.
Πρεσβείᾳ τῇ σῇ, προστρέχουσα ἑκάστοτε, Κυράννα σεμνή, λαμβάνει τὰ αἰτήματα, Ὄσσα ἡ σὲ βλαστήσασα, καὶ βοᾷ σοι ἀεὶ μετὰ πίστεως· ἐκ συμφορῶν με ἐν βίῳ πικρῶν, ἀπήμαντον Μάρτυς διαφύλαττε.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Όσιος Κασσιανός ο Ρωμαίος

Ο Όσιος Κασσιανός γεννήθηκε στην Ρώμη από γονείς ευσεβείς και επιφανείς, οι οποίοι φρόντισαν να τον αναθρέψουν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Η γνωριμία και η συναναστροφή του, από την παιδική του ηλικία, με Αγίους ανθρώπους επέδρασε ευεργετικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του όλου τρόπου ζωής του. Σπούδασε την επιστήμη της φιλοσοφίας και της αστρονομίας και μελέτησε ιδιαίτερα τα συγγράμματα των Πατέρων και την Αγία Γραφή.

Ο Όσιος ακολούθησε το μοναχικό βίο, γενόμενος μοναχός σε μία σκήτη και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της Αιγύπτου και της Θηβαΐδας, της Νιτρίας, της Ασίας και της Καππαδοκίας. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει χαρακτηριστικά: «ὁ Ἅγιος μετέβη εἰς διαφόρους τόπους καὶ συνήντησε ἁγίους καὶ γνωστικωτάτους Ὁσίους καὶ τᾶς ἀρετᾶς ὅλων συναθροίζει εἰς τὸν ἐαυτόν του, ὡς ἄλλη φιλόπονος μέλισσα, ὥστε καὶ αὐτὸς ἔγινε εἰς τοὺς ἄλλους τύπος καὶ παράδειγμα παντὸς εἴδους ἀρετῆς. Ὅθεν ἀνώτερος τῶν παθῶν γενόμενος καὶ τὸν νοῦν καθαρίσας, ἐγνώρισε τὴν τελείαν κατὰ τῶν παθῶν νίκην».

Στον πρώτο τόμο της Φιλοκαλίας, περιλαμβάνονται δύο λόγοι του Οσίου Κασσιανού, «Πρὸς Κάστορα Ἐπίσκοπον, περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμῶν, γαστριμαργίας, πορνείας, φιλαργυρίας, ὀργῆς, λύπης, ἀκηδίας, κενοδοξίας καὶ ὑπερηφανείας» και «Πρὸς Λεόντιον ἡγούμενον, περὶ τῶν κατὰ τὴν Σκήτην ἁγίων Πατέρων καὶ λόγος περὶ διακρίσεως», που δείχνουν την καθαρότητα της ζωής του και το ορθόδοξο φρόνημά του και προξενούν μεγάλη ωφέλεια. Ο δε Όσιος Ιωάννης της Κλίμακος πλεέκι δίκαιο εγκώμιο στον Όσιο Κασσιανό στον περί υπακοής Λόγο του.

Ο Όσιος Κασσιανός κοιμήθηκε με ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς σοφίας τὸν λόγοιν Πάτερ τοὶς ἔργοις σου, ἀσκητικῶς γεωργήσας ὡς οἰκονόμος πιστός, ἀρετῶν μυσταγωγεῖς τὰ κατορθώματα, σὺ γὰρ πράξας εὐσεβῶς, ἐκδιδάσκεις ἀκριβῶς, Κασσιανὲ θεοφόρε, καὶ τῷ Σωτήρι πρεσβεύεις, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής

Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής, έζησε και έδρασε επί αυτοκρατορίας Λέοντα Γ' του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) του εικονομάχου.

Από μικρή ηλικία ο Βασίλειος εγκατέλειψε τη κοσμική ζωή για να αφιερωθεί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την άσκηση. Αρχικά ζούσε σε κάποιο ερημητήριο τρέφοντας το πνεύμα του και την ψυχή του με τα δώρα της πίστεως και της αγάπης. Έγινε μαθητής και υποτακτικός του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου . Όταν όμως οι περιστάσεις τον κάλεσαν, ανταποκρίθηκε με θαυμαστή προθυμία και υπερασπίσθηκε την Ορθοδοξία με θάρρος και παρρησία. Διώχθηκε σκληρά, για την άκαμπτη αντίστασή του και τη θαρραλέα συνηγορία υπέρ της ορθοδοξίας. Φυλακίστηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια.

Όταν πέθανε ο τύραννος Λέων, ο Όσιος Βασίλειος αφέθηκε ελεύθερος και επανήλθε στο ασκητήριό του για να συνεχίσει τους μοναχικούς τους αγώνες.

Μέγας αγωνιστής της Εκκλησίας, στρατευόταν συνεχώς για την ενίσχυση της ορθόδοξης πίστης, για τη διαφώτιση των αιρετικών, για τη στερέωση των πιστών και τη μετάνοια των αμαρτωλών. Έτσι οσιακά αγωνιζόμενος εκοιμήθη εν ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοὶς θείοις σου σκάμμασι, σὺ γὰρ ὁμολογία, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι' ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος, ἐντεῦθεν τῆς ἀσάλευτου βασιλείας ἠξίωσαι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Βασίλειε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τήν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καί μονάσας ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τήν ἐνέργειαν, καί τάς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε παμμάκαρ Ἱερώτατε.

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΜΙΑ «ΑΛΛΗ» ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ

Όταν κάποτε ο μεγάλος λογοτέχνης Αλέξανδρος Μωραϊτίδης επισκέφτηκε το Άγιον Όρος προσπάθησε να έρθει σε επαφή με τον γνωστό τότε οσιότατο μοναχό αλλά και λόγιο άνδρα  Δανιήλ το Σμυρναίο που ασκήτευε στα δύσβατα αλλά πανέμορφα και φιλόξενα για τις ψυχές που αναζητούν τον Νυμφίο Κατουνάκια. Ο Γέρων Δανιήλ την εποχή εκείνη ήταν αρκετά γνωστός όχι μόνο μέσα στο Όρος αλλά και στον κόσμο
-από τους προσκυνητές- για την λογιότητα του, αλλά κυρίως και πρωτίστως για την αγιότητα του βίου του.

Ο Μωραϊτίδης ο οποίος πρέπει να σημειώσουμε ότι έγινε μοναχός σε προχωρημένη ηλικία και εκοιμήθει με το αγγελικό σχήμα, έχοντας ακούσει για την μεγάλη αυτή Αθωνική μορφή, δεν έχασε την ευκαιρία να αναζητήσει τον Γέρων ασκητή. Έτσι και έγινε.

Όταν τελικά ευδόκησε ο Θεός και τον συνάντησε και αφού για πολλές ώρες μίλησαν και αντάλλαξαν απόψεις γύρω από την πνευματική ζωή και τον αγώνα της ψυχής να αγαπήσει ευχαριστιακά τον Χριστό εξήλθε από το κελί του Γέροντα και προχωρώντας προς τους φίλους και συνοδοιπόρους του στο αθωνίτικο προσκύνημα, μονολόγησε, “μέχρι σήμερα πίστευα ότι κάτι έχω καταφέρει με τον Χριστό. Οτι κάπως τον πλησίασα. Αλλά από την στιγμή που είδα αυτό τον άγιο άνθρωπο και αντίκρισα ζωντανή την αγιότητα μπροστά στα μάτια μου, κατάλαβα οτι τίποτε δεν έκανα ακόμη, τίποτε δε κατάλαβα… είμαι πάρα πολύ μακριά”.

Τα λόγια αυτά του Μωραϊτίδη πιστεύω ότι εκφράζουν κάθε άνθρωπο ο οποίος στην ζωή του ήρθε έστω και μια φορά σε επαφή με την αγιότητα. Με αυτό το Αλλιώς του βίου. Την ετέρα μορφή του υπάρχειν. Την γλυκύτητα, ειρήνη, ησυχία, καταλαγή, κατάπαυση, ομορφιά και άνοιξη που κρύβεται μέσα στις ψυχές όλων εκείνων που ζουν το βαθύτερο λόγο των Όντων.

Την πληρότητα της εσωτερικής πληροφορίας που υπάρχει πίσω από το παραπέτασμα, από την κουρτίνα των αισθήσεων, του χώρου και του χρόνου, της συμπαντικής αντιληπτικότητας. Αυτό που στην εποχή μας σιγά σιγά με αιδώ και φόβο ψιθυρίζει η σύγχρονη επιστήμη- δηλαδή την ύπαρξη πολλαπλών και ποικίλων χώρων, χρόνων και μορφών υπάρξεων-  οι Άγιοι το ομολογούσαν αιώνες τώρα. Το «Αλλιώς» αυτού του κόσμου, του σύμπαντος που μας περιβάλει.

Απλά οι άγιοι όπως και κάθε κτίσμα δεσμεύονται μέσα στα εκφραστικά και επικοινωνιακά όρια που μας περιβάλουν. Μέσα στην ιστορία που δεσμεύει τον λόγο και την έκφραση. Που τειχίζει την εμπειρία σε σκλαβωμένες λέξεις, στην φυλάκιση των νοημάτων. Η αγιότητα δεν είναι ηθική. Και αυτό πρέπει να το καταλάβουν πρωτίστως οι Χριστιανοί. Η αγιότητα δεν είναι νόμος, πολλές φορές ούτε δόγμα. Δεν είναι ερμηνεία. Είναι αποκάλυψη. Χάρισμα. Που δεν μετριέται και δεν παζαρεύεται.

Κυρίως δε, δεν εξαγοράζεται μέσω καμίας αξιομισθίας. Δεν λογικοποιείτε και δεν ερμηνεύεται. Βιώνεται ως παρουσία διαφορετικής ποιότητας από ΄κείνες του κόσμου και της κοινωνίας. Ως αποκάλυψη του επέκεινα, που είναι πάντα παρόν αλλά όχι ακόμη φανερό. Άλλωστε μεταφυσική δεν υπάρχει. Υπάρχει αυτό που βλέπουμε αλλά και πολλά περισσότερα που ακόμη δεν μπορούμε να αντικρύσουμε και να ζήσουμε.

Αλλά ζουν ως διαρκές παρόν, αλλά ακόμη όχι για όλους. Οι άγιοι είναι εκείνοι που μυστικά και κατά χάριν αντιλαμβάνονται, επιδέχονται ,επεξεργάζονται και μεταφράζουν όσο μπορούν με την γλώσσα και τα νοήματα της εποχής τους εκείνα που ο Θεός ακόμη δεν θέλησε μέσα στην πρόνοια και σοφία του σχεδίου του  ν’ αποκαλυφθούν. Εμείς απλά βιώνουμε δίπλα τους, τα στοιχεία εκείνα που χαρακτηρίζουν αυτή την άλλη πραγματικότητα που υπάρχει πέρα των αντιληπτικών λειτουργικών μας ορίων.

Δηλαδή ποιότητες βιώνουμε και αντιλαμβανόμαστε καθώς προσεγγίζουμε και συναναστρεφόμαστε ένα άγιο άνθρωπο. Όχι λογική αλλά βίωμα έντονο. Αγάπη, ειρήνη, ενότητα, συμφιλίωση, άνοιγμα της καρδιάς, του νου, των συναισθημάτων και νοημάτων του εσώτερου κόσμου. Πλάτυνση της αντίληψης απέναντι στο άνθρωπο και την κτίση. Ανυπόκριτη αγάπη, ταπείνωση που δεν έχει κανένα ίχνος μειονεκτικότητας αλλά μονάχα βαθειάς συναίσθησης της ανθρωπινότητας. Ταπείνωση που γίνεται προσφορά, διακονία και θυσία, δηλαδή παίρνει την μορφή της δυναμικής παρουσίας μέσα στην ζωή. Δεν είναι ταπείνωση μοιρολατρική ή κακόμοιρης διαδικασίας, αλλά όπως έλεγε και ο Γέροντας Παϊσιος πνευματική λεβεντιά. Στην συνάντηση με την αγιότητα δεν υπάρχει ψυχολογισμός.

Δεν διακρίνεται καταπίεση, διάσπαση, αντινομία, κατακερματισμός, αλλά ενότητα, ηρεμία και εσωτερική τακτοποίηση. Γι’ αυτό και η ύπαρξη των αγίων είναι ειρηνική. Όχι με ψυχολογικά κριτήρια και ηθικιστικές κατανοήσεις, αλλά ως γεγονός εσωτερικής ενότητας. Στην αγιότητα απουσιάζει το υπαρξιακό ψεύδος. Ο τεμαχισμός και κατακερματισμός του Είναι σε προσωπεία, σε κρυφά, σκοτεινά ή ετερόκλητα σημεία. Στη ύπαρξη του αγίου υπάρχει σύνθεση. Συμφιλίωση. Αποδοχή. Εμπειρία το όλου ανθρώπου και όχι μερισμός του. Η αγιότητα δεν επιβάλλεται. Δεν εξουσιάζει, δεν διατάζει, δεν διεκδικεί και δεν προσηλυτίζει. Είναι ελευθερία που σου δίνει χώρο να υπάρχεις και να αναπτύσσεσαι χωρίς πατροναρισμούς και επιβολές μεταφυσικής αυθεντίας ή απειλής.

Στην συνάντηση με έναν άγιο άνθρωπο ζεις έντονα και από κοντά την πνευματική πληρότητα, την καθαρότητα του νου, την παιδικότητα της ψυχής, το φως εκείνο που υπέρλαμπρο καθρεπτίζεται στα μάτια και λούζει την ύπαρξη στους ήχους και τα χρώματα του Θεού. Βιώνεις την χαριτωμένη αύρα που δεσμεύει ερωτικά την ύπαρξη στον αιώνιο εραστή της. Την κοιμίζει στον νυμφώνα της αέναης συνουσίας που δεν λαμβάνει και δεν θα λάβει τέλος ποτέ. Διότι στον νυμφώνα του Θεού τέλος δεν υπάρχει. Μήτε αρχή υπήρξε ποτέ. Στο πρόσωπο, την ψυχή και στο σώμα του αγίου συναντάς τον «Όλο» άνθρωπο εν ετέρα μορφή. Το «νέο» άνθρωπο, τον «νέο» κόσμο, την «νέα» πραγματικότητα, την κρυμμένη σε τούτο τον αιώνα αλλά εν δυνάμει φανερούμενη. Εκεί που όντως ζείς, όντως υπάρχεις.

Αντικρίζεις και συναισθάνεσαι ότι η μουρμούρα, η γκρίνια, το άγχος η μελαγχολία, η φοβία, ο ηθικισμός, ο νομικισμός, η πλήξη και η ανία της ύπαρξης, αυτό το μεγάλο αυτοκαταστροφικό χασμουρητό από το οποίο κατά τον Ντοστογέφσκυ θα καταστραφεί ο κόσμος, δεν υπάρχει. Αντιθέτως την άχαρη ζοφώδη θέση τους έχουν λάβει άλλες ποιότητες της ζωής, του βίου. Η χαρά της ύπαρξης, της ζωής, του υπάρχειν, είναι στοιχεία που αντιπροσωπεύουν την αγιότητα.

Ένα ατέρμονο πανηγύρι μπροστά στο θαύμα της ζωής είναι η αγιότητα. Μια άλλη πραγματικότητα πέρα από την σύμβαση μέσα στην οποία εκούσια και ακούσια φυλακιζόμαστε καθημερινά. Η δίψα για την λευτεριά είναι δυνατότερη από όλα τα κελιά. Και κυρίως από τα κελιά που δεσμεύσαμε τις υπάρξεις μας, τον χρόνο και τις μέρες της ζωής μας. Την μοναδικότητα της ετερότητας μας ύπαρξη, ζωή.

Για να κληρονομήσεις τον παράδεισο πρέπει να γίνεις υιός!

Κάποτε ένας Τούρκος δικαστής κάλεσε τον π. Βασίλειο (μετέπειτα γέροντας Ιερώνυμος) στο αρχοντικό του. Όταν έφθασε στο αρχοντικό του δικαστή του είπε:
- Αφέντη παπά, εγώ είμαι Τούρκος, μωαμεθανός. Όμως απ’το μισθό που παίρνω, κρατάω τα απαραίτητα για την οικογένεια μου και τα υπόλοιπα τα ξοδεύω σε ελεημοσύνες.
Βοηθάω χήρες, ορφανά, φτωχούς, προικίζω άπορα κορίτσια που παντρεύονται, βοηθάω αρρώστους. Κρατάω με ακρίβεια τις νηστείες, προσεύχομαι και γενικά προσπαθώ να είμαι συνεπής στην πίστη μου.
Επίσης όταν δικάζω, προσπαθώ να είμαι δίκαιος, δε χαρίζομαι σε κανέναν, όσο μεγάλη θέση κι αν έχει. Τι λες, όλα αυτά που κάνω δεν είναι αρκετά για να κερδίσω τον παράδεισο, που λέτε σεις οι χριστιανοί;

Ο π. Βασίλειος εντυπωσιάστηκε από όσα του είπε ο Τούρκος δικαστής κι ο νους του πήγε αμέσως στον εκατόνταρχο Κορνήλιο (Πράξ. ι΄). Διέκρινε μεταξύ τους δύο βίους παράλληλους.
Κατάλαβε πως πρόκειται για δίκαιο και καλοπροαίρετο άνθρωπο και ίσως η δική του αποστολή να ήταν ίδια με εκείνην του Απόστολου Πέτρου προς τον εκατόνταρχο. Αποφάσισε λοιπόν να δώσει τη μαρτυρία της πίστης του.
-Δεν μου λες, αφέντη, έχεις παιδιά;
-Ναι, έχω.
-Δούλους, έχεις;
-Έχω και δούλους.
-Ποιος εκτελεί καλύτερα τις εντολές σου, τα παιδιά ή οι δούλοι σου;
-Σίγουρα οι δούλοι μου, γιατί τα παιδιά, με το θάρρος που έχουν, πολλές φορές παρακούν και κάνουν ό,τι θέλουν, ενώ οι δούλοι μου κάνουν πάντα ό,τι τους λέω εγώ.
-Δε μου λες αφέντη, όταν εσύ πεθάνεις ποιος θα σε κληρονομήσει: οι δούλοι σου, που εκτελούν τις εντολές σου πιστά, ή τα παιδιά σου που σε παρακούν;
-Μα τα παιδιά μου βέβαια. Μόνο αυτά έχουν κληρονομικά δικαιώματα, όχι οι δούλοι.
-Ε, λοιπόν, όσα κάνεις αφέντη είναι καλά, αλλά το μόνο που μπορούν να σου κάνουν, είναι να σε κατατάξουν στην κατηγορία των καλών δούλων. Αν όμως θέλεις να κληρονομήσεις τον παράδεισο, τη βασιλεία των ουρανών, πρέπει να γίνεις υιός. Κι αυτό γίνεται μόνο με το βάπτισμα.

_________________
Ας απομακρύνουμε από το στόμα μας κοροϊδίες και βρισιές, και αισχρολογίες και κακολογίες, καθώς και την κακή συνήθεια των όρκων. | Αγ. Ίω. Χρυσόστομος

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης ο Ομολογητής

Ο Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης έζησε στα χρόνια του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) και διακρίθηκε για την πνευματική γενναιότητά του ως υπέρμαχος της Ορθοδοξίας. Αν και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το μοναχισμό, δεν έμεινε στην απομόνωση του κελιού του, αλλά αγωνίσθηκε σθεναρά κατά των εικονομάχων. Γι' αυτό υπέστη πολλά βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακές και εξορίες. Διακρίθηκε, επίσης, στον αγώνα της Εκκλησίας κατά των αιρετικών Μονοφυσιτών.

Ο Άγιος Προκόπιος φαίνεται ότι λίγο μετά την αποφυλάκισή του κοιμήθηκε, ενώ κατ' άλλους υπέμεινε μαρτυρικό θάνατο.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φερωνύμως προκύπτων ἐν ἀσκήσει Προκόπιε, ἤρθης ἐκ δυνάμεως Πάτερ, πρὸς ἀθλήσεως ἔλλαμψιν Χρίστου γὰρ τὴν Εἰκόνα προσκυνῶν, Μαρτύρων ἀνεδείχθης κοινωνός, μεθ' ὧν πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, ὑπὲρ τῶν ἐκβοώντων σοι, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνερνούντι διὰ σοῦ, πασιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Προκόπιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἑωσφόρον σήμερον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη ἅπασαν, κακοδοξίας τήν ἀχλύν, διασκεδάζει τιμῶσά σε, οὐρανομύστα Προκόπιε ἔνδοξε.

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

Γέροντας Παΐσιος – Η δύναμη του καλού λογισμού

- Γέροντα,  στην  Παλαιά  Διαθήκη,  στο  Δ’  βιβλίο  των  Μακκαβαίων,  αναφέρεται:  Ό ευσεβής λογισμός δεν είναι έκριζωτής των παθών, άλλα ανταγωνιστής. Τί σημαίνει;

- Κοίταξε νά δής: Τά πάθη είναι βαθιά ριζωμένα μέσα μας, αλλά ό ευσεβής, ό καλός, λογισμός μας βοηθάει  νά  μην  ύποδουλωνώμαστε  σ’  αυτά.  Όταν  ό  άνθρωπος  φέρνη  όλο  καλούς  λογισμούς  και σταθεροποίηση μιά καλή κατάσταση, τά πάθη παύουν νά ενεργούν, οπότε είναι σάν νά μήν υπάρχουν. Δηλαδή ό ευσεβής λογισμός  δεν ξερριζώνει τά πάθη,  αλλά τά πολεμάει και  μπορεί  νά τά καταβάλη. Νομίζω, ό συγγραφεύς περιγράφει τί μπόρεσαν νά υποφέρουν οί Άγιοι Επτά Παίδες, ή μητέρα τους Άγια Σολομονή και ό διδάσκαλος τους  Άγιος Έλεάζαρος,  έχοντας  ευσεβείς  λογισμούς,  γιά  νά  δείξη ακριβώς τήν δύναμη τοϋ καλού λογισμού.

Ένας καλός λογισμός ισοδυναμεί με μια πολύωρη αγρυπνία! Έχει μεγάλη δύναμη. Όπως τώρα κάποια  νέα  όπλα  σταματούν  μέ  ακτίνες  λέιζερ  τον  πύραυλο  στην  βάση  του  και  τον  εμποδίζουν  νά έκτοξευθη, έτσι και οι καλοί λογισμοί προλαβαίνουν και καθηλώνουν τους κακούς λογισμούς στά αεροδρόμια του διαβόλου, άπό τά όποια ξεκινούν. Γι’ αυτό προσπαθήστε, όσο μπορείτε, πρίν προλάβη ό πειρασμός  νά  σας φυτέψη κακούς  λογισμούς,  νά  φυτεύετε  εσείς  καλούς  λογισμούς,  γιά  νά  γίνη  ή καρδιά σας ανθόκηπος καί νά συνοδεύεται ή προσευχή σας άπό τήν θεία εύωδία της καρδίας σας.


Όταν  κανείς  κρατά  έστω  καί  λίγο  αριστερό,  δηλαδή  κακό,  λογισμό  γιά  κάποιον, οποιαδήποτε  άσκηση  καί  άν  κάνη,  νηστεία,  αγρυπνία  κ.λπ.,  πάει  χαμένη.  Σέ  τί  θά  τον βοηθήση ή άσκηση, άν δεν αγωνίζεται παράλληλα νά μή δέχεται τους κακούς λογισμούς; Γιατί νά μήν άδειάση άπό το πιθάρι πρώτα όλο το κατακάθι τού λαδιού, πού είναι μόνο γιά σαπούνι, καί ύστερα νά βάλη το καλό λάδι, άλλα βάζει το καλό μέ το άχρηστο καί το μουρνταρεύει;

Ένας  αγνός,  καλός,  λογισμός  έχει  μεγαλύτερη  δύναμη  άπό  κάθε  άσκηση.  Κάποιος νέος λ.χ. πολεμείται άπό τον διάβολο καί έχει ακάθαρτους λογισμούς καί κάνει αγρυπνίες, νηστείες, τριήμερα, γιά νά απαλλαγή άπό αυτούς. Ένας αγνός λογισμός όμως πού θά φέρη έχει  μεγαλύτερη  δύναμη  καί  άπό  τις  αγρυπνίες  καί  άπό  τις  νηστείες  πού  κάνει  καί  τον βοηθάει πιο θετικά.

- Γέροντα,  όταν  λέτε  αγνός  λογισμός,  αναφέρεσθε  μόνο  σέ  ειδικά  θέματα  ή  καί  σέ γενικώτερα;

- Καί  σέ  γενικώτερα.  Γιατί  ό  άνθρωπος,  όταν  τά  βλέπη  όλα  μέ  καλούς  λογισμούς, εξαγνίζεται  καί  χαριτώνεται  άπό  τον  Θεό.  Μέ  τους  αριστερούς  λογισμούς  κατακρίνει  και αδικεί  τους  άλλους,  εμποδίζει  την  θεία  Χάρη  να  ερθη,  και  έρχεται  έπειτα  ό  διάβολος  καί  τον αλωνίζει.

- Δηλαδή, Γέροντα, επειδή κατακρίνει, δίνει δικαίωμα στον διάβολο να τον άλωνίση;

- Ναί. Όλη ή βάση είναι  ό  καλός  λογισμός. Αυτό είναι πού  ανεβάζει  τον άνθρωπο,  τον αλλοιώνει  προς  το  καλό.  Πρέπει να φθάση κανείς στο σημείο να τά βλέπη όλα καθαρά.  Είναι αυτό πού είπε ό Χριστός: ­Μή κρίνετε κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε. Μετά φθάνει ό άνθρωπος σε μία κατάσταση πού βλέπει τά πάντα μέ τά πνευματικά μάτια όχι μέ τά ανθρώπινα. Όλα τά δικαιολογεί, μέ την καλή έννοια.

Πρέπει  νά προσέχουμε νά  μή δεχώμαστε τά πονηρά τηλεγραφήματα  του  διαβόλου, γιά  νά  μή  μολύνουμε  ­τον  Ναόν  τον  Αγίου  Πνεύματος καί  άπομακρυνθή  ή  Χάρις  του Θεού,  μέ  αποτέλεσμα  νά  σκοτισθούμε.  Το  Άγιο  Πνεύμα,  όταν  δη  τήν  καρδιά  μας  αγνή, έρχεται  καί κατοικεί μέσα μας,  γιατί αγαπάει τήν  αγνότητα  – γι’  αυτό  καί παρουσιάσθηκε σάν περιστέρι.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ’
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ

ΕΧΕΙ ΧΡΟΝΙΑ ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΤΕΙ

παπά-Λιβύου

Το ξέρω ότι πολλές φορές αισθάνθηκες μια προδοσία. Όχι από τον άντρα σου ή την γυναίκα σου, ούτε από το καλύτερο σου φίλο, αλλά από κάποιον που σε πλήγωσε πιο βαθιά και δυνατά, από τον ίδιο σου τον εαυτό.

Είναι εκείνες οι στιγμές που νιώθεις ότι ο πιο πνιγερός άνθρωπος που συνάντησες ποτέ στην ζωή σου ήταν ο εαυτός σου.

Κι όμως, πρέπει να κατανοήσεις, όσο πιο ουσιαστικά και αληθινά μπορείς, ότι εάν πρέπει να ξεκινήσεις το πνευματικό σου ταξίδι παρέα με τον Χριστό, το πρώτο πρόσωπο, τον άμεσα πλησίον που  καλείσαι να αγαπήσεις, να συγχωρήσεις και να αποδεχτείς είναι αυτός ο μη αξιαγάπητος εαυτό σου.

Αυτό το θηρίο που ζει μέσα σου και σε τρομάζει, όταν εσύ θέλεις να ησυχάσεις. Που σε φοβίζει όταν εσύ θέλεις ειρηνεύσεις, που ουρλιάζει μέσα στην νύχτα των παθών σου, σε στιγμές που εσύ ζητάς να σιωπήσεις όλους του θορύβους της ύπαρξης σου.

Αυτό το θηρίο, είναι δικό σου. Όσο κι αν σε ενοχλεί, είναι δικό σου. Αυτό το άσχημο πρόσωπο είναι δικό σου, είναι και αυτό εσύ, όχι μόνο αυτό, μα κι αυτό.

Δεν είσαι μόνος φως είσαι και σκιές, δεν είσαι μόνο σκιές αλλά και φως. Όλο αυτό καλείσαι να το δουλέψεις παρέα με τον Χριστό, όχι όμως απωθώντας το, ούτε κρύβοντας το, αλλά αγαπώντας ως κομμάτι δικό σου, που ζητά και κραυγάζει την θεραπεία.

Ένα άσχημο παιδί που ζητά να το αγαπήσεις. Ειρήνευσε το με την προσευχή και την παρουσία του Χριστού που αποδέχεται και αγαπά τον μη αξιαγάπητο. Σκέπασε το με την ακατάκριτη αγάπη Του και βάλτο για ύπνο. Έχει χρόνια να αγαπηθεί, έχει χρόνια να ονειρευτεί..

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Φωτεινή η Μεγαλομάρτυς η Σαμαρείτιδα

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Φωτεινή καταγόταν από την Σαμαρειτική πόλη Σιχάρ . Τις πρώτες πληροφορίες για την Αγία τις βρίσκουμε στο Δ΄ κεφάλαιο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου (Δ' 1 - 38).

Κάθε μεσημέρι πήγαινε έξω από την πόλη, στο πηγάδι το λεγόμενο του Ιακώβ, και εγέμιζε την στάμνα της. Εκεί, μια ημέρα, συνάντησε τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος εφανέρωσε σ' αυτήν όλη τη ζωή της. Ο Κύριος είπε στην Αγία, ότι Αυτός είναι « τό ὕδωρ τό ζῶν», δηλαδή η αστείρευτη πηγή του Αγίου Πνεύματος. Αυτό το «πνευματικό ὕδωρ» έδωσε ο Κύριος στη Σαμαρείτιδα, η οποία εβαπτίσθηκε Χριστιανή μεταξύ των πρώτων γυναικών της Σαμάρειας και ονομάσθηκε Φωτεινή.

Από τότε αφιέρωσε τον εαυτό της στη διάδοση του Ευαγγελίου στην Αφρική και στη Ρώμη. Εκεί έλαβε και μαρτυρικό θάνατο από τον αυτοκράτορα Νέρωνα (54 - 68), όταν αυτός έμαθε ότι η Αγία Φωτεινή έκανε Χριστιανές τη θυγατέρα του Δομνίνα και μερικές δούλες της.

Μαζί με την Αγία Φωτεινή εμαρτύρησαν οι υιοί της και οι πέντε αδελφές της.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὴν πηγὴν δεξαμενὴ τῆς σοφίας καὶ χάριτος, ἐκ χειλέων Κυρίου Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε, νομίμως ἠγωνίσω πανοικεῖ, καὶ νέμεις φωτισμὸν παρὰ Θεοῦ, τοὶς προστρέχουσι τὴ σκέπη σου τὴ σεπτή, καὶ εὐλαβῶς βοώσί σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διὰ σοῦ, χάριν ἠμὶν καὶ ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φωτεινὴν καὶ Φωτίδα καὶ Φωτῶ ἀνυμνήσωμεν, σὺν Ἀνατολὴ Φωτεινὸν τὲ Ἰωσὴν θείοις ἄσμασιν, ὁμοὺ Κυριακὴν Παρασκευήν, τοὺς Μάρτυρας Χριστοῦ περιφανεῖς· θείαν χάριν γὰρ αἰτοῦνται καὶ φωτισμόν, τοὶς πίστει ἀνακράζουσι· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι' ὑμῶν πάσιν ἰάματα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Πορφύριος επίσκοπος Γάζης

Ο Όσιος Πορφύριος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη από πλούσιους και ευσεβείς γονείς. Αφού εγκατέλειψε και γονείς και πλούτη, στα χρόνια της βασιλείας του Αρκαδίου και Ονωρίου, αναχώρησε για την Αίγυπτο που ήταν τότε μεγάλο μοναστικό κέντρο και έγινε μοναχός σε σκήτη. Μετά πενταετή διαμονή ήλθε στα Ιεροσόλυμα και κήρυσσε στους Ιουδαίους και τους Έλληνες το Ευαγγέλιο του Χριστού. Εκεί ασθένησε σοβαρά από κίρρωση του ήπατος, αλλά παρά την ασθένειά του δεν παρέλειπε καθημερινά να επισκέπτεται το Ναό της Αναστάσεως και τα άλλα ιερά προσκυνήματα, προκαλώντας τον θαυμασμό των άλλων προσκυνητών. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Μάρκος, ο μετέπειτα βιογράφος του Πορφυρίου, ο οποίος είχε μεταβεί, επίσης, για προσκύνημα από την Ασία στα Ιεροσόλυμα και από τότε συνδέθηκαν διά βίου. Ο Μάρκος αποδείχθηκε πιστός και χρήσιμος συνεργάτης του, ανέλαβε μάλιστα να τακτοποιήσει μια σοβαρή εκκρεμότητα που είχε αφήσει στη Θεσσαλονίκη ο Πορφύριος, τον καταμερισμό δηλαδή της οικογενειακής περιουσίας του με τα ενήλικα πλέον αδέλφια του. Κατά την διάρκεια της απουσίας του Μάρκου στη Θεσσαλονίκη, η υγεία του Αγίου Πορφυρίου αποκαταστάθηκε θαυματουργικά, κατόπιν οράματος της σταυρώσεως του Κυρίου και του ευγνώμονος ληστού. Ο Μάρκος διεκπεραίωσε την υπόθεση με τον καλύτερο τρόπο και επέστρεψε με το μερίδιο της περιουσίας, ύψους 4.400 νομισμάτων και με πλήθος αργυρών σκευών και πολύτιμων ενδυμάτων, τα οποία σύντομα εκποίησε και μοίρασε στους πτωχούς και στα μοναστήρια των Ιεροσολύμων και της Αιγύπτου, τα οποία ήταν πολύ πτωχά.

Εκεί χειροτονήθηκε, το έτος 392 μ.Χ., Πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιωάννη Β' (386 - 417 μ.Χ.). Μετά την κοίμηση του Επισκόπου Γάζης Αινείου, το 395 μ.Χ., εξελέγη Επίσκοπος της Γάζης και χειροτονήθηκε από τον Επίσκοπο Καισαρείας Ιωάννη. Εκεί, αφού επιτέλεσε πολλά θαύματα, οδήγησε και πολλούς εοδωλολάτρες και αιρετικούς στην αληθινή θεογνωσία.

Για να προστατεύσει ο Άγιος το ποίμνιό του από τις αδικίες των Εθνικών και των αρχόντων, δεν δίστασε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και να ζητήσει την συνδρομή των αυτοκρατόρων Αρκαδίου (395-408 μ.Χ.) και Ευδοξίας. Εκεί συνάντησε και τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο (βλέπε 13 Νοεμβρίου), ο οποίος τον συνέστησε στον Αμάντιο τον κουβικουλάριο και στους βασιλείς και στήριξε με θέρμη το αίτημά του να καταστήσει γνωστή στους βασιλείς την τυραννία των πολιτικών αρχόντων που καταπίεζαν τον λαό. Παρά τις αρχικές του αντιδράσεις ο βασιλέας επείσθη και χορήγησε στον Άγιο Πορφύριο βασιλικό διάταγμα με το οποίο περιόριζε την δράση των ειδωλολατρών και των λοιπών αιρετικών και με βασιλική χορηγία ανήγειρε εκκλησίες εκεί όπου προηγουμένως βρίσκονταν ειδωλολατρικοί ναοί. Κατάφερε δε ο Άγιος τα κατεδαφιστεί το Μαρνείον, ο περίφημος ναός των Εθνικών Γαζαίων, που είχε ιδρυθεί από τον αυτοκράτορα Αδριανό το έτος 129 μ.Χ. Στην θέση του ανοικοδομήθηκε περικαλλής ναός με χορηγία της αυτοκράτειρας Ευδοξίας, η οποία απέστειλε για τον σκοπό αυτό στην Γάζα τον Αντιοχέα αρχιτέκτονα Ρουφίνο. Ο ναός αυτός, που ονομάστηκε Ευδοξιανός, είχε 32 μεγάλους κίονες από καρυστινό μάρμαρο και τα εγκαίνιά του έγιναν το Πάσχα του 407 μ.Χ.

Κατά τα μετέπειτα έτη ο Άγιος Πορφύριος εργάστηκε για την συγκρότηση της Επισκοπής του. Με ζωηρά χρώματα διασώζει ο βιογράφος του Μάρκος, την φιλανθρωπική και ιεραποστολική του δράση. Το έτος 415 μ.Χ. έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Διοσπόλεως, υπό την προεδρία του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Ιωάννου Β'. Η Σύνοδος αυτή ασχολήθηκε με τον θεολόγο Πελάγιο, ο οποίος είχε καταφύγει στα Ιεροσόλυμα κοντά στον Ιωάννη, μετά την σύγκρουση που είχε στην Αφρική με τον ιερό Αυγουστίνο, Επίσκοπο Ιππώνος (τιμάται 15 Ιουνίου) για τα θέματα του προπατορικού αμαρτήματος και της θείας χάριτος. Στη Σύνοδο αυτή ο Πελάγιος αθωώθηκε, αφού αποδέχθηκε τη βασική διδασκαλία, ότι η θεία Χάρη είναι απαραίτητη για τη σωτηρία του ανθρώπου.

Ο Άγιος αναπαύθηκε το έτος 420 μ.Χ. μετά από σύντομη ασθένεια, σε ηλικία 72 ετών, «τὸν καλὸν ἀγῶνα τετελεκῶς πρὸς τοὺς εἰδωλομανεῖς ἕως τῆς ἡμέρας τῆς κοιμήσεως αὐτοῦ».


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῳ.
Πορφυραυγέσιν ἀρετῶν λαμπηδόσι, καταλαμπρύνας σεαυτὸν Ἱεράρχα, καθάπερ φῶς ἐξέλαμψας Πορφύριε σοφέ, λόγοις γὰρ καὶ θαύμασιν, ἀληθῶς διαπρέψας, πάσιν ἐβεβαίωσας, εὐσέβειας τὴν χάριν καὶ νῦν Χριστῷ ἀΰλως λειτουργῶν, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, μὴ παύση δεόμενος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Πορφύριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ἱερωτάτοις σου τρόποις κοσμούμενος, ἱερωσύνης στολῇ κατηγλάϊσαι, παμμάκαρ θεόφρον Πορφύριε, καί ἰαμάτων ἐμπρέπεις δυνάμεσι, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐν πέτρᾳ τῆς πίστεως, ἐρηρεισμένος σοφέ, τὴν πέτραν ἐπόθησας, ἣν εἶδε πρὶν Δανιήλ, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν· ὕψωσας τὴν φωνήν σου, καὶ τὸν νοῦν πρὸς τὸν Κτίστην, ἔβαλες τοὺς ὀχλοῦντας, τῇ σαρκὶ πολεμίους, τῇ σῇ σφενδόνῃ Γάζης ὁ σεπτός, πρόβολος Πάτερ Πορφύριε.

Ὁ Οἶκος
Ὑπεραστράπτει πλέον ἡλίου, Πορφυρίου ἡ μνήμη τοῦ σοφοῦ, ἀστραπαῖς θαυμάτων πᾶσαν τὴν κτίσιν φωταγωγοῦσα, καὶ διώκουσα πλάνην τὴν τῶν εἰδώλων, καὶ τοὺς πιστούς σελαγίζουσα, πάντας εὐφραίνει· Θεῷ γὰρ εὐαρεστήσας ἐπὶ γῆς, τῶν σημείων ἀπείληφε τὴν χάριν, πάντας ἰᾶσθαι, παρεστὼς τῇ Τριάδι ὁλόφωτος, καὶ πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

Τι είναι η ανθρωπινή απάθεια; Ισαάκ ο Σύρος

Απάθεια είναι, όχι το να μη αισθάνονται οι αγωνιστές τα πάθη,
αλλά το να μη τα δέχονται.

Ερώτηση. Τι είναι η ανθρωπινή απάθεια;

Απόκριση. Απάθεια είναι, όχι το να μη αισθάνονται οι αγωνιστές τα πάθη, αλλά το να μη τα δέχονται. Λόγω των πολλών και ποικίλων αρετών πού απέκτησαν, φανερών και κρυφών, ασθένησαν τα πάθη μέσα τους και δεν μπορούν να επαναστατήσουν εύκολα κατά της ψυχής.

Και η διάνοια δεν χρειάζεται πάντοτε να προσεχή σ' αυτά διότι είναι πάντοτε γεμάτη από αισθήματα πού προέρχονται από την μελέτη και την κοινωνία των αρίστων σκέψεων οι όποιες κινούνται με σύνεση στον νου. Και όταν τα πάθη αρχίσουν να κινούνται, ξαφνικά ή διάνοια αρπάζεται από κάποια σκέψη πού συλλαμβάνεται από τον νου και φεύγει από κοντά τους έτσι τα πάθη μένουν αργά.

Όπως είπε ο μακάριος Μάρκος ο νους που με την χάρη του Θεού επιτελεί πράξεις ενάρετες και πλησιάζει στην γνώση, λίγη αίσθηση λαμβάνει από το άλογο μέρος της ψυχής διότι ή γνώσις του ανθρώπου αρπάζεται στα ύψη και τον αποξενώνει από όλα τα πράγματα του κόσμου, λόγω της αγνείας, της λεπτότητας, της ελαφρότητας και της οξύτητας του νου της. Και λόγω της ασκήσεως των, καθαρίζεται ο νους των και γίνεται διαυγής, επειδή ή σάρκα τους ξηραίνεται από την επίδοση στην ησυχία και την εμμονή σ' αυτήν.

Έτσι εύκολα και γρήγορα επέρχεται στον καθένα τους ή θεωρία και τους οδηγεί στην έκσταση. Από τότε γίνονται γεμάτοι θεωρία, ή διάνοια τους δεν στερείται σύνεση ποτέ, αντιθέτως μάλιστα έχουν όλα εκείνα πού τους φέρει ο καρπός του Πνεύματος.

Με την πολυχρόνια συνήθεια εξαλείφονται οι αναμνήσεις της καρδίας των, πού ανακινούν στην ψυχή τα πάθη και ή δύναμις της εξουσίας του Διαβόλου. Πράγματι, όταν ή ψυχή δεν επικοινωνεί με τα πάθη, μελετώντας τα, διότι ασχολείται διαρκώς με άλλη φροντίδα, τότε ή δύναμις των ονύχων των παθών δεν μπορεί να κυριάρχηση στις πνευματικές της αισθήσεις.

Από το βιβλίο Ασκητικά του Αββά Ισαάκ του Σύρου.

Άγνοια και Πλάνη - Διδασκαλία από την Φιλοκαλία

Η άγνοια είναι η αρχηγικοτάτη των παθών. Στην πνευματική ζωή η άγνοια είναι μία γενικότερη πνευματική κατάσταση και αποτελεί έκφραση του χοϊκού φρονήματος του ανθρώπου, των γήινων σκέψεων, των γήινων επιθυμιών του και επιδιώξεων του. Επομένως η άγνοια είναι μία βαρεία ασθένεια της ανθρώπινης ψυχής και ειδικά του νου. Ακαθαρσία νοός χαρακτηρίζεται από τους Πατέρες.

α. Αίτια της αγνοίας

Αιτία είναι το ταπεινό και γήινο φρόνημα του ανθρώπου, η βοσκηματώδης ζωή όπως θα μας έλεγε ο Μ. Βασίλειος. Έτσι ο νους δεν μπορεί να αντιληφθεί τις θεϊκές πραγματικότητες και καταστάσεις. Έτσι η άγνοια είναι καρπός της αμαρτίας, της πτώσεως του ανθρώπου και της υποδουλώσεώς του στο θέλημα του, της απομακρύνσεώς του γενικά από τον Θεό. Όποιος ξέπεσε από τη θεϊκή αγάπη, μέσα του έχει ως κυρίαρχο τον νόμο της σάρκας.

Η κατάσταση αυτή δεν του επιτρέπει να φυλάξει οποιαδήποτε εντολή του Θεού. Και επειδή αντί για τις αρετές προτίμησε την φιλήδονη ζωή, τελικά, αντί για τη γνώση του Θεού επισύρει πάνω του την άγνοια του Θεού, τονίζει ο Άγιος Μάξιμος. Η αμέλειά μας να γνωρίσουμε τις δωρεές Του μας έφερε σε ραθυμία και αυτή μας παρέδωσε στη λησμοσύνη, από την οποία κυριάρχησε πάνω μας η άγνοια (Όσιος Μάρκος).

β. Συνέπειες

Η άγνοια χωρίζει την ψυχή από την ένωση της με τον Θεό. Κάνει ολόκληρο τον άνθρωπο παράλογο και αναίσθητο. Εκείνος που πέφτει στην άγνοια δεν γνωρίζει τα κρίματα του Θεού... Με αυτούς που τον ελέγχουν μαλώνει και όσους τον συγχωρούν τους θεωρεί ανόητους. Όταν γίνεται πλούσιος, φέρνεται αλαζονικά και όταν φτωχαίνει υποκρίνεται. Όταν καλοπερνάει, πέφτει σε διάφορες ασέλγειες και ακατονόμαστες πράξεις, και όταν κακοπερνάει, κλαίει την μοίρα του.

Αν λοιπόν κανείς δεν αποκτήσει με τη χάρη του Θεού τη γνώση της αλήθειας και το φόβο του Θεού, όχι μόνον από τα πάθη του, αλλά και από όσα λυπηρά του συμβαίνουν τραυματίζεται βαρεία. Αυτές είναι μερικές από τις συνέπειες της άγνοιας στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου.

Ο Άγιος Μάξιμος μας λέει ότι η άγνοια φταίει για τη φιλαυτία και την τυραννία. Η άγνοια είναι αιτία της φιλοδοξίας και της φιλαργυρίας.

Ο όσιος Θεόδωρος ο Εδέσσης λέει χαρακτηριστικά: Επομένως πρέπει να φροντίσεις για το πρώτο αγαθό, να αποκτήσεις ορθή ιδέα για τα όντα και κατόπιν να δώσεις φτερά στη βούληση, για να πετάξεις προς το πρώτο αγαθό, να καταφρονήσεις όλα τα παρόντα και να πληροφορηθείς για τη μεγάλη τους ματαιότητα.

γ. Η αγνοία και η πλάνη

Η άγνοια ευθύνεται και για την πλάνη και για την αίρεση.

Η άγνοια γεννά την οίηση και αυτή την πλάνη. Μπορούμε να πούμε ότι η άγνοια ισοδυναμεί με την πλάνη. Την άγνοια εκμεταλλεύεται ο πλανών την οικουμένην διάβολος. Ο διάβολος είναι εισηγητής και συνεργός όχι μόνο στην δημιουργία της άγνοιας, αλλά και της πλάνης με οποιαδήποτε μορφή και αν εμφανίζεται αυτή στο χώρο της πνευματικής ζωής.

Η μεγάλη αντίπαλος της αλήθειας, αυτή πού τραβά σήμερα τους ανθρώπους στην απώλεια, είναι η πλάνη. Εξαιτίας της κυριάρχησε στις ψυχές των ράθυμων η σκοτεινή άγνοια και τους αποξένωσε από τον Θεό. Αυτοί δεν αναγνωρίζουν ως Θεό τον Χριστό, ο όποιος μας αναγέννησε και μας φώτισε, ή Τον πιστεύουν και Τον αναγνωρίζουν απλώς και μόνο στα λόγια και όχι στην πράξη. Πιστεύουν ότι μόνο στους παλιούς φανερωνόταν ο Θεός, όχι όμως και σε εμάς. Νομίζουν πως οι μαρτυρίες της Γραφής περί Θεού δεν αφορούν αυτούς, αλλ' άλλους η εκείνους που τις έγραψαν και βλασφημούν την περί Θεού διδασκαλία, αφού απαρνούνται την αληθινή και με επίγνωση ευσέβεια.

Τις Γραφές τις διαβάζουν σωματικά μόνο, για να μη πω Ιουδαϊκά, και απαρνούνται την δυνατότητα της εδώ αναστάσεως του ανθρώπου μέσω της ψυχής, επιθυμώντας να κατοικούν στον τάφο της αγνωσίας.

Στην πλάνη λοιπόν υπάρχουν τα τρία αυτά πάθη: απιστία, πονηρία και ραθυμία. Αυτά γεννούν και υποστηρίζουν το ένα το άλλο.

Η απιστία δηλαδή είναι δάσκαλος της πονηρίας, η πονηρία είναι σύντροφος της ραθυμίας, της οποίας σύμβολο είναι η οκνηρία. Η αντιστρόφως η ραθυμία γεννά την πονηρία, όπως είπε ο Κύριος: Πονηρέ δούλε και οκνηρέ. Η πονηρία είναι μητέρα της απιστίας. Γιατί κάθε πονηρός είναι άπιστος, και όποιος δεν πιστεύει, δεν έχει φόβο Θεού. Από την απιστία τώρα, γεννιέται η ραθυμία, η μητέρα της καταφρονήσεως, από την οποία αμελείται κάθε καλό και διαπράττεται κάθε κακό.

δ. Θεραπεία

Την άγνοια, πολέμησε την με την φωτισμένη γνώση, με την οποία η ψυχή ξαναξυπνάει και διώχνει από πάνω της το σκοτάδι της άγνοιας.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ακολουθώντας τη γνήσια ορθόδοξη παράδοση, θεωρεί απαραίτητη την παρουσία του Γέροντα, του Πνευματικού, που θα οδηγήσει τον άλλον στον ασφαλή δρόμο της σωτηρίας, Ει τις θέλει απαλλαγήναι τούτου, μη πιστευέτω τω ιδίω λογισμώ, αλλ' ερωτάτω γέροντα....

Η άρσις της άγνοιας είναι χάρισμα του Θεού. Δίνεται σε όσους αγωνίζονται και προσπαθούν. Ο Θεός βλέποντας την προσπάθεια που καταβάλλει ο άνθρωπος, του αφαιρεί το σύννεφο πού καλύπτει το νου του και δεν μπορεί να βλέπει καθαρά, του αφαιρεί δηλαδή την άγνοια και του χαρίζει τη γνώση του εαυτού του, την γνώση των μυστηρίων και της αληθείας του.

Αρχιμ. Χρυσοστόμου Μαϊδώνη,
Πρωτοσυγκέλου της Ιεράς Μητροπόλεως Ιερισσού

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Ταράσιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης

Ο Άγιος Ταράσιος γεννήθηκε, ανατράφηκε και εκπαιδεύθηκε στην Κωνσταντινούπολη από γονείς ευσεβείς και ευγενείς, τον Γεώργιο, κριτή και πατρίκιο και την Ευκρατία και ήταν θείος του Αγίου Φωτίου . Λόγω της μεγάλης του μορφώσεως ανυψώθηκε στο αξίωμα του πρωτασηκρίτου.

Οι εκκλησιαστικές περιστάσεις την εποχή εκείνη ήταν αρκετά σοβαρές. Υπήρχε ακόμα ο πόλεμος των εικονομάχων, η δε θέση των Ορθοδόξων έγινε ακόμη πιο δύσκολη διά του θανάτου του Πατριάρχου Παύλου Δ' του Κυπρίου (30 Αυγούστου). H βασίλισσα Ειρήνη η Αθηναία, η οποία επιτρόπευε τον ανήλικο υιό της Κωνσταντίνο ΣΤ' (780 - 798 μ.Χ.), κατανόησε, ότι χρειαζόταν εκκλησιαστικός ηγέτης με ευσέβεια, θεολογική κατάρτιση και διοικητική ικανότητα, για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις περιστάσεις και τα προβλήματα. Έτσι εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από τους λαϊκούς ο Άγιος Ταράσιος παρά τις επίμονες αρνήσεις του, αφού έλαβε υπόσχεση από τους βασιλείς, ότι θα συγκληθεί Οικουμενική Σύνοδος που θα αντιμετωπίσει τα διάφορα θεολογικά ζητήματα και τα εκκλησιαστικά θέματα. Η χειροτονία του νέου Πατριάρχου έγινε στις 25 Δεκεμβρίου 784 μ.Χ.

Κατά την διάρκεια της πατριαρχίας του ο Άγιος μερίμνησε για την αποκατάσταση των σχέσεων με την Δυτική Εκκλησία επί Πάπα Αδριανού Α' (771 - 795 μ.Χ.) και την σύγκλιση της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, το έτος 787 μ.Χ., στη Νίκαια, η οποία καταδίκασε τους εικονομάχους και ακύρωσε την εικονομαχική Σύνοδο του έτους 754 μ.Χ. θέτοντας ως βάση του δογματικού καθορισμού τα σχετικά συγγράμματα του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού (τιμάται 4 Δεκεμβρίου). Η όγδοη συνεδρία της Συνόδου έγινε στην Κωνσταντινούπολη, στα ανάκτορα, όποι οι βασιλείς Ειρήνη και Κωνσταντίνος υπέγραψαν τους Όρους της Συνόδου.

Στην ευσέβεια και το εκκλησιαστικό ήθος του Αγίου οφείλεται και η μέριμνα που έλαβε η Εκκλησία κατά της σιμωνίας, του χρηματισμού δηλαδή για την απόκτηση εκκλησιαστικών αξιωμάτων και ιδιαίτερα των επισκοπικών θέσεων. Παράλληλα ο Άγιος ανέπτυξε πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση και διακρίθηκε για την ελεημοσύνη του προς τους πτωχούς.

Η αγάπη του προς τον μοναχισμό εκφράστηκε και με την ίδρυση Μονής στο στενό του Βοσπόρου, στην οποία και ενταφιάσθηκε μετά την οσιακή κοίμησή του την Τετάρτη της Α' εβδομάδας των Νηστειών, το έτος 806 μ.Χ. Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Α' ο Ραγκαβές (811 - 813 μ.Χ.) τον Μάρτιο του έτους 813 μ.Χ. ενέδυσε τον τάφο του Αγίου με άργυρο, επιδεικνύοντας έτσι και αυτός και η βασίλισσα Προκοπία τον σεβασμό τους προς την μνήμη του Αγίου.

Η Σύναξη του Αγίου Ταρασίου ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Βίου ὀρθότητι, καλλωπιζόμενος, φωστὴρ ὑπέρλαμπρος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ τὴν Εἰκόνα τοῦ Χρίστου, Συνόδω ἐν τὴ Ἕβδομη, προσκυνεὶν ἐκήρυξας, ὀρθοδόξως μακάριε, στῦλος καὶ ἑδραίωμα, Ἐκκλησίας γενόμενος, διὸ τοὺς σοὺς ἀγῶνας γεραίρει, Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὥσπερ μέγας ἥλιος, ταῖς τῶν δογμάτων, καὶ θαυμάτων λάμψεσι, φωταγωγεῖς διαπαντός, τῆς οἰκουμένης τὸ πλήρωμα, οὐρανομύστα, παμμάκαρ Ταράσιε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὀρθοδόξοις δόγμασι, τήν Ἐκκλησίαν φαιδρύνας, καί Χριστοῦ μακάριε, τήν σεβασμίαν Εἰκόνα, σέβεσθαι, καί προσκυνεῖσθαι πᾶσι διδάξας, ἤλεγξας, Εἰκονομάχων ἄθεον δόγμα· διά τοῦτο σοι βοῶμεν, Ὦ Πάτερ χαίροις, σοφέ Ταράσιε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’.Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Κατὰ παθῶν βασιλεύσας τῶν τῆς σαρκός, Ἱεράρχης ἐχρίσθης θεοπρεπῶς, καὶ τὴν βασιλεύουσαν, ὀρθοδόξως ἐποίμανας, ἀπελάσας θῆρας, αἱρέσεων θεόπνευστε, τὴν τῶν σεπτῶν εἰκόνων, τρανώσας προσκύνησιν· ὅθεν μετὰ τέλος, ἀτελεύτητον χάριν, ἀξίως κεκλήρωσαι, Ἱεράρχα Ταράσιε. Διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Τὴν σκοτισθεῖσάν μου ψυχὴν τῷ σκότει τῶν πταισμάτων, φωτὶ τοῦ σοῦ ἐλέους καταύγασον Σωτήρ μου, καὶ λογισμὸν ἐπ' ἀγαθοῖς δώρησαί μοι Χριστέ μου, ἐκκαθάρας τὴν ἀχλὺν τῶν φαύλων ἐνθυμήσεων, ἵν' ὅπως κατ' ἀξίαν ἰσχύσω τὸν σὸν Ἱεράρχην ἀνυμνῆσαι, καὶ φθάσαι τὸν βίον, καὶ τὰς πράξεις τὰς λαμπράς, καὶ τὴν ἔνθεον πίστιν, καὶ τὸν ζῆλον, ὃν ὑπὲρ τῆς σῆς ἐκτήσατο, Ἐκκλησίας, ἥτις κατὰ χρέος αὐτὸν εὐφημοῦσα κραυγάζει· Οὐρανομύστα, παμμάκαρ Ταράσιε.

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Ο πόλεμος των λογισμών…το κακό αρχίζει από τις κακές σκέψεις

Όταν,   κάποια φορά ρωτήσαμε για τον πόλεμο των λογισμών τον Γέροντα Πορφύριο, μας είπε: “Εσείς προχωράτε στο δρόμο σας. Ο διάβολος έρχεται με τους λογισμούς και σας τραβά από το μανικί, για να σας αποπροσανατολίσει. Εσείς να μη γυρίζετε να πιάνετε κουβέντα μαζί του η ν’ αντιδικείτε μαζί του. Εσείς να προχωράτε στο δρόμο σας. Αυτός θα σας τραβά από το μανίκι, αλλά εσείς να προχωράτε στο δρόμο σας και κάπου θα βαρεθεί και θα σας αφήσει“.

“Για οποιαδήποτε άδικη κατηγορία εις βάρος σου να μην αγανακτείς, ούτε από μέσα σου. Είναι κακό! Το κακό αρχίζει από τις κακές σκέψεις. Όταν πικραίνεσαι και αγανακτείς, έστω μόνο με τη σκέψη, χαλάς την πνευματική ατμόσφαιρα. Εμποδίζεις το Άγιο Πνεύμα να ενεργήσει και επιτρέπεις στο διάβολο να μεγαλώσει το κακό. Εσύ πάντοτε να προσεύχεσαι, να αγαπάς και να συγχωρείς, διώχνοντας από μέσα σου κάθε κακό λογισμό”.



Αγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης

Τι χαρίζει ο Χριστός στους νέους;

Μητροπολίτης Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ

Ποιός νέος ἤ νέα, θά περνοῦσε ἀδιάφορος κι ἀσυγκίνητος μπροστά ἀπό τήν ὀμορφιά;

Πόσοι κόποι καί ποιά τιμήματα καταβάλλονται γιά τήν ἀπόκτησί της ἤ τήν συγκράτησί της; Ἁλυσίδα βιομηχανιῶν, στούντιο κ.λπ. ἐπαγγέλλονται τήν προσφορά της. Μυριάδες ἐλπίζοντες καταφεύγουν.

Πόσο ὄμορφοι ὅμως εἶναι οἱ νέοι σήμερα; Καθημερινά μερικοί μᾶς δίνουν εἰκόνες τῆς ἠθικῆς καί πνευματικῆς τους ἀσχήμιας. Ποτέ νέοι δέν εἶχαν τόσο δίκαιο καί τόσο ἄδικο. Δίκαιο, γιατί ἐγίναμε προαγωγοί τους στήν διαφθορά καί ἄδικο, γιατί ἀρνοῦνται προσωπικά νά μοχθήσουν στή ζωή.

Ζοῦν μέσα στήν ἀπόγνωσι, τόν θρῆνο καί τήν ἐγκατάλειψι. Βιώνουν μιά κατάστασι ἐσχάτου πένθους. Ἔχουν γκρεμίσει τα πάντα στή ζωή τους καί γι’ αὐτό μεταβάλλουν τό περιβάλλον τους σέ στάχτες. Σ’ αὐτούς καί σ’ ὅλους τους νέους ἀπευθύνεται ὁ Χριστός καί τούς καλεῖ νά ἀνταλλάξουν μαζί Του τήν «ὡραιότητα ἀντί τῆς στάχτης».

Νέοι.

Ὅ Ἰησοῦς σας χαρίζει τήν ὡραιότητα τῆς συγχώρησης, ἀντί τῆς στάχτης μιᾶς ἔνοχης συνείδησης. Θυμηθεῖτε τόν ἄσωτο γυιό (Λουκᾶ ἰε’ 11-32). Ἔφυγε ἀγέρωχος, ἐγωπαθής, περιφρονητικός. Συντριμμένος ἀπό τήν ζωή της ἁμαρτίας ἔρχεται στήν ἀνάγκη… ἔρχεται στόν ἑαυτό του… ἔρχεται στόν πατέρα. Εἶναι μιά συνηθισμένη τριλογία τοῦ νεανικοῦ βίου. Πόση ἀπόστασι χαρακτηρίζει τήν συμπεριφορά του, ἀνάμεσα στήν ἀπαίτησι «δός μου» ὅταν ἔφευγε ἀπό τό πατρικό σπίτι καί στήν παράκλησι «ποίησαν μέ» ὅταν ἐπέστρεφε σ’ αὐτό. Στήν στάχτη τῶν κουρελιῶν, ἤ ὡραιότητα τῆς πρώτης στολῆς. Γιά νά χαρεῖ ὅμως κάποιος τήν ὡραιότητά της πρώτης στολῆς χρειάζεται νά ζητήση συγγνώμη ἀπό τόν Ἐπουράνιο Πατέρα. Κι Αὐτός τοῦ τήν προσφέρει μέ ἀγάπη καί στοργή.

Νέοι.

Ὁ Ἰησοῦς σας χαρίζει τήν ὡραιότητα μιᾶς ὁλοκληρωμένης ἀφιέρωσης, ἀντί τῆς στάχτης μιᾶς μοιρασμένης καρδιᾶς. Δέστε τόν νεανίσκο τοῦ Ματθαίου (ιθ’ 16-24), πού ἐνῶ ἐπιθυμοῦσε νά ζήση τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἐγκατέλειψε τήν προσπάθειά του, ἐπειδή ὁ Χριστός τοῦ ζήτησε νά ἀρνηθεῖ τήν ἀσφάλεια τοῦ πλούτου του. Μοιρασμένη καρδιά ὁ νεανίσκος «λυπούμενος» γιά τήν ὀμορφιά μιᾶς ὁλόψυχης ἀφιέρωσης. Φυλαχθῆτε ἀπό τήν στάχτη, τοῦ νά προσπαθεῖτε νά ζῆτε «χωλαίνοντας μεταξύ δυό φρονημάτων» (Γ’ Βασιλ. ιη’ 21), τοῦ νά θέλεις νά συγκατοικήσουν στήν καρδιά σου ὁ Χριστός καί κάτι ἄλλο. Τοῦ ἀξίζει νά Τοῦ ἀνήκεις ὁλόκληρος.

Νέοι.

Ὁ Ἰησοῦς σᾶς χαρίζει τήν ὡραιότητα τῆς ἠθικῆς ἁγνότητας καί ὀμορφιᾶς, ἀντί τῆς στάχτης, τῆς ἀκράτειας καί τῆς ἀκολασίας. Στή στάχτη ἑνός πανσεξουαλισμοῦ μέ μύριες ἀποτροπιαστικές μορφές, ὁ Ἰησοῦς σου προσφέρει μιά ζωή «ἐν πάσῃ ἁγνότητι» (Β’ Κορινθ. στ’ 6). Ὁ ἔρωτας εἶναι ἡ δύναμι τῆς ψυχῆς πού ὠθεῖ τόν ἄνθρωπο στή θυσία τῶν πάντων γιά τήν ἐπιτυχία ἑνός εὐλογημένου καί καταξιωμένου ἀπό τόν Θεό δεσμοῦ. Ὅμως, τί ἔχει νά προσφέρει σ’ ἐκείνους πού τόν ἐξήντλησαν λαίμαργα στό ὄνειρο τῆς σεξουαλικῆς «ἐλευθερίας;

Νέοι.

Ὁ Ἰησοῦς σᾶς χαρίζει τήν ὡραιότητα μιᾶς ὄμορφης ἀγωνιστικῆς ζωῆς, ἀντί τῆς στάχτης των μάταιων κι ἀκαρποφόρητων ἀγώνων. Πιόνια στά χέρια τῶν δυνατῶν, τῶν ἐξουσιαστῶν μοιάζει ἡ ἀγωνιστική σας ὁρμή. Ὁ ἐνθουσιασμός σας, ἄν καί μάχεται, ἐν τούτοις προδίδεται. Ἀκοῦστε ὅμως τήν ὀμορφιά τῶν προτροπῶν τοῦ Μεγάλου Νικητή τοῦ χριστιανικοῦ στίβου, τοῦ Παύλου στόν νεαρό Τιμόθεο, «ἵνα στρατεύη τήν καλήν στρατείαν… ἔσο καλός διάκονος τοῦ Χριστού… ἀγωνίζου τόν καλόν ἀγώνα τῆς πίστεως… συγκακοπάθησον ὡς καλός στρατιώτης του Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α’ Τιμ. α’ 18). Ὑπάρχει, πιό ἐπιθυμητή ὡραιότητα;

Νέοι.

Ὁ Ἰησοῦς σᾶς χαρίζει τήν ὡραιότητα τῆς νίκης, στή θέση τῆς στάχτης τῆς ἥττας. Θριαμβικός ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου: «γράφω ὑμῖν νεανίσκοι, ὅτι νενικήκατε τόν πονηρόν» (Α’ Ἰωάν. β’ 13). Τά νιάτα, εἶναι ἡ ἐμπροσθοφυλακή τῆς ζωῆς. Εἶναι ἡ ὁμάδα κρούσης. Ἄν τώρα ὑποταχθῆτε στόν διάβολο, χάσατε τήν ὀμορφιά τῶν πιό γενναίων ἀγώνων. Ὁ Χριστός νέος κονταροχτυπήθηκε μέ τόν Πονηρό καί νίκησε, γιατί «τούτη εἶναι ἡ νίκη πού νικάει τόν κόσμο, ἡ πίστη σας». Πράγματι, «πᾶν το γεγεννημένον ἐκ τοῦ Θεοῦ νικᾶ τόν κόσμον» (Α’ Ιωάν. ε’ 4).

Νέοι.

Ὁ Χριστός σᾶς χαρίζει τήν ὡραιότητα μιᾶς ζωῆς πού κερδίζεται ὁλόκληρη, ἀντί τῆς στάχτης ἑνός μικροῦ τμήματος. Γνωστή ἡ προτροπή «ἐνθυμοῦ τόν Πλάστην σου ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς νεότητός σου» (Ἐκκλησιαστής ιβ’ 1). Ὅποιος σώζεται νέος, σώζεται καί γιά τήν ζωή τούτη καί γιά τήν αἰωνιότητα.

Νέοι.

Μιά μέρα, ὅταν πιά δέν θά εἴμαστε νέοι, ὁ Ἰησοῦς θά μᾶς χαρίσει τήν ὡραιότητα ἑνός ἐνδόξου σώματος ἀντί τῆς στάχτης τοῦ χοϊκοῦ. Κι αὐτό δέν συμβαίνει μόνο ὅταν παύουμε νά εἴμαστε νέοι. Καί νέοι ἀποθέτουν το σκήνωμά τους. Ὅμως ὁ πιστός, νέος ἤ γέρος, ξέρει, πώς ὅπως φόρεσε… «τήν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ ἔτσι θά ἐνδυθεῖ καί τήν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου» (Α’ Κορινθ. ιε’ 49). Τήν φθορά θά διαδεχθεῖ ἡ ἀφθαρσία, τήν ἀτιμία ἡ δόξα, τόν θάνατο ἡ ζωή, τήν στάχτη ἡ ὡραιότητα».

Νέε.

Ἀπό σένα ἐξαρτᾶται, νά φέρεις τίς στάχτες τῆς ζωῆς σου στο Χριστό καί νά Τοῦ ζητήσεις τήν ὡραιότητά Του. Εἶναι… ἡ εἰδικότητά Του, τό ἔργο Του.

Ο Χριστός, δίνει ὀμορφιά στά νιάτα, σέ σένα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Α' και Β' Εύρεση Τιμίας κεφαλής του Αγίου Προφήτου, προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννη

Όταν αποκεφαλίσθηκε από τον Ηρώδη ο Αγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, η τιμία κεφαλή αυτού τοποθετήθηκε μέσα σε αγγείο από όστρακο και κρύφθηκε στην κατοικία του Ηρώδη. Μετά από πολλά χρόνια, ο Αγιος Ιωάννης φανερώθηκε στο όνειρο δύο μοναχών, οι οποίοι είχαν αναχωρήσει για τα Ιεροσόλυμα με σκοπό να προσκυνήσουν το τάφο του Κυρίου, αγγέλλοντας σε αυτούς που βρίσκεται η τιμία κεφαλή του. Κι εκείνοι, αφού την βρήκαν, την είχαν με τιμές. Από αυτούς την παρέλαβε κάποιος κεραμεύς και την μετέφερε στην πόλη των Εμεσηνών. Όταν όμως πέθανε την κληροδότησε στην αδελφή του. Και από τότε διαδοχικά περιήλθε σε πολλούς, για να καταλήξει στα χέρια κάποιου ιερομονάχου αρειανού που ονομαζόταν Ευστάθιος και εφύλαξε την τιμία κάρα σε σπήλαιο. Από εκεί, μεταφέρθηκε επί Ουάλεντος (364 - 378 μ.Χ.), στο Παντείχιον της Βιθυνίας μέχρι που ο Θεοδόσιος ο Μέγας (379 - 395 μ.Χ.) ανεκόμισε αυτή στο Έβδομο της Κωνσταντινουπόλεως, όπου ανέγειρε μέγα και περικαλλέστατο ναό.

Βεβαίως, περί της ευρέσεως της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου υπάρχουν και άλλες αντιφατικές παραδόσεις. Κατ' άλλη εκδοχή η τιμία κάρα βρέθηκε στην Έμεσα το 458 μ.Χ., επί βασιλείας Λέοντος Α΄ (457 - 474 μ.Χ.), ενώ άλλοι δέχονται ότι αυτή βρέθηκε το 760 μ.Χ. και μεταφέρθηκε στο ναό του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Έμεσα. Από εκεί μετακομίσθηκε στην Κωνσταντινούπολη, επί βασιλείας Μιχαήλ Γ΄ (842 - 867 μ.Χ.) και πατριαρχίας Ιγνατίου.

Περί των ιερών λειψάνων του Τιμίου Προδρόμου βρίσκουμε ειδήσεις και σε διαφόρους χρονογράφους. Ο Ζωναράς αναφέρει ότι το 968 μ.Χ. ο Νικηφόρος Φωκάς βρήκε στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας «βόστρυχον τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου αἵματι περφυμένον», που μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη. Πέντε δε χρόνια νωρίτερα κόμισε στην Κωνσταντινούπολη από τη Βέροια της Συρίας, περί τον Απρίλιο του 963 μ.Χ., μέρος του ιματίου του Τιμίου Προδρόμου. Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία ο Νικηφόρος Φωκάς βρήκε στην Κρήτη «τὸ ἔνδυμα τοῦ Προφήτου ἐκ τριχῶν καμήλου τυγχάνον καὶ περὶ τὸν τράχηλον ἠμαγμένον».




Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ἐκ γῆς ἀνατείλασα ἡ τοῦ Προδρόμου κεφαλή, ἀκτῖνας ἀφίησι τῆς ἀφθαρσίας, πιστοῖς τῶν ἰάσεων· ἄνωθεν συναθροίζει, τήν πληθύν τῶν Ἀγγέλων, κάτωθεν συγκαλεῖται, τῶν ἀνθρώπων τό γένος, ὁμόφωνον ἀναπέμψαι, δόξαν Χριστῷ τῷ Θεῷ.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.
Προφήτα Θεοῦ, καί Πρόδρομε τῆς χάριτος, τήν Κάραν τήν σήν, ὡς ῥόδον Ἱερώτατον, ἐκ τῆς γῆς εὑράμενοι, τάς ἰάσεις πάντοτε λαμβάνομεν· καί γάρ πάλιν ὡς πρότερον, ἐν κόσμῳ κηρύττεις τήν μετάνοιαν.

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Δοξαστικο αινων Κυριακη της Αποκρεω

Αγίου Κυρίλλου, Αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων: "Ομιλία εις την Δευτέραν Παρουσίαν του Κυρίου"

Διακηρύττουμε παρουσίαν Χριστού, όχι μόνον μίαν, αλλά και δευτέραν πολύ καλλιτέραν της προηγουμένης· διότι η πρώτη αποτελούσε επίδειξιν υπομονής, ενώ η ερχομένη φέρει το στέμμα της θείας Βασιλείας. Πράγματι στον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν τα πάντα, ως επί το πλείστον, είναι διπλά· διπλή γέννησις, μία από τον Θεόν προαιωνίως και μία από την Παρθένον στους εσχάτους καιρούς· δύο κάθοδοι· μία η αφανής «ως επί πόκον» και Δευτέρα η ένδοξος και επιφανής, η μέλλουσα.
Κατά την πρώτην παρουσίαν εσπαργανώθη στην φάτνην, στην Δευτέρα «αναβάλλεται(ενδύεται) φως ως ιμάτιον». Στην πρώτην «υπέμεινε σταυρόν αισχύνης καταφρονήσας», στην δευτέραν θα έλθη δοξαζόμενος, δορυφορούμενος από στρατιές αγγέλων. Δεν μένουμε λοιπόν στην πρώτην μόνον παρουσίαν, αλλά προσδοκούμε και την δευτέραν…Έρχεται ο Σωτήρ όχι για να δικασθεί πάλιν, αλλά για να δικάσει τους δικαστάς του· αυτός που προηγουμένως, όταν εκρίνετο, εσιωπούσε, λέγει ύστερα στους παρανόμους, υπενθυμίζοντας όσα ετόλμησαν κατα την σταύρωση: «Ταύτα εποίησας και εσίγησα». Τότε ήλθε για να εκπληρώσει την Θείαν Οικονομίαν, και εδίδασκε τους ανθρώπους με την πειθώ· τώρα όμως θα αναγκασθούν να τον αναγνωρίσουν ως Βασιλέα τους, έστω και χωρίς να το θέλουν…


«Όταν δε έλθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού, και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού». Βλέπε, άνθρωπε, ενώπιον πόσων θα εμφανισθείς στο κριτήριο.Θα είναι τότε παρόν όλο το γένος των ανθρώπων. Αναλογίσου λοιπόν πόση είναι η φυλή των Ρωμαίων· αναλογίσου πόσοι είναι οι άλλοι, οι βάρβαροι οι οποίοι ζουν τώρα και πόσοι έχουν ταφεί τα τελευταία εκατόν χρόνια· πόσοι ετάφησαν μέσα σε χίλια χρόνια· αναλογίσου πόσοι είναι από τον Αδάμ μέχρι σήμερα. Μεγάλο πλήθος βέβαια, αλλά και πάλιν μικρόν είναι· διότι οι άγγελοι είναι περισσότεροι· εκείνοι είναι τα ενενήντα εννέα πρόβατα, η δε ανθρωπότης μόνο το ένα…

Παρευρίσκεται τότε στο κριτήριο ο Θεός και Πατήρ των απάντων, μαζί του θα κάθεται ο Ιησούς Χριστός, θα είναι δε παρόν και το Άγιον Πνεύμα· αγγελική σάλπιγγα θα προσκαλέσει όλους εμάς, οι οποίοι θα φορούμε ως ένδυμα τα έργα μας. Άραγε δεν οφείλουμε να αγωνιούμε από τώρα; Και μη νομίσεις, άνθρωπε, ότι είναι μικρή καταδίκη το να κατακριθείς ενώπιον τόσου πλήθους· μήπως δεν προτιμούμε πολλές φορές να πεθάνομε, παρά να κατηγορηθούμε από φίλους;

Ας έχομε την αγωνία, λοιπόν, αδελφοί, μη μας καταδικάσει ο Θεός, ο οποίος, αν πρόκειται να μας καταδικάσει, δεν έχει ανάγκη από εξέταση ή έλεγχο· μήν πείς ότι την νύκτα όταν επόρνευσα ή έκανα μαγείες ή έπραξα κάτι άλλο, και δεν υπήρχε άνθρωπος εκεί. Από την συνείδηση σου κρίνεσαι, «μεταξύ αλλήλων των λογισμών κατηγορούντων ή και απολογουμένων, εν ημέρα, ότε κρινεί ο Θεός τα κρυπτά των ανθρώπων». Σε αναγκάζει να πεις την αλήθεια το φοβερό πρόσωπο του Κριτού, ή μάλλον, και αν δεν την πείς, σε ελέγχει. Διότι θα αναστηθείς φορώντας τις αμαρτίες σου, ή τις αρετές σου· αυτό δήλωσε ο ίδιος ο Κριτής…

Τι λέγει λοιπόν ο κριτής για την ενδυμασία ή μή των έργων σου; « Και συνάξουσιν έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη»· διότι πρέπει τα πάντα νά κλίνουν γόνυ ενώπιον του Χριστού, τα επουράνια και τα επίγεια και τα καταχθόνια. «Και αφορίσει αυτούς απ’ αλλήλων, ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων». Πως διαχωρίζει ο ποιμήν; Μήπως ερευνά κάποιο βιβλίο, να μάθει ποιο είναι πρόβατο και ποιό ερίφιον;Ή τα διακρίνει από την εμφάνιση; Δεν φανερώνει το μαλλί το πρόβατο, το δε σκληρό και τριχωτό το ερίφιο; Έτσι, άν μεν καθαριστείς τώρα από τις αμαρτίες σου, έχεις στο εξής τις πράξεις σου ως έριον καθαρό, και η στολή σου μένει αμόλυντη, και λέγεις πάντοτε το «εξεδυσάμην τον χιτώνα μου, πως ενδύσομαι αυτόν;». Από την ενδυμασία αναγνωρίζεσαι ότι είσαι πρόβατο…Μή γένοιτο όμως κάποιος από τους παρόντες να αποβληθεί από την χάρη, ούτε εξαιτίας των φαύλων πράξεων του να βρεθεί στα αριστερά τάγματα των αμαρτωλών.

Πως, θα πεί κάποιος, θα αποφύγομε το πυρ; Και πως θα εισέλθομε στην Βασιλεία; «Επείνασα», λέγει, «και εδώκατε μοι φαγείν»· ιδού τρόπος. Δεν χρειάζεται αλληγορία εδώ, αλλά να εκτελέσουμε τα λεγόμενα· «επείνασα και εδώκατε μοι φαγείν· εδίψησα, και εποτίσατέ με· ξένος ήμην και συνηγάγετέ με· γυμνός, και περιεβάλετε με· ησθένησα, και επεσκέψασθέ με· εν φυλακή ήμην, και ήλθετε πρός με». Εάν τα πράξεις αυτά, θα συμβασιλεύσεις· εάν όμως δεν τα πράξεις, θα κατακριθής. Άρχισε λοιπόν από τώρα να τα εργάζεσαι αυτά, και επίμενε στην πίστη, για να μην αποκλεισθείς έξω, αναβάλλοντας να αγοράσεις έλαιον σαν τις μωρές παρθένους· μη ξεθαρρευθείς επειδή απλώς κρατείς την λαμπάδα, αλλά διατήρησέ την αναμμένην. Ας λάμψει το φώς των καλών έργων σου ενώπιον των ανθρώπων, και μη βλασφημείται εξαιτίας σου ο Χριστός. Φόρεσε ένδυμα αφθαρσίας, διαπρέποντας στα καλά έργα…

Είθε ο Θεός των όλων να σας διαφυλάξει όλους, ώστε να διατηρείτε στη μνήμη σας τα σημεία της συντέλειας του κόσμου και να μείνετε ακατανίκητοι από τον Αντίχριστο. Έμαθες τα σημεία του πλάνου που πρόκειται να έλθει· έλαβες τις αποδείξεις του αληθινού Χριστού, του κατερχομένου φανερά από τους ουρανούς. Τον μεν ένα, τον ψεύτικο, απόφυγέ τον. Τον δε άλλον, τον αληθινό, προσδόκα τον. Έμαθες τον τρόπν, πως στην Κρίση θα καταταγείς στα δεξιά του. Τήρησε αυτά που σου εμπιστεύθηκε ως παρακαταθήκη ο Χριστός, διαπρέποντας σε έργα αγαθά, ώστε να παρουσιαστείς με παρρησίαν ενώπιον του Κριτού και να κληρονομήσεις τη Βασιλεία των Ουρανών.

Κυριακή της Απόκρεω – Η ώρα της κρίσεως

Η ώρα της κρίσεως
Ο Παράδεισος

Η ώρα είναι μοναδική και συγκλονιστική. Ο Θεάνθρωπος Κύριος έρχεται μέσα στη θεϊκή του δόξα για να κρίνει την ανθρωπότητα. Τον συνοδεύουν οι αμέτρητες στρατιές των αγίων αγγέλων. Μπροστά στον ένδοξο θεϊκό του θρόνο έχουν συγκεντρωθεί όλοι οι άνθρωποι όλων των αιώνων. Κι ο μέγας Κριτής χωρίζει τους ανθρώπους, όπως ο βοσκός χωρίζει τα πρόβατα από τα γίδια. Στα δεξιά του βάζει τους δίκαιους και στα αριστερά του τους αμετανόητους αμαρτωλούς. Εκείνη τη φοβερή ώρα ακούγεται η θεϊκή φωνή του ουρανίου Κριτού προς τους δικαίους: Ελάτε, οι ευλογημένοι του Πατρός μου, να κληρονομήσετε τη Βασιλεία που είναι ετοιμασμένη για εσάς από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος. Διότι πείνασα και μου δώσατε τροφή, δίψασα και μου δώσατε νερό, ήμουν ξένος και με φιλοξενήσατε, γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και με επισκεφθήκατε, φυλακισμένος και ήλθατε να με παρηγορήσετε.

Και οι δίκαιοι με έκπληξη και απορία θα πουν: Κύριε, πότε Σε είδαμε πεινασμένο, διψασμένο, ξενιτεμένο, γυμνό, άρρωστο, φυλακισμένο και Σου δείξαμε αγάπη; Και θα αποκριθεί ο Κριτής: Εφόσον το κάνατε στους άσημους αδελφούς μου, είναι σαν να το κάνατε σε μένα. Ελάτε λοιπόν στη Βασιλεία μου.

Πώς όμως θα είναι αυτή η Βασιλεία του Θεού; Όποιες λέξεις κι αν χρησιμοποιήσουμε δεν θα μπορέσουμε να περιγράψουμε την ασύλληπτη ωραιότητα της Βασιλείας των ουρανών, όπως ακριβώς ένας εκ γενετής τυφλός δεν μπορεί να περιγράψει την ωραιότητα της φύσεως. Η Αγία Γραφή βέβαια παρουσιάζει συμβολικές εικόνες του Παραδείσου, ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι σαν αυτά που ετοίμασε ο Θεός γι' αυτούς που Τον αγαπούν, «ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» (Α' Κορ. β' 9). Η ζωή του Παραδείσου όχι μόνο εν μπορεί να περιγραφεί, αλλά ούτε και να συγκριθεί με καμιά άγια χαρά του κόσμου αυτού. Από τη ζωή εκείνη θα απουσιάζει κάθε «ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός». Εκεί δεν θα υπάρχουν αδικίες, αρρώστιες, θάνατος. Εκεί θα έχουν σβήσει όλα τα πάθη. Εκεί όλα θα είναι γεμάτα χαρά. Όλα θα είναι φως. Η μεγαλύτερη όμως χαρά και ευτυχία μας θα είναι ότι θα βλέπουμε διαρκώς «πρόσωπον προς πρόσωπον» το απαστράπτον πρόσωπο του Χριστού.

Τα μάτια μας δεν θα χορταίνουν να βλέπουν τη δόξα του· τα αυτιά μας να ακούν τη φωνή του και τις γλυκύτατες ψαλμωδίες των αγγέλων και των αγίων, το στόμα μας να δοξολογεί ακατάπαυστα τον βασιλέα μας· τα χέρια μας να υψώνονται προς Αυτόν. Εκεί θα λάμπουμε όλοι όπως ο ήλιος και θα μοιάζουμε στη μορφή και τη δόξα με τον Χριστό μας. Εκεί θα γίνουμε κατά χάριν θεοί. Εκεί... Αλλά μέχρι να φθάσουμε εκεί, ας στραφούμε προς τα εκεί κάθε μέρα το νου μας κι ας πλημμυρίσει την καρδιά μας ο πόθος της Βασιλείας του Θεού.

Η κόλαση

Κατόπιν ο Κύριος θα στρέψει το βλέμμα Του αριστερά στους αμετανόητους αμαρτωλούς και θα τους πει: Φύγετε από κοντά μου στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους δαίμονες. Διότι επείνασα, και δεν μου δώσατε τροφή, δίψασα, και δεν μου δώσατε νερό, ήμουν ξένος, και δεν με φιλοξενήσατε, γυμνός και δεν με ντύσατε, άρρωστος, και δεν με επισκεφθήκατε, φυλακισμένος, και δεν ήλθατε να με παρηγορήσετε.

Τότε αυτοί θα Του αποκριθούν: Πότε Σε είδα, Κύριε, πεινασμένο, διαψασμένο, ξενιτεμένο, γυμνό, άρρωστο, φυλακισμένο και δεν Σε υπηρετήσαμε; Και ο Κριτής θα τους απαντήσει: Καθετί που δεν κάνατε στους άσημους αδελφούς μου, ούτε σε μένα το κάνατε. Τότε θα φύγουν αυτοί στην αιώνια κόλαση.

Πώς θα ζουν αλήθεια οι άνθρωποι στην αιώνια κόλαση; Ό,τι και να πει κανείς, ελάχιστα μπορεί να περιγράψει τη φρίκη της κολάσεως. Εκεί οι κολασμένοι θα υποφέρουν φρικτά. Θα δοκιμάζουν οδυνηρούς πόνους, ακατάπαυστη δίψα, αφόρητη αγωνία, τύψεις βασανιστικές, απελπισία και θάνατο. Διότι θα είναι περικυκλωμένοι από τους μισάνθρωπους δαίμονες και από όλους τους κολασμένους ανθρώπους. Επιπλέον θα βλέπουν αιωνίως μέσα τους τα αποτυπώματα των αμαρτιών τους, και η ντροπή που θα δοκιμάζουν θα είναι φοβερή. Θα υποφέρουν ακόμη, διότι θα στερούνται όλα εκείνα τα οποία απήλαυσαν στην επίγεια ζωή τους.

Το μεγαλύτερο όμως μαρτύριο των κολασμένων θα είναι ότι θα ζουν χωρίς Θεό. Και μία μόνο ακτίνα της δόξας του αν είχαν, αμέσως ο άδης θα γινόταν Παράδεισος! Οι κολασμένοι θα υποφέρουν μακριά από την αγάπη του Θεού. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη φρίκη από την αιωνιότητα νωρίς τον Χριστό! Δεν υπάρχει μεγαλύτερη κόλαση από το να χάσουμε την Χριστό, ο Οποίος είναι όλος φως, όλος ζωή, όλος ωραιότητα.

Εκείνο λοιπόν το οποίο πρέπει κυρίως να φοβόμαστε ως προς την κόλαση είναι η αιώνια στέρηση της αγάπης του Θεού. Γι' αυτό ας αγαπήσουμε από τώρα τον Κύριο και τις άγιες και σωτήριες εντολές του κι ας αγωνιζόμαστε καθημερινά να ζούμε όπως θέλει Εκείνος. Για να αντικρίσουμε κι εμείς το ολοφώτεινο πρόσωπό του και να ακούσουμε τη γλυκύτατη φωνή του να μας καλεί κοντά του.

Σκέψεις στο Ευαγγέλιο της Κυριακής (Απόκρεω)

Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
«Απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον» (Ματθ. 25, 46)
Το Ευαγγέλιο της κρίσεως που ακούγεται στην Εκκλησία μας την Κυριακή των Απόκρεω, αποτελεί την απάντηση στην ορμή μας για γνώση του αύριο: ο Θεός δεν μας άφησε αμάρτυρο το μέλλον∙ μας άνοιξε τα μάτια, όχι όμως σε ό,τι συνιστά απλή περιέργεια ως προς την πορεία μας σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά σε ό,τι είναι καίριο και ουσιώδες, σε ό,τι δηλαδή είναι σωτηριώδες και αιώνιο. Ο Κύριος θα ξανάλθει, φωνάζει η Εκκλησία βασισμένη στα ίδια Του τα λόγια. Και θα ξανάλθει ένδοξα αυτή τη φορά «κρίναι ζώντας και νεκρούς», σε ώρα που κανείς δεν γνωρίζει. Θα έλθει «ως κλέπτης εν νυκτί» (Α΄Θεσ. 5, 2), «εν ημέρα η ου προσδοκά» ο άνθρωπος (Ματθ. 24. 50). Και θα σταθούμε όλοι οι άνθρωποι όλων των εποχών ενώπιόν Του για να γίνει η τελική αποτίμηση. Όσοι θα βρεθούν να έχουν τηρήσει το θέλημά Του, άρα να έχουν αγαπήσει τον συνάνθρωπό τους, θα βρεθούν στους ευλογημένους του Πατρός Του. Όσοι θα βρεθούν αμετανόητοι, ανάπηροι από τα φτερά της πίστεως και της αγάπης, θα βρεθούν στους καταραμένους. Και η οριστική κατάληξη: «Απελεύσονται ούτοι (οι χωρίς αγάπη) εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον».

1. Ο τονισμός του αιώνιου χαρακτήρα της μιας και της άλλης καταστάσεως είναι το πρώτο στο οποίο κοντοστέκεται κανείς. Ο Κύριος δεν άφησε καμία αμφιβολία περί του οριστικού και αμετάκλητου της κρίσεώς Του. Η αιωνιότητα με την ατέρμονη πορεία της είναι η προοπτική που ανοίγεται μετά τον ερχομό Του για δεύτερη φορά. «Της βασιλείας Αυτού ουκ έσται τέλος», όπως το ομολογούμε διαρκώς και στο Σύμβολο της Πίστεως. Δεν υπάρχει πια ανακοπή και ανάκληση. Κι είναι η αιωνιότητα αυτή καταδίκη καταρχάς της παναίρεσης των Γιεχωβάδων, οι οποίοι μεταξύ των άλλων πλανών τους τονίζουν ότι η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου θα σημάνει την απαρχή μιας χιλιετούς βασιλείας Του, για να ακολουθήσει έπειτα κάτι διαφορετικό. Από την άλλη ο αιώνιος χαρακτήρας της κρίσεως του Θεού καταδικάζει και όσους στο παρελθόν ή και πιο μετά πίστεψαν πλανεμένα ότι τελικώς όλοι θα αποκατασταθούν μέσα στην αγκαλιά της αγάπης του Θεού. «Η αποκατάσταση των πάντων», για την οποία μίλησε και ο μεγάλος αλλά καταδικασμένος για τις πλάνες του από την Εκκλησία θεολόγος Ωριγένης, αποτελεί μία πρόκληση και έναν πειρασμό για την Εκκλησία, η οποία όμως απέρριψε την πλάνη, διότι ακριβώς προϋποθέτει εσφαλμένη θεολογία ως προς την εικόνα που απεκάλυψε για τον Θεό ο ίδιος ο Χριστός. Δεν είναι ο Θεός το πρόβλημα για να αποκαταστήσει τους πάντες. Η αποκατάσταση αυτή είναι η διαρκής βούληση του Θεού για όλους, ακόμη και για τους δαίμονες. Διότι «ο Θεός πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α΄Τιμ. 2,4). Το πρόβλημα είμαστε εμείς οι ίδιοι, οι οποίοι αρνούμαστε την αγάπη του Θεού και τις προκλήσεις και προσκλήσεις για μετάνοιά μας. Η «αποκατάσταση των πάντων» αλλοιώνει και την περί ανθρώπου εικόνα της Εκκλησίας, παρουσιάζοντας αυτόν με κολοβωμένη ελευθερία.

2. Η αιωνιότητα που θα ανοιχτεί μετά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου – πέρα βεβαίως από την αιωνιότητα ως παρούσα κατάσταση του εδώ κόσμου που ζει ο Χριστιανός μέσα στην Εκκλησία: «αύτη εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί Σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν» (ευαγγελιστής Ιωάννης) - δεν θα φέρει κάτι διαφορετικό από αυτό που ζει ο άνθρωπος αμέσως μετά τον θάνατό του. Σε όποια κατάσταση δηλαδή φεύγουμε από τη ζωή αυτή, είτε εν μετανοία είτε εν αμετανοησία, σε αυτήν την κατάσταση θα μας βρει και η Δευτέρα Παρουσία. Κι αυτό θα πει: το οριστικό και αμετάκλητο τέλος για τον καθένα μας, σε επίπεδο αιωνιότητας, έρχεται στην ουσία την ώρα του θανάτου μας. Η μόνη διαφορά μεταξύ της μερικής κρίσεως που υφίσταται ο άνθρωπος όταν πεθάνει, και της γενικής κρίσεως που θα υποστεί την ημέρα της Κρίσεως, θα είναι στον βαθμό της έντασης: στη μερική κρίση κρίνεται με μόνη την ψυχή∙ στη γενική κρίση θα κριθεί μαζί με το σώμα, που θα αναστήσει ο Χριστός. Υπό το πρίσμα αυτό ο προβληματισμός και η αγωνία ορισμένων για το πότε θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία είναι χωρίς νόημα: η ώρα του θανάτου μας στην πραγματικότητα αποτελεί και την ώρα της τελικής κρίσεώς μας, αφού δεν υπάρχει προοπτική μετάνοιας μετά τον θάνατό μας. «Εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια» κατά τη γνωστή και κλασική διατύπωση.

3. Μιλώντας όμως για τον αιώνιο χαρακτήρα είτε της κόλασης είτε της ζωής, κατά τη διάκριση του Κυρίου, πρέπει να έχουμε την ορθή εικόνα των καταστάσεων αυτών. Να τις βλέπουμε δηλαδή με τις προϋποθέσεις του Ευαγγελίου, της Αποστολικής και της Πατερικής Παραδόσεως. Διότι δυστυχώς υπάρχει πολλή και μεγάλη διαστρέβλωση επ’ αυτών. Άλλοι απορρίπτουν τις καταστάσεις του Παραδείσου και της Κολάσεως, άλλοι τις θεωρούν ως καταστάσεις μόνον του κόσμου τούτου, άλλοι τις κατανοούν με μεσαιωνικές εικόνες: ως τόπους που είτε βράζουν και ψήνονται οι άνθρωποι (η κόλαση) είτε αναπαύονται σε κήπους και ανάκλιντρα (ο παράδεισος).

Η Εκκλησία μας λοιπόν διδάσκει πως ό,τι ονομάζουμε κόλαση και παράδεισος δεν υφίσταται από πλευράς του Θεού. Διότι «ο Θεός αγάπη εστί» (Α΄Ιωάν. 4, 16), και έτσι το μόνο που δύναται είναι να αγαπά. Κατά συνέπεια όλοι οι άνθρωποι όλων των αποχρώσεων και όλων των καταστάσεων, είτε πιστοί είτε άπιστοι, ως παιδιά του Θεού δέχονται την ίδια αγάπη από Εκείνον. Ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις. Διακρίσεις κάνουμε εμείς οι εμπαθείς άνθρωποι. Αν ένας γονιός φτάνει στο σημείο να αγαπά όλα τα παιδιά του το ίδιο, είτε είναι μέσα στο σπίτι είτε εκτός, πόσο περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας, ο Οποίος είναι παντελώς απαλλαγμένος από οποιαδήποτε εμπάθεια και οποιαδήποτε κακία. Αν όμως δεν υφίσταται κόλαση και παράδεισος από πλευράς του Θεού, υφίσταται από πλευράς των ανθρώπων. Εμείς τη μία και ενιαία αγάπη του Θεού δυστυχώς την ζούμε έτσι και αλλιώς: είτε δηλαδή θετικά είτε αρνητικά. Διότι οι δικές μας προϋποθέσεις ζωής μεταποιούν και αλλοιώνουν τη θεϊκή αγάπη. Έτσι ο μετανοημένος πιστός που αγωνίστηκε σε αυτήν τη ζωή να απαλλαγεί από τον εγωισμό και την αμαρτία: ό,τι καταργεί και σκοτώνει την αγάπη, δέχεται την ενέργεια της αγάπης του Θεού και την βιώνει ως φως και ευλογία. Ο αμετανόητος όμως, που παγίωσε τον εγωισμό μέσα του κι έκανε πέτρα την καρδιά του, αυτός την ίδια αγάπη του Θεού την δέχεται πια αρνητικά: ως φωτιά που τον κατακαίει και τον πονάει. Σαν τον ήλιο που οι ίδιες ακτίνες του το μεν πτώμα το αποσυνθέτουν, τον δε ζωντανό οργανισμό τον ζωοποιούν και τον αναζωογονούν.

Έτσι για το αν βρεθούμε στην κόλαση ή στον παράδεισο, όπως λέμε, αποκλειστικά υπεύθυνοι είμαστε εμείς και όχι ο Θεός. Ο Θεός μας αγαπά. Εμείς δεν μπορούμε να γευτούμε την αγάπη Του, γιατί όσο μας δόθηκε ο χρόνος εργασίας και μετανοίας, αυτή η ζωή, εμείς φροντίσαμε να παραλύσουμε τις αισθήσεις μας. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να μας παραξενεύουν τα λόγια μερικών Πατέρων της Εκκλησίας που μιλώντας για τα θέματα αυτά είπαν: ακόμη και στην περίπτωση που ο Θεός διά της βίας μας έβαζε στον Παράδεισο, ακόμη και στην υποτιθέμενη αυτή περίπτωση τον παράδεισο εμείς θα τον ζούσαμε ως κόλαση. Διότι ο εγωιστής άνθρωπος και στον παράδεισο θα είναι εγωιστής, άρα κολασμένος.

4. Τι θα κρίνει βεβαίως την ένταξή μας στη μία ή στην άλλη κατάσταση είναι γνωστό και το αναφέραμε ακροθιγώς παραπάνω: η αγάπη που φροντίσαμε να κρατήσουμε στη ζωή αυτή και απέναντι στον Θεό και απέναντι στον συνάνθρωπο. Και κυρίως απέναντι στον συνάνθρωπο, διότι αυτή κρίνει την ποιότητα και της αγάπης μας προς τον Θεό. «Αν δεν αγαπάμε τον συνάνθρωπό μας που βλέπουμε – επισημαίνει ο άγιος Ιωάννης – πώς θα αγαπάμε τον Θεό που δεν βλέπουμε;» (Πρβλ. Α΄ Ιωάν. 4, 20). Η αγάπη μας λοιπόν προς τον συνάνθρωπο συνιστά και το έσχατο κριτήριο, πάνω στο οποίο θα κριθούμε.

Και πράγματι η παραβολή της Κρίσεως αυτό επισημαίνει: «Εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε». Και «εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε». Τα λόγια του Κυρίου είναι συγκλονιστικά. Ο άλλος, ο πλησίον, ο συνάνθρωπος, όποιος κι αν είναι αυτός, δεν είναι απλώς ο άλλος. Πολύ περισσότερο δεν είναι ο ξένος και ο εχθρός, που μπορεί να φτάσει να θεωρηθεί και ως η κόλασή μου – μία θεώρηση που συνιστά την ίδια την αθεΐα. Διότι πράγματι χωρίς Θεό στη ζωή μου, ο συνάνθρωπος αποτελεί για μένα μόνο απειλή και ενόχληση. Ο άλλος όμως, κατά τον Κύριο, είναι ο αδελφός του Κυρίου, κι ακόμη πιο πολύ: ο ίδιος ο Κύριος.

5. Δεν αποτελούν συμβολικές εικόνες αυτά που λέγει ο Χριστός. Είναι οριστικές διατυπώσεις που αποκαλύπτουν την πραγματικότητα. Ο Χριστός αίρει την τύφλωσή μας και μας δίνει τα μάτια για να δούμε την κρυμμένη πραγματικότητα. Το έσχατο βάθος της. Και μας λέει: μη με ψάχνετε εδώ κι εκεί. Δείτε με στα πρόσωπα των συνανθρώπων σας. Ακόμη και σε εσάς τους ίδιους. Ο καθένας λοιπόν από εμάς συνιστά μία κρυμμένη παρουσία Χριστού. Αποτελούμε μία πρόκληση διαλόγου με τον Χριστό και μία βίωση της Δευτέρας Παρουσίας του πριν ακόμη εκείνη έρθει. Έτσι η κόλαση και ο παράδεισος δεν ανήκουν ως καταστάσεις στο μακρινό και απώτατο μέλλον. Είναι πολύ κοντά μας, μπροστά κυριολεκτικά στα μάτια μας, όσο είμαστε εμείς οι ίδιοι μπροστά στον εαυτό μας και μπροστά στον κάθε συνάνθρωπό μας. Την κόλαση και τον παράδεισο τα κερδίζουμε την κάθε στιγμή της ζωής μας. Κι αυτό που τώρα ζούμε, το ίδιο με μεγαλύτερη ένταση θα ζήσουμε και μετά τον θάνατό μας, και με την απόλυτη δυνατή ένταση μετά τον ερχομό του Χριστού στη Δευτέρα Του Παρουσία. Πόσο οικεία και γνώριμα λοιπόν ακούει στα αυτιά του ο Χριστιανός τα λόγια των Πατέρων του: «Από τον πλησίον μας εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος. Γιατί αν κερδίσουμε τον αδελφό μας, τον Χριστό κερδίσαμε. Κι αν τον προσβάλουμε, Εκείνον χάσαμε».

Η παραβολή της κρίσεως ακούγεται μία φορά τον χρόνο στην Εκκλησία μας, την Κυριακή των Απόκρεω – σκαλοπάτι κι αυτή για την είσοδό μας στη Σαρακοστή. Περιττό να πούμε ότι λόγω της σπουδαιότητάς της θα πρέπει να την έχουμε μόνιμο και καθημερινό ανάγνωσμά μας και μελέτη του βίου μας διαπαντός. Διότι επικεντρώνει την προσοχή μας σε ό,τι πιο ουσιαστικό έχουμε να κάνουμε στη ζωή αυτή, από το οποίο εξαρτάται και το αιώνιο μέλλον μας: να αγαπάμε τους πάντες και τα πάντα. Για χάρη του Χριστού. Για χάρη δική μας.

Σκέψεις στον Απόστολο της Κυριακής (Απόκρεω)

Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
῾῾Αμαρτάνοντες εἰς τούς ἀδελφούς...εἰς Χριστόν ἁμαρτάνετε᾽ (Α´ Κορ. 8, 12)
α. Μέ τήν παραβολή τῆς κρίσεως πού προβάλλει τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῶν ᾽Απόκρεω μᾶς ὑπενθυμίζει ἡ ᾽Εκκλησία μας ὅτι ἡ ζωή αὐτή ὄχι μόνο θά τελειώσει, ἀλλά καί θά ἐλεγχθεῖ. Θά᾽ ρθει ὁ Χριστός στήν Δευτέρα Του Παρουσία κι ἐκεῖ θά ἀποδώσει στόν καθένα ἀνάλογα μέ αὐτά πού πολιτεύτηκε, σέ σχέση μάλιστα μέ τόν συνάνθρωπό του. Στό ἴδιο μῆκος κύματος ὅμως βρίσκεται καί τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. ᾽Αναφέρεται σέ ἕνα συγκεκριμένο πρόβλημα τῆς ᾽Εκκλησίας τῆς Κορίνθου, δηλαδή στή στάση ὁρισμένων πιστῶν, οἱ ὁποῖοι μέσα στά πλαίσια τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας τους ἔτρωγαν ἀπό τά λεγόμενα εἰδωλόθυτα, δηλαδή τά κρέατα ἀπό τίς εἰδωλολατρικές θυσίες, καί ἐνῶ γι᾽ αὐτούς δέν ὑπῆρχε συνειδησιακό πρόβλημα, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε κάποια ῾ἱερότητα᾽ στά εἰδωλόθυτα, προκαλοῦσαν τή συνείδηση τῶν ἁπλῶν καί ἀσθενῶν στή συνείδηση ἀδελφῶν, οἱ ὁποῖοι ἀδυνατοῦσαν νά δοῦν τά εἰδωλόθυτα ὡς ἁπλά κρέατα. ῎Ετσι ὅμως ἡ ἐλευθερία τους αὐτή, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γινόταν ἁμαρτία μέ τήν πρόκλησή τους αὐτή, ἡ ὁποία τελικῶς ἀναφερόταν στόν ἴδιο τόν Κύριο. ῾῾Αμαρτάνοντες εἰς τούς ἀδελφούς καί τύπτοντες τήν συνείδησιν αὐτῶν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστόν ἁμαρτάνετε᾽. ῾Αμαρτάνοντας ἀπέναντι στούς ἀδελφούς καί πληγώνοντας τή συνείδησή τους πού εἶναι ἀδύνατη, ἁμαρτάνετε ἀπέναντι στόν ἴδιο τόν Χριστό.

β. 1. ῾Ο ἀπόστολος μᾶς πάει σέ βαθιά νερά: μᾶς ἀνοίγει τά μάτια καταρχάς νά δοῦμε τά πραγματικά ὅρια τῆς ἁμαρτίας. Διότι μᾶς λέει ὅτι ἁμαρτία δέν εἶναι μόνον ὅ,τι εὐθέως προκαλεῖ τόν ἄνθρωπο – τόν ἑαυτό μας ἤ τόν συνάνθρωπο – δηλαδή οἱ βαριές λεγόμενες ἁμαρτίες: φόνος, ὕβρεις, μοιχεῖες, πορνεῖες κλπ., ἀλλά καί αὐτό πού ἔστω ἐπ᾽ ἐλάχιστον προκαλεῖ τή συνείδηση τοῦ ἄλλου, ὅπως γιά παράδειγμα μία καλή θεωρούμενη δική μας ἐνέργεια, ἡ ὁποία ὅμως μπορεῖ νά σκανδαλίσει ἕναν ἀρχάριο ἐν Χριστῷ ἀδελφό. Καί πέραν τούτου: ἁμαρτία εἶναι, ὅπως διδάσκει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, καί ὅ,τι μπορεῖ νά τόν προκαλέσει καί σέ ἐπίπεδο λογισμῶν μέ τίς κατά διάνοιαν λεγόμενες ἁμαρτίες. Διότι δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι ἡ ἁμαρτία ξεκινᾶ ὡς λογισμός στή διάνοια κι ἔπειτα προχωρεῖ καί γίνεται πράξη. ῎Ετσι μπορεῖ κανείς νά βλάπτει τόν συνάνθρωπό του – καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του βεβαίως: ὁ πρῶτος συνάνθρωπος εἶναι ὁ ἴδιος μας ὁ ἑαυτός - ἀπό τήν ὥρα πού θά δεχθεῖ καί τήν παραμικρή ὑποψία ἤ κακή σκέψη ἀπέναντί του. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι οἱ ἅγιοί μας, παλαιότεροι καί νεώτεροι, ἐπανειλημμένως τόνιζαν τή σημασία τῶν λογισμῶν πού καλλιεργοῦμε μέσα μας ἀπέναντι στόν συνάνθρωπό μας: καλός λογισμός σημαίνει οὐσιαστική βοήθεια σ᾽ αὐτόν, κακός λογισμός σημαίνει ἀρνητική ἐνέργεια πού τόν ὠθεῖ σέ ἄσχημους ἀτραπούς. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή λοιπόν ἡ ἔννοια τῆς ἁμαρτίας βαθαίνει πάρα πολύ, διότι ἀνάγεται στό βάθος τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. ῾Ο ἄνθρωπος ἁμαρτάνει εἴτε λόγῳ εἴτε ἔργῳ εἴτε διανοίᾳ.

2. Τά πράγματα ῾σκληραίνουν᾽ ἀκόμη περισσότερο ὅμως μέ τήν ἀναγωγή πού κάνει ὁ ἀπόστολος: ἡ ὅποια ἁμαρτία μας, ἀκόμη καί ἡ παραμικρότερη, δέν ἔχει τελικό ἀποδέκτη τόν συνάνθρωπο, ἀλλά τόν ἴδιο τόν Χριστό. ῾Εἰς Χριστόν ἁμαρτάνετε᾽. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν κατανοεῖται σέ ἐπίπεδο μόνο ὁριζόντιο· ἁπλώνεται σέ χῶρο πέραν τῆς κτιστῆς πραγματικότητας, στήν ἴδια τή θεότητα. ῾Σοί μόνῳ ἥμαρτον καί τό πονηρόν ἐνώπιόν Σου ἐποίησα᾽ ἀκοῦμε ἤδη ἀπό τόν ψαλμωδό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. ῞Οταν ἁμαρτάνουμε λοιπόν δέν καταστρατηγοῦμε ἁπλῶς ἕναν κανόνα, δέν γίνεται μία παρέκκλιση πού εἶναι ἐπιφανειακή, ἀλλά χαλᾶμε τή σχέση μας μέ τόν ἴδιο τόν Θεό, πού θά πεῖ δέν παθαίνει βεβαίως κάτι ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς, ἀλλά ἀλλοιώνονται ὅλες οἱ δικές μας σχέσεις μαζί κι ὁ ἑαυτός μας. ῾Η παραβολή τοῦ ἀσώτου μάλιστα τῆς προηγουμένης Κυριακῆς μέ τρόπο ἀνάγλυφο καί συγκλονιστικό μᾶς περιέγραψε τίς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας ὡς ἀπομάκρυνσης ἀπό τόν Θεό Πατέρα: ἡ ἀπώλεια τοῦ ἑαυτοῦ καί ὁ ἴδιος ὁ θάνατος. ῾῾Ο υἱός μου οὗτος νεκρός ἦν...καί ἀπολωλός᾽.

3. ῾Η ἀναγωγή αὐτή, ἡ ταύτιση δηλαδή τῆς ἁμαρτίας πρός τόν συνάνθρωπο μέ τήν ἁμαρτία πρός τόν Χριστό δέν ἀποτελεῖ βεβαίως μία αὐθαίρετη ὑπόθεση τοῦ ἀποστόλου Παύλου. ῾Ο ἀπόστολος κινεῖται ἀπολύτως ἐκκλησιολογικά καί ἀναφέρεται σ᾽ αὐτό πού συνιστᾶ τή βάση τῆς ᾽Εκκλησίας: διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος ντυθήκαμε τόν Χριστό καί γίναμε ζωντανά μέλη τοῦ ἁγίου σώματός Του. ῾῞Οσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε᾽. Συνεπῶς ὅ,τι συμβαίνει στή σχέση μας μέ τόν συνάνθρωπο, ὅπως καί μέ ἐμᾶς τούς ἴδιους, ἀναφέρεται στόν ἴδιο τόν Κύριο. Πρόκειται γιά τήν ἴδια πραγματικότητα γιά τήν ὁποία κάνει λόγο καί ἡ παραβολή τῆς Κρίσεως τῆς σημερινῆς Κυριακῆς. Κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου: ῾ἐφ᾽ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε᾽. Καί ῾ἐφ᾽ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων οὐδέ ἐμοί ἐποιήσατε᾽. ῾Ο Χριστός ταυτίζει τόν ἑαυτό Του μέ ἐμᾶς κι αὐτό τό βλέπουμε νά ἐνεργοποιεῖται μέ τό μυστήριο τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. ῾Η θετική ἤ ἡ ἀρνητική στάση μας λοιπόν ἔναντι τοῦ κάθε συνανθρώπου μας, καί μάλιστα τόν χριστιανό, ἀντανακλᾶ ἀκριβῶς στόν ῎Ιδιο. Κι αὐτό σημαίνει βεβαίως ὅτι τό μόνο πού μᾶς δικαιώνει ἀπέναντί Του εἶναι ἡ στάση τῆς ἀγάπης μας ἔναντι τοῦ συνανθρώπου μας, γιατί Αὐτός εἶναι ἀγάπη.

4. Καί πράγματι: ἡ ἁμαρτία στό ὁποιοδήποτε ἐπίπεδό της σημαίνει τήν ἔλλειψη τῆς πίστης καί τῆς ἀγάπης. ῾Πᾶν ὅ οὐκ ἐκ πίστεως ἁμαρτία ἐστί᾽ θά πεῖ ὁ ἀπόστολος, καί ῾πίστις δι᾽ ἀγάπης ἐνεργουμένη᾽. Προκαλοῦμε τόν ἄλλον δηλαδή καί ἁμαρτάνουμε ἀπέναντί του διότι ἀκριβῶς δέν τόν ἀγαποῦμε. Καί δέν τόν ἀγαποῦμε γιατί δέν ἔχουμε Θεό μέσα μας πού μᾶς δίνει τά μάτια νά βλέπουμε τόν ἑαυτό μας καί τούς ἄλλους ὡς συνέχεια ᾽Εκείνου: ἡ ἁμαρτία ὡς ἄρνηση τῆς ἀγάπης φανερώνει τήν πνευματική μας τύφλωση. Κι αὐτό θά πεῖ: στόν βαθμό πού ἀρχίζουμε νά ἀγαπᾶμε σταματᾶμε καί νά ἁμαρτάνουμε. ῞Ο,τι κάνουμε ἐν ἀγάπῃ ἔστω κι ἄν φαίνεται ἀρνητικό, τελικῶς λειτουργεῖ ὑπέρ τοῦ ἄλλου καί ὑπέρ ἡμῶν. Κι αὐτό γιατί, ὅπως εἴπαμε, μέ τόν τρόπο αὐτό ἐνεργοποιεῖται ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μόνο στήν ἀγάπη βρίσκει τό πρόσφορο ἔδαφος παρουσίας καί ἀναπτύξεώς της.

Κριτήριο λοιπόν τῆς στάσης τοῦ χριστιανοῦ ἔναντι τοῦ συνανθρώπου του εἶναι ἡ ἀγάπη καί μόνον αὐτή. Μπορεῖ ὁ χριστιανός νά ζεῖ καί νά ἀναπνέει ἐλεύθερα, διότι ῾ἐπ᾽ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθη᾽, ἡ ἐλευθερία του ὅμως αὐτή περιορίζεται ἀπό τήν ἀγάπη του. Μία ἐλευθερία χωρίς ἀγάπη ἀποτελεῖ ἐπικάλυμμα κακίας, τήν ὁποία καταδικάζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ (πρβλ. Α´ Πέτρ. 2, 16). ᾽Ελευθερία καί ἀγάπη λοιπόν συνυπάρχουν καί καμμία δέν ὑφίσταται χωρίς τήν ἄλλη, ἄν θεωρηθοῦν χριστιανικά. ᾽Εδῶ συνεπῶς κατανοοῦμε αὐτό πού λέει ὁ ἀπόστολος στούς Κορινθίους: πῶς μπορεῖ ἡ ἐλευθερία σας νά μή λαμβάνει ὑπόψη τή συνείδηση τῶν ἀσθενῶν ἀδελφῶν σας; Εἶναι σά νά μή λειτουργεῖτε μέ ἀγάπη. ῾Βλέπετε μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν᾽. Προσέξτε μήπως τό ἐλεύθερο δικαίωμά σας γίνει αἰτία νά σκοντάψουν καί νά πέσουν ἐκεῖνοι πού ἡ πίστη τους εἶναι ἀδύνατη.

γ. Δέν μποροῦμε νά ἁμαρτάνουμε μέ ἐλαφριά τή συνείδηση. ῾Η ἁμαρτία ἔχει ἄμεση σχέση μέ τόν Θεό καί συνεπῶς ὅταν τή διαπράττουμε διακυβεύουμε τό αἰώνιο μέλλον μας. Δυστυχῶς ἡ ἐποχή μας χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ἐλαφρότητα αὐτή, γι᾽ αὐτό καί ὑπάρχουν τόσες ἀνισορροπίες, τόσες μελαγχολίες, τόσες φοβίες, τόσες διαμάχες. ῾Η μόνη λύση εἶναι νά ἐνεργοποιοῦμε ὡς χριστιανοί καθημερινῶς τήν αὐτοσυνειδησίας μας, νά νιώθουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ὅτι εἴμαστε μέλη Χριστοῦ, νά βλέπουμε τόν Χριστό στό πρόσωπο τοῦ ἄλλου. Αὐτό σημαίνει ὅμως διαρκή ἀγώνα μετανοίας, γεγονός πού ἀποκαλύπτει τό μεγαλεῖο τῆς Σαρακοστῆς πού ζοῦμε στήν ᾽Εκκλησία μας. Διότι Σαρακοστή σημαίνει κλήση γιά μετάνοια.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Πολύκαρπος Επίσκοπος Σμύρνης

Ο Άγιος Πολύκαρπος γεννήθηκε περί το 80 μ.Χ. από ευσεβείς και φιλόθεους γονείς, τον Παγκράτιο και τη Θεοδώρα, που είχαν εγκλειστεί στη φυλακή για την πίστη του Χριστού, και βαπτίσθηκε Χριστιανός σε νεαρή ηλικία. Υπήρξε μαζί με τον Άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο (βλέπε 20 Δεκεμβρίου) μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Λίγο πριν αναχωρήσει από τον πρόσκαιρο αυτό βίο ο Άγιος Βουκόλος, Επίσκοπος Σμύρνης (βλέπε 6 Φεβρουαρίου), χειροτόνησε μετά των Αγίων Αποστόλων, ως διάδοχό του, τον Άγιο Πολύκαρπο και μετά κοιμήθηκε με ειρήνη.

Ο Άγιος παρακολούθησε με αγωνία και προσευχή τη σύλληψη του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, Επισκόπου Αντιοχείας και τα μαρτύρια αυτού. Η αγάπη του προς τον θεοφόρο Πατέρα μαρτυρείται και από την Επιστολή την οποία έγραψε προς τους Φιλιππησίους. Σε αυτή την επιστολή τους συγχαίρει για την φιλοξενία, την οποία παρείχαν στον Άγιο Ιγνάτιο, όταν αυτός διήλθε από την πόλη τους. Το κείμενο αυτό του Αγίου Πολυκάρπου διακρίνεται για τον αποστολικό, θεολογικό και ποιμαντικό χαρακτήρα του.

Ο Άγιος Πολύκαρπος, διακρινόταν για την σωφροσύνη, τη θεολογική κατάρτιση και την αφοσίωση στη διδασκαλία του Ευαγγελίου, καθώς μιλούσε πάντα σύμφωνα με τις Γραφές. Ήταν ο γνησιότατος εκπρόσωπος της αποστολικής διδασκαλίας σε όλες τις Εκκλησίες της Ασίας. Ο Άγιος Ειρηναίος (βλέπε 23 Αυγούστου) παρέχει την πληροφορία ότι ο Άγιος Πολύκαρπος μετέστρεψε πολλούς από τις αιρέσεις του Βαλεντίνου και του Μαρκίωνος στην Εκκλησία του Θεού. Διηγείται μάλιστα και ένα επεισόδιο αναφερόμενο στη στάση του Αγίου Πολυκάρπου έναντι του Μαρκίωνος. Όταν ο αιρεσιάρχης αυτός τον πλησίασε κάποτε και του απηύθυνε την παράκληση: «ἐπεγίνωσκε ἠμᾶς», δηλαδή αναγνώρισέ μας, ο Άγιος απάντησε: «ἐπιγινώσκω, ἐπιγινώσκω σὲ τὸν πρωτότοκον τοῦ Σατανᾶ».

Ένα άλλο επεισόδιο ανάγεται στη γεροντική ηλικία του Αγίου Πολυκάρπου. Όπως είναι γνωστό, οι Εκκλησίες της Μικράς Ασίας εόρταζαν το Πάσχα στις 14 του μηνός Νισσάν, σε οποιαδήποτε ημέρα και αν τύχαινε αυτό. Αντίθετα οι άλλες Εκκλησίες δεν εόρταζαν καθόλου το Πάσχα, αλλά αρκούνταν στον εβδομαδιαίο κατά Κυριακή εορτασμό της Αναστάσεως, τονίζοντας ασφαλώς περισσότερο τον εορτασμό της πρώτης Κυριακής μετά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας. Επειδή λόγω της διαφοράς αυτής η Εκκλησία της Ρώμης τηρούσε αυστηρή στάση έναντι των Μικρασιατών, ο Άγιος Πολύκαρπος αναγκάσθηκε να μεταβεί στη Ρώμη, για να διευθετήσει το ζήτημα και άλλα δευτερεύοντα θέματα, με τον Επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο (βλέπε 17 Απριλίου).

Μετά την επιστροφή του από την Ρώμη, υπέργηρος πλέον, συνέχισε την αποστολική δράση του με τόση επιτυχία, ώστε προκάλεσε την οργή των ειδωλολατρών. Αυτή η προδιάθεση ήταν φυσικό να προκαλέσει το μαρτύριό του, που ακολούθησε την εξής πορεία. Ο Κόιντος, ζηλωτής Χριστιανός, ο οποίος ήλθε στη Σμύρνη από τη Φρυγία, παρακίνησε ομάδα Φιλαδελφέων Χριστιανών να προσέλθουν στον ανθύπατο Στάτιο Κοδράτο, για να δηλώσουν σε αυτόν την ιδιότητά τους και την πίστη τους στον Χριστό, πράγμα το οποίο φυσικά προοιώνιζε θάνατο. Τελικά μαρτύρησαν όλοι, εκτός από τον Κόιντο, ο οποίος δειλιάσας την τελευταία στιγμή, θυσίασε στα είδωλα. Ο όχλος, αν και θαύμασε την γενναιότητα των Μαρτύρων, απαιτούσε να εκτελεσθούν οι «άθεοι» και να αναζητηθεί ο Άγιος Πολύκαρπος, ο οποίος πιεζόμενος από τους Χριστιανούς είχε αναχωρήσει σε κάποιο αγρόκτημα. Τελικά ο Άγιος συνελήφθη το έτος 167 μ.Χ. και οδηγήθηκε ενώπιον του ανθυπάτου.

Ο γηραιός Επίσκοπος δεν ταράχθηκε. Το πρόσωπό του ήταν γαλήνιο και λαμπερό. Ο αστυνόμος Ηρώδης και ο πατέρας του Νικήτας προσπάθησαν να πείσουν τον Άγιο να αρνηθεί τον Χριστό. Ο Άγιος όμως, με πνευματική ανδρεία απάντησε ότι υπηρετεί τον Χριστό επί 86 έτη χωρίς καθόλου να Τον εγκαταλείψει. Πως μπορούσε λοιπόν τώρα να Τον βλασφημήσει και να Τον αρνηθεί; Ο ανθύπατος τότε διέταξε να τον ρίξουν στην φωτιά. Ο Γέρων Πολύκαρπος αποδύθηκε μόνος τα ιμάτιά του και περίμενε προσευχόμενος λέγοντας: «Κύριε, ὁ Θεὸς ὁ Παντοκράτωρ, ὁ τοῦ ἀγαπητοῦ καὶ εὐλογητοῦ παιδός Σου Ἰησοῦ Χριστοῦ Πατήρ, δι’ Οὐ τὴν περὶ Σοῦ ἐπίγνωσιν εἰλήφαμεν, ὁ Θεὸς τῶν ἀγγέλων καὶ δυνάμεων, καὶ πάσης τῆς κτίσεως, καὶ παντὸς τοῦ γένους τῶν δικαίων, οἱ ζώσιν ἐνώπιόν Σου, εὐλογῶ Σε, ὅτι ἠξίωσας μὲ ἧς ἡμέρας καὶ ὥρας ταύτης τοῦ λαβεῖν μὲ μέρος ἐν ἀριθμῷ τῶν μαρτύρων Σου, ἐν τῷ ποτηρίῳ τοῦ Χριστοῦ Σου, εἰς ἀνάστασιν ζωῆς αἰωνίου, ψυχῆς τε καὶ σώματος, ἐν ἀφθαρσίᾳ Πνεύματος Ἁγίου, ἐν οἲς προσδεχθείην ἐνώπιόν Σου σήμερον ἐν θυσίᾳ πίονι καὶ προσδεκτή, καθὼς προητοίμασας καὶ προσεφανέρωσας καὶ ἐπλήρωσας ὁ ἀφευδὴς καὶ ἀληθινὸς Θεός. Διὰ τοῦτο καὶ περὶ πάντων αἰνῶ Σε, εὐλογῶ Σε, δοξάζω Σε, σὺν τῷ αἰωνίῳ καὶ ἐπουρανίω Ἰησοῦ Χριστό....».

Η φωτιά σχημάτισε γύρω από το σώμα του Αγίου Πολυκάρπου καμάρα χωρίς να τον αγγίζει. Τότε στρατιώτης εκτελεστής τελείωσε τον Άγιο Μάρτυρα διά του ξίφους. Έπειτα το Ιερό λείψανο ρίφθηκε στην φωτιά, οι δε πιστοί συνέλεξαν τα ιερά λείψανα αυτού.




Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τήν κλῆσιν τοῖς ἔργοις σου, ἐπισφραγίσας σοφέ, ἐλαία κατάκαρπος, ὤφθης ἐν οἴκῳ Θεοῦ, Πολύκαρπε ἔνδοξε∙ σύ γαρ ως Ἱεράρχης, καί στερρός Ἀθλοφόρος, τρέφεις τήν Ἐκκλησίαν, λογικῇ εὐκαρπίᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Πολύκαρπε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Καρπούς τούς λογικούς, τῷ Κυρίῳ προσφέρων, Πολύκαρπε σοφέ, ἀρετῶν δι᾽ ἐνθέων, ἐδείχθης ἀξιόθεος, Ἱεράρχα μακάριε· ὅθεν σήμερον, οἱ φωτισθέντες σοῖς λόγοις, ἀνυμνοῦμέν σου, τήν ἀξιέπαινον μνήμην, Θεόν μεγαλύνοντες.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τὸν τῆς χάριτος βότρυν ἐν τῇ ψυχῇ, ἀληθῶς γεωργήσας Πάτερ σοφέ, ὡς οἶνον ἐξέβλυσας, τὸν τῆς πίστεως λόγον, τὸν εὐφραίνοντα πάντων, Πιστῶν τὴν διάνοιαν, καὶ θαυμάτων ὤφθης ἀπέραντον πέλαγος· ὅθεν καὶ Μαρτύρων, καλλονὴ ἀνεδείχθης, πυρὶ τελειούμενος, καὶ φωτὸς ἀξιούμενος, ἀϊδίου Πολύκαρπε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν Μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Τὴν τῆς σοφίας χρηστότητα ἀρυσάμενος, ἐξ αὐτῆς Πάτερ ἔπλησας θεογνωσίᾳ τὴν ποίμνην σου, καὶ τῆς παναγίας καὶ ἀρρήτου Θεότητος τὸ τρισήλιον ἤστραψας, τοῦ Πατρος τὸ ἀγέννητον, Υἱοῦ δὲ τὴν γέννησιν καὶ ἐκπόρευσιν Πνεύματος, μίαν Θεότητα, μίαν δόξαν τρανῶς ἐκδιδάξας, καὶ εἰδώλων ἀθεΐαν ἐκ ποδῶν ἀποποιήσας, καρπούς δὲ ὡρίμους, ψυχὰς πιστευόντων προσάγων τούτῳ ἔνδοξε, ἐν ᾧ βεβαπτίσμεθᾳ, εἰς ὃν καὶ πιστεύομεν, δοξάζοντες Κύριον.