Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Αγιότητα, Ἀρετή, Ἀγώνας

 Γέροντος Ἐφραὶμ Κατουνακιώτου
Ὁ ἄνθρωπος, ἐφόσον ζεῖ, πρέπει πάντοτε νὰ ἀγωνίζεται. Καὶ ὁ πρῶτος ἀγώνας εἶναι νὰ νικήσει τὸν ἑαυτό του. Ὁ πρῶτος καὶ ὁ κυριότερος ἐχθρός του ἀνθρώπου δὲν εἶναι ὁ διάβολος, ὄχι. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸν ἑαυτὸ τοῦ ἐπίβουλος. Καὶ τοῦτο διότι δὲν ἀκούει τὸν ἄλλον, ἀκούει τί τοῦ λέει ὁ λογισμός του.  Ἐνῶ ἔχουμε τόσους Ἁγίους Πατέρες νὰ τοὺς μιμηθοῦμε διαβάζοντας τὰ συγγράμματά τους, ἐντούτοις ὅμως τὸ ἐγὼ μᾶς μᾶς κυριεύει πολλὲς φορές. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος νικήσει τὸν ἕαυτό του, εἶναι ὁ μεγαλύτερος μεγαλομάρτυρας καὶ τροπαιοφόρος καὶ νικηφόρος ἐνώπιόν του Θεοῦ!
Γι’ αὐτο πολλὲς φορές, νὰ σᾶς πῶ, πατέρες, ἐφοβήθηκα τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σύμφωνος ὁ Θεὸς μὲ μένανε ἢ μήπως ἀλλάξει ὁ Θεός; «Ἐμνησθην τῶν κριμάτων Σου καὶ ἐφοβήθην, ἐμνήσθην τῶν κριμάτων Σου καὶ παρεκλήθην» (Ψάλμ. 118, 12,52). Ἔτσι εἶναι.
Ὁ Σταυρὸς δὲν λείπει. Γιατί; Γιατί ἐφόσον κι ὁ ἀρχηγὸς μᾶς ἀνέβηκε στὸν Σταυρό, κι ἐμεῖς θ’ ἀνεβολυμε, νὰ ποῦμε. Ἀλλὰ ἂπ’ τὴ μιὰ πλευρὰ εἶναι γλυκὺς καὶ ἐλαφρός, ἀπ’ τὴν ἄλλη μεριὰ εἶναι πικρὸς καὶ βαρύς. Κατὰ τὴν προαίρεσή μας. Ἂν πάρεις μὲ ἀγάπη τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, εἶναι πολὺ ἐλαφρός, εἶναι σφουγγάρι, φελλός. Ἂν τὸν πάρεις, δηλαδή, ἀπ’ τὴν ἄλλη πλευρά, τότε εἶναι βαρὺς καὶ ἀσήκωτος.
Γι’ αὐτό, καὶ μένα ἡ πείρα αὐτὸ μὲ δίδαξε. Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ νὰ γίνει. Ἦταν ἀπ’ τὸ Θεὸ ἔτσι. Καὶ εἰρηνεύεις, νὰ ποῦμε. Ἂν πεῖς, μὰ γιατί ἐτοῦτο, ἐκεῖνο, δὲν εἰρηνεύεις, δὲν εἰρηνεύεις. Δὲν ἦταν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ νὰ φύγω τὴν Κυριακή, ἦταν τὴ Δευτέρα· δὲν ἤθελε ὁ Θεὸς τὴν Τρίτη, ἤδελε νὰ φύγω τὴν Τετάρτη· ε, ὁ Θεὸς ἔτσι τὰ ’φερε. Ἂν τὰ πάρεις ἀπ’ τὴν ἄλλη πλευρὰ μὲ τὴν κρίση τὴν δική σου, θὰ σφάλλεις καὶ μισθὸν δὲν ἔχεις. Μισθὸν δὲν ἔχεις!
Μέσα σου βράζει ἡ χαρά, νὰ μὴ φαίνεται· μέσα σου νὰ βράζει ἡ λύπη, ἡ κόλαση, ἀλλὰ νὰ μὴν τὸ ἐξωτερικεύεις. Αὐτὸς εἶναι ὁ καλόγηρος.
Εἰδάλλως, ἐσὺ ἐκεῖ κι ἐγὼ ἐδῶ, καὶ νὰ προσευχώμεθα· νὰ μὴν ἀκούει ὁ ἕνας τὸν ἄλλονε. Μπορεῖς νὰ κατανύσσεσαι ἐσὺ κι ἐγὼ ἐδῶ, κι ὁ ἕνας νὰ μὴν παίρνει μυρωδιὰ τὸν ἄλλονε.
Αὐτὸ εἶναι κατὰ Θεόν. Ἅμα τὸ ἐξωτερικεύεις, εἴτε ὑπερηφάνεια θὰ σὲ πιάσει, η… θὰ τὸ χάσεις.
Γι’ αὐτὸ λέω ὅτι, ὅπου κι ἂν εὑρεθεῖ ὁ ἄνθρωπος, νὰ μὴν ἀπελπίζεται. Νὰ μὴν τὰ χάνει, νὰ μὴν τὰ σαστίζει. Γιὰ τὸν ἄλφα καὶ τὸν βήτα λόγο, ὁ Θεὸς γνωρίζει, σὲ δοκιμάζει. Σὲ δοκιμάζει: Μπορεῖς νὰ κρατήσεις αὐτὴν τὴ θλίψη; Μπορῶ. Θὰ σοῦ δώσω χάρισμα. Δὲν μπορεῖς; Κι αὐτὸ πού σου ’δωσα, θὰ τὸ ἀφαιρέσω. Ἐγὼ δὲν θέλω δειλοὺς ἀνθρώπους. Ὄχι ὅπως ἔστειλε ὁ Μωυσῆς τοὺς κατασκόπους, λέει: «Ἐωράκαμεν υἱοὺς γιγάντων καὶ ἦμεν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ ἀκρίδες» (Ἀριθμ. 13, 34). Ἔτσι; Ναί, ἀλλὰ ποιὸς τὸ λέει αὐτό; Ποιὸς τὸ λέει; «Δειλὸς ἀποσταλεῖς εἰς ὑπακοήν, λέγει· λέων κατὰ τὴν ὁδὸν καὶ φονεῖς κατὰ τὰς πλατείας» (Παροιμ. 26, 13). Δειλὸς ἄνθρωπος δὲν ἀξίζει τίποτε. Ἐνῶ ὁ τολμηρὸς πάντα βγαίνει νικητής. Βλέπεις;
Ἡ δικαιολογία δὲν εἶναι γραμμένη στὴ Γραφή. Οἱ ἅγιοι ὄχι μόνο δὲν δικαιολογοῦνται, ἀλλὰ ὑποφέρουν ἑκουσίως γιὰ τοὺς ἄλλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου