Τετάρτη 1 Μαΐου 2024

Λόγος στην προδοσία του Ιούδα την Αγία και Μεγάλη Πέμπτη

 Ευσέβιος Εμέσσης


Έλα, λοιπόν, αγαπητέ μου γιε, να σου πω λόγο και να περιγράψω την προδοσία του Ιούδα.


Παρέμενε ο διάβολος στους Ιουδαίους και δεν έφευγε, αλλά επιτίθεται σ’ αυτούς, ώστε να σταυρώσουν τον Κύριο. Και δεν κατάλαβε ο άθλιος, ότι εάν σταυρωθεί ο Χριστός, οπωσδήποτε αυτός θα αφανισθεί. Δεν κατάλαβε ότι ο θάνατος του Κυρίου γίνεται ανάσταση του κόσμου. Δεν κατάλαβε ότι ο Σταυρός, στον οποίο νομίζει ότι θα Τον σταυρώσει, στέκεται φυλαχτό του κόσμου.


Επειδή οι Ιουδαίοι δεν τολμούσαν να συλλάβουν τον Χριστό, αμέσως βρίσκοντας ο διάβολος είσοδο την απληστία του Ιούδα, άρχισε μέσω εκείνου να ετοιμάζει την προδοσία, άρχισε να τον κάνει να επιθυμεί τα αργύρια.


Και όταν έφτασε ο Κύριος στη Βηθανία, και μπήκε στο σπίτι κάποιου Φαρισαίου και κάθισε να φάει, και μια γυναίκα που κρατούσε ένα δοχείο αλαβάστρινο που είχε μύρο, μπαίνοντας μέσα, το άδειασε στα πόδια του Κυρίου, βλέποντάς το ο Ιούδας που επρόκειτο να προδώσει τον Χριστό, λέει: «Προς τι αυτή η σπατάλη του μύρου; Θα μπορούσε αυτό το μύρο να πουληθεί περισσότερο από τριακόσια δηνάρια και να δοθεί το αντίτιμό του στους φτωχούς» (Μαρκ. ιδ΄ 4-5).


Ιούδα, σίγουρα δεν σε ενδιέφερε για τους φτωχούς. Όμως σωστά λυπάσαι για τα τριακόσια δηνάρια, επειδή έμελλες να συμφωνήσεις και να προδώσεις τον Δημιουργό του μύρου και Δεσπότη μόνο για τριάντα αργύρια.


Και τότε, λοιπόν, βρήκε ο Σατανάς σ’ αυτόν είσοδο με την πολύ μεγάλη πλεονεξία. Και τον προετοίμασε τον Ιούδα για την προδοσία. Γι’ αυτό πορεύθηκε προς τους Ιουδαίους και τους λέει: «Τι θέλετε να μου δώσετε για να σας Τον παραδώσω;» (Ματθ. κστ΄ 15). Ποιος δεν θα δακρύσει ακούγοντας τον μεγάλο αυτόν λόγο; Τρέμουν τα μέλη του σώματός μου. Χάνεται το μυαλό μου γι’ αυτόν τον λόγο. «Τι θέλετε να μου δώσετε για να σας Τον παραδώσω;».


Τι θέλεις να πάρεις, πες μου; Διότι εκείνοι δεν έχουν τίποτε αντάξιο του Δεσπότη να σου δώσουν. Σύμφωνα με τη Γραφή ολόκληρος ο κόσμος δεν είναι άξιος ενός ανθρώπου (Πρβλ. Ματθ. ιστ’ 26). Για τον Δεσπότη, που δημιούργησε τον κόσμο, τι αντάξιό Του έχουν να δώσουν; Έλα, Ιούδα να σε ρωτήσω και πες μου, γιατί Τον παραδίδεις; Μήπως σε στέρησε σε κάτι από του άλλους μαθητές; Μήπως έδωσε κάτι περισσότερο σ’ εκείνους; Μήπως την ίδια χάρη που έδωσε σ’ εκείνους δεν έδωσε και σ’ εσένα παρόμοια, ώστε να Τον παραδίδεις; Δεν παρευρισκόσουν κι εσύ, όταν είπε: «Σε τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος, εάν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο, χάσει όμως την ψυχή του;» (Ματθ. ιστ΄ 26). Της οποίας ψυχής δεν υπάρχει τίποτε ανώτερο και πολυτιμότερο. Αλλά είναι ανώτερη από όλα, εάν κερδίσει ακόμη κι όλον τον κόσμο. Και δεν έχει την παραμικρή ωφέλεια για το χάσιμο της ψυχής του.


Εσύ ταλαίπωρε, προτιμάς να πάρεις τριάντα αργύρια, και να ζημιωθείς την ψυχή σου; Προς όλους σας μαζί δεν παρήγγειλε ο Χριστός: «Μη πάρετε μαζί σας διπλά ρούσα, ούτε σακίδιο, ούτε ραβδί, ούτε χάλκινο νόμισμα στις ζώνες σας» (βλ. Ματθ. ι΄ 9-10); Και όλοι μεν οι άλλοι μαθητές δεν αντιπαρήλθαν τα λόγια του Δεσπότη, κι εσύ, ταλαίπωρε, τα αντιπαρήλθες και επιθύμησες αργύρια;


Μετά πες μου. Ποια επαγγελία μεγαλύτερη έδωσε ο Χριστός σ’ αυτούς; Σ’ όλους μαζί δεν είπε, ότι «θα καθίσετε επάνω σε δώδεκα θρόνους για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ» (Ματθ. ιθ΄ 28); Σε όλους δεν είπε ότι «Σας έχω δώσει εξουσία να πατάτε επάνω σε φίδια και σκορπιούς, και να κυριαρχείτε επάνω στον εχθρό» (Λουκ. ι΄ 19); Σας έδωσε την εξουσία να πατάτε επάνω σε φίδια και σκορπιούς. Την εξουσία δεν την κράτησε για τον Εαυτό Του. Δεν σας στέρησε ούτε από μια από τις χάριτές Του. Και εσύ ετοιμάστηκες να πας να Τον προδώσεις; Και τόσο πολύ σου έδωσε τη Χάρη Του που δεν σε χώρισε από την κοινωνία του Άρτου και του Ποτηρίου. Και όταν ζώστηκε ο Κύριος την ποδιά και έπλυνε τα πόδια των μαθητών, δεν έπλυνε το ίδιος και τα δικά σου πόδια; Δεν σε στέρησε από τίποτε. Γιατί Τον παρέδωσες; Πες μου. Δεν σε κακολόγησε, κι εσύ σκέφτηκες τέτοια πράγματα εναντίον Του; Ήσουν στο τραπέζι και το χέρι σου πήρε από τον άρτο Του, αλλά η ψυχή σου το αντίτιμο της ζωής Του συμφωνούσε. Ω Ιούδα! Γιατί το έκανες αυτό κι έγινες εχθρός του Κυρίου; Και έγινες φίλος του διαβόλου και παρέδωσες τον Κύριο; Εσένα, που σε αγαπούσε όπως τον εαυτό Του και σε είχε στο ίδιο τραπέζι να τρως, και να κάθεσαι μαζί Του, τέτοιο κακό επιχείρησες να Του κάνεις; Γι’ αυτό και ο Δαβίδ προφήτεψε και είπε εκ μέρους του Κυρίου: «Εάν με ονείδιζε ο εχθρός μου θα το υπέφερα. Εάν έλεγε μεγάλα λόγια εναντίον μου αυτός που με μισεί, θα κρυβόμουν από αυτόν» (Ψαλμ. νδ΄ 13). Και αλλού προσθέτει: «Αυτός που έτρωγε το ψωμί μου με κλώτσησε» (Ψαλμ. μ΄ 10). Αλλοίμονό σου, Ιούδα, γιατί ενώ ήσουν φίλος του Κυρίου, και έγινες παραλογιζόμενος εραστής των χρημάτων, ταλαίπωρε, προετοιμάστηκες να γίνεις Προδότης του Κυρίου. Και δεν κατάλαβες ότι για τα χρήματα εκείνα που επιθύμησες, έγινες κληρονόμος και πολλών κακών.


προδοσία


Επειδή, λοιπόν, είσαι κακός, ο θάνατος με κρέμασμα με σχοινί σου παρουσιάστηκε. Και δεν σου άφησε να ζήσεις ούτε τα μισά χρόνια σου. Διότι «οι άνθρωποι που σκοτώνουν χύνοντας αίμα και είναι δόλιοι δεν θα ζήσουν ούτε τις μισές ημέρες της ζωής τους» (Ψαλμ. νδ΄ 24). Και δεν γνώρισες ότι για εκείνα τα λίγα χρήματα, «δεν θα εξαλειφθεί η ανομία των προγόνων σου και η αμαρτία της μητέρας σου» (Ψαλμ. ρη΄ 14). Για εκείνα τα αργύρια, που συμφώνησες να λάβεις, «το αξίωμά σου θα το πάρει άλλος, και κανένας δεν θα κατοικεί στην κατοικία σου» (Ψαλμ. ξη΄ 24). Για εκείνα τα αργύρια, ντύθηκες την κατάρα όπως το ρούχο. Για εκείνα τα αργύρια, αποξενώθηκες από πολλά αγαθά, και κληρονόμησες πολλά κακά. Αντί να αιχμαλωτισθείς από τον παράδεισο, κληρονόμησες τη γέεννα. Για εκείνα τα αργύρια έγινες εχθρός μυρίων μυριάδων και χιλίων χιλιάδων στρατιών Αγγέλων, και φίλος ενός μόνου, του διαβόλου. Για εκείνα τα τριάντα αργύρια χωρίσθηκες από τον άγιο όμιλο των Αποστόλων, και συντάχθηκες με τους δαίμονες. Και απομακρύνθηκες από τον θρόνο του Δεσπότη και παρουσιάστηκες στον Τάρταρο. Και ξεντύθηκες τη δόξα και ντύθηκες το σχοινί της αγχόνης. Για τα αργύρια εκείνα απαρνήθηκες το φως της ζωής και πόθησες το αιώνιο σκοτάδι. Ω Ιούδα, γιατί το έκανες αυτό; Πήρες χρήματα και παρέδωσες τον Κύριο. Ω Ιούδα, για τριάντα αργύρια πούλησες τον Δημιουργό του ουρανού και της γης; Τι κάνεις, Ιούδα; Πώς τον πουλάς τον Κύριο; Μετά, πουλάς χωρίς να γνωρίζεις πώς να πουλάς. Εάν είχες έναν δούλο τεχνίτη, πώς αλήθεια θα τον πουλούσες; Δεν θα τον πουλούσες για την τέχνη του περισσότερο από τριάντα χρυσά νομίσματα; Και τον Κύριο, που με την τέχνη Του δημιούργησε όλον τον κόσμο σε έξι ημέρες, Τον πουλάς, ταλαίπωρε, για τριάντα ασημένια νομίσματα; Όλη τη δημιουργία, που βλέπεις, Αυτός τη δημιούργησε σε έξι ημέρες.


Και μετά που βγήκε ο Ιούδας κι αποχωρίσθηκε από τον χορό των Αποστόλων, κι από την επουράνια δόξα του Δεσπότη Χριστού, άρχισε ο Ιησούς να λυπάται και να αγωνιά και να λέει: «Είναι λυπημένη η ψυχή μου μέχρι θανάτου» (Ματθ. κς΄ 38). Κι αυτό το έλεγε όχι γιατί φοβόταν τον θάνατο, αλλά λυπόταν για την απώλεια του Ιούδα. Για την ψυχή εκείνου του άθλιου λυπόταν και αγωνιούσε γιατί χάθηκε. Και ο άθλιος διάβολος νόμισε ότι ο Χριστός λυπάται γιατί φοβάται τον θάνατο, και έσπευδε να στήσει τον Σταυρό. Ω πόση ευσπλαχνία του Δεσπότη! Λυπόταν για τον προδότη, γιατί ο αθάνατος δεν φοβόταν τον θάνατο. Διότι ο Χριστός δεν έγινε αίτιος της απώλειας του Ιούδα, αλλά η ίδια η απληστία του.


Έπρεπε να σας πω και για τη συμφωνία του διαβόλου με τον άδη, αλλά επειδή πέρασε η ώρα για σήμερα, και αν ο Θεός μας αξιώσει, αύριο θα ακούσουμε και για την υπόθεση εκείνη.


Στον Χριστό ανήκει η δοξολογία και η τιμή και δύναμη τώρα και πάντοτε και στους αιώνες.




Θεοφάνης ο Κεραμεύς, κ.α., Από την ανάσταση του Λαζάρου στην ανάσταση του Χριστού: Δέκα πατερικές ομιλίες, μετάφραση Γεωργίου Β. Μαυρομάτη, 1η έκδ., Αθήνα, Αρμός, 2001.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου