Ἀκοῦμε συχνὰ σὲ κηρύγματα καὶ ῥαδιόφωνα γιὰ τὶς θεοπτίες τῶν ἁγίων, τὶςἐμπειρίες ὅρασης τοῦ ἀκτίστου φωτός. Κάποιοι ἐνάρετοι μὲ θεάρεστο ζῆλο μακαρίζουν τοὺς θεόπτες, εὐχόμενοι νὰ εἶχαν τύχει ἢ νὰ τύχουν κάποτε παρόμοιας εὐλογίας.
Οἱ περισσότεροι ἀκοῦνε, χωρὶς νὰ ἐπιθυμοῦν τέτοιεςἐμπειρίες, ἐπειδὴ ἀγνοοῦν τὴ σημασία τους, τὴν προεργασία καὶ τὰἀποτελέσματά τους. Ἐνδιαφέρον γιὰ αὐτὸ ποὺ ἔρχεται ὁριστικὰ καὶ μόνιμα, καὶστὸ ὁποῖο θὰ δοκιμασθοῦν τὰ σύμπαντα, ὑπάρχει ἀπὸ ἐλάχιστους.
Ἂν ῥωτήσουμε ἕνα θεόπτη τί σημαίνει ἄκτιστο φῶς, θὰ μᾶς ἀπαντήσῃ ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε σὰν κι αὐτό, ὅτι ἡ μετοχή του εἶναι ἡ θέωση, ὅτι εἶναι τὸ ἀνώτεροἀγαθό, τὸ ὕψιστο καὶ συνάμα ἀτελεύτητο γεγονὸς τῆς ὀντολογικῆς καὶὑπαρξιακῆς καταξίωσης τῶν λογικῶν ὄντων, τὸ τέλος καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας. Ἀλλὰ καὶ πάλι δὲν θὰ μπορῇ ἐπ’ ἀκριβῶς νὰ ἀπαντήσῃ πλήρως καὶ μὲσαφήνεια γιὰ τὸ τί νιώθει κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀλλοίωσής του μέσα στὸ φῶς. Ἂνῥωτήσουμε ἕνα τυφλὸ τί σημαίνει φῶς, θὰ μᾶς ἀπαντήσῃ μὲ μία σχετικὴ γνώση,ἐξαιτίας τῆς ἐμπειρικῆς του ἄγνοιας. Ἀντίστοιχες αἰσθήσεις συμβάλλουν λοιπὸν στὴ γνώση ὁμοούσιων πρὸς αὐτὲς κόσμων, ἡ φυσικὴ αἴσθηση στὴ γνώση τοῦπεριβάλλοντος ὑλικοῦ κόσμου, ἡ ὑπερφυσικὴ στὴ γνώση τοῦ ὑπερκοσμίου.
Γι’ αὐτὲς τὶς δύο κατηγορίες τὰ ποσοστὰ ἐπιθυμίας τῆς γνώσης ἔχουν τεράστιες ἀποκλίσεις. Οἱ στερούμενοι τοῦ ὑλικοῦ φωτός, μηδενὸς ἐξαιρουμένου,ἐπιθυμοῦν διακαῶς νὰ δοῦν μὲ τὰ μάτια τοῦ σώματος· οἱ στερούμενοι τοῦ ἀΰλου, πλὴν ἐλαχίστων, δὲν θέλουν νὰ δοῦν μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς. Αὐτοὶ οἱ τελευταῖοι εἴμαστε ἐμεῖς, ἀδελφοί μου. Ναί! Τυφλοὶ καὶ ἀξιοθρήνητοι ποὺ δὲν ἀγωνιζόμαστε νὰ γυμνάσουμε τὰ πορωμένα μάτια μας, γιὰ νὰ δοῦμε τὴν ὑπερκόσμια ὅραση καὶνὰ ἀποκτήσουμε γνώση ὑπερβατικὴ καὶ αἰώνια.
Ῥώτησε ὁ Χριστὸς τοὺς δύο τυφλούς: «Πιστεύετε ὅτι μπορῶ νὰ σᾶς θεραπεύσω;». «Πιστεύουμε», Τοῦ ἀπάντησαν· «Πιστεύουμε καὶ θέλουμε· πιστεύουμε, διότι θέλουμε». Πόσο θέλουμε ἐμεῖς, ἀδελφοί μου νὰ δοῦμε τὴνἀλήθεια τῶν ὄντων, τὴν ἀλήθεια τῆς σκοτισμένης ὑπάρξεώς μας, μέσα ἀπὸ τὴν θέα τοῦ ἀκτίστου φωτὸς καὶ τί πιστεύουμε ὅτι εἶναι αὐτὸ τὸ φῶς; Εἶναι μήπωςἀνόητοι οἱ ἅγιοί μας, ὅταν μετὰ τὴν ἐμπειρία του βλέπουν τὰ πάντα γύρω τους σὰν ἕνα θλιβερὸ σκοτάδι; Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία λέει ὅτι τὰ πάντα θὰἀποκαλυφθοῦν μέσα στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς τριαδικῆς θεότητος κατὰ τὴ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου μας. Ἑπομένως κάποια στιγμὴ ὅλοι θὰ τὸ ζήσουμεἐμπειρικά, ὅμως ἄλλοι θὰ χαίρονται μέσα σὲ αὐτὸ μὲ ἀνείπωτη χαρὰ κι ἄλλοι θὰθλίβονται καὶ θὰ συνθλίβονται ἀπὸ τὴν πίεση τῆς ἀμετανοησίας.
Σίγουρα πρέπει νὰ ζήσῃς κάτι, γιὰ νὰ μπορέσῃς νὰ ἀξιολογήσῃς τὴ σημασία του, τὴ χρησιμότητά του, τὸ θετικό του ἢ ἀρνητικὸ περιεχόμενο. Δύσκολα ἀρέσειςἢ ἀπεχθάνεσαι κάτι ποὺ δὲν ἔχεις δοκιμάσει, ποὺ δὲν ἔχεις γευθεῖ, ποὺ δὲν ἔχειςἀκούσει, δὲν ἔχεις δεῖ, δὲν ἔχεις γνωρίσει. Κι ἐμεῖς ποὺ δὲν ἔχουμε δεῖ τὸ ἄκτιστο φῶς, ὡς ἕνα βαθμὸ δικαιολογούμαστε νὰ μὴν κατανοοῦμε πόσο ἀπαραίτητο εἶναι γιὰ τὴν σωτηρία μας. Ὅμως οἱ ἐμπειρίες τῶν ἁγίων μας, τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀψευδεῖς καὶ μᾶς πληροφοροῦν σχετικὰ μὲ αὐτό, ποὺ ἐν τέλει εἶναι δῶρο Θεοῦ σὲ ὅσους καθαρίζουν τὰ πνευματικά μάτια. Οἱ δύο τυφλοὶ δὲν προσπάθησαν γιὰ τὴν θεραπεία. Ἡ θεραπεία τους ἦταν θαῦμα, δῶρο τῆς κυριακῆς εὐσπλαχνίας. Γιὰ τὴ θέα τοῦ ἀκτίστου φωτὸς ὅμως, μολονότι εἶναι ζήτημα πρωτοβουλίας καὶ εὐλογίας τοῦ Θεοῦ, χρειάζεται ἐκγύμναση τῶν πνευματικῶν ὀφθαλμῶν μέσα ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωή, ὅπως χρειάζεται προετοιμασία στὸ χαμηλὸ φῶς καὶ προσοχὴ αὐτὸς ποὺ μόλις ἔκανεἐγχείρηση στὰ μάτια. Ἂν βγάλῃ τὶς γάζες ἀμέσως μετὰ τὸ χειρουργεῖο καὶκοιτάξῃ τὸν ἤλιο, θὰ ξανατυφλωθῇ, προκαλώντας στὰ μάτια του μεγάλη βλάβη.
Ὁ Θεὸς θέλει ὅλους νὰ μᾶς φωτίσῃ καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ ἀπὸ τὴν πνευματικὴτύφλωση στὴν θεοπτία, τὴν φυσική μας κατάσταση. Γι’ αὐτὸ δημιουργηθήκαμεἄλλωστε. Γνωρίζει ὅμως ὅτι ἡ ἐμμονὴ στὴν ζοφερὴ ἄβυσσο τοῦ ὑλιστικοῦ, φιληδόνου, κοσμικοῦ καὶ ἐγωϊστικοῦ μας φρονήματος δὲν ἐπιτρέπει στὸ ἄκτιστο φῶς Του νὰ ἐπιδράσῃ θεωτικά, ἀλλὰ κολαστικά. Καὶ στὴν κόλαση τὸ ἴδιο συμβαίνει. Πεπλήρωται φωτός ἀκτίστου. Δὲν κολάζει ὅμως τὸ φῶς ἐν τῷ σκότει· κολάζει τὸ σκότος ἐν τῷ φωτί. Ὅσο περισσότερο σφίγγουμε τὰ μάτια μας, τόσο περισσότερο πονᾶμε.
Ὁ Θεός, εἴτε δίνει, εἴτε στερεῖ, μᾶς εὐεργετεῖ. Σ’ ἐμᾶς ἐναπόκειται τὸ μετὰ τὴν στέρηση ἢ τὸ μετὰ τὴν ἐπίδοση. Νὰ ἀγαπήσουμε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, νὰ τὸἐπιθυμήσουμε. Ἂν τώρα τὸ στερούμαστε, σημαίνει ὅτι δὲν εἴμαστε ἕτοιμοι οὔτε στὴν ἄλλη ζωὴ νὰ τὸ ἀπολαύσουμε, γι’ αὐτὸ χρειάζεται πνευματικὴπροετοιμασία καὶ τὴν φωτιστικὴ μετάνοια. Οἱ δύο τυφλοί, κι ἂν εἶδαν, κάποια στιγμὴ τὸ φῶς ποὺ εἶδαν ἔσβησε. Μακάρι ὅσοι εἴμαστε ἀκόμη τυφλοί, μακάριὅλοι οἱ ἄνθρωποι, νὰ δοῦμε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ τὸ ἄσβεστο.
π. Στυλιανός Μακρής
Οἱ περισσότεροι ἀκοῦνε, χωρὶς νὰ ἐπιθυμοῦν τέτοιεςἐμπειρίες, ἐπειδὴ ἀγνοοῦν τὴ σημασία τους, τὴν προεργασία καὶ τὰἀποτελέσματά τους. Ἐνδιαφέρον γιὰ αὐτὸ ποὺ ἔρχεται ὁριστικὰ καὶ μόνιμα, καὶστὸ ὁποῖο θὰ δοκιμασθοῦν τὰ σύμπαντα, ὑπάρχει ἀπὸ ἐλάχιστους.
Ἂν ῥωτήσουμε ἕνα θεόπτη τί σημαίνει ἄκτιστο φῶς, θὰ μᾶς ἀπαντήσῃ ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε σὰν κι αὐτό, ὅτι ἡ μετοχή του εἶναι ἡ θέωση, ὅτι εἶναι τὸ ἀνώτεροἀγαθό, τὸ ὕψιστο καὶ συνάμα ἀτελεύτητο γεγονὸς τῆς ὀντολογικῆς καὶὑπαρξιακῆς καταξίωσης τῶν λογικῶν ὄντων, τὸ τέλος καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας. Ἀλλὰ καὶ πάλι δὲν θὰ μπορῇ ἐπ’ ἀκριβῶς νὰ ἀπαντήσῃ πλήρως καὶ μὲσαφήνεια γιὰ τὸ τί νιώθει κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀλλοίωσής του μέσα στὸ φῶς. Ἂνῥωτήσουμε ἕνα τυφλὸ τί σημαίνει φῶς, θὰ μᾶς ἀπαντήσῃ μὲ μία σχετικὴ γνώση,ἐξαιτίας τῆς ἐμπειρικῆς του ἄγνοιας. Ἀντίστοιχες αἰσθήσεις συμβάλλουν λοιπὸν στὴ γνώση ὁμοούσιων πρὸς αὐτὲς κόσμων, ἡ φυσικὴ αἴσθηση στὴ γνώση τοῦπεριβάλλοντος ὑλικοῦ κόσμου, ἡ ὑπερφυσικὴ στὴ γνώση τοῦ ὑπερκοσμίου.
Γι’ αὐτὲς τὶς δύο κατηγορίες τὰ ποσοστὰ ἐπιθυμίας τῆς γνώσης ἔχουν τεράστιες ἀποκλίσεις. Οἱ στερούμενοι τοῦ ὑλικοῦ φωτός, μηδενὸς ἐξαιρουμένου,ἐπιθυμοῦν διακαῶς νὰ δοῦν μὲ τὰ μάτια τοῦ σώματος· οἱ στερούμενοι τοῦ ἀΰλου, πλὴν ἐλαχίστων, δὲν θέλουν νὰ δοῦν μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς. Αὐτοὶ οἱ τελευταῖοι εἴμαστε ἐμεῖς, ἀδελφοί μου. Ναί! Τυφλοὶ καὶ ἀξιοθρήνητοι ποὺ δὲν ἀγωνιζόμαστε νὰ γυμνάσουμε τὰ πορωμένα μάτια μας, γιὰ νὰ δοῦμε τὴν ὑπερκόσμια ὅραση καὶνὰ ἀποκτήσουμε γνώση ὑπερβατικὴ καὶ αἰώνια.
Ῥώτησε ὁ Χριστὸς τοὺς δύο τυφλούς: «Πιστεύετε ὅτι μπορῶ νὰ σᾶς θεραπεύσω;». «Πιστεύουμε», Τοῦ ἀπάντησαν· «Πιστεύουμε καὶ θέλουμε· πιστεύουμε, διότι θέλουμε». Πόσο θέλουμε ἐμεῖς, ἀδελφοί μου νὰ δοῦμε τὴνἀλήθεια τῶν ὄντων, τὴν ἀλήθεια τῆς σκοτισμένης ὑπάρξεώς μας, μέσα ἀπὸ τὴν θέα τοῦ ἀκτίστου φωτὸς καὶ τί πιστεύουμε ὅτι εἶναι αὐτὸ τὸ φῶς; Εἶναι μήπωςἀνόητοι οἱ ἅγιοί μας, ὅταν μετὰ τὴν ἐμπειρία του βλέπουν τὰ πάντα γύρω τους σὰν ἕνα θλιβερὸ σκοτάδι; Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία λέει ὅτι τὰ πάντα θὰἀποκαλυφθοῦν μέσα στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς τριαδικῆς θεότητος κατὰ τὴ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου μας. Ἑπομένως κάποια στιγμὴ ὅλοι θὰ τὸ ζήσουμεἐμπειρικά, ὅμως ἄλλοι θὰ χαίρονται μέσα σὲ αὐτὸ μὲ ἀνείπωτη χαρὰ κι ἄλλοι θὰθλίβονται καὶ θὰ συνθλίβονται ἀπὸ τὴν πίεση τῆς ἀμετανοησίας.
Σίγουρα πρέπει νὰ ζήσῃς κάτι, γιὰ νὰ μπορέσῃς νὰ ἀξιολογήσῃς τὴ σημασία του, τὴ χρησιμότητά του, τὸ θετικό του ἢ ἀρνητικὸ περιεχόμενο. Δύσκολα ἀρέσειςἢ ἀπεχθάνεσαι κάτι ποὺ δὲν ἔχεις δοκιμάσει, ποὺ δὲν ἔχεις γευθεῖ, ποὺ δὲν ἔχειςἀκούσει, δὲν ἔχεις δεῖ, δὲν ἔχεις γνωρίσει. Κι ἐμεῖς ποὺ δὲν ἔχουμε δεῖ τὸ ἄκτιστο φῶς, ὡς ἕνα βαθμὸ δικαιολογούμαστε νὰ μὴν κατανοοῦμε πόσο ἀπαραίτητο εἶναι γιὰ τὴν σωτηρία μας. Ὅμως οἱ ἐμπειρίες τῶν ἁγίων μας, τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀψευδεῖς καὶ μᾶς πληροφοροῦν σχετικὰ μὲ αὐτό, ποὺ ἐν τέλει εἶναι δῶρο Θεοῦ σὲ ὅσους καθαρίζουν τὰ πνευματικά μάτια. Οἱ δύο τυφλοὶ δὲν προσπάθησαν γιὰ τὴν θεραπεία. Ἡ θεραπεία τους ἦταν θαῦμα, δῶρο τῆς κυριακῆς εὐσπλαχνίας. Γιὰ τὴ θέα τοῦ ἀκτίστου φωτὸς ὅμως, μολονότι εἶναι ζήτημα πρωτοβουλίας καὶ εὐλογίας τοῦ Θεοῦ, χρειάζεται ἐκγύμναση τῶν πνευματικῶν ὀφθαλμῶν μέσα ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωή, ὅπως χρειάζεται προετοιμασία στὸ χαμηλὸ φῶς καὶ προσοχὴ αὐτὸς ποὺ μόλις ἔκανεἐγχείρηση στὰ μάτια. Ἂν βγάλῃ τὶς γάζες ἀμέσως μετὰ τὸ χειρουργεῖο καὶκοιτάξῃ τὸν ἤλιο, θὰ ξανατυφλωθῇ, προκαλώντας στὰ μάτια του μεγάλη βλάβη.
Ὁ Θεὸς θέλει ὅλους νὰ μᾶς φωτίσῃ καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ ἀπὸ τὴν πνευματικὴτύφλωση στὴν θεοπτία, τὴν φυσική μας κατάσταση. Γι’ αὐτὸ δημιουργηθήκαμεἄλλωστε. Γνωρίζει ὅμως ὅτι ἡ ἐμμονὴ στὴν ζοφερὴ ἄβυσσο τοῦ ὑλιστικοῦ, φιληδόνου, κοσμικοῦ καὶ ἐγωϊστικοῦ μας φρονήματος δὲν ἐπιτρέπει στὸ ἄκτιστο φῶς Του νὰ ἐπιδράσῃ θεωτικά, ἀλλὰ κολαστικά. Καὶ στὴν κόλαση τὸ ἴδιο συμβαίνει. Πεπλήρωται φωτός ἀκτίστου. Δὲν κολάζει ὅμως τὸ φῶς ἐν τῷ σκότει· κολάζει τὸ σκότος ἐν τῷ φωτί. Ὅσο περισσότερο σφίγγουμε τὰ μάτια μας, τόσο περισσότερο πονᾶμε.
Ὁ Θεός, εἴτε δίνει, εἴτε στερεῖ, μᾶς εὐεργετεῖ. Σ’ ἐμᾶς ἐναπόκειται τὸ μετὰ τὴν στέρηση ἢ τὸ μετὰ τὴν ἐπίδοση. Νὰ ἀγαπήσουμε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, νὰ τὸἐπιθυμήσουμε. Ἂν τώρα τὸ στερούμαστε, σημαίνει ὅτι δὲν εἴμαστε ἕτοιμοι οὔτε στὴν ἄλλη ζωὴ νὰ τὸ ἀπολαύσουμε, γι’ αὐτὸ χρειάζεται πνευματικὴπροετοιμασία καὶ τὴν φωτιστικὴ μετάνοια. Οἱ δύο τυφλοί, κι ἂν εἶδαν, κάποια στιγμὴ τὸ φῶς ποὺ εἶδαν ἔσβησε. Μακάρι ὅσοι εἴμαστε ἀκόμη τυφλοί, μακάριὅλοι οἱ ἄνθρωποι, νὰ δοῦμε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ τὸ ἄσβεστο.
π. Στυλιανός Μακρής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου