Κυριακή B΄ Νηστειών
Μάρκ. 2, 1-12
Αγαπητοί αδελφοί, σήμερα, δεύτερη Κυριακή των Νηστειών, ακούσαμε στο ευαγγέλιο για τη θεραπεία του παραλυτικού της Καπερναούμ. Αυτό το θαύμα ξεχωρίζει από τα άλλα θαύματα του Ευαγγελίου για τον τρόπο που φέρανε τον άρρωστο στο Χριστό τέσσερις άνθρωποι. Ήθελαν να τον φέρουν στο Χριστό, αλλ’ αυτό ήταν αδύνατο. Ήταν πολύς ο κόσμος και δεν μπορούσαν να τον βάλουν μέσα στο σπίτι και να τον πάνε στο σημείο που βρισκόταν ο Χριστός και δίδασκε. Οι άνθρωποι που τον κουβαλούσαν ανέβηκαν στη σκεπή ξεσκέπασαν το σπίτι και, αφού έδεσαν το φορείο με σκοινιά, το κατέβασαν από κει κοντά στο Χριστό. Και σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος: «καὶ ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν», έκανε ο Χριστός το θαύμα. Βλέποντας, λέει, την πίστη αυτών των ανθρώπων, τη δύναμη της πίστης τους, έκανε το θαύμα. Και η πίστη τους φάνηκε απ’ ολ’ αυτά που έκαναν· δηλαδή, απ’ το ότι μετέφεραν τον άνθρωπο, ανέβηκαν πάνω στο σπίτι, το ξεσκέπασαν και κατέβασαν από κει τον άρρωστο μπροστά στο Χριστό.
άνοδος των τεσσάρων
Είναι συνηθισμένο, στα πιο πολλά θαύματα τουλάχιστον, ο Χριστός να ερευνά την πίστη του ανθρώπου που θα θεραπεύσει, να χάνει συζήτηση μ’ αυτόν, να φανερώνει το βαθμό της πίστης του κ.λπ. Αλλά όμως εδώ, σε αυτό το θαύμα, υπάρχει η διαφορά ότι μιλάει και για την πίστη των άλλων. Δε μιλάει μόνο για την πίστη του παραλυτικού, ο οποίος βέβαια είχε πίστη και ζήταγε να πάει μπροστά στο Χριστό για να τον θεραπεύσει. Μιλάει, μαζί με την πίστη του παραλυτικού, και για την πίστη των άλλων ανθρώπων, αυτών που έκαναν ό,τι έκαναν για να φέρουν τον άρρωστο κοντά στο Χριστό.
Έχει σημασία που τονίζει ο Χριστός την πίστη αυτών των συγκεκριμένων ανθρώπων. Ποιο είναι το περιεχόμενο αυτής της πίστης; Οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν για τον παραλυτικό -ίσως να ’ταν συγγενείς του ή φίλοι του, δεν το ξέρουμε- και ήθελαν να γίνει καλά. Αλλά όμως, αυτό το ενδιαφέρον ήταν συνδεδεμένο με την πίστη στο Χριστό. «Θα τον πάμε εκεί, για να τον κάνει καλά. Εμείς είμαστε φίλοι του, είμαστε οι άνθρωποί του. Και ξέρουμε ότι, με την πίστη στο Θεό, μπορεί να γίνει καλά, αν ο Θεός το θέλει». Βλέπετε, είναι τόσο συνδεδεμένη, τόσο σφιχτά δεμένη η ζωή των ανθρώπων, του ενός με τον άλλον, και δε γίνεται διαφορετικά. Κι εδώ βέβαια έχουμε την καλύτερη σύμπτωση, την καλύτερη περίπτωση. Οι άνθρωποι να ενδιαφέρονται για τον παραλυτικό και να πιστεύουν στο Θεό ότι μπορεί να τον κάνει καλά. Βλέπετε ότι η σχέση μεταξύ των ανθρώπων φαίνεται στον πόνο. Αλλά εκεί φαίνεται και η πίστη και η κατάσταση της σχέσης που έχουν οι άνθρωποι με το Θεό. Αυτή την αλήθεια μας την έδειξε ο Χριστός στον καιρό του Πάθους του. Μας έδειξε πόσο μεγάλη σημασία έχει να βρίσκονται κοντά σ’ αυτόν που πονάει άνθρωποι που έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα μ’ αυτόν και που τον αγαπούν πραγματικά. Κατά τη διάρκεια του Πάθους, όταν ο Χριστός ζει στον πιο έντονο βαθμό που μπορεί να ζήσει άνθρωπος την κατάσταση της πορείας προς το βίαιο θάνατο, βλέπουμε ότι δείχνει να αποζητάει τη βοήθεια των δικών του ανθρώπων. Και βέβαια, δικοί του άνθρωποι είναι οι μαθητές του.
Στο τελευταίο δείπνο, όπως μας λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς, στον Μυστικό Δείπνο, εκεί που ο Χριστός παρέδωσε τα μυστήρια και τη σύναξη που τελούμε μέχρι σήμερα, εκεί λέει κάτι στους Μαθητές που μας βοηθάει να καταλάβουμε τη στάση των τεσσάρων. Τι τους λέει; «Ὑμεῖς ἐστε οἱ διαμεμενηκότες μετ᾽ ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς μου». Είναι σαν να τους ρωτάει: «Ποιοι είστε εσείς; Τι είναι εκείνο που σας προσδιορίζει σε σχέση με μένα;» Αυτό που προσδιόρισε τη σχέση όλων με το Χριστό, κατά την επίγεια παρουσία του, ήταν το Πάθος. Ο πολύς κόσμος, οι Φαρισαίοι, οι Γραμματείς, η ρωμαϊκή εξουσία, τα μέλη της οικογένειάς του, οι μαθητές του, οι εχθροί και οι φίλοι του – ολονών η σχέση με το Χριστό προσδιορίστηκε από το Πάθος. Κι ο Χριστός στον Μυστικό Δείπνο, λίγο πριν το Πάθος, είναι σαν να λέει: «Τι είναι εκείνο που δίνει σ’ εσάς τους μαθητές μου όνομα μπροστά στο Σταυρό μου; Τι είναι εκείνο που σας χαρακτηρίζει;» Και απαντάει ο ίδιος: «Εσείς ξεχωρίζετε από τους άλλους, γιατί είστε εκείνοι που βρίσκεστε μαζί μου και θα βρίσκεστε μαζί μου κατά τη διάρκεια των πειρασμών μου».
Ο Χριστός βλέπει το Πάθος σαν πειρασμό. Σαν τι πειρασμό όμως; Διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο ότι ο Χριστός μετά το βάπτισμα οδηγήθηκε στην έρημο. Και δέχτηκε τις πρώτες δοκιμασίες, τους πρώτους πειρασμούς. Όπως θυμόμαστε, ήταν όλοι πειρασμοί που είχαν να κάνουν με την ευχαρίστηση του ανθρώπου, με ό,τι δελεάζει τον άνθρωπο να ζητάει την ευχαρίστηση, την ηδονή, την απόλαυση, τη δύναμη: φαγητό, δόξα, εξουσία και άλλα τέτοια πράγματα. Ό,τι κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεται χαρούμενος, ικανοποιημένος, να μην του λείπει τίποτα, να μη στερείται τίποτα. Τους πειρασμούς της ηδονής που δέχτηκε ο Χριστός τον πρώτο καιρό τους δέχτηκε, όπως περιγράφεται στα Ευαγγέλια, ολομόναχος, χωρίς την παρουσία άλλων ανθρώπων. Οι άλλοι δεν υπάρχουν, ούτε ο ίδιος επιζητεί την παρουσία τους. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, όπως θα δούμε παρακάτω. Τώρα όμως, που βαδίζει προς το Πάθος, έχει άλλους πειρασμούς. Ποιοι πειρασμοί είναι αυτοί; Οι πειρασμοί του πόνου. Οι πειρασμοί της πικρίας. Οι πειρασμοί της μοναξιάς. Οι πειρασμοί από τους οποίους ο άνθρωπος δε δελεάζεται και δε θέλει να τους αντιμετωπίσει. Επειδή ό,τι τον ευχαριστεί το επιδιώκει, αλλά ό,τι τον πονάει το διώχνει μακριά, δε θέλει να το ζήσει: «εἰ δυνατὸν παρελθέτω τὸ ποτήριον τοῦτο ἀπ᾿ ἐμοῦ». Είναι ο μεγάλος πόνος του Χριστού και οι μεγάλοι του πειρασμοί. «Εσείς», λέει στους μαθητές του, «είστε εκείνοι που είστε μαζί μου κατά τη διάρκεια αυτών των πειρασμών».
Βέβαια, ξέρουμε ότι οι Μαθητές τελικά δεν έμειναν μαζί του. Ακόμα και στην αρχή των πειρασμών, στη Γεθσημανή, στην αγωνιώδη προσευχή του Χριστού, εκείνοι λίγο μπόρεσαν να σταθούν δίπλα του. Τους πήρε ο ύπνος από τη λύπη· δεν μπόρεσαν να αντέξουν. Και μετά σκορπίστηκαν. Και κάποιος απ’ αυτούς τον αρνήθηκε. Κι όλοι εξαφανίστηκαν από μπροστά του. Αλλά ο Χριστός λέει: «Εσείς είστε εκείνοι που θα παραμείνετε μαζί μου, γιατί εγώ θέλω να παραμείνετε μαζί μου, η επιθυμία η δική μου είναι τέτοια, η ανάγκη η δική μου και η ανάγκη του κάθε πονεμένου είναι να είναι δίπλα του οι δικοί του άνθρωποι, αυτοί που καταλαβαίνουν και πρέπει να ενδιαφέρονται γι’ αυτόν». Αυτό ήθελε να πει ο Χριστός. Αυτή την πίστη λοιπόν την είδε στους ανθρώπους που κουβάλησαν τον άρρωστο και τον έβαλαν στα πόδια του. Αυτό είδε ο Χριστός κι αυτό αναγνώρισε ως γνήσιο και αυθεντικό σημάδι της πορείας των ανθρώπων προς το Θεό, της ζωντανής σχέσης μαζί του. Αυτό επαίνεσε κι αυτό ανέδειξε. Κι ο ευαγγελιστής μας το λέει τόσο απλά και λιτά: «καὶ ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν».
Οι τέσσερις κουβάλησαν τον παραλυτικό στο Χριστό επειδή ένιωθαν την ανάγκη του και την έκαναν δική τους ανάγκη. Η πίστη τους στη θαυματουργική δύναμη του Χριστού δεν ξεχώριζε από την ανάγκη τους. Ο Χριστός δέχτηκε αυτή την πίστη, που τη γέννησε η ανάγκη τους, και ανταποκρίθηκε στο αίτημά τους. Η πίστη του παραλυτικού συμπληρώθηκε από την πίστη των τεσσάρων.
Εμείς όμως πώς πιστεύουμε; Θεωρούμε ότι Η πίστη μας περνάει μέσα από αυτή των αδελφών μας και συμπληρώνεται απ’ αυτούς; Πιστεύουμε ότι η πίστη των αδελφών μας είναι απαραίτητη για να υπάρχει, να αυξάνεται και να ολοκληρώνεται και η δική μας; Οι τέσσερις συνέδεσαν την πίστη τους στο Χριστό με τον πόνο του παραλυτικού. Και είναι αλήθεια πως όταν περνάμε τους πειρασμούς του πόνου, της οδύνης, θέλουμε τους άλλους ανθρώπους κοντά μας. Θέλουμε να μοιραζόμαστε τα βάσανά μας. Δε συμβαίνει το ίδιο όταν πέφτουμε στους πειρασμούς της ηδονής. Εκεί μόνοι μας θέλουμε να απολαύσουμε τον κόσμο, να δοξαστούμε, να αισθανθούμε ισχυροί. Έχει μεγάλη σημασία όμως εάν όχι μόνο στον πόνο μας αλλά και στην καθημερινή μας ζωή αισθανόμασταν την ανάγκη να έχουμε βοηθό την πίστη των αδελφών μας.
Στο Γεροντικό υπάρχει μία ιστορία από τη ζωή του αγίου Αρσενίου του Μεγάλου. Ο άγιος Αρσένιος παρακάλεσε δυο από τους μαθητές του, τους πατέρες Αλέξανδρο και Ζώιλο, να μείνουν στην αγρυπνία μαζί του. Όπως τους είπε, φοβόταν ότι κατά τη διάρκεια της αγρυπνίας, επειδή τον πολεμούσαν οι δαίμονες, τον παίρνει ο ύπνος. Ήθελε να παρατηρήσουν εκείνοι αν αυτό συνέβαινε. Δεν έχει σημασία τι συνέβη παρακάτω, όπως δεν έχουν σημασία οι λεπτομέρειες της ασκητικής ζωής, που δε μας αφορούν. Σημασία έχει ότι ο άγιος Αρσένιος ήθελε να τον βοηθήσουν οι μαθητές του στον αγώνα της προσευχής, στον αγώνα κατά των δαιμόνων. Τους είπε: «Κοπιάσατε μετ᾽ ἐμοῦ». «Κουραστείτε μαζί μου και για μένα». Το φρόνημα και η νοοτροπία του αγίου Αρσενίου είναι ίδια με την πρακτική του αποστόλου Παύλου, που στις επιστολές του συνεχώς παρακαλεί για την προσευχή των αδελφών γενικά, αλλά αναφέρει και συγκεκριμένους χριστιανούς της εποχής του με ιδιότητες όπως «ενεργοί», κοπιάσαντες», «αγωνιζόμενοι».
Αγαπητοί αδελφοί, αυτό τον κόπο και αυτό τον αγώνα για τους αδελφούς ο Χριστός τον ονόμασε πίστη. Είναι πίστη στο Χριστό που έχει σχέση με τους πειρασμούς των αδελφών και σημαίνει αποδοχή του Σταυρού του Χριστού, που πάντα πρέπει να μελετάμε και ακόμα περισσότερο αυτή την περίοδο, όπως έχουμε υποχρέωση. Αυτή η πίστη είναι που μας προσδιορίζει στη σχέση μας με το Χριστό και μας δίνει όνομα και μας χαρακτηρίζει ενεργούς, αγωνιζόμενους κ.λπ. Χωρίς αυτή την πίστη δεν έχουμε όνομα και ιδιότητα ενώπιον του Χριστού.
Είθε ο Θεός να μας αξιώσει να συνεχίσουμε τον αγώνα της Μεγάλης Σαρακοστής κατανοώντας βαθύτερα τι σημαίνει ο πειρασμός του πόνου και τι αξία έχει να συμπαραστεκόμαστε στους ανθρώπους, όπως ο Θεός θέλει, ως μαθητές του Χριστού.
π. Πινακούλας, Αντώνιος, Το πηγάδι και η πηγή: Κηρύγματα στις Κυριακές της Μ. Σαρακοστής και του Πάσχα, 1η έκδ., Αθήνα, Εν πλω, 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου