Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2023

«Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται» (Λουκ. 18, 37)

 Ἕνα θαῦμα ὀμορφαίνει σήμερα τήν ἡμέρα! Ὁ φιλάνθρωπος Ἰησοῦς δίνει τό φῶς στόν τυφλό τῆς Ἱεριχοῦς. Δέν τό κάνει τυχαῖα.


Θεραπεύει τόν τυφλό ζητιάνο, ἐπειδή ὑποκύπτει στήν ἐπιμονή αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου.


Ἡ ἐπιμονή τοῦ τυφλοῦ ζητιάνου εἶναι ὁ καρπός τῆς ἀκράδαντης πίστης πρός τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Πιστεύει ὁ τυφλός καί ζητιανεύει. Ζητιανεύει ἐπίμονα καί κερδίζει. Κερδίζει τή θεϊκή προσοχή. Κερδίζει καί τή θεραπεία.


Ὁ ὄχλος δέν συλλαμβάνει τή σημασία τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο. Γιά τούς ἀνθρώπους ἡ πορεία τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνα ἀσήμαντο γεγονός. Γιά τούς πολλούς «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται». Ἕνας ἄνθρωπος εἶναι, πού ἔρχεται καί φεύγει, ὅπως πολλοί πρίν ἀπ’ αὐτόν. Παρέρχεται ὁ Χριστός, διότι δέν ἐνδιαφέρονται οἱ ἄνθρωποι γιά τό πρόσωπό Του. Τόν ἀγνοοῦν. Ἀγνοοῦν τή Θεότητά Του. Ἀγνοοῦν τήν ἀπέραντη ἀγάπη Του.


Ἀγνοοῦν τή δύναμη καί τή δόξα Του. Σ’ ὅλες τίς ἐποχές «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται».


Ἴσως εἶναι ἕνα ξεχωριστό πρόσωπο, ἕνας φιλόσοφος, μία δυνατή προσωπικότητα, ἕνας ἐπαναστάτης, ἕνας ἡγέτης, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση εἶναι ἕνας διαβάτης τῆς ἱστορίας. 


Ἦλθε, ἔκανε ἀρκετό θόρυβο καί ἔφυγε.


Ἔγραψε μία διαδρομή, σημείωσε μία δυνατή παρουσία, ἀλλά τώρα ἀνήκει πλέον στό παρελθόν. Γιά τούς ἀνθρώπους «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται». Ἔρχεται καί παρέρχεται ὁ Ἰησοῦς, ὅπως ἔρχονται καί παρέρχονται ἑκατομμύρια πρόσωπα στό παλκοσένικο τῆς ἀνθρωπότητας.


Γιά τόν τυφλό ὅμως δέν παρέρχεται ὁ Ναζωραῖος. Γιά τόν τυφλό ὁ Ἰησοῦς ἔρχεται.


Ὁ Ἰησοῦς ἔρχεται γιά ἐκεῖνον. Ἔρχεται γιά νά συναντηθοῦν. Ἔρχεται γιά νά διαλεχθοῦν.


Ἔρχεται σέ μία ἐπικοινωνία προσώπων, πού φέρνει ἀμέτρητες εὐλογίες. Ὁ τυφλός ὑποδέχεται τόν Κύριο μέσα στά σκοτάδια του.


Ὑποδέχεται τόν ἐρχόμενο Ναζωραῖο μέ πόθο καί ἐμπιστοσύνη. Δέν ὑποδέχεται ἕναν ἁπλό ἄνθρωπο. Ὑποδέχεται τόν τέλειο Θεό, τόν Θεάνθρωπο Σωτήρα τοῦ κόσμου, τόν ἰατρό τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς, τόν ἐλευθερωτή ἀπό κάθε ἀδυναμία καί ποταπή ἀναγκαιότητα. Ὁ τυφλός ὑποδέχεται τόν Εὐεργέτη τῆς ἀνθρωπότητας μέ φωνές ἱκεσίας, μέ κραυγές δοξολογίας καί προσευχῆς. Ὑποδέχεται τήν


Ἐλπίδα τῶν πάντων μέ τήν ἀγωνία τῆς δικῆς του ἐλπίδας. Μέσα στήν τύφλωσή του προσπαθεῖ νά ἐναρμονίσει τά δικά του βήματα καί τή δική του πορεία στήν πορεία καί στή διαδρομή τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ προσπάθεια αὐτή καί ὁ δραματικός του ἀγώνας δέν ἀναστέλλονται ἀπό κανένα ἐμπόδιο. Ἡ δική του φωνή ἀποδεικνύεται δυνατότερη ἀπό τίς φωνές τῶν πολλῶν. Ἡ δική του διαδρομή εἶναι πιό εὔστοχη ἀπό τίς διαδρομές ὅλων τῶν ἄλλων, πού ὑποτίθεται ὅτι βρίσκονται στό φῶς. Παρότι ἦταν πάρα πολλοί αὐτοί πού συνοδοιποροῦσαν μέ τόν Χριστό, μόνον ὁ τυφλός ζητιάνος κατάφερε νά Τόν συναντήσει ἀληθινά καί νά λάβει τή μεγάλη εὐλογία αὐτῆς τῆς συνάντησης.


Ὁ τυφλός λοιπόν καθίσταται τύπος τοῦ κάθε πιστοῦ. Κάθε ἄνθρωπος πού ἀγαπάει καί ἐμπιστεύεται τόν Ἰησοῦ βιώνει μία κατάσταση ἀνάλογη μέ αὐτή τοῦ τυφλοῦ ζητιάνου. Κάθε ἀληθινός πιστός ἀποδέχεται τή φτώχεια καί τήν τύφλωση πού τόν ταλαιπωροῦν. Μέ ταπείνωση βιώνει τήν πνευματική πενία του. Ζητιανεύει τήν ἀγάπη καί τήν ἀρετή. Μέ ἐπίγνωση αἰσθάνεται τήν ἐσωτερική τύφλωση τῶν αἰσθήσεων τῆς ψυχῆς, καθώς ἀδυνατεῖ νά ξεχωρίσει τό σωστό ἀπό τό λάθος καί νά δεῖ τό φῶς τοῦ Θεοῦ, πού ἐμποδίζεται ἀπό τά σκοτάδια τῶν πτώσεων καί τῶν παθῶν. Κάθε πιστός ζητιανεύει τόν πλοῦτο καί τό φῶς τοῦ Ναζωραίου. Ἔρχεται ἀνάμεσα στά ἐμπόδια τῆς κοινωνίας νά βρεῖ Ἐκεῖνον πού γιά ὅλους τούς ἄλλους εἶναι περαστικός. Νά κοινωνήσει μ’ Ἐκεῖνον πού πολλοί Τόν ἀγγίζουν, ἀλλά ἐλάχιστοι ἑνώνονται μαζί Του. Ὁ ἀληθινά πιστός γίνεται ὁ ἄνθρωπος πού δέν ντρέπεται γιά τήν κατάστασή του. Ἀναπαύεται στό πεζοδρόμιο καί στό περιθώριο τῆς κοινωνίας. Δέν φιλοδοξεῖ νά εἶναι συνοδοιπόρος τῶν πολλῶν. 


Ἐκεῖ πού βρίσκεται, περιφρονημένος ἀπό τούς ἄλλους, ὑπομένει καί περιμένει. Περιμένει τήν ἔλευση τοῦ Μεσσία. Περιμένει νά γευθεῖ τή θεία χάρη, «ὅτι χρηστός ὁ Κύριος». Περιμένει σέ μία πάροδο τῆς ζωῆς τή μεγάλη στροφή τοῦ Θεανθρώπου πρός τό πρόσωπό του. Ὁ πιστός, φτωχός καί τυφλός τρέχει στόν Ναό, τρέχει στόν πνευματικό, τρέχει στό «ταμιεῖον» τοῦ σπιτιοῦ του, τρέχει στή μελέτη τοῦ εὐαγγελίου, τρέχει ὅπου ἀκούει ὅτι βρίσκεται ὁ Χριστός, γιά νά ἁπλώσει τά χέρια τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, γιά νά δακρύσει γιά τήν κατάντια του, γιά νά δοξολογήσει τόν Μεγάλο Ἐρχόμενο. Κράζει τό «ἐλθέ Κύριε». Φωνάζει τό «φώτισόν μου τό σκότος». Ἱκετεύει μέ τό «ἐλέησόν με». Γιά τόν πιστό ὁ Ἰησοῦς δέν εἶναι παροδικός. Εἶναι μοναδικός. Εἶναι ἡ ζωή καί περίσσευμα ζωῆς. Εἶναι συγκάτοικος τῆς ὕπαρξής του. Εἶναι συνοδοιπόρος τῆς πορείας του. Εἶναι ὁ πάντα ἀναμενόμενος ἀπό τούς ἀνθρώπους καί πάντα ἀναμένων ὅλους τούς ἀνθρώπους. Γιά τόν πιστό ὁ Ἰησοῦς δέν παρέρχεται, διότι εἶναι πάντοτε ἐδῶ. Εἶναι παρών παντοῦ καί «πληρῶν» τά πάντα. Εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός», ἀξεθώριαστος, ἀξεπέραστος, μοναδικός καί ἀληθινός.


Εἶναι ὄμορφη ἡ σημερινή Κυριακή. Μέσα στόν κρύο χειμώνα μᾶς δείχνει τό παράδειγμα τοῦ τυφλοῦ ζητιάνου, ὁ ὁποῖος μέ θερμότητα πίστης κερδίζει τά βραβεῖα τοῦ θείου ἐλέους.


Ἄς τόν μιμηθοῦμε. Ἐάν ἀκοῦμε ὅτι «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται», μήν τό πιστεύουμε.


Ὁ Ἰησοῦς δέν παρέρχεται. Μόνον ἔρχεται.


Ἔρχεται γιά νά μᾶς βρεῖ. Ἄς τρέξουμε κι ἐμεῖς νά Τόν βροῦμε. Μέ τή μετάνοια, τόν πνευματικό ἀγώνα, τήν ἄσκηση τῆς νηστείας καί τήν ἀγάπη στούς ἄλλους ἄς Τοῦ δείξουμε πόσο Τόν ποθοῦμε. Ἔτσι θά θεραπεύσει καί τή δική μας τύφλωση καί θ’ ἀπολαύσουμε τό «φῶς Του τό ἀῒδιον» γιά πάντοτε. Ἀμήν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου