Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής - Τελώνου και Φαρισαίου

(Λουκ. ιη´ 10-14)

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ῾Ο Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ.

Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Εἶπε ὁ Κύριος τήν παραβολή· Δύο ἄνθρωποι ἀνέβηκαν στὸν ναὸ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν, ὁ ἕνας ἦταν Φαρισαῖος κι ὁ ἄλλος τελώνης. ῾Ο Φαρισαῖος στάθηκε ἐπιδεικτικὰ κι ἔκανε τὴν ἑξῆς προσευχὴ σχετικὰ μὲ τὸν ἑαυτό του· “Θεέ μου, σ’ εὐχαριστῶ ποὺ ἐγὼ δὲν εἶμαι σὰν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ἅρπαγας, ἄδικος, μοιχός, ἢ καὶ σὰν αὐτὸν ἐδῶ τὸν τελώνη. ᾿Εγὼ νηστεύω δύο φορὲς τὴν ἑβδομάδα καὶ δίνω στὸν ναὸ τὸ δέκατο ἀπ’ ὅλα τὰ εἰσοδήματά μου”. ῾Ο τελώνης, ἀντίθετα, στεκόταν πολὺ πίσω καὶ δὲν τολμοῦσε οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσει στὸν οὐρανό. Χτυποῦσε τὸ στῆθος του καὶ ἔλεγε· “Θεέ μου, σπλαχνίσου με τὸν ἁμαρτωλό”.

Σᾶς βεβαιώνω πὼς αὐτὸς ἔφυγε γιὰ τὸ σπίτι του ἀθῶος καὶ συμφιλιωμένος μὲ τὸν Θεό, ἐνῶ ὁ ἄλλος ὄχι· γιατὶ ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτό του θὰ ταπεινωθεῖ, κι ὅποιος τὸν ταπεινώνει θὰ ὑψωθεῖ».

Ο Απόστολος της Κυριακής

(῾Ρωμ. η´ 28-39)

Αδελφοί, οἴδαμεν ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν·  ὅτι οὓς προέγνω, καὶ προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, εἰς τὸ εἶναι αὐτὸν πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς· οὓς δὲ προώρισε, τούτους καὶ ἐκάλεσε, καὶ οὓς ἐκάλεσε, τούτους καὶ ἐδικαίωσεν, οὓς δὲ ἐδικαίωσε, τούτους καὶ ἐδόξασε.

Τί οὖν ἐροῦμεν πρὸς ταῦτα; εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν;  ὅς γε τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ᾿ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν, πῶς οὐχὶ καὶ σὺν αὐτῷ τὰ πάντα ἡμῖν χαρίσεται;  τίς ἐγκαλέσει κατὰ ἐκλεκτῶν Θεοῦ;  Θεὸς ὁ δικαιῶν· τίς ὁ κατακρίνων; Χριστὸς ὁ ἀποθανών, μᾶλλον δὲ καὶ ἐγερθείς, ὃς καί ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, ὃς καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν.  τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; κα-θὼς γέγραπται ὅτι         ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς. ἀλλ᾿ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς.  Πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Αδελφοί, είμαστε βέβαιοι ότι, αν αγαπά κανείς το Θεό, ο Θεός κάνει τα πάντα να συντελούν στο καλό του. Αυτό ισχύει για όσους κάλεσε ο Θεός σύμφωνα με το λυτρωτικό του σχέδιο. Τους ήξερε από πριν, και τους προόρισε να γίνουν όμοιοι με τον Υιό του, έτσι που ο Χριστός να είναι ο πρώτος ανάμεσα σ’ ένα πλήθος από αδέρφια. Κι αυτούς που προόρισε, αυτούς και κάλεσε. Κι αυτούς που κάλεσε, τους έσωσε. Κι αυτούς που έσωσε, αυτούς τους δόξασε.

Τι να προσθέσουμε σ’ αυτά; Όταν είναι ο Θεός με το μέρος μας, ποιος μπορεί να είναι εναντίον μας; Ο Θεός δεν λυπήθηκε ούτε το μονογενή του Υιό, αλλά τον παρέδωσε στο θάνατο για χάρη όλων μας. Δε θα μας δωρίσει, λοιπόν, μαζί μ’ αυτόν τα πάντα; Ποιος μπορεί να κατηγορήσει αυτούς που διάλεξε ο Θεός; Κανείς, γιατί ο Θεός ο ίδιος τούς δικαιώνει. Και ποιος θα τους καταδικάσει; Κανείς, γιατί ο Χριστός πέθανε για μας. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά κι αναστήθηκε και βρίσκεται τώρα στα δεξιά του Θεού, όπου μεσολαβεί για μας. Τι, λοιπόν, μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Μήπως τα παθήματα, οι στενοχώριες, οι διωγμοί, η πείνα, η γύμνια, οι κίνδυνοι ή ο μαρτυρικός θάνατος; Σύμφωνα με τη Γραφή· Για σένα πεθαίνουμε όλη την ημέρα. Μας μεταχειρίζονται σαν πρόβατα που τα πάνε για σφαγή.

Εμείς όμως βγαίνουμε νικητές μέσα απ’ όλες αυτές τις δυσκολίες με τη βοήθεια του Χριστού, ο οποίος μας αγάπησε. Κι είμαι πραγματικά βέβαιος πως ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις ούτε παρόντα ούτε μέλλοντα  ούτε κάτι άλλο είτε στον ουρανό είτε στον άδη ούτε κανένα άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν ποτέ να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού για μας, όπως αυτή φανερώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Κύρος και Ιωάννης οι Ανάργυροι και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία

Οι Άγιοι Μάρτυρες Κύρος και Ιωάννης άθλησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 - 305 μ.Χ.). Ο Άγιος Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ενώ ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας.

Όταν ξέσπασε ο διωγμός του Διοκλητιανού, ο Άγιος Κύρος πήγε σε ένα παραθαλάσσιο τόπο της Αραβίας και, αφού περιεβλήθηκε το μοναχικό σχήμα, κατοίκησε στον τόπο αυτό.

Ο Άγιος Ιωάννης πήγε στα Ιεροσόλυμα και εκεί άκουσε για τα θαύματα που επιτελούσε ο Άγιος Κύρος. Στην συνέχεια μετέβη στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί, αφού από διάφορες φήμες έμαθε που διέμενε ο Άγιος Κύρος, πήγε και τον βρήκε και έμεινε μαζί του. Τα θαύματα των Αγίων Αναργύρων συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), διότι οι Άγιοι θεράπευσαν τα μάτια του.

Κατά την περίοδο του διωγμού συνελήφθη και η Αγία Αθανασία, που ήταν χήρα, καθώς επίσης και οι τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Η είδηση τάραξε τον Κύρο και τον Ιωάννη. Έτσι οι Άγιοι, επειδή φοβήθηκαν μήπως αυτές δειλιάσουν από την σκληρότητα των βασανιστηρίων, εξαιτίας της αδυναμίας της φύσεως της γυναίκας, έσπευσαν κοντά τους και έδιναν σε αυτές θάρρος, ενώ παράλληλα προετοιμάζονταν και οι ίδιοι για το μαρτύριο. Και πράγματι, συνελήφθησαν και αυτοί και οδηγήθηκαν στον ηγεμόνα. Εκεί διακήρυξαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους στον Θεό. Μάταια ο ηγεμόνας ζητούσε να κάμψει την ανδρεία της μητέρας, δείχνοντας σε αυτή τις θυγατέρες της και επιρρίπτοντάς της την ενοχή. Εκείνη, αφού στράφηκε προς τις θυγατέρες της, τις ενίσχυε λέγουσα ότι η σωματική ωραιότητα είναι πρόσκαιρη, ενώ στην αιωνιότητα διατηρείται η ομορφιά της ψυχής του ανθρώπου αθάνατη. Αυτές δε έλεγαν προς την μητέρα τους ότι αισθάνονταν μεγάλη χαρά, επειδή έμελλε να φύγουν από τον μάταιο αυτό κόσμο μαζί της για την αγάπη του Χριστού και να μην χωρισθούν ποτέ από κοντά της. Ο ηγεμόνας εξαγριώθηκε και διέταξε να τους υποβάλουν σε πολλά και σκληρά βασανιστήρια. Μετά από τα βασανιστήρια αποκεφάλισαν διά ξίφους τον Άγιο Κύρο και τον Άγιο Ιωάννη, το έτος 292 μ.Χ.. Έτσι μαρτύρησαν και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της. Τον βίο και το μαρτύριο αυτών έγραψε ο Σωφρόνιος ο Σοφιστής.

Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο Μαρτύριο που είχε ανεγερθεί προς τιμήν τους και βρίσκεται στην περιοχή Φωρακίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.
Τά θαύματα τῶν Ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστέ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλάς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς Βασιλείας τά σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Ἀθλοφόροι εὐκλεεῖς τοῦ Σωτῆρος, καὶ ἰατῆρες τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Ἀνάργυροι ἐκλάμπετε ἐν πάσῃ τὴ γῆ, νόσων μὲν ἰώμενοι, ἀνωδύνως τὰ βάρη, χάριν δὲ πορίζαντες, τοὶς βοώαιν ἀπαύστως χαίρετε κρήναι θείων δωρεῶν, Κῦρε θεόφρον, καὶ Ἰωάννη ἔνδοξε.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τήν δωρεάν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἀπαύστως, ἅπαντα ἡμῶν τά πάθη, τῇ χειρουργίᾳ, τέμνοντες, τῇ ἀοράτῳ, Κῦρε θεόφρον, σύν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ· ὑμεῖς γάρ θείοι ἱατροί ὑπάρχετε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὰς χαμαιζήλους ἡδονὰς συμπατοῦντες, πρὸς μαρτυρίου Ἀθληταὶ θεῖον ὕψος, περιφανῶς ἐπήρθητε ἐν χάριτι, Κῦρε Ἰωάννη τε, οἰκουμένης φωστῆρες· ὅθεν ἱκετεύομεν, σκοτασμοῦ ἁμαρτίας, καὶ νοσημάτων ῥύσασθαι ἡμᾶς, τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν ἱκετεύοντες.

Ὁ Οἶκος
Ἑαυτοὺς τῷ Θεῷ ἀναθέμενοι Ἅγιοι, πᾶσαν πεῖραν δεινῶν δι᾿ αὐτὸν ὑπεμείνατε, θανόντες προθύμως Μάρτυρες γενναῖοι, καὶ μετὰ τέλος, πᾶσι πηγάζετε τὰ θεῖα χαρίσματα, τοῖς ἐν ποικίλαις νόσοις ὑπάρχουσι, καὶ ὑπὸ πολλῶν ἐταζομένοις κακῶν, ὧν εἷς καὶ πρῶτος εἰμὶ ἐγὼ ὁ τάλας· τὸ σῶμα γὰρ καὶ τὴν ψυχὴν ὑπὸ τραυμάτων χαλεπῶν ὀδυνῶμαι, καὶ πίστει ὑμῖν βοῶ, ἰάσασθέ με· ὑμεῖς γὰρ θεῖοι ἰατροὶ ὑπάρχετε.

Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

ΜΟΡΦΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΤΑΡΤΟ ΑΙΩΝΑ μ.Χ.

Μ. Στασινόπουλου

Ἐπορεύθηκαν ὁ Βασίλειος καί ὁ Γρηγόριος στή ζωή, μέ τίς ψυχές ἑνωμένες μ' ἐκείνη τή δύναμη, τήν "ἀνεξήγητη καί μοιραία", πού τούς εἶχε συγχωνεύσει σέ μιά ὕπαρξη. Ὅπως ὁ Γρηγόριος ὑποτάσσεται στήν ἀξία τοῦ Βασιλείου, τό ἴδιο κι ὁ Βασίλειος ὑποτάσσεται στοῦ Γρηγορίου τήν ἀνωτερότητα. "Ἐπασχίζαμε, λέγει, ὁ Γρηγόριος, ὄχι πῶς νά πάρουμε τό πρωτεῖο, ἀλλά πῶς νά τό δώσουμε ὁ ἕνας στόν ἄλλον".

Ἄλλωστε, ἦταν κι οἱ δυό φυσιογνωμίες μεγάλες. Πέραν ἀπό ὡρισμένη βαθμίδα, οἱ μεγάλοι εἶναι ἴσοι. Ἔχουν πεῖ ὅτι ἡ χώρα τῶν μεγάλων ἀνθρώπων εἶναι ἡ χώρα τῶν ἴσων. Πάνω ἀπό τούς 100 βαθμούς, τό νερό δέν ἔχει πιά θερμοκρασία 101 ἤ 102, καί καθεξῆς. Γίνεται ἀέρας, ἀτμός, κάτι ἀδιαβάθμητο πιά καί ἑνιαῖο.

Κι ἔτσι, αὐτή ἡ ἀμοιβαία ὑποταγή ἐπαναφέρει τούς φίλους σέ μιά νέα ἰσότητα καί ἰσορροπία.

Αὐτοῦ τοῦ εὐγενικοῦ εἴδους ὁ δεσμός προφύλαξε αὐτή τή φιλία ὄχι μόνο ἀπό τήν ἀντιζηλία, ἀλλά κι ἀπό ἕναν ἄλλο κίνδυνο, πού ἔχει καταγραφῆ ἀνάμεσα στούς κινδύνους πού ἀπειλοῦν τή φιλία. Ὅταν ὁ φίλος μᾶς πῆ τή δυσάρεστη ἀλήθεια μέ εἰλικρίνεια, πρέπει νά ἔχουμε δύναμη, γιά νά τήν ἀκούσουμε χωρίς νά ψυχραθοῦμε. Ψάξτε στή ζωή σας καί θά δῆτε, πόσες φορές ἡ παρακμή μιᾶς φιλίας δέν ἄρχισε μ' ἕναν εἰλικρινῆ λόγο, πού ὅμως ἦταν δυσάρεστη ἀλήθεια γιά σᾶς. Ἀπό μιά τέτοια ψυχρότητα ἀρχίζει, γιά τό μέσον ὅρο τῶν ἀνθρώπων, ἡ κατάρρευση μιᾶς φιλίας. Γιατί οἱ ἄνθρωποι λησμονοῦν ὅτι τό πρῶτο καθῆκον ἑνός φίλου εἶναι νά λέη στό φίλο του τά ἐλαττώματά του καί νά τόν προφυλάσση ἀπό παραστρατήματα. Κι ὅσο μεγαλύτερο εἶναι τό καθῆκον, τόσο συνήθως εἶναι καί πιό πικρό - ἡ ζωή μᾶς τό διδάσκει αὐτό καθεμέρα.

Μιά τέτοια κρίσιμη στιγμή γιά τή φιλία τοῦ Βασιλείου μέ τόν Γρηγόριο, στάθηκε τό δραματικό ἐκεῖνο ἐπεισόδιο τῆς ἐπισκοπῆς Σασίμων, πού κατ' ἐπανάληψη ἔχουμε ἀναφέρει. Ὅμως κι αὐτό, παρά τήν πικρία καί τά παράπονα τοῦ Γρηγορίου, δέν ἔβλαψε τή φιλία τους.

ΛΟΓΟΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΕΠΙ ΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

Ήγουν πραγματεία σύντομος

περί ετερότητος πολιτιστικής και αναρχίας φιλοθέου

του Μιχαήλ Μπερκουτάκη, Θεολόγου - Εκπαιδευτικού


"...Oι ιερές μορφές των Τριών Ιεραρχών αποτελούν για τους νέους μας, όχι μόνο φωτεινά πρότυπα ζωής, αλλά και άσειστους πυλώνες αντίστασης ενάντια στον ολοκληρωτισμό που επαγγέλλονται οι θιασώτες της Παγκοσμιοποίησης και της Νέας Τάξης Πραγμάτων..."

"... ένας από τους βασικούς μας στόχους πρέπει, να είναι η διατήρηση και η προβολή της πολιτιστικής μας ετερότητας, και αυτήν ακριβώς την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και διασώζει και η σημερινή εορτή των Τριών Ιεραρχών..."

«Πάντες οι των λόγων αυτών ερασταί, συνελθόντες ύμνοις τιμήσωμεν.

Αυτοί γαρ τη Τριάδι, υπέρ ημών αεί πρεσβεύουσιν»

Λαμπρή και ευφρόσυνη είναι η σημερινή ημέρα, κατά την οποία η Αγία μας Εκκλησία –μέσα στα πλαίσια του ετήσιου λειτουργικού της κύκλου– τιμά τους τρεις Μεγάλους Πατέρες και Διδασκάλους του γένους μας. Αναφερόμαστε, φυσικά, στους Τρεις Ιεράρχες, το Μεγάλο Βασίλειο, Αρχιεπίσκοπο Καισαρείας της Καππαδοκίας, τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, και τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, Αρχιεπίσκοπο, επίσης, Κωνσταντινουπόλεως. Λαμπρή, λοιπόν, και ευφρόσυνη η σημερινή ημέρα, και ανάλογα αισθήματα χαράς θα έπρεπε, να γεννά στις ψυχές, αυτών που τιμούν τα ιερά πρόσωπα των τριών εκφραστών της Ορθόδοξης Θεολογίας, και του ελληνικού πολιτικού, ποιητικού, και φιλοσοφικού, γενικότερα, λόγου. Δυστυχώς, όμως, την πνευματική λαμπρότητα και ευφροσύνη του φετινού μας εορτασμού σκιάζει –όχι για πρώτη φορά– το κράτος του φόβου και της αγωνίας, το οποίο συνέχει ασφυκτικά τις καρδιές όσων αναζητούν με «απαθές πάθος» μέσα στην παράδοσης του λαού μας –δηλαδή, μέσα στην πολιτιστική ταυτότητα της Ρωμιοσύνης– την απάντηση για τα ουσιώδη και αιώνια ερωτήματα της ζωής και του θανάτου, της ελευθερίας και της ισότητας, της αγάπης και της δικαιοσύνης, του πρώτου και του έσχατου, σε τελική ανάλυση, νοήματος του ανθρώπινου βίου.

Αιτία του «φθοροποιού» –και όχι «χαροποιού», όπως θα άρμοζε στην περίσταση– πένθους μας είναι το επίκαιρο αίτημα του χωρισμού της Εκκλησίας από το Νεοελληνικό Κράτος, που συχνά επανέρχεται στο προσκήνιο της πολιτικής και δημοσιογραφικής επικαιρότητας. Δεν είμαστε, φυσικά, αρμόδιοι για την επίλυση του συγκεκριμένου ζητήματος, ούτε τολμάμε, να αντιπαραβάλλουμε την προσωπική μας κρίση στα επιχειρήματα των ειδικών (επιστημόνων, δημοσιογράφων, και πολιτικών). Δεν μπορούμε, όμως, παρά να θέσουμε στους εαυτούς μας, απλά και αυθόρμητα, με ειλικρίνεια και ρεαλισμό, το ερώτημα: Θα έχει, άραγε, θέση στο εκπαιδευτικό σύστημα της πατρίδας μας η εορτή των Τριών Ιεραρχών μετά από έναν ενδεχόμενο χωρισμό της Εκκλησίας από το Νεοελληνικό Κράτος; Μήπως, τελικά, η κατάργηση του εορτασμού της μνήμης των Τριών Ιεραρχών είναι μία, ακόμη, αναπόφευκτη συνέπεια της ευρωπαϊκής πορείας της πατρίδας μας, μια θυσία του Ελληνισμού στο βωμό του νέου πολιτιστικού μορφώματος της εποχής μας, που από πολλούς χαρακτηρίζεται ως Παγκοσμιοποίηση και Νέα Τάξη Πραγμάτων; Θα συνεχίσουν, άραγε, να τιμούν τη σημερινή εορτή τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, ή –για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια ενός σύγχρονου θεολόγου– «...έχουμε το τραγικό προνόμιο, να ζούμε το ιστορικό τέλος ενός πολιτισμού που έζησε για περισσότερο από τρεις χιλιάδες χρόνια...»; Μια ενδεχόμενη καταφατική απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι η αιτία του σημερινού μας φόβου, του πένθους και της αγωνίας μας.

Είναι πιθανό, μετά τα όσα αναφέραμε, να κατηγορηθούμε ακόμη και από τους καλοπροαίρετους συνανθρώπους μας, ότι υπερβάλλουμε ή κινδυνολογούμε. Το ενδεχόμενο αυτό μας αναγκάζει, να γίνουμε σαφέστεροι, εξηγώντας συνοπτικά τους λόγους, για τους οποίους θεωρούμε σημαντική και ουσιώδη την παρουσία της εορτής των Τριών Ιεραρχών μέσα στα πλαίσια των επίσημων εορτών του εκπαιδευτικού μας συστήματος, και αφήνοντας την αποτίμηση της σκέψης μας στην προσωπική κρίση και εκτίμηση των ακροατών μας.

Α. Κατά πρώτο, λοιπόν, λόγο εκτιμάμε, ότι ένας από τους βασικούς στόχους της πατρίδας μας –κατά τη δύσκολη, από κάθε άποψη, πορεία της μέσα στο σύγχρονο κόσμο– πρέπει να είναι η διατήρηση και η προβολή της πολιτιστικής μας ετερότητας. Σε αντίθετη περίπτωση καραδοκεί ο ενδεχόμενος κίνδυνος της πολιτιστικής και, κατά συνέπεια, εθνικής μας αφομοίωσης από λαούς, που είτε υπερτερούν πληθυσμιακά και τεχνολογικά, είτε υπερέχουν με βάση την πολιτική και οικονομική τους δύναμη. Ο Ελληνισμός, ως πολιτιστικό και εθνικό μέγεθος, επέζησε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας για περισσότερους από τέσσερις αιώνες χωρίς «σύνορα», γιατί οι υπόδουλοι Έλληνες ήξεραν πολύ καλά, ότι τα σύνορα του Ελληνισμού διασώζονταν μέσα στην ετερότητα της πολιτιστικής τους παράδοσης. Τα «σύνορα» του Ελληνισμού βρίσκονταν στη χρήση της ελληνικής γλώσσας, στη λατρευτική πράξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στην αργία της Κυριακής, στον καθορισμό της ημερομηνίας του εορτασμού του Πάσχα. Αυτά ήταν τα πραγματικά «όρια», που διέκριναν με ασφάλεια το Ρωμιό από τον αλλόπιστο Τούρκο και τον αλλόδοξο Φράγκο. Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο, το ότι στη συνείδηση του λαού μας η απώλεια της Ορθόδοξης Πίστης σήμαινε, ταυτόχρονα, την απώλεια και της εθνικής συνείδησης, όσων υπέκυψαν, τελικά, στον πειρασμό του εξισλαμισμού (ο τάδε Τούρκεψε, δηλαδή εξισλαμίστηκε, λεγόταν χαρακτηριστικά). Αυτή, ακριβώς, η πολιτιστική ετερότητα είναι, κατά την ταπεινή μας κρίση, η ασφαλιστική δικλείδα, πάνω στην οποία θα έπρεπε, να στηριχθεί η προάσπιση του Ελληνισμού στο σύγχρονο κόσμο, και αυτήν ακριβώς την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και διασώζει η «ασύγχυτη και άτρεπτη», αλλά, ταυτόχρονα, «αδιαίρετη και αχώριστη», ένωση του Ελληνισμού με την Ορθοδοξία μέσα στα στενά –σε σχέση με το πραγματικό μεγαλείο του πολιτισμού της Ρωμιοσύνης– ιστορικά πλαίσια του Νεοελληνικού κράτους. Αυτήν, ακριβώς, την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και η σημερινή εορτή των Τριών Ιεραρχών.

Β. Ένας ακόμη λόγος, που καθιστά σημαντική την παρουσία της εορτής των Τριών Ιεραρχών μέσα στα πλαίσια των επίσημων εορτών του εκπαιδευτικού μας συστήματος, είναι και η ανάγκη προβολής, κυρίως προς τους νέους ανθρώπους (όπως οι μαθητές και οι μαθήτριες των σχολειών μας), υψηλών προτύπων ζωής και δημιουργίας. Ζούμε, δυστυχώς, σε μια εποχή πνευματικού κατήφορου, που τα ποικιλώνυμα σκουπίδια του έντυπου, τηλεοπτικού, και ηλεκτρονικού λόγου απειλούν, κυριολεκτικά, να μας πνίξουν. Ζούμε σε μια εποχή, που προβάλλει, δοξάζει, και ιεροποιεί τις τυχάρπαστες και παρακμιακές φυσιογνωμίες των πρωταγωνιστών των διάφορων Reality shows. Ζούμε σε μια εποχή, που φιλοδοξεί να στερήσει από το σύγχρονο άνθρωπο –στο όνομα μιας κακώς εννοούμενης ανταγωνιστικότητας και εξειδίκευσης– το δικαίωμα της ελεύθερης και κριτικής σκέψης, το δικαίωμα, σε τελική ανάλυση, του αυτοπροσδιορισμού της προσωπικότητας και της ιστορικής του μοίρας. Σε μια τέτοια, λοιπόν, εποχή οι ιερές μορφές των Τριών Ιεραρχών, ως ανθρώπων που αγάπησαν και υπηρέτησαν με πάθος την παιδεία και τα γράμματα, ως ανθρώπων που συνδύασαν με άριστο τρόπο την επιστημονική γνώση και την αγιότητα (νοούμενη ως Θέωση, κατά την Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας), ως ανθρώπων που ένωσαν τη Θεολογία της Εκκλησίας με το μέγιστο πνευματικό δημιούργημα της παγκόσμιας ιστορίας, δηλαδή την πολιτιστική παράδοση του Ελληνισμού, ως ανθρώπων, τέλος, που αγωνίστηκαν σθεναρά για την επικράτηση της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης στις ανθρώπινες κοινωνίες, αποτελούν για τους νέους μας, όχι μόνο φωτεινά πρότυπα ζωής, αλλά και άσειστους πυλώνες αντίστασης ενάντια στον ολοκληρωτισμό της νέας εποχής, που επαγγέλλονται οι θιασώτες της Παγκοσμιοποίησης και της Νέας Τάξης Πραγμάτων.

Ας παρακαλέσουμε, λοιπόν, όλοι μαζί τους Τρεις Μεγάλους Πατέρες και Οικουμενικούς Διδασκάλους του γένους μας, που σήμερα εορτάζουν, να σκεπάζουν με τις Θεόδεκτες προσευχές και πρεσβείες τους τις μαθήτριες και τους μαθητές των σχολείων της πατρίδας μας, αλλά και ολόκληρο το γένος των Ορθόδοξων Χριστιανών, και να μας αξιώνουν, να τους τιμάμε με καθαρή καρδιά –όχι μόνο εμείς, αλλά και τα παιδιά μας, και τα παιδιά των παιδιών μας– κάθε χρόνο τέτοια ημέρα «εις αιώνας αιώνων».

Άγιος Ιππολύτος Πάπας Ρώμης

Πάπας Ρώμης με το όνομα Ιππόλυτος ουδέποτε υπήρξε. Ισως ο Ιππόλυτος αυτός να ήταν τοποτηρητής του θρόνου προ της άναρρήσεως, στον θρόνο, του Φήλικος. Μαρτύρησε πάντως επί αυτοκράτορος Κλαυδίου του Β' (268 - 9 μ.Χ.) αφού τον έριξαν στη θάλασσα.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροποι, καὶ τῆς οἰκουμένης Διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Θεόδωρος ο Χατζής ο Μυτιληναίος

Ο Άγιος Θεόδωρος ο Χατζής, γεννήθηκε στους Πύργους Θερμής της Λέσβου. Έζησε τον 18ο αιώνα μ.Χ., κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας.

Στον οικισμό των «Κάτω Πύργων», δίπλα στον επαρχιακό δρόμο, πίσω από μία πολύχρονη πέτρινη βρύση, υπάρχουν σήμερα γκρεμισμένα τα τείχη ενός πυργόσπιτου, που οι πέτρες του μεταφέρθηκαν επί γερμανικής κατοχής στον Καρά-τεπέ της Μυτιλήνης για να χτιστούν σπίτια. Σ’ αυτό το παλαιό πυργόσπιτο γεννήθηκε ο Άγιος Θεόδωρος. Εκ προγόνων Χριστιανός, όταν ανδρώθηκε, παντρεύτηκε ευσεβή γυναίκα, αποκτώντας δύο παιδιά.

Ο μεγάλος ποιητής Οδυσσέας Ελύτης κατέθεσε στον βιογράφο του Ιταλό Μάριο Βίττι την πληροφορία ότι η οικογένειά του κατάγεται απ’ τον Άγιο Θεόδωρο τον οποίο μάλιστα τοποθετεί και ως αρχή του γενεαλογικού του δέντρου.

Σύμφωνα με τοπική παράδοση των Παμφίλων (γειτονικού χωριού των Πύργων Θερμής) ο Άγιος Θεόδωρος διέμενε κάποιο διάστημα σε πυργόσπιτο στην περιοχή «Βουναράκι», στη θέση του οποίου υπάρχει σήμερα η κατοικία του Θεοδώρου Πετρέλλη. Ενδέχεται αυτό να ήταν το σπίτι που κρυβόταν ο Άγιος πριν συλληφθεί απ’ τους Τούρκους, δηλαδή το σπίτι του εκ Παμφίλων Μητροπολίτη Δράμας, γι’ αυτό και σήμερα υπάρχει μεγάλο εξωκλήσι του Αγίου Θεοδώρου στην Δράμα. Ο μεγάλος αριθμός των ανδρών με το όνομα Θεόδωρος στην γύρω περιοχή των Παμφίλων οφείλετε σύμφωνα με την παράδοση στον Νεομάρτυρα Θεόδωρο.

Ο Άγιος εργαζόταν ως υποδηματοποιός διατηρώντας εργαστήρι επί της κεντρικής αγοράς της Μυτιλήνης, στο Μπας-φανάρι (σήμερα το πρώην μαγαζί του Αγίου Θεοδώρου είναι στη γωνία των οδών Αιγαίου και Ερμού 110). Κάποτε βρέθηκε σε κατάσταση οργής και έγινε Μωαμεθανός. Συνήλθε όμως, συναισθάνθηκε το αμάρτημα του και πήγε στο Άγιον Όρος. Εκεί έζησε για αρκετό χρονικό διάστημα, κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων και προετοιμάστηκε για το μαρτύριο.

Επανήλθε λοιπόν στη Μυτιλήνη, παρουσιάστηκε στον κριτή, με τόλμη ομολόγησε τον Χριστό και δήλωσε ότι η μουσουλμανική θρησκεία είναι ψεύτικη. Ο κριτής αμέσως εξέδωσε απόφαση, να θανατωθεί ο μάρτυρας με αγχόνη και κατόπιν τον παρέδωσε σ' άλλον άρχοντα, τον Ναζίρ Ομέρ αγά, που προσπάθησε με κολακείες και υποσχέσεις να τον μεταπείσει. Ο Άγιος όμως πρόβαλλε ακατάβλητο φρόνημα και μετά από φρικτά βασανιστήρια, οδηγήθηκε στον τόπο της εκτέλεσης, όπου αφού πρώτα φίλησε το σχοινί της αγχόνης, προσευχήθηκε στον Θεό και έτσι δέχτηκε το στεφάνι της νίκης στις 30 Ιανουαρίου 1785 μ.Χ.

Το τίμιο λείψανο του ρίχτηκε στη θάλασσα, αλλά κατ' οικονομία Θεού εκβράσθηκε στα νότια της πόλης της Μυτιλήνης. Οι Χριστιανοί, περισυνέλλεξαν το σκήνωμα του Αγίου και το ενταφίασαν χωρίς να αφήσουν ίχνη τάφου, επί σκοπό διαφυλάξεώς του, κάτω από το δάπεδο του παρακείμενου εξωκλησιού του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην τοποθεσία Μόθωνας, αποκρύπτοντας το ιερό λείψανο από τα βέβηλα μάτια των τούρκων.

Εκεί έμεινε ενταφιασμένος 183 έτη, μέχρι την ευλογημένη ημέρα της 4ης Σεπτεμβρίου 1967 μ.Χ., που βρέθηκαν τα Άγια λείψανά του, βάσει μαρτυριών του διαπρεπούς Εκκλησιαστικού συγγραφέως Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη (βλέπε 14 Ιουλίου) και άλλων συγγραφέων. Τα λείψανά του φυλάσσονται στον Ι.Ν. Ζωοδόχου Πηγής Βαρειάς.

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 μ.Χ., ο εφημέριος Πύργων Θερμής π. Μιχαήλ Βουλγαρέλλης παραλαμβάνει τμήμα των αγίων λειψάνων του Αγίου Θεοδώρου και τελείται η μετακομιδή του στην γενέτειρα του Αγίου. Δωρείται έτσι, η ευλογία για να τιμάται από τούς Χριστιανούς στο εξωκκλήσι του Αγίου πού είχε χτιστεί το 1980 μ.Χ. στους Πύργους Θερμής, μερίμνει του Ιερομονάχου π. Παχωμίου Σούγιουλτζη και συνδρομές πιστών.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ Πύργων ἐβλάστησας και ἐν Μυτιλήνη σαφῶς ἀθλήσας Θεόδωρε, ὑπέρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἀξίως δεδόξασαι. Ὄθεν τά λείψανά σου, Νεομάρτυς εὐρόντες χάριν ἐκ τούτων θείαν κομιζόμεθα πίστει, δοξάζοντες τόν Κύριον, τόν Σέ στεφανώσαντα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Τρεις Ιεράρχες

Η αιτία για την εισαγωγή της εορτής των Τριών Ιεραρχών στην Εκκλησία είναι το εξής γεγονός:

Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού (1081 - 1118 μ.Χ.), ο οποίος διαδέχθηκε στη βασιλική εξουσία τον Νικηφόρο Γ’ τον Βοτενειάτη (1078 - 1081 μ.Χ.), έγινε στην Κωνσταντινούπολη φιλονικία ανάμεσα σε λόγιους και ενάρετους άνδρες. Άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο , χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα και υπέροχη φυσιογνωμία. Άλλοι τοποθετούσαν ψηλά τον ιερό Χρυσόστομο  και τον θεωρούσαν ανώτερο από τον Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο και, τέλος, άλλοι, προσκείμενοι στον Γρηγόριο τον Θεολόγο , θεωρούσαν αυτόν ανώτερο από τους δύο άλλους, δηλαδή από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο. Η φιλονικία αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να διαιρεθούν τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι ονομάζονταν «Ιωαννίτες», άλλοι «Βασιλείτες» και άλλοι «Γρηγορίτες».

Στην έριδα αυτή έθεσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων, Ιωάννης ο Μαυρόπους. Αυτός, κατά την διήγηση του Συναξαριστή, είδε σε οπτασία τους μέγιστους αυτούς Ιεράρχες, πρώτα καθένα χωριστά και στη συνέχεια και τους τρεις μαζί. Αυτοί του είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε ένα κοντά στον Θεό και τίποτε δεν υπάρχει που να μας χωρίζει ή να μας κάνει να αντιδικούμε. Όμως, κάτω από τις ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες και περιστάσεις που βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι και καθοδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γράψαμε σε συγγράμματα και με τον τρόπο του ο καθένας, διδασκαλίες που βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τον δρόμο της σωτηρίας. Επίσης, τις βαθύτερες θείες αλήθειες, στις οποίες μπορέσαμε να διεισδύσουμε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις συμπεριλάβαμε σε συγγράμματα που εκδώσαμε. Και ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, αλλά, αν πεις τον ένα, συμπορεύονται δίπλα του και οι δύο άλλοι. Σήκω, λοιπόν, και δώσε εντολή στους φιλονικούντες να σταματήσουν τις έριδες και να πάψουν να χωρίζονται για εμάς. Γιατί εμείς, και στην επίγεια ζωή που είμασταν και στην ουράνια που μεταβήκαμε, φροντίζαμε και φροντίζουμε να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε σε ομόνοια τον κόσμο. Και όρισε μία ημέρα να εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας και καθώς είναι χρέος σου, να ενεργήσεις να εισαχθεί η εορτή στην Εκκλησία και να συνταχθεί η ιερή ακολουθία. Ακόμη ένα χρέος σου, να παραδόσεις στις μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα για τον Θεό. Βεβαίως και εμείς θα συμπράξουμε για τη σωτηρία εκείνων που θα εορτάζουν τη μνήμη μας, γιατί έχουμε και εμείς παρρησία ενώπιον του Θεού».

Έτσι ο Επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης ανέλαβε τη συμφιλίωση των διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε την εορτή της 30ης Ιανουαρίου και συνέγραψε και κοινή Ακολουθία, αντάξια των τριών Μεγάλων Πατέρων.

Η εορτή αυτής της Συνάξεως του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελεί το ορατό σύμβολο της ισότητας και της ενότητας των Μεγάλων Διδασκάλων, οι οποίοι δίδαξαν με τον άγιο βίο τους το Ευαγγέλιο του Χριστού. Είναι εκείνοι, οι οποίοι εξ’ αιτίας της ταπεινώσεώς τους μπροστά στην αλήθεια, έχουν λάβει το χάρισμα να εκφράζουν την καθολική συνείδηση της Εκκλησίας και ότι διδάσκουν δεν είναι απλώς δική τους σκέψη ή προσωπική τους πεποίθηση, αλλά είναι επιπλέον η ίδια η μαρτυρία της Εκκλησίας, γιατί μιλούν από το βάθος της καθολικής της πληρότητας.

Περί τις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ. ανεγέρθη ναός των Τριών Ιεραρχών κοντά στην Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης, δίπλα σχεδόν στη μονή της Παναχράντου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τούς ἀσφαλεῖς.
Τούς Ἱερούς καί θεοφθόγγους Κήρυκας, τήν κορυφήν τῶν Διδασκάλων Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν τῶν ἀγαθῶν σου καί ἀνάπαυσιν· τούς πόνους γάρ ἐκείνων καί τόν κάματον, ἐδέξω ὑπέρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τοὺς μεγάλους φωστῆρας τοὺς φεραυγεῖς, Ἐκκλησίας τοὺς πύργους τοὺς ἀρραγεῖς, συμφώνως αἰνέσωμεν, οἱ τῶν καλῶν ἀπολαύοντες, καὶ τῶν λόγων τούτων, ὁμοῦ καὶ τῆς χάριτος· τὸν σοφὸν Χρυσορρήμονα, καὶ τὸν μέγαν Βασίλειον, σὺν τῷ Γρηγορίῳ, τῷ λαμπρῷ θεολόγῳ· πρὸς οὓς καὶ βοήσωμεν, ἐκ καρδίας κραυγάζοντες· Ἱεράρχαι τρισμέγιστοι, πρεσβεύσατε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην ὑμῶν.

Ὁ Οἶκος
Τὶς ἱκανὸς τὰ χείλη διᾶραι, καὶ κινῆσαι τὴν γλῶσσαν πρὸς τοὺς πνέοντας πῦρ, δυνάμει Λόγου καὶ Πνεύματος; ὅμως τοσοῦτον εἰπεῖν θαρρήσω, ὅτι πᾶσαν παρῆλθον τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν οἱ τρεῖς, τοῖς πολλοῖς καὶ μεγάλοις χαρίσμασι, καὶ ἐν πράξει καὶ θεωρίᾳ, τοὺς κατ᾿ ἄμφω λαμπροὺς ὑπεράραντες· διὸ μεγίστων δωρεῶν τούτους ἠξίωσας, ὡς πιστούς σου θεράποντας, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.

Μεγαλυνάριον
Ρήτορες σοφίας θεοειδεῖς, στῦλοι Ἐκκλησίας, οὐρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε πάτερ, Γρηγόριε θεόφρον, καὶ θεῖε Ἰωάννη, κόσμῳ ἐδείχθητε.


Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2015

Οἱ κανόνες, τά τροπάρια ἔχουν μέσα θησαυρούς. Σ᾿ αὐτά βρίσκομε τούς τρόπους πού μεταχειρίσθηκαν οἱ ἅγιοι γιά ν᾿ ἀγαπήσουν τόν Χριστό καί νά νικήσουν τό κακό.

Ὅσιος Πορφύριος

Στενοχωρούμαι, όταν λέγω για τον εαυτό μου, αλλά θέλω να το πω. Όταν ήμουν κοντά στους Γέροντες μου, διψούσα τη μελέτη, αλλά δεν μ' άφηναν, όλο με βάζανε στις δουλειές. Πολλά χρόνια υστερήθηκα τη μελέτη, πού τόσο πολύ μου άρεσε.


Διαβάζοντας το Ψαλτήρι και τούς κανόνες, είχα και ένα μεγάλο κέρδος έμαθα όχι απλώς να διαβάζω, αλλά και τις συμβουλές πού δίνω από κει τις έμαθα. Οι κανόνες, τα τροπάρια έχουν μέσα θησαυρούς. Σ' αυτά βρίσκομε τούς τρόπους πού μεταχειρίσθηκαν οι άγιοι, για ν' αγαπήσουν τον Χριστό και να νικήσουν το κακό. Έχουν ίση αξία με τα βιβλία του Αγίου Ισαάκ, του Αγίου Έφραίμ κ.λπ. Τούς κανόνες των αγίων έγραψαν ό Θεοφάνης, ό Δαμασκηνός και άλλοι άγιοι. Αυτοί εγκωμίαζαν τον άγιο, του οποίου γνώριζαν τα βιώματα, και έδειχναν τρόπους μετανοίας. Άγιοι ήταν αυτοί οι υμνογράφοι. Έβαζαν μέσα εκεί και τα δικά τους συναισθήματα.

Γι' αυτό σάς λέγω, το νου σας στους κανόνες, στ' τροπάρια κ.λπ. Δοθείτε με την ψυχή σας σ' αυτά. 'Απολαύστε τα. Εντρυφάτε σ' αυτά. Εύχομαι να τ' αγαπήσετε κι εσείς, όπως κι εγώ. Αλήθεια σάς λέγω δεν τα χορταίνω, όλα μ' αρέσουν να τα θυμάμαι, να τα απαγγέλλω, να τα ψάλλω. Από τους κανόνες πήρα πάρα πολλά. Έτσι τα έζησα από μικρός. Εγώ τόσο τ' αγαπούσα τα τροπάρια, πού με μια δύο φορές πού τα διάβαζα, τα μάθαινα απέξω.
Άλλα δεν είναι σκοπός να τα μάθεις απέξω. Σκοπός είναι να τα κατανοήσεις, να εμβαθύνεις και να ωφεληθείς. Μελετούμε και αποστηθίζομαι τούς κανόνες των αγίων, την Αγία Γραφή και τα βιβλία των Πατέρων, όχι για να βαυκαλιζόμαστε και να αύτοθαυμαζόμαστε λέγοντας πόσα βιβλία διαβάσαμε και πόσα χωρία γνωρίζομε απέξω, ούτε πάλι για να αυξήσαμε τις γνώσεις μας, αλλά για να τα μαθαίνομε και με φόβο Θεού να τα εφαρμόζομαι.
Οι Πατέρες γράφουν τα κείμενα τους και τα τροπάρια με το Πνεύμα το Άγιον γι' αυτό και κάνουν καλλιτεχνήματα. Ή ευχή είναι έργο τους. Κάθε λέξη είναι πελεκημένη. Την τοποθετούν εκεί πού χρειάζεται, ώστε να μην εξέχει. Όπως ό κτίστης, πού θέλει να κτίσει το οικοδόμημα, προσέχει την κάθε πέτρα, που θα τη βάλει, προσέχει το δέσιμο του τοίχου, γιατί αλλιώς θα πέσει, αυτός πού γράφει με την ευχή γράφει με τάξη, με αρμονία, διότι και στην ψυχή του μέσα έχει αυτήν την αρμονία. Όποιος ζει κάτι, το ζει το ενστερνίζεται και αυθόρμητα το γράφει. Σ' αυτόν πού το διαβάζει, πού το ακούει και καταγίνεται με αυτό, έχει μεγάλη απήχηση.
Υπάρχει, όμως, ένας κίνδυνος. Αν δεν προσέξομε, μπορεί να τ' ακούμε και να τα ψάλλομε τυπικά, να τα λέμε και να τ' ακούμε, επειδή πρέπει. Ακούμε πολλές φορές τα ίδια, κουραζόμαστε, δεν μάς αρέσουν και μας έρχεται ή αντίδραση. Μετά καμία ωφέλεια, καμία χαρά. Αρχίζει ή απελπισία και ό διάβολος δεν χάνει την ευκαιρία να κάνει το κακό. Γι' αυτό, προσοχή στην κάθε λέξη. Θέλει θείο έρωτα, ενθουσιασμό.

«Λόγοι περί πνευματικής ζωής»Ι.Μ.Χρυσοπηγής-Χανιά 2010

«Ποτέ δέν πρέπει νά ἀπελπιστεῖ κανείς, ἀκόμη καί ἄν ἁμάρτησε πολύ, ἀλλά μέ τή μετάνοια νά ἐλπίσει γιά τή σωτηρία του»

«ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»

Ἀπό τόν βίο τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς

Ἔλεγε ἡ ἁγία Συγκλητική:

«Τίς ἀμελεῖς καί ὀκνηρές ψυχές, πού ἀπό χαλαρότητα δέν προοδεύουν στό καλό καί ἐπιπλέον εὔκολα κυριεύονται ἀπό τήν ἀπελπισία, πρέπει νά τίς ἐπαινοῦμε, καί ὅταν παρουσιάσουν κάποιο καλό, ἔστω καί μικρό, νά τό θαυμάζουμε καί νά τό μεγαλοποιοῦμε, ἐνῶ τά βαριά καί μεγάλα ἁμαρτήματά τους νά τά λέμε μικρά καί ἀνάξια λόγου. Γιατί ὁ διάβολος,

καθώς θέλει ὅλα νά τά διαστρέφει, γιά νά μᾶς καταστρέψει, προσπαθεῖ νά κρύβει ἀπό τούς ἀγωνιστές καί ἀσκητικούς τά ἁμαρτήματα καί νά τούς κάνει νά τά ξεχνοῦν, γιά νά τούς ὁδηγήσει στήν ὑπερηφάνεια, ἐνῶ στίς ψυχές τῶν ἀρχάριων καί ἀστερέωτων δείχνει τεράστια τά ἁμαρτήματα, γιά νά τίς φέρει σέ ἀπογνωση. «

»Τίς ψυχές λοιπόν πού ἔτσι κλονίζονται, ὀφείλουμε νά τίς ἐνθαρρύνουμε ὡς ἑξῆς:
Πρέπει νά θυμίζουμε σέ αὐτές τήν ἀσύλληπτη συμπάθεια καί ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καί ὅτι ὁ Κύριος μας εἶναι πολυέλεος καί εὔσπλαχνος καί μακρόθυμος καί ἕτοιμος νά συγχωρήσει τίς κακίες τῶν ἀνθρώπων. Νά ἀναφέρουμε ἀκόμη μαρτυρίες ἀπό τίς ἅγίες Γραφές, πού νά φανερώνουν τήν ἀνεξιχνίαστη συμπάθεια τοῦ Θεοῦ πρός αὐτούς πού ἁμάρτησαν καί μετανοοῦν. Νά λέμε δηλαδή ὅτι ἡ Ραάβ ἦταν πόρνη, ἀλλά σώθηκε μέ τήν πίστη· ὁ Παῦλος ἦταν διώκτης τῶν χριστιανῶν, ἀλλά ἔγινε ἐκλεκτός Ἀπόστολος μέ ἕναν του λόγο ἄνοιξε πρῶτος τήν πόρτα τοῦ παραδείσου. Νά ἀναφέρουμε ἐπίσης τόν Ματθαῖο καί τόν τελώνη καί τόν ἄσωτο καί ἄλλα παρόμοια· καί μέ ὅλα αὐτά νά τίς λυτρώνουμε ἀπό τήν ἀπόγνωση. Τίς ψυχές πάλι πού παγιδεύονται ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, νά τίς θεραπεύουμε μέ παραδείγματα ἀνώτερης ἀρετῆς. Γιατί ἔτσι κάνουν οἱ καλοί γεωργοί· ὅταν δοῦν κάποιο φυτό κοντό καί ἀδύνατο, τό ποτίζουν ἄφθονα καί τό φροντίζουν πολύ, γιά νά μεγαλώσει καί νά στερεωθεῖ, ὅταν ὅμως δοῦν σέ κάποιο φυτό πρόωρα βλαστάρια, κλαδεύουν τά περιττά, γιά νά μήν ξεραθοῦν γρήγορα. Καί οἱ γιατροί ἐπίσης, σέ ἄλλους ἀρρώστους συστήνουν ἄφθονο φαγητό καί περιπάτους, ἐνῶ σέ ἄλλους αὐστηρή καί πολύκαιρη δίαιτα καί νά μή βγαίνουν καθόλου ἀπό τό σπίτι».

Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.

Εὐεργετινός τόμος α΄

Ἐκδόσεις: « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ »

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Ιερομάρτυρος Ιγνατίου του Θεοφόρου

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ιγνάτιος  ήταν διάδοχος των Αποστόλων και χρημάτισε δεύτερος Επίσκοπος Αντιοχείας. Υπήρξε, μαζί με τον Επίσκοπο της Εκκλησίας της Σμύρνης Πολύκαρπο, μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου. Μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Τραϊανού (98 - 117 μ.Χ.) στη Ρώμη, κατασπαραχθείς από τα θηρία.

Μετά το φρικτό μαρτύριο του Αγίου, κάποιοι Χριστιανοί μάζεψαν από τον ιππόδρομο τα εναπομείναντα άγια λείψανά του και τα μετέφεραν στην Αντιόχεια. Η Σύναξη αυτού ετελείτο στην Μεγάλη Εκκλησία.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς θησαυρὸν πλουτοποιῶν δωρημάτων, τὴν τῶν λειψάνων σου μυρίπνοον θήκην, τὴ ποίμνη σου μετήγαγον ἐκ Ρώμης εὐσεβῶς, ἧσπερ τὴν ἐπάνοδον, ἑορτάζοντες ποθῶ, χάριν ἀρυόμεθα, πολλαπλῶν ἰαμάτων, τοὺς σοὺς ἀγῶνας μέλποντες ἀεί, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε ἔνδοξε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐξ ἑῴας σήμερον ἐξανατείλας, καί τήν κτίσιν ἅπασαν, καταλαμπρύνας διδαχαῖς, τῷ Μαρτυρίῳ κεκόσμηται, ὁ Θεοφόρος καί θεῖος Ἰγνάτιος.

Ὁ Οἶκος
Ἱερεμίαν ὁ Θεὸς ἐκ μήτρας ἁγιάσας, καὶ πρὸ τοῦ γεννηθῆναι γινώσκων ὡς προγνώστης, δοχεῖον ἔσεσθαι αὐτὸν Πνεύματος Ἁγίου, ἐμπιπλᾷ τοῦτον εὐθύς, ἐκ νεαρᾶς βιώσεως, καὶ Προφήτην τοῦτον, καὶ κήρυκα πᾶσιν ἀποστέλλει, προαγγέλλειν τὴν ἁγίαν ἐπὶ τῆς γῆς αὐτοῦ παρουσίαν. Τεχθεὶς οὖν ὁ αὐτὸς Θεὸς ἐκ Παρθένου, πρός τὸ κήρυγμα ἐλθών, εὗρεν ἐκ βρέφους, ἄξιον αὐτοῦ τῆς χάριτος ὑποφήτην, τὸν θεοφόρον καὶ θεῖον Ἰγνάτιον.

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

ΟΤΑΝ ΔΙΑΒΑΖΕΤΑΙ Ο ΕΞΑΨΑΛΜΟΣ…..

Το σταυρό μας μπορούμε να κάνουμε στην αρχή και στο τέλος του Εξάψαλμου. Σ’ όλη όμως τη διάρκεια αυτού, ακόμη και στο μέσον του, όταν λέγουμε τα «Δόξα… Και νυν… Αλληλούια…» ΔΕΝ κάνουμε το σταυρό μας, αλλά παρακολουθούμε «εν πάση σιωπή και κατανύξει» τον Αναγνώστη, ο οποίος «μετ’ ευλαβείας και φόβου Θεού», διαβάζει τον Εξάψαλμο.
Διότι ο χρόνος αυτός της αναγνώσεως προεικονίζει το χρόνο της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, κατά τη διάρκεια του οποίου με φόβο και τρόμο θα αναμένουμε την τελική κρίση Του για εμάς.
Και, όπως τότε, έτσι και τώρα θα πρέπει σιωπώντες, όρθιοι, ακίνητοι, χωρίς μετακινήσεις η, προπαντός, χωρίς και τους παραμικρούς θορύβους, να παρακολουθούμε την ανάγνωση αυτή.
(Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στις εσπερινές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας, οι οποίες είναι ο Όρθρος της επομένης. Διότι τότε, αφηρημένοι, μπαίνουμε στους Ναούς χωρίς να προσέχουμε, εάν εκείνη την ώρα διαβάζεται ο Εξάψαλμος. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να παραμένουμε ακίνητοι στην είσοδο του Κυρίως Ναού και μετά το πέρας της αναγνώσεως να μετακινούμαστε για να καταλάβουμε τη θέση μας).
Ο εξάψαλμος αποτελείται από από τους εξης ψαλμούς:
3ος: Εικονίζει την σταθερή ελπίδα της ψυχής στο Θεό.
37ος: Θρήνος της ψυχής για το βάρος των αμαρτιών.
62ος: Απαλή παρηγορητική πρωϊνή προσευχή.
87ος: Δέηση ψυχής τσακισμένης από τις συμφορές.
102ος: Προσευχή ευγνωμοσύνης για τις ευεργεσίες του Θεού.
142ος: Θερμή παράκληση βοήθειας.
Ο εξάψαλμος είναι η κατανυκτική ανάγνωση (όλοι όρθιοι) των 6 παραπάνω από τους 150 ψαλμούς , τους περισσότερους από αυτούς τους έγραψε ο Δαβίδ. Είναι συγχρόνως ύμνος, δέηση, προφητεία.

Γέροντας Παΐσιος: Η αδιαφορία για τον Θεό φέρνει την αδιαφορία και για όλα τα άλλα

Η αδιαφορία για τον Θεό φέρνει την αδιαφορία και για όλα τα άλλα, φέρνει την αποσύνθεση. Η πίστη στον Θεό είναι μεγάλη υπόθεση. Λατρεύει ο άνθρωπος τον Θεό και ύστερα αγαπάει τους γονείς του, το σπίτι του, τους συγγενείς του, την δουλειά του, το χωριό του, τον νόμο του, το κράτος του, την πατρίδα του.


  Άγνοια δεν δικαιολογείται σήμερα στον κόσμο. Λείπει η καλή διάθεση, το φιλότιμο. Εκείνος που έχει καλή διάθεση για να γνωρίσει τον Χριστό, θα Τον γνωρίσει. Θα πάρει στροφή. Και αν δεν βρεθεί ούτε θεολόγος, ούτε ένας καλόγερος, και δεν ακούσει τον λόγο του Θεού, άμα έχει καλή διάθεση, θα πάρει στροφή ή από ένα φίδι ή από ένα θηρίο ή από μια αστραπή, από έναν κατακλυσμό, ή από κάποιο άλλο γεγονός. Θα τον οικονομήσει ο Θεός.
  Και δίκαιο να έχει κανείς, όταν πάει να δικαιώσει τον εαυτό του, πάλι ανάπαυση δεν έχει, πόσο μάλλον να μην έχει δίκαιο και να δικαιολογεί την πτώση του με αναιδέστατο τρόπο. Γι' αυτό, όσο μπορούμε, να προσέχουμε την αναίδεια και την περιφρόνηση όχι μόνον προς τα θεία αλλά και προς τον πλησίον μας, διότι είναι εικόνα Θεού. Οι αναιδείς άνθρωποι βρίσκονται στο πρώτο στάδιο της βλασφημίας κατά του Αγίου Πνεύματος.

Εκείνοι που περιφρονούν τα θεία βρίσκονται στο δεύτερο, και στο τρίτο βρίσκεται ο διάβολος.
Γέροντας Παΐσιος

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Εφραίμ ο Σύρος

Ο Όσιος Εφραίμ καταγόταν από την Ανατολή και γεννήθηκε στην πόλη Νίσιβη της Μεσοποταμίας πιθανώς το 308 μ.Χ. ή και ενωρίτερα. Ήκμασε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου (324 - 337 μ.Χ.), Ιουλιανού του Παραβάτου (361 - 363 μ.Χ.) και των διαδόχων αυτού. Από την μικρή του ηλικία διδάχθηκε την πίστη και την αρετή από τον Επίσκοπο της γενέτειράς του Ιάκωβο (309 - 364 μ.Χ.), ο οποίος και τον χειροτόνησε διάκονο, αλλά ο Όσιος αρνήθηκε να λάβει μεγαλύτερο αξίωμα. Ακολούθησε πολύ νωρίς τον μοναχικό βίο και με το φωτισμό του Παρακλήτου έγραψε πάρα πολλά συγγράμματα πνευματικής και ηθικής οικοδομής. Γι’ αυτό και θαυμάζεται για το πλήθος και το κάλλος των έργων του. Γνώστης ακριβής όλων των δογματικών θεμάτων, ήξερε να καταπολεμά τις αιρέσεις και να υπερασπίζει με θαυμάσια σαφήνεια την Ορθοδοξία. Ήταν εκείνος που κατατρόπωσε σε διάλογο τον αιρετικό Απολλινάριο και οδήγησε πολλούς αιρετικούς να επιστρέψουν στην πατρώα ευσέβεια.

Όταν, διά της συνθήκης του έτους 363 μ.Χ., που υπέγραψε ο διάδοχος του Ιουλιανού του Παραβάτου, Ιοβιανός (363 - 364 μ.Χ.), η Νίσιβης παραδόθηκε στους Πέρσες, ο Όσιος Εφραίμ εγκατέλειψε την πατρίδα του και ήλθε στην Έδεσσα, όπου ασκήτεψε σε παρακείμενο όρος. Το έτος 370 μ.Χ. επισκέφθηκε τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και λίγο αργότερα τους Πατέρες και Ασκητές της Αιγύπτου.

Ο Όσιος Εφραίμ κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 373 μ.Χ. και η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριο της Αγίας Ακυλίνας, στην περιοχή Φιλοξένου, κοντά στην αγορά.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Ἐφραίμ Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ρεῖθρον ἄυλον, ἐν τὴ ψυχή σου, τὸν ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον, κατανύξεως κρατὴρ ἀναδέδειξαι, ὅθεν ἠμᾶς πρὸς ἠθῶν τελειότητα, τοὶς ἱεροίς σου ρυθμίζεις διδάγμασιν. Ἐφραὶμ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.
Τήν ὥραν ἀεί, προβλέπων τῆς ἐτάσεως, ἐθρήνεις πικρώς, Ἐφραίμ δάκρυα κατανύξεως· πρακτικός δέ γέγονας, ἐν τοῖς ἔργοις διδάσκαλος ὅσιε· ὅθεν Πάτερ παγκόσμιε, ῥαθύμους ἐγείρεις πρός μετάνοιαν.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν θησαυρὸν τῆς σοφίας τῶν μυστηρίων Χριστοῦ, τὸν κρατῆρα τὸν θεῖον τῆς κατανύξεως, ἀνυμνήσωμεν πιστοί, ἐν τῇ μνήμῃ αὐτοῦ· φερωνύμως γὰρ ἀεί, τὰς καρδίας τῶν πιστῶν, εὐφραίνει ἔπεσι θείοις, Ἐφραίμ, ὡς πράκτωρ καὶ μύστης, τῶν τοῦ Κυρίου ἀποκαλύψεων.

Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Κάνεις προσευχή και σκέπτεσαι



π. Λίβυος
Κάνεις προσευχή και σκέπτεσαι.
Τώρα εισακούσθηκα; Ήταν καλή; Σωστή; Ωραία; Άρεσε του Θεού;
Θα μου φέρει αποτέλεσμα; Θα νιώσω κάτι; Για να δω…..
Η προσευχή όμως δεν είναι μαθηματικά ούτε χημική ανάλυση. Η προσευχή είναι καλλιέργεια μια σχέσης. Δεν προσεύχομαι επειδή πρέπει αλλά γιατί αγαπώ κάποιον. Θέλω να μιλάω στον αγαπημένο μου!
Ας κάνουμε την προσευχή με απλότητα, χωρίς απολογισμούς και προσδοκίες.
Μην περιμένουμε τίποτα. Απλά προσευχόμαστε με καρδιά, δίχως στόχους και υπολογισμούς.
Και να θυμάσαι καλά, όταν δεν το περιμένεις έρχεται. Η προσμονή κουράζει την σχέση, η απαίτηση την συνθλίβει, το αγαπητικό ερωτικό άφημα την λυτρώνει και την σώζει.

Πες μου, για ποιο λόγο κλαις με τόσο πόνο αυτόν πού πέθανε;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Πες μου, για ποιό λόγο κλαις με τόσο πόνο αυτόν που πέθανε;

Γιατί ήταν κακός; Ε, λοιπόν, όχι μόνο δεν πρέπει να κλαις, αλλά και να ευχαριστείς το Θεό, που σταμάτησε πια η κακία του.

Μήπως, απεναντίας, ήταν καλός; Και στην περίπτωση αυτή πρέπει να χαίρεσαι, γιατί πέθανε «πριν η κακία αλλάξει τη σύνεσή του ή η δολιότητα της αμαρτίας εξαπατήσει την ψυχή του».


Ήταν μήπως νέος; Και γι' αυτό ακόμα ευχαρίστησε το Θεό και δόξασέ Τον, γιατί τον πήρε κοντά Του. Όπως εκείνους που πηγαίνουν για ν' αναλάβουν κάποιο αξίωμα, τους κατευοδώνουμε με χαρά και ικανοποίηση, έτσι πρέπει ν' αποχαιρετάμε κι αυτούς που φεύγουν από τούτη τη ζωή, γιατί πηγαίνουν κοντά στο Θεό, όπου θ' απολαμβάνουν μεγάλη τιμή και ευτυχία.


Δεν λέω, βέβαια, ότι δεν πρέπει να λυπόμαστε για το χωρισμό από τ' αγαπημένα μας πρόσωπα, που πεθαίνουν, αλλά να μη λυπόμαστε περισσότερο απ' όσο πρέπει. Γιατί θα παρηγορηθούμε αρκετά, αν σκεφτούμε ότι ο άνθρωπος, που χάσαμε, ήταν θνητός, όπως όλοι μας.
Με το ν' αγανακτούμε, δεν δείχνουμε τίποτ' άλλο, παρά πως ζητάμε πράγματα ασυμβίβαστα με την ανθρώπινη φύση. Γεννήθηκες άνθρωπος, επομένως θνητός. Γιατί, λοιπόν, υποφέρεις με κάτι τόσο φυσικό, όπως ο θάνατος; Μήπως λυπάσαι, επειδή, για να ζήσεις, πρέπει να τρως; Μήπως επιδιώκεις να ζήσεις χωρίς τροφή; Τότε γιατί επιδιώκεις να μην πεθάνεις;


Όσο φυσικό είναι το να τρως, άλλο τόσο και το να πεθάνεις. Αφού είσαι θνητός, μη ζητάς να γίνεις αθάνατος" γιατί αυτό το πράγμα καθορίστηκε και νομοθετήθηκε μια μόνο φορά και για πάντα. Ας μη μοιάζουμε στους ληστές, που θέλουν να κάνουν δικά τους όσα ανήκουν σε άλλους.
Έτσι, όταν ο Θεός παίρνει από μας χρήματα ή τιμή ή δόξα, ακόμα και το σώμα ή και την ψυχή, παίρνει αυτά που Του ανήκουν. Και το παιδί σου ακόμη αν πάρει, δεν παίρνει ουσιαστικά το παιδί σου, αλλά το δικό Του πλάσμα.

Αφού, λοιπόν, εμείς δεν ανήκουμε στον εαυτό μας, πώς θα ανήκουν σ' εμάς όσα ανήκουν σ' Εκείνον; Αν η ψυχή σου δεν είναι δική σου, πώς είναι δικά σου τα χρήματά σου; Και αν δεν είναι δικά σου, πώς ξοδεύεις άσκοπα ή άπρεπα αυτά που ανήκουν σε άλλον;
Μη λες, "Τα δικά μου ξοδεύω, από τα δικά μου διασκεδάζω"" γιατί ξοδεύεις και διασκεδάζεις με τα ξένα. Και τα αποκαλώ ξένα, γιατί ο Θεός θεωρεί δικά σου όσα σου έδωσε, για να τα μοιράσεις στους φτωχούς. Τότε μόνο τα ξένα γίνονται δικά σου. Αν τα ξοδέψεις για τον εαυτό σου, τότε τα δικά σου γίνονται ξένα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

Ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος εκοιμήθη από εξάντληση στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 μ.Χ. κατά τη διάρκεια της τρίτης του εξορίας από την αυτοκράτειρα Ευδοξία και τάφηκε στα Κόμανα του Πόντου. Το σεπτό λείψανό του περίμενε επί τριάντα έτη, θαμμένο στον τόπο της εξορίας και του μαρτυρίου του.

Όταν όμως το 434 μ.Χ. πατριάρχης εξελέγη ο μαθητής του Άγιος Πρόκλος , παρεκάλεσε τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο να ενεργήσει τα δέοντα, ώστε το λείψανο του μεγάλου αυτού πατέρα της Εκκλησίας να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Και πράγματι, τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 27 Ιανουαρίου του 438 μ.Χ. έγινε η Ανακομιδή των Ιεωρών Λειψάνων του Αγίου.

Η μεταφορά των ιερών λειψάνων από τα Κόμανα συνοδεύτηκε από μια επιστολή - διαταγή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β’, υιού του Αρκαδίου και της Ευδοξίας, η οποία έγραφε:

«Ἐπιστολὴ τοῦ βασιλέως Θεοδοσίου.

Εἰς τὸν οἰκουμενικὸν Πατριάρχην καὶ Διδάσκαλον καὶ πνευματικὸν Πατέρα Ἰωάννην τὸν Χρυσόστομον, τὴν προσκύνησιν προσφέρω ἐγὼ ὁ βασιλεὺς Θεοδόσιος. Ἡμεῖς, Πάτερ τίμιε, νομίζοντες, πῶς εἶναι τὸ σῶμά σου νεκρόν, καθὼς εἶναι καὶ τὰ ἄλλα σώματα τῶν ἀποθανόντων, ἠθελήσαμεν να μεταφέρωμεν αὐτὸ ἁπλῶς εἰς ἡμᾶς. Διὰ τοῦτο καὶ τοῦ ποθουμένου δικαίως ὑστερήθημεν. Ἀλλὰ σύ, Πάτερ τιμιώτατε, συγχώρησον εἰς ἡμᾶς, ὀποῦ μετανοοῦμεν. Σὺ γὰρ ἐδίδαξες εἰς ὅλους τὴν μετάνοιαν. Καὶ δὸς τὸν ἑαυτόν σου, ὣς πατὴρ φιλοπαῖς, εἰς ἡμᾶς τοὺς φιλοπάτορας υἱούς σου, καὶ τοὺς σὲ ποθούντας εὔφρανον διὰ τῆς παρουσίας σου».

Αυτή την επιστολή του αυτοκράτορα την πήγαν στον Άγιο και την τοποθέτησαν πάνω στην λάρνακά του. Τότε ο Άγιος έδωσε τον εαυτό του στους απεσταλμένους του αυτοκράτορα και έτσι αυτοί μετέφεραν την λάρνακα που περιείχε το άγιο λείψανο στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς να κοπιάσουν καθόλου. Η υποδοχή των ιερών λειψάνων του Αγίου υπήρξε παλλαϊκή. Σύσσωμος λαός, κλήρος και μοναχοί, με επικεφαλής τον αυτοκράτορα, τους αυλικούς, τη σύγκλητο και όλους τους άρχοντες, υποδέχθηκαν και προσκύνησαν με σεβασμό τα λείψανά του. Με πολύ ευλάβεια μετέφεραν αρχικά τη λάρνακα στο ναό του Αποστόλου Θωμά, στα Αμαντίου, έπειτα δε στο ναό της Αγίας Ειρήνης. Εκεί έβαλαν το άγιο λείψανο πάνω στο σύνθρονο και άπαντες εβόησαν: «Ἀπόλαβε τὸν θρόνον σου, Ἅγιε». Στη συνέχεια η λάρνακα τοποθετήθηκε σε αυτοκρατορική άμαξα και μεταφέρθηκε στο περιώνυμο ναό των Αγίων Αποστόλων. Εκεί έβαλαν το άγιο λείψανο πάνω στην ιερή καθέδρα και έγινε το θαύμα: ο Άγιος επεφώνησε προς τον λαό το «Εἰρήνη πάσι». Έπειτα το εναπέθεσαν μέσα στο Άγιο Βήμα, κάτω από την Αγία Τράπεζα.

Η Σύναξη του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου ετελείτο στο πάνσεπτο ναό των Αγίων Αποστόλων. Ιερά λείψανα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου αφιέρωσε διά χρυσοβούλλου στη Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους ο αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής (969 - 976 μ.Χ.) και τεμάχιο της αριστεράς χειρός ο Ανδρόνικος ο Παλαιολόγος (1282 - 1328 μ.Χ.), διά χρυσοβούλλου, τον Ιούλιο του έτους 1284 μ.Χ., στη Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους. Επίσης, τμήματα του ιερού λειψάνου φυλάσσονται στις μονές Βατοπαιδίου, Ιβήρων, Αγίου Διονυσίου και Δοχειαρίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός ἐκλάμψασα χάρις, τήν οἰκουμένην ἐφώτισεν, ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυρούς ἐναπέθετο, τό ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλά σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος α’. Χορός Ἄγγελικός.
Εὐφράνθη μυστικῶς, ἡ σεπτή Ἐκκλησία, τῇ Ἀνακομιδῇ, τοῦ σεπτοῦ σου Λειψάνου· καί τοῦτο κατακρύψασα, ὡς χρυσίον πολύτιμον, τοῖς ὑμνοῦσί σε, ἀδιαλείπτως παρέχει, ταῖς πρεσβείαις σου, τῶν ἰαμάτων τήν χάριν, Ἰωάννη Χρυσόστομε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τὴν σοφίαν ἐξ ὕψους καταμαθών, καὶ τὴν χάριν τῶν λόγων παρὰ Θεοῦ, τοῖς πᾶσιν ἐξέλαμψας, ὡς χρυσὸς ἐν καμίνῳ, καὶ τὴν Ἁγίαν Τριάδα, Μονάδα ἐκήρυξας, τήν φιλάργυρον πλάνην, τοξεύσας τοῖς λόγοις σου∙ ὅθεν καὶ πρὸς ζῆλον, βασιλίδα ἐλέγξας, ἀδίκως τῆς ποίμνης σου, ἀπελάθης Μακάριε, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε Χριστῷ τῶ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθω, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Ἡ λαμπάς, ἡ τῶν ἔργων μου στυγνὴ πέφυκεν, Ἰωάννη Χρυσόστομε, καὶ δειλιῶ πρὸς ὑπάντησιν τοῦ ἱεροῦ σου σκήνους∙ ἀλλ᾿ αὐτὸς με ὁδήγησον, καὶ τὰς τρίβους μου εὔθυνον, μετανοίας παρέχων μοι καιρὸν πανάγιε, ὡς αὐτῆς κήρυξ ἔνθεος, καὶ τῶν παθῶν μου τῶν πολυτρόπων κατεύνασον ζάλην∙ καὶ παγίδων τοῦ Βελίαρ ἀφαρπάσας με, εἰς τέλος σῶσόν με, ὅπως ὑμνῶ σου ἀξίως τὴν θείαν ἐπάνοδον, ὡς πρὶν καὶ τὴν κοίμησιν τολμήσας ἐδόξασα, Ἰωάννη Χρυσοστομε.


Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015

Ὅταν τό γνωρίσεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, κάνεις ὑπομονή

Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης

Αχ, τι να σας πώ τώρα. Να σας πώ και αυτό, καίτοι αυτό είναι ένα απόρρητο της ζωής μου, αλλά για την αγάπη σας, να πούμε, γιατί κι εσείς άνηψάκια μου είσαστε, θα σας το πώ.


Το έκζεμα το οποίο έχω, αυτήν την πληγή που έχω στο ποδάρι, το ‘χω από δεκαπέντε χρονών. Δοκίμασα διάφορα φάρμακα, τίποτε. Τώρα που πέρασε η ηλικία, τότες περισσότερο επιδεινώθη το πράγμα. Καθήμενος στο κρεβάτι, το ονομάζω το “κρεβάτι του πόνου” εγώ. Διότι να καθίσω όπως καθόσαστε εσείς, δεν μπορώ. Θα καθίσω λίγο, δεν μπορώ, κατεβαίνουν τα αίματα και πονάει περισσότερο η πληγή, ενώ έτσι, τρόπον τινά, αν βάλεις κι ένα έτσι μαξιλάρι και σηκώνεις λιγάκι το ποδάρι πιο ψηλά, κατεβαίνουν κάτω τα αίματα και ελαφρώνεται ο πόνος. Ε, τη νύχτα προσπαθώ έτσι να ελαφρώσω τον πόνο.
Αλλά καθήμενος εδώ μου δημιουργήθηκε και κύστη κόκκυγος. Όταν το σκέπτεσθε αυτό, είναι το πλέον φρικωδέστερο, να πούμε. Διότι είναι… πολύ πόνο! Πώς να καθίσεις, βρε παιδί μου;
Πώς να καθίσεις; Στο κρεβάτι κάθεσαι. Θα καθίσεις λίγο έτσι, θα καθίσεις λιγάκι δεξιά, λιγάκι αριστερά. Υπομονή· γυρίζεις δεξιά. Δεξιά ο γλουτός εκεί σε πονάει, μετά από μισή ώρα σε πονάει· όχι σε πονάει, σε τσούζει, σε προειδοποιεί ότι θ’ ανοίξει πληγή. Γυρίζεις αριστερά. Πάλι μισή ώρα που κάθεσαι αριστερά, πάλι σε τσούζει, σε πονάει, σε ειδοποιεί ότι θ’ ανοίξει πληγή. Μα εδώ θ’ ανοίξει πληγή, δεξιά θ’ ανοίξει πληγή, αριστερά θ’ ανοίξει πληγή, έτσι ανάσκελα που κάθεσαι πάλι πληγή προμηνύει· έ, τότες εγώ πως να καθίσω; Δοκίμασα να καθίσω μπρούμυτα, μα μπρούμυτα μπορείς να καθίσεις;
Υπομονή, υπομονή, υπομονή, υπομονή, έωσότου μια φορά δεν άντεξα κι έπεσα σε απόγνωση! Μόνο που το σκέπτεσαι, η απόγνωση είναι φρίκη, είναι γεύση κολάσεως, γεύση γεέννης, να πούμε. Σαν να έχω τώρα τούτα εδώ, πως να περπατήσω, να πηδήξω να βγώ απ΄ έξω, πως να το κάνω να φύγω, πως να βγώ; Με κράτησε έξι εως εφτά λεπτά.
Μέσα στον πόνο, μέσα στην απόγνωση, μέσα στην απελπισία που βρισκόμουνα, στη συνοδεία μου δεν έλεγα τίποτες. Μια λεπτή φωνή άκουσα, σαν αύρα λεπτή, να πούμε, ότι: «Έτσι σε θέλει ο Θεός». Με αυτό έτσι σαν να πήρα μια βαθιά αναπνοή· έ, να ‘ναι ευλογημένο, αφού με θέλει ο Θεός, να ‘ναι ευλογημένο· μα δώσ’ μου και υπομονή, γιατί δεν αντέχω εγώ τώρα.
Τί να κάνω, να βγώ έξω να κάνω εγχείρηση; Όλοι σου λένε, εγχείρηση να κάνεις, εγχείρηση να κάνεις. Πώς να βγώ όμως; Εδώ θα μπω στο αυτοκίνητο, θα πάω, αλλά και στο αυτοκίνητο δεν σε τραντάζει; Σηκώνομαι απελπισμένος έτσι και πηγαίνω στο καντηλάκι της Παναγίας, και το καντηλάκι της Παναγίας κι αυτό θαυματουργό είναι· πήρα λίγο βαμπάκι κι έρχομαι στο δωμάτιο, αλείβω το μέρος που είναι η κύστη κόκκυγος και δεξιά και αριστερά τους γλουτούς την πρώτη μέρα. Τη δεύτερη μέρα πάλι, την τρίτη μέρα άφαντα γίνηκαν ολα. Εθαυματούργησε η Παναγία! Τώρα κάθομαι ώρες ολόκληρες, δεν με πονάει ούτε γλουτός ούτε κύστη κόκκυγος.
Και είναι σαν μια βεβαίωση, να πούμε, αυτά τα βιβλία του Γέροντος Ιωσήφ που λεν -και το πρώτο και το δικό σας και του Φιλοθεΐτη- υπομονή στάς θλίψεις. Υπομονή. Σ’ όλο το βιβλίο αναπτύσσεται, να πούμε, το ρητό «υπομονή στας θλίψεις». Και το παίρνει ο Γέροντάς σας και ο άλλος ο Ηγούμενος και το αναπτύσσει σε διάφορες λεπτομέρειες.
Ναι, αλλά η Σκέπη της Παναγίας πάντα υπάρχει, αλλά δεν τη βλέπουμε. Τότες τη βλέπουμε, όταν πρόκειται να πέσουμε μέσα στο χάος, στην άβυσσο. Όταν πρόκειται να πέσουμε, τότες βλέπουμε τη Σκέπη της Παναγίας που μας απαλλάσσει από το να πέσουμε σ’ αυτήν την καταβόθρα, να πούμε.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά το κυριότερο όταν εσταμάτησε, την τρίτη μέρα που έφυγαν οι πόνοι όλοι, μια χαρά κυκλοφόρησε μέσα μου, σαν μια πληροφορία ότι ο Θεός από την πολλήν Του αγάπη, την άμετρο αγάπη Του, την φανέρωσε στο να μου δώσει την πληγή κάτω στο ποδάρι. Και δεν χόρταινα να ευχαριστώ, να δοξάζω, να υμνολογώ, να ευγνωμονώ τον Θεό που μου ‘δωσε την πληγή. Ως δείγμα της αγάπης Του μου ‘δωσε την πληγή αυτή στο ποδάρι. Δεν χόρταινα, μέρα-νύχτα χαιρόμουνα και δοξολογούσα: «Η αγάπη Σου η μεγάλη σ’ αυτό φανερώθηκε· μα πως να Σε δοξολογήσω, μα πως να Σ’ ευχαριστήσω, μα πως να πώ. Η αγάπη Σου εμένα τον ελεεινό, την βρώμα, ο Θεός ο άπειρος, το Αιώνιον, το Ατελεύτητον, εμένα αγάπησες; Μα τι είδες σε μένανε; Δοξάζω την Δόξα, δοξάζω το Ελεήμον, το Οικτίρμον», έλεγα, τώρα δεν μπορώ να πώ τέτοια ώρα, δεν μπορώ να πώ όπως έλεγα τότες. Τρεις μέρες, μετά από τρεις μέρες σταμάτησε.
Γι’ αυτό καλά είναι οι θλίψεις, καλά είναι τα βάσανα, καλά είναι οι στενοχώριες, ξέρει ο Θεός γιατί τις δίνει. Γιατί έτσι περισσότερο πλησιάζουμε στον Θεό, με τις θλίψεις, με τα βάσανα. «Κύριε, εν θλίψει εμνήσθημέν Σου», λέει (Ησ. 26, 16). Με τις θλίψεις πλησιάζουμε. Ο Θεός μας αφαιρεί τις θλίψεις; «Ο φεύγων πειρασμόν επωφελή, φεύγει ζωήν αίώνιον», λέει. Έτσι είναι.
Γι’ αυτό ο άνθρωπος να μην απελπίζεται, να μην έρχεται σε απόγνωση για τη μια αποτυχία. Διότι δεν γνωρίζεις ποιο είναι το θέλημα του Θεού. Όταν το γνωρίσεις το θέλημα του Θεού, κάνεις υπομονή, αλλά το θέλημα του Θεού δεν είναι πάντοτε γλυκό, είναι και πικρό, είναι και πικρό! «Το ποτήριον, ού μή πιω αυτό;» λέει. «Δεν θα το πιώ το ποτήρι, Πέτρο;» λέει. «Θα το πιώ το ποτήρι», και τον ονόμασε και σατανά, «ύπαγε οπίσω μου, σατανά, το ποτήριον ο δέδωκε ο Πατήρ, ου μη πίω αυτό;» (Ιω. 18, 11). Έτσι είναι. Ναι, αλλά διά μέσου του Σταυρού ήρθε η Ανάστασις. «Ιδού γάρ ήλθε διά του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω»· διά μέσου του Σταυρού.
Και ο άγιος Χρυσόστομος επαινεί τον Ιώβ όχι στον πρότερό του βίο, που ήταν ελεήμων, οικτίρμων, που ήταν φιλόξενος, που ήταν της προσευχή ς άνθρωπος, όχι. Την υπομονή που έκανε εις την μεγάλη δοκιμασία που του παρεχώρησε ο Θεός, στον πειρασμό, στην ασθένεια του. Η ασθένεια αυτή έκζεμα ήταν, όλο το σώμα του το ‘ξυνε κι έβγαζε ιχώρα, πύον έβγαζε. Εκεί επαινεί περισσότερο ο άγιος Χρυσόστομος τον Ιώβ. Αλλά «τήν υπομονήν Ιώβ ηκούσατε» (Ιακ. 5, 11).

Πηγή: Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, Έκδοση Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ» Κατουνάκια Αγίου Όρους, Α’ έκδοση 2000.

Ὁ παπά Σάββας, ὁ Ρουμάνος διάκονος καί ὁ φύλακας ἄγγελος

Στο Άγιο Όρος όχι και πολύ μακρυά από την Αγία Άννα, σε μία κορυφή ψηλά, μόλις που φαίνεται ένα κελί. Το είχε ένας πνευματικός παλιά, τον λέγανε παπά – Σάββα. Στους τόσους που εξομολογούσε ο παπά-Σάββας, ήτανε και ένας Ρουμάνος διάκονος.


Νεαρός ακόμη ήρθε στον Άθω και ησύχαζε κάπου στην έρημο. Πνευματικέ μου, (του λέει μία μέρα ο διάκονος περίλυπος), μη ξεχάσεις να μνημονεύσεις αύριο στην λειτουργία την μητέρα μου που έχει τα τρίτα της. (Πέθανε δηλαδή πριν τρεις μέρες).
Και του λέει χωρίς να δείξει τώρα την αγωνία του ο πνευματικός:
Για πες μου παιδί μου: Η μητέρα σου έχει αύριο τα τρίτα της, δηλαδή πέθανε προχθές. Πέθανε στην Ρουμανία. Πώς εσύ σε δυό μέρες πληροφορήθηκες τον θάνατό της;
Μεσολάβησε λίγη σιγή, δεν υπήρχαν τηλέφωνα δεν είχαν τηλέφωνα, όπως εγώ στην σκήτη μου, δεν έχουμε ρεύμα. Δεν είχανε τηλέφωνα.
Πώς το έμαθα; Άρχισε να λέει δειλά ο διάκονος. Να, μου το είπε…
-Ποιος σου το είπε;
-Μου το είπε ο φύλακας άγγελος μου.
-Ο φύλακας άγγελος σου; Έχεις δει τον άγγελο σου;
-Αξιώθηκα να τον δω. Δεν είναι μια και δύο φορές, είναι τώρα δύο χρόνια μου παρουσιάζεται και με συντροφεύει στην προσευχή. Λέμε μαζί τους χαιρετισμούς κάνουμε μετάνοιες, ανοίγουμε πνευματικές συζητήσεις.
Εκείνο το δύο χρόνια, πίκρανε πολύ τον παπά-Σάββα.
-Και γιατί παιδί μου τόσο καιρό δε μου ανέφερες τίποτα;
aggelos
-Μού είπε ο άγγελος πως δεν είναι απαραίτητο.
-Παιδί μου είσαι βέβαιος πως είναι άγγελος του Θεού αυτός που σου εμφανίζεται;
-Βέβαιος; Βεβαιότατος γέροντά μου,  προσευχόμαστε μαζί, κάνουμε καθημερινώς χίλιες μετάνοιες, συζητούμε για την μέλλουσα ζωή, για τον Παράδεισο, ο φύλακας άγγελός μου είναι.
Ο διάκονος φαινόταν αμετάπειστος. Εκείνο όμως που τον έκανε δεκτικό ήταν η εμπιστοσύνη του στον θεοφώτιστο πνευματικό του. Αλλά πάλι έλεγε πώς μπορεί ο δαίμονας να με ενισχύσει στην προσευχή; Αυτός πολεμεί τους προσευχομένους. Μετά από πολλά, συμφώνησαν να καταφύγουν σε μερικές δοκιμασίες, να δοκιμάσουν τον φύλακα άγγελο.

Ζήτησέ του μόλις ξανάρθει (λέει ο παπά-Σάββας) να πει το: Θεοτόκε Παρθένε, ακόμη πες του να κάνει το σημείο του Σταυρού. Τα πράγματα όμως δεν ήταν τόσο απλά. Όταν δύο ολόκληρα χρόνια σε έχει ο πονηρός τυλιγμένο στην πλάνη, τότε και τα μάτια σου, και τα αυτιά σου τα πλανεύει και φαντάζεσαι πως ακούς το Θεοτόκε Παρθένε και νομίζεις ότι τον βλέπεις να κάνει τον σταυρό του και να σταυροκοπιέται.
Στην επόμενη επίσκεψη ο διάκονος με κάποια ικανοποίηση ανάγγειλε στον πνευματικό: Γέροντά μου τα πράγματα έχουν όπως σου τα έλεγα είναι άγγελος του Θεού, είναι ο φύλακας άγγελός μου. Και το Θεοτόκε Παρθένε το είπε και τον σταυρό του τον έκανε.
Μόνο οι άγιοι και οι άγγελοι ξέρουνε τι σκεπτόμαστε. Ο  διάβολος δεν έχει τις δυνάμεις που νομίζουμε.  Δεν ξέρει τι σκεπτόμαστε. Οι άγγελοι ξέρουν τι σκεπτόμαστε. Οι άγιοι, όχι μόνο όσοι έχουν φύγει στον ουρανό αλλά και όσοι είναι ανάμεσά μας, μόλις μας δούνε, ξέρουνε τι σκεπτόμαστε. Ο διάβολος δεν το ξέρει.
Του λέει τώρα ο πνευματικός ο παπά-Σάββας: Πρόσεξε τι θα κάνουμε: Εγώ αυτή τη στιγμή, ακριβώς αυτή τη στιγμή κάτι θα σκεφθώ (σκέφθηκε κάτι εις βάρος του διαβόλου), και το αφήνω κρυφό, μέσα μου. Εσύ το βράδυ θα ζητήσεις από τον άγγελο να σου πει. Αν το βρει τότε χωρίς αμφιβολία είναι άγγελος από τον Θεό. Και να έρθεις να με ενημερώσεις.
Γυρίζοντας ο διάκονος στην καλύβη του, κάτι σάλευε μέσα του, κάτι σαν αγωνία, κάτι σα δυσάρεστη προαίσθηση. Από την άλλη μεριά θαύμαζε και την σπουδαία ιδέα του πνευματικού. Η υπόθεση θα περνούσε την κρίσιμη φάση της. Μόλις ζητήθηκε την νύχτα από τον άγγελο η λύση του προβλήματος, κάποια δυσδιάκριτη ταραχή, αυλάκωσε το φωτεινό πρόσωπό του. Φάνηκε να σαστίζει.
Μα αγαπητέ μου πάτερ, γιατί εσύ ανώτερος άνθρωπος να ενδιαφέρεσαι για τους λογισμούς ενός παπά; Αυτό είναι κατάντημα, φτωχές επιθυμίες. Δε προτιμάς να σου δείξω απόψε την κόλαση, τον παράδεισο, την δόξα της Κυρίας Θεοτόκου; Ο διάκονος που κάτι άρχισε να υποψιάζεται επέμεινε στο θέμα τους.
-Κάνω υπακοή στον πνευματικό μου, να μου πεις τι σκεφθηκε. Ο άγγελος με μερικούς ελιγμούς προσπάθησε να μεταφέρει αλλού την συζήτηση.
Ο διάκονος όμως με επιμονή τον μετέφερε στο θέμα. Άλλωστε οι τεχνικές αυτές υπεκφυγές δε του προξενούσαν καλή εντύπωση. Να μου πεις τι σκέφθηκε ο πνευματικός. Το θέμα είναι απλό! Γιατί αποφεύγεις; Το αγνοείς;
-Πρόσεξε διάκο, με τον μικροπρεπή τρόπο που μου συμπεριφέρεσαι κινδυνεύεις να χάσεις την εύνοιά μου.
-Δε ξέρω, σου ζητώ κάτι το εύκολο. Γνωρίζεις ή όχι επιτέλους, τι σκεφθηκε ο πνευματικός;
Την ώρα αυτή πετάχτηκε το λαμπερό προσωπείο. Μια φρικτή μορφή αποκαλύφθηκε και σαν από στόμα θηρίου ακούσθηκαν τα λόγια:
-Να χαθείς άθλιε, αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση και στην φωτιά, θα σε κάψουμε και θα σε καταστρέψουμε, αύριο αυτή την ώρα.
Και ο διάκονος έμεινε μόνος του και σωστό ερείπιο. Όλη η γλυκύτητα των οπτασιών δυο χρόνια τώρα δεν αντιστάθμιζε την τωρινή του πικρία.
Εάν δεν τον στήριζαν από μακρυά οι προσευχές του πνευματικού που ξαγρυπνούσε και παρακαλούσε για αυτόν, θα είχε παραδώσει το πνεύμα του. Πέρασαν αρκετές ώρες ώσπου να συνέλθει και να σταθεί στα πόδια του. Η καλύβη του πια δεν τον χωρούσε. Πουθενά δεν έβλεπε ασφάλεια παρά μόνο κοντά στον πνευματικό. Σ’ όλη την διαδρομή βούιζε στα αυτιά του η απειλή: Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση. Κι ο τρόμος τον διαπερνούσε μέχρι το μεδούλι.
Έφτασε όπως έφτασε ως την καλύβη της αναστάσεως. Έπιασε το ράσο του πνευματικού και δεν το άφηνε ούτε στιγμή, και την ώρα που έπρεπε να κοιμηθεί εκείνος λίγο, δίπλα του ο τρομοκρατημένος διάκονος. Μη φοβάσαι παιδί μου, ηρέμησε!
-Πώς να μη φοβηθώ πνευματικέ μου, που πλησιάζει η ώρα; πλησιάζει η ώρα που θα με πάρουνε! Χριστέ μου σώσε με! Και πράγματι την καθορισμένη ώρα, δέχθηκε βίαια επίθεση των πονηρών πνευμάτων.
Τι κραυγές τρόμου και απελπισίας ήταν αυτές! Σώσε με πνευματικέ μου, χάνομαι! Με παίρνουν! Σώσε με! Γονατίζει ο παπά-Σάββας και γεμάτος πόνο και δάκρυα, δέεται στον Κύριο να λυπηθεί τον δούλο του και να επιτιμήσει τους πονηρούς δαίμονες. Εισακούσθηκε η δέησή του. Και ο ταλαίπωρος διάκονος σώθηκε από στόματος λέοντος.  Με τον χρόνο και την καθοδήγηση του παπά-Σάββα ο Ρουμάνος διάκονος ηρέμησε. Η πνευματική του ζωή πήρε καλή εξέλιξη, χειροτονήθηκε αργότερα και ιερέας, και διακρινόταν πάντα για την ευλάβειά του.
                                                                           
τού π. Νίκωνα, Νέα Σκήτη

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Ξενοφών μετά της συμβίου του Μαρίας και των τέκνων Αρκαδίου και Ιωάννη

Ο Όσιος Ξενοφών κατοικούσε στην Κωνσταντινούπολη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Ιουστίνου Α’ (518 - 527 μ.Χ.) και Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Ήταν πλούσιος συγκλητικός και διακρινόταν για την βαθιά ευσέβειά του προς τον Θεό. Είχε δύο παιδιά, τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη. Μόλις αυτά τελείωσαν τα εγκύκλια γράμματα, τα έστειλε στη Βηρυτό της Φοινίκης, για να μελετήσουν και να σπουδάσουν τη νομική επιστήμη. Καθ’ οδόν το πλοίο με το οποίο ταξίδευαν ναυάγησε. Διασώθηκαν όμως και μετέβησαν στα Ιεροσόλυμα όπου έγιναν μοναχοί. Οι γονείς τους, Ξενοφών και Μαρία, τους αναζήτησαν και πληροφορήθηκαν ότι διάγουν στην έρημο ασκητικό βίο, δόξασαν τον Θεό και αποταξάμενοι τον κόσμο, ακολούθησαν και αυτοί το μοναχικό βίο. Ο Ξενοφών, η γυναίκα του και τα παιδιά τους πρόκοψαν τόσο πολύ στην αρετή και στη φιλανθρωπία, ώστε τους αξίωσε ο Θεός να επιτελούν και θαύματα. Έτσι η θεία αυτή οικογένεια έζησε θεοφιλώς και κοιμήθηκε με ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ'. Ό υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ως γενεά ευλογητή τω Κυρίω, της ουρανίου ηξιώθησαν δόξης, ασκητικώς δοξάσαντες Χριστόν επί της γης. Ξενοφών ο Όσιος, και η τούτου συμβία, συν τοις αριστεύσασιν, ιεροίς αυτών τέκνοις, ους ευφημούντες είπωμεν φαιδρώς χαίροις Οσίων χορεία τετράριθμε.

Κοντάκιον
Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον
Την του βίου θάλασσαν διεκφυγόντες, Ξενοφών ο δίκαιος, συν τη συζύγω τη σεπτή, εν ουρανοίς συνευφραίνονται, μετά των τέκνων, Χριστόν μεγαλύνοντες.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον
Ἐν αὐλαῖς ἠγρύμνησας ταῖς τοῦ Δεσπότου, τοῖς πτωχοῖς σκορπίσας σου, τόν πλοῦτον Μάκαρ ἱλαρῶς, σύν τῇ συζύγῳ καί τέκνοις σου· διό κληροῦσθε τήν θείαν ἀπόλαυσιν.

Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2015

Σκέψεις στο Ευαγγέλιο της Κυριακής

Πρωτ. Γεωργίου Δορπαράκη

«Σήμερον εν τω οίκω σου δει με μείναι» (Λουκ. 19, 5)

α. Μία άλλη Υπαπαντή μπορεί να χαρακτηριστεί η περίπτωση που καταγράφει το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα και που διαδραματίζεται στην Ιεριχώ με τον αρχιτελώνη Ζακχαίο. Ο Κύριος συναντά τον Ζακχαίο, με  αποτέλεσμα της συνάντησης αυτής, παρά τη συκομοριά, που θα ολοκληρωθεί  στο σπίτι του Ζακχαίου – μάλλον που ξεκινά την ολοκλήρωση, αφού έκτοτε η ζωή του αγίου Ζακχαίου ήταν μία αδιάκοπη αναζήτηση του Κυρίου – τη σωτηρία αυτού και όλης της οικογενείας του. Κατά το ευαγγελικό ανάγνωσμα, η συνάντηση προϋπέθετε δύο συγκλίνουσες ενέργειες: την ενέργεια του ίδιου του Κυρίου, που ήλθε «ζητήσαι και σώσαι το απολωλός», και την ενέργεια του Ζακχαίου, που «εζήτει ιδείν τον Ιησούν». Η ώρα της πρώτης φάσης της συνάντησης κατακλείεται με τη φράση του Κυρίου: «σήμερον εν τω οίκω σου δει με μείναι», σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου.

β. 1. Το αίτημα αυτό του Κυρίου να μείνει στο σπίτι του Ζακχαίου συνιστά καταρχάς μία παραδοξότητα: ο Ζακχαίος ήταν αρχιτελώνης, δηλαδή άνθρωπος αμαρτωλός, δεδομένου ότι οι τελώνες, ως γνωστόν, εξυπηρετούσαν τους κατακτητές των Ιουδαίων Ρωμαίους και καταπίεζαν οικονομικά τον απλό λαό μέχρι πλήρους εξαντλήσεώς του. Γι’ αυτό και ο γογγυσμός των Ιουδαίων για την επιλογή του Κυρίου να πάει στο σπίτι του Ζακχαίου – «και ιδόντες πάντες διεγόγγυζον ότι παρά αμαρτωλώ ανδρί εισήλθε καταλύσαι» - μπορεί να θεωρηθεί εκ πρώτης όψεως δικαιολογημένος. Αλλά η εξήγηση της παραδοξότητας αυτής φαίνεται να υπάρχει στο «σήμερον» του Κυρίου. Το «σήμερον» φανερώνει την ώρα του Θεού για τον Ζακχαίο. Την ώρα που η ψυχή του Ζακχαίου ήταν ανοιχτή στην παρουσία και την ενέργεια Εκείνου, την ώρα δηλαδή που ο άνθρωπος  μπορεί να νιώσει την πάντοτε αναζητούσα αυτόν χάρη του Θεού. Πρόκειται για τις παρόμοιες περιπτώσεις που καταγράφει ιδίως ο ευαγγελιστής Ιωάννης, σαν εκείνην με τη Σαμαρείτιδα «παρά το φρέαρ του Ιακώβ», με τη συγκλονιστική φράση «ώρα  ην ωσεί έκτη». Το «σήμερον» λοιπόν ως η ώρα της χάρης για τον Ζακχαίο δίνει και το νόημα του «δει», του πρέπει. «Πρέπει να μείνω στο σπίτι σου».

2. Ποια στοιχεία συγκεκριμένα συνθέτουν την ώρα αυτή και οριοθετούν την αναγκαιότητά της; Πρώτον, όπως είπαμε, η αναζήτηση του ίδιου του Κυρίου. Ο Κύριος ήλθε στον κόσμο «ζητήσαι και σώσαι το απολωλός». Ο άνθρωπος χαμένος στα πάθη και τις αμαρτίες του, λόγω της άγνοιας του αληθινού Θεού και της επιρροής του αρχεκάκου διαβόλου, είχε ανάγκη αναζητήσεώς του από τον Θεό. Κανείς πέραν του ίδιου  του Δημιουργού δεν μπορούσε να ρίξει φως στη ζόφωση αυτή του ανθρώπου, κανείς πέραν Εκείνου που είναι το φως του κόσμου, του ενανθρωπήσαντος Θεού μας: «Εγώ ειμι το φως του κόσμου». Κι ένας τέτοιος χαμένος άνθρωπος ήταν και ο Ζακχαίος. Το ίδιο το επάγγελμά του – να καταπιέζει και να αδικεί του ανθρώπους – είναι η μεγαλύτερη επιβεβαίωση. Ποτέ κανείς ζώντας με αδικία δεν βρίσκεται στην καθάρια ατμόσφαιρα της παρουσίας του Θεού. Η καταχνιά, η ζόφωση, η σύγχυση αποτελούν τα μόνιμα γνωρίσματα της ψυχής του. Ο Κύριος λοιπόν έρχεται προς αναζήτηση και του Ζακχαίου. Στο «στόχαστρο» της αγάπης Του, εκείνη την ημέρα, είχε αυτόν και την οικογένειά του. Κι από ό,τι τελικώς θα αποδειχτεί, και όλη την πόλη της Ιεριχώς: η αποκατάσταση που θα κάνει ο Ζακχαίος, θα περιλάβει σχεδόν όλους τους κατοίκους της: το ήμισυ της περιουσίας του θα πάει στους φτωχούς, θα δώσει πίσω στο τετραπλάσιο, δηλαδή στο ανώτερο δυνατό σημείο  για τα Ιουδαϊκά δεδομένα, ό,τι είχε πάρει από αδικίες.

Δεύτερον, η αναζήτηση του ίδιου του Ζακχαίου: «ο Ζακχαίος εζήτει ιδείν τον Ιησούν». Δεν ξέρουμε ακριβώς το κίνητρό του, αλλά σαφώς υπονοείται από το ανάγνωσμα ότι ο Ζακχαίος πρέπει να μην αισθανόταν καθόλου  καλά μέσα του με ό,τι έπραττε και ενεργούσε. Η καρδιά του δεν πρέπει να είχε φτάσει σε σημείο πώρωσης, που σημαίνει ότι οι αδικίες που έπραττε του προκαλούσαν «θλίψιν και στενοχωρίαν» κατά τον απόστολο. Κι αυτή η εσωτερική του πίεση – ένα είδος απελπισίας ίσως από τον εαυτό του – τον έκανε να αναζητεί τον Ιησού, τον λαϊκό δάσκαλο που περιφρονούσαν οι επίσημοι δάσκαλοι και άρχοντες του Ιουδαϊσμού. Η αναζήτηση λοιπόν αυτή του Ζακχαίου δεν ήταν μία επιφανειακή αναζήτηση, μία περιέργεια, κατά το παράδειγμα του Ηρώδη Αγρίππα, ο οποίος και αυτός ζητούσε να δει τον Ιησού, σαν κάποιο μάγο όμως και θαυματουργό (Πρβλ. Λουκ. 23, 8-9). Η αναζήτησή  του ήταν βαθιά και αποφασιστική, που τον κάνει να μην υπολογίζει τίποτε: ούτε τη θέση του ούτε την υπόληψή του – το ανέβασμά του στη συκομοριά συνιστούσε μεγάλη πρόκληση για τον λαό σε σχέση με το αξίωμά του. Κι αυτό θα πει: εκείνη την ώρα ο Ζακχαίος «ρίσκαρε», κατά το κοινώς λεγόμενο, την κοινωνική του υπόληψη. Έκανε κάτι που περιείχε ένα στοιχείο προσωπικής θυσίας.

3. Έτσι η ώρα συνάντησης με τον Χριστό κάθε ανθρώπου – δεδομένου ότι εν προκειμένω ο Ζακχαίος λειτουργεί ως τύπος κάθε ανθρώπου – δεν είναι ώρα αδιαφορίας και υποτονικότητας, δεν είναι ώρα λογικής ψυχραιμίας και θεωρούμενης αξιοπρέπειας. Μία τέτοια κατανόηση φανερώνει εγωισμό και θωράκιση στον ψεύτικο εαυτό μας. Η ώρα αυτή είναι ώρα έντασης και θεοποιού «τρέλας»:  κάνει αυτόν που τον καταλαμβάνει να ξεπερνά τα συμβατικά πλαίσια της κοινωνίας μέσα στην οποία ζει και να προβαίνει σε υπέρβαση του εαυτού. Με ποιο σκοπό; Να φτάσει στο σημείο συντονισμού του με τον εξίσου ανατρεπτικό Θεό μας, ο Οποίος «εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ’  εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών» (Φιλ. 2, 6-7) (αν και ήταν Θεός, δεν θεώρησε την ισότητά του με τον Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα και πήρε μορφή δούλου). Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ώρα της συνάντησης με τον Θεό είναι ώρα «τρέλας» εκ μέρους πρώτα του Θεού, λόγω του μανικού έρωτά Του προς τα πλάσματά Του, και εκ μέρους έπειτα του ανθρώπου, λόγω της απελπισίας του από ό,τι μπορεί να προσφέρει σ’ αυτόν ο πεσμένος στην αμαρτία κόσμος. Όση «αξιοπρέπεια» έλειψε από τον Θεό – τι «αξιοπρέπεια» μπορεί να έχει ένας Θεός γεννημένος σαν άνθρωπος και μάλιστα σε στάβλο στο πιο άσημο χωριό της Ιουδαίας, κι έπειτα Εσταυρωμένος; - τόση πρέπει να λείψει και από τον άνθρωπο, αν θέλει να βρει το σημείο συνάντησης μαζί Του. Θέλουμε να πούμε ότι η ταπείνωση του ανθρώπου αποτελεί την προϋπόθεση να βρει τον ταπεινό Θεό και να σχετιστεί μαζί Του.

4. Το αποτέλεσμα τελικώς επιβεβαιώνει την αλήθεια: ο Ζακχαίος σώθηκε και μαζί με αυτόν και η οικογένειά του. «Σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο». Σωτηρία, διότι η συνάντηση αυτή με τον Κύριο τον οδήγησε σε αληθινή μετάνοια, σε έμπρακτη δηλαδή αλλαγή του, η οποία φανερώθηκε με την προσφορά αφενός του μισού της περιουσίας του στους φτωχούς αδελφούς του, στην αποκατάσταση έπειτα, όπως είδαμε, του κάθε από αυτόν αδικημένου, και μάλιστα στο τετραπλάσιο. Κι αυτό βεβαίως σημαίνει ότι η σχέση με τον Χριστό είναι αληθινή, στο βαθμό που ο άνθρωπος αλλάζει τρόπο ζωής και ανοίγεται εν αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Δέχτηκε δηλαδή ο Ζακχαίος τον Χριστό στο σπίτι του, αμέσως το σπίτι του έγινε «κατ’ οίκον Εκκλησία», αγκαλιά για όλον τον υπόλοιπο κόσμο.

γ. Στο πρόσωπο του Ζακχαίου κρινόμαστε όλοι, κληρικοί και λαϊκοί: αν δηλαδή έχουμε συναντήσει πράγματι τον Χριστό, κι αν Τον έχουμε συναντήσει, πώς φανερώνεται τούτο με τη στάση μας έναντι των συνανθρώπων μας. Κι αυτό θα πει: έχουμε τον πόθο και την «τρέλα» να είμαστε μαζί Του; Είμαστε διατεθειμένοι προς χάρη Του να χάσουμε πράγματα που μας «ανήκουν», προκειμένου να τα δώσουμε σε εκείνους που όντως τους ανήκουν: στους αδελφούς μας εν Χριστώ;

Σκέψεις στον Απόστολο της Κυριακής

Πρωτ. Γεωργίου Δορπαράκη

«Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπε ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος...» (῾Εβρ. ζ´ 26 )

α. ῾Η ᾽Εκκλησία μας ἐπί τῇ μνήμῃ τῶν μεγάλων αὐτῆς Πατέρων καί Διδασκάλων ἁγίων ἀρχιερέων ἔχει ἐπιλέξει ἐκεῖνο τό ἀνάγνωσμα ἀπό τήν πρός ῾Εβραίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τό ὁποῖο κάνει λόγο γιά τήν ἀρχιερωσύνη τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, προκειμένου δι᾽ αὐτοῦ τοῦ τρόπου νά φανερώσει ὅτι οἱ ἅγιοι αὐτοί Πατέρες ἔζησαν τήν ἐπί γῆς ζωή τους κατά τόν τρόπο τοῦ Κυρίου. ῞Οπως δηλαδή ὁ Κύριος ὑπῆρξε ὁ κατεξοχήν ἀρχιερεύς ἐπειδή θυσιάστηκε ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς, κατά τόν ἴδιο τρόπο καί οἱ ἅγιοι Πατέρες μετέχοντας στήν ἀρχιερωσύνη αὐτή τοῦ Κυρίου ἔζησαν τή ζωή τους ἀντιστοίχως: μέ θυσία τοῦ ἑαυτοῦ τους ὑπέρ τοῦ ποιμνίου τους καί ὑπέρ τῆς ᾽Εκκλησίας, μέ ὁσιότητα καί ἀκακία. Αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τή σημερινή ἑορτή τοῦ μεγάλου Πατρός καί Οἰκουμενικοῦ Διδασκάλου ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.

β. 1. Καί θά πρέπει νά θυμίσουμε καταρχάς ὅτι ὁ Κύριος ἐπιτέλεσε τό ἀπολυτρωτικό Του ἔργο καί μέ τό κήρυγμα καί τά θαύματά Του φανερώνοντας τό προφητικό λεγόμενο ἀξίωμά Του, καί μέ τήν παντοδυναμία Του ὡς Θεός μέ τήν ᾽Ανάσταση, τήν ᾽Ανάληψη, τήν ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός καθέδρα Του, τήν ἀποστολή τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί τήν ἵδρυση τῆς ᾽Εκκλησίας Του φανερώνοντας τό βασιλικό ἀξίωμά Του, καί προπαντός μέ τήν ὅλη ἐν Πάθει ζωή Του ἀποκορύφωμα τῆς ὁποίας ἦταν ὁ Σταυρός φανερώνοντας τό ἀρχιερατικό ἀξίωμά Του. ῾Η ἀρχιερωσύνη ἰδίως τοῦ Κυρίου ἦταν αὐτή πού ἐπέφερε τό ἀποφασιστικό πλῆγμα κατά τοῦ διαβόλου καί τῆς ἁμαρτίας, συνεπῶς καί τοῦ ἀποτελέσματός της τοῦ θανάτου, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἐπάνω στόν Σταυρό βεβαιώνει τόν θυσιαστικό χαρακτήρα τῆς ἱερωσύνης, «αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» καί καταργώντας «τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοὐτέστιν τόν διάβολον». Γι᾽ αὐτό καί «ἔδει παθεῖν  τόν Χριστόν», κατά τόν προφητικό καί εὐαγγελικό λόγο.

2. Σ᾽ αὐτήν τήν ἀληθινή ἀρχιερωσύνη τοῦ Κυρίου, τύπος τῆς ὁποίας ἦταν ἡ ἱερωσύνη στήν Παλαιά Διαθήκη, μετέχουν ὅλοι οἱ ἐν Χριστῷ βαπτισμένοι στήν ᾽Εκκλησία – πρόκειται γιά τήν πνευματική λεγόμενη ἱερωσύνη, τό «βασίλειον ἱεράτευμα» κατά τόν ἀπόστολο - ἰδίως δέ οἱ ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς κατά «προσθήκην Πνεύματος» (ἱ. Χρυσόστομος)  μέ τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης - ἡ λεγόμενη εἰδική ἤ χειροτονημένη ἱερωσύνη. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί, λαϊκοί καί κυρίως κληρικοί, ἔχουν δεχθεῖ τή χάρη τῆς θυσίας ὡς μέλη Χριστοῦ. Κι ὅταν λέμε χάρη θυσίας ἐννοοῦμε τή χάρη τῆς ἐν ἀγάπῃ διακονίας πρός χάρη τῶν ἀδελφῶν καί ὅλου τοῦ κόσμου πού φθάνει μέχρι τοῦ βαθμοῦ τῆς πλήρους παραθεώρησης τῶν προσωπικῶν συμφερόντων ὑπέρ τῶν συνανθρώπων τους. «Αὕτη ἐστίν ἡ ἐντολή ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθώς ἐγώ ἠγάπησα ὑμᾶς. Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει, ἵνα τις τήν ψυχήν αὐτοῦ θῇ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (ὁ Κύριος).

῎Αν τήν ἱερωσύνη δέν τήν κατανοήσει κανείς κατ᾽ αὐτό τό πρότυπο τοῦ Κυρίου καί τῶν ἀποστόλων Του -  τό ξαναλέμε: ὡς θυσιαστική ἐν ἀγάπῃ διακονία τοῦ συνανθρώπου – τότε δυστυχῶς διαστρέφεται καί ἐκφυλίζεται σέ κοσμικοῦ τύπου ἐξάσκησή της, ἡ ὁποία ἐλέγχθηκε καί καταδικάστηκε  ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο: «Οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν καί κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν. Οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ἡμῖν, ἀλλ᾽ ὅστις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔστω πάντων ἔσχατος καί πάντων διάκονος». «Οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι». «᾽Εγώ εἰμι ἐν μέσῳ ὑμῶν ὡς ὁ διακονῶν». ῞Ολοι λοιπόν οἱ πιστοί, κατεξοχήν οἱ κληρικοί, ἔχουμε τή δυναμική τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ὅταν ἐπιβεβαιώνεται  διά τῆς προσωπικῆς μας ζωῆς μᾶς κάνει ἀληθινά μετόχους τῆς ἱερωσύνης τοῦ Χριστοῦ, μᾶς κάνει δηλαδή ὄντως ἱερεῖς. Αὐτή εἶναι καί ἡ πραγματική ἔννοια πού δίνει καί ὁ Κύριος γιά τόν ποιμένα. ᾽Αληθινός ποιμένας εἶναι αὐτός πού θυσιάζεται γιά τό ποίμνιό του καί πού βρίσκεται σέ ἑτοιμότητα πάντοτε νά σκύβει ἐν ἀγάπῃ πρός τά προβλήματα τῶν ἀνθρώπων γινόμενος «τοῖς πᾶσι τά πάντα». «᾽Εγώ εἰμι ὁ ποιμήν ὁ καλός. ῾Ο ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων».

3. Τέτοιος ἱερέας καί ἀρχιερέας καί τέτοιος ποιμένας κατά τό πρότυπο τοῦ Κυρίου ὑπῆρξε καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. ῞Ολη του ἡ ζωή ἦταν μία ἀδιάκοπη δοξολογία τοῦ Κυρίου καί μία ἀέναη διακονία τῶν συνανθρώπων του. Καί πρό τῆς χειροτονίας του σέ κληρικό, κατεξοχήν ὅμως μετά ἀπό αὐτήν, ἰδίως ἀφότου ἀνῆλθε στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ προσωπική του ζωή ἦταν ἡ ζωή τῶν ἄλλων. ῎Εχοντας καθαρίσει διά τῆς ἀσκητικῆς του διαγωγῆς ὅσο ἦταν δυνατόν στόν ἄνθρωπο τήν καρδιά του ἀπό τά ψεκτά πάθη – τή φιληδονία, τή φιλαργυρία, τη φιλοδοξία – δέχτηκε τίς φωτιστικές ἀκτίνες τοῦ Πνεύματος καί βίωσε τήν ἀληθινή ἀγάπη. Συνεπῶς ἡ ἀναφορά του διαρκῶς ἦταν ὁ Θεός καί ὁ συνάνθρωπος. Καί μάλιστα εἶχε κατανοήσει στόν ἀπόλυτο βαθμό ὅτι τόν Θεό Τόν συναντᾶ κανείς στό πρόσωπο καί τοῦ πιό ἐλάχιστου ἀδελφοῦ. Τό «ἐφ᾽ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» τοῦ Κυρίου τό εἶχε ὡς τό στημόνι τῆς ἁγιασμένης βιοτῆς του.

Τήν ἀλήθεια αὐτήν τήν ἐπισημαίνουμε σέ πάμπολλες περιπτώσεις τῆς ἁγιασμένης ζωῆς του, φάνηκε δέ στό ἔπακρο ὅταν προήδρευσε στή Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Κωνσταντινούπολη (381). Ἐνώ ήταν ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐν Πνεύματι φωτίστηκε ἰδιαιτέρως προκειμένου νά κατανοηθεῖ καί νά διατυπωθεῖ ἡ θεότητα τοῦ τρίτου προσώπου τῆς ἁγίας Τριάδος, τοῦ ἁγίου Πνεύματος, κάτι πού ὁδήγησε καί στή συμπλήρωση τῶν ἄρθρων τοῦ συμβόλου Πίστεως τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό Κύριον, τό Ζωοποιόν….», ἐνῶ ἡ μεγάλη προσωπικότητά του σφράγιζε τήν ἐποχή του ἀναδεικνύμενος ὡς φαεινός ἀστήρ, δέν δίστασε νά καταθέσει τήν παραίτησή του ὅταν μικρόψυχοι ἐπίσκοποι τόν ἀμφισβήτησαν ἀπειλώντας τήν ἑνότητα τῆς Συνόδου καί τῆς πίστεως. «Εἶναι προτιμότερο νά χαθῶ ἐγώ - ἔλεγε - νά ριχτώ στή θάλασσα σάν τόν προφήτη Ἰωνᾶ, μόνο νά ὑπάρξει ἡ ἑνότητα καί νά διατρανωθεῖ ἡ ἀλήθεια». Καί γι’ αὐτόν ἀσφαλῶς ἰσχύουν τά λόγια τοῦ ἄλλου μεταγενέστερου ἀστέρα τῆς Ἐκκλησίας ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου «Καί γάρ ἀρχή καί τέλος ἀρετῆς ἁπάσης ἡ ἀγάπη» (Γιατί ἀρχή καί τέλος κάθε ἀρετῆς εἶναι ἡ ἀγάπη). Πού θά πεῖ: ἡ ὅποια ἀλήθεια τῆς πίστεως, τό ὅποιο δόγμα τῆς Ἐκκλησίας τότε λειτουργεῖ σωστά, ὅταν καταλήγει στήν ἀγάπη, ἤ ἀλλιῶς: ἡ ἀγάπη εἶναι ἐκείνη πού νοηματίζει τήν ὅποια ἀναφορά στήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ.

4. Κι εἶναι εὐνόητο γιά τόν λόγο αὐτό καί τό γιατί συγκρούστηκε μέτούς διαφόρους αἱρετικούς, τόσο πού κινδύνευσε στό ἔπακρο ἡ ζωή του: διότι κριτήριό του ἦταν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὄχι κάποια ἀνθρώπινα συμφέροντα. Κι εἶναι γνωστό ὅτι ὅποιος ἀκολουθεῖ μέ συνέπεια ῾τό εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ᾽ θά ὑποστεῖ διωγμούς, ἰδίως ἀπό τούς θεωρούμενους «ἀδελφούς», τούς ἴδιους τούς «χριστιανούς». ῾Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται᾽. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν᾽. Γι᾽ αὐτό καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος μολονότι ὄχι μάρτυρας τοῦ αἵματος ὑπῆρξε ἐσαεί μάρτυρας τῆς συνειδήσεως, καί ὅσο ἀγωνιζόταν γιά τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως ὡς ἱερέας καί ἀρχιερέας  καί ὅσο ἀσκεῖτο στήν ἐρημία «μόνος μόνῳ Θεῶ» καί πρό τῆς εἰς ἱερωσύνην εἰσόδου του καί μετά τήν παραίτησή του ἀπό τόν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τήν ἁγιασμένη κοίμησή του.

γ. ῾Η ὁσιότητα καί ἡ ἀκακία τοῦ Κυρίου ὡς ἀρχιερέως εἶναι δεδομένο ὅτι ἔγινε ὁσιότητα καί ἀκακία ὅλων τῶν ἁγίων Του, ὅπως τοῦ σήμερα ἑορταζομένου ἁγίου Γρηγορίου, καί ἀποτελεῖ ὅριο πρός τό ὁποῖο καλούμαστε νά πορευτοῦμε ὅλοι οἱ ἐν Χριστῷ βαπτισμένοι. Κληρικοί καί λαϊκοί δηλαδή χρειάζεται νά ἐνεργοποιοῦμε καθημερινά στή ζωή μας τήν ἱερωσύνη πού λάβαμε ὡς μέλη Χριστοῦ, πού σημαίνει, καθώς εἴπαμε, νά ζοῦμε ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ. ᾽Αγάπη καί ἀλήθεια ὅμως ἔχουν ὡς ῾δομικό᾽ στοιχεῖο τους τή θυσία, τό προσωπικό κόστος. Πόσο εὔκολο ἄραγε εἶναι νά ῾ξεβολευτοῦμε᾽ ἀπό ἕναν ἴσως ἰδεολογοποιημένο χριστιανισμό μας;

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γεννήθηκε το 329 μ.Χ. στην Αριανζό, κωμόπολη της Καππαδοκίας, από τον Γρηγόριο, επίσκοπο Ναζιανζού (1η Ιανουαρίου) και την Νόννα (5 Αυγούστου). Έχει δύο αδέρφια: τον Καισάρειο ( 9 Μαρτίου) και τη πασίγνωστη για την ευσέβειά της αδερφή Γοργονία ( 23 Φεβρουαρίου).

Στη Ναζιανζό, διδάσκεται τη στοιχειώδη εκπαίδευση, ενώ τη μέση στη Καισάρεια, όπου γνωρίζεται με το συμμαθητή του Μέγα Βασίλειο ( 1 Ιανουαρίου). Έπειτα, πηγαίνει κοντά σε περίφημους διδασκάλους της ρητορικής στη Παλαιστίνη και στην Αλεξάνδρεια και, τέλος, στα Πανεπιστήμια της Αθήνας. Οι σπουδές του διήρκεσαν 13 ολόκληρα χρόνια (από 17 έως 30 ετών).

Μετά τις σπουδές στην Αθήνα ο Γρηγόριος επιστρέφει στη πατρίδα του μονολότι του πρόσφεραν έδρα Καθηγητή Πανεπιστημίου. Εκεί, ο πατέρας του, επίσκοπος Ναζιανζού, τον χειροτονεί πρεσβύτερο. Αλλά ο Άγιος Γρηγόριος προτιμά την ησυχία του αναχωρητηρίου στο Πόντο, κοντά στο φίλο του Βασίλειο, για περισσότερη άσκηση στη πνευματική ζωή.

Μετά, όμως, από θερμές παρακλήσεις των δικών του, επιστρέφει στην πατρίδα του και μπαίνει στην ενεργό δράση της Εκκλησίας. Στα 43 του χρόνια ο Θεός τον ανύψωσε στο επισκοπικό αξίωμα. Έδρα του ορίστηκε η περιοχή των Σασίμων την οποία ποτέ δεν ποίμανε λόγω των Αρειανών κατοίκων της.

Όμως, ο θάνατος έρχεται να πληγώσει τη ψυχή του, με αλλεπάλληλους θανάτους συγγενικών προσώπων. Πρώτα του αδερφού του Καισαρείου, έπειτα της αδερφής του Γοργονίας, μετά του πατέρα του και, τέλος, της μητέρας του Νόννας. Μετά απ’ αυτές τις θλίψεις, η θεία Πρόνοια τον φέρνει στην Κωνσταντινούπολη (378 μ.Χ.), όπου υπερασπίζεται με καταπληκτικό τρόπο την Ορθοδοξία και χτυπά καίρια τους Αρειανούς, που είχαν πλημμυρίσει την Κωνσταντινούπολη.

Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη. Όλοι οι ναοί της Βασιλεύουσας ήταν στα χέρια των αιρετικών. Όμως ο Άγιος δεν απελπίζεται. Μετατρέπει ένα δωμάτιο στο σπίτι που τον φιλοξενούσαν σε ναό και του δίνει συμβολικό όνομα. Ονομάζει το ναό Αγία Αναστασία δείγμα ότι πίστευε στην ανάσταση της Ορθόδοξης Πίστης.

Οι αγώνες είναι επικίνδυνοι. Οι αιρετικοί ανεβασμένοι πάνω στις σκεπές των σπιτιών του πετούν πέτρες και έτσι ο Άγιος Γρηγόριος δοκιμάζεται πολύ. Στο ναό της Αγίας Αναστασίας εκφωνεί τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους που του έδωσαν δίκαια τον τίτλο του Θεολόγου.

Μετά το σκληρό αυτό αγώνα, ο Μέγας Θεοδόσιος τον αναδεικνύει Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (381 μ.Χ.). Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος τον αναγνώρισε ως Πρόεδρό της. Όμως μια μερίδα επισκόπων τον αντιπολιτεύεται για ευτελή λόγο. Τότε ο Γρηγόριος, αηδιασμένος, δηλώνει τη παραίτησή του, αναχωρεί στη γενέτειρά του Αριανζό και τελειώνει με ειρήνη τη ζωή του, το 390 μ.Χ.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος άφησε μεγάλο συγγραφικό έργο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα φιλοσοφημένα 408 ποιήματά του 18.000 περίπου στίχων. Είναι από τα μεγαλύτερα πνεύματα του Χριστιανισμού και από τους λαμπρότερους αθλητές της ορθόδοξης πίστης.

Η τίμια κάρα του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου, στο Άγιο Όρος ενώ το ιερό σκήνωμα του φυλάσσετε στον ομώνυμο Ναό του στην Νέα Καρβάλη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Ὁ ποιμενικός αὐλός τῆς θεολογίας σου, τάς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας· ὡς γάρ τά βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καί τά κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι. Ἀλλά πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον
Θεολόγῳ γλώττῃ σου, τάς συμπλοκάς τῶν ῥητόρων, διαλύσας ἔνδοξε, ὀρθοδοξίας χιτῶνα, ἄνωθεν, ἐξυφανθέντα τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἐστόλισας, ὅν καί φοροῦσα, σύν ἡμῖν κράζει, τοῖς σοῖς τέκνοις· Χαίροις Πάτερ, θεολογίας ὁ νοῦς ὁ ἀκρότατος.

Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2015

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής

(Λουκ. ιθ´ 1-10)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, διήρχετο ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν ᾿Ιεριχώ· καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. Καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. Καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. Καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. Καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. Σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ᾿Ιδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς ᾿Αβραάμ ἐστιν. ῏Ηλθε γὰρ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Εκεῖνο τὸν καιρό, ὁ ᾿Ιησοῦς περνοῦσε μέσα ἀπὸ τὴν ῾Ιεριχώ. ᾿Εκεῖ ὑπῆρχε κάποιος, ποὺ τὸ ὄνομά του ἦταν Ζακχαῖος. ῏Ηταν ἀρχιτελώνης καὶ πλούσιος. Αὐτὸς προσπαθοῦσε νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι ὁ ᾿Ιησοῦς· δὲν μποροῦσε ὅμως ἐξαιτίας τοῦ πλήθους καὶ γιατὶ ἦταν μικρόσωμος. ῎Ετρεξε λοιπὸν μπροστὰ πρὶν ἀπὸ τὸ πλῆθος κι ἀνέβηκε σὲ μιὰ συκομουριὰ γιὰ νὰ τὸν δεῖ, γιατὶ θὰ περνοῦσε ἀπὸ κεῖ. ῞Οταν ἔφτασε ὁ ᾿Ιησοῦς στὸ σημεῖο ἐκεῖνο, κοίταξε πρὸς τὰ πάνω, τὸν εἶδε καὶ τοῦ εἶπε· «Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, γιατὶ σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου».᾿Εκεῖνος κατέβηκε γρήγορα καὶ τὸν ὑποδέχτηκε μὲ χαρά. ῞Ολοι ὅσοι τὰ εἶδαν αὐτὰ διαμαρτύρονταν κι ἔλεγαν ὅτι πῆγε νὰ μείνει στὸ σπίτι ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ.  Τότε σηκώθηκε ὁ Ζακχαῖος καὶ εἶπε στὸν Κύριο· «Κύριε, ὑπόσχομαι νὰ δώσω τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου στοὺς φτωχοὺς καὶ ν’ ἀνταποδώσω στὸ τετραπλάσιο ὅσα ἔχω πάρει μὲ ἀπάτη».῾Ο ᾿Ιησοῦς, ἀπευθυνόμενος σ’ αὐτόν, εἶπε· «Σήμερα αὐτὴ ἡ οἰκογένεια σώθηκε· γιατὶ κι αὐτὸς ὁ τελώνης εἶναι ἀπόγονος τοῦ ᾿Αβραάμ. ῾Ο Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου ἦρθε γιὰ ν’ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει αὐτοὺς ποὺ ἔχουν χάσει τὸν δρόμο τους».

Ο Απόστολος της Κυριακής

(῾Εβρ. ζ´ 26 - η´ 2)

Ἀδελφοί, τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος, ὃς οὐκ ἔχει καθ᾿ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας. ῾Ο νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον. Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τῶν ῾Αγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, «ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος», καὶ οὐκ ἄνθρωπος.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Αδελφοί, τέτοιος ἀρχιερέας μᾶς χρειαζόταν· ἅγιος, ἄκακος, ἀψεγάδιαστος, χωρὶς καμιὰ σχέση μὲ τὴν ἀνθρώπινη ἁμαρτία, ὁ ὁποῖος ἀνέβηκε πάνω ἀπὸ τὰ οὐράνια. Αὐτὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη, ὅπως οἱ ἄλλοι ἀρχιερεῖς, νὰ προσφέρει καθημερινὰ θυσίες, πρῶτα γιὰ τὶς δικές του ἁμαρτίες, κι ὕστερα γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ. Αὐτὸ τὸ ἔκανε μιὰ γιὰ πάντα, προσφέροντας τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. ῾Ο νόμος ἐγκαθιστᾶ ἀρχιερεῖς ἀνθρώπους μὲ ἀτέλειες. Τὰ λόγια ὅμως τοῦ ὅρκου, ὁ ὁποῖος δόθηκε μετὰ τὸν νόμο, ἐγκαθιστοῦν ἀρχιερέα τὸν Υἱό, ποὺ εἶναι καὶ παραμένει αἰώνια τέλειος. Τὸ βασικὸ στοιχεῖο τῶν ὅσων εἴπαμε εἶναι πὼς ἐμεῖς ἔχουμε ἀρχιερέα τέτοιον, ποὺ ἀνέβηκε στὰ οὐράνια καὶ κάθεται στὰ δεξιὰ τῆς μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ. ῾Ως ἀρχιερέας ὑπηρετεῖ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ στὴν ἀληθινὴ σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου, τὴν ὁποία δὲν τὴν ἔστησε ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Θεός.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Οσίες Ξένη και οι δύο θεραπαινίδες της

Η Οσία Ξένη έζησε τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Ονομαζόταν στην αρχή Ευσεβεία και καταγόταν από τη Ρώμη.

Αρνούμενη τη πίεση των γονιών της να νυμφευθεί άνδρα της επιλογής τους, φεύγει κρυφά στην Αλεξάνδρεια όπου μετονομάσθηκε Ξένη για να χαθούν τα ίχνη της. Πηγαίνει στο νησί της Κω και στη συνέχεια εγκαθίσταται στα Μύλασσα της Καρίας. Εκεί, μαζί με δύο υπηρέτριές (θεραπαινίδες) της που της είχαν μείνει πιστές, έκτισε ναό στο όνομα του αγίου πρωτομάρτυρα Στεφάνου και ησυχαστικά κελιά.

Πολύ γρήγορα η φήμη της και η ενάρετη και ασκητική ζωή που διήγε έφεραν κοντά της νέες κοπέλες που ποθούσαν το βίο της άσκησης και της προσευχής, ενώ το μοναστήρι έγινε περίφημο πνευματικό κέντρο, όπου καθημερινά συνέρεαν πολλές πονεμένες γυναίκες για να πάρουν τις συμβουλές και να ζητήσουν τις προσευχές της αγίας.

Η αγιοσύνη της αναγνωρίσθηκε και κατά τη διάρκεια του ενταφιασμού του σεπτού της σκηνώματος, όταν εμφανίσθηκε στον ουρανό σταυρός σχηματισμένος από αστέρια.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπεροράν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ, διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Ξένη τό πνεῦμά σου.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ξένην ἤνυσας, ζωὴν ἐν κόσμῳ, ξένην ἔσχηκας, προσηγορίαν, ὑπεμφαίνουσαν τὴ κλήσει τὸν τρόπον σου, σὺ γὰρ νυμφίον λιποῦσα τὸν πρόσκαιρον, τῷ ἀθανάτῳ ὁσίως νενύμφευσαι. Ξένη ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τό σόν ξενότροπον Ξένη μνημόσυνον, ἐπιτελοῦντες οἱ πόθῳ τιμῶντές σε, ὑμνοῦμεν Χριστόν τόν ἐν ἅπασι, σοί παρέχοντα ἰσχύν τῶν ἰάσεων· ὅν πάντοτε δυσώπει, ὑπέρ πάντων ἡμῶν.

Ὁ Οἶκος
Ἵλεων Ξένη, τὸν ξενοτρόπως ἐκ Παρθένου τεχθέντα, ἐκδυσώπει Χριστὸν ἡμῖν γενέσθαι Ἀοίδιμε, τοῖς κατὰ χρέος σοι προσφοιτῶσιν ἐκ ψυχῆς καὶ καρδίας καθαρωτάτης, καὶ εὐσεβῶς τὴν σὴν μνήμην ὑμνῆσαι σπουδάζουσιν, ἣν πᾶσαι τῶν οὐρανῶν αἱ Δυνάμεις ἀξίως ἐτίμησαν, ὡς φωτοφόρον καὶ ἄμωμον καὶ ἁγίαν πανήγυριν, Ἔνδοξε, πρεσβεύουσα ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.


Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2015

Το νόμισμα της καλοσύνης

Κάποτε, ο γνωστός συγγραφέας Ντοστογιέφσκυ βγήκε στον απογευματινό του περίπατο. Ενώ η ημέρα έφθανε στο σούρουπο ένας ζητιάνος άπλωσε το χέρι και ζητούσε βοήθεια.
Ο Ντοστογιέφσκυ ψάχνει τις τσέπες του να βρει κανένα κέρμα, αλλά δεν βρίσκει τίποτα.

Ψάχνει το ρολόι του να το προσφέρει, αλλά και εκείνο το είχε ξεχασμένο στο σπίτι του. Ο μεγάλος αυτός συγγραφέας κοκκίνισε λίγο στο πρόσωπο και πάνω στην αμηχανία του έσκυψε, φίλησε το χέρι του τυφλού και ψιθύρισε:

- Συγχώρα με, καλέ μου άνθρωπε, γιατί αυτή τη στιγμή δεν έχω τίποτα να σου προσφέρω.

Και ο γέρο ζητιάνος απαντά:

- Ευχαριστώ πολύ. Το πήρα. Αυτό που μου έδωσες δεν μπορούσα να το βρώ αλλού. Το νόμισμα της καλοσύνης σπάνια το βρίσκω.

Τα άγρια θηρία των παθών!

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος

Πόσο επιπόλαιος είναι ο άνθρωπος εκείνος, που βλέπει το σπίτι του ετοιμόρροπο και, αντί να το επισκευάσει και να το στηρίξει, περιποιείται την αυλή του!
Πόσο ασύνετος είναι κι εκείνος που έχει το σώμα του άρρωστο και, αντί να φροντίσει για τη θεραπεία του, κάθεται και του φτιάχνει πολυτελή ενδύματα!


Κάτι τέτοιο κάνουμε κι εμείς με την ψυχή μας. Ενώ έχει εξαχρειωθεί από τα πάθη, ενώ βασανίζεται από την οργή, την κενοδοξία, τις αισχρές επιθυμίες και τόσες άλλες κακίες, δεν φροντίζουμε για τη θεραπεία της. Αλλά για τι φροντίζουμε; Για την καλοπέραση και το στολισμό του σώματος.
Αν μία αρκούδα ξεφύγει από το θηριοτροφείο και αρχίσει να γυρίζει ελεύθερη στην πόλη, θα κλειστούμε στα σπίτια μας, για να μην πέσουμε πάνω σ’ αυτό το θηρίο, που θα μας σπαράξει με τα νύχια του. Και τώρα, που η ψυχή μας σπαράζεται όχι από ένα μόνο θηρίο, μα από πολλά, ούτε που μας νοιάζει.
Τα θηρία, για την ασφάλεια των πολιτών, τα κλείνουμε σε σιδερένια κλουβιά και τα φυλάμε σε μέρη απόκεντρα, μακριά από τη Βουλή, το Δικαστήριο ή το Παλάτι. Στην ψυχή μας, όμως, όπου υπάρχουν κάποια άλλη βουλή, κάποιο άλλο δικαστήριο και κάποιο άλλο παλάτι, αφήνουμε τα νοητά θηρία των παθών ν’ ανεβαίνουν ως τον βασιλικό θρόνο, δηλαδή το νου, και να τον αναστατώνουν με τις κραυγές τους.
Τα πάθη είναι οι αιτίες της ταραχής στον εσωτερικό μας κόσμο. Τα πάθη κάνουν την ψυχή μας να μοιάζει με πόλη που αντιμετωπίζει βαρβαρική επιδρομή. Τα πάθη φέρνουν στο νου και στους λογισμού μας σύγχυση, όπως συμβαίνει όταν ένα φίδι μπαίνει σε φωλιά με νεογέννητα πουλάκια, και αυτά πεταρίζουν εδώ και εκεί τιτιβίζοντας με τρόμο.
Γι’ αυτό σας παρακαλώ, ας δέσουμε τα θηρία ή μάλλον ας τα πνίξουμε, ας τα σφάξουμε, ας τα θανατώσουμε. Κάθε κακία που βρίσκεται μέσα μας, ας την εξοντώσουμε με την μάχαιρα του Πνεύματος .
Τα θηρία, όταν είναι καλοθρεμμένα και δυνατά, δεν μπορούν να νικηθούν. Όταν όμως πεινάσουν και αδυνατίσουν, καταπεφτει η αγριάδα τους και μειώνεται η δύναμή τους. Τότε μπορεί να τα βάλει κανείς μαζί τους και να τα εξουδετερώσει εύκολα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πάθη. Όποιος τα αδυνατίζει, τα υποτάσσει στο λογικό. Όποιος, απεναντίας, τα καλοτρέφει, δύσκολα μπορεί να τα βάλει μαζί τους. Έτσι φτάνει να νικιέται απ” αυτά και να καταντάει δούλος τους.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω

Ο Άγιος Διονύσιος γεννήθηκε λίγο πριν το 1500 μ.Χ. στο ορεινό χωριό Σκλάταινα της Καρδίτσας, την σημερινή Δρακότρυπα. Το όνομά του ήταν Δημήτριος και από παιδί επέδειξε ζήλο για την αγάπη του Χριστού και την ασκητική ζωή.

Σε ηλικία 18 ετών μόνασε στα Μετέωρα λαμβάνοντας το όνομα Δανιήλ.

Τρία χρόνια αργότερα, αναζητώντας πιο απομονωμένο τόπο και επειδή δεν του έδιναν την ευκαιρία ν’ αναχωρήσει, πήδηξε ως δια θαύματος κάτω από το βράχο των Μετεώρων και μετέβη στις Καρυές του Αγίου Όρους. Εκεί γίνεται ιερεύς και μεγαλόσχημος μοναχός, μετονομασθείς σε Διονύσιο.

Αργότερα εγκαθίσταται στην σκήτη Καρακάλου όπου έζησε ερημικά για δέκα έτη με αυστηρή άσκηση, προσευχή και νηστεία, βιώνοντας πολλές θαυματουργικές ενέργειες του Θεού. Η ισάγγελη ζωή του στάθηκε αιτία της εκλογής του ως ηγουμένου της βουλγαρικής, τότε, μονής Φιλοθέου. Συναντώντας μεγάλες αντιδράσεις για τον τρόπο ζωής που θέλησε να εφαρμόσει στην μονή εγκατέλειψε το Άγιο Όρος και εγκαταστάθηκε γύρω στο 1524 μ.Χ. στην μονή Τιμίου Προδρόμου στη Βέροια.

Θέλοντας ν’ αποφύγει την εκλογή του σε επίσκοπο που επεδίωκαν οι κάτοικοι της περιοχής, αναχώρησε κρυφά και μετέβη στον Όλυμπο. Εκεί ασκήτευσε σ’ ένα σπήλαιο που σώζεται μέχρι και σήμερα. Συκοφαντούμενος όμως εκδιώχθηκε από το ασκητήριό του και αναχώρησε για το Πήλιο, όπου το 1542 μ.Χ. ίδρυσε τη μονή της Αγίας Τριάδος Σουρβίας έπειτα από θαυματουργική υπόδειξη του Θεού.

Μετά από τρία έτη και λόγω της παντελούς ανυδρίας που έπληξε τον τόπο των διωκτών του, επέστρεψε επισήμως με πρόσκληση του διώκτη του Αγά Σάκου. Με την αγγελική βιωτή του γρήγορα προσείλκυσε πλήθος μοναχών, ο ίδιος όμως χρησιμοποιούσε τα πλησιόχωρα σπήλαια για προσευχή και ησυχία, όπου ζούσε στο γνόφο της νοερής προσευχής. Δεν παρέλειπε, ωστόσο, να περιέρχεται τα γύρω χωριά για να κηρύξει, να εξομολογήσει και να στηρίξει τους σκλαβωμένους Έλληνες. Είχε απέραντη αγάπη για το λαό.

Εκοιμήθη εν ειρήνη, αφήνοντάς μας για ανεκτίμητο θησαυρό τα χαριτόβρυτα λείψανά του.

Σημείωση: Στη Δρακότρυπα η εορτή του πανηγυρίζεται επίσης την τελευταία Κυριακή του Ιουλίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοῦ Ὀλύμπου οἰκήτωρ Πιερίας ἀγλάισμα, καὶ τῆς ἐπωνύμου Μονῆς σου ἱερὸν περιτείχισμα, ἐδείχθης Διονύσιε σοφέ, βιώσας ὥσπερ Ἄγγελος ἐν γῇ, καὶ παρέχεις τὴν ταχεῖαν σου ἀρωγήν, τοὶς εὐλαβῶς κραυγάζουσιν δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.