Το σύνθημα του αειμνήστου Γέροντος που εφάρμοζε διαρκώς ήταν το «δος αίμα, και λάβε Πνεύμα» των Πατέρων. Τολμηρός και ανδρείος όπως ήταν από την φύση του, δεν άφηνε περιθώρια ερωτηματικών ή αμφιβολίας στη ζωή του. Στον άριστο όμως αυτό συνδυασμό συνετέλεσε και η θερμή πίστη του, με θετικά πάντοτε αποτελέσματα. Αποφασιστικότητα, τόλμη και η προς τον Θεό πίστη -το μόνο που απαιτείται από την λογική φύση- είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ελευθερίας του ανθρώπου που εκδηλώνουν τη θέλησή του.
Αυτά προκαλούν και φέρνουν την θεία ενέργεια, που θεραπεύει τα ασθενή και συμπληρώνει τις ελλείψεις. Με την βοήθεια του Θεού και με τις προϋποθέσεις που αναφέραμε ο Γέροντας δεν έκρινε τίποτε ως αδύνατο. Εκείνοι όμως που δεν μπορούσαν να φθά¬σουν στην κατάσταση αυτή, τον παρεξηγούσαν ως ελλειπή ή υπερβολικό. Σε κάθε πρόβλημα που φαινόταν δύσκολο ή περίπλοκο, ο Γέροντας είχε έτοιμη την απάντηση- «πού είναι ο Θεός;». Αυτό σήμαινε γι’ αυτόν ότι οπωσδήποτε θα το λύσει ο Θεός. Η στάση αυτή, που ήταν βασική αρχή του στηριζόταν όχι μόνο στη βαθύτερη πίστη -αυτήν που σύμφωνα με τους Πατέρες λέγεται “πίστη της θεωρίας”- αλλά και στην κηδεμονία του πνευματικού νόμου, απ’ όπου εξαρτούσε τα πάντα σε όλη τη ζωή του. Οτιδήποτε συνέβαινε, το έκρινε με βάση τον πνευματικό νόμο.
Ιδιαίτερα όμως σκεπτόταν έτσι για τα δικά μας προσωπικά θέματα που μας απασχολούσαν. Στην αρχή της παραμονής μας κοντά του κάναμε συχνότερες επισκέψεις για συμβουλές και παρακολούθηση. Φυσικά, είτε του λέγαμε είτε δεν του λέγαμε τα θέματα που μας απασχολούσαν, εκείνος μας ερμήνευε με λεπτομέρεια το νόημα των γεγονότων. Άρχιζε από τα αποτελέσματα και ανέλυε με την σειρά αυτά που προηγήθηκαν ως και αυτήν την προσβολή. Ερμήνευε το από πού, γιατί και πόσο, με τέτοια ακρίβεια, ώστε μέναμε κατάπληκτοι από την θέση που είχε μέσα του «ο νόμος του πνεύματος της ζωής».
Κάποτε που κάναμε ένα λάθος (πόσα δεν δημιουργεί η απειρία!) μου έβαλε κανόνα να κάνω τον άσκοπο κόπο μιας μεγάλης οδοιπορίας. Επειδή γνώριζα ότι τίποτε δεν κάνει χωρίς λόγο, δεν πρόβαλα ερωτηματικά, αλλά μου είπε μόνος του· «αν δεν προκαλέσουμε μαζί με την μετάνοια και μία ανάλογη φιλοπονία, δεν ικανοποιούμε την κρίση του πνευματικού νόμου και ενδέχεται να μας έλθει πειρασμός με άγνωστη εξέλιξη». Μπορώ να πω ότι ο πνευματικός νόμος ήταν η βάση και το κριτήριο σε όλα τα πράγματα και σε όλες τις κινήσεις μας και στις γενικές και μερικές υποθέσεις μας. Ο αββάς Μάρκος λέει· «γνώσις αληθής υπάρχει η των θλιβερών υπομονή· και το μη αιτιάσθαι τους ανθρώπους επί ταις εαυτού συμφοραίς». Ο Γέροντας συνήθιζε επίσης να αναφέρεται συχνά στην σημασία των πειρασμών. Τους έβλεπε ως περιεκτικό σύνολο των ποικίλων δεινών με τα οποία δοκιμάζεται ολόκληρη η ανθρωπότητα και ως γεγονότα που απασχολούν τα επί μέρους άτομα.
Έχοντας ως βάση τον πνευματικό νόμο, δεχόταν τις παιδαγωγικές παρεμβάσεις της περιεκτικής προνοίας του Θεού ως όργανα κατάλληλα για την διόρθωση των ανθρώπων και τα ονόμαζε πειρασμούς. Αν και γνώριζε σε βάθος την σημασία της ωφέλειας από αυτούς και επαναλάμβανε το πατερικό απόφθεγμα «έπαρον τους πειρασμούς και ουδείς ο σωζόμενος» και το «ανένδεκτον του μη ελθείν» αυτούς, λεπτολογούσε με ακρίβεια τα αίτια και τις αφορμές που τους προκαλούν και μας δίδασκε να τους αποφεύγουμε, όσο είναι δυνατόν. Το κέντρο της εμπειρίας του βρισκόταν στο διπλό καθήκον, όπως το ονόμαζε: από την μία πλευρά στη συνετή αντιμετώπιση των αιτίων και αφορμών, ώστε να προλαμβάνονται, και από την άλλη -όσες φορές συμβαίνουν- να αντιμετωπίζονται γενναία με πίστη και ελπίδα για την ωφέλεια που επακολουθεί. «Οι απροσδοκήτως συμβαί¬νοντες ημίν πειρασμοί, οικονομικώς ημάς φιλοπόνους διδάσκουσιν είναι, και μη βουλομένους εις μετάνοιαν έλκουσιν». Και πάλιν «αι επερχόμεναι θλί¬ψεις τοις ανθρώποις, των ίδιων κακών εισίν έκγονα». Με αυτά μας υπενθύμιζε ο αείμνηστος τον καθηγητή του πνευματικού νόμου, όπως τον καλούσε, τον αββά Μάρκο τον Ασκητή.
Στο πρακτικό μέρος της εν Χριστώ ζωής κρύβεται το περιπλοκότερο μυστήριο της ανθρώπινης ζωής. Δύο τιτάνιες έλξεις, που συνδέονται με τον άνθρωπο, προκαλούν την πελώρια και αδιάσπαστη διελκυστίνδα με κέντρο τον άνθρωπο, τον οποίο σύρουν με μανία η κάθε μία προς το μέρος της για να τον κατακτήσουν. Δύο αγάπες, που στέκονται η μία αντίθετη στην άλλη και είναι στραμμένες προς τους δύο πόλους, αποτελούν το κίνητρο των δύο έλξεων: η προς τον Θεό αγάπη και η αγάπη αυτού του κόσμου. Το θύμα, ο άνθρωπος, δεν είναι πάντοτε σε θέση να διακρίνει ενσυνείδητα τις προτιμήσεις του, και γι’ αυτό προκύπτουν οι εκ των υστέρων μεταβολές. Τα μέσα, οι αφορμές και οι αιτίες, που προκαλούν την αφύπνιση στους περιπλεγμένους ανθρώπους σε αυτές τις έλξεις, λέγονται πειρασμοί. Να τους περιγράψουμε; «Εξαριθμήσομαι αυτούς, λέει ο Ψαλμωδός, και υπέρ άμμον πληθυνθήσονται». Κάτι όμως, έστω και ελάχιστο, πρέπει να αναφέρουμε από τις εμπειρίες του Γέροντος, που είχε την δύναμη να αναλύει τους πειρασμούς με εξαιρετικά λεπτή διάκριση.
Γενικά θεωρούσε «πάντα πειρασμόν επωφελή» αλλά περισσότερη βαρύτητα απέδιδε στην ερμηνεία των ειδικών πειρασμών της αμελείας και της οιήσεως, τους οποίους αποκαλούσε συντριπτικούς. Ο Θεός ασφαλώς θέλει και καλεί όλους να Τον ακολουθήσουν, αλλά δεν δέχονται όλοι την κλήση Του. Πάντως όσοι δέχθηκαν αυτή την κλήση δοκιμάζονται σκληρά, σε βαθμό που Εκείνος ορίζει και ανάλογα με την γνώση που τους χάρισε. Η αρνητική πλευρά, που επιβουλεύεται τους θεόκλητους, είναι η αγάπη του κόσμου τούτου, του «εν τω πονηρώ κειμένου». Αυτή με δόλιο και υποκριτικό τρόπο καταφέρνει μερικούς να απατήσει και στους υπολοίπους, που δεν πείθονται στην απάτη, επιχειρεί με ανοιχτή και απροκάλυπτη βία να στραγγαλίσει την προαίρεση τους. Η αμείλικτη πίεση των “αλλοιώσεων” του κά¬κιστου αυτού γείτονά μας δεν αφήνει αμετάβλητη την καλή πρόθεση και αρχή. Είναι πολλοί και γνωστοί με λεπτομέρεια από τους Πατέρες μας οι λόγοι που προκαλούν τις αλλοιώσεις. Αυτοί είναι είτε φυσικοί, που προκαλούνται από τις αδιάβλητες ανάγκες μας, είτε επίκτητοι, που προκαλούνται από τα πάθη και τους δαίμονες. Αλλά, είτε προέρχονται από την μία αίτια είτε από την άλλη, η ουσία είναι ότι επιβουλεύονται την προαίρεσή μας. Σε αυτή την αδιάκοπη διελκυστίνδα εδρεύουν συνεχώς οι πειρασμοί. Κανείς, από όσους πλέουν το πολυκύμαντο αυτό πέλαγος του βίου δεν μένει ανέπαφος από την πάλη με αυτούς. Η απειρία, η άγνοια, η αδυναμία, η βαρύτητα της πήλινης σάρκας, το κακό παρελθόν, τα πάθη, οι συνήθειες, και πάνω από όλα αυτά ο διάβολος, αλλοιώνουν και διακόπτουν την ορθή πρόθεση και μεταβάλλουν τον καλό σκοπό. «Ο εν τοις μέλεσιν ημών νόμος της αμαρτίας» που είναι «η εκ νεότητος εγκειμένη επί τα πονηρά διάνοια ημών» χαλαρώνει την καλή πορεία, που χάραξαν η κλήση από τον Θεό και η ευγένεια της προθέσεως. Δεν μένει τώρα άλλο μέσο για αφύπνιση και προώθηση, παρά οι συμβατικές επιφορές, που είναι και λέγονται πειρασμοί.
(Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, «Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής», εκδ. Ι.Μ.Βατοπαιδίου-Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 1 )
Αυτά προκαλούν και φέρνουν την θεία ενέργεια, που θεραπεύει τα ασθενή και συμπληρώνει τις ελλείψεις. Με την βοήθεια του Θεού και με τις προϋποθέσεις που αναφέραμε ο Γέροντας δεν έκρινε τίποτε ως αδύνατο. Εκείνοι όμως που δεν μπορούσαν να φθά¬σουν στην κατάσταση αυτή, τον παρεξηγούσαν ως ελλειπή ή υπερβολικό. Σε κάθε πρόβλημα που φαινόταν δύσκολο ή περίπλοκο, ο Γέροντας είχε έτοιμη την απάντηση- «πού είναι ο Θεός;». Αυτό σήμαινε γι’ αυτόν ότι οπωσδήποτε θα το λύσει ο Θεός. Η στάση αυτή, που ήταν βασική αρχή του στηριζόταν όχι μόνο στη βαθύτερη πίστη -αυτήν που σύμφωνα με τους Πατέρες λέγεται “πίστη της θεωρίας”- αλλά και στην κηδεμονία του πνευματικού νόμου, απ’ όπου εξαρτούσε τα πάντα σε όλη τη ζωή του. Οτιδήποτε συνέβαινε, το έκρινε με βάση τον πνευματικό νόμο.
Ιδιαίτερα όμως σκεπτόταν έτσι για τα δικά μας προσωπικά θέματα που μας απασχολούσαν. Στην αρχή της παραμονής μας κοντά του κάναμε συχνότερες επισκέψεις για συμβουλές και παρακολούθηση. Φυσικά, είτε του λέγαμε είτε δεν του λέγαμε τα θέματα που μας απασχολούσαν, εκείνος μας ερμήνευε με λεπτομέρεια το νόημα των γεγονότων. Άρχιζε από τα αποτελέσματα και ανέλυε με την σειρά αυτά που προηγήθηκαν ως και αυτήν την προσβολή. Ερμήνευε το από πού, γιατί και πόσο, με τέτοια ακρίβεια, ώστε μέναμε κατάπληκτοι από την θέση που είχε μέσα του «ο νόμος του πνεύματος της ζωής».
Κάποτε που κάναμε ένα λάθος (πόσα δεν δημιουργεί η απειρία!) μου έβαλε κανόνα να κάνω τον άσκοπο κόπο μιας μεγάλης οδοιπορίας. Επειδή γνώριζα ότι τίποτε δεν κάνει χωρίς λόγο, δεν πρόβαλα ερωτηματικά, αλλά μου είπε μόνος του· «αν δεν προκαλέσουμε μαζί με την μετάνοια και μία ανάλογη φιλοπονία, δεν ικανοποιούμε την κρίση του πνευματικού νόμου και ενδέχεται να μας έλθει πειρασμός με άγνωστη εξέλιξη». Μπορώ να πω ότι ο πνευματικός νόμος ήταν η βάση και το κριτήριο σε όλα τα πράγματα και σε όλες τις κινήσεις μας και στις γενικές και μερικές υποθέσεις μας. Ο αββάς Μάρκος λέει· «γνώσις αληθής υπάρχει η των θλιβερών υπομονή· και το μη αιτιάσθαι τους ανθρώπους επί ταις εαυτού συμφοραίς». Ο Γέροντας συνήθιζε επίσης να αναφέρεται συχνά στην σημασία των πειρασμών. Τους έβλεπε ως περιεκτικό σύνολο των ποικίλων δεινών με τα οποία δοκιμάζεται ολόκληρη η ανθρωπότητα και ως γεγονότα που απασχολούν τα επί μέρους άτομα.
Έχοντας ως βάση τον πνευματικό νόμο, δεχόταν τις παιδαγωγικές παρεμβάσεις της περιεκτικής προνοίας του Θεού ως όργανα κατάλληλα για την διόρθωση των ανθρώπων και τα ονόμαζε πειρασμούς. Αν και γνώριζε σε βάθος την σημασία της ωφέλειας από αυτούς και επαναλάμβανε το πατερικό απόφθεγμα «έπαρον τους πειρασμούς και ουδείς ο σωζόμενος» και το «ανένδεκτον του μη ελθείν» αυτούς, λεπτολογούσε με ακρίβεια τα αίτια και τις αφορμές που τους προκαλούν και μας δίδασκε να τους αποφεύγουμε, όσο είναι δυνατόν. Το κέντρο της εμπειρίας του βρισκόταν στο διπλό καθήκον, όπως το ονόμαζε: από την μία πλευρά στη συνετή αντιμετώπιση των αιτίων και αφορμών, ώστε να προλαμβάνονται, και από την άλλη -όσες φορές συμβαίνουν- να αντιμετωπίζονται γενναία με πίστη και ελπίδα για την ωφέλεια που επακολουθεί. «Οι απροσδοκήτως συμβαί¬νοντες ημίν πειρασμοί, οικονομικώς ημάς φιλοπόνους διδάσκουσιν είναι, και μη βουλομένους εις μετάνοιαν έλκουσιν». Και πάλιν «αι επερχόμεναι θλί¬ψεις τοις ανθρώποις, των ίδιων κακών εισίν έκγονα». Με αυτά μας υπενθύμιζε ο αείμνηστος τον καθηγητή του πνευματικού νόμου, όπως τον καλούσε, τον αββά Μάρκο τον Ασκητή.
Στο πρακτικό μέρος της εν Χριστώ ζωής κρύβεται το περιπλοκότερο μυστήριο της ανθρώπινης ζωής. Δύο τιτάνιες έλξεις, που συνδέονται με τον άνθρωπο, προκαλούν την πελώρια και αδιάσπαστη διελκυστίνδα με κέντρο τον άνθρωπο, τον οποίο σύρουν με μανία η κάθε μία προς το μέρος της για να τον κατακτήσουν. Δύο αγάπες, που στέκονται η μία αντίθετη στην άλλη και είναι στραμμένες προς τους δύο πόλους, αποτελούν το κίνητρο των δύο έλξεων: η προς τον Θεό αγάπη και η αγάπη αυτού του κόσμου. Το θύμα, ο άνθρωπος, δεν είναι πάντοτε σε θέση να διακρίνει ενσυνείδητα τις προτιμήσεις του, και γι’ αυτό προκύπτουν οι εκ των υστέρων μεταβολές. Τα μέσα, οι αφορμές και οι αιτίες, που προκαλούν την αφύπνιση στους περιπλεγμένους ανθρώπους σε αυτές τις έλξεις, λέγονται πειρασμοί. Να τους περιγράψουμε; «Εξαριθμήσομαι αυτούς, λέει ο Ψαλμωδός, και υπέρ άμμον πληθυνθήσονται». Κάτι όμως, έστω και ελάχιστο, πρέπει να αναφέρουμε από τις εμπειρίες του Γέροντος, που είχε την δύναμη να αναλύει τους πειρασμούς με εξαιρετικά λεπτή διάκριση.
Γενικά θεωρούσε «πάντα πειρασμόν επωφελή» αλλά περισσότερη βαρύτητα απέδιδε στην ερμηνεία των ειδικών πειρασμών της αμελείας και της οιήσεως, τους οποίους αποκαλούσε συντριπτικούς. Ο Θεός ασφαλώς θέλει και καλεί όλους να Τον ακολουθήσουν, αλλά δεν δέχονται όλοι την κλήση Του. Πάντως όσοι δέχθηκαν αυτή την κλήση δοκιμάζονται σκληρά, σε βαθμό που Εκείνος ορίζει και ανάλογα με την γνώση που τους χάρισε. Η αρνητική πλευρά, που επιβουλεύεται τους θεόκλητους, είναι η αγάπη του κόσμου τούτου, του «εν τω πονηρώ κειμένου». Αυτή με δόλιο και υποκριτικό τρόπο καταφέρνει μερικούς να απατήσει και στους υπολοίπους, που δεν πείθονται στην απάτη, επιχειρεί με ανοιχτή και απροκάλυπτη βία να στραγγαλίσει την προαίρεση τους. Η αμείλικτη πίεση των “αλλοιώσεων” του κά¬κιστου αυτού γείτονά μας δεν αφήνει αμετάβλητη την καλή πρόθεση και αρχή. Είναι πολλοί και γνωστοί με λεπτομέρεια από τους Πατέρες μας οι λόγοι που προκαλούν τις αλλοιώσεις. Αυτοί είναι είτε φυσικοί, που προκαλούνται από τις αδιάβλητες ανάγκες μας, είτε επίκτητοι, που προκαλούνται από τα πάθη και τους δαίμονες. Αλλά, είτε προέρχονται από την μία αίτια είτε από την άλλη, η ουσία είναι ότι επιβουλεύονται την προαίρεσή μας. Σε αυτή την αδιάκοπη διελκυστίνδα εδρεύουν συνεχώς οι πειρασμοί. Κανείς, από όσους πλέουν το πολυκύμαντο αυτό πέλαγος του βίου δεν μένει ανέπαφος από την πάλη με αυτούς. Η απειρία, η άγνοια, η αδυναμία, η βαρύτητα της πήλινης σάρκας, το κακό παρελθόν, τα πάθη, οι συνήθειες, και πάνω από όλα αυτά ο διάβολος, αλλοιώνουν και διακόπτουν την ορθή πρόθεση και μεταβάλλουν τον καλό σκοπό. «Ο εν τοις μέλεσιν ημών νόμος της αμαρτίας» που είναι «η εκ νεότητος εγκειμένη επί τα πονηρά διάνοια ημών» χαλαρώνει την καλή πορεία, που χάραξαν η κλήση από τον Θεό και η ευγένεια της προθέσεως. Δεν μένει τώρα άλλο μέσο για αφύπνιση και προώθηση, παρά οι συμβατικές επιφορές, που είναι και λέγονται πειρασμοί.
(Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, «Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής», εκδ. Ι.Μ.Βατοπαιδίου-Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 1 )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου