Έχω Έναν Πατέρα Θεό!
Έναν Πατέρα Τριαδικό Θεό, Του οποίου Παιδιά είμαστε όλοι μας, μικροί μεγάλοι, μωρά, νέοι, ηλικιωμένοι, παππούδες και γιαγιάδες, όλοι χωρίς ηλικίες και χρώμα δέρματος. Αδύνατοι, κανονικοί, «γεματούτσικοι», υπέρβαροι, κοντοί, ψηλοί, «χαζούληδες» και «ξύπνιοι», πλούσιοι και φτωχοί. Όλοι. Η Ψυχή δεν τα κοιτά αυτά. Ούτε ο Πατέρας Θεός! Αυτά τα κοιτούν μόνο οι άνθρωποι.
Αυτός «Ελέγχει» μόνο την Ψυχούλα αυτή που κουβαλά το Χ σώμα.
Πάμε 50 χρόνια πίσω…
Αξημέρωτα ακόμα σχεδόν, 4ης Ιουνίου του ‘74 μικρό παιδάκι, κάτι συνέβη που με έκανε να μην ξυπνήσω ξανά για τις επόμενες ημέρες. Ίσως άλλο ένα όνειρο, από αυτά που για καλό δεν έβλεπα ποτέ όσο θυμάμαι από δύο ετών τον εαυτό μου. Ίσως. Ίσως και για να γίνει και να αλλάξει την ζωή όλων γύρω μου… με πρώτη την δική μου…
Η μητέρα μου παλεύει να με ξυπνήσει χωρίς αποτέλεσμα. Γονατισμένη κάτω προσπαθεί να με σηκώσει, με γυρίζει προς το μέρος της και κάνω εμετό πάνω της χωρίς αισθήσεις.
Στο Παίδων η Διάγνωση ήταν σαφής. Κλινικά Νεκρή. Ένα Εγκεφαλικό, στον ύπνο, που θα μου στερούσε να ξαναδώ το φως της ημέρας, τους αγαπημένους μου. Για τρία μερόνυχτα ένα μηχάνημα προσπαθούσε να κρατήσει έναν ασθενικό παλμό στην καρδιά. Τα ζωτικά όργανα όμως έπαυαν να είναι «ζωτικά».
Από ψηλά έβλεπα την μητέρα μου να βάζει το χέρι της μέσα από μία στρογγυλή τρύπα που είχε το «πλαστικό» που κάλυπτε όλο το κρεββάτι μου και μου παρείχε παράλληλα οξυγόνο. Άλλα χρόνια τότε. Προσπαθούσε να μου χαϊδεύει το πρόσωπο, να μου κρατά το χέρι όσο άντεχε. Ελπίδα καμία. Έχανε το παιδί της, που όπως της έλεγε και ο τότε γιατρός μου κ. Δοξιάδης (μετέπειτα Υπουργός Υγείας), «το παιδί σας το έχετε χάσει. Και αυτή τη στιγμή που του μιλάτε, μιλάτε σε ένα φυτό». Ποιά Μάνα όμως χάνει την ελπίδα της…
Την επομένη το πρωί, μπαίνει στο δωμάτιο ο κ. Δοξιάδης. Προσπαθεί να της πει πως θα πρέπει να «αδειάσουμε» το κρεββάτι, θα κλείσει το μηχάνημα και να με πάρουν για τα «διαδικαστικά»…
Η μαμά μου πέφτει στα πόδια του. Στα γόνατα τον Ικετεύει δείχνοντας του με τα δάχτυλα της να της δώσει ΜΙΣΗ ελπίδα να κρατηθεί.
Της απαντά: «Μην έχετε Αυταπάτες κυρία μου. Αυτό το παιδί δεν έχει ζωή μέσα του. Θέλετε ένα παιδί φυτό να το κάνετε τι;» και φεύγει…
Οι γονείς μου δεν ήταν ποτέ άνθρωποι της εκκλησίας. Όμως στην Απόγνωση της θυμάται τον Άγιο μας, τον Άγιο στα μέρη μας, τον Άγιο στον οποίο βαπτίστηκα. Τον Άγιο Ιωάννη το Ρώσο.
«Άγιε μου, άρχισε να εκλιπαρεί, πάρτο εσύ το παιδί μου και κάνε ότι θέλεις με αυτό. Εγώ στο δίνω, δικό σου. Αν αποφασίσεις να μου το αφήσεις στην ζωή, εγώ θα το φέρνω κάθε χρόνο στην Χάρη σου την ίδια ημέρα του Εγκεφαλικού, και θα κάνουμε λειτουργία στον Ναό σου. Αν είναι να φύγει, ας είναι μαζί σου. Εγώ στο δίνω»! Κλαίει, Θρηνεί… Όχι ότι είχε ποτέ ελπίδα να ζήσει πολλά χρόνια το παιδί της, πολλά τα υποκείμενα νοσήματα, αλλά δεν περίμενε τόσο ξαφνικά, τόσο μικρό…
Ανάμεσα στους λυγμούς της ακούει πιο δυνατούς παλμούς. Γυρίζει και με βλέπει να προσπαθώ να ανασηκωθώ, μα με εμπόδιζαν τα τόσο σφιχτά σεντόνια πιασμένα γύρω γύρω. Αρχίζει να φωνάζει σαν τρελή, «το παιδί μου, το παιδί μου, το Βασάκι μου». Τρέχοντας καταφθάνουν όλοι, νοσοκόμες, προϊσταμένη, και ο μεγαλογιατρός.
Εγώ έχω ήδη ανοίξει τα μάτια μου και τους κοιτάζω κατάματα.
Μη δίνοντας μου καμία σημασία ο γιατρός δίνει «διαταγή» να κρατάνε την μητέρα μου. «Προθανάτια Αναλαμπή», από στιγμή σε στιγμή τελειώνει…
Μα τι λέτε γιατρέ; λέει η μητέρα μου. Το Βασάκι μας Συνήλθε!
«Κυρία μου, όλοι οι Μελλοθάνατοι πριν, έχουν μία αναλαμπή. Μην έχετε αυταπάτες. ΑΝ αυτό το παιδί ζήσει, εγώ θα κάψω τα πτυχία μου»!
Βάζει τις νοσοκόμες να αφαιρέσουν το πλαστικό και να κλείσουν και την παροχή οξυγόνου και φεύγει.
Εγώ ελαφρά ανασηκωμένη την κοιτάζω χαμογελαστή.
«Μαμά μου; …
Πεινάω…
Και μας Περιμένει και ο Άγιος»!
Βγαίνει έξω η μητέρα μου αλλά αρνούνται να μου δώσουν εξιτήριο. Προθανάτια Αναλαμπή επιμένουν.
Καλεί ταξί και φεύγουμε για τον Άγιο Ιωάννη τον Ρώσο.
Μία Προθανάτια Αναλαμπή 50 ετών φέτος.
Τρία Τέσσερα χρόνια μετά το Θαυματουργό αυτό Γεγονός, βρισκόμαστε στον παλιό ξενώνα του Αγίου, παραμονή της Επετείου. Στο μικρό δωματιάκι που εκεί συνήθως έμεναν οι Επισκέπτες Ιερείς. Η μαμά μου με μαλώνει Άδικα. Κλαίω, αλλά η μαμά αρνείται ότι εκείνη έχει το άδικο. Έτσι και κοιμήθηκα με το μαξιλάρι βρεγμένο από τα δάκρυα. Μας χτυπούν 6 το πρωί την πόρτα να ξυπνήσουμε να ετοιμαστούμε, ώστε να πάω να ανοίξω την εκκλησία.
Εγώ ήρεμη πια και η μαμά αυτή τη φορά με δάκρυα.
Της λέω, «μαμά, είδα τον Άγιο. Να σου πω»…
Όχι, όχι, εγώ θα σου πω…
Είχε Εμφανιστεί Ένστολος ο Άγιος μέσα στο μικρό δωματιάκι, με το Ξίφος του, Αυστηρός και σαν θυμωμένος της έλεγε δυνατά και κοφτά.
«Αυτό το παιδί είναι δικό μου! Εσύ μου το έδωσες! Σου το έχω αφήσει ΜΟΝΟ να το Επιτηρείς. Αν δεν μπορείς να το κάνεις σωστά ΘΑ ΣΤΟ ΠΑΡΩ. Μην το μαλώσεις ξανά άδικα, να φανείς Αντάξια αυτού του Έργου. Εγώ είμαι ο Πατέρας της, εγώ Αποφασίζω γι’ αυτή»!
Η μαμά μου προσπαθούσε να δικαιολογηθεί και έκλαιγε, αλλά ο Άγιος Ανένδοτος!
Έτσι και ξύπνησε κλαίγοντας.
Βλέπαμε το ίδιο «όνειρο», μόνο που εγώ που το κρεββατάκι μου ήταν από την πλευρά της πόρτας, έβλεπα τον Άγιο μπροστά στην κλειστή μπαλκονόπορτα, Πανέμορφο μέσα στη λαμπερή στολή του και Αγέρωχο, ενώ η μητέρα μου κάτω στα πόδια του.
«Συγγνώμη παιδάκι μου, Συγγνώμη», έλεγε και ξανάλεγε η μαμά.
Χαρά εγώ τότε. Τρέχω να ανοίξω την εκκλησία του φωνάζοντας «Μπαμπά μου, Μπαμπά μου, ευχαριστώ που με Υπερασπίστηκες»!
Σε όλα αυτά τα 50 χρόνια, αν κάποια φορά η μαμά ξέχναγε το τάμα της να με πηγαίνει στον Άγιο «Μπαμπά μου» και να κάνουμε λειτουργία εκείνη την ημέρα, πάλι του θανατά εγώ, μέχρι να καταλάβει ότι είχε περάσει η ημερομηνία. Άλλες φορές δεν με πήγαινε για να πιστέψουν οι φίλες της, και πάλι «κάτω» εγώ.
Κάπως έτσι αποκτήσαμε μία σχέση «Μπαμπά/Παιδιού» που δύσκολα καταλαβαίνει κάποιος αν δεν το ζήσει. Πόσες φορές πήγα με παράπονα, με πόνο, με θυμό. Ναι, και με θυμό.
Όταν Κοιμήθηκε ο Άγιος παππούλης Σίμων πήγα και του παραπονέθηκα. «Έφυγε» το Στήριγμα μου.
Όταν έχασα τον βιολογικό μπαμπά μου πήγα και του φώναζα «Ζηλιάρη… δεν θέλεις να λέω κανέναν άλλο μπαμπά»!
Άλλες φορές που με αδικούσαν πήγαινα κλαίγοντας και του φώναζα, «εσύ λες και ξαναλές πως δεν θα αφήνεις να με αδικούν. Αφού το επιτρέπεις, έλα και Πάρε με! Πάρε με, γιατί δεν το αντέχω. Δεν θέλω να ζω έτσι, σ’ αυτόν τον κόσμο»!!!
Όμως ο Θεός και οι Άγιοι μας που είναι Ολοζώντανοι Δίπλα μας, δεν έχουν την δική μας «λογική»! Θα περάσεις και Δια Πυρός και Σιδήρου, θα περάσεις και Στιγμές Ανείπωτες. Και θα πονέσεις, θα πληγωθείς, θα ταπεινωθείς, και θα Ανταμοιφθείς με άλλων ειδών «στέφανα»… Όπως έλεγε και ο παππούς Παΐσιος: «Αν δεν χτυπηθείς σαν το χταπόδι, πως θα φύγουν τα μελάνια σου»;
Έχουμε λοιπόν Επέτειο 50 ετών, Μπαμπά Άγιε Ιωάννη εκ’ Ρωσίας και Οφείλω να Ομολογώ την Αγιότητα σου προς Δόξαν Θεού. Ποτέ δεν με άφησες. Ποτέ. Όπως πρόπερσι που ερχόμενη προς Πευκί, μετά την Διασταύρωση Β. Εύβοιας και Ψαχνών μέσα σε δευτερόλεπτα με τύλιξε μία πυκνή ομίχλη που δεν έβλεπα ούτε χιλιοστό έξω από το παρμπρίζ του αυτοκινήτου, που ήμουν, αν ήμουν πάνω στο δρόμο ή όχι, αν είχε στροφή, δέντρο, αμάξι, άνθρωπο μπροστά μου μέσα στην νύχτα. Να σταματήσω; Που; Τι υπήρχε κάτω ή δίπλα από το αμάξι. Και τότε σου είπα «Αν θέλεις να φτάσω μέχρι το Σπίτι σου πάρε εσύ το τιμόνι, εγώ δεν βλέπω την τύφλα μου. Όπου θέλεις πήγαινε με. Είμαι έτοιμη για όπου θέλεις εσύ», και σταύρωσα τα χέρια μπροστά στο στήθος.
Τότε ήταν που άρχισε το τιμόνι να κινείται μόνο του, δεξιά αριστερά χωρίς να κάνω τίποτα απολύτως, εκτός από το να Χαμογελώ Γλυκέ μου Άγιε Μπαμπά! Και με έφτασες μέχρι έξω από την πόρτα του Οίκου σου. Του Ναού σου.
Πόσο Ευγνώμων είμαι…Πόσο Ευγνώμων…….
Όλους τους Αγίους τους Αγαπώ. Όλους! Μαζί με τον Άγιο Παππούλη Σίμων Αρβανίτη και όλους τους Αγίους Γέροντες που μου γνωρίσατε. Αλλά, μία Αδυναμία Άγιε μου σου την έχω. Γιατί είσαι Άγιος. Αλλά είσαι και Μπαμπάς…
Πως να «αποδεσμευτώ» από εσένα;
Χίλιες Δόξες στον Τριαδικό Θεό μας και τους Αγίους Του!
Βάλια Αλεξίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου