Kυριακή Τελώνου και Φαρισαίου.
Τα πρωινά μου βήματα με οδηγούν στον ναό της του Θεου Σοφίας Θεσσαλονίκης. Έχουν το λόγο τους. Μπαίνω στον ιερό ναό στον οποίο έχω χρόνια να λειτουργηθώ μιας και ο Άη Νικόλας ο Ορφανός έχει γίνει τα τελευταία χρόνια για μένα κάτι σαν καταφύγιο που δύσκολα απαρνιέμαι τις Κυριακές.
Ζητιάνοι έξω από την είσοδο. Μια υαλωτή κατασκευή που προστατεύει από το κρύο το εσωτερικό του ναού αφού περάσεις τη μεγάλη ξύλινη πόρτα του. Μεγάλα κεριά και πλήθος εικόνες στα προσκυνητάρια. Ένας κάμεραμαν στο κεντρικό κλήτος, πίσω πίσω και όσο μπορεί πιο διακριτικά, ανεβασμένος πάνω σε μεγάλα κιβώτια, κάνει λήψη της Θείας λειτουργίας για ζωντανή αναμετάδοση. Χαμογελάω βλέποντάς τον να στέκεται με ορθάνοιχτα στραβά πόδια, σα καουμπόις σε σαλούν, και ακουστικά στ' αφτιά. Αταίριαστη φιγούρα για εκκλησία, όχι όμως και τόσο άκομψη.
Προχωρώ στο αριστερό κλήτος των γυναικών. Είναι ακόμη αρκετά νωρίς. Όρθρος. Πλήθος άδειες αναπαυτικές καρέκλες με βυσσινί μαξιλαράκι. Προχωρώ αρκετά μπροστά τόσο όσο να έχω οπτική επαφή με τον δεξιό χορό των ψαλτών. Ανασαίνω βαθιά κοιτάζοντας τα βαθιά κόκκινα, σχεδόν μουντά, και τα κυπαρισσιά πράσινα των μαρμάρων στις κολώνες. Το διακριτικό διάκοσμο που έχει χωνευτεί τόσο απο το πέρασμα των χρόνων που μοιάζει σαν να είναι ένα σώμα με τα μάρμαρα. Τα υπερμεγέθη παράθυρα με τις γλάστρες ακουμπισμένες πάνω στο φαρδύ τους πεζούλι, φαρδύ όσο και ο τοίχος του ναού, επιτρέπουν την ανελλιπή επικοινωνία με τον έξω κόσμο, έμψυχο και άψυχο: περίβολο, δρόμο, τροχοφόρα, πεζοί, εμπορικά, εποχή, φως, ώρα, λεπτό. Όλα αυτά, στέκουν πολύ ψηλότερα από το ύψος του ματιού, μιας και ο ναός έχει παραμείνει βυθισμένος σ' ένα από τα παλαιότερα επίπεδα διαστρωμάτωσης του εδάφους της παλιάς Θεσσαλονίκης. Ίσως μόνον ο χρόνος να έμεινε ατόφιος στο μπόι μας. Ο ναός που γλύτωσε από την μεγάλη πυρκαγιά της πόλης εξαιτίας του Αγίου Δημητρίου που παρεκάλεσε τον Θεό να μην τον κάψει κι έτσι, καθώς ο Κύριος τον εισάκουσε, η φωτιά έστριψε ακριβώς μπροστά στην είσοδο ερχόμενη από την Ερμού και ανηφόρισε για να φτάσει στον ναό του αγίου.
Καλοχτενισμένες, αρωματισμένες λευκομαλλούσες και άλλες με βαμμένο μαλλί, γηραιές κυρίες τυλιγμένες στα κασκόλ, τα σάλια και τα παλτά τους βασιλευόντως του μαύρου χρώματος της προχωρημένης ηλικίας τους, αλλά και του συσσωρευμένου τους πένθους.
Ο ογδοηκονταπενταετής χοράρχης του δεξιού αναλογίου, ονόματι Χαρίλαος Ταλιαδόρος, καλλιφωνότερος από ποτέ. Έχει υπηρετήσει σ' αυτή τη θέση ίσως περισσότερα από σαράντα χρόνια. Έχει απωλέσει κάτι από τον πρότερο στόμφο των νειάτων του, έχει κερδίσει πρόσθετη γλυκύτητα από την επιήκεια των γηρατιών του. Γι' αυτόν ήρθα σήμερα εδώ. Θα φύγει κι αυτός, σκέφτηκα ψες, κι εγώ δεν θα τον έχω στ' αφτιά μου. Είναι μέρος της ζωντανής ιστορίας του τόπου μου.
Διηγούνται γι' αυτόν πολλά. Η γενναιοψυχία του είναι από τα γνωστά χαρίσματά του. Λένε πως όταν κάποτε ο προηγούμενος μητροπολίτης έβγαλε ένα κήρυγμα και σκανδαλίστηκαν τα μέλη του χορού του αγανακτώντας από τις φωνές και τα μπερδεμένα λόγια που μόνον ένας καλός γνώστης της άρθρωσης του κεκοιμημένου σήμερα σεβασμιωτάτου μπορούσε να αποκρυπτογραφήσει, ο Ταλιαδόρος απάντησε με μεγαλοθυμία: δε βαριέσαι, πες πως ζεις σε ξένη χώρα... Η φράση αυτή είναι νομίζω αρκούντως ενδεικτική της αρχοντιάς του.
Το δοξάρι του πάθους του συντονίζει τις φωνητικές του χορδές με τρόπο που σε ταξιδεύει σε νερά τρεχούμενα, φτερουγίσματα πουλιών, θρόισμα φύλλων και λεπτότητα χάριτος, θα 'λεγα κυανής. "Εις πολλά έτη Δέσποτα", ψάλλει σήμερα προς τιμήν του Ανθίμου που η ιεροπρέπειά του με ξαφνιάζει ευχάριστα, μιας και έξω από όλα αυτά που ακούγονται για το πρόσωπό του, δεν τον έζησα ποτέ ως προεξάρχοντα σε λειτουργία. Και όμως, αυτή η ελάχιστη φράση, "εις πολλά έτη Δέσποτα", στα ποικίλματα της εκφοράς της, διαπερνά χρόνους, γενεες, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ψάλλοντος, του ψαλλομένου και αυτού του ιεράρχη, σαν γνήσια προσευχή που εκτοξεύεται στην ακοή του Ουρανού ανεμπόδιστα.
Η φωνή του πρωτοψάλτη της αγίας Σοφίας, Χαρίλαου Ταλιαδόρου, σήμερα μοιάζει να διανύει την πλέον νεανική της φάση και αυτό μοιάζει παράδοξο, μα δεν είναι. Το αξιοθαύμαστο με την φωνή σε αντίθεση με όλο το υπόλοιπο σώμα, όπως και με την τέχνη της ψαλτικής ή του τραγουδιού, είναι πως με το πέρασμα των χρόνων, συχνά βελτιώνεται και εξελίσσεται θαυμαστά σαν ο χρόνος αντί να τη φθείρει, να την αναγεννά. Πάντοτε πίστευα πως η φωνή του ανθρώπινου σώματος έχει μια απευθείας σύνδεση με την ψυχή του. Ίσως γι' αυτό παραμένει άφθορη, αν και η ψυχή παραμένει νέα.
Μέχρι να καταλάβω πως η λειτουργία φτάνει πια προς το τέλος της, ο μεγάλος ναός έχει γεμίσει ασφυκτικά, η ψυχή μου έχει γλυκαθεί, το εξωτερικό φως διαχέεται ποικιλοτρόπως, και οπωσδήποτε γλυκασμένο και αυτό, από τα μικρά παράθυρα του τρούλου παιχνιδίζοντας με τις προσευχές των πιστών.
Με το που βγαίνει ένας ιερομόναχος στην Ωραία Πύλη να κηρύξει, βγαίνω κι εγώ από τον ναό. Δεν καταλαβαίνω πια τα κηρύγματα, ούτε τον τρόπο της εκφοράς τους ούτε και το νόημά τους, -όταν έχουν κάποιο νόημα-, τα αποφεύγω προκειμένου να μη στεναχωριέμαι μετά.
Οι ζητιάνοι αυξήθηκαν έξω από την πόρτα, ο ήλιος επισης, κι εγώ προχωρώ προς την Παλαιών Πατρών Γερμανού για το καφέ όπου θα πιούμε το ζεστό κυριακάτικο ρόφημα με την παρέα. Μπήκαμε στο Τριώδιο και το στάδιο των αρετών για μια ακόμη φορά ηνέωκται. Θα καταλύσουμε εις πάντα τη βδομάδα που μας έρχεται, για να μπούμε σιγά σιγά στη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Καλό Τριώδιο!
Τα πρωινά μου βήματα με οδηγούν στον ναό της του Θεου Σοφίας Θεσσαλονίκης. Έχουν το λόγο τους. Μπαίνω στον ιερό ναό στον οποίο έχω χρόνια να λειτουργηθώ μιας και ο Άη Νικόλας ο Ορφανός έχει γίνει τα τελευταία χρόνια για μένα κάτι σαν καταφύγιο που δύσκολα απαρνιέμαι τις Κυριακές.
Ζητιάνοι έξω από την είσοδο. Μια υαλωτή κατασκευή που προστατεύει από το κρύο το εσωτερικό του ναού αφού περάσεις τη μεγάλη ξύλινη πόρτα του. Μεγάλα κεριά και πλήθος εικόνες στα προσκυνητάρια. Ένας κάμεραμαν στο κεντρικό κλήτος, πίσω πίσω και όσο μπορεί πιο διακριτικά, ανεβασμένος πάνω σε μεγάλα κιβώτια, κάνει λήψη της Θείας λειτουργίας για ζωντανή αναμετάδοση. Χαμογελάω βλέποντάς τον να στέκεται με ορθάνοιχτα στραβά πόδια, σα καουμπόις σε σαλούν, και ακουστικά στ' αφτιά. Αταίριαστη φιγούρα για εκκλησία, όχι όμως και τόσο άκομψη.
Προχωρώ στο αριστερό κλήτος των γυναικών. Είναι ακόμη αρκετά νωρίς. Όρθρος. Πλήθος άδειες αναπαυτικές καρέκλες με βυσσινί μαξιλαράκι. Προχωρώ αρκετά μπροστά τόσο όσο να έχω οπτική επαφή με τον δεξιό χορό των ψαλτών. Ανασαίνω βαθιά κοιτάζοντας τα βαθιά κόκκινα, σχεδόν μουντά, και τα κυπαρισσιά πράσινα των μαρμάρων στις κολώνες. Το διακριτικό διάκοσμο που έχει χωνευτεί τόσο απο το πέρασμα των χρόνων που μοιάζει σαν να είναι ένα σώμα με τα μάρμαρα. Τα υπερμεγέθη παράθυρα με τις γλάστρες ακουμπισμένες πάνω στο φαρδύ τους πεζούλι, φαρδύ όσο και ο τοίχος του ναού, επιτρέπουν την ανελλιπή επικοινωνία με τον έξω κόσμο, έμψυχο και άψυχο: περίβολο, δρόμο, τροχοφόρα, πεζοί, εμπορικά, εποχή, φως, ώρα, λεπτό. Όλα αυτά, στέκουν πολύ ψηλότερα από το ύψος του ματιού, μιας και ο ναός έχει παραμείνει βυθισμένος σ' ένα από τα παλαιότερα επίπεδα διαστρωμάτωσης του εδάφους της παλιάς Θεσσαλονίκης. Ίσως μόνον ο χρόνος να έμεινε ατόφιος στο μπόι μας. Ο ναός που γλύτωσε από την μεγάλη πυρκαγιά της πόλης εξαιτίας του Αγίου Δημητρίου που παρεκάλεσε τον Θεό να μην τον κάψει κι έτσι, καθώς ο Κύριος τον εισάκουσε, η φωτιά έστριψε ακριβώς μπροστά στην είσοδο ερχόμενη από την Ερμού και ανηφόρισε για να φτάσει στον ναό του αγίου.
Καλοχτενισμένες, αρωματισμένες λευκομαλλούσες και άλλες με βαμμένο μαλλί, γηραιές κυρίες τυλιγμένες στα κασκόλ, τα σάλια και τα παλτά τους βασιλευόντως του μαύρου χρώματος της προχωρημένης ηλικίας τους, αλλά και του συσσωρευμένου τους πένθους.
Ο ογδοηκονταπενταετής χοράρχης του δεξιού αναλογίου, ονόματι Χαρίλαος Ταλιαδόρος, καλλιφωνότερος από ποτέ. Έχει υπηρετήσει σ' αυτή τη θέση ίσως περισσότερα από σαράντα χρόνια. Έχει απωλέσει κάτι από τον πρότερο στόμφο των νειάτων του, έχει κερδίσει πρόσθετη γλυκύτητα από την επιήκεια των γηρατιών του. Γι' αυτόν ήρθα σήμερα εδώ. Θα φύγει κι αυτός, σκέφτηκα ψες, κι εγώ δεν θα τον έχω στ' αφτιά μου. Είναι μέρος της ζωντανής ιστορίας του τόπου μου.
Διηγούνται γι' αυτόν πολλά. Η γενναιοψυχία του είναι από τα γνωστά χαρίσματά του. Λένε πως όταν κάποτε ο προηγούμενος μητροπολίτης έβγαλε ένα κήρυγμα και σκανδαλίστηκαν τα μέλη του χορού του αγανακτώντας από τις φωνές και τα μπερδεμένα λόγια που μόνον ένας καλός γνώστης της άρθρωσης του κεκοιμημένου σήμερα σεβασμιωτάτου μπορούσε να αποκρυπτογραφήσει, ο Ταλιαδόρος απάντησε με μεγαλοθυμία: δε βαριέσαι, πες πως ζεις σε ξένη χώρα... Η φράση αυτή είναι νομίζω αρκούντως ενδεικτική της αρχοντιάς του.
Το δοξάρι του πάθους του συντονίζει τις φωνητικές του χορδές με τρόπο που σε ταξιδεύει σε νερά τρεχούμενα, φτερουγίσματα πουλιών, θρόισμα φύλλων και λεπτότητα χάριτος, θα 'λεγα κυανής. "Εις πολλά έτη Δέσποτα", ψάλλει σήμερα προς τιμήν του Ανθίμου που η ιεροπρέπειά του με ξαφνιάζει ευχάριστα, μιας και έξω από όλα αυτά που ακούγονται για το πρόσωπό του, δεν τον έζησα ποτέ ως προεξάρχοντα σε λειτουργία. Και όμως, αυτή η ελάχιστη φράση, "εις πολλά έτη Δέσποτα", στα ποικίλματα της εκφοράς της, διαπερνά χρόνους, γενεες, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ψάλλοντος, του ψαλλομένου και αυτού του ιεράρχη, σαν γνήσια προσευχή που εκτοξεύεται στην ακοή του Ουρανού ανεμπόδιστα.
Η φωνή του πρωτοψάλτη της αγίας Σοφίας, Χαρίλαου Ταλιαδόρου, σήμερα μοιάζει να διανύει την πλέον νεανική της φάση και αυτό μοιάζει παράδοξο, μα δεν είναι. Το αξιοθαύμαστο με την φωνή σε αντίθεση με όλο το υπόλοιπο σώμα, όπως και με την τέχνη της ψαλτικής ή του τραγουδιού, είναι πως με το πέρασμα των χρόνων, συχνά βελτιώνεται και εξελίσσεται θαυμαστά σαν ο χρόνος αντί να τη φθείρει, να την αναγεννά. Πάντοτε πίστευα πως η φωνή του ανθρώπινου σώματος έχει μια απευθείας σύνδεση με την ψυχή του. Ίσως γι' αυτό παραμένει άφθορη, αν και η ψυχή παραμένει νέα.
Μέχρι να καταλάβω πως η λειτουργία φτάνει πια προς το τέλος της, ο μεγάλος ναός έχει γεμίσει ασφυκτικά, η ψυχή μου έχει γλυκαθεί, το εξωτερικό φως διαχέεται ποικιλοτρόπως, και οπωσδήποτε γλυκασμένο και αυτό, από τα μικρά παράθυρα του τρούλου παιχνιδίζοντας με τις προσευχές των πιστών.
Με το που βγαίνει ένας ιερομόναχος στην Ωραία Πύλη να κηρύξει, βγαίνω κι εγώ από τον ναό. Δεν καταλαβαίνω πια τα κηρύγματα, ούτε τον τρόπο της εκφοράς τους ούτε και το νόημά τους, -όταν έχουν κάποιο νόημα-, τα αποφεύγω προκειμένου να μη στεναχωριέμαι μετά.
Οι ζητιάνοι αυξήθηκαν έξω από την πόρτα, ο ήλιος επισης, κι εγώ προχωρώ προς την Παλαιών Πατρών Γερμανού για το καφέ όπου θα πιούμε το ζεστό κυριακάτικο ρόφημα με την παρέα. Μπήκαμε στο Τριώδιο και το στάδιο των αρετών για μια ακόμη φορά ηνέωκται. Θα καταλύσουμε εις πάντα τη βδομάδα που μας έρχεται, για να μπούμε σιγά σιγά στη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Καλό Τριώδιο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου