Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Οι περιστάσεις του βίου

«Υπέρ πλεόντων, οδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αιχμαλώτων και της σωτηρίας αυτών, του Κυρίου δεηθώμεν.»
(Για εκείνους που ταξιδεύουν στη θάλασσα και στη στεριά, για τους αρρώστους, για τους ανήμπορους, για τους αιχμαλώτους και για τη σωτηρία τους, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.)

Είναι πολύ στοργικό το ενδιαφέρον της Εκκλησίας για όλους τους πιστούς. Σε κάθε σύναξη η Εκκλησία αγκαλιάζει ολόκληρο το πλήρωμα, όλες τις περιστάσεις του βίου των χριστιανών. Οι δεήσεις που γίνονται δεν είναι μόνο για τους παρόντες, αλλά και για όσους, χωρίς τη θέλησή τους, δεν είναι τώρα στη λειτουργική σύναξη. Η δέηση «Υπέρ πλεόντων..,» είναι για εκείνους, που δεν μπορούν και δεν έχουν τη χαρά να είναι τώρα μαζί μας· είναι «Υπέρ των δι’ ευλόγους αιτίας απολειφθέντων», καθώς το ακούμε να λέγεται σε άλλη περίσταση. Αυτές οι εύλογες αίτιες δεν μπορεί να είναι άλλες παρά οι περιστάσεις του βίου για τις οποίες ακούμε στη δέηση «Υπέρ πλεόν­των…».
Στον καιρό μας έτσι κομματιάστηκε ο βίος μας, που δεν μπορούμε πια να καταλάβουμε τι είναι η λατρεία της Εκκλησίας. Η λειτουργική σύναξη θαρρούμε πως είναι μια ξεχωριστή περίπτωση, σε μια ορισμένη ημέρα και ώρα, έξω από την άλλη μας ζωή. Πολλοί, αν δεν φτάνουν να πουν πως η Λειτουργία της Εκκλησίας είναι περιττό έργο, πιστεύουν όμως και λένε πως δεν είναι δικό τους έργο. Έτσι η προσευχή και η Λειτουργία μας, η πίστη και η ομολογία μας είναι μια ξεχωριστή κι απομονωμένη υπόθεση στη ζωή τους, κάτι σαν το επίσημο ένδυμα, που το φοράνε δυο ή τρεις φορές το χρόνο.
Έτσι συμβαίνει να έχουμε τώρα τέχνες, επιστήμες, ειδικότητες και επαγγέλματα, και μαζί με όλα αυτά, όσοι ακόμα πιστεύουμε, να έχουμε και Εκκλησία και Λειτουργία, για κάποιες ξεχωριστές ημέρες και εορτές. Η Εκκλησία λοιπόν και η Λειτουργία είναι μια κλειστή σφαίρα στη ζωή μας, μια ξεχωριστή και ιδιωτική μας υπόθεση, που μπορεί να μην έχει επικοινωνία και σχέση με τις άλλες περιστάσεις του βίου μας. Αυτή είναι μια από τις πιο ολέθριες αντιλήψεις που μπορεί να έχουμε οι χριστιανοί· να θεωρούμε την Εκκλησία και τη Λειτουργία, που μολαταύτα την πιστεύουμε, πως δεν είναι υπόθεση δική μας και προσωπική. Η Εκκλησία, λέμε, πρέπει και συμφέρει να υπάρχει και οι ιερείς πρέπει να λειτουργούν. Δεν σκεφθήκαμε μόνο ποιοί είναι η Εκκλησία και με ποιούς θα λειτουργούν οι ιερείς. Αυτό συμβαίνει, γιατί θαρρούμε πως η Εκκλησία είναι κι αυτή μια Υπηρεσία, που στον τομέα της προσφέρει καλό και χρήσιμο έργο.
Αλλά βέβαια δεν είναι αυτό η Εκκλησία και η θεία Λειτουργία. Όταν εδώ λέμε Λειτουργία εννοούμε το έργο γενικά της Εκκλησίας, που είναι έργο του λαού για το λαό. Κι όταν πάλι εδώ λέμε λαό, δεν το λέμε όπως έφτασαν πολλοί να φωνάζουν αόριστα και ψεύτικα για το λαό, αλλά εννοούμε το λαό του Θεού, την Εκκλησία, που στην τέλεια έκφρασή της είναι λατρευτική σύναξη και θεία Λειτουργία. Η Εκκλησία λοιπόν και η θεία Λειτουργία της Εκκλησίας δεν είναι ξεχωριστή σφαίρα στο βίο και τη ζωή των χριστιανών, άλλα είναι αυτοί οί ίδιοι οΐ χριστιανοί, ή κοινωνία τών πιστών, οί σωστοί καΐ ολόκληροι άνθρωποι* μέ τά Ιργα τους καΐ τις ασχολίες τους, μέ τις δυσκολίες και τις περιστάσεις του βίου, με τις χαρές και τις στενοχώριες τους, με τη φτώχεια και την αρρώστια τους και με όλα όσα ζουν οι άνθρωποι. Όλα αυτά δεμένα σε μια ενότητα μ’ ένα δεσμό και μια δύναμη, που κρατάνε όρθιο τον άνθρωπο στο βίο του και τον οδηγούν στο δρόμο του προορισμού του. Αυτός ο δεσμός κι αυτή η δύναμη είναι η πίστη μας που έχουμε σαν Εκκλησία, το κοινό φρόνημα που ζούμε μέσα στη λειτουργική μας σύναξη. Αυτή η πίστη κι αυτό το φρόνημα δεν είναι για κάποιες περιστάσεις, αλλά για όλο μας το βίο και τη ζωή, για όλο το χρόνο και για όλες τις καταστάσεις της εδώ ζωής μας.


Όλα αυτά προϋποθέτει η δέηση «Υπέρ πλεόντων…». Ότι δηλαδή πολλοί από τους αδελφούς μας δεν είναι τώρα εδώ μαζί μας στη λειτουργική και ευχαριστιακή μας σύναξη· είναι όσοι ταξιδεύουν στη θάλασσα και στη στεριά, είναι οι άρρωστοι κι εκείνοι που κατατρύχονται από χρόνια νοσήματα, είναι οι αιχμάλωτοι και για οποιοδήποτε λόγο κρατούμενοι, είναι όσοι δικαιολογημένα απουσιάζουν, που θέλουν μα δεν μπορούν να είναι μαζί μας. Όλους αυτούς δεν τους ξεχνάμε, αλλά παρακαλούμε να τους φυλάξει και να τους προστατέψει ο Θεός. Όταν λέμε «και της σωτηρίας αυτών», δεν εννοούμε μόνο όσοι ταξιδεύουν να γυρίσουν γεροί στα σπίτια τους, και οι άρρωστοι και οι ανήμποροι να γίνουν καλά, και οι αιχμάλωτοι να ελευθερωθούν, αλλά και να σωθούν, να έχουν δηλαδή κι αυτοί ό,τι κι εμείς, που τελούμε τη θεία Λειτουργία και θα κοινωνήσουμε, «άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον».
Η δέηση λοιπόν «Υπέρ πλεόντων…» είναι «υπέρ των δι’ ευλόγους αιτίας απολειφθέντων», Τί γίνεται όμως μ’ εκείνους, που αδικαιολόγητα δεν είναι τώρα στη λειτουργική μας σύναξη; Μ’ εκείνους, που η Εκκλησία λειτουργεί κι αυτοί κάθονται στο καφενείο; Μ’ εκείνους, που η Εκκλησία εορτάζει Χριστούγεννα και Πάσχα κι αυτοί τρέχουν και σκοτώνονται στους δρόμους; Μ’ εκείνους, που η καμπάνα καλεί σε ιερή σύναξη κι αυτοί παίρνουν τα βουνά και τις θάλασσες; Μ’εκείνους ακόμα, που κάθε Κυριακή ξαπλωμένοι στο κρεββάτι ακούνε τη θεία Λειτουργία από το ραδιόφωνο; Ο λόγος δεν είναι για εκείνους, που μόνοι τους ξεκόπηκαν από την Εκκλησία, αλλά για εκείνους που λένε πως είναι χριστιανοί και  δεν ξέρουν και δεν θέλουν να ξέρουν την Εκκλησία. Για εκείνους που θυμούνται και φυλάνε την πίστη τους μόνο για την κηδεία τους και δεν ξέρουν πως η πίστη ζει στη λειτουργική σύναξη της Εκκλησίας κι είναι το πεντακάθαρο νερό μέσα στον άνθρωπο, που τον ποτίζει και τον κρατάει ζωντανό, για να μην ξεραθεί και να μην πεθάνει στην ανυδρία και την ξεραΐλα του κόσμου.
     Ό ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει ότι ο Ιησούς Χριστός απέθανε «ίνα τα τέκνα του Θεού τα διεσκορπισμένα συναγάγη εις εν», για να μαζέψει σε μια οικογένεια τους χωρισμένους και σκορπισμένους ανθρώπους. Και δεν εννοεί βέβαια ο Ευαγγελιστής  αυτό το μάζεμα τοπικό και σ’ ένα μέρος, όπως ήταν ο μεγάλος ναός στα Ιεροσόλυμα, γιατί η Εκκλησία δεν είναι μόνο σ’ έναν τόπο. Αλλ’ αυτό δεν θα πει πως ο καθένας, σαν πιστός, μπορεί να είναι όπου θέλει, όταν συνάζεται η Εκκλησία. Ο κάθε πιστός, για να είναι πιστός, οφείλει να είναι μέσα στην Εκκλησία, και η Εκκλησία είναι η λειτουργική σύναξη. Χαρακτηριστικά εδώ είναι τα λόγια και η προτροπή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά·
«κανένας από τεμπελιά ή από την παντοτινή ασχολία στα γήινα ας μη λείπει από τις θεοπαράδοτες αυτές κάθε Κυριακή συνάξεις μας». Η Εκκλησία βέβαια δεν αγνοεί τις περιστάσεις του βίου, γι’ αυτό και δεν αφήνει κάθε φορά έξω από τη σύναξη εκείνους, που «δι’ ευλόγους αιτίας» απουσιάζουν, για τους οποίους και δέεται· «Υπέρ πλεόντων, οδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αιχμαλώτων και της σωτηρίας αυτών.,.». Αμήν.

(+Διονυσίου, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονίας)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου