Ἦταν μεγάλη δοκιμασία γιὰ τὴν πρώτη Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων ὁ διωγμὸς τῶν Χριστιανῶν ποὺ ξεκίνησε μὲ τὸν λιθοβολισμὸ τοῦ διακόνου Στεφάνου ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ διασκορπισθοῦν οἱ πιστοὶ καὶ νὰ φτάσουν πέρα ἀπὸ τὰ σύνορα τῆς Ἰουδαίας, στὴ Φοινίκη, τὴν Κύπρο, ἀκόμη καὶ μέχρι τὴν Ἀντιόχεια. Βέβαια, καθὼς ἦταν ἀφοσιωμένοι μαθητὲς τοῦ Κυρίου, δὲν παρέλειπαν ὅπου πήγαιναν νὰ κηρύττουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀπευθυνόμενοι ὅμως μόνο στοὺς Ἰουδαίους, διότι δὲν γνώριζαν ἂν ἐπιτρεπόταν νὰ μιλήσουν καὶ στοὺς εἰδωλολάτρες.
Ὡστόσο ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ὁδήγησε τὰ πράγματα ἔτσι, ὥστε τὸ Εὐαγγέλιο νὰ γίνει γνωστὸ σὲ ὅλους ἀδιακρίτως. Αὐτὸ ἔγινε ὁλοφάνερο στὴν πόλη τῆς Ἀντιόχειας ποὺ ἀναφέρει ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή.
Ἡ Ἀντιόχεια ἦταν ἕνα κοσμοπολίτικο κέντρο, ἡ τρίτη μεγάλη πόλη τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας μετὰ τὴ Ρώμη καὶ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἦταν τόσο διαδεδομένη ἐκεῖ ἡ εἰδωλολατρία, ἡ ἀνηθικότητα καὶ ἡ διαφθορά, ὥστε κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ διανοηθεῖ ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο θὰ ἔβρισκε ἀπήχηση στοὺς κατοίκους της. Καὶ ὅμως, βρέθηκαν στὴν Ἀντιόχεια κάποιοι Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι Χριστιανοὶ κι ἄρχισαν νὰ μιλοῦν γιὰ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Μάλιστα, ἐπειδὴ χρησιμοποιοῦσαν τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, τὸ κήρυγμά τους δὲν περιοριζόταν στοὺς Ἰουδαίους ποὺ μιλοῦσαν Ἀραμαϊκά, ἀλλὰ ἀπευθυνόταν εὐρύτερα στοὺς ἑλληνόφωνους Ἰουδαίους καὶ κατ’ ἐπέκτασιν σὲ κάθε κάτοικο τῆς Ἀντιόχειας.
Ἦταν ὁλοφάνερο ὅτι τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ ὁδηγοῦσε ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους νὰ κηρύττουν μὲ τόλμη, ἀλλὰ καὶ παρακινοῦσε τὶς ψυχὲς τῶν Ἀντιοχέων στὴν πρόθυμη ἀποδοχὴ τοῦ κηρύγματος. «Καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν», σημειώνει ὁ θεόπνευστος συγγραφέας, γι’ αὐτὸ καὶ πλῆθος ἀνθρώπων πίστευαν στὸ Χριστό.
Ὅταν πληροφορήθηκαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι τὴν ἐκπληκτικὴ αὐτὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἀντιόχεια, ἔστειλαν τὸν Βαρνάβα, Κύπριο στὴν καταγωγή, γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὸ ἔργο αὐτό. Καὶ πράγματι, πῆγε ὁ Βαρνάβας καὶ χάρηκε πολὺ ποὺ εἶδε τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ ἔργο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι, στ’ ἀλήθεια, ἐντυπωσιακὴ ἡ διαπίστωση ὅτι ἡ θριαμβευτικὴ ἐξάπλωση τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴν Ἀντιόχεια ξεκίνησε χωρὶς ἀνθρώπινο σχεδιασμὸ καὶ χωρὶς κάποια εἰδικὴ ἱεραποστολικὴ περιοδεία. Ποιὸς περίμενε ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἔφυγαν διωκόμενοι ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα θὰ γίνονταν ἱεραπόστολοι στὶς περιοχὲς ὅπου μετακινήθηκαν;... Ποῦ νὰ ἤξεραν οἱ Κύπριοι καὶ οἱ Κυρηναῖοι ποὺ δίδασκαν τὸ Εὐαγγέλιο στὰ Ἑλληνικά, τί ἀπήχηση θὰ εἶχε τὸ κήρυγμά τους;... Καὶ ὅμως, πίσω ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ φαινομενικὰ τυχαῖα γεγονότα ἦταν τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Ἡ «χεὶρ Κυρίου»!
Ἂς τὸ γνωρίζουμε λοιπὸν καλά. Τίποτε δὲν εἶναι τυχαῖο. Ὁ Θεὸς κυβερνᾶ τὸν κόσμο καὶ μὲ τὴν πάνσοφη πρόνοιά Του καὶ τὴν ἀκαταμάχητη δύναμή Του κατευθύνει τὰ πάντα σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του.
Ἐμεῖς τί κάνουμε;
Τί συνέστησε ὁ ἀπόστολος Βαρνάβας στοὺς νεόφυτους Χριστιανοὺς τῆς Ἀντιόχειας; Τοὺς συνέστησε νὰ μένουν ἀφοσιωμένοι καὶ προσηλωμένοι στὸν Κύριο μὲ ὅλη τὴ διάθεση τῆς ψυχῆς τους. Κι ἐπειδὴ ὁ ἴδιος εἶχε καλὴ καρδιὰ καὶ δυνατὴ πίστη, κι ἡ ζωὴ του ἦταν πλημμυρισμένη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ δέχονταν τὶς συμβουλές του καὶ ἀκολουθοῦσαν μὲ συνέπεια τὴν «ἐν Χριστῷ» ζωή. Καὶ καθὼς οἱ Χριστιανοὶ διαρκῶς πληθύνονταν, σκέφθηκε ὁ Βαρνάβας νὰ πάει στὴν Ταρσὸ καὶ νὰ ἀναζητήσει τὸν Σαῦλο, τὸν μετέπειτα Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν, ὁ ὁποῖος εἶχε μεταστραφεῖ μὲν στὸ Χριστιανισμό, ἀλλὰ δὲν εἶχε ξεκινήσει τὸ ἱεραποστολικὸ του ἔργο. Μὲ τὴν ἀφορμὴ αὐτὴ λοιπὸν ἀκολούθησε ὁ Σαῦλος τὸν Βαρνάβα, κι ἔμειναν στὴν Ἀντιόχεια ἕναν ὁλόκληρο χρόνο στηρίζοντας τὴ νεοσύστατη Ἐκκλησία. Ἐκεῖ στὴν Ἀντιόχεια γιὰ πρώτη φορὰ ἀκούστηκε τὸ ὄνομα «Χριστιανός». Ἔτσι ὀνόμασαν οἱ εἰδωλολάτρες ὅλους αὐτοὺς ποὺ πίστευαν στὸ Χριστό.
Συνέβη ὅμως καὶ κάτι ἀκόμη ἐκεῖνο τὸν καιρό. Ἦρθαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων μερικοὶ πιστοὶ ποὺ εἶχαν προφητικὸ χάρισμα. Ἕνας ἀπὸ αὐτούς, λοιπόν, ποὺ λεγόταν Ἄγαβος, σηκώθηκε στὴ σύναξη τῶν πιστῶν, καὶ μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπεκάλυψε ὅτι θὰ ἔπεφτε μεγάλη πείνα σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Καὶ πράγματι, ἡ πείνα αὐτὴ συνέβη, ὅταν αὐτοκράτορας στὴ Ρώμη ἦταν ὁ Κλαύδιος Καῖσαρ.
Τὸ συγκινητικὸ ὅμως εἶναι ὅτι μετὰ ἀπὸ τὴν προφητεία αὐτὴ οἱ Χριστιανοὶ τῆς Ἀντιόχειας προθυμοποιήθηκαν νὰ στείλουν κάποια συνδρομὴ, ἀνάλογα μὲ ὅ,τι διέθετε ὁ καθένας, γιὰ νὰ βοηθήσουν τοὺς ἀδελφοὺς ποὺ κατοικοῦσαν στὴν Ἰουδαία. Καὶ πραγματικὰ αὐτὸ ἔκαναν· ἔστειλαν τὴν εἰσφορά τους στοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων «διὰ χειρὸς Βαρνάβα καὶ Σαύλου».
Δὲν ἦταν λοιπὸν πυροτέχνημα ἡ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἀντιόχεια. Ἦταν μία εὐλογημένη σπορὰ ποὺ βρῆκε κατάλληλο ἔδαφος, καλλιεργήθηκε μὲ τὴ συστηματικὴ διδαχὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων Βαρνάβα καὶ Παύλου κι ἄρχισε νὰ ἀποδίδει τοὺς πρώτους καρπούς, ὅπως φάνηκε μὲ τὴν πρόθυμη συμπαράστασή τους στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων. Κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ μαθητεύουμε στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐφαρμόζουμε τὶς ἅγιες ἐντολές Του καὶ νὰ πρωτοστατοῦμε στὰ ἔργα ἀγάπης. Τότε δὲν θὰ εἴμαστε μόνο στὸ ὄνομα Χριστιανοί, ἀλλὰ γνήσιοι μαθητὲς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ!
Ὡστόσο ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ὁδήγησε τὰ πράγματα ἔτσι, ὥστε τὸ Εὐαγγέλιο νὰ γίνει γνωστὸ σὲ ὅλους ἀδιακρίτως. Αὐτὸ ἔγινε ὁλοφάνερο στὴν πόλη τῆς Ἀντιόχειας ποὺ ἀναφέρει ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή.
Ἡ Ἀντιόχεια ἦταν ἕνα κοσμοπολίτικο κέντρο, ἡ τρίτη μεγάλη πόλη τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας μετὰ τὴ Ρώμη καὶ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἦταν τόσο διαδεδομένη ἐκεῖ ἡ εἰδωλολατρία, ἡ ἀνηθικότητα καὶ ἡ διαφθορά, ὥστε κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ διανοηθεῖ ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο θὰ ἔβρισκε ἀπήχηση στοὺς κατοίκους της. Καὶ ὅμως, βρέθηκαν στὴν Ἀντιόχεια κάποιοι Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι Χριστιανοὶ κι ἄρχισαν νὰ μιλοῦν γιὰ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Μάλιστα, ἐπειδὴ χρησιμοποιοῦσαν τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, τὸ κήρυγμά τους δὲν περιοριζόταν στοὺς Ἰουδαίους ποὺ μιλοῦσαν Ἀραμαϊκά, ἀλλὰ ἀπευθυνόταν εὐρύτερα στοὺς ἑλληνόφωνους Ἰουδαίους καὶ κατ’ ἐπέκτασιν σὲ κάθε κάτοικο τῆς Ἀντιόχειας.
Ἦταν ὁλοφάνερο ὅτι τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ ὁδηγοῦσε ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους νὰ κηρύττουν μὲ τόλμη, ἀλλὰ καὶ παρακινοῦσε τὶς ψυχὲς τῶν Ἀντιοχέων στὴν πρόθυμη ἀποδοχὴ τοῦ κηρύγματος. «Καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν», σημειώνει ὁ θεόπνευστος συγγραφέας, γι’ αὐτὸ καὶ πλῆθος ἀνθρώπων πίστευαν στὸ Χριστό.
Ὅταν πληροφορήθηκαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι τὴν ἐκπληκτικὴ αὐτὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἀντιόχεια, ἔστειλαν τὸν Βαρνάβα, Κύπριο στὴν καταγωγή, γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὸ ἔργο αὐτό. Καὶ πράγματι, πῆγε ὁ Βαρνάβας καὶ χάρηκε πολὺ ποὺ εἶδε τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ ἔργο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι, στ’ ἀλήθεια, ἐντυπωσιακὴ ἡ διαπίστωση ὅτι ἡ θριαμβευτικὴ ἐξάπλωση τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴν Ἀντιόχεια ξεκίνησε χωρὶς ἀνθρώπινο σχεδιασμὸ καὶ χωρὶς κάποια εἰδικὴ ἱεραποστολικὴ περιοδεία. Ποιὸς περίμενε ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἔφυγαν διωκόμενοι ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα θὰ γίνονταν ἱεραπόστολοι στὶς περιοχὲς ὅπου μετακινήθηκαν;... Ποῦ νὰ ἤξεραν οἱ Κύπριοι καὶ οἱ Κυρηναῖοι ποὺ δίδασκαν τὸ Εὐαγγέλιο στὰ Ἑλληνικά, τί ἀπήχηση θὰ εἶχε τὸ κήρυγμά τους;... Καὶ ὅμως, πίσω ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ φαινομενικὰ τυχαῖα γεγονότα ἦταν τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Ἡ «χεὶρ Κυρίου»!
Ἂς τὸ γνωρίζουμε λοιπὸν καλά. Τίποτε δὲν εἶναι τυχαῖο. Ὁ Θεὸς κυβερνᾶ τὸν κόσμο καὶ μὲ τὴν πάνσοφη πρόνοιά Του καὶ τὴν ἀκαταμάχητη δύναμή Του κατευθύνει τὰ πάντα σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του.
Ἐμεῖς τί κάνουμε;
Τί συνέστησε ὁ ἀπόστολος Βαρνάβας στοὺς νεόφυτους Χριστιανοὺς τῆς Ἀντιόχειας; Τοὺς συνέστησε νὰ μένουν ἀφοσιωμένοι καὶ προσηλωμένοι στὸν Κύριο μὲ ὅλη τὴ διάθεση τῆς ψυχῆς τους. Κι ἐπειδὴ ὁ ἴδιος εἶχε καλὴ καρδιὰ καὶ δυνατὴ πίστη, κι ἡ ζωὴ του ἦταν πλημμυρισμένη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ δέχονταν τὶς συμβουλές του καὶ ἀκολουθοῦσαν μὲ συνέπεια τὴν «ἐν Χριστῷ» ζωή. Καὶ καθὼς οἱ Χριστιανοὶ διαρκῶς πληθύνονταν, σκέφθηκε ὁ Βαρνάβας νὰ πάει στὴν Ταρσὸ καὶ νὰ ἀναζητήσει τὸν Σαῦλο, τὸν μετέπειτα Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν, ὁ ὁποῖος εἶχε μεταστραφεῖ μὲν στὸ Χριστιανισμό, ἀλλὰ δὲν εἶχε ξεκινήσει τὸ ἱεραποστολικὸ του ἔργο. Μὲ τὴν ἀφορμὴ αὐτὴ λοιπὸν ἀκολούθησε ὁ Σαῦλος τὸν Βαρνάβα, κι ἔμειναν στὴν Ἀντιόχεια ἕναν ὁλόκληρο χρόνο στηρίζοντας τὴ νεοσύστατη Ἐκκλησία. Ἐκεῖ στὴν Ἀντιόχεια γιὰ πρώτη φορὰ ἀκούστηκε τὸ ὄνομα «Χριστιανός». Ἔτσι ὀνόμασαν οἱ εἰδωλολάτρες ὅλους αὐτοὺς ποὺ πίστευαν στὸ Χριστό.
Συνέβη ὅμως καὶ κάτι ἀκόμη ἐκεῖνο τὸν καιρό. Ἦρθαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων μερικοὶ πιστοὶ ποὺ εἶχαν προφητικὸ χάρισμα. Ἕνας ἀπὸ αὐτούς, λοιπόν, ποὺ λεγόταν Ἄγαβος, σηκώθηκε στὴ σύναξη τῶν πιστῶν, καὶ μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπεκάλυψε ὅτι θὰ ἔπεφτε μεγάλη πείνα σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Καὶ πράγματι, ἡ πείνα αὐτὴ συνέβη, ὅταν αὐτοκράτορας στὴ Ρώμη ἦταν ὁ Κλαύδιος Καῖσαρ.
Τὸ συγκινητικὸ ὅμως εἶναι ὅτι μετὰ ἀπὸ τὴν προφητεία αὐτὴ οἱ Χριστιανοὶ τῆς Ἀντιόχειας προθυμοποιήθηκαν νὰ στείλουν κάποια συνδρομὴ, ἀνάλογα μὲ ὅ,τι διέθετε ὁ καθένας, γιὰ νὰ βοηθήσουν τοὺς ἀδελφοὺς ποὺ κατοικοῦσαν στὴν Ἰουδαία. Καὶ πραγματικὰ αὐτὸ ἔκαναν· ἔστειλαν τὴν εἰσφορά τους στοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων «διὰ χειρὸς Βαρνάβα καὶ Σαύλου».
Δὲν ἦταν λοιπὸν πυροτέχνημα ἡ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἀντιόχεια. Ἦταν μία εὐλογημένη σπορὰ ποὺ βρῆκε κατάλληλο ἔδαφος, καλλιεργήθηκε μὲ τὴ συστηματικὴ διδαχὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων Βαρνάβα καὶ Παύλου κι ἄρχισε νὰ ἀποδίδει τοὺς πρώτους καρπούς, ὅπως φάνηκε μὲ τὴν πρόθυμη συμπαράστασή τους στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων. Κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ μαθητεύουμε στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐφαρμόζουμε τὶς ἅγιες ἐντολές Του καὶ νὰ πρωτοστατοῦμε στὰ ἔργα ἀγάπης. Τότε δὲν θὰ εἴμαστε μόνο στὸ ὄνομα Χριστιανοί, ἀλλὰ γνήσιοι μαθητὲς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου