Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

"ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ"

 Εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ εἴχαμε ἀποστατήσει καὶ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ κοντά  Του, Ἐκεῖνος, μέσα στὴν ἄπειρη ἀγάπη Του, μᾶς ἐπανέφερε στὸν πατρικὸ οἶκο. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ αἰσθανόμαστε μιὰ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Κύριό μας. Καὶ αὐτὸ τὸ αἴσθημα δὲν μποροῦμε μὰ οὔτε καὶ πρέπει νὰ τὸ ἀποκρύπτουμε. Ἀντίθετα, ἐπιβάλλεται νὰ τὸ ἐκδηλώνουμε. Μὲ ποιοὺς τρόπους; Ἀπάντηση σὲ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα δίνει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.


Ὁ Κύριος κάποτε βρέθηκε στὴν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν. Ἐκεῖ συνάντησε ἕνα δαιμονισμένο σὲ πολὺ ἄσχημη κατάσταση. Ἀκολουθεῖ ἕνας διάλογος συνταρακτικός. Τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα διαισθάνονται ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν δυστυχισμένη αὐτὴ ὕπαρξη. Καὶ, καθὼς τὴν ἐγκαταλείπουν, παρακαλοῦν τὸν Χριστὸ νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ εἰσέλθουν στὸ κοπάδι τῶν χοίρων, ποὺ ἔβοσκε στὴν πλαγιὰ τοῦ βουνοῦ. Ὁ Κύριος τὸ ἐπιτρέπει κυρίως γιὰ νὰ τιμωρήσει τοὺς κατοίκους τῶν Γαδάρων, ποὺ ἔτρεφαν χοίρους, παρὰ τὴν ἀπαγόρευση τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Οἱ χοῖροι τότε, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τῶν δαιμόνων, ἀσυγκράτητοι, ὁρμοῦν στὸν γκρεμὸ καὶ πνίγονται στὴν παρακείμενη λίμνη. Οἱ κάτοικοι ποὺ παρακολουθοῦσαν τὸ γεγονὸς ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ φύγει. Φοβήθηκαν, ἀλλὰ δὲν μετανόησαν. Καὶ ὁ πρώην δαιμονιζόμενος δέχεται τὴν προσταγὴ τοῦ Κυρίου: «ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός». Γύρισε στὸ σπίτι σου καὶ ἐκεῖ νὰ διηγεῖσαι τὴν εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ ποὺ σὲ ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα. Ὥστε, ἀκούγοντας οἱ συγγενεῖς καὶ οἱ φίλοι σου, νὰ πιστέψουν, ὅπως καὶ σὺ ὁ ἴδιος ἐπίστεψες. Καὶ ὅπως ἀκριβῶς τοῦ ζήτησε ὁ θεῖος Εὐεργέτης του ἔκανε ὁ εὐγνώμων ἐκεῖνος ἄνθρωπος καὶ μίλησε σὲ ὅλους ὅσους συναντοῦσε γιὰ τὴν ἀπροσδόκητη αὐτὴ ἀλλαγὴ τῆς ζωῆς του.


Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ: «Αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν» (Ψαλμ. 148, 5). Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ, φωτίζει. Οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ζοῦσαν στὰ σκοτάδια τῆς εἰδωλολατρίας, μὲ τὸ ἄκουσμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὑπέστησαν μιὰ ὑπερφυσικὴ ἀλλοίωση. Ἦταν λύκοι κι ἔγιναν ἀρνιά, ἦταν κοράκια κι ἔγιναν περιστέρια. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι φῶς. «διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἡσ. 26, 9).


Στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁ Κύριος «ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον» (Μάρκ. 2, 2) σὲ σπίτια, στὴν ἔρημο, σὲ πλατεῖες, σὲ δρόμους, στὰ ἀκρογιάλια. Μιλοῦσε παντοῦ. Ἀκόμα καὶ στὸν Σταυρὸ μὲ τοὺς περίφημους ἑπτὰ λόγους Του ποὺ ἔχουν βάθος θεολογικώτατο. Καὶ στοὺς μαθητές Του ὡς κύρια ἀποστολὴ ἀνέθεσε τὸ κήρυγμα: «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ. 16, 5) «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 28, 20).


Ἡ χριστιανικὴ μαρτυρία εἶναι κορυφαῖο χρέος τοῦ πιστοῦ. Πρέπει νὰ ἀπολογούμαστε «παντὶ τῷ αἰτοῦντι ἡμᾶς λόγον περὶ τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος (Α΄ Πέτρ. 3, 15). Στὴν ἐποχή μας, ὅπου πολλοὶ ἄνθρωποι ἀξιώνουν ἀπὸ τὸν Χριστὸ «ἀπελθεῖν ἀπ’ αὐτῶν», νὰ φύγει ἀπὸ τὴν ζωή τους, ἡ θέση τοῦ Χριστιανοῦ πρέπει νὰ εἶναι μία συνεχὴς ἀναχώρηση καὶ ἐπιστροφή. Ἀναχώρηση, γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Ἰησοῦ στὶς συνάξεις τῶν πιστῶν, γύρω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἐκεῖ νὰ Τὸν λατρεύσει. Νὰ κοινωνήσει τοῦ Ποτηρίου τῆς Ζωῆς. Νὰ δεχθεῖ τὴν καλὴ ἀλλοίωση.  Νὰ ζήσει τὸ μυστήριο τῆς θείας Παρουσίας. Νὰ ἀπολαύσει τὴν ἑνότητα τῆς ἀδελφικῆς ἐν Χριστῷ κοινωνίας. Καὶ κατόπιν νὰ ἐπιστρέψει στὸν κόσμο. Νὰ δίνει μαρτυρία πίστεως. Νὰ ἀπευθύνεται σὲ ὅσους ἀγνοοῦν τὸν Χριστό, σὲ ὅσους ἀδιαφοροῦν, σὲ ὅσους ἀμφιβάλλουν, σὲ ὅσους Τὸν ἐχθρεύονται. Καὶ νὰ ὁμολογεῖ:  «γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος» (Ψαλμ. 33, 9).


Στ’ ἀλήθεια! Πόσα κατορθώνει μία πιστὴ σύζυγος, μιὰ χριστιανὴ μάνα, ἕνας φλογερὸς νέος, μία σεμνὴ κόρη μέσα στὴν οἰκογένειά τους, μέσα στὸν χῶρο ἐργασίας!  Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶναι γιὰ τὸ εἰκονοστάσι. Μᾶς δόθηκε γιὰ νὰ ἐμπνέει τὴν ζωή μας, γιὰ νὰ τὸ ἐφαρμόσουμε στὴν πράξη. Πρέπει, λοιπόν, νὰ τὸ κατεβάσουμε στὸν στίβο τῆς ζωῆς. Νὰ μπεῖ στὰ γραφεῖα, στὰ καταστήματα, στοὺς στρατῶνες, παντοῦ. Μέσα στὰ σχολεῖα, ὅπου οἱ δάσκαλοι καὶ τὰ χριστιανικὰ νιάτα ὀφείλουν νὰ δίνουν μαρτυρία πίστεως. Νὰ ὁμολογοῦν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἀλήθεια. Παράλληλα, θὰ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουν θαρραλέα τὴν ἀθεΐα. Μὲ ὑπομονὴ τὴν εἰρωνεία. Ἀνυποχώρητα τὸν πειρασμό. Ἄφοβα τὴν πρόκληση. Καὶ μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι δὲν εἶναι μόνοι τους, διότι ὁ Κύριος εἶναι δίπλα τους.


Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ρῶσος, ὁ ἰατρὸς, προέτρεπε τοὺς ἱερεῖς νὰ κηρύττουν τὸν   λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἔλεγε: «Ἂν ὁ ἱερέας ζητεῖ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἂν ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ ἱερέα χορτάσει μὲ τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, τότε τὸ στόμα του θὰ μιλᾶ ἀπὸ καρδιᾶς. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ κατοικεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ἱερέα, Αὐτὸ θὰ κηρύττει μὲ τὸ ταπεινὸ στόμα τοῦ ἱερέα. Καὶ ἂν δὲν μπορεῖς νὰ κηρύξεις μὲ τὸν λόγο, κήρυξε μὲ ἄλλα πράγματα. Νὰ εὐωδιάζεις μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν ζωή σου, τὴν προσωπικότητά σου, μὲ τὴν ἀγάπη σου γιὰ τὸν Χριστό, μὲ τὸ πνεῦμα τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης καὶ καθαρότητας, τῆς βαθιᾶς πίστης. Ἂν δὲν ἔχεις αὐτὴν τὴν εὐωδία, οὔτε τὸ χάρισμα τοῦ λόγου, τότε δὲν θὰ εἶσαι ποιμήν, θὰ εἶσαι μισθωτός.Καὶ τότε τὶ θὰ ἀπολογηθεῖς στὸ φοβερὸ κριτήριο τοῦ Χριστοῦ;»


Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος διδάσκει: «Ὁ ἄνθρωπος ποὺ θέλει νὰ συμβουλεύσει τὸν ἄλλον πρέπει νὰ ἔχει τρία τινά: τὴν ταπείνωση, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐπιμονή. Καθὼς τὸ φαγητόν, διὰ νὰ εἶναι νόστιμο, πρέπει νὰ ἔχη μέσα ἁλάτι, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ θὰ συμβουλεύσει τοὺς ἄλλους, πρέπει νὰ ἔχει αὐτὰ τὰ τρία, διὰ νὰ νοστιμίζει τοὺς ἄλλους. Ἐὰν δὲν ἔχη αὐτά, τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ κάμη‧ διότι ἐὰν ὁ λόγος σου δὲν εἶναι ταπεινός, θὰ θυμώσει αὐτὸς καὶ θὰ γίνει χειρότερος. Καὶ ἴσως καὶ σοῦ πεῖ καὶ ἐκεῖνος κανένα λόγο καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶσαι ἐφοδιασμένος μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή. Μὲ τέτοιο τρόπο μπορεῖτε νὰ βοηθήσετε καὶ νὰ διορθώσετε τὸν ἀδελφό σας».


Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὑπογραμμίζει: «Ἐὰν ζούσαμε πατερικά, θὰ εἴχαμε ὅλοι πνευματικὴ ὑγεία, τὴν ὁποία θὰ ζήλευαν καὶ ὅλοι οἱ ἑτερόδοξοι καὶ θὰ ἄφηναν τὶς ἀρρωστημένες τους πλάνες καὶ θὰ σώζονταν δίχως κήρυγμα. Τώρα δὲν συγκινοῦνται ἀπὸ τὴν ἁγία μας πατερικὴ παράδοση, γιατὶ θέλουν νὰ δοῦν καὶ τὴν πατερική μας συνέχεια, τὴν πραγματική μας συγγένεια μὲ τοὺς Ἁγίους μας. Αὐτὸ ποὺ ἐπιβάλλεται σὲ κάθε Ὀρθόδοξο εἶναι νὰ βάλει τὴν καλὴ ἀνησυχία καὶ στοὺς ἑτεροδόξους, νὰ καταλάβουν δηλαδὴ ὅτι βρίσκονται σὲ πλάνη».


Ὁ ἀλησμόνητος Γέροντας Μητροπολίτης Αὐγουστῖνος Καντιώτης συμπληρώνει: «Ἀφαιρέστε ἀδελφοί μου, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, κατεβάστε ἀπὸ τοὺς ἄμβωνες τοὺς κήρυκες, καὶ τότε τὶ θὰ συμβεῖ; Ὅ,τι καὶ στὸ μαντρὶ ὅταν λείψουν τὰ σκυλιά. Ποιμενικὰ σκυλιὰ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ κήρυκες ποὺ γαβγίζουν καὶ διώχνουν τοὺς λύκους τῶν αἱρέσεων. Ἀλλοίμονο στὸ μαντρὶ ἂν λείψουν τὰ σκυλιά, κι ἀλλοίμονο στὴν Ἐκκλησία ἂν στερεῖται τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ἀγαπάει τὸν Θεὸ ἀγαπάει καὶ τὸν Λόγο Του. Ὅταν κάποιος δὲν ἔχει ὄρεξη γιὰ φαγητό», συνεχίζει ὁ μακαριστὸς Ἱεράρχης, «αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν εἶναι γιὰ ζωὴ καὶ τὸν κλαίει τὸ σπίτι του. Ἔτσι καὶ στὰ πνευματικά. Ἄρτος, μάνα οὐράνιο, εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄρτος τῶν ἀγγέλων «ᾧ τρέφονται ψυχαὶ Θεοῦ πεινῶσαι».


Χριστιανοί μου!


Ἀκούσαμε σήμερα τὸ μήνυμα τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Ἰδιαίτερη ἐντύπωση μᾶς προξενεῖ ἡ ταπείνωση τοῦ Κυρίου μας. Δὲν εἶπε στὸν πάσχοντα ἄνθρωπο: «Νὰ διηγεῖσαι ὅσα ἔκανα ἐγώ», ἀλλὰ «ὅσα σοῦ ἔκαμε ὁ Θεός». Ἐμεῖς, μὲ ἔργα ἀσήμαντα, καμωμένα πάλι μὲ τὴν  δική Του δύναμη, τὰ θεωροῦμε ἀπόλυτα δικά μας καὶ καυχιόμαστε γι’ αὐτά. Μακάρι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νὰ ἀποκτήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη! Πόση γαλήνη θὰ αἰσθανθοῦμε στὴν ψυχή μας καὶ πόση εὐλογία καὶ χάρη θὰ πάρουμε ἀπὸ τὸν Θεό μας.


Ὡς Χριστιανοὶ ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε οἱ μάρτυρές Του, οἱ ὁμολογητὲς τοῦ Ὀνόματός Του. Οἱ εὐγνώμονες κήρυκες τῆς φιλανθρωπίας καὶ τῶν ἀπείρων εὐεργεσιῶν Του.


Ὁ πρώην δαιμονιζόμενος ἀνταποκρίθηκε πρόθυμα στὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου καὶ «ἀπῆλθεν καθ’ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς». Ἀποτελεῖ χρέος μας νὰ ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς τὸ παράδειγμά του. Νὰ γινόμαστε καθημερινὰ, παντοῦ καὶ πάντοτε, μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ.


Ὁ ποιητὴς Βερίτης θὰ μᾶς ἐμψυχώσει καὶ πάλι:


«Εἶν’ τὸ ἴδιο τὸ στρατὶ


τὸ ματόβρεχτο ποὺ φτάνει


στὸ μαρτυρικὸ στεφάνι


κι ὥς τὸν Γολγοθᾶ κρατεῖ.


Ἀκλουθᾶτε το, ἀκλουθᾶτε!


Ἀπ’ τὴν Φάτνη ὥς τὸν Σταυρὸ


Μπόρεσα κι ἐγὼ νὰ βρῶ


Τ’ ἄυλο Φῶς π’ ἀναζητᾶτε». ΑΜΗΝ!







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου