Οι πιο όμορφες και χαρμόσυνες περικοπές των Ευαγγελίων είναι οι αναστάσιμες συναντήσεις του Ιησού με τους μαθητές, που τις ακούμε όλο το χρόνο, κάθε Κυριακή πρωί στον Όρθρο. Είναι τα εωθινά ευαγγέλια, όπως ονομάζονται. Δυο από τις πιο γλαφυρές περίγραφες των συναντήσεων αυτών ανήκουν στον Λουκά και τον Ιωάννη, καθώς οι δύο υποκρύπτονται όχι απλώς ως μαρτυρούντες άλλα και συμμετέχοντες στα δρώμενα.
Την ίδια την ημέρα της Ανάστασης, δύο από τους μαθητές, ο Κλεόπας, ο όποιος μνημονεύεται στην περικοπή, και ο Λουκάς, σύμφωνα με την παράδοση, βαδίζουν προς τους Εμμαούς, ένα χωριό δυο ώρες περίπου δρόμο από την Ιερουσαλήμ. Συζητούσαν τα όσα συνταρακτικά είχαν γίνει εκείνες τις ημέρες, την καταδίκη και τη σταύρωση του Ιησού, και ήταν λυπημένοι για τον αγαπημένο τους Δάσκαλο.
Ὁ ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ
Ο Ιησούς τους έφτασε στο δρόμο και προσποιήθηκε ότι δεν είχε ακούσει τίποτα για όσα συζητούσαν. Εκείνοι του εξήγησαν, τότε άρχισε να τους ερμηνεύει τους προφήτες, πώς αυτοί έδειχναν καθαρά όσα έπρεπε να πάθει ο Χριστός και να δοξαστεί.
Όταν έφτασαν, ο Ιησούς έκανε πως ήθελε να πάει μακρύτερα, αλλά πείστηκε να μείνει μαζί τους, αφού κόντευε το σούρουπο. Σαν κάθησαν να δειπνήσουν, ο Ιησούς ευλόγησε το ψωμί και τους έδωσε. Τότε, οι μαθητές αναγνώρισαν τον Δάσκαλό τους, όπως ακριβώς τους πληροφορούσε νωρίτερα και η καρδιά τους, η «καιομένη […] ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ» (Λουκ. 24, 32).
Ο Ιωάννης, μαζί με άλλους πέντε μαθητές, ακολουθούσαν τον Πέτρο, που ψάρευε στην Τιβεριάδα. Όλη τη νύχτα, οι επτά, δεν έπιασαν τίποτε. Το πρωί, τους λέει ο Ιησούς από την παραλία: «παιδία, μὴ τί προσφάγιον ἔχετε;» (Ιωάν. 21, 5) «Όχι» του απαντούν. «Βάλετε εἰς τὰ δεξιά μέρη τοῦ πλοίου τὸ δίκτυον, καὶ εὑρήσετε», τους λέει ο Ιησούς. Το έβαλαν και δεν μπορούσαν να το τραβήξουν, τόσα πολλά ήταν τα ψάρια που έπιασαν.
Τότε, ο Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής, πρώτος γνώρισε τον Ιησού, κι αμέσως ο Πέτρος έπεσε στη θάλασσα για να τον συναντήσει. Λίγο αργότερα, έφτασαν κι οι άλλοι στη στεριά και ο Ιησούς τους καλεί: «δεῦτε ἀριστήσατε», «ελάτε να φάτε». Και κανείς δεν τολμούσε να ρωτήσει «εσύ ποιος είσαι;», γιατί ήξεραν πως είναι ο Κύριος (Ιωάν. 21, 12).
Είναι φανερό ότι ο Ιησούς, όντας κανονικός άνθρωπος που τρώει μαζί με τους μαθητές, είναι τώρα ο «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ», αλλιώτικος, μεταμορφωμένος. Ανάπλασε τον άνθρωπο με την Ανάστασή του σε μια νέα μορφή, η οποία δεν υπόκειται στη φθορά και δεν κινδυνεύει από το θάνατο.
Με τη νέα του, τη δοξασμένη μορφή, ο Ιησούς αναγνωρίζεται από τους φίλους του τη στιγμή που τους μοιράζει το ψωμί, όπως τους πληροφορεί η φλεγόμενη από αγάπη καρδιά τους.
Ο Χριστός, λοιπόν, είναι που μοιράζει το ψωμί της ζωής μας και, όσοι τον αγαπούν, τον αναγνωρίζουν και ζουν κι αυτοί μαζί του αιώνια. Αμήν.
Μπλάθρας Κωνσταντίνος, Δέκα σκαλιά για την Ανάσταση, 1η έκδ., Αθήνα, Μαΐστρος, 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου