Τέσσερις εἶναι οἱ μορφὲς τῆς σοφίας: ἡ φρόνηση, δηλαδὴ ἡ γνώση καὶ ἐκείνων ποὺ πρέπει καὶ ἐκείνων ποὺ δὲν πρέπει νὰ κάνομε καὶ ἡ ἐγρήγορση τοῦ νοῦ. ἡ σωφροσύνη, δηλαδὴ νὰ γίνει ὀρθό το φρόνημά μας, ὥστε νὰ μπορέσομε νὰ κρατήσομε τὸν ἑαυτὸ μᾶς μακριὰ ἀπὸ κάθε ἔργο, λογισμὸ καὶ λόγο ποὺ δὲν ἀρέσει στὸ Θεό. ἡ ἀνδρεία, δηλαδὴ ἡ δύναμη καὶ ἡ καρτερία στοὺς κατὰ Θεὸν ἀγῶνες καὶ στοὺς πειρασμούς. ἡ δικαιοσύνη, δηλαδὴ ἡ διανομὴ ποὺ γίνεται μὲ τὴν ἰσότητα σὲ ὅλα αὐτά.
Αὐτὲς οἱ τέσσερις γενικὰ ἀρετὲς γεννιοῦνται ἀπὸ τὶς τρεῖς δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Ἀπὸ τὸ λογισμό, δηλαδὴ τὸ νοῦ, γεννιοῦνται δύο, ἡ φρόνηση καὶ ἡ δικαιοσύνη, δηλαδὴ ἡ διάκριση. Ἀπὸ τὸ ἐπιθυμητικὸ γεννιέται ἡ σωφροσύνη, καὶ ἀπὸ τὸ θυμικό, ἡ ἀνδρεία. Κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς βρίσκεται ἀνάμεσά σε δύο παρὰ φύση πάθη. Ἡ φρόνηση ἔχει πάνω της τὴν ὑπερβολικὴ ἰδέα καὶ κάτω τὴν ἀνοησία. Ἡ σωφροσύνη ἔχει πάνω τὴν εὐήθεια καὶ κάτω τὴν ἀκολασία. Ἡ ἀνδρεία ἔχει πάνω το θράσος καὶ κάτω τὴ δειλία. Ἡ δικαιοσύνη ἔχει πάνω τὴν κτήση τοῦ λιγότερου καὶ κάτω τὴν πλεονεξία. Καὶ αὐτὲς οἱ τέσσερις ἀρετὲς εἶναι εἰκόνα τοῦ ἐπουράνιου στοιχείου, ἐνῶ τὰ ὀκτὼ πάθη ποὺ τὶς περιβάλλουν, εἶναι εἰκόνα τοῦ χωμάτινου.
Αὐτὰ ὅλα τα γνωρίζει ἀκριβῶς ὁ Θεός, ὅπως γνωρίζει τὰ περασμένα, τὰ παρόντα καὶ τὰ μέλλοντα, καὶ ἐν μέρει τὰ γνωρίζει καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔμαθε κατὰ χάρη τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἀπὸ Αὐτόν, καὶ ἀξιώθηκε νὰ γίνει «κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσίν Του». Ἐκεῖνος οὐ λέει ὅτι γνωρίζει ὀρθὰ μόνον ἐξ ἀκοῆς ψεύδεται. Γιατί ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ χωρὶς χειραγώγηση νὰ ἀνεβεῖ ποτὲ στὸν οὐρανό. Οὔτε πάλι, ἂν δὲν ἀνεβεῖ καὶ δεῖ, μπορεῖ νὰ πεῖ ἐκεῖνο ποὺ δὲν εἶδε. Ἀλλ' ὅ,τι ἀκούει ἀπὸ τὴ Γραφή, ἐκεῖνο μόνο ὀφείλει νὰ λέει ἐξ ἀκοῆς μὲ εἰλικρίνεια καὶ νὰ ὁμολογεῖ τὸν Πατέρα τοῦ Λόγου, ὅπως εἶπε ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἀλλιῶς θὰ νομίζει ὅτι ἔχει γνώση, καὶ θὰ εἶναι χειρότερος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει. Γιατί ὅταν νομίζει κανεὶς ὅτι εἶναι κάτι, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει, ὅ,τι νομίζει πὼς εἶναι, λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος. Ὑπάρχει καὶ ἀξιέπαινη ἀγνωσία, ὅπως λέει ὁ Χρυσόστομος, ὅπως ὅταν συνειδητὰ γνωρίζει κανεὶς ὅτι ἀγνοεῖ. Καὶ ὑπάρχει καὶ ἀγνωσία πέρα ἀπὸ κάθε ἀγνωσία , ὅταν δὲ γνωρίζει κανεὶς ὅτι ἀγνοεῖ. Ὑπάρχει καὶ γνώση ψευδώνυμη, ὅταν νομίζει κανεὶς ὅτι γνωρίζει, ἐνῶ δὲν γνωρίζει τίποτε, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος.
Αὐτὲς οἱ τέσσερις γενικὰ ἀρετὲς γεννιοῦνται ἀπὸ τὶς τρεῖς δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Ἀπὸ τὸ λογισμό, δηλαδὴ τὸ νοῦ, γεννιοῦνται δύο, ἡ φρόνηση καὶ ἡ δικαιοσύνη, δηλαδὴ ἡ διάκριση. Ἀπὸ τὸ ἐπιθυμητικὸ γεννιέται ἡ σωφροσύνη, καὶ ἀπὸ τὸ θυμικό, ἡ ἀνδρεία. Κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς βρίσκεται ἀνάμεσά σε δύο παρὰ φύση πάθη. Ἡ φρόνηση ἔχει πάνω της τὴν ὑπερβολικὴ ἰδέα καὶ κάτω τὴν ἀνοησία. Ἡ σωφροσύνη ἔχει πάνω τὴν εὐήθεια καὶ κάτω τὴν ἀκολασία. Ἡ ἀνδρεία ἔχει πάνω το θράσος καὶ κάτω τὴ δειλία. Ἡ δικαιοσύνη ἔχει πάνω τὴν κτήση τοῦ λιγότερου καὶ κάτω τὴν πλεονεξία. Καὶ αὐτὲς οἱ τέσσερις ἀρετὲς εἶναι εἰκόνα τοῦ ἐπουράνιου στοιχείου, ἐνῶ τὰ ὀκτὼ πάθη ποὺ τὶς περιβάλλουν, εἶναι εἰκόνα τοῦ χωμάτινου.
Αὐτὰ ὅλα τα γνωρίζει ἀκριβῶς ὁ Θεός, ὅπως γνωρίζει τὰ περασμένα, τὰ παρόντα καὶ τὰ μέλλοντα, καὶ ἐν μέρει τὰ γνωρίζει καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔμαθε κατὰ χάρη τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἀπὸ Αὐτόν, καὶ ἀξιώθηκε νὰ γίνει «κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσίν Του». Ἐκεῖνος οὐ λέει ὅτι γνωρίζει ὀρθὰ μόνον ἐξ ἀκοῆς ψεύδεται. Γιατί ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ χωρὶς χειραγώγηση νὰ ἀνεβεῖ ποτὲ στὸν οὐρανό. Οὔτε πάλι, ἂν δὲν ἀνεβεῖ καὶ δεῖ, μπορεῖ νὰ πεῖ ἐκεῖνο ποὺ δὲν εἶδε. Ἀλλ' ὅ,τι ἀκούει ἀπὸ τὴ Γραφή, ἐκεῖνο μόνο ὀφείλει νὰ λέει ἐξ ἀκοῆς μὲ εἰλικρίνεια καὶ νὰ ὁμολογεῖ τὸν Πατέρα τοῦ Λόγου, ὅπως εἶπε ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἀλλιῶς θὰ νομίζει ὅτι ἔχει γνώση, καὶ θὰ εἶναι χειρότερος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει. Γιατί ὅταν νομίζει κανεὶς ὅτι εἶναι κάτι, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει, ὅ,τι νομίζει πὼς εἶναι, λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος. Ὑπάρχει καὶ ἀξιέπαινη ἀγνωσία, ὅπως λέει ὁ Χρυσόστομος, ὅπως ὅταν συνειδητὰ γνωρίζει κανεὶς ὅτι ἀγνοεῖ. Καὶ ὑπάρχει καὶ ἀγνωσία πέρα ἀπὸ κάθε ἀγνωσία , ὅταν δὲ γνωρίζει κανεὶς ὅτι ἀγνοεῖ. Ὑπάρχει καὶ γνώση ψευδώνυμη, ὅταν νομίζει κανεὶς ὅτι γνωρίζει, ἐνῶ δὲν γνωρίζει τίποτε, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου