Κυριακή 18 Αυγούστου 2024

«Καὶ ἦραν περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πήρεις»

 Τὸ μεγάλο θαῦμα, ἀγαπητὲ ἀναγνῶστα, εἶχε γίνει.  Πέντε χιλιάδες ἄνδρες, χωρὶς νὰ ὑπολογισθοῦν αἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ, ἔφαγαν καὶ ἐχόρτασαν μὲ πέντε μόνον ψωμιὰ καὶ δυὸ ψάρια. Εὐλογημένα ἀπὸ τὸ παντοδύναμο χέρι τοῦ αἰωνίου τροφοδότου τοῦ κόσμου, ἐπολλαπλασιάσθησαν, ὥστε νὰ φθάσουν καὶ νὰ περισσεύσουν!


Κατάπληκτοι ὅλοι ἀπὸ τὸ πρωτοφανὲς αὐτὸ θαῦμα. Ἀλλ’ ὁ Κύριος ἤθελε, πρὶν διαλυθῆ ὅλη αὐτὴ ἡ ἀνθρωποθάλασσα, νὰ δώσῃ καὶ ἄλλο μάθημα. Διατάσσει, λοιπόν, νὰ μαζευθοῦν ὅλα τὰ περισσεύματα. Νὰ μὴ πεταχθῇ οὔτε κομματάκι. Δώδεκα μεγάλα κοφίνια ἐγέμισαν ἀπὸ τὰ περισεύματα, ποὺ διαφορετικὰ θὰ ἐπήγαιναν χαμένα. Γεμὰτη νόημα ἡ ἐνέργεια αὐτὴ τοῦ Σωτῆρος, ἀγαπητοί. Ὁλοφάνερο τὸ χρησιμώτατο δίδαγμα. Ἡ οἰκογένεια. Ἡ νοικοκυρευμένη ὀργάνωσις τῶν οἰκονομικῶν. Ἡ πειθαρχία στὶς δαπάνες.  Βλέπετε,  ὁ Χριστιανισμὸς δὲν ἀποβλέπει μόνον στὰ πνευματικά. Ἐνδιαφέρεται καὶ διὰ τὰ ὑλικά μας ζητήματα.

Εὐκαιρία νὰ ἀσχοληθῶμεν δι’ ὀλίγων μὲ τὸ σοβαρώτατον καὶ κοινωννικώτατον αὐτὸ θέμα.

1.Αἱ ἀνάγκαι μας.


Μεγάλο πρόβλημα. Καὶ ἀκανθῶδες.  Καὶ δύσκολον.  Γεμᾶτο κατάθλιψιν καὶ ἀγωνίαν. Ἀνάγκαι διὰ τὴν συντήρησιν τῆς οἰκογενείας. Ἀνάγκαι διὰ τὴν ὑγείαν. Ἀνάγκαι διὰ τὴν ἀντιμετώπισιν τοῦ θέματος τῆς κατοικίας. Ἀνάγκαι διὰ τὴν σπουδὴν τῶν παιδιῶν. Ἀνάγκαι διὰ τὴν ἀποκατάστασιν τῶν θυγατέρων. Ἀνάγκαι διὰ τὸ α, ἀνάγκαι διὰ τὸ β ζήτημα.  Πάντοτε ἦτο σκληρὸν καὶ καταθλιπτικὸν αὐτὸ τὸ πρόβλημα.  Μεταπολεμικῶς ὅμως ἔγινε «βραχνᾶς», ἀσήκωτον βάρος, σταυρός.

Πῶς νὰ τὰ βολέψῃ ὁ ἐργάτης μὲ τὸ πενιχρὸ ἡμερομίσθιον; Πῶς νὰ τὰ «βολτάρῃ» ὁ ὑπάλληλος μὲ τὸν μισθὸν «τῆς πείνης»; Ἡ χήρα μὲ τὰ ὀρφανὰ, ὁ μεγαλύτερος ἀδελφὸς, ἤ ἡ  ἀδελφὴ ποὺ ἐκτελοῦν χρέη προστάτου στὸ ἀπωρφανισμένο σπίτι, ὁ συνταξιοῦχος, ὁ ἀνάπηρος, ὁ πτωχός; Καὶ γι’ αὐτὸ παντοῦ, στὸ σπίτι, στὶς παρέες, στὸν δρόμο, στὸ τράμ, στὸ λεωφορεῖο, στὸ καφενεῖο, αὐτὸ εἶναι τὸ ἀτελείωτο θέμα, τὸ ἄλυτο πρόβλημα: Αἱ ἀνάγκαι, ποὺ ἔγιναν πικρὴ ἁλυσιδα, ἡ ὁποία περισφίγγει τὸν λαιμὸν καὶ ἀπειλεῖ νὰ νεκρώσῃ τὴν χαράν.


2.Ἡ ἀντιμετώπισις.


Ναί, ἀληθινὸ μαρτύριο, τοὐλάχιστον διὰ μίαν μεγάλην μερίδα λαοῦ.

Καὶ προβάλλει ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη νὰ ληφθοῦν ἄμεσα μέτρα ἀπὸ τοὺς ὑπευθύνους, ὥστε, ἐπὶ τέλους, νὰ ἐλαφρυνθῇ ἀπὸ τὸ βάρος αὐτὸ ἐκείνη ἡ τάξις τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ὑποφέρουν καὶ ταλαιπωροῦνται.

Ἀσφαλῶς κάτι πρέπει νὰ γίνῃ.  Καὶ χωρὶς ἀναβολή. Ἀλλὰ πρέπει, ἐξ ἴσου, σὲ πολλὲς περιπτώσεις νὰ προσέξωμεν καὶ ἡμεῖς ἕνα σημεῖον, ποὺ εἶναι πολὺ σοβαρόν.  Καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ  Ο ἰ κ ο ν ο μ ί α.  Καὶ πιὸ συγκεκριμένα:

α) Οἰκονομίαν εἰς τὸ φαγητόν.


Ἡ πεῖρα βεβαιώνει, ὅτι σὲ πολλὰ σπίτια πετιοῦνται στὸν τενεκὲ μὲ τὰ σκουπίδια πολλὰ φαγητά.  Εἰς τὸ τραπέζι, ὄχι μόνον τῶν πλουσίων, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀνθρώπων μὲ μετρίας οἰκονομικὰς δυνατότητας  ἤ ἀκόμη καὶ τῶν πτωχῶν, γίνεται κάτι ἀνοικοκύρευτο.

Ἀφήνουν τὰ μέλη τῆς οἰκογενείας στὰ πιάτα των ἕνα μέρος φαγητοῦ, ποὺ πετιέται μὲ τὸν χαρακτηρισμὸν «ἀποφάϊ».  Γιατί, σᾶς παρακαλῶ, νὰ πεταχθῇ τόσο φαγητό;   Δὲν θὰ ἦτο δυνατὸν αὐτὰ τὰ περισσεύματα νὰ βγοῦν ἐκ τῶν προτέρων ἀπὸ κάθε πιάτο καὶ νὰ μποῦν σὲ κάποιο κενὸ καθαρό, τοποθετημένο στὸ μέσον τοῦ τραπεζιοῦ; Καὶ τὸ πιάτο αὐτὸ δὲν θὰ μποροῦσε κάλλιστα εἰς τὰ πτωχὰς καὶ ὀλίγνω ἐσόδων οἰκογενείας νὰ γίνῃ τὸ βράδυ τὸ κύριον φαγητὸν ἑνὸς μέλους τῆς οἰκογενείας καὶ νὰ μὴ πεταχθῇ ὡς «ἀποφάϊ»;

Εἰς ἄλλας πάλιν οἰκογενείας ὑπάρχει, ἐκτὸς αὐτῶν, καὶ τὸ «πιάτο τῆς ἰδιοτροπίας». Εἶναι συχνὰ μέλη «μίζερα», ἰδιότροπα.  Εἴτε διότι ἀπὸ τὴν μικρὰν ἡλικίαν ἐσυνήθισαν νὰ μὴ τρῶνε ὅλα τὰ φαγητά, οἱ δὲ γονεῖς ὑποχωροῦσαν εἰς τὰ θελήματά των καὶ τοὺς ἑτοίμαζαν τὸ φαγητὸν τῆς ἀρεσκείας των, εἴτε διότι ὑπάρχει κάποια ἀνορεξία, ἐξωγκωμένη ἐνίοτε, τὸ γεγονὸς εἶναι, ὅτι καὶ σὲ ἄπορες οἰκογένειες γίνονται δαπάνες ἄσκοπες, μαγειρεύονται περσσότερα τοῦ ἑνὸς φαγητά, πετιοῦνται τελικὰ ἀρκετά, διότι δὲν ἠμπορεῖ, τάχα, νὰ τὸ φάγῃ ὁ νεαρὸς ἤ ἡ μοναχοκόρη...

Δὲν φαίνεται ἴσως στὶς μεμονωμένες αὐτὲς περιπτώσεις ἡ σπατάλη.  Ἅμα  ὅμως κανεὶς τὰ μαζεύῃ ὅλα, τότε ἀντιλαμβάνεται τὴν δαπάνην.


β) Οἰκονομία εἰς τὴν ἐνδυμασίαν.


Νὰ πᾶμε τώρα εἰς τὸ θέμα τοῦ ρουχισμοῦ. Ἐνῷ θὰ μποροῦσαν τὰ μέλη τῆς οἰκογενείας νὰ περάσουν λ.χ. ἐφέτος μὲ τὰ περυσινὰ ροῦχα, τὰ ὁποῖα οὔτε σχισμένα εἶναι, οὔτε λερωμένα,  βλέπομε νὰ ἀγοράζουν καινούργια, τῆς «μόδας», καὶ ὁ νεαρός, ποὺ ἀρχίζει νὰ καλλλωπίζεται, καὶ ἡ κόρη, ποὺ θέλει νὰ ἐμφανίζεται μὲ «στὺλ» τῆς ἐποχῆς.  Δὲν θὰ ἀδικήσωμεν κανέναν, ὑποθέτομεν, ἄν σημειώσωμεν, ὅτι εἰς τὰ χωριά μας σήμερα ἕνας σοβαρὸς λόγος κακοδαιμονίας εἶναι ἡ ἔλλειψις ὀργανώσεως τῆς οἰκονομίας τοῦ σπιτιοῦ.

 Γίνονται ἄσκοπα ἔξοδα διὰ στολίδια καὶ λοῦσα, ἐνῷ θὰ μποροῦσαν τὰ χρήματα αὐτὰ νὰ χρησιμοποιηθοῦν δι’ ἄλλας ἀνάγκας, ἐπιγούσης φύσεως καὶ ἀπαραιτήτους.  Δὲν ὑποστηρίζει κανεὶς νὰ γυρίζουν οἱ ἄνθρωποι μὲ παληὰ καὶ ἀφρόντιστα ροῦχα. Ὄχι.

 Ἀλλὰ δὲν εἶναι πάλιν συνετὸν νὰ ἐξοδεύωνται τὰ πολὺ ὀλίγα χρήματα, ποὺ ἐξοικονομοῦνται μὲ τόσον κόπον, διὰ τὴν πολυτελὴ ἀμφίεσιν τῶν νέων μας, καὶ μάλιστα τῶν νεανίδων. Ὁ Ἀπόστ. Παῦλος καθορίζει σαφῶς καὶ ἐπὶ τοῦ προκειμένου τὴν χριστιανικὴν ἀντίληψιν «Ὡσαύτως καὶτὰς γυναῖκας ἐν καταστολῇ κοσμίῳ, μετὰ αἰδοῦς καὶ σωφροσύνης κοσμεῖν ἑαυτάς, μὴ ἐν πλέγμασιν ἤ χρυσῷ ἤ μαργαρίταις ἤ ἰμαστισμῷ πολυτελεῖ...» (Α΄ Τιμ. β΄ 9).

Πόσες οἰκογένειες περνοῦν πικρὲς ἡμέρας ἐξ αἰτίας αὐτῶν τῶν ἀντιλήψεων! Πόσα χρήματα, ποὺ στάζουν ἱδρῶτα καὶ αἷμα, σπαταλῶνται διὰ τὴν πολυτέλειαν καὶ τὴν ματαιοδοξίαν!  Μέχρι πότε ἡ ἐπιπολαιότης θὰ κυβερνᾷ τὴν ζωήν μας;

γ) Οἰκονομία εἰς τὴν ἐπίπλωσιν


Ποιὸς εἶπε πάλιν ὅτι τὸ σπίτι θὰ μένῃ χωρὶς ἐπίπλωσιν, χωρὶς ἀντικείμενα πρώτης ἀνάγκης; Ἀλλὰ ἐδῶ δὲν πρόκειται, βαβαίως, περὶ τῶν ἀπαραιτήτων. Εἶναι ἐξηκριβμένον ὅτι γίνονται ἄσκοπα ἔξοδα δι’ ἀγορὰν πολυτελῶν εἰδῶν, ἀχρήστων κάποτε καὶ ἀσυμβιβάστων μὲ τὴν ὅλην οἰκογενειακὴν κατάστασιν.  Θὰ ἠμποροῦσε σὲ πολλὲς περιπτώσεις νὰ γίνῃ ἁπλούστερη ἡ ἐπίπλωσις τῆς κόρης, ποὺ δημιουργεῖ οἰκογένειαν·  νὰ εἶναι ὀλιγώτερα τὰ εἴδη καὶ μὲ ὑλικὰ ὄχι τόσον ἀκριβά· ὡραῖα θὰ ἦσαν πάλιν καὶ τότε.

Ἐπίσης θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ εἶναι ὀλογώτερα καὶ τὰ ἄλλα εἴδη τοῦ νοικοκυριοῦ.  Μὴ τὰ θέλωμεν ὅλα στὴν ἐντέλεια.  Σιγὰ-σιγὰ  θὰ ζητᾶμε νὰ πατᾶμε ἕνα κουμπὶ καὶ νὰ γίνωνται ὅλα μόνα τους. Πρέεπι νὰ ὁμολογηθῇ ὅτι δημιουργοῦμε πολλάκις δαπάνας χωρὶς λόγον.

Ἐνῷ ἔχομεν ἀπὸ τὸ α πρᾶγμα, μόλις ἰδοῦμε κάτι νέωτερο, θέλομεν νὰ τὸ ἀγοράσωμεν ἀμέσως. Καὶ τὰ παλαιά; στὴν ἄκρη!  Ἔ, ὄχι, ἀδελφέ μου!  Πόσα χρήματα πηγαίνουν ἔτσι χαμένα!  Στιγματίζων δι’ αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς σπατάλης, ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφει: «Ἔχοντες διατροφὰς καὶ σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. στ΄ 6,8).

δ) Οἰκονομία σὲ τόσα ἄλλα.


Θὰ ἐγίνετο πολὺ μεγάλος ὁ κατάλογος τῶν οἰκονομιῶν, αἱ ὁποῖαι εἶναι δυνατὸν νὰ προκύψουν ἀπὸ μίαν καλύτερα τακτικὴν ζωῆς. Ἄς λιγοστέψουν αἱ δαπάναι κοινωνικότητος. Ἄν λ.χ. συνηθίζαμε νὰ κάνωμε 5 δεξιώσεις στὸ σπίτι τὸν χρόνο, ἄς γίνουν τώρα 2-3.  Δὲν θὰ χάσωμεν τίποτα ἀπὸ κοινωνικότητα.

 Ξέρετε ὅμως τὶ οἰκονομία γίνεται; Καὶ ἄν μὲ τὰ χρήματα τέτοιων ἐκδηλώσεων, τέτοιων οἰκονομιῶν, μποροῦμε νὰ κάμωμε κι’ ἕνα καλό, νὰ βοηθήσωμεν μιὰ πτωχὴ οἰκογένεια, νὰ ἀγοράσωμεν τὰ φάρμακα ἑνὸς ἀρρώστου, νὰ σπουδάσωμεν ἕναν ἄριστον ἀλλὰ ὀρφανὸν νέον, νὰ βοηθήσωμεν εἰς τὴν ἀποκατάστασιν μιὰς ἐντίμου νέας, νὰ ... νὰ..., τότε δὲν εἶναι ἔγκλημα τὰ χρήματα αὐτὰ νὰ σπαταλῶνται, νὰ πετιοῦνται, νὰ πηγαίνουν χαμένα;

Καὶ ὅταν ἀκόμη μία οἰκογένεια ἔχῃ οἰκονομικὴν ἄνεσιν, καὶ τότε ἁμαρτία εἶναι... Πολὺ περισσότερον, ὅταν εἶναι πτωχὴ καὶ ἠμπορεῖ μὲ αὐτὴν τὴν ὠργανωμένην οἰκονομίαν νὰ προλάβῃ τὴν στέρησιν καὶ τὴν καταστροφήν.


3. Μία ἐξήγησις.


Μὲ τὰ ἀνωτέρω, εἶναι εὐνόητον, ὅτι δὲν συνιστᾶται ἡ φιλαργυρία. Ἄλλο φιλαργυρία καὶ ἄλλο οἰκονομία. Ἐκεῖνοι, ποὺ δῆθεν διὰ λόγους οἰκονομίας στεροῦν καὶ τοὺς ἑαυτοὺς των καὶ τοὺς ἄλλους ἀπὸ τὰ ἀπαραίτητα τῆς ζωῆς, εἶναι καταδικασμένοι καὶ ἐξ ἴσου ἔνοχοι μὲ τοὺς σπατάλους. Ὁ δὲ Ἀπόστολος Παῦλος μετὰ δριμύτητος καταφέρεται κατὰ τῆς φιλαργυρίας, τὴν ὁποίαν ὀνομάζει «ρίζαν πάντων τῶν κακῶν» (Α΄ Τιμ. στ΄ 10).

Δὲν εἶναι, ἀσφαλῶς, φιλαργυρία νὰ κάμῃς οἰκονομίες, διὰ νὰ ἠμπορέσῃς νὰ ζῇς μὲ ἀξιοπρέπειαν, νὰ μὴ χρεωστᾷς στὸν παντωπώλη, στὸν ἔμπορο, στὸν ἀρτοποιό.  Δὲν εἶναι φιλαργυρία νὰ μαζεύῃς τὰ περισσεύματα καὶ νὰ μὴ τὰ πετᾷς στὸν τενεκέ, ὅπως δὲν ἦτο «τσιγκουνιὰ» αὐτὸ ποὺ ἔκαμεν ὁ Κύριος  σήμερα, μαζεύοντας τὰ περισσεύματα, ποὺ ἐγέμισαν 12 μεγάλα κοφίνια. 

Δὲν εἶναι φιλαργυρία νὰ κάμῃς εἰς ὅλα οἰκονομίαν, διὰ νὰ ἠμπορῇς νὰ ἐξοικονομῇς μκρότερα ἤ μεγαλύτερα ποσά, ὥστε νὰ κάμῃς ἔπειτα καὶ κάποιαν ἀγαθοεργίαν.  Οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς γνωστοὺς μεγάλους εὐεργέτας ἔζησαν, συνήθως εἰς τὸ ἐξωτερικόν, τὴν ζωὴν των μὲ πολλὴν οἰκονομίαν.

Ἦσαν μετρημένοι καὶ εἰς τὸ φαγητὸν καὶ εἰς τὸ ντύσιμον καὶ εἰς ὅλας τὰς ἄλλας ἀνάγκας των.  Καὶ κατώρθωσαν ἔτσι νὰ συγκεντρώσουν σεβαστὰ ποσά, τὰ ὁποῖα κατόπιν, μὲ μίαν γενναίαν χειρονομίαν, προσέφεραν, διὰ νὰ ὑψωθοῦν εἰς ὅλην τὴν Ἑλλάδα ἱδρύματα καὶ ἐκκλησίες καὶ σχολεῖα καὶ ὑδραγωγεῖα καὶ τόσα ἄλλα ἔργα ἀγάπης καὶ πολιτισμοῦ.

Εἶναι ἀποδεδειγμένον, ὅτι πολλοὶ ἄνθρωποι ἀπὸ τὰ παληόχαρτα καὶ τὰ κουρέλια, ποὺ ἐμάζευαν ἀπ’ ἐδῶ καὶ ἀπ’  ἐκεῖ, κατώρθωσαν νὰ συγκεντρώσουν πολλὰ χρήματα, ὥστε νὰ καλύπτουν καὶ τὰς ἀτομικὰς των ἀνάγκας καὶ τὰς ἀνάγκας τῶν ἄλλων.  Μιὰ φιλάνθρωπος πτωχὴ κυρία εἰς τὴν Ἰταλίαν, γνωστὴ ὡς «Ρακοσυλέκτις», κατώρθωσε πρὸ ἐτῶν νὰ σπουδάσῃ 15 ἀπόρους νέους καὶ νὰ τοὺς κάμῃ ἐπιφανεῖς ἐπιστήμονας, μαζεύοντας ράκη (κουρέλια) ἀπὸ τὰ σπίτια, ποὺ οἱ νοικοκυρὲς τὰ πετοῦσαν.

Τί μπορεῖ νὰ κάμῃ ἡ οἰκονομία, ὅταν ἑνωθῇ μὲ τὴν ἀγάπην! Ἀληθινὰ θαύματα!


Ἀγαπητοί,


Καθαρὸς, σεμνὸς σοβαρὸς ὁ νέος ἐπλησίασε τὸν καταστηματάρχην καὶ μὲ εὐγένειαν τὸν ἐρώτησεν, ἄν ἐχρειάζετο τὸ κατάστημα καὶ ἄλλον ὑπάλληλον. Ἦτο τελειόφοιτος Γυμνασίου καὶ ἔπρεπε νὰ ἐργασθῇ.

Ὁ κύριος ἔμεινεν εὐχαριστημένος κατ’ ἀρχὴν ἀπὸ τὴν ἐμφάνισιν τοῦ νέου.  Τοῦ εἶπεν ὅμως νὰ ξαναπεράσῃ μετὰ ἀπὸ 10 ἡμέρες. Ὁ νέος ἐχαιρέτησε καὶ ἔφυγεν. Ἀπὸ τὴν τζαμέναι πόρτα ὁ καταστηματάρχης τὸν παρακολουθεῖ.  Λίγα μέτρα πιὸ πέρα τὸν βλέπει νὰ σκύβῃ.  Κάτι ἐπῆρεν ἀπὸ τὸν δρόμον. Ἦταν μάν καρφίτσα, ποὺ τὴν ἐκάρφωσε στὸ δεξιό του πέτο. Ὁ καταστηματάρχης ἔτρεξεν, ἄνοιξε τὴν πόρτα καὶ τὸν ἐφώναξε νὰ γυρίσῃ πίσω.

-Σᾶς προσλαμβάνω ἀπὸ τὴν στιμγὴν αὐτὴν ὡς ὑπάλληλόν μου. Ἐξετίμησα τὸ πνεῦμα τῆς οἰκονομίας σας. Ἡ καρφίτσα, ποὺ ἐσκύψατε καὶ ἐπήρατε ἀπὸ τὸν δρόμον, μοῦ ἀπεκάλυψε τὸν ἑαυτὸν σας.  Μοῦ χρειάζεσθε. Ὁ Θεὸς θὰ σᾶς εὐλογήσῃ.....

Σὲ λίγα χρόνια ὁ νέος εἶχε γίνει συνεταῖρος εἰς τὴν ἐπιχείρησιν.  Καὶ μὲ τὶ κεφάλαιον; Μὲ μίαν καρφίτσαν....



Ἐπισκόπου Γεωργίου Παυλίδου

Μητροπολίτου Νικαίας

Λύχνος τοῖς ποσί μου

Λόγοι εἰς τὰ Εὐαγγέλια τῶν Κυριακῶν

(σελ.85-90)

Ἐκδόσεις Β΄

Ἀποστολική διακονία

τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου