«ὑποκριτά!...» (Λουκ. 13, 15).
Μία σφοδρή σύγκρουση παρακολουθήσαμε στό περιστατικό τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Μία σύγκρουση ἀνάμεσα στό ψέμα καί στήν ὄντως ἀλήθεια. Ἀνάμεσα στόν Θεό καί στόν θρησκευόμενο ἄθεο. Ἀνάμεσα στήν ἀγάπη καί στό μίσος. Ἀνάμεσα στήν ἀπέραντη φιλανθρωπία καί στήν ἀπύθμενη ἀπανθρωπία.
Μία σύγκρουση ἀνάμεσα στόν ὑποκριτή ἀρχισυνάγωγο καί στόν Θεάνθρωπο Λυτρωτή Ἰησοῦ.
Ὁ Κύριος μοιράζει ἀφειδῶς τήν ἀγάπη Του. Γιατρεύει τούς ἀνθρώπους ἀπό τά παθήματα τῆς σάρκας. Χαρίζει τήν ὑγεία τοῦ σώματος καί τήν εὐρωστία τοῦ πνεύματος. Δουλεύει γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἀλλά γιά τούς στενόμυαλους καί στενόκαρδους ὑποκριτές ἐγκληματεῖ! Ἐγκληματεῖ, διότι δουλεύει τό Σάββατο. Χαρίζει τήν ἀγάπη τό Σάββατο. Τό Σάββατο πού εἶναι ἀργία, σύμφωνα μέ τή γνώμη τους, ἀπαγορεύεται ἡ ἀγάπη. Τό Σάββατο πού εἶναι ἀργία εἶναι ἔγκλημα ἡ ἀγαθοεργία. Στήν ἀργία τοῦ Σαββάτου οἱ βασανισμένοι πρέπει νά συνεχίσουν νά βασανίζονται. Οἱ ἄρρωστοι πρέπει νά συνεχίσουν νά ὑποφέρουν. Οἱ ἀναγκεμένοι, οἱ πονεμένοι δέν πρέπει νά ζητήσουν βοήθεια, δέν πρέπει νά τρέξουν στόν Λυτρωτή, ἐπειδή τό Σάββατο δέν ἐπιτρέπεται νά τρέχουμε...
Μέ μία καί μόνη λέξη ὁ Ἰησοῦς ἀπογυμνώνει ὅλη τήν πνευματική στειρότητα, ὅλη τήν πλανεμένη θρησκευτικότητα, ὅλη τήν ἐπίπλαστη καί ψεύτικη σοβαροφάνεια τῶν λεγόμενων εὐσεβῶν τῆς ἐποχῆς Του ἀλλά καί κάθε ἐποχῆς. Ἡ λέξη αὐτή εἶναι: «ὑποκριτά»!
Ἔτσι προσφωνεῖ τόν ἀρχισυνάγωγο ὁ Χριστός, ὄχι γιά νά τόν ἐξευτελίσει ὡς πρόσωπο. Θέλει νά δείξει τήν πνευματική γύμνωση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος στή θέση τοῦ Θεοῦ ἔβαλε τήν ἄποψή του καί στή θέση τῆς ἀγάπης ἔβαλε τόν ἐγωισμό του.
«Ὑποκριτά» φωνάζει ὁ Χριστός πρός τόν ἀρχισυνάγωγο, γιά νά δείξει τά τρία βασικά χαρακτηριστικά τοῦ κάθε ὑποκριτῆ ὅλων τῶν ἐποχῶν. Οἱ ὑποκριτές ὅλου τοῦ πλανήτη ἔχουν τρία γνωρίσματα πού φανερώνουν τήν ψευτιά τους καί τούς ἐκθέτουν ἀνεπανόρθωτα. Αὐτά εἶναι ἡ ἀθεῒα, ἡ ἀπανθρωπία καί ἡ ἀνισορροπία.
Πρῶτον, ὁ ὑποκριτής εἶναι ἕνας ἄθεος «πιστός». Ἕνας πιστός πού λέει ὅτι πιστεύει στόν Θεό, ἀλλά πού δέν ἔχει Θεό. Πιστεύει στόν Θεό ἀλλά ὡς ἰδέα. Πιστεύει σ’ ἕναν θεό δικῆς του κατασκευῆς. Γι’ αὐτό στήν πραγματικότητα δέν πιστεύει. Στήν πραγματικότητα θρησκεύει. Τήν ἀληθινή πίστη τήν ἔκανε θρησκεία. Διέγραψε τόν ἀληθινό Θεό καί δημιούργησε ἕναν δικό του θεό κατά τίς ἀπόψεις, τίς ἀδυναμίες καί τίς κακίες του. Ἔφτιαξε ἕναν θεό τῆς θρησκείας, ἀνθρώπινο, βολικό, ὑποτακτικό στόν ἄνθρωπο, τιμωρό καί δικαστή, πού ἐκφράζει τά ἀπωθημένα τοῦ πεσμένου καί πλανεμένου ἀνθρώπου. Ὡς γνήσιος ἄθεος ἀρνεῖται τή σχέση μέ τόν ἀληθινό Θεό.
Φοβᾶται. Δέν ἀντέχει τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ.
Δέν θέλει τόν Θεό, διότι ἔκανε θεό τόν ἑαυτό του. Ὁ ὑποκριτής εἶναι ὁ πραγματικός ἄθεος, ἐπειδή ὄχι μόνο ἀρνεῖται τόν Θεό καί Τόν διαγράφει ἀπό τή ζωή του, ἀλλά προσπαθεῖ νά ἐξαφανίσει τόν πραγματικό Θεό καί μέσα ἀπό τίς ψυχές τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Διαβάλλει τόν Θεό. Δυσφημεῖ τόν Θεό μέ τά ψέματά του. Διαστρέφει τή διδασκαλία τοῦ Θεοῦ σύμφωνα μέ τήν ἄποψή του. Ἀποτειχίζεται ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Φτιάχνει μία δική του θρησκεία, μέ τίς δικές του ἀρχές καί τό δικό του θέλημα. Ἔτσι καθίσταται ἀληθινά ἄθεος ὄχι μόνο διότι ἔχασε τόν Θεό, ἀλλά καί διότι ἐξαφανίζει τόν Θεό καί ἀπό τίς καρδιές τῶν ἄλλων.
Δεύτερον, ὁ ὑποκριτής εἶναι ἀπόλυτα ἀπάνθρωπος. Ἔχει μέσα του μία τοξικότητα γιά ὅλους τούς διπλανούς του. Ἡ καρδιά του στάζει δηλητήριο γιά κάθε καλό πού βλέπει δίπλα του. Δέν ὑποφέρει τή χαρά τῶν ἄλλων.
Ἡ ζήλια καί ὁ φθόνος εἶναι στοιχεῖα τῆς προσωπικότητάς του. Δέν ἀνέχεται νά εἶναι χαρούμενοι οἱ ἄλλοι. Τήν ἀγάπη, τή συμπαράσταση, τήν εὐεργεσία, τή φιλοτιμία, τή φιλανθρωπία δέν τά ἀποδέχεται. Δέν ἀγαπάει, διότι δέν ἔχει καρδιά νά ἀγαπήσει. Ἡ καρδιά του νεκρώθηκε. Πέθανε ἐσωτερικά καί ὄζει ἀπό τήν ἀπαίσια δυσωδία τοῦ πνευματικοῦ θανάτου. Γι’ αὐτό καί ἡ καρποφορία του εἶναι σάπια καί ἀποκρουστική. Ἡ συμπεριφορά του φέρνει ταραχή καί στεναχώρια στούς ἄλλους.
Χαίρεται νά ἀναστατώνει τούς γύρω του. Χαίρεται ὅταν προκαλεῖ τό δάκρυ καί τόν πόνο.
Δέν θέλει νά τόν ἀγαποῦν. Προτιμάει νά τόν φοβοῦνται οἱ ἄλλοι. Τήν ἐξουσία τή θεωρεῖ ἀνωτερότητα καί τή χρησιμοποιεῖ ὡς εὐκαιρία ἐπιβολῆς στούς ἄλλους. Ὑποτιμάει, προσβάλλει, περιφρονεῖ, διαβάλλει, κατηγορεῖ καί καταδικάζει ὅποιον δέν συμφωνεῖ ἀπόλυτα μαζί του. Δέν ἀνέχεται τή διαφωνία. Ὅποιος διαφωνεῖ μαζί του γίνεται ἐχθρός, τόν ὁποῖο θέλει νά ἐξαφανίσει. Ὁ ὑποκριτής μέ τήν ἀπύθμενη τοξικότητά του κάνει πολλούς γνωστούς ἀλλά ἐλάχιστους φίλους καί κανέναν ἀδελφό.
Τρίτον, βασικό γνώρισμα τοῦ ὑποκριτῆ εἶναι ἡ ἐσωτερική ἀνισορροπία. Ἐπειδή ἔχασε ἀπό μέσα του τόν Θεό, ἡ ὕπαρξή του κατακομματιάστηκε καί συνεχῶς βιώνει μία ἐσωτερική σύγκρουση ἀνάμεσα στά διάφορα κομμάτια τῆς ψυχῆς του. Δέν μπορεῖ νά βρεῖ τήν ἐσωτερική του ἰσορροπία ὁ ὑποκριτής. Ἡ λογική, τό συναίσθημα καί ἡ βούληση ἀντιμάχονται δυναμικά μεταξύ τους, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑπάρχει ἐσωτερικά ἀναταραχή καί ἐξωτερικά ἐπαναλαμβανόμενες ἀστοχίες.
Λόγῳ αὐτῆς τῆς ἐσωτερικῆς διχοστασίας ὁ ὑποκριτής δέν ἔχει σταθερότητα στίς ἀπόψεις οὔτε στή συμπεριφορά του. Κάθε φορά προσαρμόζεται ἀνάλογα μέ τίς περιστάσεις καί τά συμφέροντα, ἀνάλογα μέ τή δουλοπρέπεια καί τό γλοιῶδες τοῦ χαρακτήρα του. Ὁ ὑποκριτής εἶναι δουλοπρεπής πρός τούς ἀνώτερους καί δυνάστης πρός τούς κατώτερους. Εἶναι ἕνας σατραπίσκος, χωρίς σοβαρή καί σταθερή προσωπικότητα. Τοῦ ἀρέσει νά γίνεται ἀρεστός ἤ τοῦ ἀρέσει νά ἐπιβάλλεται. Ἡ ἀντιφατικότητα πού τόν χαρακτηρίζει φαίνεται ἀπό τό ὅτιὑπακούει, ἀλλά δέν τό κάνει μέ ταπείνωση, εἶναι καθαρός ἠθικά πρός τά ἔξω, ἀλλά εἶναι ἀνήθικος ἐσωτερικά ὡς πρός τίς διαθέσεις.
Ἐνδιαφέρεται γιά τούς ἄλλους, ἄλλα ὄχι γιά νά τούς βοηθήσει. Ἔχει εὐγένεια, ἀλλά μόνο γιά τή βιτρίνα πού παρουσιάζει. Ζεῖ τό δράμα τῆς ἀνασφάλειας γιά τήν ἐξωτερική του εἰκόνα, διότι ἐσωτερικά νιώθει καί γνωρίζει τήν πενία καί τήν κενότητα τῆς ψυχῆς του. Εἶναι δυστυχής, ἀλλά ὑποκρίνεται τόν χαρούμενο.
Καθώς μελετοῦμε τήν προσωπικότητα τοῦ ἀρχισυνάγωγου τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, διαπιστώνουμε τρία χαρακτηριστικά τῆς ψυχῆς του, τά ὁποῖα διέκρινε σ’ αὐτόν ὁ Κύριος καί γι’ αὐτό τόν προσφώνησε «ὑποκριτά»! Βλέπουμε τήν ἀθεῒα, τήν τοξικότητα καί ἀφιλανθρωπία καθώς καί τήν ἐσωτερική ἀνισορροπία αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐάν κάποια ἀπό αὐτά τά γνωρίσματα τά διαπιστώνουμε καί στή δική μας προσωπικότητα, ἄς κάνουμε τήν ἐσωτερική πορεία τῆς μετάνοιας. Μέ τή βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ ἄςἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν ψυχοκτόνο ὑποκρισία.
Τότε θά ἀξιωθοῦμε τοῦ θείου ἐπαίνου καί τῆς εὐλογίας τοῦ Παραδείσου. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου