Σκέψου, αδελφέ, την αναχώρηση, που έκανε εκείνος ο άσωτος υιός από τον οίκο του πατέρα του, όπως διηγείται, ο ιερός Λουκάς (15,11) με την οποία φάνηκε στ’ αλήθεια σαν ένας νέος χωρίς μυαλό και νου, διότι τί του έλειπε, όταν ήταν στο πατρικό σπίτι και βρισκόταν κάτω από την προστασία του γλυκύτατου πατέρα του; Αυτός βρισκόταν κάθε ημέρα μέσα στις πατρικές αγκαλιές είχε ό,τι χρειαζόταν, υπηρετείτο από όλους τους δούλους είχε τα χάδια και τις τιμές ως κληρονόμος της πατρικής περιουσίας και σχεδόν αναγνωριζόταν ως κύριος και εξουσιαστής κάθε πράγματος ώστε μπορούσε να έχει κάθε λόγο να λέει εκείνο το ψαλμικό· «Θα μας χορτάσουν τα αγαθά του οίκου σου» (Ψαλμ. 64,5). Αλλά η επιθυμία μιας πλανεμένης ελευθερίας από εκεί, που ήταν τέκνο και κληρονόμος τον έκανε να επιθυμεί να γίνει δούλος και μισθωτός Άρχισε, λοιπόν, να ενοχλείται από τη βασιλική και ελεύθερη ζωή, που είχε κάτω από την υπακοή του πατέρα του· άρχισε να επιθυμεί να ζει συμφωνά με το θέλημά του και να ικανοποιεί τη διάθεσή του, όπως την ικανοποιούν οι άλλοι, και αυτή η ενόχληση και επιθυμία, τον παρακίνησαν να ζητήσει συγκατάθεση από τον Πατέρα του, για να φύγει από τον πατρικό οίκο και τον συμβούλευσαν να ζητήσει το μερίδιο από εκείνη την κληρονομιά που αναλογούσε ολόκληρη σ’ αυτόν· «Πατέρα, δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας, που μου αναλογεί» (Λουκ. 15,12). Ο πατέρας δεν θέλησε να τον εμποδίσει από αυτήν την κίνηση, αλλά τον άφησε να αναχωρήσει, για να μάθει με τη δοκιμή και τη στέρηση, ποιά αγαθά απολάμβανε, όταν ήταν στον οίκο του πατέρα του και τα καταφρόνησε, όπως ερμηνεύει ο θείος Χρυσόστομος· «Γι’ αυτό τον άφησε ο Πατέρας και δεν τον εμπόδισε να μεταβεί στην ξένη χώρα, για να μάθει με την πείρα καλά, πόσες ευεργεσίες είχε μένοντας στο πατρικό του σπίτι» (Λόγ. Α΄ περί μεταν.). Και επειδή ο πατέρας του δεν μπορούσε να τον πείσει με το λόγο, για να παραμείνει στον οίκο του, άφησε να τον πείσουν αυτά τα πράγματα και τα παθήματα· «Πολλές φορές ο Θεός όταν λέγοντας δεν πείθει, τότε αφήνει την διδασκαλία στην εμπειρία των καταστάσεων», λέει ο Χρυσορρήμων (αυτόθι), όπως έχει γραφεί. «Η απομάκρυνσή σου από εμένα θα σε καταδικάσει και η ασέβεια θα σε τιμωρήσει» (Ιερ. 2,19), διότι και ο Αδάμ, όταν ήταν μέσα στον παράδεισο, δεν γνώριζε την ευδαιμονία που είχε, από τότε όμως που εξορίστηκε από αυτόν, τότε την γνώρισε. Γι’ αυτό, λοιπόν, ο πατέρας διαμοίρασε σ’ αυτούς την περιουσία του, «και διείλεν αυτοίς τον βίον»· και μετά από λίγες ημέρες ο νεώτερος υιός αφού πήρε όλη του την περιουσία, έφυγε σε μακρινή χώρα» (Λουκ. 15,12).
Αυτή η κατανυκτική παραβολή, αδελφέ, είναι μία ζωντανή εικόνα εκείνου του κακού, που εσύ έπραξες, απομακρυνόμενος από την υποταγή του Θεού σου με την αμαρτία. Αχ! και ποιός ήταν πλουσιότερος από εσένα άθλιε, πριν να χάσεις την αθωότητα και να αμαρτήσεις; Ποιός άλλος ήταν ευγενέστερος από σένα; Ποιός ωραιότερος και λαμπρότερος; Για σένα ήταν προετοιμασμένη όλη η κληρονομιά του παραδείσου, την οποία μετά από λίγο θα αποκτούσες πληρέστατα και της οποίας είχες τώρα την κυριότητα. Σε σένα ήταν δοσμένο το χάρισμα της υιοθεσίας με την οποία ήσουν υιός Θεού και ο πλουσιότερος από όλους που κατοικούν στην Ανατολή, καθώς είναι γραμμένο για τον Ιώβ· «Ήταν ο πλουσιότερος από όσους κατοικούσαν εκεί» (1,3). Είχες όλη την ωραιότητα και την ομορφιά, την οποία σου προξενεί η αθωότητα και αναμαρτησία και έπειτα, ποιός θησαυρός δεν ήταν για σένα η αγιαστική χάρις του Αγίου Πνεύματος, η οποία είναι το μεγαλύτερο χάρισμα, που μπορεί να δώσει ο Θεός προς ένα κτίσμα σ’ αύτη την ζωή; Μέσα από αυτήν ήσουν αγαπημένος από τους αγγέλους σύντροφος με τους αγίους ναός έμψυχος της θεότητας όπως λέει ο θείος Παύλας· «Δεν είσθε λοιπόν ξένοι και χωρίς δικαιώματα, αλλά ανήκετε στον λαό του Θεού, στην οικογένεια του Θεού» (Εφεσ. 2,19). Αυτή η χάρις κατοικούσε σε σένα πάντοτε, αυτή σε κυβερνούσε, αυτή σε παρηγορούσε ως φιλόστοργη μητέρα με τις ουράνιες γλυκύτητες με το ακατηγόρητο της συνειδήσεως και με τα θεία της μυστήρια· αυτή σε κρατούσε συχνά ως υιό μονογενή στις αγκαλιές της πρόνοιάς της. Αλλά εσύ, όντας νέος που έπασχε από άγνοια, καταφρόνησες όλα αυτά και θέλησες να κακομεταχειρισθείς χωρίς κανένα όφελος την ελευθερία του αυτεξουσίου σου, για να ζεις σύμφωνα με τις επιθυμίες σου, αντί να το χρησιμοποιήσεις για να υποτάσσεσαι με πολύ μισθό στον ουράνιο Πατέρα σου και σκέφθηκες εσφαλμένα, ότι θα κάνεις ένα μεγάλο κέρδος αν απομακρυνθείς από τον Θεό και Πατέρα σου.
Ω, σκέψη ανόητη! η οποία σου έφερε αντίστροφα τα πράγματα, διότι όταν ήσουν διαταζόμενος και υπήκοος τότε ήσουν στ’ αλήθεια αυτεξούσιος και ελεύθερος· και όταν φάνηκες πως είσαι αυτεξούσιος και ελεύθερος τότε έγινες στ’ αλήθεια δούλος και, εξουσιαζόμενος. Ω, και να ήταν δυνατόν να έμπαινε κανείς στην καρδιά σου, αδελφέ, και να την κάνει να αισθανθεί το μεγάλο σκοτάδι της άγνοιας που την κυρίεψε και σε έκανε να υπολογίζεις τα κτίσματα περισσότερο από τον Κτίστη, να νομίζεις βαρύ και σκληρό φορτίο τον ελαφρύ και γλυκό ζυγό της υποταγής σε αυτόν τον φιλοστοργώτατο Πάτερα σου· «ο ζυγός μου είναι απαλός και το φορτίο μου ελαφρύ» (Ματθ. 11, 30), και να νομίζεις για ελευθερία σου εκείνο που είναι αληθινά αιχμαλωσία σου, καθώς είναι γραμμένο σχετικά με την Ιερουσαλήμ, «από ελεύθερη έγινε δούλη» (Α΄ Μακαβ. 2,11). Και όπως λέει ο Παύλος· «Όταν ήσασταν υπόδουλοι στην αμαρτία, ήσασταν μακρυά από το θέλημα του Θεού. Ποιό ήταν το κέρδος σας από την διαγωγή σας εκείνη, για την οποία τώρα ντρέπεστε, γιατί οδηγούσε τελικά στο θάνατο;» (Ρωμ. 6,20-21) αλλά έστω και τώρα τίναξε το παχύ σκοτάδι και την πλάνη από το νου σου και αναλαμβάνοντας τη φρόνηση που έχασες γνώρισε πως δεν υπάρχει άλλη ελευθερία, όπως το να υποτάσσεσαι με όλη την τελειότητα στο Θεό και όπως το να αφήνεις τον εαυτό σου να κυβερνάται από τη θέληση του ουράνιου Πατέρα σου, όπως σου το λέει ο Παύλος· «τώρα όμως είσθε ελεύθεροι από την αμαρτία και ανήκετε στο Θεό. Καρπός της καινούργιας σας ζωής είναι η αγιοσύνη και το τέλος της πορείας η αιώνια ζωή» (Ρωμ. 6,22). Βδελύξου την ανοησία, που έκανες και αναχώρησες από αυτό το βασιλικό παλάτι του Πατέρα σου, ομολογώντας το σφάλμα σου και πάρε την απόφαση για όλη σου τη ζωή, να μη βγεις πλέον από τον οίκο σου, ούτε από την υπακοή των εντολών του. Αλλά επειδή και μόνο του φυσικού υιού γνώρισμα είναι να κατοικεί πάντοτε στον οίκο του πατέρα του και όχι του δούλου, όπως είσαι εσύ, παρακάλεσε τον μονογενή Υιό του να κάνει και σένα θετό υιό του Πατέρα του και να σε ελευθερώσει από τη δουλεία της αμαρτίας για να μπορείς να μένεις παντοτινά και εσύ σαν υιός στην ουράνια οικία του Πατέρα του, όπως σου το υπόσχεται ο ίδιος λέγοντας· «ο δούλος δεν μένει για πάντα στην οικογένεια, ενώ ο Υιός μένει· εάν, λοιπόν, ο υιός σας ελευθερώσει τότε θα είσθε ελεύθεροι» (Ιω. 8, 35).
(Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πνευματικά γυμνάσματα», σ. 130-133. Εκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγ. Όρος)
Αυτή η κατανυκτική παραβολή, αδελφέ, είναι μία ζωντανή εικόνα εκείνου του κακού, που εσύ έπραξες, απομακρυνόμενος από την υποταγή του Θεού σου με την αμαρτία. Αχ! και ποιός ήταν πλουσιότερος από εσένα άθλιε, πριν να χάσεις την αθωότητα και να αμαρτήσεις; Ποιός άλλος ήταν ευγενέστερος από σένα; Ποιός ωραιότερος και λαμπρότερος; Για σένα ήταν προετοιμασμένη όλη η κληρονομιά του παραδείσου, την οποία μετά από λίγο θα αποκτούσες πληρέστατα και της οποίας είχες τώρα την κυριότητα. Σε σένα ήταν δοσμένο το χάρισμα της υιοθεσίας με την οποία ήσουν υιός Θεού και ο πλουσιότερος από όλους που κατοικούν στην Ανατολή, καθώς είναι γραμμένο για τον Ιώβ· «Ήταν ο πλουσιότερος από όσους κατοικούσαν εκεί» (1,3). Είχες όλη την ωραιότητα και την ομορφιά, την οποία σου προξενεί η αθωότητα και αναμαρτησία και έπειτα, ποιός θησαυρός δεν ήταν για σένα η αγιαστική χάρις του Αγίου Πνεύματος, η οποία είναι το μεγαλύτερο χάρισμα, που μπορεί να δώσει ο Θεός προς ένα κτίσμα σ’ αύτη την ζωή; Μέσα από αυτήν ήσουν αγαπημένος από τους αγγέλους σύντροφος με τους αγίους ναός έμψυχος της θεότητας όπως λέει ο θείος Παύλας· «Δεν είσθε λοιπόν ξένοι και χωρίς δικαιώματα, αλλά ανήκετε στον λαό του Θεού, στην οικογένεια του Θεού» (Εφεσ. 2,19). Αυτή η χάρις κατοικούσε σε σένα πάντοτε, αυτή σε κυβερνούσε, αυτή σε παρηγορούσε ως φιλόστοργη μητέρα με τις ουράνιες γλυκύτητες με το ακατηγόρητο της συνειδήσεως και με τα θεία της μυστήρια· αυτή σε κρατούσε συχνά ως υιό μονογενή στις αγκαλιές της πρόνοιάς της. Αλλά εσύ, όντας νέος που έπασχε από άγνοια, καταφρόνησες όλα αυτά και θέλησες να κακομεταχειρισθείς χωρίς κανένα όφελος την ελευθερία του αυτεξουσίου σου, για να ζεις σύμφωνα με τις επιθυμίες σου, αντί να το χρησιμοποιήσεις για να υποτάσσεσαι με πολύ μισθό στον ουράνιο Πατέρα σου και σκέφθηκες εσφαλμένα, ότι θα κάνεις ένα μεγάλο κέρδος αν απομακρυνθείς από τον Θεό και Πατέρα σου.
Ω, σκέψη ανόητη! η οποία σου έφερε αντίστροφα τα πράγματα, διότι όταν ήσουν διαταζόμενος και υπήκοος τότε ήσουν στ’ αλήθεια αυτεξούσιος και ελεύθερος· και όταν φάνηκες πως είσαι αυτεξούσιος και ελεύθερος τότε έγινες στ’ αλήθεια δούλος και, εξουσιαζόμενος. Ω, και να ήταν δυνατόν να έμπαινε κανείς στην καρδιά σου, αδελφέ, και να την κάνει να αισθανθεί το μεγάλο σκοτάδι της άγνοιας που την κυρίεψε και σε έκανε να υπολογίζεις τα κτίσματα περισσότερο από τον Κτίστη, να νομίζεις βαρύ και σκληρό φορτίο τον ελαφρύ και γλυκό ζυγό της υποταγής σε αυτόν τον φιλοστοργώτατο Πάτερα σου· «ο ζυγός μου είναι απαλός και το φορτίο μου ελαφρύ» (Ματθ. 11, 30), και να νομίζεις για ελευθερία σου εκείνο που είναι αληθινά αιχμαλωσία σου, καθώς είναι γραμμένο σχετικά με την Ιερουσαλήμ, «από ελεύθερη έγινε δούλη» (Α΄ Μακαβ. 2,11). Και όπως λέει ο Παύλος· «Όταν ήσασταν υπόδουλοι στην αμαρτία, ήσασταν μακρυά από το θέλημα του Θεού. Ποιό ήταν το κέρδος σας από την διαγωγή σας εκείνη, για την οποία τώρα ντρέπεστε, γιατί οδηγούσε τελικά στο θάνατο;» (Ρωμ. 6,20-21) αλλά έστω και τώρα τίναξε το παχύ σκοτάδι και την πλάνη από το νου σου και αναλαμβάνοντας τη φρόνηση που έχασες γνώρισε πως δεν υπάρχει άλλη ελευθερία, όπως το να υποτάσσεσαι με όλη την τελειότητα στο Θεό και όπως το να αφήνεις τον εαυτό σου να κυβερνάται από τη θέληση του ουράνιου Πατέρα σου, όπως σου το λέει ο Παύλος· «τώρα όμως είσθε ελεύθεροι από την αμαρτία και ανήκετε στο Θεό. Καρπός της καινούργιας σας ζωής είναι η αγιοσύνη και το τέλος της πορείας η αιώνια ζωή» (Ρωμ. 6,22). Βδελύξου την ανοησία, που έκανες και αναχώρησες από αυτό το βασιλικό παλάτι του Πατέρα σου, ομολογώντας το σφάλμα σου και πάρε την απόφαση για όλη σου τη ζωή, να μη βγεις πλέον από τον οίκο σου, ούτε από την υπακοή των εντολών του. Αλλά επειδή και μόνο του φυσικού υιού γνώρισμα είναι να κατοικεί πάντοτε στον οίκο του πατέρα του και όχι του δούλου, όπως είσαι εσύ, παρακάλεσε τον μονογενή Υιό του να κάνει και σένα θετό υιό του Πατέρα του και να σε ελευθερώσει από τη δουλεία της αμαρτίας για να μπορείς να μένεις παντοτινά και εσύ σαν υιός στην ουράνια οικία του Πατέρα του, όπως σου το υπόσχεται ο ίδιος λέγοντας· «ο δούλος δεν μένει για πάντα στην οικογένεια, ενώ ο Υιός μένει· εάν, λοιπόν, ο υιός σας ελευθερώσει τότε θα είσθε ελεύθεροι» (Ιω. 8, 35).
(Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πνευματικά γυμνάσματα», σ. 130-133. Εκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγ. Όρος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου