Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

Μιά άγνωστη επιστολή του αγίου Νεκταρίου

ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
Φέτος, λίγους µῆνες πρίν τήν ἑορτή του (τόν Αὔγουστο), ὁ ἅγιος Νεκτάριος µᾶς ἐπεφύλαξε µιά εὐχάριστη ἔκπληξη-δωρεά του. Μᾶς φανέρωσε µέ ἀπροσδόκητο τρόπο µιά ἄγνωστη ἀλλά καί πολύ σηµαν­τική ἐπιστολή του, ἡ ὁποία, βεβαίως, εἶχε µείνει ἀδηµοσίευτη µέχρι σήµερα.
Ἡ µητέρα ἑνός πνευµατικοῦ µου παιδιοῦ εἶχε –χωρίς νά τό γνωρίζη– στήν κατοχή της ἐπί εξῆντα καί πλέον χρόνια, στή Λα­µία, φωτογραφία χειρογράφου ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου Νεκταρίου πρός τόν τότε Μητροπολίτη Ἀθηνῶν κυρό Γερµανόν Καλλιγᾶν. Ἡ ἐπι­στολή ἦταν ἀναµεµειγµένη µέ ἔγγραφα καί συµβόλαιά της καί πρό δεκαετίας τά ἔγγραφα αὐτά τά παρέλαβε ἡ κόρη της στήν Ἀθήνα πρός φύλαξη.
Τόν περασµένο Αὔγουστο ἡ κόρη της ἔκανε διαλογή τῶν ἐγγράφων καί πρός µεγάλη της ἔκπληξη εἶδε µέσα σ’ αὐτά καί τήν ἐν λόγῳ ἐπιστολή τοῦ ἁγίου! Ἔσπευσε νά µοῦ δώση τήν ἐπιστολή αὐτή καί, µέ τήν σειρά µου ἐξεπλάγην καί εὐχαρίστησα τόν ἅγιο γιά τήν ἀπρόσµενη ἐπίσκεψή του µέ ἕνα δικό του ἀδηµοσίευτο κείµενο.
Ἀπό τήν ἐν συνεχείᾳ σύντοµη ἔρευνά µου βεβαιώθηκα ὅτι πράγ­µατι ἡ ἐπιστολή, πού δηµοσιεύουµε στό τεῦχος µας αὐτό, οὔ­τε ἔχει ἄλλοτε δηµοσιευθεῖ, οὔτε ἔχει γίνει γνωστό τό περιεχόµενό της σάν προϊόν προφορικῆς πληροφορίας.
Ὁ ἐρευνητής φιλόλογος, κ. Σοφοκλῆς Δηµητρακόπουλος ἀνα­φέ­ρει στήν πολύ τεκµηριωµένη καί ἐµπλουτισµένη βιογραφία τοῦ ἁγίου, πού ἔχει συγγράψει*, ὅτι ἀπό τό σύγγραµα τοῦ µακαριστοῦ Μητροπολίτου Τίτου Ματθαιάκη γιά τόν ἅγιο Νεκτάριο ἄντλησε τήν πληροφορία ὅτι ὑπάρχει ἐπιστολή τοῦ ἁγίου πρός τόν Μητροπολίτη Γερµανό. Ἀλλά ὁ Ματθαιάκης δέν διευκρινίζει γιά ποιά ἐπιστολή πρόκειται, προφανῶς, γιατί ἀγνοοῦσε τό περιεχόµενό της.
Βέβαια, εἶναι πολύ φυσικό νά ἀντηλλάγησαν ὄχι µία ἀλλά ἀρκετές ἐπιστολές µεταξύ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί τοῦ Μητροπολίτου Γερµανοῦ Καλλιγᾶ, ἀφοῦ ἀπό τῆς ἀποποµπῆς του ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια ὁ ἅγιος εὑρίσκετο σέ διαρκῆ σχέση µέ τόν Μητροπολίτη Ἀθη­νῶν λόγῳ καί τῆς διπλῆς ἰδιότητος τοῦ Γερµανοῦ καί ὡς Προέδρου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Ὅµως καµµιά ἐπιστολή µεταξύ τῶν δύο αὐτῶν Ἱε­ραρ­χῶν δέν ἔχει δεῖ µέχρι σήµερα τό φῶς τῆς δηµοσιότητος, τοὐ­λά­χιστον καθ’ ὅσον γνωρίζω, πλήν τῆς ἐπιστολῆς–Παραιτήσεως τοῦ ἁγίου ἀπό τά καθήκοντα τοῦ ἱεροκήρυκος τοῦ νοµοῦ Εὐβοίας, πού ἀπέστειλε ἀπό τήν Χαλκίδα στίς 9 Ἰουλίου 1892.
Ὡστόσο ἡ ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, πού ἐµφανίζεται δη­­µό­σια γιά πρώτη φορά µέσῳ τοῦ περιοδικοῦ µας, δέν εἶναι µιά ἁ­πλῆ ἐπιστολή, πού ἀναφέρεται σέ ὑπηρεσιακά θέµατα ἤ ἀκόµη καί στά γνωστά προβλήµατα πού ἀντιµετώπιζε ὁ ἅγιος Νεκτάριος σάν ἀπο­τέλεσµα τῆς ἀντικανονικῆς καί ἄδικης ἀπολύσεως καί διαγραφῆς του ἀπό τά Δίπτυχα τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Πρόκειται γιά µιά πολύ σηµαντική ἐπιστολή, πού, ἀφ’ ἑνός µέν ἐµφανίζει µέ ἰδιαίτερο τρόπο τό ἀπαράµιλλο ἐκκλησιαστικό ἦθος τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί, ἀφ’ ἑτέρου, µᾶς παρέχει πολλές πληροφορίες γιά τήν συγγραφική πορεία τῶν µέχρι τό 1893 ἡµιτελῶν συγγραφικῶν ἔργων του, τόν τρόπο πού ἀκολουθοῦσε γιά τήν συγγραφή τῶν βιβλίων του ἀλλά καί µᾶς ἀποκαλύπτει τήν ἐφηµερίδα στήν ὁποία εἶχε ἤδη δηµοσιεύσει κάποια ἀπό τά ἔργα του.
Παραθέτουµε εὐθύς τήν ἐπιστολή αὐτή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου µέ τήν φωτογραφία τοῦ χειρογράφου του καί ἐν συνεχείᾳ θά τήν σχολιάσουµε. Προκαταβολικῶς ἐπισηµαίνουµε ὅτι ἀπό τήν πρώτη παράγραφο τῆς ἐπιστολῆς φαίνεται καθαρά αὐτό πού καί οἱ βιογράφοι τοῦ ἁγίου ἔχουν ἤδη καταγράψει χωρίς ὅµως, νά τεκµηριώνεται σέ γραπτά: ὅτι ὁ Μητροπολίτης Γερµανός ἔτρεφε µεγάλη ἐκτίµηση καί ἀγάπη στό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου:
                                                            Ἐν Λαμίᾳ τῇ 1ῃ Ὀκτωβρίου 1893
Πρός τήν Αὐτοῦ Σεβασμιότητα
Τόν Μητροπολίτην Ἀθηνῶν
καί Πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κ. Γερμανόν
Εἰς Ἀθήνας.
Σεβασμιώτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κ. Γερμανέ,
Τήν Ὑμετέραν Πανίερον Κορυφήν ἥδιστα προσαγορεύω ἀδελφικῶς.
Aἱ πρός τήν Ἐπισκοπικήν Ἐπιτροπήν συστάσεις τῆς Ὑμετέρας φίλης Σεβασμιότητος μοί ἐπιβάλλουσι τό καθῆκον νά Σᾶς εὐχαριστήσω διά τήν εὐγέ­νειάν Σας καί τά πρός ἐμέ ἀγαθά Σας αἰσθήματα καί νά διαβεβαιώσω τήν Ὑ. Σεβασμιότητα ὅτι ἔσομαι αὐτῇ εὐγνώμων καί πρόθυμος εἰς ὅ,τι τό τῆς Ἐκκλησίας συμφέρον ἤθελεν ὑπαγορεύσῃ.
Ἐν Λαμίᾳ ἤδη ὡμίλησα δίς, ὁ δέ Πανάγαθος Θεός εὐδόκησε νά ἐμ­βάλῃ λόγον τοῖς χείλεσί μου, καί νά διδάξω τό πολυπληθές ἀκροατήριόν μου οὕτως ὥστε νά μορφωθῆ πεποίθησις πρός τήν διδασκαλίαν μου. Τοῦτο μέ εὐχαριστεῖ καί μέ παρηγορεῖ, ἐλπίζω δέ νά φανῶ ὠφέλιμος.
Ἀλλά Σεβασμιώτατε φρονῶ, ὅτι θά ἐφαινόμην ὠφελιμότερος, ἐάν εἶχον μόνιμον τήν διατριβήν καί εὑρισκόμην παρά τινι Βιβλιοθήκῃ – ἔχω ἤδη τέσσαρα ἔργα ἡμιτελῆ, ὅλως πρωτότυπα καί ὠφελιμώτατα πρός πάντας.
Τό ἕν ἤρχησα ἀπό τῆς φοιτήσεώς μου ἐν τῷ Πανεπιστημίῳ, εἰργάσθην εἰς τήν Ἐθνικήν Βιβλιοθήκην καί μετά ταῦτα εἰς τήν Βιβλιοθήκην τοῦ Πατριαρχείου ἐν Καΐρῳ· τό πλεῖστον μέρος αὐτοῦ ἐδημοσίευσα ὡς πραγ­μα­τείας εἰς τόν «Τηλέγραφον» τῆς Ἀλεξανδρείας καί ἤρεσεν εἰς πάντας καί εἰς αὐτόν τόν Πατριάρχην. Εἶναι μία χριστιανική Ἑορτολογία καί Ἀρχαιολογία διδακτικωτάτη. Τό δεύτερον εἶναι μία Λειτουργική.
Ἐν Καΐρῳ εὑρίσκεται χει­ρόγραφος ἡ Λειτουργία τοῦ Ἀποστόλου καί Εὐαγ­γε­λιστοῦ Μάρκου. Τό χειρό­γραφον τῆς Λειτουργίας ταύτης εἶναι σπανιώτατον, ὡς ἐφρόντισα νά μάθω. Πρότινων δέ μόνον ἐτῶν ἐδη­μο­σιεύθη ὑπό Ἄγγλου τινός θεολό­γου ἐξ ἑνός χειρογράφου τῆς Βιβλι­ο­θήκης τῶν Παρισίων. Τήν ἔκδοσιν ταύτην ἔλαβον καί παρέβαλον πρός τό χειρόγραφον τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Πατριαρχείου, ἐκ δέ τῆς ἀντιπαραβολῆς φαίνεται ὅτι τό χειρόγραφον τῆς Βιβλιο­θήκης τοῦ Πατριαρχείου καί τε­­λει­­ώτερον εἶναι καί ἀκριβέστερον. Ὅθεν ἀπεφάσισα νά ἐκδώσω τό χει­ρό­γραφον μέ προλεγόμενα. Ἐπειδή δέ εὑρίσκονται καί διάφορα ἀντίγραφα τῆς Λειτουργίας τοῦ Ἀδελφοθέου ἀντέγραψα καί ταῦτα ὅπως ποιήσω μίαν ἔκδοσιν, τήν τελειωτέραν, εἰς ἥν θά προτάξω καί τινά περί τῆς ἱστορίας τῶν Λειτουργιῶν. Καί τήν ἐργασίαν ταύτην ἔχω ἡμιτελῆ.
Ἕτερον ἔργον πολύ σπουδαῖον, τό ὁποῖον ὀνομάζω Ἠθικά κεφάλαια καί οὗτινος ἤδη ἔγραψα τό 90ον Κεφάλαιον, μένει καί αὐτό δι’ ἔλλειψιν βοηθημάτων ἀτελές.
Τελευταῖον ἔχω περί τούς 50 Λόγους Ἐκκλησιαστικούς ἑτοίμους μέν, ἀλλά θέλουν ἐπεξεργασίαν τινά παρά Βιβλιοθήκῃ. Ὥστε οὐδέν δύνα­ται νά ἔλθη εἰς πέρας ἄνευ μονίμου διατριβῆς εἰς Βιβλιοθήκας.
Διά ταῦτα ἔκρινα νά μεταβῶ εἰς Αἴγυπτον, ἀλλά προσκαλούμενος παρά τοῦ Πατριάρχου, ὅπως μείνω ἐν Καΐρῳ καί ἐκεῖ παρά τῇ Βιβλιοθήκῃ περατώσω τά ἔργα μου. Ἀλλ’ ἵνα προσκληθῶ πρέπει νά ὑποδειχθῇ ἡ ἀνάγκη παρά προσώπου σημαί­νοντος παρά τῷ Πατριάρχῃ. Ὡς τοιοῦτον πρόσωπον θεωρῶ κατάλληλον τήν Ὑμετέραν Σεβασμιότητα. Ὅθεν σᾶς πα­ρα­καλῶ, εὐαρεστηθῆτε νά χρησιμεύσητε τό μεσάζον πρόσωπον πρός ἐπιστροφήν μου εἰς Αἴγυπτον ὑπέρ τῆς ἀποπερατώσεως τῶν ἔργων μου ἅτινα θά πληρώσωσι μίαν ἔλλειψιν. Τοῦτο πράττουσα ἡ Ὑ. Σεβασμιότης ἔστω βεβαία ὅτι καί εὐεργετεῖ καί ἀγαθουργεῖ.
Πεποιθώς ἐπί τά ἀδελφικά αἰσθήματά Σας, διατελῶ
ὁλοπρόθυμος καί εὐγνώμων
 Ὁ ἐν Ἀρχιερεῦσιν ἐλάχιστος
† Ὁ Πενταπόλεως Νεκτάριος
Σχολιασµός τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου Νεκταρίου.
Ἀπό τό χειρόγραφο φαίνεται ὅτι ἡ Ἐπιστολή φωτογραφήθηκε ἀπό πρόσωπο πού εὑρίσκετο πολύ κοντά στόν ἅγιο Νεκτάριο γιατί ἡ φωτογραφία εἰκονίζει τήν ἐπιστολή στήν ἀρχική της µορφή, πρίν τήν καθαρογράψη ὁ ἅγιος, δεδοµένου ὅτι ὑπάρχουν σ’ αὐτήν προσθῆκες µέ τόν τρόπο πού τίς θέτει ὁ συντάσσων, ὅταν διαπιστώση ὅτι µέ τήν ὁλοκλήρωση τοῦ κειµένου του ἔχουν παραλειφθεῖ ἀπό αὐτό κάποια ἀπαραίτητα στοιχεῖα.
Δηλαδή βλέπουµε ὅτι ὁ τόπος συγγραφῆς, ἡ Λαµία καί ἡ ἡµερο­µηνία ἔχουν προστεθεῖ στό τέλος µέ τό σηµεῖο τῆς παραποµπῆς πού χρησιµοποιοῦσε ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί τήν µονογραφή του, ἡ ὁποία σχεδιακά ἦταν ἡ κατάληξη τῆς ὑπογραφῆς του.
Ἐπίσης ἔχει προσθέσει στό τέλος, πάλι µέ ἔνδειξη παραποµπῆς, τήν λέξη «ἀδελ­φι­κῶς» ὡς συµπλήρωµα τῆς προσφωνήσεώς του «Σε­βα­­σμι­ώ­τα­τε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κ. Γερμανέ, Τήν Ὑμετέραν Πανίερον Κορυφήν ἥδιστα προσαγορεύω».
Τρίτη προσθήκη, πού ἐτέθη καί αὐτή στό τέλος τῆς ἐπιστολῆς του εἶναι ἡ πλήρης ἀναγραφή τοῦ παραλήπτου (τοῦ Ἀθηνῶν Γερµανοῦ) καί τῆς ἰδιότητός του, ὡς Προέδρου τῆς Ἱ. Συνόδου, παραλειποµένης, ὅµως, τῆς ταχυδροµικῆς διευθύνσεως καί ὑπονοουµένης µόνο µέ τά γράµµατα κ.τ.λ. (=καί τά λοιπά), πρᾶγµα τό ὁποῖο ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἐπιστολή τοῦ ἁγίου προορίζετο νά καθαρογραφῆ καί µετά νά ἀποσταλῆ.
Ὑποθέτουµε ὅτι τό πρόσωπο πού φωτογράφησε τήν ἐπιστολή τοῦ ἁγίου πρό τῆς καθαρογραφήσεώς της δέν ἦταν ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος, ὁ ὁποῖος µέ τήν φωτογράφηση θέλησε νά τήν κρατήση στό ἀρχεῖο τῶν ἀποστα­λέντων ἐπιστολῶν του, διότι, ἄν ἦταν ὁ ἴδιος, θά προέβαινε στήν φωτογράφησή της µετά τήν καθαρογράφηση. Ἄρα ἔχουµε λό­γο νά εἰκάσουµε (ποτέ δέν µποροῦµε νά µιλοῦµε µέ βεβαιότητα) ὅτι ἡ ἐπι­στο­λή φωτογραφήθηκε ἀπό πρόσωπο τοῦ πνευ­µα­τικοῦ πε­ρι­­βάλ­­λοντος τοῦ ἁγίου Νεκταρίου στήν Λαµία, τό ὁποῖο βρῆ­κε τήν εὐκαιρία νά τήν φωτογραφήση στό διά­στη­µα ἀπό τῆς πρώτης κα­τα­γρα­φῆς της µέχρι τῆς καθαρογραφήσεώς της, ἄλ­λως δέν θά εἶχε χρο­νι­κά περιθώρια, διότι ὁ ἅγιος µετά ταῦτα θά τήν ἐσώκλειε σέ φάκελλο γιά νά τήν ταχυδροµήση.
Ἐπιµείναµε στήν διερεύνηση τῆς φω­το­γρα­φή­σε­ως τῆς ἐπιστολῆς για­τί θεωροῦµε ὅτι ἡ φω­τογράφησή της ἔγι­νε ὄχι ἁπλῶς γιά νά κρα­τή­ση κάποιος ἕνα ἐν­θύ­µι­ο χειρογράφου τοῦ ἁγίου, ἀλλά γιατί τό περιεχόµενο τῆς ἐπι­στο­λῆς καταδεικνύει µέ ἰδιαίτερα ἐµφαντικό τρό­πο τήν ἄκακη ἁγία ψυχή του.
Γράφει στόν Μη­τρο­πολίτη Ἀθηνῶν Γερµανόν Καλλιγᾶ νά µεσο­λα­βή­ση στόν Πατριάρχη Ἀλε­ξαν­δρείας Σωφρόνιο –δη­λα­δή στόν πνευ­µατικό δήµιό του(!)– νά τόν προσκαλέση στήν Ἀλε­ξάν­δρεια, ὄχι γιά νά ἀποκατασταθῆ στό ἀξίωµα πού εἶχε στό Πα­τρι­αρχεῖο ἀλλά γιά νά βρίσκεται µέσα στήν πλούσια Πατριαρχική Βιβλιοθήκη καί νά ἔχη τήν δυνατότητα νά ὁλοκληρώση τά ψυχωφελῆ συγγράµµατά του!
Συναντᾶται, ἄραγε, σέ πολλούς –ἀπό ἐκείνους πού ἔχουν φήµη  πνευµατικοῦ ἀνθρώπου– αὐτή ἡ ψυχική λεπτότητα; Εἶναι, ἄραγε, κάτι συνηθισµένο τό νά φερόµεθα µέ εὐ­­γέ­νεια, µέ σεβασµό καί ἀγάπη στούς πρός ἐµᾶς «ἐχθραίνοντας µα­ταίως» καί, πολύ περισσότερο, πρός ἐκείνους πού µᾶς ἀδικοῦν µέ­χρι ἐξοντώσεώς µας; Ὄχι βέβαια! Καί ὅµως! Εἴµαστε πολύ πρόθυµοι νά πα­ραλ­λη­λίζουµε µέ τόν ἅ­γιο Νεκτάριο πρόσωπα πού κατά καιρούς ἀδικήθηκαν κατάφωρα, κρί­νοντες ἐπιφανειακά καί χωρίς νά λαµβάνουµε ὑπ’ ὄψιν οὔτε τό ἄν ἔ­δω­σαν ἀφορµή µέ τήν συµπεριφορά τους πρίν ἀδικηθοῦν, οὔτε τό πῶς ἀντιδροῦν τά ἀδικηθέντα πρόσωπα ἔναντι τῶν “σταυρωτῶν” τους. Καί νά σκεφθοῦµε ὅτι ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἔδειξε αὐτή τήν χριστο­µί­µητη συµπεριφορά καί ἀπέδωσε τόση µεγάλη τιµή καί σεβασµό πρός ἕνα Πατριάρχη–Ἡρώδη, καί ὅτι ἡ ἀδικία πού ὑπέστη, χωρίς νά δώση τήν παραµικρή ἀφορµή, δέν ἔγινε σέ ἕναν ἁπλῶς εὐσεβῆ κληρικό ἀλλά ἔγινε σέ ἕναν ὄντως ἄµεµπτον ἅγιον!
Γιά νά µήν ἁγιολογοῦµε, λοιπόν, φανταστικά, χαρακτηρίζοντες ὡς ἀποδείξεις ἁγιότητος τίς θλίψεις καί τίς ἀδικίες πού µᾶς συµβαί-νουν, ἐνῶ αὐτά τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά νά ἐξοφλοῦµε ἁµαρτήµατα, εἶναι ὠφέλιµο νά σκύψουµε περισσότερο στόν ἐσωτερικό κόσµο τῶν ἁγίων µας, ἱκετεύοντές τους νά µᾶς τόν ἀποκαλύπτουν. Ἔτσι µόνο θά µε­τα­­τεθοῦν τά ἀξιολογικά µας κριτήρια ἀπό τά ἐξωτερικά γεγονό­τα καί συµβάντα καί θά στραφοῦµε στήν ἀναζήτηση τοῦ «κρυπτοῦ τῆς καρδίας ἀνθρώπου». Τότε θά βεβαιωθοῦµε ὅτι δέν ἁγιάζει ὁ ἄνθρωπος µέ τίς ἀδικίες πού ὑφίσταται, ἀλλ’ ὅτι κυρίως, ἀπό τόν τρόπο ἀντι­µετωπίσεως τῶν ἀδικιῶν, φανερώνεται περίτρανα τό ποιός εἶναι ὄντως ἅγιος!
Ὅπως εἴπαµε καί στήν ἀρχή,  ἡ παρουσιαζοµένη ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου µᾶς προσφέρει καί ἄλλες πολύτιµες πληροφορίες πού µᾶς βοηθοῦν νά ἐννοήσουµε καί ἄλλες πτυχές τῆς ἁγίας  µορ­φῆς του, νά συµπληρώσουµε τά ἱστορικά στοιχεῖα τῆς ζωῆς του, νά προσεγγίσουµε τόν τρόπο τῆς συγγραφικῆς του ἐργασίας, νά  γνω­ρί­σουµε ἀρκετά συγγράµµατά του πού ἀκόµη δέν ἔχουν δεῖ τό φῶς τῆς δηµοσιότητος καί νά τά ἀναζητήσουµε καί πέραν τοῦ Ἀρχείου τῆς Ἱ. Μονῆς του, ὅπως ἡ Ἐφηµερίδα «Τηλέγραφος» τῆς Ἀλε­ξαν­δρείας, ἡ ὁποία δέν µνηµονεύεται ἀπό κανέναν βιογράφο τοῦ ἁγίου µας.
Ἡ «χριστιανική Ἑορτολογία», πού ἀναφέρεται στήν ἐπιστολή, ἔργο τοῦ ἁγίου πού ἄρχισε νά τό συγγράφη ἀπό τά φοιτητικά του χρόνια, εἶχε δηµοσιευθεῖ ἀπό τόν ἴδιο στόν «Τηλέγραφον» τῆς Ἀλε­ξανδρείας ἀλλά µέχρι σήµερα στό σύνολό της εἶναι ἀνέκδοτη, ἀφοῦ, ὅπως σηµειώνει ὁ ἅγιος, «τό πλεῖστον μέρος» τοῦ ἔργου «αὐτοῦ ἐδη­μοσίευσα ὡς πραγματείας» καί ὄχι ὁλόκληρό τό ἔργο.
Ὁ ἐρευνητής κ. Σ. Δηµητρακόπουλος µᾶς γνωστοποιεῖ στή σε­λί­δα 288 τοῦ δικοῦ του βιβλίου γιά τόν ἅγιο, ὅτι πρόκειται νά συµ­πε­ριληφθῆ καί ἡ «χριστιανική Ἑορτολογία» στήν ἔκδοση τῶν Ἁπάντων τοῦ ἁγίου ἀπό τήν Ἱ. Μ. Αἰγίνης. Ὅµως, ὁ ἅγιος Νεκτάριος γράφει στήν ἐπιστολή του ὅτι τό ἑνιαῖο σύγγραµµα πού σχεδίαζε δέν ἦταν µόνο µιά «χριστιανική Ἑορτολογία» ἀλλά «καί Ἀρχαι­ο­λο­­γία διδακτικωτάτη». Πρόκειται, ἄραγε γιά δύο ἔργα ἤ γιά δύο ἑνό­τητες τοῦ αὐτοῦ ἔργου; Τό κείµενο πού µνηµονεύεται ἀπό τόν κ. Δη­µη­τρα­κόπουλον ὡς «Ἑορτολογία» δέν διευκρινίζει ἄν περιλαµβάνη καί τήν «Ἀρχαιολογία». Ἐµεῖς δέν γνωρίζουµε, γιατί δέν ἔχουµε συγ­κρί­νει τό χειρόγραφο τοῦ ἁγίου πού βρίσκεται στή Μονή τῆς Αἰ­γί­νης. Ὡστόσο ἡ µαρτυρία τῆς Ἐπιστολῆς παραµένει πολύτιµη, γιατί µᾶς πληροφορεῖ περί τῆς ἱστορικῆς διαδροµῆς τῆς συγγραφῆς τοῦ ἔργου καί, τό κυριότερο: ὅτι ἕνα ἔργο, σχεδόν ὁλοκληρωµένο ἀπό τά φοιτητικά χρόνια τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, παραµένει ἀκόµη στό σύνολό του ἀδηµοσίευτο!
Ἐπίσης, δέν γνωρίζω ἄν ἔχη συµ­­πε­­­­ρι­­λη­φθεῖ στήν «Λειτουργική» τοῦ ἁγίου, αὐτό πού σχεδίαζε τότε ὁ ἅγιος, γιατί καί αὐ­τή, παρ’ ὅτι ἀπό τό 1893 ἦταν ἕτοι­µη, παρα­µένει ἀκόµη ἀ­νέ­κδοτη: «Ἐ­πει­δή δέ εὑ­ρί­σκονται καί δι­ά­φο­ρα ἀντίγραφα τῆς Λει­τουρ­γίας τοῦ Ἀδελ­φοθέου ἀντέ­γραψα καί ταῦ­­τα ὅπως ποιήσω μίαν ἔκδο­σιν, τήν τελειωτέραν, εἰς ἥν θά προ­τά­ξω καί τινα περί τῆς ἱστορίας τῶν Λειτουργιῶν. Καί τήν ἐργα­­σί­αν ταύτην ἔχω ἡμι­­­τε­­λῆ».
Τέλος, ὁλο­κληρώ­νον­τας τόν σύντοµο σχολιασµό τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ ἁ­γίου Νεκταρίου, πρέπει νά προ­σ­θέ­σω ὅτι ἡ ἐπιστολή δί­δει ἀπάντηση καί σέ µιά ἀπο­ρία πού οἱ βιογράφοι τοῦ ἁγίου διατύπωναν, µή γνω­ρί­ζοντες τήν ἐπιστολή πού παρουσιάζουµε ἀλλά µό­νο µιά ἐπιστολή πού ἔστει­λε ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος στόν Πατριάρχη Σωφρόνιο ζη­­τῶν­­τας του µέ αὐτήν νά τοῦ ἐπιτρέψη νά µετα­­βῆ στήν Ἀλεξάνδρεια, γιά νά µε­λετᾶ καί νά συγγράφη στήν Πα­τρι­αρχική Βιβλιοθήκη.
Ἡ ἀπορία πού διε­τύ­πω­σε στό βιβλίο του ὁ ἐρευνητής κ. Σ. Δηµη­τρα­κό­πουλος, ἦταν:«Δέν γνωρίζουµε τί ἀπάντησε ὁ Σωφρό­νιος…» (ὅ.ἀ. σελ. 106). Οἱ ἡµεροµηνίες τῶν δύο ἐπιστολῶν τοῦ ἁγίου, µᾶς δίνουν τήν ἀπάντηση: Ἡ ἐπιστολή πού φέραµε στό φῶς, µέ τήν ὁποία ὁ ἅγιος Νεκτάριος παρακαλεῖ τόν Μητροπολίτη Ἀθηνῶν Γερµανό νά µεσολαβήση στόν Σωφρόνιο γιά νά τοῦ ἐπιτρέψη τήν διαµονή στήν Ἀλεξάνδρεια γιά νά µελετᾶ στήν Πατριαρχική Βιβλιοθήκη ἔχει ἡµεροµηνία 1η Ὀκτωβρίου 1893. Ἡ µέχρι σήµερα γνωστή ἐπιστολή τοῦ ἰδίου τοῦ ἁγίου Νεκταρίου πρός τόν Πατριάρχη Σωφρόνιο µέ τό ἴδιο αἴτηµα (βλ. Σ. Δηµητρακόπουλος, σελ. 106) ἔχει ἡµεροµηνία 11 Νοεµβρίου 1893.
Συγκρίνοντας τίς ἡµεροµηνίες καί τό περιεχόµενο τῶν δύο ἐ­πι­στολῶν φαίνεται πώς, κατά µία ἐκδοχή, ὁ Σωφρόνιος δέν ἀντα­­πο­κρίθηκε στό αἴ­τη­µα τοῦ Μητροπολίτου Γερµανοῦ καί ἔτσι ἀναγ­κάσθηκε ὁ ἅγιος Νεκτάριος µετά ἀπό ἕνα µῆνα καί ἕνδεκα ἡµέρες νά ἀπευθύνη τό αἴτηµά του ὁ ἴδιος στόν Πατριάρχη Σωφρόνιο. Ἤ, ὑπάρχει καί δεύτερη ἐκδοχή, δέν θέλησε ὁ Μητροπολίτης Γερµανός νά µεσο­λα­βήση, γιά νά µή θεωρηθῆ ἀπό τόν καχύποπτο Σωφρόνιο ὅτι ὑπο­νο­µεύει τό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας (γνωρίζοντας ἀπό πολύ κοντά τήν καχυποψία τοῦ Σωφρονίου), µέ τό νά ζητῆ τήν ἐπάνοδο τοῦ Μητροπολίτου Πενταπόλεως στήν Ἀλεξάνδρεια, δῆθεν γιά νά µελετᾶ στήν Πατριαρχική Βιβλιοθήκη, ἐνῶ στήν πράξη θά ὑπέσκαπτε τόν Σωφρόνιο!
Ἡ διαπιστωµένη καχυποψία τοῦ Πατριάρχου Σωφρονίου, ἡ ὁποία ξεπερνοῦσε τά ὅρια τῆς ἀνασφαλείας καί ἄγγιζε τήν πα­νουρ­γία, ἀφοῦ δέν ἐλαττώθηκε οὔτε µπροστά στήν ἁγιογραφική ἀκακία καί θεϊκή νηπιότητα τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, σέ συνδυασµό µέ τό σύντοµο χρονικό διάστηµα πού ἀπέχουν οἱ δύο ἐπιστολές, µᾶς ὠθεῖ νά ταχθοῦµε ὑπέρ τῆς δευτέρας ἐκδοχῆς.                                    
Πρωτ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀριθ. Τεύχους 135
Νοέμβριος 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου