π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Ζητούμε ανταπόδοση στη ζωή μας για ό,τι κάνουμε. Για ό,τι προσφέρουμε. Για την αγάπη που δείχνουμε. Ζητούμε ανταπόδοση για ό,τι αφιερώνουμε στους άλλους. Το ίδιο συμβαίνει και στη θρησκευτική μας ζωή. Κι εκεί μετράμε τα έργα μας, την πίστη μας, την πορεία μας και ζητούμε από τον ουρανό ανταπόδοση. Όταν μάλιστα είμαστε έτοιμοι να ομολογήσουμε την πίστη μας, να δηλώσουμε ότι ακολουθούμε τον Υιό του Ανθρώπου, τότε η βεβαιότητα της ανταπόδοσης από Εκείνον είναι δεδομένη. Όπως και η αίσθηση ότι ο Χριστός θα μας αποστραφεί, εάν Τον αρνηθούμε. «Ός γαρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων» (Μάρκ. 8, 38). « Όποιος, ζώντας μέσα σ’ αυτή τη γενιά την άπιστη και αμαρτωλή, ντραπεί για μένα και για τη διδασκαλία μου, θα ντραπεί γι’ αυτόν και ο Υιός του Ανθρώπου, όταν έρθει με όλη τη λαμπρότητα του Πατέρα Του, μαζί με τους αγίους αγγέλους».
Τι σημαίνει όμως ομολογία και τι αισχύνη σ’ αυτή τη ζωή;
Ομολογία σημαίνει αποδοχή ότι η ζωή μας κατά Χριστόν είναι σταυρική. Σταυρός η πίστη. Σταυρός η αγάπη. Σταυρός η σχέση με τους άλλους ανθρώπους. Και δεν είναι μόνο τα πάθη τόσο τα δικά μας όσο και των άλλων ανθρώπων που καθιστούν την πορεία του χριστιανού σταυρική. Είναι και το γεγονός ότι δεν καταλαβαινόμαστε οι άνθρωποι μεταξύ μας, ούτε μπορούμε να διακριβώσουμε ποιο είναι το θέλημα του Θεού κάθε στιγμή της ζωής μας. Γι’ αυτό και ο σταυρός είναι δυσβάσταχτος. Διότι ο νους μας δεν μας επιτρέπει να αφεθούμε στο θέλημα του Θεού, όχι μοιρολατρικά, αλλά δυναμικά. Να κάνουμε αυτό που η πίστη και ο χαρακτήρας μας μάς λέγουν να κάνουμε, αλλά χωρίς να μας καταβάλλουν η απόρριψη ή η αίσθηση της ματαιότητας καθώς οι άλλοι δεν μας καταλαβαίνουν. Καθώς δεν μιλούμε την ίδια γλώσσα. Δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε.
Ομολογία σημαίνει επιμονή στην κατά Χριστόν πορεία μας. Δεν αλλάζουμε τις πνευματικές μας αρχές, επειδή δεν βρίσκουμε ανταπόκριση στην κοινωνία. Συνεχίζουμε την οδό του χρέους έναντι του Θεού και του πλησίον. Και το χρέος έχει να κάνει με τον πνευματικό μας αγώνα. Έχει να κάνει με την επιθυμία μας να μην αποστούμε των όσων μας ζητά ο Θεός. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το να πιστεύουμε και να βιώνουμε το ότι είμαστε παιδιά Του. Συνήθως οι άνθρωποι ζητούμε αυτονομία. Άλλοτε πάλι ζητούμε από τον Θεό να φανεί και να αποδείξει ότι είναι ο Πατέρας μας. Έχουμε ταυτίσει τον Πατέρα με την προστασία και την ασφάλεια. Ότι ο Θεός δε θα αφήσει να πάθουμε κανένα κακό. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει πάντοτε στην πίστη. Διότι το κακό είναι ο πνευματικός θάνατος, η απουσία δηλαδή της κοινωνίας με τον Θεό στην αιωνιότητα. Εμείς ταυτίζουμε το κακό με την αρρώστια, τη φθορά, την αποτυχία, τον θάνατο. Το ταυτίζουμε με την μη εκπλήρωση του θελήματος και των φιλοδοξιών μας. Όμως για τον Θεό, επειδή βλέπει τη ζωή με γνώμονα το μέλλον και τη βασιλεία Του, κακό είναι ό,τι μας καθηλώνει στο αυτόφωτο και την ετερονομία μας σε σχέση με Εκείνον. Και γι’ αυτό μας δίδει αφορμές μετανοίας μέσα από την ήττα. Αφορμής ταπείνωσης, προβληματισμού δηλαδή για την αυτάρκεια του εγωισμού μας. Αφορμής έκφρασης εμπιστοσύνης προς Εκείνον. Αν δεν επιμένουμε στην πίστη, τότε η ομολογία μας είναι κίβδηλη και επιφανειακή. Δεν έχει διάρκεια.
Ομολογία σημαίνει ανάληψη τελικά της ευθύνης μας έναντι του κόσμου και των ανθρώπων. Θεωρούμε συνήθως ότι πιστεύουμε στον Θεό για να σώσουμε τον εαυτό μας. την ψυχή μας. Να αποκτήσουμε την βασιλεία των ουρανών. Δεν είναι αρκετό αυτό. Πιστεύουμε για να βοηθήσουμε και τους άλλους να βρούνε αυτή την οδό. Όσο τουλάχιστον περνά από το χέρι μας. Και ομολογούμε με το παράδειγμά μας. Ομολογούμε όμως και με τα λόγια μας. Με την αίσθηση ότι υπάρχουμε, νοιαζόμαστε για τους άλλους. Όσο μπορούμε. Ακόμη και η συμπεριφορά μας διαδραματίζει ρόλο. Η ευγένεια και η αρχοντιά μας. Ό,τι μαρτυρεί ότι η ψυχή μας θέλει να συνδράμει. Να μιλήσει για τον Θεό. Η προσευχή μας για τους άλλους. Η μη ανάπαυσή μας. Η αίσθηση ότι μπορούμε να δώσουμε, όχι μόνο υλικά, αλλά και πνευματικά την Αλήθεια που είναι ο Χριστός. Δεν είμαστε ηττοπαθείς, ούτε κρυβόμαστε. Δεν μιλάμε για μας, αλλά για τον Θεό. Και δείχνουμε τον Θεό αισθανόμενοι ότι κάποιοι μπορούν να πάρουν κάτι. Ο καθένας στο μέτρο του χαρίσματος, του ρόλους και της αποστολής του. Αγωνιζόμαστε να μη αμαρτάνουμε όχι μόνο για να μη βλάψουμε πνευματικά τον εαυτό μας, αλλά γιατί αγαπούμε τους άλλους και αμαρτία είναι το ελλιπές της αγάπης.
Αν δεν προχωρήσουμε έτσι, ο Χριστός μάς λέει ότι θα ντραπεί για μας ενώπιον του Πατρός Του και ενώπιον των αγίων αγγέλων. Αυτό σημαίνει ότι δε θα δικαιούμαστε την ανταπόδοση του Θεού, διότι δε θα έχουμε την ενεργοποίηση της δωρεάς που χαρακτηρίζει τη βασιλεία Του. Δε θα έχουμε την ανάσταση διότι δε σηκώσαμε τον σταυρό μας. Δε θα έχουμε τη διάρκεια, διότι δεν επιμείναμε. Δε θα έχουμε την βίωση της αγάπης, διότι δε θα μπορούμε να την αναγνωρίσουμε, όπως συμβαίνει σε όποιον ασχολείται μόνο με τον εαυτό του και δεν αισθάνεται υπεύθυνος για τους άλλους. Διότι αυτός σπαταλά τελικά τα χαρίσματά του και δε γεύεται τη ζωή. Δε δίνει, για να κρατήσει για πάντα δικό του ό,τι έδωσε. Κι έτσι κάνει τον Υιό του Ανθρώπου να ντρέπεται γι’ αυτόν, με την έννοια ότι δεν μπορεί να του δώσει ό,τι δε θέλησε και τελικά δε δικαιούται. Ακόμη κι αν αισθανόμαστε ότι ο Θεός δε λειτουργεί ανταποδοτικά, εντούτοις είναι ο άνθρωπος που δε θέλει τη δωρεά του Θεού και εδώ έγκειται η αποτυχία μας. Διότι για να λάβεις, πρέπει να δώσεις. Να ομολογήσεις, για να σου δοθεί το δώρο της αναγνώρισης.
Ποιος από μας μπορεί να ισχυριστεί ότι καταφέρνει; Συνήθως αρκούμαστε σε κομπορρημοσύνες ή στην αίσθηση της ακολούθησης μιας δογματικής καθαρότητας, η οποία κινδυνεύει από πραγματικούς ή φαντασιακούς εχθρούς. Δεν είναι αρκετό όμως αυτό. Η ομολογία δεν είναι μόνο πρόταση λόγων. Είναι σταυρός, επιμονή και ευθύνη αγάπης. Και την ίδια στιγμή η αποφασιστικότητα να μείνουμε κοντά σ’ Αυτόν που πρώτος μας αγάπησε και σήκωσε το σταυρό για όλους μας. Ας είναι λοιπόν η πορεία της ζωής μας συνέχεια του δικού Του δρόμου, για να μην ντραπεί για μας στη Βασιλεία Του.
Ζητούμε ανταπόδοση στη ζωή μας για ό,τι κάνουμε. Για ό,τι προσφέρουμε. Για την αγάπη που δείχνουμε. Ζητούμε ανταπόδοση για ό,τι αφιερώνουμε στους άλλους. Το ίδιο συμβαίνει και στη θρησκευτική μας ζωή. Κι εκεί μετράμε τα έργα μας, την πίστη μας, την πορεία μας και ζητούμε από τον ουρανό ανταπόδοση. Όταν μάλιστα είμαστε έτοιμοι να ομολογήσουμε την πίστη μας, να δηλώσουμε ότι ακολουθούμε τον Υιό του Ανθρώπου, τότε η βεβαιότητα της ανταπόδοσης από Εκείνον είναι δεδομένη. Όπως και η αίσθηση ότι ο Χριστός θα μας αποστραφεί, εάν Τον αρνηθούμε. «Ός γαρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων» (Μάρκ. 8, 38). « Όποιος, ζώντας μέσα σ’ αυτή τη γενιά την άπιστη και αμαρτωλή, ντραπεί για μένα και για τη διδασκαλία μου, θα ντραπεί γι’ αυτόν και ο Υιός του Ανθρώπου, όταν έρθει με όλη τη λαμπρότητα του Πατέρα Του, μαζί με τους αγίους αγγέλους».
Τι σημαίνει όμως ομολογία και τι αισχύνη σ’ αυτή τη ζωή;
Ομολογία σημαίνει αποδοχή ότι η ζωή μας κατά Χριστόν είναι σταυρική. Σταυρός η πίστη. Σταυρός η αγάπη. Σταυρός η σχέση με τους άλλους ανθρώπους. Και δεν είναι μόνο τα πάθη τόσο τα δικά μας όσο και των άλλων ανθρώπων που καθιστούν την πορεία του χριστιανού σταυρική. Είναι και το γεγονός ότι δεν καταλαβαινόμαστε οι άνθρωποι μεταξύ μας, ούτε μπορούμε να διακριβώσουμε ποιο είναι το θέλημα του Θεού κάθε στιγμή της ζωής μας. Γι’ αυτό και ο σταυρός είναι δυσβάσταχτος. Διότι ο νους μας δεν μας επιτρέπει να αφεθούμε στο θέλημα του Θεού, όχι μοιρολατρικά, αλλά δυναμικά. Να κάνουμε αυτό που η πίστη και ο χαρακτήρας μας μάς λέγουν να κάνουμε, αλλά χωρίς να μας καταβάλλουν η απόρριψη ή η αίσθηση της ματαιότητας καθώς οι άλλοι δεν μας καταλαβαίνουν. Καθώς δεν μιλούμε την ίδια γλώσσα. Δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε.
Ομολογία σημαίνει επιμονή στην κατά Χριστόν πορεία μας. Δεν αλλάζουμε τις πνευματικές μας αρχές, επειδή δεν βρίσκουμε ανταπόκριση στην κοινωνία. Συνεχίζουμε την οδό του χρέους έναντι του Θεού και του πλησίον. Και το χρέος έχει να κάνει με τον πνευματικό μας αγώνα. Έχει να κάνει με την επιθυμία μας να μην αποστούμε των όσων μας ζητά ο Θεός. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το να πιστεύουμε και να βιώνουμε το ότι είμαστε παιδιά Του. Συνήθως οι άνθρωποι ζητούμε αυτονομία. Άλλοτε πάλι ζητούμε από τον Θεό να φανεί και να αποδείξει ότι είναι ο Πατέρας μας. Έχουμε ταυτίσει τον Πατέρα με την προστασία και την ασφάλεια. Ότι ο Θεός δε θα αφήσει να πάθουμε κανένα κακό. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει πάντοτε στην πίστη. Διότι το κακό είναι ο πνευματικός θάνατος, η απουσία δηλαδή της κοινωνίας με τον Θεό στην αιωνιότητα. Εμείς ταυτίζουμε το κακό με την αρρώστια, τη φθορά, την αποτυχία, τον θάνατο. Το ταυτίζουμε με την μη εκπλήρωση του θελήματος και των φιλοδοξιών μας. Όμως για τον Θεό, επειδή βλέπει τη ζωή με γνώμονα το μέλλον και τη βασιλεία Του, κακό είναι ό,τι μας καθηλώνει στο αυτόφωτο και την ετερονομία μας σε σχέση με Εκείνον. Και γι’ αυτό μας δίδει αφορμές μετανοίας μέσα από την ήττα. Αφορμής ταπείνωσης, προβληματισμού δηλαδή για την αυτάρκεια του εγωισμού μας. Αφορμής έκφρασης εμπιστοσύνης προς Εκείνον. Αν δεν επιμένουμε στην πίστη, τότε η ομολογία μας είναι κίβδηλη και επιφανειακή. Δεν έχει διάρκεια.
Ομολογία σημαίνει ανάληψη τελικά της ευθύνης μας έναντι του κόσμου και των ανθρώπων. Θεωρούμε συνήθως ότι πιστεύουμε στον Θεό για να σώσουμε τον εαυτό μας. την ψυχή μας. Να αποκτήσουμε την βασιλεία των ουρανών. Δεν είναι αρκετό αυτό. Πιστεύουμε για να βοηθήσουμε και τους άλλους να βρούνε αυτή την οδό. Όσο τουλάχιστον περνά από το χέρι μας. Και ομολογούμε με το παράδειγμά μας. Ομολογούμε όμως και με τα λόγια μας. Με την αίσθηση ότι υπάρχουμε, νοιαζόμαστε για τους άλλους. Όσο μπορούμε. Ακόμη και η συμπεριφορά μας διαδραματίζει ρόλο. Η ευγένεια και η αρχοντιά μας. Ό,τι μαρτυρεί ότι η ψυχή μας θέλει να συνδράμει. Να μιλήσει για τον Θεό. Η προσευχή μας για τους άλλους. Η μη ανάπαυσή μας. Η αίσθηση ότι μπορούμε να δώσουμε, όχι μόνο υλικά, αλλά και πνευματικά την Αλήθεια που είναι ο Χριστός. Δεν είμαστε ηττοπαθείς, ούτε κρυβόμαστε. Δεν μιλάμε για μας, αλλά για τον Θεό. Και δείχνουμε τον Θεό αισθανόμενοι ότι κάποιοι μπορούν να πάρουν κάτι. Ο καθένας στο μέτρο του χαρίσματος, του ρόλους και της αποστολής του. Αγωνιζόμαστε να μη αμαρτάνουμε όχι μόνο για να μη βλάψουμε πνευματικά τον εαυτό μας, αλλά γιατί αγαπούμε τους άλλους και αμαρτία είναι το ελλιπές της αγάπης.
Αν δεν προχωρήσουμε έτσι, ο Χριστός μάς λέει ότι θα ντραπεί για μας ενώπιον του Πατρός Του και ενώπιον των αγίων αγγέλων. Αυτό σημαίνει ότι δε θα δικαιούμαστε την ανταπόδοση του Θεού, διότι δε θα έχουμε την ενεργοποίηση της δωρεάς που χαρακτηρίζει τη βασιλεία Του. Δε θα έχουμε την ανάσταση διότι δε σηκώσαμε τον σταυρό μας. Δε θα έχουμε τη διάρκεια, διότι δεν επιμείναμε. Δε θα έχουμε την βίωση της αγάπης, διότι δε θα μπορούμε να την αναγνωρίσουμε, όπως συμβαίνει σε όποιον ασχολείται μόνο με τον εαυτό του και δεν αισθάνεται υπεύθυνος για τους άλλους. Διότι αυτός σπαταλά τελικά τα χαρίσματά του και δε γεύεται τη ζωή. Δε δίνει, για να κρατήσει για πάντα δικό του ό,τι έδωσε. Κι έτσι κάνει τον Υιό του Ανθρώπου να ντρέπεται γι’ αυτόν, με την έννοια ότι δεν μπορεί να του δώσει ό,τι δε θέλησε και τελικά δε δικαιούται. Ακόμη κι αν αισθανόμαστε ότι ο Θεός δε λειτουργεί ανταποδοτικά, εντούτοις είναι ο άνθρωπος που δε θέλει τη δωρεά του Θεού και εδώ έγκειται η αποτυχία μας. Διότι για να λάβεις, πρέπει να δώσεις. Να ομολογήσεις, για να σου δοθεί το δώρο της αναγνώρισης.
Ποιος από μας μπορεί να ισχυριστεί ότι καταφέρνει; Συνήθως αρκούμαστε σε κομπορρημοσύνες ή στην αίσθηση της ακολούθησης μιας δογματικής καθαρότητας, η οποία κινδυνεύει από πραγματικούς ή φαντασιακούς εχθρούς. Δεν είναι αρκετό όμως αυτό. Η ομολογία δεν είναι μόνο πρόταση λόγων. Είναι σταυρός, επιμονή και ευθύνη αγάπης. Και την ίδια στιγμή η αποφασιστικότητα να μείνουμε κοντά σ’ Αυτόν που πρώτος μας αγάπησε και σήκωσε το σταυρό για όλους μας. Ας είναι λοιπόν η πορεία της ζωής μας συνέχεια του δικού Του δρόμου, για να μην ντραπεί για μας στη Βασιλεία Του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου