Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Οι άνθρωποι, όταν μαθαίνουμε κάποια σπουδαία είδηση, σπεύδουμε να ενημερώσουμε εκείνους με τους οποίους σχετιζόμαστε. Οι ειδήσεις έχουν να κάνουν με περιστατικά της καθημερινότητάς μας, τα οποία μας προκαλούν άλλοτε χαρά και άλλοτε λύπη, άλλοτε με συμπεριφορές ανθρώπων που μας βλάπτουν, μας ενοχλούν ή μας χαροποιούν ή είναι αναφορές σε γεγονότα ευρύτερης σημασίας. Η ανακοίνωση των ειδήσεων έχει προσωπικό τόνο. Και πορεύεται η καθημερινότητά μας έχοντας ως αλάτι που την διαφοροποιεί τις ειδήσεις αυτές. Εκεί άλλωστε στηρίζεται και η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων.
Υπάρχει όμως και ένα άλλο είδος ειδήσεων. Είναι αυτές που ονομάζουμευπαρξιακές ειδήσεις, είναι αυτές που σημαδεύουν τη ζωή μας και που ίσως κι εμείς να μην έχουμε συνειδητοποιήσει την εμβέλεια και την προοπτική που μας δίνουν. Πρόκειται για ειδήσεις που αναφέρονται στη ζωή και στο θάνατο, στην αρρώστια και την δοκιμασία, σε ένα περιστατικό μεγάλης χαράς και αγάπης που εκπληρώνει όνειρα και φιλοδοξίες. Η πορεία μας αλλάζει μετά από αυτές τις ειδήσεις. Και φαίνεται η ικανότητά μας να μπορούμε να έχουμε αυτοέλεγχο, από τον τρόπο που διαχειριζόμαστε αυτές τις ειδήσεις.Αλλά για να έχουμε αυτοέλεγχο, χρειάζεται να έχουμε διαμορφωμένη ταυτότητα, προσωπικότητα, στάση ζωής. Χωρίς αυτή, δεν είναι εύκολο να διαχειριστούμε όχι μόνο τις ειδήσεις, αλλά και τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Βασικός παράγοντας που συμβάλλει στην διαμόρφωση της ταυτότητάς μας είναι η πίστη στο Θεό.
Συνήθως αυτή η πίστη είναι αποτέλεσμα συνήθειας. Οι άνθρωποι μεγαλώνουμε σε οικογενειακά περιβάλλοντα, τα οποία μας μαθαίνουν τις κύριες θρησκευτικές συνήθειες, μας φέρνουν σε επαφή με τις θρησκευτικές συναθροίσεις και εγκαθιδρύουν εντός μας έναν θρησκευτικό μηχανισμό, ο οποίος μας κάνει να κρίνουμε τη ζωή και τη συμπεριφορά μας, και αντίστοιχα τη ζωή και την συμπεριφορά των άλλων, με βάση αυτόν. Άλλοτε, περιστατικά τα οποία δεν μπορούμε να διαχειριστούμε από μόνοι μας μας αναγκάζουν να κάνουμε ένα βήμα προς τη θρησκεία για να πάρουμε βοήθεια είτε υλική είτε ψυχική. Υπάρχει όμως και ένας τρίτος δρόμος πίστης. Είναι αυτός της απάντησης στις υπαρξιακές μας αναζητήσεις, στην καλοπροαίρετη αγωνία μας για την Αλήθεια. Κι αυτός ο δρόμος είναι η αποκάλυψη του ίδιου του Θεού στην ζωή μας με τρόπους που Εκείνος γνωρίζει, είναι η συνάντησή Του μαζί μας. Τότε η πίστη μας δεν είναι απλώς της συνήθειας, ούτε της ανάγκης. Είναι εκείνη η βαθιά υπαρξιακή μεταστροφή, η οποία γνωρίζει καλά πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το να ακολουθήσουμε Αυτόν που μας αποκαλύφθηκε, είτε μέσα από την γνωριμία μας με κάποιο άλλο πρόσωπο, είτε μέσα από μια δοκιμασία, είτε μέσα από την μελέτη, είτε με την βίωση της παρουσίας του Ιδίου.
Αυτό που έχουμε ως προς την πίστη, αυτό δίνουμε και στους άλλους.Έχουμε συνήθεια; Δίνουμε συνήθεια. Έχουμε ανάγκη; Δίνουμε ανάγκη. Έχουμε αναζήτηση της Αλήθειας; Δίνουμε αναζήτηση της Αλήθειας. Κι αυτή είναι η είδηση και ο τρόπος που την μοιραζόμαστε. Διότι η πίστη δεν μπορεί να μείνει κλεισμένη στα όρια του εαυτού μας. Και αναλόγως ποια πίστη έχουμε, αναλόγως κρίνουμε και ποιες ειδήσεις έχουν μεγαλύτερη αξία για μας στη ζωή μας. Αναλόγως διαμορφώνουμε και άποψη για τα πρόσωπα που μας περιστοιχίζουν ή μας επηρεάζουν. Και με τον ίδιο τρόπο δείχνουμε τελικά ποιοι άνθρωποι είμαστε.
Ένα τέτοιο παράδειγμα μας δείχνει η Εκκλησία μας προβάλλοντας τον άγιο απόστολο Ανδρέα, τον πρωτόκλητο μαθητή του Χριστού. Ήταν μαθητής του Ιωάννου του Προδρόμου, αναζητητής της αλήθειας. Γι’ αυτό και όταν ο Πρόδρομος αναγγέλλει σ’ αυτόν και σ’ έναν άλλο μαθητή, καθώς βλέπουν το Χριστό να περπατά κοντά τους, το «Ίδε ο αμνός του Θεού», ο Ανδρέας νιώθει ότι βρέθηκε η απάντηση στις αναζητήσεις του. Δεν είναι ιδέα ή στάση ζωής αυτή η απάντηση, αλλά το Πρόσωπο του Χριστού. Και σπεύδει να Τον ακολουθήσει, να δει πού μένει και να αναγγείλει και στον αδελφό του τον Πέτρο το «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν» (Ιωάν. 1, 42). Δεν κρατά την είδηση για τον εαυτό του. Να την επεξεργαστεί. Να σκεφτεί μήπως και δεν είναι αλήθεια. Η πίστη τον κάνει όχι απλώς παρορμητικό, αλλά βέβαιο και ενθουσιώδη για την μεγάλη αποκάλυψη που βίωσε. Και ο πλέον οικείος του είναι ο αδελφός του, ο Πέτρος. Δεν του αρκεί λοιπόν η δική του χαρά, η δική του εύρεση της Αλήθειας. Η πίστη τον κάνει να ανοίγεται στους άλλους και να μοιράζεται. Δεν είναι η αποκλειστικότητα στην κατοχή της Αλήθειας που μας κρίνει, αλλά η απόφασή μας να μοιραστούμε αυτό το οποίο μας δόθηκε, τον πολύτιμον μαργαρίτην.
Ζούμε σε μια εποχή κατά την οποία οι ειδήσεις που μοιραζόμαστε ελάχιστη έως καθόλου σχέση δεν έχουν με την πίστη. Η καθημερινότητά μας διαποτίζεται από την ενασχόληση με το επουσιώδες και το συνηθισμένο. Αλλά και η πίστη μας λειτουργεί στη λογική της συνήθειας. Την ίδια στιγμή, το σύστημα του κόσμου στηρίζεται στη λογική της αποκλειστικότητας, του να κρατάμε για τον εαυτό μας ή να χρησιμοποιούμε για την δόξα και την επικράτησή μας ή για να εξουθενώσουμε τους άλλους τις ειδήσεις τις οποίες μαθαίνουμε, ακόμη κι όταν είναι για καλό. Αλλά και στην πίστη μας δεν αισθανόμαστε την ανάγκη να μοιραστούμε ό,τι καλό μαθαίνουμε ή βιώνουμε, διότι έχουμε εγωκεντρικό προσανατολισμό. Δεν έχουμε αίσθηση ότι ο χριστιανός καλείται να λειτουργήσει αποστολικά. Και γι’ αυτό δεν μεταφέρουμε εύκολα στην καθημερινότητά μας την χαρά της θείας λειτουργίας, τον λόγο του Ευαγγελίου, τον τρόπο της πίστης.Έχουμε εγκλωβιστεί στις βεβαιότητές μας και δεν αναζητούμε περαιτέρω, μολονότι καθώς ο χρόνος της ζωής μας περνά, οι υπαρξιακές μας αναζητήσεις θα όφειλαν να αυξάνουν και όχι να παγώνουν. Το «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν» αποτελεί κραυγή χαράς, ελπίδας και την ίδια στιγμή αγάπης και μοιράσματος. Ας γίνει για μας η αφετηρία βίωσης ενός άλλου τρόπου ζωής, στον οποίο έχοντας βρει εκείνο «ου έστι χρεία», θα επιλέξουμε την αγαθή μερίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου