Μόνο ἕνα νὰ προσέξεις, μὲ συμβούλεψε ὁ Παππούλης. Νὰ ξεκαθαρίζεις τὶς σκέψεις σου, ποὺ ἀπὸ τὴν πολλή σου εὐαισθησία πιέζεσαι καὶ θλίβεσαι. Νὰ τὶς διώχνεις, νὰ μὴν παραμένουν. Νὰ ἀγαπᾶς τοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἔρχονται καὶ δὲ θὰ ταράζεσαι, οὔτε θὰ θλίβεσαι. Νὰ ἀγαπᾶς πολὺ ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς τὸ ἴδιο. Νὰ ἀγαπᾶς πολὺ τὸν Γέροντα. Ἕνας Γέροντας, ἕνας Χριστός.
- Πῶς θὰ ἀγαπήσω τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶς δυσκολίες;
- Εἶναι μεγάλη ἱστορία αὐτή. Ἔχει τοὺς τρόπους της.
Άμα μπεῖ ὁ Χριστὸς στὴν καρδιά, τὴ γεμίζει μὲ τὴν ἀγάπη Του. Τότε δὲν ὑπάρχει μὴ τοῦτο, μὴ ἐκεῖνο, μή, μή… Μόνο ἀγάπη… Πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ Ἀγάπη.
Τὰ μὴ ἦσαν πρὸ Χριστοῦ. Τὰ κατήργησε ὁ Χριστός. Ἔφερε τὴν ἀγάπη. Παράδεισος εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὑπακοή, ἡ ταπείνωση.
Νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ γιὰ τὸν πειρασμό σου
Καὶ κάποιος ἄλλος ποὺ εἶχε πρόβλημα ἀρκετὰ σοβαρὸ καὶ πῆγε καὶ κλαιγότανε στὸν γέροντα καὶ ξανακλαιγόταν, τοῦ λέει, ἀφοῦ ἦταν ἀνθρωπίνως ἄλυτο. “Ἄκου, παιδί μου, σοῦ ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεὸς ἕνα μικρὸ πειρασμό, μία μικρὴ δυσκολία, ἕνα προβληματάκι… Κι ἐσὺ ἀντὶ νὰ χαρεῖς γι’ αὐτὸ ποὺ σοῦ ἐμπιστεύτηκε, κάθεσαι καὶ στενοχωριέσαι; Πές, Χριστέ μου, νὰ εἶναι εὐλογημένο! Ἀφοῦ ἐσὺ ἐπέλεξες αὐτό, ἢ ἡ ἀδυναμία μου ὅρισε αὐτὸ καὶ ἐσὺ τὸ ἀνέχεσαι, νὰ εἶναι εὐλογημένο… Καὶ εὐχαριστῶ, Θεέ μου. Ξεχνᾶμε νὰ λέμε εὐχαριστῶ καὶ στὴν θλίψη καὶ στὸν πόνο.
Κάποτε ἦταν ἕνα παιδάκι ποὺ τὸ πείραζαν τὰ ἄλλα παιδιά, γιατὶ ἤτανε λίγο ἀδύνατο, λίγο ντροπαλὸ κ.λπ. Καὶ στενοχωριότανε καὶ πονοῦσε. Πήγαινε στὸ σπίτι κι ἔκλαιγε. Παραπονιότανε στὴ γιαγιὰ – ἡ μητέρα του εἶχε πεθάνει. ἡ γιαγιὰ ἦταν πιστή. Μὴ στενοχωριέσαι, παιδί μου, τοῦ ἔλεγε, νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ καὶ γι’ αὐτὸ καὶ γιὰ ὅλα. Πέρασε καιρός, κατάλαβε. Τὰ καλὰ λογάκια ὅταν πέφτουν στὴν ψυχή, μένουν, νὰ ξέρετε. Σιγὰ σιγὰ καλλιεργοῦνται, καρποφοροῦν καὶ βγαίνουν”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου