Η Εκκλησία είναι τό μέγιστο θαύμα τού Θεού. Θαύμα θαυμάτων! Θαύμα ή σύστασή της: Δέν είναι άνθρώπινο σύστημα, είναι θεανθρώπινος οργανισμός, τό Σώμα τού Ζώντος Χριστού, ή αιώνια καί αδιάσπαστη ένωση τού Θεού μέ τόν άνθρωπο.
Θαύμα εΐναι καί ή ζωή της, ή παρουσία της μέσα στήν ιστορία: Ύπέφερε στή διάρκεια των αιώνων καί ύποφέρει άκόμη ψρικτούς διωγμούς καί πολέμους έξοντωτικούς. Καί όμως ζεΐ. Οί έχθροί της χάθηκαν, χάνονται, έξαφανίζονται ή’Εκκλησία όμως μένει καί θά μένει στον αιώνα. Γιατί; Διότι ή Εκκλησία είναι, είπαμε, θεανθρώπινος οργανισμός. Ή δύναμη τής Εκκλησίας δέν βρίσκεται στις άρετές των μελών της ούτε στις ικανότητες τών έπισκόπων καί τών ιερέων της. Τά μέλη της, ιερείς καί λαϊκοί, είμαστε άδύναμοι καί άμαρτωλοί. Ό Χριστός όμως, πού είναι ή κεφαλή τής ’Εκκλησίας, είναι Θεός. Αύτός, ό Χριστός, εΐναι ή μόνη δύναμή της καί Αύτός τή σώζει, παρόλες τις άδυναμίες τών μελών της. Αύτή είναι ή άλήθεια καί τό μέγιστο θαύμα τής ιστορίας της. Γιά τούτο καί καμιά άνθρώπινη δύναμη δέν μπορεί νά νικήσει καί νά έξαφανίσει τήν ’Εκκλησία.
Μέσα τώρα στόν χώρο τού θαύματος πού εΐναι ή ’Εκκλησία γίνονται καί πλήθος άλλα θαύματα. Θαύματα έκπληκτικά, συγκλονιστικά, άνερμήνευτα μέ τήν άνθρώπινη λογική. Θαύματα πού μαρτυρούν ότι ό Χριστός εΐναι ζωντανός, καί άποδεικνύουν ότι Αύτός εΐναι ό Κύριος τής ζωής καί τού θανάτου.
Τά θαύματα στή ζωή τής Εκκλησίας εΐναι ψηλαφητή πραγματικότητα. Όμως δέν γίνονται παραδεκτά άπό πολλούς, οί όποιοι τά θεωρούν άποτελέσματα αύθυποβολής ή δημιουργήματα έξημμένης φαντασίας. Άναμφιβόλως ύπάρχουν καί τέτοιες περιπτώσεις. Όμως θαύματα άληθινά γίνονται, καί γίνονται μάλιστα πολλά. Γιά τούς άνθρώπους πού δέν τά δέχονται ύπάρχει μιά πολύ εύκολη καί άπλή λύση: νά παρατηρήσουν θαύματα τού διαβόλου! Διότι καί ό διάβολος κάνει θαύματα. Μάγοι καί μάγισσες καί άλλοι πλανεμένοι κάνουν συνεχώς θαύματα, πού μπορεί εύκολα νά τά παρατηρήσει κανείς, διότι γίνονται καί κατά παραγγελία, ένώ τά θαύματα τού Θεού εΐναι πάντοτε κάτι άπροσδόκητο, μιά έκπληξη!
Κι άν ρωτήσει κανείς: Γιατί ό Θεός ένεργεΐ μέ τέτοιο τρόπο; Ή άπάντηση εΐναι ότι ένεργεϊ έτσι, διότι δέν θέλει νά παραβιάσει τήν έλευθερία τού άνθρώπου.
Γ ιατί όμως θαυματουργεί μέσω τών άγιων ό Θεός καί όχι άμεσα ό Ίδιος;
Θαυματουργεί άμεσα καί ό Ίδιος. Δίνει όμως καί στούς άγιους τή δύναμη νά θαυματουργούν γιά δύο λόγους: Πρώτον, διότι έμεϊς τούς άγιους τούς αισθανόμαστε πιό κοντά μας, άφοΰ είναι άνθρωποι σάν καί μάς. Καί δεύτερον, διότι ό Θεός θέλει νά δοξάσει τούς άγιους, σύμφωνα μέ τό λόγο «τούς δοξάζοντάς με δοξάσω» (Α' Βασ. β’ 30). ’Επειδή λοιπόν οί άγιοι μέ τόν τρόπο τής ζωής τους δόξασαν τόν Δημιουργό τους, γι’ αύτό καί ’Εκείνος τούς άντιδοξάζει μέ τή χάρη των θαυμάτων καί όχι μόνο μέ αύτήν βέβαια.
Καί αύτής τής παρουσίας των άγιων στή ζωή τής ’Εκκλησίας έχουμε πείρα όλοι οί πιστοί. Ξέρουμε, έχουμε διαπιστώσει πάνω στά πράγματα ότι οί άγιοι δέν είναι νεκροί. Ζωντανοί καί ολοζώντανοι είναι. Μετέχουν στή ζωή τής’Εκκλησίας, έπεμβαίνουν στή ζωή μας, θαυματουργούν, μάς ένισχύουν, διότι μάς άγαποΰν καί παρακολουθούν μέ ένδιαφέρον τόν άγώνα μας.
Νά σημειώσουμε τέλος ότι τά θαύματα μέσα στήν Εκκλησία δέν γίνονται γιά νά κάνουν τούς άνθρώπους νά πιστέψουν. Τό άντίθετο συμβαίνει. Πρέπει νά πιστέψει κάποιος πρώτα γιά νά βρεθεί στό χώρο τού θαύματος. Τά θαύματα είναι συνήθως άποτελέσματα τής πίστεως τού άνθρώπου. Πολύ σπάνια, μόνο σέ έξαιρετικές περιπτώσεις γίνονται αιτία τής πίστεως τού άνθρώπου. Κατά κανόνα προηγείται ή πίστη καί άκολουθεΐ τό θαύμα, όχι άντίστροφα.
Πριν κλείσουμε τό άρθρο μας αύτό, είναι άπαραίτητο νά κάνουμε ένα άκόμη ξεκαθάρισμα. Νά ύπογραμμίσουμε δηλαδή ότι τά θαύματα δέν πρέπει νά γίνονται σκοπός τής συμμετοχής μας στήν Εκκλησία. Διότι κάτι τέτοιο μπορεί νά έξελιχθεΐ σέ ένα είδος είδωλολατρικοΰ πνεύματος στό χώρο της. Τέτοιο είδωλολατρικό πνεύμα έκδηλώνουν συνήθως άνθρωποι πού δέν ξέρουν τί πιστεύουν, πού έρχονται στήν ’Εκκλησία μέ τήν ’ίδια νοοτροπία μέ τήν όποια πηγαίνουν στούς μάγους, στις μάγισσες, τις καφετζοϋδες, τις χαρτορίχτρες, τούς άστρολόγους, τά μέντιουμ καί όλη αύτή τήν παράταξη τού διαβόλου. Αύτοί όμως οί άνθρωποι στήν πραγματικότητα δέν άνήκουν στήν Εκκλησία. Αποτελούν ξένο σώμα μέσα σ’ αύτήν, καί άναμφιβόλως καί βλάπτονται καί βλάπτουν μέ τό νόθο πνεύμα τους.
Είναι ϋψιστη εύλογία τού Θεού τό ότι είμαστε μέλη τής’Εκκλησίας τού Χριστού, τής Εκκλησίας τών θαυμάτων. Ζοΰμε μέσα στό θαύμα τής ’Εκκλησίας, στά θαύματα. Ζώντας όμως μέσα σ' αύτό τό πέλαγος τών θαυμάτων ας μή λησμονούμε ποτέ ότι τά μέγιστα θαύματα μέσα στήν ’Εκκλησία είναι ή άλλαγή τής ζωής τών μελών της. Παίρνει άνθρώπους άμαρτωλούς καί δημιουργεί άγιους, νέους κατά χάριν θεούς. Καί αύτό είναι ή μεγάλη κλήση καί ή μέγιστη πρόκληση γιά τόν καθένα μας. Νά ποθήσουμε νά ζήσουμε τό ϋψιστο θαύμα: νά γίνουμε κι έμεΐς άγιοι!
Θαύμα εΐναι καί ή ζωή της, ή παρουσία της μέσα στήν ιστορία: Ύπέφερε στή διάρκεια των αιώνων καί ύποφέρει άκόμη ψρικτούς διωγμούς καί πολέμους έξοντωτικούς. Καί όμως ζεΐ. Οί έχθροί της χάθηκαν, χάνονται, έξαφανίζονται ή’Εκκλησία όμως μένει καί θά μένει στον αιώνα. Γιατί; Διότι ή Εκκλησία είναι, είπαμε, θεανθρώπινος οργανισμός. Ή δύναμη τής Εκκλησίας δέν βρίσκεται στις άρετές των μελών της ούτε στις ικανότητες τών έπισκόπων καί τών ιερέων της. Τά μέλη της, ιερείς καί λαϊκοί, είμαστε άδύναμοι καί άμαρτωλοί. Ό Χριστός όμως, πού είναι ή κεφαλή τής ’Εκκλησίας, είναι Θεός. Αύτός, ό Χριστός, εΐναι ή μόνη δύναμή της καί Αύτός τή σώζει, παρόλες τις άδυναμίες τών μελών της. Αύτή είναι ή άλήθεια καί τό μέγιστο θαύμα τής ιστορίας της. Γιά τούτο καί καμιά άνθρώπινη δύναμη δέν μπορεί νά νικήσει καί νά έξαφανίσει τήν ’Εκκλησία.
Μέσα τώρα στόν χώρο τού θαύματος πού εΐναι ή ’Εκκλησία γίνονται καί πλήθος άλλα θαύματα. Θαύματα έκπληκτικά, συγκλονιστικά, άνερμήνευτα μέ τήν άνθρώπινη λογική. Θαύματα πού μαρτυρούν ότι ό Χριστός εΐναι ζωντανός, καί άποδεικνύουν ότι Αύτός εΐναι ό Κύριος τής ζωής καί τού θανάτου.
Τά θαύματα στή ζωή τής Εκκλησίας εΐναι ψηλαφητή πραγματικότητα. Όμως δέν γίνονται παραδεκτά άπό πολλούς, οί όποιοι τά θεωρούν άποτελέσματα αύθυποβολής ή δημιουργήματα έξημμένης φαντασίας. Άναμφιβόλως ύπάρχουν καί τέτοιες περιπτώσεις. Όμως θαύματα άληθινά γίνονται, καί γίνονται μάλιστα πολλά. Γιά τούς άνθρώπους πού δέν τά δέχονται ύπάρχει μιά πολύ εύκολη καί άπλή λύση: νά παρατηρήσουν θαύματα τού διαβόλου! Διότι καί ό διάβολος κάνει θαύματα. Μάγοι καί μάγισσες καί άλλοι πλανεμένοι κάνουν συνεχώς θαύματα, πού μπορεί εύκολα νά τά παρατηρήσει κανείς, διότι γίνονται καί κατά παραγγελία, ένώ τά θαύματα τού Θεού εΐναι πάντοτε κάτι άπροσδόκητο, μιά έκπληξη!
Κι άν ρωτήσει κανείς: Γιατί ό Θεός ένεργεΐ μέ τέτοιο τρόπο; Ή άπάντηση εΐναι ότι ένεργεϊ έτσι, διότι δέν θέλει νά παραβιάσει τήν έλευθερία τού άνθρώπου.
Γ ιατί όμως θαυματουργεί μέσω τών άγιων ό Θεός καί όχι άμεσα ό Ίδιος;
Θαυματουργεί άμεσα καί ό Ίδιος. Δίνει όμως καί στούς άγιους τή δύναμη νά θαυματουργούν γιά δύο λόγους: Πρώτον, διότι έμεϊς τούς άγιους τούς αισθανόμαστε πιό κοντά μας, άφοΰ είναι άνθρωποι σάν καί μάς. Καί δεύτερον, διότι ό Θεός θέλει νά δοξάσει τούς άγιους, σύμφωνα μέ τό λόγο «τούς δοξάζοντάς με δοξάσω» (Α' Βασ. β’ 30). ’Επειδή λοιπόν οί άγιοι μέ τόν τρόπο τής ζωής τους δόξασαν τόν Δημιουργό τους, γι’ αύτό καί ’Εκείνος τούς άντιδοξάζει μέ τή χάρη των θαυμάτων καί όχι μόνο μέ αύτήν βέβαια.
Καί αύτής τής παρουσίας των άγιων στή ζωή τής ’Εκκλησίας έχουμε πείρα όλοι οί πιστοί. Ξέρουμε, έχουμε διαπιστώσει πάνω στά πράγματα ότι οί άγιοι δέν είναι νεκροί. Ζωντανοί καί ολοζώντανοι είναι. Μετέχουν στή ζωή τής’Εκκλησίας, έπεμβαίνουν στή ζωή μας, θαυματουργούν, μάς ένισχύουν, διότι μάς άγαποΰν καί παρακολουθούν μέ ένδιαφέρον τόν άγώνα μας.
Νά σημειώσουμε τέλος ότι τά θαύματα μέσα στήν Εκκλησία δέν γίνονται γιά νά κάνουν τούς άνθρώπους νά πιστέψουν. Τό άντίθετο συμβαίνει. Πρέπει νά πιστέψει κάποιος πρώτα γιά νά βρεθεί στό χώρο τού θαύματος. Τά θαύματα είναι συνήθως άποτελέσματα τής πίστεως τού άνθρώπου. Πολύ σπάνια, μόνο σέ έξαιρετικές περιπτώσεις γίνονται αιτία τής πίστεως τού άνθρώπου. Κατά κανόνα προηγείται ή πίστη καί άκολουθεΐ τό θαύμα, όχι άντίστροφα.
Πριν κλείσουμε τό άρθρο μας αύτό, είναι άπαραίτητο νά κάνουμε ένα άκόμη ξεκαθάρισμα. Νά ύπογραμμίσουμε δηλαδή ότι τά θαύματα δέν πρέπει νά γίνονται σκοπός τής συμμετοχής μας στήν Εκκλησία. Διότι κάτι τέτοιο μπορεί νά έξελιχθεΐ σέ ένα είδος είδωλολατρικοΰ πνεύματος στό χώρο της. Τέτοιο είδωλολατρικό πνεύμα έκδηλώνουν συνήθως άνθρωποι πού δέν ξέρουν τί πιστεύουν, πού έρχονται στήν ’Εκκλησία μέ τήν ’ίδια νοοτροπία μέ τήν όποια πηγαίνουν στούς μάγους, στις μάγισσες, τις καφετζοϋδες, τις χαρτορίχτρες, τούς άστρολόγους, τά μέντιουμ καί όλη αύτή τήν παράταξη τού διαβόλου. Αύτοί όμως οί άνθρωποι στήν πραγματικότητα δέν άνήκουν στήν Εκκλησία. Αποτελούν ξένο σώμα μέσα σ’ αύτήν, καί άναμφιβόλως καί βλάπτονται καί βλάπτουν μέ τό νόθο πνεύμα τους.
Είναι ϋψιστη εύλογία τού Θεού τό ότι είμαστε μέλη τής’Εκκλησίας τού Χριστού, τής Εκκλησίας τών θαυμάτων. Ζοΰμε μέσα στό θαύμα τής ’Εκκλησίας, στά θαύματα. Ζώντας όμως μέσα σ' αύτό τό πέλαγος τών θαυμάτων ας μή λησμονούμε ποτέ ότι τά μέγιστα θαύματα μέσα στήν ’Εκκλησία είναι ή άλλαγή τής ζωής τών μελών της. Παίρνει άνθρώπους άμαρτωλούς καί δημιουργεί άγιους, νέους κατά χάριν θεούς. Καί αύτό είναι ή μεγάλη κλήση καί ή μέγιστη πρόκληση γιά τόν καθένα μας. Νά ποθήσουμε νά ζήσουμε τό ϋψιστο θαύμα: νά γίνουμε κι έμεΐς άγιοι!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου