"Ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν . ἕκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν" (Ρωμ. 15, 1-2)
"Όσοι έχουμε δυνατή πίστη οφείλουμε να ανεχόμαστε τις αδυναμίες αυτών που έχουν αδύναμη πίστη, και να μην κάνουμε ό,τι αρέσει σ’ εμάς. Η συμπεριφορά του καθενός μας να είναι αρεστή στον πλησίον, ώστε να τον βοηθάει να προκόβει στο αγαθό κι έτσι να συντελεί στην οικοδομή της εκκλησίας".
Κριτήριο της εποχής μας και του πολιτισμού μας είναι ο εαυτός μας, το εγώ μας. Σήμερα αποθεώνεται η φιλαρέσκεια. Δεν έχει να κάνει μόνο με την περιποίηση του σώματός μας, την επιθυμία να είμαστε αρεστοί στους άλλους, να ελκύουμε την προσοχή τους και το ενδιαφέρον τους. Κυρίως έχει να κάνει με ένα αίσθημα αυτοδικαίωσης. Γιατί το να περιποιούμαστε το σώμα μας, την σάρκα μας, είναι κάτι το σύνηθες.
Ο απόστολος Παύλος, στο αποστολικό ανάγνωσμα του γάμου, μας υπενθυμίζει ότι κανείς δεν μισεί την σάρκα του, αλλά την τρέφει και την φροντίζει (Εφεσ. 5, 29). Ο μοναχισμός είναι μία έκτακτη κλήση και δωρεά, ευλογημένη, όχι όμως ο κανόνας για τον κόσμο. Και στην άσκηση έχουμε αγώνα παθοκτονίας και όχι σωματοκτονίας. Αν λοιπόν κάποιος ή κάποια, με μέτρο, φροντίζει για το σώμα του, αυτό δεν αντίκεται στις εντολές του Θεού. Το πρόβλημα όμως έχει να κάνει όταν η σωματική φροντίδα γίνεται αφετηρία πρόκλησης της φιλαυτίας και της φιληδονίας για τον άνθρωπο, κυρίως όμως όταν θέλουμε να βλέπουμε τα πάντα μέσα από το δικό μας πρίσμα, να μην παραδεχόμαστε ποτέ σφάλματα και να μη βλέπουμε την ζωή μέσα από τα μάτια των άλλων και τις ανάγκες τους.
Γι' αυτό και ο απόστολος Παύλος μάς προτρέπει όσοι αισθανόμαστε ότι έχουμε δυνατή πίστη, να σηκώνουμε τα βάρη των αδυνάμων, όπως επίσης και να τους συγχωρούμε και να μην βλέπουμε τα πράγματα με βάση την δική μας δικαίωση. Αυτό δεν έχει να κάνει με την αλήθεια. Έχει να κάνει με την συγκατάβαση στο πρόσωπο του άλλου.
Προφανώς και δεν χωρούν εκπτώσεις στην πίστη, ούτε ένα αίσθημα ότι η αλήθειά μας είναι η αλήθεια. Μόνο ο Χριστός είναι η οδός, η αλήθεια και η ζωή. Και αμαρτίες έχουμε, και η γνώμη μας δεν είναι δεδομένα ορθή, από την στιγμή που δεν μπορούμε να έχουμε μία πλήρη εικόνα των πραγμάτων, των αιτιών που οδηγούν τον συνάνθρωπό μας σε συγκεκριμένες πράξεις και συμπεριφορές, όπως επίσης και της δύναμης και της αντοχής του. Εμείς μπορεί να είμαστε στον σωστό δρόμο. Η σκέψη μας να είναι αυτή που όντως οδηγεί στο σωστό και στο καλό. Το θέμα είναι τι αντέχει ο άλλος, πόσο μπορεί διά της ελευθερίας του να αποδεχτεί αυτό που πιστεύουμε και λέμε, πόσο μπορεί να σχετιστεί μαζί μας με τους όρους που θέτουμε.
Ο πολιτισμός μας σήμερα έχει υιοθετήσει μία φράση: "σ' όποιον αρέσουμε, για τους άλλους δεν θα μπορέσουμε". Η αντίληψη αυτή μπορεί να μας γεμίζει ικανοποίηση και να μας κάνει να αισθανόμαστε καλά με τον εαυτό μας.
Από την άλλη, η προοπτική της πίστης, επειδή περνά μέσα από την αγάπη για τον πλησίον, μάς προτρέπει να διαλεχθούμε, να πείσουμε, να ακούσουμε τα επιχειρήματα του άλλου, να μπούμε στην θέση του, να δούμε τι μπορεί να αντέξει και τι όχι. Αυτή είναι η γνήσια κοινωνικότητα. Η κατάκριση και η απόρριψη του άλλου είναι ο εύκολος δρόμος. Ακόμη κι αν ο άλλος παραμένει στην αδυναμία του, χρειάζεται η προσευχή και η υπομονή. Ένα μικρό βήμα πίσω, όχι για να του κάνουμε το χατίρι, αλλά για να δείξουμε την απόφασή μας να συμπορευθούμε. Και, ταυτόχρονα, μία καλύτερη εντός μας διαχείριση του χρόνου. Δεν είναι όλα που πρέπει να γίνουν εδώ και τώρα. Χρειάζονται προτεραιότητες και από κει και πέρα υπομονή.
Κι αν ο άλλος μας απορρίπτει; Καλύτερα να κλειστούμε στο ταμιείον μας. Να κάνουμε την προσευχή μας γι' αυτόν. Να λειτουργήσουμε ως διακριτικά διαθέσιμοι, όχι όμως με την απαίτηση να τον εξουσιάσουμε επειδή έχουμε δίκιο. Αυτή η στάση είναι πνευματική και έχει να κάνει με τις σχέσεις μας. Σε ζητήματα όμως που άπτονται του νόμου, η τελική γραμμή είναι να γίνει όπως ο νόμος ορίζει, όχι όπως εμείς θα θέλαμε να είναι τα πράγματα, εκτός αν είναι ζητήματα πίστης. Εδώ έρχεται κι ένας ακόμη πειρασμός: αυτός της διχογνωμίας, όταν μάλιστα βάζουμε τον εαυτό μας στην θέση του ομολογητή, του σωτήρα, της αυθεντίας. Ο Παύλος τονίζει ότι το μείζον είναι η Εκκλησία, στην οποία ο καθένας μας έχει την θέση του και δεν πρέπει να το λησμονεί αυτό.
Ο απόστολος των εθνών μάς ζητά να κοιτάμε τι αρέσει στον πλησίον μας, τι μπορεί να τον βοηθήσει να προχωρήσει πνευματικά. Ας μη μένουμε στην φιλαυτία, την φιλαρέσκεια, την θεοποίηση του εγώ μας, που γίνεται ένας ψυχικός ναρκισσισμός. Υπάρχουμε για να συνυπάρχουμε και να συνοδοιπορούμε. Υπάρχουμε για να σηκώνουμε τα βάρη και των άλλων. Ακόμη και στα δίκια μας, ας ζυγίσουμε τι μπορούμε με καλό τρόπο να περάσουμε και τι μπορεί να περιμένει. Και ο Θεός θα δώσει φώτιση σε όλους να προχωρήσουμε από κοινού. Αρκεί να μην έχουμε κάνει τον εαυτό μας κριτήριο της αλήθειας.
π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου