Κυριακή 24 Μαρτίου 2019

Χριστός: ἡ ἀρχή καί τό τέλος

1. ΑΜΕΤΑΒΛΗΤΟΣ

Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Β΄ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς διατυπώνει σαφῶς ὅτι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ αἰώνιος καὶ ἀναλλοίωτος Θεός. Παίρνει ἀφορμὴ ἀπὸ ἕνα προφητικὸ λόγο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ ἀναφέρεται στὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ· καὶ λέγει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος. Αὐτὸς ἐθεμελίωσε τὴν γῆ καὶ ἔργα τῶν χειρῶν του εἶναι οἱ οὐρανοί. Αὐτοὶ κάποτε θὰ χαθοῦν καὶ θὰ ἀλλάξουν σχῆμα. Ὅμως ὁ Κύριος θὰ παραμείνῃ ἀμετάβλητος. Ὅλος ὁ κόσμος σὰν ἔνδυμα θὰ παλιώσῃ καὶ ὁ Χριστός μας θὰ τὸν περιτυλίξῃ τόσο εὔκολα σὰν ροῦχο, καὶ θὰ τὸν κάνῃ καινούργιο. Ὁ Κύριός μας ὅμως θὰ εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος καὶ τὰ ἔτη του θὰ εἶναι ἀτελείωτα. Διότι ὁ Χριστὸς εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας». Ἀμετάβλητος παρ’ ὅλες τὶς μεταβολὲς τοῦ κόσμου.

Ὁ κόσμος αὐτὸς ἀλλάζει διαρκῶς, ἡ μία μεταβολὴ διαδέχεται τὴν ἄλλη. Βασίλεια καὶ αὐτοκρατορίες ἀναδεικνύονται, ἀκμάζουν καὶ ἐξαφανίζονται. Οἱ γενεὲς διαδέχονται ἡ μία τὴν ἄλλη. Ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς ὁλοένα ἀλλάζουμε. Πότε ἤμασταν μικρὰ παιδιά, πόσο γρήγορα μεγαλώσαμε, καὶ πόσο σύντομα θὰ γεράσουμε καὶ θὰ ἀναχωρήσουμε γιὰ τὴν ἄλλη ζωή! Ἀλλά-ζουμε συνθῆκες ζωῆς καὶ διαθέσεις ψυχῆς. Ἀρρωσταίνουμε καὶ ὑγιαίνουμε, χαιρόμαστε καὶ κλαῖμε, ἐνθουσιαζόμαστε καὶ ἀπογοητευόμαστε. Σήμερα οἱ φίλοι μας μᾶς ἀγαποῦν, αὔριο δὲν θέλουν νὰ μᾶς βλέπουν.

Ὁ Χριστός μας ὅμως δὲν ἀλλάζει ἀπέναντί μας. Ἡ ἀγάπη του γιὰ μᾶς μένει ἀναλλοίωτη. Μᾶς φροντίζει, μᾶς συντροφεύει, μὲ τὰ ἴδια πάντοτε αἰσθήματα, μὲ ἀναλλοίωτη τὴν ἀγάπη του, μὲ ἀκαταγώνιστη τὴν προστασία του. Πόση παρηγοριὰ μᾶς δίνει αὐτὴ ἡ πραγματικότητα! Ἀλ-λὰ καὶ πόση δύναμι στὸν ἀγῶνα μας καὶ τὶς ἀγωνίες μας! Σὲ ὅλες τὶς μεταπτώσεις μας καὶ τὶς πτώσεις μας, στὶς θλίψεις καὶ τὶς χαρές μας, ὁ Χριστός μας μᾶς ἀγαπάει τὸ ἴδιο. Διότι εἶναι ὁ αἰώνιος, πανάγαθος, παντοδύναμος καὶ πάνσοφος Δημιουργός μας.

2. ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ

Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Χριστός μας, λέγει ὁ θεῖος Παῦλος, εἶναι ὁ αἰώνιος καὶ ἄπειρος Θεός, θὰ πρέπει ἐμεῖς περισσότερο νὰ προσέχουμε τοὺς θείους του λόγους, ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ἀκούσαμε μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Διότι ἐὰν δὲν δώσουμε τὴν ἀνάλογη σημασία καὶ προσοχή, κινδυνεύουμε νὰ παρεκκλίνουμε, νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὸ δρόμο μας. Κι ἀλλοίμονο ἂν συμβῇ αὐτό. Διότι ἐὰν κάθε παράβασι τοῦ νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔλαβε δίκαιη τιμωρία, πῶς ἐμεῖς θὰ ξεφύγουμε τὴν τιμωρία, ἐὰν περιφρονήσουμε τοὺς λόγους τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ δὲν τοὺς ἐφαρμόσουμε στὴν ζωή μας· καὶ ἀμελήσουμε ἔτσι μιὰ τέτοια μεγάλη σωτηρία;

Αὐτὸ λοιπὸν ποὺ μᾶς τονίζει ὁ θεῖος Παῦλος εἶναι ὅτι θὰ πρέπει νὰ δώσουμε τὴν ἀνάλογη σημασία στοὺς λόγους τοῦ Χριστοῦ μας. Διότι οἱ λόγοι τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀποθησαυρίσθηκαν μέσα στὸ Εὐαγγέλιο, δὲν εἶναι λόγοι ἀνθρώπων ἢ ἀγγέλων ἀλλὰ τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Μᾶς ὁμιλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ἀναλλοίωτος καὶ αἰώνιος Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Πῶς μποροῦμε ἐμεῖς νὰ περιφρονήσουμε τοὺς λόγους του;

Γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει πρωτίστως νὰ ἐκτιμήσουμε τὴ σημασία τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, νὰ τὸ ἀποδεχθοῦμε ὡς μήνυμα τοῦ οὐρανοῦ, ὡς κάλεσμα θεῖο, μεγίστης σοβαρότητος καὶ σπουδαιότητος. Καὶ μ’ ἐνδιαφέρον νὰ μελετοῦμε καὶ νὰ ἀκοῦμε τὰ θεῖα νοήματα, μὲ τὴν συναίσθησι καὶ τὴν πίστι ὅτι μᾶς ὁμιλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἐὰν δὲν δείξουμε τὴν πρέπουσα προσοχή, διατρέχουμε τὸν κίνδυνο νὰ συνηθίσουμε τὰ θεῖα λόγια, καὶ μὲ νωχέλεια καὶ κατόπιν καὶ μὲ ἀδιαφορία νὰ τὰ ἀκοῦμε. Καὶ σιγά – σιγὰ νὰ μᾶς θέλγουν ἄλλα πράγματα, οἱ βιοτικὲς μέριμνες καὶ τὰ θέλγητρα τῆς ζωῆς, οἱ καθημερινὲς ἐντυπώσεις τῆς ματαιότητος. Καὶ ἔτσι νὰ γίνῃ ἡ ψυχή μας ἔδαφος ἄγονο. Μὲ ἀπώτερη συνέπεια τὴν ὁριστικὴ καὶ ἀμετάκλητη ἀπώλεια τῆς ψυχῆς μας. Καὶ τότε ποιὰ ἀπολογία θὰ δώσουμε στὸν Θεὸ καὶ ποιὰ δικαιολογία θὰ ἔχουμε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως;

Γι’ αὐτὸ ἂς ἀγαπήσουμε τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ μὲ πόθο καὶ λαχτάρα νὰ ξεδιψοῦμε καθημερινὰ στὰ νάματα τῶν θείων ἀληθειῶν. Νὰ τὸ ἀκοῦμε μὲ ἐπιμέλεια σὲ κάθε εὐκαιρία. Νὰ τὸ μελετοῦμε συχνά, καὶ μὲ προσοχή. Νὰ αὐξάνουμε διαρκῶς ὄχι μόνον τὸν πόθο μας γι’ αὐτὸ ἀλλὰ καὶ τὴν πίστι μας σ’ αὐτό, νὰ τὸ ἐγκολπωνώμαστε φιλόστοργα. Νὰ συγκρατοῦμε τὰ νοήματά του στὴν μνήμη μας. Καὶ τέλος νὰ συμμορφώνουμε τὰ λόγια μας καὶ τὶς πράξεις μας καὶ τὴν ὅλη συμπεριφορά μας μ’ αὐτό. Νὰ γίνῃ ἡ ζωή μας ἕνα ζωντανὸ Εὐαγγέλιο, «ἐπιστολὴ» Χριστοῦ «γινωσκομένη καὶ ἀναγινωσκομένη» ἀπὸ ὅλους τοὺς συνανθρώπους μας (Β΄ Κορ. γ΄ 2).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου