Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2023

Για τη θεραπεία των τυφλών της Ιεριχούς

 Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος


[Λουκ. 18, 35-43]


(από το «Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον», ομιλία ΞΣΤ΄)


«Καὶ ἐκπορευομένων αὐτῶν ἀπὸ Ἱεριχὼ ἠκολούθησεν αὐτῷ ὄχλος πολύς. καὶ ἰδοὺ δύο τυφλοὶ καθήμενοι παρὰ τὴν ὁδόν, ἀκούσαντες ὅτι Ἰησοῦς παράγει, ἔκραξαν λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱὸς Δαυΐδ.  ὁ δὲ ὄχλος ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα σιωπήσωσιν· οἱ δὲ μεῖζον ἔκραζον λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱὸς Δαυΐδ (: και ενώ αυτοί έβγαιναν από την Ιεριχώ, Τον ακολούθησε πλήθος λαού πολύ. Και ιδού δύο τυφλοί που κάθονταν κοντά στο δρόμο, όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς περνά, άρχισαν να φωνάζουν και να λένε: “Ελέησέ μας, Κύριε, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ, που για σένα μίλησαν οι προφήτες”. Το πλήθος όμως του λαού τούς μάλωσε για να σιωπήσουν, για να μην ενοχληθεί ο Ιησούς με τις φωνές τους. Αυτοί όμως πιο πολύ φώναζαν και έλεγαν: “Ελέησέ μας, Κύριε, απόγονε του Δαβίδ”)»[Ματθ. 20, 29-34].


Ας ακούσουμε, αδελφοί μου, τους τυφλούς αυτούς που ήταν ανώτεροι από πολλούς που βλέπουν. Πραγματικά, αν και δεν είχαν κανένα για να τους οδηγήσει, ούτε μπορούσαν να δουν τον Ιησού, εντούτοις είχαν μεγάλη προθυμία να έλθουν κοντά Του και άρχισαν να φωνάζουν με δυνατή φωνή και όσο τους εμπόδιζαν, τόσο περισσότερο φώναζαν. Έτσι είναι η καρτερική ψυχή. Ανυψώνεται από τα εμπόδια. Και ο Χριστός επέτρεπε να τους παρεμποδίζουν από το να φωνάζουν, για να αποκαλύπτεται σε μεγαλύτερο βαθμό η προθυμία τους και για να μάθεις ότι επάξια απόλαυσε τη θεραπεία του. Γι’ αυτό και ο Κύριος δεν τους ρωτά: «Πιστεύεις;», όπως ακριβώς είχε κάνει σε πολλούς άλλους, διότι η κραυγή και ο ερχομός τους εκεί, ήταν αρκετά για να αποκαλύψουν σε όλους την πίστη τους.


Από την περίπτωση αυτή μάθε, αγαπητέ, ότι κι αν ακόμη είμαστε πολύ ασήμαντοι και περιφρονημένοι, όταν με προθυμία πλησιάζουμε τον Θεό, θα μπορέσουμε και μόνοι μας να επιτύχουμε ό,τι ζητούμε. Κοίταξε, λοιπόν, και αυτοί, χωρίς να έχουν κανένα από τους αποστόλους ως συνήγορο, αλλά αντίθετα, πολλοί τους εμπόδιζαν να φωνάζουν, κατόρθωσαν όμως να υπερνικήσουν τα εμπόδια και να φθάσουν στον ίδιο τον Ιησού. Μολονότι ο ευαγγελιστής δεν μαρτυρεί καμία ενάρετη και αξιέπαινη πράξη που να έδινε στους τυφλούς αυτούς παρρησία και θάρρος ενώπιον του Ιησού, εντούτοις αντί όλων αυτών ήταν αρκετή απλά και μόνο η προθυμία τους.


Αυτούς λοιπόν κι εμείς ας μιμηθούμε. Κι αν ακόμη ο Θεός αναβάλλει να μας δώσει αυτό που Του ζητούμε, κι αν ακόμη είναι πολλοί εκείνοι που προσπαθούν να μας απομακρύνουν από κοντά Του, ας μη σταματήσουμε να ζητούμε· διότι έτσι προπάντων θα αποσπάσουμε τη βοήθεια του Θεού. Πρόσεξε, άλλωστε, και στο παρόν περιστατικό κατά ποιο τρόπο ούτε η φτώχεια, ούτε η τύφλωση, ούτε το ενδεχόμενο να μην εισακουστούν, ούτε η επιτίμηση του όχλου, ούτε τίποτε άλλο δεν παρεμπόδισε τη μεγάλη τους προθυμία. Τέτοια είναι η ψυχή που κατακαίγεται από τη θερμή πίστη και δεν αποφεύγει τους κόπους και τις δυσκολίες.


Τι κάνει λοιπόν ο Χριστός; «Καὶ στὰς ὁ Ἰησοῦς ἐφώνησεν αὐτοὺς καὶ εἶπε· τί θέλετε ποιήσω ὑμῖν; (: Τότε στάθηκε ο Ιησούς, τους κάλεσε και τους είπε: ‘’Τι θέλετε να σας κάνω;’’)». Του απαντούν: «Κύριε, ἵνα ἀνοιχθῶσιν ἡμῶν οἱ ὀφθαλμοί (: Κύριε, θέλουμε να ανοιχθούν τα μάτια μας)». Για ποιο λόγο τούς ρωτάει; Για να μη νομίσει κανείς ότι αυτοί μεν άλλα θέλουν να λάβουν, ενώ ο Ιησούς τους δίνει άλλα· καθόσον ο Κύριος συνηθίζει κάθε φορά στην αρχή να καθιστά ολοφάνερη την αρετή αυτών που θεραπεύονται και να την αποκαλύπτει σε όλους και έπειτα να παρέχει τη θεραπεία, αφενός μεν για να οδηγήσει και τους άλλους ανθρώπους στη μίμησή τους, αφετέρου δε για να αποδείξει ότι επάξια απολαμβάνουν τη δωρεά.


Το ίδιο έκανε και στη Χαναναία γυναίκα [Ματθ. 15, 21-28], το ίδιο και στον εκατόνταρχο [Ματθ. 8, 5-13], το ίδιο και στην αιμορροούσα, μάλλον όμως η θαυμάσια εκείνη γυναίκα πρόφθασε την ερώτηση του Κυρίου και άγγιξε το κράσπεδο του ιματίου Του αναζητώντας τη θεραπεία της πριν τη ζητήσει με λόγια [Ματθ. 18, 19-26]. Αλλά όμως, παρά το γεγονός αυτό, ο Ιησούς δεν την άφησε να περάσει απαρατήρητη, αλλά και ύστερα από τη θεραπεία την αποκαλύπτει σε όλους. Έτσι απέδιδε μεγάλη σημασία στο να διακηρύσσει τα κατορθώματα εκείνων που Τον πλησίαζαν και να τα παρουσιάζει μεγαλύτερα από ό,τι ήταν. Το ίδιο, λοιπόν, κάνει και εδώ.


Έπειτα, αφού του είπαν οι τυφλοί τι ακριβώς ήθελαν, τους λυπήθηκε και άγγιξε τα μάτια τους [Ματθ. 20, 34: «Σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ εὐθέως ἀνέβλεψαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ (: και ο Ιησούς τούς σπλαχνίστηκε και τους άγγιξε τα μάτια. Και αμέσως τα μάτια τους απέκτησαν και πάλι το φως τους και από ευγνωμοσύνη Τον ακολούθησαν και οι δύο)»]. Το άγγιγμα αυτό βέβαια είναι η μόνη αιτία της θεραπείας για την οποία και ήλθε στον κόσμο. Μολονότι όμως η θεραπεία αυτή ήταν έλεος και χάρις, εντούτοις ζητεί να βρει εκείνους που αξίζουν να την λάβουν. Επίσης το ότι οι τυφλοί αυτοί ήταν άξιοι γι’ αυτήν, αποδεικνύεται από το ότι φώναξε δυνατά και από το γεγονός ότι, όταν θεραπεύθηκαν, δεν απομακρύνθηκαν από τον Κύριο, όπως κάνουν πολλοί άλλοι, που ύστερα από τις ευεργεσίες φέρονται με αγνωμοσύνη. Αυτοί, όμως, δεν ήταν τέτοιοι άνθρωποι, αλλά και πριν από τη δωρεά ήταν καρτερικοί και ύστερα από τη θεραπεία ευγνώμονες. Πραγματικά, από τότε και οι δύο ακολούθησαν τον Ιησού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου