Κύπριος από τη Λευκωσία ο νεομάρτυρας Πολύδωρος, ανατράφηκε από γονείς ευσεβείς, τον Λουκά και τη Λουρδανού. Έμαθε τα Ιερά γράμματα και ταξίδεψε στην Αίγυπτο και σ' άλλες χώρες, κάνοντας το επάγγελμα του πραματευτή.
Όταν το 1793 μ.Χ. βρισκόταν στην Αίγυπτο, προσλήφθηκε γραμματέας από έναν αρνησίχριστο Ζακυνθηνό. Σε κάποια όμως διασκέδαση μαζί του, μέθυσε και αρνήθηκε τον Χριστό. Όταν όμως συνήλθε μετανόησε πικρά, πήγε στη Βηρυτό και εξομολογήθηκε στον εκεί Αρχιερέα. Κατόπιν αποσύρθηκε στο Μοναστήρι του όρους του Λιβάνου, όπου ξεκουράστηκε κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κατόπιν αναχώρησε στην Πτολεμαΐδα (Άκρι), όπου ανακοίνωσε στον εκεί Αρχιερέα τον πόθο του να μαρτυρήσει. Με την προτροπή του Αρχιερέα αναχώρησε στην Αίγυπτο, αλλά λόγω θαλασσοταραχής προσάραξε στη Γιάφα. Από εκεί πήγε στη Χίο (13 Ιουνίου 1793 μ.Χ.) και έπειτα στη Σμύρνη, για να επιστρέψει έπειτα πάλι στη Χίο. Τελικά έφτασε στη Νέα Έφεσο, όπου μπροστά στον Μουφτή ομολόγησε τον Χριστό και μετά από άγρια βασανιστήρια τον απαγχόνισαν. Ήταν Κυριακή, 3 Σεπτεμβρίου του 1794 μ.Χ. Το λείψανο του νεομάρτυρα ενταφιάστηκε κοντά στους τάφους των Αρμενίων.
Σήμερα η κάρα του Αγίου Πολύδωρου φυλάσσεται στον Ιερό Ναό της Αγίας Αικατερίνης Πλάκας στην Αθήνα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Μέγα καύχημα τῆς Λευκωσίας, μέγα στήριγμα πέλεις Ἐφέσου, μέγα κλέος τε τῶν δύο πόλεων· τῆς μὲν γὰρ γόνος σεπτὸς ἐχρημάτισας, τὴν δὲ τὰ σὰ ἐπορφύρωσαν αἵματα. Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πολύδωρε, ἵνα ῥυσθῶμεν κινδύνων καὶ θλίψεων.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α´. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Μετανοίας τοις δάκρυσι προεκάθηρας είτα στίγμασι μάκαρ του Μαρτυρίου σαυτόν, ως εν ακτίσι φαειναίς κατελάμπρυνας. Όθεν ως Μάρτυρα στερρόν, και παθημάτων κοινωνόν, Χριστού του Θεού εν ύμνοις, Πολύδωρε αθλοφόρε, σε ευφημούντες μεγαλύνομεν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ´. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Της ημετέρας γενεάς το ακροθίνιον, δεύτε συμφώνως οι πιστοί ανευφημήσωμεν, τον πανένδοξον Πολύδωρον τον εκ Κύπρου, εν Εφέσω δε τη Νέα εναθλήσαντα, και τους Άγαρ απογόνους καταισχύναντα, και δοξάσαντα, το Χριστού θείον όνομα.
Μεγαλυνάριον
Δόξης απροσίτου μαρμαρυγαίς, και θείαις ακτίσιν, ελλαμπόμενος, αθλητά Πολύδωρε μάκαρ, της τριλαμπούς και θείας Τριάδος ταις ευχαίς σου, ημάς καταύγασαν. Δεύτε ευφημήσωμεν οι πιστοί, τους λαμπρούς αγώνας, Πολυδώρου του αθλητού, του εν τοις εσχάτοις καιροίς αναφανέντος, μάρτυρος θεηγόρου, της θείας πίστεως.
Όταν το 1793 μ.Χ. βρισκόταν στην Αίγυπτο, προσλήφθηκε γραμματέας από έναν αρνησίχριστο Ζακυνθηνό. Σε κάποια όμως διασκέδαση μαζί του, μέθυσε και αρνήθηκε τον Χριστό. Όταν όμως συνήλθε μετανόησε πικρά, πήγε στη Βηρυτό και εξομολογήθηκε στον εκεί Αρχιερέα. Κατόπιν αποσύρθηκε στο Μοναστήρι του όρους του Λιβάνου, όπου ξεκουράστηκε κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κατόπιν αναχώρησε στην Πτολεμαΐδα (Άκρι), όπου ανακοίνωσε στον εκεί Αρχιερέα τον πόθο του να μαρτυρήσει. Με την προτροπή του Αρχιερέα αναχώρησε στην Αίγυπτο, αλλά λόγω θαλασσοταραχής προσάραξε στη Γιάφα. Από εκεί πήγε στη Χίο (13 Ιουνίου 1793 μ.Χ.) και έπειτα στη Σμύρνη, για να επιστρέψει έπειτα πάλι στη Χίο. Τελικά έφτασε στη Νέα Έφεσο, όπου μπροστά στον Μουφτή ομολόγησε τον Χριστό και μετά από άγρια βασανιστήρια τον απαγχόνισαν. Ήταν Κυριακή, 3 Σεπτεμβρίου του 1794 μ.Χ. Το λείψανο του νεομάρτυρα ενταφιάστηκε κοντά στους τάφους των Αρμενίων.
Σήμερα η κάρα του Αγίου Πολύδωρου φυλάσσεται στον Ιερό Ναό της Αγίας Αικατερίνης Πλάκας στην Αθήνα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Μέγα καύχημα τῆς Λευκωσίας, μέγα στήριγμα πέλεις Ἐφέσου, μέγα κλέος τε τῶν δύο πόλεων· τῆς μὲν γὰρ γόνος σεπτὸς ἐχρημάτισας, τὴν δὲ τὰ σὰ ἐπορφύρωσαν αἵματα. Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πολύδωρε, ἵνα ῥυσθῶμεν κινδύνων καὶ θλίψεων.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α´. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Μετανοίας τοις δάκρυσι προεκάθηρας είτα στίγμασι μάκαρ του Μαρτυρίου σαυτόν, ως εν ακτίσι φαειναίς κατελάμπρυνας. Όθεν ως Μάρτυρα στερρόν, και παθημάτων κοινωνόν, Χριστού του Θεού εν ύμνοις, Πολύδωρε αθλοφόρε, σε ευφημούντες μεγαλύνομεν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ´. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Της ημετέρας γενεάς το ακροθίνιον, δεύτε συμφώνως οι πιστοί ανευφημήσωμεν, τον πανένδοξον Πολύδωρον τον εκ Κύπρου, εν Εφέσω δε τη Νέα εναθλήσαντα, και τους Άγαρ απογόνους καταισχύναντα, και δοξάσαντα, το Χριστού θείον όνομα.
Μεγαλυνάριον
Δόξης απροσίτου μαρμαρυγαίς, και θείαις ακτίσιν, ελλαμπόμενος, αθλητά Πολύδωρε μάκαρ, της τριλαμπούς και θείας Τριάδος ταις ευχαίς σου, ημάς καταύγασαν. Δεύτε ευφημήσωμεν οι πιστοί, τους λαμπρούς αγώνας, Πολυδώρου του αθλητού, του εν τοις εσχάτοις καιροίς αναφανέντος, μάρτυρος θεηγόρου, της θείας πίστεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου