Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

ΚΑΙ ΕΠΙ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ

π. Δημητρίου Μπό­κου



Στε­ρέ­ω­σε κα­λύ­τε­ρα τὰ γυα­λιά του, μὲ μιὰ κί­νη­ση ποὺ πρό­δι­νε ἐ­λα­φριὰ ἀ­μη­χα­νί­α, καὶ ξα­νά­σκυ­ψε πά­νω στὸν ἐ­πι­χει­ρη­σια­κὸ χάρ­τη.

Οἱ ἐ­πι­τε­λεῖς του, σὲ μιὰ ὕ­στα­τη προ­σπά­θεια νὰ δι­α­σκε­δά­σουν τοὺς δι­σταγ­μούς του, ξα­νάρ­χι­σαν νὰ ἀ­πα­ριθ­μοῦν τὰ σο­βα­ρὰ πλε­ο­νε­κτή­μα­τα τοῦ σχε­δί­ου τους.

-Κύ­ρι­ε Πρό­ε­δρε, ἡ ἐ­πι­τυ­χί­α μας εἶ­ναι πα­ρα­πά­νω ἀ­πὸ σί­γου­ρη…

Ἐ­πι­τέ­λους φά­νη­κε νὰ πεί­θε­ται.

-Ἐν­τά­ξει λοι­πόν…, ἤ­χη­σε βα­ρειὰ ἡ φω­νή του, κα­θὼς τὸ ἐ­ξε­τα­στι­κό του βλέμ­μα ζύ­γι­ζε προ­σε­κτι­κὰ ἕ­ναν-ἕ­ναν. Σὲ πό­ση ὥ­ρα ξε­κι­νᾶ­με;

-Σὲ δύ­ο ὧ­ρες ἀ­πὸ τώ­ρα, κύ­ρι­ε Πρό­ε­δρε!

-Ἀ­κρι­βῶς με­σά­νυ­χτα… στὴν ὥ­ρα τῆς γι­ορ­τῆς…, μο­νο­λό­γη­σε, ρί­χνον­τας μιὰ κλε­φτὴ μα­τιὰ στὸ ρο­λό­ι του. Ἔ­χου­με δὰ καὶ Χρι­στού­γεν­να ἀ­πό­ψε, πῶς νὰ τὸ κά­νου­με! συ­νέ­χι­σε μ’ ἕ­να πι­κρὸ χα­μό­γε­λο, σὰν νά ’­ταν μό­νος του στὴν τε­ρά­στια αἴ­θου­σα συ­νε­δρι­ά­σε­ων.

Τὸ πρά­σι­νο φῶς γιὰ τὸ πρό­γραμ­μα «ΚΑΙ ΕΠΙ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ» μὲ τὴν ἔγ­κρι­ση τοῦ Προ­έ­δρου ἄ­να­ψε.

Σὲ λί­γο ἡ με­γα­λού­πο­λη πλημ­μύ­ρι­σε στὰ φῶ­τα. Ὁ σκο­τει­νὸς οὐ­ρα­νὸς γέ­μι­σε πορ­φυ­ρὲς ἀν­ταύ­γει­ες. Γύ­ρω στὸ χρι­στου­γεν­νι­ά­τι­κο δέν­δρο, ντυ­μέ­νοι στὰ γι­ορ­τι­νά, μὲ μά­τια λαμ­πε­ρὰ κι ἀ­στρα­φτε­ρὰ χα­μό­γε­λα, ἄρ­χι­σαν ὅ­λοι ν’ ἀν­ταλ­λάσ­σουν τὶς χρι­στου­γεν­νι­ά­τι­κες εὐ­χὲς καὶ τὰ δῶ­ρα. Ὁ κό­σμος φάν­τα­ζε πα­ρα­μυ­θέ­νιος.

Στὸ σπί­τι τοῦ Προ­έ­δρου μιὰ τρυ­φε­ρὴ εἰ­κό­να θὰ κα­θή­λω­νε κά­θε βλέμ­μα. Οἱ γλυ­κει­ὲς νό­τες τοῦ πιά­νου γέ­μι­σαν τὸν ἀ­έ­ρα ἀ­π’ τὸ ἀ­έ­ρι­νο παί­ξι­μο τῆς χα­ρι­τω­μέ­νης κο­ρού­λας, ἐ­νῶ ἀν­τή­χη­σαν ὣς ἔ­ξω στὸν δρό­μο οἱ ἑ­νω­μέ­νες φω­νὲς ὅ­λης τῆς οἰ­κο­γέ­νειας στὶς ἁ­πα­λὲς χρι­στου­γεν­νι­ά­τι­κες με­λω­δί­ες. Ἅ­για Νύ­χτα… Τί συγ­κί­νη­ση! Τί χα­ρά!

Ἀλ­λὰ ταυ­τό­χρο­να…

… στὴν ἄλ­λη ἄ­κρη τοῦ πλα­νή­τη, φω­τει­νὲς λάμ­ψεις ἀλ­λι­ώ­τι­κες ἔ­σκι­σαν τὴ σκο­τει­νιὰ τοῦ οὐ­ρα­νοῦ. Μιὰ σφο­δρὴ κα­ται­γί­δα ἄρ­χι­σε νὰ μα­στι­γώ­νει ἀ­λύ­πη­τα τὴ ρα­κέν­δυ­τη σάρ­κα τῆς γῆς. Τὸ πρό­γραμ­μα «ΚΑΙ ΕΠΙ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ» (τῶν «κα­λῶν»), μὲ τὴν προ­ε­δρι­κὴ ἔγ­κρι­ση, ἔμ­παι­νε πλέ­ον στὴ φά­ση τῆς ἐ­φαρ­μο­γῆς του πά­νω στοὺς «κα­κούς».

Βόμ­βες, πύ­ραυ­λοι, μα­χη­τι­κά, ἑ­λι­κό­πτε­ρα, ὅ­λα τὰ ὄ­πλα τοῦ θα­νά­του, ξερ­νοῦ­σαν ἀ­στα­μά­τη­τα τὴ φω­τιὰ καὶ τὴν κό­λα­ση. Πυ­κνὰ σύν­νε­φα κα­πνοῦ τύ­λι­ξαν τὴ γῆ. Λι­πό­σαρ­κα κορ­μιὰ ἀ­μά­χων καὶ τυ­ραν­νι­σμέ­να σώ­μα­τα παι­δι­ῶν τι­νά­χτη­καν καὶ γέ­μι­σαν τὸν ἀ­έ­ρα μέ­σα στὸν ἐκ­κω­φαν­τι­κὸ ὀ­ρυ­μα­γδὸ τῶν ἐ­κρή­ξε­ων. Τὰ παι­διὰ τοῦ κα­τώ­τε­ρου θε­οῦ πα­ρα­δό­θη­καν στὴν ἀ­νε­λέ­η­τη σφα­γή.

Οἱ σκο­τει­νὲς φι­γοῦ­ρες τῶν ἀ­τσα­λέ­νι­ων που­λι­ῶν, σὰν σὲ μα­κά­βριο χο­ρὸ δαι­μο­νι­κῶν φαν­τα­σμά­των, συ­νέ­θε­ταν στὴν κο­λα­σμέ­νη νύ­χτα τὴ νέ­α φρι­κι­α­στι­κὴ με­λω­δί­α τῆς («ἐ­πὶ γῆς») εἰ­ρή­νης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου