Παρασκευή 30 Ιουνίου 2023

Ο ζήλος μας ας είναι στραμμένος όχι στα θαύματα των Αποστόλων, αλλά στις Πράξεις τους.

 Ο ζήλος μας ας είναι στραμμένος όχι στα θαύματα των Αποστόλων, αλλά στις Πράξεις τους.

Γι’ αυτό και το σχετικό βιβλίο επιγράφεται Πράξεις των Αποστόλων.

Μιμήσου, λοιπόν, τον ορθό τρόπο ζωής των Αποστόλων και δεν θα είσαι κατώτερός τους. 

Διότι τους Αποστόλους τους ανέδειξαν όχι τα θαύματα, αλλά η καθαρή ζωή τους. 

Οι Απόστολοι δεν έγιναν σπουδαίοι για τα θαύματα, αλλά για την άγια ζωή τους.


Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

''Επί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων...''

 Ἡ ἑορτή τῆς Συνάξεως τῶν δώδεκα ἀποστόλων ἀποτελεῖ ἀντανάκλαση τῆς μεγάλης χθεσινῆς ἑορτῆς τῶν πανευφήμων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, προεκτείνει δηλαδή τήν τιμή πού ἀποδίδει ἡ ᾽Εκκλησία μας στούς μεγάλους αὐτούς ἀποστόλους: κατά τήν ὑμνολογία, στόν μέν Πέτρο τήν τιμή τοῦ προεξάρχοντος τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, στόν δέ Παῦλο τήν τιμή τοῦ κοπιάσαντος ὑπέρ πάντας ἄλλους στό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου σέ ὅλα τά ἔθνη.


 Συμβαίνει κάτι παρόμοιο μέ ὅ,τι διαπιστώνουμε στίς μεγάλες ἑορτές τῆς ᾽Εκκλησίας: μετά ἀπό ἕνα σπουδαῖο γεγονός, τήν ἑπομένη τιμᾶται τό πρωταγωνιστοῦν πρόσωπο. ᾽Αντιστοίχως λοιπόν σήμερα: μετά τήν ἑορτή τῶν πρωτοθρόνων λεγομένων ἀποστόλων ἑορτάζουμε συνολικά ἐκείνους πού εἶχαν τήν ἴδια ἰδιότητα μέ αὐτούς, τήν ἰδιότητα καί τό χάρισμα τοῦ ἀποστόλου.


  Ἡ σύναξη τῶν ἀποστόλων, πέραν τοῦ ὅτι δίνει τήν ἀφορμή γιά νά δεῖ κανείς τήν κατά Χριστόν βιοτή καί τό ἔργο καθενός ἀπό αὐτούς, θέτει τόν προβληματισμό τῆς ἀποστολικότητας τῆς ᾽Εκκλησίας, τί σημαίνει δηλαδή ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία εἶναι ἀποστολική, ὅπως τό ὁμολογοῦμε διαρκῶς στό σύμβολο τῆς πίστεως: πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽.

 

Ἡ ᾽Εκκλησία μας λοιπόν εἶναι ἀποστολική, διότι θεμελιώνεται ῾ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων᾽. Βασικός θεμέλιος λίθος, βασικό ἀγκωνάρι εἶναι ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός - ὁ Ἱδρυτής καί ἡ Κεφαλή τῆς ᾽Εκκλησίας - ὑπόλοιποι θεμέλιοι λίθοι, κατά τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ ἀπόστολοί Του. ᾽Εκεῖνοι κλήθηκαν ἀπό τόν Χριστό καί ἔλαβαν τήν ἐντολή νά εἶναι οἱ μάρτυρές Του, ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς, νά φανερώνουν δηλαδή τή ζωή Του καί νά συνδέουν μέσω αὐτῶν τούς ἀνθρώπους μέ τόν Χριστό καί διά τοῦ Χριστοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ μέ τόν Θεόν Πατέρα. 


῾Ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς,… ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾽ ἡμῶν. Καί ἡ κοινωνία δέ ἡ ἡμετέρα μετά τοῦ πατρός καί μετά τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ (Α´᾽Ιωάν. 1, 1-3).


 ῎Ετσι κανείς δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό ἔξω ἀπό τήν κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους, πού σημαίνει δέν μπορεῖ κανείς νά ζεῖ τόν Θεό ἔξω ἀπό τήν ᾽Εκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ἀποστολική.

 Κάθε διαφορετική ἐκτός ᾽Εκκλησίας σχέση μέ τόν Θεό - διότι ῾τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ᾽ - συνιστᾶ ἁπλῶς δρόμο, πού ὁδηγεῖ τόν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο μέσα στήν ᾽Εκκλησία καί ὄχι κατευθεῖαν στόν Θεό. 


῎Ας θυμηθοῦμε ἐν προκειμένω τόν ἅγιο Κορνήλιο: μπορεῖ οἱ προσευχές του νά ἀνέβαιναν ὡς θυμίαμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅπως σημειώνουν οἱ Πράξεις τῶν ᾽Αποστόλων, ᾽Εκεῖνος ὅμως ἔστειλε τόν ἀπόστολο Πέτρο, προκειμένου νά τόν κατηχήσει καί νά τόν βαπτίσει, ὥστε ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας νά ἔχει ζωντανή καί ἐνεργή σχέση μαζί Του.


Μέ βάση τά παραπάνω: ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ τελειώνει μέ τόν θάνατο καί τοῦ τελευταίου τῶν ἀποστόλων, συνεπῶς ἡ ἀποκάλυψη δέν συνεχίζεται, ἐνῶ κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους στό χῶρο τῆς ᾽Εκκλησίας σημαίνει:

1) ὑπακοή σέ ὅ,τι ἐκεῖνοι δίδαξαν γιά τόν Χριστό, ὅτι δηλαδή εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός πού ἦρθε πρός σωτηρία τοῦ κόσμου, 2) μίμηση, ὅσον τό δυνατόν σέ ἐμᾶς, τῆς θεοφιλοῦς ζωῆς τους: νά ἀκολουθοῦμε δηλαδή τά δικά τους χνάρια ζωῆς, τά ὁποῖα ῾πατᾶνε᾽ πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.

π.Γεώργιος Δορμπαράκης

Μνήμη των αγρίως σφαγιασθέντων υπό Κουρδικών ορδών εν τω νομώ Διαρβεκίρ της Μικράς Ασίας

 Μνήμη των αγρίως σφαγιασθέντων υπό Κουρδικών ορδών εν τω νομώ Διαρβεκίρ της Μικράς Ασίας Ορθοδόξων Χριστιανών υπαγομένων εις το Πατριαρχείον Αλεξανδρείας που έλαβε χώρα το έτος 1896 μ.Χ. Δεν έχουμε άλλες λεπτομέρειες για το γεγονός.

Άγιος Φυγέλλος Απόστολος από τους Ο'

 Ο Άγιος Φυγέλλος (ή Φυνέλλος) απόστολος από τους Ο' αναφέρεται μόνο στον Συναξαριστή του Delehaye μεταξύ των μνημονευομένων αποστόλων από τους Ο' και σημειώνεται, ότι «ούτος φρονήσας τα του Σίμωνος εγένετο επίσκοπος Εφέσου».

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Σύναξη των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων

 Οι Απόστολοι του Χριστού θα ξεχωρίζουν μέσα στην Ιστορία της Εκκλησίας, σαν οι υπέρλαμπροι αστέρες πρώτου μεγέθους της πνευματικής ζωής. Την 30η Ιουνίου, η Εκκλησία γιορτάζει τους δώδεκα Αποστόλους που αρχικά εξέλεξε ο Κύριος, πλην του Ιούδα Ισκαριώτη. Αυτοί είναι: Σίμωνας (Πέτρος), Ανδρέας, Ιάκωβος, Ιωάννης, Φίλιππος, Θωμάς, Βαρθολομαίος (Ναθαναήλ), Ματθαίος, Ιάκωβος του Αλφαίου, Σίμωνας ο Ζηλωτής, Ιούδας ο αδελφός του Ιακώβου του μικρού και ο Ματθίας, που εξελέγη μέσα στο υπερώο τις παραμονές της Πεντηκοστής, σε αντικατάσταση του Ιούδα του Ισκαριώτη. Τη ζωή του καθενός των Αποστόλων αυτών, σκιαγραφούμε στις ιδιαίτερες γιορτές τους. Εδώ γίνεται υπενθύμιση της ενότητας που είχαν μεταξύ τους, αλλά και της ηθικής τους, που τόσο συνέβαλε στην πνευματική εν Χριστώ αναγέννηση του κόσμου. Έχουμε, λοιπόν, χρέος και εμείς οι αγωνιζόμενοι χριστιανοί, να κινούμαστε στα ίχνη τους και με θερμό ζήλο για τη διάδοση του σωτηριώδους μηνύματος του Ευαγγελίου, που διέπνεε κι αυτούς, να γίνουμε μιμητές του έργου τους.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.

Ὡς δωδεκάπυρσος, λυχνία ἔλαμψαν, οἱ Δωδεκάριθμοι, Χριστοῦ Ἀπόστολοι, Πέτρος καὶ Παῦλος σὺν Λουκᾶ, Ἀνδρέας καὶ Ἰωάννης, Βαρθολομαῖος Φίλιππος, σὺν Ματθαίω καὶ Σίμωνι, Μᾶρκος καὶ Ἰάκωβος, καὶ Θωμὰς ὁ μακάριος, καὶ ηὔγασαν τοὺς πίστει βοώντας χαίρετε Λόγου οἱ αὐτόπται.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.

Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοι, καὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.


Έτερον Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος γ´.

Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.

Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν, τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.


Μεγαλυνάριον

Πέτρον Παῦλον Μᾶρκον σὺν τῷ Λουκᾶ, Φίλιππον, Ἀνδρέαν, Ἰωάννην τε καὶ Θωμᾶν, Σίμωνα Ματθαῖον, καὶ τὸν Βαρθολομαῖον, σὺν θείῳ Ἰακώβῳ ὕμνοις τιμήσωμεν.


Ὁ Οἶκος

Τράνωσόν μου τὴν γλῶτταν Σωτήρ μου, πλάτυνόν μου τὸ στόμα, καὶ πληρώσας αὐτό, κατάνυξον τὴν καρδίαν μου, ἵνα οἷς λέγω ἀκολουθήσω, καὶ ἃ διδάσκω, ποιήσω πρῶτος· πᾶς γὰρ ποιῶν καὶ διδάσκων, φησίν, οὗτος μέγας ἐστίν· ἐὰν γὰρ λέγω, καὶ μὴ πράττω, ὡς χαλκὸς ἠχῶν λογισθήσομαι. Διὸ λαλεῖν μοι τὰ δέοντα, καὶ ποιεῖν τὰ συμφέροντα δώρησαι, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.


Κάθισμα

Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς.

Κατοικισθέντες ἐν φωτὶ ἀπροσίτῳ, ὡς οἰκητήρια φωτὸς πεφυκότες, οἶκον ὑμῶν τὸν ἅγιον φωτίζετε ἀεί, θείαις προσφοιτήσεσιν· ὅθεν πίστει βοῶμεν· Σκότους ἡμᾶς ῥύσασθε, καὶ παντοίων κινδύνων, καὶ χαλεπῶν ἐθνῶν ἐπιδρομῆς, ἐκδυσωποῦντες τὸν Κτίστην Ἀπόστολοι.

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΑΓ.ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ & ΠΑΥΛΟΥ

Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου.

 Χθές στόν ἑσπερινό εἴπαμε κάποια πράγματα γιά τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Σήμερα θά μιλήσουμε γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο.

Ἡ πρώτη γνωριμία τῶν Ἑλλήνων μέ τόν Χριστό ἔγινε στά Ἱεροσόλυμα. Τότε εἶπε ὁ Χριστός τά πολύ σπουδαῖα λόγια, ἦρθε ἡ ὥρα νά δοξασθεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου. Τό ἐλληνικό γένος ἐδόξασε τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του καί διέδωσε τήν νέα πίστη σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο.

 Ἐδῶ στόν ἑλλαδικό χῶρο ταχυδρόμος, ἀγγελιοφόρος τοῦ Θεοῦ ὑπῆρξε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἦρθε στήν Ἑλλάδα, ὄχι μόνος του, ἀλλά κατόπιν θείας ἀποκαλύψεως. Εἶδε σέ ὄνειρο ἕναν μακεδόνα, πού τοῦ εἶπε, διαβάς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν. Ἔλα-πέρασε στήν Μακεδονία νά μᾶς βοηθήσεις. Αὐτό τό ἑρμήνευσε ὡς ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἦταν θέλημα Θεοῦ νά ἔρθει στήν Ἑλλάδα. Ἔτσι ἀπό τήν Τρωάδα πέρασε στήν Σαμοθράκη, στούς Φιλίππους, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Ἀθήνα καί κατέληξε στήν Κόρινθο.

 Ἄς δοῦμε τόν κορυφαῖο Ἀπόστολο μέσα στήν Ἀθήνα. Γύρισε ὅλη τήν πόλη καί ἔβλεπε παντοῦ, σέ κάθε γωνιά καί ἕνα ἄγαλμα κάποιου θεοῦ. Δέν ἄφηνε στιγμή πού νά μή μιλάει γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τήν συναγωγή τῶν Ἰουδαίων. Χρησιμοποιώντας χωρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἑρμήνευε τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

Ἔπρεπε ὁ ἕνας πιστός νά γίνουν δύο. Τό ἀντίθετο μέ αὐτό πού ἔγινε μέσα στόν παράδεισο μέ τήν πτώση στήν ἁμαρτία. Ἁμάρτησε ἡ μία, ἡ Εὔα καί παρέσυρε καί τόν ἄλλον στήν ἁμαρτία. Ἡ σωτηρία τώρα τόν ἴδιο δρόμο καί τόν ἴδιο τρόπο πρέπει νά χρησιμοποιήσει. Ὁ ἕνας νά γίνουν δύο, οἱ δύο τρεῖς κ.ο.κ.

Πρίν γεννηθεῖ κάποιος δέν γνωρίζουμε τίποτε γιά τό πρόσωπό του. Γιά τόν Χριστό ἀντιθέτως γνωρίζαμε πάρα πολλά, ἀφοῦ ὁ Μωϋσῆς καί οἱ Προφῆται εἶπαν καί ἔγραψαν τόσα πολλά. Αὐτό μόνο μέ τόν Χριστό συμβαίνει. Αὐτά χρησιμοποίησε ὁ Παῦλος, γιά νά ἀναφερθεῖ στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

Ἀκούοντας αὐτά οἱ Ἀθηναῖοι ζήτησαν νά ἐξηγήσει καί σ᾿ αὐτούς ἐκεῖνα πού ἔλεγε στούς Ἰουδαίους. Πές μας τί εἶναι αὐτά, γιά ποιόν Θεό μᾶς μιλᾶς καί ποιά ἀνάσταση Χριστοῦ; (Ἐδῶ πρέπει νά τονίσουμε ὅτι ὅλοι οἱ ἀρχηγοί θρησκειῶν εἶναι μέσα στόν τάφο. Ἦλθον καί ἀπῆλθον. Πέθαναν καί χάθηκαν. Ἕνας τάφος εἶναι κενός, τοῦ Χριστοῦ. Καί Αὐτόν βέβαια τόν ἔβαλαν μέσα στόν τάφο, ἀλλά ἀναστήθηκε, βγῆκε ἀπό τόν τάφο, ἠγέρθη ἀπό τῶν νεκρῶν καί τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος.

Κάποιοι, ὅταν μᾶς ἀκοῦνε νά μιλᾶμε, διαμαρτύρονται. Μιλῆστε  μας, ὄχι γιά δογματικά θέματα, ἀλλά γιά τήν ἀγάπη, γιά  τήν ἐλεημοσύνη. Ὅμως, ἀγαπητοί μου, ποιός μπορεῖ νά μιλήσει γιά ἀγάπη, ἄν δέν ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό, πού εἶναι ἡ ἀληθινή ἀγάπη; Ποιός μπορεῖ νά μιλήσει γιά τήν ἐλεημοσύνη, ἄν δέν ἀφήνει τόν Χριστό νά κατευθύνει τό χέρι στό νά προσφέρει; Ὅλα λοιπόν ἀπό τόν Χριστόν ξεκινᾶνε.

Καλοπροαίρετοι οἱ Ἀθηναῖοι, παρ᾿ ὅτι εἰδωλολάτραι, ἄκουγαν τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Μέ τόσους πολλούς θεούς πού εἶχαν, δέν ἔμεναν εὐχαριστημένοι καί ἱκανοποιημένοι. Κάτι ἄλλο θά πρέπει νά ὑπάρχει ἀνώτερο καί καλύτερο. Αὐτό ἐκμεταλλεύθηκε ὁ Παῦλος, γιά νά μιλήσει γιά τόν ἄγνωστο Θεό, πρός τιμήν τοῦ ὁποίου ἔστησαν καί βωμό. Τούς μίλησε γιά ἕναν Θεό, ὄχι γιά πολλούς, πού εἶναι δημιουργός τῆς κτίσεως, πού ἔδωσε ζωή καί πνοή σέ ὅλα. Ἔκανε ἀπό ἕναν ἄνθρωπο ὅλο τό γένος τῶν ἀνθρώπων. Ὄχι ἀπό δύο, τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα, ἀλλά ἀπό ἕναν, ἀφοῦ καί ἡ Εὔα ἀπό τόν Ἀδάμ δημιουργήθηκε. Ὅλοι κατάγονται ἀπό ἕναν ἄνθρωπο.

Ἄν τώρα κάποιος ἤθελε νά βρεῖ τόν Θεό, νά τόν συναντήσει, θά μποροῦσε νά τόν ψηλαφήσει, γιατί δέν εἶναι μακρυά ἀπό μᾶς. Δέν εἶναι στίς ψηλές κορυφές τοῦ Ὁλύμπου, κάπου μακρυά, ὅπως πίστευαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ἀλλά εἶναι πολύ κοντά μας. Δέν βρίσκεται μόνο μέσα στό ναό τῶν Ἱεροσολύμων, ὅπως πίστευαν οἱ Ἑβραῖοι, ἀλλά ὑπάρχει σέ κάθε γωνιά τῆς γῆς, σέ κάθε σημεῖο τῆς ὑφηλίου. Εἶναι πανταχοῦ παρών. Γι᾿ αὐτό κι᾿ ἐμεῖς δέν θά εἴμαστε συμμαζεμένοι μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία, ἄν εἴμαστε βέβαια, καί ἔξω σάν ἄγρια θηρία θά κατασπαράσσει ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Καί ἔξω ὑπάρχει ὁ Θεός, πού βλέπει καί ἐλέγχει τά πάντα. Ἔτσι ἡ ζωή μας θά εἶναι προσεκτική καί μέσα στό Ναό καί ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία.

Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ εἴμαστε γένος. Ἀπό Αὐτόν καταγόμαστε. Εἴμαστε οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, συγγενεῖς τοῦ Θεοῦ. Μέσα στίς φλέβες μας τρέχει αἷμα Χριστοῦ. Ἄν αὐτό τό πιστεύουμε, τότε πρέπει νά πετάξουμε τά εἴδωλα πού καί σήμερα προσκυνοῦμε καί νά λατρεύουμε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν.

Ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα ἀλλάξτε τρόπο ζωῆς. Ὁ Θεός παραγγέλλει σέ ὅλους νά μετανοήσουμε. Νά βροῦμε τήν ὁδό τῆς μετανοίας, πού βγάζει στόν παράδεισο. Κάποτε θά μπορούσαμε νά ποῦμε, ὅτι δέν γνωρίζαμε καί τότε θά εἴχαμε κάποια ἐλαφρυντικά. Τώρα ὅμως δέ ἔχουμε δικαιολογίες. Ἀκούσαμε καί μάθαμε. Τά προηγούμενα χρόνια τῆς ἀγνοίας τά συγχώρησε ὁ Θεός. Ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα προσοχή. Τά πράγματα γίνονται ἐπικίνδυνα. Ὁ Θεός ὥρισε ἡμέρα πού θά κρίνει, θά δικάσει τόν κόσμο ὅλο. Ὁ θάνατος εἶναι μία κρίσις. Τό σῶμα κατατίθεται στόν τάφο, μά ἡ ψυχή κρίνεται καί μετά θάνατον δέν ὑπάρχει μετάνοια. Κατά τήν δευτέρα τοῦ Κυρίου παρουσία θά ἔχουμε τήν δεύτερη καί τελική κρίση. Θά ἀναστηθεῖ καί τό σῶμα, γιά νά δοξασθεῖ ἤ νά τιμωρηθεῖ, νά πληρώσει, γιατί συνήργησε μέ τήν ψυχή στό ἀγαθό ἤ στήν ἁμαρτία.

Τά πράγματα τώρα ἀλλάζουν. Κατά τό κοινῶς λεγόμενο εἶναι σκοῦρα γιά μᾶς, γιατί πλέον μάθαμε, γνωρίζουμε. Ἡ κρίσις θά γίνει μέ δικαιοσύνη μέ κάποιον πού ὥρισε ὁ Θεός. Ποιός εἶναι αὐτός; Αὐτός πού ἐνανθρώπησε, πού σταυρώθηκε, πού ἀναστήθηκε, αὐτός πού θά ξαναέλθει. Μόνο Αὐτός ἔχει δικαίωμα νά κρίνει, κανείς ἄλλος.

Ὅταν ἄκουσαν γιά ἀνάσταση νεκρῶν, ἄρχισαν νά γελοῦν, νά εἰρωνεύωνται τόν Παῦλο. Καλά, τοῦ εἶπαν, τά ξαναλέμε. Τόν πέρασαν γιά τρελλό, ἐπειδή μιλοῦσε γιά ἀνάσταση νεκρῶν. Ἐννοοῦσαν, ἄδειασέ μας τώρα τήν γωνιά καί μή μᾶς ζαλίζεις μέ τίς ἀνοησίες σου.

Ἀγαπητοί μου,

Ἐμεῖς δέν εἴμαστε οὔτε ἄπιστοι, οὔτε εἰδωλολάτραι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι λεγόμαστε. Πιστεύουμε στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν; Ἄν ναί, νά τό δείξουμε, ὄχι μέ λόγια, ἀλλά μέ τήν ζωή μας. Μέ τήν μετάνοιά μας, μέ τήν ἀναστημένη ζωή, μέ τόν ἀγώνα κατά τῆς ἁμαρτίας, μέ τήν προετοιμασία μας γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ἀποφύγουμε τήν μέλλουσα κρίση καί καταδίκη καί νά ἐπιτύχουμε τήν σωτηρία μας. Ἀμήν.-




Ἁγ. Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου.

 Ὁ Μέγας καί κορυφαῖος Ἀπόστολος Παῦλος ὑποβάλλει σέ ὅλους μας μία ἐρώτηση, τήν ὁποία σᾶς μεταέρω: Εἴμαστε χριστιανοί, πραγματικοί χριστιανοί, ναί ἤ ὄχι; Ἐάν ἰσχυρισθοῦμε, ὅτι εἴμαστε καλοί χριστιανοί, δέν σημαίνει, ὅτι πράγματι εἴμαστε. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς λέει, νά μή ἀγαποῦμε τόν Θεό μέ τήν γλώσσα, μέ λόγια μόνο, ἀλλά μέ ἔργα, νά ἔχουμε ἁπτές ἀποδείξεις καί μαρτυρίες.

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραφε καί ἔδειχνε στούς Γαλάτες, πού τόν ἀμφισβητοῦσαν, ὅτι δέν εἶναι γνήσιος Ἀπόστολος, ἔδειχνε τά στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, τίς πληγές, πού δέχτηκε γιά τό Ὄνομά Του. Ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: Γιά τό τί εἶμαι ἔχω μία ἀπολογία, τά στίγματα, τά παθήματα καί τούς κινδύνους, πού ὑπομένω γιά τόν Χριστό. Αὐτά μαρτυροῦν λαπρότερα ἀπό κάθε φωνή καί σάλπιγγα, ὅτι ἐγώ τά ὑπομένω γιά τό Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου. Δέν τά ἔχω ἁπλῶς, ἀλλά τά βαστάζω, σάν στεφάνι νικητικό καί σάν παράσημα καί διάδημα βασιλικό. Γι᾿ αὐτά καυχῶμαι καί μεγαλύνομαι καί παρησιάζομαι στόν Κύριο. Τά στίγματα μαρτυροῦν ὅτι εἶμαι γνήσιος δοῦλος τοῦ Θεοῦ.

Ὁ χριστιανός προσφέρει γιά τήν πίστη του, κουράζεται καί  θυσιάζεται. Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα (Β΄, πρός Κορ.) ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπαριθμεῖ ὅσα ὑπέμεινε γιά τήν πίστη του καί τήν ἀγάπη του γιά τόν Χριστό: Ὑποβλήθηκα σέ κόπους περισσότερο ἀπό ὅ,τι θά περίμενε κανείς. Δέχτηκα χτυπήματα μέ ἀφάνταστη ἀγριότητα, πού μοῦ προξένησαν βαθιές πληγές. Πολλές φορές μέ ἔκλεισαν στή φυλακή. Ἀμέτρητες φορές κινδύνευσα νά θανατωθῶ. Ἀπό τούς Ἰουδαίους πέντε φορές μαστιγώθηκα. Τρεῖς φορές μέ ἐράβδισαν, μία φορά μέ λιθοβόλησαν, τρεῖς φορές ναυάγησα στή θάλασσα καί κινδύνεψα νά πνιγῶ. Κάποτε διαλύθηκε τό πλοῖο στά ἀνοιχτά τῆς θάλασσας καί πάλευα ἕνα μερόνυχτο μέ τά ἄγρια κύματα.

Ὑπηρέτησα τόν Κύριο πολλές φορές μέ κοπιαστικές ὁδοιπορίες. Διέτρεξα κινδύνους σέ ποτάμια, κινδύνεψα ἀπό ληστές, κινδύνεψα ἀπό τούς ὁμογενεῖς μου, ἀπό τό ἰουδαϊκό ἔθνος. Διέτρεξα κινδύνους ἀπό τούς εἰδωλολάτρες, κινδύνους μέσα σέ πόλεις, μέσα στή θάλασσα. Κινδύνεψα ἀπό ἀνθρώπους πού ὑποκρινόντουσαν τούς ἀδελφούς.

Ὑπηρέτησα τόν Κύριο μέ κόπο καί μόχθο, μέ ἀγρυπνίες πολλές φορές, μέ πείνα καί δίψα, μέ νηστεῖες πολλές φορές, μέ ψύχος καί γυμνότητα. Ἐκτός ἀπό πολλά ἄλλα, πού παρέλειψα νά ἀπαριθμήσω, εἶχα καί τήν καθημερινή πίεση καί ἐπίθεση τῶν διωκτῶν μου καθώς καί τήν ἀγωνιώδη φροντίδα μου γιά ὅλες τίς ἐκκλησίες.

Στή Δαμασκό φρουροῦσαν τήν πόλη, ἐπειδή ὁ διοικητής ἐκεῖ ἤθελε νά μέ συλλάβει. Μέ κατέβασαν ὅμως ἀπό ἕνα παράθυρο τοῦ τοίχους μέσα σέ δίχτυ καί ἔτσι ξέφυγα ἀπό τά χέρια τῶν διωκτῶν μου.

Καί ὅλα αὐτά συμβαίνουν, ὄχι σέ κάποιο γερό ἄνθρωπο, ἀλλά σέ ἕνα φιλάσθενο Παῦλο. Εἶχε κάποια σωματική ἀσθένεια, πού τόν ταλαιπωροῦσε. Ὁ σατανᾶς, λέει, τόν βασάνιζε, σάν νά τόν τρυποῦσε μέ μυτερό ξύλο. Καί πάλι ὅλα αὐτά τά δέχτηκε μέ χαρά γιά τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ συμπεριφορά τοῦ πραγματικοῦ χριστιανοῦ.

Στήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολή του μᾶς ἐξιστορεῖ ὅσα ἀντιμετώπισαν οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πάντων. Μέ τήν πίστη κατετρόπωσαν βασίλεια, ἔφραξαν στόματα λεόντων, δηλαδή τούς ἔρριξαν μέσα στά λεοντάρια, ἀλλά ἐκεῖνα δέν τούς ἔφαγαν. Ἔσβησαν τήν δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τήν σφαγή, ἀναδείχθηκαν ἥρωες στόν πόλεμο. Ἔτρεψαν σέ φυγή ἐχθρικά στρατεύματα. Ἄλλοι βασανίσθηκαν μέχρι θανάτου, χωρίς νά δεχτοῦν τήν ἀπελευθέρωσή τους. Δηλαδή προτίμησαν νά θανατωθοῦν, παρά νά ἀρνηθοῦν τήν πίστη τους καί ἔτσι νά ἐλευθερωθοῦν. Ἄλλοι δοκίμασαν ἐξευτελισμούς καί μαστιγώσεις, ἀκόμη δεσμά καί φυλακή. Λιθοβολήθηκαν, τούς ἔκαναν κομμάτια μέ τό πριόνι, πέρασαν δοκιμασίες φοβερές, θανατώθηκαν μέ μαχαίρι. Περιπλανήθηκαν μέσα στίς ἐρημιές ντυμένοι μέ προβιές, ἔζησαν μέ στερήσεις, καταπιέστηκαν φοβερά, ὑπέμειναν θλίψεις καί κακουχίες. Περιπλανήθηκαν στά βουνά, μέσα σέ σπηλιές καί σέ τρύπες τῆς γῆς. Ὅποιος γνωρίζει ἀπό Παλαιά Διαθήκη, καταλαβαίνει πολύ εὔκολα ποιούς ὑπονοεῖ ἐδῶ ὁ ἀπόστολος.

Ἀλλά, ἄν ἀνοίξουμε τό Συναξάρι καί διαβάσουμε τούς βίους τῶν Ἁγίων, θά δοῦμε ἐκεῖ μέσα βασανιστήρια φοβερά καί πρωτάκουστα. Τί δέν ἐπεννόησε ἡ διεστραμμένη φαντασία τῶν εἰδωλολατρῶν διωκτῶν! Ὅλα αὐτά τά ὑπέμειναν μέ καρτερία καί γενναιότητα τά τάγματα τῶν Μαρτύρων, οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ.

Ἀκόμη διαβάζοντας τούς βίους τῶν Ὁσίων Ἀσκητῶν μένουμε ἔκβαμβοι ἀπό τά πνευματικά ἀγωνίσματα καί τά τιτάνια παλαίσματά τους. Ἑκούσιες στερήσεις ἀναψυχῆς καί ἀνάπαυσης, νηστεῖες αὐστηρότατες, ἐξαντλητικές ἀγρυπνίες, προσευχές ἀσταμάτητες, ἀμέτρητες μετάνοιες, ἡ ταπείνωση καί ὁ ἐξευτελισμός καί ἄλλες σωματικές κακουχίες εἶχαν τήν πρώτη θέση στή ζωή τους. Ὁ  πνευματικός τους ἀγώνας ἦταν ἀσταμάτητος, γιά νά κερδίσουν τόν ποθούμενο, δηλαδή τόν Ἰησοῦ Χριστό.

Ὁ ἱστορικός τῆς Ἐκκλησίας ἀναφερόμενος στούς Πατέρες τῆς Α΄. Οἰκουμενικῆς Συνόδου λέει, ὅτι ἐκεῖ  μέσα ἦταν οἱ Ἅγοι Πατέρες ἄλλοι μέ ἕνα πόδι ἤ μέ ἕνα χέρι, χωρίς μάτια, μέ κομένη τήν μύτη ἤ τά αὐτιά, μέ ξεριζωμένα τά δόντια, μέ πολλές πληγές στά πρόσωπα, μέ σακατεμένα τά ἁγιασμένα σώματά τους. Ὅλοι εἶχαν τά στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅπως ἀκριβῶς τό λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Γιατί αὐτό εἶναι πίστις καί αὐτό σημαίνει χριστιανός. Ἄνθρωπος τῆς μαρτυρίας, τῆς ὁμολογίας καί τοῦ μαρτυρίου, τῆς θυσίας.

Μετά ἀπό ὅλα αὐτά, ἀγαπητοί μου, θά τολμήσουμε νά ἀπαντήσουμε στό ἐρώτημα, ἄν εἴμαστε χριστιανοί ἤ ὄχι; Πῶς καί μέ τί θά τό ἀποδείξουμε; Εἴμαστε χριστιανοί γιά νά προσφέρει σέ μᾶς ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία, γιά νά μᾶς ἐπαινεῖ ὁ κόσμος ἤ γιά νά προσφέρουμε ἐμεῖς στόν Χριστό καί στούς ἀνθρώπους; Μᾶς ἀρέσει ὁ ἀγώνας, ἡ ἄσκηση ἤ ἡ ἀνάπαυση καί ἡ καλοπέραση; Μέχρι σήμερα τί κάναμε γιά τήν πίστη μας, γιά νά ἀποδείξουμε, ὅτι εἴμαστε χριστιανοί; Ὁ χριστιανός τῶν σαλονιῶν, τοῦ καναπέ καί τῆς τηλεόρασης, ὁ χριστιανός τοῦ καφενείου, τοῦ καφέ στή γειτονειά καί τοῦ κοτσομπολιοῦ δέν εἶναι κἄν χριστιανός.

Ἡ προσευχή ἔχει κάποιο κόπο. Ἡ νηστεία ἔχει δυσκολίες. Δέν εἶναι εὔκολο πάλι νά ἀφήσεις τόν πρωϊνό σου ὕπνο καί νά ἔρθεις στή θεία Λειτουργία. Οὔτε εἶναι τόσο εὔκολο νά ξεγυμνώσεις τά τραύματα τῆς ψυχῆς σου στόν πνευματικό. Τό νά συγχωρήσεις τόν ἐχθρόν σου, προϋποθέτει μεγαλεῖο ψυχῆς. Γιά νά βοηθήσεις τόν πάσχοντα ἀδελφό σου, πρέπει νά ἔχεις μεγάλη καρδιά. Τό νά κόψεις τό δικό σου θέλημα, γιά νά κάνεις τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ ἤ τοῦ ἀδελφοῦ σου, εἶναι ἀρκετά ὀδυνηρό. Αὐτό πονάει, μᾶς στοιχίζει πολύ. Ὅταν αὐτά τά σχετικῶς ἁπλά καί ἐλάχιστα δέν μποροῦμε νά κάνουμε, πῶς θά φτάσουμε νά μαρτυρήσουμε καί νά πεθάνουμε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὅταν αὐτό μᾶς ζητηθεῖ; Γιατί θά ἔρθει πάλι τέτοιος καιρός.

Θά τελειώσω μέ κάτι πού σᾶς τό εἶπα ἀρκετά παλαιότερα. Ὅταν ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἐξεστράτευε ἐναντίον τῶν Περσῶν, παρατήρησε σέ μιά μάχη, ὅτι ἕνας στρατιώτης ὅλο καί κρυβόταν, τήν μιά πίσω ἀπό ἕνα βράχο, τήν ἄλλη πίσω ἀπό ἕνα δέντρο κλπ. Μετά τήν μάχη τόν κάλεσε ὁ βασιλιάς καί τόν ρώτησε, πῶς σέ λένε; Ἐκεῖνος ἀπάντησε συνεσταλμένα, ὅτι Ἀλέξανδρος εἶναι τό ὄνομά του. Ἀ, τοῦ εἶπε, ἐδῶ θά τά χαλάσουμε. Ὁ Ἀλέξανδρος εἶναι γενναῖος καί ἐσύ εἶσαι δειλός. Στό ἑξῆς ἕνα ἀπό τά δύο θά γίνει. Ἤ θά ἀλλάξεις τό ὄνομά σου ἤ θά ἀλλάξεις τακτική καί θά γίνεις κι᾿ ἐσύ γενναῖος.

Αὐτό θά πρέπει νά κάνουμε κι᾿ ἐμεῖς: Ἤ θά ἀγωνισθοῦμε νά γίνουμε πραγματικοί χριστιανοί ἤ ἄν παραμείνουμε στήν κατάσταση πού εἴμαστε τώρα, νά παύσουμε νά  λεγώμαστε χριστιανοί. Τέτοιους χριστιανούς δέν τούς θέλει ὁ Χριστός. Ὁ Θεός νά μᾶς ἐλεήσει καί νά μᾶς φωτίσει νά κάνουμε τό σωστό καί νά γίνουμε ὅλοι μας ἄξιοι χριστιανοί. Ἀμήν.-      



Ὁμιλία στήν ἑορτή τῶν κορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου (Ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς)

 Περίληψη 28ης Ομιλίας, στην περικοπή Ματθ. 16,13-19. Οι δύο απόστολοι είναι λαμπροί φωστήρες, λαμπρύνοντας την Εκκλησία με τη συνάντησή τους κατά την εορτή της 29ης Ιουνίου, η οποία δεν προκαλεί έκλειψη, αλλά έκλαμψη. Υπενθυμίζοντας τις πράξεις τους τίποτε δεν προσθέτομε στα αγαθά τους, αλλ’ αυξάνομε αντίθετα τα δικά μας αγαθά. Κεντρικό σημείο της ομιλίας είναι η περιγραφή της αντιθετικής κινήσεως του πειρασμού και της μετάνοιας. Ο πειραστής έπεισε τον Πέτρο να επιδιώκει περισσότερο ζήλο από τον αναγκαίο, αλλ’ ενώ αυτός έφθασε στο σημείο όπου αρχίζει η πτώση, νίκησε τον πειραστή με την αυτοκατάγνωση, την αυτο­κριτική του. Κατέστη υπόδειγμα ειλικρινούς μετάνοιας για την πτώση του στην άρνηση του Χριστού και πατέρας του γένους των θεοσεβών. Ο Παύλος πάλι με τη μετάνοιά του για την καταδίωξη της χριστιανικής πίστεως και την μετέπειτα δραστηριότητά του κατέστη υπόδειγμα καρτερίας. Οι δύο απόστολοι είναι ισάξιοι σε λαμπρότητα, γι’ αυτό και η Εκκλησία «μίαν και την αυτήν αμφοτέροις νέμει τιμήν».



ΕΚΦΩΝΗΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ

1. Η μνήμη καθενός από τους αγίους ερχόμενη κατά την εόρτιο ημέρα αυτής, είναι κοινή αφορμή ευφρο­σύνης και στα πλήθη και στις πό­λεις και στους πολίτες και στους πολιτάρχες και γίνεται πρόξενος μεγάλης ωφέλειας σε όλους τους εορτάζοντες. Γιατί λέγει ο σοφός Σο­λομών «η μνήμη του δικαίου συνο­δεύεται από εγκώμια, και όταν εγκωμιάζεται ο δίκαιος ευφραίνονται οι λαοί» (Παροιμ. 10, 7). Γιατί, όπως κατά τη νύχτα, όταν αναφθεί λαμπάδα το φως φέγγει για την ανάγκη και την από­λαυση όλων των παρόντων, έτσι και ο θεάρεστος βίος κάθε αγίου και το μακάριο τέλος του και η δοσμένη χάρη σ’ αυτόν από τον Θεό λόγω της καθαρότητας του βίου, προβαλλόμενος στο μέσον με τη μνήμη σαν κάποιος ολόλαμπρος πυρσός, προσ­φέρει κοινή την πνευματική ευφροσύνη και την ωφέλεια στους συναθροισμένους. Και όπως ακριβώς όταν γίνει ευφορία στη γη δεν ευχαριστούνται μόνον οι γεωργοί, αλλά και όλοι οι άν­θρωποι (γιατί η απόλαυση από τους καρπούς της γης είναι κοινή σε όλους), έτσι και η προς τον Θεό καρποφορία των αγίων με την αρετή δεν ευφραίνει μόνο τον γεωργό των ψυχών, αλλά και όλους εμάς, αφού βρίσκεται μπροστά μας ως κοινή τρυφή και απόλαυση των ψυχών μας. Αλλωστε και όταν είναι ακόμη παρόντες σ’ αυτόν τον βίο οι άγιοι είναι όλοι προτροπή προς την αρετή για όλους εκείνους που τους ακούουν και τους βλέπουν με σύνεση· γιατί είναι έμψυχες εικόνες της αρετής, αυτοκίνητες στήλες κάθε καλού, βιβλία ζωντανά που ομιλούν γι’ αυτά που οδηγούν στα ανωτέρα, και όταν μεταβούν από αυτόν τον βίο με τη μνήμη των καλών σε εκείνους συντηρούν για χάρη μας αθάνατη την από αυτούς ωφέλεια. Η μνήμη επίσης των αγαθών έργων εκείνων είναι εγκώμιο εκείνων, που χρεωστείται βέβαια από εμάς σε εκείνους για την προγενέστερη ωφέλεια, είναι όμως χρήσιμο σε μας και τώρα, για το όφελος που προξενείται σ’ εμάς και τώρα από αυτούς.

2. Δεν προσθέτομε βέβαια κάτι στα αγαθά εκείνων υπενθυμίζοντας τις πράξεις τους. Πώς δηλαδή θα μπορούσαμε να το κάνομε αυτό εμείς που δεν είμαστε ικανοί ούτε την αρετή τους να παραστήσομε ολόκληρη; Γιατί φιλοτιμήθηκαν παρακινούμενοι από τις πάνω από το λόγο αμοιβές που είχε υποσχεθεί ο Θεός, να δεί­ξουν, όσο επέτρεπε η φύση, και τρόπο ζωής που υπερβαίνει κάθε λόγο. Δεν αυξάνομε λοιπόν τα προσόντα αυτών εγκωμιάζοντάς τους, μακριά μια τέτοια σκέψη! αλλά αυξάνομε τα από εκείνους προξενούμενα σε μας αγαθά ανυψώνοντας τους εαυτούς μας προς εκείνους σαν θεοφεγγείς λυχνίες και κατανοώντας και προσδεχόμενοι περισσότερο την από εκείνους προερχόμενη καλλοποιό δύναμη.

3. Αν η μνήμη κάθε αγίου τελείται, για τους λόγους που είπα­με, από εμάς με ύμνους και τα εγκώμια που ταιριάζουν σ’ αυτούς, πόσο περισσότερο πρέπει του Πέτρου και του Παύλου, της κορυ­φαίας ακρότητας του κορυφαίου χορού των Αποστόλων; Αυτοί είναι κοινοί πατέρες και καθοδηγητές όλων εκείνων που φέρουν το όνομα του Χριστού, αποστόλων, μαρτύρων, οσίων, ιερέων, ιεραρχών, ποιμένων και διδασκάλων, και όλων των ποιμαινομένων και διδασκομένων, ως αρχιποιμένες ή και αρχιτέκτονες της κοινής όλων ευσέβειας και αρετής, και «ως φωστήρες στον κόσμο που επέχουν θέση ζωής» (Φιλ. 2, 16), που τόσο πολύ ξεπερνούν σε λάμψη εκείνους που διέλαμψαν με την ευσέβεια και την αρετή τους, όσο υπερβαίνει τους άλλους αστέρες ο ήλιος, ή όσο οι ουρανοί τους ουρανούς, διηγούμενοι την ανώτατη δόξα του Θεού· τόσο πολύ ξεπερνούν το μέγεθος των ουρανών και το κάλλος των αστέρων και την ταχύτητα και των δύο και την τάξη και τη δύναμη, όσο αυτοί φανερώνουν και τα πάνω από την αίσθηση προς αυτά τα υπερουράνια και υπερκόσμια, και αναπέμπουν φως, «στο οποίο δεν υπάρχει παραλλαγή ή αποσκίασμα μετατροπής» (Ιακ. 1, 17), όχι μόνο εξάγοντας από το σκότος στο θαυμαστό αυτό φως, αλλά καθι­στώντας με τη μετάδοση αυτούς που μετέχουν φως και γεννήμα­τα τέλειου φωτός, ώστε και ο καθένας από αυτούς κατά τη μελλο­ντική ένδοξη παρουσία και επιφάνεια του αρχίφωτου και θεάν­θρωπου Λόγου να λάμψει σαν ήλιος.

4. Τέτοιοι φωστήρες έχοντας ανατείλει σήμερα σε μας ο ένας μαζί με τον άλλο λαμπρύνουν την Εκκλησία· γιατί η σύνοδος αυτών δεν προκαλεί έκλειψη, αλλά περίσσεια φωτός· γιατί δεν συμβαίνει, περιπολώντας ο ένας επάνω, να είναι εδραιωμένος στα ύψη, και ο άλλος να είναι χαμηλότερα για να υποσκιάσει τον άλλο, ούτε ο ένας να ηγείται της ημέρας και ο άλλος της νύχτας, ώστε φερόμενος αντίκρυ να πέσει στη σκιά, ούτε ο ένας να εκπέμπει το φως και ο άλλος να παίρνει το φως από εκεί, ώστε να παθαίνει από αυτό αλλοίωση, δεχόμενος άλλοτε αλλιώς τον φωτι­σμό ανάλογα με την απόσταση, αλλά, αφού και οι δύο κατέστη­σαν εξίσου μέτοχοι του Χριστού, της αστείρευτης πηγής, του αιώ­νιου φωτός, απέκτησαν ίσο και το ύψος και τη δόξα και τη λαμπρότητα. Γι’ αυτό και είναι αλληλουχία η σύνοδος των φω­στήρων αυτών, που χορηγεί διπλάσια έλλαμψη στις ψυχές των πιστών.

5. Αλλ’ ο πρώτος αποστάτης που οδήγησε σε αποστασία από τον Θεό και τον πρώτο άνθρωπο, βλέποντας ήδη εκείνον που έπλασε τον Αδάμ πατέρα του γένους των ανθρώπων, να αναπλά­θει ύστερα τον Πέτρο πατέρα του γένους των αληθινά θεοσεβών, και όχι μόνο βλέποντας, αλλά και ακούοντας αυτόν να λέγει προς αυτόν, «συ είσαι Πέτρος, και πάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδο­μήσω την Εκκλησία μου» (Ματθ. 16, 18)· αφού έμαθε αυτό ο αρχέκακος από τη φθονερή κακία του πειράζει και τον Πέτρο τον αρχηγό του γένους των θεοσεβών, όπως άλλοτε και τον Αδάμ τον αρχηγό του γένους των ανθρώπων. Γνωρίζοντας όμως ότι αυτός ήταν στολισμένος με σύνεση και πυρωμένος από την αγάπη προς τον Χριστό, δεν τολμά βέβαια την κατά πρόσωπο επίθεση, αλλά παραπλανώντας τον με δόλο κατά κάποιο τρόπο από πλάγια, και μάλιστα από δεξιά, τον πείθει να πράττει πέρα από τα αναγκαία, και κατά τον καιρό του σωτηρίου πάθους, λέγοντας ο Κύριος προς τους μαθητές, «αύτη τη νύχτα όλοι θα χάσουν την εμπιστοσύνη τους προς εμένα» (Ματθ. 26, 31), αυτός πρόβαλε με απείθεια αντίρρηση. Και όχι μόνον αυτό, αλλά έθετε και τον εαυτό του πάνω από όλους, λέγοντας ότι, και αν όλοι σκανδαλισθούν, αλλ’ εγώ όχι. Εγκαταλείπεται λοιπόν περισσότερο από τους άλλους, επειδή κυριεύθηκε από αλαζονεία, ώστε, αφού ταπεινωθεί περισσότερο από τους άλλους, να παρουσιασθεί στον κατάλληλο καιρό λα­μπρότερος, όχι όπως ο Αδάμ που πειράσθηκε και συγχρόνως νικήθηκε και καταποντίσθηκε τελείως, αλλά, αφού πειράσθηκε και παρασύρθηκε για λίγο, νίκησε τον πειράζοντα. Πώς; Με την απευθείας κατάκριση του εαυτού του και τη σφοδρή λύπη και μετάνοια, και με το δραστικό προς εξιλέωση φάρμακο, τα δά­κρυα· γιατί λέγει· «καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη ο Θεός δεν θα την εξουθενώσει» (Ψαλμ. 50, 12), και η αρεστή στον Θεό λύπη προκαλεί μετάνοια αμετάτρεπτη προς σωτηρία, και «αυτός που σπέρνει την παράκληση με δάκρυα, θα θερίσει με αγαλλίαση τη συγ­χώρηση» (Ψαλμ. 125, 5).

6. Θα μπορούσε όμως κανείς να δει εξετάζοντας αυτόν, ότι όχι μόνο θεράπευσε με τη μετάνοια και το οδυνηρό πένθος την άρνη­ση στην οποία παρασύρθηκε, αλλά και ότι ξερρίζωσε τελείως από την ψυχή του το πάθος εξαιτίας του οποίου εγκαταλείφθηκε περισσότερο από τους άλλους. Και αυτό θέλοντας να δείξει σε όλους ο Κύριος, μετά το σαρκικό πάθος του για χάρη μας και την από τους νεκρούς τριήμερη ανάστασή του, χρησιμοποίησε προς τον Πέτρο τα λόγια που αναγνώσθηκαν σήμερα στο ευαγγέλιο, λέγοντας προς αυτόν «Σίμων υιέ του Ιωνά, με αγαπάς περισσότερο από αυτούς», δηλαδή από τους μαθητές μου. Και πρόσεχε την προς το ταπεινότερο μεταβολή αυτού. Αυτός δηλαδή που πρωτύτερα, και χωρίς να ερωτηθεί, τοποθέτησε πάνω από τους άλλους τον εαυτό του και είπε, «και αν όλοι σε αρνηθούν, όμως όχι εγώ», τώρα ερωτώμενος, εάν τον αγαπά περισσότερο από τους άλλους, συμφωνεί βέβαια ότι τον αγαπά, το περισσότερο όμως παραλείπει να το πει, λέγοντας· «ναι, Κύριε, συ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ».

7. Τί λέγει λοιπόν ο Κύριος; Επειδή έδειξε αυτόν ότι ούτε από την προς αυτόν αγάπη εξέπεσε και ότι απέκτησε την ταπείνωση, εκπληρώνει την από παλαιά προς αυτόν υπόσχεση και λέγει προς αυτόν, «ποίμαινε τα αρνιά μου». Πραγματικά, όταν ονομά­ζει οικοδομή το σύνολο αυτών που πιστεύουν σ’ αυτόν υπόσχεται ότι θα τον τοποθετήσει θεμέλιο, λέγοντας «συ είσαι Πέτρος και επάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου» (Ματθ. 16, 8). Όταν ο λόγος γίνεται για την αλιεία τον κάμνει αλιέα ανθρώ­πων, λέγοντας «από τώρα θα αλιεύεις ανθρώπους» (Λουκά 5, 10). Όταν πάλι κάνει πρόβατα τους δικούς του τοποθετεί τον Πέτρο ποιμένα, λέγοντας «ποίμαινε τα αρνιά μου, ποίμαινε τα πρόβατά μου» (Ιω. 21, 15-16). Μπορούμε όμως αδελφοί, να αντιληφθούμε και από εδώ, ότι όσο ποθεί τη σωτηρία μας ο Κύριος τόσο περισσότερο και από αυτούς που τον αγαπούν δεν ζητεί τίποτε άλλο, παρά να μας οδηγούν προς τη βοσκή και τη σωτήρια μάνδρα.

8. Ας ποθήσομε λοιπόν και εμείς τη σωτηρία μας και ας δείξομε υπακοή σ’ αυτούς που με έργο και λόγο μας οδηγούν προς αυτήν· γιατί αρκεί να θελήσει καθένας από εμάς να πορευθεί τον δρόμο που οδηγεί προς τη σωτηρία, και ο καθηγητής έφτασε ετοιμασμέ­νος από τον κοινό Σωτήρα, και ο χορηγός της σωτηρίας είναι ετοι­μότατος εξαιτίας της υπερβολικής φιλανθρωπίας του ως αυτό­κλητος, ή μάλλον όντας αυτοπαράκλητος. Και ερωτά τρεις φορές, ώστε αποκρινόμενος εκείνος τρεις φορές, να δώσει την καλή ομο­λογία και με την τριπλή ομολογία να θεραπεύσει την τριπλή άρνηση· και τρεις φορές τον ορίζει επικεφαλής στα αρνιά και τα πρόβατά του, τοποθετώντας κάτω από τον Πέτρο και τις τρεις τάξεις των σωζομένων, τη δουλεία, την μισθοφορία και την υιότητα, ή την παρθενία, τη χηρεία με σωφροσύνη και τον τίμιο γάμο. Αλλά ο Πέτρος, ερωτώμενος πάλι και πάλι αν αγαπά τον Χριστό, στενοχωρήθηκε, λέγει, από τις επανειλημμένες ερωτήσεις επειδή νόμισε ότι δεν τον πίστευε. Γνωρίζοντας όμως τον εαυτό του, ότι τον αγαπά και μη αγνοώντας ούτε και αυτό, ότι γνωρίζεται από αυτόν που τον ερωτά περισσότερο από όσο ο ίδιος γνωρίζει τον εαυτό του, περισφιγμένος κατά κάποιο τρόπο από παντού, δεν ομολογεί μόνο ότι τον αγαπά, αλλά και κηρύττει, ότι ο αγαπώμενος από αυτόν είναι ο Θεός των όλων, λέγοντας· «συ, Κύριε, γνω­ρίζεις τα πάντα, συ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ» (Ιω. 21, 17)· γιατί το να γνωρί­ζει τα πάντα είναι γνώρισμα του Θεού των πάντων.

9. Ο Κύριος όμως αφού αυτός έκαμε αυτή την ομολογία από την ψυχή του, όχι μόνο τον χειροτονεί ποιμένα και αρχιποιμένα όλης της Εκκλησίας του, αλλά υπόσχεται ότι θα τον περιζώσει με τόση δύναμη, ώστε να δείξει υπομονή και μέχρι θανάτου, και μάλιστα σταυρικού θανάτου, αυτός που πριν από την υπόσχεση αυτή δεν άντεξε ούτε στην ερώτηση και λαλιά ενός κοριτσιού. «Σε διαβεβαιώνω αληθινά», είπε προς αυτόν, «ότι όταν ήσουν νεώ­τερος» και στη σωματική και στην πνευματική ηλικία, «έζωνες τον εαυτό σου», δηλαδή χρησιμοποιούσες τη δύναμή σου και περ­πατούσες όπου ήθελες, όντας αυτοκίνητος και ζώντας σύμφωνα με την προαίρεση που είχες από τη φύση σου, όταν όμως θα γε­ράσεις φθάνοντας στο άκρο της σωματικής και της πνευματικής ηλικίας, «θα απλώσεις τα χέρια σου»· με τα λόγια αυτά προδηλώνει το δια του σταυρού τέλος του και μαρτυρεί ότι το δέσιμό του πάνω σ’ αυτόν δεν θα γίνει χωρίς τη θέληση του Πέτρου. Θα απλώσεις λοιπόν ο ίδιος τα χέρια σου και άλλος θα σε ζώσει, δη­λαδή θα σε ενδυναμώσει και θα σε φέρει όπου δεν θέλεις φεύγο­ντας από τους ανθρώπους επειδή η φύση δεν θέλει τη διάλυσή της με το θάνατο· γιατί το υπερφυσικό μαρτύριο του Πέτρου δεί­χνει τη σχέση της φύσεώς μας εδώ προς τη ζωή· γιατί εκείνα, λέγει, θα υπομείνεις με καρτερία και με τη θέλησή σου για μένα και τη μαρτυρία μου παίρνοντας δύναμη από μένα, τα οποία επειδή είναι πάνω από τη φύση δεν τα θέλει ως από τη φύση της η φύση.

10. Αλλά ο Πέτρος βέβαια τέτοιος ήταν, όσο μπορούμε από αυτά τα λίγα να γνωρίσομε. Τί ήταν όμως ο Παύλος και ποιά γλώσσα, ή μάλλον ποιές και πόσες θα μπορέσουν να παραστήσουν ακόμα και μέτρια την μέχρι θανάτου καρτερία εκείνου για χάρη του Χριστού; Αυτός καθημερινά πέθαινε, ή καλύτερα ζούσε όντας παντοτινά πεθαμένος αφού δεν ζούσε αυτός πλέον, όπως ο ίδιος λέγει, αλλ’ είχε μέσα του ζώντα τον Χριστό (Γαλ. 2, 20). Για την αγάπη του Χριστού όχι μόνο θεώρησε όλα τα παρόντα σκύβαλα, αλλά και τα μέλλοντα τα τοποθετούσε δεύτερα συγκρίνοντάς τα προς αυτόν γιατί λέγει· «είμαι πεπεισμένος, ότι ούτε ο θάνατος, ούτε η ζωή, ούτε τα παρόντα, ούτε τα μέλλοντα, ούτε ύψωμα ούτε βάθος θα μπορέσει να μας χωρήσει από την αγάπη του Θεού που μας έδειξε μέσω του Ιησού Χριστού» (Ρωμ. 8, 38). Και είχε ζήλο Θεού, ώστε και να ζηλεύει εμάς με ζήλο Θεού. Και σε ποιόν άλλο θα παραχωρήσει τα ίσα, παρά μόνο στον Πέτρο; Ποιός πάλι ήταν ως προς την ταπεί­νωση άκουσε αυτόν πάλι να λέγει για τον εαυτό του· «εγώ είμαι ο ελάχιστος από τους Αποστόλους, τέτοιος που δεν είμαι ικανός να ονομάζομαι απόστολος» (Α’ Κορ. 15, 9).

11. Τί λοιπόν; Αφού είναι ίδιος με τον Πέτρο στην ομολογία, τον ζήλο, την ταπείνωση, την αγάπη, άραγε δεν επέτυχε και τα ίδια έπαθλα από αυτόν που τα πάντα τα χορηγεί με δικαιότατο ζυγό και μέτρο και σταθμά; Γι’ αυτό στον Πέτρο βέβαια λέγει, «συ είσαι Πέτρος, και πάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου», ενώ για τον Παύλο τί λέγει προς τον Ανανία; «Αυτός είναι σκεύος εκλογής μου για να μεταφέρει το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων» (Πράξ. 9, 15). Ποιό όνομα; Οπωσδήποτε αυτό με το οποίο ονομασθήκαμε εμείς, την Εκκλησία του Χρι­στού, την οποία ως θεμέλιο βαστάζει ο Πέτρος. Βλέπετε πόση είναι η λαμπρότητα και η ομοτιμία του Πέτρου και του Παύ­λου, και ότι και από τους δύο βαστάζεται η Εκκλησία του Χριστού; Γι’ αυτό και αυτή τώρα απονέμει μία και την ίδια τιμή και στους δύο, εορτάζοντας σήμερα και τους δύο μαζί ομότιμα. Αλλά εμείς, εξετάζοντας το τέλος αυτών, ας μιμηθούμε τον τρόπο ζωής των και αν όχι τα άλλα, τουλάχιστο την από την ταπείνωση και μετάνοια διόρθωση· γιατί τα άλλα βέβαια είναι μεγάλα και υψηλά και ταιριάζουν σε μεγάλους και είναι κατάλ­ληλα προς μίμηση από μεγάλους, μερικά ίσως είναι τελείως αμί­μητα από όλους, η διόρθωση όμως από τη μετάνοια ταιριάζει σε μας περισσότερο παρά σε εκείνους, αφού και καθημερινά διαπράττομε ο καθένας πολλά πταίσματα (Ιακ. 3, 2) και από πουθενά αλλού δεν υπάρχει για μας ελπίδα σωτηρίας, αν δεν αποσπάσομε αυτήν από τη διαρκή μετάνοια.

12. Προηγείται όμως της μετάνοιας η αναγνώριση και κατανόη­ση των δικών μας πταισμάτων, η οποία είναι μεγάλη αφορμή προς εξιλέωση· γιατί λέγει ο Ψαλμωδός προφήτης προς τον Θεό «ελέησέ με, γιατί εγώ γνωρίζω την ανομία μου» (Ψαλμ. 50, 1-2), αποσπώντας με την επίγνωση το έλεος και με την εξαγόρευση και αυτομεψία απο­κομίζοντας τέλεια τη συγχώρηση· γιατί λέγει· «είπα, θα εξαγορεύσω εναντίον μου την ανομία μου προς τον Κύριο, και συ συγχώρη­σες την ασέβεια της καρδιάς μου» (Ψαλμ. 31, 6)· γιατί την επίγνωση των αμαρτημάτων μας ακολουθεί η αυτοκατάκριση, και αυτήν η λύπη για τα αμαρτήματα, την οποία ο Παύλος ονόμασε «λύπη κατά Θεόν» (Β’ Κορ. 7, 10). Αυτήν πάλι την κατά Θεόν λύπη ακολουθεί η με συντριμμέ­νη καρδιά εξομολόγηση και παράκληση προς τον Θεό, και η υπό­σχεση της αποχής στο εξής από τις κακίες· και αυτό είναι η μετά­νοια.

13. Και εξαιτίας αυτού ο Μανασσής εκείνος απαλλάχθηκε από την τιμωρία για τα αμαρτήματά του, αν και βέβαια περιέπεσε σε πλήθος και μέγεθος και βάθος παραπτωμάτων και κυλιόταν σ’ αυτά για περίοδο πολλών ετών (Δ’ Βασ. 21, 1-18). Του Δαβίδ πάλι όχι μόνο εξά­λειψε ο Κύριος το αμάρτημα εξαιτίας της μετάνοιάς του, αλλά και δεν του αφαίρεσε την προφητική χάρη. Αυτήν χρησιμοποιώντας και ο Πέτρος, όχι μόνο σηκώθηκε από την πτώση και επέτυχε τη συγχώρηση, αλλά και του ανατέθηκε η προστασία της Εκκλη­σίας του Χριστού. Αυτήν την προστασία θα βρεις να έχει επιτύχει και ο Παύλος μετά την επιστροφή και την προκοπή και την παρα­πάνω από τους άλλους οικείωση με τον Θεό· γιατί η μετάνοια αν είναι αληθινή και βγαίνει αληθινά από την καρδιά, πείθει τον κάτοχό της να μη συνεχίζει τις αμαρτίες, να μη προσηλώνεται πια στα φθειρόμενα, να μη χάσκει πλέον στις μη καλές ηδονές, αλλά να καταφρονεί τα παρόντα, να αφοσιώνεται στα μέλλοντα, να αγωνίζεται εναντίον των παθών, να επιδιώκει τις αρετές, να δεί­χνει εγκράτεια σε όλα, να επαγρυπνεί με τις προς τον Θεό προσευχές, να απέχει από το κέρδος από αδικίες, να είναι συγχωρητικός προς εκείνους που πταίουν σ’ αυτόν, να είναι ευμενής προς όσους τον ικετεύουν, να είναι προθυμότατος και να κάμπτεται μέσα από την ψυχή του προς όλους εκείνους που χρειάζονται τη βοήθειά του, παρέχοντας από όσα έχει, λόγια, έργα, χρήματα, ώστε με τη φιλανθρωπία να κερδίσει τη φιλανθρωπία και αντί της προς τον πλησίον αγάπης να λάβει την εκ μέρους του Θεού αγάπη και να αποσπάσει την προς τον εαυτό του θεία ευμένεια και να επιτύχει το αιώνιο έλεος και τη θεία ευλογία και χάρη που παραμένει στον αιώνα.

14. Αυτήν εύχομαι να επιτύχομε όλοι εμείς με τη χάρη του μονογενούς Υιού του Θεού, στον οποίο πρέπει δόξα, δύναμη, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

(Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, τόμος 10, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)




«Το σκεύος της εκλογής»

 Του Σεβασμωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ, Υπερτίμου και Εξάρχου Άνω Μακεδονίας


«Παύλος, δούλος Ιησού Χριστού, κλητός απόστολος»1.


«Ο του Παραδείσου πολίτης,

Ο εις τρίτον αρπαγείς ουρανόν,

Ο των απορρήτων τω Θεώ κοινωνήσας,

Ο πλέον των Αποστόλων απάντων κοπιάσας,

Το σκεύος της εκλογής,

Ο κήρυξ των εθνών,

Ο γην και θάλατταν περιδραμών και πανταχού τρόπαια στήσας της ιδίας ανδρείας»2,


Παύλος, ο Απόστολος της Ελλάδος και φωτιστής της Μακεδονίας, μαζί με τον πρωτοκορυφαίο Απόστολο Πέτρο μονοπωλούν και πάλι τη σκέψη όλων μας, μα πολύ περισσότερο την καρδιά μας, αφού αξιωνόμαστε έπειτα από πολυήμερη νηστεία σχεδόν άγνωστη στους πολλούς, να γιορτάσουμε την πάμφωτη μνήμη τους.

Είναι αδύνατο κανείς να μιλήσει για την ουρανομήκη αυτή μορφή χρησιμοποιώντας δικό του λεξιλόγιο και δικές του εκφράσεις, γιατί απλούστατα θα μειώσει κατά πολύ τη μορφή του Αποστόλου. Γι’ αυτό και πάλι θα χρησιμοποιήσουμε ως οδηγό στον άτεχνο αυτό λόγο μας τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, αφού «στόμα Χριστού Παύλος, στόμα δε Παύλου Χρυσόστομος»3.


Τι ήταν ο Απόστολος Παύλος για τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο; Άνθρωπος με πολλή αγάπη. Η αγάπη στο πρόσωπο του Χριστού τον έκανε επίγειο άγγελο και ουράνιο άνθρωπο. «Και ο Παύλος ήταν άνθρωπος έχοντας την ίδια με μας φύση και όλα τα άλλα κοινά, αλλ’ επειδή έδειξε πολλή αγάπη για το Χριστό, ξεπέρασε τους ουρανούς και στάθηκε μαζί με τους αγγέλους. Επομένως αν θελήσουμε και εμείς να εγερθούμε λίγο και ν’ ανάψουμε μέσα μας τη φωτιά εκείνη, θα μπορέσουμε να μιμηθούμε τον άγιο εκείνον. Γιατί βέβαια, αν ήταν αδύνατο αυτό, δε θα φώναζε “γίνεσθε μιμητές μου, όπως είμαι και εγώ του Χριστού”»4.


Μάλιστα, ο ιερός πατήρ προσπαθεί να βρει ένα στοιχείο με το οποίο να συγκρίνει την ψυχή του Αποστόλου, την οποία ονομάζει χρυσή και αδαμάντινη. «Και γαρ αδάμαντος ην παντός στερρωτέρα και χρυσού και λίθων τιμίων τιμιωτέρα»5. Και συμπεραίνει πως με κανένα από αυτά που υπάρχουν δεν μπορεί να συγκριθεί η ψυχή του χριστοκήρυκος Παύλου.


«Σύγκρινε όλο τον κόσμο και τότε θα δεις ότι η ψυχή του Παύλου έχει περισσότερη αξία. … Πραγματικά ήταν πιο άξιος απ’ όλους. Εάν λοιπόν ο κόσμος δεν ήταν ισάξιος του Παύλου, ποιός ήταν ισάξιός του; Μήπως ο ουρανός; Αλλά και αυτό είναι μικρό. Γιατί αφού αυτός από τον ουρανό και τα ευρισκόμενα στους ουρανούς προτίμησε την αγάπη του Κυρίου, πολύ περισσότερο ο Κύριος που είναι τόσο αγαθότερος απ’ αυτόν όσο η αγαθότητα από την πονηρία, θα τον προτιμήσει αυτόν από άπειρους ουρανούς»6.


Εκείνο όμως το οποίο μας συγκινεί ιδιαίτερα κάθε φορά που τον ακούμε να μας εκφράζει την δική του αποστολική εμπειρία μέσα από τα αποστολικά αναγνώσματα, τα οποία σαν πολύτιμη παρακαταθήκη κρατάει η αγία μας Εκκλησία, είναι τα στίγματα του Ιησού Χριστού.


«Του λοιπού κόπους μοι μηδείς παρεχέτω· εγώ γαρ τα στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματί μου βαστάζω»7.


1. Τα στίγματα του Ιησού Χριστού


Είναι το επιχείρημα, το οποίο επιστρατεύει για να πείσει τους Γαλάτες να επιστρέψουν στο Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού. Και όπως πολλές φορές στο παρελθόν, προκειμένου να τους δείξει ότι προσέφερε αδάπανα το Ευαγγέλιο χρησιμοποιεί ως παράδειγμα την ενασχόλησή του με την τέχνη του σκηνοποιού, τώρα τους αποκαλύπτει τις πληγές και τα τραύματα από τα βασανιστήρια που υπέμεινε για το όνομα του Χριστού.


Πόσο συγκλονιστική είναι η απολογία του στους Κορινθίους της εποχής του! «Τρις ερραβδίσθην, άπαξ ελιθάσθην, τρις εναυάγησα, νυχθημερόν τν τω βυθώ πεποίηκα· οδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμών, κινδύνοις ληστών, κινδύνοις εκ γένους, κινδύνοις εξ εθνών, κινδύνοις εν πόλει, κινδύνοις εν ερημία, κινδύνοις εν θαλάσση, κινδύνοις εν ψευδαδελφοίς· εν κόπω και μόχθω, εν αγρυπνίαις πολλάκις, εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψύχει και γυμνότητι»8. Και όπως ο Χριστός, για να πείσει του Μαθητές Του, έδειξε τα χέρια Του και τους τύπους των ήλων λέγοντας : «ψηλαφήσετέ με και ίδετε»9· όπως προσκαλεί τον απιστούντα Θωμά «να βάλει την χείρα του εις την πλευράν Του»10, έτσι και ο Απόστολος, για να κάνει πιστευτό το Ευαγγέλιο, φανερώνει τις πληγές και τα στίγματά του.


Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι αποκαλυπτικός και πάλι : «Λαμπρότερον από κάθε λόγον, από κάθε φωνήν απολογούμαι δι’ αυτών (των στιγμάτων), λέγει. Διότι αυτά εκβάλλουν φωνήν ισχυροτέραν από την φωνήν της σάλπιγγος προς εκείνους οι οποίοι αντιλέγουν και λέγουν ότι υποκρίνομαι ως προς την πίστιν και ότι λέγω κάτι δια να αρέσω στους ανθρώπους. Διότι ούτε εάν κανείς έβλεπε στρατιώτην να εξέρχεται της παρατάξεως αιματωμένος και να έχει αμέτρητα τραύματα θα ηνείχετο να κατηγορή αυτόν ως δειλόν και προδότην ενώ φέρει εις το σώμα του την απόδειξιν της ανδραγαθίας»11.


2. Τα στίγματα του Ιησού Χριστού


Τα στίγματα του Χριστού είναι η αγάπη του Αποστόλου για τον Εσταυρωμένο · Αυτόν που συνάντησε στο δρόμο της Δαμασκού και ο Οποίος, αφού τον έβγαλε από την αγνωσία και το σκότος στο οποίο βρισκόταν, τον κάλεσε να γίνει Απόστολος και κήρυκας των Εθνών, «του βαστάσαι το όνομά μου»12.


Τα στίγματα του Χριστού είναι η προσπάθεια του Αποστόλου να αντιγράψει στη ζωή του τη ζωή του Χριστού και ιδιαίτερα τη Σταύρωση αλλά και την Ανάστασή Του : «Ει γαρ σύμφυτοι γεγόναμεν τω ομοιώματι του θανάτου αυτού, αλλά και της αναστάσεως εσόμεθα»13. Για να μπορεί κανείς δηλαδή να αναστηθεί, θα πρέπει προηγουμένως να σηκώσει το δικό του σταυρό, να φθάσει στην ώρα της σταυρώσεως, να πεθάνει για τον κόσμο και την αμαρτία του κόσμου, να υπομείνει θλίψεις και δοκιμασίες για τη Βασιλεία των Ουρανών και συγχρόνως να συναναστηθεί με το Δεσπότη Χριστό.


Ο Άγιος Κλήμης Επίσκοπος Ρώμης, λίγο μετά το μαρτύριο του Αποστόλου Παύλου, περιγράφει λιτά αυτά τα στίγματα του Αποστόλου καθώς και τους πόνους του Αποστόλου Πέτρου : «δια ζήλον και φθόνον οι μέγιστοι και δικαιότατοι στύλοι εδιώχθησαν και έως θανάτου ήθλησαν. Λάβωμεν προ οφθαλμών ημών τους αγαθούς αποστόλους• Πέτρον, ός δια ζήλον άδικον ουχ ένα ουδέ δύο, αλλά πλείονας υπήνεγκεν πόνους και ούτω μαρτυρήσας επορεύθη εις τον οφειλόμενον τόπον της δόξης. Δια ζήλον και έριν Παύλος υπομονής βραβείον υπέδειξεν, επτάκις δεσμά φορέσας, φυγαδευθείς, λιθασθείς, κήρυξ γενόμενος εν τε τη ανατολή και εν τη δύσει, το γενναίον της πίστεως αυτού κλέος έλαβεν. Δικαιοσύνην διδάξας όλον τον κόσμον, και επί το τέρμα της δύσεως ελθών και μαρτυρήσας επί των ηγουμένων, ούτως απηλλάγη του κόσμου και εις τον άγιον τόπον ανελήφθη, υπομονής γενόμενος μέγιστος υπογραμμός»14. Άλλωστε «μόνο εκείνοι που είναι απολύτως πεπεισμένοι ότι αυτό που κηρύττουν και διδάσκουν είναι αλήθεια, μόνο αυτοί αποδέχονται να διωχθούν και να πάθουν δι’ αυτή»15.


3. Τα στίγματα του Ιησού Χριστού


Ο φοβερός λόγος του Αποστόλου Παύλου για τα στίγματα του Χριστού που φέρει στο σώμα του, μάς υποβάλλει συγχρόνως και πολλά ερωτήματα για την εποχή μας, κατά την οποία επικρατεί η ραθυμία, η καλοπέραση, η φιλαυτία, ο εγωισμός, το αντιπατερικό και αντιησυχαστικό πνεύμα, η παγκοσμιοποίηση και όλα εκείνα τα μέσα τα οποία χρησιμοποιεί ο κόσμος της αμαρτίας, με σκοπό να μας πείσει να εγκαταλείψουμε το ομολογιακό φρόνημα και την αγάπη στο πρόσωπο του Χριστού.


Είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε τη λοιδορία και τις προσβολές του κόσμου και να ομολογούμε Ιησούν «Χριστόν εσταυρωμένον»16;


Είμαστε έτοιμοι να υποβληθούμε σε κόπους, προσφορές και θυσίες μέσα από το πνεύμα της ανιδιοτελούς αγάπης το οποίο διδάσκει η Εκκλησία ώστε να ανακουφίσουμε τον κουρασμένο οδοιπόρο αυτής της ζωής, χωρίς βέβαια να περιμένουμε κανέναν έπαινο, πολύ δε περισσότερο καμία ανταπόδοση;


Είμαστε έτοιμοι να ομολογήσουμε την «άπαξ παραδοθείσαν τοις αγίοις πίστιν»17, την μοναδικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, την εμμονή μας στη ζωογόνο Παράδοσή μας, τον τρόπο ζωής και τη μέθοδο θεραπείας που προσφέρει στον πεπτωκότα και ασθενή άνθρωπο;


Είμαστε έτοιμοι να φέρουμε στο σώμα μας, μα πολύ περισσότερο στην καρδιά μας, τα στίγματα του Ιησού Χριστού;


Είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε τη θέση, την οποία κατέχουμε, προκειμένου να μην προδώσουμε τις αρχές μας, τις ιδέες μας και κυρίως το Ευαγγέλιο, που είναι για τον καθένα μας γνώμονας σωτηρίας;


Αυτά τα στίγματα αποτελούν τεκμήρια αγάπης στο πρόσωπο του Χριστού, αλλά και απόδειξη της πίστεώς μας, μια πίστη που οφείλει να μην είναι πλασματική, θεωρητική, ψεύτικη και νεκρή, αλλά ζώσα, έμπρακτη και σώζουσα, ώστε να μπορούμε να εισέλθουμε θριαμβευτές στη Βασιλεία των Ουρανών και να συμβασιλεύσουμε μαζί Του. «Ει γαρ συναπεθάνομεν και συζήσομεν· ει υπομένομεν και συμβασιλεύσομεν»18. Άλλος δρόμος εκτός από αυτόν δεν υπάρχει.


Φωστήρα τρισμέγιστε της οικουμένης, Απόστολε Παύλε, συ, «ο πυρός θερμότερος, ο σιδήρου ευτονώτερος και ο αδάμαντος στερρότερος»19, ικέτευε τον Δεσπότη Χριστό να παράσχει στις ψυχές μας άφεση αμαρτιών.


Είναι το μόνο που μπορούμε να ζητήσουμε την ώρα αυτή…




ΟΙ Πρωτοκορυφάιοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος

  Σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί. Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη των Αγίων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Οι δυο αυτοί Απόστολοι υπήρξαν οι πρώτοι μεταξύ των άλλων Αγίων Αποστόλων και οι μεγάλοι κήρυκες του Ευαγγελίου. Αυτοί οι δύο καθώς και οι άλλοι ένδεκα απόστολοι, όπου τους τιμούμε όλους μαζί αύριο, είναι οι στύλοι της Εκ­κλησίας. Αυτοί θεμελίωσαν όλο το οικοδόμημα της Εκκλησίας πάνω στην ασάλευτη πέτρα του Χριστού, όπου δεν πρόκειται να μετακινηθεί ποτέ, διότι σύμφωνα με τους λόγους του Κυρίου, «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύ­σουσιν αὐτῆς». Γι’ αυτό η Εκκλησία μας λέγεται Απο­στολική.


Τί είναι όμως Εκκλησία; Εκκλησία είναι η φανέρωση του Θεού στη γη. Έτσι η Εκκλησία δεν είναι ανθρώπινος 'Οργα­νισμός ή ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα, αλλά αποκάλυψη Θεού. Και ή αποκάλυψη τού Θεού είναι πέρα άπό τή λογική τού ανθρώπου. Ό Θεός δεν αποκαλύπτεται στους ανθρώπους που δεν μπορούν να αντέξουν την φα­νέρωσή του, και αυτοί είναι εκείνοι που δεν θέλουν να σωθούν. Έξω από την Εκκλησία του Χριστού ούτε αποκάλυψη τού Θεού υπάρχει, ούτε σωτηρία του αν­θρώπου.


Η να το πούμε αλλιώς έξω από το κήρυγμα των Αγίων Αποστόλων, έξω από την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, ούτε Εκκλησία υπάρχει, ούτε Ορθο­δοξία, που θα πη αλήθεια. Αλήθεια είναι ο Χριστός, αλήθεια είναι η Εκκλησία. Και την αλήθεια αυτή την κηρύττουν αλάν­θαστα οι Άγιοι Απόστολοι και την διδάσκουν ορθά οι διάδοχοι των Αγίων Αποστόλων, οι Άγιοι Πατέρες. Ο άνθρωπος βρίσκει το Θεό του μέσα στην Εκκλησία. Έξω από την Εκκλησία δεν αποκαλύπτεται ο Θεός στους ανθρώπους, γι' αυτό και εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτη­ρία.


Εδώ μέσα στην Εκκλησία του Χριστού μόνο απο­καλύπτεται όλο το θαύμα τού Θεού, που είναι ή σωτη­ρία του ανθρώπου. Εάν θέλαμε να πούμε τί είναι θαύ­μα, αυτό θα λέγαμε. Θαύμα είναι ή φανέρωση του Θεού για τη σω­τηρία του ανθρώπου. Ούτε ο άνθρωπος σώζεται χωρίς τη φανέρωση του Θεού, ούτε το θαύμα γίνεται για άλλο λόγο, παρά μόνο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Ο Θεός φανερώνεται στον άνθρωπο για ένα και μόνο σκοπό, για να τον σώση από την αμαρτία. Και ο άνθρωπος σώζεται από την αμαρτία όταν μετανοήσει ειλικρινά και δεχθεί μέσα του με πίστη τη θεία χάρη.


Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας όπως λέγεται Αποστο­λική, Εκκλησία των Αγίων Πατέρων, θα μπορούσε να λεχθή και Εκκλησία των θαυμάτων, δηλαδή της φανέ­ρωσης τού Θεού. Τα θαύματα του Θεού μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία ενεργούνται. Ότι γίνεται έξω από την Ορθόδοξη Εκκλησία και λέγεται θαύμα δεν είναι θαύμα του Θεού, αλλά ψέμα τού διαβόλου. Και εδώ πάλι χρειάζεται μεγάλη προσοχή, διότι ο διάβολος εύκολα μεταβάλλεται σε άγγελο του φωτός και οδηγεί τους ανθρώπους στην πλάνη και στην προσκύνηση του.


Δεν είναι μία απλή υπόθεση το θαύμα, αλλά η έμπρακτη φανέρωση της αλήθειας της Εκκλησίας. Δεν είναι το θαύμα τόσο απλό ούτε μετριέται με το πλήθος των ανθρώ­πων, που προστρέχουν στον τόπο, που έγινε. Όταν ο Θεός φανερώθηκε στον Μωϋσή, δεν υπήρχε άλλος εκεί ήταν ο προφήτης μόνος του. Και όταν ο Ιησούς Χριστός θαυματουργούσε, έλεγε σε αυστηρό τόνο να μήν το πουν σε κανένα. Και όταν πάλι ο Κύριος έβλεπε τους ανθρώπους να προστρέχουν πολλοί σ’ αυτόν, για να τον δουν πώς θαυματουργεί, θεράπευε τον άρρωστο γρήγορα και έφευγε. Το θαύμα δεν γίνεται, για να ικανοποιήση την περιέργεια των ανθρώπων, αλλά για να σώση τον άνθρω­πο.


Το ίδιο βλέπομε και στην Ανάσταση τού Κυρίου καθώς και στην ένδοξη Ανάληψή του εμφανίζεται σε λίγους αν­θρώπους, και όχι σε πολλούς. Αυτός, που βλέπει ένα θαύ­μα, βλέπει με τα μάτια του το Θεό τρέμει από το φόβο του, διότι δεν μπορεί να βαστάξη τη φανέρωση τού Θεού, όπως έγινε και με τον σημερινό εορταζόμενο Απόστολο Παύλο όταν βάδιζε στη Δαμασκό και του αποκαλύφθηκε ο Κύριος, έπεσε κάτω και έμεινε τυφλός. Τα θαύ­ματα της Εκκλησίας αγαπητοί μου αδελφοί είναι αλήθεια ότι και στις μέρες μας γίνονται. Αλλά πίστη στο θαύμα δεν θα πει να προστρέξω γρήγορα εκεί που φάνηκε κάτι πώς είναι θαύμα, και όταν ακόμη είναι θαύμα. Αλλά θαύμα θα πει να κλάψω για τις αμαρτίες μου. Αυτό το θαύμα κή­ρυξαν οι Άγιοι Απόστολοι, αυτό το θαύμα δίδαξαν οι Άγιοι Πατέρες και αυτό το θαύμα δέχεται και ή Εκκλησία του Χριστού μας. Αμήν.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιοι Πέτρος και Παύλος Πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι

 Ο Πέτρος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν γιος του Ιωνά, αδελφός του Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτόκλητου. Ο Πέτρος και ο Ανδρέας ήταν ψαράδες στη λίμνη Γεννησαρέτ. Είχε νυμφευθεί στην Καπερναούμ, όπου έμενε οικογενειακά μαζί με την πεθερά του. Όπως μας πληροφορεί το Ευαγγέλιο, όταν ο Ιησούς έφθασε στη λίμνη της Γεννησαρέτ συνάντησε τους δυο αδελφούς Πέτρο και Ανδρέα οι οποίοι έριχναν τα δίχτυα τους. Αμέσως μετά την κλήση τους, άφησαν τα δίχτυα και τις οικογένειές τους και τον ακολούθησαν. Ψαράς στο επάγγελμα, ήταν τύπος αυθόρμητος, ορμητικός, και τη ζωή του κοντά στο Χριστό τη μαθαίνουμε από τα τέσσερα Ευαγγέλια, ενώ την αποστολική του δράση, από τις πράξεις των Αποστόλων. Έγραψε και δύο Καθολικές Επιστολές, μέσα στις οποίες να τι προτρέπει τους χριστιανούς: «Νήψατε, γρηγορήσατε, ο αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πέτρου, ε΄ 8). Δηλαδή εγκρατευθείτε, γίνετε άγρυπνοι και προσεκτικοί. Διότι ο αντίπαλος και κατήγορός σας ο διάβολος, σαν λιοντάρι που βρυχάται, περιπατεί με μανία και ζητάει ποιον να τραβήξει μακριά από την πίστη και να τον καταπιεί. Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο Πέτρος, δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Ιουδαία, στην Αντιόχεια, στον Πόντο, στην Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και τη Βιθυνία. Κατά την παράδοση (που σημαίνει ότι δεν είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) έφτασε μέχρι την Ρώμη, όπου επί Νέρωνος (54-68μ.Χ.) υπέστη μαρτυρικό θάνατο, αφού τον σταύρωσαν χιαστί, με το κεφάλι προς τα κάτω περί το έτος 64 μ.Χ.


Ο δε Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας σε ένα χωρίο που ονομάζεται Γίσχαλα και στην αρχή ήταν σκληρός διώκτης του Χριστιανισμού. Το 36 μ.Χ. περίπου, όταν κάποτε μετέβαινε στη Δαμασκό για να διώξει και εκεί χριστιανούς, έγινε θαύμα στο οποίο φανερώθηκε ο Χριστός, ο οποίος τον πρόσταξε να πάει στον Ανανία ο οποίος τον κατήχησε και τον βάπτισε. Έτσι, έγινε ο μεγαλύτερος κήρυκας του Ευαγγελίου, θυσιάζοντας μάλιστα και την ζωή του γι’ αυτό. Ονομάστηκε ο πρώτος μετά τον Ένα και Απόστολος των Εθνών, λόγω των τεσσάρων μεγάλων αποστολικών περιοδειών του. Είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Ελλάδος. Συνέγραψε 14 επιστολές προς τις Εκκλησίες τις οποίες εκείνος ίδρυσε. Τη ζωή του με τις περιπέτειές του θα τα δει κανείς, αν μελετήσει τις Πράξεις των Αποστόλων, αλλά και τις 14 Επιστολές του στην Καινή Διαθήκη. Ο Απόστολος Παύλος θέλει κάθε χριστιανός, όπως και ο ίδιος, να αισθάνεται και να λέει: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Προς Γαλάτας β΄ 20). Δηλαδή, δε ζω πλέον εγώ, ο παλαιός άνθρωπος, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και ακόμα, «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Προς Κολασσαείς γ΄ 11). Να διευθύνει, δηλαδή, όλες τις εκδηλώσεις τις ανθρώπινης ζωής μας ο Χριστός. Ο Απόστολος Παύλος υπέστη μαρτυρικό θάνατο (χωρίς να είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) δι’ αποκεφαλισμού στη Ρώμη μεταξύ των ετών 64 - 67 μ.Χ.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’.

Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοι, καὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.

Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν, τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.


Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

Θέλουν να διαγράψουν το Θεό από τον κόσμο και από τη ψυχή του ανθρώπου με οποιοδήποτε μέσο....

 Eστησαν το κατάλληλο περιβάλλον , στο οποίο αναπτύχθηκε η μασωνία και όλο το πολιτικό και κοινωνικό κακό .Ακόμα και ο οικουμενισμός αποτελεί εργαλείο της μασωνίας .

Η μασωνία , καλλιεργώντας μια σχετικότητα αξιών , αποσκοπεί στο να προσκυνάς έναν απρόσωπο ψευδόθεο , τον οικουμενικό "θεό" .


Ο οικουμενισμός συμβαδίζει με την παγκοσμιοποίηση .

Η ισοπέδωση όλων των εθνών , η δημιουργία μίας παγκόσμιας κυβέρνησης και ενός εννιαίου κράτους- ταυτόχρονα με τον οικουμενισμό , που αποσκοπεί στη δημιουργία μίας πανθρησκίας η οποία θα "ενώσει" όλες τις θρησκείες σε μία - όλα αυτά στοχεύουν στην εφαρμογή του τελικού σκοπού τους : την εγκαθίδρυση του "νέου ανθρώπου" , του αντιχρίστου .


Ο οικουμενισμός είναι ένα μεγάλο ψέμα, διότι αυτοί μιλούν στο όνομα μιας "αγάπης" εκτός Χριστού , η οποία σε οδηγεί εκτός Αλήθειας .

Εάν οι οικουμενιστές αγαπούσαν αληθινά τον κόσμο δε θα χώριζαν την αλήθεια από την αξία και τον πνευματικό πλούτο της αγιοπατερικής Παράδοσης της Εκκλησίας .

Αυτοί απογυμνώνουν το χριστιανισμό από την ομορφιά της Θείας Χάριτος .

Ο Θεός έφυγε απ' αυτούς κι έμεινε μόνον ο εαυτός τους :

" 'Οχι εμείς δεν Σε έχουμε ανάγκη , εμείς κυβερνούμε τον κόσμο , εμείς δίνουμε το ψωμί , εμείς προσφέρουμε την ευτυχία σ' αυτή τη γη.Ο Ιησούς πρέπει να φυλακιστεί ξανά ,για να μην ενοχλεί την πορεία μας" .


Θέλουν να διαγράψουν το Θεό από τον κόσμο και από τη ψυχή του ανθρώπου με οποιοδήποτε μέσο: αυτός είναι ο σκοπός του οικουμενισμού , τον οποίο πολέμησε ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς .

Ο οικουμενισμός και οι παγκοσμιοποίηση είναι οι πρόδρομοι των Καιρών της Αποκάλυψης .

Γέροντας Ιουστίνος Πίρβου.

ΘΑΥΜΑΖΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.

 Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς († 1979)


Σε πολλούς χάριζε ο όσιος την θεραπεία όταν αυτοί έπιναν νερό και νίπτονταν στο φρέαρ του. Έτσι π.χ. μετά την κοίμησί του, μία αδελφή της μονής του Ντιβιέγιεβο αρρώστησε βαρειά από τύφο και ήταν ετοιμοθάνατη. Είχε εντελώς παραλύσει το ένα της χέρι. Και να, βλέπει στον ύπνο της τον όσιο Σεραφείμ, ο οποίος την ερώτησε γιατί δεν πηγαίνει στο φρέαρ του· και πιάνοντάς την από το άρρωστο χέρι την σήκωσε και της είπε να πάη εκεί οπωσδήποτε. Όταν η μοναχή εξύπνησε, αισθάνθηκε ότι το χέρι της είχε θεραπευθή. Και όταν οι αδελφές την έφεραν στο Σάρωφ, στο «φρέαρ του Σεραφείμ», την περιέλουσαν με το νερό του και θεραπεύθηκε ολότελα.

Ο αξιωματικός του ιππικού Τεπλώφ που έτρεφε ιδιαίτερο σεβασμό στον όσιο, ήλθε στο Σάρωφ το 1834 με το τρίχρονο κοριτσάκι του, το οποίο υπόφερε από τα πόδια του. Αφού έκανε μνημόσυνο στον τάφο του όσιου, έφερε το παιδί στο «φρέαρ του Σεραφείμ» με την ακλόνητη πίστι ότι ο Θεός θα το ελεήση με την πρεσβεία του όσιου. Έδωσε στο κοριτσάκι να πιή νερό, του έπλυνε τα πόδια και πήραν νερό μαζί τους στο μοναστήρι με σκοπό να κάνουν παράκλησι και αγιασμό. Αλλά το κοριτσάκι, μπαίνοντας στην μονή, ξέφυγε από τα χέρια της παραμάνας και έτρεξε μπροστά σαν να ήταν υγιέστατο. Πράγματι είχε θεραπευθή εντελώς.

Το 1852 ο μοναχογιός του αντικυβερνήτη της επαρχίας της Κοστρόμας Α.Α. Μπόρσκο, ένα οκτάχρονο αγοράκι, άρχισε να υποφέρη από σπασμούς στο στομάχι. Το πράγμα αυτό εξελίχθηκε σε φοβερή ασθένεια με τρομερά εξαντλητικές κρίσεις, τόσο που οι γονείς άρχισαν να τρέμουν για την ζωή του μοναχογιού τους. Την εποχή αυτή η ρασοφόρος μοναχή της γυναικείας μονής της Κοστρόμας Σ.Δ. Δαβίδοβα δώρησε στην μητέρα του άρρωστου παιδιού ένα βιβλίο με τίτλο «Περιγραφή της ζωής και των αγώνων του Σεραφείμ του Σάρωφ». Οι γονείς του αγοριού το διάβασαν, θαυμάζοντας τις ενέργειες της χάριτος του Θεού η οποία είχε φανερωθή στον όσιο. Μία νύκτα το αγοράκι είδε στον ύπνο του τον Σωτήρα Χριστό περιστοιχισμένο από αγγέλους, που του υποσχέθηκε ότι θα το θεραπεύση αν κάνη όσα θα του ορίση ο γέροντας που θα τον επισκεφθή. Κατόπιν του εμφανίσθηκε ο όσιος, του είπε ότι λέγεται Σεραφείμ και πρόσθεσε: «Αν θέλης να γίνης καλά, πάρε νερό από την πηγή που βρίσκεται στο δάσος του Σάρωφ και λέγεται «φρέαρ του Σεραφείμ»· μ’ αυτό τρεις ημέρες, πρωί και βράδυ, νίπτε το κεφάλι, το στήθος, τα χέρια και τα πόδια· επίσης πίνε απ’ αυτό». Το αγοράκι αφηγήθηκε το πρωί το όνειρό του· οι γονείς του όμως απορούσαν πως θα προμηθευθούν το νερό αυτό και γι’ αυτό θλίβονταν. Το πρωί της επομένης το αγοράκι ανέφερε στους γονείς και άλλο όνειρο: είδε την Μητέρα του Θεού, περιστοιχισμένη από αγγέλους, η οποία με πολλή αγάπη του είπε να ενεργήση κατά την υπόδειξι του οσίου. Εκείνη ακριβως την ημέρα είχε επιστρέψει από το ταξίδι της στο Σάρωφ η μοναχή Δαβίδοβα και οι γονείς του αγοριού την παρακάλεσαν να τους δώση λίγο νερό από, το «φρέαρ του Σεραφείμ». Εκείνη τους έστειλε αμέσως μία φιάλη με το νερό αυτό. Και όταν το αγοράκι εφάρμοσε τις οδηγίες του οσίου, άρχισε να καλυτερεύη και τελικά θεραπεύθηκε.


Πηγή: Αρχιμ. (σημ. διαχειριστού: νυν ήδη Αγίου) Ιουστίνου Πόποβιτς «Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ, βίος», μετάφρασις από τα Σερβικά, Βασιλική Νικολακάκη, εκδόσεις «Το περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη, 1983.

Όσιοι Σέργιος και Γερμανός οι θαυματουργοί οι εν Βαλάμη

 Οι Όσιοι Σέργιος και Γερμανός εγκαταστάθηκαν στη νήσο Βαλάμη το 1329 μ.Χ. και προσπάθησαν να διαδώσουν τον Χριστιανισμό κάτω από δύσκολες συνθήκες.


Οι Όσιοι Σέργιος και Γερμανός κοιμήθηκαν περί το 1353 μ.Χ.


Δεν έχουμε άλλες λεπτομέρειες για τον βίο των Οσίων.

Άγιος Σέργιος ο δίκαιος ο Μάγιστρος

 Ο Άγιος και δίκαιος Σέργιος, καταγόταν από την κωμόπολη Νικήτια της Αμάστρισου, του Εύξεινου Πόντου. Η οικογένεια του ήταν αριστοκρατικής καταγωγής και συνδεόταν με συγγενικούς δεσμούς με εκείνη της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, συζύγου του αυτοκράτορα Θεόφιλου. Έκανε λαμπρές σπουδές και γρήγορα έφθασε σε υψηλά στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα. Αν και ο Θεόφιλος ήταν θερμός υποστηρικτής των εικονομάχων, ο Σέργιος παρέμεινε πιστός στην ορθόδοξη πίστη και κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για την αναστύλωση των Ιερών Εικόνων. Αναδείχθηκε δε και προστάτης πολλών υπερασπιστών των αγίων εικόνων, κατά τον από του Θεόφιλου διωγμό. Μετά δε το θάνατο του Θεόφιλου, συνετέλεσε τα μέγιστα και εξάντλησε όλη την επιρροή του για να ενισχυθεί η γνώμη της Θεοδώρας για τη σύγκληση Οικουμενικης Συνόδου, για την αναστύλωση των Εικόνων. Εκοιμήθη ειρηνικά στην Κρήτη και ετάφη στη μονή του Μαγίστρου. Αργότερα τα άγια λείψανά του μετακομίσθηκαν με μεγάλες τιμές και ετάφησαν στη Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου την οποία έκτισε ο ίδιος στον κόλπο της Νικομήδειας, η οποία λεγόταν του Νικητιάνου επειδή ο κτήτοράς της καταγόταν από την κωμόπολη Νικήτια.

Άγιος Παππίας

 Υπήρξε και αυτός ολοκαύτωμα στην πολυάριθμη σειρά των επί Διοκλητιανού και Mαξιμιανού (301 μ.Χ.) μαρτυρικών θυμάτων. Μόνο δια το ότι πίστεψε στον Χριστό και δεν θέλησε ν' αρνηθεί την πίστη του, φυλακίστηκε και βασανίστηκε για μέρες ολόκληρες. Επειδή όμως έμεινε αμετάθετος στην πίστη του, αποκεφαλίστηκε και ανέβηκε νικηφόρος στα ουράνια.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Εύρεση των Τιμίων Λειψάνων των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου

 Αγωνίσθηκαν και οι δύο στα χρόνια του Διοκλητιανού (292 μ.Χ.).


Ο Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια και ο Ιωάννης από την Έδεσσα. Άριστα καταρτισμένοι στην ιατρική επιστήμη, προσέφεραν τις υπηρεσίες τους αφιλοκερδώς στους φτωχότερους συνανθρώπους τους. Και όχι μόνο δεν έπαιρναν χρήματα από κανένα, αλλά και οι ίδιοι έδιναν τα δικά τους, μέχρι που έμειναν φτωχοί. Γι' αυτό και επονομάστηκαν Ανάργυροι. Μαζί με την ιατρική βοήθεια που προσέφεραν στους πάσχοντες, μετέδιδαν σ' αυτούς και τη σωτήρια αλήθεια του Ευαγγελίου. Τα λόγια τους έδωσαν φως του Χριστού σε πολλούς ειδωλολάτρες.


Άλλα η δράση τους καταγγέλθηκε στις αρχές, με αποτέλεσμα να τους αποκεφαλίσουν και άξια να πάρουν το στεφάνι του μαρτυρίου. Τότε οι χριστιανοί τους έθαψαν κρυφά, και όταν αυτοκράτορας ήταν ο Αρκάδιος και Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας ο Θεόφιλος (400 μ.Χ.), τα άγια λείψανα τους βρέθηκαν και με πανηγυρικό τρόπο έγινε η ανακομιδή τους. Πολλοί, μάλιστα, ασθενείς που άγγιξαν αυτά, θεραπεύθηκαν. Έτσι, επιβεβαιώνεται ότι οι «δίκαιοι εἰς τὸν αἰῶνα ζώσι, καὶ ἐν Κυρίῳ ὃ μισθὸς αὐτῶν» (Σοφία Σολομώντος, ε' 15). Οι δίκαιοι δηλαδή, ζουν αιώνια, και η ανταμοιβή που αρμόζει σ' αυτούς βρίσκεται στα χέρια του Κυρίου.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α’.

Τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστὲ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλὰς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς βασιλείας τὰ σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.


Έτερον Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείας χάριτος, τὴ ἐνεργεῖα, ἀναβλύζοντα, θαυμάτων ρεῖθρα, ἀναργύρως τὰ σεπτὰ ὑμῶν λείψανα, ἐκ τῶν λαγόνων τῆς γῆς κόσμω ἔλαμψαν, Κῦρε θεόφρον, Ἰωάννη τὲ ἔνδοξε, ὅθεν ἅπαντες, τὴν τούτων τιμῶντες εὕρεσιν, αἰτοῦμεν δι' ὑμῶν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τὴν δωρεὰν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες, Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἐν κόσμῳ, ἄπαντα, ἡμῶν τὰ πάθη τῇ χειρουργίᾳ, τέμνετε, τῇ ἀοράτῳ Κῦρε θεόφρον, σὺν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ, ὑμεῖς γὰρ θεῖοι, ἰατροὶ ὑπάρχετε.

Τρίτη 27 Ιουνίου 2023

Αυτό το «περισσόν», λοιπόν, να μην το περιφρονούμε....

 "Ηξερα και έγω ένα πολύ προικισμένο παιδί, άριστος στο πανεπιστήμιο, σε σχολή θετικής επιστήμης, κιθάρα έπαιζε,ηθοποιός ήταν, διασκεδαστής μεγάλος στην παρέα, που πήρε μία μέρα την απόφαση να γίνει μοναχός στο Άγιον Όρος.

Κι όταν τον ρώτησα γιατί, μου λέει: 

 «Τι να σου πω θα στο πω απλά.

Δεν μπορώ να μασουλίζω κοτόπουλο μπροστά στην τηλεόραση, με κάμποσα παιδιά δίπλα, και με μία γυναίκα πότε γκρινιάζουσα, πότε ευχαριστημένη, κι εγώ πότε ευχαριστημένος και πότε όχι, κι αυτό να λέω ότι είναι η ζωή. . .

Δεν έχω κάποιο πρόβλημα, αλλά νομίζω ότι υπάρχει και κάτι παραπάνω άπο αυτό. Είναι παράξενο αυτό το κάτι παραπάνω πράγματι υπάρχει.


  Σημειωτέον ότι, όταν ο ίδιος πήγαινε στο Άγιον Όρος, όντας σε μία πολύ δύσκολη στιγμή, με όλους τους συγγενείς και τους φίλους του να του αντιτίθενται, και περιμένοντας στον σταθμό Λαρίσης το τρένο, άκουσε από κάπου παραπέρα την Φραγκοσυριανή («Μια φούντωση, μια φλόγα, έχω μέσα στην καρδιά, λες και μάγια μου χεις κάνει , Φραγκοσυριανή γλυκιά κλπ. ) , και άρχισε να κλαίει, νιώθοντας βαθιά κατάνυξη μέσα του: πίσω απ' την άπιαστη Φραγκοσυριανή ζούσε όλος ο πόθος αυτού του Θεού, η αγάπη Του, που έβαλε τον έρωτά Του μέσα μας. Αυτό το «περισσόν», λοιπόν, να μην το περιφρονούμε.... 


 Γιατί αυτό είναι και το νόημα της θείας Λειτουργίας... 

 Βλέπετε, στην θεία Λειτουργία δεν έρωτάσαι απλώς αν θέλεις να φάς και να πιείς, αλλά σου προσφέρεται Σώμα και Αίμα Χριστού. 

Δηλαδή το ψωμί και το κρασί που έφερες εσύ σου τα δίνει πίσω στην υπέρτατη μορφή, στην υπέρτατη ευλογημένη τους θεοειδή μεταβολή.


Σου δίνει δηλαδή κάτι πολύ περισσότερο απ' ό,τι κανονικά θα ήθελες. Και όλη η Εκκλησία, όλη η εκκλησιαστική ζωή έχει αυτό το υπερβολικό και υψηλό......


π. Νικόλαος Λουδοβίκος

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ: ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΜΗΝ ΣΑΣ ΑΠΕΛΠΙΖΕΙ!

 Σκοπὸς τῆς ζωῆς μᾶς εἶναι νὰ γίνουμε τέλειοι καὶ ἅγιοι. Νὰ ἀναδειχθοῦμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἃς προσέξουμε μήπως, γιὰ χάρη τῆς παρούσας ζωῆς, στερηθοῦμε τὴ μέλλουσα, μήπως, ἀπὸ τὶς βιοτικὲς φροντίδες καὶ μέριμνες, ἀμελήσουμε τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας.

   Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ προσευχὴ ἀπὸ μόνες τους δὲν φέρνουν τοὺς ἐπιθυμητοὺς καρπούς, γιατί αὐτὲς δὲν εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ἀποτελοῦν τὰ μέσα γιὰ νὰ πετύχουμε τὸ σκοπό.

    Στολίστε τὶς λαμπάδες σας μὲ ἀρετές. Ἀγωνιστεῖτε ν’ ἀποβάλετε τὰ πάθη τῆς ψυχῆς. Καθαρίστε τὴν καρδιά σας ἀπὸ κάθε ρύπο καὶ διατηρῆστε τὴν ἁγνή, γιὰ νὰ ἔρθει καὶ νὰ κατοικήσει μέσα σας ὁ Κύριος, γιὰ νὰ σᾶς πλημμυρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὶς θεῖες δωρεές.

Παιδιά μου ἀγαπητά, ὅλη σας ἡ ἀσχολία καὶ ἡ φροντίδα σ’ αὐτὰ νὰ εἶναι. Αὐτὰ ν’ ἀποτελοῦν σκοπὸ καὶ πόθο σᾶς ἀσταμάτητο. Γί’ αὐτὰ νὰ προσεύχεστε στὸ Θεό. Νὰ ζητᾶτε καθημερινὰ τὸν Κύριο, ἀλλὰ μέσα στὴν καρδιά σας καὶ ὄχι ἔξω ἀπὸ αὐτήν. Καὶ ὅταν Τὸν βρεῖτε, σταθεῖτε μὲ φόβο καὶ τρόμο, ὅπως τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, γιατί ἡ καρδιὰ σᾶς ἔγινε θρόνος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ βρεῖτε τὸν Κύριο, ταπεινωθεῖτε μέχρι τὸ χῶμα, γιατί ὁ Κύριος βδελύσσεται τοὺς ὑπερήφανους, ἐνῶ ἀγαπάει καὶ ἐπισκέπτεται τοὺς ταπεινοὺς στὴν καρδιά.

   Ἂν ἀγωνίζεσαι τὸν ἀγώνα τὸν καλό, ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἐνισχύσει. Στὸν ἀγώνα ἐντοπίζουμε τὶς ἀδυναμίες, τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ ἐλαττώματά μας. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως. Ὅποιος δὲν ἀγωνίστηκε, δὲν γνώρισε τὸν ἑαυτό του.

   Προσέχετε καὶ τὰ μικρὰ ἀκόμα παραπτώματα. Ἂν σᾶς συμβεῖ ἀπὸ ἀπροσεξία κάποια ἁμαρτία, μὴν ἀπελπιστεῖτε, ἀλλὰ σηκωθεῖτε γρήγορα καὶ προσπέστε στὸ Θεό, ποῦ ἔχει τὴ δύναμη νὰ σᾶς ἀνορθώσει.

    Μέσα μας ἔχουμε ἀδυναμίες καὶ πάθη καὶ ἐλαττώματα βαθιὰ ριζωμένα, πολλὰ εἶναι καὶ κληρονομικά. Ὅλα αὐτὰ δὲν κόβονται μὲ μία σπασμωδικὴ κίνηση οὔτε μὲ τὴν ἀδημονία καὶ τὴ βαρειὰ θλίψη, ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή, μὲ καρτερία, μὲ φροντίδα καὶ προσοχή.

Ἡ ὑπερβολικὴ λύπη κρύβει μέσα της ὑπερηφάνεια. Γί’ αὐτὸ εἶναι βλαβερὴ καὶ ἐπικίνδυνη, καὶ πολλὲς φορὲς παροξύνεται ἀπὸ τὸ διάβολο, γιὰ ν’ ἀνακόψει τὴν πορεία τοῦ ἀγωνιστῆ.

Ὁ δρόμος ποῦ ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα εἶναι μακρύς. Εὔχεστε στὸ Θεὸ νὰ σᾶς δυναμώνει. Νὰ ἀντιμετωπίζετε μὲ ὑπομονὴ τὶς πτώσεις σας καί, ἀφοῦ γρήγορα σηκωθεῖτε, νὰ τρέχετε καὶ νὰ μὴ στέκεστε, σὰν τὰ παιδιά, στὸν τόπο ποῦ πέσατε, κλαίγοντας καὶ θρηνώντας ἀπαρηγόρητα.

     Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε σὲ πειρασμό. Μὴν ἀπελπίζεστε, ἂν πέφτετε συνέχεια σὲ παλιὲς ἁμαρτίες. Πολλὲς ἀπ’ αὐτὲς εἶναι καὶ ἀπὸ τὴ φύση τοὺς ἰσχυρὲς καὶ ἀπὸ τὴ συνήθεια. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ὅμως, καὶ μὲ τὴν ἐπιμέλεια νικιοῦνται. Τίποτα νὰ μὴ σᾶς ἀπελπίζει.

Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.

Άγιος Κύριλλος Λούκαρις Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

 Ο πολύτλας Ιερομάρτυς Κύριλλος ο Λούκαρις γεννήθηκε στον Χάνδακα της Κρήτης στις 13 Νοεμβρίου 1572 μ.Χ. «ἐκ γονέων περιφανῶν ἐλευθέρων, ἔν τε τῇ Πολιτείᾳ καὶ τῇ Ἐκκλησίᾳ περιβλέπτων» και κατά το άγιο Βάπτισμα πήρε το όνομα Κωνσταντίνος. Ο πατέρας του Στέφανος ήταν Ιερέας και διδάσκαλός του υπήρξε ο Ιερομόναχος Μελέτιος ο Βλαστός.


Μετά την εγκύκλια εκπαίδευση ο Κύριλλος μετέβη στη Βενετία (1584 μ.Χ.) για ευρύτερη μόρφωση. Εκεί συνάντησε τον Επίσκοπο Κυθήρων Μάξιμο τον Μαργούνιο, ο οποίος τον ανέλαβε κάτω από την προστασία του και χρημάτισε καθηγητής του. Το 1588 μ.Χ. αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κρήτη, λόγω οικονομικών προβλημάτων της οικογενείας του, αλλά μετά από ένα χρόνο επέστρεψε στην Ιταλία και γράφτηκε στο περίφημο Παταβινό Πανεπιστήμιο, όπου διδάχθηκε Φιλοσοφία και Θεολογία.


Τελειώνοντας τις σπουδές στην Εσπερία επέστρεψε στην Κρήτη (1592 μ.Χ.) και εκάρη Μοναχός στη Μονή της Αγκαράθου. Στη μετάνοιά του παρέμεινε ελάχιστο χρονικό διάστημα, γιατί το επόμενο έτος τον κάλεσε στην Αίγυπτο ο συγγενής του Άγιος Μελέτιος ο Πηγάς (βλέπε 13 Σεπτεμβρίου), Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο οποίος τον χειροτόνησε Διάκονο και Πρεσβύτερο και τον ονόμασε Πρωτοσύγκελλό του.


Το έτος 1593 μ.Χ. εστάλη από τον Άγιο Μελέτιο στην Πολωνία για να στηρίξει το από τις επιθέσεις της Ουνίας χειμαζόμενο Ορθόδοξο ποίμνιο, όπου εργάστηκε με ζήλο για τρία χρόνια και κινδύνευσε να συλληφθεί και να θανατωθεί κατά τον διωγμό που εξαπέλυσε ο βασιλιάς Σιγισμούνδος εναντίον των Ορθοδόξων. Το 1559 μ.Χ. ως «Μέγας Ἀρχιμανδρίτης καὶ Ἔξαρχος» απεστάλη και πάλι από τον Μελέτιο Πηγά, τότε Επιτηρητή του Οικουμενικού Θρόνου, στην Πολωνία για εκκλησιαστική υπηρεσία. Παράλληλα είχε την εντολή να περάσει από την Κρήτη και τη Χίο για να αντιμετωπίσει την προπαγάνδα των Ιησουϊτών. Από την Πολωνία μετέβη στις Παραδουνάβιες χώρες (1601 μ.Χ.) για να στηρίξει και εκεί την Ορθοδοξία. Ενώ βρισκόταν στο Ιάσιο έλαβε επιστολή του Μελετίου, που τον καλούσε να επανέλθει στην Αλεξάνδρεια για να του αφήσει τις τελευταίες υποθήκες και να του παραδώσει τον Θρόνο.


Μετά την κοίμηση του Αγίου Μελετίου (13-9-1601 μ.Χ.) ο Κύριλλος εξελέγη Πατριάρχης Αλεξανδρείας σε ηλικία 29 ετών. Αμέσως συγκάλεσε τοπική Σύνοδο στο Κάϊρο και καταδίκασε τους Λατίνους, οι οποίοι είχαν προσεταιριστεί τους Κόπτες με σκοπό να καταστρέψουν το Ορθόδοξο Πατριαρχείο. Στις αρχές του 1605 μ.Χ. έφτασε στην Κύπρο, ύστερα από πρόσκληση των Χριστιανών, για να βοηθήσει την τοπική Εκκλησία που σπαρασσόταν από εσωτερικές έριδες και μάχες και κατόρθωσε να ειρηνεύσει τα πράγματα. Το 1608 μ.Χ. μετέβη στα Ιεροσόλυμα, για τη χειροτονία του Ιεροσολύμων Θεοφάνους, και από 'κει στη Δαμασκό. Επανήλθε στην Αλεξάνδρεια και επιδόθηκε με ζήλο στο κήρυγμα του θείου λόγου. Προχώρησε στη συντήρηση των Πατριαρχικών κτηρίων και Ναών και οικοδόμησε νέους, ενώ παράλληλα φρόντισε να απαλλάξει το Πατριαρχείο από τα χρέη του.


Το Φεβρουάριο του 1612 μ.Χ., ενώ βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, εξελέγη «Επιτηρητής» του Οικουμενικού Θρόνου, αλλά παραιτήθηκε, επειδή κάποιοι Αρχιερείς φατρίασαν εναντίον του προκαλώντας μεγάλη σύγχυση στην Εκκλησία. Αναχώρησε για το Άγιο Όρος και από εκεί για τη Βλαχία, όπου παρέμεινε τέσσερα χρόνια διδάσκοντας τον λαό και αγωνιζόμενος κατά της Ουνίας. Πριν την αναχώρησή του από τη Βλαχία εξέδωσε εγκύκλιο (Τόμο) προς τους Ορθοδόξους, με την οποία καταδικάζει τη διδασκαλία των Λατίνων, ελέγχει τους λατινόφρονες Έλληνες τροφίμους της Σχολής του Αγίου Αθανασίου της Ρώμης και συνιστά την απαρασάλευτη εμμονή στην Ορθόδοξη πίστη ως τον μοναδικό τρόπο άμυνας κατά των εχθρών της ευσεβείας.


Για να διαφωτίσει το Ορθόδοξο πλήρωμα συνέγραψε σε απλή γλώσσα δύο πραγματείες, μία κατά της Αρχής, δηλαδή κατά του πρωτείου του Πάπα Ρώμης, και μία άλλη σε μορφή διαλόγου μεταξύ Φιλαλήθους και Ζηλωτού, με την οποία εξέθεσε τις σατανικές μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι Ιησουΐτες για να προσηλυτίσουν τους Ορθοδόξους.


Φεύγοντας από τη Βλαχία επισκέφτηκε πάλι το Άγιο Όρος, και τον Οκτώβριο του 1615 μ.Χ. επέστρεψε στην Αίγυπτο, όπου παρέμεινε, μέχρι την εκλογή του στον Οικουμενικό Θρόνο, ασχολούμενος με το κήρυγμα και την κατήχηση του λαού, αφού στο μεταξύ, χάρη στις άοκνες προσπάθειές του, είχαν εκλείψει τα μεγάλα προβλήματα που ταλαιπωρούσαν τον Αλεξανδρινό Θρόνο.


Μετά τον θάνατο του Πατριάρχου Τιμοθέου του Β' η Σύνοδος του Πατριαρχείου της Κωνσταντινοπόλεως τον εξέλεξε Οικουμενικό Πατριάρχη (4-11-1620 μ.Χ.), αλλά μετά από δυόμιση χρόνια απομακρύνθηκε από τον Θρόνο (Απρίλιος 1623 μ.Χ.), κατηγορούμενος ότι προετοίμαζε επανάσταση των ελληνικών νησιών, και σιδηροδέσμιος εξορίστηκε στη Ρόδο. Ο νέος Πατριάρχης Άνθιμος έστειλε εκεί Αρχιερείς με σκοπό να τον πείσουν να υποβάλει κανονική παραίτηση. Εκείνος όμως απέρριψε την πρόταση και, με διαταγή του Μεγάλου Βεζύρη, επέστρεψε στη Βασιλεύουσα (Σεπτέμβριος 1623 μ.Χ.), όπου έγινε θριαμβευτικά δεκτός από τους Χριστιανούς. Πολλοί κατέφθαναν στον Γαλατά, όπου διέμενε, για να πάρουν την ευλογία του, ενώ οι Αρχιερείς, οι πρόκριτοι και ο λαός ζητούσαν επίμονα την επάνοδό του στον Θρόνο. Ο Πατριάρχης Άνθιμος αναγκάστηκε να παραιτηθεί και στον Θρόνο επανήλθε ο Κύριλλος (2-10-1623 μ.Χ.). Η αποκατάστασή του έγινε αφορμή γενικής χαράς των Ορθοδόξων, οι οποίοι στο πρόσωπό του έβλεπαν τον γνήσιο και αληθινό ποιμένα και Πατριάρχη τους.


Οι πολέμιοι του Πατριάρχου βρήκαν πειθήνιο όργανό τους τον Βεροίας Κύριλλο Κονταρή, ο οποίος εγκαταστάθηκε στην Πόλη (1632 μ.Χ.) και άρχισε να συκοφαντεί τον Πατριάρχη, διαδίδοντας στους κυβερνητικούς κύκλους ότι βρισκόταν σε μυστική επικοινωνία με τους εχθρούς της Υψηλής Πύλης και ότι συνωμοτούσε εναντίον της. Οι συκοφαντίες έγιναν αποδεκτές, ο Πατριάρχης απομακρύνθηκε αλλά, λόγω της γενικής αγανακτήσεως, μετά από επτά ημέρες επανήλθε στον Θρόνο. Παρά ταύτα οι πολέμιοί του δεν έπαυσαν ούτε στιγμή να εργάζονται για την απομάκρυνσή του. Καταβάλλοντας μεγάλα χρηματικά ποσά στους τούρκους κατόρθωσαν να τον εξορίσουν στην Τένεδο (7-5-1634 μ.Χ.) και να ανεβάσουν στον Θρόνο τον Θεσσαλονίκης Αθανάσιο Πατελλάρο. Η παρανομία όμως δεν είχε μεγάλη διάρκεια γιατί μετά ένα μήνα απομακρύνθηκε ο Αθανάσιος και ο Κύριλλος επανήλθε θριαμβευτικά στον Θρόνο.


Οι συνεχείς αποτυχίες να απομακρυνθεί ο Πατριάρχης Κύριλλος και να εγκατασταθεί άλλος της αρεσκείας τους δεν απογοήτευσαν τους εχθρούς του, αντίθετα τους έκαναν σκληρότερους στην πολεμική τους και εφευρετικότερους στις μεθοδεύσεις τους. Πάλι, (Μάρτιος 1635 μ.Χ.), οι Ιησουΐτες κινήθηκαν εναντίον του και δίνοντας άφθονα χρήματα κατόρθωσαν να επιτύχουν την απομάκρυνσή του και την άνοδο στο Θρόνο του Κονταρή, ο οποίος συνέλαβε και περιόρισε τον γέροντα πλέον Πατριάρχη.


Σύμφωνα με έγγραφο του Αυστριακού Πρεσβευτή Schmidt ο Κονταρής και η συμμορία του σκεφτόταν να τυφλώσουν ή να δηλητηριάσουν τον Κύριλλο. Ο Schmidt σκέφτηκε να τον κρατήσει φυλακισμένο στην αυστριακή πρεσβεία αλλά φοβήθηκε μήπως οι φωνές του τραβήξουν την προσοχή των Ελλήνων γειτόνων. Με πρόταση του πρεσβευτή αποφασίστηκε να ακολουθήσουν τις αποφάσεις του Συμβουλίου της ρωμαϊκής Προπαγάνδας για τον Πατριάρχη και να ναυλωθεί πλοίο με έμπιστο πλήρωμα στο οποίο θα επιβιβαζόταν για να μεταφερθεί δήθεν εξόριστος στη Ρόδο. Ο πλοίαρχος είχε εντολή να προσεγγίσει το πρώτο πειρατικό πλοίο που θα συναντούσε, και επί τη βάσει εγγράφων της αυστριακής πρεσβείας θα παρέδιδε τον Κύριλλο για να μεταφερθεί στη Μάλτα. Στην Κωνσταντινούπολη θα κυκλοφορούσε η φήμη ότι Μελιταίοι αιχμαλώτισαν το πλοίο, στο οποίο επέβαινε ο Πατριάρχης, και ότι τον μετέφεραν στο νησί τους.


Ύστερα από πολλές διαπραγματεύσεις και αναβολές βρέθηκε το πλοίο και το πλήρωμα και δόθηκαν τα έγγραφα της αυστριακής Πρεσβείας στον Μητροπολίτη, ο οποίος θα συνόδευε τον αιχμάλωτο Πατριάρχη, αλλά η ολλανδική Πρεσβεία κατόρθωσε με κατάσκοπο να μάθει τα τεκταινόμενα. Το πλήρωμα εξαγοράστηκε και οδήγησε το πλοίο στη Χίο, όπου βρισκόταν ο διοικητής της Ρόδου Μπεκήρ Πασάς, φίλος του Πατριάρχου, ο οποίος τον πήρε υπό την προστασία του στη Ρόδο, όπου και παρέμεινε μέχρι τα μέσα του 1636 μ.Χ., οπότε και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Επανήλθε στον Θρόνο τον Μάρτιο του 1637 μ.Χ. Βρισκόταν ήδη σε προχωρημένη ηλικία και μπορούσαν οι πολέμιοί του να περιμένουν τον φυσικό θάνατό του για να εφαρμόσουν τα σχέδιά τους. Επειδή όμως αυτός εξακολουθούσε να αγωνίζεται υπέρ της Ορθοδοξίας, οι Ιησουΐτες πείστηκαν ότι ήταν ακατάβλητος «ὁ μέγας γέρων» και γι̉ αυτό αποφασίστηκε να επιδιωχθεί με κάθε μέσο ο θάνατός του.


Νέες ενέργειες των εχθρών του απέδωσαν το αποτέλεσμα που προσδοκούσαν. Τον Ιούνιο του 1638 μ.Χ. ο Schmidt που βρισκόταν σε διαρκή συνεννόηση με την Προπαγάνδα κατόρθωσε να απομακρύνει τον Κύριλλο από τον Θρόνο προβάλλοντας την κατηγορία στις τουρκικές αρχές ότι προετοιμάζει επίθεση των Ρώσων κατά της Κωνστινουπόλεως και επανάσταση των Ελλήνων. Ο Σουλτάνος Μουράτ που βρισκόταν στην εκστρατεία κατά της Βαγδάτης αποδέχθηκε τις κατηγορίες και με την εισήγηση του Μεγάλου Βεζύρη Μπαϊράμ πασά διέταξε να τον θανατώσουν.


Ο Κύριλλος συνελήφθη από απόσπασμα τσαούσηδων (χωροφυλάκων) στις 22 Ιουνίου και φυλακίστηκε στο φρούριο Ρούμελη Χισσάρ, όπου στις 27 Ιουνίου 1638 μ.Χ. έφτασαν 15 Γενίτσαροι και άλλοι ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι. Τον παρέλαβαν και, επιβιβάζοντάς τον σε ένα πλοιάριο, τον μετέφεραν στην παραλία του Αγίου Στεφάνου, όπου τον θανάτωσαν με στραγγαλισμό. Ο λαός πληροφορήθηκε την επομένη ημέρα τον θάνατό του και εξεγέρθηκε εναντίον του Κονταρή, ο οποίος όμως προσποιήθηκε ότι δεν είχε γνώση των πραγμάτων. Το σώμα του τάφηκε πρόχειρα στην άμμο του αιγιαλού αλλά μετά τρεις μέρες άνθρωποι του Κονταρή το ξέθαψαν και το πέταξαν στη θάλασσα για να μη βρεθεί από τους Χριστιανούς. Βρέθηκε όμως από κάποιους αλιείς, η σύμφωνα με άλλους, από Χριστιανούς που το αναζήτησαν, μεταφέρθηκε κρυφά και ενταφιάστηκε στη Μονή του Αγίου Ανδρέα, στην ομώνυμη νησίδα του κόλπου της Νικομήδειας.


Μετά από τρία χρόνια, το 1641 μ.Χ., ο Οικουμενικός Πατριάρχης Παρθένιος ο Α ο Γέρων (1639 - 1644 μ.Χ.) μερίμνησε για την ανακομιδή και μεταφορά των λειψάνων του στο Πατριαρχείο και, αφού «ἔψαλλεν αὐτά», έδωσε εντολή να μεταφερθούν στη Μονή Καμαριωτίσσης της Χάλκης και να τοποθετηθούν στο ιερό Βήμα του Καθολικού της Μονής, κάτω από την αγία Τράπεζα. Από εκεί μετακομίστηκαν στο Πατριαρχικό Σκευοφυλάκιο και το 1975 μ.Χ. αποδόθηκαν στην Ιερά Μονή Αγκαράθου, όπου φυλάσσονται σήμερα.


Ο Ιερομάρτυς Πατριάρχης Κύριλλος αμέσως μετά τον μαρτυρικό θάνατό του τιμήθηκε ως Άγιος και Μάρτυς, ο δε Όσιος Ευγένιος ο Αιτωλός  συνέταξε και Ακολουθία για να εορτάζεται η Μνήμη του. Η επίσημη Αγιοκατάταξή του έγινε από την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας την 6η Οκτωβρίου 2009 μ.Χ.



Ἀπολυτίκιον

῏Ηχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τὸν φωστῆρα τῆς Κρήτης, ᾿Αγκαράθου τὸν ὄρπηκα, τῆς Ἀλεξανδρείας ποιμένα, Βυζαντίου τὸν πρόεδρον, τὸν θεῖον δεῦτε Κύριλλον πιστοί, ὡς πρόμαχον τῆς πίστεως στεῤῥόν, καὶ Μαρτύρων θεοδόξαστον κοινωνόν, τιμήσωμεν ἐκβοῶντες· Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐν ὑψίστοις εὐκλεῶς, δοξάσαντί σε ῞Αγιε.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

῏Ηχος γ΄. Θείας πίστεως.

Θεῖον βλάστημα, τῆς Κρητονήσου, ἄνθος εὔοσμον, τῆς ᾿Αγκαράθου, ἀνεδείχθης Μονῆς Πάτερ Κύριλλε· ᾿Αλεξανδρείας ποιμὴν φιλοπρόβατος, καὶ Βυζαντίου θεόκριτος πρόεδρος. ῞Οθεν πρέσβευε, Χριστῷ τῷ Θεῷ πανεύφημε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

῏Ηχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.

᾿Εν Πατριάρχαις ἀθλητὴς ἀκαταγώνιστος, θανατωθεὶς ᾿Αγαρηνῶν χερσὶ φονόεσσαις, ἀναδέδειξαι, ὦ Κύριλλε, θεηγόρε. ῞Οθεν στέφος ἀφθαρσίας κομισάμενος, ἱκεσίαις σου μὴ παύσῃ προϊστάμενος, τῶν βοώντων σοι· Χαίροις, Πάτερ πολύαθλε.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις Κρητονήσου ἄνθος τερπνόν, καὶ ᾿Αλεξανδρείας, Ποιμενάρχης περικλεής· Χαίροις Πατριάρχης, σοφὸς τῆς Κωνσταντίνου, καὶ Ἐκκλησίας στῦλος, ἔνδοξε Κύριλλε.


Ὁ Οἶκος

῎Ανωθεν τῶν ᾿Αγγέλων, αἱ δυνάμεις κροτοῦσιν, ἐπάξιόν σοι Πάτερ τὸν ὕμνον· ἡμεῖς δὲ ἐπὶ γῆς οἱ πιστοί, ἐν εὐφροσύνῃ τὴν μνήμην σου ἄγοντες, τοῖς ᾄσμασί σε στέφομεν, Κύριλλε, καὶ πιστῶς βοῶμεν·

Χαῖρε, ὁ ὅσιος Ποιμενάρχης·

χαῖρε, ὁ ἔνδοξος Πατριάρχης.

Χαῖρε, τὸ τῆς Κρήτης οὐράνιον βλάστημα·

χαῖρε, ᾿Αγκαράθου Μονῆς τὸ ἀπάνθισμα.

Χαῖρε, Μάρκου ὁ διάδοχος, τῆς Αἰγύπτου ὁ πυρσός·

χαῖρε, Βυζαντίου πρόεδρος, ᾿Εκκλησίας ὀφθαλμός.

Χαῖρε, ὅτι καθεῖλες πολεμίων τὸ θράσος·

χαῖρε ὅτι ὑπῆλθες μαρτυρίου τὸν δρόμον.

Χαῖρε, ῾Αγίων πάντων συμμέτοχος·

χαῖρε, Μαρτύρων θεῖος ἐφάμιλλος.

Χαῖρε, σεπτῶν δωρεῶν οἰκονόμος·

χαῖρε, ζωῆς ἀληθοῦς κληρονόμος.

Χαίροις, Πάτερ πολύαθλε.


Κάθισμα

῏Ηχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστῷ ἠκολούθησας, δι̉ ἀρετῆς ἐκ παιδός, καὶ τούτου ἐποίμανας, τὴν ἐκλογάδα καλῶς, μακάριε Κύριλλε· ᾔσχυνας ἀσεβείας, τοὺς κομψοὺς τοῖς σοῖς λόγοις· ἔθραυσας μαρτυρίῳ, τῶν τυράννων τὸ θράσος· διὸ καὶ τοὺς στεφάνους διπλοῦς, θεόθεν ἀπέλαβες.



Άγιοι Μάρκιος και Μαρκία

 Η Αγία Μαρκία μαρτύρησε δια ξίφους.


Για τον Μάρκιο γνωρίζουμε, ότι οδηγήθηκε στον άρχοντα του Ικονίου Περίνιο και επειδή ομολογούσε τον Χριστό, έγδαραν το σώμα του, τον έβαλαν επάνω σε πυρακτωμένη σχάρα, έκοψαν τη γλώσσα του και στο τέλος τον αποκεφάλισαν.

Άγιος Ανεκτός

 O Άγιος Ανεκτός ήταν ευσεβής και ζηλωτής άνδρας, που με τα λόγια και τα έργα του, αποτελούσε πολύτιμη δύναμη της Εκκλησίας στην Καισαρεία της Καππαδοκίας. Το 298 μ.Χ. ο ηγεμόνας της πόλης αυτής, Ουρβανός, αφού συνέλαβε τον Ανεκτό και δεν μπόρεσε να τον αποσπάσει από την πίστη του, κατέφυγε στην ωμή και θηριώδη βία των βασανιστηρίων. Στην αρχή τον εράβδισαν. Έπειτα του έσχισαν τα πλευρά με σιδερένια νύχια, τρύπησαν τους αστραγάλους του και έκαψαν τις πληγές του με αναμμένες λαμπάδες. Όταν είδαν ότι ακόμα ανέπνεε, τον αποκεφάλισαν, και έτσι ο γνήσιος αυτός χριστιανός πήρε το στεφάνι του μαρτυρίου.

Αγία Ιωάννα η Μυροφόρος

 Η Αγία Ιωάννα η Μυροφόρος απεβίωσε ειρηνικά. Ήταν γυναίκα του Χουζά, επιτρόπου του Ηρώδη και διακονούσε τον Κύριο μαζί με τις άλλες γυναίκες (Λουκά η' 3, κδ' 10).

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιος Σαμψών ο Ξενοδόχος

 Ο Άγιος Σαμψών, γεννήθηκε στη Ρώμη από πλουσίους αλλά ευσεβείς και ενάρετους γονείς. Ευφυής ως ήτο, σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική. Επιθυμώντας από τη μικρή του ηλικία να ζήσει κατά το χριστιανικό πρότυπο ζωής, μεταχειρίσθηκε την ιατρική όχι ως επικερδές επάγγελμα αλλά για καθαρά φιλανθρωπικούς και ευεργετικούς σκοπούς. Προσέτρεχε χωρίς διακρίσεις σε οποιονδήποτε είχε την ανάγκη του βοηθώντας τον, παρηγορώντας τον και στηρίζοντάς τον στην πίστη. Όταν εκοιμήθησαν οι γονείς του, μοίρασε την μεγάλη περιουσία την οποία κληρονόμησε και πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί επισκέφθηκε όλα τα μοναστήρια. Εκεί έβρισκε ουσιαστικά καταφύγιο για να ηρεμεί και να μελετά τις Θείες Γραφές. Η φήμη του, η οποία γρήγορα εξαπλώθηκε προσέλκυσε την εύνοια και αυτού του μεγάλου αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Συγχρόνως η μεγάλη θεολογική του κατάρτιση και οι άλλες του αρετές, κίνησαν το ενδιαφέρον του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, ο οποίος τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Κάποτε ο Ιουστινιανός προσβλήθηκε από βαρεία ασθένεια και ζήτησε τη βοήθεια του Αγίου. Ο Όσιος προσευχήθηκε θερμά και κατόρθωσε να σώσει τη ζωή του αυτοκράτορα. Εκείνος θέλοντας να τον ευχαριστήσει και να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στον Άγιο, έκτισε ένα νοσοκομείο το οποίο γρήγορα αναδείχθηκε σε μεγάλο φιλανθρωπικό ίδρυμα όπου κατέφευγαν οι άποροι και οι αδύναμοι για να θεραπευθούν και να εύρουν παρηγοριά και στήριγμα. Έχοντας επιτελέσει ένα τεράστιο και θεάρεστο έργο, κοιμήθηκε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὁ φέρων τὴν μίμησιν, τῶν τοῦ Θεοῦ οἰκτιρμῶν, ἐνθέου χρηστότητας, ἀναβλυστάνεις κρουνούς, Σαμψῶν Ἱερώτατε, σὺ γὰρ θεομιμήτω, ἑλλαμφθεῖς συμπάθεια, ὤφθης τῶν τεθλιμμένων, καὶ πασχόντων ἀκέστωρ, παρέχων ἐνὶ ἐκάστω, ρώσιν καὶ ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.

Ὡς ἰατρὸν πανάριστον, καὶ πρεσβευτὴν εὐπρόσδεκτον, οἱ τῇ σορῷ σου τῇ θείᾳ προστρέχοντες, Σαμψὼν θεόφρον Ὅσιε, συνελθόντες σε ὕμνοις, καὶ ψαλμοῖς ἀνυμνοῦμεν, Χριστὸν δοξάζοντες, τὸν τοιαύτην σοι χάριν παρέχοντα τῶν ἰάσεων.

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023

Ὅταν ἔλεγαν οἱ Ἅγιοι ὅτι εἶναι ἁμαρτωλοί, τό πίστευαν.

 Οί Ἅγιοι πάντα μιλοῦσαν γιά τήν ἁμαρτωλότητά τους. Ἐνοχλοῦνταν ἀπό τή φήμη, πού εἶχαν ἀποκτήσει και ἀμφισβητοῦσαν τά ἐγκώμια, πού διατύπωναν γιά τό πρόσωπό τους οἱ κοσμικοί.

  Ὁ Γέροντας Παΐσιος ἔλεγε: «Ὅταν ἔλεγαν οἱ Ἅγιοι ὅτι εἶναι ἁμαρτωλοί, τό πίστευαν. Τά πνευματικά τους μάτια εἶχαν γίνει μικροσκόπια καί ἔβλεπαν καί τά παραμικρά σφάλματά τους σάν μεγάλα».

 Αὐτό πού ἐπιλέγουν καί διεκδικοῦν οἱ κοσμικοί, τό ἀρνοῦνται οἱ Ἅγιοι.

 Εἶναι ἡ ἄκρα ἀντίθεση. 

Δύο διαφορετικοί δρόμοι, πού ξεκινοῦν ἀπό διαφορετικά σημεῖα καί καταλήγουν ἐπίσης σέ διαφορετικά σημεῖα. 

 Οἱ Ἅγιοι προχωροῦσαν ταπεινά συναισθανόμενοι τήν ἁμαρτωλότητά τους, ἐνῶ οἱ κοσμικοί κρύβουν τήν ἁμαρτωλότητά τους καί προβάλλουν ὑποκριτικά τίς ἀνύπαρκτες ἀρετές τους.


π. Διονύσιος Ταμπακης

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ: " Ο ΘΕΟΣ ΠΡΟΝΟΕΙ ΚΑΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΤΑΙ ΩΣ ΠΑΤΕΡΑΣ, ΑΛΛΑ ΣΕΒΕΤΑΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΑΣ"

 “Ο Θεός είναι αγάπη, δεν είναι απλός θεατής της ζωής μας. Προνοεί και ενδιαφέρεται ως Πατέρας μας που είναι, αλλά σέβεται και την ελευθερία μας. Δεν μας πιέζει. Εμείς να έχουμε την ελπίδα μας στην πρόνοια του Θεού και, εφόσον πιστεύουμε ότι ο Θεός μας παρακολουθεί, να έχουμε θάρρος, να ριχνόμαστε στην αγάπη Του και τότε θα Τον βλέπουμε διαρκώς κοντά μας.

Δεν θα φοβόμαστε μήπως παραπατήσουμε.

Το σώμα του ανθρώπου, τόσο τέλειο! Μεγάλο εργοστάσιο, πίνει νερό, πηγαίνει στο στομάχι, στα νεφρά, καθαρίζει το αίμα.

Η λειτουργία της καρδιάς, ολόκληρη αντλία, οι πνεύμονες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, ο εγκέφαλος, το νευρικό σύστημα, οι αισθήσεις, η όραση, η ακοή.

Τι να πούμε για τις πνευματικές δυνάμεις και πως συλλειτουργούν ολ αὐτὰ συγχρόνως αρμονικά κάτω από την προστασία και την πρόνοια του Θεού!

Όλα είναι στην πρόνοια του Θεού. Βλέπετε τα πεύκα;

Πόσες βελόνες έχει το κάθε πεύκο; Μπορείτε να τις μετρήσετε;

Ο Θεός, όμως, τις γνωρίζει και χωρίς τη δική Του θέληση ούτε μια δεν πέφτει κάτω. Όπως και τις τρίχες της κεφαλής μας και αυτές όλες είναι ηριθμημένες. Εκείνος φροντίζει και για τις πιο μικρές λεπτομέρειες της ζωής μας, μας αγαπάει, μας προστατεύει.

Εμείς ζούμε σαν να μην αισθανόμαστε το μεγαλείο της Θείας πρόνοιας. Ο Θεός είναι πολύ μυστικός. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τις ενέργειές Του.

Μη νομίζετε ότι ο Θεός το έκανε έτσι και μετά το διόρθωσε. Ο Θεός είναι αλάθητος. Δεν διορθώνει τίποτε. Ποιος είναι, όμως, ο Θεός στο βάθος, στην ουσία, εμείς δεν το γνωρίζουμε. Τις βουλές του Θεού δεν μπορούμε να τις εξιχνιάσουμε.

“Ου γαρ εισίν αι βουλαί μου, ώσπερ αι βουλαί υμών, ουδ ὥσπερ αι οδοί υμών αι οδοί μου, λέγει Κύριος, αλλ ὡς απέχει ο ουρανός  από της γης, ούτως απέχει η οδός μου από των οδών υμών και τα διανοήματα υμών από της διανοίας μου”.

Όταν ο Θεός μας δωρίσει το χάρισμα της ταπεινώσεως, τότε όλα τα βλέπουμε, όλα τα αισθανόμαστε, τότε Τον ζούμε τον Θεό πολύ φανερά. Όταν δεν έχουμε την ταπείνωση, δεν βλέπουμε τίποτε. Το αντίθετο, όταν αξιωθούμε της αγίας ταπεινώσεως, τα βλέπουμε όλα, τα χαιρόμαστε όλα. Ζούμε τον Θεό, ζούμε τον Παράδεισο μέσα μας, που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Θα σας διηγηθώ κάτι -δεν ξέρω αν το έχετε διαβάσει στο Γεροντικό- που δείχνει την Πρόνοια του Θεού και τη δύναμη της προσευχής του γέροντα.

Ένας Γέροντας έστειλε τον υποτακτικό του, τον Παϊσιο, να πάει σε μια δουλειά κάπου μακριά απ τὴν ασκητική του καλύβα. Εκείνος βάδιζε, βάδιζε ώρες. Ήταν μεσημέρι. Ο ήλιος έκαιγε. Είδε ένα μεγάλο βράχο που είχε σκια και πήγε και ξαπλώθηκε κάτω απ τὴ σκια του βράχου να ξεκουραστεί και εκεί αποκοιμήθηκε. Εκεί που κοιμόταν -η κοιμόταν η ήταν έτσι σε μια κατάσταση χαλαρώσεως- βλέπει τον Γέροντά του να του λέει:

- Παϊσιε, Παϊσιε, σήκω πάνω και φεύγα απ αὐτοῦ!

Κι όπως τον άκουσε τον Γέροντά του να του φωνάζει δυνατά, σηκώθηκε πάνω κι έκανε πέρα. Μόλις πήγε λίγο πέρα, πέντε-έξι βήματα, “γουώωπ!”, είδε το βράχο που έπεφτε. Θα τον πλάκωνε σαν το πουλί στην παγίδα. Δεν θα του άφηνε ούτε κοκκαλάκι, δηλαδή. Ήταν πολύ μακριά ο Γέροντας απ τὸν Παϊσιο κι όμως τον είδε.

Αυτή είναι η πρόνοια του Θεού. Τα λόγια του Κυρίου επαληθεύονται:

“Σημεία δε τοις πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει, εν τω ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς, όφεις άρουσι, καν θανάσιμον τι πίωσιν, ου μη αυτούς βλάψει, επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι και καλώς έξουσιν”.

Μπορούμε να σκεπτόμαστε και να λέμε:

- Θεέ μου, είσαι πανταχού παρών και τα βλέπεις όλα, όπου κι αν είμαι. Παρακολουθείς με στοργή το κάθε μου βήμα.

Να επαναλαμβάνουμε με τον Δαβίδ:

“Που πορευθώ από του πνεύματός Σου και από του προσώπου Σου που φύγω; Εάν ανεβώ εις τον ουρανόν, Συ εκεί ει, εάν καταβώ εις τον Άδην, πάρει, εάν αναλάβοιμι τας πτέρυγάς μου κατ ὄρθρον και κατασκηνώσω εις τα έσχατά της θαλάσσης, και γαρ εκεί η χειρ Σου οδηγήσει με κα καθέξει με η δεξιά Σου”.


Αυτό βέβαια δεν αρκεί που το γνωρίζουμε, αλλά είναι μεγάλη ενίσχυση και παρηγοριά, όταν το πιστεύουμε, όταν το ζούμε, όταν το ενστερνιζόμαστε”.

Άγιοι Θεράπων, Μακάριος, Μάρκιος και Μαρκία

 Στον Συναξαριστή του Delehaye (σ. 774, 7) κατά την 26η Ιουνίου αναφέρεται η μνήμη του μάρτυρα Θεράποντα, συνοδευμένη με τους τρεις πιο πάνω μάρτυρες. Ποιοι είναι αυτοί, μας είναι άγνωστο. Από τον Άγιο Νικόδημο δεν αναφέρεται η μνήμη τους. Μόνο, κατά την 27η Ιουνίου μνημονεύονται οι Μάρκιος και Μαρκία δια ξίφους τελειωθέντες.


Άγιος Δαβίδ ο νέος Οσιομάρτυρας

 Ο Άγιος Οσιομάρτυρας Δαβίδ καταγόταν από τις Κυδωνίες (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας. Οι κάτοικοι των Κυδωνιών είχαν αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση με το Άγιον Όρος, καθώς υπήρχαν δύο αγιορείτικα μετόχια στην πόλη τους, ένα της μονής Ιβήρων και ένα της μονής Παντοκράτορος. Έτσι, όταν ο Δαβίδ εγκατέλειψε τη γενέτειρά του, επισκέφθηκε το Άγιον Όρος και διέμενε κοντά σε κάποιον συμπατριώτη του, αδελφό της Σκήτης της Αγίας Άννης, όπου αργότερα εκάρη και ο ίδιος μοναχός.


Ο Όσιος Δαβίδ κατά τη διάρκεια της μοναχικής του πολιτείας, κινούμενος από θείο ζήλο, ανέλαβε την πρωτοβουλία, αφού πρώτα έλαβε την ευλογία του γέροντός του, να επισκεφθεί τη Σμύρνη, για να συλλέξει χρήματα για την ανοικοδόμηση των ερειπωμένων ναών της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και της Θεοτόκου στο Άγιον Όρος. Μετά την αποπεράτωση των εργασιών στους δύο ναούς, οικοδόμησε και δύο δεξαμενές νερού, καθώς και μία σειρά κελιά για τους προσκυνητές. Δεν παρέμεινε όμως άλλο στο Άγιον Όρος, αλλά φλεγόμενος από τον πόθο του μαρτυρίου επισκέφθηκε τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, όπου προκάλεσε τους Τούρκους, ονειδίζοντάς τους για τη θρησκεία τους. Αυτοί τον συνέλαβαν και, αφού τον εξυλοκόπησαν άγρια, τον απέπεμψαν από την πόλη τους. Έτσι, χωρίς να πραγματοποιήσει την επιθυμία του επέστρεψε στη Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου εξομολογήθηκε στο γέροντά του το διακαή πόθο του για το μαρτύριο. Ο πνευματικός του, φοβούμενος για την έκβαση μιας τέτοιας πράξεως, προσπάθησε να τον αποτρέψει, χωρίς όμως τελικά να το επιτύχει. Ο Όσιος Δαβίδ επισκέφθηκε στις Καρυές τον Επίσκοπο πρώην Χριστουπόλεως Παγκράτιο, από τον οποίο έλαβε την ευλογία για να προχωρήσει στο μαρτύριο, και κατόπιν ήλθε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί πληροφορήθηκε για την εξώμοση ενός μοναχού από τη Βατοπαιδινή Σκήτη του Αγίου Δημητρίου. Ο Όσιος Δαβίδ τον επισκέφθηκε και προσπάθησε να τον μεταπείσει· μάταια όμως, γιατί ο αρνησίθρησκος επέμενε στην πλάνη του. Οι Τούρκοι, οι οποίοι φρουρούσαν τον εξωμότη, συνέλαβαν τον Όσιο και αφού τον εκτύπησαν, τον παρέδωσαν στον κριτή, για να δικασθεί. Ο κριτής, φοβούμενος μήπως ο Όσιος Δαβίδ καταφέρει να μεταπείσει τον εξωμότη, διέταξε την άμεση θανάτωση του Οσίου. Την ίδια νύχτα λοιπόν, στις 26 Ιουνίου του 1813 μ.Χ., ο Όσιος Δαβίδ ο Κυδωνιεύς ευρήκε μαρτυρικό θάνατο δι’ απαγχονισμού.


Ιδιαίτερα τιμάται ο Οσιομάρτυς Δαβίδ στη Σκήτη της Αγίας Άννης του Αγίου Όρους.

Όσιος Ιωάννης επίσκοπος Γοτθίας

 Ο Όσιος Ιωάννης γεννήθηκε στις αρχές του 8ου αιώνα μ.Χ., την εποχή που αυτοκράτορας ήταν ο Λέοντας ο Ίσαυρος και καταγόταν από τους τόπους της Κριμαίας. Διακρίθηκε από παιδί για την ενάρετη ζωή του και το ζήλο του για την πίστη. Οι γονείς του ονομάζονταν Λέων και Φωτεινή και την ευσέβεια τους την μετέδωσαν και στον γιο τους.


Στα χρόνια της εικονομαχίας, ο Ιωάννης είχε εκκλησιαστική επικοινωνία περισσότερο με τη Ρώμη, που δεν την επηρέαζε η πληγή αυτή της Ανατολής. Σαν επίσκοπος Γοτθίας ο Ιωάννης υπήρξε διδακτικός και φιλάνθρωπος. Παρέμεινε απλός, ταπεινόφρων, φτωχός και αφιλάργυρος, αδελφός των ιερέων και πατέρας των λαϊκών του


Κάποια αιματηρή στάση, ανάγκασε τον καλό ποιμένα να καταφύγει με πολλούς χριστιανούς στην Αμάστριδα του Ευξείνου Πόντου. Εκεί έμεινε τέσσερα χρόνια και πέθανε το 780 μ.Χ. ευεργετώντας, μέχρι την τελευταία του στιγμή. Κλήρος και λαός τον έθαψαν με μεγάλες τιμές.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Δαβίδ από τη Θεσσαλονίκη

 Ο Όσιος Δαβίδ καταγόταν από τη βόρεια Μεσοποταμία, που ήταν μεγάλο μοναστικό κέντρο, και γεννήθηκε περί το 450 μ.Χ. Για λόγους που δεν αναφέρονται ήλθε στη Θεσσαλονίκη μαζί με το μοναχό Αδολά. Κατά το βιογράφο τους ο Όσιος εισήλθε αρχικά στη μονή των Αγίων Μαρτύρων Θεοδώρου και Μερκουρίου, επιλεγομένη Κουκουλλιατών, της οποίας η τοποθεσία προσδιορίζεται «ἐν τῷ ἀρκτικῷ μέρει τῆς πόλεως πλησίον τοῦ τείχους ἐν ᾧ ἐστι τὸ παραπόρτιον τῶν Ἀπροΐτων». Το προσωνύμιο «Κουκουλλιατῶν» ή «Κουκουλλατῶν» δηλώνει τους μοναχούς που έφεραν κουκούλιο, ίσως κατά ιδιάζοντα τρόπο, αν κρίνει κανείς από τις σωζόμενες απεικονίσεις του Οσίου, δηλαδή ριγμένο στους ώμους. Η θέση της μονής πρέπει να αναζητηθεί βορειοανατολικά της Ακροπόλεως, εκεί όπου αναγνωρίζεται το τοπωνύμιο «Κῆπος τοῦ Προβατᾶ».


Τα παραδείγματα των αγίων ανδρών της Παλαιάς Διαθήκης, ιδιαιτέρως του Προφήτου και βασιλέως Δαβίδ, ο οποίος «τριετῆ χρόνον ᾐτήσατο, ἵνα δοθῇ αὐτῷ χρηστότης καὶ παιδεία καὶ σύνεσις», ώθησαν τον Όσιο Δαβίδ να αποφασίσει να καθίσει σε δένδρο αμυγδαλέας μέχρι ο Κύριος να του αποκαλύψει το θέλημά Του και να του χαρίσει σύνεση και ταπείνωση. Στο τέλος της τριετίας εμφανίσθηκε στον Όσιο Άγγελος Κυρίου, ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι εισακούσθηκε η παράκλησή του και η δοκιμασία του ως δενδρίτου ασκητού έληξε. Ο Άγγελος του είπε να κατέλθει από το δένδρο και να συνεχίσει τον ασκητικό του βίο σε κελί αινών και ευλογών τον Θεό. Ο Όσιος κοινοποίησε την οπτασία αυτή στους μαθητές του, ζητώντας τη βοήθειά τους για την κατασκευή του κελιού. Η είδηση γρήγορα έφθασε στον Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Δωρόθεο και σε όλη την πόλη.


Όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός με τη Νεαρά 11, του 535 μ.Χ., απέσπασε από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τις βόρειες περιοχές του Ιλλυρικού και ανύψωσε την ιδιαίτερή του πατρίδα σε Αρχιεπισκοπή, υπό τον τίτλο της Νέας Ιουστινιανής, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ήταν ο Αριστείδης, ο οποίος αν και αποδέχθηκε τη μεταβολή, προσπάθησε όμως να περισώσει την πολιτική σημασία της πόλεως, με την επαναφορά της έδρας του υπάρχου του Ιλλυρικού από την Πρώτη Ιουστινιανή στη Θεσσαλονίκη. Ενώ η διάσπαση της εκκλησιαστικής διοικήσεως δεν μείωνε την αξία της Θεσσαλονίκης, η μετάθεση της έδρας της υπαρχίας συνιστούσε σοβαρό υποβιβασμό της πόλεως. Το αίτημα λοιπόν των Θεσσαλονικέων, καθώς και η επιθυμία του υπάρχου Δομνίκου, ήταν η επαναφορά της έδρας στη Θεσσαλονίκη, ιδέα που ενστερνίσθηκε με ενθουσιασμό ο Αρχιεπίσκοπος Αριστείδης. Στο σημείο αυτό ζητήθηκε η βοήθεια του Οσίου Δαβίδ για τη μεταφορά του αιτήματος στον Ιουστινιανό, διότι ο Αρχιεπίσκοπος, όπως ο Βίος εξηγεί, δεν μπορούσε «καταλιπεῖν τὴν πόλιν ἀδιοίκητον» και να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Εκτός των άλλων όμως, η προτίμηση του Οσίου Δαβίδ δείχνει τη βαρύτητα, αλλά και τις δυσχέρειες που προβλεπόταν ότι θα συναντούσε ένα παρόμοιο αίτημα στον Ιουστινιανό, ο οποίος προσφάτως είχε τιμήσει την ιδιαίτερή του πατρίδα, Πρώτη Ιουστινιανή, με τις έδρες της νέας Αρχιεπισκοπής και της υπαρχίας. Μετά από τόσα χρόνια εγκλεισμού ο Όσιος εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στο φως του ήλιου. Η μορφή του είχε αλλάξει. Τα μαλλιά του είχαν μακρύνει μέχρι την οσφύ αυτού και τα γένια του μέχρι τους πόδες του, το δε άγιο πρόσωπό του έλαμπε σαν τις ακτίνες του ήλιου. Συνοδευόμενος από δύο μαθητές του, τον Θεόδωρο και τον Δημήτριο, απέπλευσε προς τη Βασιλεύουσα. Η φήμη όμως του Οσίου είχε προτρέξει. Έτσι, όταν έφθασε εκεί, όλη η Πόλη τον υποδέχθηκε. Η υποδοχή του από τη Θεοδώρα, σύζυγο του Ιουστινιανού, καθώς και οι τιμές και ο σεβασμός της προς το πρόσωπο του Οσίου, προκάλεσαν τον θαυμασμό όλων των παρισταμένων. Η Θεοδώρα κινήθηκε δραστήρια• έτσι, όταν επέστρεψε ο Ιουστινιανός, ο οποίος απουσίαζε σε επίσημες υποχρεώσεις, φρόντισε να προκαταλάβει τη γνώμη του θετικά υπέρ του Οσίου Δαβίδ, με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να προσκαλέσει τον Όσιο ενώπιον της συγκλήτου. Ο Όσιος παρουσιάσθηκε στη σύγκλητο κατά τρόπο θεαματικό κρατώντας στα χέρια του φωτιά με θυμίαμα που δεν κατέκαιγε τη σάρκα του. Το παράστημα του Οσίου καθώς και το προφανές θαύμα επέβαλε σε όλους κλίμα δέους και κατανύξεως, ώστε ο βασιλέας πρόθυμα ικανοποίησε το αίτημά του με σπουδή.


Κομίζοντας τα αγαθά νέα ο Όσιος απέπλευσε για τη Θεσσαλονίκη, την οποία όμως έμελλε μόνο από μακριά να ξαναδεί, διότι μόλις το πλοίο παρέκαμψε το ακρωτήριο εκείνος παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό. Το γεγονός συνέβη μεταξύ των ετών 535 – 541 μ.Χ.


Η είδηση της αφίξεως του ιερού λειψάνου του Οσίου κάτω από τις συνθήκες αυτές συγκλόνισε ολόκληρη την πόλη της Θεσσαλονίκης. Το σκήνωμα του Οσίου Δαβίδ αρχικά κατατέθηκε στον τόπο, όπου είχαν αποτεθεί παλαιότερα τα ιερά λείψανα των Μαρτύρων Θεοδούλου και Αγαθόποδος, στα δυτικά του λιμανιού. Ο Αρχιεπίσκοπος Αριστείδης με πολλή θλίψη όρισε πάνδημη κηδεία. Το λείψανο του Οσίου ενταφιάσθηκε στη μονή του, των Απροΐτων, σύμφωνα με την επιθυμία του.


Εκατόν πενήντα χρόνια μετά την κοίμηση του Οσίου, περί το 685 – 690 μ.Χ., έγινε μία προσπάθεια για τη διάνοιξη του τάφου, όταν ο ηγούμενος της μονής των Απροΐτων Δημήτριος «ἠθέλησεν ἀπὸ πολλὴν πίστιν λαβεῖν τι μέρος ἐκ τοῦ ἁγίου αὐτοῦ λειψάνου». Μόλις όμως ξεκίνησε η εργασία αυτή, η πλάκα που κάλυπτε τον τάφο έσπασε και αυτό θεωρήθηκε ως φανέρωση του θελήματος του Οσίου να μη θιγεί. Το ιερό λείψανο παρέμεινε στην αρχική του θέση μέχρι την εποχή των σταυροφοριών. Κατά την περίοδο της λατινικής κυριαρχίας του μομφερρατικού οίκου στη Θεσσαλονίκη (1204 – 1222 μ.Χ.), το ιερό λείψανο μεταφέρθηκε στην Ιταλία και το 1236 μ.Χ. απαντάται στην Παβία, απ’ όπου μεταφέρθηκε στο Μιλάνο, το 1967 μ.Χ.


Τελικά, το σεπτό λείψανο του Οσίου Δαβίδ μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη και κατατέθηκε στη βασιλική του Αγίου Δημητρίου στις 16 Σεπτεμβρίου 1978 μ.Χ.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὡς φοῖνιξ ἐξήνθησας, τῶν ἀρετῶν τοὺς καρπούς, ἀσκήσας ὡς ἄσαρκος, ἀμυγδαλῆς ἐν φυτῷ, Δαβὶδ Πάτερ Ὅσιε. Ὅθεν Θεσσαλονίκη, τοὶς ὀσίοις σου πόνοις, χάριν παρὰ Κυρίου, δαψιλῆ καρπουμένη, γεραίρει ὡς μεσίτην σέ, θερμὸν πρὸς τὸν Κύριον.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. δ’.

Ἐν σοὶ Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβὼν γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Δαυῒδ τὸ πνεῦμά σου.


Έτερον Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τῇ ἀγάπῃ τοῦ Λόγου Πάτερ πτερούμενος, ἐπὶ τοῦ δένδρου διῆλθες ἀγγελικὴν βιοτήν, καὶ ἐξήνεγκας ἡμῖν καρποὺς τῆς χάριτος· ἐξ ὧν τρυφῶντες νοητῶς, ἐκβοῶμέν σοι πιστῶς, Δαβὶδ Ὁσίων ἀκρότης· μὴ διαλίπῃς πρεσβεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψηχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.

Ὡς μιμητήν, τῶν οὐρανίων τάξεων, καὶ ἀγαθῶν, τῶν ἐπιγείων πάροικον, ἀπαξίως μακαρίζομεν, σὲ ὦ Δαβὶδ θεομακάριστε· τὸν βίον γὰρ ὡς ἄγγελος ἐτέλεσας, καὶ θείων δωρημάτων κατετρύφησας, ἐξ ὧν καὶ ἡμῖν μετάδος Ὅσιε.


Μεγαλυνάριον

Ἤνεγκας ὡς κλῆμα ἐν τῇ Ἐδέμ, ἑστὼς ὑπὲρ φύσιν, ἐπὶ δένδρου πάτερ Δαβίδ, βότρυας ἡδίστους, ἠθῶν δικαιοσύνης, δι΄ὧν ἀεὶ εὐφραίνεις τοὺς σὲ γεραίροντας.


Κάθισμα

Ἦχος πλ. δ'. Τὴν σοφίαν καὶ Λόγον.

Ἐγκρατείᾳ τὰ πάθη τὰ τῆς σαρκός, τῇ ψυχῇ ὑποτάξας Πάτερ σοφέ, ὡράθης μακάριε, μετὰ σώματος Ἄγγελος, καλιὰν δὲ πήξας, ὡς ὄρνις εὐκέλαδος, ἐν φυτῷ εἰς ὕψος, τὸν νοῦν ἀνεπτέρωσας· ὅθεν τῶν θαυμάτων, ἐνεργείας πλουτήσας, μετῆλθες πρὸς Κύριον, ὃν ἐκ βρέφους ἐπόθησας· διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τὴν ἁγίαν μνήμην σου.