Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΑΙΝΩΝ ΑΓΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ

Η ιστορία του Σταυρού του Αγίου Ανδρέα

Ο Άγιος Ανδρέας, πολιούχος της πόλης των Πατρών, είναι άμεσα συνδεδεμένος με την πόλη, αφού στον ομώνυμο Ιερό Ναό βρίσκεται ο τάφος, τα Ιερά Λείψανα του, η Τίμια Κάρα και ο Σταυρός πάνω στον οποίο μαρτύρησε.

Η ιστορία του Σταυρού του Αγίου, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή στο ευρύ κοινό. Που φυλασσόταν μέχρι να μεταφερθεί μόνιμα στην Πάτρα, από τι υλικό ήταν κατασκευασμένος και αν ο Απόστολος Ανδρέας άφησε όντως την τελευταία του πνοή πάνω στο συγκεκριμένο Σταυρό.

Θεωρείται ένα πολύ σημαντικό κειμήλιο για όλον τον Χριστιανικό κόσμο.



Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1980

Από την ημέρα της σταύρωσης του Αποστόλου έως και την εποχή της Φραγκοκρατίας όπου και αρπάχθηκε , ο Σταυρός βρισκόταν στην Πάτρα. Η εποχή εκείνη χαρακτηρίζεται σκοτεινή γιατί πολλά κειμήλια της Εκκλησίας αρπάχτηκαν και μεταφέρθηκαν στη Δύση. Ένα από αυτά ήταν δυστυχώς και ο Σταυρός του Αποστόλου Ανδρέα.

Σύμφωνα με τα αρχεία του Δουκάτου της Βουργουνδίας, ο Σταυρός αρχικά τοποθετήθηκε στη Μονή Weaume στη Μασσαλία, ενώ αργότερα μεταφέρθηκε στη Μονή του Αγίου Βίκτωρος της ίδιας πόλης.

Κατά τη Γαλλική Επανάσταση επιχείρησαν να κλέψουν τον Σταυρό πράγμα που τελικά δεν επιτεύχθηκε. Τα τμήματα του, διασώθηκαν και τοποθετήθηκαν σε θήκη σχήματος κανονικού Σταυρού.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ

Στις 9 Οκτωβρίου 1979 ο τότε Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος συναντήθηκε με τον τότε πρόεδρο της Γαλλικής Ιεραρχίας και ολόκληρης της Ρωμαιοκαθολικής Ιεραρχίας της Δυτικής Ευρώπης, Καρδινάλιο και Roger Etchegaray στη Μασσαλία, για να συζητήσουν το θέμα της επιστροφής του Σταυρού στη Πάτρα.

Αφού έγιναν διαβουλεύσεις μεταξύ Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων, ο Καρδινάλιος είπε στον Μητροπολίτη Πατρών «εφ όσον εκ Πατρών εκομίσθη ενταυθα ο Σταυρός, ανήκει εις Πάτρας».

Σύντομα άρχισαν οι επαφές και οι συζητήσεις των δυο πλευρών για την επιστροφή του Σταυρού στην Πάτρα.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενημερώθηκαν για το θέμα .


Από το αρχείο της Ι.Μ. Πατρών

Στις 18 Ιανουαρίου 1980 αεροπλάνο της πολεμικής αεροπορίας με την αντιπροσωπεία της Ιεράς Μητρόπολης Πατρών, αναχώρησε για τη Γαλλία για την παραλαβή και τη μεταφορά του Σταυρού στην Πάτρα.

Αφού μετέβησαν στη Μασσαλία, παραδόθηκε ο Σταυρός στην ελληνική αντιπροσωπεία, μέσω μιας «άτυπης» τελετής.

Την επόμενη μέρα 19 Ιανουαρίου , αφίχθη στο αεροδρόμιο του Άραξου το αεροπλάνο που μετέφερε το σταυρό, και τις δυο αντιπροσωπείες, των Ορθόδοξων και των Ρωμαιοκαθολικών, και στη συνέχεια και έγινε η επίσημη υποδοχή.

ΤΟ ΥΛΙΚΟ

Όσον αφορά το είδος του ξύλου του Σταυρού, υπάρχουν διαφορετικές αναφορές. Ο Ιππόλυτος Ρώμης αναφέρει για ξύλο ελιάς, ο Επιφάνιος μιλάει για σταυρό χωρίς να προσδιορίσει το ξύλο, ο Αρσένιος Κέρκυρας αναφέρεται σε ένα φυτό το οποίο δεν προσδιορίζει, ενώ ο ιστορικός Στέφανος Θωμόπουλος μιλά επίσης για δέντρο ελιάς.

Σε μελέτες που έχουν γίνει πάντως έχει αποδειχθεί πως πρόκειται πράγματι για ξύλο ελιάς και χρονολογείται στον πρώτο αιώνα.

Ο ΤΡΟΠΟΣ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΩΣΗΣ

Για τον τρόπο σταύρωσης δεν υπάρχει ομοφωνία. Υπάρχουν αναφορές περί «προσηλώσεως» και όχι περί «προσδέσεως». Στο δεξί πέλμα του Αγίου Ανδρέα, υπάρχει ουλή από το καρφί το οποίο καρφώθηκε στο ξύλο πάνω στο οποίο πέθανε.



Οι υμνογράφοι της Εκκλησίας μιλούν για «προσήλωσιν επί Σταυρού» ενώ παλαιοχριστιανικά έγγραφα μιλούν περί «πρόσδέσεως του Αποστόλου επι του Σταυρού»

ΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Υπάρχουν διαφορετικές απόψεις όσον αφορά το σχήμα του Σταυρού. Αγιογραφίες και φορητές εικόνες σε Ναούς, απεικονίζουν τον Απόστολο Ανδρέα πάνω στο Σταυρό με κάθετα τα δύο ξύλα του ενώ άλλες τον απεικονίζουν πάνω στο σταυρό με το κεφάλι προς τα κάτω.

Ωστόσο η επικρατέστερη άποψη είναι εκείνη που λέει ότι ο Σταυρός ήταν σε σχήμα Χ.Η άποψη αυτή είναι τόσο διαδεδομένη έτσι ώστε συνηθίζεται πλέον τους Σταυρούς σε σχήμα Χ να τους χαρακτηρίζουν ως «Σταυρός του Αποστόλου Ανδρέου».

Κατά τη μεταφορά του στην Πάτρα, το 1980, ήταν τοποθετημένος σε θήκη σχήματος κανονικού Σταυρού αλλά αντικαταστάθηκε από μεγαλύτερη και πιο επιβλητική θήκη, αυτή τη φορά σε σχήμα Χ.

Χαρακτηριστικό της δυναμικής του Σταυρού του Αγίου Ανδρέα είναι το γεγονός πως το Χ, από το σχήμα του είναι το σύμβολο του Πολεμικού Ναυτικού της Ρωσίας το οποίο έχει τον Απόστολο Ανδρέα προστάτη του.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος, ο Πρωτόκλητος

Ο Ανδρέας, ψαράς στο επάγγελμα και αδελφός του Αποστόλου Πέτρου, ήταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και τον πατέρα του τον έλεγαν Ιωνά. Επειδή κλήθηκε από τον Κύριο πρώτος στην ομάδα των μαθητών, ονομάστηκε πρωτόκλητος.

Ο Ανδρέας (μαζί με τον Ιωάννη τον ευαγγελιστή) υπήρξαν στην αρχή μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου. Κάποια μέρα μάλιστα, που βρισκόντουσαν στις όχθες του Ιορδάνη κι ο Πρόδρομος τους έδειξε τον Ιησού και τους είπε «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», οι δύο απλοϊκοί εκείνοι ψαράδες συγκινήθηκαν τόσο πολύ, που χωρίς κανένα δισταγμό κι επιφύλαξη αφήκαν αμέσως τον δάσκαλο τους κι ακολούθησαν τον Ιησού.

Η ιστορία της ζωής του Ανδρέα μέχρι την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη, υπήρξε σχεδόν ίδια με εκείνη των άλλων μαθητών. Μετά το σχηματισμό της πρώτης Εκκλησίας, ο Ανδρέας κήρυξε στη Βιθυνία, Εύξεινο Πόντο (μάλιστα ο Απόστολος, είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας του Βυζαντίου αφού εκεί εγκατέστησε πρώτο επίσκοπο, τον απόστολο Στάχυ  κι αυτού διάδοχος είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης), Θράκη, Μακεδονία και Ήπειρο. Τελικά, κατέληξε στην Αχαΐα.

Στην Αχαΐα, η διδασκαλία του καρποφόρησε και με τις προσευχές του θεράπευσε θαυματουργικά πολλούς ασθενείς. Έτσι, η χριστιανική αλήθεια είχε μεγάλες κατακτήσεις στο λαό της Πάτρας. Ακόμα και η Μαξιμίλλα, σύζυγος του ανθύπατου Αχαΐας Αιγεάτου, αφού τη θεράπευσε ο Απόστολος από τη βαρειά αρρώστια που είχε, πίστεψε στο Χριστό. Το γεγονός αυτό εκνεύρισε τον ανθύπατο και με την παρότρυνση ειδωλολατρών ιερέων συνέλαβε τον Ανδρέα και τον σταύρωσε σε σχήμα Χ. Έτσι, ο Απόστολος Ανδρέας παρέστησε τον εαυτό του στο Θεό «δόκιμον ἐργάτην» (Β΄ προς Τιμόθεον, 2: 15). Δηλαδή δοκιμασμένο και τέλειο εργάτη του Ευαγγελίου.

Οι χριστιανοί της Αχαΐας θρήνησαν βαθιά τον θάνατο του. Ο πόνος τους έγινε ακόμη πιο μεγάλος, όταν ο ανθύπατος Αιγεάτης αρνήθηκε να τους παραδώσει το άγιο λείψανο του, για να το θάψουν. Ο Θεός όμως οικονόμησε τα πράγματα. Την ίδια μέρα, που πέθανε ο άγιος, ο Αιγεάτης τρελάθηκε κι αυτοκτόνησε. Οι χριστιανοί τότε με τον επίσκοπο τους τον Στρατοκλή, πρώτο επίσκοπο των Πατρών, παρέλαβαν το σεπτό λείψανο και το 'θαψαν με μεγάλες τιμές.

Αργότερα, όταν στον θρόνο του Βυζαντίου ανέβηκε ο Κωνστάντιος, που ήταν γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, μέρος του ιερού λειψάνου μεταφέρθηκε από την πόλη των Πατρών στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκε στον ναό των αγίων Αποστόλων «ένδον της Αγίας Τραπέζης». Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου φαίνεται πως απέμεινε στην Πάτρα.

Όταν όμως οι Τούρκοι επρόκειτο να καταλάβουν την πόλη το 1460 μ.Χ., τότε ο Θωμάς Παλαιολόγος, αδελφός του τελευταίου αυτοκράτορας Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου και τελευταίος Δεσπότης του Μοριά, πήρε το πολύτιμο κειμήλιο και το μετέφερε στην Ιταλία. Εκεί, αφού το παρέλαβε ο Πάπας Πίος ο Β, το πολύτιμο κειμήλιο εναποτέθηκε στον ναό του αγίου Πέτρου της Ρώμης.

Τον Νοέμβριο του 1847 μ.Χ. ένας Ρώσος Πρίγκηπας, ο Ανδρέας Μουράβιεφ δώρησε στην πόλη της Πάτρας ένα τεμάχιο δακτύλου του χεριού του Αγίου. Ο Μουράβιεφ είχε λάβει το παραπάνω ιερό Λείψανο από τον Καλλίνικο, πρώην Επίσκοπο Μοσχονησίων, ο οποίος μόναζε τότε στο Άγιο Όρος.

Στην πόλη της Πάτρας, επανακομίσθηκαν και φυλάσσονται από την 26η Σεπτεμβρίου 1964 μ.Χ. η τιμία Κάρα του Αγίου και από την 19ην Ιανουαρίου 1980 μ.Χ. λείψανα του Σταυρού, του μαρτυρίου του. Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου ύστερα από ενέργειες της Αρχιεπισκοπής Κύπρου μεταφέρθηκε και στην Κύπρο το 1967 μ.Χ. για μερικές μέρες κι εξετέθηκε σε ευλαβικό προσκύνημα.

Όπως αναφέρει μια Κυπριακή παράδοση, σε μια περιοδεία του, ο Απόστολος Ανδρέας, πήγε και στην Κύπρο. Το καράβι, που τον μετέφερε στην Αντιόχεια από την Ιόππη, λίγο πριν προσπεράσουν το γνωστό ακρωτήρι του αποστόλου Ανδρέα και τα νησιά, που είναι γνωστά με το όνομα Κλείδες, αναγκάστηκε να σταματήσει εκεί σ' ένα μικρό λιμανάκι, γιατί κόπασε ο άνεμος. Τις μέρες αυτές της νηνεμίας τους έλειψε και το νερό. Ένα πρωί, που ο πλοίαρχος βγήκε στο νησί κι έψαχνε να βρει νερό, πήρε μαζί του και τον απόστολο. Δυστυχώς πουθενά νερό. Κάποια στιγμή, που έφτασαν στη μέση των δύο εκκλησιών, που υπάρχουν σήμερα, της παλαιάς και της καινούργιας, που 'ναι κτισμένη λίγο ψηλότερα, ο άγιος γονάτισε μπροστά σ' ένα κατάξερο βράχο και προσευχήθηκε να στείλει ο Θεός νερό. Ποθούσε το θαύμα, για να πιστέψουν όσοι ήταν εκεί στον Χριστό. Ύστερα σηκώθηκε, σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τον βράχο και το θαύμα έγινε. Από τη ρίζα του βράχου βγήκε αμέσως μπόλικο νερό, που τρέχει μέχρι σήμερα μέσα σ' ένα λάκκο της παλαιάς εκκλησίας κι απ' εκεί προχωρεί και βγαίνει από μια βρύση κοντά στη θάλασσα. Είναι το γνωστό αγίασμα. Το ευλογημένο νερό, που τόσους ξεδίψασε, μα και τόσους άλλους, μυριάδες ολόκληρες, που το πήραν με πίστη δρόσισε και παρηγόρησε. Και πρώτα-πρώτα το τυφλό παιδί του καπετάνιου.

Ήταν κι αυτό ένα από τα πρόσωπα του καραβιού που μετέφερε ο πατέρας. Γεννήθηκε τυφλό και μεγάλωσε μέσα σε ένα συνεχές σκοτάδι. Ποτέ του δεν είδε το φως. Δένδρα, φυτά, ζώα αγωνιζόταν να τα γνωρίσει με το ψαχούλεμα. Εκείνη την ήμερα, όταν οι ναύτες γύρισαν με τα ασκιά γεμάτα νερό κι εξήγησαν τον τρόπο που το βρήκαν στο νησί, ένα φως γλυκιάς ελπίδας άναψε στην καρδιά του δύστυχου παιδιού. Μήπως το νερό αυτό, σκέφτηκε, που βγήκε από τον ξηρό βράχο ύστερα απ' την προσευχή του παράξενου εκείνου συνεπιβάτη τους, θα μπορούσε να χαρίσει και σ' αυτόν το φως του που ποθούσε; Αφού με θαυμαστό τρόπο βγήκε, θαύματα θα μπορούσε και να προσφέρει. Με τούτη την πίστη και τη βαθιά ελπίδα ζήτησε και το παιδί λίγο νερό. Διψούσε. Καιγόταν απ' τη δίψα. Ο απόστολος, που ήταν εκεί, έσπευσε κι έδωσε στο παιδί ένα δοχείο γεμάτο από το δροσερό νερό. Όμως το παιδί προτίμησε, αντί να δροσίσει με το νερό τα χείλη του, να πλύνει πρώτα το πρόσωπο του. Και ω του θαύματος! Μόλις το δροσερό νερό άγγιξε τους βολβούς των ματιών του παιδιού, το παιδί άρχισε να βλέπει!

Κι ο απόστολος, που τον κοίταζαν όλοι με θαυμασμό, άρχισε να τους μιλά και να τους διδάσκει τη νέα θρησκεία. Το τέλος της ομιλίας πολύ καρποφόρο. Όσοι τον άκουσαν πίστεψαν και βαφτίστηκαν. Την αρχή έκανε ο καπετάνιος με το παιδί του, που πήρε και το όνομα Ανδρέας. Κι ύστερα όλοι οι άλλοι επιβάτες και μερικοί ψαράδες που ήσαν εκεί. Πίστεψαν όλοι στον Χριστό που τους κήρυξε ο απόστολος μας και βαφτίστηκαν. Φυσικά το θαύμα της θεραπείας του τυφλού παιδιού, ακολούθησαν κι άλλα, κι άλλα. Στο μεταξύ ο άνεμος άρχισε να φυσά και το καράβι ετοιμάστηκε για να συνεχίσει το ταξίδι του. Ο απόστολος, αφού κάλεσε κοντά του όλους εκείνους που πίστεψαν στον Χριστό και βαφτίστηκαν, τους έδωκε τις τελευταίες συμβουλές του και τους αποχαιρέτησε.

Αργότερα, μετά από χρόνια, κτίστηκε στον τόπο αυτόν που περπάτησε και άγιασε με την προσευχή, τα θαύματα και τον ιδρώτα του ο Πρωτόκλητος μαθητής, το μεγάλο μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, που με τον καιρό είχε γίνει παγκύπριο προσκύνημα. Κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητές απ' όλα τα μέρη της Κύπρου, ορθόδοξοι και ετερόδοξοι κι αλλόθρησκοι ακόμη, συνέρεαν στο μοναστήρι, για να προσκυνήσουν τη θαυματουργό εικόνα του αποστόλου, να βαφτίσουν εκεί τα νεογέννητα παιδιά τους και να προσφέρουν τα δώρα τους, για να εκφράσουν τα ευχαριστώ και την ευγνωμοσύνη τους στον θείο απόστολο. Κολυμβήθρα Σιλωάμ ήταν η εκκλησία του για τους πονεμένους. Πλείστα όσα θαύματα γινόντουσαν εκεί σε όσους μετέβαιναν με πίστη αληθινή και συντριβή ψυχής.




Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ὡς τῶν Ἀποστόλων Πρωτόκλητος, καὶ τοῦ Κορυφαίου αὐτάδελφος, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων Ἀνδρέα ἱκέτευε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸν τῆς ἀνδρείας ἐπώνυμον θεηγόρον, καὶ μαθητῶν τὸν πρωτόκλητον τοῦ Σωτῆρος, Πέτρου τὸν σύγγονον εὐφημήσωμεν· ὅτι ὡς πάλαι τούτῳ, καὶ νῦν ἡμῖν ἐκέκραγεν· Εὑρήκαμεν δεῦτε τὸν ποθούμενον.

Μεγαλυνάριον
Πρώτος προσπελάσας τω Ιησού, Πρωτόκλητος ώφθης, και ακρότης των Μαθητών, Ανδρέα θεόπτα, εντεύθεν διανύεις, παθών τας αναβάσεις της αναστάσεως.

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

Γνωρίζουμε τόν ἑαυτό μας;
Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ποῦμε ὅτι ἔχουμε ὀρθὴ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Πολὺ περισσότερο δὲν εἶναι εὔκολο νὰ προχωρήσουμε στὴ μετάνοια καὶ τὴ διόρθωση. Ὡστόσο αὐτὸ εἶναι τὸ ζητούμενο, ὅπως μᾶς τὸ ὑπέδειξε ὁ Κύριος μέσα ἀπὸ τὸν διάλογο μὲ τὸν πλούσιο νεανίσκο, ποὺ περιγράφεται στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.
Κάποτε πλησίασε ἕνας πλούσιος ἄρχοντας τὸν Κύριο καὶ τὸν ρώτησε:
-Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;
-Γιατί μὲ ὀνομάζεις ἀγαθό, ἀφοῦ ἀπευθύνεσαι σὲ μένα μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶμαι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος;... τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Κύριος. Κανεὶς δὲν εἶναι ἀπὸ μόνος του ἀπολύτως ἀγαθὸς παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός. Καὶ συμπλήρωσε: Γνωρίζεις τὶς ἐντολές: Νὰ μὴ μοιχεύσεις, νὰ μὴ σκοτώσεις, νὰ μὴν κλέψεις, νὰ μὴν ψευδομαρτυρήσεις, νὰ τιμᾶς τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου.
Ἀπόρησε ὁ νεαρὸς συνομιλητής, διότι κάτι ἄλλο περίμενε. Πράγματι, οἱ ἐντολὲς αὐτὲς τοῦ ἦταν πολὺ γνωστές. Γι’ αὐτὸ καὶ βιάστηκε νὰ βεβαιώσει τὸν Κύριο: «ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου»· δηλαδή, ὅλα αὐτὰ τὰ φύλαξα ἀπὸ τὴν παιδική μου ἡλικία.
Ὅλα;... Ὄχι ὅλα! Κάτι ἔλειπε. Κι ὁ καρδιογνώστης Κύριος τοῦ τὸ ἀποκάλυψε:
-Ἀκόμη ἕνα πράγμα σοῦ λείπει, τοῦ εἶπε. Ἂν θέλεις νὰ γίνεις τέλειος, πούλησε ὅλα ὅσα ἔχεις καὶ μοίρασέ τα στοὺς πτωχούς· ἔτσι θὰ ἀποκτήσεις θησαυρὸ στὸν οὐρανό. Κι ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις ὡς μαθητής μου ζώντας σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὴ διδασκαλία μου.
Μὲ τὸν λόγο Του αὐτὸ ὁ Κύριος φανέρωσε στὸν πλούσιο νεανίσκο μιὰ κρυφὴ πτυχὴ τοῦ ἑαυτοῦ του, ἕνα ἀδιάγνωστο πάθος: τὴ φιλαργυρία. Πάθος σοβαρὸ κι ἐπικίνδυνο, διότι ὑποβαθμίζει τὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ ἡ ψυχὴ προσκολλᾶται στὰ χρήματα καὶ δὲν μαθαίνει νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ ἐμπιστεύεται τὸν φιλάνθρωπο Κύριο. Ἄρα λοιπὸν δὲν ἦταν σ’ ὅλα ἐντάξει ὁ νεαρὸς ἄρχοντας, κι ἂς διαβεβαίωνε ὅτι ἀπὸ μικρὸς τηροῦσε ὅλες τὶς θεῖες ἐντολές.
Ἀλλὰ μήπως ἐμεῖς ὡς χριστιανοὶ εἴμαστε σ’ ὅλα ἐντάξει ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ; Μερικὲς φορὲς νομίζουμε ὅτι εἴμαστε τάχα καλοί, ἐπειδὴ δὲν ἔχουμε ὑποπέσει σὲ μεγάλες παραβάσεις καὶ ἐγκλήματα. Κι ὅμως ἔχουμε τόσα ἄλλα πάθη, βαθιὰ ριζωμένα στὴν ψυχή μας, ποὺ διαφεύγουν τὴν προσοχή μας!
Ἂς ἐξετάσουμε προσεκτικὰ τὰ κίνητρά μας, τὶς σκέψεις, τὶς ἐπιθυμίες, τοὺς λόγους μας καὶ τότε θὰ ἀνακαλύψουμε πλῆθος ἀπὸ ἀδυναμίες ποὺ ὑπάρχουν μέσα μας. Ἂς σκεφθοῦμε ἀκόμη καὶ πόσες φορὲς μπορούσαμε νὰ κάνουμε κάποιο καλό, κι ὅμως τὸ παραλείψαμε. Γενικότερα, ἂς κάνουμε τακτικὰ τὴν αὐτοκριτική μας μὲ πολλὴ προσοχὴ καὶ θερμὴ προσευχὴ καὶ τότε θὰ ἀποκτοῦμε ὅλο καὶ καλύτερη γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας.
Δὲν ἀρκεῖ ὅμως νὰ μείνουμε σ’ αὐτό. Ἡ ὀρθὴ αὐτογνωσία ἔχει νόημα, ὅταν ὁδηγεῖ σὲ μετάνοια κι ὄχι στὴ λύπη καὶ τὴν ἀπόγνωση ποὺ δοκίμασε ὁ πλούσιος νεανίσκος, ὅπως φαίνεται στὴ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς.
Ἡ σωτήρια μετάνοια
Σὰν κεραυνὸς ἔπεσαν τὰ λόγια τοῦ Κυρίου στὴν ψυχὴ τοῦ νέου. Ὁτιδήποτε ἄλλο ἂς τοῦ ζητοῦσε, ὄχι ὅμως νὰ ἀποχωρισθεῖ τὰ πλούτη του! Αὐτὸ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ κάνει. Γι’ αὐτὸ καὶ λυπήθηκε πάρα πολὺ καὶ ἔφυγε.
Τὸν εἶδε ὁ Κύριος ποὺ στενοχωρήθηκε τόσο πολὺ καὶ εἶπε στοὺς μαθητές Του:
-Ἀλήθεια, πόσο δύσκολα θὰ μποῦν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα! Εὐκολότερο εἶναι νὰ περάσει μία καμήλα ἀπὸ τὴ μικρὴ τρύπα ποὺ ἀνοίγει ἡ βελόνα, παρὰ νὰ μπεῖ ἕνας πλούσιος στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
-Καὶ ποιὸς μπορεῖ τότε νὰ σωθεῖ; ρώτησαν ἐκεῖνοι. Ἀφοῦ εἶναι τόσο πολὺ δύσκολο νὰ σωθοῦν οἱ πλούσιοι, ποὺ φαίνονται οἱ πλέον εὐνοημένοι, εἶναι δυνατὸν νὰ σωθοῦν οἱ ἄλλοι ποὺ στεροῦνται καὶ ὑποφέρουν;...
Καὶ ὁ Κύριος τοὺς ἀπάντησε:
-«Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν». Ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ γίνουν μὲ τὶς ἀσθενεῖς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι κατορθωτὰ καὶ δυνατὰ μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ πλούσιος νεανίσκος δὲν ἀκολούθησε τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Λυπήθηκε βέβαια· ὄχι ὅμως γιὰ τὰ πάθη του, ἀλλὰ γιὰ τὰ πλούτη του ποὺ δὲν ἤθελε μὲ κανέναν τρόπο νὰ ἀποχωρισθεῖ. Γι’ αὐτὸ καὶ τελικὰ ἔφυγε λυπημένος. Ἂν θέλουμε ὅμως ἐμεῖς πραγματικὰ νὰ σωθοῦμε, ὀφείλουμε νὰ μετανοήσουμε. Νὰ συναισθανθοῦμε τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Νὰ Τὸν παρακαλέσουμε νὰ μᾶς φωτίσει καὶ νὰ μᾶς ἐνισχύσει γιὰ νὰ ἀλλάξουμε ζωὴ καὶ νὰ διορθωθοῦμε.
Ἂς μὴν ἀπελπιζόμαστε. Τίποτε δὲν εἶναι ἀδύνατο γιὰ τὸν Θεό. Ἀκόμη καὶ ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος εἶναι δυνατὸν μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ μετανοήσει καὶ νὰ σωθεῖ. Ἀρκεῖ νὰ ταπεινωθεῖ καὶ νὰ καταφύγει στὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου.
«Ο ΣΩΤΗΡ»

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Φιλούμενος

Σήμερα η Εκκλησία μας τιμά τον Άγιο Φιλούμενο, ο οποίος καταγόταν από τη Λυκαονία. Ήταν έμπορος σιτηρών. Καταγγέλθηκε, το 270 μ.Χ., ως χριστιανός στον ηγεμόνα της Άγκυρας Φήλικα. Συνελήφθη και τον παρουσίασαν μπροστά στον ηγεμόνα. Ο Φιλούμενος όμως δεν πτοήθηκε από τις απειλές που δέχθηκε και παρέμεινε πιστός στην μία και αληθινή πίστη του Χριστού. Τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια, τρυπώντας του τα άκρα με καρφιά. Με αυτό τον μαρτυρικό τρόπο παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Παράμονον μέλψωμεν σὺν Φιλουμένῳ πιστοί, ὡς θείους θεράποντας καὶ ἀθλητὰς εὐκλεεῖς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· τοῦτον γὰρ φερωνύμως ὡς φιλήσαντας ἄγαν, ᾔσχυναν δι' ἀγώνων παρανόμων τὸ κράτος αἰτοῦντες πταισμάτων λύσιν πᾶσι καὶ ἔλεος.

Άγιος Παράμονος και οι Τριακόσιοι Εβδομήντα Μάρτυρες που μαρτύρησαν μαζί μ' αυτόν

Ο Άγιος Παράμονος μαρτύρησε μαζί με άλλους 370 χριστιανούς στα μέσα του 3ου μ.Χ. αιώνα, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος, που είχε κάνει πολλούς φόνους χριστιανών. Τότε λοιπόν, κοντά στον ποταμό Τίγρη υπήρχαν ιαματικά λουτρά. Στα λουτρά αυτά είχε πάει και ένας φανατικός λάτρης των ειδώλων, ο άρχων Ακυλίνος. Όταν έκανε θυσίες στο ναό της Ίσιδος, έδωσε διαταγή να συμμετέχουν σ' αυτές ο Παράμονος και άλλοι 370 χριστιανοί, που είχαν συλληφθεί και τους κρατούσαν φυλακισμένους. Όλοι όμως αρνήθηκαν. Και ενώ γίνονταν οι ειδωλολατρικές θυσίες, οι πιστοί του Χριστού έψαλλαν «ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς» (Προς Εφεσίους, ε' 19) στο Σωτήρα τους. Ο Ακυλίνος, εξαγριωμένος από τη στάση τους, διέταξε να τους σκοτώσουν. Όρμησαν εναντίον τους οι στρατιώτες, και κτυπώντας τους με τις λόγχες, καταξέσχισαν τα σώματα τους. Έτσι, μαρτυρικά και ένδοξα παρέδωσαν όλοι τη γενναία ψυχή τους στο στεφανοδότη Χριστό.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Παράμονον μέλψωμεν σὺν Φιλουμένῳ πιστοί, ὡς θείους θεράποντας καὶ ἀθλητὰς εὐκλεεῖς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· τοῦτον γὰρ φερωνύμως ὡς φιλήσαντας ἄγαν, ᾔσχυναν δι' ἀγώνων παρανόμων τὸ κράτος αἰτοῦντες πταισμάτων λύσιν πᾶσι καὶ ἔλεος.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁ Μάρτυς Παράμονος, καρτερικῶς ἐναθλῶν, τοῖς ῥείθροις τοῦ αἵματος, πολυθεΐας πυράν, ἐνθέως κατέσβεσεν· ὅθεν τῶν ἰαμάτων, εἰληφὼς θείαν χάριν, δαίμονας ἀπελαύνει, καὶ νοσήματα παύει αὐτοῦ Χριστὲ πρεσβείαις, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής

(Λουκ. ιη´ 18-27)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄρχων τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ λέγων· Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. Τὰς ἐντολὰς οἶδας· «μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου». ῾Ο δὲ εἶπε· Ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. ᾿Ακούσας δὲ ταῦτα ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ῎Ετι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. ῾Ο δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα. ᾿Ιδὼν δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· Πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! Εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ῥαφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. Εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· Καὶ τίς δύναται σωθῆναι; ῾Ο δὲ εἶπε· Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Εκεῖνο τὸν καιρό, κάποιος ἄρχοντας πλησίασε τὸν ᾿Ιησοῦ καὶ τοῦ εἶπε· «᾿Αγαθὲ Διδάσκαλε, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;» ῾Ο ᾿Ιησοῦς τοῦ ἀπάντησε· «Γιατί μὲ ἀποκαλεῖς “ἀγαθό”; Κανένας δὲν εἶναι ἀγαθός, παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός. Ξέρεις τὶς ἐντολές· μὴ μοιχεύσεις, μὴ σκοτώσεις, μὴν κλέψεις, μὴν ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου». Κι ἐκεῖνος τοῦ εἶπε· «῞Ολα αὐτὰ τὰ τηρῶ ἀπὸ τὰ νιάτα μου». ῞Οταν τ’ ἄκουσε ὁ ᾿Ιησοῦς τοῦ εἶπε· «῞Ενα ἀκόμη σοῦ λείπει· πούλησε ὅλα ὅσα ἔχεις καὶ δῶσε τὰ χρήματα στοὺς φτωχούς, κι ἔτσι θὰ ἔχεις θησαυρὸ κοντὰ στὸν Θεό· κι ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις». Μόλις ἐκεῖνος τ’ ἄκουσε αὐτά, πολὺ στενοχωρήθηκε, γιατὶ ἦταν πάμπλουτος. ῞Οταν ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν εἶδε τόσο στενοχωρημένον, εἶπε· «Πόσο δύσκολα θὰ μποῦν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα! Εὐκολότερο εἶναι νὰ περάσει καμήλα μέσα ἀπὸ βελονότρυπα, παρὰ νὰ μπεῖ πλούσιος στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ». ῞Οσοι τὸν ἄκουσαν εἶπαν· «Τότε ποιὸς μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» Κι ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε· «Αὐτὰ ποὺ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἀδύνατα, γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι δυνατά».

Ο Απόστολος της Κυριακής

(᾿Εφεσ. ε´ 8-19)

Αδελφοί, ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε· – ὁ γὰρ καρπὸς τοῦ Πνεύματος ἐν πάσῃ ἀγαθωσύνῃ καὶ δικαιοσύνῃ καὶ ἀληθείᾳ· – δοκιμάζοντες τί ἐστιν εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ. Καὶ μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον δὲ καὶ ἐλέγχετε· τὰ γὰρ κρυφῇ γινόμενα ὑπ᾿ αὐτῶν αἰσχρόν ἐστι καὶ λέγειν· τὰ δὲ πάντα ἐλεγχόμενα ὑπὸ τοῦ φωτὸς φανεροῦται· πᾶν γὰρ τὸ φανερούμενον φῶς ἐστι. Διὸ λέγει· ῎Εγειρε ὁ καθεύδων καὶ ἀνάστα ἐκ τῶν νεκρῶν, καὶ ἐπιφαύσει σοι ὁ Χριστός. Βλέπετε οὖν πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μὴ ὡς ἄσοφοι, ἀλλ᾿ ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσι. Διὰ τοῦτο μὴ γίνεσθε ἄφρονες, ἀλλὰ συνιέντες τί τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Καὶ μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ, ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία, ἀλλὰ πληροῦσθε ἐν Πνεύματι, λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ᾄδοντες καὶ ψάλλοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Αδελφοί, νὰ ζεῖτε σὰν ἄνθρωποι ποὺ ἀνήκουν στὸ φῶς. Γιατὶ ἡ ζωὴ ἐκείνων ποὺ ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα διακρίνεται γιὰ τὴν ἀγαθότητα, τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴν ἀλήθεια. Νὰ ἐξετάζετε τὶ ἀρέσει στὸν Κύριο. Καὶ νὰ μὴ συμμετέχετε στὰ σκοτεινὰ κι ἀνώφελα ἔργα τῶν ἄλλων, ἀλλὰ νὰ τὰ ξεσκεπάζετε. Γι’ αὐτὰ ποὺ κάνουν ἐκεῖνοι στὰ κρυφά, εἶναι ντροπὴ ἀκόμα καὶ νὰ μιλᾶμε. ῞Οταν ὅμως ὅλα αὐτὰ ἔρχονται στὸ φῶς, ἀποκαλύπτεται ἡ ἀληθινή τους φύση. Γιατὶ ὅ,τι φανερώνεται γίνεται κι αὐτὸ φῶς. Γι’ αὐτὸ λέει ἕνας ὕμνος· «Ξύπνα ἐσὺ ποὺ κοιμᾶσαι, ἀναστήσου ἀπὸ τοὺς νεκρούς, καὶ θὰ σὲ φωτίσει ὁ Χριστός».   Προσέχετε, λοιπόν, καλά, πῶς ζεῖτε· μὴ ζεῖτε ὡς ἀσύνετοι ἀλλὰ ὡς συνετοί. Νὰ χρησιμοποιεῖτε σωστὰ τὸν χρόνο σας, γιατὶ ζοῦμε σὲ πονηροὺς καιρούς. Γι’ αὐτὸ μὴν εἶστε ἄφρονες, ἀλλὰ ν’ ἀντιλαμβάνεστε τὶ θέλει ὁ Κύριος ἀπὸ σᾶς. Νὰ μὴ μεθᾶτε μὲ κρασί, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀσωτεία, ἀλλὰ νὰ γεμίζετε μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Νὰ τραγουδᾶτε στὶς συνάξεις σας ψαλμοὺς καὶ ὕμνους καὶ πνευματικὲς ὠδές· νὰ ψάλλετε μὲ τὴν καρδιά σας στὸν Κύριο.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Στέφανος ο Ομολογητής, ο Νέος

Ο Όσιος Στέφανος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και οι ευσεβείς γονείς του Ιωάννης και Άννα τον ανέθρεψαν κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Όταν μεγάλωσε, μορφώθηκε αρκετά και αργότερα αναδείχθηκε ηγούμενος στο περίφημο όρος του Αγίου Αυξεντίου.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος εναντίον των αγίων εικόνων, όχι μόνο δε συμμορφώθηκε με τις αυτοκρατορικές διαταγές, αλλά και χαρακτήρισε αιρετικούς τους εικονομάχους βασιλείς. Καταγγέλθηκε στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Κοπρώνυμο, ο όποιος ήλπιζε με την προσωπική του επιβολή, όταν τον έφερνε μπροστά του, να δαμάσει το φρόνημα του Στεφάνου. Συνέβη όμως το αντίθετο. Ο Στέφανος, από τους ανθρώπους με «πολλὴν παῤῥησία ἐν πίστει τὴν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Α' προς Τιμόθεον, γ' 13), δηλαδή με πολλή παρρησία και θάρρος στο να διακηρύττει την πίστη που ομολογούν όσοι είναι σε κοινωνία με τον Ιησού Χριστό, ήλεγξε αυστηρά κατά πρόσωπο τον Κοπρώνυμο. Αυτός τότε τον έκλεισε στη φυλακή και μετά από μέρες διέταξε να τον θανατώσουν.

Αφού, λοιπόν, τον έβγαλαν από την φυλακή, άρχισαν να τον λιθοβολούν και να τον κτυπούν με βαρεία ρόπαλα. Ένα ισχυρό κτύπημα στο κεφάλι έδωσε τέλος στη ζωή του Στεφάνου (το 767 μ.Χ.). Κατόπιν το σώμα του το έριξαν στη θάλασσα, αλλά ευλαβείς χριστιανοί που το βρήκαν όταν τα κύματα το έφεραν στην παραλία, το έθαψαν με την αρμόζουσα τιμή.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν ἐνδεδειγμένος, σκεῦος γέγονας δικαιοσύνης διαπρέπων ταῖς σεπταῖς ἀναβάσεσι· καὶ τοῦ Χριστοῦ τὴν εἰκόνα σεβόμενος, μαρτυρικῆς ἠξιώθης φαιδρότητος. Θεῖε Στέφανε, ἐν ὅπλῳ ἡμᾶς στεφάνωσον τῆς θείας εὐδοκίας τοὺς ὑμνοῦντας σε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀσκητικῶς προγυμνασθεὶς ἐν τῷ ὄρει, τὰς νοητὰς τῶν δυσμενῶν παρατάξεις, τῇ πανοπλίᾳ ὤλεσας παμμάκαρ τοῦ Σταυροῦ. Αὖθις δὲ πρὸς ἄθλησιν, ἀνδρικῶς ἀπεδύσω, κτείνας τὸν Κοπρώνυμον, τῷ τῆς Πίστεως ξίφει· καὶ δι᾽ ἀμφοῖν ἐστέφθης ἐκ Θεοῦ, Ὁσιομάρτυς ἀοίδιμε Στέφανε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, ἡ Ἐκκλησία, ἑορτὴν εὐφρόσυνον, ἐν τῇ σῇ μνήμη· καὶ πιστῶς, ἀνευφημοῦσα κραυγάζει σοι, Στέφανε θεῖε, ὁσίων τὸ καύχημα.

Κάθισμα
Ἦχος δ’ Ὁ ὑψωθεὶς.
Τῶν Μοναστῶν ὑπογραμμὸς ἀνεδείχθης, τῶν Ἀθλητῶν καλλωπισμὸς ἀνεφάνης, δι' ἀμφοτέρων Στέφανε κοσμούμενος· ὅθεν ἀξιάγαστε, καὶ διπλοῦς τοὺς στεφάνους, ἔλαβες ἀσκήσεως, καὶ ἀθλήσεως Πάτερ. Ἀλλ' ἐκτενῶς Χριστὸν ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν σὲ ὑμνούντων, ἱκέτευε Στέφανε.

Ὁ Οἶκος
Εἰς πᾶσαν γῆν ὡς ἀληθῶς, διέδραμεν ὁ φθόγγος τῶν σῶν κατορθωμάτων, σοφὲ Ὁσιομάρτυς, ὧν περ εἰργάσω θαυμαστῶς· ὅθεν δυσωπῶ σε, παρρησίαν πρὸς Θεὸν ὡς κεκτημένος Ὅσιε, ἱκέτευε τοῦ δοθῆναί μοι λόγον ἐπάξιον, τοῦ ἀνευφημῆσαι τοὺς ἀγῶνας, οὓς ὑπέστης ἐξ ὁρατῶν ἐχθρῶν καὶ νοουμένων· ὃς πρὶν ἀσκητικῶς καθεῖλες, ἀπάσας τὰς κινήσεις τῆς σαρκὸς ἀπονεκρώσας, ἀθλήσει δὲ νῦν τὸν τύραννον ἐτροπώσω, Ὁσίων τὸ καύχημα.

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2015

Ἄγ.Νικολάου Βελιμιροβιτς: Στὸν πατέρα ποὺ ἔψαχνε παντοῦ το φάρμακο γιὰ τὸν γιό του...

Παντοῦ ἔψαχνες φάρμακο καὶ τίποτα. Ὁπουδήποτε ἄκουγες γιὰ κάποια μάντισσα, πήγαινες. Πῆγες στὴ Βοσνία, στοὺς χότζες γιὰ τὰ γραπτά. Καὶ ὅταν ὅλα αὐτὰ δὲν βοήθησαν , κάλεσες τελικὰ καὶ τὸν ἱερέα. Ἀλλὰ οὔτε ἡ προσευχὴ τοῦ ἱερέα βοήθησε. Ὁ γιὸς ἀσθενοῦσε καὶ πέθανε. Τώρα ἡ ζωή σου κατάντησε χωρὶς στόχο καὶ δίχως νόημα. Σκέπτεσαι τὴν αὐτοκτονία. Προμηθεύτηκες δηλητήριο, τὸ ἔβαλες κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι σου, καὶ ὁλόκληρες νύχτες ἀποφασίζεις, ἐὰν θὰ τὸ πιεὶς ἢ ὄχι. Ρωτᾶς, γιατί σὲ βασανίζει ὁ Θεός;
Καὶ ἐγὼ θὰ ρωτήσω κάτι ἐσένα. Γιατί ἐσὺ βασανίζεις τὸν Θεό; Γιατί βασανίζεις τὸν βασανισμένο γιὰ σένα στὸν σταυρό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό; Αὐτὸς ὑπέφερε βαρεῖς πόνους γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τοὺς ψεύτικους θεοὺς , ἀπὸ τοὺς ψευδεῖς σωτῆρες καὶ ἀπ’ ὅλες τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις ποὺ ἐνεργοῦν μέσω αὐτῶν. Καὶ ὅμως ἐσὺ παράκαμψες Αὐτόν, τὸν μόνο Ἀληθινὸ , καὶ πῆγες πρῶτα νὰ ζητήσεις βοήθεια ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς Του, μάντισσες καὶ μάγισσες. Ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ συμβουλεύει ὡς ἑξῆς: «ἀσθενεῖ τὶς ἐν ὑμίν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας, καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ’ αὐτὸν ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίω ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου· καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα, καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος» ( Ἰακ. 5,14 -15 ) . Ἐσύ, ὄντως, κάλεσες ἱερέα, τὸν πρεσβύτερό της ἐκκλησίας , γιὰ νὰ διαβάσει τὴν προσευχὴ στὸν ἄρρωστο, ἀλλὰ πότε; Ὅταν ἀπευθύνθηκες πρῶτα σ’ ὅλες τὶς μάγισσες καὶ τοὺς καταραμένους! Θυμώνοντας πρῶτα Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος ποὺ δίνει ζωὴ καὶ ὑγεία, τότε ἄρχισες νὰ τὸν παρακαλᾶς. Καὶ ποιὸς ξέρει μὲ τί καρδιὰ καὶ τί πίστη! Ὁπωσδήποτε μὲ μοιρασμένη τὴν καρδιὰ καὶ μὲ λίγη πίστη. Ὁ Θεὸς μᾶς εἶναι ἀρωγὸς σ’ ἐκείνους , οἱ ὁποῖοι μὲ ὁλόκληρη τὴν καρδιὰ καὶ πλήρη πίστη ἀνήκουν ἀποκλειστικὰ σ’ Αὐτόν.
Ἐὰν κάποιος προσεύχεται στὸν Θεὸ καὶ στὸ δαιμόνιο, παραμένει ἀβοήθητος ,ἀφοῦ ὁ Θεὸς δὲν θέλει καὶ ὁ δαίμονας δὲν μπορεῖ, νὰ τὸν βοηθήσει. Ὁ ἅγιος προφήτης Ἠλίας ἔλεγε στὸν ἀλὸ μὲ τὴ μοιρασμένη καρδιά: «ἕως πότε ὑμεῖς χωλανεῖτε ἒπ  ἀμφοτέραις ταῖς ἰγνύαις; εἰ ἔστι Κύριος ὁ Θεός, πορεύεσθε ὀπίσω αὐτοῦ . εἰ δὲ ὁ Βάαλ, ( δηλαδὴ τὸ σατανικὸ εἴδωλο) πορεύεσθε ὀπίσω αὐτοῦ.» ( Γ ΄Βασ. 18, 21 ) . Καὶ ὅταν ἀρρώστησε ὁ βασιλιὰς Ὀζοχίας , δὲν ζήτησε βοήθεια ἀπὸ τὸν ζῶντα Θεὸ ἀλλὰ ἔστειλε τοὺς ὑπηρέτες στὸ Ἀκκαρὸν στὸν Βάαλ γιὰ νὰ ρωτήσουν , ἐὰν θὰ γιάνει. Ὁ ἅγιος Ἠλίας ἀκούγοντας αὐτὸ πῆγε στὸν βασιλιὰ καὶ εἶπε: «τάδε λέγει Κύριος· τί ὅτι ἀπέστειλας ἀγγέλους ἐκζητῆσαι ἐν τῷ Βάαλ μυίαν θεὸν  Ἀκκαρῶν; οὒχ οὕτως· ἡ κλίνη, ἒφ  ἧς ἀνέβης ἐκεῖ, οὐ καταβήση ἂπ  αὐτῆς, ὅτι θανάτω ἀποθανῆ» ( Δ΄ Βασ. 1, 16 ) .
Ἔτσι καὶ ἐσὺ βασάνισες τὸν Θεὸ καὶ Τὸν «θύμωσες». Ὁ Θεὸς νὰ σὲ συγχωρήσει. Ὅμως εὐχαρίστησε Τὸν ποὺ καὶ τὸν γιό σου πῆρε καὶ ἐσένα ἔσωσε ἀπὸ τὴν αὐτοκτονία καὶ τὴν ψυχοκτονία. Καὶ ἐπειδή σου ἄφησε χρόνο γιὰ μετάνοια. Νὰ παραδοθεῖς ἀπὸ τώρα ὁλόκληρος σ’ Αὐτὸν μόνο, μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά. Καὶ ἡ ἀγάπη Του θὰ ἰσχυροποιήσει τὴ ζωή σου, θὰ φωτίσει τοὺς δρόμους σου, καὶ στὸν γιό σου θὰ χαρίσει τὸ Βασίλειο τῶν Οὐρανῶν.
Εἰρήνη σὲ σένα ἀπὸ τὸν ἀναστηθέντα Χριστό.


 «ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
Δρόμος δίχως Θεὸ δὲν ἀντέχεται…
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α΄»
Ἐκδόσεις «ἐν πλῶ»

Σοφὰ λόγια ἁγίων γερόντων

Ρώτησε κάποιος ἕνα γέροντα, πόσα χρόνια ἔχει στὸ Ἅγιο Ὅρος καὶ τοῦ ἀπάντησε.
Χρόνια πολλὰ ἔχω, προκοπὴ δὲν ἔχω. Καὶ τὰ τσακάλια στὴν ἔρημο ζοῦν, ἀλλὰ τσακάλια μένουν.

Εἶπε γέρων. Ὅσο πνευματικότερος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τόσο λιγότερα δικαιώματα ζητάει ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή.

Συμβούλευε ἕνα φωτισμένος μοναχός. Νὰ ἔχεις ἀγάπη πρὸς ὅλους, ἀλλὰ ἰδιαίτερες σχέσεις μὲ κανένα.


Εἶπε γέρων. Τὸ θέμα τῆς σωτήριάς μας δὲν εἶναι θέμα εὐκαιρίας ἢ σύμπτωσης, ἀλλὰ θέμα ἐργασίας καὶ βίας. «Βιάστε ἁρπάζουσιν τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».

Διηγήθηκε ἕνας ἀσκητής. Ἐδῶ ἔρχονται πολλοὶ φοιτητές.
Κάποτε εἶχαν ἔρθει καμία δεκαριὰ καὶ ζητοῦσαν νὰ τοὺς κάνω θαῦμα.
Ἐπέμεναν πολύ. Σκέφτηκα μὲ ποιὸ τρόπο νὰ βάλω μυαλὸ σὲ αὐτὰ τὰ παιδία.Τοὺς εἶπα. Λοιπόν, μπεῖτε στὴ σειρὰ γιὰ νὰ σᾶς κόψω τὰ κεφάλια.
Μετὰ θὰ κάνω τὸ θαῦμα γιὰ νὰ σᾶς τὰ κολλήσω!
Ν` ἀραιώσετε λίγο, γιατί ὑπάρχει κίνδυνος νὰ τὰ μπερδέψω.
Ἕτοιμοι εἶστε; Θέλετε νὰ δεῖτε τὸ θαῦμα;
Οἱ νέοι ἀντέδρασαν ἀμέσως. Ὄχι, ὄχι σὲ μᾶς πάτερ, εἶπαν μὲ μιὰ φωνή.
Αὐτὸ τὸ ἔκανε ὁ ἀσκητὴς γιὰ νὰ δείξει στοὺς φοιτητὲς ὅτι δὲν πρέπει νὰ ζητοῦμε θαύματα ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ πιστεύσουμε σ’Αὐτόν...

Εἶπε γέρων. Ταπείνωση εἶναι τὸ κάτω σκαλοπάτι τῶν ἀρετῶν.
Ἀγάπη εἶναι τὸ ἐπάνω σκαλοπάτι. Γιατί δὲν ἁγιάζουμε σήμερα;
Γιατί δὲν ἔχουμε ταπείνωση.

Εἶπε γέρων. Μπορεῖ κάποιος νὰ ἀγωνίζεται ποὺ κὰ ποὺ μὲ φιλότιμο, ἀλλὰ νὰ μὴν ἔχει μεγάλη πρόοδο, γιατί δὲν ἔχει ταπείνωση. Ἐνῶ ἄλλοι ἀγωνίζονται λιγότερο (ἄσκηση, νηστεία κ.λ.π.) καὶ προοδεύουν πολὺ περισσότερο, γιατί ἔχουν πολλὴ ταπείνωση καὶ αὐτὴ ἀναπληρώνει πολλά.

Νὰ ζεῖτε σὲ διαρκῆ δοξολογία καὶ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό, γιατί ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι ἡ ἀχαριστία καὶ ὁ χειρότερος ἁμαρτωλὸς ὁ ἀχάριστος.

Εἶπε γέρων. Μοιάζουμε μὲ τσουκνίδες. Ἀπὸ μακριὰ φαίνονται πράσινες, σὰν πεδιάδα, σὰν κῆπος μὰ ὅταν πλησιάσεις καὶ τὶς ἀγγίξεις τότε βλέπεις τὴν ἀσχήμια τους καὶ τότε νιώθεις τὸ κεντρί τους.


Ρωτήθηκε κάποτε ἕνας ἐρημίτης. Πῶς πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουμε τοὺς ἐπαίνους καὶ τὰ ἐγκώμια; Καὶ ἀπάντησε.
Νὰ ἔχετε ταπείνωση καὶ νὰ γνωρίζεται καλὰ τὸν ἑαυτό σας.

Νὰ σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα. Όταν σκαλίζω στὸ ξύλο τὴν μορφὴ ἁγίου καὶ τελειώνω, νομίζω ὅτι εἶναι καλή. Την ξανακοιτάω μετὰ ἀπὸ λίγο καὶ βλέπω ὅτι ἔχει ἐλλείψεις. Αν βάλω τὸν φακὸ θὰ δῶ ὅτι δὲν εἶναι τίποτα τὸ σπουδαῖο. Το ἴδιο πάλι καὶ μὲ τὰ χέρια. Βλέπουμε ὅτι εἶναι καθαρά. Ἂν βάλουμε ὅμως τὸν φακό, θὰ δοῦμε ὅτι ἔχουν βρωμιὰ καὶ πολλὰ μικρόβια. Έτσι, νὰ κοιτᾶμε προσεκτικὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ θὰ Βλέπουμε ὅτι δὲν εἴμαστε τίποτα κι ἃς λέει ὁ κόσμος.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Ιάκωβος ο Πέρσης ο Μεγαλομάρτυρας

Ο Άγιος Ιάκωβος, έζησε τον 4ο μ.Χ. αι. επί βασιλέως Αρκαδίου (περί το 395 μ.Χ.).

Ζούσε στη Βηθλαδά της Περσίας και καταγόταν από επίσημο γένος. Ήταν φίλος με το βασιλιά των Περσών, Ισδιγέρδη. Παρασυρμένος από αυτή τη φιλία του, ο Ιάκωβος απαρνήθηκε την πίστη του στο Χριστό. Για να ευχαριστήσει τον Ισδιγέρδη, άφησε τον εαυτό του να χαθεί μέσα στην ψευδαίσθηση του πλούτου των ανακτόρων.

Όταν το έμαθαν αυτό η μητέρα και η γυναίκα του, οι οποίες ήταν ευσεβείς και πιστές χριστιανές λυπήθηκαν και εξοργίστηκαν. Και οι δύο λοιπόν τον επιπλήξανε για τη στάση του και του δήλωσαν ότι δεν ήθελαν καμία σχέση, μαζί του. Αυτό το μικρό πλήγμα, επανέφερε τον Ιάκωβο στον ίσιο δρόμο. Τον έκανε να διαπιστώσει το χάσμα το οποίο δημιούργησε. Έτσι ο Ιάκωβος αποφάσισε να εξαγνίσει το ατόπημά του και να επανέλθει στον δρόμο του Θεού.

Μετά από την απόφαση αυτή, πήγε στον βασιλιά και ομολόγησε μπροστά του την μία και αληθινή πίστη στον Χριστό. Ο Ισδιγέρδης εξεπλάγη γι' αυτή την αλλαγή του Ιακώβου και προσπάθησε να τον μεταπείσει. Ο Ιάκωβος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του και γι' αυτό διατάχθηκε να τον βασανίσουν. Μαρτύρησε με ακρωτηριασμό των άκρων του και κατόπιν με τον αποκεφαλισμό του. Με αυτό τον μαρτυρικό τρόπο παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁ Μάρτυς Ἰάκωβος, ὁ τῆς Περσίδας βλαστός, τὸν δόλιον δράκοντα, τοὶς τῶν αἱμάτων κρουνοίς, ἀθλήσας ἀπέπνιξε, πίστει γὰρ ἀληθείας, μεληδὸν τετμημένος, ὤφθη τροπαιοφόρος, τοῦ Σωτῆρος ὁπλίτης, πρεσβεύων ἀδιαλείπτως, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Πεισθεὶς τῇ καλῇ, συζύγῳ καρτερόψυχε, καὶ τὸ φοβερόν, κριτήριον φοβούμενος, τῶν Περσῶν τὸ φρόνημα, καὶ τὸν φόβον Ἰάκωβε κατέπτυσας, καὶ ἀνεδείχθης Μάρτυς θαυμαστός, τὸ σῶμα ὡς κλῆμα συντεμνόμενος.

Ὁ Οἶκος
Ἀπὸ ψυχῆς στενάξωμεν πάντες, δάκρυα ἐκχέοντες, καθορῶντες πικρῶς τὸν Μάρτυρα μελιζόμενον· δίκην κυνῶν γὰρ ὠρυομένων συνελθόντες οἱ δήμιοι, τὰ μέλη κατετίτρωσκον τοῦ θαυμαστοῦ καὶ γενναίου ἐν Μάρτυσι Μάρτυρος. Τὶς οὖν ὑπάρχει; εἰ δοκεῖ, μικρὸν ὑπομείνατε, καὶ λέξω πάντα μετὰ σπουδῆς, πῶς ὡς θῦμα Κυρίῳ προσήνεκται, το σῶμα ὡς κλῆμα τεμνόμενος.



Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2015

Εις εμέ το λέγεις Κύριε; Εις εμέ;

Τα τελευταία λόγια του αγίου Νεκταρίου, στο κρεββάτι του νοσοκομείου, ήταν τα εξής: «Εις εμέ το λέγεις Κύριε; Εις εμέ;»…

Προφανώς , έλαβε εκείνη την στιγμή πρόσκληση από τον Κύριο στην αιώνια βασιλεία του και μέχρι εκείνη την έσχατη επιθανάτια στιγμή, δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο όχι μόνον να τον προσκαλεί ο Κύριος, αλλά και να του απευθύνει τον λόγο.
Τί βαθειά ταπείνωση! Ταπείνωση πού ζυμώθηκε χρόνο με τον χρόνο, διωγμό με διωγμό, συκοφαντία με συκοφαντία. Ταπείνωση πού καλλιεργούσε όσο προέκοπτε στην πνευματική και θύραθεν σοφία.
Αυτή η αντίδραση είναι αποκρυστάλλωση χρόνιου αγώνα. Οι ταπεινολογίες και οι ταπεινοσχημίες κάποτε καταρρέουν και δείχνουν γυμνό τον φέροντα. Η άσκηση στην ταπείνωση την αληθινή όχι!
Όσο βαθύτερα ασκείται σε αυτήν κάποιος, τόσο αυτή αυξάνει και στερεώνεται μέσα του.
 Όσο πλησιάζει κανείς τον μεγάλο Θεό, τόσο σμικρός αισθάνεται .
Ο δέ άγιος Σάββας ο εν Καλύμνω,μαθητής του αγίου Νεκταρίου, όταν παρέδιδε την ψυχή του στον Κύριο, ανέλαβε δυνάμεις , σηκώθηκε και άρχισε να φωνάζει χειροκροτώντας: Ο Κύριος! Ο Κύριος! Ο Κύριος!
Ω μακαρία χαρά και παιδικότητα των αγίων πού ξεπερνάς και αυτήν την αθωότερη χαρά και παιδικότητα!
Αυτής αξίωσον και ημάς Σωτήρ τους αναξίους!

Ἄγ.Νικολάου Βελιμιροβιτς: Στὸν πατέρα ποὺ ἔψαχνε παντοῦ το φάρμακο γιὰ τὸν γιό του...

Παντοῦ ἔψαχνες φάρμακο καὶ τίποτα. Ὁπουδήποτε ἄκουγες γιὰ κάποια μάντισσα, πήγαινες. Πῆγες στὴ Βοσνία, στοὺς χότζες γιὰ τὰ γραπτά. Καὶ ὅταν ὅλα αὐτὰ δὲν βοήθησαν , κάλεσες τελικὰ καὶ τὸν ἱερέα. Ἀλλὰ οὔτε ἡ προσευχὴ τοῦ ἱερέα βοήθησε. Ὁ γιὸς ἀσθενοῦσε καὶ πέθανε. Τώρα ἡ ζωή σου κατάντησε χωρὶς στόχο καὶ δίχως νόημα. Σκέπτεσαι τὴν αὐτοκτονία. Προμηθεύτηκες δηλητήριο, τὸ ἔβαλες κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι σου, καὶ ὁλόκληρες νύχτες ἀποφασίζεις, ἐὰν θὰ τὸ πιεὶς ἢ ὄχι. Ρωτᾶς, γιατί σὲ βασανίζει ὁ Θεός;
Καὶ ἐγὼ θὰ ρωτήσω κάτι ἐσένα. Γιατί ἐσὺ βασανίζεις τὸν Θεό; Γιατί βασανίζεις τὸν βασανισμένο γιὰ σένα στὸν σταυρό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό; Αὐτὸς ὑπέφερε βαρεῖς πόνους γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τοὺς ψεύτικους θεοὺς , ἀπὸ τοὺς ψευδεῖς σωτῆρες καὶ ἀπ’ ὅλες τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις ποὺ ἐνεργοῦν μέσω αὐτῶν. Καὶ ὅμως ἐσὺ παράκαμψες Αὐτόν, τὸν μόνο Ἀληθινὸ , καὶ πῆγες πρῶτα νὰ ζητήσεις βοήθεια ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς Του, μάντισσες καὶ μάγισσες. Ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ συμβουλεύει ὡς ἑξῆς: «ἀσθενεῖ τὶς ἐν ὑμίν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας, καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ’ αὐτὸν ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίω ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου· καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα, καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος» ( Ἰακ. 5,14 -15 ) . Ἐσύ, ὄντως, κάλεσες ἱερέα, τὸν πρεσβύτερό της ἐκκλησίας , γιὰ νὰ διαβάσει τὴν προσευχὴ στὸν ἄρρωστο, ἀλλὰ πότε; Ὅταν ἀπευθύνθηκες πρῶτα σ’ ὅλες τὶς μάγισσες καὶ τοὺς καταραμένους! Θυμώνοντας πρῶτα Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος ποὺ δίνει ζωὴ καὶ ὑγεία, τότε ἄρχισες νὰ τὸν παρακαλᾶς. Καὶ ποιὸς ξέρει μὲ τί καρδιὰ καὶ τί πίστη! Ὁπωσδήποτε μὲ μοιρασμένη τὴν καρδιὰ καὶ μὲ λίγη πίστη. Ὁ Θεὸς μᾶς εἶναι ἀρωγὸς σ’ ἐκείνους , οἱ ὁποῖοι μὲ ὁλόκληρη τὴν καρδιὰ καὶ πλήρη πίστη ἀνήκουν ἀποκλειστικὰ σ’ Αὐτόν.
Ἐὰν κάποιος προσεύχεται στὸν Θεὸ καὶ στὸ δαιμόνιο, παραμένει ἀβοήθητος ,ἀφοῦ ὁ Θεὸς δὲν θέλει καὶ ὁ δαίμονας δὲν μπορεῖ, νὰ τὸν βοηθήσει. Ὁ ἅγιος προφήτης Ἠλίας ἔλεγε στὸν ἀλὸ μὲ τὴ μοιρασμένη καρδιά: «ἕως πότε ὑμεῖς χωλανεῖτε ἒπ  ἀμφοτέραις ταῖς ἰγνύαις; εἰ ἔστι Κύριος ὁ Θεός, πορεύεσθε ὀπίσω αὐτοῦ . εἰ δὲ ὁ Βάαλ, ( δηλαδὴ τὸ σατανικὸ εἴδωλο) πορεύεσθε ὀπίσω αὐτοῦ.» ( Γ ΄Βασ. 18, 21 ) . Καὶ ὅταν ἀρρώστησε ὁ βασιλιὰς Ὀζοχίας , δὲν ζήτησε βοήθεια ἀπὸ τὸν ζῶντα Θεὸ ἀλλὰ ἔστειλε τοὺς ὑπηρέτες στὸ Ἀκκαρὸν στὸν Βάαλ γιὰ νὰ ρωτήσουν , ἐὰν θὰ γιάνει. Ὁ ἅγιος Ἠλίας ἀκούγοντας αὐτὸ πῆγε στὸν βασιλιὰ καὶ εἶπε: «τάδε λέγει Κύριος· τί ὅτι ἀπέστειλας ἀγγέλους ἐκζητῆσαι ἐν τῷ Βάαλ μυίαν θεὸν  Ἀκκαρῶν; οὒχ οὕτως· ἡ κλίνη, ἒφ  ἧς ἀνέβης ἐκεῖ, οὐ καταβήση ἂπ  αὐτῆς, ὅτι θανάτω ἀποθανῆ» ( Δ΄ Βασ. 1, 16 ) .
Ἔτσι καὶ ἐσὺ βασάνισες τὸν Θεὸ καὶ Τὸν «θύμωσες». Ὁ Θεὸς νὰ σὲ συγχωρήσει. Ὅμως εὐχαρίστησε Τὸν ποὺ καὶ τὸν γιό σου πῆρε καὶ ἐσένα ἔσωσε ἀπὸ τὴν αὐτοκτονία καὶ τὴν ψυχοκτονία. Καὶ ἐπειδή σου ἄφησε χρόνο γιὰ μετάνοια. Νὰ παραδοθεῖς ἀπὸ τώρα ὁλόκληρος σ’ Αὐτὸν μόνο, μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά. Καὶ ἡ ἀγάπη Του θὰ ἰσχυροποιήσει τὴ ζωή σου, θὰ φωτίσει τοὺς δρόμους σου, καὶ στὸν γιό σου θὰ χαρίσει τὸ Βασίλειο τῶν Οὐρανῶν.
Εἰρήνη σὲ σένα ἀπὸ τὸν ἀναστηθέντα Χριστό.

Όσιος Αλύπιος ο Κιονίτης

Ο Όσιος Αλύπιο ήταν από την Αδριανούπολη της Παφλαγονίας και έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. Η παράδοση αναφέρει ότι, όταν θα γεννιόταν ο Αλύπιος, η μητέρα του είδε σε όνειρο να κρατάει ένα λευκό αρνί που στα κέρατά του ήταν τρεις αναμμένες λαμπάδες, που σήμαινε τις αρετές που θα είχε το παιδί που θα γεννιόταν.

Οι γονείς του έδωσαν στον Αλύπιο χριστιανική ανατροφή, που στο πρόσωπο του επέφερε καρπούς εκατονταπλασίονας. Είχε μεγάλη περιουσία, την οποία δαπάνησε στους φτωχούς και πάσχοντες της περιοχής του. Διότι ευχαρίστηση του ήταν να εκπληρώνει το νόμο του Θεού, που προτρέπει τους χριστιανούς να είναι «συμπαθεῖς, φιλάδελφοι, εὔσπλαχνοι, φιλόφρονες» (Α' επιστολή Πέτρου, γ' 8). Δηλαδή να συμπαθούν και να συμμετέχουν στις λύπες των αδελφών τους, να αγαπούν σαν αδελφούς τους συνανθρώπους τους, να έχουν πονετική και τρυφερή καρδιά και να είναι περιποιητικοί και ευγενείς.

Ο Αλύπιος, αφού έμεινε πάμφτωχος, αποσύρθηκε στην έρημο, όπου έκανε ασκητική ζωή. Πληροφορίες αναφέρουν ότι έμεινε πάνω σ' ένα στύλο 50 (κατ’ άλλους 53 ή 66) χρόνια για λόγους άσκησης και κάτω από διάφορες καιρικές συνθήκες.

Η φήμη της αρετής του έφερε κοντά στον Αλύπιο και άλλες ψυχές, που ζητούσαν ειρηνικό καταφύγιο. Στους ανθρώπους αυτούς υπήρξε φιλόστοργος πνευματικός πατέρας, και τους καθοδηγούσε με τις συμβουλές του και τους στήριζε με το παράδειγμα του.

Πέθανε ειρηνικά το έτος 608 μ.Χ., αφού έζησε 100 χρόνια, κατ' άλλους 120. Τελείται δε η Σύναξις αυτού «ἐν τῇ μονῇ αὐτοῦ τῇ οὔσῃ πλησίον τοῦ Ἱπποδρομίου», κατά τον Παρισινό Κώδικα 1594.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Ὑπομονῆς στῦλος γέγονας, ζηλώσας τοὺς Προπάτορας Ὅσιε, τὸν Ἰὼβ ἐν τοῖς πάθεσι, τὸν Ἰωσὴφ ἐν τοῖς πειρασμοῖς, καὶ τὴν τῶν Ἀσωμάτων πολιτείαν, ὑπάρχων ἐν σώματι, Ἀλύπιε Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Δοξάζων ὁ Θεός, τὴν σὴν γέννησιν Πάτερ, προέγραψε σαφῶς, τῆς ζωῆς σου τὴν χάριν αὐτῶ γὰρ εὐηρέστησας, ἀρετῶν τελειότητι ὅθεν ἤστραψας, ἀπὸ τοῦ κίονος πάσι, τῶν ἀγώνων σου, τᾶς ἀληθεῖς ἀντιδόσεις, Ἀλύπιε Ὅσιε.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἀρετῶν ὑπόθεσιν, καὶ Ἀσκητῶν καλλώπισμα, ἡ Ἐκκλησία δοξάζει σε σήμερον, καὶ ἀνυμνεῖ σε Ἀλύπιε· ταῖς εὐχαῖς σου παράσχου, τοῖς τιμῶσιν ἐκ πόθου τὰς ἀριστείας σου, καὶ τὰ παλαίσματα, τῶν δεινῶν ἐγκλημάτων ἐκλύτρωσιν, ὡς ἐπώνυμος.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Συμεὼν ἡμῖν ὤφθης ἄλλος σοφέ· τὸ γὰρ σῶμα ὑψώσας στύλῳ ἐκ γῆς, ὦ Πάτερ Ἀλύπιε, τῶν δαιμόνων τὰς φάλαγγας, ἐτροπώσω θεόφρον, πικρῶς κατοιμώζοντας, καὶ εἰς ἀβάτους τόπους, αὐτοὺς ἀπεδίωξας· ὅθεν καὶ ἐδείχθης, ἐγκαλλώπισμα θεῖον, Πατέρων τὸ καύχημα, Μοναζόντων τὸ στήριγμα. Διὸ πίστει βοῶμέν σοι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Νίκων ο «Μετανοεῖτε»

Ο Όσιος Νίκων γεννήθηκε μεταξύ των ετών 920 - 925 μ.Χ. Καταγόταν από τον Πολεμωνιακό Πόντο (Αρμενία) και ήταν γιος μεγιστάνα.

Νέος ακόμα άφησε το πατρικό του σπίτι και μόνασε. Επειδή δε τον διέκρινε Ιερός ζήλος και μεγάλο χάρισμα διδακτικότητας, γύρισε όλη την Ανατολή σαν απεσταλμένος της Μονής του κηρύττοντας το Ευαγγέλιο και επαναλάμβανε τη φωνή, που αντήχησε πρώτα στην έρημο της Ιουδαίας και κοντά στις όχθες του Ιορδάνη: «Μετανοεῖτε».

Κατόπιν ο όσιος Νικών πήγε στην Κρήτη, όπου παρέμεινε διδάσκοντας για 20 χρόνια. Από κει πήγε στην Πελοπόννησο, όπου κατέληξε στην πόλη των Λακώνων. Εκεί κήρυξε, έκανε διάφορα θαύματα και έκτισε ναό στο όνομα του Σωτήρος Ιησού Χριστού. Η ηθική επιρροή του στους κατοίκους, υπήρξε μεγάλη. Και στη χώρα αυτή, που αγάπησε περισσότερο και από την πατρίδα του, άφησε την τελευταία του πνοή το έτος 998 μ.Χ.

Αξίζει τέλος να σημειώσουμε ότι ο Όσιος Νίκων επισκέφτηκε και την Εύβοια. Εκεί ασχολήθηκε, όπως έπραττε παντού, με το κήρυγμα. Έλαβε αφορμή από το φαινόμενο της παλίρροιας και μίλησε «Περί της ρευστότητας και μεταβλητότητας του εγκοσμίου βίου και περί των ασταθών τρόπων των ακαταστάτων ανθρώπων». Τόπος από όπου εκήρυττε ήταν το υψηλό φρούριο του Ευρίπου (Χαλκίδος). Θαυματούργησε σώζοντας ένα παιδί που έπεσε από ψηλά από το φρούριο. Όλοι νόμιζαν ότι σκοτώθηκε. Όταν συνήλθε το παιδί είπε: Δεν σκοτώθηκα γιατί με κράτησε αυτός ο μοναχός που λέει «Μετανοείτε». Επίσης θεράπευσε μία δαιμονόπληκτη γυναίκα για τη θεραπεία της οποίας προσευχήθηκε δημόσια με τη συμμετοχή του λαού.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Θείας πίστεως.
Χαίρει ἔχουσα ἡ Λακεδαίμων, θείαν λάρνακα, τῶν σῶν λειψάνων, ἀναβρύουσαν πηγὰς τῶν ἰάσεων, καὶ διασώζουσαν πάντας ἐκ θλίψεων, τοὺς σοὶ προστρέχοντας Πάτερ ἐκ πίστεως. Νίκων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πληρώσας.
Τὴν Ἀγγελικὴν μιμούμενος πολιτείαν, κόσμου τὰ τερπνὰ ὡς σκύβαλα ἐλογίσω, μετανοίας τὴν τρίβον δεικνύων ἡμῖν, θεοφόρε Νίκων Ὅσιε· διὰ τοῦτό σε γεραίρομεν, ἐκτελοῦντες νῦν τὴν μνήμην σου· ὑπάρχεις γὰρ ἀληθῶς, ἰαμάτων πηγή.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Στυλιανός ο Παφλαγόνας

Ο Όσιος Στυλιανός ήταν γιος πλουσίων γονέων (που μάλλον γεννήθηκε στην Παφλαγονία, χωρίς αυτό να είναι σίγουρο, διότι εκεί φυλασσόταν και ιερό λείψανο του), διδάχτηκε νωρίς απ' αυτούς να είναι εγκρατής και να θεωρεί το χρήμα μέσο για την ανακούφιση και περίθαλψη των φτωχών και των αρρώστων.

Αφού έτσι ανατράφηκε, και οι γονείς του πέθαναν, διαμοίρασε όλη την κληρονομιά του και πήγε σαν ασκητής στην έρημο. Εκεί γνωρίστηκε με άλλους ασκητές, που ζούσε μαζί τους με αδελφική αγάπη, χριστιανική συγκατάβαση και επιείκεια. Δεν λύπησε ποτέ κανένα, μεγάλη του χαρά μάλιστα, ήταν να επαναφέρει τη γαλήνη στις ταραγμένες ψυχές. Η φήμη της θαυμαστής ασκητικής του ζωής έφθασε μέχρι τις πόλεις, και πολλοί έτρεχαν να τον βρουν για να ζητήσουν απ' αυτόν τις πνευματικές του οδηγίες.

Ο όσιος Στυλιανός, παρά την ερημική ζωή του, έτρεφε στοργή και συμπάθεια προς τα παιδιά, που τόσο αγαπούσε και ο Κύριος. Αν, έλεγε, η ταπεινοφροσύνη αποτελεί θεμέλιο των αρετών, η παιδική ηλικία από τη φύση της είναι περισσότερο ενάρετη, απ' ότι οι μεγαλύτεροι των φιλοσόφων. Πολλές φορές οι γονείς έφεραν προς αυτόν τα παιδιά τους, και τότε η αγαλλίαση του οσίου ήταν πολύ μεγάλη. Ο Θεός βραβεύοντας το Ιερό αυτό αίσθημα του, προίκισε τον όσιο με το χάρισμα να θεραπεύει τα άρρωστα παιδιά και να καθίστα εύτεκνους άτεκνες γυναίκες.

Ο Όσιος Στυλιανός κοιμήθηκε πλήρης ήμερων αλλά και αρετών.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Στήλη ἔμψυχος τῆς ἐγκρατείας, στῦλος ἄσειστος τῆς Ἐκκλησίας Στυλιανὲ ἀνεδείχθης μακάριε· ἀνατεθεὶς γὰρ Θεῷ ἐκ νεότητος κατοικητήριον ὤφθης τοῦ Πνεύματος. Πάτερ ὅσιε Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε δωρίσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Στήλη ἐμψυχος τῆς ἐγκρατείας, στῦλος ἄσειστος τῆς ἐκκλησίαςε, Στυλιανέ, ἀνεδείχθης, μακάριε. Τὸν γὰρ σὸν πλοῦτον σκορπίσας τοῖς πένησιν, ἐν οὐρανοῖς ἐκομίσω τὸν ἄφθαρτον, καὶ ἐγκρατείᾳ καὶ πόνοις, πανόλβιε, χάριν εἴληφας νηπίων προστάτης γενόμενος καὶ φύλαξ νεογνῶν ἀπροσμάχητος.



Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

Σωτηρία χωρίς τους άλλους δεν υπάρχει

Δεν νοείται ζωή χωρίς σχέση. Και δεν εννοώ σαρκική.
Αυτή είναι η πιο ανεπαρκής για να γεμίσει την ύπαρξη του ανθρώπου.
Σχέση προσώπων. Σχέση που θα βρει παλμό στις αθώες συντροφιές, εάν υπάρχουν.Σχέση που δεν θα κοντοστέκεται στις μικρότητες του εγωισμού.
Ο άλλος. Το πόσο δεθήκαμε μαζί του. Αυτό είναι το ζητούμενο.

Πόσο ποθήσαμε να τον δούμε, να τον ερωτευθούμε, να τον αγαπήσουμε. Όλοι συνδέόμαστε τελικά. Θέλουμε, δεν θέλουμε. Άνθρωποι, μα πάνω απ'όλα συνάνθρωποι. Επιλογή μας εάν είμαστε συνάνθρπωποι καλοί ή κακοί.
Έχει δίκαιο ο ποιητής που λέγει: "...μέσα σε κάθε ζωή υπάρχει πάντα κάτι πιo βαθύ απ' τον εαυτό της - η ζωή των άλλων".
Η σωτηρία δεν είναι ατομικό επίτευγμα. Σωτηρία χωρίς τους άλλους δεν υπάρχει. Διότι η Βασιλεία του Θεού είναι κοινωνία προσώπων δια Ιησού Χριστού.
Χωρίς συγχώρεση δεν μπορεί να υπάρξει σχέση και κοινωνία. Και χωρίς αυτά η ζωή χάνει το νόημά της.
Μπορούμε να πούμε ότι τελικά αναζητούμε τον εαυτό μας στον άλλο. Ατόφιο. Ολοκληρωμένο. Εκείνον τον εαυτό χωρίς το «εγώ» μας.
Δίψα ζωής σημαίνει δίψα για τον άλλον, για τον κόσμο ολάκερο.
Μόνο όταν ο τρόπος ύπαρξής μας γίνει μίξη ψυχών, συνάντημα με τους άλλους θα είμαστε σε θέση να πούμε ότι ζούμε, ότι θα ζήσουμε.
Και απαλλαγμένοι από την πλασματική μας αυθεντία θα δούμε επιτέλους το βαθύ νόημα της ζωής μας, το «μετά» του θανάτου.
Είναι τότε που κατανοείς επιτέλους ότι τελικά οι άλλοι είναι ο μοναδικός παράδεισος που μας δόθηκε.
Θυμήσου ότι ακόμα και οι ερημίτες ασκητές μοναχοί μπαίνουν στην ζωή των άλλων δια της προσευχής, δια της αγρυπνίας τους, δια της νηστείας τους, δια των δακρύων της μετανοίας τους.
Αν και ζούνε μόνοι μέσα στις ερημιές δεν χάνουν την κοινωνία με τους άλλους. Ενώνονται μυστηριακά με τους πάντες δια του Χριστού.
Δεν φοβούνται την μοναξιά, γιατί δεν είναι μόνοι. Μοναχοί αλλά όχι μονάχοι τους.
Γιατί η αγάπη δεν γνωρίζει σύνορα. Πάντα βρίσκει τρόπους να εκφραστεί...

Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.

Άγιος Πορφύριος


Η ελευθερία δεν κερδίζεται, αν δεν ελευθερώσομε το εσωτερικό μας απ’ τα μπερδέματα και τα πάθη.



Αυτό είναι η Εκκλησία μας, αυτή είναι η χαρά μας, αυτό είναι το παν για μας. Και ο άνθρωπος σήμερα αυτό ζητάει. Και παίρνει τα δηλητήρια και τα ναρκωτικά, για να έλθει σε κόσμους χαράς. αλλά ψεύτικης χαράς.

Κάτι αισθάνεται εκείνη τη στιγμή και αύριο είναι τσακισμένος. Το ένα τον τρίβει, τον τρώει, τον τσακίζει, τον ψήνει. Ενώ το άλλο, δηλαδή το δόσιμο στον Χριστό, τον ζωογονεί, του δίνει χαρά, τον κάνει να χαίρεται τη ζωή, να νιώθει δύναμη, μεγαλείο.

Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν’ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν’ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σας πονάει το στήθος.

Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις.

Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σας καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό.

Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.

Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.

Η επικοινωνία με τον Χριστό, όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει τον διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή. Υποχωρεί, όταν δει την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να τη υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης. Όταν, όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σας παίρνει είδηση και σας πολεμάει. Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει.
Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σας αγκαλιάζει. Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον. Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρης, σαν αγριόγατα. Όταν του ρίχνεις σφαίρες, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο. Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε.

Ο ταπεινός έχει συνείδηση της εσωτερικής του καταστάσεως και, όσο κι αν είναι άσχημη, δεν χάνει την προσωπικότητά του… Δεν χάνει την ισορροπία του. Το αντίθετο συμβάνει με τον εγωιστή, τον έχοντα αισθήματα κατωτερότητος. Στην αρχή μοιάζει με τον ταπεινό. Λίγο, όμως, αν τον πειράξει κανείς, αμέσως χάνει την ειρήνη του, εκνευρίζεται, ταράζεται.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Αικατερίνη

Η Αγία Αικατερίνη καταγόταν από οικογένεια ευγενών της Αλεξάνδρειας, «θυγάτηρ βασιλίσκου τινός ονομαζομένου Kώνστου», και μαρτύρησε στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. (304 μ.Χ.) Ήταν ευφυέστατη και φιλομαθής. Ήδη σε ηλικία δέκα οκτώ χρονών κατείχε τις γνώσεις της ελληνικής, ρωμαικής και λατινικής φιλολογίας και φιλοσοφίας, δηλαδή γνώριζε τα έργα του Oμήρου, του λατίνου ποιητή Bιργίλιου, του Aσκληπιού, του Iπποκράτη και Γαληνού των ιατρών, του Aριστοτέλη και του Πλάτωνα, του Φιλιστίωνα και του Eυσέβιου των φιλοσόφων, του Iαννή και Iαμβρή των μεγάλων μάγων, του Διονυσίου και της Σιβύλλης και άλλων. Ήταν όμως και άρτια καταρτισμένη στα δόγματα της χριστιανικής πίστης.

Όταν επί Μαξεντίου (υιός του Mαξιμιανού) διεξαγόταν διωγμός εναντίον των χριστιανών, η Αικατερίνη δε φοβήθηκε, αλλά με παρρησία διέδιδε πώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος Αληθινός Θεός. Για το λόγο αυτό συνελήφθη από τον έπαρχο της περιοχής, ο οποίος προσπάθησε με συζητήσεις να την πείσει να αρνηθεί την πίστη της. Όταν ο έπαρχος διαπίστωσε την ανωτερότητά των λόγων της Αικατερίνης, συγκάλεσε δημόσια συζήτηση με τους πιο άξιους ρήτορες της Αλεξάνδρειας, τους οποίους όμως η Αικατερίνη αποστόμωσε. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά κάποιοι από τους συνομιλητές της Αικατερίνης πείσθηκαν για τους λόγους της και ασπάστηκαν την Χριστιανική Πίστη.

Μπροστά σε αυτή την κατάληξη, ο έπαρχος διέταξε να τη βασανίσουν σκληρά με την ελπίδα πώς η αγία θα λύγιζε και θα αρνιόταν τον Χριστό. Όμως η Αικατερίνη έμεινε ακλόνητη στην πίστη της. Τελικά αποκεφαλίσθηκε, ύστερα από διαταγή του έπαρχου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'.
Ἡ ἀμνάς σου Ἰησοῦ, κράζει μεγάλη τῇ φωνῇ. Σὲ Νυμφίε μου ποθῶ, καὶ σὲ ζητοῦσα ἀθλῶ, καὶ συσταυροῦμαι καὶ συνθάπτομαι τῷ βαπτισμῷ σου· καὶ πάσχω διὰ σέ, ὡς βασιλεύσω σὺν σοί, καὶ θνήσκω ὑπὲρ σοῦ, ἵνα καὶ ζήσω ἐν σοί· ἀλλ᾽ ὡς θυσίαν ἄμωμον προσδέχου τὴν μετὰ πόθου τυθεῖσάν σοι. Αὐτῆς πρεσβείαις, ὡς ἐλεήμων, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν πανεύφημον νύμφην Χριστοῦ ὑμνήσωμεν, Αἰκατερίναν τὴν θείαν καὶ πολιοῦχον Σινᾶ, τὴν βοήθειαν ἡμῶν καὶ ἀντίληψιν· ὅτι ἐφίμωσε λαμπρῶς, τοὺς κομψοὺς τῶν ἀσεβῶν, τοῦ Πνεύματος τῇ δυνάμει, καὶ νῦν ὡς Μάρτυς στεφθεῖσα, αἰτεῖται πᾶσι τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν σοφίαν ἄνωθεν, κομισαμένη τοῦ λόγου, τῶν ῥητόρων ἤλεγξας, τὰς φληναφίας εὐτόνως· κάλλεσι, τῆς παρθενίας ὡραϊσμένη, αἵμασι, τῆς μαρτυρίας πεποικιλμένη· διὰ τοῦτό σε ὡς νύμφην, Αἰκατερίνα Χριστὸς προσήκατο.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος β'. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Χορείαν σεπτήν, ἐνθέως φιλομάρτυρες, ἐγείρατε νῦν, γεραίροντες τὴν πάνσοφον, Αἰκατερίναν· αὕτη γάρ, ἐν σταδίῳ τὸν Χριστὸν ἐκήρυξε, καὶ τὸν ὄφιν ἐπάτησε, ῥητόρων τὴν γνῶσιν καταπτύσασα.

Κάθισμα
Ἦχος α'. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Μολοῦσα εὐθαρσῶς, πρὸς ἀγῶνας τρισμάκαρ, ἀνδρείως τὸν Χριστόν, ὡμολόγησας Μάρτυς, καὶ τύραννον ἤλεγξας, δυσσεβῆ καὶ παράφρονα, καὶ κατῄσχυνας, ῥητορευόντων τὰ στίφη, καὶ ἀνέδραμες, εἰς οὐρανίους σκηνώσεις· διὸ σε δοξάζομεν.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ'. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἡ παρθένος καὶ σεμνή, Αἰκατερῖνα ἡ σοφή, τῇ δυνάμει τοῦ Χριστοῦ, ἐπιρρωσθεῖσα ἀληθῶς, ἀγαλλομένη εἰσέρχεται ἐν σταδίῳ, καὶ τύραννον ὠμόν, καταβαλοῦσα στερρῶς, καὶ πᾶσαν τὴν πληθύν, τῶν δυσσεβούντων ἐχθρῶν, μετ' εὐφροσύνης ἔψαλλεν, ἀκαταπαύστως μεγάλῃ φωνῇ· Χριστέ μου δόξα, Σωτὴρ καὶ ῥύστα, σὺ οὖν δέξαι τὸ πνεῦμά μου.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'. Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς.
Ἀλεξανδρέων ἡ λαμπρὰ καὶ θεία πόλις, ἐπὶ τῇ μνήμῃ σου σεμνὴ πανηγυρίζει, καὶ γεραίρει τοὺς ἄθλους σου Αἰκατερῖνα οὓς ἔτλης γενναιοφρόνως ὑπὲρ Χριστοῦ· καὶ μέγα βρενθυομένη σοι ἐκβοᾷ· Ὦ Παρθένε πολύαθλε, εἰς οὐρανίους σκηνάς, συνοῦσα νῦν τῷ Κτίστῃ σου, χαῖρε Μάρτυς πανθαύμαστε.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τὴν σοφίαν τὴν ὄντως ἐξ Οὐρανοῦ, διὰ στόματος Μάρτυς τοῦ Μιχαήλ, λαβοῦσα πανεύφημε, καὶ ἐν ἄθλοις ἀήττητε, τῇ μὲν σοφίᾳ τῇ ἔξω, τοὺς Ῥήτορας ἔπτηξας, τῇ δὲ σοφίᾳ τῇ θείᾳ, τὴν πλάνην ἐμείωσας· ὅθεν καθορῶν σου, τὸν ἀγῶνα ὁ Κτίστης, παρέστη ἐνισχύων σε. Δεῦρο λέγων ἀνάβηθι· οἱ θησαυροὶ γὰρ σε μένουσι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Τὴν ἐκ Θεοῦ σοφίαν λαβοῦσα παιδόθεν ἡ Μάρτυς, καὶ τὴν ἔξω καλῶς σοφίαν πᾶσαν μεμάθηκε, γνοῦσα δὲ ἐκ ταύτης τὴν τῶν στοιχείων κίνησίν τε καὶ ποίησιν κατὰ λόγον, καὶ τὸν αὐτὰ ἐξ ἀρχῆς διὰ λόγου ποιήσαντα, αὐτῷ τὴν εὐχαριστίαν ἐν νυκτὶ καὶ ἡμέρᾳ προσέφερε· τὰ δὲ εἴδωλα καθεῖλε, καὶ τοὺς ταῦτα ἀφρόνως λατρεύοντας, Ῥητόρων τὴν γνῶσιν καταπτύσασα.

Μεγαλυνάριον
Νύμφη τοῦ Σωτῆρος πανευκλεής, αἴγλῃ παρθενίας,καὶ σοφίας τῇ καλλονῇ, καὶ μαρτύρων ἄθλοις, λαμπρῶς πεποικιλμένη,Αἰκατερίνα ὤφθης ὡς καλλιπάρθενος.


Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

Η υπέρ πάντων προσευχή

Γέροντας  Σωφρόνιος του έσσεξ

Η αγάπη του Χριστού εμπνέει ελεήμονα υπέρ πάντων των ανθρώπων προσευχήν, εν τη οποία συμμετέχουν και η ψυχή και το σώμα.

Βαστάζοντες εν τοιαύτη προσευχή τας θλίψεις δια τας αμαρτίας του αδελφού, καθιστάμεθα κοινωνοί των κοσμοσωτηρίων παθών του Κυρίου: «… Χριστός … περί των αμαρτιών (ημών) έπαθε, δίκαιος υπέρ αδίκων … Έπαθεν υπέρ ημών, ημίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσωμεν τοις ίχνεσιν Αυτού» (πρβλ. Α’ Πέτρ. 3,18 και 2,21). Να συσταυρούται τις μετ’ Αυτού είναι δώρον του Αγίου Πνεύματος. Ευαρεστείται ο Πατήρ ημών ο ουράνιος, όταν πάσχωμεν βλέποντες τα προσκόμματα των αδελφών ημών.

Κατά το πνεύμα της εντολής «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» οφείλομεν να συμπάσχωμεν ο είς υπέρ του άλλου. Είναι απαραίτητον να δημιουργηθή τρόπον τινά αλληλοκάλυψις ευθυνών, ήτις θα ενώση πάντας ημάς ενώπιον του προσώπου του Θεού του Δημιουργού ημών.

Εν τη ευχητική καταπονήσει της ψυχής περί της σωτηρίας των ανθρώπων περικλείεται ζωοποιός δύναμις και αγία χαρά. Ο μη γήϊνος αλλά θεοειδής χαρακτήρ της χριστιανικής ζωής, έγκειται εις τον μετά θαυμαστού τρόπου συνδυασμόν θλίψεως και χαράς, βάθους και ύψους, παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος εν τη μακραίωνι ιστορία της γης.

Καθώς ο ήλιος πέμπει τας ακτίνας αυτού προς πάσας τας κατευθύνσεις, πληρών δια της θέρμης και του φωτός το περιβάλλον αυτόν διάστημα, ούτω και το Φως και η θέρμη της αγάπης του Χριστού διαρρηγνύουν πάντα περιορισμόν και οδηγούν το πνεύμα ημών εις την απειρότητα.

Ποίος ποιητής θα ανεύρη λόγους αξίους, ίνα εκφράση τον ευγνώμονα θαυμασμόν δια την δοθείσαν εις ημάς ζωήν; Εν αυτή η νέκρωσις μεταβάλλεται εις ζωήν αιώνιον δια της αναστάσεως: «… ός δ’ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν Εμού, ευρήσει αυτήν» (Ματθ. 16,25). «Αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει· εάν δε αποθάνη, πολύν καρπόν φέρει. Ο φιλών την ψυχήν αυτού απολέσει αυτήν, και ο μισών την ψυχήν αυτού εν τω κόσμω τούτω, εις ζωήν αιώνιον φυλάξει αυτήν» (Ιωάν. 12,24-25).

Πηγή: «Περί Προσευχής» Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ). Μετάφρασις εκ του Ρωσικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου. Έσσεξ Αγγλίας 1993.

Εάν θέλεις να δώσεις κάτι σε αυτόν που έχει ανάγκη, δώσε το με όμορφο πρόσωπο, και με λόγια καλά να παρηγορείς την θλίψη του.

Εάν θέλεις να δώσεις κάτι σε αυτόν που έχει ανάγκη, δώσε το με όμορφο πρόσωπο, και με λόγια καλά να παρηγορείς την θλίψη του. Kαι αν πράξεις έτσι, νικάει η ομορφιά του προσώπου σου, αυτό που δίνεις, στην καρδία του, περισσότερο την ανάγκη του σώματος του.

Την ημέρα που θα ανοίξεις το στόμα σου να κατηγορήσεις κάποιον, θεώρησε τον εαυτό σου νεκρό εκείνη την ημέρα, και όλα σου τα έργα μάταια, και αν ακόμη σου φαίνεται, ότι ειλικρινά και προς οικοδομή σε παρακίνησε ο λογισμός σου να μιλήσεις, γιατί ποια η ανάγκη να καταστρέψει κάποιος το σπίτι του, και να διορθώσει το σπίτι του φίλου του;

Την ημέρα που θα λυπηθείς για κάποιον άνθρωπο, ο οποίος ασθενεί ψυχικά ή σωματικά, εκείνη την ημέρα θεώρησε τον εαυτό σου μάρτυρα, και ότι έπαθες για τον Χριστό, και αξιώθηκες την ομολογία Του.

Καθότι και ο Χριστός για τους αμαρτωλούς πέθανε και όχι για τους δίκαιους. Σκέψου πόσο μεγάλη είναι αυτή αρετή, στ’ αλήθεια μεγάλη αρετή είναι να λυπάται κάποιος για τους κακούς, και να ευεργετεί τους αμαρτωλούς περισσότερο παρά τους δίκαιους· αυτό ο απόστολος Παύλος το αναφέρει ως άξιο θαυμασμού, εάν σε όλα σου τα έργα μπορέσεις να έχεις την συνείδησή σου καθαρή, μην φροντίσεις να εκτελέσεις άλλη αρετή.

Σε όλα σου τα έργα ας προηγηθεί η σωφροσύνη του σώματος σου και η καθαρότητα της συνείδησής σου, διότι χωρίς αυτά τα δύο κάθε άλλη αρετή θεωρείται μάταια για τον Θεό.

Να γνωρίζεις ότι κάθε έργο που κάνεις χωρίς σκέψη και εξέταση υπάρχει μάταιο, καθώς ο Θεός υπολογίζει την αρετή με την διάκριση και όχι με την αδιάκριτη ενέργεια.

Άγιος Ισαάκ ο Σύρος

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Πέτρος Ιερομάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας

Ο Άγιος Πέτρος συνδύαζε θερμότατο ζήλο και ανώτερη λαμπρή μόρφωση. Και γρήγορα κατέλαβε σπουδαία θέση στην εκκλησία της Αιγύπτου, αφού διαδέχτηκε τον αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Θεωνά.

Το έτος 306 μ.Χ. προήδρευσε σε Σύνοδο πού καταδίκασε και καθήρεσε τον επίσκοπο Λυκοπόλεως Μελέτιο. Αλλά αυτός για να εκδικηθεί τον Πέτρο τον κατάγγειλε στον αυτοκράτορα Μαξιμιανό Γαλέριο, όταν αυτός κήρυξε διωγμό κατά των χριστιανών. Τότε ο ευσεβής αρχιεπίσκοπος, έδειξε τη μεγάλη και λαμπρή διαγωγή του. Προκειμένου να συλληφθεί από τον έπαρχο Αλεξανδρείας, κάλεσε τους πιο άξιους πρεσβυτέρους της αρχιεπισκοπής του, τον Αχιλλά και τον Αλέξανδρο. Τους ανήγγειλε ότι έφτασε το τέλος του και όρισε διαδόχους του. Κατόπιν, για να μη αντιληφθεί τη σύλληψη του ο χριστιανικός λαός, που ήταν συγκεντρωμένος μπροστά στην πόρτα του, βγήκε και παραδόθηκε στους στρατιώτες από μια τρύπα, που ανοίχτηκε στο πίσω μέρος του σπιτιού του. Έπειτα τον πήγαν κρυφά στον τόπο της θανατικής εκτέλεσης, όπου τον αποκεφάλισαν τον Νοέμβριο του 311 μ.Χ. αφού ποίμανε την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας 12 χρόνια.

Από κάποιο σύγγραμμα του «περὶ θεότητας» διασώθηκαν μερικά κομμάτια. Σώζονται επίσης Κανόνες από τη συγγραφή του «περὶ Μετανοίας», που έγραψε όταν οδηγούσε στην επιστροφή χριστιανούς, που κατά τους διωγμούς δεν μπόρεσαν να μείνουν σταθεροί στην πίστη. Επίσης η ευσεβής οξυδέρκεια του Πέτρου, είχε διακρίνει τις αιρετικές τάσεις του νεαρού τότε διακόνου Αρείου και τον αφόρισε. Αλλά ύστερα τον δέχτηκε πάλι, αφού δήλωσε μετάνοια και ζήτησε δημόσια συγνώμη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Tῆς θείας γνώσεως εὔσημοι σάλπιγγες καὶ τῶν τῆς πίστεως θεσμῶν ἐκφάντωρες ἱερομάρτυρες Χριστοῦ ἐδείχθητε τοῖς ἐν κόσμῳ, Κλήμη παναοίδιμε, τῆς ζωῆς κλῆμα εὔκαρπον καὶ Πέτρε θεόσοφε, εὐσεβῶν πέτρα ἄρρηκτε· διὸ ὡς τῶν ἀρρήτων ἐπόπται, ῥύσασθαι πάσης ἡμᾶς βλάβης.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὀρθοδόξοις δόγμασι, τὴν Ἐκκλησίαν φαιδρύνας, ὑπὲρ ταύτης ἤθλησας, Θεομακάριστε Πέτρε, Ἄρειον τὸν ἀποστάτην καταδιώξας, ὅθεν σου τὴν παναγίαν μνήμην τελοῦντες, Ὀρθοδόξως ἐκβοῶμεν, Χαίροις ὢ Πέτρε, ἡ πέτρα τῆς πίστεως.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐκκλησίας ἄσειστοι, καὶ θεῖοι πύργοι, εὐσεβείας ἔνθεοι, στῦλοι ὡς ὄντες κραταιοί, Κλήμη σὺν Πέτρω πανεύφημοι, ὑμῶν πρεσβείαις, φρουρεῖτε τοὺς ἅπαντας.

Ὁ Οἶκος
Ἀπεριτρέπτῳ καὶ στερρᾷ σεπτῇ ὁμολογίᾳ οἱ λάμψαντες ἐν κόσμῳ, καὶ φαίνοντες ἀρρήτως, σήμερον χαίρουσι καλῶς, Κλήμης, τὸ ὡραῖον ὄντως κλῆμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ τρέφον κόσμον βότρυσι τοῖς τῆς θεογνωσίας, Πέτρος τε, ἡ ἑδραία καὶ ἄθραυστος πέτρα τῶν δογμάτων τοῦ Σωτῆρος. Ἀμφότεροι τῆς θείας χάριτος οἱ λατρευταί, καὶ μύσται τῆς ἀρρήτου σοφίας, καὶ τῆς σεπτῆς Ἐκκλησίας οἱ προστάται οἱ θερμοί, οἱ βοηθοῦντες τοῖς κάμνουσι παντοίοις δεινοῖς, καὶ σῴζοντες τοὺς βοῶντας· Ὑμῶν πρεσβείαις, φρουρεῖτε τοὺς ἅπαντας.



Άγιος Κλήμης Ιερομάρτυρας, επίσκοπος Ρώμης

Ο Άγιος Κλήμης ήταν Ρωμαίος αριστοκράτης από βασιλικό γένος, γιος του Φαύστου και της Ματθιδίας. Ο Κλήμης σπούδασε όλες τις επιστήμες της ελληνικής παιδείας, αντάμωσε τον Απόστολο Πέτρο και διδάχθηκε απ' αυτόν την αληθινή πίστη και θεογνωσία, οπότε έγινε θερμός κήρυκας του Ευαγγελίου και συνέγραψε αρκετά συγγράμματα.

Ο Κλήμης υπήρξε τρίτος επίσκοπος Ρώμης, αφού διαδέχθηκε τον Ανέγκλητο, περίπου το έτος 92 μ.Χ. Ποίμανε με υπέρμετρο ζήλο την Εκκλησία της Ρώμης, στα βαρεία εκείνα χρόνια των διωγμών. Συνελήφθη από το Δομετιανό και εξορίστηκε σε πόλη έρημο κοντά στη Χερσώνα. Εκεί, έδεσαν στο λαιμό του μια σιδερένεια άγκυρα και τον έριξαν στη θάλασσα, όπου παρέδωσε την αγία ψυχή του (101 μ.Χ).

Αξίζει, όμως, να σημειώσουμε ότι ο Κλήμης δεν υπήρξε μόνο σοφός κατά τη γραμματική μόρφωση, αλλά ανήκε σ' αυτούς που ο Θείος Παύλος ονομάζει «σοφοὺς εἰς τὸ ἀγαθόν, ἀκεραίους δὲ εἰς τὸ κακόν» (Προς Ρωμαίους, ιστ' 19). Συνετούς, δηλαδή, όταν κάνουν το καλό, και συγχρόνως αμέτοχους από κάθε κακό.


Ἀπολυτίκιον
Ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἠμῶν, ὁ ποιῶν ἀεὶ μεθ’ ἠμῶν, κατὰ τὴν σὴν ἐπιείκιαν, μὴ ἀποστήσης τὸ ἔλεός σου ἀφ’ ἠμῶν, ἀλλὰ ταὶς αὐτῶν ἰκεσίαις, ἐν εἰρήνῃ κυβέρνησον τὴν ζωὴν ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Tῆς θείας γνώσεως εὔσημοι σάλπιγγες καὶ τῶν τῆς πίστεως θεσμῶν ἐκφάντωρες ἱερομάρτυρες Χριστοῦ ἐδείχθητε τοῖς ἐν κόσμῳ, Κλήμη παναοίδιμε, τῆς ζωῆς κλῆμα εὔκαρπον καὶ Πέτρε θεόσοφε, εὐσεβῶν πέτρα ἄρρηκτε· διὸ ὡς τῶν ἀρρήτων ἐπόπται, ῥύσασθαι πάσης ἡμᾶς βλάβης.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐκκλησίας ἄσειστοι, καὶ θεῖοι πύργοι, εὐσεβείας ἔνθεοι, στῦλοι ὡς ὄντες κραταιοί, Κλήμη σὺν Πέτρω πανεύφημοι, ὑμῶν πρεσβείαις, φρουρεῖτε τοὺς ἅπαντας.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὡς πολύφορον κλῆμα ἐπὶ τῆς γῆς, ἁπλωθεὶς τῶν βασάνων κατατομῇ, ὡραίους ἐξήνθησας, ἀξιάγαστε βότρυας, σωτηρίου γλεῦκος, ἀεὶ ἀποστάζοντας, καὶ καρδίας πάντων, πιστῶν κατευφραίνοντας· ὅθεν συνελθόντες, τὴν ἁγίαν σου μνήμην, τελοῦμεν γηθόμενοι, τὸν Χριστὸν μεγαλύνοντες, Ἱεράρχα πολύαθλε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Ἀπεριτρέπτῳ καὶ στερρᾷ σεπτῇ ὁμολογίᾳ οἱ λάμψαντες ἐν κόσμῳ, καὶ φαίνοντες ἀρρήτως, σήμερον χαίρουσι καλῶς, Κλήμης, τὸ ὡραῖον ὄντως κλῆμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ τρέφον κόσμον βότρυσι τοῖς τῆς θεογνωσίας, Πέτρος τε, ἡ ἑδραία καὶ ἄθραυστος πέτρα τῶν δογμάτων τοῦ Σωτῆρος. Ἀμφότεροι τῆς θείας χάριτος οἱ λατρευταί, καὶ μύσται τῆς ἀρρήτου σοφίας, καὶ τῆς σεπτῆς Ἐκκλησίας οἱ προστάται οἱ θερμοί, οἱ βοηθοῦντες τοῖς κάμνουσι παντοίοις δεινοῖς, καὶ σῴζοντες τοὺς βοῶντας· Ὑμῶν πρεσβείαις, φρουρεῖτε τοὺς ἅπαντας.

Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2015

Ἡ καρδιὰ καὶ ὁ Θεὸς

Σὲ καρδιὰ φουσκωμένη ἀπὸ ἐγωισμὸ δὲν πλησιάζει ὁ Κύριος. Κι ἔτσι αὐτὴ καταθλίβεται, μαραζώνει καὶ σιγολιώνει, βυθισμένη στὴν ἄγνοια, τὴ λύπη καὶ τὸ σκοτάδι.
Ὅσο ἁμαρτωλοὶ κι ἂν εἴμαστε, μόλις στραφοῦμε μὲ μετάνοια καὶ πόθο πρὸς τὸν Κύριο, ἡ θύρα τῆς καρδιᾶς μᾶς ἀνοίγει σ’ Ἐκεῖνον. Ἡ ἐσωτερικὴ ἀκαθαρσία ξεχύνεται ἔξω, γιὰ νὰ παραχωρήσει τὴ θέση της στὴν καθαρότητα, τὴν ἀρετή, τὸν ἴδιο το Σωτήρα, τὸν μεγάλο Ἐπισκέπτη τῆς ψυχῆς, τὸν κομιστὴ τῆς χαρᾶς, τοῦ φωτός, τοῦ ἐλέους.
Θεῖο δῶρο εἶναι αὐτὴ ἡ εὐλογημένη κατάσταση, ὄχι δικό μας κατόρθωμα. Καὶ ἀφοῦ εἶναι δῶρο, πρέπει νὰ εὐχαριστοῦμε τὸ Δωρητὴ μὲ ταπείνωση.
Ταπείνωση! Ἡ βάση κάθε ἀρετῆς καὶ ἡ προϋπόθεση τῆς πνευματικῆς καρποφορίας! Ἔχετε ταπείνωση; Ἔχετε τὸ Θεό. Τὰ ἔχετε ὅλα! Δὲν ἔχετε ταπείνωση; Τὰ χάνετε ὅλα!
Νὰ συντηρεῖτε, λοιπόν, στὴν καρδιὰ σᾶς τὸ αἴσθημα τῆς ταπεινοφροσύνης. Ἡ φυσικὴ καὶ ὁμαλὴ σχέση μας μὲ τὸ Θεὸ προϋποθέτει καρδιὰ ἔμπονα συντριμμένη καὶ ὁλοκληρωτικὰ ἀφοσιωμένη σ’ Αὐτόν, καρδιὰ ποὺ μυστικὰ ἀναφωνεῖ κάθε στιγμή: «Κύριε, Ἐσὺ τὰ γνωρίζεις ὅλα, σῶσε μέ!». Ἂν παραδοθοῦμε στὰ χέρια Του, ἡ σοφὴ καὶ ἁγία βουλή Του θὰ κάνει μ’ ἐμᾶς καὶ σ’ ἐμᾶς ὅ,τι εἶναι πρόσφορο γιὰ τὴ σωτηρία μας…
Τὸ ἔργο τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς δὲν εἶναι μόνο γιὰ τοὺς ἡσυχαστές, ἀλλὰ γιὰ ὅλους τους χριστιανούς, στοὺς ὁποίους ὁ Κύριος, μέσω τοῦ ἁγίου ἀποστόλου, παραγγέλλει: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Ἃ’ Θεσ. 5:17). Ὑπάρχουν διάφορες βαθμίδες προσευχῆς μέχρι τὴν ἀδιάλειπτη. Ὅλες εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, ποὺ παρακολουθεῖ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἐξίσου, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἰδιότητά τους ὡς μοναχῶν ἢ κοσμικῶν. Καὶ ὅταν μία καρδιά, ὅποια κι ἂν εἶναι, στρέφεται σ’ Αὐτόν, τὴν πλησιάζει μὲ ἀγάπη καὶ ἑνώνεται μαζί της. Ἔτσι πραγματοποιεῖται ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ στὸν Πατέρα Του: «… καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ καγῶ ἐν σοῖ, ἴνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἠμὶν ἐν ὦσιν…» (Ἴω. 17:21).
«ΧΕΙΡΑΓΩΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ»

ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ

Ἡ ἐπιστήμη τῆς συγχώρεσης ἀπὸ τὸν Γέροντα Ἰάκωβο Τσαλίκη…

Μορφωμένος ἄνθρωπος ὁ κ. Σταῦρος. Μὲ πτυχίο πανεπιστημίου καὶ ξένες γλῶσσες καὶ πείρα ζωῆς. Δυσκολευόταν, ὅμως, στὰ πνευματικά. Δὲν μποροῦσε νὰ καταλάβει καὶ τὰ πιὸ ἁπλὰ πράγματα. Ὅλα τα ἐξέταζε καὶ τὰ πλησίαζε ὀρθολογιστικά. Εἶχε ἀναπτύξει τὸ νοῦ καὶ ὄχι τὴν καρδιά. Δὲν ἦταν πρόθυμος νὰ συγχωρήσει εὔκολά τους ἄλλους. Εἰδικὰ αὐτοὺς ποὺ ἔβλεπε κατώτερους καὶ ἐμπαθεῖς. Καθόταν τώρα ἀπέναντι ἀπὸ τὸν Γέροντα Ἰάκωβο, ἕναν ἀσκητικὸ ἱερομόναχο, μὲ ροζιασμένα χέρια καὶ ἔνοιωθε σὰν μαθητούδι μπροστὰ στὸν δάσκαλο. Ἐρωτήσεις πολλές. Ἀντιρρήσεις περισσότερες. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀπαντήσεις σοφὲς καὶ ἀποκαλυπτικές.

  Ρώτησε τὸν Γέροντα γιὰ τὸ σοβαρό (το σοβαρότερο;) θέμα τῆς συγχωρήσεως τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, ποὺ δυσκολευόταν νὰ τὸ κατανοήσει:

— Ἀφοῦ βλέπω καθαρὰ καὶ ὁλοφάνερα τὸν ἄλλον νὰ ἁμαρτάνει, πῶς νὰ τὸν συγχωρήσω; Δὲν ἔχω δίκιο;
— Ὅλους μας βλέπει ὁ Θεὸς ἀδιάκοπα καὶ ξέρει καθαρὰ καὶ ὁλοφάνερα ὅτι ἁμαρτάνουμε. Γιατί μᾶς συγχωρεῖ καὶ μᾶς ἀνέχεται καὶ μᾶς περιμένει νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ζητήσουμε ἄφεση ἁμαρτιῶν;
— Πάλι δὲν σᾶς καταλαβαίνω, πάτερ μου. Τί πρέπει νὰ κάνουμε; Νὰ ποῦμε στὴν ἁμαρτία μπράβο; Νὰ τὴν ἐπαινέσουμε σιωπώντας;
— Ποτὲ δὲν πρέπει νὰ ἐπαινοῦμε τὴν ἁμαρτία, εἶπε ὁ π. Ἰάκωβος. Συγχωροῦμε τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ὄχι τὴν ἁμαρτία. Ἐὰν δὲν κάνουμε αὐτὴν τὴν διάκριση, αὐτὸ τὸ διαχωρισμὸ μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ ἁμαρτωλοῦ, θὰ βρισκόμαστε πάντοτε σὲ λάθος δρόμο.
— Τότε, τί πρέπει νὰ κάνουμε; Πῶς νὰ ἀντιμετωπίζουμε αὐτὸ τὸ θέμα;
— Ἔχεις δεῖ τοὺς σιδεράδες, ποῦ μαστορεύουν τὰ σίδερα; Δὲν τὰ πιάνουν τὰ ἀναμμένα σίδερα μὲ τὰ χέρια τους, γιατί θὰ καοῦν, ἐξήγησε ὁ Γέροντας. Ἔχουν εἰδικὲς τσιμπίδες καὶ δαγκάνες καὶ ἔτσι τὰ πλησιάζουν καὶ τὰ μαστορεύουν. Τὸ ἴδιο πρέπει νὰ κάνουμε καὶ γιὰ κάθε πρόβλημα καὶ γιὰ κάθε θέμα, ποὺ πλησιάζουμε. Νὰ ἔχουμε τὰ κατάλληλα ἐργαλεῖα καὶ στὰ πνευματικὰ θέματα τὶς κατάλληλες προϋποθέσεις. Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ θέμα τῆς συγχωρήσεως τῶν ἄλλων.
— Μά, πάτερ μου, ἐγὼ ἔθεσα ἕνα συγκεκριμένο ζήτημα. Πῶς μποροῦμε νὰ συγχωρήσουμε κάποιον, ποὺ ἁμάρτησε φανερὰ καὶ χωρὶς καμία δικαιολογία; Ἐγὼ θέλω νὰ μάθω τί πρέπει νὰ κάνω στὴν περίπτωση αὐτή.
— Τὸ «χωρὶς καμιὰ δικαιολογία» πρέπει νὰ τὸ ἀφήσουμε στὴν ἄκρη, γιατί δὲν μποροῦμε νὰ ξέρουμε, εἶπε ὁ π. Ἰάκωβος. Μόνον ὁ Θεὸς γνωρίζει τὰ βάθη τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Μόνον Ἐκεῖνος ξέρει τί συμβαίνει. Ἐμεῖς βλέπουμε ἀπ’ ἔξω. Ἐκεῖνος βλέπει το ἀπὸ μέσα. Ἃς θυμηθοῦμε καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὰ ποτήρια, ὅταν μιλοῦσε γιὰ τὴν ὑποκρισία τῶν Γραμματέων καὶ τῶν Φαρισαίων. Ἀπ’ ἔξω φαίνονται καθαρά. Μέσα, ὅμως, εἶναι γεμάτα ἀπὸ βρωμιὰ καὶ ἀδικία καὶ ἁρπαγή. Νὰ τὸ πῶ καὶ μὲ ἕνα ἄλλο παράδειγμα. Ὅταν πηγαίνουμε στὸ γιατρὸ νὰ μᾶς θεραπεύσει, δὲν τοῦ λέμε ἐμεῖς τί νὰ κάνει. Ἐκεῖνος ξέρει τὴ δουλειά του. Ἐμεῖς ἁπλῶς τοῦ λέμε ὅτι πονᾶμε καὶ σὲ ποιὸ μέρος ὑποφέρουμε. Τὴ στιγμή, ποὺ λέμε «ἐγὼ θέλω» σταματοῦμε τὴν διαδικασία τῆς γνώσεως, γιὰ τὸ θέμα, ποὺ πρέπει νὰ μάθουμε. Ἡ ἀλήθεια μᾶς δίδεται ὅταν τὴ ζητήσουμε ταπεινά, ὅπως ζητοῦμε τὴν ὑγεία μας ἀπὸ τὸν γιατρό. Δὲν μποροῦμε νὰ διατάξουμε τὴν ἀλήθεια, ἄλλα νὰ τὴν παρακαλέσουμε νὰ μᾶς δοθεῖ, νὰ μᾶς ἀποκαλυφθεῖ. Γιατί ἢ ἀλήθεια εἶναι ὁ Θεός, ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τὸν διατάξουμε, ἄλλα μόνον νὰ τὸν παρακαλέσουμε καὶ νὰ τὸν ἀγαπήσουμε.
— Ναί, πάτερ μου, ἀλλὰ τότε τί γίνεται; Ἂν δὲν πῶ στὸ γιατρὸ ἐγὼ τί θέλω πῶς θὰ μὲ ἐξετάσει καὶ πῶς θὰ μὲ θεραπεύσει;
— Ὄχι, ὄχι, ὄχι, παιδί μου, αὐτὸ εἶναι λάθος, ξανάπε ὁ Γέροντας. Ὁ γιατρὸς ξέρει τί θέλεις, ὅταν τὸν ἐπισκέπτεσαι. Ἐσὺ τὸ μόνο, ποὺ μπορεῖς νὰ πεῖς εἶναι ὅτι πονᾶς καὶ σὲ ποιὸ σημεῖο νιώθεις τὸν πόνο σου. Τὰ ὑπόλοιπα εἶναι δική του δουλειά. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς συμβουλεύουν νὰ προσευχόμαστε σὰν τὰ μικρὰ παιδιά, ποὺ κλαῖνε ὅταν πονοῦνε. Καὶ δείχνουνε τὸ μέρος ὅπου πονᾶνε.
— Πάλι δὲν τὸ καταλαβαίνω, πάτερ μου, τὸ νόημα τῶν λόγων, πού μου λέτε, ἀπάντησε ὁ κ. Σταῦρος. Δὲν πονῶ ἐγώ, ἀλλὰ θέλω νὰ ξέρω τί στάση, νὰ κρατήσω σὲ κάποιον, ποὺ ἁμάρτησε φανερά. Θὰ τὸν συγχωρήσω ἢ ὄχι;
— Τὴ συγχώρηση πρέπει νὰ τὴ δίνουμε σὲ ὅλους, ὅπως κάνει καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. «Βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους», λέγει τὸ Εὐαγγέλιον. Διότι ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ ὅλοι θὰ ἔπρεπε νὰ καταδικασθοῦμε, γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, λίγες ἢ πολλές. Γιὰ αὐτὸ πρέπει νὰ συγχωροῦμε καὶ νὰ εὐχόμαστε στὸν Θεὸ νὰ συγχωρήσει καὶ τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἐμᾶς, ποὺ ἁμαρτάνουμε καὶ πολὺ συχνὰ δὲν καταλαβαίνουμε τί κάνουμε ἢ τί δὲν κάνουμε.
Ἄν, ὅμως, εἴμαστε ἀδύναμοι πνευματικῶς καὶ ἡ συμπεριφορὰ τοῦ ἄλλου μᾶς ἐπηρεάζει ἀρνητικά, τότε πρέπει νὰ μὴ τὸν κατηγοροῦμε, ἀλλὰ νὰ τὸν ἀποφεύγουμε καὶ νὰ μὴν ἔχουμε μαζί του συναναστροφὲς καὶ συνέπειες. Καὶ ἂν εἶναι αἱρετικὸς τότε νὰ τὸν ἀποφεύγουμε τελείως καὶ νὰ μὴ τὸν δεχόμαστε. Γιατί ἡ συντροφιὰ μὲ τοὺς αἱρετικοὺς εἶναι ἐπικίνδυνη, μπορεῖ νὰ μᾶς δηλητηριάσει καὶ νὰ μᾶς θανατώσει πνευματικά. Γενικῶς γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς πρέπει νὰ θυμόμαστε τὰ λόγια τοῦ Μ. Βασιλείου: «Φθείρουν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί». Δηλαδὴ ἢ συντροφιὰ μὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς μπορεῖ νὰ φθείρει καὶ τοὺς καλοὺς χαρακτῆρες.
— Αὐτὸ τὸ γνωρίζω, συνέχισε ὁ κ. Σταῦρος, ποὺ ἐπέμενε στὴν γνώμη του. Αὐτό, ποὺ δὲν ξέρω εἶναι το πῶς καὶ τὸ γιατί τῆς συγχωρήσεως τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.
— Τὸ πῶς μᾶς τὸ εἶπε ὁ Χριστός: «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδὲν» (Ἰω. ἴε’ 5).
Χρειάζεται ἡ δική του βοήθεια, εἶπε ὁ Γέροντας. Γιὰ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ ζητοῦμε συνεχῶς τὴν βοήθειά του. Ἂν ἐκεῖνος δὲν βοηθήσει, τίποτε καλὸ δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε. Ὅσον γιὰ τὸ «γιατί», αὐτὸ μας τὸ λέγει τὸ Εὐαγγέλιο: «Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμὶν ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος• ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. στ’ 14-15). Νὰ γιατί πρέπει νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους, ὅσον καὶ ἂν ἁμάρτησαν. Ἀπὸ τὴν συγχώρηση, ἀγαπητέ μου, ἀρχίζει ἡ ἀγάπη. Διάβασε τὸ ἰγ’ Κεφάλαιο τῆς Ἃ’ Ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρὸς Κορινθίους καὶ τότε θὰ καταλάβεις τὸ γιατί πρέπει νὰ συγχωροῦμε.
— Τὴν ἔχω διαβάσει, πάτερ μου, ἀλλὰ πάλι ἀδυνατῶ νὰ κατανοήσω τί θέλετε νὰ πεῖτε μὲ τὸ πῶς καὶ τὸ γιατί…
— Τότε θὰ σοῦ μιλήσω, φίλτατε, μὲ ἄλλο παράδειγμα, γιὰ νὰ γίνω πιὸ σαφής, ξανάπε ὁ π. Ἰάκωβος. Ἄνοιξε τὴν δεξιά σου παλάμη ἀπὸ τὸ μέσα μέρος καὶ τέντωσε τὴν ὅσον μπορεῖς.
Ὁ κ. Σταῦρος τέντωσε τὴν παλάμη τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ καὶ περίμενε. Τότε ὁ Γέροντας πῆρε τὸ ποτήρι μὲ τὸ νερό, ποὺ βρισκόταν πάνω στὸ τραπέζι καὶ ἔριξε λίγο πάνω στὴν παλάμη τοῦ ἐπισκέπτη του. Τὸ νερό, καθὼς ἦταν φυσικό, κύλησε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ χύθηκε κάτω καὶ δὲν ἔμεινε στὴν ἀνοιχτὴ παλάμη οὔτε σταγόνα.
— Τώρα κᾶνε κούρμπα τὴν παλάμη σου, εἶπε ὁ Γέροντας.
— Τί θὰ πεῖ κούρμπα, πάτερ μου; Δὲν ξέρω τὴν λέξη…
— Κούρμπα στὸ χωριό μου λένε τὴν καμπύλη, ἐξήγησε ὁ π. Ἰάκωβος. Κᾶνε, λοιπόν, τὴν παλάμη σου κυρτή, σὰν λακκούβα, ὅπως παίρνεις τὸ νερό, γιὰ νὰ πλυθεῖς.
Ὑπάκουσε ὁ κ. Σταῦρος καὶ ὁ Γέροντας ἔριξε πάλι στὴν χούφτα τοῦ λίγο νερὸ ἀπὸ τὸ ποτήρι καὶ ἔμεινε τὸ νερὸ στὸ χέρι τοῦ κ. Σταύρου.
— Αὐτὸ εἶναι, ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε ὅταν θέλουμε νὰ μάθουμε μίαν ἀλήθεια καὶ πιὸ πολὺ ὅταν θέλουμε νὰ συγχωρήσουμε κάποιον ἁμαρτωλό, ἐξήγησε ὁ π. Ἰάκωβος. Σκύβουμε τὸ κεφάλι τῆς λογικῆς μας μπροστὰ στὴν ἀλήθεια, ταπεινώνουμε τὸν ἑαυτό μας, ποὺ νομίζει ὅτι ὅλα τα ξέρει καὶ ὅλα μπορεῖ νὰ τὰ καταλάβει, ὁμολογοῦμε τὴν ἀδυναμία μας καὶ τότε ὁ Θεὸς μᾶς δίνει ἄφθονη τὴν χάρη του καὶ γιὰ νὰ καταλάβουμε καὶ γιὰ νὰ ἐνεργήσουμε σωστά.
Αὐτὸ κάνουμε καὶ ὅταν θέλουμε νὰ συγχωρήσουμε καὶ νὰ πλησιάσουμε τὸν Χριστὸ τῆς ἀγάπης, ποὺ συγχωρεῖ καὶ βοήθα ὅσους ζητοῦν ταπεινὰ τὴν βοήθειά του. Χωρὶς ταπείνωση, οὔτε τὸν ἐαυτὸν μᾶς μποροῦμε νὰ συγχωρήσουμε καὶ νὰ τὸν ἀγαπήσουμε πραγματικά.
Αὐτὸ μας δίδαξε ὁ Χριστὸς καὶ μὲ τὴν ζωὴν καὶ μὲ τὸν λόγον του. Καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς, ἂν θέλουμε νὰ δοῦμε «Θεοῦ πρόσωπον». Νὰ ταπεινωθοῦμε πρῶτα μπροστὰ στὸν Θεόν, ὡς ἁμαρτωλοὶ ποὺ εἴμαστε καὶ Ἐκεῖνος θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ ταπεινωθοῦμε καὶ μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, νὰ τοὺς συγχωρήσουμε καὶ νὰ καταλάβουμε ὅτι ἀλλιῶς δὲν γίνεται τίποτα.
Ὁ κ. Σταῦρος φαίνεται ὅτι κατάλαβε αὐτὴν τὴ φορὰ καὶ ἔσκυψε τὸ κεφάλι τοῦ μπροστὰ στὸν Γέροντα, σὰν νὰ ζητοῦσε συγχώρηση γιὰ τὴν διανοητική του ἔπαρση καὶ τὴν ψυχική του ἀλαζονεία. Γιατί αὐτὸ τὸ νόσημα τῆς ἔπαρσης καὶ τῆς ἀλαζονείας τυφλώνει καὶ ξεστρατίζει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Τότε ὁ π. Ἰάκωβος, ποὺ εἶδε διακριτικὰ τὴν μεταστροφὴ τοῦ ἐπισκέπτη του, θέλησε νὰ βάλει, ὡσὰν περισπωμένη στὸ ρῆμα «ἀγαπῶ» τὸν ἐπίλογο τῆς κουβέντας τους, εἶπε:

— Ὁ Χριστὸς μᾶς ἔδωσε τὸν λεγόμενον «χρυσὸν κανόνα» ζωῆς ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους: «Πάντα οὒν ὅσα ἂν θέλητε ἴνα ποιῶσιν ὑμὶν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς οὗτος γὰρ ἐστὶν ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται» (Ματθ. ζ’ 12). Δηλονότι, ἂν θέλεις νὰ σὲ συγχωροῦν οἱ ἄλλοι, συγχώρησε τοὺς ἄλλους πρῶτος ἐσύ. Ἀμήν. 

Άγιος Γρηγόριος επίσκοπος Ακραγαντίνων

Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στον Ακράγαντα της Σικελίας από ευσεβείς και εύπορους γονείς, το Χαρίτωνα και τη Θεοδότη. Βαπτίστηκε από τον επίσκοπο Ποταμίωνα, ο οποίος τον ανέθρεψε, τον μόρφωσε και τον κατάταξε στις τάξεις του Ιερού κλήρου, στα χρόνια του βασιλιά Ιουστινιανού του Ρινότμητου (685 - 695 μ.Χ.).

Δεκαοκτώ χρονών πήγε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους και εκεί χειροτονήθηκε Διάκονος από τον επίσκοπο Ιεροσολύμων Μακάριο. Κατόπιν επανήλθε στο Βυζάντιο και από 'κει στη Ρώμη, όπου για τις μεγάλες του αρετές και τη μεγάλη του μόρφωση προήχθηκε στην επισκοπή των Ακραγαντίνων. Στην επισκοπή αυτή, βρήκε σφοδρούς κατηγόρους δύο κληρικούς, τον Σαβίνο και τον Κρισκέντιο, που τον συκοφάντησαν για μοιχεία. Αλλά με θαυματουργικό τρόπο ο Γρηγόριος τους ντρόπιασε και παρέλαβε πάλι την Εκκλησία μετά από διετή φυλάκιση και αργία. Στη συνέχεια έκανε και άλλα θαύματα.

Απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα το 690 μ.Χ.

Τέλος να σημειώσουμε ότι σώζονται 10 εξηγηματικοί λόγοι του στον Εκκλησιαστή.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος ἀ’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Γρηγορῶν ἐκ σπάργανων φερωνύμως Γρηγόριε, ἐν τοὶς δικαιώμασι Πάτερ τοῦ τῶν ὅλων δεσπόζοντος, ἐπλήσθης οὐρανίων δωρεῶν, ὡς γρήγορος ποιμὴν τῶν εὐσεβῶν διὰ τοῦτο πρὸς λειμῶνας ἀειθαλεῖς, Ἰθύνεις τοὺς βοώντας σοὶ δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διά σου, πάσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὥσπερ μέγας ἥλιος, ἀνατολαῖς τῶν θαυμάτων, καταυγάζεις ἅπασαν, τὴν τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίαν, ἔσωσας ταῖς σαῖς πρεσβείαις πολλοὺς ἀνθρώπους, ἤλασας τοὺς κακοδόξους ἐκ τῆς σῆς ποίμνης· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, θεόφρον Πάτερ, σοφὲ Γρηγόριε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ἐκ σπαργάνων Κυρίῳ ἀνατεθείς, ὡς ὁ πάλαι πανένδοξος Σαμουήλ, ὡσαύτως καλοῦντός σε, τοῦ Σωτῆρος ἀκήκοας, καὶ ψυχὴν καθάρας, καλῶν ἐπιδόσεσιν, ἱερωσύνης χάριν, ἀξίως ἀπείληφας· ὅθεν ἐπὶ χλόην, ἐπιγνώσεως θείας, ποιμάνας τὸ ποίμνιον, ἰαμάτων ἀπήστραψας, ἐνεργείας Γρηγόριε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην σου.



Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου

Ο Άγιος Αμφιλόχιος ήταν Καππαδόκης, σύγχρονος του Μεγάλου Βασιλείου  και φίλος του.

Διακεκριμένος για τη μεγάλη του μόρφωση και ευσέβεια, αναδείχθηκε επίσκοπος Ικονίου το έτος 344 μ.Χ. Υπήρξε άριστος επίσκοπος και μετείχε στη Β' Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, όπου και διέπρεψε. Ο Αμφιλόχιος δεν είχε κύρος μόνο στη δική του Εκκλησία, αλλά το ηθικό κύρος του είχε επεκταθεί και σε άλλες περιοχές. Έτσι, παρενέβαινε και σε Εκκλησίες κοντινές, όπου διασφάλιζε την ειρήνη και ορθοτομούσε το λόγο της αληθείας. Διότι στο έργο του, είχε οδηγό τα θεόπνευστα λόγια του Αποστόλου Παύλου: «Σπούδασον σεαυτὸν δόκιμον παραστῆσαι τῷ Θεῷ, ἐργάτην ἀνεπαίσχυντον, ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας». (Β' προς Τιμόθεον, στ' 15). Δηλαδή, λέει ο Απόστολος Παύλος, προσπάθησε να παραστήσεις τον εαυτό σου στο Θεό δοκιμασμένο και τέλειο εργάτη, που δεν τον ντροπιάζει το καλοφτιαγμένο έργο του, και διδάσκει ορθά το λόγο της αληθείας. Στην προς Αμφιλοχία επιστολή ο Μέγας Βασίλειος φανερώνει τη λαμπρή ηθική φυσιογνωμία του Αμφιλοχίου. Τον παρακαλεί να παραστεί στην τιμητική γιορτή υπέρ των μαρτύρων της Καισαρείας, για να αποβεί αυτή σεμνότερη, διότι ο λαός της Καισαρείας τον αγαπά, όσο κανένα άλλο επίσκοπο.

Ο Αμφιλόχιος συνέταξε αρκετούς λόγους για την Ορθοδοξία μας, και πέθανε ειρηνικά το έτος 394 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Σοφίας τὴν ἔλλαψιν ὡς καθαρὸς μυηθείς, δογμάτων ὀρθότητος φωτοειδεὶς ἀστραπὰς ἐκλάμπεις τοῖς πέρασι· σὺ γὰρ τὴν ἐν Τριάδι ὁμοούσιον φύσιν ἐκήρυξας, ἀσυγχύτως καθελῶν τὰς αἱρέσεις. Διό σε, ἱεράρχα Ἀμφιλόχιε, Χριστὸς ἐδόξασε.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἡ θεία βροντή, ἡ σάλπιγξ ἡ τοῦ Πνεύματος, πιστῶν φυτουργέ, καὶ πέλεκυς τῶν αἱρέσεων, Ἱεράρχα, Ἀμφιλόχιε, τῆς Τριάδος θεράπον μέγιστε, σὺν Ἀγγέλοις πέλων ἀεί, πρεσβεύων μὴ παύσῃ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Λαμπρύνεις τὰ πέρατα, ἐν τῇ σῇ μνήμῃ σοφέ, τὸ σῶμα ἐκβλύζει σου, τῶν ἰαμάτων πηγάς, Ἀμφιλόχιε ἔνδοξε· ὅθεν καὶ ἀσθενείας, ἀπαλλάττεις παντοίας, πίστει τούς προσιόντας, τῷ σεπτῷ σου τεμένει, καὶ νῦν πταισμάτων τὴν λύσιν, αἴτησαι πᾶσιν ἡμῖν.

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015

Κυριακή Θ΄Λουκά -«Άφρων, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου• α δε ητοίμασας τίνι έσται»

«Άφρων, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου· α δε ητοίμασας τίνι έσται» (Λουκ. ιβ΄ 20).
Τα υλικά αγαθά, όπως και η ίδια η ζωή, είναι δώρα του Θεού προς τον άνθρωπο. Ως εκ τούτου ο άνθρωπος είναι μόνο διαχειριστής και όχι ιδιοκτήτης αυτών των αγαθών και τα οποία έρχονται και παρέρχονται. Αυτά τα αγαθά, όπως και η ζωή αλλάζουν από στιγμή σε στιγμή γιατί «ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός» είναι ο ίδιος ο Θεός.

Δικαιολογημένα, λοιπόν, ο Θεός απευθυνόμενος σήμερα στον πλούσιο τον χαρακτήρισε άφρονα – άμυαλο και του υπέδειξε ότι ο ίδιος είναι κυρίαρχος της ζωής και του θανάτου. Κατά συνέπεια είναι λανθασμένη η αντίληψη που έχει ο ίδιος ως άνθρωπος, ότι τα αγαθά είναι πηγή ευτυχίας και ότι ο ίδιος πάλι είναι ρυθμιστής της διάρκειας της ζωής του. Σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του «ψυχή μου έχεις πολλά αγαθά κείμενα εις έτη πολλά», του προβάλλει το «ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου».
Άγνωστη η ώρα του θανάτου του καθενός. Ιδιαίτερα δε για εκείνους που στήριξαν την ευτυχία τους στα «αγαθά» τους και τη μακροζωία τους ο απρόοπτος θάνατος γίνεται νύκτα αγωνίας και τρόμου καθώς το σκοτάδι της απόγνωσης καλύπτει την ύπαρξη τους και επιπρόσθετα στερημένοι οποιασδήποτε ελπίδας οδηγούνται στον άδη. Εκείνο δε που τους στενοχωρεί ιδιαίτερα είναι ότι αφήνουν πίσω τους τα «αγαθά» τους χωρίς να μπορέσουν να τα απολαύσουν και για τα οποία μόχθησαν αγωνιωδώς. Ακόμη θα διερωτούνται ποιοι θα απολαύσουν τα «αγαθά» τους. Θα είναι πραγματικοί κληρονόμοι; Θα είναι συγγενείς, εχθροί ή φίλοι; Θα τους μακαρίζουν ή θα τους καταριούνται; Όλα αυτά τα ερωτήματα, καθώς και πολλά άλλα θα κάνουν οδυνηρές τις τελευταίες τους στιγμές. Και καταλήγει σήμερα ο Ιησούς. «Αυτό, λοιπόν παθαίνει όποιος μαζεύει πρόσκαιρους θησαυρούς και δεν πλουτίζει τον εαυτό του με ότι θέλει ο Θεός». Γιατί, όπως τόνισε και πριν την παραβολή: «Να προσέχετε και να φυλάγεστε από κάθε πλεονεξία, γιατί τα πλούτη, όσο περίσσια κι αν είναι δε δίνουν την αληθινή ζωή στον άνθρωπο» (Λουκ. ιβ΄ 15).
Στα πιο πάνω λόγια του Ιησού διακρίνουμε μια προτροπή «προσέχετε και φυλάγεστε από κάθε πλεονεξία», αλλά διακρίνουμε επίσης και μια διαπίστωση ότι τα πλούτη δεν εξασφαλίζουν μακροζωία και προ παντός αθανασία, ούτε και αποτελούν εγγύηση για μια ευτυχισμένη ζωή.
Η ρίζα του κακού, κατά την πιο πάνω προτροπή, είναι η πλεονεξία. Η ασταμάτητη επιθυμία του ανθρώπου είναι να αποκτήσει τα πάντα και να τα οικειοποιηθεί, να τα κάμει όλα δικά του. Ο Μέγας Βασίλειος παρομοιάζει τον πλεονέκτη με τον άδη. Όπως ο άδη δε λέει ποτέ «δε θέλω άλλους νεκρούς», έτσι και ο πλεονέκτης δε λέει «δε θέλω άλλα πλούτη».
Ο πλεονέκτης, δε θέλει κάτι παραπάνω από τις ανάγκες του για ασφάλεια, αλλά τα θέλει όλα δικά του. Ο πλεονέκτης κινείται πέρα από τη σφαίρα των αναγκών και μέσω του εγωισμού οικοδομεί μια ολόφρονη ζωή που αγνοεί τόσο τους άλλους ανθρώπους, όσο και τον ίδιο το Θεό. Γι’ αυτό δεν υπάρχει τίποτα πέρα από την ύλη και τον εαυτό του, με αποτέλεσμα, μέσα από την υλική απόλαυση, να υποβιβάζεται στο επίπεδο του ζώου. Με τον τρόπο αυτό καλλιεργείται η αφελής εντύπωση, είτε της απόλυτης κυριαρχίας, είτε της απόλυτης αυτάρκειας.
Κι όμως ο άνθρωπος δεν είναι ιδιοκτήτης, αλλά μόνον διαχειριστής, αφού δεν του ανήκουν όχι μόνο τα υλικά αγαθά, αλλά ούτε και το υπέρτατο αγαθό που είναι η ζωή. Τα γεγονότα που διαδραματίζονται από καιρό σε γειτονικές προς εμάς περιοχές, καθώς τα πολλά θύματα, οι τεράστιες καταστροφές και τα καραβάνια των προσφύγων επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Ο Ιώβ που απέκτησε αρχικά πολλά και τα έχασε όλα στη συνέχεια, εν τούτοις είπε μια μεγάλη αλήθεια «Γυμνός εξήλθα εκ της κοιλίας της μητρός και γυμνός απελεύσομαι». Γεννήθηκα γυμνός και απογυμνωμένος θα φύγω. Τίποτε δεν έφερα και τίποτε δεν θα πάρω φεύγοντας από τον κόσμο.
Όσο κι αν είναι αδύνατο για τον υλόφρονα άνθρωπο που θησαύριζε για τον εαυτό του, να πάρει μαζί του οτιδήποτε από τα υλικά αγαθά του, εντούτοις είναι δυνατόν για τον άνθρωπο που πλουτίζει «εις Θεόν». Κατά τον Ζιγαβηνό «ο κατά Θεόν πλούτος είναι η απόκτηση των αρετών» και αυτός ο πλούτος είναι ο μόνος αρεστός στο Θεό με σημαντικότερη την αρετή της αγάπης. Ο «εις Θεόν πλουτών» είναι ο άνθρωπος ο οποίος δέχεται τα θεία χαρίσματα και τις δωρεές του Θεού και τα αξιοποιεί για το καλό των συνανθρώπων του. Με τον τρόπο αυτό γίνεται κοινωνός του μέγιστου χαρίσματα του Θεού που είναι «Ζωή αιώνιος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμ. Στ΄ 23).
Σε πήρη αντίθεση με τον «εις Θεόν πλουτών» βρίσκεται σήμερα ο πλούσιος του ευαγγελίου, γιατί πίστεψε ότι η υλική ευτυχία είναι ατέλειωτη και ότι τόσο αυτή όσο και τη ζωή του δε θα μπορέσει κανείς να του τις αφαιρέσει. Για τούτο και καταστρώνει σχέδια με μεγαλύτερες αποθήκες με τα πολλά αγαθά του για πολλά χρόνια. Έτσι η ευτυχία του που οικοδομήθηκε σε ένα όνειρο απατηλό στο τέλος μετατράπηκε σε εφιάλτη, αφού εγκλωβίστηκε στα τείχη τόσο του εγωισμού, όσο και των αποθηκών του. Είναι για τούτο που ο Ιησούς τον χαρακτήρισε «άφρονα», γιατί όχι μόνο διέγραψε κάθε τι το πνευματικό, καθώς το συνάνθρωπο και το Θεό, θεμελιώνοντας τη ζωή του μόνο στην ύλη, αλλά και θεώρησε τον εαυτό του σαν τον μοναδικό συντελεστή αυτής της ευλογίας.
Αδελφοί μου, αναγκαία, αλλά και επιβαλλόμενη η προσπάθεια του ανθρώπου όμως για να καρποφορήσει, είναι αναγκαία και η βοήθεια του Θεού. Κατά τον ψαλμωδό: «ανοίξαντος σου την χείρα, τα σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος αποστρέψαντος δε σου το πρόσωπον ταραχθήσονται» (Ψαλμ. Ργ΄ 28). Αλλά και ο Απόστολος Ιάκωβος τονίζει με βεβαιότητα ότι «πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον, άνωθεν εστί καταβαίνον από του πατρός των φώτων» (Ιακ. α΄16-17). Αναγνωρίζοντας αυτό το γεγονός, τότε όχι μόνο θα εκτιμήσουμε αυτή την προσφορά, αλλά και έμπρακτα θα αναγνωρίσουμε το δικαίωμα συμμετοχής και απόλαυσης στα αγαθά σε όλους τους συνανθρώπους γιατί αυτά θα θεωρούνται παγκόσμια και όχι προσωπικά αγαθά. Εμείς έχουμε εκτιμήσει αυτό το γεγονός; Αν, ναι, τότε ας το επιβεβαιώσουμε στην πράξη. Γιατί, κανένας δεν μπορεί να ευτυχεί από μόνος του όταν τριγύρω του οι άλλοι δυστυχούν. Όταν το επιτύχουμε αυτό, πέραν από τη χαρά που θα προσφέρουμε στους άλλους ανθρώπους, τότε θα μπορέσουμε, όχι μόνο να αποφύγουμε το σημερινό καταδικαστικό λόγο του Ιησού «Άφρων ταύτη τη νυκτί των ψυχήν σου απαιτούσιν από σου, αλλά θα ακολουθούμε το χαρμόσυνο λόγο «είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου» (Ματθ. κε΄ 21). Αμήν.

Άγιοι Κικιλία, Βαλεριανός και Τιβούρτιος

Η Αγία Κικιλία έζησε τον 3ο μ.Χ. αιώνα και οι γονείς της ήταν ειδωλολάτρες και μάλιστα ευγενείς. Η Κικιλία όμως, άκουσε τη διδασκαλία του Χριστού και ζήτησε να βαπτιστεί.

Μετά από λίγο καιρό, οι γονείς της την πάντρεψαν με ένα ευγενή νέο το Βαλεριανό, ο οποίος υπό την επίδραση της Κικιλίας ασπάστηκε κι αυτός τη Χριστιανική Πίστη. Μαζί με τον Βαλεριανό προσήλθε στους κόλπους της εκκλησίας και ο αδελφός του ο Τιβούρτιος.

Κατά τον επί Διοκλητιανού διωγμού η Κικιλία, ο Βαλέριος και ο Τιβούρτιος συνέχιζαν να δηλώνουν την πίστη τους στον Ιησού Χριστό και το φιλανθρωπικό τους έργο. Γι' αυτό τους συνέλαβαν και υπέστησαν την ύστατη τιμωρία, τον θάνατο με αποκεφαλισμό.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείων τρόπων σου, τὴ ἐπιλάμψει, πρὸς ἀείζωον, εἴλκυσας φέγγος, τὴν αὐτάδελφον δυάδα καὶ σύναυλον καὶ σὺν αὐτοὶς Κικιλία ἀθλήσασα, τῆς θείας δόξης ὁμοῦ ἠξιώθητε. Μεθ' ὧν πρέσβευε, δοθήναι τοὶς εὐφημούσι σέ, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὴν νυμφευθεῖσαν, τῷ Χριστῷ ἑκουσίως, καὶ στολισθεῖσαν, ἀρεταῖς τὴν καρδίαν, θεοπρεπῶς ὑμνήσωμεν Πιστῶν ἡ πληθύς· αὕτη γὰρ κατήσχυνεν, Ἀλμακίου τὸ θράσος, λάμψασα ὡς ἥλιος, μέσον τῶν ἐκζητούντων, καὶ μετὰ ταῦτα ὤφθη τοῖς ἐν γῇ, στήριγμα θεῖον, τὴν πίστιν κρατύνασα.

Ὁ Οἶκος
Ἀρχὴ ἐλπίδος ἀγαθῆς, ἐδόθη τοῖς Ἁγίοις ἐξαίρετα τὸ πράττειν, κατάπληκτα μεγάλα, ἅπερ καὶ θαύματα, ἐστὶ θαυμάζεσθαι ἀξίως, μεθ' ὧν καὶ τὴν τῆς παρθένου Κικιλίας ἀρετήν, καὶ ἄσπιλον λαμπρότητα, πῶς ἀπεκδυσαμένη, τὸν ἄρχοντα ἔφυγε τοῦ σκότους, καὶ δραμοῦσα πρὸς τὴν πάλην τοῦ ἐχθροῦ, ἔστη ἐρρωμένη ἀπτοήτως· καὶ ἡμεῖς τοῦ θαύματος τούτου γεγονότα ἀληθῆ πράγματα, φῶμεν· πῶς διὰ Χριστόν, ἐπτέρνισε τὸν Βελίαρ, τὴν πίστιν κρατύνασα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Φιλήμων ο Απόστολος, Άρχιππος, Ονήσιμος και Απφία

Οι Άγιοι Φιλήμων, Άρχιππος, Ονήσιμος και Απφία ήταν μαθητές του Αποστόλου Παύλου (περί το 54 μ.Χ.) και τους αναφέρει ο Απόστολος Παύλος στην προς Φιλήμονα επιστολή του.

Ο Φιλήμων και η σύζυγος του Απφία ήταν χριστιανοί στην πόλη των Κολοσσών, με ανεπτυγμένο αίσθημα φιλανθρωπίας. Χρησιμοποιούσαν δε τα πλούτη τους με προθυμία για την ανακούφιση φτωχών, ασθενών και για την ανάπτυξη του έργου του Χριστού. Στο χριστιανισμό προσήλθαν δια του Αποστόλου Παύλου, όταν αυτός είχε έλθει στην πόλη τους. Μάλιστα, για τις αγαθοεργίες του Φιλήμονα γράφει συγκεκριμένα: «Χάριν ἔχομεν πολλὴν καὶ παράκλησιν ἐπὶ τὴν ἀγάπη σου ὅτι τὰ σπλάγχνα τῶν ἁγίων ἀναπέπαυται διὰ σοῦ, ἀδελφέ» (Προς Φιλήμονα, 7). Δηλαδή, έχουμε πολλή χαρά και παρηγοριά για την αγάπη σου, διότι οι καρδιές των αδελφών χριστιανών έχουν βρει ανάπαυση με τις ευεργεσίες και αγαθοεργίες σου, αδελφέ.

Για τον Άρχιππο λέγεται ότι ήταν συγγενής, ίσως και γιος του Φιλήμονα και της Απφίας. Ο Παύλος, επειδή ο Άρχιππος είχε μεγάλη αφοσίωση στη διάδοση του Ευαγγελίου, στην προς Φιλήμονα επιστολή του τον ονομάζει στρατιώτη.

Ο Ονήσιμος ήταν υπηρέτης του Φιλήμονα, από τον όποιο απέδρασε και πήγε στη Ρώμη. Εκεί έπεσε στα δίχτυα του Αποστόλου Παύλου, που τον έστειλε πίσω στο Φιλήμονα, χριστιανό πλέον. Και παρακαλεί τον Φιλήμονα να δεχθεί τον Ονήσιμο, όχι σαν υπηρέτη, αλλά σαν αδελφό.

Κατά την παράδοση, όλοι μαρτύρησαν για τη διάδοση του Ευαγγελίου.

Να σημειώσουμε τέλος, ότι ο Aπόστολος Oνήσιμος εορτάζεται χωριστά στις 15 Φεβρουαρίου και ο Aπόστολος Άρχιππος εορτάζεται χωριστά στις 19 Φεβρουαρίου. Σήμερα, εορτάζεται κυρίως ο Άγιος Aπόστολος Φιλήμων και η Aπφία.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Tετρὰς ἡ θεοσύλλεκτος τῶν ἀποστόλων Χριστοῦ Φιλήμων καὶ Ἄρχιππος καὶ σὺν Ἀπφίᾳ ὁμοῦ, ὁ θεῖος Ὀνήσιμος· λάμψαντες τοῖς ἐν σκότει ἀληθείας τὴν γνῶσιν, ἤθλησαν ὁμοφρόνως καὶ τὴν πλάνην καθεῖλον· καὶ νῦν ἐξευμενίζονται πᾶσι τὸν Κύριον.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τῷ ἀρότρῳ τοῦ λόγου καλλιεργῶν, χερσωθείσας καρδίας, Ἱερουργέ, τὴν θείαν ἐπίγνωσιν, γεωργεῖν παρεσκεύασας, καὶ καθελὼν τεμένη, εἰδώλων ἀνήγειρας, Ἐκκλησίας μάκαρ, εἰς δόξαν τοῦ Κτίστου σου· ὅθεν συνελθόντες τὴν ἁγίαν σου μνήμην, Φιλῆμον δοξάζομεν, ἱερῶς φωτιζόμενοι, καὶ συμφώνως βοῶμέν σοι. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.


Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Δοξαστικό των Εισοδίων Της Θεοτόκου

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής

(Λουκ. ιβ´ 16-21)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ᾿Ανθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· Τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; Καὶ εἶπε· Τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ῎Αφρων, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ῾Ο ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Εἶπε ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν παραβολή· «Κάποιου πλούσιου ἀνθρώπου τὰ χωράφια ἔδωσαν ἄφθονη σοδειά. Τότε ἐκεῖνος σκεφτόταν καὶ ἔλεγε· “τί νὰ κάνω; Δὲν ἔχω μέρος νὰ συγκεντρώσω τὰ γεννήματά μου! ᾿Αλλὰ νά τί θὰ κάνω”, εἶπε. “Θὰ γκρεμίσω τὶς ἀποθῆκες μου καὶ θὰ χτίσω μεγαλύτερες γιὰ νὰ συγκεντρώσω ἐκεῖ ὅλη τὴ σοδειά μου καὶ τ’ ἀγαθά μου. Μετὰ θὰ πῶ στὸν ἑαυτό μου· τώρα ἔχεις πολλὰ ἀγαθά, ποὺ ἀρκοῦν γιὰ χρόνια πολλά· ξεκουράσου, τρῶγε, πίνε, διασκέδαζε”. Τότε τοῦ εἶπε ὁ Θεός· “ἀνόητε. Αὐτὴ τὴ νύχτα θὰ παραδώσεις τὴ ζωή σου. Αὐτά, λοιπόν, ποὺ ἑτοίμασες σὲ ποιὸν θὰ ἀνήκουν;” Αὐτά, λοιπόν, παθαίνει ὅποιος μαζεύει πρόσκαιρους θησαυροὺς καὶ δὲν πλουτίζει τὸν ἑαυτό του μὲ ὅ,τι θέλει ὁ Θεός». ᾿Αφοῦ τὰ εἶπε ὅλα αὐτά, πρόσθεσε μὲ ἔμφαση· «῞Οποιος ἔχει αὐτιὰ γιὰ ν’ ἀκούει ἂς τὰ ἀκούει».

Ο Απόστολος της Κυριακής

(᾿Εφεσ. δ´ 1-7)

Αδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς ἐγὼ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθητε, μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πρᾳότητος, μετὰ μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης. ῝Εν σῶμα καὶ ἓν Πνεῦμα, καθὼς καὶ ἐκλήθητε ἐν μιᾷ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν· εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα· εἷς Θεὸς καὶ πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων, καὶ διὰ πάντων, καὶ ἐν πᾶσιν ἡμῖν. ῾Ενὶ δὲ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Αδελφοί, σᾶς παρακαλῶ ἐγὼ ποὺ εἶμαι φυλακισμένος γιὰ τὸν Κύριο, νὰ ζεῖτε μὲ τρόπο ἀντάξιο ἐκείνου ποὺ σᾶς κάλεσε στὴ νέα ζωή. Νὰ ζεῖτε μὲ ταπείνωση, πραότητα καὶ ὑπομονή· νὰ ἀνέχεστε μὲ ἀγάπη ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ νὰ προσπαθεῖτε νὰ διατηρεῖτε, μὲ τὴν εἰρήνη ποὺ σᾶς συνδέει μεταξύ σας, τὴν ἑνότητα ποὺ δίνει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. ῞Ενα σῶμα ἀποτελεῖτε ὅλοι κι ἕνα πνεῦμα σᾶς ἑνώνει, ὅπως καὶ μία εἶναι ἡ ἐλπίδα σας γιὰ τὴν ὁποία σᾶς κάλεσε ὁ Θεός. ῞Ενας Κύριος ὑπάρχει, μία πίστη, ἕνα βάπτισμα. ῞Ενας Θεὸς καὶ Πατέρας ὅλων, ποὺ κυριαρχεῖ σ’ ὅλους, ἐνεργεῖ μέσα ἀπ’ ὅλους καὶ κατοικεῖ σὲ ὅλους σας. Στὸν καθένα μας ὅμως ἔχει δοθεῖ κάποιο ἰδιαίτερο χάρισμα, σύμφωνα μὲ τὸ μέτρο ποὺ δωρίζει ὁ Χριστός.