Ποια η αιτία όμως της καταπλήσσουσας προσωπικότητας του αγίου Δημητρίου και των θαυμαστών δωρεών που του έδωσε ο Κύριος; Τίποτε περισσότερο από την υπακοή του στο θέλημα του Θεού. Η προτεραιότητα του αγίου Δημητρίου σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και κατά το μαρτύριό του ήταν να ευαρεστεί τον Κύριο, φανερώνοντας έτσι ότι υπεράνω όλων λειτουργούσε γι’ αυτόν η αγάπη Εκείνου, έστω και με θυσία της ζωής του.
«Βασιλεί των αιώνων ευαρεστών, βασιλέως ανόμου πάσαν βουλήν εξέκλινας, ένδοξε, και γλυπτοίς ουκ επέθυσας∙ δια τούτο θύμα σαυτόν προσενήνοχας, τω τυθέντι Λόγω, αθλήσας στερρότατα». (Θέλοντας να ευαρεστείς τον Βασιλέα των αιώνων Χριστό, απομακρύνθηκες από κάθε θέλημα του άνομου βασιλιά, ένδοξε, και δεν θυσίασες στα είδωλα. Γι’ αυτό προσέφερες τον εαυτό σου ως θύμα στον Υιό και Λόγο του Θεού, που θυσιάστηκε για εμάς, με την άθλησή σου την ακλόνητη).
Κι όπως είπαμε: εκείνο που κινούσε τον άγιο Δημήτριο στο να επιλέγει πάντοτε το θέλημα του Θεού, ήταν ο σφοδρή σαν φωτιά αγάπη του στον Κύριο: «τω θείω πόθω τον νουν πυρπολούμενος». «Πυρ πόθου θεϊκού εν καρδία δεξάμενος».
Κι είναι πράγματι η βασικότερη αλήθεια για όλους τους αγίους μας: δεν μπορεί να κατανοηθεί η θαυμαστή ζωή τους, όπως του μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, χωρίς την κινητήρια αυτή δύναμη, της μεγάλης αγάπης προς τον Κύριο. Είναι τόσο καίριας σημασίας τούτο, ώστε ο υμνογράφος άγιος Φιλόθεος, προκειμένου να αποδώσει αυτήν την αγάπη του Δημητρίου, δανείζεται εικόνες και σχήματα από το περίφημο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, το «Άσμα Ασμάτων».
Όπως δηλαδή εκεί, η νύμφη ψυχή, πυρπολουμένη από αγάπη προς τον Νυμφίο Χριστό, Τον κυνηγά και εκφράζει με ερωτικούς στεναγμούς την αγάπη της, όπως και το αντίστροφο, κατά τον ίδιο τρόπο και εδώ με τον άγιο: διαμείβεται διάλογος αυτού με τον Χριστό, που φανερώνει τον βαθύ έρωτα του αγίου προς Εκείνον, όπως και Εκείνου προς τον άγιο: «Πού μένεις, Νυμφίε μου; Πού την σκηνήν σου εν μεσημβρία κατέπηξας; Ο στεφανίτης ανεβόα τω Χριστώ». (Πού μένεις, νυμφίε μου; Πού έφτιαξες τη σκηνή σου; Φώναζε στον Χριστό ο στεφανωμένος μάρτυρας).
«Ανάστα, δεύρο πλησίον μου, ψυχή του Δημητρίου προσφθέγγεται νυμφίος Χριστός∙ οίκον του νάρδου εισέλθωμεν, και της οσμής του μύρου μου μεταλάβωμεν». (Σήκω, έλα κοντά μου, λέει ο νυμφίος Χριστός, στην ψυχή του Δημητρίου. Ας μπούμε στο σπίτι του μύρου, και ας μεταλάβουμε την οσμή του μύρου μου).
«Εγώ φησίν ο ερώμενος, εγώ, Νυμφίε, σπεύδω οπίσω σου∙ οσμή γαρ μύρων σου, πάντων των μύρων υπέρκειται, ήτις ημών το αίμα μύρον ειργάσατο». (Εγώ λέει ο αγαπώμενος, εγώ, Νυμφίε, τρέχω πίσω σου. Διότι η οσμή των μύρων σου είναι μεγαλύτερη από όλα τα μύρα. Κι αυτή η οσμή σου έκανε το αίμα μου μύρο).
Ένα πια απομένει: να παρακαλέσουμε τον άγιο μεγαλομάρτυρα να μας επισκεφθεί με συμπάθεια. Και να μας βοηθήσει, πρεσβεύοντας στον Κύριο, ώστε να σωθούμε από όλα τα δεινά που περνάμε ως άνθρωποι και έθνος, από τις απειλές των συγχρόνων τυράννων, όπως και από κάθε απειλή αιρετικών. «Δεύρο, μάρτυς Χριστού, προς ημάς, σου δεομένους συμπαθούς επισκέψεως∙ και ρύσαι κεκακωμένους, τυραννικαίς απειλαίς, δεινή μανία της αιρέσεως». (Έλα, μάρτυς του Χριστού, σε μας, που έχουμε ανάγκη από τη συμπαθή επίσκεψή σου. Και σώσε μας, που πληγωνόμαστε από τις απειλές των τυράννων και από τη φοβερή μανία της αιρέσεως).
π.Γεώργιος Δορμπαράκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου