Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2021

Δοξαστικό Αίνων Κυριακής του Ασώτου

Όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς: "Ομιλία εις την Κυριακή του Ασώτου"

Iδού εὐαγγέλιο πού ἀφορᾶ στό νοῦ καί τό σῶμα τοῦ καθενός μας. Εἶναι τό εὐαγγέλιο τῆς εὐσπλαχνίας. Εἶναι ἡ θαυμαστή παραβολή τοῦ Σωτῆρος, στήν ὁποία ἀπεικονίζεται ὁλόκληρη ἡ ζωή μας. Ἡ δική μου, ἡ δική σου, τοῦ καθενός ἀνθρωπίνου ὄντος ἐπάνω στήν γῆ. Ὅλους τούς ἀφορᾶ τό σημερινό ἅγιο Εὐαγγέλιο. Ὅλους.


Ὁ ἄνθρωπος! Αὐτός ὁ θεϊκός πλοῦτος ἐπάνω στήν γῆ! Κύτταξε τό σῶμα του, τό μάτι, τό αὐτί, τήν γλώσσα. Τί θαυμαστός πλοῦτος. Τό μάτι! Ὑπάρχει τίποτε πιό τέλειο πού νά ἠμπορῇ ὁ ἄνθρωπος νά ἐπινοήσῃ σ’ αὐτόν τόν κόσμο; Κι ὅμως, τό μάτι αὐτό τό ἐδημιούργησε ὁ Κύριος, ὅπως καί τήν ψυχή καί τό σῶμα. Ἡ ψυχή μάλιστα εἶναι ὁλόκληρη ἐξ οὐρανοῦ. Ὁποῖος πλοῦτος! Τό σῶμα! Θαυμαστός θεῖος πλοῦτος πού σοῦ δόθηκε γιά τήν αἰωνιότητα καί ὄχι μόνο γιά τήν πρόσκαιρη αὐτή γήινη ζωή. Καί ψυχή δοσμένη γιά τήν αἰωνιότητα.


Ἀκούσατε τί εὐαγγελίζεται ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος σήμερα. «Τό δέ σῶμα τῷ Κυρίῳ» (Α΄ Κορ. 6, 13). Ὁ Κύριος ἔπλασε τό ἀνθρώπινο σῶμα γιά τήν αἰώνια ζωή, γιά τήν ἀθανασία, γιά τήν καθαρότητα. Τό ἔπλασε γιά τήν αἰώνια ἀλήθεια, γιά τήν αἰώνια δικαιοσύνη καί γιά τήν αἰώνια ἀγάπη: ὅπως τό σῶμα, ἔτσι καί τήν ψυχή. Ὅλα αὐτά εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, ἀνεκδιήγητα καί μεγάλα καί πλούσια, καί –τό πιό σπουδαῖο– ἀθάνατα καί αἰώνια δῶρα τοῦ Θεοῦ.


Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἄνθρωποι τί κάνομε μ’ ὅλα αὐτά τά δῶρα; Τί οἰκοδομοῦμε μέ αὐτά; Παραδίδουμε τό σῶμα στίς ἡδονές καί στά πάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, καί τήν ψυχή στούς ἀκαθάρτους λογισμούς, τίς ἀκάθαρτες ἐπιθυμίες, τίς ἀκάθαρτες ἡδονές. Διά τῶν ἁμαρτιῶν καί ἡ ψυχή καί τό σῶμα ἀπομακρύνονται ἀπό τόν Θεό, φεύγουν ἀπό τό Θεό, φεύγουν «εἰς χώραν μακράν». Τίνος εἶναι αὐτή ἡ «μακρυνή χώρα;»


Ἀκούσατε ποῦ ὁ ἄσωτος υἱός βόσκει χοίρους. Στήν χώρα τοῦ διαβόλου. Στήν χώρα, ὅπου ὁ διάβολος ἔχει ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο διά τῶν παθῶν, διά τῶν ἁμαρτιῶν, καί τόν κρατάει σέ φρικτή τρέλλα, στόν παραλογισμό καί τήν παραφροσύνη.


Λοιπόν, ἡ ἁμαρτία; Κάθε ἁμαρτία εἶναι τρέλλα. Καί ὁ ἄνθρωπος θά εἶναι πάντα μέσα σ’ αὐτή τήν τρέλλα, μέχρις ὅτου συναντηθῆ μέ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Καί θά συναντηθῇ μέ τήν μετάνοια.


Ἀκούσατε πῶς ὁ ἄσωτος υἱός, αἰσθανόμενος τί σημαίνει ζωή μέσα στήν ἁμαρτία, ζωή μέσα στίς ἡδονές καί τά πάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, λέγει: «Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγώ δέ λιμῷ ἀπόλλυμαι» σέ ξένη καί μακρυνή χώρα. «Ἀναστάς πορεύσομαι πρός τόν πατέρα μου». Σηκώθηκε καί πῆγε πρός τόν πατέρα. Καί ὁ οὐράνιος Πατήρ, ὁ Θεός καί Ἐλεήμων Κύριος, «ἔτι αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν καὶ ἐσπλαγχνίσθη καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν», ἐνῶ συγχρόνως ὁ υἱός μέ λυγμούς ἔλεγε: «πάτερ ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου, οὐκέτι εἰμί ἄξιος κληθῆναι υἱός σου». Ἁμάρτησα στόν οὐρανό καί σ’ ὅλα τά ἀστέρια. Ὅλα τά ἐμόλυνα μέ τό πύον τῶν παθῶν μου, καί μέ τό σκοτάδι τῶν παθῶν μου τά ἠμαύρωσα ὅλα. «Ἥμαρτον ἐνώπιόν σου»! Φεύγοντας ἀπό σένα, σέ ποιόν προσκολλήθηκα; Δίπλα σέ ποιόν ἤμουν; Τίνος χοίρους ἐγώ ἔβοσκα; Τοῦ διαβόλου! Ἐγώ διαβολοποίησα τήν ψυχή μου, τήν ὁποία ἐσύ μοῦ ἔδωσες νά γίνῃ ἁγία καί ἀθάνατη. Ἐγώ ἐβρώμισα τό σῶμα, ἐθανάτωσα τό σῶμα, ἐξαθλίωσα τό σῶμα!


Ὅταν ὁ ἄσωτος υἱός «ἦλθεν εἰς ἑαυτόν» –ἀφοῦ ἦταν ἐκτός ἐαυτοῦ, στήν τρέλλα, στίς ἡδονές καί στά πάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου– διά τῆς μετανοίας ἔτρεξε πρός τόν πατέρα. Καί ὁ πατέρας τόν ἀγκαλιάζει καί τόν φιλεῖ. Δέν εἶχε τελειώσει ἀκόμη ὁ υἱός τήν ἐξομολόγησί του, δέν εἶχε ἐκφράσει ἀκόμη τήν ἐπιθυμία του νά τόν δεχθῇ ὁ πατέρας του σάν δοῦλο, καί ὁ πατέρας λέγει στούς ὑπηρέτες του: «Φέρετε τήν στολή τήν πρώτη καί ἐνδύσατέ τον καί δῶστε δακτυλίδι στό χέρι του καί ὑποδήματα στά πόδια του καί ἀφοῦ φέρετε τόν μόσχο τόν σιτευτό, σφάξτε τον γιά νά φάγωμεν καί εὐφρανθῶμεν».


Γιά πιό λόγο εὐφραίνεται ὁ οὐρανός; Γιά ποιό λόγο ὁ Θεός εὐφραίνεται στόν οὐρανό; Γιά ποιό λόγο εὐφραίνονται οἱ ἄγγελοι; Σέ ποιόν ὁ Κύριος λέγει νά εὐφρανθῶμεν; Στούς ἀγγέλους!


Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος χάθηκε μέσα στίς ἁμαρτίες, θυμήθηκε ὅτι ἦταν ἀδελφός τῶν ἀγγέλων καί ἔσπευσε πρός τόν οὐρανό. «Ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου». Ἁμάρτησα στούς ἀγγέλους, στούς ἀρχαγγέλους. Ἐγώ ἐδιαβολοποίησα τόν ἑαυτό μου. Ἔρριξα τόν ἑαυτό μου στήν ἀγέλη τῶν χοίρων, στήν ἀγέλη τῶν παθῶν. Καί νά, τώρα εἶμαι ὅλος ξεσχισμένος, ὅλος κουρελιασμένος. Καί ἡ ψυχή καί τό σῶμα κουρελιασμένα. Ὅλα ἐξαθλιωμένα.

Λοιπόν, τί εἶναι μετάνοια; Ὁ Κύριος τρέχει νά συναντήσῃ τόν μετανοήσαντα υἱό. Τόν ἀγκαλιάζει καί τόν ἀσπάζεται καί ὅλος ὁ οὐρανός συγκινεῖται. Ὅλοι οἱ ἄγγελοι εὐφραίνονται. «Καί ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι» ἀναφέρεται στήν θαυμαστή περικοπή τοῦ Σωτῆρος. Γιά ποιό λόγο χαίρεσθε ἐσεῖς ἅγιοι ἄγγελοι, ἅγιοι ἀρχάγγελοι; Ἐσεῖς, οἱ ὁποῖοι παντοτινά πενθῆτε γιά τόν γήινο αὐτό κόσμο βλέποντας τά δικά σας πεσμένα ἀδέλφια, τούς ἀνθρώπους, πῶς πνίγονται μέσα στίς ἁμαρτίες καί τίς ἡδονές καί τά πάθη καί τούς διαφόρους θανάτους αὐτοῦ τοῦ κόσμου, γιατί εὐφραίνεσθε; «Εὐφραινόμαστε γιά τήν ἀνάστασι, τήν ζωοποίησι τοῦ νεκροῦ ἀδελφοῦ μας ἀνθρώπου, ὅτι νεκρός ἦν καί ἀνέζησε». Νεκρός ἦταν ὁ ἄσωτος υἱός, ὅταν ἦταν μακράν τοῦ Θεοῦ, τῆς πηγῆς τῆς Ζωῆς, μακρυά ἀπό τόν οὐρανό. Ἰδού, ἀνάστασις ἐκ νεκρῶν φαίνεται [ἡ ἐπιστροφή τοῦ ἀσώτου] στά μάτια ὅλων τῶν οὐρανίων δυνάμεων. Ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις γι’ αὐτό χαίρονται, «ὅτι ἀπολωλώς ἦν καί εὑρέθη». Πράγματι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι μέσα στίς ἁμαρτίες καί τά πάθη, χάνει τόν ἑαυτό του, δηλαδή δέν ἔχει αὐτογνωσία, εἶναι ἐκτός ἑαυτοῦ.


«Εἰς ἑαυτόν δέ ἐλθών», λέγει ὁ Σωτήρ. Ὁ ἄνθρωπος συνέρχεται, ὅταν σκεφθῇ τίνος εἶναι, δηλ. τοῦ Θεοῦ. Τό σῶμα σου τίνος εἶναι; Τοῦ Θεοῦ. Ἡ ψυχή καί αὐτή τοῦ Θεοῦ. Ὅλα δῶρα, δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἐγώ, ποιός εἶμαι σάν ἄνθρωπος; Τοῦ Θεοῦ, ὅλος τοῦ Θεοῦ! Τό σῶμα μου εἶναι δοξασμένο ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό τό ἐδημιούργησε ὁ Θεός, λέγει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Καί τό σῶμα γιά τόν Κύριο, καί ἡ ψυχή γιά τόν Κύριο. Δοξάζομε τόν Κύριο καί μέ τό σῶμα καί μέ τήν ψυχή. Τοῦ Θεοῦ εἶναι καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Μή νομίζεις ὅτι εἶναι τίποτε δικό σου, ὄχι. Ὅλα εἶναι αἰωνίως τοῦ Θεοῦ. Καί σύ εἶσαι αἰωνίως τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά τότε μόνο, ὅταν ἐσύ τό συνειδητοποιῇς.


Λοιπόν ἡ ἁμαρτία; Δέν ἐπιτρέπει ὁ διάβολος στόν ἄνθρωπο νά συναισθανθῇ ὅτι εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος ἐξουσιάζει μέ τήν καρδιά καί δέν ἀφήνει στόν ἄνθρωπο νά σκεφθῆ τόν Θεό, νά θυμηθῆ, ὅτι εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ, ὅτι εἶναι πλούσιος, ἀνεκδιήγητα πλούσιος. Ὅτι αὐτός εἶναι ἀδελφός τῶν ἁγίων ἀγγέλων. Ὁ διάβολος ὅλα τά σκοτίζει, ὅλα τά ἀπομακρύνει ἀπό τόν ἄνθρωπο, τά διαστρεβλώνει, καί τοῦ δίνει ψεύτικες ἡδονές μέσω τῶν ἁμαρτιῶν. Πράγματι ἔχει δίκαιο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅταν λέει στόν Ἅγιο Ἐπίσκοπο καί μαθητή του, Ἀπόστολο Τίτο: «ἦμεν γάρ ποτέ καί ἠμεῖς ἀνόητοι» (Τίτ γ΄, 3) Κοιτάξτε τί λέει ὁ Ἀπόστολος. Πότε Ἅγιε Ἀπόστολε; Ὑποδουλωμένοι στίς διάφορες ἐπιθυμίες καί στά διάφορα πάθη, τότε εἴμασταν τρελλοί καί ἀνόητοι.


Δέν θέλει ὁ Κύριος διά τῆς βίας νά σέ ἀναστήση ἐκ τῶν θανάτων σου, νά σέ ἁρπάξη ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἐσύ πρέπει πρῶτος νά τό πῆς στόν ἴδιο: «Κύριε, αὐτή ἡ ἁμαρτία μέ βασανίζει. Δέν τήν θέλω, ἔχει ὅμως ἐξουσία ἐπάνω μου. Ἐλευθέρωσε μέ!» Τότε γίνεται θαῦμα. Πάντα. Ποτέ ὁ Κύριος δέν ἀφήνει χωρίς ἀπάντησι τήν προσευχή, ἔστω καί τοῦ μεγαλυτέρου ἁμαρτωλοῦ. Δέν ὑπάρχει φρικτή ἁμαρτία γιά τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἀγρυπνεῖ ἐπάνω στή δική του συνείδηση, ἐπάνω στή ζωή του. Ξέρει ὁ ἄνθρωπος, ὅτι μετά τήν προσέλευση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, ὅτι δέν ὑπάρχη ἁμαρτία, ἀπό τήν ὁποία ὁ Κύριος δέν μπορεῖ νά μᾶς ἐλευθερώση. Δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά νικήση, δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά διώξη. Ὁ Κύριος δίνει τήν δύναμη. Μόνο κάνε τήν ἀρχή. Μόνο ἀναβόησε, ὅπως ὁ ἄσωτος υἱός: «Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου». Ὅταν ἁμαρτάνης, ἁμαρτάνης ὄχι μόνο στόν Θεό, ἀλλά σ’ ὅλα τά οὐράνια κτίσματα, σ’ ὅλα τά ἐπίγεια κτίσματα. Ἁμαρτάνεις στά πουλιά, ἁμαρτάνης στά λουλούδια, τά δένδρα. Ἁμαρτάνεις σ’ ὅλα τά ζωντανά ὄντα. Ἡ ἁμαρτία εἶναι πραγματικά φοβερή, ἄνευ τῆς μετανοίας. Τόσο φοβερή, ὥστε νά σκοτώνη καί νά ρίχνη σ’ ἑκατό θανάτους. Νά ρίχνη στήν ἀγκαλιά τοῦ διαβόλου καί στήν αἰώνια φρικωδεστάτη κόλαση. Χωρίς ἀμφιβολία. Γι’ αὐτό ὁ Θεός ἦλθε σ’ αὐτόν τόν κόσμο. Νά ἐξολοθρεύση τόν φοβερό δράκοντα, ὁ ὁποῖος λέγεται ἁμαρτία. Ἦλθε ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός καί μᾶς ἔδωσε ὅλα τά μέσα νά ἐξολοθρεύσομε τήν ἁμαρτία, τήν κάθε ἁμαρτία. Ἐδημιούργησε τήν Ἐκκλησία Του ἐπάνω στή γῆ καί τῆς ἔδωσε ὅλες τίς οὐράνιες δυνάμεις, γιά νά νικᾶμε καί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ὅλες τίς ἁμαρτίες, ὅλους τους θανάτους μέσα μας καί γύρω μας.


Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τά θαυμαστά Ἅγια Μυστήρια. Τό ἅγιο Βάπτισμα, τή Θεία Κοινωνία, τά ὁποία ἐξολοθρεύουν τήν ἁμαρτία. Μᾶς ἔδωσε καί τίς θαυμάσιες ἀρετές, πίστη, ἐλπίδα, ἀγάπη, προσευχή, νηστεία, ἀγρυπνία, πραότητα καί ὅλες τίς ὑπόλοιπες εὐαγγελικές ἀρετές. Γι’ αὐτό δέν ὑπάρχει ἀπόγνωση στόν Χριστιανό ἄνθρωπο σ’ αὐτόν τόν κόσμο.


Ἅς ξυπνήση ὁ Ἀγαθός Θεός ὅλους τους ἀθέους, ὅλους τους ἀπίστους. Ἅς κτυπήση τόν καθένα μέ τόν κεραυνό τοῦ Οὐρανίου Ἐλέους. Μέ τόν κεραυνό τοῦ Οὐρανίου Ἐλέους μέσα στή συνείδηση, μέσα στή ψυχή. Ἅς ξυπνήση ὁ καθένας καί πορευθῆ στήν οὐράνια πατρίδα του, στήν οὐράνια τράπεζα ἀνάμεσα στούς ἁγίους ἀδελφούς του, τούς ἀγγέλους. Ἅς ζήση ἐκεῖ μαζί τους διά τῆς αἰωνίας Θείας Ἀληθείας, αἰωνίας Θείας Διακαιοσύνης καί ὅλων τῶν αἰωνίων οὐρανίων χαρῶν.


Κύριε, Σ’ εὐχαριστοῦμε γιά τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο αὐτό. Σ’ εὐχαριστοῦμε γιά τήν ἀγαθή εἴδηση αὐτή. Γιατί δημιούργησες τόν ἄνθρωπο, νά μπορῆ νά νικήση κάθε ἁμαρτία καί κάθε διάβολο. Σέ Σένα δόξα καί εὐχαριστία, πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Παραβολή του ασώτου: σχόλιο για τον πρεσβύτερο υιό

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου.


Άνθρωπός τις είχε δύο υιούς.

Το 15ο κεφάλαιο του Ευαγγελιστού Λουκά χριστιανοί μου, περιλαμβάνει εκτός από την παραβολή του Ασώτου που ακούσαμε σήμερα και άλλες δύο πιο μικρές.

Η πρώτη του απολωλότος προβάτου και η δευτέρα της απολυμένης δραχμής. Οι δυο μικρές αυτές παραβολές παρουσιάζουν την θεϊκή πλευρά της χάριτος του Θεού. Την αγάπη δηλαδή του Θεού που αναζητά και ψάχνει να βρει τον αμαρτωλό άνθρωπο για να τον σώσει.



Ενώ στην τρίτη παραβολή του Ασώτου, την σημερινή, που ακούσαμε, παρουσιάζεται η ανθρώπινη πλευρά, δηλαδή η καλλιέργεια της αληθινής μετάνοιας στην καρδιά του αμαρτωλού, και η έμπρακτη αλλαγή της ζωής του.


Η παραβολή του Ασώτου διαιρείται σε δύο μέρη.

Στο πρώτο μέρος έχουμε το νεώτερο γιο, που κατασπαταλά την περιουσία του Πατρός του στην ασωτία. Ουσία, μας λέγει το Ευαγγελικόν ανάγνωσμα. Ουσία λοιπόν είναι ο νους του ανθρώπου που είναι προικισμένος και συνενωμένος με ένα πλήθος από πνευματικά χαρίσματα και τα οποία δυστυχώς τις περισσότερες φορές σπαταλώνται και χαραμίζονται στην ικανοποίηση των διαφόρων παθών μας.


Ο νεώτερος λοιπόν υιός, ο Άσωτος, είναι ο απολωλός που ευρέθη και ο νεκρός που ανέζησε.

Στο δεύτερο μέρος της ίδιας παραβολής έχουμε την απαράδεκτη διαγωγή του μεγαλυτέρου γιου, του πρεσβυτέρου. Πολλές φορές, ήθελα όλα αυτά τα 25 τόσα χρόνια, που είμαι εδώ στην Αγία Βαρβάρα, να ασχοληθούμε κάποτε και με την διαγωγή του πρεσβυτέρου γιού. Συνήθως δεν ασχολούμεθα μ' αυτόν, γιατί όλο το βάρος το ρίχνουμε στην αγάπη του Θεού, στην άπειρη αγάπη και ευπλαχνία, στην άπειρη μακροθυμία και φιλανθρωπία Του προς το νεώτερο γιό, που επιστρέφει αληθινά μετανοημένος στο Πατρικό σπίτι.


Στο σπίτι όμως της αγάπης, δηλαδή στην σιγουριά και στην ασφάλεια της θεϊκής προστασίας και αγκαλιάς, ζούσε και ο πρεσβύτερος γιός. Αλλά είναι αυτός που πιστεύει ότι δεν είναι άσωτος και αμαρτωλός σαν τον αδελφό του. Είναι όπως θα λέγαμε σήμερα ο καλός χριστιανός.

Είπε : Τοσαύτα έτη δουλεύω Σοι, και ουδέποτε, – προσέξτε τη λέξη, ουδέποτε – την εντολήν Σου παρήλθον. Δηλαδή, χρόνια και χρόνια πολλά σου δουλεύω, παραμένοντας πιστός και ηθικός μέχρι σήμερα, αγνός και καθαρός, χωρίς ποτέ να παραβώ τις εντολές σου. Και όμως τον βλέπομε να παρουσιάζεται με έντονη την σκληροκαρδία. Μέσα του δεν έχει αγάπη. Είναι αυτός που ενσαρκώνει το γράμμα των νόμων και των εντολών του Θεού και όχι το πνεύμα τους, το πνεύμα της αγάπης. Είναι αυτός που δεν έφυγε απ' το πλευρό του πατέρα του. Είναι σα να λέμε ότι αυτός ο χριστιανός ο Τάδε, δεν λείπει ποτέ από την Εκκλησία, ούτε Κυριακή, ούτε καθημερινή γιορτή, ούτε και απ' το πανηγύρι της ενορίας του, ούτε και κάποιες φορές και από μεγάλους εσπερινούς.


Ο μεγάλος γιός της παραβολής όπως είπαμε, δεν παρήκουσε ποτέ, μα ποτέ τις εντολές του πατρός του. Είναι σα να λέμε, ότι ο αυτός ο χριστιανός, επαναλαμβάνω ο Τάδε, για να τον φέρνουμε στα μέτρα μας, είναι ηθικός, ευσεβής, δίκαιος.. Δεν είναι κλέφτης, δεν λέγει ψέματα, δεν κατακρίνει, δεν συκοφαντεί, δεν είναι τσιγκούνης, δεν βλαστημάει, δεν ξενυχτάει, δεν διασκεδάζει αμαρτωλά. Αντιθέτως μάλιστα νηστεύει, ελεεί, προσεύχεται, εκκλησιάζεται, καμαρώνει ότι συμμετέχει στα μυστήρια, και με δυο λόγια μοιάζει μ' έναν τέλειο άνθρωπο.


Στην παραβολή όμως του Ασώτου, βλέπουμε αυτόν τον προκομμένο γιο, να είναι τόσο σκληρόκαρδος και άσπλαχνος, ώστε να αγανακτεί και εναντίον του πατρός του για την αγάπη που έδειξε στον παραστρατημένο αδελφό του που επέστρεψε όμως μετανοημένος και συντετριμμένος. Και είναι τόση μεγάλη η αγανάκτησίς του και ο θυμός του, ώστε αφενός μεν δεν θέλησε να μπει στο σπίτι και αφετέρου, προσέξτε το παρακαλώ, προσέξτε το, τον Πατέρα Του Θεόν ΔΕΝ Τον προσφώνησε με τ' όνομά Του, ΔΕΝ τον είπε «Πατέρα». Ρίξτε μια ματιά στη σχετική σημερινή παραβολή και θα το διαπιστώσετε.

Αγανάκτησε λοιπόν ο μεγαλύτερος γιός για την απέραντη αγάπη και μακροθυμία που έδειξς ο Θεός Πατέρας στον αμαρτωλό αδελφό του.

Αγανάκτησε γιατί ο Πατέρας αποκαθιστά στην προτέρα τιμητική του θέση τον Άσωτο αδελφό του.

Αγανάκτησε γιατί ξανάκανε τον μετανοημένο Άσωτο αδελφό του παιδί Του, και συγκληρονόμο στα αγαθά, όλα τα αγαθά του Ουρανού.

Τι αποδεικνύουν όμως όλα αυτά αδελφοί μου; Ότι είναι και αυτός ένας πεινασμένος για αληθινή ευτυχία. Ένας δυστυχισμένος μέσα στην σκληροκαρδία του. Ένας κακομοίρης μέσα στην Εκκλησία.

Μπορεί να έμεινε στο πλευρό του Πατέρα του. Μπορεί να σεβάστηκε τις εντολές Του. Μπορεί να εφαίνετο ο καλός και φρόνιμος γιος μπροστά στα μάτια συγγενών και φίλων και πρότυπο ηθικής μέσα στην κοινωνία. Αλλά, υπάρχει ένα αλλά, που δηλώνει ότι μέσα του δεν είχε αγάπη, δεν είχε την αγάπη του Θεού Πατέρα του. Δεν είχε την βροχίζουσα αγάπη όπως μας την διδάσκει η Καινή Διαθήκη, και όπως μας την απέδειξε με την ζωή Του ο Υιός του Θεού, ο Θεάνθρωπος Κύριος, ο Χριστός, που έφτασε μέχρι θυσίας και Σταυρικού θανάτου. Τα είχε όλα ο πρεσβύτερος ο γιός. Τα είχε όμως τυπικά, ξηρά και άγονα. Γι' αυτό και δεν είχε αγάπη.

Άρα, ήτο σκληρόκαρδος, άσπλαχνος, υπερήφανος, εγωιστής. Πίστευε, πολύ πίστευε στην αυτοδικαίωση.


Μπορεί αδελφοί μου, εγώ προσωπικά, ο πατήρ Στέφανος, να μιλώ με αγγέλους και αγίους, αν όμως δεν έχω αγάπη και σπλάχνα οικτιρμών είμαι κύμβαλο αλαλάζον, ντενεκές ξεγάνωτος.

Μπορεί να προφητεύω, ή και να έχω χαρίσματα προορατικά, – γιατί μας κολλάνε και κάτι τέτοιες ρετσινιές.

Μπορεί ακόμα να έχω τόση δυνατή πίστη ώστε στο όνομα του Χριστού να μετακινώ όρη, να θεραπεύω λεπρούς, τυφλούς, καρκινοπαθείς, ακόμα και νεκρούς να ανασταίνω. Αν όμως δεν έχω αγάπη και ευσπλαχνία στην καρδιά, όπως και δεν έχω, δεν είμαι τίποτα. Και αν ακόμα μοιράσω όλα τα υπάρχοντά μου, την περιουσία μου ολόκληρη, και παραδώσω το σώμα μου στη φωτιά για να καεί και δεν έχω αγάπη και μακροθυμία, αγάπη και καλοσύνη, αγάπη και ευγένεια ψυχής, όλες αυτές οι θυσίες δεν θα με ωφελήσουν σε τίποτα.

Αυτά μας βεβαιώνει ο αγιογραφικός λόγος του Αποστόλου Παύλου, στην πρώτη προς Κορινθίους Επιστολή, στο 13ο κεφάλαιό του, στον ύμνο της αγάπης, που τα λόγια αυτά τα πήρα και τα έβαλα στον εαυτό μου γιατί αυτά και μου αξίζουν.


Και αν τέλος χριστιανοί μου εφαρμόσουμε και τηρήσουμε όλες τις εντολές του Ευαγγελίου και της Αγίας Γραφής, και δεν πιστεύουμε στο βάθος βάθος της καρδιάς μας ότι είμεθα αχρείοι δούλοι, τότε ΔΕΝ θα σωθούμε, δεν θα δούμε Παράδεισο, δεν θα κληρονομήσουμε την Βασιλεία των Ουρανών.


Χριστιανοί μου, δεν μας σώζουν οι τύποι, αλλά η ουσία.

Δεν μας σώζουν τα καλά έργα, αλλά η ταπείνωσις.

Δεν μας σώζουν οι ψευτονηστείες και οι βιαστικές μας προσευχές, αλλά η αληθινή μετάνοια και τα δάκρυά της.

Δεν μας σώζουν οι δήθεν αρετές που καλλιεργούμε αλλά το ταπεινό φρόνημα, η συντριβή και η μετάνοια, άλλωστε κάθε αρετή ως ράκος αποκαθιμένης, κατά τον προφήτη.

Δεν μας σώζει τίποτα παρά μόνον η αγάπη που ξέρει καθημερινά να θυσιάζεται, ακόμα και για τους εχθρούς.

Έτσι χριστιανοί μου απ' τη σημερινή παραβολή δεν θα μιμηθούμε τον Άσωτο που αμαρτάνει, αλλά τον Άσωτο που αληθινά μετανοεί. Δεν θα μιμηθούμε επίσης την σκληροκαρδία και υπερηφάνεια του μεγαλυτέρου γιού, αλλά το παράδειγμα του Θεού Πατρός που είναι ολόκληρος αγάπη, σπλάχνα οικτιρμών, Πανάγαθος, μακρόθυμος, πολυέλεος και παντελεήμων,


Αμήν.

π. Νικόλαος Λουδοβίκος: Κυριακή του Ασώτου

Στην Ευαγγελική περικοπή της Κυριακής του Ασώτου

π. Νικόλαος Λουδοβίκος


Νομίζω πώς ἀπό τό σημερινό Εὐαγγέλιο μποροῦμε νά καταλάβουμε, μελετώντας προσεκτικά, πώς ἡ μόνη χαρά τοῦ ἀνθρώπου, ἡ μεγάλη χαρά, ἀπό τήν ὁποία πηγάζουν ὅλες οἱ χαρές, ἡ χαρά ἡ μόνη τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας καταλάμπεται ἀπό αὐτήν τή χαρά.


Αὐτή ἡ χαρά δέν εἶναι μία χαρά κοινή, τοῦ Πάσχα, ἔχει καί τήν Μ. Παρασκευή προηγουμένως. Δέν εἶναι μιά κοινή εὐφορία, εἶναι ἡ χαρά τῆς μετανοίας.


Πρέπει νά προσέξουμε νά μήν κατανοοῦμε τή μετάνοια ψυχολογικά καί ἀτομιστικά μόνο. Ἡ μετάνοια δέν εἶναι μιά μεταβολή στήν αὐτογνωσία καί μόνο, πού μᾶς δίδαξαν οἱ δυτικοί Θεολόγοι μέ πρῶτο τόν Αὐγουστῖνο. Δέν εἶναι μόνο μιά μεταβολή στή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Εἶναι κάτι πού ἀφορᾶ τήν ἴδια τήν ὕπαρξή μου, τήν ὀντολογία. Θά λέγαμε εἶναι κάτι πού ἀφορᾶ τό γεγονός, τό εἶναι, τήν ὕπαρξη, εἶναι κοινωνία.


Καί ἐγώ ἔχω ἐκπέσει τῆς κοινωνίας καί δέν ἔχω τό εἶναι μου. Δέν ἔχω τή ζωή, παρόλο πού φαίνεται πώς τήν ἔχω. Εἶναι τό αἴσθημα διά τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος πραγματικά φαίνεται νά σταυροῦται τῷ κόσμῳ, φαίνεται νά ἀρνεῖται τήν κοινή εὐφορία τοῦ κόσμου, πλήν ὅμως αἰσθανόμενος ὅτι τό εἶναι, ἡ ζωή, ἐνεργεῖται πολύ βαθύτερα, πολύ πληρέστερα, ἀπ᾿ ὅτι ὁ κόσμος συνήθως μπορεῖ νά καταλάβει καί νά νιώσει.


Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος πραγματικά μέ τή μετάνοια ἀνήκει σέ ὅλους καί καταλαβαίνει τήν ἀληθινή ζωή μέ τό νά ἀνήκει σέ ὅλους καί νά μπορέσει νά προσφερθεῖ σέ ὅλους.


Τό νά μάθεις τήν τέχνη τοῦ νά προσφέρεσαι σέ ὅλους, τό νά μάθεις τήν ἁπλότητα τοῦ Θεοῦ, καί νά τό ποῦμε μέ ἄλλα λόγια, νά μάθεις πώς ὁ Θεός φανερά μετέδωσε τήν ἁπλότητα πρός ὅλους καί ἐνῶ ἐμεῖς ἔχουμε γίνει τόσο περίπλοκοι, ὁ καθένας, καθώς εἴμαστε κλεισμένοι -ἀκριβῶς γι᾿ αὐτό- στή φιλαυτία μας.


Ἡ μετάνοια εἶναι μιά μεγάλη καί ἰσόβια σπουδή, εἶναι μιά μεγάλη καί ἰσόβια χαρά. Τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ εἶναι μυστήριο τῆς ἀναστάσεως. Ὁ Σταυρός εἶναι ἡ μετάνοια. Εἶναι αὐτό πού βιώνουν καί λένε οἱ Πατέρες μας, ὅτι δηλαδή ὅλος ὁ κόσμος εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ καί μόνον διά τοῦ Θεοῦ ἀληθεύει.


Στή μετάνοια ξαναβρίσκουμε τά ἴχνη τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο. Μαθαίνομε τόν τρόπο αὐτῆς τῆς ἁπλότητος τοῦ εἶναι. Μαθαίνομε πώς τό εἶναι, ἐνεργεῖται, ὑπάρχει ὡς κοινωνία. Μαθαίνομε ὅτι ὅλοι εἴμαστε ἕνα. Καί μαθαίνομε ὅτι ἡ ζωή αὐτή τῆς ἑνότητος εἶναι ἡ ζωή τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἴδιου καί μαθαίνομεν ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ αἴσθηση τοῦ Θεοῦ μέσῳ τῶν μυστηρίων.


Γι᾿ αὐτό ἡ Ἐκκλησία, βλέπετε, ἔβαλε αὐτά τά ἀναγνώσματα πρό τῆς Τεσσαρακοστῆς, γιατί εἶναι ἡ Σαρακοστή ἀκριβῶς μιά ἀφιέρωση, ἕνα ἀφιέρωμα τοῦ καθενός μας στόν Θεό.


Μέ τόν γλυκύ αὐτό καί ἁπαλό τρόπο εἶναι ἡ μετάνοια προσωπική.


Δέν εἶναι νομική ἡ μετάνοια, δέν εἶναι νομικισμός.


Εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο καταλαβαίνουμε πραγματικά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἀνοιγόμαστε καί ἐμεῖς στήν ἀγάπη αὐτήν.


Ἡ μετάνοια εἶναι ἕνα ἐρωτικό γεγονός.


Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς βλέπομε στό Εὐαγγέλιο σήμερα ὅτι ὁ μετανοῶν ἁμαρτωλός αὐτός ὁ ὁποῖος ἐσκόρπισε τίποτε ὀλιγώτερον ἀπό τήν οὐσίαν του -ἡ λέξη αὐτή «οὐσία» ἔχει πολλές σημασίες- ἐσκόρπισε τόν ἑαυτό του χωρίς οὐσία, θά μπορούσαμε νά ποῦμε. Ὅμως μέ τήν μετάνοια αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει τόν «μόσχον τόν σιτευτόν», ἔχει ἕνα κομμάτι χαρᾶς, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, πού δέν μπορεῖ κανείς νά τοῦ τό πάρει.


Καί ὁ ἄλλος ἀδελφός, ὁ πρεσβύτερος, ἔχοντας τή σκληρότητα τήν νομική, δέν ἔχει «μόσχον σιτευτόν»! Οὐδέποτε, λέγει, ἔλαβα ἔρριφον! Τίποτε δέν ἔχω λάβει. Δέν ἔχω χαράν!!!


Πιστέψτε με ἡ μεγαλύτερη κατηγορία πού ἀπευθύνθηκε ποτέ στούς Χριστιανούς εἶναι αὐτή πού ἀπηύθυνε ὁ Νίτσε: ὅτι οἱ Χριστανοί δέν ἔχουν χαρά! Καί δέν ἐννοῶ αὐτή τήν τοῦ κόσμου, τά τραγούδια κτλ., ἐννοῶ αὐτήν τήν χαρά τήν ὁποία εἶχε ὁ ἄσωτος μέ τόν «μόσχον τόν σιτευτόν»! Ἐννοῶ τήν χαρά, ὅτι ἔλαβε μέρος στή Θεία Ζωή! Τήν ἔκπληξη, τήν ἀναπάντεχη αὐτήν, τήν ἐρωτική ἔκπληξη τοῦ προσώπου πού βρέθηκε μπροστά στό πέλαγος τῆς Θείας ἀγάπης, μέ τή μετάνοια.


Ἐνῶ ὁ ἄλλος, ὁ πλήρης ἐντολῶν καί τηρήσεων, ἦταν ἀδύνατον νά καταλάβει τόν θεῖο ἔρωτα. Λέγει κάπου ὁ π. Παϊσιος: Εἶναι πολύ παράξενο τό γεγονός αὐτό· τό πῶς κοσμικοί ἄνθρωποι ὅταν τούς πεῖς γιά τόν θεῖο ἔρωτα τόν καταλαβαίνουν, καί ἄνθρωποι χριστιανοί δέν καταλαβαίνουν τόν θεῖο ἔρωτα. Δέν ἔχει σπάσει μέσα τους κάτι, τό ἐγώ, δέν ἔχει βρεῖ τήν διέξοδό του πρός τήν ἀγάπη. Μπορεῖ νά εἶναι γεμάτοι ἀπό ἀρετές, ἀλλά καί τίς ἀρετές αὐτές τίς χρησιμοποιοῦν γιά νά θωρακίσουν τό ἐγώ τους. Δέν τίς χρησιμοποιοῦν ὡς ὁδούς, δέν τίς χρησιμοποιοῦν ὡς διοδεύσεις πρός τό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.


Λέγει κάπου ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ὅτι «ἡ ἀρετή ἔστω διά τήν ἀλήθειαν». Οἱ ἀρετές εἶναι μέσα, δέν εἶναι αὐτοσκοποί, ὅπως εἶναι αὐτοσκοποί στή φιλοσοφική ἀρετή. Δέν εἶναι αὐτοσκοπός νά εἶμαι ἐλεήμων, ἀγαθός, φιλάνθρωπος. Εἶναι ἰδιώματα τοῦ Θεοῦ, πού γιά μένα εἶναι «ἄκτιστες ἐνέργειες», «ἄκτιστοι λόγοι» πού μέ ἱκανώνουν νά ζήσω ἐν τῷ Θεῷ.


Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὁ σκοπός, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ σκοπός. Δέν εἶναι τό νά εἶμαι ἐνάρετος ἁπλῶς· μπορεῖ νά σημαίνει μεγάλη φτώχεια ἡ ἀρετή, ὅταν συνοδεύεται μέ τό θανάσιμο αὐτό κλείσιμο. Τό κλείσιμο αὐτό σπάει ἀκριβῶς ἡ μετάνοια καί ὁδηγεῖ τό εἶναι ἐν κοινωνίᾳ μετά τοῦ Θεοῦ καί μέ ὅλη τήν κτίση. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς πάντοτε οἱ Πατέρες μιλοῦν γιά τίς ἀρετές, συνδέοντάς τες πάντοτε, μέ τήν μετάνοια καί τήν ταπείνωση!


Ἡ θεοπτία εἶναι ἡ μετάνοια!


Ἡ κατάσταση τῆς αἰώνιας ζωῆς εἶναι μιά κατάσταση ἡ ὁποία ὁδοποιεῖται διά τῆς μετανοίας, ἀλλά ὄχι μέ τήν νομική αἴσθηση ἡ ἔννοια τῆς μετανοίας, ἀλλά μέ αὐτήν τήν ἐρωτική καί χαρμόσυνη αἴσθηση, ὅτι ὁ Θεός μέ ἀγαπάει καί ἐγώ εἶμαι ἀνάξιος τῆς ἀγάπης Του.


Καί ἔρχεται λοιπόν «ὁ μόσχος ὁ σιτευτός καί ὁ δακτύλιος καί τά καινούρια ροῦχα», καί ὅλα αὐτά τά ἐσχατολογικά, τά ἐνδύματα τά ὁποῖα ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός σέ ἐκείνους πού μετανοοῦν. Καί παραδόξως οἱ ἄλλοι, αὐτοί πού ἔχουν τίς ἀρετές καί τίποτε ἄλλο, δέν ἔχουν αὐτή τή δυνατότητα.


Ἡ λογική αὐτή εἶναι παράξενη, θά ἔλεγα ὅτι εἶναι ἐρωτική λογική. Δέν ἐξηγεῖται ἀλλιῶς. Δέν νομίζω ὅτι μποροῦμε νά τό καταλάβουμε ἀλλιῶς.


Ἕνας ἄνθρωπος ἀκοινώνητος, γεμάτος ἀρετές, δέν ἔχει Θεό. Καί ἕνας ἄνθρωπος παναμαρτωλός γεμάτος μετάνοια εἶναι ὁ «ἄσωτος υἱός».


Αὐτό εἶναι χαρμόσυνο γιά ὅλους μας, γιατί ἀρετές μπορεῖ νά μήν ἔχουμε, ἔχουμε ὅμως ἁμαρτίες, ἔχουμε ἐλλείψεις, ἀλλά μποροῦμε νά ἔχουμε αὐτή τήν πνευματική τήν σταυροαναστάσιμη χαρά τῆς μετάνοιας. Αὐτό μᾶς δίνει κουράγιο στήν πνευματική ζωή. Αὐτό εἶναι μεγάλο πράγμα. Ἐκφράζει ἰσοβίως τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἔκπτωσή μας ἀπό τήν ἀγάπη αὐτή.


Αὐτό εἶναι πού σᾶς εὔχομαι νά κερδίσουμε: Νά δεχθοῦμε πραγματικά νά ἀγωνισθοῦμε νά σβήσουμε τή φιλαυτία καί νά κοιτάξουμε ὅλο τόν ἑαυτό μας, νά τόν «προσάξωμεν ὡς θυσία δοξολογική», ἔτσι ὅπως ὁ ἄσωτος ὁ ὁποῖος ἐπιστρέφει δοξολογώντας. Ἐνῶ ὁ ἄλλος, ὁ νομικός «ἄμεμπτος» ἀδελφός, «ὁ μεγάλος», ὁ «ἐνάρετος» ἁπλῶς καί μόνον, δέν μπορεῖ νά φθάσει στή θεοπτία, δέν ἔχει πνεῦμα Θεοῦ.


«Διά τήν ἀλήθειαν, λοιπόν, ἔστω ἡ ἀρετή»!


Οἱ ἀρετές εἶναι τόποι θεανθρώπινης ζωῆς, εἶναι τό Θεανθρώπινον τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ὅταν τό ἀποκτήσουμε, τό πλησιάσουμε, μᾶς ὁδηγεῖ, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, στήν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Εἶναι χῶροι οἱ ἀρετές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ἔλεγεν ὁ ἅγιος Σεραφείμ. Καί διά τῶν ἀρετῶν ἐλπίζομεν πραγματικά, τά αἰώνια αὐτά χαρίσματα, τά ὁποῖα δέν εἶναι μακριά μας. Οὔτε ἡ θεοπτία εἶναι κάτι πού εἶναι πολύ μακριά ἀπό μᾶς.


Ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού θά πεῖ κανείς «μετανοῶ», ἐσωτερικά, ἔχει πρώτου βαθμοῦ θεοπτία. Ἔχει μιά πρώτη θέα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ!


Εὔχομαι καλή Σαρακοστή ἀπό καρδίας σέ ὅλους καί ὅλες.

Ἐπιστροφή στόν Πατέρα!

1. Ἡ ἐξαθλίωση τοῦ υἱοῦ


Ἕνας πατέρας, εἶπε ὁ Κύριος, εἶχε δύο γιούς. Κάποια μέρα τοῦ παρουσιάσθηκε ὁ νεότερος καὶ τοῦ ζήτησε τὸ μερίδιο τῆς περιουσίας ποὺ νόμιζε ὅτι τοῦ ἀνήκει. Μοίρασε ὁ πατέρας τὴν περιουσία του στὰ δύο παιδιά του καὶ σὲ λίγες ἡμέρες ὁ νεότερος γιὸς πῆρε ὅσα τοῦ ἔδωσε ὁ πατέρας κι ἔφυγε σὲ χώρα μακρινή, ὅπου σκόρπισε τὴν περιουσία του κάνοντας ἄσωτη ζωή.


Ὅταν πιὰ ἔχασε τὰ πάντα, ­ἔπεσε πείνα μεγάλη στὴ χώρα ἐκείνη, κι ἐ­κεῖνος ἄρχισε νὰ στερεῖται. Τί νὰ κάνει ὁ τα­λαίπωρος; Πῆγε νὰ ἐργασθεῖ ὡς δοῦλος σ᾿ ἕναν ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς χώρας, ὁ ὁποῖος τὸν ἔστειλε στὰ χωράφια νὰ βόσκει χοίρους. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ ἐπιπλέον «ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοι­λίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ». Πεινοῦσε δηλαδὴ τόσο πολύ, ποὺ προσπαθοῦσε νὰ χορτάσει ἀπὸ τὰ ξυλοκέρατα ποὺ ἔτρωγαν οἱ χοῖροι, ἀλλὰ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους ὑπηρέτες δὲν τοῦ ἔδινε. Κινδύνεψε νὰ πεθάνει.


Πῶς ξέπεσε ἔτσι ὁ δυστυχής! Αὐτὸς ποὺ ἦταν ἐλεύθερος, ἔγινε τώρα δοῦλος. Τὸ ἄλλοτε βασιλόπουλο ἔγινε τώρα χοι­ροβοσκός. Αὐτὸς ποὺ ἀπολάμβανε τὰ πάντα κοντὰ στὸν πατέρα του, τώρα στερεῖται καὶ πεινάει. Ζηλεύει ἀκόμη καὶ τὴν τροφὴ τῶν χοίρων! Πραγματικὴ ἐξαθλίωση…


Ἔτσι καταντᾶ ὁ ἄνθρωπος μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό: ἕνας στερημένος δοῦλος. Ἐκεῖ ὁδηγεῖται ὅποιος ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ζήσει δῆθεν ἐλεύθερα, χωρὶς ἐντολές, χωρὶς «μὴ» καὶ «πρέπει», καὶ νὰ ἀπολαύσει, ὅπως νομίζει, τὴ ζωή του. Κυλιέται γιὰ κάποιον καιρὸ στὶς ἡδονές, βυθίζεται στὸν βοῦρκο τῆς ἀσωτίας καὶ τελικὰ καταντᾶ αἰχμάλωτος τῶν παθῶν του, δέσμιος τῶν δαιμόνων. Ἀνικανοποίητος καὶ ἀπελπισμένος. Ἕνα ἐρείπιο τῆς ζωῆς.


2. Ἡ στοργὴ τοῦ πατέρα


Κάποια στιγμὴ συνῆλθε ὁ νέος ἀπὸ τὴ μέθη τῆς ἁμαρτίας, θυμήθηκε τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἀπολάμβανε κοντὰ στὸν πατέρα του καὶ σκέφθηκε: Πόσοι ἐργάτες τοῦ πατέρα μου ἔχουν ἄφθονο ψωμί, ἐνῶ ἐγὼ κινδυνεύω νὰ πεθάνω ἀπὸ τὴν πείνα! Πῆρε λοιπὸν τὴ μεγάλη ἀπόφαση τῆς ἐπιστροφῆς, ὄχι γιὰ νὰ ζητήσει τὴ θέση ποὺ εἶχε πρίν, νὰ γίνει δηλαδὴ καὶ πάλι «υἱός», ἀλλὰ γιὰ νὰ μείνει στὸ σπίτι τοῦ πατέρα ὡς ὑπηρέτης.


Καθὼς ὅμως ἐπέστρεφε καὶ ἐνῶ ἀ­πεῖχε ἀκόμη, τὸν εἶδε ἀπὸ μακριὰ ὁ στοργικὸς πατέρας του, ποὺ ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια τὸν περίμενε, καὶ ἔτρεξε μὲ λαχτάρα νὰ τὸν προϋπαντήσει. Ἔπεσε στὸν τράχηλό του, τὸν ἀγκάλιασε σφιχτὰ καὶ τὸν καταφιλοῦσε μὲ στοργή. Ὁ νέος μὲ συν­τριβὴ ξεκίνησε νὰ ἀπολογεῖται: Πατέρα, ἁμάρτησα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐνώπιόν σου καὶ δὲν εἶμαι πλέον ἄξιος νὰ ὀνομάζομαι γιός σου.


Ὁ πατέρας τὸν διέκοψε καὶ διέταξε τοὺς δούλους: Ντύστε τὸ παιδί μου μὲ τὴν πιὸ ἐπίσημη φορεσιά, φορέστε δαχτυλίδι στὸ χέρι του, ὅπως φοροῦν οἱ κύριοι, καὶ ὑποδήματα στὰ πόδια του, γιὰ νὰ μὴν περπατᾶ ξυπόλυτος ὅπως οἱ σκλάβοι, καὶ σφάξτε τὸ καλύτερο μοσχάρι. Χαρεῖτε καὶ γιορτάστε γιὰ τὸ παιδί μου, ποὺ μέχρι πρὶν ἀπὸ λίγο ἦταν νεκρὸ καὶ ἀναστήθηκε· ἦταν χαμένο καὶ βρέθηκε.


Ἔτσι ξεκίνησαν τὸ πανηγύρι. Τὴν ἴδια στοργὴ καὶ ἀγάπη ἔδειξε ὁ πατέρας καὶ πρὸς τὸν μεγαλύτερο γιό, ὁ ὁποῖος ἀρνήθηκε νὰ μετέχει στὴ χαρὰ τοῦ σπιτιοῦ.


Ποιὰ καρδιὰ μπορεῖ νὰ μείνει ἀσυγ­κίνητη μπροστὰ στὴν ἀνέκφραστη στοργὴ τοῦ σπλαχνικοῦ αὐτοῦ πατέρα, ποὺ συμβολίζει τὸν Θεό; Ποιὰ γλώσσα μπορεῖ νὰ περιγράψει τὴν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ πολυεύσπλαχνου Θεοῦ, ὁ ὁποῖος περιμένει τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ κάθε ἁμαρτωλοῦ; Μᾶς περιμένει στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, ὄχι γιὰ νὰ μᾶς ἐπιπλήξει καὶ νὰ μᾶς τιμωρήσει, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς συγχωρήσει, νὰ μᾶς ἐλευθερώσει, νὰ μᾶς χαρίσει τὸν «μόσχον τὸν σιτευτόν», τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, νὰ μᾶς καταστήσει καὶ πάλι παιδιά του ἀγαπημένα, βασιλόπουλα στὴν οὐ­ράνια βασιλεία του.


Ἂς πάρουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς τὴ γενναία ἀπόφαση νὰ ἀφήσουμε τὰ ξυλοκέρατα τῆς ἁμαρτίας καὶ τοὺς χοίρους τῶν παθῶν, νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ἐπιστρέψουμε στὴ χαρὰ καὶ στὴν ἀγάπη τοῦ σπλαχνικοῦ Πατέρα μας.

Ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

1. Σῶμα ἱερό καί ἅγιο


Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παρουσιάζει σήμερα, ἕνα ὀξύ πρόβλημα τῶν πιστῶν τῆς ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου. Κάποιοι «φιλελεύθεροι» Κορίνθιοι προκειμένου νά δικαιολογήσουν τά πάθη τους ἔλεγαν στούς ἄλλους: ἀφοῦ εἴμαστε ἐλεύθεροι, ἄρα μποροῦμε νά κάνουμε ὅ,τι θέλουμε. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος διαβλέποντας τόν μεγάλο κίνδυνο ἀπό μία τέτοια νοοτροπία ἀπαντᾷ: «Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει». Ὅλα μπορῶ νά τά κάνω, δέν μέ συμφέρουν ὅμως ὅλα. Ὅλα εἶναι στήν ἐξουσία μου, ἀλλά ἐγώ δέν θά γίνω δοῦλος σέ τίποτε.


Τά φαγητά ἔχουν γίνει γιά τήν κοιλιά καί ἡ κοιλιά γιά τά φαγητά. Ὁ Θεός ὅμως θά καταργήσῃ στήν μέλλουσα ζωή καί αὐτήν κι ἐκεῖνα. Μπορεῖτε λοιπόν νά τρῶτε ὅ,τι θέλετε, ἀρκεῖ μόνο νά μή γίνεσθε δοῦλοι τοῦ φαγητοῦ καί τῆς κοιλίας σας. Τό σῶμα μας ὅμως δέν ἔχει γίνει γιά τήν πόρνεια, ἀλλά γιά τόν Κύριο, γιά νά ἀνήκει σ’Αὑτόν καί μάλιστα ὁ ἴδιος κατοικεῖ στό σῶμα μας. Δέν ἔχει λοιπόν σημασία τό ὅτι τό σῶμα μέ τόν θάνατο θά διαλυθῇ, ἀφοῦ κάποια στιγμή θά τό ἀναστήσῃ ὁ Θεός ὁ ὁποῖος μέ τήν δύναμί του ἀνέστησε καί τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.


«Οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν;» Δέν ξέρετε ὅτι τά σώματά σας εἶναι μέλη Χριστοῦ; Νά ἀποσπάσω λοιπόν τά μέλη τοῦ Χριστοῦ καί νά τά κάνω μέλη πόρνης; Ποτέ νά μή γίνῃ αὐτό. Ἤ δέν ξέρετε ὅτι ἐκεῖνος πού παραδίδει τό σῶμα του στήν ἀνηθικότητα γίνεται ἕνα σῶμα μέ τό ἄτομο πού ἁμαρτάνει; Διότι λέγει ἡ Γραφή ὅτι θά γίνουν οἱ δύο μία σάρκα. Ἐκεῖνος ὅμως πού προσκολλᾶται στόν Κύριο διευθύνεται ὁλόκληρος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου καί γίνεται ἕνα πνεῦμα μ’ Ἐκεῖνον. Φεύγετε λοιπόν μακριά ἀπό τήν πορνεία. Κάθε ἁμάρτημα πού κάνῃ ὁ ἄνθρωπος, δέν βλάπτει κατ’ εὐθεῖαν τό σῶμα. Ἐκεῖνος ὅμως πού πορνεύει, ἁμαρτάνει στό ἴδιο του τό σῶμα, δηλαδή μολύνει τή ρίζα τῆς ζωῆς καί τῆς οἰκογένειας, τήν ὁποία βέβαια ἔτσι θανατώνει.


ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ αὐτό καί ὀξύ πρόβλημα τῆς Κορίνθου, δυστυχῶς ἐκδηλώνεται καί σέ ἄλλες περιπτώσεις καί ἐποχές. Ἡ πρώτη μάλιστα γνωστή αἵρεσι τῶν Νικολαϊτῶν σχετιζόταν μέ τό θέμα αὐτό. Ἁλλά καί ἄλλες φορές μέσα στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία παρουσιάσθηκαν κάποιοι «νεωτεριστές» πού θέλησαν νά συνταιριάσουν τήν χριστιανική ζωή μέ τήν σαρκικότητα καί νά διαστρέψουν τό νόμο τοῦ Κυρίου μας. Δυστυχῶς ὅμως τό πρόβλημα αὐτό εἶναι ἰδιαίτερα ἐπίκαιρο στήν ἐποχή μας. Διότι καί σήμερα παρουσιάζονται κάποιοι «προοδευτικοί» πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ ἠθική διδασκαλία τοῦ Κυρίου δέν ἰσχύει στήν ἐποχή μας καί πρέπει νά τροποποιηθῇ προκειμένου νά προσεγγίσουμε τούς νέους. Κάποιοι μάλιστα φθάνουν στό ἐξωφρενικό καί δαιμονικό σημεῖο νά ὑποστηρίζουν πώς μέσα ἀπό τήν σαρκικότητα μπορεῖ νά φθάσῃ κανείς στόν τέλειο βαθμό ἑνώσεως μέ τόν Θεό. Εἶναι πραγματικά αὐτό φαινόμενο διαστροφῆς, σημεῖο τῶν καιρῶν μας.


Ἀδελφοί στῶμεν καλῶς. Διότι οἱ πιστοί σήμερα δέν κινδυνεύουμε τόσο ἀπό ἐξωτερικούς ἐχθρούς τῆς ἐκκλησίας μας, ἀλλά ἀπό τέτοιες αἱρετικές καί βλάσφημες θεωρίες πού ὑποσκάπτουν τά θεμέλια τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί οἱ ὁποῖες ταλαιπώρησαν καί ἀποπροσανατόλισαν τόσους πιστούς στήν ἐποχή μας. Μήν ξεγελιόμαστε. Ὅταν ἀλλοιώνουμε τό νόμο τοῦ Θεοῦ, δέν κερδίζουμε τούς κοσμικούς νέους, ἀλλά ὁδηγοῦμε καί τούς λίγους πιστούς στήν ἀνηθικότητα. Προσοχή λοιπόν. Αὐτό τό ἱερό σῶμα ἔχουν χρέος οἱ πιστοί νά τό κρατήσουν ἁγνό καί ἀμόλυντο καί μέχρι τήν ἱερή ὥρα τοῦ γάμου, ἀλλά καί στήν συνέχεια, σ’ ὅλη τους τήν ζωή νά ζοῦν ζωή προσεκτική καί ἁγία. Διότι τό σῶμα μας εἶναι Ναός τοῦ Θεοῦ, ὅπως μᾶς λέ-γει στήν συνέχεια ὁ θεῖος ἀπόστολος.


2. Ναός τοῦ Θεοῦ


«Οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν»; Δέν ξέρετε λοιπόν ὅτι τό σῶμα σας εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο κατοικεῖ μέσα σας καί τό ἔχετε λάβει ἀπό τόν Θεό; Συνεπῶς δέν ἀνήκετε στόν ἑαυτό σας; Διότι «ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς», ἐξαγορασθήκατε μέ τίμημα βαρύ, μέ τό ἀτίμητο αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Νά ἀποφεύγετε λοιπόν κάθε πρᾶξι αἰσχρή πού γίνεται μέ τό σῶμα. Καί νά διώχνετε κάθε πονηρή ἐπιθυμία ἀπό τό πνεῦμα σας. «Δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ». Νά δοξάσετε δηλαδή τόν Θεό μέ τό σῶμα σας καί μέ τό πνεῦμα σας, τά ὁποῖα ἀνήκουν στόν Θεό.


ΜΥΣΤΗΡΙΟ μέγα λοιπόν. Τό σῶμα μας εἶναι μυστικός Ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ναός ἀγορασμένος πανάκριβα μέ τό πολύτιμο καί ἀτίμητο αἷμα τοῦ Θεανθρώπου μας. Ναός στολισμένος μέ τίς πλούσιες χάριτες τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ναός πού ἐγκαινιάσθηκε κατά τό Ἅγιο Βάπτισμά μας. Ναός πού ἀνακαινίζεται κάθε φορά πού προσερχόμαστε στό μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Ναός πού λειτουργεῖται καί γίνεται πιό ἱερός καί ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα κάθε φορά πού «μετά φόβου Θεοῦ πίστεως και ἀγάπης» προσερχόμαστε στό μυστήριο τῆς ζωῆς καί τῆς ἀθανασίας.


Ἀδελφοί. Φοβερό τό μυστήριο. Τό σῶμα μας δέν ἀνήκει οὔτε σέ μᾶς οὔτε στήν ἁμαρτία. Ἀνήκει στόν Θεό. Μέ τό σῶμα μας μποροῦμε νά ἁμαρτάνουμε, μποροῦμε καί νά ἁγιαζόμαστε. Μποροῦμε νά τό κάνουμε κατοικητήριο δαιμόνων, ἤ θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ. Μποροῦμε νά δοξάζουμε τόν Θεό, ἤ νά τόν βλασφημοῦμε. Νά ὁδηγοῦμε τό σῶμα μας στήν θέωσι ἤ στήν κόλασι. Μήν παρασυρόμαστε λοιπόν ἀπό τήν νοοτροπία τῆς ἐποχῆς μας, ὅπου τό ἄνθρώπινο σῶμα γίνεται ἀντικείμενο, φιλαρέσκειας, λατρείας, ἐκμεταλλεύσεως, ἁμαρτίας. Δέν ἔχουμε δικαίωμα νά τό ἀμαυρώνουμε. Μ’ αὐτό θά ἀναστηθοῦμε, μ’ αὐτό θά κριθοῦμε. Ἄς τό κρατοῦμε καθαρό, ἀμόλυντο, ὥσπου μιά μέρα μέ ήν χάρι τοῦ Θεοῦ νά τό παραδώσουμε στόν Θεό ἅγιο καί ἱερό.

Άγιος Νικόλαος του Πσκωφ

Ο Άγιος Νικόλαος καταγόταν από τη Ρωσία και ήταν διά Χριστόν σαλός. Έζησε στην πόλη Πσκωφ κατά τους χρόνους της βασιλείας του τσάρου Ιβάν του Τρομερού και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1576 μ.Χ.


Άγιοι Νυμφάς και Εύβουλος οι Απόστολοι

Οι Άγιοι Απόστολοι Νυμφάς και Εύβουλος ήταν μαθητές του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος μνημονεύει τον μεν Απόστολο Νυμφά, που διέμενε στις Κολοσσές ή στη Λαοδικεία, στην προς Κολοσσαείς επιστολή (Kολ. δ΄, 15), τον δε Απόστολο Εύβουλο, που ήταν μετά του Παύλου, στην προς Τιμόθεον Β' Επιστολή (β΄ Tιμ. δ΄, 21).


Και οι δύο απεβίωσαν ειρηνικά.

Άγιος Γεώργιος ο Ομολογητής Επίσκοπος Δεφέλτου

Ο Άγιος Γεώργιος είναι άγνωστος στους Συναξαριστές. Αναφέρεται στο Λαυριωτικό Κώδικα Ε 152 φ. 367α. Αγωνίσθηκε ως Επίσκοπος της Εκκλησίας του Χριστού κατά των αιρετικών Μονοθελητών, τον 7ο αιώνα μ.Χ. και υπέμεινε πολλές δοκιμασίες από τους Σκύθες, για την προσήλωσή του στην ορθόδοξη πίστη και ευσέβεια.


Άγιος Ιωνάς ο Λέριος

Από το «ΒΡΑΒΕΙΟΝ» της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο, διαπιστώνουμε ότι πολλοί Λεροί τους πέντε προηγούμενους αιώνες άφησαν τη Λέρο και πήγαν σττη Μονή της Πάτμου, δια να μονάσουν. Ενας από αυτούς ήταν και ο μοναχός Ιωνάς δια τον οποίον στο «ΒΡΑΒΕΙΟ» αναφέρονται:


«αφξα (1561) Φεβρουαρίου κη (28)

εφονεύθη εις την Λειψόν ο δούλος

του Θεού Ιωνάς μοναχός ο Λέριος».


Ατομικά για τον Οσιομάρτυρα αυτόν της Εκκλησίας δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Οσα ακολουθούν προέρχονται από το βιβλίο του Αρχιμ. Νικηφόρου Κουμουνδούρου, εφημερίου των Λειψών «Μακαριστοί γέροντες και πέντε οσιομάρτυρες στη νήσο Λειψώ της Δωδεκανήσου». Οι Αγιες αυτές ψυχές ανεκυρήχθησαν οσιομάρτυρες από το Οικουμενικό Πατριαρχείο , εορτάζοντες και οι πέντε μαζί την Α’ Κυριακή μετά τη 10η Ιουλίου.


Ο Οσιομάρτυς Ιωνάς μαζί με άλλους ασκητές - αναχωρητές έφυγαν από το μοναστήρι της Πάτμου και έφθασαν στη νήσο Λειψώ το 1550 μ.Χ. Ζητούσαν να βρούν ένα τόπο που δεν θα τους ενοχλούσε ο κόσμος, που μόνοι θα υμνούσαν και θα συνομιλούσαν με το Θεό. Ετσι διάλεξαν ένα χώρο έρημο και αφιλόξενο για να εγκατασταθούν. Πρώτο τους μέλημα να χτισθεί ο ναός του Ησυχαστηρίου, ψηλά από τη θάλασσα σε δύσβατο σημείο, για το φόβο των πειρατών. Εκεί πάλεψαν με τους βράχους, για να φτιάξουν μονοπάτια, πάλεψαν με τη έλλειψη του νερού και της τροφής. Μα τι κι αν δεν είχαν τίποτα από αυτά; Είχαν και τους αρκούσε, η Χάρις του Θεού. Εφτιαξαν την Εκκλησία επ’ονόματι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και μικρά κελιά για τους ίδιους.


Πότισαν τον άγονο χώρο του ασκηταριού περισσότερο με τον ιδρώτα τους και λιγότερο με το νερό. Σεβάστηκαν τη φύση, λάτρευσαν, εδόξασαν και υμνολόγησαν το Θεό, που επέτρεψε στο διάβολο να πειράζει τους ανθρώπους, αλλά έδωσε και στους ανθρώπους την δύναμη να τον νικούν. Εγιναν «άγγελοι τω βίω» ενώ ήταν «άνθρωποι τη φύσε » .Πολλοί από αυτούς θυσιάστηκαν για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδας την ελευθερία.


Οσο ψηλά όμως και αν ήταν το ασκηταριό, το επισκέπτονταν με τις άγριες διαθέσεις τους οι πειρατές. Σε μια επιδρομή εφόνευσαν το μοναχό Ιωνά από τη Λέρο. Ηταν 28 Φεβρουαρίου του 1561 μ.Χ. Ετσι ο Μοναχός Ιωνάς έγινε νεομάρτυρας της Εκκλησίας μας.


Δεν ήταν ο μόνος. Πρίν από αυτόν το 1558 μ.Χ. είχαν φονεύσει το μοναχό Νεόφυτο τον Αμοργινό. Το 1609 μ.Χ. ο μοναχός Νεόφυτος ο Φαζός εφονεύθη από τους αγαρινούς με σκεπάρνι. Το 1635 μ.Χ. ο Πεκήρ Πασάς από δαρμό εφόνευσε το μοναχό Ιωνά τον Νισύριο και το 1696 μ.Χ. ο αναχωρητής μοναχός Παρθένιος εφονεύθη με καμάκι που του τρύπησε το λαιμό. Και οι πέντε αδικοσκοτωμένοι μακαριστοί γέροντες κηδεύτηκαν με δάκρυα από τους συνασκητές τους και τους θρήνησαν οι ευσεβείς Λειψώτες και οι συμπατριώτες τους. Και όλοι μας τους διατηρούμε στη μνήμη μας με ευγνωμοσύνη και σεβασμό θεωρώντας τους καταξιωμένους οσιομάρτυρες.

Οσίες Μαράνα και Κύρα

Τον βίο των Οσίων αυτών γυναικών, συνέγραψε ο Θεοδώρητος Κύρου στη Φιλόθεο Ιστορία του.


Οι Οσίες Κύρα και Μαράνα κατάγονταν από τη Βέρροια (τωρινό Χαλέπιο) της Συρίας και έζησαν στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ. Η καταγωγή τους ήταν επίσημη και ευγενική, ανάλογη δε και η μόρφωσή τους. Η αφοσίωσή τους ήταν στραμμένη στην πνευματική ζωή και τον ησυχαστικό βίο. Έτσι εγκατέλειψαν τον κόσμο και έκτισαν έξω από την πόλη περιτοίχισμα από πέτρες και επιδόθηκαν εκεί στον πνευματικό αγώνα. Τη θύρα του περιβόλου τους την έκλεισαν με πηλό, για να μην εισέρχεται κανένας σε αυτόν και άφησαν μόνο μια μικρή θυρίδα, για να επικοινωνούν με τους έξω και να λαμβάνουν την τροφή τους. Ασκήθηκαν στη σιωπή και έφεραν στα χέρια, τα πόδια, τον τράχηλο και τη μέση σίδερα, για να νεκρώσουν το σώμα και να νικήσουν τους πειρασμούς.


Ο ευσεβής πόθος τους τις έφερε στους Αγίους Τόπους και στο ναό της Αγίας Θέκλας στην Ισαυρία, απ' όπου επέστρεψαν πνευματικά ενισχυμένες στο ερημητήριό τους και συνέχισαν με ταπεινοφροσύνη και αγαθοεργίες τη ζωή τους.


Έτσι, αφού έζησαν, κοιμήθηκαν με ειρήνη και παρέδωσαν τις ψυχές τους στο Νυμφίο Χριστό.

Άγιος Νέστωρ ο Μάρτυρας

Ο Άγιος Νέστωρ καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας της Μικράς Ασίας και διέδιδε θερμά τη χριστιανική πίστη. Τόσο δε τολμηρός ήταν στο έργο του, που εξακολουθούσε άφοβα να το πράττει και μετά τα διατάγματα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού κατά των χριστιανών.


Ο Διοικητής της Πέργης Ειρήναρχος, τον συνέλαβε και τον έστειλε στον έπαρχο της Παμφυλίας Πόπλιο. Αυτός μάταια προσπάθησε να τον παρασύρει στην άρνηση του Χρίστου. Όταν δε έχασε κάθε ελπίδα, διέταξε τη σταύρωση του.


Ο Νέστωρ υπέστη το μαρτύριο του με πολλή καρτερία. Και από το σταυρό, ενώ οι πόνοι τον κατακεντούσαν, αυτός υμνούσε το Χριστό.


Τον Άγιο Νέστορα ο Πατμιακός Κώδικας 266 τον καλεί επίσκοπο.

Άγιος Προτέριος ο Ιερομάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας

Ο Άγιος Προτέριος έζησε στα χρόνια των βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας. Ήταν πρεσβύτερος στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας και έλαβε μέρος στην Δ' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε το έτος 451 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, κατά τους χρόνους των βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας.


Η Σύνοδος καταδίκασε τον μονοφυσίτη Πατριάρχη Αλεξανδρείας Διόσκουρο. Μετά την καθαίρεση του Διοσκούρου, εξελέγη Πατριάρχης ο Άγιος Προτέριος (452 - 457 μ.Χ.), ο οποίος διέπρεψε στη Σύνοδο και έφραξε τα στόματα των δυσσεβών αιρετικών.


Όταν ο Άγιος επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια οι οπαδοί του Ευτυχούς και του Διοσκούρου προκαλούσαν στάσεις και ρήξεις και εμπόδιζαν να κατέρχεται το σιτάρι στην Αλεξάνδρεια μέσω του Πηλουσίου, με σκοπό να πεινάσουν οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας και να στραφούν κατά του Αγίου. Όμως ο αυτοκράτορας Μαρκιανός, κατόπιν παρακλήσεως του Αγίου, διέταξε την διέλευση του σιταριού διά της Αλεξάνδρειας και έτσι σώθηκε η πόλη από την πείνα.


Μετά το θάνατο του Μαρκιανού οι αιρετικοί θρασύνθηκαν και κατέφυγαν σε σατανικές επινοήσεις, για να εκπληρώσουν τα ασεβή σχέδιά τους και αν εκθρονίσουν τον Άγιο. Επικεφαλής αυτών τέθηκε ο ιερεύς Τιμόθεος ο Αίλουρος, ο οποίος με μύρια τεχνάσματα κατόρθωσε να διεγείρει κατά του Αγίου Προτερίου τους απλοϊκούς μοναχούς της Αλεξάνδρειας, περιερχόμενος κατά τη διάρκεια της νύχτας τα κελιά των μοναχών, λέγοντας ότι είναι άγγελος και προτρέποντας αυτούς να μην έχουν κοινωνία με τον Άγιο.


Οι μοναχοί παρασύρθηκαν και προκάλεσαν μεγάλη ταραχή με τους αιρετικούς, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του στρατιωτικού διοικητού της πόλεως Διονυσίου. Ο Άγιος αναγκάστηκε να φύγει, αλλά επανήλθε στην Αλεξάνδρεια και κρύφθηκε μέσα στην κολυμβήθρα ενός ναού. Οι διώκτες του τον ανακάλυψαν και τον κατάσφαξαν με οξείς καλάμους, ενώ ανακηρύξαν Πατριάρχη τον Τιμόθεο. Το ιερό λείψανό του το έδεσαν με σχοινί και το έσυραν στους δρόμους της πόλεως. Τέλος, το παρέδωσαν στα ζώα και το επίλοιπο το κατέκαψαν. Και ο νέος Πατριάρχης τολμούσε όλα αυτά κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, χωρίς αυτό να τον εμποδίζει να τελεί τις Ακολουθίες των Παθών του Κυρίου.


Όταν πληροφορήθηκε τα γενόμενα ο διάδοχος του Μαρκιανού, αυτοκράτορας Λέων ο Μέγας ο Θραξ διέταξε να δικασθεί ο Τιμόθεος ο Αίλουρος κανονικά και να εξορισθεί στη Γάγγρα. Ομοίως τιμωρήθηκαν και όλοι εκείνοι που έλαβαν μέρος στο φόνο του Αγίου Προτερίου. Αντί δε του καθαιρεθέντος Τιμοθέου, Πατριάρχης εξελέγη ο Ορθόδοξος Τιμόθεος ο Σαλοφακίολος (460 - 482 μ.Χ.). Ο Λέων επέβαλε τις αποφάσεις της Δ' Οικουμενικής Συνόδου, εξεδίωξε τους μονοφυσίτες Επισκόπους Αλεξανδρείας και Αντιοχείας και διόρισε Ορθοδόξους στη θέση αυτών.


Έτσι έζησε και μαρτύρησε ο Άγιος Προτέριος και η μνήμη αυτού ανθεί στο βίο των Αγίων της Εκκλησίας.

Αγία Κυράννα η Νεομάρτυς

Η Αγία νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στο χωριό Αβυσσώκα ή Βυρσόκα, στη σημερινή Όσσα της Θεσσαλονίκης, από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους. Στο Μαρτύριό της αναφέρεται ότι ήταν εξαιρετικά όμορφη. Αυτή η εξωτερική ομορφιά της Κυράννας, που δεν ήταν τίποτε άλλο από το αντικατόπτρισμα της εσωτερικής της ωραιότητας, αποτέλεσε και την αφορμή να οδηγηθεί στο μαρτύριο, καθώς κάποιος γενίτσαρος, εισπράκτορας των φόρων στο χωριό της Κυράννας, που την ερωτεύθηκε, προσπάθησε επανειλημμένα με κολακείες και δώρα να την ελκύσει και να την πείσει να αλλαξοπιστήσει, για να τη νυμφευθεί. Επειδή όμως η Κυράννα δεν αποδεχόταν τις κολακείες, ούτε πολύ περισσότερο τα δώρα του Τούρκου, αυτός νομίζοντας πως θα την κάμψει με τον φόβο άρχισε να την απειλεί ότι θα την βασανίσει σκληρά και τέλος θα την θανατώσει, αν δεν υποχωρήσει και δεν αρνηθεί την πίστη της. Αλλά ούτε αυτά τα μέσα έφεραν το ποθητό αποτέλεσμα για το γενίτσαρο. Τότε την οδήγησε βίαια στον κριτή της Θεσσαλονίκης και ψευδομαρτύρησε εναντίον της, ότι του είχε δηλώσει ότι θα αλλαξοπιστήσει για να τη νυμφευθεί, αλλά τελικά δεν τήρησε την υπόσχεσή της. Η Αγία Κυράννα με πνευματική ανδρεία ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό. Έτσι οι Τούρκοι την οδήγησαν στη φυλακή.


Ο γενίτσαρος, που την οδήγησε στον κριτή, ζήτησε και έλαβε την άδεια του Αλή Εφέντη, μπέη του κάστρου της Θεσσαλονίκης, να επισκέπτεται την Αγία στη φυλακή, όπου με κολακείες αλλά και βασανιστήρια προσπαθούσε να την μεταπείσει. Όταν έφευγε αυτός, συνέχιζε τα βασανιστήρια ο δεσμοφύλακας, τον οποίο έλεγχαν για την σκληρότητά του τόσο οι υπόλοιποι φυλακισμένοι, όσο και κάποιος άλλος φύλακας Χριστιανός.


Κάποια φορά ο γενίτσαρος επισκέφθηκε και πάλι την Αγία στη φυλακή και την βασάνισε μέχρι θανάτου. Ο Χριστιανός φύλακας επέπληξε τότε δριμύτατα το δεσμοφύλακα και τον απείλησε ότι θα τον καταγγείλει στο πασά, επειδή επέτρεπε να εισέρχονται στη φυλακή παράνομα άνθρωποι ξένοι και να βασανίζουν τους φυλακισμένους. Έτσι, όταν μετά από λίγο ο γενίτσαρος ξαναήλθε στη φυλακή, φοβούμενος ο δεσμοφύλακας δεν του επέτρεψε την είσοδο. Αυτός τότε τον κατήγγειλε στον Αλή Εφέντη, ο οποίος τον κάλεσε και τον επέπληξε, γιατί παράκουσε τις διαταγές του. Ύστερα από αυτό το γεγονός, ο δεσμοφύλακας επέστρεψε οργισμένος στη φυλακή και ξέσπασε πάνω στην Κυράννα, την οποία κρέμασε και άρχισε να χτυπά αλύπητα. Μπροστά σε αυτό το θέμα όλοι οι φυλακισμένοι, ακόμη και οι Μωαμεθανοί, άρχισαν να διαμαρτύρονται και να καταφέρονται εναντίον του δεσμοφύλακος, ο οποίος άφησε την Αγία κρεμασμένη κι έφυγε. Ήταν 28 Φεβρουαρίου του 1751 μ.Χ.


Κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες ένα θείο φως κάλυψε ξαφνικά το σώμα της Αίας Κυράννας, η οποία άφηνε την τελευταία της πνοή, και ύστερα εξαπλώθηκε σε όλη την φυλακή. Μπροστά σε αυτό το θαύμα οι Χριστιανοί ευχαριστούσαν τον Κύριο, ενώ οι Μωαμεθανοί ενόμιζαν ότι ήταν φωτιά και τρομοκρατήθηκαν.


Ο Χριστιανός φύλακας, ο οποίος πήγε να κατεβάσει την κρεμασμένη Αγία, τη βρήκε νεκρή. Στο μεταξύ το φως είχε υποχωρήσει, αλλά παρέμενε σε όλο το χώρο μια άρρητη ευωδία. Ο φύλακας τότε, περιποιήθηκε το ιερό λείψανο της Μάρτυρος, το οποίο την επόμενη μέρα παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν έξω από τη Θεσσαλονίκη. Στο Συναξάρι της Νεομάρτυρος αναφέρεται ότι το σκήνωμα της Αγίας ενταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδή στο Κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής.


Ασματική ακολουθία της συνέγραψε ο Χριστόφορος Προδρομίτης.


Ως ημέρα της μνήμης της Νεομάρτυρος αναφέρεται σε Λαυρεωτικό Κώδικα η 1η Ιανουαρίου. Στην Όσσα όμως, η Αγία Κυράννα εορτάζεται στις 8 Ιανουαρίου. Αιτία αυτής της εορτολογικής μετατοπίσεως ίσως είναι το ότι ο εορτασμός της κατά τις 28 Φεβρουαρίου συχνά συνέπιπτε με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, περίοδο χαρμολύπης, ενώ στις 8 Ιανουαρίου επιπλέον οι κάτοικοι της Όσσας ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στο χωριό τους εξαιτίας των εορτών των Χριστουγέννων. Η μνήμη της Αγίας τιμάται πανηγυρικά και από τους Οσσαίους της Θεσσαλονίκης και στο ναό της Αχειροποιήτου κατά τη Κυριακή μετά τις 8 Ιανουαρίου.


Στο χωριό Όσσα, βρίσκεται ο Ιερός Ναός της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Κυράννας, που είναι και πολιούχος της κοινότητας, αφιερωμένος στη μνήμη της νεομάρτυρος Κυράννας. Ο ναός κτίστηκε το 1840 μ.Χ., όπως αναφέρει ο Αστέριος Θηλυκός ή το 1868 μ.Χ. σύμφωνα με επιγραφή κτίσεως. Σε αυτόν φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Αγίας Κυράννας, φιλοτεχνημένη γύρω στο 1870, από τον Χριστόδουλο Ιωάννου Ζωγράφο από την Σιάτιστα.


Ἀπολυτίκιον

Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.

Χαίρε Όσσης ο γόνος και θείον βλάστημα, Παρθενομάρτυς Κυράννα Νύμφη Χριστού του Θεού, η αθλήσασα στερρώς υστέροις έτεσι, και καθελούσα τον εχθρόν, καρτερία σταθε­ρά. Και νυν απαύστως δυσώπει, υπέρ των πίστει τιμώντων, την μακαρίαν σου άθλησιν.


Κοντάκιον

Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων.

Παρθενομάρτυς Κυράννα, νύμφη Χριστοῦ ἀληθῶς καλλιπάρθενε, τοὺς τῇ θερμῇ σου πρεσβείᾳ προστρέχοντας, παντοίων νόσων καὶ θλίψεων λύτρωσαι, καὶ δίδου ἡμῖν χαρὰν ἄληκτον.


Κάθισμα

Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.

Πρεσβείᾳ τῇ σῇ, προστρέχουσα ἑκάστοτε, Κυράννα σεμνή, λαμβάνει τὰ αἰτήματα, Ὄσσα ἡ σὲ βλαστήσασα, καὶ βοᾷ σοι ἀεὶ μετὰ πίστεως· ἐκ συμφορῶν με ἐν βίῳ πικρῶν, ἀπήμαντον Μάρτυς διαφύλαττε.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Κασσιανός ο Ρωμαίος

Ο Όσιος Κασσιανός γεννήθηκε στην Ρώμη από γονείς ευσεβείς και επιφανείς, οι οποίοι φρόντισαν να τον αναθρέψουν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Η γνωριμία και η συναναστροφή του, από την παιδική του ηλικία, με Αγίους ανθρώπους επέδρασε ευεργετικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του όλου τρόπου ζωής του. Σπούδασε την επιστήμη της φιλοσοφίας και της αστρονομίας και μελέτησε ιδιαίτερα τα συγγράμματα των Πατέρων και την Αγία Γραφή.


Ο Όσιος ακολούθησε το μοναχικό βίο, γενόμενος μοναχός σε μία σκήτη και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της Αιγύπτου και της Θηβαΐδας, της Νιτρίας, της Ασίας και της Καππαδοκίας. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει χαρακτηριστικά: «ὁ Ἅγιος μετέβη εἰς διαφόρους τόπους καὶ συνήντησε ἁγίους καὶ γνωστικωτάτους Ὁσίους καὶ τᾶς ἀρετᾶς ὅλων συναθροίζει εἰς τὸν ἐαυτόν του, ὡς ἄλλη φιλόπονος μέλισσα, ὥστε καὶ αὐτὸς ἔγινε εἰς τοὺς ἄλλους τύπος καὶ παράδειγμα παντὸς εἴδους ἀρετῆς. Ὅθεν ἀνώτερος τῶν παθῶν γενόμενος καὶ τὸν νοῦν καθαρίσας, ἐγνώρισε τὴν τελείαν κατὰ τῶν παθῶν νίκην».


Στον πρώτο τόμο της Φιλοκαλίας, περιλαμβάνονται δύο λόγοι του Οσίου Κασσιανού, «Πρὸς Κάστορα Ἐπίσκοπον, περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμῶν, γαστριμαργίας, πορνείας, φιλαργυρίας, ὀργῆς, λύπης, ἀκηδίας, κενοδοξίας καὶ ὑπερηφανείας» και «Πρὸς Λεόντιον ἡγούμενον, περὶ τῶν κατὰ τὴν Σκήτην ἁγίων Πατέρων καὶ λόγος περὶ διακρίσεως», που δείχνουν την καθαρότητα της ζωής του και το ορθόδοξο φρόνημά του και προξενούν μεγάλη ωφέλεια. Ο δε Όσιος Ιωάννης της Κλίμακος πλεέκι δίκαιο εγκώμιο στον Όσιο Κασσιανό στον περί υπακοής Λόγο του.


Ο Όσιος Κασσιανός κοιμήθηκε με ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τῆς σοφίας τὸν λόγοιν Πάτερ τοὶς ἔργοις σου, ἀσκητικῶς γεωργήσας ὡς οἰκονόμος πιστός, ἀρετῶν μυσταγωγεῖς τὰ κατορθώματα, σὺ γὰρ πράξας εὐσεβῶς, ἐκδιδάσκεις ἀκριβῶς, Κασσιανὲ θεοφόρε, καὶ τῷ Σωτήρι πρεσβεύεις, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής

Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής, έζησε και έδρασε επί αυτοκρατορίας Λέοντα Γ' του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) του εικονομάχου.


Από μικρή ηλικία ο Βασίλειος εγκατέλειψε τη κοσμική ζωή για να αφιερωθεί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την άσκηση. Αρχικά ζούσε σε κάποιο ερημητήριο τρέφοντας το πνεύμα του και την ψυχή του με τα δώρα της πίστεως και της αγάπης. Έγινε μαθητής και υποτακτικός του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου (τιμάται 27 Φεβρουαρίου). Όταν όμως οι περιστάσεις τον κάλεσαν, ανταποκρίθηκε με θαυμαστή προθυμία και υπερασπίσθηκε την Ορθοδοξία με θάρρος και παρρησία. Διώχθηκε σκληρά, για την άκαμπτη αντίστασή του και τη θαρραλέα συνηγορία υπέρ της ορθοδοξίας. Φυλακίστηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια.


Όταν πέθανε ο τύραννος Λέων, ο Όσιος Βασίλειος αφέθηκε ελεύθερος και επανήλθε στο ασκητήριό του για να συνεχίσει τους μοναχικούς τους αγώνες.


Μέγας αγωνιστής της Εκκλησίας, στρατευόταν συνεχώς για την ενίσχυση της ορθόδοξης πίστης, για τη διαφώτιση των αιρετικών, για τη στερέωση των πιστών και τη μετάνοια των αμαρτωλών. Έτσι οσιακά αγωνιζόμενος εκοιμήθη εν ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοὶς θείοις σου σκάμμασι, σὺ γὰρ ὁμολογία, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι' ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος, ἐντεῦθεν τῆς ἀσάλευτου βασιλείας ἠξίωσαι.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.

Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Βασίλειε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἐξ ὕψους λαβών, τήν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καί μονάσας ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τήν ἐνέργειαν, καί τάς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε παμμάκαρ Ἱερώτατε.

Κυριακή του Ασώτου

Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην πολύ διδακτική παραβολή του ασώτου υιού (Λουκ.15,13-32). Η παραβολή ομιλεί για ένα πλούσιο νέο ο όποιος άσωτα κατασπατάλησε την περιουσία του σε χώρα μακρινή και στο τέλος κατάντησε να βόσκει χοίρους. Τότε μετανόησε και επέστρεψε στον πατέρα του, που τον δέχθηκε με άπειρη αγάπη και στοργή.


Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: «Εἶπε δέ· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. ῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη». (Λουκ. 15, 11 - 32)


Απόδοση: «Υπήρχε κάποιος πατέρας που είχε δυο γιους. Ο δεύτερος, κάποια στιγμή, ζήτησε το μερίδιο της κληρονομιάς του και έφυγε σε μακρινές χώρες, όπου σπατάλησε την περιουσία του σε ασωτίες. Τα χρήματα κάποτε τελείωσαν και στην περιοχή έπεσε μέγας λιμός. Αναγκάστηκε να γίνει χοιροβοσκός και να προσπαθεί να χορτάσει από τις βρωμερές και ευτελείς τροφές των χοίρων. Μέσα στη δίνη του θυμήθηκε την αρχοντική ζωή στο πατρικό σπίτι. Θυμήθηκε πως ακόμα και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν ασύγκριτα καλλίτερη ζωή από τη δική του. Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει στο σπίτι του και να ζητήσει από τον πατέρα του να τον συγχωρήσει και να τον προσλάβει ως δούλο του. Όμως ο στοργικός πατέρας του τον δέχτηκε ως γιο του και τον περιποιήθηκε δεόντως, παρά τις διαμαρτυρίες του μεγάλου γιου του, διότι «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη».


Η παραβολή είναι ανεξάντλητη σε νοήματα, αφού, όπως λέγεται, ολόκληρο το έργο της Θείας Οικονομίας ευρίσκεται μέσα σ' αυτή. Το βαθύτερο νόημα της παραβολής είναι τετραπλό:

α. Η απελπιστική κατάσταση στην οποία φθάνει ο αμαρτωλός.

β. Η ανάγκη μετανοίας και τα σωτήρια αποτελέσματα της.

γ. Το μέγεθος της θείας Ευσπλαχνίας στην οποία μπορούν να στηρίζονται και οι πλέον αμαρτωλοί, ώστε να μη φθάνουν ποτέ στην απελπισία. Κανένα αμάρτημα, όσο μεγάλο κι αν θεωρείται, δεν μπορεί να υπερνικήσει τη φιλάνθρωπη γνώμη του Θεού και

δ. Η αποφυγή του αισθήματος της αυτάρκειας του δικαιωμένου, όπως θεωρούσε τον εαυτό του ο πρεσβύτερος υιός.


Εάν λοιπόν συναισθανθούμε την πραγματική πνευματική μας κατάσταση και με ειλικρίνεια ομολογήσουμε τα λάθη μας και την κατασπατάληση των ταλάντων πού μας χάρισε ο Θεός, θα καταλάβουμε ότι αυτή την Κυριακή όλοι μας εορτάζουμε και όλοι, κατά κάποιο τρόπο, είμαστε άσωτοι υιοί, απομακρυνθέντες από τον «Οίκον του Ουρανίου Πατρός μας».


Κοντάκιον

Ἦχος γ’.

Τῆς πατρῴας δόξης σου, ἀποσκιρτήσας ἀφρόνως, ἐν κακοῖς ἐσκόρπισα, ὅν μοι παρέδωκας πλοῦτον· ὅθεν σοι τὴν τοῦ Ἀσώτου, φωνὴν κραυγάζω· Ἥμαρτον ἐνώπιόν σου, Πάτερ οἰκτίρμον· δέξαι με μετανοοῦντα, καὶ ποίησόν με, ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου.


Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2021

Εὐαγγέλιον Κυριακής(τοῦ Ἀσώτου)

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΕ´ 11 - 32



Εἶπε δέ· Ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. 12 καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. 13 καὶ μετ’ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισεν τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. 14 δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὰ κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. 15 καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους· 16 καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. 17 εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ὧδε ἀπόλλυμαι! 18 ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· 19 οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. 20 καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα ἑαυτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. 21 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱὸς· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. 22 εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, 23 καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, 24 ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησεν, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. 25 Ἦν δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, 26 καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. 27 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει, καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. 28 ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. 29 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρὶ· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· 30 ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν. 31 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ’ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· 32 εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.



Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα


Διὰ νὰ κάμῃ δὲ σαφεστέραν καὶ περισσότερον καταληπτὴν τὴν ἀλήθειαν αὐτήν, εἶπε καὶ τὴν ἀκόλουθον παραβολήν· ἕνας ἄνθρωπος, ὁ Θεὸς δηλαδή, εἶχε δύο υἱούς. 12 Καὶ εἶπεν εἰς τὸν πατέρα ὁ μικρότερος υἱός, ποὺ εἰκονιζει τὸν ἀποστάτην ἁμαρτωλόν, ὁ ὁποῖος φεύγει ἀπὸ τὴν ὑπακοὴν καὶ προστασίαν τοῦ ἐπουρανίου Πατρός· Πατέρα, δός μου τὸ μερίδιον τῆς περιουσίας, ποὺ μοῦ ἀνήκει. Καὶ ἐμοίρασεν ὁ πατὴρ καὶ εἰς τοὺς δύο υἱοὺς τὴν περιουσίαν. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ καὶ εἰς τὸν ἁμαρτωλόν, ποὺ θέλει νὰ ζῇ μακρὰν ἀπὸ αὐτόν, παρέχει τὰ μέσα τῆς συντηρήσεως καὶ ὅλα ἐκεῖνα τὰ πνευματικὰ καὶ ὑλικὰ χαρίσματα, ποὺ ἐὰν αὐτὸς δὲν τὰ κατεχρᾶτο, θὰ τὸν ἔκαναν πραγματικῶς εὐτυχῆ καὶ μακάριον. 13 Καὶ ὁ νεώτερος υἱὸς ὕστερα ἀπὸ ὀλίγας ἡμέρας, ἀφοῦ ἐμάζευσεν ὅλα, ὅσα τοῦ ἔδωκεν ὁ πατέρας του, ἐταξίδευσεν εἰς μέρος μακρυνὸν καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν περιουσίαν του μὲ τὸ νὰ ζῇ βίον ἄσωτον καὶ παραλυμένον. Ἔτσι χωρίζουν καὶ τὸν ἁμαρτωλὸν αἱ ἁμαρτίαι του πολὺ μακρὰν ἀπὸ τὸν Θεόν, μὲ τὴν κατάχρησιν δὲ τῶν χαρισμάτων, ποὺ τοῦ ἔδωκεν ὁ οὐράνιος Πατήρ, ἑξαχρειώνεται καὶ διαφθείρεται. 14 Ὅταν δὲ ὁ νεώτερος υἱὸς ἐδαπάνησεν ὅλα, ὅσα εἶχεν, ἔγινε πεῖνα μεγάλη εἰς τὴν χώραν ἐκείνην καὶ αὐτὸς ἤρχισε νὰ στερῆται. Δὲν εἶναι δηλαδὴ ἀπεριόριστοι αἱ ἀπολαύσεις τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ αἰσθανθῇ τὴν ἀθλιότητα καὶ τὸ κενόν, ποὺ δημιουργεῖ εἰς τὴν καρδίαν του ὁ ἄσωτος βίος καὶ ἡ στέρησις τῆς θείας παρηγορίας. 15 Καὶ ὁ ἄσωτος υἱὸς λόγῳ τῶν στερήσεων καὶ τῆς πείνας του ἐπῆγε καὶ προσελήφθη δοῦλος ἀπὸ ἕνα ἐκ τῶν κατοίκων τοῦ τόπου ἐκείνου. Καὶ αὐτὸς τὸν ἔστειλε εἰς τὰ χωράφια του διὰ νὰ βόσκῃ χοίρους, ζῷα δηλαδὴ ἀκάθαρτα, ποὺ εἰς ἕνα Ἰουδαῖον, ὅπως ἦτο ὁ νεώτερος υἱός, ἐπροκάλουν τὴν ἀηδίαν καὶ τὴν ἀποστροφήν. Εἰς ποῖον ἐξευτελισμὸν καταπίπτει καὶ πόσον χάνει τὴν ἀξιοπρέπειάν του ὁ ταλαίπωρος ἁμαρτωλός ! 16 Καὶ ἐπεθύμει ὁ νεώτερος υἱὸς νὰ γεμίσῃ τὴν κοιλίαν του ἀπὸ τὰ ξυλοκέρατα, τὰ ὁποῖα ἔτρωγαν οἱ χοῖροι, καὶ κανεὶς δὲν τοῦ ἔδιδε, διότι οἱ ὑπηρέται, ποὺ ἔκαναν τὴν διανομήν, ἐπέβλεπον νὰ τρέφωνται οἱ χοῖροι μὲ αὐτά. 17 Εἰς κάποιαν ὅμως στιγμὴν συνῆλθεν οὗτος εἰς τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὴν μέθην καὶ τὴν τρέλλαν τῆς ἁμαρτίας καὶ εἶπε· πόσοι μισθωτοὶ τοῦ πατέρα μου ἔχουν ἄφθονον καὶ περισσεύοντα τὸν ἄρτον, ἐγὼ δὲ κινδυνεύω νὰ χαθῶ ἀπὸ τὴν πεῖναν; Τὸ πρῶτον βῆμα τῆς μετανοίας, ἡ ὑπὸ τοῦ ἁμαρτωλοῦ συναίσθησις τῆς ἀθλιότητός του. 18 Εἰς τὴν συναίσθησιν αὐτὴν ἐπακολουθεῖ καὶ ἡ σωτηριώδης ἀπόφασις. Θὰ σηκωθῶ, λέγει ὁ ἄσωτος, καὶ θὰ ὑπάγω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ θὰ τοῦ εἴπω· Πατέρα, ἡμάρτησα εἰς τὸν οὐρανόν, ὅπου ἐκτελεῖται μετ’ εὐλαβείας τὸ θεῖον θέλημα ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι καὶ ἀξιοῦν ὅλα τὰ κτίσματα νὰ συμμορφοῦνται πρὸς αὐτό, ὅπως σομμορφοῦνται καὶ αὐτοί, λυποῦνται δὲ διὰ τὴν ἀποστασίαν κάθε ἀνθρώπου· ἡμάρτησα καὶ ἐνώπιόν σου, διότι ἐπεριφρόνησα τὴν στοργήν σου καὶ δὲν ἐλογάριασα τὴν λύπην, ποὺ ἐδοκίμαζες, ὅταν ἔφευγα μακρὰν ἀπὸ σέ. 19 Καὶ δὲν εἶμαι πλέον ἄξιος νὰ ὀνομασθῶ υἱός σου. Δὲν ἔχω τὴν ἀξίωσιν, οὔτε ὡς μόνιμος δοῦλος σου παραμένων διαρκῶς ἐν τῇ οἰκίᾳ σου νὰ προσληφθῶ. Κάμε με σὰν ἕνα ἀπὸ τοὺς μισθωτούς σου. 20 Καὶ ἡ σωτηριώδης ἀπόφασις ἐτέθη εἰς ἐνέργειαν. Ὁ ἄσωτος ἐσηκώθη καὶ ἦλθεν εἰς τὸν πατέρα του. Καὶ ἐνῷ αὐτὸς ἀπεῖχεν ἀκόμη μακράν, τὸν εἶδεν ὁ πατέρας του καὶ τὸν ἐλυπήθη καὶ ἀφοῦ ἔτρεξεν εἰς προυπάντησιν αὐτοῦ, ἔπεσεν εἰς τὸν τράχηλόν του καὶ ἐναγκαλισθεὶς αὐτὸν τὸν ἐφίλησε μὲ πόθον καὶ στοργήν. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ ὄχι μόνον δέχεται τὸν διὰ τῆς μετανοίας ἐπιστρέφοντα ἁμαρτωλόν, ἀλλὰ καὶ προτοῦ ἀκόμη πλησιάσῃ αὐτὸς πρὸς τὸν Θεόν, σπεύδει ὁ Θεὸς πρὸς ἀναζήτησίν του καὶ τὸν ἐναγκαλίζεται μὲ στοργήν. 21 Παρὰ τὴν στοργὴν ὅμως τοῦ Πατρός, καὶ παρὰ τὴν ἐπελθοῦσαν συνδιαλλαγήν, ὁ υἱὸς συντετριμμένος ἔκαμε τὴν ἐξομολόγησίν του καὶ εἶπε: Πατέρα, ἡμάρτησα εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ δὲν εἶμαι πλέον ἄξιος νὰ ὀνομασθῶ υἱός σου. 22 Ὁ πατέρας δὲ τότε τὸν διέκοψε καὶ εἶπεν εἰς τοὺς δούλους του· Βγάλετε ἔξω τὴν πιὸ καλὴν φορεσιάν, ἀπὸ ὅσας ἔχομεν, φορεσιὰν ὁμοίαν πρὸς ἐκείνην, ποὺ ἐφοροῦσε προτοῦ φύγῃ ἀπὸ τὸ σπίτι μου. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὸς θὰ ἐντρέπεται εἰς τὴν κατάστασιν ποὺ εἶναι, νὰ τὴν φορέσῃ, ἐνδύσατέ τον σεῖς, διὰ νὰ μὴ εἶναι πλέον γυμνὸς καὶ κουρελιάρης. Καὶ δώσατε δακτυλίδιον εἰς τὸ χέρι του νὰ τὸ φορῇ, ὅπως φοροῦν οἱ κύριοι καὶ οἱ ἐλεύθεροι. Δώσατέ του καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, νὰ μὴ περιπατῇ ἀνυπόδητος ὅπως οἱ σκλάβοι. Τὸν ἀποκαθιστῶ δηλαδὴ ἐξ ὁλοκλήρου είς τὴν θέσιν καὶ τὰ δικαιώματα, ποὺ εἶχε προτοῦ ἀσωτεύσῃ. 23 Καὶ ἐπὶ πλέον διατάσσω νὰ φέρετε καὶ νὰ σφάξετε ἐκεῖνο ἀπὸ τὰ μοσχάρια, ποὺ τὸ τρέφομεν ξεχωριστὰ διὰ κάποιαν χαρμόσυνον καὶ ἐξαιρετικὴν περίστασιν. Καὶ ἀφοῦ φάγωμεν, ἀς χαρῶμεν καὶ ἀς διασκεδάσωμεν μὲ τραγούδια καὶ μὲ χορούς. 24 Διότι ὁ υἱός μου αὐτὸς ἕως πρὸ ὀλίγου ἦτο πεθαμένος καὶ ἑξαναζωντάνευσε· καὶ ἦτο χαμένος καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρχισαν νὰ εὐφραίνωνται. 25 Ὁ μεγαλύτερος δὲ υἱός, πρὸς τὸν ὁποῖον ὠμοίαζον οἱ Φαρισαῖοι, ἦτο εἰς τὸ χωράφι. Καὶ καθὼς ἤρχετο καὶ ἐπλησίαζεν εἰς τὸ σπίτι, ἤκουσεν ὄργανα καὶ τραγούδια καὶ χορούς. 26 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσεν ἕνα ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτας, ποὺ ἐστέκοντο ἀπ’ ἔξω, ἠρώτα νὰ μάθῃ σὰν τὶ τάχα νὰ ἦσαν αὐτά; 27 Αὐτὸς δὲ τοῦ εἶπεν· ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἦλθε καὶ ὁ πατέρας σου ἔσφαξε τὸ μοσχάρι τὸ θρεφτό, διότι τοῦ ἦλθε πάλιν ὑγιὴς 28 Ὅπως δὲ οἱ Φαρισαῖοι ἐσκανδαλίζοντο, ὅταν ἔβλεπαν τὸν Κύριον νὰ συναναστρέφεται καὶ νὰ διδάσκῃ τοὺς ἁμαρτολους, ἔτσι καὶ ὁ μεγαλύτερος υἱὸς ἐθύμωσε καὶ δὲν ἤθελε να ἔμβῃ εἰς τὸ σπίτι. Ὁ πατέρας του λοιπὸν μὲ τὴν αὐτὴν στοργήν, ποὺ ἐδέχθη τὸν νεώτερον, ἐβγῆκε καὶ εἰς αὐτὸν καὶ τὸν παρεκάλει. 29 Ἀλλ’ ὁ μεγαλύτερος υἱὸς ἀπεκρίθη καὶ εἶπε πρὸς τὸν πατέρα· Ἰδού, τόσα χρόνια σὲ δουλεύω καί ποτὲ προσταγὴν δὲν παρέβην. Καὶ δὲν μοῦ ἔδωκες ποτὲ οὔτε ἕνα ἐρίφιον διὰ εὐφρανθῶ μὲ τοὺς φίλους μου. (Πόσον ὁ πρεσβύτερος υἱὸς πλανᾶται ! Ἐὰν ὑπῆρξε τόσον πειθαρχικὸς πρὸς τὸν πατέρα πῶς τώρα μετὰ τόσου πείσματος παρακούει αὐτόν; Πότε δὲ ζήτησεν ἐρίφιον παρὰ τοῦ πατρὸς καὶ ὁ πατὴρ δὲν τοῦ ἔδωκε;). 30 Ὅταν δὲ ἦλθεν ὁ προκομμένος αὐτὸς υἱός σου, ποὺ κατέφαγε τὴν περιουσίαν σου μὲ πόρνας, ἔσφαξες δι’ αὐτὸν τὸ μοσχάρι, ποὺ τὸ εἴχαμεν θρεφτάρι. Δηλαδὴ ὁ μεγαλύτερος υἱὸς μετεχειρίσθη τὴν ἀλαζονικὴν γλῶσσαν τῶν Φαρισαίων, ποὺ περιφρονοῦσαν τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ἐνόμιζαν, ὅτι μόνον αὐτοὶ ὡς δίκαιοι εἶχαν δικαιώματα ἐπὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. 31 Καὶ ὁ πατέρας τότε τοῦ εἶπε· Παιδί μου, σὺ εἶσαι πάντα μαζί μου. Καὶ ὅλα ὅσα ἔχω, ἰδικά σου εἶναι. 32 Ἔπρεπε δὲ καὶ σὺ νὰ εὐφρανθῇς καὶ νὰ χαρῇς, διότι ὁ ἀδελφός σου αὐτός, διὰ τὸν ὁποῖον μὲ τόσην περιφρόνησιν ὁμιλεῖς ἦτο νεκρὸς καὶ ἔζησε πάλιν· καὶ χαμένος ἦτο καὶ εὑρέθη.

Ἀπόστολος Κυριακής

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ϛ´ 12 - 20



12 Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ’ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ’ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος. 13 τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ, καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει. τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι· 14 ὁ δὲ Θεὸς καὶ τὸν Κύριον ἤγειρε καὶ ἡμᾶς ἐξεγερεῖ διὰ τῆς δυνάμεως αὐτοῦ. 15 οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν; ἄρας οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; μὴ γένοιτο. 16 ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ὁ κολλώμενος τῇ πόρνῃ ἓν σῶμά ἐστιν; ἔσονται γάρ, φησίν, οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν· 17 ὁ δὲ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι. 18 φεύγετε τὴν πορνείαν. πᾶν ἁμάρτημα ὃ ἐὰν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει. 19 ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν ἁγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπὸ Θεοῦ, καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν; 20 ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς· δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ.


Ερμηνευτική απόδοση 


Ἂς ἐπανέλθω τώρα εἰς τὸ ζήτημα τὸ ἠθικόν. Ὅλα ἔχω ἐξουσίαν νὰ τὰ πράττω, δὲν συμφέρουν ὅμως ὅλα. Ὅλα εἶναι εἰς τὴν ἐξουσίαν μου, ἀλλ’ ἐγὼ δὲν θὰ ἐξουσιασθῶ καὶ δὲν θὰ γίνω δοῦλος εἰς τίποτε. 13 Τὰ φαγητὰ ἔχουν γίνει διὰ τὴν κοιλίαν καὶ ἡ κοιλία διὰ τὰ φαγητά. Ὁ Θεὸς δὲ θὰ καταργήσῃ εἰς τὴν μέλλουσαν ζωὴν καὶ αὐτὴν καὶ ἐκεῖνα. Ἠμπορεῖτε λοιπὸν νὰ τρώγετε ὅ,τι ἐπιθυμεῖτε, ἀρκεῖ μόνον να μὴ γίνεσθε δοῦλοι τοῦ φαγητοῦ καὶ τῆς κοιλίας. Δὲν ἰσχύει ὅμως τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴν γενετήσιον ἐπιθυμίαν. Διότι τὸ σῶμα δὲν ἔχει γίνει διὰ τὴν πορνείαν, Ἀλλὰ διὰ τὸν Κύριον διὰ νὰ τοῦ ἀνήκῃ ὡς μέλος του. Καὶ ὁ Κύριος εἶναι διὰ τὸ σῶμα, διὰ νὰ κατοικῇ εἰς αὐτό. 14 Τὸ ὅτι δὲ τὸ σῶμα διὰ τοῦ θανάτου διαλύεται, δὲν ἔχει σημασίαν. Ὁ Θεὸς καὶ τὸν Κύριον ἀνέστησε καὶ ἡμᾶς ὅλους θὰ ἀναστήσῃ διὰ τῆς δυνάμεώς του. 15 Ναί· τὸ σῶμα δὲν ἔγινε διὰ τὴν πορνείαν, ἀλλὰ διὰ τὸν Κύριον. Δὲν ἠξεύρετε, ὅτι τὰ σώματα σας εἶναι μέλη τοῦ Χριστοῦ; Νὰ ἀποσπάσω λοιπὸν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ τὰ κάμω πόρνης μέλη; Μὴ γένοιτο ποτὲ νὰ τὸ κάμω. 16 Ἢ δὲν ἠξεύρετε ὅτι ἐκεῖνος,ποὺ συνδέεται στενῶς καὶ προσκολλᾶται πρὸς τὴν πόρνην εἶναι ἕνα σῶμα μὲ αὐτήν; Διότι λέγει ἡ Γραφή· θὰ γίνουν οἱ δύο μία βάρκα. 17 Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ προσκολλᾶται εἰς τὸν Κύριον, γεμίζει ὁλόκληρος καὶ διευθύνεται ὁλόκληρος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου καὶ γίνεται ἓν πνεῦμα μὲ αὐτόν. 18 Φεύγετε μακρὰν ἀπὸ τὴν πορνείαν. Κάθε ἁμάρτημα, ποὺ θὰ κάμῃ τυχὸν ὁ ἄνθρωπος, δὲν βλάπτει τόσον ἀμέσως καὶ κατ’ εὐθεῖαν τὸ σῶμα. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ πορνεύει, ἁμαρτάνει εἰς τὸ ἴδιόν του τὸ σῶμα, διότι μὲ τὴν παράνομον μῖξιν μολύνει ἀμέσως καὶ πληγώνει αὐτὴν τὴν ρίζαν τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἀνθρώπων καὶ συντελεῖ εἰς τὴν διάλυσιν τῆς οἰκογενείας. 19 Ἢ δὲν ἠξεύρετε, ὅτι τὸ σῶμα σας εἶναι ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖον κατοικεῖ μέσα σας καὶ τὸ ἔχετε λάβει ἀπὸ τὸν Θεόν, καὶ συνεπῶς δὲν ἀνήκετε εἰς τὸν ἑαυτόν σας; 20 Ναί· δὲν ὁρίζετε τὸν ἑαυτόν σας. Διότι ἑξαγορασθήκατε μὲ τίμημα βαρύ, μὲ τὸ ἀτίμητον αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀποφεύγετε λοιπὸν κάθε αἰσχρὰν πρᾶξιν, ποὺ γίνεται μὲ τὸ σῶμα· καὶ ἀποδιώκετε κάθε πονηρὰν σκέψιν καὶ ἐπιθυμίαν ἀπὸ τὸ πνεῦμα σας. Καὶ ἔτσι δοξάσατε τὸν Θεόν μὲ τὸ σῶμα σας καὶ μὲ τὸ πνεῦμα σας, τὰ ἀνήκουν εἰς τὸν Θεόν.

Όσιος Τίτος ο Πρεσβύτερος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου

Ο Όσιος Τίτος γεννήθηκε στη Ρωσία και ασκήτευε στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Η ιερατική του βιοτή ήταν θεοφιλής και ισάγγελη, ενώ η αγάπη του προς όλους τους αδελφούς ανιδιοτελής και ανυπόκριτη.


Τότε ζούσε στη Λαύρα και ένας διάκονος, που ονομαζόταν Ευάγριος. Ο μισόκαλος διάβολος, που πάντοτε σπείρει ζιζάνια, έσπειρε έχθρα ανάμεσα στον Όσιο Τίτο και το διάκονο Ευάγριο. Και ενώ πρώτα έτρεφαν ο ένας για τον άλλο βαθιά αμοιβαία αγάπη, έφθασαν τώρα να μην θέλουν ούτε να ιδωθούν. Τόσο πολύ μάλιστα τους σκότισε η οργή και η μνησικακία, ώστε, όταν θυμίαζε ο ένας στο ναό, ο άλλος έφευγε. Και αν δεν έφευγε, ο πρώτος τον προσπερνούσε χωρίς να τον θυμιάσει.


Έχοντας βυθιστεί σε τέτοιο σκοτάδι εμπάθειας οι δύο αδελφοί, τολμούσαν να λειτουργούν και να προσφέρουν τα Τίμια Δώρα και να κοινωνούν, ξεχνώντας την εντολή του Κυρίου που λέγει: «Εάν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και εκεί ενθυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίων σου, άφησε εκεί το δώρο σου μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε, πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδελφό σου, και τότε αφού έλθεις πρόσφερε το δώρο σου».


Κάποτε ο Όσιος Τίτος αρρώστησε πολύ σοβαρά. Είχα μάλιστα φθάσει στα πρόθυρα του θανάτου, όταν άρχισε ξαφνικά να κλαίει και να θρηνεί για την αμαρτία του. Αμέσως παρακάλεσε τους μοναχούς να καλέσουν τον Ευάγριο, για να συγχωρεθούν. Εκείνος όμως, όχι μόνο δεν δέχθηκε να συγχωρέσει τον ετοιμοθάνατο αδελφό, αλλά άρχισε να τον καταριέται. Τότε τον άρπαξαν και τον έφεραν διά της βίας στον Όσιο, για να ειρηνεύσουν. Μόλις τον είδε ο Όσιος Τίτος ανασηκώθηκε με δυσκολία και τον ικέτευσε κλαίγοντας να τον ευλογήσει. Ο ανελέητος Ευάγριος αποστράφηκε άσπλαχνα τον Όσιο και δήλωσε μπροστά σε όλους, ότι ποτέ δεν πρόκειται να συμφιλιωθεί μαζί του ούτε στην παρούσα ζωή ούτε στην άλλη. Δεν πρόλαβε όμως να τελειώσει τον λόγο του και έπεσε κάτω! Οι πατέρες έτρεξαν να τον σηκώσουν, αλλά διαπίστωσαν πως ήταν νεκρός. Το σώμα του αμέσως πάγωσε σαν μάρμαρο. Την ίδια στιγμή ο Όσιος Τίτος σηκώθηκε όρθιος, εντελώς υγιής, σαν να μην είχε αρρωστήσει ποτέ. Με φρίκη και δέος αντίκρισαν όλοι τον άδοξο θάνατο του μνησίκακου Ευαγρίου και την θαυματουργική ίαση του Αγίου.


Ο Όσιος Τίτος, μετά την συγκλονιστική αυτή εμπειρία, απομάκρυνε για πάντα από τη ζωή του, όχι μόνο την εξωτερική οργή, αλλά και κάθε κακό λογισμό για οποιονδήποτε αδελφό, μέχρι την ημέρα που κοιμήθηκε ειρηνικά και παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό. Ήταν το έτος 1190 μ.Χ.

Όσιος Ραφαήλ Επίσκοπος Μπρούκλυν

Ο Όσιος Ραφαήλ γεννήθηκε στη Συρία το έτος 1860 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς, τον Μιχαήλ Χαβαβίνυ και τη Μάριαμ, θυγατέρα του ιερέως της Δαμασκού. Την ημέρα της εορτής των Θεοφανείων του 1861 μ.Χ. βαπτίσθηκε και ονομάσθηκε Ραφαήλ.


Σπούδασε στη θεολογική σχολή της Χάλκης και χειροτονήθηκε διάκονος στις 8 Δεκεμβρίου του 1885 μ.Χ. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στη θεολογική ακαδημία του Κιέβου. Με την ευλογία του Πατριάρχη Αντιοχείας Σίλβεστρο, διευθυντή της ακαδημίας και ένα μήνα αργότερα έλαβε το οφίκιο του αρχιμανδρίτη από τον Μητροπολίτη Μόσχας Ιωαννίκιο. Ως πρεσβύτερος πλέον ανέλαβε καθήκοντα εξάρχου του Πατριαρχείου Αντιοχείας στη Ρωσία.


Ο ιεραποστολικός ζήλος οδήγησε τα βήματά του στην Αμερική. Έφθασε στη Νέα Υόρκη στις 2 Νοεμβρίου 1895 μ.Χ. και ανέλαβε ως βοηθός του Επισκόπου Νικολάου. Ανέλαβε σημαντικό ιεραποστολικό έργο και ασχολήθηκε με τη συγγραφή θεολογικών βιβλίων καθώς και με την ανέγερση νέων ναών.


Το έτος 1903 μ.Χ. η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας τον εξέλεξε Επίσκοπο Μπρούκλυν και του ανέθεσε το ιεραποστολικό έργο στη Βόρειο Αμερική.


Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1915 μ.Χ.

Όσιος Τίτος ο στρατιώτης

Ο Όσιος Τίτος πριν γίνει μοναχός ήταν στρατιώτης. Κάποτε, εξαιτίας ενός σοβαρού τραυματισμού, ασθένησε βαριά και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον στρατό και να εγκαταβιώσει στα Σπήλαια της Λαύρας του Κιέβου. Εκεί, αφού πέρασε την υπόλοιπη ζωή με προσευχές και μετάνoιες κοιμήθηκε με ειρήνη περί τον 11ο αιώνα μ.Χ. Η μνήμη του Οσίου Τίτου επαναλαμβάνετε στις 27 Ιανουαρίου.


Άγιος Λέανδρος Επίσκοπος Σεβίλλης

Ο Άγιος Λέανδρος, Επίσκοπος Σεβίλλης της Ισπανίας, διδάσκαλος της Εκκλησίας και φωτιστής των Ισπανών, έζησε τον 6ο μ.Χ. αιώνα και ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογενείας. Ο πατέρας του ήταν δούκας και καταγόταν από βυζαντινή γενιά, ενώ η μητέρα του ήταν πρωτότοκη κόρη του Βησιγότθου βασιλέως Λεβιγκίντ, που βασίλευε στην Σεβίλλη, την πρωτεύουσα του βασιλείου των Βησιγότθων.


Πολύ νωρίς ακολούθησε τον μοναχικό βίο και διακρίθηκε για την μόρφωση και τις αρετές του. Γι' αυτούς τους λόγους η Εκκλησία τον κατέστησε Επίσκοπο το έτος 579 μ.Χ. Ίδρυσε θεολογική σχολή με σκοπό τη διάδοση της Ορθοδοξίας, αλλά και την καλλιέργεια των επιστημών και των τεχνών γενικά, μέσα στο λαό του τότε βάρβαρου ακόμα βασιλείου. Οι δυο βασιλόπαιδες Χερμενεγκίλντ και Ρεκαρέντ, ανεψιοί του από την πλευρά της μητέρας του, ήταν μεταξύ των μαθητών του Αγίου Λεάνδρου. Ο Χερμενεγκίλντ ανατράφηκε με τα νάματα της Ορθοδοξίας. Η πίστη του στην Εκκλησία δυναμώθηκε πιο πολύ χάρη στην ευσεβή σύζυγό του Ίνγκαρντ, θυγατέρα του βασιλέως των Φράγκων Σιγεβέρτου.


Όταν ο πατέρας του, μεταφέροντας την πρωτεύουσά του στο Τολέδο, του όρισε για διαμονή του τη Σεβίλλη, ξέσπασε διωγμός κατά των Ορθοδόξων. Ο αιρετικός Λέβεγκίλντ ήλθε σε σύγκρουση με τον Ορθόδοξο γιο του Χερμενεγκίλντ. Ήταν τέτοια η ένταση του διωγμού και της μανίας των αιρετικών, που όπως γράφεται δεν έβλεπε κανείς πουθενά ελεύθερο άνθρωπο και η ίδια η γη έχασε την παλαιά της γονιμότητα. Ο αιρετικός βασιλέας πολιόρκησε την Σεβίλλη και έκλεισε σε σκοτεινή φυλακή τον υιό του, όπου και τον στραγγάλισε την ημέρα του Πάσχα του 586 μ.Χ.


Την εποχή αυτή, λίγο πριν εξορισθεί και αυτός μαζί με άλλους ομολογητές της Ορθοδοξίας, ο Άγιος Λέανδρος έφυγε στην Κωνσταντινούπολη, για να ζητήσει τη βοήθεια του αυτοκράτορα. Εκεί γνώρισε τον Άγιο Γρηγόριο τον Μέγα, τον Διάλογο, και συνδέθηκε μαζί του με δυνατή φιλία. Όταν ο διωγμός κατά των Ορθοδόξων έφθασε στα άκρα, ο βασιλιάς Λέβεγκιλντ προσβλήθηκε από θανατηφόρο ασθένεια, άλλαξε στάση, προσκάλεσε τον Άγιο Λέανδρο στην επιθανάτια κλίνη του και, αφού μετανόησε, τον παρακάλεσε να κατευθύνει το διάδοχό του Ρεκαρέντ προς την αληθινή Ορθόδοξη πίστη. Ο νέος βασιλέας, υπάκουος στον παλαιό διδάσκαλό του, μεταστράφηκε και ανέλαβε αμέσως να συγκαλέσει την Τρίτη εν Τολέδω Σύνοδο, όπου ανέγνωσε ενώπιον όλων την ομολογία πίστεως στις αποφάσεις της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας και ανακοίνωσε ότι οι λαοί των Γότθων και Σουέβων, ενωμένοι, επανέρχονται στην ενότητα της Εκκλησίας. Ο Άγιος Λέανδρος, ο οποίος υπήρξε πρόεδρος αυτής της Συνόδου, αφιέρωσε πλέον την υπόλοιπη ζωή του στη διδασκαλία του ποιμνίου του με το φωτισμένο του παράδειγμα κατ' αρχήν, αλλά και με τα εμπνευσμένα γραπτά του. Προετοίμασε ακόμη τον αδελφό του, Άγιο Ισίδωρο (βλέπε 4 Απριλίου), να γίνει διάδοχός του στο θρόνο της Σεβίλλης και η δόξα της Εκκλησίας της Ισπανίας. Βοήθησε ακόμη την αδελφή του, Αγία Φλωρεντίνη, να γίνει ιδρύτρια και ηγουμένη σαράντα μονών με χιλιάδες μοναχές, γράφοντας γι' αυτήν μοναχικό τυπικό που από τότε καλείται «Κανὼν τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου». Οργάνωσε, επίσης, τη Θεία Λατρεία της Εκκλησίας της Ισπανίας, που λειτουργικά ονομάζεται «μοζαραβικῆ».


Ο Άγιος Επίσκοπος της Σεβίλλης, αφού υπέμεινε πολλές αντιξοότητες και δοκιμασίες, παρέδωσε την αγία ψυχή του στον Κύριο το 600 ή 601 μ.Χ. (πιθανώς στις 13 Μαρτίου).

Άγιοι Αβουδάντιος, Αλέξανδρος, Αντίγονος, Καλανός, Ιανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός και Φουρτουνάτος

Οι Άγιοι Αβουδάντιος (ή Αβούνδιος ή Αβούδιμος), Αλέξανδρος, Αντίγονος, Καλανός, Ιανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός και Φουρτουνάτος (ή Φορτουνίων ή Φορτούνιος), μαρτύρησαν στην Θεσσαλονίκη, μαζί με άλλους Χριστιανούς, επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 - 305 μ.Χ.).


Η πληροφορία αυτή καταγράφεται σε αρχαία Μαρτυρολόγια. Ο αριθμός των Μαρτύρων και τα ονόματά τους ποικίλουν από χειρόγραφο σε χειρόγραφο. Δεν υπάρχει ωστόσο κανένα επιπλέον στοιχείο για το μαρτύριό τους.

Άγιος Ηλίας ο Νεομάρτυρας ὁ ἐκ Τραπεζοῦντος

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ηλίας καταγόταν από το Κρυονέρι Τραπεζούντας και ήταν υιός του ιερέως Κωνσταντίνου. Συνελήφθη και βασανίστηκε στο Μόλο της Τραπεζούντας (Μουμ Χανέ), το έτος 1749 μ.Χ. και τελικά απαγχονίστηκε. Το άγιο λείψανο αυτού το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν στη μονή Θεοσκεπάστου.


Όσιοι Ασκληπιός και Ιάκωβος

Το βίο των Οσίων Ασκληπιού και Ιακώβου συνέγραψε ο Θεοδώρητος Κύρου στη Φιλόθεο Ιστορία του.


Ο Όσιος Ασκληπιός ήταν μαθητής του Αγίου Πολυχρονίου (τιμάται 23 Φεβρουαρίου), που διακόνησε τον Όσιο Ζεβινά και μιμήθηκε κατά πάντα τον Γέροντα αυτού στην άσκηση.


Ο Όσιος Ιάκωβος, μετά από πολλά χρόνια ασκήσεως και ερημιτικού βίου, σε πολύ μεγάλη ηλικία κλείσθηκε σε κελί κοντά στην πόλη Νιμουζάν, χωρίς να βλέπει κανέναν και τίποτα.


Έτσι αφού έζησαν, κοιμήθηκαν οσίως με ειρήνη.




Όσιος Θαλλελαίος

Ο Όσιος Θαλλελαίος καταγόταν από την Κιλικία και ασκήτευε έξω από την πόλη Γάβαλα της Συρίας. Εκεί υπήρχε ειδωλολατρικός ναός, που συνέρρεαν πολλοί. Ο Θαλλέλαιος αυτό το εκμεταλλεύτηκε, εργαζόμενος για τη διαφώτιση και την προσέλκυση στη χριστιανική πίστη πολλών ειδωλολατρών.


Ήταν γεμάτος ταπεινοφροσύνη και ποτέ δεν υπερηφανεύτηκε για τα πνευματικά του κατορθώματα. Ήταν όμως και φοβερά πολυμήχανος, προκειμένου να φέρει ψυχές κοντά στο Χριστό. Κάποτε μάλιστα, είχε κατασκευάσει ένα ιδιόρρυθμο κρεμαστό κρεβάτι. Αυτό διαδόθηκε σ' όλη την περιοχή, με αποτέλεσμα να τον επισκέπτονται πολλοί ειδωλολάτρες. Από 'κει ψηλά λοιπόν ο Θαλλέλαιος, άρχιζε συζήτηση μαζί τους και έτσι έριχνε τα πνευματικά του δίχτυα, που έπιαναν πολλές ψυχές και τις έσωζε. Μ' αυτόν τον τρόπο κατόρθωσε να εκχριστιανίσει μια ολόκληρη πόλη, τα Γάβαλα, και να γίνει πνευματικός της πατέρας με τη χάρη του Ιησού Χριστού.

Όσιος Στέφανος

Ο Όσιος Στέφανος ήταν κοιτωνίτης του βασιλέως Μαυρικίου. Έζησε ασκητικά και ίδρυσε το γηροκομείο του Αρματίου, όπου υπήρχε και ναός της Θεοτόκου και του Σάγματος. Κοιμήθηκε με ειρήνη.

Άγιος Γελάσιος ο μίμος

Ο Άγιος Γελάσιος ήταν μίμος (ηθοποιός) στο επάγγελμα. Όταν διατάχθηκε να εμπαίξει το βάπτισμα των Χριστιανών, ως ο από μίμων Πορφύριος (τιμάται 4 Νοεμβρίου), βαπτίσθηκε και τελειώθηκε διά ξίφους.

Απολυτίκιο Οσίου Εφραίμ Κατουνακιώτου

Άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης

Ο παπα-Εφραίμ Κατουνακιώτης γεννήθηκε το 1912 στο Αμπελοχώρι Θηβών. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιωάννης Παπανικήτας και η μητέρα του Βικτωρία. Το κοσμικό όνομά του ήταν Ευάγγελος. Στη Θήβα, όπου είχε μετακομίσει η οικογένεια του, σε σπιτικό κοντά στον περικαλλή Ναό της Μεγάλης Παναγίας τελείωσε το Γυμνάσιο αλλά η Χάρις του Θεού έκλεινε στον Ευάγγελο τις κοσμικές θύρες της αποκατάστασης.


Η ζωή του Ευάγγελου ήταν καλογερική. Αγωνιζόταν πνευματικά με την ευχή του Ιησού, τις μετάνοιες, την νηστεία και κυρίως με την υπακοή. Η μητέρα του αξιώθηκε να λάβει πληροφορία από τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο ότι το θέλημα του υιού της να γίνει μοναχός ήταν και θέλημα Θεού και πως ο Ευάγγελος θα τιμήσει την μοναχική ζωή! Στη Θήβα γνώρισε τους Μοναχούς και μετέπειτα Γεροντάδες του τον Eφραίμ και τον Νικηφόρο που κατάγονταν από το Πυρί, προάστιο της πόλης.


Την 14η Σεπτεμβρίου 1933 ο Ευάγγελος άφησε τον κόσμο ήλθε στην έρημο του Αγίου Όρους στα Κατουνάκια, στο Ησυχαστήριο του Οσίου Εφραίμ του Σύρου και έβαλε μετάνοια στην συνοδεία των Γεροντάδων Εφραίμ και Νικηφόρου. Μετά την δοκιμασία του εκάρη μικρόσχημος μοναχός με το όνομα Λογγίνος. Το 1935 έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από τον Γέροντα του Νικηφόρο και έλαβε το όνομα Εφραίμ. Τον επόμενο χρόνο χειροτονήθηκε Ιερέας.


Αξιώθηκε να γνωρίσει τον “πρύτανη” της ησυχαστικής ζωής τον διορατικό, προορατικό και νέο Άγιο Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή (1898 -1959) και συνδέθηκε πνευματικά μαζί του με την ευλογία του Γέροντά του Νικηφόρου. Ο Γέροντας Ιωσήφ με την σειρά του είχε διδαχθεί την απλανή πνευματική ζωή από τους περίφημους ησυχαστές μοναχό Καλλίνικο και Ιερομόναχο Δανιήλ.


Ο Όσιος Εφραίμ διαχώρισε την γνήσια υπακοή από την “αρρωστημένη” συμβουλεύοντας κοινοβιάτη μοναχό να κάνει υπακοή στον Γέροντα του όχι σαν “ζώο”, αλλά από αγάπη και ζήλο Θεού.


Ο άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής έδωσε ένα πρόγραμμα ησυχαστικής ζωής στον παπα-Εφραίμ, για να καλλιεργεί την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησoν με», ώστε να έχει “φυλακή των αισθήσεων” και τον οδήγησε στην κάθαρση της καρδίας και τον θείο φωτισμό.


Ο παπα-Εφραίμ με την ευλογία του Γέροντος Ιωσήφ εντρύφησε στην «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών» και ελάμβανε τις συμβουλές των Νηπτικών Πατέρων για τον αγώνα του.


Το 1973 εκοιμήθη ο Γέροντάς του Ιερομόναχος Νικηφόρος (ο Θηβαίος). Το 1980 τήρησε την εντολή του Γέροντος Ιωσήφ να αποκτήσει Συνοδεία μετά τον θάνατο του παπα-Νικηφόρου.


Ο Όσιος Εφραίμ πολέμησε τον μεγάλο εχθρό της πνευματικής ζωής την κενοδοξία. Οι θυσίες του γίνονταν για τον Χριστό καί όχι για προσδοκώμενο έπαινο από τους ανθρώπους.


Κάποτε ένας νέος ζήτησε από καλογέρι του παπα-Εφραίμ μία εικονίτσα από το κελί του Γέροντα. Ο μοναχός πήρε ευλογία από τον παπα-Εφραίμ να την δώσει και μόλις ο νέος άρχισε να σκέφτεται πονηρά και με τον λογισμό, πως θα κάνει επίδειξη στην πόλη του με την εικονίτσα, πού θα του έδινε ο παπα-Εφραίμ, ο μακαριστός άγιος γέροντας πήρε πληροφορία από τον Θεό και έδωσε εντολή να μη δοθεί το εικονάκι.


Η θ. Λειτουργία για τον παπα-Εφραίμ ήταν συγκλονιστικό και βιωματικό γεγονός. Είχε εκμυστηρευθεί σε Ιερομόναχο πνευματικό φίλο του ότι από την πρώτη θεία Λειτουργία που τέλεσε, έβλεπε αισθητά την Χάρη του Θεού να μεταβάλλει τα Τίμια Δώρα! Μάλιστα, μετά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων, έβλεπε τον ίδιο τον Χριστό μέσα στο δισκάριο και ήταν αδύνατον να συγκρατήσει τα δάκρυα του, όταν έφθανε στο τεμαχισμό του Σώματος του Χριστού. Έβρεχε με τα δάκρυα του το Αντιμήνσιο κατά την θεία Λειτουργία και έβλεπε δεξιά και αριστερά τους αγγέλους να συλλειτουργούν!


Ήταν κοσμημένος με το διορατικό χάρισμα και έβλεπε την πνευματική κατάσταση κάθε κληρικού ή μοναχού και έδιδε τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα για την πρόοδο στην πνευματική ζωή.


Η Χάρις του Θεού είχε κοσμήσει τον παπα-Εφραίμ και με το προορατικό χάρισμα, γι΄ αυτό και έβλεπε καταστάσεις που έρχονταν (όπως ο σεισμός του 1977 στην Θεσσαλονίκη), αλλά και πολλές φορές είχε προσφωνήσει λαϊκούς ακόμα και μικρά παιδιά με τα ονόματα πού έλαβαν μετά από χρόνια στην μοναχική τους Κουρά!


Μάλιστα, κάποιος φοιτητής έστειλε μία επιστολή στον μακαριστό Γέροντα και έλαβε απάντηση από τον παπα-Εφραίμ, που του περιέγραφε με λεπτομέρειες την πνευματική του κατάσταση ακόμα και καταστάσεις στον χώρο που διέμενε ο φοιτητής χωρίς αυτός να τις έχει προαναφέρει.


Κάποτε άγνωστοι μεταξύ τους κληρικοί συναντήθηκαν στον δρόμο για τα Κατουνάκια και όταν έφτασαν στον παπα-Εφραίμ, ο μακαριστός άγιος Γέροντας άρχισε να επιπλήττει έναν από τους “κληρικούς”, πώς δεν είναι παπάς αλλά μασόνος, πού έβαλε ράσο, για να κατασκοπεύσει το Άγιον Όρος… Ο μασόνος παραδέχτηκε την ραδιουργία του.


Κάποτε ένας Ηγούμενος, δύο θεολόγοι και ένας φοιτητής ζήτησαν από τον παπα-Εφραίμ να τους εξηγήσει την ευωδιά των αγίων λειψάνων. Ο Γέροντας έσκυψε το κεφάλι του στο μέρος της καρδιάς και προσευχόταν. Ο τόπος γέμισε ευωδιά και ο παπα-Εφραίμ τους είπε πως επειδή δεν μπορούσε ο ίδιος να το εξηγήσει παρακάλεσε τον Θεό να απαντήσει στους συνομιλητές.


Αισθανόταν τις αμαρτίες σαν δυσοσμία. Κάποιος Επίσκοπος μέσω τρίτου ρώτησε τον μακαριστό άγιο Γέροντα για κάποιο σοβαρό εκκλησιολογικό θέμα. Ο Γέροντας έκανε προσευχή, για να τον πληροφορήσει ο Θεός και τότε ξεχύθηκε μία δυσωδία με γεύση ξινή, αλμυρή και πικρή, πού τον γέμισε με αποτροπιασμό.


Η παρακαταθήκη του μακαριστού Γέροντα για την ενότητα των Ορθοδόξων ήταν σαφής: «το σχίσμα εύκολα γίνεται, η ένωση είναι δύσκολος».


Αναδείχθηκε με την Χάρη του Θεού και πρακτικός οδηγός στην ποιμαντική του γάμου και της οικογενείας, γιατί βοήθησε πολλούς νέους να καταλήξουν στον γάμο χωρίς να τους πιέσει γι’ αυτό αλλά και οι επιστολές του, πού σώζονται, αποτελούν πνευματική παρακαταθήκη και «σχολή γονέων» χωρίς ψυχολογικές και φιλοσοφικές θεωρίες για τις αγωνιζόμενες πνευματικά οικογένειες.


Το 1996 ο παπα-Εφραίμ έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο και έπεσε σε ακινησία. Δεν γόγγυσε καθόλου αλλά δοξολογούσε τον Θεό αφήνοντας άγιο παράδειγμα σε μας για την αντιμετώπιση των ασθενειών.


Στις 14/27 Φεβρουαρίου 1998 ο Γέροντας π. Εφραίμ Κατουνακιώτης ο “θρύλος” του Αγίου Όρους παρέδωσε την αγιασμένη ψυχή του στα χέρια του Δημιουργού του, που υπηρέτησε από την νεότητα του.


Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου προέβη στην αναμενόμενη Αγιοκατάταξή του την 9η/3/2020 μαζί με τον Άγιο Γέροντα και καθοδηγητή του, Όσιο Ιωσήφ το Σπηλαιώτη και τον Όσιο Δανιήλ τον Κατουνακιώτη.


Ας έχουμε την οσιακή ευχή του!

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης ο Ομολογητής

Ο Όσιος Προκόπιος ο Δεκαπολίτης έζησε στα χρόνια του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου (717 - 741 μ.Χ.) και διακρίθηκε για την πνευματική γενναιότητά του ως υπέρμαχος της Ορθοδοξίας. Αν και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το μοναχισμό, δεν έμεινε στην απομόνωση του κελιού του, αλλά αγωνίσθηκε σθεναρά κατά των εικονομάχων. Γι' αυτό υπέστη πολλά βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακές και εξορίες. Διακρίθηκε, επίσης, στον αγώνα της Εκκλησίας κατά των αιρετικών Μονοφυσιτών.


Ο Άγιος Προκόπιος φαίνεται ότι λίγο μετά την αποφυλάκισή του κοιμήθηκε, ενώ κατ' άλλους υπέμεινε μαρτυρικό θάνατο.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Φερωνύμως προκύπτων ἐν ἀσκήσει Προκόπιε, ἤρθης ἐκ δυνάμεως Πάτερ, πρὸς ἀθλήσεως ἔλλαμψιν Χρίστου γὰρ τὴν Εἰκόνα προσκυνῶν, Μαρτύρων ἀνεδείχθης κοινωνός, μεθ' ὧν πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, ὑπὲρ τῶν ἐκβοώντων σοι, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνερνούντι διὰ σοῦ, πασιν ἰάματα.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. δ’.

Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Προκόπιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἑωσφόρον σήμερον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη ἅπασαν, κακοδοξίας τήν ἀχλύν, διασκεδάζει τιμῶσά σε, οὐρανομύστα Προκόπιε ἔνδοξε.


Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

ΤΟ ΠΑΡΆΠΟΝΟΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΎ

(Τι θα του απαντήσουμε όλοι μας;)


 Όποιος αγαπά πονά, αλλά δεν παραπονιέται. Ό,τι κι αν γίνη. Σκύβει μέσα του και υπομένει τα πάντα για χάρη της αγάπης. Από κει αρχίζει και η θυσία. Και αγάπη χωρίς θυσία του εαυτού μας δεν γίνεται. Δεν είναι αληθινή. Είναι σαν την άκοπη ελεημοσύνη του πλουσίου και όχι σαν το «δίλεπτον της χήρας». Γιατί το να υπομένης για την αγάπη είναι να θυσιάζης την δική σου χαρά. Όπως θυσιάζεται η μάνα για το παιδί της. Και τότε η αγάπη ξαναγίνεται χαρά και πολλαπλασιάζεται «τριάντα, εξήντα, εκατόν φορές» πιο πολύ από το τάλαντον της πρώτης αγάπης, που είναι δώρον του Θεού σε όλες τις ψυχές, όταν γεννιούνται σ’ αυτόν τον κόσμο.

Την αλήθεια τούτη δεν πρέπει κανείς να την περάση μέσα από το εργαστήριο της λογικής, που μόνον πρόσθεση και αφαίρεση ξέρει να κάνη και πιο πολύ προτιμά την διαίρεση και ποτέ τον πολλαπλασιασμό. Μόνον στην αμαρτία ξέρει να πολλαπλασιάζη. Στα χρήματα, στις απολαύσεις, στην δόξα την εγκόσμια. Γι’ αυτό την αλήθεια της αγάπης μόνο μέσα από την καρδιά πρέπει να την βλέπουμε, να την νοιώθουμε, να την ζούμε. Άφησε την λογική, που σου λέγει ότι έτσι, με την αγάπη, μπορεί να πέσης έξω, να σε ξεγελάσουνε, να σε εκμεταλλευθούνε. Αυτές είναι πονηρίες άθλιες και προέρχονται από τον Πονηρό… Θέλει να μας εμποδίση από την ευτυχία της αγάπης την ανείπωτη, από το φως της ελευθερίας το ανέσπερο, που το δίνει κι αυτό η αγάπη και προπαντός ο μισόκαλος Πονηρός θέλει να μας εμποδίση από το αγκάλιασμα του Θεού. Γιατί όποιος αγαπήση, λίγο ή πολύ, νοιώθει αμέσως πάνω του το χέρι του Θεού, που τον χαϊδεύει στοργικά…

Πώς λοιπόν, βάλαμε για τίτλο σε τούτες τις σκέψεις «Το παράπονο του Χριστού»; Πρέπει να εξηγήσω ότι την τιτλοποίηση αυτή μου την έδωσε μία φράση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που λέγει:

– «Κατά την Δευτέραν Παρουσίαν θα μας κοιτάξουνε εκείνα τα γλυκύτατα μάτια, τα γεμάτα ανείπωτη αγάπη και στοργή και τρυφερότητα, θα μας κοιτάξουν παραπονεμένα και τότε θάναι, που δεν θα ξέρουμε πού να πάμε να κρυφτούμε».

Ένα βλέμμα, που κανένας μας δεν θα μπορή να το αντέξη και θα μας συντρίβη και θα μας πληγώνη όσο τίποτε άλλο, τίποτε άλλο. Θα είναι σαν μία πληγή αγιάτρευτη και ίσως αυτή να είναι η Κόλαση, που δεν τελειώνει, θα είναι το πυρ, που θα μας καίη συνεχώς και χωρίς τελειωμό. Οι τύψεις και η αφόρητη πίκρα για την ευτυχία, που χάσαμε… Δεν είναι, λοιπόν, παράπονο αυτού του κόσμου, αλλά λύπη του Χριστού, που θα βλέπη τους αμαρτωλούς να χάνονται μακριά του, κατά την δική τους σημερινή επιλογή, και να ζουν την ατέλειωτη δυστυχία μέσα στο «σκότος το εξώτερον», δηλαδή μακρυά από την παρουσία του Θεού, που είναι ο αιώνιος Παράδεισος. Τότε…

Το παραπονεμένο βλέμμα του Χριστού δεν είναι όπως τα δικά μας παράπονα. Εμείς παραπονιόμαστε συνήθως για τον εαυτό μας τον αχόρταγο, γιατί κάποιος μας αδίκησε ή μας ξέχασε ή δεν έκανε αυτό, που θέλαμε. Παραπονιόμαστε όταν δεν μας τιμούν, δεν μας κάνουν δώρο, δεν μας ευεργετούν. Παραπονιόμαστε από εγωισμό και φιλαυτία. Από υπερηφάνεια και φιληδονία. Το παράπονο του Χριστού, όμως, είναι αντίθετο. Είναι σαν να παραπονιέται για λογαριασμό μας, για μας, που δυστυχούμε και δεν δεχτήκαμε τα δώρα του και την αιώνια ευτυχία, που ετοίμασε ο Θεός «τοις αγαπώσιν αυτόν» (Α’ Κορ. β’ 9). Λυπάται, πονά, υποφέρει για την δική μας δυστυχία… Μπορείτε να το φαντασθήτε αυτό; Λυπάται ο Χριστός, που δεν είμαστε ευτυχισμένοι, που δεν πήγαμε κοντά Του να μας χαρίση την αιωνιότητα της χαράς!…

Τι να κάνουμε λοιπόν; Τι να πούμε στον παραπονεμένο Χριστό, για την δυστυχία μας, την ψυχική, την υλική και την πνευματική; Γιατί, ας μου επιτρέψη ο πολύ αγαπημένος μου Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος να πω, ότι ο Χριστός δεν έχει παραπονεμένο βλέμμα μόνον κατά την Δευτέρα Παρουσία, αλλά και τώρα το έχει διαρκώς επάνω μας, και ας είναι ήρεμο και γαλήνιο στις βυζαντινές εικόνες, που βλεπουμε στους ναούς. Παραπονιέται και τώρα, που δεν πάμε κοντά Του, αλλά Τον αποφεύγουμε γεμάτοι «προφάσεις εν αμαρτίαις»… Παραπονιέται, που δεν αξιοποιούμε την θυσία Του και δεν παίρνουμε τα Τίμια Δώρα Του, που είναι ικανά και να μας καθαρίσουν και να μας σώσουν και να μας χαρίσουν από τώρα την μεγάλη ευτυχία της αγάπης. Έστω και στα πρώτα βήματα, έστω και στα πρώτα κύματα, που θα αναταράξουν την νεκρωμένη θάλασσα της καρδιάς. Ο σπόρος της αγάπης υπάρχει σε όλες τις ψυχές. Εμείς αδιαφορούμε για το βλάστημα και την ανθοφορία Του. Πρέπει, όμως, να δεχθούμε την χάρη των Τιμίων Δώρων, το έλεος της Εκκλησίας Του «εν ελευθερία» και όχι αναγκαστικά…

Το παράπονο του Χριστού, αυτό το συγκλονιστικό παραπονεμένο βλέμμα, που μας αγκαλιάζει όλους, μπορεί να μας οδηγήση από τώρα στην σωτηρία και την ανάσταση, αν τα έχουμε διαρκώς μπροστά μας, σαν οδηγό. Όχι για να φοβόμαστε την τιμωρία και την Κόλαση, αλλά για να μάθουμε να αγαπούμε και ποτέ να μη χωριστούμε από την πηγή της αληθινής αγάπης, που είναι ο Χριστός. Γιατί άλλος τρόπος πραγματικής μετανοίας δεν υπάρχει από την αγάπη του Κυρίου. Μόνον το βλέμμα του Χριστού. Τότε μόνον η μετάνοιά μας μπορεί να αρχίση και να ανθοφορήση και να καρπίση, αν δούμε κατάματα το βλέμμα του Κυρίου και μόνον όταν κλάψουμε, έστω και με ένα δάκρυ, για την λύπη, που του προκαλούμε. Τότε αρχίζουμε να μαθαίνουμε τα μυστικά της αγάπης, που αναλάμπουν μέσα στα μάτια του Θεανθρώπου…

Το παράπονο του Χριστού είναι γιατί δεν μετανοούμε, γιατί δεν απλώνουμε τα χέρια μας να τον αγκαλιάσουμε. Γιατί αυτό είναι η μετάνοια: Να επικαλεσθούμε την βοήθειά του και να δηλώσουμε ταπεινά την ανημπόρια μας. Αυτό το μικρό σημείον ζητεί, αυτήν την πρώτη κίνηση από μας τα ελεύθερα πλάσματά Του, για να τρέξη αστραπιαία κοντά μας και να μας αρπάξη από τον πύρινο ποταμό, που ζητά να μας καταπιή. Ακόμα και ένα βλέμμα μας προς το πονεμένο πρόσωπο του Χριστού μπορεί να μας σώση, αν το βλέμμα μας αυτό επικαλείται την χάρη Του με συντριβή.

Πόσοι δεν άρχισαν την επιστροφή τους στον Θεό με ένα τέτοιο βλέμμα! Ας θυμηθούμε την περίπτωση του Αποστόλου Πέτρου με τα μεγάλα λόγια και τους μεγάλους ενθουσιασμούς. Τον πρόδωσε το ίδιο εκείνο βράδυ, κι ας ήταν πρωτοκορυφαίος Αποστολος, λίγο μετά την προδοσία του Ιούδα, όταν Τον αρνήθηκε τρεις φορές. Και τότε το βλέμμα του Χριστού έκανε το θαύμα του και σώθηκε ο αρνητής Πέτρος. Ήταν η στιγμή, που αρνήθηκε ο Πέτρος για Τρίτη φορά τον Χριστόν, ενώ ήταν κοντά του, και «εφώνησεν αλέκτωρ». Και συνεχίζει ο Ευαγγελιστής την αφήγησή του:

– «Και στραφείς ο Κύριος ενέβλεψε τω Πέτρω, και υπεμνήσθη ο Πέτρος του λόγου του Κυρίου, ως είπεν αυτώ ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι απαρνήση με τρις· και εξελθών έξω ο Πέτρος έκλαυσε πικρώς» (Λουκ. κβ’ 61-62).

Ας βγούμε κι εμείς έξω από την καθημερινή μας ματαιοφροσύνη και ας κλάψουμε πικρώς κάτω από το στοργικό βλέμμα του Χριστού. Αυτή η προσπάθεια είναι το κορυφαίο, το πρώτο βήμα στον δρόμο της αγάπης και της σωτηρίας.

Π.Μ Σωτήρχος


ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΟΔΟΙΠΟΡΙΑ


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ


"Η ΑΝΑΣΦΆΛΕΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΏΠΩΝ"

Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης


Συμβαίνει πολλές φορές σήμερα ο άνθρωπος να αισθάνεται θλίψη, απελπισία, νωθρότητα, τεμπελιά, ακηδία κι όλα τα σατανικά. Να είναι θλιμμένος, να κλαίει, να μελαγχολεί, να μη δίνει σημασία στην οικογένειά του, να ξοδεύει ένα σωρό χρήματα στους ψυχαναλυτές, για να πάρει φάρμακα. Αυτά οι άνθρωποι τα λένε «ανασφάλεια». Εμείς δια της Πίστεώς μας ξέρουμε ότι αυτά είναι πειρασμικά πράγματα. Ο πόνος είναι μία ψυχική δύναμη που ο Θεός την επέτρεψε μέσα μας, με προορισμό να κάνει το καλό, την αγάπη, τη χαρά, την προσευχή.

Άγιος Θεόκλητος ο φαρμακός

Η μνήμη του Αγίου Μάρτυρα Θεοκλήτου αναφέρεται μόνο στον Παρισινό Κώδικα 1578. Δεν έχουμε βιογραφικά του στοιχεία, αλλά ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιο του υποθέτει, ότι ίσως είναι ο μάγος που έδωσε στην Αγία Φωτεινή το δηλητήριο και πίστεψε στο Χριστό και στη συνέχεια αποκεφαλίστηκε.


Άγιος Νικόλαος ο Κατοπινός

Η μνήμη του αναφέρεται μόνο στον Συναξαριστή του Delehaye, χωρίς καμιά άλλη πληροφορία, ως εξής: «μνήμη τοῦ ἁγίου Πατρὸς ἡμῶν Νικολάου τοῦ Κατοπινοῦ».

Άγιος Ιωάννης ο Κάλφας ο Νεομάρτυρας

Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε και ανατράφηκε στον Γαλατά. Εργαζόταν σαν λεπτουργός κάλφας στο παλάτι του Σουλτάνου και συγχρόνως πρόσφερε τις υπηρεσίες του και σ' άλλους επίσημους Τούρκους.


Κάποτε προσέλαβε στην υπηρεσία του κάποιο τουρκόπουλο, ανεψιό ενός Αγά από την Ανατολή, για να του μάθει την τέχνη. Σε κάποια συζήτηση που είχε μαζί του, ο Ιωάννης εκφράστηκε όχι καλά για την μουσουλμανική θρησκεία και συγχρόνως εξήρε τη χριστιανική θρησκεία. Το τουρκόπουλο πρόδωσε το αφεντικό του, ότι του έκανε προσηλυτισμό. Όποτε ο Ιωάννης συνελήφθη και οδηγήθηκε δερόμενος στον κριτή, κατηγορούμενος για εξύβριση της μουσουλμανικής θρησκείας. Τότε ανελέητα μαστιγώθηκε και ρίχτηκε στη φυλακή. Παρά τις επίμονες προσπάθειες των Τούρκων ο Ιωάννης ομολογούσε σταθερά τον Χριστό.


Με διαταγή του Βεζίρη παραδόθηκε μετά από πολλά βασανιστήρια στον έπαρχο, ο όποιος και τον οδήγησε στον τόπο της εκτέλεσης κοντά στο Δημοπρατήριο, όπου και τον αποκεφάλισε στις 26 Φεβρουαρίου 1575 μ.Χ., ήμερα Κυριακή.

Άγιος Σεβαστιανός ο δούκας

Ο Άγιος Σεβαστιανός ήταν ηγεμόνας της πόλεως της Καρθαγένης. Ασπάσθηκε τη χριστιανική πίστη από τον ευαγγελικό λόγο του υιού της Αγίας Φωτεινής Φωτεινού  και μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Νέρωνος (54 - 68 μ.Χ.).

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Αγία Φωτεινή η Μεγαλομάρτυς η Σαμαρείτιδα

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Φωτεινή καταγόταν από την Σαμαρειτική πόλη Σιχάρ . Τις πρώτες πληροφορίες για την Αγία τις βρίσκουμε στο Δ΄ κεφάλαιο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου (Δ' 1 - 38).


Κάθε μεσημέρι πήγαινε έξω από την πόλη, στο πηγάδι το λεγόμενο του Ιακώβ, και εγέμιζε την στάμνα της. Εκεί, μια ημέρα, συνάντησε τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος εφανέρωσε σ' αυτήν όλη τη ζωή της. Ο Κύριος είπε στην Αγία, ότι Αυτός είναι « τό ὕδωρ τό ζῶν», δηλαδή η αστείρευτη πηγή του Αγίου Πνεύματος. Αυτό το «πνευματικό ὕδωρ» έδωσε ο Κύριος στη Σαμαρείτιδα, η οποία εβαπτίσθηκε Χριστιανή μεταξύ των πρώτων γυναικών της Σαμάρειας και ονομάσθηκε Φωτεινή.


Από τότε αφιέρωσε τον εαυτό της στη διάδοση του Ευαγγελίου στην Αφρική και στη Ρώμη. Εκεί έλαβε και μαρτυρικό θάνατο από τον αυτοκράτορα Νέρωνα (54 - 68), όταν αυτός έμαθε ότι η Αγία Φωτεινή έκανε Χριστιανές τη θυγατέρα του Δομνίνα και μερικές δούλες της.


Μαζί με την Αγία Φωτεινή εμαρτύρησαν οι υιοί της και οι πέντε αδελφές της.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τὴν πηγὴν δεξαμενὴ τῆς σοφίας καὶ χάριτος, ἐκ χειλέων Κυρίου Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε, νομίμως ἠγωνίσω πανοικεῖ, καὶ νέμεις φωτισμὸν παρὰ Θεοῦ, τοὶς προστρέχουσι τὴ σκέπη σου τὴ σεπτή, καὶ εὐλαβῶς βοώσί σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διὰ σοῦ, χάριν ἠμὶν καὶ ἔλεος.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Φωτεινὴν καὶ Φωτίδα καὶ Φωτῶ ἀνυμνήσωμεν, σὺν Ἀνατολὴ Φωτεινὸν τὲ Ἰωσὴν θείοις ἄσμασιν, ὁμοὺ Κυριακὴν Παρασκευήν, τοὺς Μάρτυρας Χριστοῦ περιφανεῖς· θείαν χάριν γὰρ αἰτοῦνται καὶ φωτισμόν, τοὶς πίστει ἀνακράζουσι· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι' ὑμῶν πάσιν ἰάματα.