1. ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΤΟΥ ΦΥΣΕΩΣ
Στό ἱερό εὐαγγέλιο τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πάντων ὁ Κύριος μᾶς παρουσιάζει δύο βασικές προϋποθέσεις γιά νά ἀκολουθήσουμε ὅλοι μας τόν δρόμο τῶν ἁγίων.
Ἡ πρώτη προϋπόθεση ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως. Μᾶς διαβεβαιώνει ὁ Κύριος: Καθένα πού θά μέ ὁμολογήσει μπροστά στούς ἀνθρώπους πού καταδιώκουν τήν πίστη μου, θά τόν ὁμολογήσω κι ἐγώ ὡς πιστό ἀκόλουθό μου μπροστά στόν Πατέρα μου πού εἶναι στούς οὐρανούς. Ἐκεῖνον ὅμως πού θά μέ ἀρνηθεῖ μπροστά στούς ἀνθρώπους, αὐτόν θά τόν ἀρνηθῶ κι ἐγώ καί δέν θά τόν ἀναγνωρίσω ὡς δικό μου μπροστά στόν Πατέρα μου πού εἶναι στούς οὐρανούς.
Ὁ Κύριος λοιπόν θέτει ὡς βασική προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας νά ὁμολογοῦμε τόν Χριστό μπροστά στούς διῶκτες καί ἀρνητές του. Ποιό ὅμως ἀκριβῶς εἶναι τό νόημα τῶν λόγων αὐτῶν τοῦ Κυρίου; ῎Αν κανείς μελετήσει τίς ἀναλύσεις τῶν ἱερῶν ἑρμηνευτῶν θά δεῖ ὅτι ἐδῶ ὁ Κύριος δέν ζητεῖ μιά γενική καί ἀόριστη ὁμολογία. Ἀλλά ζητεῖ νά τόν ὁμολογοῦμε μέ συγκεκριμένο καί σαφῆ τρόπο, νά τόν ὁμολογοῦμε ὡς Σωτήρα μας καί Θεό μας. Γιατί ὅμως ὁ Χριστός μας μᾶς ζητᾶ μιά τέτοια ὁμολογία; Διότι μέσα στούς αἰῶνες κανείς δέν ἀρνήθηκε ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἕνας μεγάλος διδάσκαλος, προφήτης, ἀναγεννητής, φιλόσοφος. Κανείς δέν ἀρνήθηκε τό πνευματικό, καί κοινωνικό του ἔργο. Αὐτό τό σημεῖο πού ἐνοχλεῖ τούς διῶκτες τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνα σημεῖο κάι μοναδικό: Ἡ θεότητά του. Διότι αὐτό καθορίζει τά πάντα στή ζωή μας. Ἐάν δεχθοῦμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ἁπλῶς καί μόνον ὡς ἕαν ἱστορικό πρόσωπο ξεχωριστό καί τέλειο, τότε αὐτό δέν ἔχει καμμία ἐπίδραση στή ζωή μας. Ἐάν ὅμως τόν ἀποδεχθοῦμε καί τόν ὁμολογοῦμε ὡς θεάνθρωπο Διδάσκαλο Σωτήρα μας, τότε αὐτό ἔχει καθοριστική σημασία γιά τή ζωή μας. Διότι τότε θά πρέπει νά ἀποδεχθοῦμε ὅλα ὅσα ζητάει ἀπό ἐμᾶς καί νά συμμορφώσουμε τή ζωή μας μέ τό θέλημά του. Ὁ δρόμος λοιπόν πρός τήν ἁγιότητα προϋποθέτει ὄχι μιά γενική καί ἀόριστη ὁμολογία πίστεως, ἀλλά μιά πίστη καί ὁμολογία συγκεκριμένη. Νά ὁμολογοῦμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό ὡς «Θεόν ἀληθινόν, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα». Καί νά ζοῦμε ὅπως ἐκεῖνος θέλει. Μόνον ἔτσι θά μπορέσουμε νά εἰσέλθουμε στό δρόμο τῶν Ἁγίων, στό δρόμο τοῦ Χριστοῦ.
2. Η ΠΡΩΤΗ ΑΓΑΠΗ ΜΑΣ
Στή συνέχεια ὁ Κύριος μᾶς παρουσιάζει τή δεύτερη προϋπόθεση γιά τόν δρόμο τῆς ἁγιότητος. Ζητᾶ ἀπ’ ὅλους μας νά Τόν ἀγαποῦμε περισσότερο ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλο στόν κόσμο. Ἐκεῖνος, λέει, πού ἀγαπᾶ τόν πατέρα του ἤ τή μητέρα του περισσότερο ἀπό ἐμένα, καί μέ ἀρνεῖται γιά νά μή χωρισθεῖ ἀπό τούς γονεῖς του, δέν ἀξίζει γιά μένα. Κι ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν γιό του ἤ τήν κόρη του περισσότερο ἀπό ἐμένα, δέν εἶναι ἄξιος νά λέγεται μαθητής μου. Κι ἐκεῖνος πού δέν παίρνει τήν ἀπόφαση νά ὑποστεῖ σταυρικό θάνατο καί δέν ἀκολουθεῖ πίσω μου μέ τήν ἀπόφαση νά ἀκολουθήσει τό παράδειγμά μου, δέν ἀξίζει γιά μένα.
Τότε τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Πέτρος: Κύριε, ἐμεῖς ἀφήσαμε τά πάντα καί σέ ἀκολουθήσαμε. Τί ἄραγε θά γίνει μ’ ἐμᾶς; Καί ὁ Κύριος ἀπάντησε: Ὅταν θά καθίσω στόν θεϊκό μου θρόνο, θά καθίσετε κι ἐσεῖς σέ δώδεκα θρόνους δικάζοντας τίς δώδεκα φυλές τοῦ Ἰσραήλ. Καί καθένας πού ἄφησε σπίτια ἤ ἀδελφούς ἤ ἀδελφές ἤ πατέρα ἤ μητέρα ἤ γυναῖκα ἤ παιδιά ἤ χωράφια γιά νά μή χωρισθεῖ ἀπό ἐμένα, θά λάβει πολλαπλάσια σ’ αὐτή τή ζωή, καί θά κληρονομήσει τήν αἰώνιο ζωή. Καί πολλοί πού εἶναι ἐδῶ πρῶτοι, θά εἶναι στήν αἰώνια βασιλεία τελευταῖοι, καί πολλοί τελευταῖοι θά εἶναι ἐκεῖ πρῶτοι.
Ὁ Κύριός μας ἐδῶ θέτει ὡς βασική προϋπόθεση γιά νά μᾶς ἀποδεχθεῖ ὡς ἄξιους μαθητές του νά τόν ἀγαποῦμε περισσότερο ἀπ’ ὁ,τιδήποτε ἄλλο στόν κόσμο, ἀκόμη καί ἀπό τά πλέον ἀγαπημένα ἱερά μας πρόσωπα, τόν πατέρα μας καί τήν μητέρα μας. Καί γιατί μᾶς τό ζητάει αὐτό; Μᾶς τό ζητάει ὄχι γιατί ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν ἀγάπη μας, ἀλλά γιά τό δικό μας συμφέρον. Πρωτίστως διότι ὅταν τά συγγενικά μας πρόσωπα βρίσκονται μακριά ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά ἐπηρεάσουν κι ἐμᾶς. Ἔπειτα ὑπάρχουν πολλοί χριστιανοί πού ἔχουν ἀρρωστημένη προσκόλληση στά παιδιά τους, στούς γονεῖς τους, ἤ σέ ἄλλα συγγενικά πρόσωπα σέ βαθμό πού νά τά ἀγαποῦν περισσότερο καί ἀπό τόν Θεό!.. Ὁ Κύριος ὅμως μᾶς ζητάει νά τόν ἀγαποῦμε πάνω ἀπ’ ὅλους καί γιά ἕναν ἄλλο λόγο καθοριστικό γιά τή ζωή ζωή μας: Διότι θέλει νά μᾶς καταστήσει μετόχους τῆς δικῆς του μακαριότητος, νά μᾶς προσφέρει ἀσύλληπτης ἀξίας δῶρα, νά μᾶς προσφέρει τά πάντα. Διότι ὅταν ἀγαποῦμε τόν Χριστό μας περισσότερο ἀπ’ ὅτιδήποτε ἄλλο στόν κόσμο, ζοῦμε ἀπό αὐτή τή ζωή σ’ ἕνα ἄλλο κόσμο· στόν κόσμο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἔχουμε στραμμένα τά μάτια μας σ’ ἐκεῖνον, τότε μποροῦμε νά γευθοῦμε τά ἀόρατα μυστικά, τίς πνευματικές ὀμορφιές, τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Μποροῦμε νά γευθοῦμε τή γλυκύτητα τῆς παρουσίας του· ν’ ἀπολαύσουμε τή μυστική κοινωνία μαζί του. Νά ζοῦμε καθημερινά μιά πνευματική ζωή ἁγιότητος, χάριτος. Νά ἀπολαμβάνουμε τή λατρεία καί τήν προσευχή, ὡς ὕψιστες πνευματικές ἠδονές. Ἔτσι θά ἔχουμε μέσα μας τέτοια δυνατά βιώματα, πού θά συνεπαίρνουν τήν ὑπαρξή μας. Ἔτσι θά γίνουμε πολίτες τῆς Βασιλείας του ἀπό αὐτή τήν ζωή. Ἄς τόν ἀγαπήσουμε λοιπόν πάνω ἀπ’ὅλους καί ὅλα. Καί ἄς εἰσέλθουμε στό μυστήριο τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης καί ζωῆς.
Στό ἱερό εὐαγγέλιο τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πάντων ὁ Κύριος μᾶς παρουσιάζει δύο βασικές προϋποθέσεις γιά νά ἀκολουθήσουμε ὅλοι μας τόν δρόμο τῶν ἁγίων.
Ἡ πρώτη προϋπόθεση ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως. Μᾶς διαβεβαιώνει ὁ Κύριος: Καθένα πού θά μέ ὁμολογήσει μπροστά στούς ἀνθρώπους πού καταδιώκουν τήν πίστη μου, θά τόν ὁμολογήσω κι ἐγώ ὡς πιστό ἀκόλουθό μου μπροστά στόν Πατέρα μου πού εἶναι στούς οὐρανούς. Ἐκεῖνον ὅμως πού θά μέ ἀρνηθεῖ μπροστά στούς ἀνθρώπους, αὐτόν θά τόν ἀρνηθῶ κι ἐγώ καί δέν θά τόν ἀναγνωρίσω ὡς δικό μου μπροστά στόν Πατέρα μου πού εἶναι στούς οὐρανούς.
Ὁ Κύριος λοιπόν θέτει ὡς βασική προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας νά ὁμολογοῦμε τόν Χριστό μπροστά στούς διῶκτες καί ἀρνητές του. Ποιό ὅμως ἀκριβῶς εἶναι τό νόημα τῶν λόγων αὐτῶν τοῦ Κυρίου; ῎Αν κανείς μελετήσει τίς ἀναλύσεις τῶν ἱερῶν ἑρμηνευτῶν θά δεῖ ὅτι ἐδῶ ὁ Κύριος δέν ζητεῖ μιά γενική καί ἀόριστη ὁμολογία. Ἀλλά ζητεῖ νά τόν ὁμολογοῦμε μέ συγκεκριμένο καί σαφῆ τρόπο, νά τόν ὁμολογοῦμε ὡς Σωτήρα μας καί Θεό μας. Γιατί ὅμως ὁ Χριστός μας μᾶς ζητᾶ μιά τέτοια ὁμολογία; Διότι μέσα στούς αἰῶνες κανείς δέν ἀρνήθηκε ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἕνας μεγάλος διδάσκαλος, προφήτης, ἀναγεννητής, φιλόσοφος. Κανείς δέν ἀρνήθηκε τό πνευματικό, καί κοινωνικό του ἔργο. Αὐτό τό σημεῖο πού ἐνοχλεῖ τούς διῶκτες τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνα σημεῖο κάι μοναδικό: Ἡ θεότητά του. Διότι αὐτό καθορίζει τά πάντα στή ζωή μας. Ἐάν δεχθοῦμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ἁπλῶς καί μόνον ὡς ἕαν ἱστορικό πρόσωπο ξεχωριστό καί τέλειο, τότε αὐτό δέν ἔχει καμμία ἐπίδραση στή ζωή μας. Ἐάν ὅμως τόν ἀποδεχθοῦμε καί τόν ὁμολογοῦμε ὡς θεάνθρωπο Διδάσκαλο Σωτήρα μας, τότε αὐτό ἔχει καθοριστική σημασία γιά τή ζωή μας. Διότι τότε θά πρέπει νά ἀποδεχθοῦμε ὅλα ὅσα ζητάει ἀπό ἐμᾶς καί νά συμμορφώσουμε τή ζωή μας μέ τό θέλημά του. Ὁ δρόμος λοιπόν πρός τήν ἁγιότητα προϋποθέτει ὄχι μιά γενική καί ἀόριστη ὁμολογία πίστεως, ἀλλά μιά πίστη καί ὁμολογία συγκεκριμένη. Νά ὁμολογοῦμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό ὡς «Θεόν ἀληθινόν, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα». Καί νά ζοῦμε ὅπως ἐκεῖνος θέλει. Μόνον ἔτσι θά μπορέσουμε νά εἰσέλθουμε στό δρόμο τῶν Ἁγίων, στό δρόμο τοῦ Χριστοῦ.
2. Η ΠΡΩΤΗ ΑΓΑΠΗ ΜΑΣ
Στή συνέχεια ὁ Κύριος μᾶς παρουσιάζει τή δεύτερη προϋπόθεση γιά τόν δρόμο τῆς ἁγιότητος. Ζητᾶ ἀπ’ ὅλους μας νά Τόν ἀγαποῦμε περισσότερο ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλο στόν κόσμο. Ἐκεῖνος, λέει, πού ἀγαπᾶ τόν πατέρα του ἤ τή μητέρα του περισσότερο ἀπό ἐμένα, καί μέ ἀρνεῖται γιά νά μή χωρισθεῖ ἀπό τούς γονεῖς του, δέν ἀξίζει γιά μένα. Κι ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν γιό του ἤ τήν κόρη του περισσότερο ἀπό ἐμένα, δέν εἶναι ἄξιος νά λέγεται μαθητής μου. Κι ἐκεῖνος πού δέν παίρνει τήν ἀπόφαση νά ὑποστεῖ σταυρικό θάνατο καί δέν ἀκολουθεῖ πίσω μου μέ τήν ἀπόφαση νά ἀκολουθήσει τό παράδειγμά μου, δέν ἀξίζει γιά μένα.
Τότε τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Πέτρος: Κύριε, ἐμεῖς ἀφήσαμε τά πάντα καί σέ ἀκολουθήσαμε. Τί ἄραγε θά γίνει μ’ ἐμᾶς; Καί ὁ Κύριος ἀπάντησε: Ὅταν θά καθίσω στόν θεϊκό μου θρόνο, θά καθίσετε κι ἐσεῖς σέ δώδεκα θρόνους δικάζοντας τίς δώδεκα φυλές τοῦ Ἰσραήλ. Καί καθένας πού ἄφησε σπίτια ἤ ἀδελφούς ἤ ἀδελφές ἤ πατέρα ἤ μητέρα ἤ γυναῖκα ἤ παιδιά ἤ χωράφια γιά νά μή χωρισθεῖ ἀπό ἐμένα, θά λάβει πολλαπλάσια σ’ αὐτή τή ζωή, καί θά κληρονομήσει τήν αἰώνιο ζωή. Καί πολλοί πού εἶναι ἐδῶ πρῶτοι, θά εἶναι στήν αἰώνια βασιλεία τελευταῖοι, καί πολλοί τελευταῖοι θά εἶναι ἐκεῖ πρῶτοι.
Ὁ Κύριός μας ἐδῶ θέτει ὡς βασική προϋπόθεση γιά νά μᾶς ἀποδεχθεῖ ὡς ἄξιους μαθητές του νά τόν ἀγαποῦμε περισσότερο ἀπ’ ὁ,τιδήποτε ἄλλο στόν κόσμο, ἀκόμη καί ἀπό τά πλέον ἀγαπημένα ἱερά μας πρόσωπα, τόν πατέρα μας καί τήν μητέρα μας. Καί γιατί μᾶς τό ζητάει αὐτό; Μᾶς τό ζητάει ὄχι γιατί ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν ἀγάπη μας, ἀλλά γιά τό δικό μας συμφέρον. Πρωτίστως διότι ὅταν τά συγγενικά μας πρόσωπα βρίσκονται μακριά ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά ἐπηρεάσουν κι ἐμᾶς. Ἔπειτα ὑπάρχουν πολλοί χριστιανοί πού ἔχουν ἀρρωστημένη προσκόλληση στά παιδιά τους, στούς γονεῖς τους, ἤ σέ ἄλλα συγγενικά πρόσωπα σέ βαθμό πού νά τά ἀγαποῦν περισσότερο καί ἀπό τόν Θεό!.. Ὁ Κύριος ὅμως μᾶς ζητάει νά τόν ἀγαποῦμε πάνω ἀπ’ ὅλους καί γιά ἕναν ἄλλο λόγο καθοριστικό γιά τή ζωή ζωή μας: Διότι θέλει νά μᾶς καταστήσει μετόχους τῆς δικῆς του μακαριότητος, νά μᾶς προσφέρει ἀσύλληπτης ἀξίας δῶρα, νά μᾶς προσφέρει τά πάντα. Διότι ὅταν ἀγαποῦμε τόν Χριστό μας περισσότερο ἀπ’ ὅτιδήποτε ἄλλο στόν κόσμο, ζοῦμε ἀπό αὐτή τή ζωή σ’ ἕνα ἄλλο κόσμο· στόν κόσμο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἔχουμε στραμμένα τά μάτια μας σ’ ἐκεῖνον, τότε μποροῦμε νά γευθοῦμε τά ἀόρατα μυστικά, τίς πνευματικές ὀμορφιές, τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Μποροῦμε νά γευθοῦμε τή γλυκύτητα τῆς παρουσίας του· ν’ ἀπολαύσουμε τή μυστική κοινωνία μαζί του. Νά ζοῦμε καθημερινά μιά πνευματική ζωή ἁγιότητος, χάριτος. Νά ἀπολαμβάνουμε τή λατρεία καί τήν προσευχή, ὡς ὕψιστες πνευματικές ἠδονές. Ἔτσι θά ἔχουμε μέσα μας τέτοια δυνατά βιώματα, πού θά συνεπαίρνουν τήν ὑπαρξή μας. Ἔτσι θά γίνουμε πολίτες τῆς Βασιλείας του ἀπό αὐτή τήν ζωή. Ἄς τόν ἀγαπήσουμε λοιπόν πάνω ἀπ’ὅλους καί ὅλα. Καί ἄς εἰσέλθουμε στό μυστήριο τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης καί ζωῆς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου