Τρίτη 12 Απριλίου 2016

Μά, ἂν δὲν λέμε τὸ «δόξα Σοὶ ὁ Θεὸς» στὶς χαρές, πῶς θὰ τὸ ποῦμε στὶς θλίψεις;

-Γέροντα, πρέπει νὰ λέμε «δόξα Σοὶ ὁ Θεός», ὅταν ὅλα πηγαίνουν καλά;
- Μά, ἂν δὲν λέμε τὸ «δόξα Σοὶ ὁ Θεὸς» στὶς χαρές, πῶς θὰ τὸ ποῦμε στὶς θλίψεις; Ἐσὺ τὸ λὲς στὶς θλίψεις καὶ δὲν θέλεις νὰ τὸ πῆς στὶς χαρές; Ἀλλά, ὅταν εἶναι ἀχάριστος κανείς, δὲν γνωρίζει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἀχαριστία εἶναι μεγάλη ἁμαρτία. Γιὰ μένα εἶναι θανάσιμο ἁμάρτημα. Ὁ ἀχάριστος μὲ τίποτε δὲν εὐχαριστιέται Γιὰ ὅλα γκρινιάζει, ὅλα του φταῖνε. Στὴν πατρίδα μου, τὰ Φάρασα, χρησιμοποιοῦσαν πολύ το πετιμέζι. Ἕνα βράδυ μιὰ κοπέλα ἔκλαιγε, γιατί ἤθελε πετιμέζι. Ἡ μάνα τῆς - τί νὰ κάνη; - πῆγε καὶ ζήτησε ἀπὸ τὴν γειτονιά.
Αὐτή, μόλις πῆρε τὸ πετιμέζι, ἔβαλε πάλι τὰ κλάματα. Χτυποῦσε τὰ πόδια τῆς κάτω καὶ φώναζε: «Μαμά, θέλω καὶ γιαούρτι». «Τέτοια ὥρα, παιδάκι μου, ποῦ νὰ βρῶ γιαούρτι;» τῆς λέει ἡ μάνα της. «Ὄχι, θέλω γιαούρτι». Πῆγε, ὑποχρεώθηκε ἡ καημένη σὲ μιὰ γειτόνισσα, τῆς ἔφερε καὶ γιαούρτι. Τὸ παίρνει ἡ κόρη καὶ βάζει πάλι τὰ κλάματα. «Τώρα γιατί κλαῖς;», τὴν ρωτάει ἡ μάνα της. «Μαμά, τὰ θέλω ἀνακατεμένα».
Τὰ παίρνει ἡ μάνα, τὰ ἀνακατεύει. Αὐτὴ βάζει πάλι τὰ κλάματα. «Μαμὰ δὲν μπορῶ νὰ τὰ φάω ἔτσι. Θέλω νὰ τὰ ξεχωρίσω!». Ὁπότε τὴν περιέλαβε στὰ σκαμπίλια ἡ μάνα της, καὶ ... ξεχωρίσθηκε τὸ πετιμέζι ἀπὸ τὸ γιαούρτι!
Ἔτσι, θέλω νὰ πῶ, κάνουν μερικὲς φορὲς πολλοὶ ἄνθρωποι, καὶ τότε ἔρχεται ἡ παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ. Τουλάχιστον νὰ ἀναγνωρίζουμε τὴν ἀχαριστία μας καὶ νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸ μέρα-νύχτα γιὰ τὶς εὐλογίες ποὺ μᾶς δίνει. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ πάρουμε καταπόδι τὸν δειλὸ διάβολο, ὁ ὁποῖος θὰ συμμαζέψη τὰ ταγκαλάκια του καὶ θὰ γίνη μαῦρο καπνός, γιατί θὰ τοῦ ἔχουμε βρεῖ πιὰ τὸ ἀδύνατο σημεῖο.

Γέροντας Παίσιος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου