Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

Ο ΖΑΚΧΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ

Ο ΠΟΘΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΜΠΟΔΙΑ

Στὴν Ἱεριχὼ ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος ἦταν ἀπορροφημένος ἀπὸ τὶς φοροεισπρακτικές του ἐργασίες. Διευθυντὴς τοῦ τελωνείου, εἶχε πολλὰ ζητήματα νὰ τακτοποιήσει, ἀλλὰ καὶ πολλὲς ἀπολαβές. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὅμως κάτι ἄλλαξε μέσα του. Ἔμαθε πὼς ἀπὸ τὴν πόλη του θὰ περνοῦσε ὁ Κύριος. Καὶ ἤθελε πολὺ νὰ Τὸν δεῖ, νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι. Εἶχε ὅμως μαζευθεῖ τόσο πολὺς λαὸς γύρω ἀπὸ τὸν Κύριο ποὺ διέσχιζε τὴν πόλη, ὥστε ἦταν ἀδύνατο νὰ Τὸν προσεγγίσει. Ἦταν καὶ κοντὸς στὸ ἀνάστημα καὶ δὲν μποροῦσε νὰ Τὸν δεῖ ἔστω καὶ ἀπὸ μακριά. Καὶ τί κάνει; Τρέχει ἀμέσως σὰν νά ’ταν μικρὸ παιδί, κι ἀνεβαίνει πάνω σ’ ἕνα δέντρο, σὲ μιὰ συκομουριά, γιὰ νὰ Τὸν δεῖ. Διότι ἀπὸ ἐκεῖ θὰ περνοῦσε ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

Μόλις πλησίασε ὁ Κύριος, ἀμέσως κατευθύνθηκε πρὸς τὸ δέντρο, σήκωσε τὸ βλέμμα του καὶ κοίταξε τὸν Ζακχαῖο. Καὶ χωρὶς νὰ Τὸν γνωρίζει ἀπὸ πρίν, τὸν φωνάζει μὲ τὸ ὄνομά του καὶ τοῦ λέει: Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα. Σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου. Καὶ ὁ Ζακχαῖος κατεβαίνει ἀμέσως, καὶ μὲ χαρὰ μοναδικὴ ὑποδέχεται τὸν Κύριο στὸ σπίτι του.

Κάποιοι ἄνθρωποι βέβαια, μόλις τὸ εἶδαν αὐτό, μουρμούριζαν μὲ ἀγανάκτηση ἐναντίον του καὶ μὲ περιφρόνηση ἔλεγαν ὅτι στὸ σπίτι ἀνθρώπου ἁμαρτωλοῦ μπῆκε νὰ μείνει καὶ νὰ ἀναπαυθεῖ.

Ὁ Ζακχαῖος ὅμως δὲν ὑπολόγισε τίποτε ἀπὸ αὐτά. Διότι ζοῦσε τὴ μεγαλύτερη χαρὰ τῆς ζωῆς του. Καὶ ποιὸς θὰ τὸ περίμενε; Ἕνας διευθυντὴς τοῦ τελωνείου, ἕνας ἄνθρωπος τόσο πλούσιος, ἕνα πρόσωπο τῆς ὑψηλῆς κοινωνίας, ποὺ καθημερινὸ ἐνδιαφέρον εἶχε πῶς θὰ πλουτίσει περισσότερο, νὰ ἔχει καὶ πνευματικὰ ἐνδιαφέ-ροντα! Καὶ νὰ θέλει νὰ δεῖ τὸν Κύριο. Καὶ νὰ μὴν ὑπολογίζει τὰ τόσα ἐμπόδια στὸ δρόμο του αὐτό. Ἐπιθυμοῦσε νὰ δεῖ τὸν Ἰησοῦ. Θὰ εἶχε ἀκούσει νὰ μιλοῦν γιὰ τὸν Κύριο, καὶ ἰδιαιτέρως γιὰ τὴν ἐπιείκεια καὶ συγκατάβαση ποὺ ἔδειχνε στοὺς τελῶνες. Καὶ ἤθελε νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι αὐτός.

Οἱ ἐξωτερικοὶ τύποι καὶ τρόποι συμπεριφορᾶς ἀσφαλῶς δὲν τοῦ ἐπέτρεπαν νὰ κάνει μιὰ τέτοια τρέλα, νὰ ἀναρριχηθεῖ πάνω σ’ ἕνα δέντρο. Ἀλλὰ ὁ πόθος του νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ τὸν ἔκανε νὰ καθυποτάξει κάθε ἐπιφύλαξη καὶ νὰ ὑπερνικήσει κάθε ἐμπόδιο. Δὲν ὑπολόγισε οὔτε τὴ θέση του οὔτε τὴν προσωπική του ἀξιοπρέπεια οὔτε τὰ σχόλια τῶν ἄλλων.

Ὅσοι λοιπὸν θέλουμε νὰ γνωρίσουμε τὸν Κύριο, νὰ Τὸν κάνουμε ἔνοικο στὴν ψυχή μας, νὰ Τὸν κάνουμε κυβερνήτη τῆς ζωῆς μας, θὰ πρέπει νὰ μάθουμε νὰ ὑπερπηδοῦμε κάθε ἐμπόδιο στὸν πόθο μας αὐτό. Νὰ μὴν ὑπολογίζουμε κόπους καὶ δυσκολίες, σχόλια καὶ εἰρωνεῖες· οὔτε πιθανὴ ἀπομόνωση ἀπὸ τὸν κοινωνικό μας περίγυρο ἢ ἀπώλεια τῆς κοινωνικῆς μας καταξίωσης. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα νὰ κυριαρχεῖ ὁ πόθος μας νὰ γνωρίσουμε τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ζήσουμε μ’ Αὐτόν, ὅ,τι κι ἂν αὐτὸ μᾶς κοστίζει.

Η ΑΛΛΑΓΗ

Ὁ Ζακχαῖος τώρα μέσα στὸ σπίτι του ἐκδηλώνει τὴν ἀληθινὴ καὶ σταθερὴ μετάνοιά του. Στέκεται κάποια στιγμὴ μπροστὰ στὸν Κύριο καὶ τοῦ λέει:

-«Κύριε, τὴ μισὴ περιουσία μου τὴ δίνω στοὺς πτωχούς. Καὶ ἐὰν τυχὸν ὡς τελώνης ἀδίκησα μὲ ψεύτικες καταγγελίες καὶ ἀναφορὲς κάποιον γιὰ νὰ καταχρασθῶ τὴν περιουσία του, τοῦ τὸ ἐπιστρέφω τετραπλάσιο».

Τότε τοῦ λέει ὁ Κύριος

-«Σήμερα, μὲ τὴν ἐπίσκεψή μου ἐδῶ ἦλθε ἡ σωτηρία στὸ σπίτι αὐτό. Καὶ ἔπρεπε νὰ σωθεῖ κι ὁ τελώνης αὐτός, διότι κι αὐτὸς εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Διότι ὁ «υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» ἦλθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ γιὰ νὰ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει τὸ χαμένο του πρόβατο, ποὺ κινδύνευε νὰ πεθάνει στὴν ἁμαρτία».

Κι ἕνα τέτοιο χαμένο πρόβατο πού βρέθηκε ἦταν καὶ ὁ Ζακχαῖος. Ἦρθε καὶ γι’ αὐτὸν ἡ ὥρα τῆς χάριτος, ἡ ὥρα τῆς μετανοίας. Μιᾶς μετάνοιας ποὺ κυοφορήθηκε καὶ ὡρίμασε μὲ τὴ γνωριμία του μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ διακήρυξη τῆς ἐπανορθώσεώς του ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς προσωπικῆς σχέσεως ποὺ εἶχε μὲ τὸν Κύριο. Μόλις γνώρισε τὸν Χριστό, δὲν ὑπολογίζει οὔτε τὴν περιουσία του οὔτε τὸ ἀξίωμά του. Μοιράζει ὅλη του τὴν περιουσία. Καὶ τὴ δίνει ἀμέσως. Δὲν λέει ὅτι θὰ τὰ δώσει ἀργότερα ἢ μετὰ τὸν θάνατό του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἐπιβεβαιώνει τὴ γνήσια μετάνοια τοῦ Ζακχαίου λέγοντας ὅτι σήμερα ἦλθε ἡ σωτηρία στὸ σπίτι αὐτό.

Πόσο γρήγορα ἄλλαξε ὁ Ζακχαῖος! Ὁ ἄδικος ἔγινε ἐλεήμων, ὁ πάμπλουτος πάμφτωχος, ὁ ἐγκόσμιος ὑπερκόσμιος, ὁ ὑλόφρων θεόφρων, ὁ φίλος τοῦ χρήματος φίλος τοῦ Χριστοῦ. Μαθητὴς τοῦ Κυρίου καὶ ἀργότερα συνοδὸς τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ἐπίσκοπος Καισαρείας καὶ Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας.

Μέσα στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ λοιπὸν ὅλα διορθώνονται. Μὲ τὴ μετάνοια καὶ ἱερὰ Ἐξομολόγηση ὅλα μποροῦν νὰ ἀλλάξουν. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ ζοῦμε καθημερινὰ μὲ μετάνοια καὶ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας καὶ νὰ ἀφήνουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐργάζεται τὴ μεταμόρφωση καὶ ἀναγέννησή μας. Κι ὅταν ὁ Κύριος κρίνει, θὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὰ πολλά μας πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, θὰ μᾶς ἀναγεννήσει, θὰ μᾶς ἐξαγιάσει.

Σκέψεις στον Απόστολο της Κυριακής

Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού

Καθώς προχωρούμε στον χρόνο και αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες του παρόντος και του μέλλοντος, αυτό που χρειαζόμαστε είναι η ελπίδα. Είναι η προσδοκία ότι τα όνειρά μας θα εκπληρωθούν , ότι οι δυσκολίες μας θα αντιμετωπισθούν.  Η ελπίδα μας έγκειται στον κόπο τον οποίο καταβάλλουμε, στους ανθρώπους στους οποίους εμπιστευόμαστε ότι θα μας βοηθήσουν και, αν πιστεύουμε στον Θεό, σ’  Εκείνον. Ότι θα μας δώσει δύναμη και φώτιση, ώστε τόσο οι επιλογές μας να είναι τέτοιες που να ανοίγουν δρόμους, όσο και στις δυσκολίες της επικοινωνίας, της συνύπαρξης, της διαχείρισης της ζωής και των ανθρώπων, ιδίως όταν οι άλλοι δεν σκέφτονται και δε δρούνε όπως εμείς θα θέλαμε, ότι θα υπάρξει η δυνατότητα να βρεθούν οι κοινοί τόποι, ώστε να πετύχουμε την ευτυχία που αναζητούμε, τη πρόοδο που μας λείπει, την πληρότητα και τη χαρά από την ικανοποίηση των επιθυμιών μας.



                Η εποχή μας βεβαίως είναι ορθολογιστική.  Έτσι δε μας θέλει να πορευόμαστε με ελπίδα σε μεταφυσικούς παράγοντες όπως είναι ο Θεός, αλλά με αυτοπεποίθηση. Στην πραγματικότητα, επειδή ο πολιτισμός και η νοοτροπία που καλλιεργεί ο κόσμος έχουν υποκαταστήσει τον Θεό με τον εαυτό μας, τονίζεται η ανάγκη για αυτοπεποίθηση. Αντί να περιμένουμε λύση από τον ουρανό, να στραφούμε στον εαυτό μας, να πιστέψουμε σ’  αυτόν, να μην απογοητευόμαστε, ακόμη κι αν βλέπουμε ότι δεν μπορούμε να τα καταφέρουμε, αλλά να επιμένουμε. Να τον δικαιολογούμε στις πτώσεις του. Να επιρρίπτουμε τις ευθύνες για τις ήττες στους άλλους. Να μην τον αφήνουμε να απελπίζεται, αλλά να τον κάνουμε να τονώνεται με την ικανοποίηση των επιθυμιών του, πραγματικών ή τεχνητών. Και όλα αυτά εκφράζονται μέσα από  την έννοια της αυτοεκτίμησης, της αυτοπεποίθησης, μέσα από την ανάγκη για έπαινο, αλλά και για δικαιολόγηση των πράξεών μας, ώστε να μην στενοχωριόμαστε, να μην πληγωθούμε, να μη μειωθούμε.



                Παράλληλα, ο κόσμος μας οδηγεί να ελπίζουμε στα εργαλεία που αυτός έχει βρει, για να στηριχθούμε στη ζωή μας. Στην επιστήμη, είτε δια της ιατρικής είτε δια της τεχνολογίας. Στην πολιτική, η οποία λειτουργεί στην προοπτική όχι της αξιοκρατίας, αλλά της κολακείας και των γνωριμιών. Στην πληροφόρηση και στην αυτοπροβολή που επιτυγχάνεται δι’  αυτής. Στη θεοποίηση του σώματος. Στον υπερτονισμό των δικαιωμάτων μας. Στην αξία της μόρφωσης. Στην υπεροψία που η κοσμική γνώση προκαλεί. Στην άρνηση να δούμε τον κόσμο πνευματικά και στον περιορισμό της ζωής στο διανοητικό της πλαίσιο. Και όλο αυτό μεταφέρεται στην καθημερινότητά μας. Νομίζουμε ότι μπορούμε χωρίς τον Θεό και διαμορφώνουμε τη ζωή μας με τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι αδύνατον να διαχειριστούμε την οποιαδήποτε μεγάλη κρίση και δοκιμασία., εφόσον δεν έχουμε πίστη και ελπίδα αιωνιότητας.



Αλλά και τις ανθρώπινες σχέσεις δεν μπορούμε να διαχειριστούμε, καθότι εφόσον κριτήριο είναι ο εαυτός μας, τότε δε δεχόμαστε συμβουλή από κανέναν, δεν έχουμε κριτήριο άλλο παρεκτός αυτό που εμείς πιστεύουμε ότι δικαιούμαστε ή νομίζουμε ότι είναι το σωστό, με αποτέλεσμα όταν διαπιστώσουμε ότι  και οι άλλοι έτσι σκέφτονται, να αδυνατούμε να βρούμε λύση. Και τα πράγματα οδηγούνται στη διαμάχη, στη διάλυση, στην τάση για εξουσιασμό του ενός εις βάρος του άλλου. Μία  δυστυχία, η οποία πηγάζει από την απογοήτευση να μην ελπίζουμε πουθενά, παρά μόνο στο «εγώ».    

«Εις τούτο γαρ και κοπιώμεν και ονειδιζόμεθα, ότι ηλπίκαμεν επί Θεώ ζώντι» (Α’  Τιμ. 4, 10). Κι εμείς γι’  αυτό υπομένουμε κόπους και ονειδισμούς, γιατί στηρίξαμε την ελπίδα μας στον ζωντανό Θεό, τον αληθινό Θεό. Μία από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες στη ζωή μας έρχεται όταν βλέπουμε ότι οι κόποι μας δεν βρίσκουν ανταπόκριση από την πλευρά των άλλων. Όταν διαπιστώνουμε ότι όχι μόνο δεν αναγνωρίζουν αυτό που κάνουμε, αλλά μας ονειδίζουν, μας ειρωνεύονται, μας απορρίπτουν. Και δεν απορρίπτουν μόνο εμάς. Κυρίως απορρίπτουν ό,τι πιστεύουμε. Όποιον πιστεύουμε. Την αντίληψή μας για το νόημα της ζωής. Τα κριτήρια με βάση τα οποία πορευόμαστε. Και τότε, αισθανόμαστε μοναξιά. Απογοήτευση κατά άνθρωπον. αναρωτιόμαστε για το αν αξίζει να προσπαθούμε για τους ανθρώπους ή για να επιτύχουμε στόχους που δεν τυγχάνουν αναγνώρισης.



Πρωτίστως όμως δυσκολευόμαστε όταν αισθανόμαστε ότι ο Θεός δεν μας ακούει. Δεν είναι παρών στη ζωή μας. Αφήνει να δοκιμαζόμαστε και δεν μας δίνει ορατή λύση. Μας καλεί να κάνουμε υπομονή και να περιμένουμε να μιλήσει. Μας αφήνει να ζούμε μικρότερα ή μεγαλύτερα μαρτύρια και η καρδιά μας αισθάνεται κενή δίχως την παρουσία Του. Όμως, ακόμη κι έτσι, αν η ελπίδα μας παραμένει σ’   Εκείνον, θα μας δώσει σημάδια της αγάπης Του. Αρκεί εμείς να ακολουθούμε τις εντολές Του. Να ζούμε στην Εκκλησία. Και στην καρδιά μας να ελπίζουμε σ’  Αυτόν. Και να μη σταματάμε να κουραζόμαστε για τον δρόμο και τον τρόπο Του. Την αγάπη. Την θέαση της ζωής όχι με κριτήριο το εγώ μας, αλλά την κοινωνία μαζί Του. Και την αγάπη προς τον πλησίον, ακόμη κι αν αυτός δεν πιστεύει. Ακόμη κι αν μας κουράζει. Ακόμη κι αν δεν είναι όπως τον θέλουμε.



Η κατά Θεόν ελπίδα δεν απορρίπτει την αυτοπεποίθηση. Δε ζητά από τον άνθρωπο να λειτουργεί μοιρολατρικά ή να μην αξιοποιήσει ό,τι ο πολιτισμός έχει εφεύρει για να απλοποιήσει ή για να στηρίξει τη ζωή μας. Το πρόβλημα όμως έγκειται όταν η αυτοπεποίθηση γίνεται απαίτηση να γίνεται το θέλημά μας, επειδή πιστεύουμε ότι το αξίζουμε. Όταν απαιτούμε από Θεό και συνάνθρωπο να μας επαινέσουν, να μας δικαιώσουν, να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες μας. Και όταν αρνούμαστε να θέσουμε ως κριτήριο της ζωής μας το θέλημα του Θεού, επιλέγοντας να θεωρούμε ευτυχία την ικανοποίηση του εγώ μας. Πρώτα ο Θεός! Και έχει ο Θεός! Εκεί ας είναι η ελπίδα μας. Έτσι, χωρίς να απορρίπτουμε τον κόπο ή την κριτική μας ικανότητα ας κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, αλλά ας αφήνουμε τον Θεό να έχει την τελευταία λέξη. Καλλιεργώντας την πίστη στη ζωή της Εκκλησίας, στη συνάντηση με τον συνάνθρωπο, στην προσευχή. Και τότε θα διαπιστώσουμε ότι η μεγαλύτερη υπέρβαση που μπορούμε να κάνουμε δεν είναι όταν παλεύουμε ή θέλουμε να πετύχουμε το δύσκολο ή το ανέφικτο στα όνειρα της ζωής και στις σχέσεις μας, αλλά όταν μπορούμε να νικήσουμε την οίηση του εαυτού μας, την εξάρτηση από τα πάθη μας, την μη πρόταξη της αγάπης. Και τότε, ακόμη και το πλέον δύσκολο που είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, θα βρει κατεύθυνση, διότι ο Θεός δεν λησμονεί!

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΑΓΙΟΥ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΠΑΡΩ

Όσιος Αρσένιος ο Νέος εν Πάρω

Ο Όσιος Αρσένιος γεννήθηκε στα Ιωάννινα στις 31 Ιανουαρίου του έτους 1800 μ.Χ. και ονομαζόταν Αθανάσιος. Από μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και σε ηλικία εννέα ετών μετέβη στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας, όπου σπούδασε στην ονομαστική σχολή της πόλεως έχοντας ως σχολάρχη τον περίφημο διδάσκαλο ιερομόναχο Γρηγόριο Σαράφη. Κατά τα τελευταία έτη της φοιτήσεώς του συνδέθηκε με τον πνευματικό Γέροντα Δανιήλ από τη Ζαγορά του Πηλίου, έναν από τους ονομαστούς πνευματικούς της εποχής εκείνης και έγινε υποτακτικός του.

Το έτος 1815 μ.Χ. ο Άγιος αναχώρησε για το Άγιον Όρος με τον Γέροντα Δανιήλ και εκεί εκάρη μοναχός. Αργότερα χειροτονήθηκε Διάκονος παρά τις αντιδράσεις του, καθώς δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο και μετά από εξαετή παραμονή στο Άγιον Όρος ήλθε και πάλι με τον Γέροντά του, στη μονή Πεντέλης στην Αθήνα. Στη συνέχεια μετέβησαν στις Κυκλάδες, όπου ο Όσιος χειροτονήθηκε το 1817 μ.Χ. Πρεσβύτερος.

Ο Όσιος Αρσένιος έδρασε κυρίως στην Πάρο και τη Φολέγανδρο, όπου δίδαξε από το 1829 μ.Χ. μέχρι το 1840 μ.Χ.

Μετά την κοίμηση του Γέροντά του Δανιήλ, ο Όσιος ασκήτεψε στη μονή Λογγοβάρδας της Πάρου. Κοιμόταν και έτρωγε ελάχιστα και συνεχώς αγρυπνούσε, προσευχόμενος για τα πνευματικά του τέκνα και τη σωτηρία του κόσμου. Βασική του τροφή ήταν η ανάγνωση των θείων Γραφών και των συγγραμμάτων των Αγίων Πατέρων. Γι’ αυτό και ο Όσιος θεωρούσε τη μικρή του βιβλιοθήκη ως κήπο τερπνότατο και ωραιότατο με αγλαόκαρπα δένδρα, πλήρη από εύχυμους καρπούς.

Ο Όσιος αγαπούσε τους πάντες χωρίς διακρίσεις. Περισσότερο όμως αγαπούσε τους ασθενείς, τους οποίους διακονούσε με μεγάλη προθυμία.

Όταν το 1861 μ.Χ., κοιμήθηκε ο ηγούμενος της μονής, ευσεβής ιερομόναχος Ηλίας, οι πατέρες εξέλεξαν ηγούμενο και προϊστάμενό τους τον Όσιο Αρσένιο, ο οποίος τους ποίμανε με θεοφιλή και θεάρεστο τρόπο. Λίγα χρόνια αργότερα παραιτήθηκε, για να ασχοληθεί απερίσπαστα με το έργο της ιεράς εξομολογήσεως.

Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη στις 31 Ιανουαρίου του έτους 1877 μ.Χ. Η ανακομιδή των λειψάνων του έγινε το έτος 1938 μ.Χ. και εορτάζεται στις 18 Αυγούστου. Τα ιερά λείψανά του φυλάσσονται με ευλάβεια στη Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Πάρου.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Κύρος και Ιωάννης οι Ανάργυροι και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία

Οι Άγιοι Μάρτυρες Κύρος και Ιωάννης άθλησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 - 305 μ.Χ.). Ο Άγιος Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ενώ ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας.

Όταν ξέσπασε ο διωγμός του Διοκλητιανού, ο Άγιος Κύρος πήγε σε ένα παραθαλάσσιο τόπο της Αραβίας και, αφού περιεβλήθηκε το μοναχικό σχήμα, κατοίκησε στον τόπο αυτό.

Ο Άγιος Ιωάννης πήγε στα Ιεροσόλυμα και εκεί άκουσε για τα θαύματα που επιτελούσε ο Άγιος Κύρος. Στην συνέχεια μετέβη στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί, αφού από διάφορες φήμες έμαθε που διέμενε ο Άγιος Κύρος, πήγε και τον βρήκε και έμεινε μαζί του. Τα θαύματα των Αγίων Αναργύρων συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), διότι οι Άγιοι θεράπευσαν τα μάτια του.

Κατά την περίοδο του διωγμού συνελήφθη και η Αγία Αθανασία, που ήταν χήρα, καθώς επίσης και οι τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Η είδηση τάραξε τον Κύρο και τον Ιωάννη. Έτσι οι Άγιοι, επειδή φοβήθηκαν μήπως αυτές δειλιάσουν από την σκληρότητα των βασανιστηρίων, εξαιτίας της αδυναμίας της φύσεως της γυναίκας, έσπευσαν κοντά τους και έδιναν σε αυτές θάρρος, ενώ παράλληλα προετοιμάζονταν και οι ίδιοι για το μαρτύριο. Και πράγματι, συνελήφθησαν και αυτοί και οδηγήθηκαν στον ηγεμόνα. Εκεί διακήρυξαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους στον Θεό. Μάταια ο ηγεμόνας ζητούσε να κάμψει την ανδρεία της μητέρας, δείχνοντας σε αυτή τις θυγατέρες της και επιρρίπτοντάς της την ενοχή. Εκείνη, αφού στράφηκε προς τις θυγατέρες της, τις ενίσχυε λέγουσα ότι η σωματική ωραιότητα είναι πρόσκαιρη, ενώ στην αιωνιότητα διατηρείται η ομορφιά της ψυχής του ανθρώπου αθάνατη. Αυτές δε έλεγαν προς την μητέρα τους ότι αισθάνονταν μεγάλη χαρά, επειδή έμελλε να φύγουν από τον μάταιο αυτό κόσμο μαζί της για την αγάπη του Χριστού και να μην χωρισθούν ποτέ από κοντά της. Ο ηγεμόνας εξαγριώθηκε και διέταξε να τους υποβάλουν σε πολλά και σκληρά βασανιστήρια. Μετά από τα βασανιστήρια αποκεφάλισαν διά ξίφους τον Άγιο Κύρο και τον Άγιο Ιωάννη, το έτος 292 μ.Χ.. Έτσι μαρτύρησαν και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της. Τον βίο και το μαρτύριο αυτών έγραψε ο Σωφρόνιος ο Σοφιστής.

Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο Μαρτύριο που είχε ανεγερθεί προς τιμήν τους και βρίσκεται στην περιοχή Φωρακίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.
Τά θαύματα τῶν Ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστέ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλάς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς Βασιλείας τά σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Ἀθλοφόροι εὐκλεεῖς τοῦ Σωτῆρος, καὶ ἰατῆρες τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Ἀνάργυροι ἐκλάμπετε ἐν πάσῃ τὴ γῆ, νόσων μὲν ἰώμενοι, ἀνωδύνως τὰ βάρη, χάριν δὲ πορίζαντες, τοὶς βοώαιν ἀπαύστως χαίρετε κρήναι θείων δωρεῶν, Κῦρε θεόφρον, καὶ Ἰωάννη ἔνδοξε.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τήν δωρεάν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἀπαύστως, ἅπαντα ἡμῶν τά πάθη, τῇ χειρουργίᾳ, τέμνοντες, τῇ ἀοράτῳ, Κῦρε θεόφρον, σύν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ· ὑμεῖς γάρ θείοι ἱατροί ὑπάρχετε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὰς χαμαιζήλους ἡδονὰς συμπατοῦντες, πρὸς μαρτυρίου Ἀθληταὶ θεῖον ὕψος, περιφανῶς ἐπήρθητε ἐν χάριτι, Κῦρε Ἰωάννη τε, οἰκουμένης φωστῆρες· ὅθεν ἱκετεύομεν, σκοτασμοῦ ἁμαρτίας, καὶ νοσημάτων ῥύσασθαι ἡμᾶς, τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν ἱκετεύοντες.

Ὁ Οἶκος
Ἑαυτοὺς τῷ Θεῷ ἀναθέμενοι Ἅγιοι, πᾶσαν πεῖραν δεινῶν δι᾿ αὐτὸν ὑπεμείνατε, θανόντες προθύμως Μάρτυρες γενναῖοι, καὶ μετὰ τέλος, πᾶσι πηγάζετε τὰ θεῖα χαρίσματα, τοῖς ἐν ποικίλαις νόσοις ὑπάρχουσι, καὶ ὑπὸ πολλῶν ἐταζομένοις κακῶν, ὧν εἷς καὶ πρῶτος εἰμὶ ἐγὼ ὁ τάλας· τὸ σῶμα γὰρ καὶ τὴν ψυχὴν ὑπὸ τραυμάτων χαλεπῶν ὀδυνῶμαι, καὶ πίστει ὑμῖν βοῶ, ἰάσασθέ με· ὑμεῖς γὰρ θεῖοι ἰατροὶ ὑπάρχετε.

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

Γεωργίου Μπαμπινιώτη, Πρυτάνεως Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

Ἔχουμε, ἀλήθεια, σκεφτεῖ γιατί μιά γιορτή Παιδείας, ἕνας κατ' ἐξοχήν ἑορτασμός τοῦ πνεύματος, τῆς γνώσης καί τῆς καλλιέργειας ταυτίζεται στήν Ἑλλάδα μέ μιά γιορτή θρησκευτική, μιά γιορτή τιμῆς πρός τούς θεμελιωτές τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς πίστης; Γιατί συνεορτάζονται Παιδεία καί Τρεῖς Ἱεράρχες καί ὄχι λ.χ. Παιδεία καί πατριάρχης Φώτιος, μιά μεγάλη παιδευτική μορφή τοῦ Βυζαντίου, ἤ Παιδεία καί Εὐστάθιος ἤ Παιδεία καί Εὐγένιος Βούλγαρης; Εἶναι σύμπτωση; Εἶναι συμβολισμός; Εἶναι ἰδεολόγημα; Ἡ δική μου ἐκτίμηση εἶναι ὅτι ὁ συνεορτασμός αὐτός ὄχι μόνον δέν εἶναι συμπτωματικός ἤ προϊόν ἰδεολογήματος, ἀλλά εἶναι συσχετισμός οὐσίας, ἀπόρροια βαθύτερης πνευματικῆς καί πολιτισμικῆς σχέσης ταυτότητας καί ἱστορικῆς συνείδησης αὐτῆς τῆς χώρας.

Θεωρῶ ὅτι ὁ συνεορτασμός πηγάζει ἀπό μιά σαφή πολιτισμική παραδοχή καί ἐκδοχή τῆς Παιδείας μας: ὅτι ἡ ἑλληνική Παιδεία στηρίχτηκε σέ δύο παιδευτικούς ἄξονες, στόν ὀρθολογισμό καί στήν ὀρθοδοξία. Μέ ἄλλους ὅρους, στηρίχτηκε: στή σπουδή τῆς ἑλληνικῆς ὀρθολογικῆς σκέψης, ὅπως θεμελιώθηκε στά μεγάλα κείμενα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς διανόησης, καί στή σπουδή τῆς χριστιανικῆς ὀρθόδοξης πίστης, ὅπως θεμελιώνεται στή διδασκαλία τῆς Κ. Διαθήκης καί ἑρμηνεύεται στά μεγάλα κείμενα τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας, στά κείμενα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ἡ ἑλληνική σύλληψη τῆς Σχολικῆς Ἐκπαίδευσης συνδυάζει ἀπό παλιά δύο παιδευτικές ἀρχές: τήν ἑλληνικότητα καί τή χριστιανική πίστη, ὅ,τι ὀνομάσθηκε ἑλληνοχριστιανικό ἰδεῶδες. Πρόκειται γιά ἕνα ἰδεῶδες, πού δέν ἀμφισβητήθηκε βεβαίως, ὅταν τό ὑποστήριζε ὁ Νεοελληνικός Διαφωτισμός μέ ἐπικεφαλῆς τόν Κοραή καί τούς Διδασκάλους τοῦ Γένους, ἱερωμένους τούς περισσότερους (τόν Εὐγένιο Βούλγαρη, τόν Νεόφυτο Δούκα, τόν Ἄνθιμο Γαζῆ, τόν Κωνσταντῖνο Οἰκονόμο, τόν Νεόφυτο Βάμβα κ.ἄ.), οὔτε ὅταν τό ὑποστήριξαν ὁ Μακρυγιάννης, ὁ Κολοκοτρώνης καί ἄλλοι ἀγωνιστές. Ἀμφισβητήθηκε ἀργότερα, ὅταν παρασυνδέθηκε μ' ἕναν ἔντονο συντηρησμό στήν ἐκπαιδευτική πράξη, καί ὡς ὅρος ἀπαξιώθηκε συγκυριακά ὅταν χρησιμοποιήθηκε προπαγανδιστικά στή δικτατορία τοῦ Παπαδόπουλου ὡς ἐθνικιστικό σύνθημα. Τά πάντα, εἶναι γνωστό, μποροῦν νά στρεβλωθοῦν καί νά ἀπαξιωθοῦν, ἄν ἀποτελέσουν ἀντικείμενο σκοπιμοτήτων καί προκάλυμμα διαφορετικῶν προθέσεων. Σήμερα εἶναι, νομίζω, πλέον καιρός ἡ λέξη ἑλληνοχριστιανικός νά "ἀποχαρακτηρισθεῖ" πολιτικά καί ἰδεολογικά, μέ ἐξαίρεση τίς ἱστορικές ἀναφορές στήν περίοδο τῆς Ἑπταετίας, καί νά ἐπανακτήσει τό πρωτογενές καί οὐσιαστικό ἐννοιολογικό καί σημασιολογικό περιεχόμενό της, πού εἶναι ἡ ἀναφορά στό δίπολο ἑλληνικότητας καί χριστιανισμοῦ, κλασικοῦ ἑλληνικοῦ ὀρθολογισμοῦ καί χριστιανικῆς ὀρθοδοξίας.

Κι αὐτό γιατί οἱ τρεῖς αὐτοί γίγαντες τῆς πατερικῆς θεολογίας μέσα ἀπό τή βαθιά χριστιανική τους πίστη καί τό θεϊκό χάρισμα, "τή θεία χάρη" νά ἀποτελέσουν τούς κύριους καί αὐθεντικούς (μετά τόν Παῦλο) ἑρμηνευτές τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, νά ὁρίσουν τήν ὀρθόδοξη διάσταση τοῦ Χριστιανισμοῦ, εἶχαν τό πρόσθετο προνόμιο νά ἀκονήσουν τό πνεῦμα τους στά μεγάλα κείμενα τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί τῆς ρητορικῆς, σέ γλώσσα ἑλληνική καί σέ μεγάλες Σχολές τοῦ Ἑλληνισμοῦ, στή Φιλοσοφική Σχολή τῶν Ἀθηνῶν ὁ Βασίλειος καί ὁ Γρηγόριος, στήν Ἀντιόχεια κοντά στόν Λιβάνιο ὁ Ἰωάννης. Ἔτσι, ἦταν λογικό νά γίνουν καί οἱ φυσικοί ὑποστηρικτές τῆς παιδευτικῆς σύζευξης τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων μέ τά χριστιανικά διδάγματα τῆς ὀρθόδοξης πίστης. Μέ τή θητεία τους στά ἑλληνικά γράμματα δέν ἀπαρνήθηκαν τήν ἴδια τους τήν ὕπαρξη, τή χριστιανική πίστη, μέ τήν ὁποία ταυτίστηκαν καί τήν ὁποία ὑπερασπίστηκαν καί στερέωσαν μέ τήν ἴδια τή ζωή καί τό ἔργο τους. Οὔτε ὅμως πρόδωσαν τήν καλλιέργεια πού ἀπέκτησαν ἀπό τήν ἀναστροφή τους μέ τόν ἑλληνικό στοχασμό. Αὐτοί ἦταν πού τόλμησαν νά ὑποστηρίξουν τήν ἀνάγκη ἐπαφῆς τοῦ Χριστιανοῦ, ἰδίως τῶν νέων, μέ τήν ἑλληνική παιδεία, μέ τά ἑλληνικά κείμενα: "καί ποιηταῖς καί λογοποιοῖς καί ρήτορσι καί πᾶσιν ἀνθρώποις ὁμιλητέον, ὅθεν ἄν μέλλη πρός τήν τῆς ψυχῆς ἐπιμέλειαν ὠφέλειάν τις ἔσεσθαι". Ὁ Μ. Βασίλειος δέν διστάζει νά πεῖ γιά τόν Ὅμηρο: "πᾶσα μέν ἡ ποίησις τῷ Ὁμήρῳ ἀρετῆς ἐστιν ἔπαινος, καί πάντα αὐτῷ πρός τοῦτο φέρει". Καί χρειάζεται θάρρος γιά νά χαρακτηρίσει κανείς ὡς ἀπληροφόρητους, ὡς "κακῶς εἰδότες", ὅσους θεωροῦν "τήν ἔξωθεν (παιδείαν, δηλ. τήν θύραθεν, τήν ἑλληνική) ὡς ἐπίβουλον καί σφαλεράν καί Θεοῦ πόρρω βάλλουσαν" καί νά λέει ἀπαξιωτικά "οὔκουν ἀτιμαστέον τήν παίδευσιν (ἐννοεῖ τήν ἑλληνικήν), ὅτι τοῦτο δοκεῖ τισιν".

Ἄν γεφυρώθηκε τό χάσμα ἀνάμεσα στήν ἀπέχθεια τῶν νεοφώτιστων Χριστιανῶν πρός τήν εἰδωλολατρία τῶν Ἑλλήνων καί τά ἀσεβῆ ἑλληνικά γράμματα (Ἕλλην, μή τό ξεχνᾶμε σήμαινε "εἰδωλολάτρης", τό ἴδιο ὅπως καί ἡ λέξη ἐθνικός) καί στήν, ἀπό τήν ἄλλη μεριά, περιφρόνηση τῶν Ἑλλήνων γιά τούς ἀπαίδευτους Χριστιανούς, αὐτό ἔγινε μόνο χάρις στή σθεναρή στάση, τό κύρος καί τήν πρακτική τῶν τριῶν Μεγάλων ἑλληνοσπουδασμένων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Στήν προσέγγιση μάλιστα πρός τά ἀρχαῖα ἑλληνικά κείμενα συνέβαλε καί ἡ υἱοθέτηση καί καθιέρωση τῆς ἀττικιστικῆς μορφῆς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας (ἀντίθετα πρός τήν ἁπλούστερη ἑλληνιστική Κοινή, στήν ὁποία εἶναι γραμμένο τό Εὐαγγέλιο). Μέσα ἀπό αὐτήν ἡ πρόσβαση πρός τά ἀρχαῖα ἑλληνικά κείμενα ἔγινε εὐκολότερη.

Ἡ θέση τῶν τριῶν μεγάλων πνευματικῶν μορφῶν καί διδασκάλων τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας ἦταν προϊόν μιᾶς βαθύτερης εἰλικρινοῦς βιωματικῆς κατάφασης πρός τόν Θεό, πρῶτα καί πάνω ἀπ' ὅλα, μέ τήν τριαδική χριστιανική του σύλληψη, πρός τόν ἄνθρωπο, τό τέλειο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, πρός τό πνεῦμα, πού κατ' ἐξοχήν συνδέει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Δημιουργό του, καί πρός τήν καλλιέργεια του πνεύματος μέσα ἀπό τά διδάγματα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς πίστης, ἀλλά καί μέ τήν κατάκτηση τῆς γνώσης καί τήν ἄσκηση τῆς κρίσης καί τῆς γλωσσικῆς ἔκφρασης ἀκόμη, ἡ ὁποία - γιά τούς τρεῖς μεγάλους διανοητές Χριστιανούς - περνάει μέσα ἀπό τήν ἑλληνική παιδεία καί τά ἑλληνικά κείμενα. Ἔτσι, στή διδασκαλία τῶν Μεγάλων αὐτῶν Πατέρων ἡ ὀρθολογική σκέψη τῆς Δύσης συνδυάσθηκε καί συμφιλιώθηκε μέ τήν ὀρθοδοξία τῆς Ἀνατολῆς, μέ τήν ἀποκάλυψη τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας στόν ἀνατολικό χῶρο, ἐνῶ ὁ οἰκουμενικός χαρακτήρας τῆς χριστιανικῆς πίστης κάλυψε καί καλύπτει Ἀνατολή καί Δύση.

Μπορῶ μετά ἀπό αὐτές τίς σκέψεις νά μήν ἐπαναλάβω, ἔστω καί ὡς φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ὅτι εἶναι τραγικό σφάλμα νά μή διδάσκονται στά σχολεῖα μας ἐπιλεγμένα ἀποσπάσματα κειμένων τῶν μεγάλων αὐτῶν μυσταγωγῶν τῆς Παιδείας μας.

Παιδεία και αγωγή των νέων κατά τους Τρεις Ιεράρχες

π. Θεοδώρου Ζήση

Κυρίες και κύριοι, στα πλαίσια της εορτής των Αγίων Μεγάλων Τριών Ιεραρχών και Οικουμενικών Διδασκάλων, των προστατών της παιδείας και των γραμμάτων, η τοπική μας Εκκλησία διοργανώνει τη σημερινή εκδήλωση με ομιλητή τον αιδεσιμολογιώτατο πρωτοπρεσβύτερο π. Θεόδωρο Ζήση, ο οποίος θα μιλήσει με θέμα «Παιδεία και αγωγή των νέων κατά τους Τρεις Ιεράρχες». Ο π. Θεόδωρος Ζήσης είναι ομότιμος καθηγητής του Α.Π.Θ., στο οποίο δίδαξε στην έδρα της Πατρολογίας. Είναι, πιστεύω, πολύ γνωστός στους περισσοτέρους από εμάς, από τις συχνές παρουσίες του εδώ στην πόλη μας, από τις ομιλίες και διαλέξεις του, αλλά και από το πλούσιο συγγραφικό του έργο. Εκφράζουμε τις θερμές μας ευχαριστίες, πάτερ Θεόδωρε, για την ανταπόκριση στο κάλεσμα αυτό της Ιεράς Μητροπόλεώς μας και παρακαλώ να έρθετε να αναπτύξετε το θέμα σας.

***

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Σερρών, ποιμενάρχα της ιστορικής Μητροπόλεως των Σερρών, σεβαστοί πατέρες, κυρίες και κύριοι, τα τελευταία χρόνια στις εορτές των Αγίων Τριών Μεγάλων Ιεραρχών, Οικουμενικών Διδασκάλων και προστατών της Παιδείας μας, συνειδητά προβληματιζόμαστε όλοι και ανησυχούμε για την πορεία, στην οποία βρίσκεται η Παιδεία διεθνώς, αλλά ιδιαίτερα στην χώρα μας, η οποία έχει χιλιετιών παράδοση παιδείας και προσφοράς πολιτιστικής.

Ο αποχωρήσας 20ος αιών, με τον οποίον έκλεισε η δεύτερη χιλιετία, θεωρείται ως αποκορύφωση της προσπάθειας, που άρχισε ο Δυτικός πολιτισμός και εφήρμοσε επί τρεις αιώνες, να έρθει σε πλήρη ρήξη με το παρελθόν, ν’ απορρίψει σχεδόν στο σύνολό της την πολιτιστική κι εκπαιδευτική παράδοση της ελληνοχριστιανικής αρχαιότητος, της προχριστιανικής και της χριστιανικής, να αποδεσμευτεί από την ιστορική μνήμη, από δοκιμασμένες και καθιερωμένες αξίες και πεποιθήσεις και να στηρίξει το μέλλον της ανθρωπότητος στη γνώση και στην επιστήμη. Ιδιαίτερα στην προσπάθεια αυτή επλήγησαν οι θρησκευτικές και ηθικές αξίες, που συνδέονται άμεσα μεταξύ τους αφού ουσιαστικά χωρίς Θεό, νομοθέτη και ρυθμιστή της ηθικής συμπεριφοράς, όλα επιτρέπονται και όλα μεταβάλλονται ανάλογα με τις χρησιμοθηρικές και ευδαιμονιστικές απόψεις της κάθε εποχής. Η μικρή αθεϊστική ομάδα των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων μαζί με τους σοφιστές, που σχετικοποιούν τις αξίες, έγιναν το πρότυπο των νέων σοφών και επιστημόνων. Το μεγάλο όμως και κυρίαρχο αίτημα της εθνικής παιδευτικής παραδόσεως του Σωκράτη, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Πυθαγόρα, του Πλουτάρχου, του Πλωτίνου και στη συνέχεια των μεγάλων Αγίων και Πατέρων της Εκκλησίας μας, που το εσυνέχισαν και το επλούτισαν, αγνοήθηκε και συκοφαντήθηκε γιατί δεν ταίριαζε στο νέο πολιτιστικό δρόμο και όραμα.

Διαπνεόταν αυτή η παράδοση των ευσεβών φιλοσόφων και των Αγίων Πατέρων από ισχυρή μεταφυσική πνοή, από θεοσέβεια, και προέβαλε, μαζί με τη γνώση, την αναγκαιότητα της αρετής και την αποφυγή της κακίας. Όλος ο πνευματικός βίος της αρχαίας Ελλάδας και του Βυζαντίου σφραγίζεται από την ευσέβεια και την αρετή, όπως αυτό αποτυπώνεται ακόμα και στις αρχαίες τραγωδίες, στην καθημερινή ζωή, στα μνημεία που σώθηκαν, τον Παρθενώνα και την Αγιά Σοφιά, πολύ περισσότερο βέβαια στο πλήθος των Αγίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι οποίοι ουσιαστικά πραγματοποίησαν το ιδανικό του «φιλοσόφου βίου». Επί δυόμισι και πλέον χιλιάδες χρόνια η ανθρωπότητα πορεύτηκε εξισορροπητικά και πολιτισμένα. Δεν έλειψαν βέβαια οι σκοτεινές πλευρές και οι παρεκκλίσεις, οι αδικίες και οι ανισότητες, οι πόλεμοι και οι συγκρούσεις, οι διωγμοί και οι κατατρεγμοί και φαινόμενα παρακμής, και ηθικής ακόμη. Υπήρχε όμως πάντοτε η δυνατότητα και η θέληση, ακόμα και μέσα σ’ αυτά, να καθρεφτίζεται η ανθρωπότητα στον καθρέπτη των ηθικών και πνευματικών αξιών και να βλέπει το παραμορφωμένο της πρόσωπο, να φιλοσοφεί, να στοχάζεται για το πρέπον και το δέον, να αξιολογεί και να εκτιμά και να προσπαθεί να βελτιωθεί πνευματικά.

Αυτός ο κόσμος όμως των δυόμισι χιλιάδων ετών της κοινής ελληνοχριστιανικής παιδευτικής παραδόσεως από τον 18ο αιώνα, τον περίφημο αιώνα του Διαφωτισμού, αποτελεί παρελθόν για τον Δυτικό πολιτισμό, μέσα στον οποίον, δυστυχώς, έχουμε ενταχθεί κι εμείς και πηγαίνουμε πιο βαθιά. Δεν υπάρχει πλέον ο καθρέπτης της ανθρωπιστικής, της ελληνοχριστιανικής παιδείας, η ευσέβεια και η αρετή είναι συκοφαντημένες και άχρηστες, δεν είναι πλέον αξίες αλλά είναι απαξίες. Ο σκοπός της παιδείας δεν είναι διπλός, η καλλιέργεια δηλαδή της επιστήμης αλλά και της αρετής, η μέσω της γνώσης μορφοποίηση-μεταμόρφωση του ανθρώπου εις καλόν καγαθόν, αλλά η αποοικειοποίηση  της γνώσης και της επιστήμης, η εκτροπή της παιδείας σε εμπορικό και οικονομικό μέγεθος, που θα εξασφαλίζει επαγγελματικά και οικονομικά οφέλη, η μετατροπή των μαθητών από πρόσωπα με ποικίλες πτυχές σε εγκεφάλους, σε computers, σε μηχανές που απομνημονεύουν και παράγουν. Αυτή η περίφημη σκοποθεσία της παιδείας απασχολεί ως και άλλους και την ελληνική πραγματικότητα, αφού και από το Σύνταγμα και τους σχετικούς νόμους προσπαθούν οι σοφοί μεταρρυθμιστές να απαλείψουν οτιδήποτε έχει σχέση με θρησκευτική και ηθική αγωγή των ελληνοπαίδων και να εισαγάγουν το Δυτικό μοντέλο της παιδείας.

Για το Δυτικό αυτό μοντέλο της παιδείας έγραφε παλαιότερα πολύ χαρακτηριστικά ο Φώτης Κόντογλου, συγκλονιστικά: «Οι ψυχές των νέων είναι ρημαγμένες από τα άγρια ένστικτα, που τα ανεβάσανε στην επιφάνεια από τα σκοτεινά τάρταρα της ανθρώπινης φύσης, κάποιοι εχθροί του ανθρώπου, κάποιοι πνευματικοί ανθρωποφάγοι, που ανάμεσα τους πρωτοστατεί ένας τρελός λύκος λεγόμενος Νίτσε, μια μούμια σαν παλιόγρια λεγόμενος Βολταίρος, κάποιος ζοχαδιακός Φρόυντ, κι ένα πλήθος από τέτοια όρνια και κοράκια και νυχτερίδες. Όσοι τους θαυμάζανε, ας καμαρώσουνε σήμερα τα φαρμακερά μανιτάρια που φυτρώσανε μέσα στις καρδιές και στις ψυχές της γαγγραινιασμένης ανθρωπότητος». Εν όψει λοιπόν αυτού του Δυτικού μοντέλου, του οποίου η καρποφορία είναι πλέον εμφανής στη συμπεριφορά των νέων μας, αρχίζουμε όλοι και προβληματιζόμαστε.

Πού οφείλεται άραγε αυτή η απαξίωση κι αυτή η παιδευτική παρακμή; Δεν είναι δύσκολο να δώσει κανένας την απάντηση. Οφείλεται στο πνευματικό κενό που δημιούργησαν οι κρατούντες και οι σχεδιάζοντες διεθνώς για να μεταβάλλουν τους ανθρώπους σε καταναλωτικές μηχανές, ώστε να αυξάνουν τα κέρδη τους από τον υπερκαταναλωτισμό και την ηδονοφιλία. Και τότε αυτό είναι αιτία χειρότερη, καινούρια κατάσταση· ξεφύγαμε από τον Διαφωτισμό και περάσαμε πλέον στον υλισμό και στη σαρκολατρεία και στην εμπορευματοποίηση της παιδείας. Αποθεώνουν συστηματικά το σεξ, τη σαρκική ηδονή, προβάλουν τις μοιχείες και τις πορνείες, τις διαλυμένες οικογένειες, τα διαζύγια, τις εξωγαμικές ελεύθερες συμβιώσεις, την ομοφυλοφιλία, τα γλέντια και τις διασκεδάσεις, τα πανάκριβα ενδύματα, τα είδη καλλωπισμού, διαλύουν την Παιδεία και τα σχολεία με τον μαθητικό και φοιτητικό συνδικαλισμό. Ως πρότυπα για τους νέους δεν είναι πλέον οι ηθικοί και ενάρετοι άνθρωποι αλλά οι κακοπληρωμένοι ηθοποιοί, τραγουδιστές, δημοσιογράφοι, ποδοσφαιριστές, τεχνοκράτες. Οι λέξεις αρετή, τιμιότης, σεβασμός, υπακοή, υπομονή, σεμνότητα, πειθαρχία, ευνομία, τάξη, κόπος, μάθηση, δικαιοσύνη, εγκράτεια, ολιγάρκεια και πολλές άλλες χάθηκαν από το λεξιλόγιο διδασκόντων και διδασκομένων. Και επειδή αδειάσαμε τις ψυχές των νέων από αξίες και τις γεμίσαμε με υλικά σκουπίδια και απόβλητα, με το σεξ, την καλοπέραση και τη βία, αγρίεψαν τώρα· δεν υπάρχουν πνευματικά αντισώματα, ηθικές αναστολές αλλά και ελπίδες. Δεν έμαθαν να υπομένουν, να εγκρατεύονται, να ζουν με ολιγάρκεια και λιτότητα αν χρειαστεί, όπως έζησαν τόσες γενιές προηγουμένως. Ατίθασοι και ανυπάκουοι επαναστατούν και καταστρέφουν χωρίς η διαλυμένη και συκοφαντημένη οικογένεια και το αλλοπρόσαλλο σχολείο, που έχει χάσει τον προσανατολισμό του, να μπορούν να βοηθήσουν. Χωρίς την εξημερωτική δύναμη του Ευαγγελίου αγριεύουν οι ψυχές των ανθρώπων.

Παλαιότερα βάρβαροι και άγριοι λαοί δέχθηκαν το Ευαγγέλιο και εξημερώθηκαν· τώρα εξορίζουμε το Ευαγγέλιο, υποβιβάζουμε και καταργούμε από τα σχολεία τον κατηχητικό, βιωματικό, εξημερωτικό, ανθρωποπλαστικό χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών και αφήνουμε να φουντώνουν τα πάθη και οι κακίες στις ψυχές των νέων ανθρώπων. Οδηγούμε τον κόσμο σε παλινβαρβάρωση. Το Ευαγγέλιο ενοχλεί όσους ζουν στο σκότος, όσους θέλουν να διαπράττουν πονηρά έργα. Το φως ελύληθεν εις τον κόσμον και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως, ην γαρ πονηρά αυτών τα έργα (Ιωάν., 3, 19). Η προ Χριστού ανθρωπότης εγκαταλείψασα τον αληθή Θεό, όπως τον εγκαταλείπουμε κι εμείς τώρα, παλινβαρβάρωση, και προσκολληθείσα στα άψυχα και ανόητα είδωλα παραδόθηκε σε πάθη ατιμίας, που εξευτέλισαν την αξία του ανθρώπου, όπως διαπιστώνει ο Απόστολος Παύλος, φάσκοντες είναι σοφοί εμωράνθησαν και ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου Θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών. Διό και παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εν ταις επιθυμίαις των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν του ατιμάζεσθαι τα σώματα αυτών εν αυτοίς (Ρωμ., 1, 22-24) και αυτή την εικόνα τη ζούμε και τώρα· έχουμε παραδοθεί σε πάθη ατιμίας. Η περιγραφή των μακράν του Θεού ανθρώπου περιγράφει και την ευθύνη όσων εκδιώκουν τον Θεό από την Παιδεία και την κοινωνία, και φωτογραφίζει την σημερινή κατάσταση όπως την κατήντησαν οι θεομάχοι και οι εκκλησιομάχοι, πολιτικοί και άλλοι ηγέτες χωρίς Θεό. Και οι άνθρωποι πλέον είναι, όπως λέει κι ο Απόστολος Παύλος, πεπληρωμένοι πάσης αδικίας, πορνείας, πονηρίας, πλεονεξίας, κακίας, μεστοί φθόνου, φόνου, έριδος, δόλου, κακοηθείας, ψιθυρισταί, καταλάλοι, θεοστυγείς, υβρισταί, υπερήφανοι, αλαζόνες, εφευρεταί κακών, γονεύσιν απειθείς, ασύνετοι, άστοργοι, άσπονδοι, ανελεήμονες (Ρωμ., 1, 29-31).

Ίσως αυτή η εικόνα, την οποία με εισαγωγικά εδώ σας παρουσίασα, να θεωρείται υπερβολικά απαισιόδοξη για την Παιδεία μας, αλλά δεν παρουσιάζει όλο το σκοτάδι και όλο τον γνόφο αυτής της καταστάσεως. Να κάνετε λίγη υπομονή για μερικά λεπτά ακόμη πριν μπω στο να σας παρουσιάσω τα μεγάλα πρότυπα των Αγίων Ιεραρχών για τη διδασκαλία τους, να σας ενημερώσω από σύγχρονες φωνές που διατραγωδούν σε ποια κατάσταση είναι η Παιδεία μας.

Γιατί αν δεν συνειδητοποιήσουμε πού βρίσκεται σήμερα η Παιδεία μας κι αν δεν φροντίσουμε ν’ αλλάξει αυτή η εικόνα, τι νόημα έχει κάθε χρόνο τυπικά να γιορτάζουμε την εορτή των Τριών Αγίων Ιεραρχών; Ήρθε στα χέρια μου από βιβλιοπωλεία αυτές τις ημέρες ένα βιβλίο ενός εκπαιδευτικού, νομίζω είναι φιλόλογος, ο Γιάννης Τσέντος, με θέμα «Η Παιδεία σε κρίση», εκδόσεις Τήνος, «σκέψεις πάνω στα αδιέξοδα του σημερινού σχολείου». Σας διαβάζω μόνον δύο παραγράφους από το βιβλίο αυτό. Λέει λοιπόν εδώ ο καλός αυτός εκπαιδευτικός και ο αγωνιών: «Μία από τις σημαντικότερες αλήθειες είναι ότι τα αδιέξοδα της παιδείας είναι περισσότερο από οπουδήποτε αλλού ορατά στην εικόνα των σημερινών μαθητών. Όχι τα προβλήματα ότι ξεκινούν από εκεί, αλλά σίγουρα καταλήγουν, ξεσπούν εκεί. Όλοι μας έχει τύχει να δούμε παρέες ανηλίκων», και ακούστε τώρα, εγώ τρόμαξα, αλλά μετά κατοχυρώνοντας και από αλλού, είδα ότι έχει δίκιο, έχουμε δει «παρέες ανηλίκων, που λίγο απέχουν από συμμορίες αλητών». Και παρακάτω «αλλά θα διερωτάσθε, τι είναι άραγε αυτό που κάνει κάποια παιδιά σήμερα ακόμη και κατ’ αρχήν αξιαγάπητα το καθένα ξεχωριστά, να λειτουργούν συχνά μέσα σε μία σχολική τάξη σαν αγέλη λύκων ανθρωποφάγων;». Αλητόπαιδα, αγέλη λύκων ανθρωποφάγων…

Θεώρησα υπερβολική αυτή την διαπίστωση του εκπαιδευτικού, αλλά μετά τον δικαιολόγησα όταν έφτασε στα χέρια μου ένα βιβλίο γραμμένο για τον γέροντα Παΐσιο, ο οποίος γέροντας Παΐσιος έχοντας επαφή με γενιές, γενιές, γενιές νέων ανθρώπων, λέει τα εξής για τη νεολαία μας: ρωτάει, τον ρώτησε κάποιος «αν κάνουν παρατήρηση οι μικροί στους μεγάλους είναι κακό;».

«Αυτό είναι το τυπικό της νέας γενιάς, αλλά η Γραφή λέει έλεγξον τον αδελφόν σου, δεν λέει έλεγξον τον πατέρα σου! Οι σημερινοί νέοι έχουν λόγο, έχουν το αντάρτικο, δίχως να το καταλαβαίνουν. Την θεωρούν φυσιολογική αυτήν την συμπεριφορά. Μιλούν με αναίδεια και σου λένε: «Το είπα απλά». Έχουν επηρεασθή από αυτό το πνεύμα του κόσμου το αλήτικο, που δεν σέβεται τίποτε. Δεν υπάρχει σεβασμός στην συμπεριφορά του μικρού προς τον μεγάλο και δεν το καταλαβαίνουν πόσο κακό είναι αυτό. Όταν ο μικρός λέει κατεστημένο τον σεβασμό στον μεγάλο, για να έχει δήθεν προσωπικότητα, τι περιμένεις; Χρειάζεται πολλή προσοχή. Το κοσμικό πνεύμα, το σύγχρονο, λέει: «Μην ακούτε τους γονείς, τους δασκάλους, τους μεγαλυτέρους». Γι’ αυτό τα μικρότερα παιδιά γίνονται χειρότερα τώρα. Μεγαλύτερη ζημιά παθαίνουν ιδίως εκείνα τα παιδιά που οι γονείς τους δεν καταλαβαίνουν τι κακό τα κάνουν με το να τα θαυμάζουν και να τα θεωρούν σπουδαία, όταν μιλούν με αναίδεια.» Και διηγείται το εξής περιστατικό· έχει πολλά, θα σας πω μόνον αυτό: «Είχαν έρθει στο Καλύβι δυο ξαδελφάκια οκτώ-εννιά χρονών με τον πατέρα τους. Τα πήρα το ένα δεξιά, το άλλο αριστερά. Ήταν εκεί και ένας γνωστός μου ζωγράφος, πολύ καλό παιδί και καλλιτέχνης· σε ένα λεπτό, τακ-τακ, τον ζωγραφίζει τον άλλον. «Διονύση, του λέω, ζωγράφισε τα παιδιά έτσι όπως καθόμαστε μαζί». «Για να δούμε, λέει, αν τα καταφέρω, γιατί κουνιούνται». Έβγαλε μια κόλλα και άρχισε να ζωγραφίζει. Πετιέται το ένα και λέει: «Για να δούμε, βρε βλάκα, τι θα κάνεις!», και να είναι ο κόσμος μπροστά! Ο νέος δεν ταράχτηκε καθόλου. «Αυτά είναι τα σημερινά παιδιά», μου είπε και συνέχισε να ζωγραφίζει. Εμένα μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι. Και ο πατέρας του σαν να μη συνέβαινε τίποτε! Να λένε έτσι σε άνθρωπο τριάντα χρονών και ο άνθρωπος να κάθεται και να τα ζωγραφίζει και να μη διαμαρτύρεται;». Και παρακάτω διηγείται και πολλά άλλα περιστατικά, που ένας νέος επειδή ο πατέρας του τον σκαμπίλισε, τον πήγε στην αστυνομία.

Και υπάρχει επίσης και το γνωστό, πιστεύω σε πολλούς εδώ στις Σέρρες, διότι ο συγγραφεύς είναι γνωστός, έρχεται συχνά στην πόλη σας, το βιβλίο του Σαράντου Καργάκου, «Ελληνική Παιδεία, ένας νεκρός με μέλλον». Θεωρεί ο Σαράντης Καργάκος ότι η Παιδεία μας ήδη είναι νεκρή. Και σημείωσα απλώς εδώ –έχει πολλά θέματα μέσα, είναι συλλογή ομιλιών και άρθρων του- σημείωσα εδώ ένα σύμπτωμα, μία αρρώστια της σημερινής αγωγής προς τους νέους, την οποία επικρίνουν και οι Τρεις Ιεράρχαι. Λέει εδώ: «θα πρέπει η Παιδεία να μη γίνει εξάρτημα ή παράρτημα των κομμάτων, αλλά δυστυχώς αυτό έγινε· και το σχολείο πέθανε. Τον υπερπατριώτη ποιητή αντικατέστησε ο κομματικός ινστρούχτορας καθηγητής. Η παιδοκολακεία»,παιδοκολακεία, να κολακεύουμε τα παιδιά, όλα για τα παιδιά, «η παιδοκολακεία ακόνισε το ήθος της Ελληνικής Παιδείας. Επί τέσσερις παρά κάτι δεκαετίες η μαθητική και φοιτητική νεολαία θυμιατίζεται και λιβανίζεται σαν τον νεκρό πριν μπει στον τάφο». Τους θυμιατίζουμε, τους κάνουμε τα χατίρια, τους θυμιατίζουμε για να μπουν στον τάφο.

Ένα θαυμάσιο άλλο νεανικό περιοδικό, το οποίο εκδίδει ο γνωστός συγγραφεύς νεανικών βιβλίων, ο Κώστας Παπαδημητρακόπουλος, λέει στο τέλος, έχει μια στατιστική: στους δέκα εφήβους, επισκέπτονται πορνογραφικές ιστοσελίδες δύο στους δέκα εφήβους· επισκέπτονται πορνογραφικές ιστοσελίδες οι δύο από τους δέκα, ενώ είκοσι τέσσερις έφηβοι ως τώρα επιχείρησαν να βάλουν τέρμα στη ζωή τους μέσω του διαδικτύου κατά την τελευταία τριετία. Αυτά, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκαν στην ημερίδα που διοργάνωσε ο Δήμος Αμαρουσίου με θέμα «Φροντίδα των παιδιών και ασφαλής πλοήγηση στο διαδίκτυο». Ο ίδιος, ο Παπαδημητρακόπουλος, αναφερόμενος στο σχεδιασμό για την ταφή του σχολείου και της Παιδείας μας λέει τα εξής γι’ αυτούς, οι οποίοι τα σχεδιάζουν όλα αυτά. Ο Παπαδημητρακόπουλος, ενημερωτικά για όσους δεν ξέρουν, έχει γράψει τα καλύτερα νεανικά βιβλία στη σειρά «Φωτοδότες», μία έξοχη σειρά για νέους ανθρώπους, που πρέπει όλες οι βιβλιοθήκες και όλα τα σπίτια να τα έχουν. Έχω εδώ μπροστά μου ένα από τα βιβλία του, «Η παγκοσμιοποίηση και οι νέοι». Λέει λοιπόν: «Τι προσπαθούν να κάνουν; Τι απαιτείται; Η χειραγώγηση και ο έλεγχος της νεολαίας· ο αποπροσανατολισμός, η αποπροσωποποίηση, η αποχαύνωσή της προκειμένου να γίνει αυτή μαλθακή και άνευρη. Πώς να το πούμε; Κάτι σαν πτώμα. Πεθαίνει η παιδεία, πτώματα και οι νέοι. Ναι, μια νεολαία που παραπαίει, μια νεολαία που χάνεται στα ναρκωτικά με τη διαφθορά, μια νεολαία χωρίς προσανατολισμούς ανώτερους, ιδανικά και αξίες, είναι εξαιρετικά ευάλωτη. Μπορούν πλέον να περάσουν σ’ αυτή και το αύριο του κόσμου οτιδήποτε. Και μάλιστα χωρίς αντίσταση, δίχως εμπόδια και δίχως τριγμούς». Και ένα μόνον από τα σκοτεινά σημεία σας αναφέρω.

Ένας άλλος, επίσης πνευματικός άνθρωπος, που εκδίδει το περιοδικό «Χριστιανική Βιβλιογραφία», ο Στυλιανός Λαγουρός, δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Τα βιβλία του Γυμνασίου προπαγανδίζουν την πορνεία και αθωώνουν την παιδεραστία», και λέει τα εξής, ότι η εφημερίδα «Απογευματινή» στις 10 Ιουνίου το 2007, έγραψε τον εξής εντυπωσιακό τίτλο για τα πορνοβιβλία του Υπουργείου Παιδείας· ο δημοσιογράφος το λέει «πορνοβιβλία». Ο τίτλος, «Κορίτσια, γίνετε εταίρες να τα ‘κονομάτε!...». «Υπάρχει στο βιβλίο αυτό», το οποίο καταγγέλλεται, «ειδικό κεφάλαιο αφιερωμένο στις εταίρες της αρχαιότητος. Ανθολογείται ο ποιητής Αλέξις της Μέσης Κωμωδίας, που έζησε λίγο μετά τον Μέγα Αλέξανδρο. Και να επί λέξει το μεταφρασμένο στα νεοελληνικά ποίημα του Αλέξιδος», το οποίο διδάσκεται στους μαθητάς: ««Κατ' αρχάς ένα και μόνο ενδιαφέρει τις εταίρες. Να κερδίζουν και να λεηλατούν όσους τις πλησιάζουν. Κι όταν κάποτε πλουτίσουν, στρατολογούν νέες εταίρες πρωτόβγαλτες στο επάγγελμα»... Ακολούθως ο Αλέξις μάς περιγράφει πώς οι πορνοβοσκοί», λέει, επιτρέψτε μου, «(νεοελληνιστί νταβατζήδες) επεξεργάζονται τις εταίρες για να έχουν επιτυχία: «Είναι κάποια ψηλή; Φοράει σανδάλι», τα λέει κι ο αρχαίος ποιητής αυτά, «φοράει σανδάλι με σόλα λεπτή και κυκλοφορεί με το κεφάλι γερμένο στον ώμο. Αυτό αφαιρεί ύψος Δεν έχει κάποια γλουτούς; Τις προσθέτει ραμμένους κάτω απ’ το φόρεμα. Έτσι - όσοι την βλέπουν, εκστασιάζονται με τα οπίσθια της!... Έχει κοιλιά; Διαθέτουν για λόγου της στήθη. Φορώντας τα πρόσθετα και στητά, το φόρεμα καταφέρνει να μην φαίνεται πολύ η κοιλιά της»!... Και σχολιάζει: «Αμέσως μετά το κείμενο αυτό υπάρχουν ερωτήσεις για να τις επεξεργαστούν τα παιδιά στο σχολείο. Μία απ’ αυτές τις ερωτήσεις λέει: «Με βάση τις βελτιωτικές επεμβάσεις που αναφέρονται στο κείμενο, να γράψετε τις προδιαγραφές για την εμφάνιση και την συμπεριφορά της ιδεώδους εταίρας!...».» Και ποιο είναι το μήνυμα τώρα στα παιδιά, ιδιαίτερα στις νέες κοπέλες; Να γίνουν ιδεώδεις εταίρες; «Γίνετε εταίρες να τα ‘κονομάτε και να κυκλοφορείτε με τζιπ στα 21 σας χρόνια».

Απλώς σας παρουσίασα ορισμένα στοιχεία από αυτή την ζοφερή κατάσταση για να δείτε πού πάει αυτό το δυτικό μοντέλο παιδείας, το οποίο ξέφυγε πλέον από τον Διαφωτισμό και από την αθεΐα και έγινε πλέον ένα ζωώδες μοντέλο παιδείας, ένα υλιστικό, ένα ηδονιστικό μοντέλο παιδείας.

Απέναντι, λοιπόν, σ’ αυτήν την κατάσταση, η οποία έχει αρχίσει και κρούει και τις θύρες μας, και τις θύρες της Ελλάδος, νομίζω πως καλά κάνουμε και καλά θα κάνουμε κάθε χρονιά τη γιορτή των Αγίων Τριών Ιεραρχών να παρουσιάζουμε το πρόσωπο και το έργο τους, να παρουσιάζουμε τις δικές τους απόψεις για την Παιδεία, οι οποίες απόψεις για την Παιδεία των Τριών Ιεραρχών διατυπώθηκαν κι εμφανίστηκαν σ’ έναν κόσμο που παρουσίαζε παρόμοια παρακμή. Ο Ελληνορωμαϊκός κόσμος είχε αρχίσει να παρακμάζει και υπήρχαν και τότε παρόμοια φαινόμενα, την εποχή που ζούσαν οι Τρεις Ιεράρχαι. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στο γνωστό του έργο «Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων», μας παρουσιάζει ακριβώς ποια ήταν η παιδευτική κατάσταση των χρόνων του. Είχε αρχίσει ο εκχριστιανισμός, είχε προχωρήσει ο εκχριστιανισμός αλλά εξακολουθούσε η παλαιά παιδευτική αντίληψη, η ρωμαϊκή, η διαφθορά εξακολουθούσε να υπάρχει ακόμη και μέσα στη χριστιανική κοινωνία, ενώ βέβαια ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ακόμη εξακολουθούσε να είναι ειδωλολάτρες. Μας λέει, λοιπόν, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στο έργο αυτό ότι τρία στοιχεία κυριαρχούσαν στη νοοτροπία την κοινωνική της εποχής εκείνης. Κυριαρχούσαν τρεις έρωτες· κυριαρχούσε ο έρωτας της δόξας, κυριαρχούσε ο έρωτας των χρημάτων και κυριαρχούσε και ο έρωτας του σεξ. Είναι μία εικόνα της σημερινής παρακμιακής εποχής, όπως την περιγράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για την δική του παρακμιακή εποχή. Όταν λέει, οι γονείς θέλουν να παροτρύνουν τα παιδιά τους για να σπουδάσουν και να μάθουν γράμματα, δεν τους λένε πρέπει να γίνεις καλός άνθρωπος, να έχεις αγιότητα, να έχεις αρετή, να γίνεις καλός, να γίνεις αγαθός, αλλά του λένε, πρέπει να τελειώσεις το σχολείο, να πάρεις δίπλωμα, να πάρεις μια καλή θέση, να παντρευτείς, να πάρεις μια πλούσια νύφη, να έχεις χρήματα να διασκεδάζεις, να γίνεις υπουργός, να πας κοντά στο βασιλιά… Και το χειρότερο, λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, εκτός του ότι υποθάλπτουν έτσι την τάση προς την δόξα και την τάση προς τον πλούτο, το χειρότερο είναι ότι τα έσπρωχναν τότε τα παιδιά και τα σπρώχνουν και τώρα, ακόμη και στο σεξ. Και λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αγανακτισμένος για την τότε κατάσταση, και πρέπει κι εμείς επιτέλους να αγανακτήσουμε· το αναφέρω αυτό, διότι κατόρθωσαν τότε οι Τρεις Ιεράρχαι και όλοι οι άλλοι Πατέρες της Εκκλησίας αυτόν τον παρηκμασμένο κόσμο να τον αλλάξουν και να εμφανιστούν άγιοι, όσιοι, αγνοί, νέοι. Το Βυζάντιο, η Ρωμιοσύνη μας, είναι γεμάτο από αρετή κι από αγιότητα, από αγγελικές μορφές· μέχρι και πριν από σαράντα-πενήντα χρόνια υπήρχε αγνότης στα ήθη και στη συμπεριφορά. Κι έφθασαν σαράντα χρόνια να μας καταστρέψουν αυτόν τον κόσμο, τον οποίον έπλασαν και δημιούργησαν οι Τρεις Ιεράρχες. Λέει λοιπόν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «ουδαμόθεν την διαστροφήν γίνεσθαι των τέκνων, αλλ’ εκ της περί τα βιωτικά μανίας»· από τίποτε άλλο δεν διαστρέφονται τα παιδιά, παρά από την μανία για τα βιοτικά, που τα βάζουμε από την παιδική τους ηλικία. Και μέσα, λέει, σ’ αυτήν την κατάσταση εκεί, της παρακμής της ηθικής και πνευματικής του αρχαίου ελληνορωμαϊκού κόσμου, μέσα σ’ αυτήν την πνευματική σύγχυση, την οποία ζούμε τώρα και στις μέρες μας, επανερχόμαστε στην βαρβαρότητα, δεν υπήρχε τίποτα σαφές. Και δέστε πώς φωτογραφίζει τη δική μας την εποχή: ούτε τα δικαστήρια ούτε οι νόμοι ούτε τα σχολεία μπορούσαν να βοηθήσουν. Τους δικαστάς τους διέφθειραν με χρήματα οι πλούσιοι και κάποιοι άλλοι, οι δε δάσκαλοι ενδιαφέρονταν μόνο για το μισθό τους, για την αμοιβή τους. «Ουδέν όφελος δικαστηρίων, ουδέ νόμων, ουδέ παιδαγωγών, ου πατέρων, ουκ ακοκλούθων, ου διδασκάλων· τους μεν γαρ ίσχυσαν διαφθείραι χρήμασιν, οι δε (διδάσκαλοι) όπως αυτοίς μισθός γένοιτο μόνον ορώσι», βλέπουν πώς θα πάρουν το μισθό τους. Και φωνάζει, «Τούτο εστι, ο την οικουμένην ανατρέπει πάσαν», αυτό ανατρέπει όλη την οικουμένη, ότι «των οικείων αμελούμεν παίδων», αμελούμε τα παιδιά μας, «και των μεν κτημάτων αυτών επιμελούμεθα της δε ψυχής αυτών καταφρονούμεν».

Με αυτήν λοιπόν την παρουσία των Αγίων Τριών Ιεραρχών, των μεγάλων αυτών διδασκάλων, θα χρειαζόταν κανένας πολλές ώρες για να παρουσιάσει το παιδευτικό έργο, και στη ζωή τους και στο έργο τους, των Τριών Αγίων Μεγάλων Ιεραρχών. Και για να φράξουν τα στόματα, να φραγούν τα στόματα, αυτών οι οποίοι τολμούν και υποβιβάζουν τους Τρεις Αγίους ως προστάτας της Παιδείας και αρχίζουν σιγά-σιγά με την εορτή των Τριών Ιεραρχών ως προστατών της Παιδείας, να την υποβαθμίζουν, αλλά ακόμη κι από καθαρά κοσμική άποψη, από καθαρά κοσμικής παιδείας δεν υπάρχουν ανάλογα πρότυπα μορφωμένων ανθρώπων και παιδαγωγών σαν τους Τρεις Ιεράρχες. Σε έρευνες που έχουνε γίνει από σύγχρονους ερευνητάς γνωρίζετε ότι οι Τρεις Ιεράρχες στην εποχή τους ήταν περισσότερο μορφωμένοι, περισσότερο αρχαιομαθείς, είχαν σπουδάσει του κόσμου τις επιστήμες και κανένας δεν μπορούσε να συγκριθεί και να παραβληθεί με την εποχή τους. Και μια και ο λόγος το φέρνει εδώ, να σας πω π.χ., το έχω σημειώσει κάπου εδώ, ότι ο Μέγας Βασίλειος διατηρούσε αλληλογραφία με το γνωστό ρήτορα της αρχαιότητος τον Λιβάνιο, τον οποίον είχε περί πολλού ο αυτοκράτωρ ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, ο οποίος επεδίωκε να καταργήσει, να χτυπήσει τον χριστιανισμό για να επαναφέρει την ειδωλολατρία. Είδωλο της ελληνικής παιδείας της ειδωλολατρικής ο ρήτωρ Λιβάνιος, καλοπληρωμένος· τον έπαιρναν από πόλη σε πόλη με χρυσούς μισθούς για να διδάσκει ρητορική και φιλολογία. Μαθηταί του Λιβανίου ήταν και οι Τρεις Ιεράρχαι. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στα γεράματά του, οι δύο που ήταν μεγαλύτεροι ο Μέγας Βασίλειος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε νεότερη ηλικία, στην Αντιόχεια και στην Κωνσταντινούπολη. Γνωρίζετε όλοι σας ότι όταν ερωτήθηκε ο Λιβάνιος, ποιον θα επιθυμούσε ν’ αφήσει διάδοχο, απήντησε «Ιωάννην ή μη αυτόν οι χριστιανοί εσύλησαν» · ήθελα ν’ αφήσω ως διάδοχό μου τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο αν δεν ήταν Χριστιανός, αν δεν τον είχαν κερδίσει οι χριστιανοί. Κι έχω εδώ, θα σας το πω όμως περιληπτικά, έχω εδώ ένα κείμενο αλληλογραφίας ανάμεσα στο Λιβάνιο και στον Μέγα Βασίλειο. Έστειλε ο Μέγας Βασίλειος στο Λιβάνιο μία επιστολή στέλνοντάς του κάποιον γνώριμό του από την Καππαδοκία· και του γράφει του Λιβανίου: «Ιδού πέμπω σοι και έτερον Καππαδόκην», του έστελνε συχνά Καππαδόκες ο Μέγας Βασίλειος του Λιβανίου. Όταν λοιπόν πήρε την επιστολή του Μεγάλου Βασιλείου ο Λιβάνιος, του λέει στην αρχή, μου αρέσει αυτό που διαρκώς μου λες, ιδού πέμπω σοι και έτερον Καππαδόκην, και μου στέλνεις πολλούς μαθητάς Καππαδόκες. Αλλά αυτό που έπαθα με την επιστολή σου, λέει, θα σου το διηγηθώ· το διηγείται στην επιστολή του. Όταν, λέει, διάβασα την επιστολή σου, μια ολιγόλογο, λιτή, ακριβολόγο επιστολή -λιτός λόγος, αρχαιοελληνικός- γέλασα, χάρηκα, ευφράνθηκα για το πόσο καλός μαθητής μου είσαι. Και με είδαν, λέει, όσοι ήταν εκεί αξιωματούχοι και με ρώτησαν, γιατί γελάς; Γελάω, λέει, αλλά συγχρόνως και λυπάμαι. Γελάω διότι έχω έναν τόσο καλό μαθητή και λυπούμαι διότι «νενικήμεθα», γιατί νικηθήκαμε. Από ποιον νικήθηκες, του είπαν οι εκεί παριστάντες. Νικηθήκαμε απ’ τον χριστιανό τον Βασίλειο. Και γνωρίζετε όλοι σας το παίγνιο που αντηλλάγη μεταξύ του Μεγάλου Βασιλείου και του Ιουλιανού του Παραβάτου. Ορισμένοι ερευνηταί αμφισβητούν τη γνησιότητα της επιστολής ανάμεσα στον Μέγα Βασίλειο και στον Λιβάνιο, αλλά αυτό είναι δείγμα πάντως αυτού του πνεύματος. Έγραψε ο Μέγας Βασίλειος στον Λιβάνιο μία επιστολή, τη διάβασε ο Λιβάνιος και είπε «ανέγνων, έγνων, κατέγνων», την διάβασα, την κατάλαβα και την καταδίκασα. Τον απαντάει, -δέστε εδώ αριστομάθεια, την οποίαν την καταργήσαμε- ο Μέγας Βασίλειος: «ανέγνως, αλλ’ ουκ έγνως· ει γαρ έγνως, ουκ αν κατέγνως», την διάβασες αλλά δεν την κατάλαβες· γιατί αν την καταλάβαινες δεν θα την καταδίκαζες.

Δεν θέλω εδώ να σας παρουσιάσω γνώμες συγχρόνων ερευνητών, του Βιλαμόβιτς, του Πίεχ, του Γάλλου, μεγάλων γραμματολόγων, οι οποίοι λένε π.χ. ότι, από την εποχή του Κικέρωνος είχε να ακουστεί ρήτορας σαν τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο· κι ότι επίσης, κανένας δεν μιλούσε και δεν έγραφε όπως έγραφαν αυτοί οι Τρεις Μεγάλοι Ιεράρχες. Επομένως κι από την πλευρά μόνον της καθαρής κλασσικής παιδείας και της ελληνομαθείας, και μόνο για το λόγο αυτό θα έπρεπε να έχουμε προστάτας της Παιδείας τους Τρεις Ιεράρχας. Δεν υπάρχει ανώτερος στη γνώση και στην επιστήμη και στη σοφία, σε σχέση με τους Τρεις Ιεράρχες, ακόμη και οι σύγχρονοί τους, ειδωλολάτρες όλοι. Κι αν βέβαια συνδυαστεί αυτό και με την άλλη τους σοφία, τη χριστιανική πίστη και τη χριστιανική σοφία, οι Άγιοι Ιεράρχες αποτελούν τα πρότυπα του διδασκάλου, του αρίστου διδασκάλου, όπως καθιερώθηκε στην παράδοση του Γένους μας. Στην παράδοση του Γένους και της προχριστιανικής και της χριστιανικής περιόδου ο δάσκαλος πρέπει να διαθέτει γνώσιν αλλά και αρετήν. Σχετικά δε στην δική μας την παράδοση, αλλά και στην αρχαιοελληνική, ο δάσκαλος θα πρέπει όχι μόνο να μιλάει και να διδάσκει αλλά και να πράττει. Υπάρχουν του κόσμου τα παραθέματα γύρω από το θέμα αυτό. Γι’ αυτό λοιπόν κι από της πλευράς αυτής ότι οι Τρεις Ιεράρχες συνδυάζουν την αρχαιοελληνική γνώση και την χριστιανική παιδεία, χριστιανική πίστη, συνδυάζουν λόγο και έργο, λόγο και πράξη και διδάσκουν με το παράδειγμά τους, με την αγιότητά τους, υπήρχε καλύτερη περίπτωση για να αγορεύσουμε τους Τρεις Ιεράρχας ως προστάτας της Παιδείας;

Σε όσο χρόνο μου απομένει θα προσπαθήσω εδώ να σας παρουσιάσω από το πλήθος των παιδαγωγικών θέσεων, που υπάρχουν στα συγγράμματα των Αγίων Τριών Ιεραρχών, επιλεκτικά, μία, δύο, τρεις, τέσσερις μόνο θέσεις. Μπορεί κανένας να αριθμήσει δεκάδες, μέχρι και εκατοντάδες θέσεων παιδαγωγικών. Έχουν γίνει ερευνητικές προσπάθειες, έχουν αποθησαυριστεί αυτές οι παιδαγωγικές θέσεις των Αγίων Τριών Ιεραρχών σε τόμους. Αλλά εγώ επέλεξα αυτές τις θέσεις για να έχουν σχέση με τη σύγχρονη παιδαγωγική πραγματικότητα. Μας απασχολεί όλους ο προβληματισμός για το σκοπό της Παιδείας· ποιος είναι ο σκοπός της Παιδείας; Σύμφωνα με τους Αγίους Τρεις Ιεράρχας, που ακολουθούν εν πολλοίς και την αρχαιοελληνική παράδοση, ο σκοπός της Παιδείας είναι η κατόρθωση της αρετής και η αποφυγή της κακίας, όπως και η θεοσέβεια και η ομοίωσις με το Θεό. Είναι εκπληκτικό αλλά ποιος τα διδάσκει όλα αυτά; Να βρίσκει κανένας μέσα σε έργα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, στον Πλάτωνα, να μιλάει για ομοίωση με το Θεό! Να γράφουν οι μεγάλοι μας ποιηταί, οι τραγικοί, να γράφουν οι μεγάλοι μας φιλόσοφοι, ότι χωρίς αρετή δεν είναι νοητή η επιστήμη! Σας υπενθυμίζω το πασίγνωστο που λέει ο Πλάτων, «Πάσα επιστήμη χωριζομένη αρετής, πανουργία ου σοφία φαίνεται». Ο Αριστοτέλης, «Αρετά, πολύμοχθε γένει βροτείω, θήραμα κάλλιστον βίω, σας πέρι, παρθένε, μορφάς και θανείν ζαλωτός εν Ελλάδι πότμος» · Αρετή πολύμοχθε, γένει βροτίω, θήραμα κάλλιστον βίω, η καλύτερη κατάκτηση στο βίο είναι η αρετή, και για σένα, παρθένε Αρετή, είναι καλό και να πεθάνει κανένας.

Ο Μέγας Βασίλειος στο γνωστό του έργο «Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» (PG 54, 199-211), διδάσκει εκεί στους νέους της εποχής… ποιος τα διδάσκει σήμερα αυτά; Στα βιβλία μας έχει περάσει η πορνεία κι έχουν περάσει ανοησίες για καφετέριες και τώρα εισάγεται και η σεξουαλική αγωγή. Δεν αφήνουμε τα παιδιά μας στο δρόμο αυτό της μαθήσεως και της σπουδής, να μην έχουν περισπασμούς, όπως λέτε και παλαιοί πολλοί αλλά και σύγχρονοι «φυλακή των αισθήσεων», να μην ενοχλούνται από τις αισθήσεις, να είναι απερίσπαστα τα παιδιά για να διαβάζουν και να μάθουν, όπως κάναμε και εμείς, και οι παλαιότερες γενιές. Εγώ κινηματογράφο είδα στα 22 μου χρόνια· και πολλοί άλλοι γεροντότεροι. Δεν είχαμε οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα κι είχαμε αφοσιωθεί στο έργο της αγωγής και της παιδείας, ήσυχοι από ερεθισμούς· και δεν πάθαμε και τίποτε! Αντίθετα πλουτίσαμε, ανδρωθήκαμε, γεμίσαμε, χορτάσαμε παιδεία και καλλιεργήσαμε τις ψυχές μας και προσφέραμε στην Πατρίδα και στο Γένος. Ο Μέγας Βασίλειος λοιπόν στο έργο του αυτό λέει ότι όλη η ποίησις του Ομήρου και τα έργα του Ησιόδου είναι «αρετής έπαινος». Την αρετή επαινεί και ο Όμηρος και ο Ησίοδος. Κι έχει του κόσμου τα παραδείγματα μέσα στο έργο αυτό, παρουσιάζει ακόμη και από τον Πρόδικο τον μύθο του Ηρακλή, ότι βρέθηκε ο Ηρακλής κάποια φορά σε δίλημμα ποιον δρόμο ν’ ακολουθήσει -τον ξέρουμε όλοι, παλαιά τον ξέραμε- και του παρουσιάζονται εκεί δύο γυναίκες. Από τις οποίες η μία γυναίκα παρίστανε την Αρετή και η άλλη την Κακία. Η γυναίκα που παρίστανε την Κακία ήταν ντυμένη όπως είναι ντυμένες οι πόρνες, αρωματισμένη, με κοσμήματα, με ακριβά φορέματα κλπ, προκλητική και η άλλη που παρίστανε την Αρετή ήταν ισχνή και σεμνά ντυμένη. Και ποια ακολούθησε ο Ηρακλής; Ακολούθησε τη σεμνή, ακολούθησε την Αρετή, δεν ακολούθησε την Κακία· την στενή και τεθλιμμένη οδό του Ευαγγελίου.

Κι επειδή πολύς λόγος γίνεται για τη σεξουαλική αγωγή και την πορνογραφία, δάσκαλοι και καθηγητές συλλαμβάνονται να έχουν και να διακινούν δίκτυα παιδεραστίας, παρουσιάζει ο Μέγας Βασίλειος στο έργο του αυτό τον Μέγα Αλέξανδρο ως πρότυπο εγκρατείας. Όταν ήρθαν μπροστά του, λέει, οι κόρες του Δαρείου, πανέμορφες Ασιάτισσες οι κόρες του Δαρείου, και τις παρουσίασαν μπροστά στον Μέγα Αλέξανδρο, ο Μέγας Αλέξανδρος δεν γύρισε ούτε να τις κοιτάξει. Γιατί λέει η σχετική διήγησις από τον Πλούταρχο –δεν θυμάμαι από αλλού- ότι θα ήταν γι’ αυτόν άτιμο και ανόητο, αυτός που νίκησε τόσους άντρες στις μάχες να ηττηθεί από τις γυναίκες!

Η αρετή λοιπόν, η κατόρθωση της αρετής και η αποφυγή της κακίας είναι ο βασικός στόχος της αρχαιοελληνικής και της χριστιανικής παιδείας. Έχω αποθησαυρίσει εδώ του κόσμου.
Δεύτερο στοιχείο: η παιδική ηλικία και η νεανική είναι δύσκολη ηλικία αλλά είναι ο καταλληλότερος χρόνος για να θεμελιώσει κανένας αρχές και αξίες. Έχει μείνει σε όλους μας αυτό που λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος «δυσκάθεκτος η νεότης και ευόλισθος η νεότης», δύσκολα συγκρατάς την νεότητα είναι ευόλισθος. Αλλά επειδή η νεότης είναι ευόλισθος και δυσκάθεκτος γι’ αυτό «δείται και ισχυροτέρου χαλινού», πρέπει να την χαλιναγωγήσουμε τη νεότητα. Και επικρίνει εδώ ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος –αν ποτέ δημοσιευθεί αυτή η ομιλία θα παραθέσω εδώ καταπληκτικά κείμενα, που δεν έχω χρόνο να σας παρουσιάσω- λέει ότι είναι εγκληματίας ο δάσκαλος, ο οποίος καλοπιάνει και κολακεύει τα παιδιά. Καλός δάσκαλος είναι εκείνος, ο οποίος είναι αυστηρός στα παιδιά. Κάποια φορά, πριν από πολλά χρόνια, δεν είχα γίνει κληρικός ακόμη, ήμουν ακόμη λαϊκός καθηγητής, πριν από 20-30-40 χρόνια, τότε είχε αρχίσει το ξεθεμέλιωμα αυτής της Παιδείας, βρέθηκα σ’ ένα συνέδριο εκπαιδευτικών, μ’ είχαν καλέσει δάσκαλοι για να μιλήσω. Και έπεσα από τα σύννεφα όταν κάποιος δάσκαλος με ρώτησε και μου είπε: «Πάτερ Θεόδωρε, πρέπει ο δάσκαλος να κρατάει αποστάσεις από τον μαθητή;». Ουδέποτε είχε περάσει στις γενιές των εκπαιδευτικών μας το αντίθετο. Ασφαλώς αγαπάει τους μαθητάς, φροντίζει για τους μαθητάς, αλλά κρατάει κι αποστάσεις, σοβαρότητα, υπευθυνότητα. Δεν παραλείπουν βέβαια οι Τρεις Ιεράρχες, για να μη τους θεωρήσει κανένας και υπερβολικά σαδιστές, να λένε ότι χρειάζεται αυστηρότης και χρειάζεται και επιβολή τιμωριών· αλλά όχι διαρκής επιβολή τιμωριών, αλλά κάπου κάπου χρειάζεται και άνεσις. Γιατί και οι υπερβολικές τιμωρίες και το υπερβολικό ξύλο μπορεί να κάνουν κακό. Λένε επίσης ότι στην περίοδο αυτή, την παιδική και της νεότητος, είναι ο πιο κατάλληλος χρόνος για να τοποθετήσεις και να εμφυτεύσεις και να ζωγραφίσεις αρχές και αξίες. Οι ψυχές των παιδιών είναι άγραφες· αφού λοιπόν οι ψυχές είναι άγραφες ή είναι σαν ένα χωράφι χέρσο, γιατί ν’ αφήσουμε να φυτρώσουν ζιζάνια κι αγκάθια και κακίες και να μη φροντίσουμε να φυτρώσουν μέσα αρετές και αξίες; Και γιατί μέσα στον άγραφο χάρτη της ψυχής του παιδιού να μη ζωγραφίσουμε την αρετή, να μη ζωγραφίσουμε την αγιότητα;

Είναι καταπληκτικά τα κείμενα των Αγίων Τριών Ιεραρχών που αναφέρονται στους γονείς τους. Κι εδώ κάνω μία μνεία μόνον των παραγόντων της αγωγής, τι σπουδαίο ρόλο παίζει η οικογένεια. Κι επειδή σεβασμιώτατε, έχω την εντύπωση ότι θα επανέλθουμε σε παλινβαρβαρισμό, θα πρέπει αυτά τα κείμενα, αυτές οι αρχές, που λειτούργησαν σε ανάλογες περιπτώσεις να μας γίνουν μαθήματα. Και ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος Θεολόγος και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τα πρώτα θεμέλια της παιδείας τα πήραν από τους γονείς τους, ιδιαίτερα από τις μητέρες τους. Έχει συγκινητικές αναφορές ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος, στα ποιήματά του μέσα, για την μητέρα του τη Νόννα. Ο Μέγας Βασίλειος ότι έργο, λέει, έχω διασώσει μέχρι τώρα, αυτό οφείλεται σε σπέρματα, που μου έβαλε μέσα η μάνα μου η Εμμέλεια και η γιαγιά μου η Μακρίνα· αυτά τα σπέρματα αυξήθηκαν και μεγάλωσαν. Το ίδιο και η μητέρα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Ενθυμούμαστε όλοι μας τον θαυμασμό του Λιβανίου: μια νεαρή κοπέλα σε ηλικία 20 ετών, η Ανθούσα, έμεινε χήρα. Πόσες γυναίκες σήμερα μένουν χήρες και αφοσιώνονται στην ανατροφή των παιδιών τους, ενός παιδιού; Κάνουν δεύτερο και τρίτο γάμο· και χωρίς να χηρέψουν τώρα, κάνουν διαζύγια και διαλύουν τους γάμους. Θαύμασε αυτή τη γυναίκα, η οποία έμεινε χήρα στα είκοσί της, πλούσια γυναίκα και αφιερώθηκε στην ανατροφή του Χρυσοστόμου. Γι’ αυτό έβγαλε το Χρυσόστομο! Και είπε ο Λιβάνιος, «βαβαί, οίαι παρά χριστιανοίς εισί γυναίκες», δέστε τι γυναίκες έχουν οι χριστιανοί! Μπορούμε σήμερα να το πούμε αυτό για τις χριστιανές γυναίκες, δέστε τι γυναίκες έχουν οι χριστιανοί; Θα αναγκαστούμε λοιπόν, λόγω αυτής της παρακμής της παιδείας μας, της νεοεποχίτικης, της παγκοσμιοποιημένης, θ’ αναγκαστούμε να επιστρέψουμε στον πρώτο παράγοντα, στον παράγοντα της οικογενείας. Και ήδη έχει αρχίσει και στη χώρα μας και προβληματίζει ο θεσμός της «κατ’ οίκον παιδείας». Παιδεία στο σπίτι. Στην Αμερική ήδη γίνεται. Γονείς που ξέρουν γράμματα, δίνεται η δυνατότητα από τις αρχές τις εκπαιδευτικές να μη στέλνουν τα παιδιά τους στα σχολεία· ποια σχολεία; Τα σχολεία με τα πορνοβιβλία; Και να εκπαιδεύουν τα παιδιά τους μέσα στα σπίτια τους. Ήδη υπάρχει εδώ, στην Ελλάδα, στη χώρα μας, εδώ κοντά στη Θεσσαλονίκη, ένας Αμερικανός Ορθόδοξος, ο οποίος με τη γυναίκα του, Ελληνίδα Ορθόδοξη, πήραν κάποια έγκριση, θα σημειωθεί, που μαθαίνουν τα παιδιά τους γράμματα στο σπίτι.

Και θαυμάζει ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, το προβάλλει ως πρότυπον, πώς, λέει, τόλμησαν οι μητέρες των Τριών Αγίων Ιεραρχών, να τους στείλουν στην Αθήνα, στο κέντρο της ειδωλολατρίας και στο κέντρο της ηθικής ασυδοσίας, με κακές παρέες και έκλυτες παρέες, πώς τόλμησαν και έστειλαν τα παιδιά τους σε νεαρή ηλικία στην Αθήνα; Που ήταν κέντρο όχι μόνο της ειδωλολατρίας, κέντρο βέβαια γραμμάτων, φιλοσοφίας, αλλά και κέντρο ηθικής εκλύσεως. Και λέει ο Άγιος Νεκτάριος, τα έστειλαν και τόλμησαν γιατί γνώριζαν ότι οι ίδιες είχαν κάνει σπουδαίο έργο αγωγής.

Δάσκαλος. Λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ότι είναι, οι δάσκαλοι, οι οποίοι δεν προσπαθούν να διδάξουν στα παιδιά την αρετή και την αγιότητα, να μορφοποιήσουν, να διαμορφώσουν, είναι χειρότεροι από εγκληματίες και χειρότεροι από ανδροφόνος. Ο δάσκαλος, λέει, πρέπει και να διδάσκει και να είναι πρότυπο αρετής και αγιότητος. Δεν ωφελεί μόνο η διδασκαλία, πρέπει ο ίδιος να δίνει το σχετικό παράδειγμα.

Και η Εκκλησία. Γνωρίζουμε πόσο αυστηρός είναι και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος για νοσηρά φαινόμενα ακόμη και στο χώρο της Εκκλησίας. Υπάρχουν θαυμάσια κείμενα· δεν μπορώ να σας τα παρουσιάσω εδώ.

Και επίσης το κοινωνικό περιβάλλον, συναναστροφές, η νοοτροπία. Τα παιδιά πλέον, ακόμα κι αν στο σπίτι γίνεται προσπάθεια να διαμορφωθούν, χαλούν έξω· η νοοτροπία η κοινωνική κι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ιδίως, ας μου επιτραπεί η έκφραση, για να μείνει, δεν είναι δική μου, την παίρνω κι εγώ από άλλους μαθητάς: ιδιαίτερα τη νοοτροπία και το περιβάλλον αυτό τη διαμορφώνουν «τα πορνοκάναλα και τα βοθροκάναλα». Είναι φοβερή, απαράδεκτη αυτή η κατάσταση· μία πληγή στο σώμα της κοινωνίας μας. Όποια στιγμή κι αν ανοίξεις στα κανάλια της τηλεοράσεως, ακόμη και στις ειδήσεις, θα δεις γύμνιες και αισχρότητες και πορνείες και μοιχείες. Πώς λοιπόν τα παιδιά αυτά να παραμείνουν έτσι;

Και τελευταίο στοιχείο, και τελειώνω, είναι οι Τρεις Ιεράρχες, το έθιξα ήδη εν μέρει, είναι άριστοι εκφραστές για τις δύο Παιδείες, τις οποίες συνήνωσαν στο πρόσωπό τους. Κι αυτό πρέπει να είναι το ιδανικό της παιδευτικής μας παραδόσεως. Αν θέλουμε ν’ αποφύγουμε την εξαφάνισή μας, την αφομοίωσή μας μέσα στην χοάνη της παγκοσμιοποίησης, πρέπει να ξαναβρούμε τον εαυτό μας, τις αξίες μας, τις ελληνικές και τις χριστιανικές, τις οποίες τις χάσαμε. Ο Ιουλιανός ο Παραβάτης επιχείρησε να το κάνει αυτό· επιχείρησε να απαγορεύσει στους χριστιανούς διδασκάλους να διδάσκουν στα σχολεία και απηγόρευσε και στους χριστιανούς μαθητάς να παρακολουθούν Έλληνας δασκάλους, ρήτορας, φιλοσόφους, για να καταδικάσει σε αγραμματοσύνη τους χριστιανούς. Κι έρχεται εδώ ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος και οι άλλοι και τον κάνουν τον Ιουλιανόν τον Παραβάτην, ιδιαίτερα ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στους δύο στηλιτευτικούς του λόγους εναντίον του Ιουλιανού, επιτρέψτε μου την έκφραση, με τα κρεμμυδάκια! Τι είσαι εσύ; Η γλώσσα είναι δικό σου κτήμα; Θα μας απαγορεύσεις να μαθαίνουμε την ελληνική γλώσσα; «Ελλάς εμή», η Ελλάδα είναι δική μου. «Αττικός συ, αττικοί και ημείς», είσαι συ αττικός, είμαστε αττικοί και ημείς. Και μόνο για την περίπτωση που θα επιτύγχαναν τα μέτρα αυτά του Ιουλιανού, ιδιαίτερα ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος έγραψε ποιήματα με μέτρα ιαμβικά και άλλα για να διδάσκονται οι χριστιανοί μαθητές ποίηση αρχαία Ελληνική και τραγωδία γραμμένα από τον Άγιο Γρηγόριο Θεολόγο. Και λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος «πάσιν ανωμολογήσθαι τον νουν εχόντων, παίδευσιν είναι το μείζον αγαθών», όλοι ομολογούν ότι η Παιδεία είναι το μεγαλύτερο αγαθό. «Ου μόνον δε ταύτην την ημετέραν», όχι μόνον την δική μας, τη χριστιανική «αλλά και την θύραθεν, ην πολλοί χριστιανοί διαπτύουσιν κακώς ειδότες», όχι μόνο τη δική μας, τη χριστιανική παιδεία, το Ευαγγέλιο, την Αγία Γραφή, έχει τα πρωτεία αυτή, αλλά και τη θύραθεν, την Ελληνική Παιδεία, την οποία μερικοί χριστιανοί την αποφεύγουν κακώς ποιούντες, κακώς ειδότες, είναι σκληροί κι αγράμματοι αυτοί.

Και δεν έκαναν τίποτε οι Τρεις Ιεράρχες στο θέμα της συζεύξεως χριστιανικής και ελληνικής παιδείας, αυτό που έκανε ο Απόστολος Παύλος. Μερικές φορές οι ομιληταί και οι θεολόγοι όταν μιλούν των Τριών Ιεραρχών κάνουν ένα σοβαρό λάθος. Και το σοβαρό λάθος είναι ότι ομιλούντες περί των Αγίων Τριών Ιεραρχὠν, λένε ότι οι Τρεις Ιεράρχαι έκαναν την σύνθεση της Χριστιανικής και της Ελληνικής Παιδείας· είναι λάθος. Δεν έκαναν την σύνθεση, διετήρησαν την σύνθεση και προφύλαξαν την σύνθεση από του χωρισμού, που επιχειρούσε ο Ιουλιανός. Ο Ιουλιανός θέλησε να ξεχωρίσει τη Χριστιανική από την Ελληνική Παιδεία και οι Τρεις Ιεράρχες είπαν, «είναι και δική μας η Ελληνική Παιδεία». Τι έκανε ο Απόστολος Παύλος; Δεν μνημονεύει μέσα στις Επιστολές του και μέσα στις Πράξεις των Αποστόλων, στις δημηγορίες του, χωρία Ελλήνων ποιητών; «του γαρ και γένος εσμέν», «ζητείν αυτόν και εύροιεν και ου μακράν εξ ημών απέχοντος». Έχουν διαπιστώσει πολλοί ερευνητές ότι μέσα στις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου υπάρχουν του κόσμου τα κείμενα από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Επομένως, η σύζευξη Χριστιανικής και Ελληνικής Παιδείας κι όπως λέει κι ο μεγάλος θεολόγος π. Γεώργιος Φλορόφσκι, ο ελληνισμός είναι ενωμένος στη φύση, μέσα στην κούνια του χριστιανισμού, είναι αδιαίρετη κατηγορία της χριστιανικής σκέψεως. Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις χριστιανισμό και ελληνισμό. Κι έχουμε τώρα τους ανοήτους δωδεκαθεϊστάς και ειδωλολάτρες, οι οποίοι προσπαθούν να επαναφέρουν το όραμα και την τακτική του Ιουλιανού του Παραβάτη και του Γεωργίου Πλήθωνος και να πουν ότι, δική μας είναι η Παιδεία και η ειδωλολατρία μαζί· ότι η Ελληνική Παιδεία ταιριάζει με την ειδωλολατρία όχι με τη χριστιανική πίστη.

Αγαπητοί μου, και τελειώνω μ’ αυτό σεβασμιώτατε, ο Ελληνισμός θριάμβευσε και μεγαλούργησε σε δύο περιόδους: τον 4ο π.Χ. αι. όταν κυριάρχησε στη φιλοσοφία η μεταφυσική πνοή του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους και μετά των Πυθαγορείων και θριάμβευσε επίσης ο Ελληνισμός και η Ελληνική Παιδεία στον 4ο μ.Χ. αι., και οι δύο χρυσοί αιώνες. Αλίμονο αν φτάναμε στο σημείο να αποχωρίσουμε τα δύο! Έχουμε αυτή την μεγάλη ευλογία, κουβαλούμε δύο παραδόσεις, να κουβαλούμε τον Παρθενώνα και την Αγιά Σοφιά, να κουβαλούμε τους αρχαίους Έλληνες σοφούς με όσα σημάδια έχουν καλά, αρετής έπαινος, εκτός, λέει ο Μέγας Βασίλειος προς τους νέους, εκτός από τις αναφορές στους θεούς· που κι αυτό βέβαια δείχνει πόσο θεοσεβείς ήσαν οι αρχαίοι Έλληνες. Και το κάνει αυτό ο Μέγας Βασίλειος όχι μόνο γιατί θέλει να παρουσιάσει την σημασία του ενός Θεού, αλλά και γιατί ο βίος και οι αναφορές στην μυθολογία στους θεούς είναι γεμάτα από πολέμους, από έριδες κι από ανηθικότητες. Ο Δίας ο ανώτερος, λέει ο Μέγας Βασίλειος, γύριζε από κρεβάτι σε κρεβάτι στην κάθε θεά. Παίρνουμε λοιπόν τα καλά στοιχεία, τα υγιή από τον αρχαίο Ελληνισμό και μαζί με τον υπέροχο λόγο του Ευαγγελίου, τον άφθαστο λόγο, ο τέλειος λόγος, η τέλεια αποκάλυψη, η τέλεια αλήθεια, υπηρετουμένη και επενδεδυμένη από τον τέλειο λόγο της αρχαίας Ελληνικής σκέψεως.

Αυτοί λοιπόν είναι εν ολίγοις. Νομίζω πως και πάλι λίγο ξέφυγα από αυτά που είχα προγραμματίσει εδώ να σας πω, ας μείνουν όμως σήμερα αυτά κι αν ο Θεός βοηθήσει να καταγραφούν αυτά σ’ ένα γραπτό κείμενο, εκεί θα υπάρχουν και περισσότερες αναφορές.

Ας διδαχθούμε από το έργο των Τριών Ιεραρχών. Μπορεί σήμερα να επανέλθει η Παιδεία μας στη θεοσέβεια και στην αρετή; Μπορούν τα παιδιά μας να πάψουν να είναι ομάδες αλητών και αγέλες λύκων και στα σχολεία μας να διδάσκεται η πορνογραφία; Τα παιδιά μας να είναι, όπως έλεγε ο Άγιος Κοσμάς, γουρουνόπουλα; Στην Τουρκοκρατία, όταν πήγαν τα παιδιά στον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, λέει, «τι τα φέρατε τα παιδιά σας; Αυτά είναι γουρουνόπουλα». Αν δεν ξέρουν τι είναι Θεός, τι είναι αρετή, τι είναι άγιοι, τι είναι Θεός, τι είναι Αγία Τριάδα, αν δεν παν στο σχολείο να μάθουν γράμματα, αυτά είναι γουρουνόπουλα! Μπροστά λοιπόν σ’ αυτήν την τάση της Παιδείας η μόνη διέξοδος που έχουμε είναι ν’ ακολουθήσουμε τη ζωή και το παράδειγμα και τη διδασκαλία των Αγίων Τριών Ιεραρχών και όσα αυτοί έκαναν στην εποχή τους και επέβαλλαν τους σκοπούς της Παιδείας και εξημέρωσαν την ανθρωπότητα, όχι μόνο την Ελλάδα, εν γένει τους άγριους τους εξημέρωσαν, τους έφεραν στον πολιτισμό· σήμερα δεν κάνουμε τίποτα, υποπροϊόντα. Αν λοιπόν θέλουμε, πρέπει ξανά πίσω, επιστροφή στους Τρεις Ιεράρχες. Και αντίσταση στα θλιβερά και νοσηρά φαινόμενα της σημερινής Παιδείας.
Σας ευχαριστώ.

Εμείς ευχαριστούμε τον π. Θεόδωρο Ζήση, για τις αφορμές, τις οποίες παρέσχε σε όλους μας για γόνιμο προβληματισμό. Και όλοι εκλάβαμε τις αναφορές του στους Τρεις Ιεράρχες, αναφορικώς προς το θέμα της Παιδείας των νέων, ως μία κραυγή αγωνίας για όλα αυτά, τα οποία τεκταίνονται εις την νεοελληνική πραγματικότητα· όλα αυτά, τα οποία μας γεμίζουν από αισθήματα αθυμίας και προβληματισμού για την προσπάθεια, η οποία επιχειρείται για να βγει ο Χριστός από τα σχολεία, για να βγει το ήθος και η αρετή από τον πνευματικό ορίζοντα των παιδιών. Δυστυχώς η νεοελληνική παιδεία όλο και περισσότερο δίδει την εντύπωση ενός υδροκεφάλου θηρίου. Φορτώνουμε στα παιδιά μας γνώσεις συνέχεια. Φορτώνουμε στα παιδιά μας όλα αυτά, τα οποία έχουν την αξία τους αλλά αδυνατίζεται η ψυχή τους· δεν φροντίζουμε παράλληλα να δίνουμε στα παιδιά μας αφορμές θεοσέβειας, ευκαιρίες αρετής, δεν φροντίζουμε να καλλιεργούμε στα παιδιά μας όλα αυτά, τα οποία και εις τα οποία ανεφέρθη ο π. Θεόδωρος. Και η ευθύνη ανήκει σε όλους μας. Ο εύκολος δρόμος είναι να ρίπτομεν εις τους άλλους τις ευθύνες είτε αυτοί οι άλλοι είναι τα συστήματα τα πολιτικά, οι εκάστοτε κυβερνήσεις, είτε οι άλλοι είναι η κοινωνία μας, η οποία βρίσκεται εις μίαν πνευματικήν σύγχυσιν, είτε είναι οποιοσδήποτε άλλος εκτός ημών. Αλλά υπάρχει ευθύνη σε όλους μας άλλωστε γι’ αυτό το κατάντημα της παιδείας μας, για το γεγονός ότι τα γράμματα έχουν γίνει πλέον άθεα. Δεν διδάσκεται ο Χριστός μέσα στα σχολεία. Ήδη πυκνώνουν οι φωνές όλων εκείνων, οι οποίοι αύριο μεθαύριο, κι αυτό το αύριο μεθαύριο δεν θα είναι πολύ αργά, που θα διεκδικήσουν και θα επιβάλλουν το να κατέβουν τα σύμβολα τα θρησκευτικά από τα σχολεία. Ελέγοντο αυτά, ότι θα έρθει η εποχή και ήδη η εποχή έρχεται. Όταν θα ‘ρθουν με θρασύτητα και θα αποκαληθώσουν τις εικόνες από τα σχολεία, θ’ αποκαθηλώσουν τα θρησκευτικά σύμβολα, αφού προηγουμένως έχουν αποκαθηλώσει κάθε εικόνα αρετής και ήθους και αγιότητας απ’ την ψυχή των παιδιών μας. Έχουμε ευθύνη όλοι μας. Και η ευθύνη βρίσκεται και στη δράση όταν αυτή είναι αντίθεη και αντιπαιδαγωγική, ευθύνη όμως υπάρχει και στη σιωπή, όταν δηλαδή εμείς σιωπούμε. Διότι αδελφοί μου, δυστυχώς, στην πατρίδα μας έχει διαμορφωθεί η εξής πραγματικότητα· υπάρχει μία μειοψηφία, η οποία είναι θορυβώδης και η οποία έχει βήματα, μέσα από τις τηλεοράσεις, μέσα από τις εφημερίδες, για να προβάλλει τις ιδέες της, οι οποίες είναι μακράν από την ελληνορθόδοξη παράδοσή μας· και υπάρχει και μία μεγάλη σιωπηρά πλειονοψηφία. Και υπάρχει μεγάλη ευθύνη σ’ αυτή την σιωπή. Διότι σιωπή σημαίνει συνενοχή, σιωπή σημαίνει συμπόρευση σ’ αυτόν τον κατήφορο τον πνευματικό και ηθικό. Και αυτή η σιωπή αφορά όλους μας όταν στεκόμεθα απλοί θεατές σε αυτήν την κατακρεούργηση της ανθρωπίνης παιδικής ψυχής. Υπάρχει ευθύνη στην οικογένεια, όταν οι γονείς έπαψαν ν’ ασχολούνται με την ψυχή των παιδιών. Λέει ο ιερός Χρυσόστομος, «από της εστίας η παιδεία», δηλαδή από το σπίτι ξεκινάει η καλλιέργεια, η παιδεία. Πόσοι από τους νέους γονείς μιλούν για το Χριστό στα παιδιά τους; Πόσοι από τους νέους γονείς όμως έκαναν οι δικοί τους οι γονείς, να πάρουν το παιδί τους και πρώτοι αυτοί να πάνε την Κυριακή στην εκκλησία; Αυτά φαντάζουν εικόνες μιας παρωχημένης εποχής, οι οποίες όμως τόσο πολύ κοστίζουν εις την ζωήν όλων. Πόσοι γονείς μιλούν στα παιδιά για την αξία της αρετής, της εντιμότητας, της αλήθειας; Πόσοι το κάνουν αυτό; Ή πόσοι είναι εκείνοι οι γονείς, οι οποίοι εξαντλούν το ρόλο τους μόνο στο να παρέχουν στα παιδιά των υλικές δυνατότητες, τα ενδύματα και τις δυνατότητες μιας περαιτέρω προόδου, όπως εκείνοι τουλάχιστον την εννοούν την πρόοδο; Το ακριβό προνόμιο του να είναι κανείς γονιός, οι σύγχρονοι γονείς το έχουν εξαργυρώσει με αυτές τις μικρές και ήσσονος σημασίας παροχές. Άρα λοιπόν, το πρόβλημα ξεκινά από το σπίτι, όταν ο πατέρας και η μάνα δεν βρίσκει ώρα να ασχοληθεί με το παιδί, όταν ο πατέρας και η μάνα δεν μιλά για το Χριστό, δε μιλάει για την αρετή, δε μιλάει για την Εκκλησία, δε μιλάει για όλα εκείνα τα μεγάλα, τα οποία στήριξαν αυτή την Πατρίδα και αυτό το Γένος. Και περνά η ευθύνη στα σκολειά με όλο αυτό το περιβάλλον, το οποίο έχει δημιουργηθεί. Είναι πόνος, αυτός ο οποίος βγαίνει από την καρδιά μας. Δεν έχουμε καμία διάθεση να ελέγξουμε κανέναν. Αλλά έχουμε το χρέος και την ευθύνην να καταθέσομε την μαρτυρία και την κραυγή της αγωνίας. Πού ‘ναι τα δικά μας τα σκολειά, όταν ξέραμε να υπακούμε στους δασκάλους μας, οι οποίοι ήταν πρόσωπα ιερά. Δέστε τις σημερινές εποχές. Δάσκαλοι και παιδιά έχουν γίνει ένα πράγμα κι αυτό στο όνομα του πλησιάσματος των δασκάλων προς τα παιδιά· πλήρης ισοπέδωσις. Και τα παιδιά τα έχουν όλα ισοπεδώσει γι’ αυτό και περνούν σ’ αυτήν την απαξίωση και τον μηδενισμό. Για να μην είπω και τα αλλεπάλληλα νομοθετήματα της πολιτείας μας, από όλους τους χρωματισμούς, που συντείνουν και κατατείνουν εις την αποκαθήλωση όλων αυτών των μεγάλων και ιερών: να φύγει ο παπάς απ’ το σχολείο, να σταματήσει η εξομολόγηση από το σχολείο, να παρακμάσει ο εκκλησιασμός, ο οποίος επαφίεται εις το φιλότιμο του κάθε διευθυντού ή του κάθε δασκάλου. Είναι χειροβομβίδες, είναι ωρολογιακές βόμβες, τις οποίες βάζουμε στα θεμέλια της κοινωνίας μας και της ζωής μας και περνάμε μετά εις την κοινωνίαν μας και περνάμε μετά και σε όλα εκείνα, και στην Εκκλησία μας, όταν αυτή δεν βγάζει το πρόσωπο του Χριστού. Υπάρχει ευθύνη σε όλους μας. Ευθύνη στη δράση την αντίθεη, ευθύνη και στη σιωπή, η οποία σημαίνει συνενοχή. Γι’ αυτό και πρέπει όλοι να ζωστούμε· να ζωστούμε και να ριχτούμε εις τον καλόν αγώνα εμπνεόμενοι από τους Τρεις μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου Θεότητος, τους  μεγάλους αυτούς Πατέρας της Εκκλησίας μας και γνώστες της ανθρωπίνης ψυχής. Να εμπνευστούμε από τα δικά τους μηνύματα, από τη δική τους ζωή, για να έρθει και πάλι η ελπίδα στην Πατρίδα μας, η ελπίδα για τα παιδιά μας.

Εύχομαι σε όλους σας, εύχομαι στα παιδιά μας, εύχομαι στους καθηγητές μας, στους δασκάλους μας να έχουν πλούσιον τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος και το παράδειγμα των Τριών Ιεραρχών να καθοδηγεί τη ζωή τους. Υπάρχουν και καλοί καθηγητές, τους οποίους τιμούμε. Υπάρχουν και δάσκαλοι, οι οποίοι έχουν συνέπεια στην ζωήν τους, των οποίων φιλούμε το χέρι με σεβασμό. Υπάρχουν, υπάρχουν και αυτοί, αλλά θέλουμε και παρακαλούμε να είναι οι περισσότεροι, να είναι εκείνοι, οι οποίοι θα χαρίσουν και πάλι την ελπίδα στον κόσμο.
Η Χάρις του Κυρίου μας μετά πάντων ημών, πάτερ Θεόδωρε, θερμώς ευχαριστούμε για την παρουσία σας και για τους λόγους σας και οι Τρεις Ιεράρχες ας φωτίζουν κι ας καθοδηγούν τη ζωή όλων μας. Αμήν.

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής

(Λουκ. ιθ´ 1-10)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, διήρχετο ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν ᾿Ιεριχώ· καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. Καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. Καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. Καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. Καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. Σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ᾿Ιδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς ᾿Αβραάμ ἐστιν. ῏Ηλθε γὰρ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.



Απόδοση σε απλή γλώσσα


Εκεῖνο τὸν καιρό, ὁ ᾿Ιησοῦς περνοῦσε μέσα ἀπὸ τὴν ῾Ιεριχώ. ᾿Εκεῖ ὑπῆρχε κάποιος, ποὺ τὸ ὄνομά του ἦταν Ζακχαῖος. ῏Ηταν ἀρχιτελώνης καὶ πλούσιος. Αὐτὸς προσπαθοῦσε νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι ὁ ᾿Ιησοῦς· δὲν μποροῦσε ὅμως ἐξαιτίας τοῦ πλήθους καὶ γιατὶ ἦταν μικρόσωμος. ῎Ετρεξε λοιπὸν μπροστὰ πρὶν ἀπὸ τὸ πλῆθος κι ἀνέβηκε σὲ μιὰ συκομουριὰ γιὰ νὰ τὸν δεῖ, γιατὶ θὰ περνοῦσε ἀπὸ κεῖ. ῞Οταν ἔφτασε ὁ ᾿Ιησοῦς στὸ σημεῖο ἐκεῖνο, κοίταξε πρὸς τὰ πάνω, τὸν εἶδε καὶ τοῦ εἶπε· «Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, γιατὶ σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου».᾿Εκεῖνος κατέβηκε γρήγορα καὶ τὸν ὑποδέχτηκε μὲ χαρά. ῞Ολοι ὅσοι τὰ εἶδαν αὐτὰ διαμαρτύρονταν κι ἔλεγαν ὅτι πῆγε νὰ μείνει στὸ σπίτι ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ.  Τότε σηκώθηκε ὁ Ζακχαῖος καὶ εἶπε στὸν Κύριο· «Κύριε, ὑπόσχομαι νὰ δώσω τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου στοὺς φτωχοὺς καὶ ν’ ἀνταποδώσω στὸ τετραπλάσιο ὅσα ἔχω πάρει μὲ ἀπάτη».῾Ο ᾿Ιησοῦς, ἀπευθυνόμενος σ’ αὐτόν, εἶπε· «Σήμερα αὐτὴ ἡ οἰκογένεια σώθηκε· γιατὶ κι αὐτὸς ὁ τελώνης εἶναι ἀπόγονος τοῦ ᾿Αβραάμ. ῾Ο Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου ἦρθε γιὰ ν’ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει αὐτοὺς ποὺ ἔχουν χάσει τὸν δρόμο τους».

Ο Απόστολος της Κυριακής

(Α´ Τιμ. δ´ 9-15)

Τέκνον Τιμόθεε, πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος· εἰς τοῦτο γὰρ καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν. Παράγγελλε ταῦτα καὶ δίδασκε. Μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ. ῞Εως ἔρχομαι πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ. Μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου. Ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν.



Απόδοση σε απλή γλώσσα


Παιδί μου Τιμόθεε, αὐτὸ ποὺ λέω εἶναι ἀλήθεια κι ἀξίζει νὰ γίνει πέρα γιὰ πέρα ἀποδεκτό. Κι ἐμεῖς γι’ αὐτὸ ὑπομένουμε κόπους καὶ ὀνειδισμούς, γιατὶ στηρίξαμε τὴν ἐλπίδα μας στὸν ἀληθινὸ Θεό, ποὺ εἶναι σωτήρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων κι ἰδιαίτερα τῶν πιστῶν.

Αὐτὰ νὰ παραγγέλλεις καὶ νὰ διδάσκεις.  Κανεὶς νὰ μὴ σὲ καταφρονεῖ ποὺ εἶσαι ἀκόμη νέος. ᾿Αντίθετα, νὰ γίνεις ὑπόδειγμα γιὰ τοὺς πιστοὺς μὲ τὸν λόγο, μὲ τὴ συμπεριφορά σου, μὲ τὴν ἀγάπη, μὲ τὴν πνευματικὴ ζωή, μὲ τὴν πίστη, μὲ τὴν ἁγνότητα. ῞Ωσπου νὰ ἔρθω, συγκέντρωσε τὴν προσοχή σου στὴν ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν, στὶς συμβουλὲς καὶ στὴ διδασκαλία. Μὴν ἀφήνεις ἀχρησιμοποίητο τὸ χάρισμα ποὺ ἔχεις καὶ ποὺ σοῦ δόθηκε ὅταν ὕστερα ἀπὸ ὑπόδειξη τῶν προφητῶν τῆς ἐκκλησίας σὲ χειροτόνησαν οἱ πρεσβύτεροι. Αὐτὰ νὰ ἔχεις στὸν νοῦ σου, μ’ αὐτὰ νὰ ἀσχολεῖσαι, ὥστε ἡ πρόοδός σου νὰ εἶναι φανερὴ σ’ ὅλα.

Ανάμνησις ευρέσεως εν Τήνω της ιεράς εικόνος της Ευαγγελιστρίας

Κατά το έτος 1821 μ.Χ., η Θεοτόκος είχε χαρίσει την πρώτη φανέρωση της θέλησής Της με την εμφάνισή της στο όνειρο ενός απλού γέροντα κηπουρού, του μπάρμπα Μιχάλη Πολυζώη καθοδηγώντας τον να πάει στο χωράφι του Αντωνίου Δοξαρά, να σκάψει και να βρει το εικόνισμά της. Η προσπάθεια όμως έμεινε άκαρπη και γρήγορα ήρθε η απογοήτευση και εγκαταλείφθηκε.

Δύο χρόνια αργότερα η Μοναχή Πελαγία  για τρεις συνεχόμενες εβδομάδες (Κυριακή 9, 16 και 23 Ιουλίου 1822 μ.Χ.), έβλεπε στον ύπνο της την Παναγία να της ζητά να οργανώσει ανασκαφές για να ξεθάψουν και να ανακαινίσουν τον Ναό Της που είναι θαμμένος στον αγρό του Αντωνίου Δοξαρά, στη Χώρα. Η Μοναχή συνοδεία της Ηγουμένης της Μονής ειδοποιεί τον Μητροπολίτη της Τήνου Γαβριήλ, ο οποίος προσκαλεί τους τοπικούς παράγοντες και το λαό της Τήνου στον Μητροπολιτικό Ναό των Ταξιαρχών, παρακαλώντας τους να συνδράμουν, για το σκοπό αυτό, όπως ο καθένας μπορούσε.

Ο λαός πρόθυμα άρχισε τις ανασκαφές στις αρχές Σεπτεμβρίου 1822 μ.Χ. από τις οποίες αποκαλύφθηκαν τα ερείπια παλαιού ναού του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Ωστόσο δεν βρέθηκε κανένα ίχνος εικόνας γεγονός που επισκίασε το θετικό κλίμα και οδήγησε τον κόσμο σιγά, σιγά στην εγκατάλειψη του εγχειρήματος.

Οι εργασίες επαναλαμβάνονται με περισσότερη οργάνωση και πείσμα και στις 30 Ιανουαρίου 1823 μ.Χ. η αξίνα του Δημ. Βλάσση, εθελοντή εργάτη από το χωριό Φαλατάδος, προσκρούει στο θαυματουργό εικόνισμα του Ευαγγελισμού χωρίζοντας το στα δύο μεταξύ της εικονιζόμενης Θεοτόκου και του Αρχαγγέλου.

Το Έθιμο «Φαναράκια»

Αστραπιαία η είδηση έφθασε σε κάθε σημείο του νησιού και αμέσως όλοι οι Τήνιοι παράτησαν κάθε ασχολία και κατευθύνθηκαν στην Χώρα να δουν και να προσκυνήσουν την εικόνα. Επειδή δε θα τους προλάβαινε η νύχτα στο δρόμο, όλοι πήραν μαζί τους και από ένα λαδοφάναρο.

Έτσι εκείνη τη νύχτα όλες οι στράτες και τα μονοπάτια του νησιού γέμισαν φώτα καθώς στη σειρά μέσα στο σκοτάδι – σε τριάντα χιλιάδες υπολογίζονται οι κάτοικοι της Τήνου μαζί με τους πρόσφυγες από τα ελληνικά νησιά εκείνα τα χρόνια - κατέβαιναν οι Τήνιοι από τα χωριά και τις εξοχές στη Χώρα, η οποία σημειωτέον είχε εγκαταλειφθεί λόγω επιδημίας.

Το γεγονός της πάμφωτης νύχτας αποτυπώθηκε βαθειά στη μνήμη των Τηνίων και έκτοτε, μαζί με τον εορτασμό της ευρέσεως της εικόνας και τις λαμπρές εκδηλώσεις της εκκλησίας καθιερώθηκε να εορτάζεται και με λαμπαδηφορία όπου συμμετέχουν όλοι οι Τήνιοι.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ἐκ τῶν λαγόνων τῆς γῆς, ἡμῖν ἐφανέρωσας, δι’ ἐμφανείας τῆς σῆς, Παρθένε Πανύμνητε· ὅθεν ἡ νῆσος Τῆνος, ἐν τῇ ταύτης εὑρέσει, χαίρει χαρὰν μεγάλην, καὶ πιστῶς σοι κραυγάζει· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Πληθὺς ἡ τῶν Τηνίων ἐν ᾠδαῖς, εὐφημήσωμεν, ἡμῶν τὴν πολιοῦχον καὶ τοῦ κόσμου Προστάτιδα· πηγὴ γὰρ ἰαμάτων ἐν ἡμῖν, ἡ πάνσεπτος ἀνεύρηται Εἰκὼν τῆς Ἀχράντου Θεοτόκου, δι όπερ ἃπαντες ταύτη ἀναβοήσωμεν, χαῖρε τῶν σὲ τιμώντων ἡ ἐλπίς. χαῖρε ἡμῶν τὸ καύχημα, χαῖρε ἡ ρυσαμένη τῆς κατάρας τὸ ἀνθρώπινον.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὴν θαυμαστήν σου καὶ ἁγίαν Εἰκόνα, τὴν κεκρυμμένην ὑπὸ γῆν πολλοῖς χρόνοις, δι’ ἐμφανείας θείας σου Πανύμνητε, ἡμῖν ἐφανέρωσας, ὡς θησαύρισμα θεῖον· ἧς τὴν θείαν εὕρεσιν, ἑορτάζοντες πόθῳ, ἀναβοῶμεν πάντες εὐλαβῶς· χαῖρε Παρθένε, ἡμῶν ἡ βοήθεια.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς παναγίας σου Εἰκόνος τὴν ἀνεύρεσιν Εὐαγγελίστρια φαιδρῶς πανηγυρίζοντες Τὰς ἀπείρους σου ὑμνοῦμεν εὐεργεσίας. Ἐξ αὐτῆς γὰρ ἀναβλύζεις χάριν ἄφθονον Καὶ παρέχεις καθ’ ἑκάστην τὰ ἰάματα Τοῖς βοῶσί σοι, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Μεγαλυνάριον
Ἔχουσα ὡς πλοῦτον πνευματικόν, ἡ Τῆνος Παρθένε, τὴν Εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, ταύτης ἑορτάζει, τὴν εὕρεσιν ἐν ὕμνοις, κηρύττουσα εὐσήμως, τὴν προστασίαν σου.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Θεόδωρος ο Χατζής ο Μυτιληναίος

Ο Άγιος Θεόδωρος ο Χατζής, γεννήθηκε στους Πύργους Θερμής της Λέσβου. Έζησε τον 18ο αιώνα μ.Χ., κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας.

Στον οικισμό των «Κάτω Πύργων», δίπλα στον επαρχιακό δρόμο, πίσω από μία πολύχρονη πέτρινη βρύση, υπάρχουν σήμερα γκρεμισμένα τα τείχη ενός πυργόσπιτου, που οι πέτρες του μεταφέρθηκαν επί γερμανικής κατοχής στον Καρά-τεπέ της Μυτιλήνης για να χτιστούν σπίτια. Σ’ αυτό το παλαιό πυργόσπιτο γεννήθηκε ο Άγιος Θεόδωρος. Εκ προγόνων Χριστιανός, όταν ανδρώθηκε, παντρεύτηκε ευσεβή γυναίκα, αποκτώντας δύο παιδιά.

Ο μεγάλος ποιητής Οδυσσέας Ελύτης κατέθεσε στον βιογράφο του Ιταλό Μάριο Βίττι την πληροφορία ότι η οικογένειά του κατάγεται απ’ τον Άγιο Θεόδωρο τον οποίο μάλιστα τοποθετεί και ως αρχή του γενεαλογικού του δέντρου.

Σύμφωνα με τοπική παράδοση των Παμφίλων (γειτονικού χωριού των Πύργων Θερμής) ο Άγιος Θεόδωρος διέμενε κάποιο διάστημα σε πυργόσπιτο στην περιοχή «Βουναράκι», στη θέση του οποίου υπάρχει σήμερα η κατοικία του Θεοδώρου Πετρέλλη. Ενδέχεται αυτό να ήταν το σπίτι που κρυβόταν ο Άγιος πριν συλληφθεί απ’ τους Τούρκους, δηλαδή το σπίτι του εκ Παμφίλων Μητροπολίτη Δράμας, γι’ αυτό και σήμερα υπάρχει μεγάλο εξωκλήσι του Αγίου Θεοδώρου στην Δράμα. Ο μεγάλος αριθμός των ανδρών με το όνομα Θεόδωρος στην γύρω περιοχή των Παμφίλων οφείλετε σύμφωνα με την παράδοση στον Νεομάρτυρα Θεόδωρο.

Ο Άγιος εργαζόταν ως υποδηματοποιός διατηρώντας εργαστήρι επί της κεντρικής αγοράς της Μυτιλήνης, στο Μπας-φανάρι (σήμερα το πρώην μαγαζί του Αγίου Θεοδώρου είναι στη γωνία των οδών Αιγαίου και Ερμού 110). Κάποτε βρέθηκε σε κατάσταση οργής και έγινε Μωαμεθανός. Συνήλθε όμως, συναισθάνθηκε το αμάρτημα του και πήγε στο Άγιον Όρος. Εκεί έζησε για αρκετό χρονικό διάστημα, κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων και προετοιμάστηκε για το μαρτύριο.

Επανήλθε λοιπόν στη Μυτιλήνη, παρουσιάστηκε στον κριτή, με τόλμη ομολόγησε τον Χριστό και δήλωσε ότι η μουσουλμανική θρησκεία είναι ψεύτικη. Ο κριτής αμέσως εξέδωσε απόφαση, να θανατωθεί ο μάρτυρας με αγχόνη και κατόπιν τον παρέδωσε σ' άλλον άρχοντα, τον Ναζίρ Ομέρ αγά, που προσπάθησε με κολακείες και υποσχέσεις να τον μεταπείσει. Ο Άγιος όμως πρόβαλλε ακατάβλητο φρόνημα και μετά από φρικτά βασανιστήρια, οδηγήθηκε στον τόπο της εκτέλεσης, όπου αφού πρώτα φίλησε το σχοινί της αγχόνης, προσευχήθηκε στον Θεό και έτσι δέχτηκε το στεφάνι της νίκης στις 30 Ιανουαρίου 1785 μ.Χ.

Το τίμιο λείψανο του ρίχτηκε στη θάλασσα, αλλά κατ' οικονομία Θεού εκβράσθηκε στα νότια της πόλης της Μυτιλήνης. Οι Χριστιανοί, περισυνέλλεξαν το σκήνωμα του Αγίου και το ενταφίασαν χωρίς να αφήσουν ίχνη τάφου, επί σκοπό διαφυλάξεώς του, κάτω από το δάπεδο του παρακείμενου εξωκλησιού του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην τοποθεσία Μόθωνας, αποκρύπτοντας το ιερό λείψανο από τα βέβηλα μάτια των τούρκων.

Εκεί έμεινε ενταφιασμένος 183 έτη, μέχρι την ευλογημένη ημέρα της 4ης Σεπτεμβρίου 1967 μ.Χ., που βρέθηκαν τα Άγια λείψανά του, βάσει μαρτυριών του διαπρεπούς Εκκλησιαστικού συγγραφέως Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη (βλέπε 14 Ιουλίου) και άλλων συγγραφέων. Τα λείψανά του φυλάσσονται στον Ι.Ν. Ζωοδόχου Πηγής Βαρειάς.

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 μ.Χ., ο εφημέριος Πύργων Θερμής π. Μιχαήλ Βουλγαρέλλης παραλαμβάνει τμήμα των αγίων λειψάνων του Αγίου Θεοδώρου και τελείται η μετακομιδή του στην γενέτειρα του Αγίου. Δωρείται έτσι, η ευλογία για να τιμάται από τούς Χριστιανούς στο εξωκκλήσι του Αγίου πού είχε χτιστεί το 1980 μ.Χ. στους Πύργους Θερμής, μερίμνει του Ιερομονάχου π. Παχωμίου Σούγιουλτζη και συνδρομές πιστών.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ Πύργων ἐβλάστησας και ἐν Μυτιλήνη σαφῶς ἀθλήσας Θεόδωρε, ὑπέρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἀξίως δεδόξασαι. Ὄθεν τά λείψανά σου, Νεομάρτυς εὐρόντες χάριν ἐκ τούτων θείαν κομιζόμεθα πίστει, δοξάζοντες τόν Κύριον, τόν Σέ στεφανώσαντα.


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Τρεις Ιεράρχες

Η αιτία για την εισαγωγή της εορτής των Τριών Ιεραρχών στην Εκκλησία είναι το εξής γεγονός:

Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού (1081 - 1118 μ.Χ.), ο οποίος διαδέχθηκε στη βασιλική εξουσία τον Νικηφόρο Γ’ τον Βοτενειάτη (1078 - 1081 μ.Χ.), έγινε στην Κωνσταντινούπολη φιλονικία ανάμεσα σε λόγιους και ενάρετους άνδρες. Άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο , χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα και υπέροχη φυσιογνωμία. Άλλοι τοποθετούσαν ψηλά τον ιερό Χρυσόστομο  και τον θεωρούσαν ανώτερο από τον Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο και, τέλος, άλλοι, προσκείμενοι στον Γρηγόριο τον Θεολόγο , θεωρούσαν αυτόν ανώτερο από τους δύο άλλους, δηλαδή από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο. Η φιλονικία αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να διαιρεθούν τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι ονομάζονταν «Ιωαννίτες», άλλοι «Βασιλείτες» και άλλοι «Γρηγορίτες».

Στην έριδα αυτή έθεσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων, Ιωάννης ο Μαυρόπους. Αυτός, κατά την διήγηση του Συναξαριστή, είδε σε οπτασία τους μέγιστους αυτούς Ιεράρχες, πρώτα καθένα χωριστά και στη συνέχεια και τους τρεις μαζί. Αυτοί του είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε ένα κοντά στον Θεό και τίποτε δεν υπάρχει που να μας χωρίζει ή να μας κάνει να αντιδικούμε. Όμως, κάτω από τις ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες και περιστάσεις που βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι και καθοδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γράψαμε σε συγγράμματα και με τον τρόπο του ο καθένας, διδασκαλίες που βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τον δρόμο της σωτηρίας. Επίσης, τις βαθύτερες θείες αλήθειες, στις οποίες μπορέσαμε να διεισδύσουμε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις συμπεριλάβαμε σε συγγράμματα που εκδώσαμε. Και ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, αλλά, αν πεις τον ένα, συμπορεύονται δίπλα του και οι δύο άλλοι. Σήκω, λοιπόν, και δώσε εντολή στους φιλονικούντες να σταματήσουν τις έριδες και να πάψουν να χωρίζονται για εμάς. Γιατί εμείς, και στην επίγεια ζωή που είμασταν και στην ουράνια που μεταβήκαμε, φροντίζαμε και φροντίζουμε να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε σε ομόνοια τον κόσμο. Και όρισε μία ημέρα να εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας και καθώς είναι χρέος σου, να ενεργήσεις να εισαχθεί η εορτή στην Εκκλησία και να συνταχθεί η ιερή ακολουθία. Ακόμη ένα χρέος σου, να παραδόσεις στις μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα για τον Θεό. Βεβαίως και εμείς θα συμπράξουμε για τη σωτηρία εκείνων που θα εορτάζουν τη μνήμη μας, γιατί έχουμε και εμείς παρρησία ενώπιον του Θεού».

Έτσι ο Επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης ανέλαβε τη συμφιλίωση των διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε την εορτή της 30ης Ιανουαρίου και συνέγραψε και κοινή Ακολουθία, αντάξια των τριών Μεγάλων Πατέρων.

Η εορτή αυτής της Συνάξεως του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελεί το ορατό σύμβολο της ισότητας και της ενότητας των Μεγάλων Διδασκάλων, οι οποίοι δίδαξαν με τον άγιο βίο τους το Ευαγγέλιο του Χριστού. Είναι εκείνοι, οι οποίοι εξ’ αιτίας της ταπεινώσεώς τους μπροστά στην αλήθεια, έχουν λάβει το χάρισμα να εκφράζουν την καθολική συνείδηση της Εκκλησίας και ότι διδάσκουν δεν είναι απλώς δική τους σκέψη ή προσωπική τους πεποίθηση, αλλά είναι επιπλέον η ίδια η μαρτυρία της Εκκλησίας, γιατί μιλούν από το βάθος της καθολικής της πληρότητας.

Περί τις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ. ανεγέρθη ναός των Τριών Ιεραρχών κοντά στην Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης, δίπλα σχεδόν στη μονή της Παναχράντου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τούς ἀσφαλεῖς.
Τούς Ἱερούς καί θεοφθόγγους Κήρυκας, τήν κορυφήν τῶν Διδασκάλων Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν τῶν ἀγαθῶν σου καί ἀνάπαυσιν· τούς πόνους γάρ ἐκείνων καί τόν κάματον, ἐδέξω ὑπέρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τοὺς μεγάλους φωστῆρας τοὺς φεραυγεῖς, Ἐκκλησίας τοὺς πύργους τοὺς ἀρραγεῖς, συμφώνως αἰνέσωμεν, οἱ τῶν καλῶν ἀπολαύοντες, καὶ τῶν λόγων τούτων, ὁμοῦ καὶ τῆς χάριτος· τὸν σοφὸν Χρυσορρήμονα, καὶ τὸν μέγαν Βασίλειον, σὺν τῷ Γρηγορίῳ, τῷ λαμπρῷ θεολόγῳ· πρὸς οὓς καὶ βοήσωμεν, ἐκ καρδίας κραυγάζοντες· Ἱεράρχαι τρισμέγιστοι, πρεσβεύσατε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην ὑμῶν.

Ὁ Οἶκος
Τὶς ἱκανὸς τὰ χείλη διᾶραι, καὶ κινῆσαι τὴν γλῶσσαν πρὸς τοὺς πνέοντας πῦρ, δυνάμει Λόγου καὶ Πνεύματος; ὅμως τοσοῦτον εἰπεῖν θαρρήσω, ὅτι πᾶσαν παρῆλθον τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν οἱ τρεῖς, τοῖς πολλοῖς καὶ μεγάλοις χαρίσμασι, καὶ ἐν πράξει καὶ θεωρίᾳ, τοὺς κατ᾿ ἄμφω λαμπροὺς ὑπεράραντες· διὸ μεγίστων δωρεῶν τούτους ἠξίωσας, ὡς πιστούς σου θεράποντας, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.

Μεγαλυνάριον
Ρήτορες σοφίας θεοειδεῖς, στῦλοι Ἐκκλησίας, οὐρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε πάτερ, Γρηγόριε θεόφρον, καὶ θεῖε Ἰωάννη, κόσμῳ ἐδείχθητε.

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016

Πρότυπα Χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς κατά τους Τρεις Ιεράρχες

Κυριάκου Σ. Σταυροπούλου
επ. Καθηγητή. Παν/μίου Κρήτης

Εισαγωγή

 Το θέμα της παρούσας εισήγησης «πρότυπα χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς κατά τους τρεις Ιεράρχες» είναι ένα θέμα επίκαιρο, αφού σήμερα ο άνθρωπος πλέει σε ένα απέραντο πέλαγος ιδεών χωρίς πυξίδα και προορισμό. Κατά καιρούς πολλοί έχουν αναφερθεί στο βίο, τις αρετές, τη δράση και το έργο των Τριών Ιεραρχών.

Επιλέξαμε όμως αυτό το θέμα γιατί πιστεύουμε ότι τα πρότυπα είναι απαραίτητα για όλους μας τη στιγμή που η λεγόμενη νέα Τάξη πραγμάτων εισάγει στη χώρα μας ήθη, έθιμα και θεσμούς ξένα προς την παράδοσή μας. Τα όσα λοιπόν προτείνουν οι άγιοι Τρεις Ιεράρχες αποτελούν τους οδοδείκτες της πνευματικής ζωής μας και διασφαλίζουν την εθνική ταυτότητα και παράδοσή μας, μέσα στην τρικυμία των καιρών μας.

Με τη λέξη πρότυπο εννοούμε ό,τι είναι άξιο για μίμηση. Μπορεί να είναι μορφές δράσης ή πρόσωπα, τα οποία είναι φορείς αξιών, ικανοτήτων, ιδανικών κ.α. [1]

Τα προτεινόμενα πρότυπα χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς δεν αποτελούν αυθαίρετα συμπεράσματα ή αυθαίρετες συμβουλές των τριών εκλεκτών Πατέρων, αλλά είναι απαύγασμα της σοφίας και της εμπειρίας τους καθώς και της θείας φώτισης. Θεωρούνται τα άριστα και όσα μας συμφέρουν, αν τα προτιμήσουμε [2] . Με κύρια πηγή την Αγία Γραφή, και δευτερευόντως τα αρχαιοελληνικά κείμενα μεταξύ των προσώπων πρώτη θέση κατέχει ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος αποτελεί το τέλειο πρότυπο και το ύψιστο ηθικό ιδεώδες [3] και ακολουθούν, ο Απ.Παύλος, οι άγιοι της Εκκλησίας και οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, ποιητές, ήρωες κ.λ.π. Επιπρόσθετα πρότυπα δημιουργούνται και μέσα από τα αναφερόμενα των Τριών Ιεραρχών στις επιστολές, στους λόγους ή στις πραγματείες τους.

Θα αναφερθούμε σε πρότυπα που έχουν σχέση α) με την εκκλησιαστική διακονία, β) την κοσμική εξουσία και γ) τον απλό λαϊκό Χριστιανό. Σε εκείνα δηλ. από τα πολλά, τα οποία οφείλουν να πραγματοποιηθούν από τους αποφασισμένους να ευαρεστήσουν τον Θεό και τα οποία ανακινήθηκαν επί του παρόντος στην Εκκλησία ή για να δανειστώ τα λόγια του Μ.Βασιλείου: Πολλών όντων δηλουμένων και των κατορθούσθαι οφειλόντων τοις εσπουδακόσιν ευαρεστήσαι τω Θεώ, περί μόνον τέως των επί του παρόντος κινηθέντων παρ?υμίν, εν συντόμω υπομνήσει ειπείν αναγκαίως προεθυμήθην [4] .

Ξεκινώντας θα ήταν παράλειψη να μη σταθούμε στο γεγονός ότι οι ίδιοι οι άγιοι Τρεις Ιεράρχες αποτελούν πρότυπα για όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς με τη τεράστια προσφορά τους. Θεωρία και πράξη σε πλήρη συμφωνία, κάτι άλλωστε που χαρακτηρίζει τη ζωή όλων των Πατέρων της Εκκλησίας. Κοινωνική προσφορά, εκκλησιαστικοί αγώνες, πύρινοι λόγοι, όπου και όποτε χρειαζόταν, υπεράσπιση και στήριξη όχι μόνο των Χριστιανών, αλλά και των αλλόθρησκων στις δύσκολες στιγμές, είναι μερικά από τα οποία μπορούμε ν?αναφέρουμε σχετικά με την προσφορά τους και τα οποία είναι άξια μίμησης από μέρους μας. Αποδεικνύεται δηλ. ότι δεν ήταν μόνο εραστές των λόγων, αλλά εφάρμοζαν τα όσα πρέσβευαν.

Εκκλησιαστική και πολιτική κατάσταση (4 ος αι.)

Η εποχή τους χαρακτηρίζεται από την εκκλησιαστική γραμματεία ως η εποχή της δογματικής κατοχύρωσης [5] . Ήταν το τέλος μιας προηγούμενης εποχής και η αρχή μιας νέας περιόδου [6] . Ο Χριστιανισμός βγαίνει νικητής από τη σύγκρουση με τον ειδωλολατρικό κόσμο, θα έχει όμως να αντιμετωπίσει τον Αρειανισμό και τους Πνευματομάχους. Τα προβλήματα λοιπόν δεν θα λείψουν, αφού για αρκετό χρόνο στον αυτοκρατορικό θρόνο θα βρίσκονται άλλοτε Ορθόδοξοι και άλλοτε μη Ορθόδοξοι αυτοκράτορες [7] . Ο Θεοδόσιος ο Μέγας όμως θα είναι αυτός που θα σταματήσει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα αυτή τη σύγχυση που υπήρχε ως προς τα θρησκευτικά ζητήματα, επιβάλλοντας μία πολιτική ενότητας. Εκκλησία και πολιτεία συμπορεύονται, αν και αρκετές φορές ο Καισαροπαπισμός εμφανιζόταν για να δυσχεράνει τις σχέσεις ανάμεσα στα δύο μέρη. Ο αυτοκράτορας λοιπόν στο εξής θα έχει στην Εκκλησία δικαιώματα και καθήκοντα. Θα συγκαλεί τις Οικουμενικές συνόδους και θα επικυρώνει τις αποφάσεις τους, θα πρέπει να υπερασπίζεται την ορθόδοξη πίστη και να συντηρεί τον διοικητικό οργανισμό της Εκκλησίας. Αν κάποιος αυτοκράτορας ξεπερνούσε αυτά τα όρια και ήθελε να ρυθμίσει εσωτερικά ζητήματα της Εκκλησίας με αυθαίρετο τρόπο, τότε αντιμετώπιζε την σθεναρή αντίσταση Ιεραρχών ή και μοναχών [8] . Εντύπωση πάντως θα προκαλέσει η ολιγόχρονη παρουσία στον αυτοκρατορικό θρόνο του Ιουλιανού του επονομαζομένου και Παραβάτη, ο οποίος είχε την ψευδαίσθηση ότι μπορούσε να επαναφέρει την παλιά ειδωλολατρική θρησκεία. Είναι το κύκνειο άσμα του παλαιού κόσμου. Περιόρισε τους Χριστιανούς και μάλιστα τους απέκλεισε από κάθε εκπαιδευτική δραστηριότητα υποστηρίζοντας ότι δεν είναι δυνατόν δάσκαλοι που διδάσκουν έργα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων ή μαθητές που τα διδάσκονται να μη λατρεύουν και τιμούν τους αρχαίους θεούς, που οι συγγραφείς αυτοί τίμησαν [9] . Απέκλειε έτσι τους Χριστιανούς από τη δημιουργία του πολιτισμού και τα αρχαία γράμματα από καθετί χριστιανικό [10] Δεν κατάφερε φυσικά τίποτε απ?όσα επιδίωκε. Πολλοί Χριστιανοί μορφώθηκαν σε εθνικές σχολές ή κοντά σε εθνικούς δασκάλους, όπως και οι Τρεις Ιεράρχες, δίδαξαν σ?αυτές και στη συνέχεια αφοσιώθηκαν στην εκκλησιαστική διακονία [11] .

Η αρετή, ο επιδιωκόμενος στόχος

Σκοπός και επιδίωξη των Τριών Ιεραρχών είναι να φτάσει ο άνθρωπος στην αρετή. Και οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι επιδίωξαν την αρετή. Δεν αποκλείονται, ούτε απαγορεύονται όμως στους Χριστιανούς. Πόσο διαφορετική αντίληψη και ευρύτητα πνεύματος από εκείνη τη στενή και φανατισμένη σκέψη του αυτοκράτορα Ιουλιανού, αλλά και των αρχαιολατρών. Γίνεται μάλιστα προτροπή από τον Μ.Βασίλειο να δεχτούμε όσους επαίνεσαν την αρετή ή στιγμάτισαν την κακία. Είναι επιτρεπτό να μιμηθούμε λόγια και πράξεις ποιητών ή στοιχεία της ζωής των φιλοσόφων, όπως η ασκητικότητα, η ευθύτητα, η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη [12] . Στην ίδια γραμμή θα πορευτεί και ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος θα επαινέσει τους φιλοσόφους , όταν οι ιδέες τους ή η ηθική τους συμπεριφορά ταιριάζουν με τις χριστιανικές. Μιμούμενος τον Απ.Παύλο θα χρησιμοποιήσει στους λόγους του φράσεις των αρχαίων φιλοσόφων. Προηγούνται όμως πάντα γι?αυτόν οι Απόστολοι έναντι των φιλοσόφων γιατί αυτοί δέχτηκαν την αλήθεια του Θεού [13] . Η πιο πάνω θέση του Χρυσοστόμου, δηλ. η χρησιμοποίηση φράσεων των αρχαίων Ελλήνων, η μέθοδος της συγκατάβασης, εφαρμόστηκε και από τον Θεό κατά την επαφή του με τους ανθρώπους, όταν π.χ. χρησιμοποιεί την αστρολογία και όχι την προφητεία ή το αγγελικό μήνυμα, για να οδηγήσει τους Μάγους στο νεογέννητο Θείο Βρέφος Ο αγ.Γρηγόριος θα αναφέρει ως παραδείγματα συχνά ρήτορες, φιλοσόφους, ποιητές και έργα τους στα Ηθικά έπη του. Θα είναι όμως παράλληλα και επικριτικός προς τους αρχαίους φιλοσόφους, όπως όταν καταδικάζει την θεωρία περί προΰπαρξης των ψυχών και μετενσάρκωσης του Πλάτωνα, την φιληδονία και υλοφροσύνη του Επίκουρου, την πυθαγόρεια αυθεντία και σιωπή [14] . Συνθετική, επιλεκτική και όχι λοιπόν αποτρεπτική η στάση των Τριών Ιεραρχών απέναντι στον αρχαίο κόσμο [15] . Από εκεί θα προέλθει και ο λεγόμενος ελληνοχριστιανικός πολιτισμός, όπου θα διασωθεί ό,τι θετικό είχε να παρουσιάσει ο αρχαίος ελληνικός κόσμος. Αν θέλαμε να δώσουμε τον ορισμό της αρετής σύμφωνα με όσα οι Τρεις Ιεράρχες αναφέρουν για το θέμα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αρετή είναι καθετί που αρέσει στον Θεό και καθετί που μας οδηγεί προς Αυτόν [16] . Η αρετή είναι το όπλο που θα μας βοηθήσει να φτάσουμε στην άλλη ζωή. Έχει όμως δύσκολο δρόμο [17] . Ο αγ.Γρηγόριος ο Θεολόγος συμπληρώνει ότι η αρετή επιτυγχάνεται με τη χάρη του Θεού και την ελεύθερη επιλογή του ανθρώπου. Η τέλεια αρετή επιτυγχάνεται στους ουρανούς. Αποτελεί συνεργία Θεού και ανθρώπου. Η αρετή οδηγεί στη θέωση [18] . Η μεσότητα ? την οποία ο Αριστοτέλης πρώτος υποστήριξε ? υιοθετείται από τον Μ.Βασίλειο και τον αγ.Γρηγόριο τον Θεολόγο στο θέμα της αρετής. Θα τονίσουν ότι η αρετή βρίσκεται στη μέση των κακών [19] . Για να πετύχουμε τούτο πρέπει να προετοιμαζόμαστε για μια άλλη ζωή και να μη μας αγγίζουν οι πολυτέλειες, τα αξιώματα και τα κοσμικά στοιχεία που δεν μας βοηθούν σε τίποτε [20] . Αξιοθαύμαστη είναι η αρετή των αγίων, οι οποίοι με όπλα τους τον χριστιανικό τρόπο ζωής, την καρτερία, την υπομονή, την περιφρόνηση των παρόντων νίκησαν την κακία των ανθρώπων και τις εχθρικές πνευματικές δυνάμεις, δηλ. τις δαιμονικές επιθέσεις [21] .

Μίμηση Χριστού

Η μίμηση Χριστού είναι επίσης αναγκαία. Ο λόγος και οι πράξεις των Χριστιανών θα πρέπει να είναι ανάλογες με τις εντολές του Χριστού. Ούτος όρος Χριστιανισμού, μίμησις Χριστού εν τω μέτρω της ενανθρωπήσεως [22] . Ο άνθρωπος από τούτο τον κόσμο ξεκινάει για να πετύχει αυτό το ιδεώδες της πνευματικής ζωής [23] . Κάνοντας χρήση του αυτεξουσίου του και επιθυμώντας τα αγαθά, επιθυμεί και τον Θεό, που είναι το κυρίως αγαθό [24] . Το σχέδιο εξάλλου της σωτηρίας του Θεού για τον άνθρωπο είναι η ανάκληση από την έκπτωση και η επιστροφή κοντά στο Θεό. Η Ενανθρώπηση του Χριστού, τα παραδείγματα μέσα από τα Ευαγγέλια, τα πάθη, ο σταυρός, η ταφή και η ανάσταση αποβλέπουν σ?αυτό το σκοπό, ώστε τον σωζόμενον άνθρωπον διά μιμήσεως Χριστού, την αρχαίαν εκείνην υιοθεσίαν απολαβείν [25] . Αρχή της μίμησης και παράλληλα μίμησης του θανάτου του Χριστού είναι το βάπτισμα, με το οποίο διακόπτουμε τον προηγούμενο τρόπο ζωής μας. Έτσι ξεκινάει η αναγέννησή μας [26] .

Ο Απ. Παύλος

?λλο παράδειγμα μίμησης προβάλλεται και ο Απ.Παύλος, ιδιαίτερα από τον αγ.Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος τον ερμήνευσε, χωρίς όμως να υστερούν εδώ και οι άλλοι δύο Πατέρες. Ο Απ.Παύλος είναι εκείνος ο οποίος εφάρμοσε απόλυτα τις εντολές του Χριστού, ο μιμητής του Χριστού [27] . Η διδασκαλία του χρησιμοποιείται κατά κόρον, όταν υποστηρίζονται τα ορθόδοξα δόγματα ή κάποια ηθική διδασκαλία (π.χ. η αποφυγή της πολυτέλειας, η ψυχαγωγία, η παρθενία και ο έγγαμος βίος κ.α. Επαναλαμβάνεται στα κείμενά τους συχνά η φράση: ο Παύλος φησι [28] / ως γαρ εν Χριστώ λαλεί Παύλος [29] / ούτω προήνεγκεν ο απόστολος [30] /επιτιμάτω Παύλος υμίν [31] , απ?όπου διαφαίνεται η αναγωγή του Αποστόλου Παύλου σε αυθεντία και πνευματικό οδηγό. Είναι το «σκεύος εκλογής, που μέσα του μιλούσε ο Χριστός», «ο κήρυκας και βεβαιωτής του συντετμημένου λόγου, μαθητής και δάσκαλος των αλιέων» [32] , που έφτασε στο ψηλότερο μέτρο γνώσης του Θεού [33] . Γίνεται ακόμη λόγος για την μεταστροφή του Παύλου, ο οποίος από σφοδρός διώκτης του Χριστιανισμού, έγινε θερμός κήρυκας και υπερασπιστής του [34] , στην ικανοποίηση των βιοποριστικών αναγκών του με τις αποδοχές από την προσωπική εργασία [35] . Επιπλέον στην πνευματική εγρήγορση και προκοπή των Χριστιανών, την οποία ο Απόστολος Παύλος παρουσιάζει μεταφορικά με την καρποφορία της γης, που πετυχαίνει ο γεωργός, τον πόλεμο κατά των πονηρών πνευμάτων και των παθών της σάρκας, ο στρατιώτης, που φοράει την πανοπλία του Θεού, και η στέψη του νικητή στους αθλητικούς αγώνες, επειδή δεν παρέβη τους αθλητικούς νόμους [36] . Η αρπαγή του στους ουρανούς, όπως ο ίδιος αναφέρει (Β? Κορ. 12,2), χρησιμοποιείται σαν παράδειγμα, ώστε να γίνει κατανοητό πως για την ουσία του Θεού, ούτε ο Απ.Παύλος μπορεί να μιλήσει, όπως και για την εξιχνίαση και έρευνα όλης της αλήθειας [37] . Ο Απ.Παύλος προσπαθεί να πλησιάσει όχι τη φύση, αλλά τις ενέργειες του Θεού, τις οποίες και αυτές τις ονομάζει ακατάληπτες [38] . Υπάρχουν πολλά ερωτήματα που η διάνοια του ανθρώπου δεν μπορεί να φτάσει, όσο ψηλά κι αν μπορέσει να αναρριχηθεί αυτή.

Οι άγιοι της Εκκλησίας

Τρίτη κατηγορία προσώπων ? προτύπων είναι οι άγιοι της Εκκλησίας. ?γιος της Εκκλησίας για τον Χρυσόστομο είναι ο καθένας που τιμά ως τέτοιον η Εκκλησία. Κάτι αντίστοιχο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο ήταν ο ήρωας και ο φιλόσοφος. ?γιος είναι εκείνος που έχει ορθή πίστη και ζωή [39] . Κατά τον Μ.Βασίλειο οι άγιοι υπερέχουν των άλλων ανθρώπων. Έχουν μεγαλοπρέπεια γιατί δεν ρίχνουν τον εαυτό τους στα ευτελή πάθη, έχουν καθαρές ιδέες για τον Θεό και δεν είναι προσκολλημένοι στα υλικά αγαθά. Παρομοιάζει τον κάθε άγιο με αετό γιατί πετάει πάνω από τα πάθη και τις μικρότητες, με πρόβατο γιατί είναι ήρεμος και άκακος στη ζωή του, γεμάτος από αγάπη, με κριάρι, γιατί υπερέχει ηθικά από τους άλλους ανθρώπους, με περιστέρι για την αγνότητα των προθέσεών του και με ελάφι, γιατί έχει την ιδιότητα του ελαφιού και μάχεται με τα φίδια του κακού [40] . Θεωρούνται πρότυπα, γιατί οι ίδιοι με την ζωή και το έργο τους γίνονται παραδείγματα ευσέβειας για τους Χριστιανούς, τα εγκώμια προς αυτούς φανερώνουν τον πλούτο των χαρισμάτων τους και ο καθένας οίκοθεν βρύει την αρετήν [41] . Η μίμηση των αγίων αποτελεί επίσης προτροπή των Τριών Ιεραρχών. Ο Γρηγόριος εννοεί καταρχήν ως μίμηση την ενάρετη ζωή του μάρτυρα ή του ασκητή. Παράλληλα η καθημερινή πνευματική άσκηση θα μας αναδείξει αθλητές του Χριστού και θα μας οδηγήσει στην πνευματική τελείωση [42] . Το διηνεκές του πνευματικού αγώνα των Χριστιανών ως μίμηση των αγίων υποστηρίζει και ο Χρυσόστομος. Σήμερα δεν έχουμε διωγμούς, όπως την εποχή των μαρτύρων. Ο Χριστιανός όμως διώκεται από τους πειρασμούς των δαιμόνων και έτσι λοιπόν ο αγώνας του συνεχίζεται και χρειάζεται να ασκείται συνεχώς. Η συμμετοχή μας ακόμη στις εορτές των αγίων πρέπει να είναι ουσιαστική και πνευματική και όχι τυπική. Εννοείται ότι ο Χριστιανός μετά από κάθε παρουσία του σε εορτή αγίου βελτιώνεται προσθέτοντας στη ζωή του στοιχεία από τον βίο του κάθε αγίου [43] . Όποιος παραδέχεται αυτούς τους γενναίους μάρτυρες δεν θα υστερήσει κατά την μίμηση, όταν βρεθεί σε δύσκολες περιστάσεις. Ο Χριστιανός λοιπόν μπορεί να γίνει μάρτυς τη προαιρέσει, μάρτυρας κατά τη διάθεση, αν μακαρίσει αληθινά και ωφεληθεί ουσιαστικά, απ? όσους μαρτύρησαν την πίστη τους στον Χριστό [44] . ?ξιο λόγου είναι το ότι οι μάρτυρες λίγο πριν υποστούν το μαρτύριο τους εμφανίζονταν μπροστά στον τοπικό άρχοντα και δήλωναν: Χριστιανός ειμί. Περιφρονούσαν τα ονόματα που τους είχαν δοθεί από τη γέννησή τους και ονόμαζαν τον εαυτό τους από το κοινό όνομα του Σωτήρα. Απαρνούνταν στη συνέχεια τις τιμές που τους υπόσχονταν και στο τέλος ο ουρανός υποδεχόταν αυτούς [45] . Πάνω απ?όλα βλέπουμε ότι τοποθετούσαν τον Σωτήρα Χριστό. Ξέφευγαν από τα γήινα και πρόσκαιρα, κατακτούσαν τα ουράνια και αιώνια. Διερωτόμαστε αλήθεια, αν υπάρχει η ίδια διάθεση και δύναμη ψυχής σήμερα, σε όλους, όσους θέλουμε να ονομαζόμαστε Χριστιανοί.

Ο επίσκοπος και ο ιερέας

Ως προς τις μορφές προτύπων που παρουσίασαν στεκόμαστε καταρχήν σ?εκείνη του εκκλησιαστικού άνδρα. Ο κάθε ιερωμένος θεωρείται το άλας της γης (Ματθ. 5,13), όπως μας αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος. Επιβάλλεται να είναι καθαρός κατ?αναλογία με την υψηλή διακονία που αξιώθηκε. Συνετός, έμπειρος, να γνωρίζει τις βιοτικές ανάγκες, να είναι όμως απαλλαγμένος απ?αυτές. Πρέπει να είναι ποικίλος, δηλ. να ενεργεί με πλήρη ελευθερία και παρρησία και να συγκαταβαίνει, όταν οι περιστάσεις το απαιτούν. Να είναι ταυτόχρονα καλός και αυστηρός, να μεταχειρίζεται το ίδιο τους πιστούς, ιδιαίτερα να είναι προσεκτικός σε ταραγμένες καταστάσεις είτε αυτές προέρχονται μέσα ή έξω από την Εκκλησία [46] . Οι Τρεις Ιεράρχες, αν και «αγωνίζονταν τον αγώνα τον καλό, προσέκρουαν σε κάθε βήμα, σε δυσχέρειες και ραδιουργίες, αντιδράσεις και πλεκτάνες, οι οποίες προέρχονταν, όχι μόνο από τους εχθρούς της πίστης, αλλά δυστυχώς και από ομόδοξους [47] ». Διώχτηκαν και συκοφαντήθηκαν πράγματι από ομόδοξους επισκόπους, λόγω του ότι ήταν επιτυχημένοι στο έργο τους, αγαπητοί στο λαό και ανυποχώρητοι σε ηθικά ή δογματικά θέματα. Δεν αντιμετώπισαν τους διώκτες με εκδικητική διάθεση, αλλά για το καλό της Εκκλησίας και την επικράτηση της ειρήνης, υποχωρούσαν ή υπέμεναν με καρτερία τα όσα τους επέβαλλαν. Ο επισκοπικός ή αργότερα αρχιεπισκοπικός θρόνος δεν ήταν μέσο εξουσίας και επιβολής, αλλά διακονία των Χριστιανών και προσφορά στην Εκκλησία. Ο καλός ποιμενάρχης ή ποιμένας φαίνεται, όταν δεν παραμένει κολλημένος στο πηδάλιο του μέσα στο λιμάνι, αλλά όταν οδηγεί το πλοίο έξω απ?αυτό και δείχνει ότι έχει ικανότητες να διακυβερνήσει το πλοίο που λέγεται Εκκλησία δηλ. να είναι κοντά στον άνθρωπο και να φροντίζει γι?αυτόν παρατηρεί εύστοχα ο Χρυσόστομος [48] . Η ιεροσύνη αναφέρει κάπου αλλού δεν είναι επάγγελμα που εξασφαλίζει τα υλικά μέσα της ζωής. Είναι διακονία που ιδρύθηκε από τον Θεό και είναι τιμιότερη απ?όλες τις εξουσίες πάνω στη γη [49] . Διαμαρτύρονται επίσης συχνά για την κατάπτωση του επισκοπικού αξιώματος, όπου άνθρωποι αμόρφωτοι, οι οποίοι στερούνται διοικητικής πείρας γίνονται επίσκοποι και πρόξενοι μεγάλων κακών για την Εκκλησία.

Ο κρατικός άρχοντας

Ο τύπος τέλος του κρατικού άρχοντα κατέχει ιδιαίτερη θέση στη σκέψη των Τριών Ιεραρχών. Συμφωνούν ότι η εξουσία δόθηκε από τον Θεό στον άνθρωπο στην μεταπτωτική του κατάσταση. Μειώνεται έτσι η αντιπαλότητα που δημιουργείται στις ανθρώπινες κοινωνίες, στις οποίες λησμονήθηκε η ομοτιμία και ισοτιμία των ανθρώπων. Η ανισότητα που προκύπτει δεν εξαφανίζει την πνευματική ομοτιμία των ανθρώπων, αφού ισότιμα όλοι έχουν θέση στη βασιλεία του Θεού [50] . Είναι αναγκαίο να υποτασσόμαστε στον Θεό, ο ένας στον άλλον και στους επίγειους άρχοντες. Στον Θεό εξαιτίας των πάντων, ο ένας στον άλλον εξαιτίας της αγάπης προς τους αδελφούς μας και στους επίγειους άρχοντες χάρη της ευταξίας. Όσο πιο ήπιοι και καλοί είναι οι κοσμικοί άρχοντες, τόση μεγάλη προθυμία υπακοής να δείχνουμε. Να διευκρινίσουμε όμως εδώ ότι δεν προβάλλεται η ελέω Θεού εξουσία των φεουδαρχικών καθεστώτων. Ο πολίτης δηλ. δεν είναι παθητικός δέκτης των οποιοδήποτε κρατούντων. Ούτε ο Θεός χαρίζει την εξουσία σε όσους την κατέχουν. Ο αγ.Γρηγόριος μάλιστα συγκριτικά θεωρεί ανώτερη την θέση του επισκόπου από εκείνη του κοσμικού άρχοντα. Ο κοσμικός άρχοντας πρέπει να έχει συναίσθηση ότι διοικεί μαζί με τον Θεό. Η φιλανθρωπία, η ηπιότητα και ο οίκτος να είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του [51] . Η εξουσία του είναι πρόσκαιρη. Κάποια στιγμή και αυτός θα κληθεί να δώσει λόγο μπροστά στον Θεό. Ο Μ.Βασίλειος ζητάει από τους πολίτες οι άρχοντες τους να είναι Χριστιανοί, φύλακες των νόμων και όχι δούλοι της αμαρτίας. Τι συμβαίνει όμως όταν προκύπτουν τύραννοι ή εχθρικά διακείμενοι στους Χριστιανούς; Τέτοια παραδείγματα υπήρχαν πολλά επί των ημερών τους. ΄Όλοι γνωρίζουμε ότι ο ιερός Χρυσόστομος εξαιτίας του ηθικού ελέγχου του προς την αυτοκράτειρα διώχτηκε και πέθανε στην εξορία. Ο Μ.Βασίλειος σε επιστολή του προς τον Ευστάθιο Σεβαστείας θα διαμαρτυρηθεί για τις προσβολές από μέρους του αυτοκράτορα Ουάλη και του έπαρχου Μόδεστου. Σ?αυτήν την περίπτωση ακολουθείται το παράδειγμα των μαρτύρων, οι οποίοι αρνούνται υποταγή στις διαταγές των διωκτών τους, δηλ. «οι Χριστιανοί οφείλουν να μην υποκύπτουν σε πολιτικές ενέργειες που αποσκοπούν στην καταδίωξη της πίστης τους ή στην υποταγή της Εκκλησίας, ή στη διατάραξη της ενότητας της Εκκλησίας [52] .

Επίλογος

Αναμφίβολα σήμερα η κατάσταση στα εκκλησιαστικά και γενικότερα θρησκευτικά θέματα δεν είναι ρόδινη, ούτε ευοίωνη. Οι ισχυροί κλυδωνισμοί που υφίσταται το σκάφος της Εκκλησίας από διάφορα αίτια και γεγονότα μας οδηγεί έτσι, ώστε, στρέφοντας το βλέμμα μας προς του Τρεις Ιεράρχες να διαπιστώσουμε πως παρόμοιες στιγμές έντασης αντιμετώπισαν οι Χριστιανοί της εποχής τους. Απαιτείται λοιπόν κατά πρώτον ενότητα του πληρώματος της Εκκλησίας, σύνεση και μίμηση των προτύπων που προαναφέραμε. Με βάση αυτά τα πρότυπα η κοινωνία μας, η οποία εμφανίζεται απονευρωμένη και αδύναμη να αντιδράσει σ?οτιδήποτε της παρουσιάζουν και να κρίνει το καλό και ωφέλιμο, από το άχρηστο και ανήθικο θα αποκτήσει και σωστή δυναμική, αλλά και στοιχεία υγιούς επιβίωσης. Ο τεχνοκρατισμός, ο γρήγορος και εύκολος πλουτισμός, που βάζει στην άκρη κάθε ηθική αξία δεν πρόκειται να μας δώσουν την χαμένη ανθρωπιά μας. Αυτήν την ανθρωπιά που μας χρειάζεται σήμερα, όσο τίποτε άλλο.

* Η παρούσα εισήγηση απετέλεσε την κεντρική ομιλία για την εορτή των Τριών Ιεραρχών, παρουσία του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Ειρηναίου, στο Πνευματικό Κέντρο της Ι. Μητροπόλεως, στα Χανιά (30-1-2001).