Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2017

Μέγας Βασίλειος - Λόγος Α´ γιὰ τὴ Νηστεία

Ἡ νηστεία εἶναι πρόσταγμα προφητικό.

1. «Νὰ σαλπίσετε, λέγει, κατὰ τὴν πρώτη ἡμέρα τοῦ μῆνα μὲ τὴν σάλπιγγα, καθὼς καὶ κατὰ τὴν ἐπίσημη ἡμέρα τῆς μεγάλης ἑορτῆς σας» (Ψαλμ. 80, 4).

Αὐτὸ εἶναι πρόσταγμα προφητικό. Γιὰ μᾶς δὲ ἀπὸ τὴν σάλπιγγα πιὸ μεγαλόφωνο καὶ ἀπὸ κάθε ὄργανο μουσικὸ πιὸ ἐπίσημο, τὴν ἀναμενόμενη ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν ὑποδηλώνουν τὰ ἀναγνώσματα (Ἡσ. 58, 4-6). Διότι ἐγνωρίσαμε τὴν χάρη τῶν νηστειῶν ἀπὸ τὸν Ἡσαΐα, ποὺ ἀπέῤῥιψε μὲν τὸν ἰουδαϊκὸ τρόπο τῆς νηστείας, τὴν δὲ ἀληθινὴ νηστεία σὲ μᾶς ἔδειξε. «Νὰ μὴ νηστεύετε χάριν διαμάχης καὶ ἔριδος», «ἀλλὰ νὰ καταργήσεις κάθε σύνδεσμο ἀδικίας» (Ἡσ. 63, 6). Καὶ ὁ Κύριος λέγει· «νὰ μὴ γίνεσθε σκυθρωποί, ἀλλὰ νὰ νίψεις τὸ πρόσωπό σου, καὶ νὰ ἀλείψεις τὸ κεφάλι σου» (Ματθ. 6, 16-17). Ἂς συμπεριφερθοῦμε λοιπόν, ὅπως ἐδιδαχθήκαμε, νὰ μὴ φαινόμαστε σκυθρωποὶ γιὰ τὶς ἡμέρες ποὺ ἔρχονται, ἀλλὰ μὲ φαιδρὸ πρόσωπο πρὸς αὐτές, ὅπως πρέπει στοὺς ἁγίους, νὰ συμπεριφερόμαστε. Κανεὶς ἄκαρδος δὲν στεφανώνεται, κανεὶς κατηφὴς δὲν στήνει τρόπαιο. Νὰ μὴ σκυθρωπάσεις ἐνῷ δέχεσαι περιποιήσεις. Εἶναι ἄτοπο νὰ μὴ χαιρόμαστε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ νὰ λυπόμαστε μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῶν τροφῶν καὶ νὰ φαινόμαστε ὅτι χαριζόμαστε στὴν ἡδονὴ τῆς σάρκας, παρὰ στὴν ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς. Διότι ὁ μὲν κορεσμὸς σταματᾷ τὴν εὐχαρίστηση στὴν κοιλιά, ἡ δὲ νηστεία ἀνεβάζει τὸ κέρδος στὴν ψυχή. Νὰ χαίρεσαι διότι σοῦ ἔχει δοθεῖ ἀπὸ τὸν ἰατρὸ φάρμακο ποὺ καταστρέφει τὴν ἁμαρτία. Διότι ὅπως ἀκριβῶς στὰ ἔντερα τῶν παιδιῶν τὰ ἀναζωογονούμενα σκουλήκια ἐξαφανίζονται μὲ κάποια δραστικὰ φάρμακα, ἔτσι καὶ τὴν ἁμαρτία, ποὺ βρίσκεται στὸ βάθος τῆς ψυχῆς, τὴν σκοτώνει ἡ νηστεία ποὺ εἰσχωρεῖ στὴν ψυχή, ἡ ὁποία νηστεία εἶναι πράγματι ἀξία τοῦ ὀνόματός της.

Ἡ νηστεία νὰ γίνεται χωρὶς ὑποκρισία. Κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα.

2. «Ἄλειψε τὸ κεφάλι σου καὶ πλῦνε τὸ πρόσωπό σου» (Ματθ. 6, 17). Σὲ μυστήρια σὲ καλεῖ ὁ λόγος. Αὐτὸς ποὺ ἀλείφθηκε ἐμυρώθηκε· αὐτὸς ποὺ ἐνίφθηκε ἐκαθαρίσθηκε. Νὰ ἐννοεῖς τὴ νομοθεσία στὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο. Νὰ καθαρίσεις τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα. Νὰ χρίσεις τὸ κεφάλι σου μὲ χρῖσμα ἅγιο, γιὰ νὰ γίνεις μέτοχός του Χριστοῦ, καὶ ἔτσι νὰ προσέλθεις στὴ νηστεία. Νὰ μὴν ἀλλοιώσεις τὸ πρόσωπό σου ὅπως ἀκριβῶς oι ὑποκριτές. Τὸ πρόσωπο ἀμαυρώνεται, ὅταν ἡ ἐσωτερικὴ διάθεση ἐπισκιάζεται μὲ τὸ ἐπίπλαστο ἐξωτερικὸ σχῆμα, καλυπτόμενη μὲ τὸ ψεῦδος σὰν μὲ παραπέτασμα. Ὑποκριτὴς εἶναι αὐτὸς ποὺ ὑποδύεται ξένο πρόσωπο στὸ θέατρο· ἐνῷ εἶναι δοῦλος, πολλὲς φορὲς ὑποδύεται τὸ πρόσωπο τοῦ κυρίου, καὶ ἐνῷ εἶναι πολίτης, τὸ πρόσωπο τοῦ βασιλέως. Ἔτσι καὶ στὸν βίο αὐτό, σὰν στὴ σκηνὴ τῆς δικῆς τους ζωῆς, οἱ πολλοὶ παίζουν θέατρο, ἄλλα μὲν φέροντας στὴν καρδιά, ἄλλα δὲ δεικνύοντας φανερὰ στοὺς ἀνθρώπους. Νὰ μὴν ἀλλοιώνεις λοιπὸν τὸ πρόσωπό σου. Ὅποιος εἶσαι, τέτοιος νὰ φαίνεσαι· νὰ μὴν ὑποκρίνεσαι τὸν σκυθρωπό, ἐπιδιώκοντας τὴν δόξα ἀπὸ τοῦ νὰ φαίνεσαι ἐγκρατής. Διότι οὔτε εὐεργεσία ποὺ διατυμπανίζεται εἶναι ὄφελος, καὶ κανένα κέρδος δὲν προέρχεται ἀπὸ νηστεία ποὺ δημοσιεύεται. Διότι ἐκεῖνα ποὺ γίνονται ἐπιδεικτικὰ δὲν προεκτείνουν τὸν καρπὸ στὴ μέλλουσα ζωή, ἀλλὰ τὸν περιορίζουν στὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Τρέξε λοιπὸν μὲ χαρὰ στὴ δωρεὰ τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία εἶναι ἀρχαῖο δῶρο· δὲν παλαιώνει καὶ δὲν γηράσκει, ἀλλὰ πάντοτε ἀνανεούμενο, ἀνθίζει πάντοτε γιὰ νὰ φέρει ὥριμους καρπούς.

3. Νομίζεις ὅτι ὑπολογίζω τὴν ἀρχαιότητά της ἀπὸ τὸ νόμο; Ἡ νηστεία εἶναι παλαιότερη καὶ ἀπὸ τὸ νόμο. Ἐὰν ἀναμείνεις λίγο, θὰ βρεῖς τὴν ἀλήθεια τοῦ λόγου.

Ἡ νηστεία εἶναι ἡ πρώτη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ στὸν Παράδεισο. Ἡ παράβασή της ἀπὸ τοὺς πρωτοπλάστους εἶναι ἡ πτώση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους στὴν ἁμαρτία.

Μὴ νομίζεις ὅτι ἡ ἡμέρα τοῦ ἐξιλασμοῦ, ποὺ ἔχει διαταχθεῖ γιὰ τὸν Ἰσραὴλ τὸν ἕβδομο μήνα (Λευϊτ. 16 - 29· 23, 27), τὴν δεκάτη ἡμέρα τοῦ μῆνα, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς νηστείας. Ἔλα λοιπόν, βαδίζοντας μέσῳ τῆς ἱστορίας, ἐρεύνησε τὴν ἀρχαιότητά της. Διότι δὲν εἶναι νεώτερο τὸ ἐφεύρημα. Τὸ κειμήλιο εἶναι τῶν πατέρων. Κάθε τί ποὺ εἶναι ἀρχαῖο, εἶναι σεβαστό. Νὰ σέβεσαι τὴν παλαιότητα τῆς νηστείας. Εἶναι συνομήλικη μὲ τὴν ἀνθρωπότητα· ἡ νηστεία ἐνομοθετήθηκε στὸν παράδεισο. Εἶναι ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ ἔλαβε ὁ Ἀδάμ· «ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ δὲν θὰ φᾶτε» (Γεν. 2, 17). Τὸ «δὲν θὰ φάγετε» εἶναι νομοθεσία νηστείας καὶ ἐγκρατείας. Ἐὰν εἶχε νηστεύσει ἀπὸ τὸν καρπὸ τοῦ δένδρου ἡ Εὔα, τώρα δὲν θὰ εἴχαμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴ νηστεία αὐτή. «Διότι δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἰατροῦ οἱ ὑγιεῖς, ἀλλὰ οἱ ἄῤῥωστοι» (Ματθ. 9, 12).

Ἡ μετάνοια χωρὶς τὴν νηστεία εἶναι ἀργὴ

Ἐπάθαμε πολλὰ κακὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία· ἂς θεραπευθοῦμε μὲ τὴν μετάνοια. Ἡ μετάνοια δὲ χωρὶς τὴ νηστεία εἶναι ἀργή. «Καταραμένη ἡ γῆ, ἀγκάθια καὶ τριβόλια νὰ σοῦ βλαστάνει» (Γεν. 3, 17-18). Ἐπροστάχθηκες νὰ δοκιμάζεσαι, ὄχι βέβαια νὰ ζεῖς τρυφηλῶς. Μὲ τὴ νηστεία νὰ ἐξομολογεῖσαι στὸν Θεό. Ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος ζωῆς στὸν παράδεισο εἶναι εἰκόνα νηστείας, ὄχι μόνον διότι ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ νὰ εἶναι ὁμοτράπεζος τῶν ἀγγέλων κατώρθωνε μὲ τὴν ὀλιγάρκεια τὴν ὁμοίωση πρὸς αὐτούς, ἀλλὰ διότι καὶ ὅσα ὕστερα ἐφεῦρε ἡ διάνοια τῶν ἀνθρώπων, δὲν εἶχαν ἐπινοηθεῖ ἀκόμη ἀπὸ τοὺς τρεφομένους στὸν παράδεισο· ὄχι ἀκόμη οἰνοποσίες, ὄχι ἀκόμη ζωοθυσίες· οὔτε ὅσα θολώνουν τὸν ἀνθρώπινο νοῦ.

Μὲ τὴ νηστεία ἐπανερχόμαστε στὸν Παράδεισο.

4. Ἐπειδὴ δὲν ἐνηστεύσαμε, ἐφύγαμε ἀπὸ τὸν παράδεισο· ἂς νηστεύσουμε λοιπόν, γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε σ᾿ αὐτόν. Δὲν βλέπεις τὸν Λάζαρο, πῶς μὲ τὴ νηστεία μπῆκε στὸν παράδεισο; (Λουκ. 16, 20-31). Νὰ μὴν μιμηθεῖς τὴν παρακοὴ τῆς Εὔας, νὰ μὴν παραδεχθεῖς τὸ φίδι πάλι σὰν σύμβουλο, ποὺ προτείνει τὴν βρώση, φροντίζοντας γιὰ τὸ σῶμα.

Στοὺς ἀσθενεῖς ἐπιβάλλεται ὄχι ἡ ποικιλία τῶν φαγητῶν ἀλλὰ ἡ νηστεία καὶ ἡ δίαιτα.

Νὰ μὴν προφασίζεσαι ἀῤῥώστια τοῦ σώματος καὶ ἀδυναμία. Διότι τὶς δικαιολογίες δὲν τὶς λέγεις σὲ μένα, ἀλλὰ σ᾿ αὐτὸν ποὺ γνωρίζει. Πές μου, δὲν μπορεῖς νὰ νηστεύεις; Μπορεῖς ὅμως νὰ παραχορταίνεις γιὰ ὅλη τὴ ζωὴ καὶ νὰ συντρίβεις τὸ σῶμα σου μὲ τὸ βάρος τῶν φαγητῶν. Καὶ ὅμως στοὺς ἀσθενεῖς ὄχι ποικιλία φαγητῶν, ἀλλὰ ἀσιτία καὶ δίαιτα γνωρίζω ὅτι ἐπιβάλλουν οἱ ἰατροί. Πῶς λοιπὸν σὺ ποῦ μπορεῖς αὐτά, προφασίζεσαι ὅτι δὲν μπορεῖς ἐκεῖνα; Τί εἶναι εὐκολότερο γιὰ τὴν κοιλιά, νὰ περάσει τὴ νύκτα μὲ τὴν λιτότητα τῆς δίαιτας, ἢ μὲ τὴν ἀφθονία τῶν φαγητῶν νὰ κείτεται βαρειά; Μᾶλλον δὲ μήτε νὰ κείτεται, ἀλλὰ νὰ πυκνοστριφογυρίζει παραφορτωμένη καὶ στενοχωρημένη μὲ κίνδυνο νὰ ἀνοίξει; Ἐκτὸς ἂν πεῖς ὅτι οἱ κυβερνῆτες σῴζουν εὐκολότερα τὸ βαρυφορτωμένο πλοῖο ἀπὸ τὸ καλὰ ἐφοδιασμένο καὶ ἐλαφρό. Διότι αὐτὸ μὲν τὸ ὁποῖο πιέζεται ἀπὸ τὸ πλῆθος τοῦ φορτίου, ἡ μικρὴ τρικυμία τὸ καταβυθίζει, ἐκεῖνο δὲ ποὺ ἔχει σύμμετρα τὰ ἐμπορεύματα εὔκολα διαπλέει τὴν τρικυμία, ἐπειδὴ τίποτα δὲν τὸ ἐμποδίζει νὰ ἀνέβει εὐκολότερα. Καὶ τὰ σώματα λοιπὸν τῶν ἀνθρώπων ὅταν παραφορτώνονται μὲ τὸν συνεχῆ χορτασμό, εὔκολα ὑποκύπτουν στὶς ἀσθένειες· ὅταν δὲ κάνουν χρήση στερεᾶς καὶ ἐλαφρᾶς τροφῆς, καὶ τὸ ἀναμενόμενο ἀπὸ τὴ νόσο κακὸ ξεφεύγουν, ὅπως τὴν κακοκαιρία τὸ πλοῖο καὶ τὸ ἤδη παρὸν ἐνοχλητικὸ τὸ ξεπερνοῦν, σὰν κάποια ἕφοδο δίνῃς. Ὅμως καὶ ἡ ἡσυχία κατὰ τὴν γνώμη σου εἶναι πιὸ κουραστικὴ ἀπὸ τὸ τρέξιμο καὶ ἡ ἠρεμία ἀπὸ τὴν πάλη, ἐὰν ἀκριβῶς ἰσχυρίζεσαι ὅτι καὶ ἡ τρυφὴ εἶναι καταλληλότερη ἀπὸ τὴν δίαιτα γιὰ τοὺς ἄσθενεις.

Ἡ πολυτέλεια καὶ ἡ ποικιλία τῶν φαγητῶν ἐδημιούργησε τὰ διάφορα εἴδη τῶν ἀσθενειῶν.

Διότι ἡ δύναμη ποὺ κυβερνᾷ τὸν ἄνθρωπο τὴν αὐτάρκεια καὶ τὴν λιτότητα εὔκολα μὲν ἐπεξεργάσθηκε καὶ τὴν ἔκαμε οἰκεία στὸ τρεφόμενο· ὅταν ὅμως παρέλαβε τὴν πολυτέλεια καὶ ποικιλία τῶν φαγητῶν, ἔπειτα ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε πρὸς τὸ τέλος νὰ ἀντέξει, ἐδημιούργησε τὰ διάφορα εἴδη τῶν ἀσθενειῶν.

Ἡ νηστεία στὴν Π. Διαθήκη.

5. Ἀλλ᾿ ὁ λόγος ἂς βαδίζει μὲ τὴν ἱστορία, ἐξετάζοντας τὴν ἀρχαιότητα τῆς νηστείας. Καὶ ὅπως ὅλοι οἱ ἅγιοι, σὰν κάποια πατρικὴ κληρονομιά, τὴν ἐκληρονόμησαν, ἔτσι τὴν διαφύλαξαν, παραδίνοντας ὁ πατέρας στὸ παιδί, ἀπ᾿ ὅπου καὶ σὲ μᾶς διαδοχικὰ διασώθηκε τὸ κτῆμα. Δὲν ὑπῆρχε στὸν παράδεισο οἶνος· ὄχι ἀκόμη ζωοθυσίες· ὄχι ἀκόμη κρεοφαγίες. Μετὰ τὸν κατακλυσμὸ ὁ οἶνος· μετὰ τὸν κατακλυσμό, «νὰ τρώγετε ἀπὸ ὅλα, σὰν χλωρὰ χορτάρια» (Γεν. 9, 3). Ὅταν ἀποῤῥίφθηκε ἡ τελείωση, τότε ἐπιτράπηκε ἡ ἀπόλαυση. Δεῖγμα δὲ τῆς ἀπειρίας τοῦ οἴνου ὁ Νῶε ποὺ ἀγνοοῦσε τὴν χρήση τοῦ οἴνου. Διότι ἀκόμη δὲν εἶχε εἰσέλθει στὴ ζωή, οὔτε εἶχε χρησιμοποιηθεῖ στὶς συναναστροφὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἐπειδὴ οὔτε ἄλλον εἶχε δεῖ, οὔτε ὁ ἴδιος ἐδοκίμασε, περιέπεσε ἀπρόσεκτα στὴ μέθη τοῦ οἴνου.

«Διότι ἐφύτευσε ἄμπελο ὁ Νῶε, καὶ ἤπιε ἀπὸ τὸ γέννημα τοῦ καρποῦ καὶ ἐμέθυσε» (Γεν. 9, 20-21)· ὄχι διότι ἦταν μέθυσος, ἀλλὰ διότι δὲν ἐγνώριζε τὴν μέτρια πόση. Τόσον τὸ εὕρημα τῆς οἰνοποσίας εἶναι νεώτερο ἀπὸ τὸν παράδεισο, καὶ τόσον παλαιὸς ὁ σεβασμὸς τῆς νηστείας. Ἀλλὰ ἐγνωρίσαμε ὅτι καὶ ὁ Μωύσης μὲ τὴ νηστεία ἐπλησίασε τὸ ὄρος (Ἔξοδ. 24, 18). Διότι δὲν θὰ ἀποτολμοῦσε ἐνῷ ἐκάπνιζε ἡ κορυφή, οὔτε θὰ εἶχε τὸ θάῤῥος νὰ εἰσέλθει στὸν γνόφο, ἐὰν δὲν εἶχε ὁπλισθεῖ μὲ τὸ ὅπλο τῆς νηστείας. Μὲ τὴ νηστεία ὑποδέχθηκε τὸ νόμο ποὺ ἐγράφη μὲ τὸ δάκτυλο τοῦ Θεοῦ στὶς πλάκες. Καὶ ἐπάνω μὲν ἡ νηστεία ἔγινε πρόξενος τῆς νομοθεσίας, κάτω δὲ ἡ γαστριμαργία τοὺς ἐξέτρεψε σὲ εἰδωλολατρεία. «Διότι ἐκάθισε o λαὸς γιὰ νὰ φάει καὶ νὰ πιεῖ, καὶ ἐσηκώθηκαν μετὰ γιὰ νὰ διασκεδάσουν» (Ἔξοδ. 32,6).

Ἡ μέθη καταστρέφει τὴν πνευματικότητα τοῦ ἀνθρώπου.

Σαράντα ἡμερῶν προσμονὴ μὲ νηστεία καὶ προσευχὴ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ τὴν ἀχρήστευσε μία oινοποσία. Διότι αὐτὲς τὶς πλάκες ποὺ ἔλαβε ἡ νηστεία μὲ τὸ δάκτυλο τοῦ Θεοῦ γραμμένες, αὐτὲς ἡ μέθη ἐκομμάτιασε, διότι ὁ προφήτης δὲν ἔκρινε ἄξιο νὰ νομοθετεῖται μέθυσος λαὸς ἀπὸ τὸν Θεό. Σὲ μία φευγαλέα στιγμή, μὲ τὴν γαστριμαργία, ὁ λαὸς ἐκεῖνος ποὺ εἶχε γνωρίσει τὸν Θεὸ μὲ τὰ πιὸ μεγάλα θαύματα, ἐκυλίσθηκε στὴν εἰδωλολατρικὴ τρέλα τῶν Αἰγυπτίων. Σύγκρινε καὶ τὰ δυό· πὼς δηλαδὴ ἡ νηστεία ὁδηγεῖ στὸ Θεὸ καὶ πὼς ἡ τρυφὴ προδίδει τὴν σωτηρία. Κατέβα, βαδίζοντας τὸν δρόμο πρὸς τὰ κάτω.

Τὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα τῆς νηστείας στὴν Παλαιὰ καὶ Κ. Διαθήκη.

6. Τί ἐβεβήλωσε τὸν Ἠσαῦ καὶ τὸν ἔκαμε δοῦλο τοῦ ἀδελφοῦ του; Δὲν ἦταν ἕνα φαγητό, γιὰ τὸ ὁποῖο ἐπώλησε τὰ πρωτοτόκια; (Γεν. 25, 30-34). Τὸν δὲ Σαμουὴλ δὲν τὸν ἐχάρισε στὴν μητέρα του ἡ προσευχὴ μὲ τὴ νηστεία; (Α´ Βασιλ.1, 13-16). Τί ἔκαμε τὸν Σαμψὼν ἀκαταμάχητο καὶ μεγάλο ἥρωα; Δὲν ἦταν ἡ νηστεία μὲ τὴν ὁποία συνελήφθη στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του; (Κριτ. 13, 14). Ἡ νηστεία τὸν ἐγέννησε, ἡ νηστεία τὸν ἐθήλασε, ἡ νηστεία τὸν ἔκαμε ἄνδρα, ποὺ τὴν διέταξε ὁ ἄγγελος στὴν μητέρα του. «Δὲν πρέπει νὰ φάει κανένα ἀπὸ τὰ προϊόντα της ἀμπέλου, καὶ οἶνο καὶ σίκερα [μεθυστικὰ ποτὰ] νὰ μὴν πιεῖ» (Κριτ. 13, 14). Ἡ νηστεία γεννᾷ προφῆτες, δυναμώνει δυνατούς· ἡ νηστεία κάνει σοφούς τους νομοθέτες, εἶναι καλὸ φυλακτήριο τῆς ψυχῆς, στὸ σῶμα ἀσφαλὴς σύνοικος, ὅπλο στοὺς ἀνδρείους, γυμναστήριο στοὺς ἀθλητές. Αὐτὴ ἀποκρούει τοὺς πειρασμούς· αὐτὴ προετοιμάζει πρὸς τὴν εὐσέβεια, συγκάτοικος τῆς νηφαλιότητας, δημιουργός της σωφροσύνης. Στοὺς πολέμους κάνει ἀνδραγαθήματα, στὴν εἰρήνη διδάσκει τὴν ἡσυχία. Τὸν ναζιραῖο [ἀφιερωμένος στὸν Θεὸ γιὰ 30 ἡμέρες μὲ ἀποχὴ φαγητῶν καὶ ποτῶν. Ἰσόβιοι ναζιραίοι ἦταν ὁ Σαμψὼν, Σαμουήλ, Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος. Στὸν χριστιανισμὸ ναζιραίοι καλοῦνται οἱ Μοναχοί] ἁγιάζει, καὶ κάνει τέλειο τὸν ἱερέα. Διότι δὲν εἶναι δυνατὸν χωρὶς νηστεία νὰ ἀποτολμήσει τὴν ἱερουργία· ὄχι μόνον τώρα στὴν μυστικὴ καὶ ἀληθινὴ λατρεία, ἀλλὰ καὶ στὴν τυπικὴ ποὺ γινόταν κατὰ τὸν (Μωσαϊκό) νόμο. Αὐτὴ ἔκαμε τὸν Ἠλία θεατή του μεγάλου θεάματος· διότι ἀφοῦ ἐπὶ σαράντα ἡμέρες μὲ νηστεία καθάρισε τὴν ψυχή, ἔτσι καταξιώθηκε νὰ δεῖ στὸ σπήλαιο τοῦ Χωρὴβ (Γ´ Βασιλ. 19, 8-13), ὅσον εἶναι δυνατὸν στὸν ἄνθρωπο νὰ δεῖ, τὸν Κύριο. Νηστεύοντας ἔδωσε πίσω στὴν χήρα τὸ παιδί της, ἀφοῦ ἀποδείχθηκε ἰσχυρὸς μὲ τὴ νηστεία κατὰ τοῦ θανάτου. Ἀπὸ στόμα ποὺ ἐνήστευε ἐβγῆκε ἡ φωνὴ ποὺ ἐσταμάτησε γιὰ τὸν παράνομο λαὸ τὴ βροχὴ τοῦ οὐρανοῦ γιὰ τρία χρόνια καὶ ἕξι μῆνες. Διότι γιὰ νὰ μαλακώσει τὴν ἀδάμαστη καρδιὰ τῶν σκληροτραχήλων, ἐπροτίμησε καὶ τὸν ἑαυτό του στὴν κακοπάθεια νὰ τὸν καταδικάσει μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους. Γιὰ τοῦτο «ζεῖ Κύριος, εἶπε, δὲν θὰ ὑπάρξει στὴ γῆ νερό, παρὰ μόνο μὲ τὸν λόγο μου» (Γ´ Βασιλ. 17, 1). Καὶ ἔφερε σ᾿ ὅλο τὸν λαὸ νηστεία μὲ τὴν πεῖνα, γιὰ νὰ ἐπανορθώσει τὴν κακία ποὺ εἶχε προέλθει ἀπὸ τὴν τρυφὴ καὶ τὴν μαλθακὴ ζωή. Τί λογῆς δὲ ὑπῆρξε ὁ βίος τοῦ Ἐλισσαίου; Πῶς μὲν ἐφιλοξενήθηκε ἀπὸ τὴν Σουναμίτιδα; Πῶς δὲ ὁ ἴδιος ἐδεχόταν τοὺς προφῆτες; Δὲν ἔκανε τὴν φιλοξενία μὲ ἄγρια λάχανα καὶ λίγο ἀλεῦρι; (Δ´ Βασιλ. 4, 42-44). Κι ἔτσι κάποτε μὲ τὰ χόρτα εἶχε μαζευτεῖ καὶ ἀγριοκολοκύθι, ὥστε νὰ κινδυνεύουν αὐτοὶ ποὺ θὰ ἔτρωγαν, ἐὰν μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ νηστευτῆ δὲν εἶχε ἀχρηστευθεῖ τὸ δηλητήριο. Καὶ γενικῶς, θὰ μποροῦσες νὰ βρεῖς τὴ νηστεία νὰ χειραγωγεῖ ὅλους τοὺς ἁγίους στὴν κατὰ Θεὸν πολιτεία. Ὑπάρχει κάποιο εἶδος ἀντικειμένου, ποὺ ὀνομάζουν ἀμίαντο, ἄφθορο στὴ φωτιά, ποὺ ὅταν μὲν τίθεται στὴν φλόγα φαίνεται ὅτι ἔχει ἀπανθρακωθεῖ, ὅταν δὲ τὸ βγάζουν ἀπὸ τὴ φωτιά, σὰν νὰ ἔχει λευκανθεῖ στὸ νερό, γίνεται καθαρότερο. Τέτοια ἦταν τὰ σώματα τῶν τριῶν ἐκείνων παίδων τῆς Βαβυλῶνος, ποὺ εἶχαν τὸν ἀμίαντο ἀπὸ τὴ νηστεία (Δανιὴλ 1, 8-16). Διότι στὴ μεγάλη φλόγα τῆς καμίνου, σὰν νὰ ἦσαν κατὰ τὴν φύση ἀπὸ χρυσό, ἀπεδεικνύοντο ἀνώτεροι ἀπὸ τὴν βλάβη τῆς φωτιᾶς. Δηλαδὴ ἀπεδεικνύοντο πιὸ δυνατοὶ καὶ ἀπὸ τὸν χρυσό· διότι δὲν τοὺς ἔλυωνε αὐτοὺς ἡ φωτιά, ἀλλὰ τοὺς φύλαγε ἀκέραιους. Καὶ ὅμως τίποτε δὲν θὰ συγκρατοῦσε τότε τὴν φλόγα ἐκείνη, ποὺ τὴν ἔτρεφαν νάφθα καὶ πίσσα καὶ κληματίδες, ὥστε αὐτὴ νὰ ἐξαπλώνεται σαρανταεννέα πήχεις, καὶ κατατρώγοντας τὰ γύρω ἀπ᾿ αὐτὴν πολλοὺς ἀπὸ τοὺς Χαλδαίους νὰ καταφάγει. Ἐκείνη λοιπὸν τὴν πυρκαγιὰ καταπατοῦσαν oι παῖδες, ἀφοῦ εἰσῆλθαν μὲ νηστεία, ἀναπνέοντας ἔτσι στὴν ὁρμητικὴ φωτιὰ σὰν λεπτὴ αὔρα καὶ δροσερή. Διότι ἡ φωτιὰ οὔτε τὶς τρίχες δὲν ἐπείραξε, ἐπειδὴ τὶς εἶχε ἐκθρέψει ἡ νηστεία (Δανιὴλ 3, 24- 33).

7. Καὶ ὁ Δανιήλ, ὁ ἄνδρας τῶν ἐπιθυμιῶν, αὐτὸς ποὺ τρεῖς ἑβδομάδες δὲν ἔφαγε ψωμὶ καὶ δὲν ἤπιε νερὸ (Δανιὴλ 10, 2-3) ἐδίδαξε καὶ τὰ λιοντάρια νὰ νηστεύουν, ὅταν κατέβηκε στὸ λάκκο (Δανιὴλ 6, 16-22). Διότι σὰν ἀπὸ πέτρα ἢ χαλκὸ ἢ κάποια ἄλλη στερεὰ ὕλη νὰ ἦταν κατασκευασμένος, τὰ λιοντάρια δὲν μποροῦσαν νὰ μπήξουν τὰ δόντια τους. Ἔτσι ἡ νηστεία, ἀφοῦ ἐδυνάμωσε τὸ σῶμα τοῦ ἀνδρὸς ὅπως ἡ βαφὴ τὸ σίδηρο, τὸ ἔκανε ἀδάμαστο στὰ λιοντάρια· διότι δὲν ἄνοιγαν τὸ στόμα κατὰ τοῦ ἁγίου. Ἡ νηστεία «ἔσβησε τὴν δύναμη τῆς φωτιᾶς, ἔφραξε τὰ στόματα τῶν λιονταριῶν» (Ἑβρ. 11, 33-34).

Τὰ ἀγαθὰ τῆς νηστείας.

Ἡ νηστεία ἀναπέμπει τὴν προσευχὴ στὸν οὐρανό, μὲ τὸ νὰ γίνεται σ᾿ αὐτὴν κατὰ κάποιο τρόπο φτερὸ πρὸς τὴν ἄνω πορεία της. Ἡ νηστεία εἶναι προκοπὴ τῶν οἴκων, ὑγείας μητέρα, νεότητος παιδαγωγός, στολίδι στοὺς γέροντες, καλὴ συνοδοιπόρος στοὺς πεζοπόρους, ἀσφαλὴς ὁμόσκηνος στοὺς συγκατοίκους. Ὁ ἄνδρας δὲν ὑποψιάζεται κίνδυνο τοῦ γάμου, ὅταν βλέπει τὴν γυναῖκα νὰ ζεῖ μὲ τὴ νηστεία. Δὲν λυώνει ἡ γυναῖκα ἀπὸ τὴν ζηλοτυπία, ὅταν βλέπει τὸν ἄνδρα νὰ νηστεύει. Ποιὸς ἐζημίωσε τὸ σπίτι του μὲ τὴ νηστεία; Ὑπολόγισε σήμερα τὰ πράγματα τοῦ σπιτιοῦ καὶ ὑπολόγισε τὰ καὶ μετά· δὲν θὰ λείψει τίποτε μὲ τὴ νηστεία ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα στὸ σπίτι. Κανένα ζῷο δὲν βγάζει κραυγὲς θανάτου, πουθενὰ αἷμα, πουθενὰ ἀπόφαση, ποὺ ὑπαγορεύεται κατὰ τῶν ζῴων ἀπὸ τὴν ἄκαμπτη κοιλιά. Ἔχει σταματήσει τὸ μαχαῖρι τῶν μαγείρων· τὸ τραπέζι ἀρκεῖται στὰ πρόχειρα. Τὸ Σάββατο ἐδόθηκε στοὺς Ἰουδαίους, «γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ, λέγει, τὸ ὑποζύγιό σου καὶ o δοῦλος σου» (Ἔξοδ. 20, 10).

Ὁμιλεῖ γιὰ τὶς 5 ἑβδομάδες τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς.

Ἂς γίνει ἡ νηστεία ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς συνεχεῖς κόπους στοὺς ὑπηρέτες ποὺ ὑπηρετοῦν καθ᾿ ὅλο τὸ ἔτος. Ἀνάπαυσε τὸν μάγειρά σου, δῶσε ἄδεια στὸν τραπεζοκόμο, σταμάτησε τὸ χέρι τοῦ κεραστῆ, ἂς σταματήσει κάποτε καὶ ὁ παρασκευαστὴς τῶν ποικίλων γλυκισμάτων. Ἂς ἡσυχάσει κάποτε καὶ τὸ σπίτι ἀπὸ τοὺς μύριους θορύβους, καὶ ἀπὸ τὸν καπνὸ καὶ τὴν τσίκνα καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἀνεβοκατεβαίνουν καὶ ποὺ ὑπηρετοῦν σὰν ἀμείλικτη κυρία τὴν κοιλιά. Πάντως κάποτε καὶ οἱ φοροεισπράκτορες ἐπιτρέπουν γιὰ λίγο στοὺς ὑποχειρίους τους νὰ ζήσουν ἐλεύθερα. Ἂς δώσει κάποια ἀνάπαυλα καὶ ἡ κοιλιὰ στὸ στόμα, ἂς κάμει γιὰ μᾶς πενθήμερες ἀνακωχές, αὐτὴ ποὺ πάντοτε ἀπαιτεῖ καὶ οὐδέποτε σταματᾷ, αὐτὴ ποὺ σήμερα παίρνει καὶ αὔριο λησμονεῖ. Ὅταν χορτάσει, φιλοσοφεῖ περὶ ἐγκρατείας, ὅταν ἀδειάσει λησμονεῖ τὶς φιλοσοφικὲς δοξασίες.

8. Ἡ νηστεία δὲν γνωρίζει τὴν φύση τοῦ δανείου· δὲν μυρίζει ἀπὸ τόκους ἡ τράπεζα τοῦ νηστευτῆ· δὲν πνίγουν τὸ ὀρφανὸ παιδὶ οἱ πατρικοὶ τόκοι τοῦ νηστευτῆ, σὰν φίδια περιπλεκόμενα. Καὶ διαφορετικὰ ἡ νηστεία γίνεται ἀφορμὴ γιὰ εὐφροσύνη. Διότι ὅπως ἡ δίψα γλυκὸ τὸ ποτὸ καθιστά, καὶ ἡ πεῖνα ποὺ προκλήθηκε κάνει εὐχάριστο τὸ τραπέζι, ἔτσι καὶ τὴν ἀπόλαυση τῶν φαγητῶν φαιδρύνει ἡ νηστεία. Διότι μὲ τὸ νὰ παρεμβληθεῖ στὸ μέσο καὶ νὰ διακόψει τὴν συνέχεια τῆς τρυφῆς, θὰ κάμει ὥστε νὰ σοῦ φανεῖ ἡ λήψη τῆς τροφῆς ἐπιθυμητὴ σὰν ἀπόδημη. Ὥστε ἐὰν θέλεις γιὰ τὸν ἑαυτό σου νὰ ἑτοιμάσεις ἐπιθυμητὴ τράπεζα, δέξου τὴν μεταβολὴ ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴ νηστεία. Σὺ δὲ περικυκλωμένος πάρα πολὺ ἀπὸ τὴν τρυφή, ἔχεις ξεχάσει τὸν ἑαυτό σου ἀμαυρώνοντας τὴν ἀπόλαυση καὶ ἀπὸ φιληδονία ἐξαφανίζοντας τὴν πραγματικὴ εὐχαρίστηση. Διότι, τίποτε δὲν ὑπάρχει τόσον ἐπιθυμητό, ὥστε νὰ μὴν καταφρονεῖται μὲ τὴν συνεχῆ ἀπόλαυση. Ἐκείνων δὲ ποὺ εἶναι σπάνια ἡ ἀπόκτηση, αὐτῶν ἡ ἀπόλαυση γίνεται περισπούδαστη. Ἔτσι καὶ ὁ κτίστης μας ἐπενόησε μὲ τὴν ποικιλία στὴ ζωὴ νὰ παραμένει σέ μας ἡ χάρη αὐτῶν ποὺ ἔχουν δοθεῖ. Δὲν βλέπεις ὅτι καὶ ὁ ἥλιος εἶναι λαμπρότερος μετὰ τὴν νύκτα; Καὶ ἡ ἀγρυπνία γλυκύτερη μετὰ τὸν ὕπνο; Καὶ ἡ ὑγεία πιὸ ἐπιθυμητὴ μετὰ τὴν πεῖρα τῶν ἀντιθέτων; Καὶ ἡ τράπεζα λοιπὸν εἶναι πιὸ εὐχάριστη μετὰ τὴ νηστεία· ὅμοια μὲν στοὺς πλουσίους καὶ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ παρέχουν πλούσια γεύματα καὶ στοὺς λιτοὺς καὶ στοὺς πρόχειρους κατὰ τὴν δίαιτα.

9. Νὰ φοβᾶσαι τὸ παράδειγμα τοῦ πλουσίου. Ἐκεῖνον παρέδωσε στὸ πῦρ ἡ συνεχὴς τρυφή. Διότι ἂν καὶ δὲν κατηγορήθηκε γιὰ ἀδικία, ἀλλὰ γιὰ τρυφηλὴ ζωή, ἐτηγανιζόταν στὴν φλόγα τῆς καμίνου. Γιὰ νὰ σβήσουμε λοιπὸν τὸ πῦρ ἐκεῖνο, χρειάζεται νερό. Καὶ ὄχι μόνον γιὰ τὰ μέλλοντα πράγματα εἶναι ὠφέλιμος ἡ νηστεία, ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν σάρκα πιὸ ἐπωφελής. Διότι oι μεγάλες παχυσαρκίες ἔχουν ὑποτροπὲς καὶ μεταπτώσεις, ὅποτε ἡ φύση κάμπτεται καὶ ἀδυνατεῖ νὰ σηκώσει τὸ βάρος τῆς παχυσαρκίας.

Ἡ ἀξία τοῦ νεροῦ γιὰ τὴν ὑγεία.

Πρόσεχε μὴ τυχὸν τώρα, ἀποστρεφόμενος τὸ νερό, ἐπιθυμήσεις ὕστερα μία σταγόνα, ὅπως καὶ ὁ πλούσιος (Λουκ. 16, 24). Κανεὶς δὲν ἐμέθυσε ἀπὸ τὸ νερό. Κανενὸς δὲν ἐπόνεσε τὸ κεφάλι διότι ἐβαρύνθηκε ἀπὸ τὸ νερό. Κανεὶς δὲν ἐχρειάσθηκε ξένα πόδια πίνοντας νερό. Κανενὸς τὰ πόδια δὲν ἐδέθησαν, κανενὸς τὰ χέρια δὲν ἀχρηστεύθηκαν, ποτιζόμενα μὲ νερό. Διότι ἡ ἐλαττωματικὴ πέψη, ποὺ ἀκολουθεῖ ἀναγκαστικὰ στοὺς ζῶντες μὲ τρυφηλότητα, αὐτὴ φέρνει τὰ φοβερὰ νοσήματα στὰ σώματα. Τὸ χρῶμα τοῦ νηστεύοντος σεμνό, δὲν κοκκινίζει ἀδιάντροπα, ἀλλὰ εἶναι στολισμένο μὲ τὴν σώφρονα χλωμάδα· ὀφθαλμὸς πρᾶος, βάδισμα σεμνοπρεπές, πρόσωπο σοβαρὸ ποὺ δὲν ἀσχημίζει μὲ τὸ ἀκόλαστο γέλιο, λόγια μετρημένα, καρδιὰ καθαρή. Θυμήσου τοὺς ἁγίους ὅλων τῶν αἰώνων, «γιὰ τοὺς ὁποίους δὲν ἦταν ἄξιος ὁ κόσμος» ποὺ ἐγύριζαν «φορώντας δέρματα προβάτων καὶ δέρματα γιδιῶν, ἔχοντας στερήσεις, θλίψεις, κακουχίες» (Ἑβρ.11, 37-38). Ἐκείνων νὰ θυμᾶσαι τὴν διαγωγή, ἐὰν ἀκριβῶς ἐπιζητεῖς νὰ εἶσαι μὲ τὸ μέρος τους.

Παραδείγματα νηστείας, ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ὁ Κύριος καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος.

Τί ἀνάπαυσε τὸν Λάζαρο στοὺς κόλπους τὸν Ἀβραάμ; Ὄχι ἡ νηστεία; Ἢ ζωὴ δὲ τοῦ Ἰωάννου ὑπῆρξε μιὰ συνεχὴς νηστεία· ὁ ὁποῖος δὲν εἶχε κρεββάτι, οὔτε τραπέζι, οὔτε καλλιεργήσιμη γῆ, οὔτε βόδι γιὰ ὄργωμα, οὔτε ἀρτοποιό, οὔτε τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὰ πράγματα τῆς ζωῆς. Γιὰ τοῦτο «μεταξὺ τῶν γεννηθέντων ἀπὸ τὶς γυναῖκες μεγαλύτερος δὲν ἔχει ἀναφανεῖ ἄλλος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή» (Ματθ. 11, 11). Τὸν Παῦλο μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα καὶ ἡ νηστεία, ποὺ ἀπαρίθμησε στὰ καυχήματα γιὰ τὶς θλίψεις του, τὸν ἀνέβασε στὸν τρίτο οὐρανὸ (Β´ Κορινθ. 11, 27· 12, 2). Ὁ πρῶτος δὲ γιὰ ὅσα ἔχουμε πεῖ, ὁ Κύριός μας, ἀφοῦ ὀχύρωσε μὲ νηστεία τὴν σάρκα, ποὺ ἐπῆρε γιὰ χάρη μας, ἔτσι ἐδέχθηκε σ᾿ αὐτὴ (Ματθ. 4, 2) τοῦ διαβόλου τὶς προσβολές, καὶ γιὰ νὰ μᾶς διδάσκει νὰ ἑτοιμαζόμαστε μὲ νηστεῖες καὶ νὰ γυμναζόμαστε γιὰ τοὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν πειρασμῶν, καὶ γιὰ νὰ προσφέρει στὸν ἀντίπαλο μὲ τὴν στέρηση κατὰ κάποιο τρόπο λαβή. Ἀπρόσιτος θὰ ἦταν σ᾿ αὐτὸν λόγω τοῦ ὕψους τῆς θεότητος, ἐὰν μὲ τὴν φτώχεια δὲν εἶχε κατεβῇ πρὸς τὸ ἀνθρώπινο. Ἐπανερχόμενος λοιπὸν στοὺς οὐρανούς, ἔφαγε, γιὰ νὰ πιστοποιήσει τὴν φύση τοῦ ἀναστάντος σώματος. Σὺ δὲ παραπαχαίνοντας τὸν ἑαυτό σου καὶ ὄντας πολύσαρκος, δὲν γίνεσαι μαλθακός; Ἐξασθενίζοντας δὲ τὸ νοῦ μὲ ἀτροφία, γιὰ τὰ σωτήρια καὶ ζωοποιὰ διδάγματα μπορεῖς νὰ μιλήσεις; Ἢ ἀγνοεῖς ὅτι, ὅπως σὲ πολεμικὴ παράταξη, ἡ συμμαχία μὲ τὸν ἄλλον φέρνει τὴν ἧττα τοῦ ἀντιπάλου, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ συμμαχεῖ μὲ τὴν σάρκα, ἀνταγωνίζεται τὸ πνεῦμα καὶ αὐτὸς ποὺ πηγαίνει μὲ τὴν παράταξη τοῦ πνεύματος ὑποδουλώνει τὴν σάρκα; «Διότι αὐτὰ μεταξὺ τοὺς εἶναι ἀντίθεται» (Γαλατ. 5, 17). Ὥστε, ἐὰν θέλεις νὰ κάνεις ἰσχυρὸ τὸ νοῦ, νὰ δαμάσεις τὴν σάρκα μὲ τὴ νηστεία. Διότι αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ ἀπόστολος· ὅτι «ὅσον ὁ ἐξωτερικὸς ἄνθρωπος φθείρεται, τόσον ὁ ἐσωτερικὸς ἀνακαινίζεται» (Β´ Κορ. 4,16)· καὶ τό· «ὅταν ἀσθενῶ, τότε εἶμαι δυνατός» (Β´ Κορ. 12, 10). Δὲν θὰ περιφρονήσεις τὰ φαγητὰ ποῦ χάνονται; Δὲν θὰ ἐπιθυμήσεις τὴν τράπεζα τῆς βασιλείας, τὴν ὁποία ἐξάπαντος ἡ ἐδῶ νηστεία θὰ ἐξωραΐσει; Ἀγνοεῖς ὅτι μὲ τὴν ἀμετρία τοῦ χορτασμοῦ ἑτοιμάζεις γιὰ τὸν ἑαυτό σου παχὺ τὸν βασανιστὴ σκώληκα; Διότι ποιὸς ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν μὲ πλούσια τροφὴ καὶ διαρκὴ τρυφὴ ἐδέχθηκε κάποια κοινωνία πνευματικοῦ χαρίσματος; Ὁ Μωυσῆς γιὰ νὰ λάβει δεύτερη νομοθεσία ἐχρειάσθηκε μία ἀκόμη δεύτερη νηστεία. Στοὺς Νινευίτες, ἐὰν καὶ τὰ ζῷα δὲν εἶχαν νηστεύσει, δὲν θὰ εἶχαν διαφύγει τὴν ἀπειλὴ τῆς καταστροφῆς (Ἰωνᾶς 3, 4-10). Ποίων τὰ σώματα ἔπεσαν στὴν ἔρημο; (Ἑβρ. 3, 17). Ὄχι αὐτῶν ποῦ ἐπιζητοῦσαν τὴν κρεοφαγία; (Ἀριθμ.11, 33). Ἐκεῖνοι μὲν ἕως ὅτου εἶχαν ἀρκεσθεῖ στὸ μάννα καὶ στὸ νερὸ ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν πέτρα, ἐνικοῦσαν τοὺς Αἰγυπτίους, περπατοῦσαν μέσα ἀπὸ τὴν θάλασσα. «Δὲν ὑπῆρχε στὶς φυλὲς τοὺς κανένας ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ περπατήσει» (Ψαλμ. 104, 37)· ἐπειδὴ δὲ ἐθυμήθηκαν τὰ κρέατα στοὺς λέβητες (Ἔξοδ.16, 3) καὶ ἐστράφησαν μὲ τὶς ἐπιθυμίες τους στὴν Αἴγυπτο, δὲν εἶδαν τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας.

Ἡ πολυφαγία ἀτονεῖ τὴν πνευματικότητα τοῦ ἀνθρώπου.

Δὲν φοβεῖσαι τὸ παράδειγμα; Δὲν φρίττεις γιὰ τὴν πολυφαγία, μήπως σὲ ἀποκλείσει ἀπὸ τὰ ἐλπιζόμενα ἀγαθά; Ἀλλ᾿ οὔτε ὁ σοφὸς Δανιὴλ θὰ ἔβλεπε τὰ ὁράματα, ἐὰν μὲ τὴ νηστεία δὲν ἔκανε καθαρότερη τὴν ψυχή. Διότι ἀπὸ τὴν παχειὰ τροφὴ κατὰ κάποιο τρόπο καπνώδεις ἀναθυμιάσεις ἀνερχόμενες, σὰν πυκνὸ σύννεφο, διακόπτουν τὶς ἐλλάμψεις ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὸ νοῦ. Ἐὰν δὲ καὶ ἀγγέλων ὑπάρχει κάποια τροφή, εἶναι ὁ ἄρτος, καθὼς λέγει ὁ προφήτης· «ἄρτον ἀγγέλων [«Εἶναι ἡ λογικὴ καὶ οὐράνιος δύναμη ποὺ διατρέφονται οἱ ἄγγελοι», ἐξηγεῖ ὁ Μ. Ἀθανάσιος (βλέπε τόμος 6ος σελ. 262. Ε.Π.Ε.). Δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὴν ὑλικὴ τροφὴ τοῦ ἀνθρώπου] ἔφαγεν ὁ ἄνθρωπος» (Ψαλμ. 77, 25). Ὄχι κρέας, οὔτε οἶνος, οὔτε ὅσα εἶναι στὴν φροντίδα τῶν δούλων τῆς κοιλιᾶς. Ἡ νηστεία εἶναι ὅπλο γιὰ τὴν ἐκστρατεία κατὰ τῶν δαιμόνων. «Διότι τὸ γένος αὐτὸ δὲν ἐξέρχεται, παρὰ μόνον μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία» (Μαρκ. 9, 28).

Ἡ ἐγκράτεια δὲν ὑπάρχει χωρὶς τὴ νηστεία.

Καὶ τὰ μὲν ἀγαθὰ ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴ νηστεία εἶναι τόσα πολλά· ὁ δὲ κορεσμὸς εἶναι ἡ ἀρχὴ τῶν πτώσεων. Διότι συγχρόνως εἰσορμᾶ μὲ τὴν τρυφὴ καὶ τὴν μέθη καὶ τὰ ποικίλα καρυκεύματα κάθε εἶδος κτηνώδους ἀκολασίας. Ἀπ᾿ ἐδῶ οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἵπποι θηλυμανεῖς» (Ἱερεμ. 5, 8) ἀπὸ τὸν οἶστρο τῆς τρυφῆς ποὺ γεννᾶται στὴν ψυχή. Οἱ διαστροφὲς τῆς φύσεως προέρχονται ἀπὸ τοὺς μεθύσους, ποὺ ἐπιζητοῦν τὴν μὲν γυναῖκα στὸν ἄνδρα, τὸν δὲ ἄνδρα στὴν γυναῖκα. Ἡ νηστεία ὅμως γνωρίζει ὅρια καὶ στὰ ἔργα τοῦ γάμου καὶ τιμωρώντας τὴν ἀμετρία τῶν ἐπιτρεπομένων ἀπὸ τὸ νόμο, ἐπιφέρει σύμφωνη ἀνάπαυλα, γιὰ νὰ ἀφιερωθοῦν στὴν προσευχὴ (Α´ Κορ. 7, 5).

Ἡ ἀληθινὴ νηστεία εἶναι ἀποξένωση ἀπὸ τὰ κακά.

10. Μὴ λοιπὸν περιορίζεις τὸ καλό της νηστείας στὴν ἀποχὴ μόνον ἀπὸ τὰ φαγητά. Διότι ἡ ἀληθινὴ νηστεία εἶναι ἀποξένωση ἀπὸ τὰ κακά. «Νὰ λύσεις τὰ δεσμὰ τῆς ἀδικίας» (Ἡσ. 63, 6)· συγχώρησε τὸν πλησίον γιὰ τὴν λύπη, συγχώρησε τὸν γιὰ τὰ χρέη. «Νὰ μὴ νηστεύετε χάριν διαμάχης καὶ φιλονικίας» (Ἡσ. 63, 4). Δὲν τρώγεις κρέατα, ἀλλὰ τρώγεις τὸν ἀδελφό σου. Δὲν πίνεις οἶνο, ἀλλὰ δὲν εἶσαι ἐγκρατὴς στὶς ὕβρεις. Περιμένεις τὸ βράδυ γιὰ νὰ λάβεις τροφή, ἀλλὰ ξοδεύεις τὴν ἡμέρα στὰ δικαστήρια. «Ἀλλοίμονο σ᾿ αὐτοὺς ποὺ δὲν μεθοῦν μὲ κρασί» (Ἡσ. 28, 1).

Τί εἶναι ὁ θυμός, ἡ λύπη καὶ ὁ φόβος.

Ὁ θυμὸς εἶναι ἡ μέθη τῆς ψυχῆς, διότι τὴν κάνει παράφρονα ὅπως ὁ οἶνος. Ἡ λύπη εἶναι μέθη καὶ αὐτή, διότι καταπνίγει τὴν διάνοια. Ὁ φόβος εἶναι ἄλλη μέθη, ὅταν συμβαίνει ἐκεῖ ποὺ δὲν πρέπει. «Διότι, ἀπὸ τὸν φόβο, λέγει, τοῦ ἐχθροῦ νὰ ἀπαλλάξεις τὴν ψυχή μου» (Ψαλμ.63, 2). Καὶ γενικά, καθένα ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ παραλογίζει τὸ νοῦ δικαίως θὰ ὀνομαζόταν μέθη. Σκέψου, παρακαλῶ, τὸν ὀργιζόμενο πὼς μεθᾷ ἀπὸ τὸ πάθος. Δὲν εἶναι ὁ ἴδιος κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του· ἀγνοεῖ τὸν ἑαυτό του, ἀγνοεῖ τοὺς παρόντες, σὰν νὰ μάχεται μέσα στὴ νύχτα τὰ πιάνει ὅλα, σκοντάφτει σ᾿ ὅλα, δὲν ξέρει τί λέγει, εἶναι δυσκολοσυγκράτητος, ὑβρίζει, κτυπᾷ, ἀπειλεῖ, ὁρκίζεται, κραυγάζει, ξεσχίζεται. Ἀπόφυγε αὐτὴ τὴν μέθη, μήτε νὰ καταδεχθεῖς τὴν μέθη ἀπὸ τὸν οἶνο. Νὰ μὴν περιφρονήσεις τὴν ὑδροποσία ἀπὸ τὴν οἰνοποσία. Νὰ μὴν σὲ ὁδηγήσει ἡ μέθη στὴ νηστεία. Δὲν ὑπάρχει εἴσοδος στὴ νηστεία ἀπὸ τὴν μέθη· οὔτε βέβαια ἀπὸ τὴν πλεονεξία στὴν δικαιοσύνη, οὔτε ἀπὸ τὴν ἀκολασία στὴ σωφροσύνη, οὔτε, γιὰ νὰ πῶ γενικά, ἀπὸ τὴν κακία στὴν ἀρετή. Ἄλλη εἶναι ἡ θύρα γιὰ τὴ νηστεία.

Ἡ μέθη εἰσάγει στὴν ἀκολασία καὶ ἡ ἐγκράτεια στὴ νηστεία.

Ἡ μέθη εἰσάγει στὴν ἀκολασία, καὶ ἡ ἐγκράτεια στὴ νηστεία. Ὁ ἀθλητὴς προγυμνάζεται, ὁ νηστευτὴς προεγκρατεύεται. Μὴ θέτεις τὴν μέθη πρὸ τῶν πέντε ἡμερῶν, σὰν νὰ ἐκδικεῖσαι τὶς ἡμέρες, οὔτε σὰν νὰ ἐξαπατᾷς μὲ σοφίσματα τοῦ νομοθέτη. Καθ᾿ ὅσον μάλιστα ἀνώφελα κοπιάζεις, τὸ μὲν σῶμα νὰ διαλύεις, οὔτε δὲ νὰ παρηγορεῖσαι γιὰ τὴν στέρηση. Ἡ ἀποθήκη εἶναι ἀναξιόπιστη, ἀντλεῖς σὲ τρυπημένο πιθάρι. Διότι ὁ μὲν οἶνος διαῤῥέει, τρέχοντας τὸν ἴδιο δρόμο, ἡ δὲ ἁμαρτία παραμένει. Ὁ δοῦλος δραπετεύει ὅταν τὸν κτυπᾷ ὁ κύριος, σὺ ὅμως παραμένεις στὸν οἶνο, ποῦ καθημερινά σου κτυπᾷ τὸ κεφάλι; Μέτρο ἄριστό της χρήσεως τοῦ οἴνου, ἡ ἀνάγκη τοῦ σώματος (Α´ Τιμ. 5, 23). Ἐὰν δὲ φύγεις ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια, αὔριο θὰ εἶσαι μὲ βαρὺ κεφάλι, θὰ χάσκεις, θὰ ζαλίζεσαι, θὰ μυρίζεις κρασίλα· ὅλα θὰ σοῦ φαίνονται ὅτι γυρίζουν, ὅλα ὅτι κλονίζονται. Ἡ μέθη βέβαια ὕπνο μὲν φέρει, ἀδελφό του θανάτου, ἐγρήγορση δὲ ποὺ μοιάζει μὲ ὄνειρα.

11. Ἄραγε γνωρίζεις ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ πρόκειται νὰ ὑποδεχθεῖς; Αὐτὸς ποὺ μᾶς ὑποσχέθηκε, ὅτι «ἐγὼ καὶ ὁ πατέρας θὰ ἔλθουμε, σ᾿ αὐτὸν καὶ θὰ κατοικήσουμε μαζί» (Ἰω. 14, 23). Γιατί λοιπὸν δείχνεις προτίμηση στὴ μέθη καὶ κλείνεις τὴν εἴσοδο στὸν Δεσπότη; Γιατί προτρέπεις τὸν ἐχθρὸ νὰ προκαταλάβει τὰ ὀχυρώματά σου; Ἡ μέθη δὲν ὑποδέχεται τὸν Κύριο· ἡ μέθη ἀπομακρύνει τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Διότι ὁ μὲν καπνὸς ἀποδιώχνει τὶς μέλισσες, ἡ κραιπάλη ἀποδιώχνει τὰ πνευματικὰ χαρίσματα.

Ἡ κοινωνικὴ σημασία τῆς νηστείας.

Ἡ νηστεία εἶναι ἡ εὐπρέπεια τῆς πόλεως, ἡ σταθερότητα τῆς ἀγορᾶς, ἡ εἰρήνη τῶν σπιτιῶν, ἡ σωτηρία τῶν ὑπαρχόντων. Θέλεις νὰ δεῖς τὴν μεγαλοπρέπειά της; Σύγκρινε, παρακαλῶ, τὴν σημερινὴ ἑσπέρα μὲ τὴν αὔριο καὶ θὰ δεῖς νὰ μεταπίπτει ἡ πόλη ἀπὸ τὴν ταραχὴ καὶ τὴν ζάλη σὲ βαθειὰ γαλήνη. Εὔχομαι δὲ ἡ σημερινὴ νὰ μοιάζει μὲ τὴν αὐριανὴ κατὰ τὴν σεμνότητα καὶ ἡ αὐριανὴ νὰ μὴν ὑπολείπεται σὲ φαιδρότητα ἀπὸ τὴν σημερινή. Ὁ δὲ Κύριος ποὺ μᾶς ὁδήγησε σ᾿ αὐτὴ τὴν περίοδο τοῦ χρόνου, εἴθε νὰ μᾶς χαρίσει, κατὰ κάποιο τρόπο σὰν ἀγωνιστές, ἀφοῦ ἐπιδείξουμε στοὺς προκαταρκτικοὺς ἀγῶνες τὴν στερεότητα καὶ τὴν δύναμη τῆς καρτερίας, νὰ φθάσουμε καὶ στὴν κυρία ἡμέρα τῶν στεφάνων· τώρα μὲν τῆς ἀναμνήσεως τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος, στὸν μέλλοντα δὲ αἰῶνα, τῆς ἀνταποδόσεως αὐτῶν ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς ζήσει κατὰ τὴν δίκαιη κρίση αὐτοῦ τοῦ Χριστοῦ, διότι σ᾿ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.

Καιρός Μετανοίας...!

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για νά μεταθέσω τα βουνά πού μοΰ κλείνουν τό δρόμο, παρά μόνο ή συναίσθηση ότι είναι και δική μου ευθύνη τό Αδιέξοδο.

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για νά εξουδετερώσω τούς ογκόλιθους πού κατευθύνονται πάνω μου, παρά μόνο η συναίσθηση ότι φταίω.

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος

για νά άντιμετωπίσω την έπερχόμενη συμφορά,

παρά μόνον ή βαθιά συναίσθηση

ότι Ημάρτηκα τω Κυρίω μου

και δτι δίκαια πάσχω.

Τό νά πιστεύω δτι άνέβηκα στον σταυρό και δε με άνέβασαν άλλοι, τό νά άναλαμβάνω την αίτια τής συμφοράς μου, τό νά ομολογώ την άμαρτία μου

εχει μέσα του δυνατή την ελπίδα της θεραπείας μου. Όπως έγινε με τό ληστή το σταυρωμένο στα δεξιά τοΰ Χριστού!

Τό να παραβλέπω όμως τη δική μου ευθύνη, τό να υποστηρίζω με αλαζονεία τον εαυτό μου και να τα βάζω μόνο με σένα δε μ' αφήνει να σωθώ.

Μοϋ φράζει τό δρόμο τής σωτηρίας.

Όπως έγινε μέ τό ληστή

τό σταυρωμένο στα αριστερά τοΰ Χριστού!

Δές,

τά ίδια άμαρτήματα διαπράττουν και οί δύο-δμως μέ διαφορετικό ήθος τά διαχειρίζονται.

Ό ένας ταπεινώνεται:

αναγνωρίζει και ομολογεί την ένοχή του

καί, έξαιτίας αυτού, καθαρίζει ή όρασή του.

Αρχίζει και βλέπει

αύτά πού δέν έβλεπε μέχρι εκείνη την ώρα, τό αληθινό Πρόσωπο τού Χριστού!

Τον αναγνωρίζει ώς Θεό, ώς Βασιλιά,

και ζητάει νά τον άξιώσει τής βασιλείας του!

Ό άλλος δέν ταπεινώνεται.

Εμμένει στην άμετανοησία του.

Εμπαίζει μέ άλαζονεία τό Χριστό καί γι’ αυτό σκοτίζεται.

Ή άλαζονεία τοΰ καταργεί την δράση και τον οδηγεί στην άπώλεια.

Γιατί ή άλαζονεία δέν είναι στοιχείο τής φύσης μας.

Στοιχείο τής φύσης μας είναι ή μετάνοια.

Ή άναγνώριση τού λάθους, δπως έγινε μέ τό Δαυίδ.

Ή εκζήτηση τοΰ ελέους, δπως έγινε μέ τόν τελώνη.

Ή ανάγκη νά συγχωρεθώ,

δπως έγινε μέ την όσια Μαρία την Αιγύπτια.

Ή άνάγκη νά άποκαταστήσω ό,τι χάλασα, δπως έγινε μέ τό Ζακχαίο.

Ή άνάγκη νά ξαναγυρίσω στο σπίτι μου, νά ξαναγαπήσω και νά ξαναγαπηθώ, δπως έγινε μέ τον άσωτο.

Όπως γίνεται μέ τόσους αμαρτωλούς πού καθημερινά γεμίζουν τον Παράδεισο!

Δέν υπάρχουν όπλα μεγαλύτερης ισχύος άπό τά δάκρυα αύτών πού μετανοούν.

Δέν ύπάρχει ασφαλέστερος τρόπος

γιά νά άποτραποϋν τά άναπότρεπτα

άπό τό ταπεινό φρόνημα αύτών πού μετανοούν.

Δέν ύπάρχει προσευχή μεγαλύτερης εμβέλειας άπό τη θρηνητική προσευχή αύτών πού μετανοούν.

Ή παράδοση τής Εκκλησίας λέει πώς,

δταν κάποτε κηδεύανε

τό μονάκριβο παιδί μιας χήρας μάννας,

έτυχε νά περνάει άπό κεΐ

μιά όνομαστή γιά τήν άμαρτία της γυναίκα

πού, μπροστά στο οδυνηρό θέαμα,

δέν άντεξε καί, σηκώνοντας τά μάτια στον ούρανό,

έβγαλε άπελπισμένη κραυγή:

όχι γιά μένα πού είμαι βουτηγμένη σέ βούρκο,

όχι γιά μένα πού άσύστολα άμαρτάνω,

αλλά γι’ αύτή τή μάννα πού σπαράζει,

γι’ αύτή τή μάννα πού διπλώθηκε στά δύο,

Χριστέ μου, κάνε έλεος

καί φέρε πίσω τό παιδί της...

καί τό νεκρό παιδί άναστήθηκε!

Δέν ύπάρχει τίποτα πιό ισχυρό

άπό τόν άνθρωπο πού αναγνωρίζει τήν άμαρτία του!

Δέν υπάρχει τίποτα πιό Ισχυρό

άπό τόν άνθρωπο πού έκθέτει την αμαρτία του, γιά νά εκθέσει τόν εαυτό του.

Δεν υπάρχει τίποτα πιό ισχυρό

άπό τόν άνθρωπο πού νιώθει άνάξιος νά προσευχηθεί και όμως προσεύχεται.

Πού νιώθει άνάξιος νά εισακουστεί και γι’ αυτό εισακούεται!

Πού νιώθει άνάξιος νά βρεί έλεος και γι’ αύτό βρίσκει!

Ό Χριστός είναι σκυμμένος πάνω του!

Είναι σκυμμένος πάνω άπ’ αύτόν πού μετάνιωσε καί μετανιωμένος κλαίει.

Όπως έγινε με τόν Πέτρο.

Σ' αύτόν μόνο έστειλε προσωπικό μήνυμα άμέσως μετά την Ανάστασή Του: είπατε τοϊς μαθητάίς και τω Πέτρω.

Σ’ αύτόν μόνο πού έκλαιγε πικρά.

Όπως έγινε με την άμαρτωλή

την καταδικασμένη σε θάνατο,

δε σήκωσε καθόλου τά μάτια Του πάνω της.

Αυτός πού τής χάρισε τη ζωή και την άφεση,

Αύτός πού είχε κάθε δικαίωμα νά την ελέγξει, κοιτούσε κάτω και χάραξε σημάδια στην άμμο!

Ουδέ έγώ σε κατακρίνω.

Πορεύου και μηκέτι άμάρτανε.

Δεν ντροπιάζει τόν άνθρωπο ό Χριστός!

Δεν τρομάζει τόν άνθρωπο ή άρχοντική άγάπη τού Χριστού, πού δέ νοιάζεται γιά την άμαρτία μας άλλά γιά τη μετάνοιά μας!

Ή πατρική άγάπη τού Χριστού,

πού ξέρει ότι θά γλυτώσουμε άπό τά βάσανά μας,

μόλις παραδεχτούμε ότι

κι εμείς συμβάλαμε στόν ερχομό τους...

Όπως έγινε μέ τούς τρεις παΐδες.

Μπήκαν στο καμίνι Αναγνωρίζοντας ότι φταίνε και ότι δίκαια πάσχουν:

Ήμάρτομεν, ήνομήσαμεν, ήδικήσαμεν

και παρέδωκας ημάς

εις χείρας εχθρών ανόμων

και βασιλεϊ άδίκω

και έσμικρύνθημεν, Δέσποτα,

παρά πάντα τά έθνη

και έσμέν ταπεινοί έν πάση τη γη σήμερον διά τάς άμαρτίας ημών.

Ή συναίσθηση της άμαρτωλότητάς μου ακυρώνει τις ιδιότητες της φωτιάς, ή Αλαζονεία μου τις εντείνει.

Αυτοί πού ήταν γύρω άπ’ τό καμίνι κάηκαν:

διεχεϊτο ή φλόξ επάνω τής καμίνου

και ένεπύρισεν οϋς εύρεν περί την κάμινον.

Αυτοί πού ήταν μέσα στο καμίνι σώθηκαν: ούκ έκυρίευσε τό πϋρ τού σώματος αύτών.

Ούτε ή φωτιά άγγιξε τά σώματά τους

ούτε ή μυρωδιά τού καπνού άγγιξε τά ρούχα τους:

και οσμή πυρός ούκ ήν έν αύτοϊς.

Πίστεψε με

έσύ πού αδυνατείς νά πιστέψεις σ’ ό,τι Αντιστέκεται στη λογική σου, έρχεται ένας καιρός

πού ή φωτιά σε δροσίζει αντί νά σε καίει.

Πίστεψέ με...

Υπάρχει τρόπος νά Ανατρέψουμε

τη φυσική, τάξη τών πραγμάτων!

'Υπάρχει τρόπος νά γλυτώσουμε άπ’ το καμίνι, νά μετακινήσουμε τά βουνά, νά κρυσταλλώσουμε τΙς θάλασσες και νά περπατήσουμε πάνω σ’ αυτές:

Ή άγια ταπείνωση: έφταιξα.

Ή άγια συναίσθηση: δίκαια πάσχω.

Ή άγια μετάνοια: επιθυμώ νά επανορθώσω.

Ή εκζήτηση τοΰ ελέους: εγώ ώς άνθρωπος άμάρτησα,

Έσύ ώς Θεός έλέησέ με... ώς Φιλόστοργος Πατέρας και ώς Έλεήμων Βασιλιάς.

Πίστεψέ με...

Ή έκβαση και ή έκταση μιας συμφοράς έξαρτάται άπό τον τρόπο πού θά τή διαχειριστούμε. Ή σωτηρία μας ή ή άπώλειά μας δεν έξαρτάται άπό τό πόσο άμαρτήσαμε, αλλά άπό τό αν μετανοήσαμε.

Όλα τά προβλήματα λύνονται, μόλις άναλάβει ό καθένας μας τό μερίδιο της ευθύνης του.

Όλες οί αιτίες τού χωρισμού μας,

πίστεψέ με,

ακυρώνονται,

μόλις ό καθένας μας δει πόσο έφταιξε.

Όλα τά μίση διαλύονται κι όλα τά βάσανα τελειώνουν,  μόλις ταπεινωθούμε!

Μόλις παραδεχτούμε ότι σφάλαμε.

Ότι άμαρτήσαμε.

Ότι άμάρτησα ενώπιον σου

και ενώπιον Αύτού πού μάς άγάπησε έως θανάτου!

Με τη μετάνοια θεραπεύεται ό άνθρωπος.

Μέ τη μετάνοια λυτρώνεται ο άνθρωπος.

Μέ τη μετάνοια βιώνει την άγάπη τού Θεού και άποκτα πείρα της παρουσίας Του:

Την ώρα πού είναι μέσα στη φωτιά, την ώρα πού οί φλόγες τον τυλίγουν, διαπιστώνει πώς δεν είναι μόνος.

Διαπιστώνει πώς ύπάρχει κι’Άλλος δίπλα του. Όπως έγινε μέ τούς τρεις παίδας:

Ούχϊ άνδρας τρεις έβάλομεν;

Βάλαμε τρεις στο καμίνι και βλέπουμε τέσσερις.

Ιδού όρώ άνδρας τέσσαρας έν μέσω τοϋ πυράς. Και ή όρασις τοϋ τετάρτου όμοια υίω Θεοϋ!

Ό Υιός τοϋ Θεού!

Ό πατρικότατος Χριστός! είναι δίπλα μας.

Μάς άναζητά στις περιοχές τών μετανοούντων. ’Άν εγώ δέν είμαι εκεί, πού νά μέ βρει;

Ό πατρικότατος Χριστός είναι εδώ!

Στά καμίνια μας,

στά σκοτάδια μας, στις φυλακές μας, στά άδιέξοδά μας, στη ζωή και στο θάνατο!

’Άν δέν Τον βλέπουμε, είναι γιατί δέ μετανοούμε.

Πίστεψέ με... ή όρασή μας, ή άκοή μας,

ή δυνατότητά μας νά οσμιζόμαστε τό Χριστό έξαρτάται άπό τη μετάνοιά μας.

Είναι άνάλογα τά μεγέθη:

Όσο μετανοώ, τόσο βλέπω!

Όσο μετανοώ, τόσο ομολογώ την άμαρτία μου! Κι όσο την ομολογώ, τόσο την καταργώ!

Μοΰ την καταργεί ό Χριστός!

Ή αμαρτία μας χωρίζει, μας κάνει κομμάτια. Ή μετάνοια μάς ενώνει, μάς κάνει ένα.

Έμενα με σένα κι όλους με τό Χριστό.

Μετανοείς και βρίσκω έλεος.

Μετανοώ καί βρίσκεις έλεος.

Πίστεψε με...

αν μπορώ να κάνω κάτι για σένα, αν μπορώ να κάνω κάτι για μένα, ενώπιον τοϋ Θεοΰ, είναι να μετανοήσω.

Άγιος Ιωνάς ο Λέριος

Από το «ΒΡΑΒΕΙΟΝ» της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο, διαπιστώνουμε ότι πολλοί Λεροί τους πέντε προηγούμενους αιώνες άφησαν τη Λέρο και πήγαν σττη Μονή της Πάτμου , δια να μονάσουν. Ενας από αυτούς ήταν και ο μοναχός Ιωνάς δια τον οποίον στο «ΒΡΑΒΕΙΟ» αναφέρονται:

«αφξα (1561) Φεβρουαρίου κη (28)
εφονεύθη εις την Λειψόν ο δούλος
του Θεού Ιωνάς μοναχός ο Λέριος».

Ατομικά για τον Οσιομάρτυρα αυτόν της Εκκλησίας δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Οσα ακολουθούν προέρχονται από το βιβλίο του Αρχιμ. Νικηφόρου Κουμουνδούρου, εφημερίου των Λειψών «Μακαριστοί γέροντες και πέντε οσιομάρτυρες στη νήσο Λειψώ της Δωδεκανήσου». Οι Αγιες αυτές ψυχές ανεκυρήχθησαν οσιομάρτυρες από το Οικουμενικό Πατριαρχείο , εορτάζοντες και οι πέντε μαζί την Α’ Κυριακή μετά τη 10η Ιουλίου.

Ο Οσιομάρτυς Ιωνάς μαζί με άλλους ασκητές - αναχωρητές έφυγαν από το μοναστήρι της Πάτμου και έφθασαν στη νήσο Λειψώ το 1550 μ.Χ. Ζητούσαν να βρούν ένα τόπο που δεν θα τους ενοχλούσε ο κόσμος, που μόνοι θα υμνούσαν και θα συνομιλούσαν με το Θεό. Ετσι διάλεξαν ένα χώρο έρημο και αφιλόξενο για να εγκατασταθούν. Πρώτο τους μέλημα να χτισθεί ο ναός του Ησυχαστηρίου, ψηλά από τη θάλασσα σε δύσβατο σημείο, για το φόβο των πειρατών. Εκεί πάλεψαν με τους βράχους, για να φτιάξουν μονοπάτια, πάλεψαν με τη έλλειψη του νερού και της τροφής. Μα τι κι αν δεν είχαν τίποτα από αυτά; Είχαν και τους αρκούσε, η Χάρις του Θεού. Εφτιαξαν την Εκκλησία επ’ονόματι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και μικρά κελιά για τους ίδιους.

Πότισαν τον άγονο χώρο του ασκηταριού περισσότερο με τον ιδρώτα τους και λιγότερο με το νερό. Σεβάστηκαν τη φύση, λάτρευσαν, εδόξασαν και υμνολόγησαν το Θεό, που επέτρεψε στο διάβολο να πειράζει τους ανθρώπους, αλλά έδωσε και στους ανθρώπους την δύναμη να τον νικούν. Εγιναν «άγγελοι τω βίω» ενώ ήταν «άνθρωποι τη φύσε » .Πολλοί από αυτούς θυσιάστηκαν για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδας την ελευθερία.

Οσο ψηλά όμως και αν ήταν το ασκηταριό, το επισκέπτονταν με τις άγριες διαθέσεις τους οι πειρατές. Σε μια επιδρομή εφόνευσαν το μοναχό Ιωνά από τη Λέρο. Ηταν 28 Φεβρουαρίου του 1561 μ.Χ. Ετσι ο Μοναχός Ιωνάς έγινε νεομάρτυρας της Εκκλησίας μας.

Δεν ήταν ο μόνος. Πρίν από αυτόν το 1558 μ.Χ. είχαν φονεύσει το μοναχό Νεόφυτο τον Αμοργινό. Το 1609 μ.Χ. ο μοναχός Νεόφυτος ο Φαζός εφονεύθη από τους αγαρινούς με σκεπάρνι. Το 1635 μ.Χ. ο Πεκήρ Πασάς από δαρμό εφόνευσε το μοναχό Ιωνά τον Νισύριο και το 1696 μ.Χ. ο αναχωρητής μοναχός Παρθένιος εφονεύθη με καμάκι που του τρύπησε το λαιμό. Και οι πέντε αδικοσκοτωμένοι μακαριστοί γέροντες κηδεύτηκαν με δάκρυα από τους συνασκητές τους και τους θρήνησαν οι ευσεβείς Λειψώτες και οι συμπατριώτες τους. Και όλοι μας τους διατηρούμε στη μνήμη μας με ευγνωμοσύνη και σεβασμό θεωρώντας τους καταξιωμένους οσιομάρτυρες.

Άγιος Προτέριος ο Ιερομάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας

Ο Άγιος Προτέριος έζησε στα χρόνια των βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας. Ήταν πρεσβύτερος στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας και έλαβε μέρος στην Δ' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε το έτος 451 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, κατά τους χρόνους των βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας.

Η Σύνοδος καταδίκασε τον μονοφυσίτη Πατριάρχη Αλεξανδρείας Διόσκουρο. Μετά την καθαίρεση του Διοσκούρου, εξελέγη Πατριάρχης ο Άγιος Προτέριος (452 - 457 μ.Χ.), ο οποίος διέπρεψε στη Σύνοδο και έφραξε τα στόματα των δυσσεβών αιρετικών.

Όταν ο Άγιος επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια οι οπαδοί του Ευτυχούς και του Διοσκούρου προκαλούσαν στάσεις και ρήξεις και εμπόδιζαν να κατέρχεται το σιτάρι στην Αλεξάνδρεια μέσω του Πηλουσίου, με σκοπό να πεινάσουν οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας και να στραφούν κατά του Αγίου. Όμως ο αυτοκράτορας Μαρκιανός, κατόπιν παρακλήσεως του Αγίου, διέταξε την διέλευση του σιταριού διά της Αλεξάνδρειας και έτσι σώθηκε η πόλη από την πείνα.

Μετά το θάνατο του Μαρκιανού οι αιρετικοί θρασύνθηκαν και κατέφυγαν σε σατανικές επινοήσεις, για να εκπληρώσουν τα ασεβή σχέδιά τους και αν εκθρονίσουν τον Άγιο. Επικεφαλής αυτών τέθηκε ο ιερεύς Τιμόθεος ο Αίλουρος, ο οποίος με μύρια τεχνάσματα κατόρθωσε να διεγείρει κατά του Αγίου Προτερίου τους απλοϊκούς μοναχούς της Αλεξάνδρειας, περιερχόμενος κατά τη διάρκεια της νύχτας τα κελιά των μοναχών, λέγοντας ότι είναι άγγελος και προτρέποντας αυτούς να μην έχουν κοινωνία με τον Άγιο.

Οι μοναχοί παρασύρθηκαν και προκάλεσαν μεγάλη ταραχή με τους αιρετικούς, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του στρατιωτικού διοικητού της πόλεως Διονυσίου. Ο Άγιος αναγκάστηκε να φύγει, αλλά επανήλθε στην Αλεξάνδρεια και κρύφθηκε μέσα στην κολυμβήθρα ενός ναού. Οι διώκτες του τον ανακάλυψαν και τον κατάσφαξαν με οξείς καλάμους, ενώ ανακηρύξαν Πατριάρχη τον Τιμόθεο. Το ιερό λείψανό του το έδεσαν με σχοινί και το έσυραν στους δρόμους της πόλεως. Τέλος, το παρέδωσαν στα ζώα και το επίλοιπο το κατέκαψαν. Και ο νέος Πατριάρχης τολμούσε όλα αυτά κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, χωρίς αυτό να τον εμποδίζει να τελεί τις Ακολουθίες των Παθών του Κυρίου.

Όταν πληροφορήθηκε τα γενόμενα ο διάδοχος του Μαρκιανού, αυτοκράτορας Λέων ο Μέγας ο Θραξ διέταξε να δικασθεί ο Τιμόθεος ο Αίλουρος κανονικά και να εξορισθεί στη Γάγγρα. Ομοίως τιμωρήθηκαν και όλοι εκείνοι που έλαβαν μέρος στο φόνο του Αγίου Προτερίου. Αντί δε του καθαιρεθέντος Τιμοθέου, Πατριάρχης εξελέγη ο Ορθόδοξος Τιμόθεος ο Σαλοφακίολος (460 - 482 μ.Χ.). Ο Λέων επέβαλε τις αποφάσεις της Δ' Οικουμενικής Συνόδου, εξεδίωξε τους μονοφυσίτες Επισκόπους Αλεξανδρείας και Αντιοχείας και διόρισε Ορθοδόξους στη θέση αυτών.

Έτσι έζησε και μαρτύρησε ο Άγιος Προτέριος και η μνήμη αυτού ανθεί στο βίο των Αγίων της Εκκλησίας.

Αγία Κυράννα η Νεομάρτυς

Η Αγία νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στο χωριό Αβυσσώκα ή Βυρσόκα, στη σημερινή Όσσα της Θεσσαλονίκης, από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους. Στο Μαρτύριό της αναφέρεται ότι ήταν εξαιρετικά όμορφη. Αυτή η εξωτερική ομορφιά της Κυράννας, που δεν ήταν τίποτε άλλο από το αντικατόπτρισμα της εσωτερικής της ωραιότητας, αποτέλεσε και την αφορμή να οδηγηθεί στο μαρτύριο, καθώς κάποιος γενίτσαρος, εισπράκτορας των φόρων στο χωριό της Κυράννας, που την ερωτεύθηκε, προσπάθησε επανειλημμένα με κολακείες και δώρα να την ελκύσει και να την πείσει να αλλαξοπιστήσει, για να τη νυμφευθεί. Επειδή όμως η Κυράννα δεν αποδεχόταν τις κολακείες, ούτε πολύ περισσότερο τα δώρα του Τούρκου, αυτός νομίζοντας πως θα την κάμψει με τον φόβο άρχισε να την απειλεί ότι θα την βασανίσει σκληρά και τέλος θα την θανατώσει, αν δεν υποχωρήσει και δεν αρνηθεί την πίστη της. Αλλά ούτε αυτά τα μέσα έφεραν το ποθητό αποτέλεσμα για το γενίτσαρο. Τότε την οδήγησε βίαια στον κριτή της Θεσσαλονίκης και ψευδομαρτύρησε εναντίον της, ότι του είχε δηλώσει ότι θα αλλαξοπιστήσει για να τη νυμφευθεί, αλλά τελικά δεν τήρησε την υπόσχεσή της. Η Αγία Κυράννα με πνευματική ανδρεία ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό. Έτσι οι Τούρκοι την οδήγησαν στη φυλακή.

Ο γενίτσαρος, που την οδήγησε στον κριτή, ζήτησε και έλαβε την άδεια του Αλή Εφέντη, μπέη του κάστρου της Θεσσαλονίκης, να επισκέπτεται την Αγία στη φυλακή, όπου με κολακείες αλλά και βασανιστήρια προσπαθούσε να την μεταπείσει. Όταν έφευγε αυτός, συνέχιζε τα βασανιστήρια ο δεσμοφύλακας, τον οποίο έλεγχαν για την σκληρότητά του τόσο οι υπόλοιποι φυλακισμένοι, όσο και κάποιος άλλος φύλακας Χριστιανός.

Κάποια φορά ο γενίτσαρος επισκέφθηκε και πάλι την Αγία στη φυλακή και την βασάνισε μέχρι θανάτου. Ο Χριστιανός φύλακας επέπληξε τότε δριμύτατα το δεσμοφύλακα και τον απείλησε ότι θα τον καταγγείλει στο πασά, επειδή επέτρεπε να εισέρχονται στη φυλακή παράνομα άνθρωποι ξένοι και να βασανίζουν τους φυλακισμένους. Έτσι, όταν μετά από λίγο ο γενίτσαρος ξαναήλθε στη φυλακή, φοβούμενος ο δεσμοφύλακας δεν του επέτρεψε την είσοδο. Αυτός τότε τον κατήγγειλε στον Αλή Εφέντη, ο οποίος τον κάλεσε και τον επέπληξε, γιατί παράκουσε τις διαταγές του. Ύστερα από αυτό το γεγονός, ο δεσμοφύλακας επέστρεψε οργισμένος στη φυλακή και ξέσπασε πάνω στην Κυράννα, την οποία κρέμασε και άρχισε να χτυπά αλύπητα. Μπροστά σε αυτό το θέμα όλοι οι φυλακισμένοι, ακόμη και οι Μωαμεθανοί, άρχισαν να διαμαρτύρονται και να καταφέρονται εναντίον του δεσμοφύλακος, ο οποίος άφησε την Αγία κρεμασμένη κι έφυγε. Ήταν 28 Φεβρουαρίου του 1751 μ.Χ.

Κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες ένα θείο φως κάλυψε ξαφνικά το σώμα της Αίας Κυράννας, η οποία άφηνε την τελευταία της πνοή, και ύστερα εξαπλώθηκε σε όλη την φυλακή. Μπροστά σε αυτό το θαύμα οι Χριστιανοί ευχαριστούσαν τον Κύριο, ενώ οι Μωαμεθανοί ενόμιζαν ότι ήταν φωτιά και τρομοκρατήθηκαν.

Ο Χριστιανός φύλακας, ο οποίος πήγε να κατεβάσει την κρεμασμένη Αγία, τη βρήκε νεκρή. Στο μεταξύ το φως είχε υποχωρήσει, αλλά παρέμενε σε όλο το χώρο μια άρρητη ευωδία. Ο φύλακας τότε, περιποιήθηκε το ιερό λείψανο της Μάρτυρος, το οποίο την επόμενη μέρα παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν έξω από τη Θεσσαλονίκη. Στο Συναξάρι της Νεομάρτυρος αναφέρεται ότι το σκήνωμα της Αγίας ενταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδή στο Κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής.

Ασματική ακολουθία της συνέγραψε ο Χριστόφορος Προδρομίτης.

Ως ημέρα της μνήμης της Νεομάρτυρος αναφέρεται σε Λαυρεωτικό Κώδικα η 1η Ιανουαρίου. Στην Όσσα όμως, η Αγία Κυράννα εορτάζεται στις 8 Ιανουαρίου. Αιτία αυτής της εορτολογικής μετατοπίσεως ίσως είναι το ότι ο εορτασμός της κατά τις 28 Φεβρουαρίου συχνά συνέπιπτε με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, περίοδο χαρμολύπης, ενώ στις 8 Ιανουαρίου επιπλέον οι κάτοικοι της Όσσας ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στο χωριό τους εξαιτίας των εορτών των Χριστουγέννων. Η μνήμη της Αγίας τιμάται πανηγυρικά και από τους Οσσαίους της Θεσσαλονίκης και στο ναό της Αχειροποιήτου κατά τη Κυριακή μετά τις 8 Ιανουαρίου.

Στο χωριό Όσσα, βρίσκεται ο Ιερός Ναός της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Κυράννας, που είναι και πολιούχος της κοινότητας, αφιερωμένος στη μνήμη της νεομάρτυρος Κυράννας. Ο ναός κτίστηκε το 1840 μ.Χ., όπως αναφέρει ο Αστέριος Θηλυκός ή το 1868 μ.Χ. σύμφωνα με επιγραφή κτίσεως. Σε αυτόν φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Αγίας Κυράννας, φιλοτεχνημένη γύρω στο 1870, από τον Χριστόδουλο Ιωάννου Ζωγράφο από την Σιάτιστα.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Χαίρε Όσσης ο γόνος και θείον βλάστημα, Παρθενομάρτυς Κυράννα Νύμφη Χριστού του Θεού, η αθλήσασα στερρώς υστέροις έτεσι, και καθελούσα τον εχθρόν, καρτερία σταθε­ρά. Και νυν απαύστως δυσώπει, υπέρ των πίστει τιμώντων, την μακαρίαν σου άθλησιν.

Κοντάκιον
Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων.
Παρθενομάρτυς Κυράννα, νύμφη Χριστοῦ ἀληθῶς καλλιπάρθενε, τοὺς τῇ θερμῇ σου πρεσβείᾳ προστρέχοντας, παντοίων νόσων καὶ θλίψεων λύτρωσαι, καὶ δίδου ἡμῖν χαρὰν ἄληκτον.

Κάθισμα
Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.
Πρεσβείᾳ τῇ σῇ, προστρέχουσα ἑκάστοτε, Κυράννα σεμνή, λαμβάνει τὰ αἰτήματα, Ὄσσα ἡ σὲ βλαστήσασα, καὶ βοᾷ σοι ἀεὶ μετὰ πίστεως· ἐκ συμφορῶν με ἐν βίῳ πικρῶν, ἀπήμαντον Μάρτυς διαφύλατ

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Κασσιανός ο Ρωμαίος


Ἔνθεν μεταστὰς Κασσιανὸς πρὸς νόας,
Θείας νοητῶς κασσίας ἀποπνέει.
Εἰκάδα ἀμφ᾽ ἐνάτην θάνε Κασσιανὸς μεγαθύμων.

Βιογραφία
Ο Όσιος Κασσιανός γεννήθηκε στην Ρώμη από γονείς ευσεβείς και επιφανείς, οι οποίοι φρόντισαν να τον αναθρέψουν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Η γνωριμία και η συναναστροφή του, από την παιδική του ηλικία, με Αγίους ανθρώπους επέδρασε ευεργετικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του όλου τρόπου ζωής του. Σπούδασε την επιστήμη της φιλοσοφίας και της αστρονομίας και μελέτησε ιδιαίτερα τα συγγράμματα των Πατέρων και την Αγία Γραφή.

Ο Όσιος ακολούθησε το μοναχικό βίο, γενόμενος μοναχός σε μία σκήτη και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της Αιγύπτου και της Θηβαΐδας, της Νιτρίας, της Ασίας και της Καππαδοκίας. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει χαρακτηριστικά: «ὁ Ἅγιος μετέβη εἰς διαφόρους τόπους καὶ συνήντησε ἁγίους καὶ γνωστικωτάτους Ὁσίους καὶ τᾶς ἀρετᾶς ὅλων συναθροίζει εἰς τὸν ἐαυτόν του, ὡς ἄλλη φιλόπονος μέλισσα, ὥστε καὶ αὐτὸς ἔγινε εἰς τοὺς ἄλλους τύπος καὶ παράδειγμα παντὸς εἴδους ἀρετῆς. Ὅθεν ἀνώτερος τῶν παθῶν γενόμενος καὶ τὸν νοῦν καθαρίσας, ἐγνώρισε τὴν τελείαν κατὰ τῶν παθῶν νίκην».

Στον πρώτο τόμο της Φιλοκαλίας, περιλαμβάνονται δύο λόγοι του Οσίου Κασσιανού, «Πρὸς Κάστορα Ἐπίσκοπον, περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμῶν, γαστριμαργίας, πορνείας, φιλαργυρίας, ὀργῆς, λύπης, ἀκηδίας, κενοδοξίας καὶ ὑπερηφανείας» και «Πρὸς Λεόντιον ἡγούμενον, περὶ τῶν κατὰ τὴν Σκήτην ἁγίων Πατέρων καὶ λόγος περὶ διακρίσεως», που δείχνουν την καθαρότητα της ζωής του και το ορθόδοξο φρόνημά του και προξενούν μεγάλη ωφέλεια. Ο δε Όσιος Ιωάννης της Κλίμακος πλεέκι δίκαιο εγκώμιο στον Όσιο Κασσιανό στον περί υπακοής Λόγο του.

Ο Όσιος Κασσιανός κοιμήθηκε με ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς σοφίας τὸν λόγοιν Πάτερ τοὶς ἔργοις σου, ἀσκητικῶς γεωργήσας ὡς οἰκονόμος πιστός, ἀρετῶν μυσταγωγεῖς τὰ κατορθώματα, σὺ γὰρ πράξας εὐσεβῶς, ἐκδιδάσκεις ἀκριβῶς, Κασσιανὲ θεοφόρε, καὶ τῷ Σωτήρι πρεσβεύεις, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής

Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής, έζησε και έδρασε επί αυτοκρατορίας Λέοντα Γ' του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) του εικονομάχου.

Από μικρή ηλικία ο Βασίλειος εγκατέλειψε τη κοσμική ζωή για να αφιερωθεί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την άσκηση. Αρχικά ζούσε σε κάποιο ερημητήριο τρέφοντας το πνεύμα του και την ψυχή του με τα δώρα της πίστεως και της αγάπης. Έγινε μαθητής και υποτακτικός του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου (τιμάται 27 Φεβρουαρίου). Όταν όμως οι περιστάσεις τον κάλεσαν, ανταποκρίθηκε με θαυμαστή προθυμία και υπερασπίσθηκε την Ορθοδοξία με θάρρος και παρρησία. Διώχθηκε σκληρά, για την άκαμπτη αντίστασή του και τη θαρραλέα συνηγορία υπέρ της ορθοδοξίας. Φυλακίστηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια.

Όταν πέθανε ο τύραννος Λέων, ο Όσιος Βασίλειος αφέθηκε ελεύθερος και επανήλθε στο ασκητήριό του για να συνεχίσει τους μοναχικούς τους αγώνες.

Μέγας αγωνιστής της Εκκλησίας, στρατευόταν συνεχώς για την ενίσχυση της ορθόδοξης πίστης, για τη διαφώτιση των αιρετικών, για τη στερέωση των πιστών και τη μετάνοια των αμαρτωλών. Έτσι οσιακά αγωνιζόμενος εκοιμήθη εν ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοὶς θείοις σου σκάμμασι, σὺ γὰρ ὁμολογία, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι' ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος, ἐντεῦθεν τῆς ἀσάλευτου βασιλείας ἠξίωσαι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Βασίλειε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τήν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καί μονάσας ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τήν ἐνέργειαν, καί τάς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε παμμάκαρ Ἱερώτατε.



Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2017

Ύμνοι μεγάλου αποδείπνου


Καθαρά Δευτέρα και Μεγάλη Τεσσαρακοστή

Με την Καθαρά Δευτέρα ξεκινά η Σαρακοστή για την Ορθόδοξη εκκλησία, ενώ ταυτόχρονα σημάνει το τέλος των Απόκρεω. Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε έτσι γιατί οι Χριστιανοί «καθαρίζονταν» πνευματικά και σωματικά. Είναι μέρα νηστείας αλλά και μέρα αργίας για τους Χριστιανούς.

Την Καθαρά Δευτέρα συνηθίζεται να τρώγεται λαγάνα (άζυμο ψωμί που παρασκευάζεται μόνο εκείνη τη μέρα), και άλλα νηστίσιμα φαγώσιμα, κυρίως λαχανικά, όπως και φασολάδα χωρίς λάδι. Επίσης συνηθίζεται το πέταγμα χαρταετού. Η Καθαρά Δευτέρα εορτάζεται 48 ημέρες πριν την Κυριακή του Πάσχα.

Η μεγαλύτερη και ή πιο αυστηρή περίοδος νηστείας είναι αυτή που ξεκινάμε από σήμερα, Καθαρά Δευτέρα και τελειώνει την Κυριακή του Πάσχα. Σύμφωνα με τους Κανόνες της Εκκλησίας μας επιβάλλεται να νηστεύουμε το λάδι όλες τις ήμερες, πλην Σαββάτου και Κυριακής. Αν ορισμένοι τώρα τρώνε λάδι και άλλες ήμερες (Δευτέρα, Τρίτη, Πέμπτη), αυτό θα πρέπει να γίνεται μόνο για λόγους αδυναμίας («δι' ασθένειαν σωματικήν») και ύστερα από έγκριση του Πνευματικού τους. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής καταλύουμε: Ψάρι κατά την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, οποία μέρα κι αν τύχει, και την Κυριακή των Βαΐων. Λάδι των αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων (9 Μαρτίου) και κατά την εορτή της Συνάξεως του αρχαγγέλου Γαβριήλ (26 Μαρτίου). Φτάσαμε λοιπόν στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Και ή περίοδος αυτή, είναι μία ιερή περίοδος πνευματικών αγώνων, μετανοίας και νηστείας.



Γιατί να νηστεύουμε;

Ασφαλώς όχι για να φανούμε στους ανθρώπους, ότι νηστεύουμε. Ο Κύριος μας, πριν αρχίσει τη δημόσια δράση του, νήστεψε σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες. Η νηστεία αυτή πού έκανε, έδωσε αφορμή στον Σατανά για να τον πειράξει. Παρόμοια και μας, ας ετοιμαζώμαστε και ας προγυμναζόμαστε στους αγώνες εναντίον των πνευματικών αντιπάλων. Σε μία αμφίβολη πολεμική συμπλοκή, τονίζει ο Μ. Βασίλειος, ή παρουσία συμμάχου στο πλευρό ενός εμπολέμου, προκαλεί την ήττα του άλλου. Το πνεύμα και ή σάρκα βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Με ποιόν θα συμμαχήσεις;

Αν συμμαχήσεις με τη σάρκα θα εξασθένηση το πνεύμα. Ενώ αν συμμαχήσεις με το πνεύμα θα υποδούλωσης τη σάρκα. Εφ' όσον λοιπόν θέλεις να ισχυροποίησης το πνεύμα σου, δάμασε τη σάρκα με τη νηστεία. Με τη νηστεία δείχνουμε τον σεβασμό και την υπακοή στον Δημιουργό και Κύριο μας. Γιατί ή πρώτη εντολή πού έδωσε στους πρωτοπλάστους, τον Αδάμ και την Εύα, ήταν εντολή νηστείας.

Μέσα στον αληθινό σκοπό της νηστείας υπάρχει ή αγάπη. Η αγάπη μας πρώτα-πρώτα για τον Χριστό. Γιατί τηρούμε το λόγο πού μας είπε: «Όταν απαρθή ο νυμφίος, τότε (οι μαθηταί μου) νηστεύσουσι» (Ματθ. θ΄ 15). Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής σημειώνει: «Όποιος αγαπά τον Θεό, ζει αγγελικό βίο στη γη. Γι αυτό νηστεύει και αγρυπνεί, ψάλλει και προσεύχεται και πάντοτε σκέπτεται καλά για όλους τους ανθρώπους». Αλλά νηστεύουμε από αγάπη για τούς φτωχούς, τούς ελαχίστους αδελφούς του Χριστού μας.

Δεν τρώμε κρέας σαράντα μέρες π.χ. αλλά απλούστερα φαγητά και τα χρήματα πού εξοικονομούμε τα δίνουμε σε μία φτωχή οικογένεια. Ακόμα νηστεύουμε γιατί διδαχθήκαμε από τον Κύριο μας ότι: «Τούτο το γένος (των δαιμονίων) ουκ εκπορεύεται εί μή εν προσευχή και νηστεία» (Ματθ. ιζ΄ 21). Η νηστεία λοιπόν διώχνει τα δαιμόνια των παθών πού κυριεύουν και πολεμούν τη σάρκα μας και μολύνουν την ψυχή μας. Είναι για μας η νηστεία όπλο και φάρμακο.



Είναι πράγματι και πολύτιμο φάρμακο η νηστεία, γιατί προφυλάσσει και θεραπεύει την αρρώστια της ψυχής και του σώματος. Η γαστριμαργία, η καταστρεπτική αυτή πολυφαγία, αποχαυνώνει τον άνθρωπο και βλάπτει ανεπανόρθωτα την υγεία του. Η νηστεία, λοιπόν, είναι ένα από τα μέσα, για να κατασιγάσουν τα πάθη. Επειδή υποβάλλει σε εκούσιες στερήσεις δοκιμάζει την ηθική δύναμη και δαμάζει τα άτακτα σκιρτήματα της σάρκας. Ο απόστολος Παύλος κάνει λόγο για τη χαλιναγώγηση του σώματος και των επιθυμιών. «Υποπιάζω μου το σώμα και δουλαγωγώ μήπως άλλοις κηρύξας, αυτός αδόκιμος γένομαι» (Α΄ Κορινθ. θ΄ 27). Γυμνάζω, λέει, το σώμα μου και το υποβάλλω σε στερήσεις, μήπως και άλλοι, στους οποίους εκήρυξα, βραβευθούν και εγώ αποδοκιμασθώ.

Πόσο ρεαλιστική και βαθιά ψυχολογημένη και η παρατήρηση ενός ασκητού, πού έζησε τον πέμπτο αιώνα: «Θα ρωτήσει κανείς από αυτούς, πού βαριούνται τη νηστεία: Είναι αμαρτία η χρησιμοποίηση της τροφής; Ασφαλώς όχι. Η τροφή δεν είναι αμαρτία. Η αμαρτία μπορεί να έλθει σαν επακόλουθο τής τροφής». Η νηστεία άλλωστε έχει ένα πλατύ περιεχόμενο. Η Εκκλησία μας δεν την στενεύει μονάχα στην τροφή. Την βλέπει με ευρύτητα θαυμαστή.

Σ' αυτό το σημείο ιδιαίτερα επιμένει ο λόγος τού Θεού και η πατερική σοφία και φρόνηση. Η νηστεία δεν πρέπει να είναι ένας ξηρός τύπος. Είναι προπάντων διάθεση ψυχής.
Συνδυάζεται πάντα με τις άλλες αρετές, την εγκράτεια, την προσευχή, την μετάνοια. «Τιμή γάρ νηστείας ουχί σιτίων αποχή, αλλά αμαρτημάτων αναχώρησις», τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος.

Σε τίποτα, λοιπόν, δεν μας ωφελεί αν δεν είναι έκφραση ειλικρινούς μετανοίας. Ίσα - ίσα μπορεί να μας παραπλανά και να μας δημιουργεί την ψευδαίσθηση τής πνευματικής αυτάρκειας. Μας το υπογραμμίζει τόσο καθαρά ο Θεός με το στόμα τού προφήτη Ησαΐα: «Τη νηστεία και την αργία και τις γιορτές σας τις μισεί η ψυχή μου... εφ' όσον δεν συνοδεύονται με μετάνοια, ειλικρίνεια, αγάπη και δικαιοσύνη...»

Επομένως η νηστεία, ως πνευματικός αγώνας, ως αυτοκυριαρχία, ως εγκράτεια, ως άσκηση, πρέπει να είναι καθημερινό μας μέλημα. Όχι μόνο υπόθεση Σαρακοστής, αλλά ρυθμιστής ζωής.

Καλή Δύναμη, καλό στάδιο και καλό υπόλοιπο Μεγάλης Τεσσαρακοστής

Η σιωπή της Σαρακοστής

π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Στο τρέξιμο της ζωής, με τα προβλήματα και τις έγνοιες να συντρίβουν την ύπαρξή μας, έρχεται η Μ. Σαρακοστή να δείξει το «ἑτέρως ζῆν».

Σε όσους θελήσουν να πορευτούν, καθώς η Εκκλησία προτείνει την περίοδο αυτή, θα διαπιστώσουν ότι η δυσκολία της νηστείας ευκολύνει την καθαρότητα του νου, οι συχνές ακολουθίες στο ναό ρυθμίζουν το λίγο χρόνο για τις πολλές δουλειές, οι ποικίλοι πειρασμοί και απροσδόκητοι υπερβαίνονται με τη Χάρη που κυριαρχεί.

Είναι παρατηρημένο ότι στην εποχή μας έχει αυξηθεί η πολυλογία και η αργολογία. Τα τηλέφωνα κτυπούν, οι τηλεοράσεις μιλούν, τα ραδιόφωνα δεν σταματούν. Η απουσία ανθρώπων από κοντά μας δεν σημαίνει και σιωπή. Γι’ αυτό και οι πολλές κουβέντες οδηγούν στη διάσπαση του νου που δυσκολεύει την προσευχή, τη μελέτη, την περισυλλογή.

Οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας, γνωρίζοντας από πείρα ότι «ἄνευ ἡσυχίας ἀδύνατον καθαρθῆναι» μας λένε ότι η σιωπή από τους λογισμούς ευκολύνεται και αντιμετωπίζεται από τη σιωπή των λόγων. Γι’αυτό και την περίοδο της Μ. Σαρακοστής, που πιο πολύ ο εσωτερικός αγώνας αυξάνεται, η Εκκλησία, ως μέσο θεραπείας από τα πάθη και ενδυνάμωση του αγώνα της προσευχής, μας προτείνει τη σιωπή.

Ζώντας, βέβαια, με ανθρώπους όπου χρειάζεται να επικοινωνούμε για τις καθημερινές μας ενασχολήσεις, δεν είναι δυνατό να εφαρμόσουμε την απόλυτη σιωπή, που μπορεί να εκληφθεί και ως απόρριψη. Μπορούμε όμως να λέμε τα αναγκαία, αποφεύγοντας τα άσκοπα, την αργολογία και κυρίως την κατάκριση θα διαπιστώσουμε τότε ότι μια άλλη δυναμική της καρδίας αναπτύσσεται. Θα κατανοήσουμε το πόσο η προσευχή γίνεται δύναμη και απόλαυση, καθώς θα μαζεύεται με τη σιωπή ο νους μας. Κι ακόμα, θα δούμε πως η περισυλλογή θα οδηγεί στην αυτογνωσία, τη θέα του μέσα μας κόσμου που θα γίνεται η θεά της «ἐντός ἡμῶν Βασιλείας».

Η σιωπή της Μ. Σαρακοστής, όταν γίνεται με σύνεση και διάκριση, ελκύει τη χάρη του Θεού που φέρνει την εσωτερική ισορροπία. Βιώνεται η χαρμολύπη των ημερών και προχωρούμε τη δύσκολη πορεία της Μ. Σαρακοστής πιο εύκολα και ελεύθερα.

Σήμερα, περισσότερο από άλλες εποχές, χρειάζεται να μαζέψουμε τις εσωτερικές δυνάμεις της ψυχής, για να μπορέσουμε να ζήσουμε την πνευματική ζωή. Η άσκηση αυτή, ασφαλώς, είναι πιο δύσκολη από εκείνη των φαγητών, πιο αποτελεσματική και πιο ουσιαστική. Άλλωστε, η νηστεία συνδυασμένη με προσευχή προς τα εκεί τείνουν να βοηθήσουν, ώστε ο άνθρωπος να βρει το χαμένο εαυτό του και να χαρεί το δώρο της ύπαρξής του.

Η σιωπή της Μ. Σαρακοστής αποκαλύπτει μέσα μας ένα άλλο κόσμο που έχουμε κρυμμένο. Μας δείχνει το «ἕνα οὗ ἐστι χρεία», τη ματαιότητα των πολλών και άχρηστων λόγων, μας εισάγει στη γλώσσα του ουρανού. Τότε, ακούμε το λόγο των αδελφών μας, την αγωνία και τον πόνο τους, μα κυρίως ακούμε το λόγο του Λόγου.

Μέγας Βασίλειος. Δύο λόγοι για τη νηστεία.

1. «Να σαλπίσετε, λέγει, κατά την πρώτη ημέρα του μήνα με την σάλπιγγα, καθώς και κατά την επίσημη ημέρα της μεγάλης εορτής σας» (Ψαλμ. 80, 4).
Αυτό είναι πρόσταγμα προφητικό. Για μας δε από την σάλπιγγα πιο μεγαλόφωνο και από κάθε όργανο μουσικό πιο επίσημο, την αναμενόμενη εορτή των εορτών υποδηλώνουν τα αναγνώσματα (Ησ.58, 4• 6). Διότι εγνωρίσαμε την χάρη των νηστειών από τον Ησαΐα, που απέρριψε μεν τον ιουδαϊκό τρόπο της νηστείας, την δε αληθινή νηστεία σε μας έδειξε. «Να μη νηστεύετε χάριν διαμάχης και έριδος», «αλλά να καταργήσεις κάθε σύνδεσμο αδικίας» (Ησ. 63, 6). Και ο Κύριος λέγει• «να μη γίνεσθε σκυθρωποί, αλλά να νίψεις το πρόσωπό σου, και να αλείψεις το κεφάλι σου» (Ματθ. 6, 16-17).

Ας συμπεριφερθούμε λοιπόν, όπως εδιδαχθήκαμε, να μη φαινόμαστε σκυθρωποί για τις ημέρες που έρχονται, αλλά με φαιδρό πρόσωπο προς αυτές, όπως πρέπει στους αγίους, να συμπεριφερόμαστε. Κανείς άκαρδος δεν στεφανώνεται, κανείς κατηφής δεν στήνει τρόπαιο. Να μη σκυθρωπάσεις ενώ δέχεσαι περιποιήσεις. Είναι άτοπο να μη χαιρόμαστε για την υγεία της ψυχής, αλλά να λυπόμαστε με την αλλαγή των τροφών και να φαινόμαστε ότι χαριζόμαστε στην ηδονή της σάρκας, παρά στην επιμέλεια της ψυχής. Διότι ο μεν κορεσμός σταματά την ευχαρίστηση στην κοιλιά, η δε νηστεία ανεβάζει το κέρδος στην ψυχή. Να χαίρεσαι διότι σου έχει δοθεί από τον ιατρό φάρμακο που καταστρέφει την αμαρτία. Διότι όπως ακριβώς στα έντερα των παιδιών τα αναζωογονούμενα σκουλήκια εξαφανίζονται με κάποια δραστικά φάρμακα, έτσι και την αμαρτία, πού βρίσκεται στο βάθος της ψυχής, την σκοτώνει η νηστεία που εισχωρεί στην ψυχή, η οποία νηστεία είναι πράγματι αξία του ονόματός της.
Η νηστεία να γίνεται χωρίς υποκρισία. Κάθαρση της ψυχής από τα αμαρτήματα.
2. «Άλειψε το κεφάλι σου και πλύνε το πρόσωπό σου» (Ματθ. 6, 17). Σε μυστήρια σε καλεί ο λόγος. Αυτός που αλείφθηκε εμυρώθηκε• αυτός που ενίφθηκε εκαθαρίσθηκε. Να εννοείς τη νομοθεσία στον εσωτερικό άνθρωπο. Να καθαρίσεις την ψυχή από τα αμαρτήματα. Να χρίσεις το κεφάλι σου με χρίσμα άγιο, για να γίνεις μέτοχος του Χριστού, και έτσι να προσέλθεις στη νηστεία. Να μην αλλοιώσεις το πρόσωπό σου όπως ακριβώς oι υποκριτές. Το πρόσωπο αμαυρώνεται, όταν η εσωτερική διάθεση επισκιάζεται με το επίπλαστο εξωτερικό σχήμα, καλυπτόμενη με το ψεύδος σαν με παραπέτασμα.Υποκριτής είναι αυτός που υποδύεται ξένο πρόσωπο στο θέατρο• ενώ είναι δούλος, πολλές φορές υποδύεται το πρόσωπο του κυρίου, και ενώ είναι πολίτης, το πρόσωπο του βασιλέως. Έτσι και στον βίο αυτό, σαν στη σκηνή της δικής τους ζωής, οι πολλοί παίζουν θέατρο, άλλα μεν φέροντας στην καρδιά, άλλα δε δεικνύοντας φανερά στους ανθρώπους. Να μην αλλοιώνεις λοιπόν το πρόσωπό σου. Όποιος είσαι, τέτοιος να φαίνεσαι• να μην υποκρίνεσαι τον σκυθρωπό, επιδιώκοντας την δόξα από του να φαίνεσαι εγκρατής. Διότι ούτε ευεργεσία που διατυμπανίζεται είναι όφελος, και κανένα κέρδος δεν προέρχεται από νηστεία που δημοσιεύεται. Διότι εκείνα που γίνονται επιδεικτικά δεν προεκτείνουν τον καρπό στη μέλλουσα ζωή, αλλά τον περιορίζουν στον έπαινο των ανθρώπων. Τρέξε λοιπόν με χαρά στη δωρεά της νηστείας. Η νηστεία είναι αρχαίο δώρο• δεν παλαιώνει και δεν γηράσκει, αλλά πάντοτε ανανεούμενο, ανθίζει πάντοτε για να φέρει ώριμους καρπούς.
3. Νομίζεις ότι υπολογίζω την αρχαιότητά της από το νόμο; Η νηστεία είναι παλαιότερη και από το νόμο. Εάν αναμείνεις λίγο, θά βρεις την αλήθεια του λόγου.
Η νηστεία είναι η πρώτη εντολή του Θεού στον Παράδεισο. Η παράβασή της από τους πρωτοπλάστους ειναι η πτώση του ανθρωπίνου γένους στην αμαρτία.
Μη νομίζεις οτι η ημέρα του εξιλασμού, που έχει διαταχθεί για τον Ισραήλ τον έβδομο μήνα (Λευϊτ 16 - 29• 23, 27), την δεκάτη ημέρα του μήνα, αυτή είναι η αρχή της νηστείας. Έλα λοιπόν, βαδίζοντας μέσω της ιστορίας, ερεύνησε την αρχαιότητά της. Διότι δεν είναι νεώτερο το εφεύρημα. Το κειμήλιο είναι των πατέρων. Κάθε τι που είναι αρχαίο, είναι σεβαστό. Να σέβεσαι την παλαιότητα της νηστείας. Είναι συνομήλικη με την ανθρωπότητα• η νηστεία ενομοθετήθηκε στον παράδεισο. Είναι η πρώτη εντολή που έλαβε ο Αδάμ• «από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θα φάτε» (Γεν. 2, 17). Το «δεν θα φάγετε» ειναι νομοθεσία νηστείας και εγκρατείας. Εάν είχε νηστεύσει από τον καρπό του δένδρου η Εύα, τώρα δεν θα είχαμε ανάγκη από τη νηστεία αυτή. «Διότι δεν έχουν ανάγκη ιατρού οι υγιείς, αλλά οι άρρωστοι» (Ματθ. 9, 12).
Η μετάνοια χωρίς την νηστεία είναι αργή
Επάθαμε πολλά κακά από την αμαρτία• ας θεραπευθούμε με την μετάνοια. Η μετάνοια δε χωρίς τη νηστεία είναι αργή. «Καταραμένη η γη, αγκάθια και τριβόλια να σου βλαστάνει» (Γεν. 3, 17-18). Επροστάχθηκες να δοκιμάζεσαι, όχι βέβαια να ζεις τρυφηλώς. Με τη νηστεία να εξομολογείσαι στον Θεό. Αλλά και ο τρόπος ζωής στον παράδεισο είναι εικόνα νηστείας, όχι μόνον διότι ο άνθρωπος με το να είναι ομοτράπεζος των αγγέλων κατώρθωνε με την ολιγάρκεια την ομοίωση προς αυτούς, αλλά διότι και όσα ύστερα εφεύρε η διάνοια των ανθρώπων, δεν είχαν επινοηθεί ακόμη από τους τρεφομένους στον παράδεισο• όχι ακόμη οινοποσίες, όχι ακόμη ζωοθυσίες• ούτε όσα θολώνουν τον ανθρώπινο νου.
Με τη νηστεία επανερχόμαστε στον Παράδεισο.
4. Επειδή δεν ενηστεύσαμε, εφύγαμε από τον παράδεισο• ας νηστεύσουμε λοιπόν, για να επανέλθουμε σ'αυτόν. Δεν βλέπεις τον Λάζαρο, πώς με τη νηστεία μπήκε στον παράδεισο; (Λουκ. 16, 20-31). Να μην μιμηθείς την παρακοή της Εύας, να μην παραδεχθείς το φίδι πάλι σαν σύμβουλο, που προτείνει την βρώση, φροντίζοντας για το σώμα.
Στους ασθενείς επιβάλλεται όχι η ποικιλία των φαγητών αλλά η νηστεία και η δίαιτα.
Να μην προφασίζεσαι αρρώστια του σώματος και αδυναμία. Διότι τις δικαιολογίες δεν τις λέγεις σε μένα, αλλά σ' αυτόν που γνωρίζει. Πες μου, δεν μπορείς να νηστεύεις; Μπορείς όμως να παραχορταίνεις για όλη τη ζωή και να συντρίβεις το σώμα σου με το βάρος των φαγητών. Kαι όμως στους ασθενείς όχι ποικιλία φαγητών, αλλά ασιτία και δίαιτα γνωρίζω ότι επιβάλλουν οι ιατροί. Πώς λοιπόν συ που μπορείς αυτά, προφασίζεσαι ότι δεν μπορείς εκείνα; Τι είναι ευκολότερο για την κοιλιά, να περάσει τη νύκτα με την λιτότητα της δίαιτας, ή με την αφθονία των φαγητών να κείτεται βαρειά; Μάλλον δε μήτε να κείτεται, αλλά να πυκνοστριφογυρίζει παραφορτωμένη και στενοχωρημένη με κίνδυνο να ανοίξει; Εκτός αν πεις οτι οι κυβερνήτες σώζουν ευκολότερα το βαρυφορτωμένο πλοίο από το καλά εφοδιασμένο και ελαφρό. Διότι αυτό μεν το οποίο πιέζεται από το πλήθος του φορτίου, η μικρή τρικυμία το καταβυθίζει, εκείνο δε που έχει σύμμετρα τα εμπορεύματα εύκολα διαπλέει την τρικυμία, επειδή τίποτα δεν το εμποδίζει να ανέβει ευκολότερα. Kαι τα σώματα λοιπόν των ανθρώπων όταν παραφορτώνονται με τον συνεχή χορτασμό, εύκολα υποκύπτουν στις ασθένειες• όταν δε κάνουν χρήση στερεάς και ελαφράς τροφής, και το αναμενόμενο από τη νόσο κακό ξεφεύγουν, όπως την κακοκαιρία το πλοίο και το ήδη παρόν ενοχλητικό το ξεπερνούν, σαν κάποια έφοδο δίνης. Όμως και η ησυχία κατά την γνώμη σου είναι πιο κουραστική από το τρέξιμο και η ηρεμία από την πάλη, εάν ακριβώς ισχυρίζεσαι ότι και η τρυφή είναι καταλληλότερη από την δίαιτα γιά τούς άσθενείς.
Η πολυτέλεια και η ποικιλία των φαγητών εδημιούργησε τα διάφορα είδη των ασθενειών.
Διότι η δύναμη που κυβερνά τον άνθρωπο την αυτάρκεια και την λιτότητα εύκολα μεν επεξεργάσθηκε και την έκαμε οικεία στο τρεφόμενο• όταν όμως παρέλαβε την πολυτέλεια και ποικιλία των φαγητών, έπειτα επειδή δεν μπόρεσε προς το τέλος να αντέξει, εδημιούργησε τα διάφορα είδη των ασθενειών.
Η νηστεία στην Π. Διαθήκη.
5. Αλλ' ο λόγος ας βαδίζει με την ιστορία, εξετάζοντας την αρχαιότητα της νηστείας. Kαι όπως όλοι οι άγιοι, σαν κάποια πατρική κληρονομιά, την εκληρονόμησαν, έτσι την διαφύλαξαν, παραδίνοντας ο πατέρας στο παιδί, απ' όπου και σε μας διαδοχικά διασώθηκε το κτήμα. Δεν υπήρχε στον παράδεισο οίνος• όχι ακόμη ζωοθυσίες• όχι ακόμη κρεοφαγίες. Μετά τον κατακλυσμό ο οίνος• μετά τον κατακλυσμό, «να τρώγετε από όλα, σαν χλωρά χορτάρια» (Γεν. 9, 3). 'Οταν απορρίφθηκε η τελείωση, τότε επιτράπηκε η απόλαυση. Δείγμα δε της απειρίας του οίνου ο Νώε που αγνοούσε την χρήση του οίνου. Διότι ακόμη δεν είχε εισέλθει στη ζωή, ούτε είχε χρησιμοποιηθεί στις συναναστροφές των ανθρώπων. Επειδή ούτε άλλον είχε δει, ούτε ο ίδιος εδοκίμασε, περιέπεσε απρόσεκτα στη μέθη του οίνου.
«Διότι εφύτευσε άμπελο ο Νώε, και ήπιε από το γέννημα του καρπού και εμέθυσε» (Γεν. 9, 20-21)• όχι διότι ήταν μέθυσος, αλλά διότι δεν εγνώριζε την μέτρια πόση. Τόσον το εύρημα της οινοποσίας είναι νεώτερο από τον παράδεισο, και τόσον παλαιός ο σεβασμός της νηστείας. Αλλά εγνωρίσαμε οτι και ο Μωύσής με τη νηστεία επλησίασε το όρος (Έξοδ. 24, 18). Διότι δεν θα αποτολμούσε ενώ εκάπνιζε η κορυφή, ούτε θα είχε το θάρρος να εισέλθει στον γνόφο, εάν δεν είχε οπλισθεί με το όπλο της νηστείας. Με τη νηστεία υποδέχθηκε το νόμο που εγράφη με το δάκτυλο του Θεού στις πλάκες. Και επάνω μεν η νηστεία έγινε πρόξενος της νομοθεσίας, κάτω δε η γαστριμαργία τους εξέτρεψε σε ειδωλολατρεία. «Διότι εκάθισε o λαός για να φάει και να πιει, και εσηκώθηκαν μετά για να διασκεδάσουν» (Έξοδ. 32,6).
Η μέθη καταστρέφει την πνευματικότητα του ανθρώπου.
Σαράντα ημερών προσμονή με νηστεία και προσευχή του δούλου του Θεού την αχρήστευσε μία oινοποσία. Διότι αυτές τις πλάκες που έλαβε η νηστεία με το δάκτυλο του Θεού γραμμένες, αυτές η μέθη εκομμάτιασε, διότι ο προφήτης δεν έκρινε άξιο να νομοθετείται μέθυσος λαός από τον Θεό. Σε μια φευγαλέα στιγμή, με την γαστριμαργία, ο λαός εκείνος που είχε γνωρίσει τον Θεό με τα πιο μεγάλα θαύματα, εκυλίσθηκε στην ειδωλολατρική τρέλα των Αιγυπτίων. Σύγκρινε και τα δύο• πώς δηλαδή η νηστεία οδηγεί στο Θεό και πώς η τρυφή προδίδει την σωτηρία. Κατέβα, βαδίζοντας τον δρόμο προς τα κάτω.
Τα ευεργετικά αποτελέσματα της νηστείας στην Παλαιά και Κ. Διαθήκη.
6. Τι εβεβήλωσε τον Ησαύ και τον έκαμε δούλο του αδελφού του; Δεν ήταν ένα φαγητό, για το οποίο επώλησε τα πρωτοτόκια; (Γεν. 25, 30-34). Τον δε Σαμουήλ δεν τον εχάρισε στην μητέρα του η προσευχή με τη νηστεία; (Α' Βασιλ.1, 13-16). Τι έκαμε τον Σαμψών ακαταμάχητο και μεγάλο ήρωα; Δεν ήταν η νηστεία με την οποία συνελήφθη στην κοιλιά της μητέρας του; (Κριτ. 13, 14). Η νηστεία τον εγέννησε, η νηστεία τον εθήλασε, η νηστεία τον έκαμε άνδρα, που την διέταξε ο άγγελος στην μητέρα του. «Δεν πρέπει να φάει κανένα από τα προϊόντα της αμπέλου, και οίνο και σίκερα [μεθυστικά ποτά.] να μην πιει» (Κριτ. 13, 14). Η νηστεία γεννά προφήτες, δυναμώνει δυνατούς• η νηστεία κάνει σοφούς τους νομοθέτες, είναι καλό φυλακτήριο της ψυχής, στο σώμα ασφαλής σύνοικος, όπλο στους ανδρείους, γυμναστήριο στους αθλητές. Αυτή αποκρούει τους πειρασμούς• αυτή προετοιμάζει προς την ευσέβεια, συγκάτοικος της νηφαλιότητας, δημιουργός της σωφροσύνης. Στους πολέμους κάνει ανδραγαθήματα, στην ειρήνη διδάσκει την ησυχία. Τον ναζιραίο [Αφιερωμένος στον Θεό για 30 ημέρες με αποχή φαγητών και ποτών. Ισόβιοι ναζιραίοι ήταν ο Σαμψών, Σαμουήλ, Ιωάννης ο Πρόδρομος, Ιάκωβος ο Αδελφόθεος. Στον χριστιανισμό ναζιραίοι καλούνται οι Μοναχοί.] αγιάζει, και κάνει τέλειο τον ιερέα. Διότι δεν είναι δυνατόν χωρίς νηστεία να αποτολμήσει την ιερουργία• όχι μόνον τώρα στην μυστική και αληθινή λατρεία, αλλά και στην τυπική που γινόταν κατά τον (Μωσαϊκό) νόμο. Αυτή έκαμε τον Ηλία θεατή του μεγάλου θεάματος• διότι αφού επί σαράντα ημέρες με νηστεία καθάρισε την ψυχή, έτσι καταξιώθηκε να δει στο σπήλαιο του Χωρήβ (Γ' Βασιλ. 19, 8-13), όσον είναι δυνατόν στον άνθρωπο να δει, τον Κύριο. Νηστεύοντας έδωσε πίσω στην χήρα το παιδί της, αφού αποδείχθηκε ισχυρός με τη νηστεία κατά του θανάτου. Από στόμα που ενήστευε εβγήκε η φωνή που εσταμάτησε για τον παράνομο λαό τη βροχή του ουρανού για τρία χρόνια και έξι μήνες. Διότι για να μαλακώσει την αδάμαστη καρδιά των σκληροτραχήλων, επροτίμησε και τον εαυτό του στην κακοπάθεια να τον καταδικάσει μαζί με τους άλλους. Για τούτο «ζει Κύριος, είπε, δεν θα υπάρξει στη γη νερό, παρά μόνο με τον λόγο μου» (Γ' Βασιλ. 17, 1). Και έφερε σ' όλο τον λαό νηστεία με την πείνα, για να επανορθώσει την κακία που είχε προέλθει από την τρυφή και την μαλθακή ζωή. Τι λογής δε υπήρξε ο βίος του Ελισσαίου; Πώς μεν εφιλοξενήθηκε από την Σουναμίτιδα; Πώς δε ο ίδιος εδεχόταν τους προφήτες; Δεν έκανε την φιλοξενία με άγρια λάχανα και λίγο αλεύρι; (Δ' Βασιλ. 4, 42- 44). Κι έτσι κάποτε με τα χόρτα είχε μαζευτεί και αγριοκολοκύθι, ώστε να κινδυνεύουν αυτοί που θα έτρωγαν, εάν με την ευχή του νηστευτή δεν είχε αχρηστευθεί το δηλητήριο. Και γενικώς, θα μπορούσες να βρεις τη νηστεία να χειραγωγεί όλους τους αγίους στην κατά Θεόν πολιτεία. Υπάρχει κάποιο είδος αντικειμένου, που ονομάζουν αμίαντο, άφθορο στη φωτιά, που όταν μεν τίθεται στην φλόγα φαίνεται ότι έχει απανθρακωθεί, όταν δε το βγάζουν από τη φωτιά, σαν να έχει λευκανθεί στο νερό, γίνεται καθαρότερο. Τέτοια ήταν τα σώματα των τριών εκείνων παίδων της Βαβυλώνος, που είχαν τον αμίαντο από τη νηστεία (Δανιήλ 1, 8-16). Διότι στη μεγάλη φλόγα της καμίνου, σαν να ήσαν κατά την φύση από χρυσό, απεδεικνύοντο ανώτεροι από την βλάβη της φωτιάς. Δηλαδή απεδεικνύοντο πιο δυνατοί και από τον χρυσό• διότι δεν τους έλυωνε αυτούς η φωτιά, αλλά τους φύλαγε ακέραιους. Και όμως τίποτε δεν θα συγκρατούσε τότε την φλόγα εκείνη, που την έτρεφαν νάφθα και πίσσα και κληματίδες, ώστε αυτή να εξαπλώνεται σαρανταεννέα πήχεις, και κατατρώγοντας τα γύρω απ' αυτήν πολλούς από τους Χαλδαίους να καταφάγει. Εκείνη λοιπόν την πυρκαγιά καταπατούσαν oι παίδες, αφού εισήλθαν με νηστεία, αναπνέοντας έτσι στην ορμητική φωτιά σαν λεπτή αύρα και δροσερή. Διότι η φωτιά ούτε τις τρίχες δεν επείραξε, επειδή τις είχε εκθρέψει η νηστεία (Δανιήλ 3, 24- 33).
7. Και ο Δανιήλ, ο άνδρας των επιθυμιών, αυτός που τρεις εβδομάδες δεν έφαγε ψωμί και δεν ήπιε νερό (Δανιήλ 10, 2-3) εδίδαξε και τα λιοντάρια να νηστεύουν, όταν κατέβηκε στο λάκκο (Δανιήλ 6, 16-22). Διότι σαν από πέτρα ή χαλκό ή κάποια άλλη στερεά ύλη να ήταν κατασκευασμένος, τα λιοντάρια δεν μπορούσαν να μπήξουν τα δόντια τους. Έτσι η νηστεία, αφού εδυνάμωσε το σώμα του ανδρός όπως η βαφή το σίδηρο, το έκανε αδάμαστο στα λιοντάρια• διότι δεν άνοιγαν το στόμα κατά του αγίου. Η νηστεία «έσβησε την δύναμη της φωτιάς, έφραξε τα στόματα των λιονταριών» ('Εβρ. 11, 33-34).
Τα αγαθά της νηστείας.
Η νηστεία αναπέμπει την προσευχή στον ουρανό, με το να γίνεται σ' αυτήν κατά κάποιο τρόπο φτερό προς την άνω πορεία της. Η νηστεία είναι προκοπή των οίκων, υγείας μητέρα, νεότητος παιδαγωγός, στολίδι στους γέροντες, καλή συνοδοιπόρος στους πεζοπόρους, ασφαλής ομόσκηνος στούς συγκατοίκους. Ο άνδρας δεν υποψιάζεται κίνδυνο του γάμου, όταν βλέπει την γυναίκα να ζει με τη νηστεία. Δεν λυώνει η γυναίκα από την ζηλοτυπία, όταν βλέπει τον άνδρα να νηστεύει. Ποιος εζημίωσε το σπίτι του με τη νηστεία; Υπολόγισε σήμερα τα πράγματα του σπιτιού και υπολόγισέ τα και μετά• δεν θα λείψει τίποτε με τη νηστεία από τα υπάρχοντα στο σπίτι. Κανένα ζώο δεν βγάζει κραυγές θανάτου, πουθενά αίμα, πουθενά απόφαση, που υπαγορεύεται κατά των ζώων από την άκαμπτη κοιλιά. Έχει σταματήσει το μαχαίρι των μαγείρων• το τραπέζι αρκείται στα πρόχειρα. Το Σάββατο έδόθηκε στους Ιουδαίους, «για να αναπαυθεί, λέγει, το υποζύγιό σου και o δούλος σου» (Έξοδ. 20, 10).
Ομιλεί για τις 5 εβδομάδες της Μ. Τεσσαρακοστής.
Ας γίνει η νηστεία ανάπαυση από τους συνεχείς κόπους στους υπηρέτες που υπηρετούν καθ' όλο το έτος. Ανάπαυσε τον μάγειρά σου, δώσε άδεια στον τραπεζοκόμο, σταμάτησε το χέρι του κεραστή, ας σταματήσει κάποτε και ο παρασκευαστής των ποικίλων γλυκισμάτων. Ας ησυχάσει κάποτε και το σπίτι από τους μύριους θορύβους, και από τον καπνό και την τσίκνα και από αυτούς που ανεβοκατεβαίνουν και που υπηρετούν σαν αμείλικτη κυρία την κοιλιά. Πάντως κάποτε και οι φοροεισπράκτορες επιτρέπουν για λίγο στους υποχειρίους τους να ζήσουν ελεύθερα. Ας δώσει κάποια ανάπαυλα και η κοιλιά στο στόμα, ας κάμει για μας πενθήμερες ανακωχές, αυτή που πάντοτε απαιτεί και ουδέποτε σταματά, αυτή που σήμερα παίρνει και αύριο λησμονεί. Όταν χορτάσει, φιλοσοφεί περί εγκρατείας, όταν αδειάσει λησμονεί τις φιλοσοφικές δοξασίες.
8. Η νηστεία δεν γνωρίζει την φύση του δανείου• δεν μυρίζει από τόκους η τράπεζα του νηστευτή• δεν πνίγουν το ορφανό παιδί οι πατρικοί τόκοι του νηστευτή, σαν φίδια περιπλεκόμενα. Και διαφορετικά η νηστεία γίνεται αφορμή για ευφροσύνη. Διότι όπως η δίψα γλυκό το ποτό καθιστά, και η πείνα που προκλήθηκε κάνει ευχάριστο το τραπέζι, ετσι και την απόλαυση των φαγητών φαιδρύνει η νηστεία. Διότι με το να παρεμβληθεί στο μέσο και να διακόψει την συνέχεια της τρυφής, θα κάμει ώστε να σου φανεί η λήψη της τροφής επιθυμητή σαν απόδημη. Ώστε εάν θέλεις για τον εαυτό σου να ετοιμάσεις επιθυμητή τράπεζα, δέξου την μεταβολή που προέρχεται από τη νηστεία. Συ δε περικυκλωμένος πάρα πολύ από την τρυφή, έχεις ξεχάσει τον εαυτό σου αμαυρώνοντας την απόλαυση και από φιληδονία εξαφανίζοντας την πραγματική ευχαρίστηση. Διότι, τίποτε δεν υπάρχει τόσον επιθυμητό, ώστε να μην καταφρονείται με την συνεχή απόλαυση. Εκείνων δε που είναι σπάνια η απόκτηση, αυτών η απόλαυση γίνεται περισπούδαστη. Έτσι και ο κτίστης μας επενόησε με την ποικιλία στη ζωή να παραμένει σε μας η χάρη αυτών που έχουν δοθεί. Δεν βλέπεις ότι και ο ήλιος είναι λαμπρότερος μετά την νύκτα; Και η αγρυπνία γλυκύτερη μετά τον ύπνο; Και η υγεία πιο επιθυμητή μετά την πείρα των αντιθέτων; Και η τράπεζα λοιπόν είναι πιο ευχάριστη μετά τη νηστεία• όμοια μεν στους πλουσίους και σ'αυτούς που παρέχουν πλούσια γεύματα και στους λιτούς και στους πρόχειρους κατά την δίαιτα.
9. Να φοβάσαι το παράδειγμα του πλουσίου. Εκείνον παρέδωσε στο πυρ η συνεχής τρυφή. Διότι αν και δεν κατηγορήθηκε για αδικία, αλλά για τρυφηλή ζωή, ετηγανιζόταν στην φλόγα της καμίνου. Για να σβήσουμε λοιπόν το πυρ εκείνο, χρειάζεται νερό. Kαι όχι μόνον για τα μέλλοντα πράγματα ειναι ωφέλιμος η νηστεία, αλλά και σ' αυτή την σάρκα πιο επωφελής. Διότι oι μεγάλες παχυσαρκίες έχουν υποτροπές και μεταπτώσεις, οπότε η φύση κάμπτεται και αδυνατεί να σηκώσει το βάρος της παχυσαρκίας.
Η αξία του νερού για την υγεία.
Πρόσεχε μη τυχόν τώρα, αποστρεφόμενος το νερό, επιθυμήσεις ύστερα μία σταγόνα, όπως και ο πλούσιος (Λουκ. 16, 24). Κανείς δεν εμέθυσε από το νερό. Κανενός δεν επόνεσε το κεφάλι διότι εβαρύνθηκε από το νερό. Κανείς δεν εχρειάσθηκε ξένα πόδια πίνοντας νερό. Κανενός τα πόδια δεν εδέθησαν, κανενός τα χέρια δεν αχρηστεύθηκαν, ποτιζόμενα με νερό. Διότι η ελαττωματική πέψη, που ακολουθεί αναγκαστικά στους ζώντες με τρυφηλότητα, αυτή φέρνει τα φοβερά νοσήματα στα σώματα. Το χρώμα του νηστεύοντος σεμνό, δεν κοκκινίζει αδιάντροπα, αλλά είναι στολισμένο με την σώφρονα χλωμάδα• οφθαλμός πράος, βάδισμα σεμνοπρεπές, πρόσωπο σοβαρό που δεν ασχημίζει με το ακόλαστο γέλιο, λόγια μετρημένα, καρδιά καθαρή. Θυμήσου τους αγίους όλων των αιώνων, «για τους οποίους δεν ήταν άξιος ο κόσμος» που εγύριζαν «φορώντας δέρματα προβάτων και δέρματα γιδιών, έχοντας στερήσεις, θλίψεις, κακουχίες» (Εβρ.11, 37-38). Εκείνων να θυμάσαι την διαγωγή, εάν ακριβώς επιζητείς να είσαι με το μέρος τους.
Παραδείγματα νηστείας, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο Κύριος και ο Απ. Παύλος.
Τι ανάπαυσε τον Λάζαρο στους κόλπους τον Αβραάμ; Όχι η νηστεία; Ή ζωή δε του Ιωάννου υπήρξε μιά συνεχής νηστεία• ο οποίος δεν είχε κρεββάτι, ούτε τραπέζι, ούτε καλλιεργήσιμη γη, ούτε βόδι για όργωμα, ούτε αρτοποιό, ούτε τίποτε άλλο από τα πράγματα της ζωης. Για τούτο «μεταξύ των γεννηθέντων από τις γυναίκες μεγαλύτερος δεν έχει αναφανεί άλλος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή» (Ματθ. 11, 11). Τον Παύλο μαζί με τα άλλα και η νηστεία, που απαρίθμησε στά καυχήματα για τις θλίψεις του, τον ανέβασε στον τρίτο ουρανό (Β' Κορινθ. 11, 27• 12, 2). Ο πρώτος δε για όσα έχουμε πει, ο Κύριος μας, αφού οχύρωσε με νηστεία την σάρκα, που επήρε για χάρη μας, έτσι εδέχθηκε σ' αυτή (Ματθ. 4, 2) του διαβόλου τις προσβολές, και για να μας διδάσκει να ετοιμαζόμαστε με νηστείες και να γυμναζόμαστε για τους αγώνες κατά των πειρασμών, και για να προσφέρει στον αντίπαλο με την στέρηση κατά κάποιο τρόπο λαβή. Απρόσιτος θα ήταν σ' αυτόν λόγω του ύψους της θεότητος, εάν με την φτώχεια δεν είχε κατεβή προς το ανθρώπινο. Επανερχόμενος λοιπόν στους ουρανούς, έφαγε, για να πιστοποιήσει την φύση του αναστάντος σώματος. Συ δε παραπαχαίνοντας τον εαυτό σου και όντας πολύσαρκος, δεν γίνεσαι μαλθακός; Εξασθενίζοντας δε το νου με ατροφία, για τα σωτήρια και ζωοποιά διδάγματα μπορείς να μιλήσεις; Ή αγνοείς ότι, όπως σε πολεμική παράταξη, η συμμαχία με τον άλλον φέρνει την ήττα του αντιπάλου, έτσι και αυτός που συμμαχεί με την σάρκα, ανταγωνίζεται το πνεύμα και αυτός που πηγαίνει με την παράταξη του πνεύματος υποδουλώνει την σάρκα; «Διότι αυτά μεταξύ τους είναι αντίθεται» (Γαλατ. 5, 17). Ώστε, εάν θέλεις να κάνεις ισχυρό το νου, να δαμάσεις την σάρκα με τη νηστεία. Διότι αυτό είναι εκείνο που λέγει ο απόστολος• ότι «όσον ο εξωτερικός άνθρωπος φθείρεται, τόσον ο εσωτερικός ανακαινίζεται» (Β' Κορ.4,16)• και το• «όταν ασθενώ, τότε είμαι δυνατός» (Β' Κορινθ. 12, 10). Δεν θα περιφρονήσεις τα φαγητά που χάνονται; Δεν θα επιθυμήσεις την τράπεζα της βασιλείας, την οποία εξάπαντος η εδώ νηστεία θά εξωραΐσει; Αγνοείς ότι με την αμετρία του χορτασμού ετοιμάζεις για τον εαυτό σου παχύ τον βασανιστή σκώληκα; Διότι ποιος απ' αυτούς που ζουν με πλούσια τροφή και διαρκή τρυφή εδέχθηκε κάποια κοινωνία πνευματικού χαρίσματος; Ο Μωυσής για να λάβει δεύτερη νομοθεσία εχρειάσθηκε μία ακόμη δεύτερη νηστεία. Στους Νινευίτες, εάν και τα ζώα δεν είχαν νηστεύσει, δεν θα είχαν διαφύγει την απειλή της καταστροφής (Ιωνάς 3, 4-10). Ποίων τα σώματα έπεσαν στην έρημο; (Εβρ. 3, 17). Όχι αυτών που επιζητούσαν την κρεοφαγία; (Αριθμ.11, 33). Εκείνοι μεν έως ότου είχαν αρκεσθεί στο μάννα και στο νερό που βγήκε από την πέτρα, ενικούσαν τους Αιγυπτίους, περπατούσαν μέσα από την θάλασσα. «Δεν υπήρχε στις φυλές τους κανένας που δεν μπορούσε να περπατήσει» (Ψαλμ. 104, 37)• επειδή δε εθυμήθηκαν τα κρέατα στους λέβητες (Έξοδ.16, 3) και εστράφησαν με τις επιθυμίες τους στην Αίγυπτο, δεν είδαν την γη της επαγγελίας.
Η πολυφαγία ατονεί την πνευματικότητα του ανθρώπου.
Δεν φοβείσαι το παράδειγμα; Δεν φρίττεις για την πολυφαγία, μήπως σε αποκλείσει από τα ελπιζόμενα αγαθά; Αλλ' ούτε ο σοφός Δανιήλ θα έβλεπε τα οράματα, εάν με τη νηστεία δεν έκανε καθαρότερη την ψυχή. Διότι από την παχειά τροφή κατά κάποιο τρόπο καπνώδεις αναθυμιάσεις ανερχόμενες, σαν πυκνό σύννεφο, διακόπτουν τις ελλάμψεις που έρχονται από το Άγιο Πνεύμα στο νου. Εάν δε και αγγέλων υπάρχει κάποια τροφή, είναι ο άρτος, καθώς λέγει ο προφήτης• «άρτον αγγέλων [«Είναι η λογική και ουράνιος δύναμη που διατρέφονται οι άγγελοι», εξηγεί ο Μ. Αθανάσιος (βλέπε τόμος 6ος σελ.262. Ε.Π.Ε.). Δεν έχει καμμία σχέση με την υλική τροφή του ανθρώπου] έφαγεν ο άνθρωπος» (Ψαλμ. 77, 25). Όχι κρέας, ούτε οίνος, ούτε όσα είναι στην φροντίδα των δούλων της κοιλιάς. Η νηστεία είναι όπλο για την εκστρατεία κατά των δαιμόνων. «Διότι το γένος αυτό δεν εξέρχεται, παρά μόνον με την προσευχή και τη νηστεία» (Μάρκ. 9, 28).
Η εγκράτεια δεν υπάρχει χωρίς τη νηστεία.
Kαι τα μεν αγαθά που προέρχονται από τη νηστεία είναι τόσα πολλά• ο δε κορεσμός είναι η αρχή των πτώσεων. Διότι συγχρόνως εισορμά με την τρυφή και την μέθη και τα ποικίλα καρυκεύματα κάθε είδος κτηνώδους ακολασίας. Απ' εδώ οι άνθρωποι γίνονται ίπποι θηλυμανείς» (Ιερεμ.5, 8) από τον οίστρο της τρυφής που γεννάται στην ψυχή. Oι διαστροφές της φύσεως προέρχονται από τους μεθύσους, που επιζητούν την μεν γυναίκα στον άνδρα, τον δε άνδρα στην γυναίκα. H νηστεία όμως γνωρίζει όρια και στα έργα του γάμου και τιμωρώντας την αμετρία των επιτρεπομένων από το νόμο, επιφέρει σύμφωνη ανάπαυλα, για να αφιερωθούν στην προσευχή (Α' Κορινθ.7, 5).
Η αληθινή νηστεία είναι αποξένωση από τα κακά.
10. Μη λοιπόν περιορίζεις το καλό της νηστείας στην αποχή μόνον από τα φαγητά. Διότι η αληθινή νηστεία είναι αποξένωση από τα κακά. «Νά λύσεις τα δεσμά της αδικίας» (Ησ. 63, 6)• συγχώρησε τον πλησίον για την λύπη, συγχώρησέ τον για τα χρέη. «Να μη νηστεύετε χάριν διαμάχης και φιλονικίας» (Ησ. 63, 4). Δεν τρώγεις κρέατα, αλλά τρώγεις τον αδελφό σου. Δεν πίνεις οίνο, αλλά δεν είσαι εγκρατής στις ύβρεις. Περιμένεις το βράδυ για να λάβεις τροφή, αλλά ξοδεύεις την ημέρα στά δικαστήρια. «Αλλοίμονο σ' αυτούς που δεν μεθούν με κρασί» (Ησ. 28, 1).
Τι είναι ο θυμός, η λύπη και ο φόβος.
Ο θυμός είναι η μέθη της ψυχής, διότι την κάνει παράφρονα οπως ο οίνος. Η λύπη είναι μέθη και αυτή, διότι καταπνίγει την διάνοια. Ο φόβος είναι άλλη μέθη, όταν συμβαίνει εκεί που δεν πρέπει. «Διότι, από τον φόβο, λέγει, του εχθρού να απαλλάξεις την ψυχή μου» (Ψαλμ.63, 2). Kαι γενικά, καθένα από τα πάθη που παραλογίζει το νου δικαίως θα ονομαζόταν μέθη. Σκέψου, παρακαλώ, τον οργιζόμενο πώς μεθά από το πάθος. Δεν είναι ο ίδιος κύριος του εαυτού του• αγνοεί τον εαυτό του, αγνοεί τους παρόντες, σαν να μάχεται μέσα στη νύχτα τα πιάνει όλα, σκοντάφτει σ' όλα, δεν ξέρει τι λέγει, είναι δυσκολοσυγκράτητος, υβρίζει, κτυπά, απειλεί, ορκίζεται, κραυγάζει, ξεσχίζεται. Απόφυγε αυτή την μέθη, μήτε να καταδεχθείς την μέθη από τον οίνο. Να μην περιφρονήσεις την υδροποσία από την οινοποσία. Να μην σε οδηγήσει η μέθη στη νηστεία. Δεν υπάρχει είσοδος στη νηστεία από την μέθη• ούτε βέβαια από την πλεονεξία στην δικαιοσύνη, ούτε από την ακολασία στη σωφροσύνη, ούτε, για να πω γενικά, από την κακία στην αρετή. Άλλη είναι η θύρα για τη νηστεία.
Η μέθη εισάγει στην ακολασία και η εγκράτεια στη νηστεία.
Η μέθη εισάγει στην ακολασία, και η εγκράτεια στη νηστεία. Ο αθλητής προγυμνάζεται, ο νηστευτής προεγκρατεύεται. Μη θέτεις την μέθη προ των πέντε ημερών, σαν να εκδικείσαι τις ημέρες, ούτε σαν να εξαπατάς με σοφίσματα του νομοθέτη. Καθ' όσον μάλιστα ανώφελα κοπιάζεις, το μεν σώμα να διαλύεις, ούτε δε να παρηγορείσαι για την στέρηση. Η αποθήκη είναι αναξιόπιστη, αντλείς σε τρυπημένο πιθάρι. Διότι ο μεν οίνος διαρρέει, τρέχοντας τον ίδιο δρόμο, η δε αμαρτία παραμένει. Ο δούλος δραπετεύει όταν τον κτυπά ο κύριος, συ όμως παραμένεις στον οίνο, που καθημερινά σου κτυπά το κεφάλι; Μέτρο άριστο της χρήσεως του οίνου, η ανάγκη του σώματος (Α' Τιμ. 5, 23). Εάν δε φύγεις έξω από τα όρια, αύριο θα είσαι με βαρύ κεφάλι, θα χάσκεις, θα ζαλίζεσαι, θα μυρίζεις κρασίλα• όλα θα σου φαίνονται ότι γυρίζουν, όλα ότι κλονίζονται. Η μέθη βέβαια ύπνο μεν φέρει, αδελφό τού θανάτου, εγρήγορση δε που μοιάζει με όνειρα.
11. Άραγε γνωρίζεις ποιος είναι αυτός που πρόκειται να υποδεχθείς; Αυτός που μας υποσχέθηκε, ότι «εγώ και ο πατέρας θα έλθουμε, σ' αυτόν και θα κατοικήσουμε μαζί» (Ιωάν. 14, 23). Γιατί λοιπόν δείχνεις προτίμηση στη μέθη και κλείνεις την είσοδο στον Δεσπότη; Γιατί προτρέπεις τον εχθρό να προκαταλάβει τα οχυρώματά σου; Η μέθη δεν υποδέχεται τον Κύριο• η μέθη απομακρύνει το άγιο Πνευμα. Διότι ο μεν καπνός αποδιώχνει τις μέλισσες, ή κραιπάλη αποδιώχνει τα πνευματικά χαρίσματα.
Η κοινωνική σημασία της νηστείας.
Η νηστεία είναι η ευπρέπεια της πόλεως, η σταθερότητα της αγοράς, η ειρήνη των σπιτιών, η σωτηρία των υπαρχόντων. Θέλεις να δεις την μεγαλοπρέπειά της; Σύγκρινε, παρακαλώ, την σημερινή εσπέρα με την αύριο και θα δεις να μεταπίπτει η πόλη από την ταραχή και την ζάλη σε βαθειά γαλήνη. Εύχομαι δε η σημερινή να μοιάζει με την αυριανή κατά την σεμνότητα και η αυριανή να μην υπολείπεται σε φαιδρότητα από την σημερινή. Ο δε Κύριος που μας οδήγησε σ'αυτή την περίοδο του χρόνου, είθε να μας χαρίσει, κατά κάποιο τρόπο σαν αγωνιστές, αφού επιδείξουμε στους προκαταρκτικούς αγώνες την στερεότητα και την δύναμη της καρτερίας, να φθάσουμε και στην κυρία ημέρα των στεφάνων• τώρα μεν της αναμνήσεως του πάθους του Σωτήρος, στον μέλλοντα δε αιώνα, της ανταποδόσεως αυτών που έχουμε εμείς ζήσει κατά την δίκαιη κρίση αυτού του Χριστού, διότι σ' αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.


Απόδοση στην ομιλουμένη: Δημήτριος Αθανασόπουλος, θεολόγος. Εκδόσεις: Νεκτ. Παναγόπουλος. ΛΟΓΟΣ Α'   Η νηστεία είναι πρόσταγμα προφητικό. 

Μεγάλη Σαρακοστή-Πορεία προς το Πάσχα

Όταν κάποιος ξεκινάει για ένα ταξίδι θα πρέπει να ξέρει που πηγαίνει. Αυτά συμβαίνει και με τη Μεγάλη Σαρακοστή. Πάνω απ’ όλα ή Μεγάλη Σαρακοστή είναι ένα πνευματικά ταξίδι που προορισμός του είναι το Πάσχα, «η Εορτή Εορτών». Είναι η προετοιμασία για την «πλήρωση του Πάσχα, που είναι η πραγματική Αποκάλυψη». Για τα λόγο αυτό θα πρέπει να αρχίσουμε με την προσπάθεια να καταλάβουμε αυτή τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη Σαρακοστή και το Πάσχα, γιατί αυτή αποκαλύπτει κάτι πολύ ουσιαστικό και πολύ σημαντικό για τη Χριστιανική πίστη και ζωή μας.
Άραγε είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε ότι το Πάσχα είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια γιορτή, πολύ πέρα από μια ετήσια ανάμνηση ενός γεγονότος που πέρασε; ʹ Ο καθένας που, έστω και μια μόνο φορά, έζησε αυτή τη νύχτα «τη σωτήριο, τη φωταυγή και λαμπροφόρο», που γεύτηκε εκείνη τη μοναδική χαρά, το ξέρει αυτό.
Άλλα τι είναι αυτή ή χαρά; Γιατί ψέλνουμε στην αναστάσιμη λειτουργία: «νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια»; Με ποια έννοια «έορτάζομεν» — καθώς ισχυριζόμαστε ότι το κάνουμε — «θανάτου την νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν άλλης βιοτής της αιωνίου άπαρχήν...»;
Σε όλες αυτές τις ερωτήσεις ή απάντηση είναι: ή νέα ζωή ή Οποία πριν από δυο χιλιάδες περίπου χρόνια «άνέτειλεν εκ του τάφου», προσφέρθηκε σε μας, σε όλους εκείνους που πιστεύουν στο Χριστό. Μας δόθηκε τη μέρα που βαφτιστήκαμε, τη μέρα δηλαδή που όπως λέει 0 ʹΑπ. Παύλος: «... συνετάφημεν ούν αυτώ δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ʺίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών δια της δόξης του πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4).

Έτσι το Πάσχα πανηγυρίζουμε την Ανάσταση του Χρίστου σαν γεγονός που έγινε και ακόμη γίνεται σε μας. Γιατί ο καθένας από μας έλαβε το δώρο αυτής της νέας ζωής και τη δύναμη να την αποδεχτεί και να ζήσει δια μέσου της. Είναι ένα δώρο που ριζικά αλλάζει τη διάθεση μας απέναντι σε κάθε κατάσταση αυτού του κόσμου, ακόμη και απέναντι στο
θάνατο. Μας δίνει τη δύναμη να επιβεβαιώνουμε θριαμβευτικά το: «νικήθηκε Ο θάνατος», φυσικά υπάρχει ακόμα Ο θάνατος, είναι σίγουρος, τον αντιμετωπίζουμε, και κάποια μέρα θα έρθει και για μας. Άλλα όλη ή πίστη μας‐είναι ότι με το δικό Του θάνατο ο Χρίστος άλλαξε τη φύση ακριβώς του θανάτου. Τον έκανε πέρασμα — «διάβαση», «Πάσχα» — στη Βασιλεία του Θεού μεταμορφώνοντας τη δραματικότερη τραγωδία σε αιώνιο θρίαμβο, σε νίκη. Με το «θανάτω θάνατον πατήσας», μας έκανε μέτοχους της Ανάστασης Του. Ακριβώς γι αυτό στο τέλος του όρθρου της Ανάστασης — στον Κατηχητικό Λόγο του ʹ Ιωάννου Χρυσοστόμου — λέμε θριαμβευτικά: Ανέστη Χριστός, και ζωή πολιτεύεται. Ανέστη Χριστός, και νεκρός ουδείς εν τω μνήματι».Τέτοια είναι ή πίστη της Εκκλησίας που επιβεβαιώνεται και φανερώνεται με τη ζωή των αναρίθμητων αγίων της. Άλλα μήπως δε ζούμε καθημερινά το γεγονός ότι αύτη ή πίστη σπάνια γίνεται και δική μας εμπειρία; Μήπως δε χάνουμε πολύ συχνά και δεν προδίνουμε αυτή τη «νέα ζωή» που λάβαμε σαν δώρο, και στην πραγματικότητα ζούμε σαν να μην αναστήθηκε ο Χριστός και σαν να μην έχει νόημα για μας αυτό το μοναδικό γεγονός; Και όλα αυτά εξαιτίας της αδυναμίας μας, της ανικανότητας μας να ζούμε σταθερά με «πίστη ελπίδα και αγάπη» στο επίπεδο εκείνο που μας ανέβασε ο Χριστός όταν είπε: «Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού». Απλούστατα εμείς ξεχνάμε όλα αυτά γιατί είμαστε τόσο απασχολημένοι, τόσο βυθισμένοι στις καθημερινές έγνοιες μας και ακριβώς επειδή ξεχνάμε, αποτυχαίνουμε. Μέσα σʹ αυτή τη λησμοσύνη, την αποτυχία και την αμαρτία ή ζωή μας γίνεται ξανά «παλαιά», ευτελής, σκοτεινή και τελικά χωρίς σημασία, γίνεται ένα χωρίς νόημα ταξίδι για ένα χωρίς νόημα τέρμα. Καταφέρνουμε να ξεχνάμε ακόμα και το θάνατο και τελικά, εντελώς αιφνιδιαστικά, μέσα στις απολαύσεις της ζωής» μας έρχεται τρομακτικός, αναπόφευκτος, παράλόγος. Μπορεί κατά καιρούς να παραδεχόμαστε τις ποικίλες αμαρτίες» μας και να τις εξομολογούμαστε, όμως εξακολουθούμε να μην αναφέρουμε τη ζωή μας σʹ εκείνη τη νέα ζωή που ο Χριστός αποκάλυψε και μας έδωσε. Πραγματικά ζούμε σαν να μην ήρθε ποτέ ʹ Εκείνος. Αυτή είναι ή μανή πραγματική αμαρτία, ή. αμαρτία όλων των αμαρτιών, ή απύθμενη θλίψη και τραγωδία όλων των κατʹ όνομα χριστιανών.

Αν τα αναγνωρίζουμε αυτό, τότε μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι τα Πάσχα και γιατί χρειάζεται και προύποθέτει τη Μεγάλη Σαρακοστή. Γιατί τότε μπορούμε να καταλάβουμε ότι ή λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας και όλος ο κύκλος των ακολουθιών της υπάρχουν, πρώτα απ’ όλα, για να μας βοηθήσουν να ξαναβρούμε το όραμα και την γεύση αυτής της νέας ζωής, που τόσο εύκολα χάνουμε και προδίνουμε, και ύστερα να μπορέσουμε να μετανοήσουμε και να ξαναγυρίσουμε στην Εκκλησία. 12
Πώς είναι δυνατόν να αγαπάμε και να επιθυμούμε κάτι που δεν το ξέρουμε; Πώς μπορούμε να βάλουμε πάγω άπα καθετί άλλο στη ζωή μας κάτι που ποτέ δεν έχουμε δει και δεν έχουμε χαρεί; Με άλλα λόγια: πώς μπορούμε, πώς είναι δυνατόν να αναζητήσουμε μια Βασιλεία για την οποία δεν έχουμε ιδέα; Ή λατρεία της ʹ Εκκλησίας ήταν από την αρχή και είναι ακόμα και τώρα ή είσοδος και ή επικοινωνία μας με τη νέα ζωή της Βασιλείας. Μέσα από τη λειτουργική της ζωή ή Εκκλησία μας αποκαλύπτει εκείνα που «οφθαλμός ουκ οίδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ άνέβη, ά ήτοίμασεν ο Θεός τοις άγαπώσιν αυτόν» (Κορ. 2,9). Και στο κέντρο αυτής της λειτουργικής ζωής, σαν καρδιά της και μεσουράνημά της — σαν ήλιος που οι ακτίνες του διαπερνούν καθετί — είναι τα Πάσχα. Το Πάσχα είναι ή πόρτα, ανοιχτή κάθε χρόνο, που οδηγεί στην υπέρλαμπρη Βασιλεία του Χριστού, είναι ή πρόγευση της αιώνιας χαράς που μας περιμένει, είναι ή δόξα της νίκης ή οποία άπα τώρα, αν και αόρατη, πλημμυρίζει όλη την κτίση: «νικήθηκε ο θάνατος».

Όλόκληρη ή λατρεία της Εκκλησίας είναι οργανωμένη γύρω από το Πάσχα, γι’ αυτό και ο λειτουργικός χρόνος, δηλαδή ή διαδοχή των εποχών και των εορτών, γίνεται ένα ταξίδι, ένα προσκύνημα στο Πάσχα, που είναι το Τέλος και που ταυτόχρονα είναι ή Αρχή. Είναι το τέλος όλων αυτών που αποτελούν τα «παλαιά» και ή αρχή της «νέας ζωής», μια συνεχής «διάβαση» από τον «κόσμο τούτο» στην Βασιλεία που έχει αποκαλυφτεί «εν Χριστώ».
Παρʹ όλα αυτά ή «παλαιά» ζωή, ή ζωή της αμαρτίας και τής μικρότητας, δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί και νʹ αλλάξει. Το Ευαγγέλιο περιμένει και ζητάει από τον άνθρωπο να κάνει μια προσπάθεια ή οποία, στην κατάσταση που βρίσκεται τώρα ο άνθρωπος, είναι ουσιαστικά απραγματοποίητη. Αντιμετωπίζουμε μια πρόκληση. Το όραμα, ο στόχος, ο τρόπος της νέας ζωής είναι για μας μια πρόκληση που βρίσκεται τόσο πολύ πάνω από τις δυνατότητες μας!
Γι’ αυτό, ακόμα και οι Απόστολοι, όταν άκουσαν τη διδασκαλία του Κυρίου Τον ρώτησαν απελπισμένα: «τις άρα δύναται σωθήναι;» (Ματθ. 19,26). Στʹ αλήθεια δεν είναι καθόλου εύκολο νʹ απαρνηθείς ένα ασήμαντο ιδανικό ζωής καμωμένο με τις καθημερινές φροντίδες, με την αναζήτηση των υλικών αγαθών, με την ασφάλεια και την απόλαυση και να δεχτείς ένα άλλο ιδανικό ζωής το οποίο βέβαια δεν στερείται καθόλου τελειότητας στο σκοπό του: «Γίνεσθε τέλειοι ως ο Πατήρ ημών εν ούρανοίς τέλειος εστίν». Αυτός ο κόσμος με όλα του τα «μέσα» μας λέει: να είσαι χαρούμενος, μην ανησυχείς, ακολούθα τον «ευρύ» δρόμο. Ο Χριστός στο Ευαγγέλιο λέει: διάλεξε τα στενό δρόμο, αγωνίσου και υπόφερε, γιατί αυτός είναι ο δρόμος για τη μόνη (genuine) αληθινή ευτυχία. Και αν ή ʹ Εκκλησία δεν βοηθήσει πώς θα μπορέσουμε να

κάνουμε αυτή τη φοβερή εκλογή; Πώς μπορούμε να μετανοήσουμε και να ξαναγυρίσουμε στην υπέροχη υπόσχεση που μας δίνεται κάθε χρόνο το Πάσχα; Ακριβώς αυτή είναι ή στιγμή που εμφανίζεται ή Μεγάλη Σαρακοστή. Αυτή είναι ή «χείρα βοηΘείας» που απλώνει σε μας ή Εκκλησία. Είναι το σχολείο της μετάνοιας που θα μας δώσει δύναμη να δεχτούμε τα Πάσχα όχι σαν μια απλή ευκαιρία να φάμε, να πιούμε, νʹ αναπαυτούμε, αλλά, βασικά, σαν το τέλος των «παλαιών» που είναι μέσα μας και σαν είσοδο μας στο «νέο».
Στην αρχαία Εκκλησία ο βασικός σκοπός της Σαρακοστής ήταν να προετοιμαστούν οι «Κατηχούμενοι», δηλαδή οι νέοι υποψήφιοι χριστιανοί, για το βάπτισμα που, εκείνο τον καιρό, γίνονταν στη διάρκεια της αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας(2). Άλλα ακόμα και τώρα που ή Εκκλησία δεν βαφτίζει πια τους χριστιανούς σε μεγάλη ηλικία και ο θεσμός της κατήχησης δεν υπάρχει πια, το βασικό νόημα της Σαρακοστής παραμένει το ίδιο. Γιατί, αν και είμαστε βαφτισμένοι, εκείνο που συνεχώς χάνουμε και προδίνουμε είναι ακριβώς αυτά που λάβαμε στο Βάπτισμα. Έτσι το Πάσχα για μας είναι ή επιστροφή, που κάθε χρόνο κάνουμε, στο βάπτισμα μας και επομένως ή Σαρακοστή είναι ή προετοιμασία μας γιʹ αυτή την επιστροφή — ή αργή αλλά επίμονη προσπάθεια να πραγματοποιήσουμε τελικά τη δική μας «διάβαση», το «Πάσχα» μας στη νέα εν Χριστώ ζωή. Το ότι, καθώς θα δούμε, οι ακολουθίες στη σαρακοστιανή λατρεία διατηρούν ακόμα και σήμερα τον κατηχητικό και βαπτιστικό χαρακτήρα, δεν είναι γιατί διατηρούνται αρχαιολογικά» απομεινάρια, αλλά είναι κάτι το ζωντανό και ουσιαστικό για μας. ΓΙ αυτό κάθε χρόνο ή Μεγάλη Σαρακοστή και το Πάσχα είναι, μια ακόμα φορά, ή ανακάλυψη και ή συνειδητοποίηση του τι γίναμε με τον «δια βαπτίσματος» μας θάνατο και την ανάσταση.Ένα ταξίδι, ένα προσκύνημα! Καθώς τα αρχίζουμε, καθώς κάνουμε το πρώτο βήμα στη «χαρμολύπη» της Μεγάλης Σαρακοστής βλέπουμε — μακριά, πολύ μακριά — τον προορισμό. Είναι ή χαρά της Λαμπρής, είναι ή είσοδος στη δόξα της Βασιλείας. Είναι αυτό το όραμα, ή πρόγευση του Πάσχα, που κάνει τη λύπη της Μεγάλης Σαρακοστής χαρά, φως, και τη δική μας προσπάθεια μια «πνευματική άνοιξη». Ή νύχτα μπορεί να είναι σκοτεινή και μεγάλη, αλλά σε όλο το μήκος του δρόμου μια μυστική και ακτινοβόλα αυγή φαίνεται να λάμπει στον ορίζοντα. «Μη καταισχύνης ημάς από της προσδοκίας ημών, φιλάνθρωπε!».

Όσιος Τίτος ο Πρεσβύτερος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου

Ο Όσιος Τίτος γεννήθηκε στη Ρωσία και ασκήτευε στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Η ιερατική του βιοτή ήταν θεοφιλής και ισάγγελη, ενώ η αγάπη του προς όλους τους αδελφούς ανιδιοτελής και ανυπόκριτη.

Τότε ζούσε στη Λαύρα και ένας διάκονος, που ονομαζόταν Ευάγριος. Ο μισόκαλος διάβολος, που πάντοτε σπείρει ζιζάνια, έσπειρε έχθρα ανάμεσα στον Όσιο Τίτο και το διάκονο Ευάγριο. Και ενώ πρώτα έτρεφαν ο ένας για τον άλλο βαθιά αμοιβαία αγάπη, έφθασαν τώρα να μην θέλουν ούτε να ιδωθούν. Τόσο πολύ μάλιστα τους σκότισε η οργή και η μνησικακία, ώστε, όταν θυμίαζε ο ένας στο ναό, ο άλλος έφευγε. Και αν δεν έφευγε, ο πρώτος τον προσπερνούσε χωρίς να τον θυμιάσει.

Έχοντας βυθιστεί σε τέτοιο σκοτάδι εμπάθειας οι δύο αδελφοί, τολμούσαν να λειτουργούν και να προσφέρουν τα Τίμια Δώρα και να κοινωνούν, ξεχνώντας την εντολή του Κυρίου που λέγει: «Εάν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και εκεί ενθυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίων σου, άφησε εκεί το δώρο σου μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε, πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδελφό σου, και τότε αφού έλθεις πρόσφερε το δώρο σου».

Κάποτε ο Όσιος Τίτος αρρώστησε πολύ σοβαρά. Είχα μάλιστα φθάσει στα πρόθυρα του θανάτου, όταν άρχισε ξαφνικά να κλαίει και να θρηνεί για την αμαρτία του. Αμέσως παρακάλεσε τους μοναχούς να καλέσουν τον Ευάγριο, για να συγχωρεθούν. Εκείνος όμως, όχι μόνο δεν δέχθηκε να συγχωρέσει τον ετοιμοθάνατο αδελφό, αλλά άρχισε να τον καταριέται. Τότε τον άρπαξαν και τον έφεραν διά της βίας στον Όσιο, για να ειρηνεύσουν. Μόλις τον είδε ο Όσιος Τίτος ανασηκώθηκε με δυσκολία και τον ικέτευσε κλαίγοντας να τον ευλογήσει. Ο ανελέητος Ευάγριος αποστράφηκε άσπλαχνα τον Όσιο και δήλωσε μπροστά σε όλους, ότι ποτέ δεν πρόκειται να συμφιλιωθεί μαζί του ούτε στην παρούσα ζωή ούτε στην άλλη. Δεν πρόλαβε όμως να τελειώσει τον λόγο του και έπεσε κάτω! Οι πατέρες έτρεξαν να τον σηκώσουν, αλλά διαπίστωσαν πως ήταν νεκρός. Το σώμα του αμέσως πάγωσε σαν μάρμαρο. Την ίδια στιγμή ο Όσιος Τίτος σηκώθηκε όρθιος, εντελώς υγιής, σαν να μην είχε αρρωστήσει ποτέ. Με φρίκη και δέος αντίκρισαν όλοι τον άδοξο θάνατο του μνησίκακου Ευαγρίου και την θαυματουργική ίαση του Αγίου.

Ο Όσιος Τίτος, μετά την συγκλονιστική αυτή εμπειρία, απομάκρυνε για πάντα από τη ζωή του, όχι μόνο την εξωτερική οργή, αλλά και κάθε κακό λογισμό για οποιονδήποτε αδελφό, μέχρι την ημέρα που κοιμήθηκε ειρηνικά και παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό. Ήταν το έτος 1190 μ.Χ.