Ο Άγιος Δαμιανός γεννήθηκε στο χωριό Μυρίχοβο Αγράφων (σήμερα Αγία Τριάδα) περί το 1510 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς. Από την παιδική ακόμη ηλικία αγάπησε τον μοναχικό βίο και θέλησε να ενδυθεί το αγγελικό σχήμα του μοναχού. Έτσι άφησε τη γενέτειρά του και μετέβη στο Άγιον Όρος, στη μονή Φιλοθέου, όπου εκάρη μοναχός.
Μετά από λίγο καιρό αφήνει τη μονή και αναχωρεί, για να μονάσει σε ασκητήριο και να αφιερωθεί περισσότερο στην προσευχή. Πήγε, λοιπόν, κοντά σε κάποιον ασκητή που τον έλεγαν Δομέτιο. Έμεινε πλησίον του σχεδόν τρία χρόνια και ο μοναχός Δαμιανός πρόκοψε σε όλες τις αρετές και τα πνευματικά αγαθά. Μάλιστα δε, αξιώθηκε κάποτε να ακούσει τη φωνή του Κυρίου που του έλεγε: «Δαμιανέ, δεν πρέπει να ζητάς μόνο το δικό σου πνευματικό συμφέρον, αλλά και των άλλων».
Μετά από αυτό ο Μοναχός Δαμιανός εγκαταλείπει το Άγιον Όρος και πηγαίνει στην περιοχή του Ολύμπου. Εκεί κήρυττε τον λόγο του Θεού, παρακινούσε τους Χριστιανούς να μετανοήσουν, να αποφεύγουν τις αδικίες και τις κακίες και τους προέτρεπε να εφαρμόζουν το θέλημα του Θεού. Ο λόγος του όμως ενόχλησε κάποιους, οι οποίοι τον κατηγόρησαν ότι είναι λαοπλάνος και ψεύτης. Ο Όσιος δεν έδωσε σημασία στις κατηγορίες αυτές και αναχωρεί για την περιοχή της Λάρισας και του Κισσάβου. Μετά από εκεί φθάνει στα Άγραφα. Εκεί, στην Καρύτσα Δοπόλων, ιδρύει τη μονή της Παναγίας Πελεκητής, που ήταν το ιεραποστολικό ορμητήριό του. Ουσιαστικά ανακαίνισε τη μονή που είχε υποστεί μεγάλες καταστροφές και έτσι πέρασε στη συνείδηση του λαού του Θεού ως κτήτορας αυτής. Δυστυχώς, και εκεί, άνθρωποι δυσσεβείς τον κατηγόρησαν ως λαοπλάνο και ψευδοκαλόγερο. Έτσι φεύγει και πηγαίνει στον Κίσσαβο και δίπλα στο χωριό Ανατολή, κτίζει ένα νέο μοναστήρι προς τιμή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Πλήθος πιστών τον επισκέπτεται, για να ακούσει το κήρυγμά του και τις πνευματικές του νουθεσίες.
Κάποια στιγμή ο Δαμιανός πηγαίνει για δουλειές της μονής στο γειτονικό χωριό Βουλγαρινή. Εκεί συλλαμβάνεται από τον Τούρκο διοικητή της Λάρισας, με την κατηγορία ότι παρεμποδίζει την αγοραπωλησία εμπορευμάτων κατά τις Κυριακές και παρακινεί τους Έλληνες να μένουν σταθεροί στην πίστη τους.
Τον οδηγούν στην φυλακή και τον βασανίζουν. Του δένουν τα πόδια και τον τράχηλο με βαριές αλυσίδες και τον απειλούν για τη ζωή του. Μάταια όμως. Ο Άγιος ομολογεί την πίστη του στον Χριστό και ο Τούρκος διοικητής προστάζει να θανατωθεί και μετά να ριχθεί στη φωτιά. Οι στρατιώτες τον πήραν και τον κτύπησαν δυνατά στο κεφάλι με τον πέλεκυ. Ο Άγιος, ημιθανής όπως ήταν, έπεσε στο έδαφος. Τότε εβλήθη στην κάμινο του πυρός και ότι απέμεινε από το ιερό λείψανό του το έριξαν στον Πηνειό ποταμό.
Ο Οσιομάρτυς Δαμιανός έλαβε το στέφανο του μαρτυρίου το έτος 1568 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. ἀ'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φιλοθέου της μάνδρας σεπτόν ανάστημα, Αγράφων και Θεσσαλίας ιεροκήρυξ λαμπρέ και Καρύτσης των Δολόπων μέγα καύχημα, θεοειδές Δαμιανέ, οσιόαθλε κλεινέ Λαρίσης ο αγιάσας την χθόνα, ρύσαι κακίας του μισοκάλου τους τιμώντας σε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εὐφράνθητι σήμερον ἡ ἐν Κισσάβῳ Μονή, καὶ Λάρισα σκίρτησον, Δαμιανοῦ ἡ σεπτὴ πανήγυρις πάρεστι. Δεῦτε οὖν καὶ συμφώνως, ἐν αὐτῇ τῲ Σωτῆρι, ᾄσωμεν ἐν αἰνέσει, τοῦτον ἀνευφημοῦντες, αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις ὅπως σωζώμεθα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
῾Ιερεῖον προσοίσας σὲ Χριστῷ, ῞Αγιε, ἀγαλλόμενος πόθῳ, Δαμιανὲ ἱερέ, νεομαρτύρων τὸν χορὸν ἠγλάϊσας, θεοφόρε. Θρέμμα ᾿Αγράφων τὸ σεπτόν, τὴν πίστιν ἤρδευσας Χριστοῦ πυρί τε καὶ τοῖς βασάνοις. Καὶ νῦν τῷ θρόνῳ Κυρίου ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύεις πάντοτε.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τὸν τῆς Ἑλλάδος μοναστὴν τὸν ἀκριβέστατον, καὶ Θετταλίας ἀθλητὴν ὄντως στεῤῥότατον, εὐκλεέστατον τὸ βλάστημα Μυριχόβου, και Κισσάβου δὲ τὸ κλέος καὶ ἀγλάϊσμα, εὐφημοῦντές σε ψυχῆς ἐν ἀγαλλιάσει, καὶ γεραίροντες,· Χαίροις Πάτερ σοι κράζομεν.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ποθῶν ἐκ νεότητος τὴν τῶν ᾿Αγγέλων ζωήν, ἠσκήθης ἀθλούμενος τῇ Φιλοθέου μονῇ, Δαμιανὲ ὅσιε· ὅθεν τῇ ἐπινεύσει θείου Πνεύματος, πάτερ, ἤχθης τῇ Θεσσαλίᾳ, ἐκβοῶν παῤῥησίᾳ, εἰς Χριστοῦ βιοτὴν τὴν ἁγίαν προσκαλῶν τοὺς πιστοὺς καὶ εἰς θέωσιν.
Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς.
Ἐγκαρτερῶν ταῖς προσευχαῖς Θεῷ ὡμίλεις, ἀσκητικῶς Δαμιανὲ σαρκὸς τὰ πάθη, ἀπενέκρωσαι ὄντως Χριστοῦ τῇ δυνάμει, ὀλέσας τὸν ἀλάζονα Πάτερ ἐχθρόν, ἐμπρέψας ἐν πολιτείᾳ μοναδικῇ, νῦν ὁσίως διήνυσας, ἀγείρως ποίμνην τῷ Χριστῳ, τὴν μάνδραν σου περίσωζε, σὲ τιμῶσαν οὖν ἄτρωτον.
Ὁ Οἶκος
Πρὸς τὸ Ἄγγελος πρωτοστάτης.
Ἔνθερμον ἐγκρατείας, ζῆλον ἔχων παμμάκαρ, λιπὼν τὰ ἐν τῷ κόσμῳ, τὸ σχῆμα τὸ σεπτὸν ἐνεδύσω σπουδῇ, ἀκριβῶς ἀσκήσας ἀρετὴν ἅπασαν. Ἀθλήσαντα γενναίως δὲ ὁρῶντές σοι βοῶμεν οὕτω·
Χαίροις, στεῤῥῶς τὰ ἄφθαρτα μισήσας·
χαίροις, ἀνθ’ ὧν τὰ ἑστῶτα ποθήσας.
Χαίροις, πρὸς ἀγῶνας τραπεὶς τῆς ἀσκήσεως·
χαίροις, ἀλγηδόνας ὑποστὰς καὶ ἀθλήσεως.
Χαίροις, πλῆθος πολυάριθμος καταστρέψας δυσσεβῶν·
χαίροις στῖφος πολυσύνθετον ἐκνικήσας πειρασμῶν.
Χαίροις, φωστὴρ Ὁσίων ὁμόζηλε·
χαίροις, ἀστὴρ αὐγάζων πολύφωτε.
Χαίροις, δι’ οὗ ἀπηλέγχθη ἡ πλάνη·
χαίροις, δι’ οὗ Χριστὸς ἀνεφάνη.
Χαίροις Πάτερ σοι κράζοντες.
Μεγαλυνάριον
῾Ριχόβου ᾿Αγράφων θεῖον βλαστόν, Μονῆς Φιλοθέου θρέμμα ἅγιον καὶ λαμπρόν, τὸν ἐν μαρτυρίοις καὶ πυρὶ τελειωθέντα Δαμιανὸν τὸν Νέον ἐγκωμιάσωμεν.
Μετά από λίγο καιρό αφήνει τη μονή και αναχωρεί, για να μονάσει σε ασκητήριο και να αφιερωθεί περισσότερο στην προσευχή. Πήγε, λοιπόν, κοντά σε κάποιον ασκητή που τον έλεγαν Δομέτιο. Έμεινε πλησίον του σχεδόν τρία χρόνια και ο μοναχός Δαμιανός πρόκοψε σε όλες τις αρετές και τα πνευματικά αγαθά. Μάλιστα δε, αξιώθηκε κάποτε να ακούσει τη φωνή του Κυρίου που του έλεγε: «Δαμιανέ, δεν πρέπει να ζητάς μόνο το δικό σου πνευματικό συμφέρον, αλλά και των άλλων».
Μετά από αυτό ο Μοναχός Δαμιανός εγκαταλείπει το Άγιον Όρος και πηγαίνει στην περιοχή του Ολύμπου. Εκεί κήρυττε τον λόγο του Θεού, παρακινούσε τους Χριστιανούς να μετανοήσουν, να αποφεύγουν τις αδικίες και τις κακίες και τους προέτρεπε να εφαρμόζουν το θέλημα του Θεού. Ο λόγος του όμως ενόχλησε κάποιους, οι οποίοι τον κατηγόρησαν ότι είναι λαοπλάνος και ψεύτης. Ο Όσιος δεν έδωσε σημασία στις κατηγορίες αυτές και αναχωρεί για την περιοχή της Λάρισας και του Κισσάβου. Μετά από εκεί φθάνει στα Άγραφα. Εκεί, στην Καρύτσα Δοπόλων, ιδρύει τη μονή της Παναγίας Πελεκητής, που ήταν το ιεραποστολικό ορμητήριό του. Ουσιαστικά ανακαίνισε τη μονή που είχε υποστεί μεγάλες καταστροφές και έτσι πέρασε στη συνείδηση του λαού του Θεού ως κτήτορας αυτής. Δυστυχώς, και εκεί, άνθρωποι δυσσεβείς τον κατηγόρησαν ως λαοπλάνο και ψευδοκαλόγερο. Έτσι φεύγει και πηγαίνει στον Κίσσαβο και δίπλα στο χωριό Ανατολή, κτίζει ένα νέο μοναστήρι προς τιμή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Πλήθος πιστών τον επισκέπτεται, για να ακούσει το κήρυγμά του και τις πνευματικές του νουθεσίες.
Κάποια στιγμή ο Δαμιανός πηγαίνει για δουλειές της μονής στο γειτονικό χωριό Βουλγαρινή. Εκεί συλλαμβάνεται από τον Τούρκο διοικητή της Λάρισας, με την κατηγορία ότι παρεμποδίζει την αγοραπωλησία εμπορευμάτων κατά τις Κυριακές και παρακινεί τους Έλληνες να μένουν σταθεροί στην πίστη τους.
Τον οδηγούν στην φυλακή και τον βασανίζουν. Του δένουν τα πόδια και τον τράχηλο με βαριές αλυσίδες και τον απειλούν για τη ζωή του. Μάταια όμως. Ο Άγιος ομολογεί την πίστη του στον Χριστό και ο Τούρκος διοικητής προστάζει να θανατωθεί και μετά να ριχθεί στη φωτιά. Οι στρατιώτες τον πήραν και τον κτύπησαν δυνατά στο κεφάλι με τον πέλεκυ. Ο Άγιος, ημιθανής όπως ήταν, έπεσε στο έδαφος. Τότε εβλήθη στην κάμινο του πυρός και ότι απέμεινε από το ιερό λείψανό του το έριξαν στον Πηνειό ποταμό.
Ο Οσιομάρτυς Δαμιανός έλαβε το στέφανο του μαρτυρίου το έτος 1568 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. ἀ'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φιλοθέου της μάνδρας σεπτόν ανάστημα, Αγράφων και Θεσσαλίας ιεροκήρυξ λαμπρέ και Καρύτσης των Δολόπων μέγα καύχημα, θεοειδές Δαμιανέ, οσιόαθλε κλεινέ Λαρίσης ο αγιάσας την χθόνα, ρύσαι κακίας του μισοκάλου τους τιμώντας σε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εὐφράνθητι σήμερον ἡ ἐν Κισσάβῳ Μονή, καὶ Λάρισα σκίρτησον, Δαμιανοῦ ἡ σεπτὴ πανήγυρις πάρεστι. Δεῦτε οὖν καὶ συμφώνως, ἐν αὐτῇ τῲ Σωτῆρι, ᾄσωμεν ἐν αἰνέσει, τοῦτον ἀνευφημοῦντες, αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις ὅπως σωζώμεθα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
῾Ιερεῖον προσοίσας σὲ Χριστῷ, ῞Αγιε, ἀγαλλόμενος πόθῳ, Δαμιανὲ ἱερέ, νεομαρτύρων τὸν χορὸν ἠγλάϊσας, θεοφόρε. Θρέμμα ᾿Αγράφων τὸ σεπτόν, τὴν πίστιν ἤρδευσας Χριστοῦ πυρί τε καὶ τοῖς βασάνοις. Καὶ νῦν τῷ θρόνῳ Κυρίου ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύεις πάντοτε.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τὸν τῆς Ἑλλάδος μοναστὴν τὸν ἀκριβέστατον, καὶ Θετταλίας ἀθλητὴν ὄντως στεῤῥότατον, εὐκλεέστατον τὸ βλάστημα Μυριχόβου, και Κισσάβου δὲ τὸ κλέος καὶ ἀγλάϊσμα, εὐφημοῦντές σε ψυχῆς ἐν ἀγαλλιάσει, καὶ γεραίροντες,· Χαίροις Πάτερ σοι κράζομεν.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ποθῶν ἐκ νεότητος τὴν τῶν ᾿Αγγέλων ζωήν, ἠσκήθης ἀθλούμενος τῇ Φιλοθέου μονῇ, Δαμιανὲ ὅσιε· ὅθεν τῇ ἐπινεύσει θείου Πνεύματος, πάτερ, ἤχθης τῇ Θεσσαλίᾳ, ἐκβοῶν παῤῥησίᾳ, εἰς Χριστοῦ βιοτὴν τὴν ἁγίαν προσκαλῶν τοὺς πιστοὺς καὶ εἰς θέωσιν.
Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς.
Ἐγκαρτερῶν ταῖς προσευχαῖς Θεῷ ὡμίλεις, ἀσκητικῶς Δαμιανὲ σαρκὸς τὰ πάθη, ἀπενέκρωσαι ὄντως Χριστοῦ τῇ δυνάμει, ὀλέσας τὸν ἀλάζονα Πάτερ ἐχθρόν, ἐμπρέψας ἐν πολιτείᾳ μοναδικῇ, νῦν ὁσίως διήνυσας, ἀγείρως ποίμνην τῷ Χριστῳ, τὴν μάνδραν σου περίσωζε, σὲ τιμῶσαν οὖν ἄτρωτον.
Ὁ Οἶκος
Πρὸς τὸ Ἄγγελος πρωτοστάτης.
Ἔνθερμον ἐγκρατείας, ζῆλον ἔχων παμμάκαρ, λιπὼν τὰ ἐν τῷ κόσμῳ, τὸ σχῆμα τὸ σεπτὸν ἐνεδύσω σπουδῇ, ἀκριβῶς ἀσκήσας ἀρετὴν ἅπασαν. Ἀθλήσαντα γενναίως δὲ ὁρῶντές σοι βοῶμεν οὕτω·
Χαίροις, στεῤῥῶς τὰ ἄφθαρτα μισήσας·
χαίροις, ἀνθ’ ὧν τὰ ἑστῶτα ποθήσας.
Χαίροις, πρὸς ἀγῶνας τραπεὶς τῆς ἀσκήσεως·
χαίροις, ἀλγηδόνας ὑποστὰς καὶ ἀθλήσεως.
Χαίροις, πλῆθος πολυάριθμος καταστρέψας δυσσεβῶν·
χαίροις στῖφος πολυσύνθετον ἐκνικήσας πειρασμῶν.
Χαίροις, φωστὴρ Ὁσίων ὁμόζηλε·
χαίροις, ἀστὴρ αὐγάζων πολύφωτε.
Χαίροις, δι’ οὗ ἀπηλέγχθη ἡ πλάνη·
χαίροις, δι’ οὗ Χριστὸς ἀνεφάνη.
Χαίροις Πάτερ σοι κράζοντες.
Μεγαλυνάριον
῾Ριχόβου ᾿Αγράφων θεῖον βλαστόν, Μονῆς Φιλοθέου θρέμμα ἅγιον καὶ λαμπρόν, τὸν ἐν μαρτυρίοις καὶ πυρὶ τελειωθέντα Δαμιανὸν τὸν Νέον ἐγκωμιάσωμεν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου