«Ποτέ μην καταφρονήσεις πηγούλα από την οποία έχεις πιει νερό»
(Παραίνεση του πνευματικού μου πατέρα)
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι είμαι ευγνώμων στο Θεό για την από νηπιακή ηλικία πορεία μου μέσα στην διαμαρτυρόμενη ευαγγελική εκκλησία καθώς πήρα πολλά μαθήματα και ευλογίες και είδα πολλές φορές το χέρι του Θεού στη ζωή μου.
Ως μεταστραφής διαμαρτυρόμενος θα ήθελα να σας πω ότι όταν με τη χάρη του Θεού έγινα ορθόδοξος -μπαίνω με τη χάρη του Θεού στον έβδομο χρόνο- το έκανα επειδή κατάλαβα ότι η Εκκλησία του Χριστού θα μπορούσε να διασφαλίσει τη σωτηρία μου κάτι που ο προηγούμενος χώρος αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων ότι δεν είχε ούτε τον τρόπο ούτε τα εφόδια για να με βοηθήσει να αντιμετωπίσω ριζικά τα προσωπικά μου πνευματικά αδιέξοδα. Και αυτό δεν το λέω για να καταφρονήσω το χώρο τον οποίο για τόσα χρόνια κινιόμουνα αλλά για να τονίσω ότι μια τέτοια ανάγκη με ώθησε να ψάξω ακόμα και εκεί που δεν πίστευα ότι υπήρχε περίπτωση να βρω βοήθεια.
Παρακαταθήκη για να γίνω ορθόδοξος, ήταν η επαφή που είχα με ορθόδοξους που μπορεί να απέρριπτα τα πιστεύω τους -ακόμα και τη σωτηρία τους- αλλά δεν μπορούσα να παραγνωρίσω το χριστιανικό τους χαρακτήρα και το παράδειγμα που μου έδιναν. Η αποδοχή τους ήταν δεδομένη από την αρχή αρκεί να μην αρχίζαμε να δογματίζουμε.
Η αποδοχή λοιπόν αυτών των ανθρώπων και το δικαίωμα που μας έδωσαν να μιλάμε για αυτά που συμφωνούμε και να αφήσουμε στην άκρη τα υπόλοιπα, μας οδήγησε στην ορθοδοξία μετά από χρόνια σοβαρού ψαξίματος της πατερικής θεραπευτικής κατ' αρχάς, και τη σοφίας των πατέρων κατ' επέκταση. Να σημειώσω ότι πολλές φορές αγανακτούσα μέσα μου με τις πρακτικές τους (κεριά, άγιοι, προσκύνηση λειψάνων, θεία κοινωνία κτλ) αλλά και για την άκαμπτη στάση τους σε πολλά δογματικά θέματα. Η αγάπη όμως που έδειχναν στο πρόσωπό μας κάλυπτε τα ανωτέρω «ελαττώματα» τους.
Ως διαμαρτυρόμενος δεν μπορούσα να προσεγγιστώ με λογικά επιχειρήματα διότι αυτό είναι κάτι με το οποίο ασχολούμουν συνεχώς αφού έπρεπε να τεκμηριώσω το κάθε τι που πίστευα και στον εαυτό μου αλλά και στις άλλες ομολογίες που ερχόμουν σε επαφή. Έτρωγα συνέχεια από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Ο τρόπος που χρειαζόμουν να προσεγγιστώ είναι δια του αγαθού δηλαδή χωρίς πολλά επιχειρήματα αλλά με την προσέγγιση στο βίωμα και τη χάρη της εκκλησίας, πράγματα βέβαια τα οποία βιώνονται μόνο αν σε φωτίσει η χάρις του θεού.
Όποιοι λοιπόν κατηγορούν τους διαμαρτυρόμενους ως αιρετικούς ουσιαστικά τους κατηγορούν για κάτι που ο Θεός δεν έκανε στη ζωή τους ακόμα. Αν και μόνο αν φωτιστούν, καταλάβουν και απορρίψουν, τότε βέβαια θα είναι αιρετικοί γιατί απέρριψαν κάτι που ο θεός τους το έδειξε καθαρά. Οι υπόλοιποι είναι απλά πλανεμένοι οι οποίοι βρήκαν κάπου κάποιον να τους μιλήσει για το Θεό και να τους δώσει μία ελπίδα και ένα νόημα στη ζωή τους.
Το γεγονός ότι ζουν χωρίς ολόκληρη την αλήθεια τους κάνει θέσει αιρετικούς αλλά όχι φύσει αιρετικούς αφού δεν έχουν επίγνωση του τι απορρίπτουν. Και αυτά τα λέω όχι θεωρητικά αλλά πρακτικά έχοντας βιώσει τι σημαίνει να μπαίνεις στην ορθοδοξία και να προσπαθείς να τη ζήσεις εν μετανοία, μετά από δεκαετίες στη διαμαρτύρηση. Με άλλα λόγια δεν μπορείς να βάλεις τον Άρειο και το Νεστόριο που γνώρισαν την Εκκλησία και μετά αποσχίστικαν απο αυτήν, στην ίδια μοίρα με κάποιους ανθρώπους στη γή που προσεγγίστηκαν από ιεραποστόλους και διδάχθηκαν την πίστη στο Θεό και την Αγία Γραφή από αυτούς.
Όταν η καρδιά μας γεμίσει αγάπη θα δείτε πόσο διαφορετικά θα σας δεχθούν και θα σας ακούσουν. Και αυτό το λέω γιατί είμαι μάρτυρας ενός ολοένα αυξανόμενου ρεύματος προβληματισμού στους κόλπους των διαμαρτυρόμενων οι οποίοι φαίνεται να οδηγούνται στην ορθοδοξία από μια αόρατη δύναμη.
ΤΟ ΕΜΠΟΔΙΟ ΤΟΥ SOLA SCRIPTURA
Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί είχα τέτοια προσκόλληση στην αποκλειστικότητα της Αγίας Γραφής ως μόνη πηγή θείας αποκάλυψης και το πως κατάλαβα τη σωστή διάσταση της.
Το sola scriptura είναι ένα από τα πιστεύω που όλοι οι προτεστάντες συμφωνούν απόλυτα μεταξύ τους. Λόγω της χαμηλής εκτίμησης που είχα στην Εκκλησία του Χριστού και στην λειτουργία της ως υποστηρικτή της πνευματικής πορείας του πιστού αναγκαστικά περιορίστηκα στο προϊόν της Εκκλησίας που είναι η Αγία Γραφή.
Έτσι αφού ήρθα σε επαφή με το Λάγο του Θεού και ελλείψει αναλόγων εκκλησιαστικών παραστάσεων κατέληξα να θαυμάσω το «δημιούργημα» μάλλον παρά τον Δημιουργό. Και αυτό γιατί δεν έβλεπα ότι ο Χριστός δεν χωρίζεται από την Εκκλησία Του όπως το κεφάλι δεν χωρίζεται από το σώμα.
Γιατί δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι όπως μέσα στη Μητέρα του Κυρίου ενσαρκώθηκε δι' Αγίου πνεύματος ο αιώνιος Λόγος και Υιός του Θεού έτσι και μεσώ της εκκλησίας ενσαρκώθηκε ο γραπτός Λόγος που δεν είναι άλλος από την Αγία Γραφή.
Γιατί έλεγα ότι το εδραίωμα της εκκλησίας είναι η αλήθεια -όπως είχα το «δικαίωμα» να αντιλαμβάνομαι- και δεν καταλάβαινα τι σημαίνει ότι η εκκλησία είναι ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας. «αλλ' εάν βραδύνω, διά να εξεύρης πως πρέπει να πολιτεύησαι εν τω οίκω του Θεού, όστις είναι η εκκλησία του Θεού του ζώντος, ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας». (1Τιμ. 3:15)
Έτσι χωρίς να χάσει μέσα μου την αξία του ο Λόγος του Θεού κατάφερα να παραιτηθώ από το «δικαίωμα» του ατομικού αλάθητου στην ερμηνεία της Γραφής, η οποία είχε αλλάξει αρκετές φορές με την πάροδο των ετών, και συν Θεώ να γνωρίσω τον παράγοντα Εκκλησία να υποταχθώ σ' αυτήν με ταπείνωση και να γνωρίσω τον απίστευτο πλούτο σοφίας και πνευματικότητας που κρύβει μέσα της.
Κοιτάζοντας πίσω αναρωτιέμαι πως μπορούσα να ζω την πνευματική μου ζωή χωρίς το σύστημα υποστήριξης που άφησε πίσω ο Χριστός μέσα στην απίστευτη σοφία του και αγάπη για το ποίμνιο Του που είναι η Εκκλησία Του και τα μυστήρια αυτής. Ένιωθα σαν τον αθλητή που ήθελε να αθληθεί και που αγαπούσε το άθλημά του αλλά προσπαθούσε να τα καταφέρει χωρίς προπονητή δηλαδή υποβίβαζα την προσπάθειά μου στο επίπεδο του ερασιτέχνη.
Γιατί μόνο εδώ υπάρχει ένα θεραπευτικό σύστημα που έχει παραδοθεί από τον Χριστό στους μαθητές του και απ αυτούς στους δικούς τους μαθητές κ.ο.κ. Ιδού λοιπόν τι σημαίνει Ιερά Παράδοση. Να γιατί ο άνευ διδασκάλου χριστιανισμός οδηγεί σε ατομική και περιορισμένη κατανόηση της Βίβλου που με τη σειρά της οδηγεί σε πλάνες και ατέρμονους κατακερματισμούς των προτεσταντικών συναθροίσεων.
Ο Απόστολος Παύλος άραγε στους Κορίνθιους με τους οποίους έμεινε τρία χρόνια τους έγραφε επιστολές ή τους παρέδινε αυτά που είχε παραλάβει από τον Κύριο;
Γιατί η θεραπεία των παθών, θέμα για το οποίο δεν είχα λάβει καμιά μαθητεία και όσους, είναι κάτι που πίσω από την οποία πνευματική μου βιτρίνα κατάλαβα και καταλαβαίνω ότι έχω απόλυτη ανάγκη μέσω της συνεχούς μετάνοιας δηλ. ανακαίνισης του νου, και της ταπείνωσης για την οποία ελάχιστα κηρύγματα είχα ακούσει κατά τη διάρκεια της περιήγησης μου σε ουκ ολίγες προτεσταντικές συναθροίσεις.
Πώς λοιπόν θα μπορούσα πρακτικά να βιώσω τη σωτηρία δια της χάριτος αφού τη χάρη ο θεός τη δίνει στους ταπεινούς; Και τι αξία έχει μια πίστη η οποία πηγάζει από μια υπερήφανη καρδιά; Γιατί η ταπείνωση είναι η συχνότητα στην οποία εκπέμπει ο Θεός και μόνο οι καθαροί στην καρδιά μπορούν να καταλάβουν τα σήματά Του.
Έτσι αντί να εστιάζω στις προϋποθέσεις για να λάβει κάποιος το δώρο της σωτηρίας που είναι η αναγέννηση μέσω του αίματος του Ιησού Χριστού κατάλαβα ότι πιο σπουδαίο είναι η διατήρηση αυτού του δώρου που συναισθάνομαι ότι ο μόνος χώρος που μου το διασφαλίζει είναι η θεραπευτική των πάτερων της εκκλησίας μας.
Κλείνοντας θα ήθελα να καλέσω όλους τους καλοπροαίρετους χριστιανούς να πάνε στο Θεό με ταπείνωση και να ζητήσουν να τους δείξει αν υπάρχει κάτι σε σχέση με την Εκκλησία Του που δεν το έχουν καταλάβει να τους το αποκαλύψει και να τους βοηθήσει τα όποια προσκόμματα θεωρούν ότι υπάρχουν να τους εξηγηθούν.
Επίσης να τονίσω ότι βασική ανάγκη κάθε ανθρώπου είναι να μετατραπεί όχι σε εργαλείο του Θεού -κάτι που είχα εκπαιδευτεί αρκετά- αλλά σε κατοικητήριο του Θεού -κάτι που θα χρειαστώ μια ζωή για να το μάθω, και με τη χάρη Του μία αιωνιότητα να το ζήσω.
(Παραίνεση του πνευματικού μου πατέρα)
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι είμαι ευγνώμων στο Θεό για την από νηπιακή ηλικία πορεία μου μέσα στην διαμαρτυρόμενη ευαγγελική εκκλησία καθώς πήρα πολλά μαθήματα και ευλογίες και είδα πολλές φορές το χέρι του Θεού στη ζωή μου.
Ως μεταστραφής διαμαρτυρόμενος θα ήθελα να σας πω ότι όταν με τη χάρη του Θεού έγινα ορθόδοξος -μπαίνω με τη χάρη του Θεού στον έβδομο χρόνο- το έκανα επειδή κατάλαβα ότι η Εκκλησία του Χριστού θα μπορούσε να διασφαλίσει τη σωτηρία μου κάτι που ο προηγούμενος χώρος αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων ότι δεν είχε ούτε τον τρόπο ούτε τα εφόδια για να με βοηθήσει να αντιμετωπίσω ριζικά τα προσωπικά μου πνευματικά αδιέξοδα. Και αυτό δεν το λέω για να καταφρονήσω το χώρο τον οποίο για τόσα χρόνια κινιόμουνα αλλά για να τονίσω ότι μια τέτοια ανάγκη με ώθησε να ψάξω ακόμα και εκεί που δεν πίστευα ότι υπήρχε περίπτωση να βρω βοήθεια.
Παρακαταθήκη για να γίνω ορθόδοξος, ήταν η επαφή που είχα με ορθόδοξους που μπορεί να απέρριπτα τα πιστεύω τους -ακόμα και τη σωτηρία τους- αλλά δεν μπορούσα να παραγνωρίσω το χριστιανικό τους χαρακτήρα και το παράδειγμα που μου έδιναν. Η αποδοχή τους ήταν δεδομένη από την αρχή αρκεί να μην αρχίζαμε να δογματίζουμε.
Η αποδοχή λοιπόν αυτών των ανθρώπων και το δικαίωμα που μας έδωσαν να μιλάμε για αυτά που συμφωνούμε και να αφήσουμε στην άκρη τα υπόλοιπα, μας οδήγησε στην ορθοδοξία μετά από χρόνια σοβαρού ψαξίματος της πατερικής θεραπευτικής κατ' αρχάς, και τη σοφίας των πατέρων κατ' επέκταση. Να σημειώσω ότι πολλές φορές αγανακτούσα μέσα μου με τις πρακτικές τους (κεριά, άγιοι, προσκύνηση λειψάνων, θεία κοινωνία κτλ) αλλά και για την άκαμπτη στάση τους σε πολλά δογματικά θέματα. Η αγάπη όμως που έδειχναν στο πρόσωπό μας κάλυπτε τα ανωτέρω «ελαττώματα» τους.
Ως διαμαρτυρόμενος δεν μπορούσα να προσεγγιστώ με λογικά επιχειρήματα διότι αυτό είναι κάτι με το οποίο ασχολούμουν συνεχώς αφού έπρεπε να τεκμηριώσω το κάθε τι που πίστευα και στον εαυτό μου αλλά και στις άλλες ομολογίες που ερχόμουν σε επαφή. Έτρωγα συνέχεια από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Ο τρόπος που χρειαζόμουν να προσεγγιστώ είναι δια του αγαθού δηλαδή χωρίς πολλά επιχειρήματα αλλά με την προσέγγιση στο βίωμα και τη χάρη της εκκλησίας, πράγματα βέβαια τα οποία βιώνονται μόνο αν σε φωτίσει η χάρις του θεού.
Όποιοι λοιπόν κατηγορούν τους διαμαρτυρόμενους ως αιρετικούς ουσιαστικά τους κατηγορούν για κάτι που ο Θεός δεν έκανε στη ζωή τους ακόμα. Αν και μόνο αν φωτιστούν, καταλάβουν και απορρίψουν, τότε βέβαια θα είναι αιρετικοί γιατί απέρριψαν κάτι που ο θεός τους το έδειξε καθαρά. Οι υπόλοιποι είναι απλά πλανεμένοι οι οποίοι βρήκαν κάπου κάποιον να τους μιλήσει για το Θεό και να τους δώσει μία ελπίδα και ένα νόημα στη ζωή τους.
Το γεγονός ότι ζουν χωρίς ολόκληρη την αλήθεια τους κάνει θέσει αιρετικούς αλλά όχι φύσει αιρετικούς αφού δεν έχουν επίγνωση του τι απορρίπτουν. Και αυτά τα λέω όχι θεωρητικά αλλά πρακτικά έχοντας βιώσει τι σημαίνει να μπαίνεις στην ορθοδοξία και να προσπαθείς να τη ζήσεις εν μετανοία, μετά από δεκαετίες στη διαμαρτύρηση. Με άλλα λόγια δεν μπορείς να βάλεις τον Άρειο και το Νεστόριο που γνώρισαν την Εκκλησία και μετά αποσχίστικαν απο αυτήν, στην ίδια μοίρα με κάποιους ανθρώπους στη γή που προσεγγίστηκαν από ιεραποστόλους και διδάχθηκαν την πίστη στο Θεό και την Αγία Γραφή από αυτούς.
Όταν η καρδιά μας γεμίσει αγάπη θα δείτε πόσο διαφορετικά θα σας δεχθούν και θα σας ακούσουν. Και αυτό το λέω γιατί είμαι μάρτυρας ενός ολοένα αυξανόμενου ρεύματος προβληματισμού στους κόλπους των διαμαρτυρόμενων οι οποίοι φαίνεται να οδηγούνται στην ορθοδοξία από μια αόρατη δύναμη.
ΤΟ ΕΜΠΟΔΙΟ ΤΟΥ SOLA SCRIPTURA
Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί είχα τέτοια προσκόλληση στην αποκλειστικότητα της Αγίας Γραφής ως μόνη πηγή θείας αποκάλυψης και το πως κατάλαβα τη σωστή διάσταση της.
Το sola scriptura είναι ένα από τα πιστεύω που όλοι οι προτεστάντες συμφωνούν απόλυτα μεταξύ τους. Λόγω της χαμηλής εκτίμησης που είχα στην Εκκλησία του Χριστού και στην λειτουργία της ως υποστηρικτή της πνευματικής πορείας του πιστού αναγκαστικά περιορίστηκα στο προϊόν της Εκκλησίας που είναι η Αγία Γραφή.
Έτσι αφού ήρθα σε επαφή με το Λάγο του Θεού και ελλείψει αναλόγων εκκλησιαστικών παραστάσεων κατέληξα να θαυμάσω το «δημιούργημα» μάλλον παρά τον Δημιουργό. Και αυτό γιατί δεν έβλεπα ότι ο Χριστός δεν χωρίζεται από την Εκκλησία Του όπως το κεφάλι δεν χωρίζεται από το σώμα.
Γιατί δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι όπως μέσα στη Μητέρα του Κυρίου ενσαρκώθηκε δι' Αγίου πνεύματος ο αιώνιος Λόγος και Υιός του Θεού έτσι και μεσώ της εκκλησίας ενσαρκώθηκε ο γραπτός Λόγος που δεν είναι άλλος από την Αγία Γραφή.
Γιατί έλεγα ότι το εδραίωμα της εκκλησίας είναι η αλήθεια -όπως είχα το «δικαίωμα» να αντιλαμβάνομαι- και δεν καταλάβαινα τι σημαίνει ότι η εκκλησία είναι ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας. «αλλ' εάν βραδύνω, διά να εξεύρης πως πρέπει να πολιτεύησαι εν τω οίκω του Θεού, όστις είναι η εκκλησία του Θεού του ζώντος, ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας». (1Τιμ. 3:15)
Έτσι χωρίς να χάσει μέσα μου την αξία του ο Λόγος του Θεού κατάφερα να παραιτηθώ από το «δικαίωμα» του ατομικού αλάθητου στην ερμηνεία της Γραφής, η οποία είχε αλλάξει αρκετές φορές με την πάροδο των ετών, και συν Θεώ να γνωρίσω τον παράγοντα Εκκλησία να υποταχθώ σ' αυτήν με ταπείνωση και να γνωρίσω τον απίστευτο πλούτο σοφίας και πνευματικότητας που κρύβει μέσα της.
Κοιτάζοντας πίσω αναρωτιέμαι πως μπορούσα να ζω την πνευματική μου ζωή χωρίς το σύστημα υποστήριξης που άφησε πίσω ο Χριστός μέσα στην απίστευτη σοφία του και αγάπη για το ποίμνιο Του που είναι η Εκκλησία Του και τα μυστήρια αυτής. Ένιωθα σαν τον αθλητή που ήθελε να αθληθεί και που αγαπούσε το άθλημά του αλλά προσπαθούσε να τα καταφέρει χωρίς προπονητή δηλαδή υποβίβαζα την προσπάθειά μου στο επίπεδο του ερασιτέχνη.
Γιατί μόνο εδώ υπάρχει ένα θεραπευτικό σύστημα που έχει παραδοθεί από τον Χριστό στους μαθητές του και απ αυτούς στους δικούς τους μαθητές κ.ο.κ. Ιδού λοιπόν τι σημαίνει Ιερά Παράδοση. Να γιατί ο άνευ διδασκάλου χριστιανισμός οδηγεί σε ατομική και περιορισμένη κατανόηση της Βίβλου που με τη σειρά της οδηγεί σε πλάνες και ατέρμονους κατακερματισμούς των προτεσταντικών συναθροίσεων.
Ο Απόστολος Παύλος άραγε στους Κορίνθιους με τους οποίους έμεινε τρία χρόνια τους έγραφε επιστολές ή τους παρέδινε αυτά που είχε παραλάβει από τον Κύριο;
Γιατί η θεραπεία των παθών, θέμα για το οποίο δεν είχα λάβει καμιά μαθητεία και όσους, είναι κάτι που πίσω από την οποία πνευματική μου βιτρίνα κατάλαβα και καταλαβαίνω ότι έχω απόλυτη ανάγκη μέσω της συνεχούς μετάνοιας δηλ. ανακαίνισης του νου, και της ταπείνωσης για την οποία ελάχιστα κηρύγματα είχα ακούσει κατά τη διάρκεια της περιήγησης μου σε ουκ ολίγες προτεσταντικές συναθροίσεις.
Πώς λοιπόν θα μπορούσα πρακτικά να βιώσω τη σωτηρία δια της χάριτος αφού τη χάρη ο θεός τη δίνει στους ταπεινούς; Και τι αξία έχει μια πίστη η οποία πηγάζει από μια υπερήφανη καρδιά; Γιατί η ταπείνωση είναι η συχνότητα στην οποία εκπέμπει ο Θεός και μόνο οι καθαροί στην καρδιά μπορούν να καταλάβουν τα σήματά Του.
Έτσι αντί να εστιάζω στις προϋποθέσεις για να λάβει κάποιος το δώρο της σωτηρίας που είναι η αναγέννηση μέσω του αίματος του Ιησού Χριστού κατάλαβα ότι πιο σπουδαίο είναι η διατήρηση αυτού του δώρου που συναισθάνομαι ότι ο μόνος χώρος που μου το διασφαλίζει είναι η θεραπευτική των πάτερων της εκκλησίας μας.
Κλείνοντας θα ήθελα να καλέσω όλους τους καλοπροαίρετους χριστιανούς να πάνε στο Θεό με ταπείνωση και να ζητήσουν να τους δείξει αν υπάρχει κάτι σε σχέση με την Εκκλησία Του που δεν το έχουν καταλάβει να τους το αποκαλύψει και να τους βοηθήσει τα όποια προσκόμματα θεωρούν ότι υπάρχουν να τους εξηγηθούν.
Επίσης να τονίσω ότι βασική ανάγκη κάθε ανθρώπου είναι να μετατραπεί όχι σε εργαλείο του Θεού -κάτι που είχα εκπαιδευτεί αρκετά- αλλά σε κατοικητήριο του Θεού -κάτι που θα χρειαστώ μια ζωή για να το μάθω, και με τη χάρη Του μία αιωνιότητα να το ζήσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου