Κυριακή σήμερα ἕκτη τῆς σειρᾶς τῶν ἱερῶν εὐαγγελίων τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ καί μνήμη τοῦ ἁγίου ἀπόστολου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.
Πληροφορούμαστε εὐαγγελικῶς σήμερα ὅτι, ὅταν ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔφτασε μέ τό καράβι στήν πόλη τῶν Γαδαρηνῶν ἀπέναντι ἀπό τή Γαλιλαία, τόν συνάντησε ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος γιά πολλά χρόνια ταλαιπωρεῖτο ἀπό δαιμόνια. Εἶχε φτάσει σέ τέτοιο σημεῖο ἐξαθλίωσης, ὥστε κυκλοφοροῦσε γυμνός καί κατοικοῦσε στά μνήματα. Θά μποροῦσε ἀκόμη κανείς νά ὑποθέσει ὅτι εἶχε ἀπογυμνωθεῖ ἀπό τίς ἀρετές καί δέν εἶχε ζωή μέσα του, δέν μποροῦσε νά βρεθεῖ σέ κοινωνία μέ τούς συνανθρώπους του.
Ὅταν εἶδε τόν Ἰησοῦ Χριστό, τήν ἴδια τήν ἀγαπητική κοινωνία, ταράχτηκε. Δύσκολα ὁ ἀπομονωμένος ἄνθρωπος δέχεται καί ἀποφασίζει τό ἄνοιγμα στόν ἄλλον. Εἶναι ἕνα ξεβόλεμα ἀπό τήν πραγματικότητα πού ὁ ἴδιος ἔχει δημιουργήσει γιά τόν ἑαυτό του, κάτι πού προκαλεῖ ἀναστάτωση καί ἄγχος.
Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ
Ὁ Κύριος, βλέποντας τήν κατάσταση τοῦ ταλαίπωρου ἀνθρώπου, διέταξε τά δαιμόνια, πού λόγω τοῦ πλήθους τους ὀνομάζονταν Λεγεώνα, νά βγοῦν ἀπό αὐτόν. Φοβούμενα τήν τιμωρία τους τόν παρεκάλεσαν νά μήν τά στείλει στήν ἄβυσσο, αὐτός δέ τά ἔστειλε σέ ἕνα κοπάδι χοίρων, οἱ ὁποῖοι καί ἔπεσαν ἀμέσως ἀπό ἕναν γκρεμό. Μάρτυρες τοῦ γεγονότος ὑπῆρξαν βοσκοί ἀπό τή γύρω περιοχή, οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ τό ἀνήγγειλαν σέ συγχωριανούς τους, ἐπέστρεψαν μέ αὐτούς καί τοῦ ζήτησαν νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τή γῆ τους.
Παρατηροῦμε, λοιπόν, ἀρχικά ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν ρωτᾶ τόν δαιμονιζόμενο «θέλεις ὑγιής γενέσθαι;» ἤ «τί σοί θέλεις ποιήσω;», ὅπως στήν περίπτωση τοῦ παραλύτου στή Βηθεσδᾶ καί τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ ἀπό τήν Ἱεριχώ ἀντίστοιχα. Αὐτό πού ἑλκύει τή θαυματουργική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πίστη σέ αὐτόν, εἶναι τό «ναί, θέλω» σέ αὐτόν. Στήν περίπτωση τοῦ δαιμονιζόμενου, ὁ ἴδιος ἀναλαμβάνει πρωτοβουλία καί τόν θεραπεύει. Ὁ Θεός ἐπεμβαίνει δραστικά στή ζωή του μέ σκοπό νά τόν βγάλει ἀπό τό ἀδιέξοδό του καί νά τόν φέρει σέ κοινωνία μαζί του, χωρίς οὐσιαστικά τό ἄτομο νά τό ἔχει ζητήσει ἤ νά τό ἔχει καταλάβει.
Στή θεία Λειτουργία, στήν ἁγία Ἀναφορά, ὁ ἱερέας ἀναπέμπει μία εὐχαριστία στόν Δημιουργό καί Πατέρα. Σέ ἕνα σημεῖο αὐτῆς ἀναφέρεται: «Ὑπέρ πάντων ὧν ἴσμεν καί ὧν οὐκ ἴσμεν, τῶν φανερῶν καί ἀφανῶν εὐεργεσιῶν τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων». Εὐχαριστία δηλαδή γιά ὅλες τίς εὐεργεσίες του, εἴτε τίς γνωρίζουμε, εἴτε ὄχι.
Ἡ διακριτική θεϊκή ἀγάπη
Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στή ζωή τοῦ δαιμονιζόμενου γίνεται ἐπεμβατικά καί ὄχι παρεμβατικά, μέ μόνο σκοπό τή λύτρωση. Ὅπως ὁ ἰατρός, ὁ Χριστός ἐπεμβαίνει σέ μία ἐπείγουσα κατάσταση γιά νά σώσει τή ζωή ἑνός ἀνθρώπου. Ὁ Θεός δέν καταργεῖ τό αὐτεξούσιο, ἀλλά ἐπεμβαίνει στή ζωή ποικιλοτρόπως γιά νά δείξει τήν παρουσία του.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά οἱ βοσκοί, βλέποντας τό κοπάδι τους νά κατακρημνίζεται, ζήτησαν τήν ἀπομάκρυνση τοῦ Ἰησοῦ. Δέν ἦσαν σέ θέση νά δοῦν τήν πραγματικότητα, τή θεραπεία τοῦ συγχωριανοῦ τους, διότι τό ἐνδιαφέρον καί τό κακῶς νοούμενο συμφέρον τους ἦταν στραμμένο στήν ὕλη καί τήν περιουσία τους, τήν ὁποία μάλιστα κατεῖχαν παράνομα.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός πολλάκις εἶχε μιλήσει γιά τήν ἀφροσύνη τοῦ πλούτου καί γιά τήν ἀσθένεια τοῦ χρήματος πού δεσμεύει τόν ἄνθρωπο. Σεβόμενος ὅμως τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καί μή θέλοντας νά τήν καταργήσει, «ἐμβάς εἰς τό πλοῖον ὑπέστρεψεν».
Ὁ Θεός ἔρχεται στή ζωή μας καί δρᾶ σέ αὐτήν ποικιλοτρόπως. Ἡ πίστη καί ἡ ἐμπιστοσύνη σέ αὐτόν μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό τήν τρικυμία καί τήν ἀγριότητα τῆς θάλασσας σέ γαλήνιο λιμάνι, ἀπό τόν κόπο τῆς καθημερινότητας σέ ἀνάπαυση καί πνευματική ἀναψυχή. «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι», λέει ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἄς δεχτοῦμε τό κάλεσμά του μέ ἐμπιστοσύνη πρός τό πρόσωπό του. Ἄς ἀποθέσουμε τή σκληρότητα τῆς καθημερινότητας μέ τήν προσευχή μας καί τή συμμετοχή μας στά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, γινόμενοι «ἱματισμένοι καί σωφρονοῦντες παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ».
Ἀρχιμ. Ἄ. Ἀ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου