Ἡ Καινή Διαθήκη, ὅλο τό ἔργο καί τήν διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ, πράξεις, ἐνέργειες, θαύματα, παραβολές, ὅλα τά ἀνακεφαλαιώνει σέ μιά μόνο ἔννοια, ὅπου φαίνεται μέ ἐνάργεια ἡ βαθιά κοινωνική καί πνευματική παρουσία Του στόν κόσμο καί στήν ἱστορία: στήν ἔννοια τῆς ἀγάπης.
Αὐτό μᾶς ἀποδεικνύει τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ. Παράλληλα ὅμως, στό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς Β΄ Νηστειῶν, φαίνεται καθαρά ἡ θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος προσφέρει ὄχι μόνο τήν ὑγεία ἀλλά καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν στόν παραλυτικό.
Ὁ παραλυτικός ζητᾶ τήν γιατρειά του καί ὁ Ἰησοῦς τοῦ προσφέρει τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἁμαρτία.
Ἡ ἀστοχία στήν χρήση τῆς ἐλευθερίας μας Ἡ ἁμαρτία, πού εἶναι ἡ ἀστοχία τῆς χρήσεως τῆς ἐλευθερίας μας, καλλιεργεῖ ἄβυσσο ἀνάμεσα στόν ἄνθρωπο καί τόν Θεό, πού μόνο μέ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ γεφυρώνεται. Ἡ ἁμαρτία μας εἶναι τό παραμέρισμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἄρση τῆς ἁμαρτίας καί τῶν συνεπειῶν της εἶναι ἡ ἐκ νέου λειτουργία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ μέσα μας.
Στήν Ἐκκλησία ἀδιάκοπα ἐπιζητοῦμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. «Κύριε ἐλέησον». Ἡ τραγωδία τοῦ ἀνθρώπου βρίσκεται στό ὅτι δέν ἀναγνωρίζει τήν πνευματική του ἀναπηρία, παραδέχεται τήν ἁμαρτωλότητά του ὄχι στήν οὐσία της, ἀλλά στίς συνέπειές της (κακές πράξεις), καί ἐνεργεῖ στηριζόμενος στόν ἐγωισμό του μέ σκανδαλώδεις κινήσεις πού ὅμως ἀπομακρύνουν τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀπό τήν καρδιά του.
Στίς ἀδιέξοδες αὐτές περιπτώσεις πρέπει νά γνωρίζουμε: α) ὅταν διώχνουμε μέ τόν ἐγωισμό μας τό Πανάγιο Πνεῦμα, ναί μέν αὐτό ἀποσύρεται, ἀλλά δέν ἀπομακρύνεται ἀπό κοντά μας, β) τό Ἅγιο Πνεῦμα περιμένει μέ ἀγάπη καί ὑπομονή τήν κατάλληλη στιγμή, πού μάλιστα τήν προετοιμάζει, ὥστε ὁ καθένας μας νά γαληνεύσει στήν καρδιά του, γιά νά ἔλθει καί νά σκηνώσει μέσα μας, καί γ) τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀπαντᾶ ἀμέσως στό αἴτημα τῆς καρδιᾶς μας, ἔρχεται καί φανερώνει τό ἱλαρό πρόσωπο τοῦ Κυρίου, γι᾿ αὐτό καί μᾶς καθαρίζει ἀπό πάσης κηλίδος.
Ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν
Ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν προσφέρεται μέσα στήν Ἐκκλησία διά τῶν Μυστηρίων. Τήν σωτηριώδη φωνή τοῦ Κυρίου, πού ἄκουσε ὁ παραλυτικός, «τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου», τήν ἀκοῦμε καί ἐμεῖς, πού ζητᾶμε μέ ταπείνωση καί αὐτομεμψία, τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καί προσερχόμαστε στό μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Ἄν ἡ ἁμαρτία εἶναι ὁ πνευματικός θάνατος, ἡ μετάνοια καί ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι ζωή καί ἀνάσταση. Ἄν ἡ ἁμαρτία αἰχμαλωτίζει τόν ἄνθρωπο καί σκοτίζει τόν νοῦ, ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι τό γεγονός πού μᾶς καθιστᾶ πρόσωπα, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρόσωπο μόνο ὅταν συνδεθεῖ μέ τό Πρόσωπο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ἄς μεταμορφωθοῦμε, λοιπόν, μέ τήν ἄσκηση στήν πίστη καί μαζί της μ᾿ ὅλες τίς ἄλλες εὐαγγελικές ἀσκήσεις, τῆς ἀγάπης, τῆς προσευχῆς, τῆς νηστείας, τῆς ταπείνωσης, τῆς θεοσέβειας, τῆς σωφροσύνης, τῆς πραότητος, τῆς ἐγκράτειας. Ἔτσι ἀκατάπαυστα αὐξάνουμε «τήν αὔξησιν τοῦ Θεοῦ» μέχρι νά γίνουμε θεάνθρωποι «κατά χάριν».
† Ὁ Φ. ’Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου