Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

Ο ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ

1. Ἡ θεοπνευστία τοῦ Εὐαγγελίου

Μὲ πόνο ψυχῆς ἀλλὰ καὶ ἔντονη ἀγανάκτηση ἀπευθύνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς χριστιανοὺς ποὺ εἶχαν ἐπηρεασθεῖ ἀπὸ ἰουδαΐζοντες ψευδοδιδασκάλους καὶ ζητοῦσαν νὰ ἐπαναφέρουν τὴν τήρηση τῆς περιτομῆς καὶ ἄλλων τελετουργικῶν διατάξεων τοῦ ἰου­­δαϊκοῦ Νόμου ὡς ἀπαραίτητων τάχα γιὰ τὴ σωτηρία τῶν πιστῶν. Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, προκειμένου νὰ δώσει τέλος σὲ ὅλα αὐτά, τονίζει ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ κηρύττει ὁ ἴδιος δὲν εἶναι δική του ἐπινόηση ἀλλὰ θεϊκὴ ἀποκάλυψη. Γράφει:

–Θέλω νὰ σᾶς κάνω γνωστό, ἀδελφοί, ὅτι τὸ Εὐαγγέ­­­­­­λιο ποὺ σᾶς κήρυξα δὲν ἀποτελεῖ ἀνθρώπινη ἐπινόηση: «τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ’ ἐμοῦ οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον». Διότι, ὅπως οἱ ὑ­πόλοιποι Ἀπόστολοι, ἔτσι κι ἐ­­­­γὼ δὲν τὸ παρέλαβα οὔτε τὸ διδάχθηκα ἀπὸ κάποι­­­ον ἄν­­­­­θρωπο ἀλλὰ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, μὲ ἀποκάλυψη τοῦ Θε­­­οῦ.

Καὶ γιὰ νὰ σᾶς τὸ ἀποδείξω αὐτό, θὰ σᾶς ὑπενθυμίσω κάτι ποὺ ὅλοι ἔχετε ἀκούσει. Πρόκειται γιὰ τὴ διαγωγὴ ποὺ ἔδειξα κά­ποτε, ὅταν ἤμουν τυφλὰ προσηλωμένος στὸν Ἰουδαϊσμὸ καὶ κατεδίωκα μὲ μανία τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ τὴν κατα­στρέ­ψω.

Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ προόδευα στὸν Ἰουδαϊσμὸ περισσότερο ἀπὸ πολλοὺς συνομήλικους συμπατριῶτες μου καὶ ἔδειχνα ὑπερβάλλοντα ζῆλο γιὰ τὶς παραδόσεις τῶν πατέρων μας.

Ὅταν ὅμως εὐδόκησε ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος μὲ ξεχώρισε καὶ μὲ διάλεξε «ἐκ κοιλίας μητρός μου», καὶ μὲ τὴ χάρη Του μὲ κάλεσε καὶ ἀποκάλυψε στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μου τὸν Υἱό Του γιὰ νὰ Τὸν κηρύττω στὰ ἔθνη, τότε λοιπὸν δὲν κατέφυγα σὲ ἄν­θρωπο γιὰ νὰ λάβω ὁδηγίες οὔτε ἀνέβηκα στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ συναντήσω τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ πῆγα στὴν Ἀραβία καὶ πάλι ἐπέστρεψα στὴ Δαμασκό.

Τὸ ὅτι ἀποσύρθηκε στὰ μέρη αὐτὰ πρὶν ξεκινήσει τὸ γιγαντιαῖο ἀποστολικό του ἔρ­­γο, τὸ ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος γιὰ νὰ τονίσει τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ κηρύττει δὲν προέκυψε ἀπὸ ἀνθρώπινες συνεννοήσεις, ἀλλὰ ἀποτελεῖ θεϊκὴ ἀποκάλυψη. Ὡστόσο καὶ μόνο τὸ γεγονὸς ὅτι ἕνας φανατικὸς Ἰουδαῖος καὶ διώκτης τῶν Χριστιανῶν μετεστράφη ξαφνικὰ σὲ πρωτοπόρο Ἀπόστολο καὶ θερμότατο κήρυκα τοῦ Εὐαγγελίου φανερώνει, χωρὶς ἄλλο, ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν θεόκλητος. Μὲ θαυμαστὸ σημεῖο τὸν κάλεσε ὁ Θεὸς στὴ διακονία τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἦταν ἡ κλήση του ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ στὸ δρόμο γιὰ τὴ Δαμασκὸ ἀλλὰ καὶ οἱ ἐσωτερικὲς ἀποκαλύψεις ποὺ ἀκολούθησαν.

Ἐκεῖνο ποὺ ἔχει σημασία γιὰ ὅλους ἐμᾶς σήμερα εἶναι ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία κρατοῦμε ἕνα μοναδικὸ θησαυρό: τὸ Εὐ­αγγέλιο. Τὴ φανέρωση τῆς Ἀλήθειας ὅπως τὴν ἀποκάλυψε ὁ Χριστὸς καὶ τὴν ἐμπιστεύθηκε στοὺς Ἀποστόλους γιὰ νὰ τὴν μεταδώσουν σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Ἂς ἐκτιμήσουμε πρεπόντως αὐτὸ τὸ θεϊκὸ δῶρο. Τὰ κείμενα τοῦ Εὐαγγελίου δὲν περιγράφουν ἁπλῶς τί συνέβη «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», ἀλλὰ κομίζουν τὸ μήνυμα τοῦ Οὐρανοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἀποτελοῦν λόγο θεόπνευστο καὶ συνεπῶς πάντοτε ἔγκυρο, ζωντανό, διαχρονικὸ καὶ σωτήριο.

2. Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία

Ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἔτσι καὶ ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Κύριο τὴν ἐξουσία νὰ κηρύττουν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ ὁδηγοῦν τοὺς ἀνθρώπους στὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος ἀναφέρει στὴ συνέχεια ὅτι τρία χρόνια μετὰ τὴν ἡ­μέρα κατὰ τὴν ὁποία τοῦ φανερώθηκε ὁ Χριστός, ἀνέβηκε στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ συναντήσει ἀπὸ κοντὰ τὸν ἀπόστολο Πέτρο, κι ἔμεινε μαζί του δε­­καπέντε μέρες. Ἐκεῖ εἶδε μόνο ἄλλον ἕνα Ἀπόστολο, τὸν Ἰάκωβο, ὁ ὁποῖος ὡς γιὸς τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος ἦταν γνωστὸς ὡς Ἀδελφό­θεος.

Ἑορτάζει σήμερα ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος καὶ ἐπικαίρως ἀναγινώσκεται ἡ περικοπὴ αὐτὴ ὅπου ἀναφέρεται τὸ ὄνομά του. Βέβαια εἶναι λίγες οἱ ἀναφορὲς τῆς Ἁγίας Γραφῆς στὸ πρόσωπό του. Ἡ πιὸ ἀξιοσημείωτη εἶναι ἡ μαρτυρία ὅτι μία ἀπὸ τὶς ἐμφανίσεις τοῦ ἀναστημένου Κυρίου ἔγινε προσωπικὰ σ’ αὐτόν (Α΄ Κορ. ιε΄ 7). Ἔτσι ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος ἐκλήθη στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο καί ἀναδείχθηκε στύλος τῆς Ἐκκλησίας, διότι διετέλεσε πρῶτος Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων.

Ἀκολούθησαν πολλοὶ ἄλλοι Ἐπίσκοποι ποὺ διαδέχθηκαν τὸν ἀπόστολο Ἰάκωβο στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων μέχρι σήμερα. Καὶ συνεχίζεται ἔτσι αὐτὴ ἡ ἀδιάσπαστη ἁλυσίδα, ἡ ὁποία ὀνομάζεται «ἀπο­στολικὴ διαδοχή». Στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁμολογοῦμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Πράγματι, εἶναι συγκλονιστικὸ νὰ σκέφτεται κανεὶς ὅτι κάθε Ἐπίσκοπος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι διάδοχος τῶν Ἀποστόλων μὲ σκοπὸ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς: τὴ συμφιλίωση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Θεό.

Ἂς δοξάζουμε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ ποὺ μᾶς ἀξίωσε νὰ εἴμαστε μέλη τῆς ἁγίας Του Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας κι ἂς φροντίζουμε νὰ παραμένουμε πιστὰ τέκνα της, διότι μόνο στὴν Ἐκκλησία μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ σωτηρία μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου